cul-de-basse-fosse

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
cul-de-basse-fosse < cul + bas + fosse

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
cul-de-basse-fosse cul-de-basse-fosses

cul-de-basse-fosse (fr) αρσενικό