This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52015IE0503
Opinion of the European Economic and Social Committee on ‘Environmental, social and health claims in the single market’ (own-initiative opinion)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και σχετικοί με την υγεία ισχυρισμοί στην εσωτερική αγορά» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και σχετικοί με την υγεία ισχυρισμοί στην εσωτερική αγορά» (γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
ΕΕ C 383 της 17.11.2015, p. 8–13
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
17.11.2015 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 383/8 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και σχετικοί με την υγεία ισχυρισμοί στην εσωτερική αγορά»
(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας)
(2015/C 383/02)
Εισηγητής: |
κ. Bernardo HERNÁNDEZ BATALLER |
Στις 22 Ιανουαρίου 2015, και σύμφωνα με το άρθρο 29 παράγραφος 2 του εσωτερικού της κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή αποφάσισε να καταρτίσει γνωμοδότηση πρωτοβουλίας με θέμα:
Περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και σχετικοί με την υγεία ισχυρισμοί στην εσωτερική αγορά
(γνωμοδότηση πρωτοβουλίας).
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση», στο οποίο ανατέθηκαν οι σχετικές προπαρασκευαστικές εργασίες, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 9 Ιουνίου 2015.
Κατά την 509η σύνοδο ολομέλειας, της 1ης και 2ας Ιουλίου 2015 (συνεδρίαση της 2ας Ιουλίου 2015) η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 135 ψήφους υπέρ, 17 κατά και 14 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1. |
Το εμπορικό μήνυμα αποτελεί σημαντικό μέσο για να μπορούν οι επιχειρήσεις να προωθούν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες με τρόπο διαφανή, εξασφαλίζοντας έτσι την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και το υψηλό επίπεδο προστασίας των καταναλωτών. Ωστόσο, ορισμένα μηνύματα είναι αναληθή ή έχουν ανακριβές περιεχόμενο και περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς, ηθικούς και σχετικούς με την υγεία ισχυρισμούς που πλήττουν τα συμφέροντα των καταναλωτών και όσων επιχειρήσεων τηρούν απαρέγκλιτα τη νομοθεσία. |
1.2. |
Στις μέρες μας, η περιβαλλοντική και κοινωνική αποτελεσματικότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών υπολογίζεται και προβάλλεται μέσω ποικίλων διαύλων, μορφών και πρωτοβουλιών και σύμφωνα με διάφορες μεθοδολογίες αξιολόγησης. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) θεωρεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να προτείνει ευρωπαϊκές μεθόδους για την αξιολόγηση και τη γνωστοποίηση των συνολικών περιβαλλοντικών επιπτώσεων του κάθε προϊόντος και της κάθε υπηρεσίας. Ομοίως, πρέπει να εκπονηθεί ένας κατάλογος επίσημων σημάτων, στον οποίο θα αναφέρονται η σημασία τους και οι πιστοποιημένοι φορείς που θα παρέχουν την άδεια χρήσης τους, θα τα πιστοποιούν και θα τα διαχωρίζουν. Σε κάθε περίπτωση, οι καταναλωτές έχουν δικαίωμα σε σαφή και ακριβή πληροφόρηση σχετικά με την προέλευση των προϊόντων. |
1.3. |
Επίσης, η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω της επέκτασης της οδηγίας 2005/29/ΕΚ, θα επανεξετάσει τις κατευθυντήριες γραμμές για την ευκολότερη πρόσβαση των καταναλωτών και των επιχειρήσεων σε αξιόπιστη και αντικειμενική ενημέρωση, στην οποία θα διευκρινίζονται οι περιβαλλοντικοί, ηθικοί και σχετικοί με την υγεία ισχυρισμοί του εκάστοτε εμπορικού μηνύματος. |
1.4. |
Ως προς τη διοικητική συνεργασία, οι αρμόδιες για την κατανάλωση εποπτικές αρχές πρέπει να προβούν, σε κάθε κράτος μέλος, στην ενδελεχή εξέταση των περιβαλλοντικών, κοινωνικών, ηθικών και σχετικών με την υγεία ισχυρισμών, έτσι ώστε να αξιολογήσουν, με τη βοήθεια συγκεκριμένων δεδομένων, την υπάρχουσα κατάσταση. |
1.5. |
Πρέπει να θεσπιστεί ένα πλήρες, συνεπές και συνεκτικό νομικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ για τη ρύθμιση των ηλεκτρονικών εμπορικών μηνυμάτων με γνώμονα τον σεβασμό προς την ιδιωτικότητα και την προστασία των άλλων στόχων δημόσιου συμφέροντος. |
1.6. |
Εντός του πεδίου των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη οφείλουν να προωθήσουν μέτρα εποπτείας, ελέγχου και επιβολής κυρώσεων ως προς τα ισχύοντα σχετικά συστήματα αυτορρύθμισης και συρρύθμισης —και στα οποία περιλαμβάνονται περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και σχετικοί με την υγεία ισχυρισμοί—, διασφαλίζοντας ότι τα εθνικά και ενωσιακά όργανα αυτορρύθμισης της διαφήμισης θα πληρούν τις προδιαγραφές που προβλέπονται στις ενωσιακές διατάξεις και συστάσεις, με σκοπό, κυρίως, την επίτευξη ενός υψηλού επιπέδου προστασίας του καταναλωτή. Επίσης, πρέπει να ενημερώνονται οι ενώσεις καταναλωτών για τα τυχόν εγχειρήματα κατάρτισης κωδίκων δεοντολογίας, έτσι ώστε να συμμετέχουν κι αυτές στην εκπόνησή τους. |
2. Εισαγωγή
2.1. |
Στην ΕΕ υφίσταται υψηλός αριθμός επιχειρήσεων που προσφέρουν πλήρη και αληθή ενημέρωση στον καταναλωτή με τρόπο διαφανή ως προς τα χαρακτηριστικά των διατιθέμενων στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών. Εντούτοις, εξαιτίας της ακατάλληλης χρήσης περιβαλλοντικών, κοινωνικών και σχετικών με την υγεία ισχυρισμών, υπονομεύονται όσες επιχειρήσεις τηρούν τη νομοθεσία, καθώς και οι καταναλωτές των αγαθών και υπηρεσιών. |
2.2. |
Το δικαίωμα στην ενημέρωση καθιστά πιο αδιάτρητη τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και διορθώνει τις προφανείς ασυμμετρίες μεταξύ προμηθευτών και καταναλωτών. |
2.3. |
Ο καταναλωτής έχει δικαίωμα στην παροχή, με τρόπο διαφανή, πλήρους και αληθούς πληροφόρησης ως προς τα χαρακτηριστικά των διατιθέμενων στο εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών. |
2.4. |
Κατά συνέπεια, η πληροφόρηση είναι καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή προϊόντος από τον καταναλωτή ή τον χρήστη τη στιγμή της αγοράς του προτιμώμενου προϊόντος έναντι άλλων, λιγότερο ικανοποιητικών σε σχέση με τις ανάγκες και τις επιθυμίες του αγοραστή. Χάρη δε στην τεχνολογική ανάπτυξη, ολοένα και περισσότερο οι επιχειρήσεις μπορούν να ικανοποιούν εξατομικευμένα τις ανάγκες των διαφόρων ομάδων καταναλωτών σε μια διαδικασία παγίωσης της προτίμησής τους μέσω της εξατομίκευσης των προϊόντων βάσει της αρχής «ένα προς ένα» του μάρκετινγκ. |
2.5. |
Σε ένα μοντέλο κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, όπως αυτό που προβλέπεται στη Συνθήκη, η ΕΕ δεν διαθέτει ένα πλήρες νομικό πλαίσιο για τις εμπορικές επικοινωνίες. Το υφιστάμενο πλαίσιο είναι αδικαιολόγητα περίπλοκο, ελλιπές, ασυνεπές, ενίοτε δε και ανακόλουθο, δεδομένου ότι βασίζεται κυρίως στα εξής έγγραφα:
|
2.6. |
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δημοσιεύσει ποικίλες ανακοινώσεις, έχει διοργανώσει δημόσια διαβούλευση και, μεταξύ άλλων, επεξεργάζεται το ζήτημα του οικολογικού αποτυπώματος των προϊόντων σε μια προσπάθεια εξασφάλισης άρτιας και ακριβούς πληροφόρησης ως προς τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο των προϊόντων καθ’ όλο τον κύκλο ζωής τους. |
2.7. |
Μολονότι χάρη στην πρόοδο της τεχνολογίας ο καταναλωτής έχει περισσότερες δυνατότητες πληροφόρησης, η ρύθμιση του ηλεκτρονικού εμπορικού μηνύματος σε ενωσιακό επίπεδο εξακολουθεί να είναι κατακερματισμένη σε διάφορα κείμενα (οδηγίες για το ηλεκτρονικό εμπόριο, προστασία καταναλωτών, προστασία της ιδιωτικότητας στα εμπορικά μηνύματα, αθέμιτες εμπορικές πρακτικές κ.λπ.). Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι στο απώτερο μέλλον πρέπει να κατατεθεί μια πρόταση ως επέκταση της εγκεκριμένης στρατηγικής. Εντούτοις, πιο άμεσα πρέπει να προκύψει ένα ενιαίο συγκεντρωτικό και αναδιατυπωμένο κείμενο, στο οποίο θα περιλαμβάνονται οι ισχύουσες διατάξεις και θα αποφεύγονται οι αντιφάσεις στα μηνύματα που χρησιμοποιούν αυτό τον δίαυλο. |
2.8. |
Συν τοις άλλοις, έχει ήδη σχηματιστεί ένα πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών, δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών· στο πλαίσιο αυτό πρέπει να δοθεί περισσότερη έμφαση σε αυτά τα πεδία, έτσι ώστε να αξιολογηθούν τυχόν παραβάσεις. |
2.9. |
Οι ήδη υφιστάμενες μορφές προσφυγής διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό αναλόγως με το κράτος μέλος και αυτό γιατί, ενώ σε ορισμένα εξ αυτών οι δικαστικές αρχές διαθέτουν αποτελεσματικά μέσα για την τήρηση της οικείας νομοθεσίας, σε άλλα έχουν αναπτυχθεί ποικίλες πρωτοβουλίες αυτορρύθμισης ή συρρύθμισης των διαφημίσεων μέσω κωδίκων δεοντολογίας και της εγκαθίδρυσης εξωδικαστικών οργάνων επίλυσης συναφών διαφορών. Τα όργανα αυτά συμπληρώνουν τη νομοθεσία και τη λειτουργία των διοικητικών και δικαστικών ελεγκτικών αρχών. |
2.10. |
Το υπό εξέταση πρόβλημα καθίσταται ακόμη πιο σύνθετο εξαιτίας και κάποιων άλλων μεταβλητών όπως οι εξής:
|
2.11. |
Τέλος, ορισμένες τεχνικές προώθησης προϊόντων (όπως το λεγόμενο «branded content», δηλαδή το περιεχόμενο με εμπορικό σήμα, το «συναισθηματικό μάρκετινγκ», η λεγόμενη «εμπορική εξιστόρηση» ή «storytelling», η «τοποθέτηση προϊόντων» και οι εφαρμογές του νευρο-μάρκετινγκ) βοηθούν αυτούς που τις επιλέγουν να επιτύχουν πιο αποτελεσματικά τους εμπορικούς τους στόχους, αλλά παράλληλα δυσκολεύουν τους καταναλωτές να λαμβάνουν ορθολογικές αποφάσεις ως προς τις αγορές, τη χρήση και την κατανάλωση των προϊόντων, βασισμένες στην πραγματική αξιολόγηση των οφελών των αγαθών και των υπηρεσιών και της συνάρτησής τους προς την τιμή. Και αυτό γιατί, μεταξύ άλλων, σε πολλές περιπτώσεις απαλείφεται η παραδοσιακή διάκριση του διαφημιστικού μηνύματος από το μη διαφημιστικό με την καταστρατήγηση του δικαιώματος του δέκτη του μηνύματος να γνωρίζει την εμπορική φύση και σκοπιμότητα που μπορεί να έχει ένα φαινομενικά απλώς ενημερωτικό μήνυμα και, συνεπώς, οι τεχνικές αυτές ενδέχεται να παραπλανήσουν τους καταναλωτές, ιδίως δε τους πλέον ευάλωτους, όπως τους νέους, τους ηλικιωμένους, τα άτομα με φυσική ή νοητική αναπηρία. |
2.12. |
Σε κάθε περίπτωση, η ΕΟΚΕ τάσσεται υπέρ της ύπαρξης προϊόντων και υπηρεσιών υψηλής ποιότητας που παρέχονται ή έχουν παραχθεί με τρόπο θεμιτό ή που ξεχωρίζουν για την αυξημένη περιβαλλοντική ή κοινωνική τους χρησιμότητα και επιδοκιμάζει την ύπαρξη περιβαλλοντικών, κοινωνικών και σχετικών με την υγεία ισχυρισμών. Η παρούσα γνωμοδότηση περισσότερο επικεντρώνεται στους ψευδείς, ανακριβείς ή επιδεχόμενους παρερμηνείες εμπορικούς ισχυρισμούς ή μηνύματα. |
3. Γενικές παρατηρήσεις
3.1. |
Η επίδραση των εμπορικών μηνυμάτων που βασίζονται σε αναληθείς, ανακριβείς ή δύσκολα επαληθεύσιμους ισχυρισμούς οι οποίοι προκαλούν σφάλματα ή σύγχυση είναι ποικίλη και κυμαινόμενη· ωστόσο, όλα αυτά τα μηνύματα πλήττουν τα συμφέροντα των καταναλωτών, των νομοταγών επιχειρήσεων και, κατ’ επέκταση, την ηθική και διαφανή λειτουργία μιας αγοράς αγαθών και υπηρεσιών. |
3.2. |
Ιδού ορισμένες από τις συνέπειες:
|
3.3. |
Η πληροφόρηση πρέπει να ανταποκρίνεται στις πραγματικές ανάγκες και προσδοκίες των καταναλωτών και άρα η καταλληλότητά της πρέπει να σταθμίζεται σε συνάρτηση με τη χρήση, το περιεχόμενο, την παρουσίαση, το πλαίσιο και την ταυτότητα του διαφημιστικού μηνύματος, το οποίο πρωτίστως πρέπει να είναι αξιόπιστο, έγκαιρο, αντικειμενικό, ακριβές, συναφές, συνοπτικό, εύληπτο, σαφές, ευανάγνωστο και ευπρόσιτο. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει ότι στην επισήμανση των προϊόντων πρέπει να αναγράφεται η προέλευσή τους, καθώς αυτό αυξάνει το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών και αποτρέπει την πρόκληση παραπλάνησης και σύγχυσης, αποτελεί δε στοιχείο που διευκολύνει την επιλογή τους. |
4. Ισχυρισμοί περιβαλλοντικού χαρακτήρα
4.1. |
Οι ισχυρισμοί περιβαλλοντικού χαρακτήρα επικεντρώνονται κυρίως στην επίδραση της σύνθεσης ή της χρήσης των προϊόντων, η οποία συχνά συνδέεται με την κλιματική αλλαγή και τις ρυπογόνες εκπομπές αερίων. Ωστόσο, ενίοτε εκτείνονται και σε άλλες παραμέτρους, όπως η ορθολογική χρήση των φυσικών πόρων, η αποψίλωση των δασών, η βιοποικιλότητα ή η ενεργειακή απόδοση. Σε κάθε περίπτωση, αφορούν την επίδραση της λειτουργίας των επιχειρήσεων και την κατανάλωση των προϊόντων στο περιβάλλον. |
4.2. |
Όταν η χρήση αυτών των ισχυρισμών είναι αυστηρά τυπική ή φανερή, χωρίς να επηρεάζει ουσιαστικά το προϊόν ή την παραγωγή του, συντελείται το φαινόμενο της ψευδεπίγραφης οικολογικής ταυτότητας («greenwashing»). Το εν λόγω φαινόμενο ορίζεται ως η επιλεκτική διόγκωση των θετικών για το περιβάλλον πληροφοριών μέσω της διαφήμισης, με αποτέλεσμα τη διαστρέβλωση της εικόνας που έχουν οι καταναλωτές για το προϊόν, καθότι υπερτονίζονται αυτά τα «οικολογικά» χαρακτηριστικά του. Ορισμό αυτού του φαινομένου παρέχει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στις κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 2005/29/ΕΚ (7). |
4.3. |
Από περιβαλλοντική άποψη, η πληροφόρηση για τη —θετική ή αρνητική— επίδραση μιας επωνυμίας προϊόντος ταυτίζεται στο μυαλό του καταναλωτή με το σύνολο του προϊόντος. Αυτή η εικόνα επηρεάζει ταυτόχρονα παραμέτρους όπως η απόφαση αγοράς ή οι πολιτικές γνώμες. Με την τιμωρία των «κακών» συμπεριφορών και την επιβράβευση των αντίστοιχων «καλών», μέσω των αγορών των καταναλωτών, το σύστημα βρίσκεται σε κάποια δυναμική ισορροπία. |
4.4. |
Οι πιο συνήθεις τεχνικές ψευδεπίγραφης οικολογικής ταυτότητας είναι οι εξής:
|
4.5. |
Πρέπει να χρησιμοποιούνται κριτήρια που καθιστούν δυνατή την άρτια πληροφόρηση του καταναλωτή και απαγορεύουν την κατάχρηση του οικολογικού επιχειρήματος στα διαφημιστικά μηνύματα. |
4.6. |
Η καθιέρωση εναρμονισμένων ενωσιακών μεθόδων, όπως το «περιβαλλοντικό αποτύπωμα», για την περιβαλλοντική ιχνηλασία του εκάστοτε προϊόντος ή οργάνωσης μπορεί να διασαφηνίσει τη λειτουργία της αγοράς. Θα ήταν δε σκόπιμο οι μέθοδοι αυτές να βασίζονται στις ευρέως χρησιμοποιούμενες διεθνείς προδιαγραφές, όπως το πρότυπο ISO 14201 για τους παραπλανητικούς περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς, ή σε αυτές του Κώδικα του Διεθνούς Εμπορικού Επιμελητηρίου. |
5. Ισχυρισμοί ηθικού και κοινωνικού χαρακτήρα
5.1. |
Κατ’ αναλογία προς τους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς, μπορούμε να μιλήσουμε για μια μορφή ψευδεπίγραφης ηθικής και κοινωνικής ταυτότητας των επιχειρήσεων και των προϊόντων. Στην περίπτωση αυτή η απόκτηση ενός προϊόντος προβάλλεται ως μια ευκαιρία κοινωφελούς ή αλληλέγγυας κοινωνικής δράσης στο μέτρο που συνεπάγεται οφέλη για ομάδες ή συλλογικότητες με συγκεκριμένες ανάγκες ή ευπάθεια. |
5.2. |
Στην πραγματικότητα, συχνά βλέπουμε επωνυμίες προϊόντων που συνδέονται με προγράμματα κοινωνικού χαρακτήρα μέσω εκστρατειών προώθησης αυτών των προϊόντων. Πρόκειται για τις λεγόμενες «φιλανθρωπικές προωθήσεις» («charity promotions») ή εκστρατείες προώθησης προϊόντος συνδυασμένες με κάποια κοινωνική δραστηριότητα και οι οποίες εσχάτως, εν μέσω οικονομικής κρίσης, έχουν πληθύνει. Όταν αυτές οι δραστηριότητες χρησιμοποιούνται ως αναληθή επιχειρήματα και απλώς σαν πρόσχημα για την πώληση του προϊόντος, ενδέχεται να παραπλανήσουν και να προκαλέσουν σύγχυση στον καταναλωτή, με συνέπεια να θεωρούνται ιδιαίτερα επιβλαβείς. |
5.3. |
Οι δραστηριότητες αφορούν εκστρατείες αλληλεγγύης, ανθρωπιστικής βοήθειας, κοινωνικής αρωγής προς συγκεκριμένες συλλογικότητες ή ομάδες του πληθυσμού, καθώς και συγκυριακούς σκοπούς για την αντιμετώπιση κάποιας κατάστασης έκτακτης ανάγκης ή δομικού ζητήματος συναφούς με διακρίσεις, αποκλεισμό, ανισότητες κ.λπ. |
5.4. |
Άλλες περιπτώσεις ψευδεπίγραφης κοινωνικής ταυτότητας έχουμε όταν προβάλλεται —μάλλον αβάσιμα— η εικόνα της κοινωνικά υπεύθυνης επιχείρησης ή όταν υπερτονίζεται μια κοινωνική και διαφημιστική πτυχή και αναδεικνύεται σε βασικό αντικείμενο δραστηριότητας της εν λόγω επιχείρησης. |
5.5. |
Ενίοτε οι ισχυρισμοί ηθικού και κοινωνικού χαρακτήρα συνδυάζονται με άλλους, περιβαλλοντικής φύσης. Αλλά παράλληλα εκτείνονται, αναλόγως με την επικαιρότητα, σε άλλες πτυχές, όπως η εργασία, η ανάδειξη του τοπικού χαρακτήρα, η συμμετοχή των πολιτών ή οποιοδήποτε άλλο στοιχείο μπορεί να παρακινήσει τους καταναλωτές να αγοράσουν το προϊόν. |
5.6. |
Συν τοις άλλοις, πρέπει εν προκειμένω να συνεκτιμηθεί η συγκαλυμμένη δράση των ψευδών «συμβούλων σε ηθικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα», οι οποίοι λειτουργούν παραπλανητικά και προκαλούν σύγχυση στους καταναλωτές· κι αυτό γιατί δραστηριοποιούνται στην αγορά ως οικονομικοί παράγοντες ή μεσάζοντες, καταχρώμενοι την καλή πίστη και την ευπιστία των καταναλωτών και επικαλούμενοι ψευδή επιχειρήματα, ενώ κίνητρό τους είναι μόνο η προώθηση αγαθών και υπηρεσιών και άρα το κέρδος. |
5.7. |
Ιδιαίτερα βλαβερές για την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς είναι οι χρηματοοικονομικές δραστηριότητες οι οποίες, βασιζόμενες σε ηθικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά επιχειρήματα, προάγουν προϊόντα ή χρηματοοικονομικά μέσα χωρίς να τηρούνται οι προϋποθέσεις φερεγγυότητας και χωρίς να διενεργούνται οι προβλεπόμενοι χρηματοοικονομικοί έλεγχοι. Προσφάτως, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών υιοθέτησε γνωμοδότηση στην οποία προτείνονται ορισμένα μέτρα για τον περιορισμό των κινδύνων και τον ορισμό προϋποθέσεων ως προς τη διαφήμιση, καθώς και συστάσεις για την προστασία των εμπλεκομένων από ενδεχόμενες συγκρούσεις συμφερόντων. |
5.8. |
Πρέπει να αποφεύγεται η ψευδεπίγραφη κοινωνική ταυτότητα ή η διάδοση αναληθών πληροφοριών με σκοπό την προβολή της εικόνας μιας κοινωνικά υπεύθυνης επιχείρησης. |
6. Ισχυρισμοί υγειονομικού ή άλλου χαρακτήρα
6.1. |
Η πρόσφατη ανησυχία των καταναλωτών ως προς την υγιεινή ζωή, καθώς και η τεχνολογική επέκταση στους τομείς της παραγωγής τροφίμων, καλλυντικών και λοιπών προϊόντων σχετικών με την υγεία, οδηγεί επίσης στην επίκληση ισχυρισμών σχετικών με την υγεία. Οι ισχυρισμοί αυτοί αφορούν τη διατροφή και τη δίαιτα, τα διαιτητικά και αισθητικά οφέλη ή τη βελτίωση των γνωστικών και λοιπών φυσιολογικών λειτουργιών. |
6.2. |
Όσον αφορά τους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς, η αύξηση του ενδιαφέροντος των καταναλωτών για μια υγιή διατροφή δίνει την ευκαιρία να προβάλλονται ισχυρισμοί σχετικοί με τη βιολογική γεωργία, την παρουσία ή την έλλειψη διατροφικών συστατικών όπως οι βιταμίνες, τα λιπαρά οξέα Ωμέγα 3, τα σάκχαρα, το αλάτι, η αλκοόλη ή ακόμη και οι γενετικώς τροποποιημένες ουσίες. |
6.3. |
Η σταδιακή γήρανση του πληθυσμού και η αύξηση του προσδόκιμου ζωής αποτελούν επίσης πρόσφορο έδαφος για τη μελλοντική διάδοση αθέμιτων ισχυρισμών. |
6.4. |
Παρομοίως, παρατηρείται κατάχρηση στην προβολή υποτιθέμενων ψευδο-επιστημονικών υγιεινών πλεονεκτημάτων στο λεγόμενο «υγιεινό μάρκετινγκ». Το τελευταίο συνίσταται σε τέτοιους ισχυρισμούς προς ενίσχυση της εμπορίας των προϊόντων, κάτι το οποίο συναντούμε σε τομείς όπως αυτός των συμπληρωμάτων διατροφής ή των βοτάνων, αλλά και σε προσφορές ευρείας κατανάλωσης. |
7. Ειδικές παρατηρήσεις
7.1. |
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι δυνατότητες της προαιρετικής σήμανσης όσο και του σχεδιασμού λογοτύπων και εικονογραμμάτων γεννούν, μέσω των γνωστικών και συναισθηματικών μηχανισμών, ελάχιστα ορθολογικούς συσχετισμούς, που ωθούν τους καταναλωτές να επιλέξουν ή όχι ένα προϊόν. Με μηνύματα και εικόνες δεν θα πρέπει να περιγράφονται απόλυτα και κατηγορηματικά όσα δεν μπορούν να πιστοποιηθούν ουσιαστικά. Θα ήταν σκόπιμη η ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών για τον έλεγχο των ισχυρισμών. |
7.2. |
Εντούτοις, η εποπτεία των ισχυρισμών πρέπει να γίνεται σε συνάρτηση με τα υποστηρικτικά μέσα που χρησιμοποιούνται, καθότι καθένα εξ αυτών έχει ιδιάζοντα χαρακτηριστικά ως προς τη χρήση του. Επιγραμματικά και όχι εξαντλητικά χρησιμοποιούνται τα εξής μέσα:
|
7.3. |
Μπορεί να ζητηθεί οι πληροφορίες που περιέχουν μη τεκμηριωμένους ισχυρισμούς και εξυπηρετούν εμπορικούς σκοπούς να μη χρησιμοποιούνται ή να διορθώνονται. |
7.4. |
Για όλους αυτούς τους λόγους, η ΕΟΚΕ προτρέπει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004, να λάβουν τα κατάλληλα μέτρα μέσω της διοικητικής συνεργασίας —και δη με την προώθηση κοινών δράσεων— για την κατάργηση της καταχρηστικής επίκλησης αθέμιτων ισχυρισμών ηθικού, περιβαλλοντικού ή σχετικού με την υγεία χαρακτήρα, σε στενή συνεργασία με τις οργανώσεις προστασίας των καταναλωτών, οι οποίες έχουν καίριο ρόλο σε τέτοιου είδους θέματα. |
Βρυξέλλες 2 Ιουλίου 2015.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Henri MALOSSE
(1) ΕΕ L 149 της 11.6.2005, σ. 22.
(2) ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21.
(3) ΕΕ L 95 της 15.4.2010, σ. 1.
(4) ΕΕ L 404 της 30.12.2006, σ. 9.
(5) COM(2002) 347 final.
(6) COM(2015) 192 final.
(7) SEC(2009) 1666 final. Βλέπε σημείο 2.5.1.