Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52000AC1200

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για:την Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς του ρυζιού καιτην Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1251/1999 για τη θέσπιση καθεστώτος στήριξης των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών, προκειμένου να συμπεριληφθεί το ρύζι

ΕΕ C 14 της 16.1.2001, p. 151–156 (ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)

52000AC1200

Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για:την Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς του ρυζιού καιτην Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1251/1999 για τη θέσπιση καθεστώτος στήριξης των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών, προκειμένου να συμπεριληφθεί το ρύζι

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 014 της 16/01/2001 σ. 0151 - 0156


Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για:

- την "Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου σχετικά με την κοινή οργάνωση αγοράς του ρυζιού" και

- την "Πρόταση Κανονισμού του Συμβουλίου περί τροποποιήσεως του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1251/1999 για τη θέσπιση καθεστώτος στήριξης των παραγωγών ορισμένων αροτραίων καλλιεργειών, προκειμένου να συμπεριληφθεί το ρύζι"

(2001/C 14/27)

Στις 19 Ιουνίου 2000, και σύμφωνα με το άρθρα 36 και 37 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για τις παραπάνω προτάσεις.

Το τμήμα γεωργίας, ανάπτυξης της υπαίθρου, περιβάλλοντος, στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 6 Οκτωβρίου 2000, με βάση εισηγητική έκθεση της κας Santiago.

Κατά την 376η σύνοδο ολομέλειας (συνεδρίαση της 19ης Οκτωβρίου 2000) η ΟΚΕ υιοθέτησε με 42 ψήφους υπέρ, 12 κατά και 8 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση.

1. Εισαγωγή

1.1. Η ευρωπαϊκή αγορά του ρυζιού πάσχει από σοβαρότατη δυσαρμονία, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή στην πρόταση κανονισμού για τον τομέα, αποδίδοντας τα αίτια της δυσαρμονίας αυτής στην αύξηση των εισαγωγών, στην αύξηση της παραγωγής και στον περιορισμό των επιδοτούμενων εξαγωγών που επέβαλε η συμφωνία GATT. Η Επιτροπή υποστηρίζει επίσης ότι καθίσταται αναγκαία η γρήγορη εξεύρεση λύσης για το πρόβλημα, μέσω της αναθεώρησης της κοινής οργάνωσης της αγοράς του ρυζιού και της ταυτόχρονης μείωσης της παραγωγής του.

1.2. Προς τούτο η Επιτροπή προτείνει:

- την ένταξη του ρυζιού στο καθεστώς των αροτραίων καλλιεργειών·

- την κατάργηση της παρέμβασης και της τιμής παρέμβασης για το ρύζι·

- την επαναφορά, ει δυνατόν, του συστήματος σταθερών τιμών εισαγωγής, που συμφωνήθηκε στο Γύρο της Ουρουγουάης·

- την αποζημίωση των παραγωγών για τη μείωση των τιμών, με στρεμματική ενίσχυση 63 ευρώ/τόνο, έναντι των 52,65 ευρώ/τόνο που ισχύει σήμερα·

- την εγκαθίδρυση ενός συστήματος προσωρινής παύσης καλλιέργειας γαιών, όμοιου με εκείνου των σιτηρών·

- την υποχρεωτική χρήση πιστοποιημένων σπόρων.

1.3. Η Επιτροπή φρονεί ότι, με τα μέτρα αυτά, θα επιτύχει την αποκατάσταση της ισορροπίας στην αγορά, θα την καταστήσει ανταγωνιστική σε σχέση με την παγκόσμια αγορά και θα σταματήσει τη διαρροή πόρων που προκάλεσε η μεγάλη διάθεση ρυζιού στην παρέμβαση που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια.

2. Γενικές παρατηρήσεις

2.1. Το ρύζι είναι μια καλλιέργεια που αρδεύεται κατακλυζόμενη από νερό δηλαδή απαιτεί άφθονο νερό, το οποίο διαδραματίζει ουσιαστικό θερμορυθμιστικό ρόλο στην ανάπτυξη του φυτού που πρέπει να είναι συνεχώς βυθισμένο κατά τη διάρκεια του βλαστικού κύκλου. Ενδείκνυται το στρώμα νερού να είναι λεπτό, για να επιτρέπει τη διέλευση των ηλιακών ακτινών, και όσο το δυνατόν πιο ομοιόμορφο. Τούτο προϋποθέτει στάθμιση μέχρι χιλιοστού, η οποία γίνεται με συγκεκριμένο τρόπο, με τη χρήση μιας τεχνικής στάθμισης με λέιζερ, πριν από τη σπορά. Η ρύθμιση του ύψους του νερού μέσα στο χωράφι έχει μεγάλη σημασία για την καλή ανάπτυξη των φυτών και τον έλεγχο των παρασίτων, το οποίο προϋποθέτει ένα καλό δίκτυο αρδευτικών διωρύγων, αποστραγγιστικών τάφρων, αναχωμάτων (χωμάτινων διαχωριστικών) μεταξύ των παρτεριών και αναχωμάτων (διόδων) για πρόσβαση στα χωράφια.

2.1.1. Η στάθμιση των παρτεριών του ρυζιού γίνεται σε σημείο βάθους μηδέν, προκειμένου να επιτυγχάνεται η μέγιστη αποθήκευση νερού. Η μετατροπή τους για άλλες καλλιέργειες προϋποθέτει στήριξη των εδαφών, σε ήπια κλίση ή σε λωρίδες προκειμένου να γίνεται επιφανειακή αποστράγγιση. Η μετατροπή αυτή, που είναι πάντοτε δαπανηρή λόγω των χωματουργικών που απαιτούνται, θα μπορούσε να αποτελέσει εναλλακτική λύση για τις περιοχές που δεν έχουν παράδοση στην καλλιέργεια του ρυζιού.

2.1.2. Οι περισσότερες παραδοσιακές περιοχές για ρύζι είναι περιοχές με εδάφη αβαθή και ελώδη, με ελλιπή εσωτερική και επιφανειακή αποστράγγιση, ή περιοχές προσχώσεων στα όρια των ποταμών, με εδάφη που προήλθαν από θαλάσσια ιζήματα και με υψηλή περιεκτικότητα σε άλατα στον υδροφόρο ορίζοντα. Τα προβλήματα υπερβολικής υγρασίας των πρώτων και η αλατότητα των δεύτερων, δεν επιτρέπουν άλλες καλλιέργειες εκτός από το ρύζι. Εξάλλου, το πλημμύρισμα είναι απαραίτητο για να αποτραπεί η άνοδος του υδροφόρου ορίζοντα και να αποφευχθεί η προσρόφηση νατρίου από τα μόρια της αργίλου, φαινόμενο που επιφέρει τη θραύση της, δηλαδή την απώλεια της συνοχής και της υφής του εδάφους, που το καθιστά ακατάλληλο για οποιοδήποτε είδος καλλιέργειας.

2.1.3. Ο φόβος της Επιτροπής για αύξηση των εδαφών καλλιέργειας ρυζιού δεν δικαιολογείται, καθότι η έκταση αυτή αυτοπεριορίζεται στην πράξη από τις συνθήκες που απαιτούνται για αυτό το είδος καλλιέργειας και από τον ειδικό εξοπλισμό που, σε πολλές περιοχές, απαγορεύει την μετατροπή της για εναλλακτικές καλλιέργειες.

2.2. Η καλλιέργεια του ρυζιού διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στη διατήρηση του περιβάλλοντος στις παραγωγικές περιοχές. Η προσαρμογή της σε πολύ ειδικές εδαφικές και κλιματικές συνθήκες, προσφέρει μια τέλεια εικόνα αρμονίας με τη φύση και τις περιβαλλοντικές αξίες. Το οικοσύστημα που είναι πλούσιο σε ορυζώνες έχει αναμφισβήτητη αξία, και ως τοπίο και ως τόπος κυνηγιού, γιατί αποτελεί το ενδεδειγμένο περιβάλλον για την αναπαραγωγή της υδρόβιας πτηνοπανίδας. Οι ορυζώνες αποτελούν ιδιαίτερα οικοσυστήματα που δεν αναδημιουργούνται από κανένα άλλο είδος καλλιέργειας. Το πλημμύρισμα με γλυκό νερό επιτρέπει την ανάπτυξη μικρών ειδών περιλαμβανομένης και της ποταμοκαραβίδας, που φέρνει μια πλούσια πανίδα, κυρίως αποδημητικών πτηνών, όπως πάπιες, κύκνοι, πελαργοί και μπεκατσίνια.

2.3. Παρότι σήμερα είναι μια καλλιέργεια σχεδόν εντελώς μηχανοποιημένη, λόγω της εξειδίκευσης που απαιτεί και των εργασιών που προϋποθέτει η μετακίνηση των υδάτων στα χωράφια, είναι η καλλιέργεια στην οποία απασχολείται το περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό ανά εκτάριο σε σχέση με τα άλλα σιτηρά.

2.4. Σε ορισμένες περιφέρειες της νότιας Ευρώπης, η καλλιέργεια του ρυζιού έχει ζωτική σημασία για τη χρήση του εδάφους, τη χωροταξία και την κοινωνική ισορροπία των αγροτικών περιοχών. Η ίδια η Επιτροπή, στο έγγραφό της(1), υποστηρίζει ότι "στην Ιταλία και τη Γαλλία, μόνο το 33,8 % και το 47,8 % των παραγωγών έχουν περισσότερα από 30 εκτάρια ορυζώνων. Στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ελλάδα, μόλις το 6,9 %, το 9,9 % και το 1 % των παραγωγών, αντίστοιχα, έχουν περισσότερα από 30 εκτάρια. Σε αυτά τα κράτη μέλη, η καλλιέργεια του ρυζιού γίνεται σε μικρή κλίμακα, καθώς από το 77 % έως το 85 % των παραγωγών έχουν λιγότερα από 10 εκτάρια. Οι παραγωγοί ρυζιού είναι πολύ ειδικευμένοι, εφόσον περί το 65 % εξ αυτών διαθέτουν περισσότερο από το 50 % των γαιών τους στην καλλιέργεια αυτή. Οι παραγωγοί αυτοί αντιπροσωπεύουν το 78 % και πλέον της έκτασης που καλλιεργείται με ρύζι, πράγμα που σημαίνει ότι ένας σημαντικός αριθμός μικροπαραγωγών εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από το προϊόν αυτό για τα γεωργικά του εισοδήματα."

2.4.1. Σύμφωνα με πιο πρόσφατα στοιχεία (Eurostat 1997), στην Ελλάδα και την Πορτογαλία, για παράδειγμα, περισσότερο από το 50 % των εκμεταλλεύσεων είναι μικρότερες των 5 εκταρίων και, στην Ισπανία, περισσότερο από το 50 % των εκμεταλλεύσεων είναι μικρότερες των 10 εκταρίων.

2.5. Η κοινοτική παραγωγή ρυζιού επικεντρώνεται κυρίως στην ιαπωνική υποκατηγορία (μεσόσπερμο), που καταναλώνεται κυρίως στα κράτη μέλη της νοτίου Ευρώπης, τα οποία είναι και οι παραγωγοί χώρες: Ισπανία, Ιταλία, Γαλλία, Ελλάδα και Πορτογαλία.

2.5.1. Τα κράτη μέλη του βορρά καταναλώνουν κυρίως ρύζι της ινδικής υποκατηγορίας (μακρόσπερμο) που εισάγεται από τρίτες χώρες, αλλά επίσης παράγεται στην ΕΕ κατά τα τελευταία χρόνια, με παραγωγή που ανήλθε από τους 27000 τόνους το 1988/1989 στους 120000 τόνους το 1999/2000, και που αντιπροσωπεύει περί το 55 % της κοινοτικής κατανάλωσης του ρυζιού αυτού του τύπου(2).

2.5.2. Το ρύζι είναι ένα προϊόν θρεπτικό και υγιεινό, πηγή σύνθετων υδρογονανθράκων, και πιο συγκεκριμένα αμύλου. Το ρύζι είναι πλούσιο σε πρωτεΐνες, ενώ θεωρείται το δημητριακό με την μεγαλύτερη πρωτεϊνική ποιότητα, αφού περιέχει οκτώ θεμελιώδη αμινοξέα. Το ρύζι σχεδόν δεν περιέχει λιπαρά, ούτε χοληστερόλη ούτε γλουτένη.

2.5.3. Η κύρια διαφορά μεταξύ των τύπων ρυζιού που καταναλώνονται στην ΕΕ, του ινδικού και του ιαπωνικού, οφείλεται στο είδος του αμύλου. Στον ινδικό τύπο, το άμυλο αποτελείται από αμυλόζη, ένα πολυσάκχαρο τα μακρομόρια του οποίου έχουν γραμμική δομή, και ως εκ τούτου έχει δυσκολία στην κατακράτηση νερού. Είναι ένα ρύζι που βράζει εύκολα, γίνεται συνήθως πολύ σπυρωτό, αλλά δεν απορροφά καλά τις γεύσεις στο μαγείρεμα. Ο ιαπωνικός αποτελείται κυρίως από αμυλοπηκτίνη, ένα πολυσάκχαρο τα μακρομόρια του οποίου έχουν διακλαδούμενη δομή, ευαίσθητη στο πολύ νερό, που απορροφά με επιτυχία τις γεύσεις στο μαγείρεμα. Αυτός ο τύπος ρυζιού απαιτεί πιο περίτεχνη προετοιμασία, με μεγάλη ποικιλία πιάτων, για τα οποία το ρύζι μαγειρεύεται με κρέας, ψάρι, λαχανικά, θαλασσινά, ή, ενίοτε, με συνδυασμό των συστατικών αυτών. Η ποικιλία είναι τεράστια, γευστική, πολύ ισορροπημένη θρεπτικά και υγιεινή, απόλυτα προσαρμοσμένη στις σύγχρονες απαιτήσεις ποιότητας και ασφάλειας των καταναλωτών.

2.6. Μέχρι το 1996, η αγορά του ρυζιού στην Κοινότητα ήταν σταθερή, χωρίς προσφυγή στην παρέμβαση και με τιμές αγοράς πολύ κοντά στην τιμή παρέμβασης.

2.6.1. Τα πλεονάσματα ρυζιού ιαπωνικού τύπου εξάγονταν σε τρίτες χώρες προστατευόμενα από τις επιστροφές κατά την εξαγωγή και το ρύζι ινδικού τύπου, που εισαγόταν κυρίως από τα κράτη μέλη του βορρά, υπόκειτο σε κυμαινόμενους δασμούς που υπολογίζονταν με βάση την αξία του αναποφλοίωτου ρυζιού.

2.7. Οι διαπραγματεύσεις του Γύρου της Ουρουγουάης του 1993/1994, ζημίωσαν τον τομέα, όχι τόσο λόγω των υποχωρήσεων στις αναπόφευκτες πιέσεις για απελευθέρωση, όσο λόγω του τρόπου με τον οποίο η ΕΕ συμφώνησε να θεσπίσει τους δικούς της φραγμούς.

2.8. Οι κυμαινόμενες τιμές μετατράπηκαν σε σταθερές, οι οποίες θα έπρεπε να μειωθούν συνολικά κατά 36 % μέχρι το έτος 2000, ενώ στους ευρωπαίους γεωργούς χορηγήθηκε στρεμματική ενίσχυση, η οποία μόνο μερικώς τους αποζημίωνε για τη μείωση των τιμών της αγοράς.

2.8.1. Κατά τις διαπραγματεύσεις της συμφωνίας GATT, η αδιαφορία των διαπραγματευτών για το ρύζι είχε ολέθριες επιπτώσεις, καθώς το ρύζι εξισώθηκε με τα υπόλοιπα δημητριακά, όσον αφορά τη δασμολόγηση, παραβλέποντας ότι το ρύζι, αντίθετα με τα υπόλοιπα δημητριακά, υποβάλλεται σε προκαταρκτική βιομηχανική επεξεργασία αποφλοίωσης και λεύκανσης.

2.8.2. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εκμεταλλεύτηκαν άμεσα το διαπραγματευτικό αυτό κενό και απαίτησαν την εισαγωγή ειδικής ρήτρας για τις εισαγωγές - του εισαγωγικού σημειώματος 7 - που συνίσταται σε σύστημα τιμολόγησης που υπολογίζεται έτσι ώστε η τιμή του εισαγόμενου ρυζιού, μετά από την πληρωμή των δασμών, να μην υπερβαίνει ποτέ ένα ποσοστό επί της τιμής παρέμβασης του κοινοτικού ρυζιού. Το ποσοστό αυτό είναι:

- για το ρύζι Japonica: 188 % της τιμής παρέμβασης του αναποφλοίωτου ρυζιού,

- για το ρύζι Ιndica: 180 % της τιμής παρέμβασης του αναποφλοίωτου ρυζιού,

ανεξάρτητα από τη σχέση ποιότητας/τιμής του υπόψη ρυζιού.

2.8.3. Η συμφωνία αυτή κατέστησε εκ των υστέρων αναγκαία την παραχώρηση ειδικής μείωσης για το ρύζι Basmati, η τιμή του οποίου ήταν κατά μέσον όρο 250 ευρώ/τόνο υψηλότερη από τις τιμές αναφοράς στην παγκόσμια αγορά. Το ρύζι αυτό εισάγεται τώρα στην Κοινότητα με μηδενικούς - ή σχεδόν μηδενικούς - δασμούς και, φυσικά, οι εισαγωγές ανήλθαν από τις 40000 τόνους το 1994/1995 στους 100000 τόνους το 1998/1999.

2.8.4. Πρέπει επίσης να αναφερθεί το ρύζι που εισάγεται με προτιμησιακούς όρους: 160000 τόνοι αποφλοιωμένου ρυζιού προέλευσης χωρών ΑΚΕ και ΥΧΕ, με μειωμένους δασμούς για τις πρώτες και μηδενικούς δασμούς για τις δεύτερες.

2.8.5. Με την προσχώρηση των νέων κρατών μελών, άνοιξαν νέες δασμολογικές ποσοστώσεις 63000 τόνων λευκασμένου ρυζιού με μηδενικούς δασμούς και 20000 τόνων αποφλοιωμένου ρυζιού με δασμούς 88 ευρώ/τόνο.

2.8.6. Συνολικά, 200000 τόνοι ρυζιού, δηλαδή το 40 % του συνόλου των εισαγωγών, εισάγονται με βάση προτιμησιακό καθεστώς, με μηδενικούς ή πολύ μειωμένους δασμούς. Το υπόλοιπο 60 % υπόκειται σε δασμούς περίπου 200 ευρώ/τόνο, αντί των 264 ευρώ/τόνο που είχαν αρχικά συμφωνηθεί. Εάν συμπεριληφθεί στον υπολογισμό αυτό το ρύζι Basmati και το ρύζι προέλευσης ΑΚΕ και ΥΧΕ, ο μέσος όρος των δασμών που επιβάλλονται σήμερα, μόλις φθάνει πλέον τα 110 ευρώ/τόνο.

2.9. Η κατάσταση αυτή που συνδέεται με την μείωση των επιστροφών κατά την εξαγωγή που περιορίζουν την εξαγωγή ιαπωνικού ρυζιού επέφερε δυσαρμονία στην κοινοτική αγορά του ρυζιού, με μια σημαντική αύξηση των εισαγωγών και μία πτώση των εσωτερικών τιμών κάτω της τιμής παρέμβασης. Η προσφυγή στην παρέμβαση ήταν λογική συνέπεια, και έφτασε ποσοστά που δεν είχαν ποτέ παρατηρηθεί στον τομέα, καθιστώντας αναπόφευκτη την αναθεώρηση της ΚΟΑ του ρυζιού. Μπορεί να λεχθεί ότι η Ευρώπη μόνο έχασε και οι μη ευρωπαίοι εξαγωγείς μόνο κέρδισαν.

2.10. Είναι σημαντικό να επισημανθεί ότι, καίτοι σε παγκόσμια κλίμακα η ευρωπαϊκή παραγωγή ρυζιού είναι ασήμαντη (0,4 % του συνόλου παγκοσμίως), η Ευρώπη είναι μια αγορά διεθνώς επιθυμητή.

2.11. Από την άλλη πλευρά οι ΗΠΑ, πρωταρχικό εξαγωγικό κράτος, εφήρμοσε μια πολιτική ενισχύσεων της παραγωγής για να αντισταθμίσει τη μείωση των τιμών στην παγκόσμια αγορά, που οδήγησε σε αύξηση των καλλιεργειών και της παραγωγικότητας.

2.12. Οι ΗΠΑ κατέχουν εξέχουσα θέση στον καθορισμό των τιμών και στην εξέλιξή τους. Το ρύζι είναι ένα από τα διαπραγματεύσιμα προϊόντα στο χρηματιστήριο του Σικάγο και οι διακυμάνσεις της διεθνούς τιμής του ρυζιού γίνονται αντικείμενο μεγάλων κερδοσκοπιών που μπορεί να μην έχουν καμία σχέση με την κατάσταση του ρυζιού στην Ευρώπη.

2.13. Το ρύζι, καθώς δεν θεωρείται το σημαντικότερο από τα σιτηρά, χρησιμοποιείται συχνά ως αντάλλαγμα με το οποίο επιτυγχάνονται διεθνείς εμπορικές συμφωνίες με περισσότερα πλεονεκτήματα για τα σιτηρά, τα οποία είναι σημαντικότερα για την Ευρωπαϊκή Ένωση από πολιτική και κοινωνική άποψη.

3. Ειδικές παρατηρήσεις

3.1. Η ιδιαιτερότητα της αγοράς του ρυζιού είχε αναγνωριστεί από τον κοινοτικό νομοθέτη, ήδη στη δεκαετία του 1960, όταν δημιουργήθηκαν οι κοινές οργανώσεις αγορών, και, για το λόγο αυτό, το 1967 θεσπίστηκε κανονισμός για την οργάνωση της ενιαίας αγοράς του ρυζιού. Είναι σαφές ότι η δημιουργία μιας ειδικής ΚΟΑ για το ρύζι, διαφορετικής από την ΚΟΑ των δημητριακών, ανταποκρινόταν στην ανάγκη να ληφθεί υπόψη η ιδιαιτερότητα του τομέα του ρυζιού, τόσο σε επίπεδο πρακτικών καλλιέργειας, όσο και σε επίπεδο παραγωγής και κατανάλωσης. Η ιδιαιτερότητα αυτή εξακολουθεί να υφίσταται και δεν έχει νόημα να επιχειρείται η αγνόησή της.

3.2. Και οι δύο ΚΟΑ υπακούουν στις ίδιες βασικές αρχές, που δεν πρέπει να λησμονούνται (τιμές παρέμβασης, καθεστώς εξωτερικών ανταλλαγών, ενιαία αγορά και ελευθερία συναλλαγών, κοινοτική προτίμηση και εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης στους παραγωγούς). Η ενσωμάτωση του ρυζιού στο σύστημα των "μεγάλων καλλιεργειών" προϋποθέτει λογικά τη διατήρηση της παρέμβασης και όχι την κατάργησή της, όπως προτείνει η Επιτροπή.

3.3. Το ρύζι δεν είναι καλλιέργεια συγκρίσιμη με τα υπόλοιπα σιτηρά, διότι, αν και η παραγωγικότητά του είναι μεγαλύτερη, το κόστος παραγωγής του είναι σημαντικά υψηλότερο. Η ένταξή του στο γενικό καθεστώς των αροτραίων καλλιεργειών, και ειδικά με τη διακριτική μεταχείριση που του γίνεται, αποβαίνει άκρως επιζήμια για τον τομέα.

3.4. Η κατάργηση του καθεστώτος παρέμβασης (το οποίο διατηρείται για τα υπόλοιπα σιτηρά) θέτει τους γεωργούς σε απόλυτη εξάρτηση από τις τιμές και τα κριτήρια που καθορίζει η βιομηχανία, καθόσον η τιμή παρέμβασης αποτελούσε πάντα μια ενδεικτική τιμή αγοράς. Η ίδια η Επιτροπή αναγνώριζε με την πρότασή της(3), ότι "μολονότι η προσφυγή στην παρέμβαση είναι περιορισμένη, η παρέμβαση διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον καθορισμό των τιμών της αγοράς". Ο ρυθμιστικός αυτός ρόλος των τιμών της αγοράς δεν άλλαξε και η προσφυγή στην παρέμβαση που παρατηρήθηκε τα τελευταία χρόνια είναι απόρροια μιας εμπορικής πολιτικής που ακολουθήθηκε μετά από κακές διαπραγματεύσεις, μακριά από τους παραγωγούς, και της οποίας το κόστος αποδίδεται σε αυτούς σήμερα αδίκως.

3.5. Η κατάργηση της παρέμβασης, σύμφωνα με την Επιτροπή, θα προκαλέσει πτώση των τιμών στην παραγωγή της τάξεως του 10 έως 11 %. Εντούτοις, μια έρευνα αγοράς(4) που πραγματοποίησαν εμπειρογνώμονες του τομέα, προβλέπει πτώση των τιμών του κοινοτικού ρυζιού της τάξεως του 25 έως 30 %. Συνεπώς, η αύξηση της στρεμματικής ενίσχυσης κατά 10,35 ευρώ/εκτάριο, που προτείνει η Επιτροπή, αντιστοιχεί σε αντιστάθμιση της τάξεως περίπου του 12 %, ενώ, για τα υπόλοιπα δημητριακά, παρέχεται αντιστάθμιση ύψους 50 % για τις πτώσεις των τιμών στα πλαίσια του Προγράμματος Δράσης 2000.

3.6. Όσον αφορά την ενίσχυση που θα αποδοθεί για το ρύζι, και που είναι η ίδια με την ενίσχυση που προβλέπεται στο Πρόγραμμα Δράσης 2000 για τα υπόλοιπα σιτηρά, η πρόταση της Επιτροπής δεν είναι σαφής ως προς την παραγωγικότητα που πρέπει να προβλεφθεί για το ρύζι, δεδομένου ότι, στο άρθρο 1, σημείο 5, της νέας πρότασης (που τροποποιεί το άρθρο 4, σημείο 2), δηλώνεται ρητά ότι όταν ο αραβόσιτος λαμβάνεται χωριστά υπόψη, όπως γίνεται στα ορυζοπαραγωγά κράτη μέλη, "χρησιμοποιείται η απόδοση 'αραβοσίτου' για τον αραβόσιτο και η απόδοση 'σιτηρά πλην αραβοσίτου' για τα σιτηρά, τους ελαιούχους σπόρους, το ρύζι, τους λιναρόσπορους, καθώς και για το λίνο και την κάνναβη που προορίζονται για την παραγωγή ινών"(5).

3.6.1. Εντούτοις, οι εκπρόσωποι της Επιτροπής διαβεβαιώνουν ότι η πρόθεση της Επιτροπής δεν είναι αυτή, αλλά αντίθετα η διατήρηση της παραγωγικότητας και των περιοχών της κάθε χώρας. Καθίσταται λοιπόν αναγκαία μια εκ των προτέρων διασαφήνιση, όσον αφορά την ερμηνεία που πρέπει να δοθεί στο έγγραφο, εφόσον αυτό δεν αποδίδει ορθά τις θέσεις της Επιτροπής.

3.7. Πρέπει να επισημανθεί ότι η διαφορετική μεταχείριση που επιφυλάσσεται στον αραβόσιτο, ως αρδευτική καλλιέργεια, θα έπρεπε επίσης, κατά μείζονα λόγο, να επιφυλάσσεται και για το ρύζι, που έχει μεγαλύτερο κόστος παραγωγής και που ο κοινωνικός, περιβαλλοντικός και χωροταξικός του ρόλος είναι σημαντικός και αναντικατάστατος.

3.8. Το ρύζι τίθεται, όπως οποιαδήποτε αροτραία καλλιέργεια, σε υποχρεωτική προσωρινή παύση καλλιέργειας γαιών. Η Επιτροπή δεν λαμβάνει υπόψη τις δυσκολίες που υφίστανται για να καταστούν συμβατές οι τεχνικές της καλλιέργειας του ρυζιού με την παύση της καλλιέργειάς του (η κυκλοφορία του νερού και το κόστος της, η διάθεση των αγροτεμαχίων κ.λπ.). Επιπροσθέτως, η αποζημίωση, βάσει της παρούσας πρότασης, που δίνεται για την προσωρινή παύση καλλιέργειας γαιών, που είναι η ίδια με των άλλων σιτηρών, δεν καλύπτει καν το κόστος του νερού ούτε των χωματουργικών που απαιτούνται για την άρδευση.

3.9. Η υποχρεωτική χρήση πιστοποιημένων σπόρων αποτελεί μη αναγκαία επιβάρυνση του κόστους, η οποία ωφελεί μόνον τις επιχειρήσεις που προμηθεύουν με σπόρους. Ο γεωργός χρησιμοποιεί πάντα ένα μέρος πιστοποιημένων σπόρων και σπόρους της παραγωγής του, επιλεγμένους από τον ίδιο. Ο υπολογισμός της ποσότητας των σπόρων που θα χρησιμοποιηθούν σε κάθε γεωργική περίοδο παρουσιάζει διακυμάνσεις, εφόσον η πυκνότητα της σποράς είναι συνάρτηση της θερμοκρασίας που επικρατεί κατά την έναρξη της σποράς και κατά τη διάρκειά της.

3.10. Η ιδέα ότι η ενίσχυση για ιδιωτική αποθήκευση αποτελεί εναλλακτική λύση στην κατάργηση του καθεστώτος παρέμβασης είναι απολύτως εξωπραγματική, εκτός του ότι πρόκειται για μια ασαφή, προαιρετική και πολύ γενική διάταξη που θα μπορούσε να ενταχθεί στον τίτλο Γενικές Διατάξεις, αλλά ποτέ υπό τον τίτλο Εσωτερική Αγορά, όπως συμβαίνει και με τις υπόλοιπες ΚΟΑ. Εκτός αυτού η Επιτροπή δεν προβλέπει στο δημοσιονομικό της δελτίο κανένα κονδύλι για ιδιωτική αποθήκευση.

4. Συμπεράσματα

4.1. Η ΟΚΕ συμφωνεί με την Επιτροπή ότι η αγορά του ρυζιού πάσχει από δυσαρμονίες και ότι τα αποθέματα της παρέμβασης συνεπάγονται υπερβολικές δαπάνες, φρονεί όμως ότι τα προτεινόμενα μέτρα δεν θα αποκαταστήσουν την ισορροπία στην αγορά, αντίθετα, θα νεκρώσουν την παραγωγή του ρυζιού στην Ένωση.

4.2. Όλη η φιλοσοφία της πρότασης εξαρτάται από την επιτυχία εμπορικών διαπραγματεύσεων με αμφίβολα αποτελέσματα. Η Επιτροπή προπορεύεται με προτάσεις τροποποιήσεων που είναι άκρως αρνητικές για τον τομέα, χωρίς να είναι διασφαλισμένες οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις στις οποίες βασίζεται όλη η συλλογιστική των μέτρων που προτείνει.

4.3. Η ΟΚΕ δεν συμφωνεί με την κατάργηση της παρέμβασης και διερωτάται μήπως η Επιτροπή επιχειρεί να δοκιμάσει το μέτρο αυτό σε έναν κλάδο που δεν διαθέτει μεγάλη ισχύ διεκδίκησης, ώστε να το χρησιμοποιήσει ύστερα ως προηγούμενο για να το επεκτείνει και στα υπόλοιπα δημητριακά.

4.4. Η ΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να διευκρινίσει και να προσδιορίσει ποσοτικά τι εννοεί ως ενίσχυση για ιδιωτική αποθήκευση στην περίπτωση που θα επέλθει κρίση στον τομέα. Πρόκειται για προαιρετική διάταξη, πολύ ασαφή, και για την οποία δεν προβλέπεται προϋπολογισμός στο δημοσιονομικό δελτίο που συνοδεύει την πρόταση.

4.5. Η ΟΚΕ υπενθυμίζει ότι, ακόμη και αν στεφθούν με επιτυχία οι διαπραγματεύσεις που θα διεξαχθούν με τις χώρες που εξάγουν ρύζι, αυτές αφορούν μόνο το 60 % των σημερινών εισαγωγών. Οι υπόλοιπες, υπόκεινται σε εκ των προτέρων καθορισμένες ποσοστώσεις με μηδενικούς ή σχεδόν μηδενικούς δασμούς. Ως εκ τούτου, η ΟΚΕ διερωτάται κατά πόσον είναι σκόπιμο να πραγματοποιηθεί μια μεταρρύθμιση τόσο δραστική και τόσο επιζήμια για τον τομέα, πριν από την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων του ΠΟΕ. Θα ήταν λογικότερο να επανατεθούν οι τελωνειακοί δασμοί στην ορθή τους μορφή, να πραγματοποιηθεί μελέτη της αγοράς και, τότε μόνο, να εξετασθεί το ενδεχόμενο μιας ισόρροπης και δίκαιης για τον τομέα μεταρρύθμισης.

4.6. Η ΟΚΕ προτείνει να εξετάσει η Επιτροπή καλύτερα το ενδεχόμενο άμεσων ενισχύσεων προς τους παραγωγούς, λαμβάνοντας υπόψη τις κοινωνικές και περιβαλλοντικές πτυχές που παρουσιάζει η καλλιέργεια του ρυζιού στην Ένωση.

4.7. Η ΟΚΕ εφιστά την προσοχή της Επιτροπής στον σημαντικό και αναντικατάστατο ρόλο του ρυζιού για την προστασία των οικοσυστημάτων των υγρών περιοχών και των φυσικών πάρκων, του Νότου της Ευρώπης για τη χρήση των γαιών και για τη διατήρηση της ιδιαίτερης πανίδας και χλωρίδας των ορυζώνων.

4.8. Η Επιτροπή δεν μπορεί να τροποποιεί τις βασικές αρχές που διέπουν όλες τις ΚΟΑ, γιατί διαφορετικά θα δημιουργήσει μεγάλες ανισότητες μεταξύ των παραγωγών. Οι δημοσιονομικοί περιορισμοί δεν πρέπει να ζημιώνουν μόνον ορισμένους, δεδομένου ότι όλοι συμβάλλουν στη διατήρηση του αγροτικού ιστού και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του ευρωπαϊκού γεωργικού προτύπου.

Βρυξέλλες, 19 Οκτωβρίου 2000.

Ο Πρόεδρος

της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Göke Frerichs

(1) COM(95) 331 τελικό, σ. 10 - ΕΕ C 21 της 25.1.1996.

(2) COM(2000) 278 τελικό.

(3) COM(95) 331 τελικό.

(4) Briefing note "EU rice policy reform proposals: budgetary and policy implications" by Graham Brookes - 29.8.2000 (μόνο στα αγγλικά).

(5) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1251/1999.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

στη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Απορριφθείσες τροπολογίες

Οι ακόλουθες τροπολογίες που δέχθηκαν ευνοϊκούς ψήφους σε ποσοστό τουλάχιστον 25 % του συνολικού αριθμού ψήφων απορρίφθηκαν κατά την διάρκεια των συζητήσεων.

Σημείο 4.2

Να προστεθεί νέα δεύτερη πρόταση:

"Η ΟΚΕ αναγνωρίζει τις σοβαρές συνέπειες για τις αναπτυσσόμενες χώρες, κυρίως σε ό,τι αφορά το τόσο σημαντικό εμπόριο του ινδικού και πακιστανικού ρυζιού Basmati. Δεν μπορεί να δικαιολογηθεί εύκολα η ενίσχυση των φραγμών εις βάρος τους στα πλαίσια των συζητήσεων για ένα νέο Γεωργικό Σύμφωνο του ΠΟΕ".

Αποτέλεσμα ψηφοφορίας

Ψήφοι υπέρ: 20, ψήφοι κατά: 33, αποχές: 5.

Σημείο 4.5

Να διαγραφεί η τελευταία πρόταση.

Αιτιολογία

Θα μπορούσε αντιθέτως να αποφευχθεί ενδεχόμενη εμπορική διαμάχη με τη μεταρρύθμιση της αγοράς ρυζιού μέσω της μείωσης της τιμής παρέμβασης κατά 25 % περίπου (και με την καθιέρωση αυστηρότερων κριτηρίων παρέμβασης). Τούτο θα οδηγήσει σε μείωση της τιμής ούτως ώστε να μπορούν να γίνουν εξαγωγές του πλεονάσματος της κατηγορίας Japonica χωρίς να χρειάζονται επιστροφές κατά την εξαγωγή. Διατηρώντας την παρέμβαση, και το δίκτυο ασφαλείας για τους γεωργούς, η πρόταση είναι σύμφωνη με τον ΠΟΕ και δεν απαιτεί την προσφορά αποζημίωσης προς τις τρίτες χώρες.

Αποτέλεσμα ψηφοφορίας

Ψήφοι υπέρ: 19, ψήφοι κατά: 41, αποχές: 2.

Top
  翻译: