Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52008AP0452

Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προστασία της ιδιωτικής ζωής και προστασία των καταναλωτών ***I Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/EΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/EΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών (COM(2007)0698 — C6-0420/2007 — 2007/0248(COD))
P6_TC1-COD(2007)0248 Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 24 Σεπτεμβρίου 2008 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2008/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/EΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/EΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΥΚΟΛΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 10 (ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΑΠΑΝΩΝ), ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 29 (ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ) ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 (ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΦΟΡΕΑ ΠΑΡΟΧΗΣ)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 21 (ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ)
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

ΕΕ C 8E της 14.1.2010, p. 359–393 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

14.1.2010   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

CE 8/359


Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
Δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, προστασία της ιδιωτικής ζωής και προστασία των καταναλωτών ***I

P6_TA(2008)0452

Νομοθετικό ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008 σχετικά με την πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών (COM(2007)0698 — C6-0420/2007 — 2007/0248(COD))

2010/C 8 E/47

(Διαδικασία συναπόφασης: πρώτη ανάγνωση)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο (COM(2007)0698),

έχοντας υπόψη το άρθρο 251, παράγραφος 2, και το άρθρο 95 της Συνθήκης ΕΚ, σύμφωνα με τα οποία του υποβλήθηκε η πρόταση από την Επιτροπή (C6-0420/2007),

έχοντας υπόψη το άρθρο 51 του Κανονισμού του,

έχοντας υπόψη την έκθεση της Επιτροπής Εσωτερικής Αγοράς και Προστασίας των Καταναλωτών και τις γνωμοδοτήσεις της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Θεμάτων, της Επιτροπής Βιομηχανίας, Έρευνας και Ενέργειας, της Επιτροπής Πολιτισμού και Παιδείας, της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων και της Επιτροπής Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (A6-0318/2008),

1.

εγκρίνει την πρόταση της Επιτροπής όπως τροποποιήθηκε·

2.

ζητεί από την Επιτροπή να του υποβάλει εκ νέου την πρόταση, αν προτίθεται να της επιφέρει σημαντικές τροποποιήσεις ή να την αντικαταστήσει με νέο κείμενο·

3.

αναθέτει στον Πρόεδρό του να διαβιβάσει τη θέση του Κοινοβουλίου στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή.


Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
P6_TC1-COD(2007)0248

Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που καθορίσθηκε σε πρώτη ανάγνωση στις 24 Σεπτεμβρίου 2008 εν όψει της έγκρισης οδηγίας 2008/…/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου περί τροποποίησης της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, της οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 95,

έχοντας υπόψη την πρόταση της Επιτροπής ║,

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Μετά από διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων (3),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της Συνθήκης  (4),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Η λειτουργία των ║ οδηγιών, της 2002/19/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και συναφείς ευκολίες, καθώς και με τη διασύνδεσή τους (οδηγία για την πρόσβαση) (5), της 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) (6), της 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (7), της 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (8) και της 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (9), οι οποίες συνιστούν το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπόκειται σε τακτική επανεξέταση από την Επιτροπή, με σκοπό ιδίως να καθοριστεί κατά πόσο υπάρχει ανάγκη τροποποίησης υπό το πρίσμα των τεχνολογικών εξελίξεων και των εξελίξεων στην αγορά.

(2)

Εν προκειμένω, η Επιτροπή υπέβαλε τα πορίσματά της στις ανακοινώσεις της προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, της 29ης Ιουνίου 2006, για την αναθεώρηση του πλαισίου των κοινοτικών κανονιστικών ρυθμίσεων σχετικά με δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(3)

Η μεταρρύθμιση του πλαισίου κανονιστικών ρυθμίσεων της ΕΕ για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της ενίσχυσης των διατάξεων για τους χρήστες με αναπηρίες, αποτελεί σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της επίτευξης του Ενιαίου Ευρωπαϊκού Χώρου Πληροφοριών και, συγχρόνως, της κοινωνίας της πληροφορίας χωρίς αποκλεισμούς. Οι εν λόγω στόχοι περιλαμβάνονται στο στρατηγικό πλαίσιο για την ανάπτυξη της κοινωνίας της πληροφορίας, όπως περιγράφεται στην ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, της 1ης Ιουνίου 2005, με τίτλο «i2010 ‐ Ευρωπαϊκή κοινωνία της πληροφορίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση».

(4)

Η καθολική υπηρεσία αποτελεί ένα δίχτυ προστασίας για άτομα των οποίων οι οικονομικοί πόροι, η γεωγραφική θέση ή οι ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες δεν τους επιτρέπουν να έχουν πρόσβαση στις βασικές υπηρεσίες που διατίθενται στην ευρεία πλειονότητα των πολιτών. Η βασική υποχρέωση για την παροχή καθολικής υπηρεσίας που ορίζεται στην οδηγία 2002/22/ΕΚ προβλέπει την παροχή στους χρήστες που το επιθυμούν σύνδεσης στο δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο από σταθερή θέση και σε προσιτή τιμή. Ως εκ τούτου, δεν καθορίζει την ταχύτητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο για συγκεκριμένο χρήστη, περιοριζόμενη στην παροχή δυνατότητας, στην περίπτωση αυτή, μετάδοσης φωνής και δεδομένων σε ταχύτητες επαρκείς για την ευρυζωνική πρόσβαση σε τέτοιου είδους υπηρεσίες που διατίθενται μέσω του δημοσίου Διαδικτύου. Η βασική αυτή υποχρέωση, αντιμετωπίζεται πλέον από τις εξελίξεις της τεχνολογίας και της αγοράς στις οποίες τα δίκτυα υιοθετούν διαρκώς περισσότερο την τεχνολογία που συνδέεται με τις κινητές επικοινωνίες και τις ευρυζωνικές επικοινωνίες, δημιουργώντας την ανάγκη να αξιολογηθεί κατά πόσον πληρούνται οι τεχνικές, κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που δικαιολογούν τη συμπερίληψη των κινητών επικοινωνιών και της πρόσβασης σε ευρυζωνικές υπηρεσίες στην υποχρέωση της παροχής καθολικής υπηρεσίας. Προς τον σκοπό αυτό η Επιτροπή θα υποβάλει, το φθινόπωρο του 2008 το αργότερο, πρόταση αναθεώρησης της καθολικής υποχρέωσης παροχής υπηρεσιών, και προτάσεις για αναθεώρηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ προκειμένου να εκπληρώσει τους στόχους δημοσίου συμφέροντος. Αυτή η αναθεώρηση θα λαμβάνει υπόψη την οικονομική ανταγωνιστικότητα και θα περιλαμβάνει ανάλυση, με βάση τις κοινωνικές, εμπορικές και τεχνολογικές τάσεις, του κινδύνου κοινωνικού αποκλεισμού. Θα περιλαμβάνει εκτίμηση της τεχνικής και οικονομικής βιωσιμότητας, του εκτιμώμενου κόστους και της κατανομής του, καθώς και μοντέλα χρηματοδότησης για οποιαδήποτε επανορισθείσα καθολική υποχρέωση παροχής υπηρεσίας σε περίπτωση παροχής των υπηρεσιών αυτών. Δεδομένου ότι τα σχετικά με την εμβέλεια της καθολικής υποχρέωσης παροχής υπηρεσίας ζητήματα θα ρυθμιστούν επομένως πλήρως στο πλαίσιο αυτής της χωριστής διαδικασίας, η παρούσα οδηγία ασχολείται μόνο με άλλες πτυχές της οδηγίας 2002/22/ΕΚ.

(5)

Για λόγους σαφήνειας και απλούστευσης, η παρούσα πράξη αφορά μόνο τις τροποποιήσεις των οδηγιών 2002/22/ΕΚ και 2002/58/ΕΚ.

(6)

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τον ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών  (10) και ιδίως των απαιτήσεων περί ατόμων με ειδικές ανάγκες, σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, στοιχείο στ), ορισμένες πτυχές του τερματικού εξοπλισμού συμπεριλαμβανομένου και αυτού που προορίζεται για άτομα με ειδικές ανάγκες, πρέπει να ενταχθούν στο πεδίο αναφοράς της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για να διευκολυνθεί η πρόσβαση στα δίκτυα και η χρήση των υπηρεσιών. Ο εξοπλισμός αυτός επί του παρόντος περιλαμβάνει ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό τερματικό εξοπλισμό λήψης καθώς και ειδικές τερματικές συσκευές για χρήστες με προβλήματα ακοής.

(7)

Τα κράτη μέλη οφείλουν να θεσπίζουν μέτρα για την προώθηση της δημιουργίας μιας αγοράς για ευρέως διαδεδομένα προϊόντα και υπηρεσίες που θα περιλαμβάνουν και διευκολύνσεις για τους χρήστες με ειδικές ανάγκες. Αυτό μπορεί, μεταξύ άλλων, να επιτευχθεί με αναφορά σε ευρωπαϊκές προδιαγραφές, καθιερώνοντας προϋποθέσεις ηλεκτρονικής προσβασιμότητας (eAccessibility) στις διαδικασίες δημοσίων προμηθειών και τις υπηρεσίες διενέργειας διαγωνισμών, σύμφωνα με τη νομοθεσία που προστατεύει τα δικαιώματα των ατόμων με ειδικές ανάγκες.

(8)

Οι ορισμοί χρειάζεται να προσαρμοστούν ώστε να είναι σύμφωνοι με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας και να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις. Πρέπει ιδίως να διαχωρίζονται οι όροι παροχής μιας υπηρεσίας από τα στοιχεία που πραγματικά ορίζουν μια διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία, δηλαδή μια υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, μέσω επιλογής φορέα ή προεπιλογής φορέα ή μεταπώλησης, εθνικών ή/και διεθνών κλήσεων, και ειδικά μέσα επικοινωνίας για τους χρήστες με ειδικές ανάγκες που χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες μεταφοράς κειμένου ή πλήρους συνομιλίας μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης, είτε η υπηρεσία αυτή βασίζεται σε τεχνολογία μεταγωγής δικτύου είτε πακετομεταγωγής. Μια τέτοια υπηρεσία είναι εκ φύσεως αμφίδρομη και παρέχει δυνατότητα επικοινωνίας σε αμφότερα τα μέρη . Η υπηρεσία η οποία δεν πληροί όλους αυτούς τους όρους, όπως, για παράδειγμα, μια εφαρμογή που ενεργοποιείται με το «ποντίκι» σε μια ιστοθέση εξυπηρέτησης πελατών , δεν θεωρείται διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία.

(9)

Χρειάζεται να διασαφηνιστεί η εφαρμογή ορισμένων διατάξεων ώστε να ληφθούν υπόψη καταστάσεις στις οποίες ένας πάροχος υπηρεσίας μεταπωλεί ή αλλάζει την επωνυμία διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται από άλλη επιχείρηση.

(10)

Ως αποτέλεσμα των τεχνολογικών εξελίξεων και των εξελίξεων στην αγορά, τα δίκτυα μεταβαίνουν ολοένα και περισσότερο στην τεχνολογία «Πρωτοκόλλου Διαδικτύου» (IP) και οι καταναλωτές είναι ολοένα και πιο ικανοί να επιλέξουν μεταξύ ενός συνόλου ανταγωνιζόμενων παρόχων φωνητικής υπηρεσίας. Ως εκ τούτου, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να διαχωρίζουν τις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας που αφορούν την παροχή σύνδεσης στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών σε σταθερές θέσεις από την παροχή διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας (συμπεριλαμβανομένων των κλήσεων σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω του αριθμού «112»). Αυτός ο διαχωρισμός δεν πρέπει να επηρεάζει το πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας που ορίστηκε και αναθεωρήθηκε σε κοινοτικό επίπεδο. Τα κράτη μέλη τα οποία χρησιμοποιούν άλλους εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης παράλληλα με το «112» μπορούν να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις παρόμοιες υποχρεώσεις για την πρόσβαση στους εν λόγω εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης.

(11)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παρακολουθούν την εξέλιξη και το επίπεδο των τιμολογίων λιανικής για υπηρεσίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των υποχρεώσεων παροχής καθολικής υπηρεσίας, ακόμη και όταν ένα κράτος μέλος δεν έχει ακόμη ορίσει την επιχείρηση παροχής καθολικής υπηρεσίας.

(12)

Οι περιττές υποχρεώσεις που απέβλεπαν στη διευκόλυνση της μετάβασης από το παλαιό πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων του 1998 στο πλαίσιο του 2002 πρέπει να διαγραφούν, μαζί με άλλες διατάξεις που επικαλύπτονται με τις διατάξεις της οδηγίας 2002/21/ΕΚ και τις επαναλαμβάνουν.

(13)

Η απαίτηση παροχής στοιχειώδους δέσμης μισθωμένων γραμμών σε επίπεδο λιανικής, η οποία ήταν αναγκαία για τη διασφάλιση της αδιάλειπτης εφαρμογής των διατάξεων του ρυθμιστικού πλαισίου του 1998 στον τομέα των μισθωμένων γραμμών, ο οποίος δεν ήταν ακόμη αρκετά ανταγωνιστικός όταν τέθηκε σε ισχύ το πλαίσιο του 2002, δεν είναι πλέον αναγκαία και πρέπει να καταργηθεί.

(14)

Η συνέχιση άμεσης επιβολής από την κοινοτική νομοθεσία της επιλογής φορέα και της προεπιλογής φορέα μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην τεχνολογική πρόοδο. Τα διορθωτικά αυτά μέτρα είναι καλύτερο να επιβάλλονται από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ως αποτέλεσμα της ανάλυσης της αγοράς, σύμφωνα με τις διαδικασίες της οδηγίας 2002/21/ΕΚ.

(15)

Οι διατάξεις για τις συμβάσεις δεν πρέπει να εφαρμόζονται μόνο στους πελάτες αλλά και σε άλλους τελικούς χρήστες, κυρίως μικρο-επιχειρήσεις και μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις (ΜΜΕ) οι οποίες μπορεί να προτιμούν μία σύμβαση προσαρμοσμένη στις ανάγκες των καταναλωτών. Προκειμένου να αποφεύγονται περιττά διοικητικά βάρη στους παρόχους, καθώς και η πολυπλοκότητα που συνδέεται με τον ορισμό των ΜΜΕ, οι διατάξεις για τις συμβάσεις δεν θα εφαρμόζονται αυτομάτως στους υπόλοιπους τελικούς χρήστες, αλλά μόνο όταν οι ίδιοι το ζητήσουν ρητώς. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα για να προωθήσουν τη ενημέρωση των ΜΜΕ σχετικά με αυτή τη δυνατότητα.

(16)

Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πελάτες τους είναι κατάλληλα ενημερωμένοι σχετικά με το κατά πόσον παρέχεται ή όχι πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και σε πληροφορίες περί εντοπισμού του καλούντος και ότι λαμβάνουν σαφείς και διαφανείς πληροφορίες στην αρχική σύμβαση πελάτη και, μετέπειτα, σε τακτά διαστήματα, παραδείγματος χάριν στις πληροφορίες χρέωσης πελάτη. Οι πληροφορίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν όλους τους περιορισμούς που αφορούν την εδαφική κάλυψη επί τη βάσει των προγραμματισμένων τεχνικών παραμέτρων για τη λειτουργία της υπηρεσίας και της διαθέσιμης υποδομής. Όταν η υπηρεσία δεν παρέχεται από τηλεφωνικό δίκτυο μεταγωγής, οι πληροφορίες πρέπει να περιλαμβάνουν επίσης και το επίπεδο αξιοπιστίας της πρόσβασης καθώς και των πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος, σε σύγκριση με μία υπηρεσία παρεχόμενη μέσω τηλεφωνικού δικτύου μεταγωγής, λαμβάνοντας υπόψη τις σημερινές τεχνολογίες και τα ποιοτικά πρότυπα καθώς και κάθε ποιότητα παραμέτρων υπηρεσίας που καθορίζονται στην οδηγία 2002/22/ΕΚ. Οι φωνητικές κλήσεις εξακολουθούν να παραμένουν η ισχυρότερη και πιο αξιόπιστη μορφή πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης. Άλλοι τρόποι επαφής, όπως τα κειμενικά μηνύματα, ενδέχεται να προσφέρουν μικρότερη αξιοπιστία και δεν έχουν τον ίδιο βαθμό αμεσότητας με τις φωνητικές κλήσεις. Ωστόσο, τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο, να προωθούν την ανάπτυξη και εφαρμογή άλλων τρόπων πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ικανούς να εξασφαλίζουν ισοδύναμη πρόσβαση σε αυτές με τις φωνητικές κλήσεις. Οι πελάτες πρέπει επίσης να ενημερώνονται σωστά για τις πιθανές μορφές δράσεων τις οποίες ο πάροχος υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών ενδέχεται να αναλάβει προκειμένου να αντιμετωπίσει απειλές κατά της ασφάλειας ή ως απάντηση σε περιστατικό που αφορά την ασφάλεια ή την ακεραιότητα, δεδομένου ότι οι δράσεις αυτές θα μπορούσαν να έχουν άμεση ή έμμεση επίπτωση στα δεδομένα του πελάτη, στην ιδιωτική του ζωή ή σε άλλες πτυχές της παρεχόμενης υπηρεσίας.

(17)

Σε ό,τι αφορά τον τερματικό εξοπλισμό, στη σύμβαση πελάτη πρέπει να γίνεται σαφής μνεία, αφενός όλων των περιορισμών τους οποίους επιβάλλει ο πάροχος στην από τον πελάτη χρήση τέτοιου εξοπλισμού, όπως είναι το «κλείδωμα της κάρτας SIM» στις συσκευές κινητών επικοινωνιών, και αφετέρου όλων των τελών που συνεπάγεται ο τερματισμός της σύμβασης, είτε πριν από τη συμφωνημένη προθεσμία είτε στην καθορισμένη ημερομηνία λήξεώς της, περιλαμβανομένου του κόστους για τη διατήρηση του εξοπλισμού από τον πελάτη.

(18)

Χωρίς να επιβάλλεται υποχρέωση στον πάροχο να αναλάβει δράση πέραν αυτής που απαιτείται βάσει του κοινοτικού δικαίου, η σύμβαση πελάτη πρέπει επίσης να αναφέρει σαφώς τη μορφή των μέτρων, εφόσον προβλέπονται, τα οποία ενδέχεται να λάβει ο πάροχος σε περίπτωση περιστατικών που αφορούν την ασφάλεια ή την ακεραιότητα, ή σε απειλές και τρωτά σημεία, καθώς και τις διευθετήσεις σχετικά με την αποζημίωση στις οποίες προβαίνει ο πάροχος όταν συμβαίνουν τέτοια περιστατικά.

(19)

Για να προωθούν ζητήματα δημοσίου ενδιαφέροντος σε ό,τι αφορά τη χρήση επικοινωνιακών υπηρεσιών και να ενθαρρύνουν την προστασία των δικαιωμάτων ή ελευθεριών άλλων, οι αρμόδιες εθνικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να παράγουν και να διανέμουν, με την βοήθεια των παρόχων, πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με τη χρήση των υπηρεσιών επικοινωνίας. Στις πληροφορίες αυτές πρέπει να περιλαμβάνονται προειδοποιήσεις δημοσίου ενδιαφέροντος σχετικά με την παραβίαση δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας, άλλες παράνομες χρήσεις και διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, καθώς και συμβουλές και τρόποι προστασίας κατά κινδύνων που απειλούν την προσωπική ασφάλεια, που θα μπορούσαν για παράδειγμα να προέλθουν από γνωστοποίηση προσωπικών στοιχείων σε ορισμένες περιπτώσεις, την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα. Οι πληροφορίες αυτές θα μπορούσαν να συντονιστούν μέσω της διαδικασίας συνεργασίας που καθιερώνεται στο άρθρο 33, παράγραφος 2α της οδηγίας 2002/22/ΕΚ. Αυτές οι πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος πρέπει να ενημερώνονται όποτε είναι αναγκαίο και να παρουσιάζονται σε ευνόητη έντυπη και ηλεκτρονική μορφή, όπως ορίζεται σε κάθε κράτος μέλος, καθώς και στους δικτυακούς τόπους των εθνικών δημόσιων αρχών. Οι εθνικές κανονιστικές αρχές θα πρέπει να είναι σε θέση να υποχρεώνουν τους παρόχους να μεταδίδουν αυτές τις τυποποιημένες πληροφορίες σε όλους τους πελάτες τους κατά τον τρόπο που οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κρίνουν ως τον πιο κατάλληλο. Τυχόν σημαντικό πρόσθετο κόστος στο οποίο υποβάλλονται οι πάροχοι υπηρεσιών για τη διάδοση αυτών των πληροφοριών συμφωνείται μεταξύ των παρόχων και των αρμόδιων αρχών και καταβάλλεται από τις αρχές αυτές. Οι πληροφορίες θα πρέπει να περιλαμβάνονται επίσης και στις συμβάσεις.

(20)

Το δικαίωμα των συνδρομητών να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς ποινή αφορά τις τροποποιήσεις των συμβατικών όρων που επιβάλλονται από τους παρόχους δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(21)

Οι κοινοτικοί κανόνες για την προστασία των καταναλωτών και οι εθνικοί κανόνες που είναι σύμφωνοι με το κοινοτικό δίκαιο πρέπει να εφαρμοσθούν χωρίς εξαίρεση στην οδηγία 2002/22/ΕΚ.

(22)

Οι τελικοί χρήστες πρέπει να αποφασίζουν ως προς το νόμιμο περιεχόμενο που θα ήθελαν να μπορούν να στέλνουν και να λαμβάνουν, και ως προς ποιες υπηρεσίες, εφαρμογές, υλικό και λογισμικό θέλουν να χρησιμοποιούν για τους σκοπούς αυτούς, με την επιφύλαξη των αναγκών για διαφύλαξη της ακεραιότητας και της ασφάλειας των δικτύων και υπηρεσιών. Μια ανταγωνιστική αγορά με διαφανείς προσφορές, όπως προβλέπεται στην οδηγία 2002/22/ΕΚ, πρέπει να διασφαλίζει ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν οιοδήποτε νόμιμο περιεχόμενο και να χρησιμοποιούν οιεσδήποτε νόμιμες εφαρμογές ή/και υπηρεσίες της επιλογής τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ. Δεδομένης της αυξανόμενης σημασίας των ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις, οι χρήστες πρέπει σε κάθε περίπτωση να είναι πλήρως ενημερωμένοι για τους τυχόν περιορισμούς ή/και όρια που επιβάλλονται στη χρήση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών από τον πάροχο υπηρεσίας ή/και δικτύου. Τα ενημερωτικά αυτά στοιχεία πρέπει, κατ' επιλογήν του παρόχου, να καθορίζουν σαφώς είτε τη μορφή του περιεχομένου, της εφαρμογής ή της ενεχόμενης υπηρεσίας, ή τις μεμονωμένες εφαρμογές ή υπηρεσίες, ή και τα δύο. Ανάλογα με τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία και τη μορφή του ορίου και/ή του περιορισμού ενδέχεται να απαιτηθεί για αυτά τα όρια και/ή τους περιορισμούς η συναίνεση του χρήστη σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ.

(23)

Μια ανταγωνιστική αγορά πρέπει επίσης να διασφαλίζει ότι οι χρήστες μπορούν να έχουν την ποιότητα υπηρεσιών που απαιτούν, αλλά σε ιδιαίτερες περιπτώσεις μπορεί να χρειάζεται να διασφαλισθεί ότι τα δημόσια δίκτυα επικοινωνιών διαθέτουν τα ελάχιστα επίπεδα ποιότητας ώστε να αποτρέπεται η υποβάθμιση της υπηρεσίας, η χρήση ορίων και/ή περιορισμών και η επιβράδυνση της κυκλοφορίας. Όπου υπάρχει έλλειψη αποτελεσματικού ανταγωνισμού οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να χρησιμοποιούν τα διορθωτικά μέτρα που έχουν στη διάθεσή τους δυνάμει των οδηγιών που εισάγουν κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ώστε να διασφαλίζουν ότι η πρόσβαση των χρηστών σε ιδιαίτερους τύπους περιεχομένου ή εφαρμογών δεν περιορίζεται χωρίς εύλογη αιτία. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει επίσης να μπορούν να εκδίδουν κατευθυντήριες γραμμές που θα ορίζουν ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας σύμφωνα με την οδηγία 2002/22/ΕΚ και να λαμβάνουν άλλα μέτρα εκεί όπου τα διορθωτικά μέτρα δεν έφεραν, κατά την κρίση τους, αποτέλεσμα σε ό,τι αφορά τα συμφέροντα των χρηστών και όλες τις άλλες σχετικές περιπτώσεις. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές ή τα μέτρα θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν πρόβλεψη για μία βασική δέσμη υπηρεσιών χωρίς περιορισμούς.

(24)

Ελλείψει σχετικών κανόνων του κοινοτικού δικαίου, το περιεχόμενο, οι εφαρμογές και οι υπηρεσίες θα πρέπει να θεωρηθούν νόμιμες ή επιβλαβείς σύμφωνα με το εθνικό ουσιαστικό και δικονομικό δίκαιο. Είναι καθήκον των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, και όχι των παρόχων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να αποφασίσουν, σύμφωνα με τη δέουσα διαδικασία, κατά πόσον το περιεχόμενο, οι εφαρμογές ή οι υπηρεσίες είναι ή όχι νόμιμες ή επιβλαβείς. Η οδηγία 2002/22/ΕΚ δεν θίγει την οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο» ) (11) , η οποία μεταξύ άλλων περιλαμβάνει κανόνα για την «απλή μετάδοση» για τους ενδιάμεσους παρόχους υπηρεσιών. Η οδηγία 2002/22/ΕΚ δεν απαιτεί από τους παρόχους να παρακολουθούν τις πληροφορίες που μεταδίδονται μέσω των δικτύων τους ή να κινήσουν νομικές διαδικασίες κατά των πελατών τους λόγω των πληροφοριών αυτών, ούτε καθιστά υπεύθυνους τους παρόχους για τις πληροφορίες. Την ευθύνη για οποιαδήποτε τέτοια σωφρονιστικά μέτρα ή ποινική δίωξη εξακολουθούν να έχουν οι αρμόδιες αρχές για την επιβολή του νόμου.

(25)

Η οδηγία 2002/22/ΕΚ δεν θίγει την λογική και αμερόληπτη διαχείριση του δικτύου εκ μέρους των παρόχων.

(26)

Δεδομένου ότι η λήψη ανακόλουθων μέτρων αποκατάστασης πλήττουν σημαντικά την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί τυχόν κατευθυντήριες γραμμές ή άλλα μέτρα που έχουν εγκριθεί από εθνικές κανονιστικές αρχές για πιθανή ρυθμιστική παρέμβαση σε παν-κοινοτική κλίμακα και, εφόσον απαιτηθεί, να εγκρίνει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα για την επίτευξη συνεπούς εφαρμογής σε ολόκληρη την Κοινότητα.

(27)

Η διαθεσιμότητα διαφανών, επικαιροποιημένων και συγκρίσιμων τιμολογίων αποτελεί καίριο στοιχείο για τους καταναλωτές ανταγωνιστικών αγορών στις οποίες υπάρχουν αρκετοί πάροχοι που προσφέρουν υπηρεσίες. Οι καταναλωτές υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να είναι σε θέση να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές διαφόρων υπηρεσιών που προσφέρονται στην αγορά με βάση τιμολογιακές πληροφορίες που δημοσιεύονται σε ευκόλως προσβάσιμη μορφή. Προκειμένου να τους δοθεί η δυνατότητα να συγκρίνουν εύκολα τις τιμές, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να έχουν αρμοδιότητες να απαιτούν από τους φορείς εκμετάλλευσης μεγαλύτερη τιμολογιακή διαφάνεια και να διασφαλίζουν ότι τρίτα μέρη έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιούν δωρεάν τα διαθέσιμα στο κοινό τιμολόγια που δημοσίευσαν οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Πρέπει επίσης να καθιστούν, οι ίδιες ή μέσω τρίτων , διαθέσιμους οδηγούς τιμών στις περιπτώσεις που δεν τους παρέχει η αγορά, δωρεάν ή σε λογική τιμή . Οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να μην έχουν δικαίωμα σε οιαδήποτε αμοιβή για τη χρήση ▐ τιμολογιακών πληροφοριών οι οποίες έχουν ήδη δημοσιευθεί και συνεπώς έχουν καταστεί δημόσιο αγαθό. Επιπροσθέτως, οι χρήστες πρέπει να ενημερώνονται κατάλληλα για τη σχετική τιμή ή τον τύπο της προσφερόμενης υπηρεσίας πριν προβούν στην αγορά της, ιδίως εάν κάποιος αριθμός ατελών κλήσεων υπόκειται σε τυχόν επιπρόσθετα τέλη. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να είναι σε θέση να απαιτούν οι πληροφορίες αυτές να παρέχονται γενικώς και, για ορισμένες κατηγορίες υπηρεσιών που καθορίζουν οι ίδιες, πριν από τη σύνδεση με τον καλούμενο αριθμό. Τη στιγμή που καθορίζονται οι κατηγορίες κλήσεων για τις οποίες απαιτείται πληροφόρηση για τα ισχύοντα τιμολόγια πριν από τη σύνδεση, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τη φύση της υπηρεσίας, τους όρους τιμολόγησης που εφαρμόζονται σε αυτήν και εάν παρέχεται από πάροχο που δεν είναι πάροχος υπηρεσιών ηλεκτρικών επικοινωνιών.

(28)

Οι πελάτες θα πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τα δικαιώματά τους σχετικά με τη χρήση των πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν σε καταλόγους συνδρομητών, και ιδίως για τον σκοπό ή τους σκοπούς αυτών των καταλόγων, καθώς και σχετικά με το δικαίωμά τους να μπορούν ατελώς να μην περιλαμβάνονται σε δημόσιο κατάλογο συνδρομητών, όπως προβλέπεται με την οδηγία 2002/58/ΕΚ. Όταν υπάρχουν συστήματα που επιτρέπουν να συμπεριλαμβάνονται πληροφορίες στη βάση δεδομένων καταλόγου αλλά να μην αποκαλύπτονται στους χρήστες υπηρεσιών καταλόγου, οι πελάτες πρέπει να ενημερώνονται επίσης και για τη δυνατότητα αυτή.

(29)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίζουν ενιαία σημεία ενημέρωσης για όλα τα ερωτήματα των χρηστών. Τα εν λόγω σημεία ενημέρωσης, τα οποία θα μπορούσαν να τεθούν υπό τη διαχείριση των εθνικών ρυθμιστικών αρχών από κοινού με οργανώσεις των καταναλωτών, θα πρέπει να μπορούν επίσης να παρέχουν νομικές συμβουλές σε περίπτωση διαφορών με τους φορείς παροχής. Η πρόσβαση στα εν λόγω σημεία ενημέρωσης θα πρέπει να παρέχεται ατελώς και οι χρήστες θα πρέπει να ενημερώνονται για την ύπαρξή τους με τακτικές ενημερωτικές εκστρατείες.

(30)

Στα μελλοντικά δίκτυα IP στα οποία η παροχή μιας υπηρεσίας μπορεί να διαχωρίζεται από την παροχή δικτύου, τα κράτη μέλη πρέπει να καθορίζουν τα πλέον κατάλληλα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για τη διασφάλιση της διαθεσιμότητας των διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών που παρέχονται χρησιμοποιώντας δημόσια δίκτυα επικοινωνίας και της αδιάλειπτης πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας.

(31)

Οι υπηρεσίες τηλεφωνητή καλύπτουν ένα φάσμα διαφορετικών υπηρεσιών για τους τελικούς χρήστες. Η παροχή των εν λόγω υπηρεσιών πρέπει να αποτελεί αντικείμενο ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ των παρόχων δημόσιων δικτύων επικοινωνιών και των παρόχων υπηρεσιών τηλεφωνητή, όπως και στην περίπτωση οιασδήποτε άλλης υπηρεσίας υποστήριξης στους πελάτες, και δεν χρειάζεται να συνεχιστεί η επιβολή της παροχής τους. Συνεπώς, πρέπει να καταργηθεί η σχετική υποχρέωση.

(32)

Οι υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου πρέπει να προσφέρονται, και συχνά προσφέρονται, σε καθεστώς ανταγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής της 16ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών  (12). Πρέπει να θεσπισθούν συνολικά μέτρα που να εξασφαλίζουν τη συμπερίληψη των δεδομένων των τελικών χρηστών (τόσο σταθερής όσο και κινητής τηλεφωνίας) σε βάσεις δεδομένων, την προσανατολισμένη στο κόστος παροχή αυτών των δεδομένων σε παρόχους υπηρεσιών και την παροχή πρόσβασης δικτύου υπό προσανατολισμένες στο κόστος, εύλογες και διαφανείς συνθήκες, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι τελικοί χρήστες απολαμβάνουν πλήρως τα οφέλη του ανταγωνισμού με απώτερο σκοπό να καταστεί δυνατή η άρση των ρυθμίσεων λιανικής από αυτές τις υπηρεσίες.

(33)

Οι τελικοί χρήστες πρέπει να μπορούν να καλούν τις παρεχόμενες υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και να έχουν πρόσβαση σε αυτές χρησιμοποιώντας οιαδήποτε τηλεφωνική υπηρεσία επιτρέπει τη δημιουργία φωνητικών κλήσεων μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικά ή διεθνή σχέδια τηλεφωνικής αριθμοδότησης. Οι αρχές έκτακτης ανάγκης πρέπει να είναι σε θέση να χειρίζονται και να απαντούν σε κλήσεις στον αριθμό «112» τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και σε κλήσεις σε άλλους εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης. Έχει σημασία να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση όσον αφορά τον αριθμό «112» προκειμένου να βελτιωθεί το επίπεδο προστασίας και ασφάλειας των πολιτών που ταξιδεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για τον σκοπό αυτό οι πολίτες πρέπει να συνειδητοποιήσουν πλήρως ότι ο αριθμός «112» μπορεί να χρησιμοποιείται ως ενιαίος αριθμός κλήσης έκτακτης ανάγκης όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, ιδίως μέσω πληροφοριών που παρέχονται σε διεθνείς τερματικούς σταθμούς λεωφορείων, σε σιδηροδρομικούς σταθμούς, σε λιμένες ή αερολιμένες, καθώς και στους τηλεφωνικούς καταλόγους, στους τηλεφωνικούς θαλάμους, σε πληροφοριακό υλικό προς τους συνδρομητές ή σε υλικό τιμολόγησης. Αυτό αποτελεί πρωτίστως ευθύνη των κρατών μελών, αλλά η Επιτροπή θα πρέπει να συνεχίσει να υποστηρίζει και να συμπληρώνει πρωτοβουλίες των κρατών μελών να ωθούν το ευρύ κοινό να συνειδητοποιήσει καλύτερα τη χρήση του αριθμού «112» και να προβαίνουν περιοδικά σε αξιολόγηση των γνώσεων των πολιτών γύρω από τον αριθμό «112» . Η υποχρέωση παροχής πληροφοριών για τον εντοπισμό του καλούντος πρέπει να ενισχυθεί ώστε να βελτιωθεί η προστασία των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ειδικότερα, οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να παρέχουν πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης υπό μορφή προωθούμενου μηνύματος («push» mode). Προκειμένου να ανταποκριθεί στις τεχνολογικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που οδηγούν σε ολοένα και μεγαλύτερη ακρίβεια των πληροφοριών εντοπισμού θέσης, η Επιτροπή πρέπει να μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσει την αποτελεσματική εφαρμογή του «112» στην Κοινότητα προς όφελος των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(34)

Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν ειδικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένου του «112», είναι εξίσου προσβάσιμες από τα μειονεκτούντα άτομα, ιδίως δε από χρήστες που πάσχουν από κώφωση ή βαρηκοΐα, από χρήστες με προβλήματα ομιλίας και από τους χρήστες που πάσχουν συγχρόνως από κώφωση και τύφλωση. Τα εν λόγω μέτρα μπορεί να περιλαμβάνουν την παροχή ειδικών τερματικών συσκευών στους χρήστες με βαρηκοΐα, καθώς και υπηρεσιών αναμετάδοσης κειμένου ή άλλου ειδικού εξοπλισμού.

(35)

Η ανάπτυξη του διεθνούς κωδικού «3883» ▐ ( του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS) ▐ ) προς το παρόν ▐ παρεμποδίζεται από την έλλειψη ζήτησης , από υπερβολικά γραφειοκρατικές διαδικαστικές απαιτήσεις και ανεπαρκή συνειδητοποίηση . Για την προαγωγή της ανάπτυξης του ETNS, η Επιτροπή πρέπει να αναθέσει την ευθύνη της διαχείρισής του, της αριθμοδότησης και της προώθησης είτε στο φορέα ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT) είτε, μετά το παράδειγμα της εφαρμογής του υψηλού επιπέδου ιστοτόπου «.eu», σε χωριστό οργανισμό που θα ορίζεται από την Επιτροπή με βάση μια ανοικτή, διαφανή και αμερόληπτη διαδικασία επιλογής, και με κανόνες λειτουργίας που θα εντάσσονται στην κοινοτική νομοθεσία .

(36)

Σύμφωνα με την απόφασή της 2007/116/ΕΚ, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, σχετικά με δέσμευση της εθνικής περιοχής αριθμοδότησης που αρχίζει με «116» για εναρμονισμένους αριθμούς που αφορούν εναρμονισμένες υπηρεσίες κοινωνικού ενδιαφέροντος  (13) , η Επιτροπή προορίζει αποκλειστικά τους αριθμούς στο πεδίου αριθμοδότησης «116» για ορισμένες υπηρεσίες κοινωνικού ενδιαφέροντος. Οι αριθμοί που προσδιορίζονται στην απόφαση αυτή δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται για σκοπούς διαφορετικούς από εκείνους που καθορίζονται στην εν λόγω απόφαση, αλλά τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εξασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες που σχετίζονται με τους αποκλειστικούς αυτούς αριθμούς παρέχονται πραγματικά. Οι ενδεδειγμένες διατάξεις της απόφασης 2007/116/ΕΚ πρέπει να αντικατοπτρίζονται στην οδηγία 2002/22/ΕΚ με σκοπό να ενσωματωθούν πιο σταθερά στο ρυθμιστικό πλαίσιο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και για να εξασφαλισθεί η δυνατότητα πρόσβασης των μειονεκτούντων τελικών χρηστών. Έχοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της καταγγελίας αγνοουμένων παιδιών και την επί του παρόντος περιορισμένη παροχή αυτής της υπηρεσίας, τα κράτη μέλη πρέπει όχι μόνον να διαθέσουν αποκλειστικά έναν αριθμό για το σκοπό αυτό αλλά και να εξασφαλίσουν ότι διατίθεται πραγματικά μια υπηρεσία για καταγγελία αγνοουμένων παιδιών στην επικράτειά τους υπό τον αριθμό 116000.

(37)

Η ενιαία αγορά συνεπάγεται ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλους τους αριθμούς που περιλαμβάνονται στα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης άλλων κρατών μελών καθώς και να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, χρησιμοποιώντας μη γεωγραφικούς αριθμούς εντός της Κοινότητας, στους οποίους συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων οι αριθμοί ατελών κλήσεων και οι αριθμοί πρόσθετου τέλους. Οι τελικοί χρήστες πρέπει επίσης να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αριθμούς του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης (ETNS) και στους καθολικούς διεθνείς αριθμούς ατελών κλήσεων (UIFN). Η διασυνοριακή πρόσβαση στους πόρους αριθμοδότησης και στην συνδεδεμένη υπηρεσία δεν πρέπει να παρεμποδίζεται εκτός από αντικειμενικά αιτιολογημένες περιπτώσεις, όπως όταν αυτό είναι αναγκαίο για την καταπολέμηση της απάτης και της κατάχρησης, π.χ. σε σχέση με ορισμένες υπηρεσίες πρόσθετου τέλους ή όταν ο αριθμός έχει οριστεί ότι έχει μόνο εθνικό πεδίο εφαρμογής (π.χ. εθνικός βραχύς κωδικός). Οι χρήστες πρέπει να ενημερώνονται πλήρως και με σαφήνεια εκ των προτέρων σχετικά με τυχόν χρεώσεις που επιβάλλονται στους αριθμούς ατελών κλήσεων, όπως τα τέλη διεθνών κλήσεων που επιβάλλονται σε αριθμούς που είναι προσβάσιμοι μέσω των τυποποιημένων διεθνών διακριτικών κλήσης. Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι τελικοί χρήστες έχουν αποτελεσματική πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες εντός της Κοινότητας, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίσει εκτελεστικά μέτρα. Οι τελικοί χρήστες πρέπει να έχουν επίσης τη δυνατότητα να συνδέονται με άλλους τελικούς χρήστες (ιδίως μέσω αριθμών του πρωτοκόλλου του Διαδικτύου — Internet Protocol (IP)) προκειμένου να προβαίνουν σε ανταλλαγή δεδομένων, ανεξαρτήτως του επιλεγομένου φορέα παροχής.

(38)

Προκειμένου να επωφεληθούν πλήρως από το ανταγωνιστικό περιβάλλον, οι καταναλωτές πρέπει να είναι σε θέση να κάνουν επιλογές μετά από ενημέρωση και να αλλάζουν πάροχο όταν αυτό εξυπηρετεί το συμφέρον τους. Είναι σημαντικό να διασφαλισθεί ότι μπορούν να το πράττουν χωρίς να παρεμποδίζονται από νομικά, τεχνικά ή πρακτικά κωλύματα, στα οποία συγκαταλέγονται οι συμβατικοί όροι, οι διαδικασίες, τα τέλη, κ.λπ. Αυτό δεν αποκλείει την επιβολή εύλογων ελάχιστων συμβατικών περιόδων στις συμβάσεις καταναλωτή. Η φορητότητα αριθμού αποτελεί κύριο παράγοντα διευκόλυνσης της επιλογής των καταναλωτών και του αποτελεσματικού ανταγωνισμού σε ανταγωνιστικές αγορές ηλεκτρονικών επικοινωνιών και πρέπει να υλοποιείται με την ελάχιστη καθυστέρηση, συνήθως το αργότερο εντός μιας ημέρας από την αίτηση του καταναλωτή. Ωστόσο, οι εμπειρίες σε ορισμένα κράτη μέλη έδειξαν ότι υπάρχει κίνδυνος οι καταναλωτές να αλλάξουν πάροχο χωρίς συναίνεση. Μολονότι το ζήτημα αυτό είναι θέμα που πρέπει κατά κύριο λόγο να αντιμετωπίζεται από τις αρχές επιβολής του νόμου, τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλουν τέτοιας φύσεως ελάχιστα αναλογικά μέτρα όσον αφορά τη διαδικασία αλλαγής παρόχου που είναι απαραίτητα για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων αυτών, χωρίς να καθιστούν τη διαδικασία λιγότερο ελκυστική για τους καταναλωτές. Προκειμένου να μπορεί να προσαρμόζει την φορητότητα αριθμού στις εξελίξεις στην αγορά και στις τεχνολογικές εξελίξεις, συμπεριλαμβανομένης της ενδεχόμενης μεταφοράς των προσωπικών τηλεφωνικών καταλόγων και των πληροφοριών σχετικά με την συμπεριφορά των συνδρομητών που έχουν αποθηκευτεί στο δίκτυο, η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να λαμβάνει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα στον εν λόγω τομέα. Προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον οι τεχνολογικές συνθήκες και οι συνθήκες στην αγορά είναι τέτοιες που να επιτρέπουν τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων παροχής υπηρεσιών σε σταθερές θέσεις και κινητών δικτύων πρέπει ιδίως να λαμβάνονται υπόψη οι τιμές που επιβάλλονται στους χρήστες και το κόστος μεταγωγής για επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών σε σταθερές θέσεις και σε κινητά δίκτυα.

(39)

▐ Οι νομικές υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» μπορούν να εφαρμόζονται σε συγκεκριμένες υπηρεσίες ραδιοτηλεοπτικών μέσων και συμπληρωματικών υπηρεσιών που παρέχονται από συγκεκριμένο πάροχο υπηρεσιών μέσων επικοινωνίας. Οι υπηρεσίες οπτικοακουστικών μέσων ορίζονται στην οδηγία 2007/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2007 για την τροποποίηση της οδηγίας 89/552/ΕΟΚ του Συμβουλίου σχετικά με τον συντονισμό ορισμένων νομικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών για την άσκηση της τηλεοπτικής δραστηριότητας  (14). Τα κράτη μέλη πρέπει να παρέχουν σαφή αιτιολόγηση των υποχρεώσεων «μεταφοράς σήματος» ▐ ώστε να εξασφαλίζουν ότι οι εν λόγω υποχρεώσεις είναι διαφανείς, αναλογικές και κατάλληλα ορισμένες. Εν προκειμένω, οι κανόνες «μεταφοράς σήματος» πρέπει να εκπονούνται κατά τρόπο ώστε να παρέχονται επαρκή κίνητρα για αποδοτικές επενδύσεις στην υποδομή. Οι κανόνες «μεταφοράς σήματος» πρέπει να αποτελούν αντικείμενο αναθεώρησης σε τακτά διαστήματα προκειμένου να συμβαδίζουν με τις τεχνολογικές εξελίξεις και τις εξελίξεις στην αγορά, έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι εξακολουθούν να είναι ανάλογοι προς τους επιδιωκόμενους στόχους. Οι συμπληρωματικές υπηρεσίες περιλαμβάνουν υπηρεσίες για τη βελτίωση της προσβασιμότητας των χρηστών με αναπηρίες, όπως υπηρεσία τηλεεικονογραφίας, υπηρεσία υποτιτλισμού, ακουστικής περιγραφής ή νοηματικής γλώσσας, χωρίς να εξαντλούνται σε αυτές .

(40)

Για την υπερνίκηση των υφιστάμενων αδυναμιών όσον αφορά τη διαβούλευση με τους καταναλωτές και τη δέουσα υπεράσπιση των συμφερόντων των πολιτών, τα κράτη μέλη πρέπει να καθιερώσουν κατάλληλους μηχανισμούς διαβούλευσης. Αυτοί οι μηχανισμοί θα μπορούσαν να λάβουν τη μορφή ενός οργάνου το οποίο, ανεξάρτητα από την εθνική ρυθμιστική αρχή, καθώς και από τους παρόχους υπηρεσιών, θα διεξάγει έρευνα επί θεμάτων που αφορούν τους καταναλωτές, όπως η καταναλωτική συμπεριφορά και οι μηχανισμοί αλλαγής φορέα παροχής, και το οποίο θα λειτουργεί με διαφάνεια και θα συνεισφέρει στους υφιστάμενους μηχανισμούς διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους. Πέραν τούτου, ένας τέτοιος μηχανισμός πρέπει να καθιερωθεί με σκοπό να καταστήσει δυνατή την ενδεδειγμένη συνεργασία επί θεμάτων που σχετίζονται με την προαγωγή νόμιμου περιεχομένου. Οιεσδήποτε διαδικασίες συνεργασίας εγκρίνονται σύμφωνα με τον μηχανισμό αυτό δεν πρέπει πάντως να επιτρέπουν τη συστηματική παρακολούθηση χρήσης του διαδικτύου. Όπου υπάρχει ανάγκη να αντιμετωπιστεί η διευκόλυνση της πρόσβασης σε υπηρεσίες και τερματικό εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών και της χρήσης αυτών από μειονεκτούντες χρήστες, και με την επιφύλαξη της οδηγίας 1999/5/ΕΚ ║ και ιδίως των απαιτήσεων περί ατόμων με ειδικές ανάγκες, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 στοιχείο στ), η Επιτροπή πρέπει να είναι σε θέση να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα.

(41)

Πρέπει να ενισχυθεί η διαδικασία εξώδικης επίλυσης διαφορών, διασφαλίζοντας την προσφυγή σε ανεξάρτητα όργανα επίλυσης διαφορών και ότι η διαδικασία συμμορφώνεται τουλάχιστον με τις ελάχιστες αρχές που θεσπίζονται με τη σύσταση της Επιτροπής 98/257/ΕΚ της 30ής Μαρτίου 1998 σχετικά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα για την εξώδικη επίλυση των διαφορών κατανάλωσης  (15). Τα κράτη μέλη μπορούν να χρησιμοποιούν προς τον σκοπό αυτό είτε τα υφιστάμενα όργανα επίλυσης διαφορών, υπό την προϋπόθεση ότι τα όργανα πληρούν τις εφαρμοστέες προϋποθέσεις, είτε μπορούν να προχωρούν στη σύσταση νέων οργάνων.

(42)

Οι υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν σε επιχείρηση που έχει καθορισθεί ως έχουσα υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή.

(43)

Η οδηγία 2002/58/ΕΚ προβλέπει την εναρμόνιση των διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίζεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και ιδίως του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και του δικαιώματος απορρήτου και ασφάλειας των συστημάτων της τεχνολογίας των πληροφοριών, όσον αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και των εξοπλισμών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα.

(44)

Η επεξεργασία των δεδομένων κίνησης για τους σκοπούς της ασφάλειας των δικτύων και των πληροφοριών, εξασφαλίζοντας τη διαθεσιμότητα, την αυθεντικότητα, την ακεραιότητα και την εμπιστευτικότητα των αποθηκευμένων ή μεταδιδόμενων δεδομένων, θα επιτρέπει την επεξεργασία τέτοιων δεδομένων για το έννομο συμφέρον του υπευθύνου ελέγχου για τους σκοπούς της πρόληψης της μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης και της δόλιας διανομής κωδικού, θέτοντας τέλος στην άρνηση των επιθέσεων κατά της υπηρεσίας, καθώς και των ζημιών σε υπολογιστές και στα ηλεκτρονικά συστήματα επικοινωνίας. Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) πρέπει να δημοσιεύει τακτικά μελέτες με σκοπό την αποτύπωση των τύπων επεξεργασίας που επιτρέπονται βάσει του άρθρου 6 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ .

(45)

Κατά τον καθορισμό των εκτελεστικών μέτρων για την ασφάλεια της επεξεργασίας, σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, η Επιτροπή πρέπει να προβεί σε διαβουλεύσεις με όλες τις αρμόδιες ευρωπαϊκές αρχές και οργανισμούς (τον ENISA, τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων και την ομάδα εργασίας του άρθρου 29) καθώς και με όλους τους άμεσα ενδιαφερομένους, ιδίως με στόχο να ενημερώνεται σχετικά με τις βέλτιστες τεχνικές και οικονομικές μεθόδους οι οποίες διατίθενται για τη βελτίωση της εφαρμογής της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.

(46)

Οι διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ εξειδικεύουν και συμπληρώνουν την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών  (16) και προβλέπουν τα έννομα συμφέροντα των συνδρομητών που είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα.

(47)

Η απελευθέρωση των αγορών δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και η ταχεία τεχνολογική εξέλιξη έχουν συνδυαστεί για την προώθηση του ανταγωνισμού και της οικονομικής μεγέθυνσης και έχουν οδηγήσει σε μια πληθώρα υπηρεσιών για τον τελικό χρήστη οι οποίες είναι προσβάσιμες μέσω των δημόσιων και ιδιωτικών δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ιδιωτικών δικτύων προσβάσιμων στο κοινό.

(48)

Οι διευθύνσεις ΙΡ είναι καίριας σημασίας για τη λειτουργία του διαδικτύου. Επιτρέπουν την εξακρίβωση της ταυτότητας των συσκευών που συμμετέχουν στο δίκτυο, όπως των υπολογιστών ή των κινητών συσκευών, με τη χρήση ενός αριθμού. Λαμβάνοντας υπόψη τα διαφορετικά περιβάλλοντα στα οποία χρησιμοποιούνται οι διευθύνσεις ΙΡ, καθώς και τις σχετικές τεχνολογίες που εξελίσσονται με ταχύτητα, έχουν διατυπωθεί αμφιβολίες όσον αφορά τη χρήση τους ως προσωπικών δεδομένων, υπό ορισμένες συνθήκες. Η Επιτροπή θα πρέπει, συνεπώς, να εκπονήσει μελέτη σχετικά με τις διευθύνσεις ΙΡ και τη χρήση τους και να υποβάλει τις κατάλληλες προτάσεις.

(49)

Η τεχνολογική πρόοδος επιτρέπει την ανάπτυξη νέων εφαρμογών βασιζόμενων σε συσκευές συγκέντρωσης δεδομένων και ταυτοποίησης, οι οποίες μπορεί να είναι ανεπαφικές συσκευές που χρησιμοποιούν ραδιοσυχνότητες. Παραδείγματος χάριν, οι Συσκευές Ραδιοσυχνικής Αναγνώρισης (RFID) χρησιμοποιούν τις ραδιοσυχνότητες για να λαμβάνουν δεδομένα από μονοσήμαντα προσδιορισμένα αναρτήματα, δεδομένα τα οποία στη συνέχεια μπορούν να μεταφερθούν σε υφιστάμενα δίκτυα επικοινωνιών. Η ευρεία χρήση αυτών των τεχνολογιών μπορεί να αποφέρει σημαντικά οικονομικά και κοινωνικά οφέλη και, συνεπώς, να συμβάλει σημαντικά στην εσωτερική αγορά εάν η χρήση τους είναι αποδεκτή από τους πολίτες. Προκειμένου αυτό να επιτευχθεί χρειάζεται να εξασφαλισθεί ότι διασφαλίζονται όλα τα θεμελιώδη δικαιώματα των ατόμων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και στην προστασία των δεδομένων. Όταν οι εν λόγω συσκευές συνδέονται σε διαθέσιμα στο κοινό δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή χρησιμοποιούν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ως βασική υποδομή, πρέπει να εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων των διατάξεων για την ασφάλεια, για τα δεδομένα κίνησης και τα δεδομένα θέσης, καθώς και για το απόρρητο.

(50)

Ο φορέας παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να προστατεύεται η ασφάλεια των υπηρεσιών του. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών  (17) , τέτοια μέτρα πρέπει να διασφαλίζουν ότι πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα μπορεί να έχει μόνον εγκεκριμένο προσωπικό για αυστηρά νομίμως εγκεκριμένους σκοπούς και ότι προστατεύονται τα προσωπικά δεδομένα που έχουν αποθηκευτεί ή διαβιβασθεί καθώς και το δίκτυο και οι υπηρεσίες. Πέραν αυτών πρέπει να καταρτισθεί πολιτική ασφάλειας σε σχέση με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων για να εντοπίζονται τα τρωτά σημεία του συστήματος και να πραγματοποιείται τακτική παρακολούθηση καθώς και λήψη μέτρων πρόληψης, διόρθωσης και μετριασμού.

(51)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να παρακολουθούν τα λαμβανόμενα μέτρα και να διαδίδουν τις βέλτιστες πρακτικές μεταξύ των παρόχων των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(52)

Η παραβίαση της ασφάλειας που έχει ως αποτέλεσμα την απώλεια ή την διακύβευση προσωπικών δεδομένων ενός ▐ συνδρομητή ή άλλου ατόμου μπορεί να επιφέρει, εάν δεν αντιμετωπιστεί κατάλληλα και εγκαίρως, σημαντική ▐ ζημία στους χρήστες . Ως εκ τούτου, η εθνική ρυθμιστική αρχή ή άλλη αρμόδια εθνική αρχή πρέπει να ενημερώνεται από τον θιγόμενο φορέα παροχής υπηρεσιών για κάθε παραβίαση της ασφάλειας χωρίς καθυστέρηση. Η αρμόδια αρχή προσδιορίζει τη σοβαρότητα της παραβίασης και ζητεί από τους παρόχους των σχετικών υπηρεσιών να προβούν σε κατάλληλη κοινοποίηση, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, προς τους χρήστες που θίγονται από την παραβίαση. Ακόμη, στις περιπτώσεις που υπάρχει άμεσος κίνδυνος για τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των καταναλωτών (όπως σε περιπτώσεις μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης στο περιεχόμενο ηλεκτρονικών μηνυμάτων, στοιχεία πιστωτικών καρτών κ.λπ.), οι πάροχοι των σχετικών υπηρεσιών πρέπει να ειδοποιούν απευθείας, όχι μόνο τις αρμόδιες εθνικές αρχές, αλλά και τους ίδιους τους θιγόμενους χρήστες. Τέλος, οι πάροχοι πρέπει να κοινοποιούν κάθε χρόνο στους θιγόμενους χρήστες όλες τις παραβιάσεις της ασφάλειας υπό την έννοια της οδηγίας 2002/58/ΕΚ που συνέβησαν στη διάρκεια της αντίστοιχης χρονικής περιόδου. Η κοινοποίηση προς τις εθνικές αρχές και τους χρήστες πρέπει να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν από τον πάροχο για την αντιμετώπιση της παραβίασης, καθώς και συστάσεις προς τους θιγόμενους χρήστες σχετικά με την προστασία των χρηστών .

(53)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να προωθούν τα συμφέροντα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμβάλλοντας μεταξύ άλλων στη διασφάλιση ενός υψηλού επιπέδου προστασίας των προσωπικών δεδομένων και της ιδιωτικής ζωής. Για τον σκοπό αυτό πρέπει να διαθέτουν τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται συνολικά και αξιόπιστα δεδομένα σχετικά με τα πραγματικά περιστατικά όσον αφορά την ασφάλεια που οδήγησαν στη διακύβευση των προσωπικών δεδομένων των ατόμων.

(54)

Κατά την εφαρμογή των μέτρων μεταφοράς της οδηγίας 2002/58/ΕΚ στο εθνικό δίκαιο, οι αρχές και τα δικαστήρια των κρατών μελών θα πρέπει να ερμηνεύουν όχι μόνον το εθνικό τους δίκαιο κατά τρόπο σύμφωνο προς την εν λόγω οδηγία, αλλά θα πρέπει επίσης να διασφαλίζουν ότι δεν θα βασίζονται σε ερμηνεία της η οποία θα μπορούσε να έλθει σε σύγκρουση με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα ή με τις λοιπές γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου, όπως η αρχή της αναλογικότητας .

(55)

Πρέπει να προβλεφθούν εκτελεστικά μέτρα για τη θέσπιση κοινής δέσμης απαιτήσεων με σκοπό την επίτευξη κατάλληλου επιπέδου προστασίας της ιδιωτικής ζωής και της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων τα οποία μεταφέρονται ή υπόκεινται σε επεξεργασία στο πλαίσιο της χρήσης δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην εσωτερική αγορά.

(56)

Κατά τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων σχετικά με τον μορφότυπο και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται κατά την κοινοποίηση παραβιάσεων της ασφάλειας, πρέπει να δοθεί η δέουσα προσοχή στις συνθήκες της παραβίασης, μεταξύ άλλων κατά πόσον τα προσωπικά δεδομένα ήταν προστατευμένα ή όχι με κρυπτογράφηση ή άλλα μέσα, περιορίζοντας αποτελεσματικά την πιθανότητα υποκλοπής ταυτότητας ή άλλων μορφών κατάχρησης. Επιπροσθέτως, κατά τη θέσπιση των εν λόγω κανόνων και διαδικασιών πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των αρχών επιβολής του νόμου, σε περιπτώσεις όπου η πρόωρη αποκάλυψη μπορεί να παρεμποδίσει άνευ λόγου τη διερεύνηση των συνθηκών της παραβίασης.

(57)

Το λογισμικό το οποίο παρακολουθεί κρυφά τις ενέργειες του χρήστη ή/και υπονομεύει τη λειτουργία του τερματικού εξοπλισμού του χρήστη προς όφελος τρίτων (το αποκαλούμενο «κατασκοπευτικό λογισμικό») αποτελεί σοβαρή απειλή κατά της ιδιωτικής ζωής των χρηστών. Χρειάζεται να διασφαλισθεί ένα υψηλό και ισότιμο επίπεδο προστασίας της ιδιωτικής σφαίρας των χρηστών, ανεξάρτητα από το εάν ανεπιθύμητα κατασκοπευτικά προγράμματα καταφορτώνονται εξ απροσεξίας μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή μεταφέρονται και εγκαθίστανται κρυμμένα σε λογισμικό που έχει διανεμηθεί με άλλα εξωτερικά μέσα αποθήκευσης δεδομένων, όπως σύμπυκνοι δίσκοι (CD), CD-ROM, κλειδιά USB. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να ενθαρρύνουν τους τελικούς χρήστες να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την προστασία του τερματικού εξοπλισμού τους από ιούς και «κατασκοπευτικό λογισμικό» .

(58)

Οι πάροχοι υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλουν να πραγματοποιούν σημαντικές επενδύσεις στον τομέα της καταπολέμησης των ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα («spam»). Βρίσκονται επίσης σε πλεονεκτικότερη θέση από ό,τι οι τελικοί χρήστες διότι κατέχουν τις γνώσεις και τους πόρους που είναι αναγκαίοι για την ανίχνευση και ταυτοποίηση των δημιουργών ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα. Επομένως, οι πάροχοι υπηρεσίας ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και οι πάροχοι άλλων υπηρεσιών πρέπει να έχουν τη δυνατότητα ανάληψης νομικής δράσης κατά των δημιουργών ανεπίκλητων ηλεκτρονικών μηνυμάτων εμπορικού χαρακτήρα για τις παραβιάσεις αυτές και, συνεπώς, υπεράσπισης των συμφερόντων των πελατών τους, καθώς και των δικών τους έννομων επιχειρηματικών συμφερόντων.

(59)

Στις περιπτώσεις όπου δεδομένα θέσης εκτός των δεδομένων κίνησης θα μπορούσαν να υποστούν επεξεργασία, η επεξεργασία αυτή επιτρέπεται μόνον όταν αυτά καθίστανται ανώνυμα ή με τη ρητή συγκατάθεση των χρηστών ή συνδρομητών οι οποίοι θα λαμβάνουν σαφείς και εκτενείς πληροφορίες σχετικά με τη δυνατότητα να ανακαλέσουν ανά πάσα στιγμή τη συγκατάθεσή τους.

(60)

Η ανάγκη διασφάλισης κατάλληλου επιπέδου προστασίας της ιδιωτικής ζωής και των προσωπικών δεδομένων που μεταφέρονται και υπόκεινται σε επεξεργασία σε σχέση με τη χρήση δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα απαιτεί αποτελεσματικές αρμοδιότητες εφαρμογής και επιβολής, προκειμένου να παρασχεθούν κατάλληλα κίνητρα συμμόρφωσης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές πρέπει να διαθέτουν επαρκείς αρμοδιότητες και πόρους ώστε να διερευνούν αποτελεσματικά τις περιπτώσεις μη συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας απόκτησης οιωνδήποτε σχετικών πληροφοριών που ενδεχομένως χρειάζονται ώστε να αποφασίζουν σε περιπτώσεις καταγγελιών και να επιβάλουν κυρώσεις σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης.

(61)

Η διασυνοριακή συνεργασία και η επιβολή της νομοθεσίας πρέπει να ενισχυθεί σύμφωνα με τους υφιστάμενους κοινοτικούς διασυνοριακούς μηχανισμούς επιβολής της νομοθεσίας όπως αυτός που θεσπίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με τη συνεργασία μεταξύ των εθνικών αρχών που είναι αρμόδιες για την επιβολή της νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών («κανονισμός για τη συνεργασία όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών») (18) με τροποποίηση του εν λόγω κανονισμού.

(62)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της ║ οδηγίας 2002/22/ΕΚ και της ║ οδηγίας 2002/58/ΕΚ πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (19).

(63)

Η Επιτροπή πρέπει, υπό την προϋπόθεση της έγκρισης της Συνθήκης της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας  (20) , να υποβάλει στο Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο νέα νομοθετική πρόταση για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και την ασφάλεια των δεδομένων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με νέα νομική βάση.

(64)

Πρέπει ιδίως να εκχωρηθούν αρμοδιότητες στην Επιτροπή προκειμένου να θεσπίζει εκτελεστικά μέτρα για την τιμολογιακή διαφάνεια, τις ελάχιστες απαιτήσεις για την ποιότητα των υπηρεσιών, την αποτελεσματική εφαρμογή των υπηρεσιών του «112», την αποτελεσματική πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες, τη βελτίωση της προσβασιμότητας από μειονεκτούντες τελικούς χρήστες, καθώς και τροποποιήσεις για την προσαρμογή των παραρτημάτων στην τεχνική πρόοδο ή στις μεταβολές της ζήτησης στην αγορά. Οι εν λόγω αρμοδιότητες πρέπει επίσης να εκχωρηθούν για τη θέσπιση εκτελεστικών μέτρων σχετικά με τις απαιτήσεις ενημέρωσης και κοινοποίησης, καθώς και με τη διασυνοριακή συνεργασία. Επειδή πρόκειται για μέτρα γενικού χαρακτήρα τα οποία προβλέπεται να τροποποιήσουν μη ουσιώδη στοιχεία της οδηγίας 2002/22/ΕΚ με την συμπλήρωσή τους με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπιστούν σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ. Δεδομένου ότι η διεξαγωγή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο εντός των κανονικών χρονικών ορίων θα μπορούσε, σε ορισμένες εξαιρετικές καταστάσεις, να εμποδίσει την έγκαιρη έγκριση μέτρων εφαρμογής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή πρέπει να ενεργούν ταχέως για να εξασφαλίζουν την έγκαιρη έγκριση αυτών των μέτρων.

(65)

Ο σκοπός της οδηγίας 2002/22/ΕΚ είναι να εξασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων των καταναλωτών και των τελικών χρηστών κατά την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών. Παρόμοια προστασία δεν απαιτείται στην περίπτωση των παγκόσμιων υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών. Αυτές αποτελούν εταιρικές υπηρεσίες δεδομένων και φωνής, οι οποίες παρέχονται ως δέσμη σε μεγάλες επιχειρήσεις που ευρίσκονται σε διάφορες χώρες μέσα και έξω από την ΕΕ με βάση ατομικές συμβάσεις που έχουν αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ συμβαλλομένων μερών ίσης ισχύος.

(66)

Επομένως οι οδηγίες 2002/22/ΕΚ και 2002/58/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθούν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Τροποποιήσεις επί της οδηγίας 2002/22/ΕΚ

(Οδηγία καθολικής υπηρεσίας)

Η οδηγία 2002/22/ΕΚ (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) τροποποιείται ως εξής:

(1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Στο πλαίσιο της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), η παρούσα οδηγία αφορά την παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στους τελικούς χρήστες. Σκοπός είναι να εξασφαλισθεί η διάθεση, σε ολόκληρη την Κοινότητα, διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών καλής ποιότητας μέσω πραγματικού ανταγωνισμού και επιλογών, καθώς και να αντιμετωπίζονται οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι ανάγκες των τελικών χρηστών δεν καλύπτονται ικανοποιητικά από την αγορά. Η παρούσα οδηγία περιλαμβάνει επίσης διατάξεις σχετικά με τον τερματικό εξοπλισμό στο χώρο του καταναλωτή , με ιδιαίτερη προσοχή να δίδεται στον τερματικό εξοπλισμό για χρήστες με ειδικές ανάγκες, στους οποίους περιλαμβάνονται τα άτομα με αναπηρίες και οι ηλικιωμένοι .

2.   Η παρούσα οδηγία καθορίζει τα δικαιώματα των τελικών χρηστών καθώς και τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των επιχειρήσεων που παρέχουν διαθέσιμα στο κοινό δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Όσον αφορά την εξασφάλιση της παροχής καθολικής υπηρεσίας σε ένα περιβάλλον ανοικτών και ανταγωνιστικών αγορών, η παρούσα οδηγία ορίζει τη στοιχειώδη δέσμη υπηρεσιών καθορισμένης ποιότητας στις οποίες έχουν πρόσβαση όλοι οι τελικοί χρήστες σε προσιτές τιμές, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών εθνικών συνθηκών, και χωρίς στρέβλωση του ανταγωνισμού. Η παρούσα οδηγία θεσπίζει επίσης τις υποχρεώσεις παροχής ορισμένων υποχρεωτικών υπηρεσιών.

3.     Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των κοινοτικών κανόνων για την προστασία των καταναλωτών, ιδίως των οδηγιών 93/13/ΕΟΚ και 97/7/ΕΚ, και των εθνικών κανόνων που είναι σύμφωνοι με το κοινοτικό δίκαιο. »

(2)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως ακολούθως:

α)

Το στοιχείο β) διαγράφεται.

β)

Τα στοιχεία γ) και δ) αντικαθίσταται ως ακολούθως:

«γ)

«Διαθέσιμη στο κοινό τηλεφωνική υπηρεσία»: υπηρεσία διαθέσιμη στο κοινό για τη δημιουργία και/ή τη λήψη, άμεσα ή έμμεσα, ▐ εθνικών ή/και διεθνών κλήσεων και άλλων μέσων επικοινωνίας που προορίζονται ειδικά για χρήστες με ειδικές ανάγκες που χρησιμοποιούν υπηρεσίες μεταφοράς κειμένου ή ολικής συνομιλίας, μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης·

δ)

«γεωγραφικός αριθμός» : αριθμός ο οποίος περιλαμβάνεται στο εθνικό σχέδιο αριθμοδότησης, μέρος της ακολουθίας των ψηφίων του οποίου έχει γεωγραφική σημασία και χρησιμοποιείται για τη δρομολόγηση κλήσεων προς τον φυσικό τόπο του σημείου τερματισμού δικτύου (ΣΤΔ)· »

γ)

Το στοιχείο ε) διαγράφεται.

(3)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Παροχή πρόσβασης σε σταθερές θέσεις και παροχή τηλεφωνικών υπηρεσιών

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε εύλογο αίτημα για σύνδεση σε σταθερές θέσεις με το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ικανοποιείται από μία τουλάχιστον επιχείρηση.

2.   Η παρεχόμενη σύνδεση επιτρέπει την υποστήριξη φωνητικών επικοινωνιών, τηλεομοιοτυπικών επικοινωνιών και επικοινωνιών δεδομένων, με ρυθμούς δεδομένων που είναι επαρκείς προκειμένου να επιτρέπουν τη λειτουργική πρόσβαση στο διαδίκτυο, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες τεχνολογίες που χρησιμοποιεί η πλειονότητα των συνδρομητών και την τεχνολογική σκοπιμότητα.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι κάθε εύλογο αίτημα για παροχή μίας διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας μέσω της σύνδεσης με το δίκτυο που προβλέπεται στην παράγραφο 1, η οποία επιτρέπει τη δημιουργία και τη λήψη εθνικών και διεθνών κλήσεων και κλήσεων σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω του αριθμού «112» καθώς και μέσω οποιασδήποτε άλλης εθνικής γραμμής έκτακτης ανάγκης , ικανοποιείται από μία τουλάχιστον επιχείρηση.»

(4)

Στο άρθρο 5, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι κατάλογοι που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ, όλους τους συνδρομητές των διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών.»

(5)

Το άρθρο 6, τροποποιείται ως ακολούθως :

α)

Ο τίτλος τροποποιείται ως ακολούθως:

«Κοινόχρηστα τηλέφωνα και άλλα σημεία πρόσβασης στις τηλεπικοινωνίες»

β)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από την εξής:

« 1.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δύνανται να επιβάλλουν υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις με στόχο τη διασφάλιση της παροχής κοινόχρηστων τηλεφώνων ή άλλων σημείων πρόσβασης στις τηλεπικοινωνίες για την ικανοποίηση των εύλογων αναγκών των τελικών χρηστών όσον αφορά τη γεωγραφική κάλυψη, τον αριθμό των τηλεφώνων ή άλλα σημεία πρόσβασης στις τηλεπικοινωνίες, τη δυνατότητα πρόσβασης χρηστών με αναπηρία στα τηλέφωνα αυτά, και την ποιότητα των υπηρεσιών

(6)

Το άρθρο 7 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Μέτρα για μειονεκτούντες χρήστες

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν ειδικά μέτρα για τους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες προκειμένου να εξασφαλίζουν την πρόσβαση και την οικονομική προσιτότητα των ηλεκτρονικών τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών , συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης, στις υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου και στους καταλόγους, πρόσβασης ισοδύναμης με αυτή που παρέχεται στους άλλους τελικούς χρήστες.

2.   ║ Τα κράτη μέλη μπορούν να λαμβάνουν ειδικά μέτρα, τα οποία έχει προκύψει ότι απαιτούνται βάσει εκτίμησης των εθνικών ρυθμιστικών αρχών, υπό το πρίσμα των εθνικών συνθηκών και των ειδικών απαιτήσεων για τα άτομα με αναπηρία , για να εξασφαλίζουν ότι και οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν ▐ να επιλέγουν μεταξύ των επιχειρήσεων και των φορέων παροχής υπηρεσιών που διατίθενται στην πλειονότητα των τελικών χρηστών , και να προωθούν τη διαθεσιμότητα κατάλληλου τερματικού εξοπλισμού. Διασφαλίζουν ότι, σε κάθε περίπτωση, οι ανάγκες ειδικών ομάδων αναπήρων ικανοποιούνται τουλάχιστον από μία επιχείρηση.

3.     Κατά τη λήψη των ανωτέρω μέτρων τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη συμμόρφωση προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17, 18 και 19 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

4.     Τα κράτη μέλη προκειμένου να μπορέσουν να θεσπίσουν και εφαρμόσουν ειδικές ρυθμίσεις για τους ανάπηρους χρήστες ενθαρρύνουν την παραγωγή και διαθεσιμότητα τερματικού εξοπλισμού που θα προσφέρει τις απαραίτητες υπηρεσίες και λειτουργίες. »

(7)

Στο άρθρο 8 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος ║:

«3.   Όταν ένας φορέας εκμετάλλευσης που έχει οριστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 προτίθεται να εκχωρήσει σημαντικό μέρος ή όλα τα στοιχεία ενεργητικού του δικτύου τοπικής πρόσβασης σε διακριτή νομική οντότητα που ανήκει σε διαφορετικό ιδιοκτήτη, ενημερώνει εκ των προτέρων και εγκαίρως την εθνική ρυθμιστική αρχή, ούτως ώστε να επιτρέψει στην εθνική ρυθμιστική αρχή να εκτιμήσει τις επιπτώσεις της προτιθέμενης συναλλαγής στην παροχή πρόσβασης σε σταθερές θέσεις και τηλεφωνικών υπηρεσιών, σύμφωνα με το άρθρο 4. Η εθνική ρυθμιστική αρχή δύναται να επιβάλλει όρους σύμφωνα με το άρθρο 6, παράγραφος 2, της οδηγίας 2002/20/ΕΚ (οδηγία για την αδειοδότηση).»

(8)

Στο άρθρο 9, οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν, ιδίως σε σχέση με τις εθνικές τιμές καταναλωτή και το εισόδημα, την εξέλιξη και το επίπεδο των τιμολογίων λιανικής των υπηρεσιών οι οποίες σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 ορίζεται ότι εμπίπτουν στις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας και οι οποίες παρέχονται από καθορισμένες επιχειρήσεις ή εάν δεν έχουν οριστεί επιχειρήσεις για την παροχή των εν λόγω υπηρεσιών αυτές διατίθενται με άλλους τρόπους στην αγορά.

2.   Υπό το πρίσμα των εθνικών συνθηκών, τα κράτη μέλη μπορούν να υποχρεώνουν αυτές τις καθορισμένες επιχειρήσεις να παρέχουν στους καταναλωτές τιμολογιακές επιλογές ή τιμολογιακά πακέτα που διαφέρουν από τις επιλογές ή τα πακέτα που παρέχονται στο πλαίσιο των κανονικών εμπορικών συνθηκών, προκειμένου ιδίως να εξασφαλίζεται ότι τα άτομα με χαμηλό εισόδημα ή με ειδικές κοινωνικές ανάγκες δεν αποκλείονται από την πρόσβαση στο δίκτυο που αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 ή τη χρήση αυτής της πρόσβασης, ή των υπηρεσιών που ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 3 και στα άρθρα 5, 6 και 7 ως υπηρεσίες που εμπίπτουν στις υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας και παρέχονται από καθορισμένες επιχειρήσεις.

3.   Εκτός από τις διατάξεις για την υποχρέωση των καθορισμένων επιχειρήσεων να παρέχουν ειδικές τιμολογιακές επιλογές ή να συμμορφώνονται με ανώτατα όρια τιμών ή με γεωγραφικούς μέσους όρους ή άλλα παρόμοια συστήματα, τα κράτη μέλη ▐ εξασφαλίζουν ότι παρέχεται στήριξη στους καταναλωτές που έχουν χαρακτηριστεί ως έχοντες χαμηλό εισόδημα, αναπηρία ή ειδικές κοινωνικές ανάγκες.»

(9)

Η παράγραφος 2 του άρθρου 10 αντικαθίσταται από την εξής:

« 2.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που προσφέρουν υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών όπως ορίζεται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) παρέχουν τις ειδικές ευκολίες και υπηρεσίες που περιγράφονται στο Παράρτημα Ι, μέρος Α της παρούσας οδηγίας, προκειμένου οι συνδρομητές να μπορούν να παρακολουθούν και να ελέγχουν τις δαπάνες τους και να αποφεύγουν τυχόν αδικαιολόγητη αποσύνδεση της υπηρεσίας. »

(10)

Η παράγραφος 1 του άρθρου 11 αντικαθίσταται από την εξής:

« 1.     Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι, όλες οι καθορισμένες επιχειρήσεις που υπέχουν υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 4, 5, 6 και 7 και του άρθρου 9 παράγραφος 2, δημοσιεύουν επαρκείς και ενημερωμένες πληροφορίες σχετικά με τις επιδόσεις τους στην παροχή καθολικής υπηρεσίας, βάσει των παραμέτρων, των ορισμών και των μεθόδων μέτρησης της ποιότητας της υπηρεσίας που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα III. Οι εν λόγω πληροφορίες διαβιβάζονται στην εθνική ρυθμιστική αρχή κατόπιν σχετικού αιτήματος. »

(11)

Ο τίτλος του κεφαλαίου ΙΙΙ αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

(12)

Το άρθρο 16 διαγράφεται.

(13)

Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

"1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές επιβάλλουν κατάλληλες κανονιστικές υποχρεώσεις στις επιχειρήσεις οι οποίες ορίστηκαν ως έχουσες σημαντική ισχύ σε συγκεκριμένη λιανική αγορά σύμφωνα με το άρθρο 14 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο):

α) όταν ως αποτέλεσμα της ανάλυσης της αγοράς η οποία διεξήχθη σύμφωνα με το άρθρο 16 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο), μια εθνική ρυθμιστική αρχή διαπιστώνει ότι μια συγκεκριμένη λιανική αγορά που καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 15 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο) δεν είναι αποτελεσματικά ανταγωνιστική, και

β) όταν η εθνική ρυθμιστική αρχή συμπεραίνει ότι οι υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν δυνάμει της οδηγίας 2002/19/ΕΚ (οδηγία για την πρόσβαση) δεν έχουν ως αποτέλεσμα την επίτευξη των στόχων του άρθρου 8 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

" β)

Προστίθεται η εξής παράγραφος :

« 2α.     Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που μπορεί να επιβάλλονται στους φορείς εκμετάλλευσης οι οποίοι προσδιορίζονται ως έχοντες σημαντική ισχύ σε συγκεκριμένη λιανική αγορά σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι ρυθμιστικές αρχές των κρατών μελών μπορεί να εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις των οποίων μνεία γίνεται στην παράγραφο 2 για μία μεταβατική περίοδο σε φορείς εκμετάλλευσης που προσδιορίζονται ως έχοντες σημαντική ισχύ σε συγκεκριμένη αγορά χονδρικής πώλησης σε περιπτώσεις όπου έχουν επιβληθεί υποχρεώσεις χονδρικής αλλά δεν έχουν ακόμη φέρει αποτέλεσμα όσον αφορά την εξασφάλιση ανταγωνισμού στην αγορά λιανικής πώλησης

γ)

║ η παράγραφος 3 διαγράφεται.

(14)

Τα άρθρα 18 και 19 διαγράφονται.

(15)

Τα άρθρα 20 και 21 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 20

Συμβάσεις

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι καταναλωτές και άλλοι τελικοί χρήστες , όταν είναι συνδρομητές υπηρεσιών παροχής σύνδεσης σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ή/και ▐ υπηρεσιών ηλεκτρονικής επικοινωνίας , εφόσον το ζητήσουν έχουν δικαίωμα για σύμβαση με επιχείρηση ή επιχειρήσεις που παρέχουν τις υπηρεσίες αυτές ή/και τη σύνδεση. Στη σύμβαση αναφέρονται τουλάχιστον με σαφή, συνολική και ευκόλως προσβάσιμη μορφή :

α) τα στοιχεία και η διεύθυνση του φορέα παροχής·

β) οι παρεχόμενες υπηρεσίες, όπου περιλαμβάνονται ειδικότερα:

σε περίπτωση που η πρόσβαση στις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος χορηγούνται δυνάμει του άρθρου 26, το επίπεδο αξιοπιστίας μιας τέτοιας μορφής πρόσβασης όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο, και εφόσον η πρόσβαση χορηγείται σε ολόκληρο το εθνικό έδαφος,

πληροφορίες σχετικά με οιονδήποτε περιορισμό επιβάλλει ο πάροχος όσον αφορά την ικανότητα του συνδρομητή να έχει πρόσβαση, δυνατότητα χρήσης ή να διανέμει νόμιμο περιεχόμενο ή να εκτελεί νόμιμες εφαρμογές και υπηρεσίες,

τα προσφερόμενα επίπεδα ποιότητας υπηρεσιών με αναφορά σε κάθε παράμετρο που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 22, παράγραφος 2, ανάλογα με την περίπτωση,

οι μορφές των υπηρεσιών συντήρησης και οι προσφερόμενες υπηρεσίες υποστήριξης στους πελάτες , καθώς και ο τρόπος για έρθει κανείς σε επαφή με υπηρεσία υποστήριξης στους πελάτες,

χρονική στιγμή έναρξης της σύνδεσης, και

κάθε περιορισμό που επιβάλλει ο πάροχος στη χρήση του τερματικού εξοπλισμού·

γ) η απόφαση του συνδρομητή σχετικά με το εάν τα δικά του δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα συμπεριληφθούν σε κατάλογο και τα δεδομένα αυτά·

δ) οι λεπτομέρειες των τιμών και των τιμολογίων, και τα μέσα με τα οποία είναι δυνατόν να αποκτώνται επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το σύνολο των τιμολογίων και των τελών συντήρησης που ισχύουν , οι προσφερόμενες μέθοδοι πληρωμής και κάθε διαφορά κόστους που οφείλεται στη μέθοδο πληρωμής ·

ε) η διάρκεια της σύμβασης και οι όροι ανανέωσης και καταγγελίας των υπηρεσιών και της σύμβασης συμπεριλαμβανομένης :

κάθε σχετικής επιβάρυνσης, της φορητότητας αριθμών και άλλων αναγνωριστικών , και

οποιασδήποτε επιβάρυνσης οφειλομένης σε λύση της σύμβασης, περιλαμβανομένου και του κόστους για την ανάκτηση σε ό,τι αφορά τον τερματικό εξοπλισμό·

στ) οι αποζημιώσεις και οι διακανονισμοί επιστροφών που εφαρμόζονται σε περίπτωση αθέτησης της σύμβασης όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας της υπηρεσίας·

ζ) ο τρόπος κίνησης των διαδικασιών επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με το άρθρο 34·

η) η μορφή των μέτρων που ενδέχεται να λάβει η επιχείρηση παροχής σύνδεσης ή/και υπηρεσιών, ως απάντηση σε περιστατικά που αφορούν την ασφάλεια ή την ακεραιότητα, ή σε απειλές και τρωτά σημεία , καθώς και κάθε ρύθμιση περί αποζημιώσεως που εφαρμόζεται σε περίπτωση περιστατικών που αφορούν την ασφάλεια ή την ακεραιότητα .

Η σύμβαση περιλαμβάνει επίσης κάθε είδους πληροφορία παρεχόμενη από τις σχετικές δημόσιες αρχές όσον αφορά τη χρήση των δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των υπηρεσιών με σκοπό την ενασχόληση με παράνομες δραστηριότητες ή τη διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, καθώς και τα μέσα προστασίας έναντι των κινδύνων για την προσωπική ασφάλεια, την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 21, παράγραφος 4, και αφορούν την παρεχόμενη υπηρεσία.

2.   Οι συνδρομητές έχουν το δικαίωμα να καταγγέλλουν τη σύμβασή τους χωρίς να υφίστανται κυρώσεις από τη στιγμή που τους κοινοποιούνται οι προτεινόμενες από τους φορείς εκμετάλλευσης τροποποιήσεις των συμβατικών όρων. Οι συνδρομητές ειδοποιούνται εγκαίρως, τουλάχιστον ένα μήνα πριν, για τις εν λόγω τροποποιήσεις και ταυτόχρονα ενημερώνονται για το δικαίωμά τους να καταγγέλλουν τη σύμβαση χωρίς να υφίστανται κυρώσεις εάν δεν αποδέχονται τους νέους όρους.

Άρθρο 21

Διαφάνεια και δημοσίευση πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν σύνδεση σε δημόσιο δίκτυο ή/και σε δημόσιες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών δημοσιεύουν διαφανείς, συγκρίσιμες, κατάλληλες και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες τιμές και τιμολόγια , οποιαδήποτε επιβάρυνση οφειλόμενη σε λύση συμβάσεως, καθώς και πληροφορίες σχετικά με τους τυποποιημένους όρους και προϋποθέσεις, όσον αφορά την πρόσβαση στις παρεχόμενες στους τελικούς χρήστες και καταναλωτές υπηρεσίες τους και τη χρήση αυτών , σύμφωνα με το Παράρτημα ΙΙ. Οι εν λόγω πληροφορίες δημοσιεύονται σε σαφή, κατανοητή και ευκόλως προσβάσιμη μορφή. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προσδιορίζουν επιπρόσθετες απαιτήσεις σε σχέση με τη μορφή υπό την οποία δημοσιεύονται αυτές οι πληροφορίες.

2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ενθαρρύνουν την παροχή συγκρίσιμων πληροφοριών ώστε οι τελικοί χρήστες και οι καταναλωτές να είναι σε θέση να προβαίνουν σε ανεξάρτητη αξιολόγηση του κόστους των εναλλακτικών τρόπων χρήσης, μέσω διαδραστικής καθοδήγησης ή παρόμοιων τεχνικών. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν , είτε τα ίδια είτε μέσω τρίτων φορέων, ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές καθιστούν διαθέσιμες την εν λόγω καθοδήγηση ή τις τεχνικές δωρεάν ή σε λογική τιμή . Τρίτα μέρη έχουν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν ατελώς τις πληροφορίες που δημοσιεύθηκαν από τις επιχειρήσεις παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με σκοπό την πώληση ή τη διάθεση της διαδραστικής καθοδήγησης ή παρόμοιων τεχνικών.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών που παρέχουν σύνδεση σε δημόσιο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών , μεταξύ άλλων, θα:

α)

παρέχουν πληροφορίες για τα ισχύοντα τιμολόγια σε συνδρομητές σχετικά με οιονδήποτε αριθμό ή οιαδήποτε υπηρεσία με την επιφύλαξη των ιδιαίτερων όρων τιμολόγησης · όσον αφορά τις επί μέρους κατηγορίες υπηρεσιών, οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν οι πληροφορίες αυτές να παρέχονται πριν από τη σύνδεση με τον καλούμενο αριθμό·

β)

υπενθυμίζουν σε τακτά διαστήματα στους συνδρομητές οιαδήποτε έλλειψη αξιόπιστης πρόσβασης σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ή σε πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος στην υπηρεσία στην οποία έγιναν συνδρομητές·

γ)

ενημερώνουν τους συνδρομητές για οποιαδήποτε αλλαγή σε τυχόν περιορισμούς που επιβάλλει ο πάροχος στη δυνατότητά τους να έχουν πρόσβαση, να χρησιμοποιούν ή να διανέμουν νόμιμο περιεχόμενο ή στη δυνατότητά τους να χρησιμοποιούν οιεσδήποτε νόμιμες εφαρμογές και υπηρεσίες της επιλογής τους·

δ)

ενημερώνουν τους συνδρομητές σχετικά με το δικαίωμά τους να περιλαμβάνουν τα στοιχεία προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν σε δημόσιο κατάλογο συνδρομητών, καθώς και τη μορφή των στοιχείων αυτών· και

ε)

ενημερώνουν σε τακτά διαστήματα τους συνδρομητές με αναπηρία σχετικά με τις λεπτομέρειες των υφισταμένων προϊόντων και υπηρεσιών που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για αυτούς.

Εάν κριθεί κατάλληλο, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να προωθήσουν μέτρα απορρύθμισης και συρρύθμισης πριν την επιβολή οιασδήποτε υποχρέωσης.

4.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές υποχρεώνουν τις επιχειρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3 να διανέμουν πληροφορίες δημοσίου ενδιαφέροντος σε υφιστάμενους και νέους συνδρομητές όπου αυτό κρίνεται σκόπιμο. Αυτές οι πληροφορίες παράγονται από τις σχετικές δημόσιες αρχές σε τυποποιημένη μορφή και καλύπτουν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα θέματα:

α)

τις πιο κοινές χρήσεις των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών με σκοπό την ενασχόληση με παράνομες ενέργειες ή τη διάδοση υλικού επιβλαβούς περιεχομένου, ιδίως όπου θα μπορούσαν να βλάψουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων και των ελευθεριών άλλων προσώπων, περιλαμβανομένων των παραβιάσεων δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων και των επιπτώσεων αυτών· και

β)

τα μέσα προστασίας του συνδρομητή κατά κινδύνων που απειλούν την προσωπική ασφάλεια, την ιδιωτική ζωή και τα προσωπικά δεδομένα κατά την χρήση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Το σημαντικό πρόσθετο κόστος επιχειρήσεως που μπορεί να συνεπάγεται η συμμόρφωση προς αυτές τις υποχρεώσεις επιστρέφεται από τις αρμόδιες δημόσιες αρχές. »

(16)

Το άρθρο 22 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές, αφού λάβουν υπόψη τις απόψεις των ενδιαφερόμενων μερών, είναι σε θέση να απαιτούν από τις επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμα στο κοινό δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να δημοσιεύουν συγκρίσιμες, κατάλληλες και επικαιροποιημένες πληροφορίες υπόψη των τελικών χρηστών σχετικά με την ποιότητα των υπηρεσιών τους, καθώς και για τα μέτρα που λαμβάνονται για την εξασφάλιση της ισοδύναμης πρόσβασης για τους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες. Οι ▐ πληροφορίες διαβιβάζονται επίσης, κατόπιν ▐ αιτήματος, στην εθνική ρυθμιστική αρχή, πριν από τη δημοσίευσή τους.

2.     Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να καθορίζουν, μεταξύ άλλων, τις προς μέτρηση παραμέτρους ποιότητας της υπηρεσίας και το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο δημοσίευσης των πληροφοριών, περιλαμβανομένων πιθανών μηχανισμών πιστοποίησης της ποιότητας, προκειμένου να εξασφαλίζεται η πρόσβαση των τελικών χρηστών, περιλαμβανομένων των τελικών χρηστών με αναπηρία, σε πλήρεις, συγκρίσιμες, αξιόπιστες και εύχρηστες πληροφορίες. Ανάλογα με την περίπτωση, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι παράμετροι, οι ορισμοί και οι μέθοδοι μέτρησης που περιέχονται στο Παράρτημα III. »

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.    Μία εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί να εκδώσει κατευθυντήριες γραμμές που θα ορίζουν ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας της υπηρεσίας και, εάν κρίνεται σκόπιμο, να λάβει άλλα μέτρα προκειμένου να αποτραπεί η υποβάθμιση της υπηρεσίας και η επιβράδυνση της κίνησης στα δίκτυα και να διασφαλισθεί ότι η δυνατότητα των χρηστών να έχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο ή να το διανέμουν, ή να χρησιμοποιούν οιεσδήποτε εφαρμογές και υπηρεσίες της επιλογής τους δεν περιορίζεται χωρίς εύλογη αιτιολογία. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές ή τα μέτρα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τυχόν πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 17 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

Η Επιτροπή δύναται, αφού εξετάσει αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές και κατόπιν διαβούλευσης με το φορέα ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (BERT), να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα για τον σκοπό αυτό εφόσον κρίνει ότι αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές ή τα μέτρα ενδέχεται να δημιουργήσουν φραγμό στην εσωτερική αγορά. Τα ▐ μέτρα εκείνα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 37, παράγραφος 2. ▐»

(17)

Το άρθρο 23 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 23

Διαθεσιμότητα των υπηρεσιών

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν τη μέγιστη δυνατή διαθεσιμότητα των τηλεφωνικών υπηρεσιών που διατίθενται στο κοινό ▐ σε περίπτωση καταστροφικής βλάβης του δικτύου ή σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν την αδιάλειπτη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης από οποιοδήποτε μέρος εντός της επικράτειας της ΕΕ

(18)

Το άρθρο 25 τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

«Υπηρεσίες πληροφοριών ▐ καταλόγου»

β)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από την εξής:

« 1.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν δικαίωμα να διαθέτουν τις πληροφορίες τους σε παρόχους υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου και καταλόγους σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2. »

γ)

Οι παράγραφοι 3, 4 και 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι τελικοί χρήστες μιας υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου και ότι οι φορείς εκμετάλλευσης που ελέγχουν την πρόσβαση στις υπηρεσίες αυτές προσφέρουν υπηρεσίες πρόσβασης με όρους οι οποίοι είναι δίκαιοι, προσανατολισμένοι στο κόστος, αντικειμενικοί, δεν εισάγουν διακρίσεις και είναι διαφανείς .

4.    Τα κράτη μέλη δεν πρέπει να εφαρμόζουν κανονιστικούς περιορισμούς που εμποδίζουν την άμεση πρόσβαση των τελικών χρηστών ενός κράτους μέλους, στην υπηρεσία πληροφοριών καταλόγου άλλου κράτους μέλους μέσω τηλεφωνικής κλήσης ή με αποστολή SMS, και λαμβάνουν μέτρα για την εξασφάλιση της πρόσβασης αυτής σύμφωνα με το άρθρο 28.

5.   Οι παράγραφοι 1, 2, 3 και 4 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της κοινοτικής νομοθεσίας για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, και ιδίως του άρθρου 12 της οδηγίας 2002/58/ΕΚ.»

(19)

Τα άρθρα 26 και 27 ║ αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 26

Υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και ενιαίος ευρωπαϊκός αριθμός κλήσης έκτακτης ανάγκης

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι εκτός από κάθε άλλο εθνικό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης που ορίστηκε από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, όλοι οι τελικοί χρήστες των υπηρεσιών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, συμπεριλαμβανομένων των χρηστών των κοινόχρηστων τηλεφώνων, έχουν τη δυνατότητα να καλούν τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ατελώς και χωρίς χρήση οιουδήποτε μέσου πληρωμής, χρησιμοποιώντας τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112»

2.   Τα κράτη μέλη , σε συνεργασία με τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές, τις υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και τους παρόχους, εξασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών για εξερχόμενες εθνικές ή/και διεθνές κλήσεις μέσω αριθμού ή αριθμών που υπάρχουν σε εθνικό ή διεθνές σχέδιο τηλεφωνικής αριθμοδότησης παρέχουν αξιόπιστη πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μπορούν να απαντούν δεόντως και να διεκπεραιώνουν όλες τις κλήσεις προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112» ▐ με τον τρόπο που αρμόζει καλύτερα στην εθνική οργάνωση των συστημάτων έκτακτης ανάγκης. Οι εν λόγω κλήσεις απαντώνται και διεκπεραιώνονται τουλάχιστον τόσο γρήγορα και αποτελεσματικά όσο και οι κλήσεις προς εθνικό αριθμό ή εθνικούς αριθμούς έκτακτης ανάγκης, σε περίπτωση που αυτοί εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται.

4.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες ▐ έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης ισοδύναμες με αυτές τις οποίες απολαμβάνουν άλλοι τελικοί χρήστες. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, τα μέτρα που λαμβάνονται ▐ περιλαμβάνουν τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

5.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες για τον εντοπισμό του καλούντος διατίθενται ατελώς και μόλις η κλήση έκτακτης ανάγκης ληφθεί από τις αρχές που χειρίζονται την έκτακτη ανάγκη. Αυτό εφαρμόζεται επίσης σε όλες τις κλήσεις προς τον ενιαίο ευρωπαϊκό αριθμό κλήσης έκτακτης ανάγκης «112».

6.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκτός από τις πληροφορίες όσον αφορά τους εθνικούς αριθμούς τους, ενημερώνονται κατάλληλα και σχετικά με την ύπαρξη και τη χρήση του ενιαίου ευρωπαϊκού αριθμού κλήσης έκτακτης ανάγκης «112», ιδίως μέσω πρωτοβουλιών που στοχεύουν ειδικά τα άτομα που ταξιδεύουν μεταξύ των κρατών μελών. ▐

7.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική εφαρμογή των υπηρεσιών του «112» στα κράτη μέλη,▐ η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τον BERT , μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα.

Τα ▐ μέτρα αυτά, που αποσκοπούν σε τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας δια της συμπλήρωσής της, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 37, παράγραφος 2. ▐

Άρθρο 27

Ευρωπαϊκοί τηλεφωνικοί κωδικοί πρόσβασης

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ο κωδικός «00» είναι ο τυποποιημένος διεθνής κωδικός πρόσβασης. Μπορούν να θεσπίζονται ή να εξακολουθούν να ισχύουν ειδικοί διακανονισμοί για τις κλήσεις μεταξύ παρακείμενων περιοχών εκατέρωθεν των συνόρων των κρατών μελών. Οι τελικοί χρήστες των περιοχών αυτών πρέπει να ενημερώνονται πλήρως για τους εν λόγω διακανονισμούς.

2.   Τα κράτη μέλη στα οποία η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) εκχώρησε τον διεθνή κωδικό «3883» αναθέτουν σε οργανισμό που ιδρύθηκε δυνάμει του κοινοτικού δικαίου και σχεδιάστηκε από την Επιτροπή επί τη βάσει ανοικτής, διαφανούς και αμερόληπτης διαδικασίας επιλογής, ή με τον BERT , με αποκλειστική ευθύνη διαχείρισης , συμπεριλαμβανομένης αριθμοδότησης και προβολής του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλες οι επιχειρήσεις παροχής διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών διεκπεραιώνουν όλες τις κλήσεις από και προς τον Ευρωπαϊκό Χώρο Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης εφαρμόζοντας τιμές οι οποίες δεν υπερβαίνουν τις μέγιστες τιμές που εφαρμόζουν σε κλήσεις από και προς τα άλλα κράτη μέλη.»

(20)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 27α

Εναρμονισμένοι αριθμοί για εναρμονισμένες υπηρεσίες κοινωνικού ενδιαφέροντος, περιλαμβανομένης της ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής για αγνοούμενα παιδιά

1.     Τα κράτη μέλη προωθούν ειδικούς αριθμούς στο πεδίο αριθμοδότησης που αρχίζει με «116» και προσδιορίζεται στην απόφαση 2007/116/ΕΚ της Επιτροπής, της 15ης Φεβρουαρίου 2007, σχετικά με δέσμευση της εθνικής περιοχής αριθμοδότησης που αρχίζει με «116» για εναρμονισμένους αριθμούς που αφορούν εναρμονισμένες υπηρεσίες κοινωνικού ενδιαφέροντος (21). Ενθαρρύνουν την παροχή εντός της επικράτειάς τους των υπηρεσιών για τις οποίες προορίζονται αυτοί οι αριθμοί.

2.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες οι οποίες παρέχονται βάσει του πεδίου αριθμοδότησης «116». Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι μειονεκτούντες τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτές τις υπηρεσίες όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, τα μέτρα που λαμβάνονται περιλαμβάνουν τη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τα σχετικά πρότυπα ή προδιαγραφές που δημοσιεύονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία-πλαίσιο).

3.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι πολίτες ενημερώνονται καταλλήλως σχετικά με την ύπαρξη και τη χρήση υπηρεσιών που παρέχονται βάσει του πεδίου αριθμοδότησης «116», ιδίως μέσω πρωτοβουλιών που στοχεύουν ειδικά τα άτομα που ταξιδεύουν μεταξύ των κρατών μελών.

4.     Τα κράτη μέλη εκτός των μέτρων γενικής εφαρμογής σε όλους τους αριθμούς στο πεδίο αριθμοδότησης «116» που λαμβάνονται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 2 και 3, εξασφαλίζουν τη πρόσβαση των πολιτών σε υπηρεσία που διαχειρίζεται ανοικτή τηλεφωνική γραμμή για την καταγγελία περιπτώσεων που αφορούν αγνοούμενα παιδιά. Η ανοιχτή τηλεφωνική γραμμή διατίθεται στον αριθμό 116000.

5.     Προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική εφαρμογή του πεδίου αριθμοδότησης «116», ιδιαίτερα δε της ανοικτής τηλεφωνικής γραμμής 116000 για αγνοούμενα παιδιά στα κράτη μέλη, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης των μειονεκτούντων τελικών χρηστών όταν ταξιδεύουν σε άλλα κράτη μέλη, η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τον BERT, μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα.

Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2.

(21)

Το άρθρο 28 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 28

Πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι , όπου είναι τεχνικά και οικονομικά εφικτό, και εκτός της περιπτώσεως κατά την οποία καλούμενος συνδρομητής έχει επιλέξει για εμπορικούς λόγους να περιορίσει την πρόσβαση από καλούντες που βρίσκονται σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι:

α)

οι τελικοί χρήστες μπορούν να έχουν πρόσβαση σε όλους τους αριθμούς που παρέχονται στην Κοινότητα, ανεξαρτήτως της τεχνολογίας και των συσκευών που χρησιμοποιεί ο πάροχος της υπηρεσίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται οι αριθμοί που υπάρχουν στα εθνικά σχέδια αριθμοδότησης των κρατών μελών, οι αριθμοί του Ευρωπαϊκού Χώρου Τηλεφωνικής Αριθμοδότησης και οι Παγκόσμιοι Διεθνείς Αριθμοί Ατελών Κλήσεων · και

β)

υπηρεσίες σύνδεσης παρέχονται για τηλέφωνα κειμένου και εικόνας καθώς και για προϊόντα που βοηθούν τα ηλικιωμένα άτομα ή τα άτομα με αναπηρία να μπορούν να επικοινωνούν, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά κλήσεις έκτακτης ανάγκης.

Οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να παρεμποδίσουν κατά περίπτωση την πρόσβαση σε αριθμούς ή υπηρεσίες, όταν αυτό δικαιολογείται για λόγους απάτης ή κατάχρησης , και να εξασφαλίσουν ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, περιλαμβανομένης και της περιπτώσεως κατά την οποία εκκρεμεί έρευνα, οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών παρακρατούν σημαντικά έσοδα διασύνδεσης ή άλλων υπηρεσιών .

2.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι τελικοί χρήστες έχουν αποτελεσματική πρόσβαση σε αριθμούς και υπηρεσίες στην Κοινότητα, η Επιτροπή δύναται ▐ να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα. Τα εν λόγω μέτρα ▐ που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37 παράγραφος 2. ▐

Τα εν λόγω τεχνικά εκτελεστικά μέτρα είναι δυνατόν να επανεξετάζονται σε τακτά διαστήματα ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στην αγορά και οι τεχνολογικές εξελίξεις.

3.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να απαιτούν από επιχειρήσεις που παρέχουν δημόσια δίκτυα επικοινωνιών να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη διαχείριση των δικτύων τους σε σχέση με τυχόν περιορισμούς στην πρόσβαση ή χρήση των υπηρεσιών, περιεχομένου ή εφαρμογών από τον τελικό χρήστη. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν κάθε αναγκαία εξουσία για να διερευνούν περιπτώσεις στις οποίες οι επιχειρήσεις επέβαλαν περιορισμούς στην πρόσβαση του τελικού χρήστη σε υπηρεσίες, περιεχόμενο ή εφαρμογές. »

(22)

Το άρθρο 29 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν από όλες τις επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες ή/και δημόσια δίκτυα επικοινωνιών, να διαθέτουν στους τελικούς χρήστες τις επιπρόσθετες ευκολίες που παρατίθενται στο Παράρτημα Ι, μέρος Β, με την επιφύλαξη της τεχνικής σκοπιμότητας και της οικονομικής βιωσιμότητας.»

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 10, παράγραφος 2, τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν σε όλες τις επιχειρήσεις που παρέχουν πρόσβαση σε δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή/και διαθέσιμες στο κοινό τηλεφωνικές υπηρεσίες τις υποχρεώσεις του Παραρτήματος Ι, μέρος Α, στοιχείο ε) όσον αφορά την αποσύνδεση ως γενική απαίτηση.»

(23)

Το άρθρο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 30

Διευκόλυνση της αλλαγής φορέα παροχής

1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όλοι οι συνδρομητές κάτοχοι αριθμών που υπάρχουν στο εθνικό τηλεφωνικό σχέδιο αριθμοδότησης μπορούν, μετά από σχετική αίτηση, να διατηρούν τον(τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης που παρέχει την υπηρεσία, σύμφωνα με τις διατάξεις του Παραρτήματος I, μέρος Γ.

2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν ότι η τιμολόγηση μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης σχετικά με την παροχή φορητότητας αριθμού είναι κοστοστρεφής και ότι οι τυχόν άμεσες χρεώσεις των συνδρομητών δεν λειτουργούν αποτρεπτικά ως προς τη χρήση αυτών των ευκολιών.

3.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δεν επιβάλλουν τιμολόγια λιανικής για τη μεταφορά αριθμών κατά τρόπο που να στρεβλώνει τον ανταγωνισμό, όπως θεσπίζοντας ειδικά ή κοινά τιμολόγια λιανικής.

4.   Η μεταφορά αριθμών και η επακόλουθη ενεργοποίησή τους πραγματοποιείται εντός της συντομότερης δυνατής προθεσμίας, το αργότερο μία εργάσιμη ημέρα από την αρχική αίτηση του συνδρομητή. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να παρατείνουν την περίοδο της μίας ημέρας και να προβλέψουν κατάλληλα μέτρα όπου είναι απαραίτητο για να εξασφαλισθεί ότι οι συνδρομητές δεν θα αλλάζουν φορέα ενάντια στη θέλησή τους. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να επιβάλουν τις προσήκουσες κυρώσεις στους παρόχους υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης να αποζημιώνουν τους πελάτες σε περίπτωση καθυστέρησης μεταφοράς ή καταχρήσεως εκ μεταφοράς των ιδίων ή τρίτων εξ ονόματός τους.

5.     Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η διάρκεια των συμβάσεων μεταξύ συνδρομητών και επιχειρήσεων που παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών δεν υπερβαίνει τους 24 μήνες. Εξασφαλίζουν επίσης ότι οι επιχειρήσεις προσφέρουν στους χρήστες τη δυνατότητα να συνάπτουν σύμβαση συνδρομής με μέγιστη διάρκεια 12 μήνες για όλους τους τύπους υπηρεσιών και εξοπλισμού.

6.    Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ▐ οι διαδικασίες καταγγελίας των συμβάσεων δεν λειτουργούν αποτρεπτικά για την αλλαγή φορέων παροχής υπηρεσιών.»

(24)

Στο άρθρο 31 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν εύλογες υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» για τη μετάδοση εκπομπών συγκεκριμένων ραδιοφωνικών υπηρεσιών, υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων και συμπληρωματικών υπηρεσιών, ιδίως υπηρεσιών προσβασιμότητας σε επιχειρήσεις υπό τη δικαιοδοσία τους, οι οποίες παρέχουν δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται για τη διάδοση ραδιοφωνικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων στο κοινό, όταν σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών των δικτύων αυτών τα χρησιμοποιεί ως το κύριο μέσο λήψης ραδιοφωνικών υπηρεσιών ή υπηρεσιών οπτικοακουστικών μέσων . Οι εν λόγω υποχρεώσεις επιβάλλονται μόνο όταν είναι αναγκαίες για την επίτευξη των στόχων γενικού συμφέροντος όπως ορίστηκαν σαφώς και ειδικώς από κάθε κράτος ▐ μέλος και πρέπει είναι αναλογικές και διαφανείς.

Οι υποχρεώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επανεξετάζονται από τα κράτη μέλη το αργότερο εντός ενός έτους ▐ από την προθεσμία εφαρμογής της τροποποιητικής πράξης ▐, εκτός εάν τα κράτη μέλη έχουν διεξάγει την εν λόγω επανεξέταση εντός των δύο προηγουμένων ετών.

Τα κράτη μέλη επανεξετάζουν στο εξής τις υποχρεώσεις «μεταφοράς σήματος» σε τακτική βάση

(25)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 31α

Εξασφάλιση ισότιμης πρόσβασης και επιλογής για τα άτομα με αναπηρία

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις που παρέχουν διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών τις κατάλληλες απαιτήσεις με σκοπό να διασφαλισθεί ότι οι τελικοί χρήστες με αναπηρία:

α)

έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ισοδύναμες με αυτές που απολαμβάνει η πλειοψηφία των τελικών χρηστών· και

β)

μπορούν να επωφεληθούν από την επιλογή των επιχειρήσεων και υπηρεσιών που διατίθενται στη πλειοψηφία των τελικών χρηστών. »

(26)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο :

«Άρθρο 32α

Πρόσβαση στο περιεχόμενο, τις υπηρεσίες και τις εφαρμογές

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τυχόν περιορισμοί στα δικαιώματα των χρηστών να έχουν πρόσβαση σε περιεχόμενο, υπηρεσίες και εφαρμογές, εφόσον είναι αναγκαίοι, υλοποιούνται με τα κατάλληλα μέτρα, σύμφωνα με τις αρχές της αναλογικότητας, της αποτελεσματικότητας και της αποτρεπτικότητας. Τα μέτρα αυτά δεν έχουν ως αποτέλεσμα την παρεμπόδιση της ανάπτυξης της κοινωνίας της πληροφορίας, σύμφωνα με την οδηγία 2000/31/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2000, για ορισμένες νομικές πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου, στην εσωτερική αγορά («οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο») (22), και δεν έρχονται σε σύγκρουση με τα θεμελιώδη δικαιώματα των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και του δικαιώματος για δίκαιη δίκη.

(27)

Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:

α) Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως ακολούθως:

i)

το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το εξής:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν, ανάλογα με την περίπτωση, ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές λαμβάνουν υπόψη τις απόψεις των τελικών χρηστών, των καταναλωτών, των κατασκευαστών, και των επιχειρήσεων που παρέχουν δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών για θέματα που άπτονται των δικαιωμάτων του συνόλου των τελικών χρηστών και των καταναλωτών των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι διαθέσιμες στο κοινό, ιδίως όταν έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά. »

ii)

║ προστίθεται το ακόλουθο ║ εδάφιο:

«Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ιδίως ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θεσπίζουν μηχανισμούς διαβούλευσης διασφαλίζοντας ότι, στην οικεία διαδικασία λήψης αποφάσεων, λαμβάνονται δεόντως υπόψη και συνυπολογίζοντας θέματα που αφορούν τελικούς χρήστες, περιλαμβανομένων, ιδίως, των τελικών χρηστών με αναπηρία

β)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 2α.     Με την επιφύλαξη εθνικών κανόνων που είναι σύμφωνοι με το κοινοτικό δίκαιο και προωθούν στόχους πολιτικής για τον πολιτισμό και τα μέσα επικοινωνίας, όπως η πολιτιστική και γλωσσική ποικιλομορφία και η πολυφωνία των μέσων επικοινωνίας, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες συναφείς αρχές προωθούν στο μέτρο του δυνατού τη συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων παροχής δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσιών και των τομέων που ενδιαφέρονται για την προαγωγή νόμιμου περιεχομένου στα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Στη συνεργασία αυτή ενδέχεται να περιληφθεί επίσης και ο συντονισμός των στοιχείων δημοσίου ενδιαφέροντος τα οποία διατίθεται στο κοινό δυνάμει του άρθρου 21, παράγραφος 4 και του άρθρου 20, παράγραφος 1

γ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι ║:

«▐

3.▐   Με την επιφύλαξη της εφαρμογής της οδηγίας 1999/5/ΕΚ και ιδίως των απαιτήσεων για τα άτομα με ειδικές ανάγκες σύμφωνα με το άρθρο 3, παράγραφος 3, στοιχείο στ), και προκειμένου να βελτιωθεί η προσβασιμότητα σε υπηρεσίες και εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τους μειονεκτούντες τελικούς χρήστες, η Επιτροπή μπορεί ▐ να λαμβάνει κατάλληλα τεχνικά εκτελεστικά μέτρα ▐ μετά από δημόσια διαβούλευση και αφού ζητήσει τη γνώμη του BERT . Τα εν λόγω μέτρα , τα οποία αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την , θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που προβλέπεται στο άρθρο 37, παράγραφος 2. ▐»

(28)

Το άρθρο 34 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι ανεξάρτητοι φορείς προβαίνουν στη διάθεση διαφανών, απλών και μη δαπανηρών εξώδικων διαδικασιών για την αντιμετώπιση των ▐ διαφορών μεταξύ καταναλωτών και επιχειρήσεων παροχής δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, οι οποίες αφορούν τους συμβατικούς όρους ή/και την εκτέλεση συμβάσεων παροχής των εν λόγω δικτύων ή υπηρεσιών. Αυτές οι διαδικασίες καθιστούν δυνατή τη δίκαιη και ταχεία επίλυση των διαφορών, και λαμβάνουν υπόψη τις απαιτήσεις της συστάσεως 98/257/ΕΚ της Επιτροπής της 30ής Μαρτίου 1998 σχετικά με τις αρχές που διέπουν τα αρμόδια όργανα για την εξώδικη επίλυση των διαφορών κατανάλωσης  (23). Τα κράτη μέλη μπορούν, όταν δικαιολογείται, να θεσπίζουν σύστημα επιστροφής και/ή αποζημίωσης. Τα κράτη μέλη μπορούν να επεκτείνουν τις εν λόγω υποχρεώσεις ώστε να καλύπτουν διαφορές στις οποίες εμπλέκονται άλλοι τελικοί χρήστες.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι τα όργανα που είναι επιφορτισμένα με το χειρισμό αυτών των διαφορών , τα οποία μπορεί να είναι ένα και μόνο σημείο επαφής, παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή και στις αρχές για στατιστικούς σκοπούς.

Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν αξιόπιστες εξώδικες διαδικασίες με ιδιαίτερη αναφορά στην αλληλεπίδραση μεταξύ οπτικοακουστικών και ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

(29)

Το άρθρο 35 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 35

Προσαρμογή των Παραρτημάτων

Οι τροποποιήσεις που απαιτούνται για την προσαρμογή των Παραρτημάτων I, ΙΙ, ΙΙΙ και VI στις τεχνολογικές εξελίξεις ή στις μεταβολές της ζήτησης στην αγορά θεσπίζονται από την Επιτροπή σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 37, παράγραφος 2.»

(30)

Στο άρθρο 36, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή τις υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί στις επιχειρήσεις οι οποίες ορίστηκαν ως έχουσες υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας. Κάθε μεταβολή που επηρεάζει τις υποχρεώσεις που επιβλήθηκαν στις επιχειρήσεις ή τις υποχρεώσεις των επιχειρήσεων που εμπίπτουν στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας κοινοποιείται αμελλητί στην Επιτροπή.»

(31)

Το άρθρο 37 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 37

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 22 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

ޯ

(32)

Τα Παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ αντικαθίστανται από τα Παραρτήματα Ι, ΙΙ και ΙΙΙ της παρούσας οδηγίας.

(33)

Το Παράρτημα VI σημείο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 1.     Κοινός αλγόριθμος κωδικοποίησης και ελεύθερη λήψη

Ο εξοπλισμός ψηφιακής τηλεοπτικής λήψης ευρείας κατανάλωσης που προορίζεται για τη λήψη συμβατικού ψηφιακού τηλεοπτικού σήματος (ήτοι, εκπομπές μέσω επίγειου, καλωδιακού και δορυφορικού δικτύου το οποίο προορίζεται αρχικά για σταθερή λήψη σήματος, όπως DVB-T, DVB-C ή DVB-S) που προορίζεται για πώληση ή μίσθωση ή άλλου είδους διάθεση στην Κοινότητα και δύναται να αποκωδικοποιεί ψηφιακά τηλεοπτικά σήματα, πρέπει να είναι σε θέση:

να επιτρέπει την αποκωδικοποίηση των σημάτων αυτών σύμφωνα με έναν κοινό ευρωπαϊκό αλγόριθμο κωδικοποίησης, όπως τον διαχειρίζεται ένας αναγνωρισμένος ευρωπαϊκός οργανισμός τυποποίησης, επί του παρόντος το ETSΙ·

να εμφανίζει σήματα που έχουν μεταδοθεί χωρίς κωδικοποίηση, υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση μισθωμένου εξοπλισμού, ο μισθωτής έχει συμμορφωθεί με τη σχετική συμφωνία μίσθωσης. »

(34)

Το Παράρτημα VII διαγράφεται.

Άρθρο 2

Τροποποιήσεις της οδηγίας 2002/58/ΕΚ

(Οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)

Η οδηγία 2002/58/ΕΚ (οδηγία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) τροποποιείται ως εξής:

(1)

Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 1 αντικαθίσταται από την εξής:

« 1.     Η παρούσα οδηγία προβλέπει την εναρμόνιση των διατάξεων των κρατών μελών οι οποίες απαιτούνται προκειμένου να διασφαλίζεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και ιδίως του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και του δικαιώματος του απορρήτου και της ασφάλειας των συστημάτων της τεχνολογίας των πληροφοριών, όσον αφορά την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και να διασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και των εξοπλισμών και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα.

2.     Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας εξειδικεύουν και συμπληρώνουν την οδηγία 95/46/ΕΚ για τους σκοπούς που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Πέραν αυτού, οι εν λόγω διατάξεις παρέχουν προστασία των εννόμων συμφερόντων των συνδρομητών που είναι φυσικά ή νομικά πρόσωπα. »

(2)

Το άρθρο 2 στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

«κλήση», σύνδεση που πραγματοποιείται μέσω μιας διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας που επιτρέπει αμφίδρομη επικοινωνία·»

(3)

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Σχετικές υπηρεσίες

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στο πλαίσιο της παροχής διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε δημόσια και ιδιωτικά δίκτυα επικοινωνιών και ιδιωτικών δικτύων προσβάσιμων στο κοινό στην Κοινότητα, συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων και ιδιωτικών δικτύων επικοινωνιών και ιδιωτικών δικτύων προσβάσιμων στο κοινό που υποστηρίζουν συσκευές συγκέντρωσης δεδομένων και ταυτοποίησης.»

(4)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

«Ασφάλεια της επεξεργασίας»

β)

Ενσωματώνονται οι εξής παράγραφοι:

« 1α.     Με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 95/46/ΕΚ και της οδηγίας 2006/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαρτίου 2006, για τη διατήρηση δεδομένων που παράγονται ή υποβάλλονται σε επεξεργασία σε συνάρτηση με την παροχή διαθεσίμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή δημοσίων δικτύων επικοινωνιών (24), τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν:

ενδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίζεται ότι πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα μπορεί να έχει μόνον εξουσιοδοτημένο προσωπικό για αυστηρά νομίμως εγκεκριμένους σκοπούς και για να προστατεύονται τα προσωπικά δεδομένα που έχουν αποθηκευτεί ή διαβιβαστεί από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια ή αλλοίωση, και μη εγκεκριμένη ή παράνομη αποθήκευση, επεξεργασία, πρόσβαση ή αποκάλυψη·

ενδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να προστατεύονται το δίκτυο και οι υπηρεσίες από τυχαία, παράνομη ή μη εγκεκριμένη χρήση ή παρεμβολή ή παρεμπόδιση της λειτουργίας ή της διαθεσιμότητάς τους·

πολιτική ασφάλειας σε σχέση με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων·

διεργασία για τον εντοπισμό και την αξιολόγηση ευλόγως προβλέψιμων τρωτών σημείων στα συστήματα που διαχειρίζεται ο πάροχος της υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η οποία περιλαμβάνει τακτική παρακολούθηση για τη διαπίστωση παραβιάσεων της ασφάλειας, και

διεργασία για τη λήψη μέτρων πρόληψης, διόρθωσης και μετριασμού οιωνδήποτε τρωτών σημείων εντοπίζονται στη διεργασία που περιγράφεται στο τέταρτο εδάφιο και διεργασία για τη λήψη μέτρων πρόληψης, διόρθωσης και μετριασμού κατά περιστατικών σχετικών με την ασφάλεια που ενδέχεται να οδηγήσουν σε παραβίαση της ασφάλειας.

1β.     Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές είναι σε θέση να ελέγχουν τα μέτρα που λαμβάνονται από παρόχους διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας και να εκδίδουν συστάσεις σχετικά με βέλτιστες πρακτικές και δείκτες επιδόσεων όσον αφορά το επίπεδο ασφάλειας το οποίο πρέπει να επιτυγχάνουν αυτά τα μέτρα.

γ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι ▐:

«3.   Σε περίπτωση σοβαρής παραβίασης της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, αλλοίωση, μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη ή πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα που έχουν διαβιβαστεί, αποθηκευτεί ή αποτελέσει με άλλο τρόπο αντικείμενο επεξεργασίας, σε σχέση με την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών στην Κοινότητα, ο πάροχος διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς και οιαδήποτε εταιρεία παρέχουσα υπηρεσίες σε καταναλωτές μέσω του Διαδικτύου, ο υπεύθυνος ελέγχου των δεδομένων και ο πάροχος υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας κοινοποιούν , χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, ▐ στην εθνική ρυθμιστική αρχή ή την αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο του κράτους μέλους, την εν λόγω παραβίαση. Στην κοινοποίηση προς την αρμόδια αρχή περιγράφεται τουλάχιστον η φύση της παραβίασης και συνιστώνται μέτρα για τη μείωση των πιθανών αρνητικών επιπτώσεών της. Στην κοινοποίηση προς την αρμόδια αρχή περιγράφονται επίσης οι συνέπειες της παραβίασης και τα μέτρα που ελήφθησαν από τον πάροχο για την αντιμετώπισή της.

Ο πάροχος διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, καθώς επίσης οιαδήποτε επιχείρηση ασκεί δραστηριότητα στο Διαδίκτυο και παρέχει υπηρεσίες στους καταναλωτές, η οποία είναι ο ελεγκτής των δεδομένων και ο πάροχος των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ενημερώνουν εκ των προτέρων τους χρήστες τους προκειμένου να αποφευχθεί άμεσος κίνδυνος για τα δικαιώματα και τα συμφέροντα των καταναλωτών.

Η κοινοποίηση παραβίασης της ασφάλειας προς συνδρομητή ή άλλο άτομο δεν είναι αναγκαία εάν ο πάροχος έχει αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι έχει εφαρμόσει τα κατάλληλα τεχνολογικά μέτρα προστασίας και ότι τα μέτρα αυτά εφαρμόσθηκαν για τα δεδομένα που αφορούσε η παραβίαση της ασφάλειας. Αυτά τα τεχνολογικά μέτρα προστασίας πρέπει να κάνουν τα δεδομένα ακατανόητα για όσους δεν είναι εξουσιοδοτημένοι να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα αυτά.

4.     Η αρμόδια αρχή εξετάζει και προσδιορίζει τη σοβαρότητα της παραβίασης. Εάν η παραβίαση θεωρείται σοβαρή, η αρμόδια αρχή ζητεί από τον πάροχο διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και από τον πάροχο υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας να προβούν σε κατάλληλη κοινοποίηση χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση προς τα πρόσωπα που θίγονται από την παραβίαση. Η κοινοποίηση περιέχει τις πληροφορίες που περιγράφονται στην παράγραφο 3.

Η κοινοποίηση σοβαρής παραβίασης μπορεί να αναβληθεί σε περιπτώσεις όπου ενδέχεται να παρεμποδίσει την πρόοδο ποινικής έρευνας που αφορά τη σοβαρή παραβίαση.

Οι πάροχοι κάθε έτος κοινοποιούν στους θιγέντες χρήστες όλες τις παραβιάσεις ασφάλειας που έχουν οδηγήσει σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια ή αλλοίωση, ή τη μη εξουσιοδοτημένη αποκάλυψη ή πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα που έχουν διαβιβαστεί, αποθηκευτεί ή αποτελέσει με άλλο τρόπο αντικείμενο επεξεργασίας, σε σχέση με την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών στην Κοινότητα .

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ελέγχουν επίσης το κατά πόσον οι εταιρίες έχουν συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις τους για κοινοποίηση με βάση αυτό το άρθρο και επιβάλλουν τις απαραίτητες κυρώσεις, συμπεριλαμβανομένης, όπου ενδείκνυται, της δημοσίευσης, σε περίπτωση σχετικής παράλειψης.

5.     Η σοβαρότητα μιας παραβίασης που απαιτεί κοινοποίηση στους συνδρομητές προσδιορίζεται ανάλογα με τις συνθήκες της παραβίασης, όπως ο κίνδυνος για τα προσωπικά δεδομένα που θίγονται από την παραβίαση, ο αριθμός των εμπλεκομένων συνδρομητών και ο άμεσος ή δυνητικός αντίκτυπος της παραβίασης στην παροχή των υπηρεσιών.

6.   Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή κατά την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 5, η Επιτροπή , ▐ κατόπιν διαβούλευσης ▐ με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων , τους διάφορους ενδιαφερομένους και με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA) συνιστά τεχνικά εκτελεστικά μέτρα όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα μέτρα που περιγράφονται στην παράγραφο 1α και τις συνθήκες, τον μορφότυπο και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται στις απαιτήσεις πληροφόρησης και κοινοποίησης που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5 .

Η Επιτροπή επιδιώκει τη συμμετοχή όλων των άμεσα ενδιαφερομένων, ιδίως με στόχο να ενημερώνεται σχετικά με τις βέλτιστες τεχνικές και οικονομικές μεθόδους οι οποίες διατίθενται για τη βελτίωση της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Τα εν λόγω μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 14α παράγραφος 3.»

(5)

Στο άρθρο 5 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε η αποθήκευση πληροφοριών ή η απόκτηση πρόσβασης σε ήδη αποθηκευμένες πληροφορίες στον τερματικό εξοπλισμό συνδρομητή ή χρήστη , είτε άμεσα είτε έμμεσα με οιοδήποτε μέσο αποθήκευσης, απαγορεύεται, εκτός εάν ο συνδρομητής ή χρήστης έχει δώσει προηγουμένως τη συγκατάθεσή του, λαμβάνοντας υπόψη ότι ανάλογες ρυθμίσεις φυλλομέτρησης συνιστούν προηγούμενη συγκατάθεση, και εάν παρέχονται στον συγκεκριμένο συνδρομητή ή χρήστη σαφείς και εκτενείς πληροφορίες σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ, μεταξύ άλλων για το σκοπό της επεξεργασίας, και ο υπεύθυνος ελέγχου των δεδομένων του παρέχει το δικαίωμα να αρνηθεί την επεξεργασία αυτή. Τούτο δεν εμποδίζει οιαδήποτε τεχνικής φύσεως αποθήκευση ή πρόσβαση, αποκλειστικός σκοπός της οποίας είναι η διενέργεια ▐ της μετάδοσης της επικοινωνίας μέσω δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή που είναι αυστηρώς αναγκαία για την παροχή υπηρεσίας στην κοινωνία της πληροφορίας την οποία έχει ζητήσει ρητά ο χρήστης ή ο συνδρομητής.»

(6)

Το άρθρο 6 αντικαθίσταται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

« 3.     Για την εμπορική προώθηση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας, ο πάροχος διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να επεξεργάζεται τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στην απαιτούμενη έκταση και για την απαιτούμενη διάρκεια για αυτή την υπηρεσία ή την εμπορική προώθηση, εφόσον ο συνδρομητής ή ο χρήστης τον οποίο αφορούν δίδει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή του. Στους χρήστες ή συνδρομητές πρέπει να δίνεται η δυνατότητα να ανακαλούν οποτεδήποτε τη συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία των δεδομένων κίνησης. »

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 7.     Με την επιφύλαξη των διατάξεων πλην του άρθρου 7 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του άρθρου 5 της παρούσας οδηγίας, τα δεδομένα κίνησης μπορούν να υφίστανται επεξεργασία για το έννομο συμφέρον του υπευθύνου της επεξεργασίας για το σκοπό της εφαρμογής τεχνικών μέτρων για να κατοχυρωθεί η ασφάλεια του δικτύου και των πληροφοριών, όπως ορίζεται από το άρθρο 4, στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 460/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 2004, για τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (25), δημόσιας υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, δημόσιου ή ιδιωτικού δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών, υπηρεσίας στην κοινωνία της πληροφορίας ή σχετικού τερματικού εξοπλισμού και εξοπλισμού ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός εάν τα συμφέροντα αυτά υπερισχύουν συμφερόντων που άπτονται των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των ελευθεριών του προσώπου στο οποίο αναφέρονται τα δεδομένα. Η επεξεργασία αυτή περιορίζεται στο απολύτως απαραίτητο για τους σκοπούς των μέτρων εγγύησης της ασφάλειας.

(7)

Το άρθρο 13 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από την εξής:

« 1.     Η χρησιμοποίηση αυτόματων συστημάτων κλήσης και επικοινωνίας χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση (συσκευές αυτόματων κλήσεων), τηλεομοιοτυπικών συσκευών (φαξ) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (συμπεριλαμβανομένων υπηρεσιών σύντομων μηνυμάτων (SMS) και υπηρεσιών μηνυμάτων με πολυμέσα (MMS)) για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης επιτρέπεται μόνον στην περίπτωση συνδρομητών οι οποίοι έχουν δώσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή τους. »

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από την εξής:

« 4.     Εν πάση περιπτώσει, απαγορεύεται η πρακτική της αποστολής μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με σκοπό την άμεση εμπορική προώθηση, τα οποία συγκαλύπτουν ή αποκρύπτουν την ταυτότητα του αποστολέα ή του προσώπου προς όφελος του οποίου αποστέλλεται το μήνυμα, ή κατά παράβαση του άρθρου 6 της οδηγίας 2000/31/ΕΚ, ή τα οποία περιέχουν συνδέσμους με ιστοθέσεις που έχουν δόλια ή απατηλή πρόθεση, ή δίχως έγκυρη διεύθυνση στην οποία ο αποδέκτης να μπορεί να ζητεί τον τερματισμό της επικοινωνίας αυτής. »

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος ║:

«6.   Με την επιφύλαξη οιουδήποτε διοικητικού μέτρου το οποίο μπορεί να προβλεφθεί, μεταξύ άλλων, δυνάμει του άρθρου 15α παράγραφος 2, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οιοδήποτε άτομο ή νομικό πρόσωπο το οποίο έχει έννομο συμφέρον όσον αφορά την καταπολέμηση των παραβιάσεων των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας , συμπεριλαμβανομένου του παρόχου υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών που προστατεύει τα έννομα επιχειρηματικά του συμφέροντα ή τα συμφέροντα των πελατών του, μπορεί να αναλάβει νομική δράση κατά των εν λόγω παραβιάσεων ενώπιον της δικαιοσύνης.»

(8)

Η παράγραφος 3 του άρθρου 14 αντικαθίσταται από την εξής:

« 3.     Κατά περίπτωση, μπορούν να θεσπιστούν μέτρα που να εξασφαλίζουν ότι ο τερματικός εξοπλισμός είναι κατασκευασμένος κατά τρόπο συμβατό με το δικαίωμα των χρηστών να προστατεύουν και να ελέγχουν τη χρησιμοποίηση των προσωπικών τους δεδομένων, σύμφωνα με την οδηγία 1999/5/ΕΚ και με την απόφαση 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1986, για την τυποποίηση στον τομέα της τεχνολογίας των πληροφοριών και των τηλεπικοινωνιών (26). Τα μέτρα αυτά σέβονται την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας.

(9)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο ║:

«Άρθρο 14α

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή επικοινωνιών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 22 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ (οδηγία πλαίσιο).

2.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ιδίας απόφασης.

3.   Όταν γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1, 2, 4 και 6 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ιδίας απόφασης.»

(10)

Στο άρθρο 15, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

« 1β.     Οι πάροχοι διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και οι πάροχοι υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας κοινοποιούν, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στις ανεξάρτητες αρχές προστασίας δεδομένων όλες τις αιτήσεις πρόσβασης σε προσωπικά δεδομένα χρηστών που έχουν ληφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, καθώς και τη νομική αιτιολόγηση που δόθηκε και τη νομική διαδικασία που ακολουθήθηκε για κάθε αίτηση· η οικεία ανεξάρτητη αρχή προστασίας δεδομένων ενημερώνει τις αρμόδιες δικαστικές αρχές για τις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες θεωρεί ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση των σχετικών διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας. »

(11)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο ▐ :

«Άρθρο 15α

Εφαρμογή και επιβολή

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τους κανόνες των κυρώσεων , συμπεριλαμβανομένων ποινικών κυρώσεων όπου κρίνεται απαραίτητο, που επιβάλλονται για παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν την εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τις εν λόγω διατάξεις το αργότερο [έως την προθεσμία εφαρμογής της τροποποιητικής πράξης] καθώς και οιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση αφορά τις εν λόγω διατάξεις, χωρίς καθυστέρηση.

2.   Με την επιφύλαξη οιωνδήποτε ένδικων μέσων που είναι ενδεχομένως διαθέσιμα, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι η εθνική ρυθμιστική αρχή έχει τις αρμοδιότητες να επιβάλλει την παύση των παραβιάσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

3.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαθέτουν όλες τις ελεγκτικές εξουσίες και τους αναγκαίους πόρους, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας να αποκτούν οιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες ενδεχομένως χρειάζονται για την παρακολούθηση και επιβολή των εθνικών διατάξεων που θεσπίστηκαν κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας.

4.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική διασυνοριακή συνεργασία κατά την επιβολή της εθνικής νομοθεσίας που θεσπίστηκε κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και να δημιουργηθούν εναρμονισμένοι όροι για την παροχή υπηρεσιών που περιλαμβάνουν διασυνοριακές ροές δεδομένων, η Επιτροπή μπορεί να θεσπίσει τεχνικά εκτελεστικά μέτρα, κατόπιν διαβούλευσης με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA), την ομάδα εργασίας του άρθρου 29 και τις αρμόδιες κανονιστικές αρχές.

Τα μέτρα που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας συμπληρώνοντάς την θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο που αναφέρεται στο άρθρο 14α, παράγραφος 2. Για λόγους κατεπείγουσας ανάγκης, η Επιτροπή μπορεί να χρησιμοποιήσει τη διαδικασία του επείγοντος που αναφέρεται στο άρθρο 14α, παράγραφος 3.»

(12)

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Άρθρο 18

Επανεξέταση

Το αργότερο … (27), η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, κατόπιν διαβούλευσης με την Ομάδα Εργασίας του άρθρου 29 και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, έκθεση σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και τις συνέπειές της για τους οικονομικούς παράγοντες και τους καταναλωτές, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τις διατάξεις για τις αυτόκλητες κλήσεις, τις κοινοποιήσεις παραβιάσεων και τη χρήση προσωπικών δεδομένων από ιδιωτικά ή δημόσια τρίτα μέρη για σκοπούς που δεν καλύπτει η παρούσα οδηγία, λαμβάνοντας υπόψη το διεθνές περιβάλλον. Για τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει πληροφορίες από τα κράτη μέλη, οι οποίες παρέχονται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση. Η Επιτροπή υποβάλλει, ενδεχομένως, προτάσεις για την τροποποίηση της παρούσας οδηγίας λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα της εν λόγω έκθεσης, τυχόν αλλαγές στον τομέα, τη Συνθήκη της Λισαβόνας που τροποποιεί τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για την Ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (28), ιδιαίτερα τις νέες αρμοδιότητες σε θέματα προστασίας των δεδομένων που προβλέπονται στο άρθρο 16 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πρόταση θεωρηθεί απαραίτητη προκειμένου να βελτιωθεί η αποτελεσματικότητα της παρούσας οδηγίας.

Το αργότερο … (27), η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή έκθεση, επί τη βάσει διεξοδικής μελέτης, με συστάσεις σχετικά με τυπικές χρήσεις των διευθύνσεων ΙΡ και με την εφαρμογή των οδηγιών για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και για την προστασία των δεδομένων σε σχέση με τη συλλογή και την περαιτέρω επεξεργασία τους, μετά από διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, την ομάδα εργασίας του άρθρου 29 και άλλους ενδιαφερόμενους, στους οποίους θα περιλαμβάνονται και εκπρόσωποι της βιομηχανίας.

Άρθρο 3

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004

Στο Παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2006/2004 ║, προστίθεται το ακόλουθο σημείο:

«17.

Όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών, οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών: άρθρο 13 (ΕΕ L 201 της ║ 31. ║ 7.2002, σ.37).»

Άρθρο 4

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν το αργότερο έως τις […], τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία. Ανακοινώνουν αμέσως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων και τον πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ αυτών των διατάξεων και της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από τις […].

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις εν λόγω διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την […] ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 6

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

║,

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος


(1)   ΕΕ C 224 της 30.8.2008, σ. 50.

(2)   ΕΕ C 257 της 9.10.2008, σ. 51 .

(3)   ΕΕ C 181 της 18.7.2008, σ. 1.

(4)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Σεπτεμβρίου 2008.

(5)  ΕΕ L 108 της ║ 24.4.2002, σ. 7.

(6)  ΕΕ L 108 της ║ 24.4.2002, σ. 21.

(7)  ΕΕ L 108 της ║ 24.4.2002, σ. 33.

(8)  ΕΕ L 108 της ║ 24.4.2002, σ. 51.

(9)  ΕΕ L 201 της ║ 31.7.2002, σ. 37.

(10)   ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10.

(11)   ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1.

(12)   ΕΕ L 249 της 17.9.2002, σ. 21.

(13)   ΕΕ L 49 της 17.2.2007, σ. 30.

(14)   ΕΕ L 332 της 18.12.2007, σ. 27.

(15)   ΕΕ L 115 της 17.4.1998, σ. 31.

(16)   ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(17)   ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54.

(18)  ΕΕ L 364 της ║ 9.12.2004, σ.1.

(19)   ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(20)   ΕΕ C 306 της 17.12.2007, σ. 1.

(21)   ΕΕ L 49 της 17.2.2007, σ. 30. »

(22)   ΕΕ L 178 της 17.7.2000, σ. 1

(23)   ΕΕ L 115 της 17.4.1998, σ. 31. »

(24)   ΕΕ L 105 της 13.4.2006, σ. 54. »

(25)   ΕΕ L 77 της 13.3.2004, σ. 1. »

(26)   ΕΕ L 36 της 7.2.1987, σ. 31. »

(27)   Δύο έτη μετά την έναρξη της ισχύος της παρούσας οδηγίας.

(28)   ΕΕ C 306 της 17.12.2007, σ. 1. »

Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΕΥΚΟΛΙΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 10 (ΕΛΕΓΧΟΣ ΔΑΠΑΝΩΝ), ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 29 (ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΕΥΚΟΛΙΕΣ) ΚΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 (ΔΙΕΥΚΟΛΥΝΣΗ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ ΦΟΡΕΑ ΠΑΡΟΧΗΣ)

Μέρος Α

Ευκολίες και υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 10

α)

Αναλυτικοί λογαριασμοί

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων της σχετικής νομοθεσίας περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, μπορούν να καθορίζουν το βασικό επίπεδο ανάλυσης λογαριασμών που παρέχεται ατελώς από τις καθορισμένες επιχειρήσεις (όπως ορίζονται στο άρθρο 8) στους τελικούς χρήστες , ώστε οι τελευταίοι να μπορούν:

i)

να επαληθεύουν και να ελέγχουν τη χρέωσή τους για τη χρήση του δημόσιου δικτύου επικοινωνιών σε σταθερές θέσεις ή/και των συναφών διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών, και

ii)

να παρακολουθούν κατάλληλα τη χρήση και τις δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνονται, ασκώντας έτσι έναν εύλογο βαθμό ελέγχου στους λογαριασμούς τους.

Όπου κρίνεται σκόπιμο, είναι δυνατόν να προσφέρεται στους συνδρομητές λεπτομερέστερη ανάλυση του λογαριασμού με εύλογη επιβάρυνση ή δωρεάν.

Κλήσεις οι οποίες είναι δωρεάν για τον καλούντα συνδρομητή, συμπεριλαμβανομένων των κλήσεων σε γραμμές βοήθειας, δεν εμφανίζονται στον αναλυτικό λογαριασμό του καλούντος συνδρομητή.

β)

Δωρεάν επιλεκτική φραγή εξερχόμενων κλήσεων

Πρόκειται για τη διευκόλυνση κατά την οποία ο συνδρομητής, κατόπιν υποβολής αιτήματος στην καθορισμένη επιχείρηση παροχής τηλεφωνικών υπηρεσιών, αποκτά δωρεάν τη δυνατότητα φραγής εξερχόμενων κλήσεων ή άλλων μορφών επικοινωνίας συγκεκριμένου τύπου ή κλήσεων προς συγκεκριμένες κατηγορίες αριθμών.

γ)

Συστήματα προπληρωμής

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από τις καθορισμένες επιχειρήσεις να παρέχουν τα μέσα ώστε οι καταναλωτές να έχουν τη δυνατότητα να προπληρώνουν την πρόσβαση στο δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών και τη χρήση διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών.

δ)

Σταδιακή αποπληρωμή τελών σύνδεσης

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές κανονιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από τις καθορισμένες επιχειρήσεις να παρέχουν στους καταναλωτές τη δυνατότητα πληρωμής των τελών σύνδεσης με το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών καταβάλλοντας τμηματικά δόσεις.

ε)

Μη εξόφληση λογαριασμών

Τα κράτη μέλη επιτρέπουν τη λήψη συγκεκριμένων αναλογικών, αμερόληπτων και δημοσιεύσιμων μέτρων για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων μη εξόφλησης των λογαριασμών των φορέων εκμετάλλευσης που έχουν οριστεί σύμφωνα με το άρθρο 8. Τα μέτρα αυτά εξασφαλίζουν ότι ο συνδρομητής προειδοποιείται δεόντως για κάθε επικείμενη διακοπή υπηρεσίας ή αποσύνδεση. Εξαιρουμένων περιπτώσεων απάτης, επανειλημμένης καθυστέρησης εξόφλησης ή μη εξόφλησης των λογαριασμών, με τα μέτρα αυτά εξασφαλίζεται, στο μέτρο του τεχνικώς εφικτού, ότι οιαδήποτε διακοπή παροχής υπηρεσίας περιορίζεται μόνο στη συγκεκριμένη υπηρεσία . Η αποσύνδεση λόγω μη εξόφλησης λογαριασμών πρέπει να πραγματοποιείται μόνο εφόσον ο συνδρομητής έχει ειδοποιηθεί δεόντως. Τα κράτη μέλη μπορούν να επιτρέπουν μια περίοδο περιορισμένης εξυπηρέτησης πριν από την πλήρη αποσύνδεση, κατά τη διάρκεια της οποίας επιτρέπονται μόνο οι υπηρεσίες που παρέχονται χωρίς χρέωση του συνδρομητή (π.χ. κλήσεις προς το «112»). H πρόσβαση σε υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης μέσω της τηλεφωνικής γραμμής του αριθμού 112 μπορεί να παρεμποδιστεί σε περιπτώσεις επανειλημμένης κατάχρησης από τον χρήστη.

στ)

Έλεγχος του κόστους

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές απαιτούν από όλες τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να προσφέρουν στους συνδρομητές μέσα ελέγχου του κόστους των τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στα οποία περιλαμβάνεται η δωρεάν προειδοποίηση των καταναλωτών σε περίπτωση κατανάλωσης μη φυσιολογικής μορφής.

ζ)

Βέλτιστη συμβουλή

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές απαιτούν από όλες τις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να προτείνουν στους καταναλωτές την καλύτερη δέσμη τιμών που διαθέτουν μία φορά κάθε έτος επί τη βάσει των καταναλωτικών τους προτύπων το προηγούμενο έτος.

ΜΕΡΟΣ Β

Κατάλογος των ευκολιών που αναφέρονται στο άρθρο 29

α)

Τονική επιλογή ή DTMF (λειτουργία πολυσυχνότητας διπλού τόνου)

Στην περίπτωση αυτή, το δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών υποστηρίζει τη χρήση τόνων DTMF που ορίζονται στο ETSI ETR 207 για διατερματική σηματοδοσία σε όλο το δίκτυο, τόσο στο εσωτερικό κράτους μέλους, όσο και μεταξύ κρατών μελών.

β)

Αναγνώριση καλούσας γραμμής

Πρόκειται για τη δυνατότητα να εμφανίζεται στον καλούμενο συνδρομητή ο αριθμός του καλούντα πριν από την αποκατάσταση της σύνδεσης.

Η ευκολία αυτή πρέπει να παρέχεται σύμφωνα με τη σχετική νομοθεσία περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, ιδίως σύμφωνα με την οδηγία 2002/58/ΕΚ.

Στο μέτρο του τεχνικώς εφικτού, οι φορείς εκμετάλλευσης πρέπει να παρέχουν δεδομένα και σήματα για τη διευκόλυνση της αναγνώρισης του καλούντος και της τονικής επιλογής για διασυνοριακές συνδιαλέξεις μεταξύ κρατών μελών.

γ)

Παροχή υπηρεσιών σε περίπτωση κλοπής

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι θα δημιουργηθεί μία δωρεάν τηλεφωνική γραμμή με κοινό αριθμό για όλους τους παρόχους υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας για την αναφορά περιπτώσεων κλοπής τερματικής συσκευής και ότι θα διακόπτονται αμέσως οι υπηρεσίες που συνδέονται με τη συγκεκριμένη συνδρομή. Επίσης, πρέπει να είναι δυνατό να έχουν πρόσβαση στην υπηρεσία αυτή όλα τα άτομα με αναπηρία. Οι χρήστες πρέπει να ενημερώνονται τακτικά σχετικά με την ύπαρξη του αριθμού αυτού ο οποίος πρέπει να είναι ευκόλως απομνημονεύσιμος.

δ)

Προστασία του λογισμικού

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να απαιτούν από όλους τους παρόχους υπηρεσιών να διαθέτουν δωρεάν στους συνδρομητές τους αξιόπιστο, εύχρηστο και πλήρως προσαρμόσιμο σύστημα προστασίας και/ή λογισμικό διαλογής για την πρόληψη της πρόσβασης των παιδιών ή ευάλωτων ατόμων σε ακατάλληλο για αυτά περιεχόμενο. Τα δεδομένα παρακολούθησης της κίνησης που ενδέχεται να συλλεγούν από το λογισμικό αυτό προορίζονται για την αποκλειστική χρήση του συνδρομητή και μόνο.

ΜΕΡΟΣ Γ

Εφαρμογή των διατάξεων για τη φορητότητα αριθμού που αναφέρονται στο άρθρο 30

Η απαίτηση όλοι οι συνδρομητές με αριθμούς από το εθνικό σχέδιο αριθμοδότησης να μπορούν, εφόσον το ζητήσουν, να διατηρήσουν τον(τους) αριθμό(-ούς) τους, ανεξαρτήτως της επιχείρησης παροχής της υπηρεσίας, εφαρμόζεται:

α)

εφόσον πρόκειται για γεωγραφικούς αριθμούς, σε συγκεκριμένο τόπο· και

β)

εφόσον πρόκειται για μη γεωγραφικούς αριθμούς, σε οιονδήποτε τόπο.

Η παρούσα παράγραφος δεν ισχύει για τη μεταφορά αριθμών μεταξύ δικτύων που παρέχουν υπηρεσίες σε σταθερές θέσεις και δικτύων κινητής τηλεφωνίας.

Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙ

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 21 (ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ)

Η εθνική ρυθμιστική αρχή είναι αρμόδια για τη διασφάλιση της δημοσίευσης των πληροφοριών του παρόντος παραρτήματος, σύμφωνα με το άρθρο 21. Η εθνική ρυθμιστική αρχή αποφασίζει ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από τις επιχειρήσεις παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή/και διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών και ποιες πληροφορίες πρέπει να δημοσιεύονται από την ίδια την εθνική ρυθμιστική αρχή, προκειμένου να διασφαλίζεται η δυνατότητα των καταναλωτών να κάνουν τις επιλογές τους μετά από πλήρη ενημέρωση. ▐

1.   Επωνυμία(-ες) και διεύθυνση(-εις) της επιχείρησης(-ων)

Πρόκειται για τις επωνυμίες και τις διευθύνσεις των κεντρικών γραφείων των επιχειρήσεων παροχής δημόσιων δικτύων επικοινωνιών ή/και διαθέσιμων στο κοινό τηλεφωνικών υπηρεσιών.

2.   Περιγραφή των προσφερόμενων υπηρεσιών

2.1.

Πεδίο εφαρμογής των προσφερόμενων υπηρεσιών

2.2.

Τα τυποποιημένα τιμολόγια, που εμφαίνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες και το περιεχόμενο του κάθε τιμολογιακού στοιχείου (π.χ. τέλη πρόσβασης, όλα τα είδη των τελών χρήσης, τέλη συντήρησης). Περιλαμβάνονται επίσης λεπτομέρειες για τις ισχύουσες συνήθεις εκπτώσεις και τα ειδικά και στοχοθετημένα τιμολογιακά καθεστώτα και τυχόν πρόσθετα τέλη, καθώς και το κόστος όσον αφορά τον τερματικό εξοπλισμό .

2.3.

Πολιτική αποζημιώσεων/επιστροφών, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών λεπτομερειών για τα προσφερόμενα καθεστώτα αποζημιώσεων/επιστροφών.

2.4.

Τύποι προσφερόμενων υπηρεσιών συντήρησης.

2.5.

Τυποποιημένοι συμβατικοί όροι, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται η ελάχιστη συμβατική περίοδος, η λύση της σύμβασης, οι διαδικασίες και τα άμεσα τέλη που σχετίζονται με τη φορητότητα αριθμών και άλλων αναγνωριστικών, εφόσον κρίνεται σκόπιμο.

3.   Μηχανισμοί επίλυσης διαφορών, συμπεριλαμβανομένων των μηχανισμών που έχουν αναπτυχθεί από την επιχείρηση.

4.   Ενημέρωση σχετικά με τα δικαιώματα που αφορούν την καθολική υπηρεσία, συμπεριλαμβανομένων, όπου κρίνεται σκόπιμο, των ευκολιών και των υπηρεσιών που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι.

Τετάρτη, 24 Σεπτεμβρίου 2008
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗΝ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΠΑΡΟΧΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΑΡΘΡΑ 11 ΚΑΙ 22

Για επιχείρηση που έχει οριστεί για την παροχή πρόσβασης σε δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ (1)

ΟΡΙΣΜΟΣ

ΜΕΘΟΔΟΣ ΜΕΤΡΗΣΗΣ

Χρόνος παροχής της αρχικής σύνδεσης

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Ποσοστό βλαβών ανά γραμμή πρόσβασης

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Χρόνος επισκευής βλαβών

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Για επιχείρηση που έχει οριστεί για την παροχή διαθέσιμης στο κοινό τηλεφωνικής υπηρεσίας

Χρόνος αποκατάστασης κλήσης (2)

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Χρόνος απόκρισης για υπηρεσίες τηλεφωνητή

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Χρόνος απόκρισης για υπηρεσίες πληροφοριών καταλόγου

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Αναλογία των εν λειτουργία κοινόχρηστων τηλεφώνων με κερματοδέκτη ή υποδοχή κάρτας

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Καταγγελίες για λάθη σε λογαριασμούς

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Αναλογία ανεπιτυχών κλήσεων (2)2.

ETSI EG 202 057

ETSI EG 202 057

Ο αριθμός έκδοσης ETSI EG 202 057 είναι 1.1.1 (Απρίλιος 2000).


(1)  Οι παράμετροι πρέπει να επιτρέπουν την ανάλυση των επιδόσεων σε περιφερειακό επίπεδο (δηλαδή τουλάχιστον στο επίπεδο 2 της στατιστικής ονοματολογίας εδαφικών ενοτήτων μονάδων (NUTS) της Eurostat).

(2)  Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίσουν να μην απαιτούν την τήρηση επικαιροποιημένων πληροφοριών για τις επιδόσεις που αφορούν τις δύο αυτές παραμέτρους, εφόσον από τα στοιχεία προκύπτει ότι οι επιδόσεις στους δύο αυτούς τομείς είναι ικανοποιητικές.


Top
  翻译: