This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52022XC0802(01)
Publication of an application for a Union amendment to a product specification for a name in the wine sector pursuant to Article 97(3) of Regulation (EU) No 1308/2013 of the European Parliament and of the Council 2022/C 295/05
Δημοσίευση αίτησης ενωσιακής τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος για ονομασία στον αμπελοοινικό τομέα όπως προβλέπεται στο άρθρο 97 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. 2022/C 295/05
Δημοσίευση αίτησης ενωσιακής τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος για ονομασία στον αμπελοοινικό τομέα όπως προβλέπεται στο άρθρο 97 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου. 2022/C 295/05
C/2022/5510
ΕΕ C 295 της 2.8.2022, p. 5–13
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
2.8.2022 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 295/5 |
Δημοσίευση αίτησης ενωσιακής τροποποίησης των προδιαγραφών προϊόντος για ονομασία στον αμπελοοινικό τομέα όπως προβλέπεται στο άρθρο 97 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου.
(2022/C 295/05)
Η παρούσα δημοσίευση παρέχει το δικαίωμα ένστασης κατά της αίτησης, σύμφωνα με το άρθρο 98 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1), εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της παρούσας δημοσίευσης.
ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ
«BIANCO DI CUSTOZA / CUSTOZA»
PDO-IT-A0468-AM03
Ημερομηνία υποβολής της αίτησης: 9.7.2019
1. Αιτών και έννομο συμφέρον
Consorzio Tutela Vino Custoza DOC [Ένωση Προστασίας Οίνων με Ελεγχόμενη Ονομασία Προέλευσης «Custoza»]
Ένωση προστασίας — μέρος που έχει έννομο συμφέρον να υποβάλει την παρούσα αίτηση
2. Κεφάλαιο των προδιαγραφών προϊόντος που αφορά/-ούν η/οι τροποποίηση/-εις
☒ |
Ονομασία του προϊόντος |
☐ |
Κατηγορία του αμπελοοινικού προϊόντος |
☐ |
Δεσμός |
☒ |
Περιορισμοί εμπορίας |
3. Περιγραφή και αιτιολόγηση της τροποποίησης
3.1. Τροποποίηση της ονομασίας της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης από «Bianco di Custoza» / «Custoza» σε «Custoza»
Τροποποίηση της ονομασίας της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης από «Bianco di Custoza» / «Custoza» σε «Custoza».
Σύμφωνα με τις προδιαγραφές προϊόντος, για περισσότερα από 10 έτη, επιτρέπεται να γίνονται γνωστοί οι οίνοι με την ονομασία «Custoza» καθώς και με την παραδοσιακή ονομασία «Bianco di Custoza». Η ονομασία «Custoza» είναι πλέον η μόνη ονομασία που χρησιμοποιείται από τους οινοπαραγωγούς και αναγνωρίζεται από τους καταναλωτές και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει πλέον λόγος να διατηρηθεί η διπλή ονομασία.
Η παρούσα τροποποίηση αφορά την αλλαγή της ονομασίας στα σημεία 1.1 (Ονομασία/-ες), 1.4 (Περιγραφή του/των οίνου/-ων), 1.5.2. (Μέγιστες αποδόσεις), 1.6 (Οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή), 1.8 (Δεσμός με τη γεωγραφική περιοχή) και 1.9 (Άλλες προϋποθέσεις) του ενιαίου εγγράφου.
3.2. Προσθήκη περιορισμού της περιοχής εμφιάλωσης
α) |
Προστίθεται απαίτηση σύμφωνα με την οποία η εμφιάλωση (και η διαδικασία ξήρανσης των σταφυλιών μόνο για την παρασκευή του οίνου Passito) πρέπει να πραγματοποιείται εντός της περιοχής παραγωγής, όπως οριοθετείται στο άρθρο 3, ωστόσο διατηρούνται τα προϋπάρχοντα δικαιώματα των παραγωγών που παραδοσιακά εμφιαλώνουν οίνο εκτός της οριοθετημένης περιοχής παραγωγής. Ο περιορισμός της εμφιάλωσης της ΠΟΠ «Custoza» στην περιοχή παραγωγής —απαίτηση που επιβάλλεται από άλλες φημισμένες ονομασίες οίνων— αποτελεί επίσης σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της ποιοτικής αξίας της ονομασίας και έχει ως στόχο να κατατάξει την ονομασία «Custoza» μεταξύ των σημαντικότερων ιστορικών ονομασιών. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι ιδιότητες που προσδίδει η περιοχή προέλευσης στους οίνους ΠΟΠ «Custoza» προστατεύονται καλύτερα με την εμφιάλωση του οίνου εντός της περιοχής παραγωγής, καθώς αυτό σημαίνει ότι όλοι οι τεχνικοί κανόνες για τη μεταφορά και την εμφιάλωση εφαρμόζονται και επιβάλλονται υπό την ευθύνη και με την επαγγελματική ικανότητα των οινοπαραγωγών της ίδιας οριοθετημένης περιοχής. Με την εν λόγω υποχρέωση αποτρέπονται οι δυνητικοί κίνδυνοι που θα μπορούσε να συνεπάγεται η μεταφορά εκτός της αμπελουργικής περιοχής, όπως η οξείδωση και η θερμική καταπόνηση λόγω υψηλών ή χαμηλών θερμοκρασιών και η υποβάθμιση του προϊόντος, με επακόλουθες αρνητικές επιπτώσεις στα χημικά/φυσικά χαρακτηριστικά (οξύτητα, πολυφαινόλες και χρωστικές ουσίες), στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (χρώμα, άρωμα, γεύση) και στη σταθερότητα του οίνου. Περιορίζεται επίσης ο κίνδυνος μικροβιολογικής μόλυνσης (από βακτήρια, ιούς, μύκητες, ευρωτομύκητες ή ζυμομύκητες). Η απαίτηση αυτή είναι προς όφελος των επιχειρήσεων, οι οποίες γνωρίζουν τους κινδύνους και είναι υπεύθυνες για τη διαφύλαξη της ποιότητας της ΠΟΠ, ενώ παρέχει παράλληλα στους καταναλωτές εγγυήσεις για την προέλευση και την ποιότητα των οίνων, καθώς και για τη συμμόρφωσή τους με τις προδιαγραφές προϊόντος. Επιπλέον, οι έλεγχοι που διενεργούν οι αρμόδιοι φορείς είναι αποτελεσματικότεροι σε μικρότερες περιοχές. Η εξαίρεση των επιχειρήσεων που εμφιάλωναν παραδοσιακά τους οίνους «Custoza» από τον κανόνα αυτόν δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι εν λόγω επιχειρήσεις έχουν αποδείξει την ικανότητα και τις γνώσεις τους σχετικά με την ονομασία, συμβάλλοντας έτσι στη διασφάλιση της απαιτούμενης ποιότητας του εν λόγω οίνου. |
β) |
Έχει διαπιστωθεί και επιβεβαιωθεί ότι η παρασκευή του τύπου spumante (αφρώδης οίνος), συμπεριλαμβανομένων της δεύτερης ζύμωσης και της εμφιάλωσης, πρέπει να εκτελείται εντός της περιοχής παραγωγής, καθώς και στις επαρχίες Brescia, Mantua, Trento, Treviso και Vicenza. Σύμφωνα με τις ίδιες αρχές προστασίας και ικανότητας που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο, προκειμένου να προστατευθούν οι παραδοσιακές επιχειρήσεις, η περιοχή παραγωγής των αφρωδών οίνων παραμένει αμετάβλητη. Η παρούσα τροποποίηση αφορά το σημείο 1.9 του ενιαίου εγγράφου και το άρθρο 5 των προδιαγραφών προϊόντος. |
ΕΝΙΑΙΟ ΕΓΓΡΑΦΟ
1. Ονομασία του προϊόντος
Custoza
2. Τύπος γεωγραφικής ένδειξης
ΠΟΠ — Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης
3. Κατηγορίες αμπελοοινικων προϊόντων
1. |
Οίνος |
5. |
Αφρώδης οίνος ποιότητας |
15. |
Οίνος από λιασμένα σταφύλια |
4. Περιγραφή του/των οίνου/-ων
«Custoza», κατηγορία 1: Οίνος
|
Χρώμα: αχυροκίτρινο, ενίοτε με απαλές πράσινες αποχρώσεις· |
|
μπουκέτο: φρουτώδες, χαρακτηριστικό, ελαφρώς αρωματικό· |
|
γεύση: ευχάριστη, λεπτή, με ισορροπημένο σώμα· |
|
ελάχιστος ολικός αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκο: 11 %· |
|
ελάχιστο στερεό υπόλειμμα χωρίς σάκχαρα: 17 g/l· |
|
υπολειπόμενα αναγωγικά σάκχαρα: 7 g/l κατ’ ανώτατο όριο. |
Οι αναλυτικές παράμετροι που δεν απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα τηρούν τα όρια που θεσπίζονται στην εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
Γενικά αναλυτικά χαρακτηριστικά |
|
Μέγιστος ολικός αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστος αποκτημένος αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστη ολική οξύτητα |
4,5 σε γραμμάρια ανά λίτρο, εκφραζόμενη ως τρυγικό οξύ |
Μέγιστη πτητική οξύτητα (σε χιλιοστοϊσοδύναμα ανά λίτρο) |
|
Μέγιστος ολικός θειώδης ανυδρίτης (σε χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο) |
|
«Custoza» Riserva, κατηγορία 1: Οίνος
|
Χρώμα: από αχυροκίτρινο έως χρυσαφί ποικίλης έντασης· |
|
μπουκέτο: έντονο, χαρακτηριστικό και ελαφρώς αρωματικό· |
|
γεύση: αρμονική, ευχάριστη, με ισορροπημένο σώμα· |
|
ελάχιστος ολικός αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκο: 12,5 %· |
|
ελάχιστο στερεό υπόλειμμα χωρίς σάκχαρα: 20 g/l· |
|
υπολειπόμενα αναγωγικά σάκχαρα: 7 g/l κατ’ ανώτατο όριο. |
Οι αναλυτικές παράμετροι που δεν απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα τηρούν τα όρια που θεσπίζονται στην εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
Γενικά αναλυτικά χαρακτηριστικά |
|
Μέγιστος ολικός αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστος αποκτημένος αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστη ολική οξύτητα |
4,5 σε γραμμάρια ανά λίτρο, εκφραζόμενη ως τρυγικό οξύ |
Μέγιστη πτητική οξύτητα (σε χιλιοστοϊσοδύναμα ανά λίτρο) |
|
Μέγιστος ολικός θειώδης ανυδρίτης (σε χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο) |
|
«Custoza» superior, κατηγορία 1: Οίνος
|
Χρώμα: από αχυροκίτρινο έως χρυσαφί ανάλογα με την παλαίωση· |
|
μπουκέτο: ευχάριστο, χαρακτηριστικό, ελαφρώς αρωματικό· |
|
γεύση: αρμονική, με γεμάτο σώμα· |
|
ελάχιστος ολικός αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκο: 12,50 %· |
|
ελάχιστο στερεό υπόλειμμα χωρίς σάκχαρα: 20 g/l· |
|
υπολειπόμενα αναγωγικά σάκχαρα: 7 g/l κατ’ ανώτατο όριο. |
Οι αναλυτικές παράμετροι που δεν απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα τηρούν τα όρια που θεσπίζονται στην εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
Γενικά αναλυτικά χαρακτηριστικά |
|
Μέγιστος ολικός αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστος αποκτημένος αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστη ολική οξύτητα |
4,5 σε γραμμάρια ανά λίτρο, εκφραζόμενη ως τρυγικό οξύ |
Μέγιστη πτητική οξύτητα (σε χιλιοστοϊσοδύναμα ανά λίτρο) |
|
Μέγιστος ολικός θειώδης ανυδρίτης (σε χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο) |
|
«Custoza», κατηγορία 5: αφρώδης οίνος ποιότητας
|
Αφρός: λεπτός, μεγάλης διάρκειας· |
|
χρώμα: αχυροκίτρινο ποικίλης έντασης, ενδεχομένως με χρυσαφιές ανταύγειες· |
|
μπουκέτο: έντονο, φρουτώδες, και ελαφρώς αρωματικό όταν παρασκευάζεται με τη μέθοδο Charmat-Martinotti· λεπτό, κομψό και χαρακτηριστικό όταν ζυμώνεται σε φιάλη· |
|
γεύση: δροσερή, ευωδιαστή, εκλεπτυσμένη και αρμονική· από μηδενική δοσολογία σε demi-sec· |
|
ελάχιστος ολικός αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκο: 11,5 %· |
|
ελάχιστο στερεό υπόλειμμα χωρίς σάκχαρα: 15 g/l. |
Οι αναλυτικές παράμετροι που δεν απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα τηρούν τα όρια που θεσπίζονται στην εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
Γενικά αναλυτικά χαρακτηριστικά |
|
Μέγιστος ολικός αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστος αποκτημένος αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστη ολική οξύτητα |
5,0 σε γραμμάρια ανά λίτρο, εκφραζόμενη ως τρυγικό οξύ |
Μέγιστη πτητική οξύτητα (σε χιλιοστοϊσοδύναμα ανά λίτρο) |
|
Μέγιστος ολικός θειώδης ανυδρίτης (σε χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο) |
|
«Custoza» passito (οίνος από λιασμένα σταφύλια), κατηγορία 15
|
Χρώμα: χρυσοκίτρινο· |
|
μπουκέτο: έντονο και φρουτώδες· |
|
γεύση: από ημίγλυκη έως γλυκιά, αρμονική, με ελαφρώς αρωματικό σώμα· |
|
ελάχιστος ολικός αλκοολικός τίτλος κατ’ όγκο: 15 %· |
|
ελάχιστο στερεό υπόλειμμα χωρίς σάκχαρα: 22 g/l. |
Οι αναλυτικές παράμετροι που δεν απεικονίζονται στον παρακάτω πίνακα τηρούν τα όρια που θεσπίζονται στην εθνική και ενωσιακή νομοθεσία.
Γενικά αναλυτικά χαρακτηριστικά |
|
Μέγιστος ολικός αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
|
Ελάχιστος αποκτημένος αλκοολικός τίτλος (σε % vol) |
12,00 |
Ελάχιστη ολική οξύτητα |
4,5 σε γραμμάρια ανά λίτρο, εκφραζόμενη ως τρυγικό οξύ |
Μέγιστη πτητική οξύτητα (σε χιλιοστοϊσοδύναμα ανά λίτρο) |
|
Μέγιστος ολικός θειώδης ανυδρίτης (σε χιλιοστόγραμμα ανά λίτρο) |
|
5. Οινοποιητικές πρακτικές
α. Ειδικές οινολογικές πρακτικές
—
β. Μέγιστες αποδόσεις
1. |
«Custoza»
13 000 kg σταφυλιών ανά εκτάριο |
2. |
«Custoza»superiore
12 000 kg σταφυλιών ανά εκτάριο |
3. |
«Custoza»riserva
13 000 kg σταφυλιών ανά εκτάριο |
4. |
«Custoza» αφρώδης οίνος ποιότητας
13 000 kg σταφυλιών ανά εκτάριο |
5. |
«Custoza» passito (κατηγορία οίνου από λιασμένα σταφύλια)
5 000 kg σταφυλιών ανά εκτάριο. |
6. Οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή
Η περιοχή παραγωγής των οίνων με ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Custoza» περιλαμβάνει εν όλω ή εν μέρει τα εδάφη των ακόλουθων δήμων: Sommacampagna, Villafranca di Verona, Valeggio sul Mincio, Peschiera del Garda, Lazise, Castelnuovo del Garda, Pastrengo, Bussolengo και Sona. Η περιοχή οριοθετείται ως εξής: ξεκινώντας από τα νότια του οικισμού Sommacampagna, από τη συνοικία Cesure (υψόμετρο 89 m) η οριογραμμή ακολουθεί προς τα νοτιοδυτικά το αρδευτικό κανάλι της κοινοπραξίας αποστραγγιστικών και εγγειοβελτιωτικών έργων Alto Agro Veronese έως την τοποθεσία Boscone, ακολουθώντας για ένα σύντομο τμήμα την οδό προς τη Villafranca έως ότου συναντήσει και ακολουθήσει τη δημοτική οδό που διέρχεται από το Pozzo Moretto και την Colombara. Στη συνέχεια, η οριογραμμή διασταυρώνεται με την επόμενη δημοτική οδό κοντά στην Cà Delia και ακολουθεί αυτή την οδό περνώντας από το C. Nuova Pigno και το Grattarole έως τη διασταύρωση με την επαρχιακή οδό Villafranca-Valeggio, την οποία ακολουθεί έως την κωμόπολη Valeggio sul Mincio. Στη συνέχεια ακολουθεί προς τα νότια τη δημοτική οδό που οδηγεί στο Pozzolo έως την τοποθεσία C. Buse, όπου εισέρχεται στην οδό που διασταυρώνεται με το αρδευτικό κανάλι Seriola Prevaldesca, την οποία ακολουθεί προς τα βόρεια έως τη γέφυρα που είναι γνωστή ως Ponte Lungo. Αφού διασχίσει τη γέφυρα αυτή, η οριογραμμή κινείται παράλληλα με το αρδευτικό κανάλι Seriosa Serenelli το οποίο ακολουθεί προς τα νότια έως ότου συναντήσει τα σύνορα της επαρχίας της Μάντοβας και της περιφέρειας της Λομβαρδίας (υψόμετρο 63 m). Στη συνέχεια, η οριογραμμή κατευθύνεται προς τα βόρεια ακολουθώντας τα σύνορα της περιφέρειας και, διερχόμενη διαδοχικά από τις τοποθεσίες Pignolada, Staffalonero, Prandina, Stazione di Salionze, Villa, Dolci και Pontata, εγκαταλείπει τη γραμμή των συνόρων για να ακολουθήσει για ένα πολύ μικρό τμήμα την οδό Broglie-Madonna del Frassino προς τα βορειοανατολικά έως την τοποθεσία Pignolini, όπου διασχίζει τον αυτοκινητόδρομο Serenissima. Στη συνέχεια, κινείται παράλληλα προς τον χωματόδρομο που διέρχεται ανατολικά του Cà Gozzetto, διέρχεται από το Cà Serraglio και, περνώντας δυτικά από υψόμετρο 101 m, καταλήγει στο Cà Berra Nuova (υψόμετρο 91 m) στην όχθη της λίμνης Frassino. Ακολούθως, η οριογραμμή διασχίζει για ένα μικρό τμήμα την όχθη της λίμνης, έως ότου συναντήσει τον χωματόδρομο που διέρχεται από την τοποθεσία Bertoletta, και καταλήγει στο σιδηροδρομικό φυλάκιο σε υψόμετρο 84 m. Στη συνέχεια, ακολουθεί τη σιδηροδρομική γραμμή προς τα ανατολικά έως το επόμενο φυλάκιο σε υψόμετρο 84 m όπου εγκαταλείπει τη σιδηροδρομική γραμμή για να ακολουθήσει την οδό που διέρχεται από τη Villa Montresor και συνεχίζει έως το Cappuccini, στην όχθη της λίμνης Garda. Από την τοποθεσία Cappuccini η οριογραμμή ακολουθεί την ανατολική όχθη της λίμνης Garda έως την περιοχή του λιμανιού Pacengo προτού εισχωρήσει στην ενδοχώρα ακολουθώντας τον χωματόδρομο που διέρχεται από υψόμετρα 93 m και 107 m, περνά κάτω από τον οικισμό Pacengo και καταλήγει στην τοποθεσία Cà Allegri. Στη συνέχεια ακολουθεί τη δημοτική οδό του Pacengo έως το C. Fontana Fredda, προτού, ακολουθώντας έναν άλλο χωματόδρομο, ανηφορίσει έως υψόμετρο 122 m στην τοποθεσία Le Tende. Από εκεί ακολουθεί την οδό Pacengo-Colà έως το C. alle Croci πριν κατηφορίσει προς τα νοτιοανατολικά ακολουθώντας τον χωματόδρομο που διέρχεται διαδοχικά από υψομετρικά σημεία 118 m και 113 m και από το Sarnighe, και συναντά τα σύνορα των δήμων Lazise και Castelnuovo σε υψόμετρο 112 m. Στη συνέχεια, η οριογραμμή στρέφεται και πάλι προς τα βόρεια κατά μήκος αυτών των δημοτικών συνόρων, προτού συναντήσει, κοντά στην τοποθεσία Mirandola, τα σύνορα των δήμων Lazise και Pastrengo. Ακολουθεί τα σύνορα αυτά έως τη διασταύρωση με την επαρχιακή οδό Βερόνας-Lago δυτικά της τοποθεσίας Osteria Vecchia, την οποία ακολουθεί προς τη Βερόνα (ανατολική) έως την περιοχή του οικισμού Bussolengo, όπου, κοντά σε υψόμετρο 130 m, εισέρχεται στη δημοτική οδό του Cristo. Στη συνέχεια, συνεχίζει κατά μήκος της δημοτικής οδού του Palazzolo έως ότου συναντήσει τον αυτοκινητόδρομο του Brennero στο σημείο στο οποίο τέμνει τα σύνορα των δήμων Bussolengo και Sona. Η οριογραμμή ακολουθεί στη συνέχεια τα δημοτικά σύνορα προς τα νότια έως την τοποθεσία Civel, όπου εισέρχεται στην επαρχιακή οδό Bussolengo-Sommacampagna, την οποία ακολουθεί έως τον οικισμό Sommacampagna τον οποίο διασχίζει για να εισέλθει στην αμαξιτή οδό που οδηγεί στην Custoza έως την τοποθεσία Cesure που ήταν το σημείο εκκίνησης. Δυτικά της τοποθεσίας Broglie περιλαμβάνεται μια μικρή περιοχή του δήμου Peschiera del Garda που περιλαμβάνει το Monte Zecchino και οριοθετείται ως εξής: από τον χωματόδρομο νότια του Broglie (παράπλευρα του παλαιού δημοτικού σχολείου) η οριογραμμή συνεχίζει προς τα δυτικά, προς Cà Boschetti και Cà Rondinelli, για να ακολουθήσει στη συνέχεια τα σύνορα της επαρχίας και της περιφέρειας διερχόμενη διαδοχικά από Cà Boffei, Soregone, Cà Nuova Bazzoli. Στη συνέχεια, ακολουθεί την οδό που οδηγεί στον οικισμό του Broglie, έως ότου διασταυρωθεί με τον χωματόδρομο που αποτέλεσε το σημείο εκκίνησης της οριογραμμής.
7. Οινοποίησή/-ες ποικιλία/-ες αμπέλου
Chardonnay B.
Cortese B. — Bianca Fernanda
Garganega B. — Garganego
Garganega B. — Grecanico dorato B.
Malvasia bianca B. — Iuvarella
Malvasia bianca B. — Malvasia
Malvasia bianca B. — Verdina
Manzoni bianco B. — Incrocio Manzoni 6.0.13 B [υβριδικό Manzoni]
Pinot bianco B.
Pinot bianco B. — Pinot
Pinot bianco B. — Pinot blanc
Riesling italico B. — Riesling
Riesling renano B. — Riesling
Tocai friulano B.
Tocai friulano B. — Tuchì
Trebbiano toscano B. — Biancame B.
Trebbiano toscano B. — Procanico
Trebbiano toscano B. — Trebbiano
Trebbiano toscano B. — Ugni blanc.
8. Περιγραφή του/-ων δεσμού/-ων
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γεωγραφικής περιοχής
Φυσικοί παράγοντες
Η περιοχή παραγωγής των οίνων «Custoza» είναι σχετικά μικρή σε έκταση και καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του νότιου τμήματος της ζώνης μοραινικών λόφων που υψώνονται ανάμεσα στα περίχωρα της πόλης της Βερόνας και της λίμνης Garda.
Νοτιοδυτικά η περιοχή παραγωγής οριοθετείται από τον ποταμό Mincio.
Η περιοχή περιλαμβάνει εδάφη που ανήκουν τόσο στο ανατολικό μοραινικό αμφιθέατρο της ενδοχώρας της λίμνης Garda όσο και στις παγετωποτάμιες πεδινές εκτάσεις που συνδέονται στενά με τη λίμνη και παρουσιάζουν παρόμοια υλικά ως προς τη σύνθεση αν και όχι απαραίτητα ως προς την προέλευση. Αυτή η μοραινική σύσταση, πλούσια σε ανόργανα άλατα και μικροστοιχεία, ευνοεί τις καλές αποδόσεις και την ισορροπημένη οργανοληπτική σύνθεση των σταφυλιών.
Ειδικότερα, το μοραινικό τοπίο της περιοχής παραγωγής των οίνων με την ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Custoza» χαρακτηρίζεται από μια πυκνή σειρά ομόκεντρων επιμήκων λόφων. Οι λόφοι αυτοί έχουν κατά κύριο λόγο ομαλή διάταξη, με υψομετρικές διαφορές που κυμαίνονται από 50 έως 100 μέτρα. Η δομή του εδάφους των λόφων αυτών, καθώς οι λόφοι σχηματίστηκαν από αποθέσεις τις οποίες άφησαν πίσω τους οι ίδιοι παγετώνες που σχημάτισαν την κοντινή λίμνη Garda, είναι εξαιρετικά πολύμορφη και τα εδάφη εναλλάσσονται με εκτεταμένες χαλικώδεις πεδιάδες.
Οι κλιματικές συνθήκες της περιοχής παραγωγής των οίνων με ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Custoza» είναι ουσιαστικά σταθερές σε όλη την περιοχή, δεδομένων της μικρής της έκτασης και της σημαντικής της ομοιογένειας. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από θερμά καλοκαίρια χωρίς καύσωνες και από σχετικά ψυχρούς χειμώνες που καθιστά πιο ήπιους η γειτνίαση με τη λίμνη Garda, η οποία δημιουργεί ευνοϊκό μικροκλίμα όχι μόνο για την καλλιέργεια της αμπέλου, αλλά και για την ανάπτυξη της ελιάς και του κυπαρισσιού που χαρακτηρίζουν επίσης το περιβαλλοντικό προφίλ της περιοχής.
Οι βροχοπτώσεις κατανέμονται σχετικά ομοιόμορφα σε όλο το έτος.
Η διάταξη του ανάγλυφου των λόφων επιτρέπει τη θέρμανση των πλαγιών την ημέρα και τη συσσώρευση δροσερού αέρα τη νύχτα, δημιουργώντας ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη των αρωματικών χαρακτηριστικών των λευκών σταφυλιών. Οι δροσεροί άνεμοι το καλοκαίρι δίνουν ώθηση στην καλή ανάπτυξη των αμπέλων.
Το θερμοκρασιακό εύρος μεταξύ ημέρας και νύχτας, ιδίως κατά την τελική φάση ωρίμασης των σταφυλιών, συμβάλλει στη διατήρηση των όξινων και γευστικών ουσιών τους.
Ως εκ τούτου, τόσο από περιβαλλοντική όσο και από κλιματική άποψη, η περιοχή παραγωγής των οίνων με ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Custoza» είναι ουσιαστικά ομοιογενής.
Ιστορικοί και ανθρώπινοι παράγοντες
Η εξέλιξη του οίνου «Custoza» πραγματοποιήθηκε σε μια περιοχή ιστορικής αμπελοκαλλιέργειας, όπως επιβεβαιώνεται από σχετικά τεκμήρια.
Οι πρώτες ενδείξεις καλλιέργειας της αμπέλου στη σημερινή περιοχή παραγωγής των οίνων με ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Custoza» προέρχονται από την ανεύρεση γιγάρτων (Vitis Silvestris) που χρονολογούνται από την περίοδο που στην περιοχή του Pacengo και της Peschiera υπήρχαν οικισμοί σπιτιών που στηρίζονταν σε πασσάλους. Οι πρώτες μαρτυρίες αμπελοκαλλιέργειας στην περιοχή ανάγονται στη ρωμαϊκή εποχή (στην περιοχή έχουν ανακαλυφθεί, μεταξύ άλλων, αρχαιολογικά ευρήματα που σχετίζονται με τη χρήση του οίνου σε θρησκευτικές τελετές, καθώς και με τη διατήρηση και τη μεταφορά του), αλλά τα περισσότερα τεκμήρια που μαρτυρούν την καλλιέργεια της αμπέλου στην περιοχή —ιδίως στην περιοχή μεταξύ Pastrengo και Sommacampagna— χρονολογούνται από τον 9ο αιώνα και σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα.
Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ο τοπικός οίνος άρχισε να ταυτίζεται ειδικά με την ονομασία «Custoza», από έναν οικισμό του δήμου Sommacampagna ο οποίος έγινε διάσημος από δύο μάχες κατά τους πολέμους της ενοποίησης της Ιταλίας. Το 1939 μελέτη που διεξήγαγε ο Πειραματικός Σταθμός Αμπελοκαλλιέργειας και Οινολογίας του Conegliano κατέταξε επίσης την περιοχή Sona-Custoza μεταξύ των καλύτερων αμπελουργικών περιοχών του δυτικού τμήματος της επαρχίας της Βερόνας.
Στις 8 Φεβρουαρίου 1971, με την έγκριση προεδρικού διατάγματος, θεσπίστηκε επισήμως η ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Bianco di Custoza» που ήταν μία από τις πρώτες ονομασίες προέλευσης λευκών οίνων που αναγνωρίστηκαν στην Ιταλία. Το 2005 εγκρίθηκε η νέα συντομευμένη ονομασία «Custoza».
Η Ένωση Προστασίας Οίνων «Custoza» ιδρύθηκε το 1972.
Στο διάβα της ιστορίας, η πιο διαδεδομένη μορφή αμπελοκαλλιέργειας στην περιοχή παραγωγής της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης «Custoza» ήταν επί πολλά χρόνια η κρεβατίνα. Στους αρχαίους χρόνους, τα σταφύλια δεν καλλιεργούνταν σε ειδικούς αμπελώνες, αλλά μαζί με άλλες καλλιέργειες, οι εκτάσεις των οποίων επίσης περιορίζονταν από το λοφώδες ανάγλυφο της περιοχής.
Τη δεκαετία του 1980 η αμπελοκαλλιέργεια στην περιοχή παραγωγής των οίνων «Custoza» υπέστη ριζικές αλλαγές τόσο στη μορφή της καλλιέργειας όσο και στις αγρονομικές πρακτικές, χάρη στις οποίες οι οινοποιοί μπόρεσαν να αξιοποιήσουν στο έπακρο τις ιδιαιτερότητες των αυτόχθονων ποικιλιών αμπέλου: Garganega, Tocai Friulano (ποικιλία γνωστή στην περιοχή ως «Trebbianello») και Bianca Fernanda (τοπικός κλώνος του Cortese). Χάρη στη σταδιακή βελτίωση της τεχνολογίας και στην πείρα που συσσωρεύτηκε με την πάροδο του χρόνου, οι αμπελοκαλλιεργητές μπορούν πλέον να προσδιορίσουν και να εφαρμόσουν τους καταλληλότερους τύπους μόρφωσης και τις καταλληλότερες τεχνικές για την παραγωγή σταφυλιών υψηλής ποιότητας και να προσδιορίσουν την καταλληλότερη περίοδο συγκομιδής τους, αναδεικνύοντας τα χαρακτηριστικά στοιχεία που προσδίδει στα σταφύλια η αλληλεπίδραση μεταξύ ποικιλίας, λοφώδους εδάφους και μικροκλίματος.
Ωστόσο, κατά την οινοποίηση των σταφυλιών, όταν εξάγονται από τα σταφύλια οι ιδιαίτερες αρωματικές νότες κάθε καλλιεργούμενης ποικιλίας, γίνεται πραγματικά εμφανής η τεχνογνωσία των παραγωγών. Με τον τρόπο αυτόν, το μείγμα σταφυλιών «Custoza» αναδεικνύει το λεπτό, ανθώδες και φρουτώδες άρωμα της ποικιλίας Garganega, το χαρακτηριστικό χρώμα της ποικιλίας Tocai Friulano και τις ελαφρά αρωματικές νότες της ποικιλίας Bianca Fernanda, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των άλλων λευκών σταφυλιών που καλλιεργούνται στην περιοχή. Ως αποτέλεσμα του συνδυασμού όλων αυτών των παραγόντων, ο οίνος «Custoza» διακρίνεται για τα έντονα τοπικά χαρακτηριστικά και αναγνωρίζεται εύκολα από τις αποχρώσεις, τη φρεσκάδα και την εγγενή απολαυστικότητά του.
Η παράδοση των βερονέζικων οίνων περιλαμβάνει επίσης την παραγωγή οίνων Passito και αφρωδών οίνων, αν και μόνο σε μικρές ποσότητες. Η παραδοσιακή πρακτική του λιασίματος των σταφυλιών στην άμπελο ή της ξήρανσής τους σε χώρους ξήρανσης έχει αρχαίες ρίζες σε ολόκληρη την περιοχή της λίμνης Garda, ενώ η πρακτική της παραγωγής αφρώδους οίνου άρχισε να εφαρμόζεται πιο πρόσφατα, στα μέσα του περασμένου αιώνα.
Ο συνδυασμός των ποικιλιών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την παρασκευή αφρώδους οίνου ποιότητας «Custoza» επιτρέπει τη βελτιστοποίηση του χρόνου συγκομιδής από πρωιμότερες ποικιλίες, όπως οι Chardonnay και Pinot Bianco, έως πιο όψιμες ποικιλίες όπως οι Garganega και Trebbiano, με αποτέλεσμα να καθίσταται δυνατή η σύνθεση εξαιρετικά ποικίλων και σύνθετων προϊόντων βάσης (cuvées). Ο αφρώδης οίνος μπορεί να παράγεται είτε σε αυτόκλειστα με τη μέθοδο Charmat-Martinotti είτε σε φιάλες σύμφωνα με την κλασική μέθοδο.
Ο οίνος «Custoza» passito παράγεται είτε με τη διαλογή των απόλυτα ανέπαφων τσαμπιών στον αμπελώνα είτε με την επιλογή των πιο αραιών τσαμπιών και την τοποθέτησή τους σε τελάρα ή σε ψάθες και, στη συνέχεια, σε καλά αεριζόμενους χώρους ξήρανσης για την εξασφάλιση της ιδανικής συντήρησης.
Η μέση περίοδος λιασίματος διαρκεί από 3 έως 4 μήνες, στο τέλος της οποίας τα σταφύλια χάνουν περίπου το ήμισυ του βάρους τους προτού υποβληθούν σε σύνθλιψη και οινοποίηση.
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προϊόντος
Τα βασικά χαρακτηριστικά των οίνων «Custoza», σήμερα όπως και στο παρελθόν, είναι η φρεσκάδα, ο ελαφρά αρωματικός χαρακτήρας και το γεγονός ότι είναι εύγευστοι οίνοι που συνδυάζονται εύκολα με διάφορα εδέσματα. Εξάλλου, όταν προέρχονται από ειδικές επιλογές στους αμπελώνες, οι οίνοι αυτοί είναι επίσης ιδιαίτερα κατάλληλοι για παλαίωση.
Οι οίνοι «Custoza» παράγονται από μείγμα τριών κύριων ποικιλιών, συγκεκριμένα από τις ποικιλίες Garganega, Tocai Friulano (γνωστή στην περιοχή ως «Trebbianello») και Bianca Fernanda, στις οποίες μπορούν να προστεθούν και άλλες ποικιλίες που καλλιεργούνται στην περιοχή. Ο συνδυασμός αυτός τους προσδίδει την χαρακτηριστική και εξαιρετικά αρωματική τους πολυπλοκότητα, η οποία τους διαφοροποιεί από τους ποικιλιακούς οίνους της περιοχής. Το οργανοληπτικό προφίλ που προκύπτει παρουσιάζει ιδιαίτερα φρουτώδεις και ανθώδεις νότες που συνοδεύονται ενίοτε από νότες αρωματικών φυτών και μπαχαρικών. Εν συντομία, η ανάμειξη των κύριων ποικιλιών προσδίδει ταυτότητα στον οίνο «Custoza», ενώ η χρήση συμπληρωματικών ποικιλιών επιτρέπει τον εμπλουτισμό του με χαρακτηριστικά μπουκέτα.
Αυτό το σημαντικό χαρακτηριστικό αντανακλάται στη μικρή παραγωγή του αφρώδους οίνου «Custoza», ο οποίος χαρακτηρίζεται από τη φρεσκάδα και την αυξημένη του οξύτητα, χαρακτηριστικά σε απόλυτη ισορροπία με τις αρωματικές και φρουτώδεις νότες.
Ο πολύ σπάνιος, αν και παραδοσιακός τύπος του «Custoza» από λιασμένα σταφύλια (passito) με το χρυσαφί χρώμα και την ημίγλυκη ή γλυκιά γεύση, είναι εμπνευσμένος από τους οίνους που κάποτε σερβίρονταν στο τέλος των εορταστικών γευμάτων.
Αιτιώδης δεσμός μεταξύ περιβάλλοντος και προϊόντος
Οι πολύ περιορισμένες κλιματικές διαφορές μεταξύ των διαφόρων ζωνών της περιοχής παραγωγής του οίνου με ελεγχόμενη ονομασία προέλευσης «Custoza» (η οποία δεν είναι μάλιστα ιδιαίτερα εκτεταμένη) επιτρέπει την ομοιογενή ωρίμαση των διαφόρων ποικιλιών αμπέλου που καλλιεργούνται στην περιοχή (των οποίων οι περίοδοι παλαίωσης είναι διαφορετικές και κατανέμονται σε ευρύ χρονικό διάστημα, από τις πρώιμες ποικιλίες που συγκομίζονται στα τέλη του Αυγούστου έως τις όψιμες ποικιλίες που συγκομίζονται έως και το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Οκτωβρίου). Ο παράγοντας αυτός συμβάλλει αποφασιστικά στον καθορισμό των χαρακτηριστικών της ταυτότητας αυτών των λευκών οίνων.
Εξίσου σημαντική είναι η επίδραση του υψηλού βαθμού διαφοροποίησης των εδαφών λόγω των ακανόνιστων αποθέσεων που άφησαν οι παγετωνικές διεργασίες στην περιοχή. Το στοιχείο αυτό εντοπίζεται στον δροσερό, νεανικό και ζωηρό χαρακτήρα των οίνων «Custoza».
Ειδικότερα, λόγω της σύνθεσής τους, τα μοραινικά εδάφη συμβάλλουν στη διασφάλιση της ομαλής βλάστησης όλων των ποικιλιών. Η αλληλεπίδραση του εδάφους με το κλίμα της περιοχής συμβάλλει στην επαρκή ανάπτυξη και κατάλληλη ωρίμαση των σταφυλιών και των βλαστών.
Το θερμό, αλλά χωρίς καύσωνες, καλοκαίρι ευνοεί τη συγκέντρωση των σακχάρων και οι σωστές διακυμάνσεις θερμοκρασίας μεταξύ ημέρας και νύχτας επιτρέπουν την ανάπτυξη των φρουτωδών και ανθωδών αρωματικών ουσιών που περιέχουν τα σταφύλια της ελεγχόμενης ονομασίας προέλευσης «Custoza».
9. Άλλες ειδικές προϋποθέσεις (συσκευασία, επισήμανση, άλλες προϋποθέσεις)
α) Νομικό πλαίσιο:
Στη νομοθεσία της ΕΕ
Τύπος επιπλέον προϋπόθεσης:
Συσκευασία στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή
Περιγραφή της προϋπόθεσης:
Η εμφιάλωση στη γεωγραφική περιοχή δικαιολογείται από την ανάγκη διαφύλαξης της ποιότητας του προϊόντος, εγγύησης της προέλευσής του και διασφάλισης της αποτελεσματικότητας των ελέγχων.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι ιδιότητες που προσδίδει η περιοχή προέλευσης στους οίνους ΠΟΠ «Custoza» προστατεύονται καλύτερα με την εμφιάλωση του οίνου εντός της περιοχής παραγωγής, καθώς αυτό σημαίνει ότι όλοι οι τεχνικοί κανόνες για τη μεταφορά και την εμφιάλωση εφαρμόζονται και επιβάλλονται υπό την ευθύνη και με την επαγγελματική ικανότητα των οινοπαραγωγών της ίδιας οριοθετημένης περιοχής.
Με την εν λόγω υποχρέωση αποτρέπονται οι δυνητικοί κίνδυνοι που θα μπορούσε να συνεπάγεται η μεταφορά εκτός της αμπελουργικής περιοχής, όπως η οξείδωση και η θερμική καταπόνηση λόγω υψηλών ή χαμηλών θερμοκρασιών και η υποβάθμιση του προϊόντος, με επακόλουθες αρνητικές επιπτώσεις στα χημικά/φυσικά χαρακτηριστικά (οξύτητα, πολυφαινόλες και χρωστικές ουσίες), στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά (χρώμα, άρωμα, γεύση) και στη σταθερότητα του οίνου. Περιορίζεται επίσης ο κίνδυνος μικροβιολογικής μόλυνσης (από βακτήρια, ιούς, μύκητες, ευρωτομύκητες ή ζυμομύκητες). Η απαίτηση αυτή είναι προς όφελος των επιχειρήσεων, οι οποίες γνωρίζουν τους κινδύνους και είναι υπεύθυνες για τη διαφύλαξη της ποιότητας της ΠΟΠ, ενώ παρέχει παράλληλα στους καταναλωτές εγγυήσεις για την προέλευση και την ποιότητα των οίνων, καθώς και για τη συμμόρφωσή τους με τις προδιαγραφές προϊόντος. Επιπλέον, οι έλεγχοι που διενεργούν οι αρμόδιοι φορείς είναι αποτελεσματικότεροι σε μικρότερες περιοχές.
Ο περιορισμός της εμφιάλωσης της ΠΟΠ «Custoza» στην περιοχή παραγωγής —απαίτηση που επιβάλλεται από άλλες φημισμένες ονομασίες οίνων— αποτελεί επίσης σημαντικό βήμα για την ενίσχυση της ποιοτικής αξίας της ονομασίας. Η παρούσα προτεινόμενη τροποποίηση έχει ως στόχο να κατατάξει την ονομασία «Custoza» μεταξύ των σημαντικότερων ιστορικών ονομασιών που προσδιορίζουν αποκλειστικά τους λευκούς οίνους.
Επιπλέον, σύμφωνα με τη σχετική εθνική νομοθεσία, προκειμένου να προστατευθούν τα υφιστάμενα δικαιώματα, είναι δυνατό να προβλεφθεί παρέκκλιση για τους οικείους εμφιαλωτές ώστε να συνεχίσουν την εμφιάλωση στις εγκαταστάσεις τους που βρίσκονται εκτός της οριοθετημένης περιοχής, υπό την προϋπόθεση ότι υποβάλλουν αίτηση στο Υπουργείο Πολιτικών Γεωργίας, Τροφίμων και Δασών, συνοδευόμενη από τα κατάλληλα έγγραφα που αποδεικνύουν ότι εμφιαλώνουν την ΠΟΠ «Custoza» για τουλάχιστον 2 (όχι απαραίτητα διαδοχικά) έτη από τα 5 έτη που προηγούνται της έναρξης ισχύος της τροποποίησης με την οποία θεσπίζεται η υποχρέωση εμφιάλωσης της ΠΟΠ «Custoza» στην περιοχή.
β) Νομικό πλαίσιο:
Στη νομοθεσία της ΕΕ
Τύπος επιπλέον προϋπόθεσης:
Παρέκκλιση από την παραγωγή στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή
Περιγραφή της προϋπόθεσης:
Σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) 2019/33 της Επιτροπής, οι διεργασίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του τύπου spumante (αφρώδης οίνος), συμπεριλαμβανομένων των εργασιών σχηματισμού αφρού, σταθεροποίησης και γλύκανσης, μπορούν να εκτελούνται όχι μόνο στην περιοχή παραγωγής, αλλά και στις επαρχίες Brescia, Mantua, Trento, Treviso και Vicenza.
Σύνδεσμος προς τις προδιάγραφες προϊόντος
https://www.politicheagricole.it/flex/cm/pages/ServeBLOB.php/L/IT/IDPagina/16009