This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62013CJ0562
Abdida
Abdida
Υπόθεση C‑562/13
Centre public d’action sociale d’Ottignies-Louvain-la-Neuve
κατά
Moussa Abdida
(αίτηση του cour du travail de Bruxelles
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή — Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρα 19, παράγραφος 2, και 47 — Οδηγία 2004/83/EΚ — Ελάχιστες απαιτήσεις για την αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας — Πρόσωπο που δικαιούται επικουρική προστασία — Άρθρο 15, στοιχείο βʹ — Βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος στη χώρα καταγωγής του — Άρθρο 3 — Ευνοϊκότερες διατάξεις — Αιτών διεθνή προστασία που πάσχει από σοβαρή ασθένεια — Έλλειψη κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής — Οδηγία 2008/115/EΚ — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Άρθρο 13 — Προσφυγή με ανασταλτικό αποτέλεσμα — Άρθρο 14 — Εγγυήσεις ενόψει της επιστροφής — Βασικές ανάγκες»
Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)
της 18ης Δεκεμβρίου 2014
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση – Μεταναστευτική πολιτική – Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών – Υπήκοος που υπόκειται σε διαδικασία επιστροφής κατά την έννοια της οδηγίας 2008/115 – Εθνική ρύθμιση που δεν προβλέπει το ανασταλτικό αποτέλεσμα προσφυγής ασκούμενης κατά αποφάσεως με την οποία διατάσσει σε υπήκοο τρίτης χώρας που πάσχει από σοβαρή ασθένεια να εγκαταλείψει το έδαφος κράτους μέλους – Εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως η εκτέλεση της οποίας ενδέχεται να εκθέσει τον εν λόγω υπήκοο σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του – Δεν επιτρέπεται – Μη ανάληψη των βασικών αναγκών του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή επείγουσας υγειονομικής περιθάλψεως και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή έως την έκδοση αποφάσεως επί της προσφυγής – Δεν επιτρέπεται
(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 19 § 2 και 47· οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 5, 12 § 1, 13 § 1 και 14 § 1, στοιχείο βʹ)
Τα άρθρα 5 και 13 της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα των άρθρων 19, παράγραφος 2, και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία η οποία:
— |
δεν προβλέπει ότι η προσφυγή κατά αποφάσεως επιστροφής η εκτέλεση της οποίας ενδέχεται να εκθέσει τον υπήκοο τρίτης χώρας σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, και |
— |
δεν προβλέπει την κάλυψη, κατά το μέτρο του δυνατού, των βασικών αναγκών υπηκόου τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η παροχή επείγουσας υγειονομικής περιθάλψεως και κάθε απαραίτητης θεραπευτικής αγωγής θα παρασχεθούν πράγματι, κατά το διάστημα που το συγκεκριμένο κράτος μέλος υποχρεούται να αναβάλει την απομάκρυνση του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας μετά την άσκηση της εν λόγω προσφυγής. Ειδικότερα, πρώτον, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της προσφυγής που ασκείται κατά μιας τέτοιας αποφάσεως επιστροφής, από το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 12, παράγραφος 1, αυτής, προκύπτει ότι υπήκοος τρίτης χώρας πρέπει να διαθέτει αποτελεσματικό μέσο παροχής ένδικης προστασίας κατά της αποφάσεως επιστροφής που λαμβάνεται σε βάρος του. Εντούτοις, η εν λόγω οδηγία δεν επιβάλλει η προσφυγή του άρθρου 13, παράγραφος 1, αυτής να έχει σε κάθε περίπτωση ανασταλτικό αποτέλεσμα. Τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης προσφυγής πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η οποία αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης και ορίζει ότι κάθε πρόσωπο του οποίου εθίγησαν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που διασφαλίζονται από το δίκαιο της Ένωσης πρέπει να έχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, τηρουμένων των προϋποθέσεων που προβλέπει το εν λόγω άρθρο. Συναφώς, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες η απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια προς χώρα στην οποία δεν υπάρχει κατάλληλη θεραπευτική αγωγή προσκρούει στην αρχή της μη επαναπροωθήσεως, τα κράτη μέλη δεν μπορούν, συμφώνως προς το άρθρο 5 της οδηγίας 2008/115, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 19, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προβούν στην εν λόγω απομάκρυνση. Οι εν λόγω εξαιρετικές περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από τη σοβαρότητα και τον ανεπανόρθωτο χαρακτήρα της ζημίας που απορρέει από την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας προς χώρα στην οποία υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποβληθεί σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση. Η αποτελεσματικότητα της προσφυγής κατά της αποφάσεως επιστροφής, η εκτέλεση της οποίας είναι ικανή, υπό αυτές τις συνθήκες, να εκθέσει τον υπήκοο τρίτης χώρας σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του, πρέπει να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η απόφαση επιστροφής δεν θα εκτελεστεί πριν η αρμόδια αρχή εξετάσει την αιτίαση περί παραβάσεως του άρθρου 5 της οδηγίας 2008/115, ερμηνευόμενου υπό το πρίσμα του άρθρου 19, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεύτερον, όσον αφορά τις εγγυήσεις που πρέπει να παράσχει κράτος μέλος, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14 της οδηγίας 2008/115, σε υπήκοο τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια έως ότου εκδοθεί η απόφαση επί της προσφυγής κατά της αποφάσεως επιστροφής η εκτέλεση της οποίας ενδέχεται να τον εκθέσει σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του, το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη αναβάλλουν την απομάκρυνση ενόσω παρέχεται ανασταλτικό αποτέλεσμα, κατά το άρθρο 13, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας. Όπως προκύπτει από την όλη οικονομία της οδηγίας αυτής, το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, πρέπει να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις στις οποίες ένα κράτος μέλος υποχρεούται να αναστείλει την εκτέλεση αποφάσεως επιστροφής μετά την άσκηση προσφυγής κατά της εν λόγω αποφάσεως. Ειδικότερα, σε τέτοιου είδους περίπτωση, το οικείο κράτος μέλος υποχρεούται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας, να καλύψει, κατά το δυνατόν τις βασικές ανάγκες υπηκόου τρίτης χώρας που πάσχει από σοβαρή ασθένεια σε περίπτωση που αυτός δεν διαθέτει τα μέσα για να καλύψει ο ίδιος τις ανάγκες του. Ειδικότερα, η παροχή επείγουσας υγειονομικής περιθάλψεως και κάθε απαραίτητης θεραπευτικής αγωγής, που προβλέπει το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας, είναι πιθανό να μην μπορεί να παραγάγει αποτελέσματα αν δεν συνοδεύεται από την κάλυψη των βασικών αναγκών του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας. Εντούτοις, επισημαίνεται ότι στα κράτη μέλη απόκειται να καθορίσουν τη μορφή που πρέπει να προσλαμβάνει η κάλυψη των βασικών αναγκών του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας. |
(βλ. σκέψεις 43‑45, 48, 50, 53, 56, 57, 59-61, 63 και διατακτ.)
Υπόθεση C‑562/13
Centre public d’action sociale d’Ottignies-Louvain-la-Neuve
κατά
Moussa Abdida
(αίτηση του cour du travail de Bruxelles
για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)
«Προδικαστική παραπομπή — Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης — Άρθρα 19, παράγραφος 2, και 47 — Οδηγία 2004/83/EΚ — Ελάχιστες απαιτήσεις για την αναγνώριση του καθεστώτος του πρόσφυγα ή του καθεστώτος επικουρικής προστασίας — Πρόσωπο που δικαιούται επικουρική προστασία — Άρθρο 15, στοιχείο βʹ — Βασανιστήρια ή απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία του αιτούντος στη χώρα καταγωγής του — Άρθρο 3 — Ευνοϊκότερες διατάξεις — Αιτών διεθνή προστασία που πάσχει από σοβαρή ασθένεια — Έλλειψη κατάλληλης θεραπευτικής αγωγής στη χώρα καταγωγής — Οδηγία 2008/115/EΚ — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Άρθρο 13 — Προσφυγή με ανασταλτικό αποτέλεσμα — Άρθρο 14 — Εγγυήσεις ενόψει της επιστροφής — Βασικές ανάγκες»
Περίληψη — Απόφαση του Δικαστηρίου (τμήμα μείζονος συνθέσεως)της 18ης Δεκεμβρίου 2014
Συνοριακοί έλεγχοι, άσυλο και μετανάστευση — Μεταναστευτική πολιτική — Επιστροφή παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών — Υπήκοος που υπόκειται σε διαδικασία επιστροφής κατά την έννοια της οδηγίας 2008/115 — Εθνική ρύθμιση που δεν προβλέπει το ανασταλτικό αποτέλεσμα προσφυγής ασκούμενης κατά αποφάσεως με την οποία διατάσσει σε υπήκοο τρίτης χώρας που πάσχει από σοβαρή ασθένεια να εγκαταλείψει το έδαφος κράτους μέλους — Εκτέλεση της εν λόγω αποφάσεως η εκτέλεση της οποίας ενδέχεται να εκθέσει τον εν λόγω υπήκοο σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του — Δεν επιτρέπεται — Μη ανάληψη των βασικών αναγκών του εν λόγω υπηκόου τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια προκειμένου να διασφαλιστεί η παροχή επείγουσας υγειονομικής περιθάλψεως και κάθε απαραίτητη θεραπευτική αγωγή έως την έκδοση αποφάσεως επί της προσφυγής — Δεν επιτρέπεται
(Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, άρθρα 19 § 2 και 47· οδηγία 2008/115 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, άρθρα 5, 12 § 1, 13 § 1 και 14 § 1, στοιχείο βʹ)
Τα άρθρα 5 και 13 της οδηγίας 2008/115, σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες στα κράτη μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών, ερμηνευόμενα υπό το πρίσμα των άρθρων 19, παράγραφος 2, και 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται σε εθνική νομοθεσία η οποία:
— |
δεν προβλέπει ότι η προσφυγή κατά αποφάσεως επιστροφής η εκτέλεση της οποίας ενδέχεται να εκθέσει τον υπήκοο τρίτης χώρας σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, και |
— |
δεν προβλέπει την κάλυψη, κατά το μέτρο του δυνατού, των βασικών αναγκών υπηκόου τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η παροχή επείγουσας υγειονομικής περιθάλψεως και κάθε απαραίτητης θεραπευτικής αγωγής θα παρασχεθούν πράγματι, κατά το διάστημα που το συγκεκριμένο κράτος μέλος υποχρεούται να αναβάλει την απομάκρυνση του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας μετά την άσκηση της εν λόγω προσφυγής. Ειδικότερα, πρώτον, όσον αφορά τα χαρακτηριστικά της προσφυγής που ασκείται κατά μιας τέτοιας αποφάσεως επιστροφής, από το άρθρο 13, παράγραφος 1, της οδηγίας 2008/115, ερμηνευόμενο σε συνδυασμό με το άρθρο 12, παράγραφος 1, αυτής, προκύπτει ότι υπήκοος τρίτης χώρας πρέπει να διαθέτει αποτελεσματικό μέσο παροχής ένδικης προστασίας κατά της αποφάσεως επιστροφής που λαμβάνεται σε βάρος του. Εντούτοις, η εν λόγω οδηγία δεν επιβάλλει η προσφυγή του άρθρου 13, παράγραφος 1, αυτής να έχει σε κάθε περίπτωση ανασταλτικό αποτέλεσμα. Τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης προσφυγής πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 47 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, η οποία αποτελεί γενική αρχή του δικαίου της Ένωσης και ορίζει ότι κάθε πρόσωπο του οποίου εθίγησαν τα δικαιώματα και οι ελευθερίες που διασφαλίζονται από το δίκαιο της Ένωσης πρέπει να έχει δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου, τηρουμένων των προϋποθέσεων που προβλέπει το εν λόγω άρθρο. Συναφώς, σε όλως εξαιρετικές περιπτώσεις στις οποίες η απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια προς χώρα στην οποία δεν υπάρχει κατάλληλη θεραπευτική αγωγή προσκρούει στην αρχή της μη επαναπροωθήσεως, τα κράτη μέλη δεν μπορούν, συμφώνως προς το άρθρο 5 της οδηγίας 2008/115, ερμηνευόμενο υπό το πρίσμα του άρθρου 19, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να προβούν στην εν λόγω απομάκρυνση. Οι εν λόγω εξαιρετικές περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από τη σοβαρότητα και τον ανεπανόρθωτο χαρακτήρα της ζημίας που απορρέει από την απομάκρυνση υπηκόου τρίτης χώρας προς χώρα στην οποία υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να υποβληθεί σε απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση. Η αποτελεσματικότητα της προσφυγής κατά της αποφάσεως επιστροφής, η εκτέλεση της οποίας είναι ικανή, υπό αυτές τις συνθήκες, να εκθέσει τον υπήκοο τρίτης χώρας σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του, πρέπει να έχει ανασταλτικό χαρακτήρα, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι η απόφαση επιστροφής δεν θα εκτελεστεί πριν η αρμόδια αρχή εξετάσει την αιτίαση περί παραβάσεως του άρθρου 5 της οδηγίας 2008/115, ερμηνευόμενου υπό το πρίσμα του άρθρου 19, παράγραφος 2, του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεύτερον, όσον αφορά τις εγγυήσεις που πρέπει να παράσχει κράτος μέλος, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14 της οδηγίας 2008/115, σε υπήκοο τρίτης χώρας πάσχοντος από σοβαρή ασθένεια έως ότου εκδοθεί η απόφαση επί της προσφυγής κατά της αποφάσεως επιστροφής η εκτέλεση της οποίας ενδέχεται να τον εκθέσει σε σοβαρό κίνδυνο οξείας και μη αναστρέψιμης επιδεινώσεως της υγείας του, το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας προβλέπει ότι τα κράτη μέλη αναβάλλουν την απομάκρυνση ενόσω παρέχεται ανασταλτικό αποτέλεσμα, κατά το άρθρο 13, παράγραφος 2, της εν λόγω οδηγίας. Όπως προκύπτει από την όλη οικονομία της οδηγίας αυτής, το άρθρο 9, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, πρέπει να καλύπτει όλες τις περιπτώσεις στις οποίες ένα κράτος μέλος υποχρεούται να αναστείλει την εκτέλεση αποφάσεως επιστροφής μετά την άσκηση προσφυγής κατά της εν λόγω αποφάσεως. Ειδικότερα, σε τέτοιου είδους περίπτωση, το οικείο κράτος μέλος υποχρεούται, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 14, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας, να καλύψει, κατά το δυνατόν τις βασικές ανάγκες υπηκόου τρίτης χώρας που πάσχει από σοβαρή ασθένεια σε περίπτωση που αυτός δεν διαθέτει τα μέσα για να καλύψει ο ίδιος τις ανάγκες του. Ειδικότερα, η παροχή επείγουσας υγειονομικής περιθάλψεως και κάθε απαραίτητης θεραπευτικής αγωγής, που προβλέπει το άρθρο 14, παράγραφος 1, στοιχείο βʹ, της εν λόγω οδηγίας, είναι πιθανό να μην μπορεί να παραγάγει αποτελέσματα αν δεν συνοδεύεται από την κάλυψη των βασικών αναγκών του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας. Εντούτοις, επισημαίνεται ότι στα κράτη μέλη απόκειται να καθορίσουν τη μορφή που πρέπει να προσλαμβάνει η κάλυψη των βασικών αναγκών του οικείου υπηκόου τρίτης χώρας. |
(βλ. σκέψεις 43‑45, 48, 50, 53, 56, 57, 59-61, 63 και διατακτ.)