This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 51998PC0320
Proposal for a Council Directive amending Directive 92/79/EEC on the approximation of taxes on cigarettes, Directive 92/80/EEC on the approximation of taxes on manufactured tobacco other than cigarettes and Directive 95/59/EC on taxes other than turnover taxes which affect the consumption of manufactured tobacco
Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/79/EOK για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα, της οδηγίας 92/80/EOK για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων και της οδηγίας 95/59/EK περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των βιομηχανοποιημένων καπνών
Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/79/EOK για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα, της οδηγίας 92/80/EOK για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων και της οδηγίας 95/59/EK περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των βιομηχανοποιημένων καπνών
/* COM/98/0320 τελικό - CNS 98/0189 */
ΕΕ C 203 της 30.6.1998, p. 16
(ES, DA, DE, EL, EN, FR, IT, NL, PT, FI, SV)
Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/79/EOK για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα, της οδηγίας 92/80/EOK για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων και της οδηγίας 95/59/EK περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των βιομηχανοποιημένων καπνών /* COM/98/0320 τελικό - CNS 98/0189 */
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 203 της 30/06/1998 σ. 0016
Πρόταση οδηγίας του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 92/79/ΕΟΚ για την προσέγγιση των φόρων στα τσιγάρα, της οδηγίας 92/80/ΕΟΚ για την προσέγγιση των φόρων στα βιομηχανοποιημένα καπνά εκτός των τσιγάρων και της οδηγίας 95/59/ΕΚ περί των φόρων, πλην των φόρων κύκλου εργασιών, οι οποίοι επιβαρύνουν την κατανάλωση των βιομηχανοποιημένων καπνών (98/C 203/10) COM(1998) 320 τελικό - 98/0189(CNS) (Υποβληθείσα από την Επιτροπή στις 18 Μαΐου 1998) ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη: τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 99, την πρόταση της Επιτροπής, τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, Εκτιμώντας: ότι στην πρώτη της έκθεση (1) σχετικά με τη διάρθρωση και τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που συντάχθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 92/79/ΕΟΚ του Συμβουλίου (2) και της οδηγίας 92/80/ΕΟΚ του Συμβουλίου (3), η Επιτροπή τόνισε μόνον ορισμένες δυσκολίες στην εφαρμογή των οδηγιών χωρίς να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις, ότι πρόσφατα πραγματοποιήθηκε μια διαδικασία διαβουλεύσεων μεταξύ των εθνικών αρχών, των οικονομικών κύκλων και των ομάδων των ενδιαφερομένων, ότι το πρώτο βήμα αυτής της διαδικασίας διαβουλεύσεων ήταν η διάσκεψη στη Λισσαβώνα, της οποίας ο στόχος ήταν να αξιολογηθούν οι επιδόσεις του ισχύοντος κοινοτικού καθεστώτος και να συνδράμει την Επιτροπή στη χάραξη της μελλοντικής πολιτικής στον τομέα του ειδικού φόρου κατανάλωσης, ότι η διαδικασία διαβουλεύσεων κατέληξε στη δεύτερη έκθεση της Επιτροπής, ότι κατά τη διάρκεια της εν λόγω διαδικασίας διαβουλεύσεων, διαπιστώθηκαν δυσχέρειες όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εφαρμοσθεί ο κανόνας της ελάχιστης επίπτωσης του 57 %. ότι για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς απαιτείται η ομοιόμορφη ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων κατά τρόπο πιο ομοιόμορφο από όλα τα κράτη μέλη, ότι για την ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς απαιτείται επίσης η θέσπιση κανόνων που είναι πιο εύκολα εφαρμόσιμοι στην πράξη, ότι πρέπει να παραχωρηθεί πάντως, στα κράτη μέλη η αναγκαία ευελιξία για τον καθορισμό και την υλοποίηση πολιτικών προσαρμοσμένων στα εθνικά δεδομένα. ότι για πρακτικούς λόγους θα πρέπει να παραχωρηθεί στα κράτη μέλη κάποια ευελιξία για την προσαρμογή της επίπτωσης του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης σε συνάρτηση με ορισμένες μεταβολές, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αφορούν και τη μεταβολή των συντελεστών του ΦΠΑ, ότι θα πρέπει να παραχωρηθεί στα κράτη μέλη η δυνατότητα εξουδετέρωσης των αποτελεσμάτων από τη μεταβολή των συντελεστών του ΦΠΑ στην επίπτωση του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης, ότι η διευκόλυνση αυτή δεν επιτρέπεται να έχει ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού ή την εσφαλμένη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, ότι η διευκόλυνση που παρέχεται στα κράτη μέλη για την εφαρμογή των οδηγιών πρέπει να διαρκεί ορισμένο χρονικό διάστημα, ότι δεν υφίστανται εμπόδια για να επιτραπεί στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ελάχιστο ειδικό φόρο κατανάλωσης για τα πούρα, τα πουράκια και τον καπνό για κάπνισμα, εφόσον η δυνατότητα αυτή υφίσταται ήδη για τα τσιγάρα και των καπνό για χειροποίητα τσιγάρα, ότι είναι αναγκαίο να θεσπισθεί διαδικασία περιοδικής εξέτασης, ότι η ισχύουσα περίοδος των δύο ετών είναι πάρα πολύ περιορισμένη για να υπάρξει το αναγκαίο διάστημα που απαιτείται όταν πραγματοποιούνται μεταβολές στη νομοθεσία των κρατών μελών, ότι για το λόγο αυτό η επανεξέταση πρέπει να πραγματοποιείται ανά πενταετία, ότι είναι αναγκαίο, προκειμένου να αποφευχθεί η μείωση των ελαχίστων κοινοτικών ορίων για τα πούρα, τα πουράκια, τον καπνό για χειροποίητα τσιγάρα και τον καπνό για κάπνισμα, να καθορισθεί ένα χρονοδιάγραμμα αυξήσεων, ότι πρέπει, κατά συνέπεια, να τροποποιηθούν οι οδηγίες 92/79/ΕΟΚ, 92/80/ΕΟΚ και 95/59/ΕΟΚ (4) του Συμβουλίου, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ: Άρθρο 1 Η οδηγία 92/79/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής: 1. Παρεμβάλλεται το εξής άρθρο 2α: «Άρθρο 2α 1. Όταν σε ένα κράτος μέλος μεταβληθεί η λιανική τιμή των τσιγάρων που ανήκουν στην κατηγορία της πλέον ζητούμενης τιμής, με αποτέλεσμα τη μείωση της επίπτωσης του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης κάτω από το επίπεδο που καθορίζεται στο άρθρο 2 πρώτο εδάφιο, το εν λόγω κράτος μέλος δύναται να μην προσαρμόσει την επίπτωση του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης μέχρι το αργότερο την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους που έπεται αυτού της μεταβολής. 2. Όταν ένα κράτος μέλος τροποποιήσει τον συντελεστή του φόρου προστιθέμενης αξίας που ισχύει για τα τσιγάρα, μπορεί να μειώσει την επίπτωση του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης κατα ένα ποσό που εκφράζεται ως ποσοστό της λιανικής τιμής και ισούται με το ποσό της αύξησης του συντελεστή του φόρου προστιθέμενης αξίας επίσης εκφραζόμενο ως ποσοστό της λιανικής τιμής, ακόμη και εάν η προσαρμογή αυτή έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της επίπτωσης του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης κάτω από το επίπεδο το οριζόμενο στο άρθρο 2. 3. Εάν, σύμφωνα με την παράγραφο 2, ένα κράτος μέλος έχει μειώσει την επίπτωση του συνολικού ελάχιστου ειδικού φόρου κατανάλωσης σε επίπεδο κατώτερο από το οριζόμενο στο άρθρο 2, πρώτο εδάφιο, αυξάνει την επίπτωση προκειμένου να επιτύχει τουλάχιστον το επίπεδο αυτό το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους που έπεται αυτού κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η μείωση.» 2. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 4 Ανά πενταετία, και για πρώτη φορά το αργότερο στις 31 Δεκεμβρίου 2002, το Συμβούλιο, βάσει σχετικής έκθεσης και, ενδεχομένως, πρότασης της Επιτροπής, εξετάζει τον ελάχιστο ειδικό φόρο κατανάλωσης που καθορίζεται στο άρθρο 2, στο άρθρο 3 παράγραφος 2 καθώς και τη διάρθρωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης όπως καθορίζεται στο άρθρο 16 της οδηγίας 95/59/ΕΚ του Συμβουλίου και αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θεσπίζει ομόφωνα τα αναγκαία μέτρα. Στην έκθεση της Επιτροπής και κατά την εξέταση του θέματος από το Συμβούλιο, λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η πραγματική αξία του επιβαλλόμενου ειδικού φόρου κατανάλωσης και οι ευρύτεροι στόχοι της Συνθήκης.» Άρθρο 2 Η οδηγία 92/80/ΕΟΚ τροποποιείται ως εξής: 1. Στο άρθρο 3, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «1. Από την 1η Ιανουαρίου 1993 το αργότερο, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν ειδικό φόρο κατανάλωσης ο οποίος μπορεί να είναι: α) είτε αναλογικός, υπολογιζόμενος στην ανώτατη τιμή λιανικής πώλησης κάθε προϊόντος που ορίζεται ελεύθερα από τους κατασκευαστές που είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα και από τους εισαγωγείς από τρίτες χώρες, σύμφωνα με το άρθρο 9 της οδηγίας 95/59/ΕΟΚ, β) είτε πάγιος, εκφραζόμενος σε ποσό ανά χιλιόγραμμο ή ενδεχομένως ανά αριθμό τεμαχίων για τα πούρα και τα πουράκια, γ) είτε μεικτός, ο οποίος περιλαμβάνει ένα στοιχείο αναλογικό και ένα πάγιο στοιχείο. Τα κράτη μέλη δύνανται να επιβάλλουν ελάχιστο ειδικό φόρο κατανάλωσης, εκφραζόμενο με τον ίδιο τρόπο όπως ο φόρος του σημείου β), εφόσον ο ειδικός φόρος κατανάλωσης εκφράζεται είτε αναλογικά είτε μικτά. Ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης, εκφραζόμενος ως ποσοστό, ή ανά χιλιόγραμμο, ή ανά αριθμό τεμαχίων, θα είναι από 1ης Ιανουαρίου 1999 τουλάχιστον ίσος είτε προς τους συντελεστές είτε προς τα ελάχιστα ποσά που ορίζονται: - για τα πούρα και τα πουράκια: σε 5 % της τιμής λιανικής πώλησης, όλων των φόρων συμπεριλαμβανομένων, ή σε 9 Ecu ανά 1 000 τεμάχια ή σε 9 Ecu ανά χιλιόγραμμο, - για τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων: σε 30 % επί της τιμής λιανικής πώλησης, όλων των φόρων συμπεριλαμβανομένων, ή σε 24 Ecu ανά χιλιόγραμμο, - για τα άλλα καπνά για κάπνισμα: σε 20 % επί της τιμής λιανικής πώλησης, όλων των φόρων συμπεριλαμβανομένων, ή σε 18 Ecu ανά χιλιόγραμμο. Από την 1η Ιανουαρίου 2001 τα ποσά των 9 Ecu για τα πούρα και τα πουράκια, των 24 Ecu για τον λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και των 18 Ecu για τα άλλα καπνά για κάπνισμα αντικαθίστανται με τα ποσά των 10 Ecu, 25 Ecu και 19 Ecu αντιστοίχως.» 2. Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 4 Ανά πενταετία, και για πρώτη φορά το αργότερο την 31 Δεκεμβρίου 2002, το Συμβούλιο, βάσει σχετικής έκθεσης και, ενδεχομένως, πρότασης της Επιτροπής, εξετάζει τους συντελεστές του ειδικού φόρου κατανάλωσης που ορίζει η παρούσα οδηγία και αφού ζητήσει τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θεσπίζει ομόφωνα τα αναγκαία μέτρα. Στην έκθεση της Επιτροπής και κατά την εξέταση του θέματος από το Συμβούλιο, λαμβάνονται υπόψη η ορθή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η πραγματική αξία του επιβαλλόμενου ειδικού φόρου κατανάλωσης και οι ευρύτεροι στόχοι της Συνθήκης.» Άρθρο 3 Το άρθρο 16 της οδηγίας 95/59/ΕΚ τροποποιείται ως εξής: 1. Παρεμβάλλεται η εξής παράγραφος 2α: «2α. Κατά παρέκκλιση της παραγράφου 2, εφόσον, και σε συνέχεια της μεταβολής του συντελεστή ΦΠΑ, μεταβληθεί η λιανική τιμή των τσιγάρων που ανήκουν στην κατηγορία της πλέον ζητούμενης τιμής σε ένα κράτος μέλος με αποτέλεσμα το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης εκφρασμένο ως ποσοστό της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης να είναι μικρότερο του 5 % ή μεγαλύτερο του 55 % της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης, το οικείο κράτος μέλος δύναται να μην προσαρμόσει το ποσό του πάγιου στοιχείου του ειδικού φόρου κατανάλωσης το αργότερο μέχρι την 1η Ιανουαρίου του δεύτερου έτους που έπεται αυτού κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιήθηκε η μεταβολή.» 2. Στην παράγραφο 3 στην πρώτη και στη δεύτερη γραμμή οι όροι «εάν ο ειδικός φόρος καταναλώσεως ή ο φόρος κύκλου εργασιών, που επιβάλλεται» αντικαθίστανται από τους όρους «εάν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλεται». Άρθρο 4 1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς την παρούσα οδηγία το αργότερο την 1η Ιανουαρίου 1999. Ενημερώνουν αμέσως σχετικά την Επιτροπή. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου, οι διατάξεις αυτές αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος αυτής της αναφοράς ορίζεται από τα κράτη μέλη. 2. Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία. Άρθρο 5 Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Άρθρο 6 Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη. (1) COM(95) 285 τελικό 13.9.1995. (2) ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 8. (3) ΕΕ L 316 της 31.10.1992, σ. 10. (4) ΕΕ L 291 της 6.12.1995, σ. 40.