This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62009CN0121
Case C-121/09: Action brought on 1 April 2009 — Commission of the European Communities v Italian Republic
Υπόθεση C-121/09: Προσφυγή της 1ης Απριλίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας
Υπόθεση C-121/09: Προσφυγή της 1ης Απριλίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας
ΕΕ C 141 της 20.6.2009, p. 29–30
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
20.6.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 141/29 |
Προσφυγή της 1ης Απριλίου 2009 — Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ιταλικής Δημοκρατίας
(Υπόθεση C-121/09)
2009/C 141/51
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Προσφεύγουσα: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (εκπρόσωποι: W. Wils και C. Cattabriga)
Καθής: Ιταλική Δημοκρατία
Αιτήματα της προσφεύγουσας
Η προσφεύγουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να διαπιστώσει ότι η Ιταλική Δημοκρατία παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από το άρθρο 7 της οδηγίας 50/314/ΕΟΚ (1)· |
— |
να καταδικάσει την Ιταλική Δημοκρατία στα δικαστικά έξοδα. |
Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα
1. |
Η Ιταλική Δημοκρατία, καθορίζοντας προθεσμία τριών μηνών, από την προβλεπόμενη ημερομηνία για την ολοκλήρωση του ταξιδιού, για την υποβολή αιτήσεως παρεμβάσεως προς το Fondo di garanzia (Ταμείο εγγυήσεων) από τον καταναλωτή ενός τουριστικού πακέτου, παρέβη τις υποχρεώσεις που έχει από το άρθρο 7 της οδηγίας 90/314. |
2. |
Το άρθρο 7 της οδηγίας 90/314 ορίζει ότι ο διοργανωτής και/ή ο πωλητής που είναι συμβαλλόμενα μέρη στη σύμβαση πρέπει να αποδείξουν ότι διαθέτουν επαρκείς εγγυήσεις για να διασφαλίσουν, σε περίπτωση αφερεγγυότητας ή πτωχεύσεως, την επιστροφή των καταβληθέντων και τον επαναπατρισμό του καταναλωτή. Κατά την ερμηνεία που έχει δοθεί στη διάταξη αυτή από την κοινοτική νομολογία, η εν λόγω διάταξη επιβάλλει στα κράτη μια υποχρέωση αποτελέσματος, η οποία συνεπάγεται ότι ο καταναλωτής τουριστικών πακέτων έχει δικαίωμα αποτελεσματικής προστασίας από τους κινδύνους αφερεγγυότητας και πτωχεύσεως των διοργανωτών, και ειδικότερα δικαίωμα επιστροφής των καταβληθέντων και επαναπατρισμού. |
3. |
Το επόμενο άρθρο 8 επιτρέπει στα κράτη μέλη να θεσπίσουν αυστηρότερους κανόνες, αλλά μόνον όταν οι κανόνες αυτοί παρέχουν μεγαλύτερη προστασία στον καταναλωτή. |
4. |
Εν προκειμένω, η επίμαχη ιταλική ρύθμιση, σύμφωνα με τα πληροφοριακά στοιχεία που οι εθνικές αρχές διαβίβασαν εντός του πλαισίου της διαδικασίας επί παραβάσει, έχει ως σκοπό να διασφαλίσει τη δυνατότητα ανακτήσεως, υπέρ του κρατικού προϋπολογισμού, των καταβληθέντων προς τους καταναλωτές και επομένως να διαφυλάξει τα δημοσιονομικά συμφέροντα του κράτους και όχι να εγγυηθεί μεγαλύτερη προστασία των καταναλωτών των τουριστικών πακέτων. |
5. |
Η Επιτροπή ναι μεν αντιλαμβάνεται το συμφέρον της Ιταλίας να διασφαλίσει μια υγιή και ισορροπημένη διαχείριση του Fondo di garanzia, διευκολύνοντας την αναγωγή του τελευταίου κατά του τουριστικού γραφείου, πλην όμως θεωρεί ότι το μέτρο αυτό, επιβάλλοντας αποκλειστική προθεσμία για την υποβολή αιτήσεως παρεμβάσεως προς το Fondo di garanzia, εισάγει μια προϋπόθεση ικανή να στερήσει τον καταναλωτή από τα δικαιώματα που εγγυάται η οδηγία 90/314. |
6. |
Είναι αλήθεια, όπως υποστηρίζουν οι ιταλικές αρχές, ότι ο καταναλωτής δύναται να υποβάλει την αίτησή του προς το Fondo di garanzia αμέσως μόλις λάβει γνώση περιστατικών που συνεπάγονται τον κίνδυνο να εμποδιστεί η εκτέλεση της συμβάσεως. Ωστόσο, για να ασκηθεί η δυνατότητα αυτή είναι αναγκαίο ο καταναλωτής να γνωρίζει τις σχετικές περιστάσεις. Πάντως, εκτός από τις περιπτώσεις όπου η πτώχευση του διοργανωτή του ταξιδιού εύκολα μπορεί να γίνει γνωστή λόγω της δημοσιεύσεως της αποφάσεως με την οποία κηρύχθηκε η πτώχευση, στις περισσότερες περιπτώσεις ο καταναλωτής αγνοεί την ακριβή περιουσιακή κατάσταση του διοργανωτή αυτού. Κατά συνέπεια, για την επιστροφή των καταβληθέντων είναι φυσιολογικό να απευθυνθεί πρώτα στον τελευταίο, αποστέλλοντάς του επιστολή, ενδεχομένως υπόμνηση, και τέλος διαταγή πληρωμής. Έτσι, υπάρχει ο κίνδυνος η τρίμηνη προθεσμία του άρθρου 5 της υπουργικής αποφάσεως 349/1999 να έχει προ πολλού παρέλθει όταν υποβάλλεται αίτηση παρεμβάσεως προς το Fondo di garanzia, οπότε ο καταναλωτής θα στερηθεί του δικαιώματος να του επιστραφούν τα καταβληθέντα. |
7. |
Για να καλύψουν την ανεπάρκεια που προσάφθηκε με την εν λόγω διαδικασία επί παραβάσει, οι ιταλικές αρχές ανακοίνωσαν πρώτα ότι θέλουν να επεκτείνουν από τρεις σε δώδεκα μήνες την προθεσμία υποβολής της αιτήσεως παρεμβάσεως προς το Fondo di garanzia, και μετά ότι θέλουν να την καταργήσουν. |
8. |
Επί πλέον, δημοσίευσαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ανακοίνωση προς τους τυχόν ενδιαφερόμενους, κατά την οποία, εν αναμονή της καταργήσεως της εν λόγω προθεσμίας, για να διασφαλιστεί η προστασία των καταναλωτών οι αιτήσεις παρεμβάσεως δύνανται να υποβληθούν οποτεδήποτε στο Fondo di garanzia. |
9. |
Η Επιτροπή θεωρεί ότι τέτοια μέτρα, μολονότι συνιστούν αξιέπαινη προσπάθεια να αρθούν οι συνέπειες της επίμαχης παραβάσεως, παρά ταύτα δεν είναι επαρκή για να εξαλειφθεί ο κίνδυνος να στερηθούν οι καταναλωτές τουριστικών πακέτων του δικαιώματός τους αποτελεσματικής προστασίας σε περίπτωση πτωχεύσεως του διοργανωτή. |
10. |
Για να διασφαλιστεί πλήρως η βεβαιότητα δικαίου, με αποτέλεσμα να μπορούν οι ιδιώτες να γνωρίζουν το πλήρες περιεχόμενο των δικαιωμάτων τους και να τα επικαλούνται ενώπιον των δικαστηρίων, οι διατάξεις μιας οδηγίας πρέπει να εφαρμόζονται με αναμφισβήτητα αποτελεσματικό, συγκεκριμένο και σαφή τρόπο, και όχι μέσω απλών διοικητικών πράξεων, που ως εκ της φύσεώς τους μπορούν να μεταβληθούν κατά το δοκούν από τις εθνικές αρχές. |
11. |
Η συνύπαρξη, στην ιταλική ρύθμιση, από τη μια πλευρά, μιας διατάξεως, που ουδέποτε καταργήθηκε ρητώς και που επιβάλλει αποκλειστική προθεσμία τριών μηνών για την υποβολή αιτήσεως παρεμβάσεως προς το Fondo di garanzia, και, από την άλλη πλευρά, ενός ανακοινωθέντος της διοικήσεως, το οποίο καλεί να μη λαμβάνεται υπόψη η προθεσμία αυτή, δημιουργεί προφανή κατάσταση αβεβαιότητας στους καταναλωτές τουριστικών πακέτων. |
(1) Οδηγία του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 1990, για τα οργανωμένα ταξίδια και τις οργανωμένες διακοπές και περιηγήσεις (EE L 158, σ. 59).