This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 62021CN0492
Case C-492/21 P: Appeal brought on 9 August 2021 by Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo against the judgment delivered on 2 June 2021 by the General Court (Seventh Chamber) in Case T-223/18, Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo v European Commission
Υπόθεση C-492/21 P: Αναίρεση που άσκησε στις 9 Αυγούστου 2021 η Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 2 Ιουνίου 2021 στην υπόθεση T-223/18, Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Υπόθεση C-492/21 P: Αναίρεση που άσκησε στις 9 Αυγούστου 2021 η Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 2 Ιουνίου 2021 στην υπόθεση T-223/18, Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
ΕΕ C 471 της 22.11.2021, p. 23–24
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
22.11.2021 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 471/23 |
Αναίρεση που άσκησε στις 9 Αυγούστου 2021 η Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo κατά της αποφάσεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (έβδομο τμήμα) στις 2 Ιουνίου 2021 στην υπόθεση T-223/18, Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
(Υπόθεση C-492/21 P)
(2021/C 471/30)
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσα: Casa Regina Apostolorum della Pia Società delle Figlie di San Paolo (εκπρόσωπος: F. Rosi, avvocato)
Αντίδικος κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή
Αιτήματα
Η αναιρεσείουσα ζητεί από το Δικαστήριο:
— |
να αναιρέσει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της 2ας Ιουνίου 2021 στην υπόθεση T-223/18, με αντικείμενο προσφυγή βάσει του άρθρου 263 ΣΛΕΕ με αίτημα την ακύρωση της απόφασης C(2017) 7973 final της Επιτροπής, της 4ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με την κρατική ενίσχυση SA.39913 (2017/NN) Ιταλία — Προβαλλόμενη αποζημίωση των δημόσιων νοσοκομείων στην περιφέρεια του Λατίου, |
— |
να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Η προσφεύγουσα προβάλλει παράβαση της υποχρέωσης αιτιολόγησης και της υποχρέωσης διεξαγωγής αποδείξεων, εσφαλμένη ερμηνεία της έννοιας της δραστηριότητας αλληλεγγύης, της έννοιας της επιχείρησης και της οικονομικής δραστηριότητας κατά το άρθρο 106 ΣΛΕΕ και ιδίως σε σχέση με τις ιταλικές ρυθμίσεις που περιέχονται στο νομοθετικό διάταγμα 229/1999, και υπογραμμίζει ότι το σύστημα χρηματοδότησης των περιφερειών από το Ιταλικό κράτος δεν εντάσσεται στο πλαίσιο ενός συστήματος αλληλεγγύης αλλά στο πλαίσιο ενός οικονομικού συστήματος υπό τους όρους που ισχύουν στο σύστημα των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος (ΥΓΟΣ).
Ειδικότερα, η προσφεύγουσα αμφισβητεί την έννοια της δράσης αλληλεγγύης την οποία προέκρινε το Γενικό Δικαστήριο στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η οποία ήταν εντελώς γενική και δεν παρέπεμπε στην ισχύουσα στην Ιταλία νομοθεσία σχετικά με τις παροχές ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο έκρινε ότι η απόφαση που εξέδωσε το Δικαστήριο στις 11 Ιουνίου 2020 στην υπόθεση Dovera τύγχανε εφαρμογής εν προκειμένω, χωρίς να προβεί σε λεπτομερή ανάλυση της μεταρρύθμισης του 1999 στην Ιταλία και, ιδίως, χωρίς να τη συγκρίνει με τη νομοθεσία που διέπει το σύστημα παροχών ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στη Σλοβακία.
Επιπλέον, η αναιρεσείουσα αμφισβητεί το ότι η έννοια της δραστηριότητας αλληλεγγύης ενδέχεται να αποκλείει την εφαρμογή του καθεστώτος του άρθρου 106 ΣΛΕΕ, δεδομένου ότι υπηρεσία που παρέχεται με τον ίδιο τρόπο, ακόμη και αν πρόκειται για μη πλήρη παροχή, μπορεί να θεωρηθεί οικονομικού χαρακτήρα, όπως και άλλες υπηρεσίες, π.χ. μεταφορές, ηλεκτρισμός, ύδρευση, τηλεφωνία κλπ., και να εμπίπτει μάλιστα στην ίδια την έννοια της ΥΓΟΣ.
Ομοίως, το Γενικό Δικαστήριο δεν διευκρινίζει ότι το κράτος μεταβιβάζει στις περιφέρειες συγκεκριμένο ποσό για χρηματοδοτήσεις και ότι στην περιφέρεια εναπόκειται, εν συνεχεία, να πληρώσει για τις υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν διάφορες επιχειρήσεις στον τομέα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, δημόσιες ή ιδιωτικές, βάσει των τιμολογίων που ισχύουν σε συνάρτηση με τις επιλογές του ασθενούς/χρήστη.
Κατά συνέπεια, οι περιφέρειες υπογράφουν συμβάσεις παραχώρησης δημοσίων υπηρεσιών με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς, πληρώνοντας τις παροχές βάσει προκαθορισμένου τιμολογίου. Κάθε οργανισμός υγείας οργανώνει τη δραστηριότητά του κατά τρόπο συγκεκριμένο και ανεξάρτητο, προκειμένου να μπορέσει να προσελκύσει ασθενείς.
Επιπλέον, ο ασθενής μπορεί να απευθυνθεί είτε σε δημόσιο οργανισμό υγείας είτε σε ιδιωτικό, προκειμένου να ζητήσει ιδιωτική παροχή υπηρεσιών, αποφεύγοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τις λίστες αναμονής που υπάρχουν στο σύστημα συμβεβλημένων παρόχων. Ως εκ τούτου, η αναιρεσείουσα αμφισβητεί τα όσα έκρινε το Γενικό δικαστήριο στην αρχή της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης: «Στην Ιταλία, η οργάνωση του υγειονομικού συστήματος επικεντρώνεται στην Εθνική Υπηρεσία Υγείας (Servizio sanitario nazionale, στο εξής: SSN). Στο πλαίσιο της SSN, οι υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης χρηματοδοτούνται ευθέως από τις εισφορές των ασφαλισμένων και από κρατικούς πόρους και, ως εκ τούτου, οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται δωρεάν ή σχεδόν δωρεάν σε όλους τους ασθενείς που είναι εγγεγραμμένοι στην SSN από δημόσιους ή ιδιωτικούς συμβεβλημένους φορείς. Η διαχείριση της SSN διασφαλίζεται ουσιωδώς από τις περιφέρειες».
Το επιχείρημα αυτό δεν αντιστοιχεί στην πραγματική οργάνωση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στην Ιταλία και στο ισχύον κανονιστικό πλαίσιο, το δε Γενικό Δικαστήριο δεν διευκρινίζει επαρκώς τον ισχυρισμό περί του ότι «οι υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης χρηματοδοτούνται ευθέως από τις εισφορές των ασφαλισμένων και από κρατικούς πόρους», ο οποίος αποτελεί μια αφηρημένη δήλωση εκτός πλαισίου.
Το Γενικό Δικαστήριο δεν εξέθεσε ούτε τι είναι οι «εισφορές των ασφαλισμένων» ούτε σε τι συνίστανται οι «κρατικοί πόροι». Ειδικότερα, το Γενικό Δικαστήριο δεν προέβη σε περαιτέρω ανάλυση του περιεχόμενου των διατάξεων που διέπουν τις ΥΓΟΣ κατά το άρθρο 106 ΣΛΕΕ, υπό το πρίσμα της απόφασης του Δικαστηρίου στην υπόθεση Altmark του 2003.
Η Επιτροπή κατ’ αρχάς και το Γενικό Δικαστήριο εν συνεχεία όφειλαν να διενεργήσουν λεπτομερή ανάλυση του συστήματος, λαμβανομένων επίσης υπόψη του γράμματος του πρωτοκόλλου 26 της Συνθήκης που αναφέρεται ειδικώς στις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος καθώς και του ότι δεν έχει διαμορφωθεί καμία ειδική έννοια για τον συγκεκριμένο τομέα των υπηρεσιών.
Εν τέλει, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί παρά μεταφορά του περιεχομένου της απόφασης της Επιτροπής, την οποία έκρινε πλήρως αιτιολογημένη.
Επομένως, ισχύουν όλες οι αιτιάσεις που λεπτομερώς προέβαλε πρωτοδίκως η αναιρεσείουσα η οποία, σε αντίθεση προς όσα έκρινε το Γενικό Δικαστήριο, προσέβαλε την απόφαση της Επιτροπής διότι ήταν εντελώς γενική και δεν παρέπεμπε στην ισχύουσα στην Ιταλία νομοθεσία.
Ούτε είναι δυνατό να εφαρμοστεί απλώς το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου στην υπόθεση Dovera.
Κατά τα λοιπά, το ζήτημα ουσίας που θέτει η αναιρεσείουσα και υπόκειται στον έλεγχο της Επιτροπής κατ’ αρχάς και του Δικαστηρίου εν συνεχεία αφορά ακριβώς αν το ιταλικό σύστημα υγείας εμπίπτει στις διατάξεις του άρθρου 106 ΣΛΕΕ και, επομένως, στο καθεστώς των ΥΓΟΣ.
Συναφώς, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Γενικό Δικαστήριο ότι δεν απεφάνθη επ’ αυτού και ως εκ τούτου η απόφασή του δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη.