Choose the experimental features you want to try

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document C2006/074/42

Υπόθεση T-423/05: Προσφυγή της 25ης Νοεμβρίου 2005 — Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες Α.Ε. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΕΕ C 74 της 25.3.2006, p. 21–22 (ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, NL, PL, PT, SK, SL, FI, SV)

25.3.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 74/21


Προσφυγή της 25ης Νοεμβρίου 2005 — Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες Α.Ε. κατά Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(Υπόθεση T-423/05)

(2006/C 74/42)

Γλώσσα διαδικασίας: ελληνική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες Α.Ε. (Αθήνα, Ελλάδα) [Εκπρόσωποι: Π. Ανέστης, T. Soames, D. Geradin, S. Mavroghenis και S. Jordan, δικηγόροι]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Να ακυρωθεί, ολικά ή μερικά, σύμφωνα με τα άρθρα 230-231 ΕΚ η προσβαλλόμενη Απόφαση C11/2004, για κρατικές ενισχύσεις που φέρεται να χορήγησε η Ελλάδα προς την Ολυμπιακή Αεροπορία Υπηρεσίες Α.Ε.

Να διατάξει την Επιτροπή να καταβάλει τα έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Στα πλαίσια της ιδιωτικοποίησης της ελληνικής κρατικής αεροπορικής εταιρείας «Ολυμπιακή Αεροπορία» τέθηκε σε λειτουργία μία νέα εταιρία («ΝΟΑ») που ανέλαβε το πτητικό έργο, ενώ στην προσφεύγουσα («ΟΑ»), παρέμειναν όλες οι άλλες δραστηριότητες, κυρίως η επίγεια εξυπηρέτηση, συντήρηση και επισκευή αεροσκαφών. Με την προσβαλλόμενη απόφαση η Επιτροπή διαπίστωσε την καταβολή προς τη ΝΟΑ και την προσφεύγουσα κρατικών ενισχύσεων από την Ελλάδα, ασυμβίβαστων προς τη συνθήκη, μεταξύ των άλλων και εξαιτίας:

υπερεκτίμησης της αξίας των στοιχείων του ενεργητικού της ΝΟΑ, κατά το χρόνο της σύστασής της,

ενέργειας από το ελληνικό Δημόσιο, ως εγγυητή, καταβολών για οφειλές της ΟΑ,

επίδειξης από το ελληνικό Δημόσιο προς την ΟΑ συνεχούς ανοχής ως προς τις οφειλές φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης

Με την προσφυγή της η προσφεύγουσα αμφισβητεί καταρχήν το σκέλος της απόφασης που αναφέρεται στην υποτιθέμενη υπερεκτίμηση των στοιχείων του ενεργητικού της ΝΟΑ κατά την σύσταση της. Επικαλείται παράβαση του άρθρου 87(1) και (3) ΕΚ και του άρθρου 253 ΕΚ (υποχρέωση αιτιολόγησης). Θεωρεί ότι εφαρμόστηκε εσφαλμένα το κριτήριο του ιδιώτη επενδυτή καθόσον η Ελληνική Δημοκρατία ενήργησε όπως θα δρούσε κάθε συνετός ιδιώτης επιχειρηματίας. Εκτιμά επίσης ότι υπήρξε λανθασμένη μεθοδολογία και συμπεράσματα αναφορικά με τον υπολογισμό του ύψους της εικαζομένης ωφέλειας. Επικαλείται ακόμη έλλειψη αιτιολογίας ως προς την ύπαρξη των προϋποθέσεων του Άρθρου 87(1) ΕΚ.

Σε ό,τι αφορά τις καταβολές ποσών από το Δημόσιο για οφειλές της η προσφεύγουσα δεν αμφισβητεί ότι έγιναν οι καταβολές αυτές, θεωρεί όμως ότι δεν ενέχουν στοιχεία κρατικής ενίσχυσης και επικαλείται σχετικά παράβαση του άρθρου 87(1) ΕΚ. Αναλυτικότερα, η προσφεύγουσα επικαλείται ότι η συνέχιση των κρατικών ενισχύσεων, στις οποίες εντάσσονται οι εν λόγω καταβολές του Ελληνικού Δημοσίου, είχε γίνει αποδεκτή από την Επιτροπή και κατ' εσφαλμένη νομική εκτίμηση η τελευταία επικαλείται το αντίθετο με την προσβαλλόμενη απόφαση. Στο ίδιο πλαίσιο η προσφεύγουσα επικαλείται πρόδηλο σφάλμα εκτιμήσεως της Επιτροπής αναφορικά με τις πληρωμές που έλαβαν χώρα πριν από την τροποποίηση κάποιων εγγυήσεων καθώς και με το χαρακτηρισμό ορισμένων πληρωμών του Δημοσίου ως κρατικών ενισχύσεων. Η προσφεύγουσα επικαλείται επίσης και ως προς αυτό το σκέλος παράβαση ουσιώδους τύπου, δηλαδή της υποχρέωσης αιτιολογίας.

Αναφορικά με τη διαπίστωση της προσβαλλόμενης απόφασης περί «συνεχιζόμενης ανοχής» της Ελλάδος έναντι της ΟΑ η προσφεύγουσα επικαλείται παράβαση του κοινοτικού δικαίου ως προς την έννοια της κρατικής ενίσχυσης, λόγω του ότι η Επιτροπή δεν εξέτασε τη συμπεριφορά της Ελλάδος υπό το πρίσμα του κριτηρίου του ιδιώτη πιστωτή και απέτυχε να ανταποκριθεί στο βάρος απόδειξης. Επικαλείται ακόμη πρόδηλη εσφαλμένη εκτίμηση αναφορικά με τον υπολογισμό και την ποσοτικοποίηση της εικαζόμενης ωφέλειας καθώς και έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας.

Τέλος, η προσφεύγουσα επικαλείται παράβαση γενικών αρχών του κοινοτικού δικαίου, δηλαδή καταρχήν του δικαιώματος ακροάσεως, το οποίο η προσφεύγουσα θεωρεί ότι παραβιάστηκε λόγω της άρνησης της Επιτροπής να χορηγήσει στην Ελληνική Δημοκρατία, και κατ' επέκταση στην ίδια την προσφεύγουσα ως άμεσα θιγόμενη, πρόσβαση στο πόρισμα που ετοίμασε μία ελεγκτική εταιρία που διόρισε η Επιτροπή. Η προσφεύγουσα επικαλείται επίσης παραβίαση της αρχής «non bis in idem» λόγω της επιβολής, με την προσβαλλομένη απόφαση, τόκων με βάση το κοινοτικό επιτόκιο επί των ποσών των ενισχύσεων που πρέπει να ανακτηθούν, στα οποία όμως περιλαμβάνονται ήδη πρόστιμα, τόκοι και προσαυξήσεις με βάση τις εθνικές διατάξεις.


Top
  翻译: