This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52011AE1184
Opinion of the European Economic and Social Committee on the Communication from the Commission to the Council, the European Parliament, the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions — Towards a comprehensive European international investment policy COM(2010) 343
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Προς μια σφαιρική ευρωπαϊκή πολιτική διεθνών επενδύσεων [COM(2010) 343]
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Προς μια σφαιρική ευρωπαϊκή πολιτική διεθνών επενδύσεων [COM(2010) 343]
ΕΕ C 318 της 29.10.2011, p. 150–154
(BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
29.10.2011 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 318/150 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Προς μια σφαιρική ευρωπαϊκή πολιτική διεθνών επενδύσεων»
[COM(2010) 343]
2011/C 318/25
Εισηγητής: ο κ. Jonathan PEEL
Στις 7 Ιουλίου 2010, και σύμφωνα με το άρθρο 304 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα:
Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών — Προς μια σφαιρική ευρωπαϊκή πολιτική διεθνών επενδύσεων
COM(2010) 343.
Το ειδικευμένο τμήμα «Εξωτερικές σχέσεις», στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών της επιτροπής, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 20 Ιουνίου 2011.
Κατά την 473η σύνοδο της ολομέλειάς της, που πραγματοποιήθηκε στις 13 και 14 Ιουλίου 2011 (συνεδρίαση της 13ης Ιουλίου 2011), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή ενέκρινε, με 123 ψήφους υπέρ, 5 ψήφους κατά και 9 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) χαιρετίζει τη νέα αρμοδιότητα της ΕΕ στον τομέα των άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) και τις δυνατότητες που αυτή παρέχει για ενισχυμένη και συνεπέστερη προστασία των επενδύσεων μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών. Επικροτείται η θέσπιση γενικού πλαισίου, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα είναι υπερβολικά περιοριστικό. Είναι ζωτικό να διατηρηθεί η ασφάλεια των επενδυτών, προς το συμφέρον τόσο των επιχειρήσεων της ΕΕ όσο και των αναπτυσσόμενων χωρών. Η ενισχυμένη διαπραγματευτική ισχύς την οποία προσφέρει η αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ πρέπει να οδηγήσει σε αναβάθμιση της θέσης της, και να επιτρέψει τη βελτίωση της πρόσβασης σε αγορές τρίτων χωρών καίριας σημασίας, προστατεύοντας συγχρόνως τους επενδυτές και βελτιώνοντας έτσι τη διεθνή μας ανταγωνιστικότητα.
1.2 Χαιρετίζουμε ιδιαίτερα τη διαβεβαίωση που περιλαμβάνεται στο κείμενο της ανακοίνωσης, σύμφωνα με την οποία η πολιτική της ΕΕ σε θέματα εμπορίου και επενδύσεων «πρέπει να προσαρμόζεται» και να είναι συμβατή με τις οικονομικές και τις λοιπές πολιτικές της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών σε θέματα «προστασίας του περιβάλλοντος, αξιοπρεπούς εργασίας, υγείας και ασφάλειας στην εργασία» καθώς και της ανάπτυξης. Η πολιτική επενδύσεων της ΕΕ επιβάλλεται να μην παραβιάζει καμία από τις εν λόγω πολιτικές: η ΕΟΚΕ ζητά να υπάρχει και από τα δύο μέρη επαρκές περιθώριο ελιγμών για κάθε μία από αυτές τις ειδικές πτυχές της βιώσιμης ανάπτυξης κατά τη σύναψη νέων συμφωνιών της ΕΕ σε θέματα επενδύσεων ή την ανανέωση των υφιστάμενων. Ομοίως, οι υποχρεώσεις των επενδυτών έναντι των απαιτήσεων της βιώσιμης ανάπτυξης πρέπει να ληφθούν πλήρως υπόψη στην προσπάθειά τους να υποστηρίξουν και να διατηρήσουν συνολικά την ανταγωνιστικότητά τους. Παρ' όλα αυτά μια αποτελεσματική επενδυτική στρατηγική της ΕΕ έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από ταχεία οικονομική αλλαγή αλλά και από μείζονες αλλαγές ως προς την οικονομική πρωτοκαθεδρία στον κόσμο.
1.3 Η ΕΟΚΕ συμφωνεί ως προς το ότι ένα ενιαίο πρότυπο για τις συμφωνίες επενδύσεων με τρίτες χώρες δεν είναι ούτε αναγκαίο ούτε επιθυμητό. Εντούτοις, οι συμφωνίες της ΕΕ σε θέματα επενδύσεων πρέπει να αποβλέπουν στον συνδυασμό ανοικτού επενδυτικού περιβάλλοντος και αποτελεσματικής προστασίας των επενδυτών της ΕΕ, με διασφάλιση της επιχειρησιακής ευελιξίας τους στις χώρες στις οποίες επενδύουν. Η ύπαρξη παρόμοιου επενδυτικού περιβάλλοντος έχει συνεπώς ουσιαστική σημασία για τους επενδυτές, προκειμένου, με την προοδευτική κατάργηση των περιορισμών στις επενδύσεις και την αποτελεσματική προστασία των επενδυτών, κυρίως μέσω της συμπερίληψης διατάξεων σχετικά με την εθνική μεταχείριση, να επωφελούνται από τη δίκαιη και ίση μεταχείριση και την ελεύθερη μεταφορά κεφαλαίων.
1.4 Ας σημειωθεί επίσης ότι κάθε προσπάθεια τερματισμού όλων των διμερών επενδυτικών συμφωνιών (BIT) που ισχύουν μεταξύ κρατών μελών εντός πέντε ετών, θα είχε τεράστιες και άμεσες αποσταθεροποιητικές συνέπειες τόσο για τις υφιστάμενες επενδύσεις, όσο και για την απασχόληση και την κοινωνική προστασία. Αυτό ασφαλώς δεν αποκλείει την εμπεριστατωμένη εξέτασή τους, στα πλαίσια σχετικής αναθεώρησης, προκειμένου να διασφαλισθεί στο μέλλον μία συνεπέστερη, πιο διαφανής και πιο εξισορροπημένη προσέγγιση της ΕΕ.
1.5 Προς τούτο, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να εκμεταλλευθεί αυτή την ευκαιρία για να βελτιώσει και να επικαιροποιήσει τις επενδυτικές συμφωνίες που διαπραγματεύεται, με βάση τις δικές της δυνάμεις και όχι απλώς μιμούμενη άλλους. Η ΕΕ πρέπει να σταθεί κριτικά απέναντι στις πρόσφατες εξελίξεις που σημειώνονται στο διεθνές δίκαιο των επενδύσεων, καθώς και στην επενδυτική πολιτική και πρακτική (συμπεριλαμβανομένης της διαιτησίας μεταξύ επενδυτή και κράτους), έτσι ώστε η προβληματική και η προσέγγισή της όσον αφορά τις μελλοντικές συμφωνίες περί επενδύσεων και κεφαλαίων επενδύσεων σε συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, να είναι και σύγχρονες και βιώσιμες.
1.6 Υποστηρίζουμε πλήρως την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να δώσει προτεραιότητα στις διαπραγματεύσεις με τις χώρες αυτές, και ειδικότερα με τις βασικές αναδυόμενες οικονομίες που αναφέρονται στο έγγραφο «Η Ευρώπη στον κόσμο», οι αγορές των οποίων προσφέρουν σημαντικές δυνατότητες ανάπτυξης, απαιτείται όμως βελτίωση της προστασίας των ξένων επενδυτών. Μολαταύτα, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη δήλωση ότι δεν πρέπει και να αποκλείεται το ενδεχόμενο μελλοντικής πολυμερούς πρωτοβουλίας.
1.7 Καλούμε επίσης την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να χρησιμοποιήσει τις συμφωνίες προστασίας επενδύσεων ως καίρια ευκαιρία για την ενθάρρυνση μακροπρόθεσμων επενδύσεων σε αναπτυσσόμενες χώρες που συνεπάγονται οικονομικά οφέλη, όπως η δημιουργία υψηλής ποιότητας θέσεων αξιοπρεπούς εργασίας, οι βελτιωμένες υποδομές και η μεταφορά γνώσεων.
1.8 Η ΕΟΚΕ εκφράζει τη λύπη της για το γεγονός ότι η ανακοίνωση δεν υπεισέρχεται σε επαρκείς λεπτομέρειες όσον αφορά το πώς η πολιτική διεθνών επενδύσεων της ΕΕ θα αλληλεπιδρά και θα συνδυάζεται με το πρόγραμμα ανάπτυξης της ΕΕ, ιδίως σε σχέση με τις χώρες ΑΚΕ, τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και τις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ).
1.9 Αν και το άνοιγμα σε αμφίδρομες άμεσες ξένες επενδύσεις έχει μέχρι στιγμής αποδειχθεί πολύ ωφέλιμο για την ΕΕ, είναι λυπηρό το γεγονός ότι το κείμενο της ανακοίνωσης αποσιωπά το ενδεχόμενο εξαγορών στρατηγικά ευαίσθητων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και εταιρειών. Ορθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι η ΕΕ θα πρέπει να είναι ένα ανοικτό επενδυτικό περιβάλλον, πρέπει όμως να εξετάσει περαιτέρω ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλισθεί και να παρακολουθείται το περιβάλλον αυτό. Πρέπει επίσης να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο περίπλοκο θέμα της αμοιβαιότητας με τρίτους στον τομέα των επενδύσεων, και ταυτοχρόνως να αποφύγει οιαδήποτε μονομερή προσέγγιση ανταλλαγών.
1.10 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι πρέπει να επιδιωχθεί η συμπερίληψη κεφαλαίων για τις επενδύσεις, όπου είναι δυνατόν, σε όλες τις ευρύτερες εμπορικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ, και ότι οι επενδύσεις πρέπει να συμπεριληφθούν στον εποπτικό ρόλο τον οποίο προβλέπεται να ασκεί η κοινωνία των πολιτών όπου οι συμφωνίες αυτού του είδους προβλέπουν τη δημιουργία φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών.
2. Ιστορικό – επενδύσεις: ένας νέος «ορίζοντας» της ΕΕ
2.1 Η ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με τίτλο «Προς μια σφαιρική ευρωπαϊκή πολιτική διεθνών επενδύσεων» ακολουθεί τη Συνθήκη της Λισσαβώνας. Το άρθρο 207 της ΣΛΕΕ εντάσσει για πρώτη φορά τις άμεσες ξένες επενδύσεις στην κοινή εμπορική πολιτική της ΕΕ, ενώ το άρθρο 206 προβλέπει ότι η Ένωση συμβάλλει στην «προοδευτική κατάργηση των περιορισμών στις (διεθνείς συναλλαγές και στις) άμεσες ξένες επενδύσεις». Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, «[η] πολιτική στον τομέα των επενδύσεων παρουσιάζεται ως ένας νέος ορίζοντας» για την κοινή εμπορική πολιτική, όμως αυτό είναι μόνον ένα πρώτο βήμα στην ανάπτυξη μιας τέτοιας πολιτικής της ΕΕ, οι δε αποκρίσεις στην ανακοίνωση θα επηρεάσουν σημαντικά τη μελλοντική της κατεύθυνση.
2.2 Με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας θεσπίζεται μια θεμελιώδους σημασίας μεταφορά εξουσιών ως προς την εξωτερική πολιτική της ΕΕ: όλες οι επιμέρους πτυχές (εμπόριο, επενδύσεις, ανάπτυξη, διεύρυνση) θα ολοκληρωθούν και θα συνδεθούν σε μεγαλύτερο βαθμό – κατά τρόπο που, αν μη τι άλλο, να διασφαλισθεί η σημαντική βελτίωση του συντονισμού.
2.3 Σκοπός της ανακοίνωσης είναι να εξετάσει «τους τρόπους με τους οποίους η Ένωση θα μπορούσε να αναπτύξει μια πολιτική διεθνών επενδύσεων που θα βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα της ΕΕ» και θα συμβάλει «στους στόχους μιας έξυπνης, διατηρήσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης που καθορίζονται στη στρατηγική για την Ευρώπη 2020», διατηρώντας συγχρόνως ένα ανοικτό επενδυτικό περιβάλλον.
2.4 Εντούτοις, δεν ζητείται από την ΕΟΚΕ να γνωμοδοτήσει επί της παράλληλης πρότασης κανονισμού που αποβλέπει στη θέσπιση ουσιαστικών μεταβατικών ρυθμίσεων σχετικά με τις υφιστάμενες διμερείς συμφωνίες επενδύσεων («BIT») των κρατών μελών – ζήτημα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για πολλούς παράγοντες, έστω κι αν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπογραμμίζει ότι δεν πρόκειται να προβεί σε εκ νέου σύνταξή τους. Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν επί του παρόντος πάνω από 1 100 BIT με 147 τρίτες χώρες, αριθμός που κυμαίνεται από 120 περίπου συμφωνίες για τη Γερμανία έως καμία για την Ιρλανδία. Από τα υπόλοιπα κράτη που ήταν μέλη της ΕΕ πριν από το 2004, μόνον η Ελλάδα και η Δανία διαθέτουν λιγότερες από 50 BIT, ενώ από τα νεότερα κράτη μέλη μόνον η Τσεχική Δημοκρατία και η Ρουμανία διαθέτουν 60 ή περισσότερες τέτοιες συμφωνίες.
2.5 Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει την αναθεώρηση των συμφωνιών που ισχύουν εντός περιόδου 5 ετών και την υποβολή σχετικής εκθέσεως προς το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Ύψιστο μέλημα πρέπει να είναι η σταθερότητα και η ασφάλεια δικαίου για τους επενδυτές. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ωστόσο πιέζεται από ορισμένες πλευρές να τερματίσει όλες τις BIT εντός πέντε ετών. Αυτό θα αποσταθεροποιούσε άμεσα και σε πολύ μεγάλο βαθμό τις υφιστάμενες επενδύσεις, με δυνητικά σοβαρές συνέπειες όχι μόνον για την απασχόληση και τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις, αλλά και για την κοινωνική προστασία και τις μελλοντικές συντάξεις ανά την Ευρώπη στις περιπτώσεις που τα οικεία συνταξιοδοτικά ταμεία έχουν πραγματοποιήσει σημαντικές επενδύσεις σε τέτοιες επιχειρήσεις. Μολαταύτα, αυτό δεν πρέπει να εμποδίσει την ΕΕ να εξετάσει τις υφιστάμενες ΒΙΤ στα πλαίσια μιας συνολικής αποτίμησης των πρόσφατων εξελίξεων στο διεθνές δίκαιο των επενδύσεων, καθώς και στην επενδυτική πολιτική και πρακτική, συμπεριλαμβανομένης της διαιτησίας μεταξύ επενδυτού και κράτους, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί μία συνεπέστερη, πιο διαφανής και πιο βιώσιμη επενδυτική πολιτική και διαπραγματευτική προσέγγιση της ΕΕ στο μέλλον.
2.6 Η νέα αρμοδιότητα της ΕΕ σχετικά με τις άμεσες ξένες επενδύσεις αναμένεται να δημιουργήσει ουσιαστικές ευκαιρίες για ισχυρότερη και συνεπέστερη προστασία των επενδύσεων μεταξύ κρατών μελών και τρίτων χωρών, καθώς και να ενθαρρύνει μακροπρόθεσμες επενδύσεις σε αναπτυσσόμενες χώρες που να συνοδεύονται από οικονομικά οφέλη, όπως η δημιουργία υψηλής ποιότητας θέσεων αξιοπρεπούς εργασίας, οι βελτιωμένες υποδομές και η μεταφορά γνώσεων. Τούτο θα συνέβαλλε επίσης και στη μείωση των ισχυρών μεταναστευτικών πιέσεων που αντιμετωπίζει σήμερα η ΕΕ.
2.7 Φυσικά, οι αποφάσεις στον τομέα των επενδύσεων λαμβάνονται με κριτήρια που καθορίζονται από την αγορά, ως επί το πλείστον όμως οι επενδύσεις υποδιαιρούνται σε δύο κατηγορίες: «πρόσβαση στην αγορά» και «προστασία». Η ανακοίνωση επικεντρώνεται πρωτίστως στην «προστασία», θίγονται όμως και άλλες πτυχές, συμπεριλαμβανομένων του ανοίγματος σε ξένους επενδυτές και της διασφάλισης της δυνατότητας των εν λόγω επενδυτών «να δραστηριοποιηθούν σε ένα ανοικτό επιχειρηματικό περιβάλλον που έχει ρυθμιστεί ορθά και δίκαια τόσο εντός όσο και εκτός των συνόρων της χώρας υποδοχής».
2.7.1 Η πρόσβαση στις αγορές επενδύσεων καλύπτεται από πολυμερείς και διμερείς συμφωνίες επιπέδου ΕΕ (οι υπηρεσίες αποτελούν καίρια συνιστώσα των υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ντόχα). Δεν είναι βέβαιο σε ποιον βαθμό οι επενδύσεις «χαρτοφυλακίου», τις οποίες το Δικαστήριο της ΕΕ περιγράφει ως «απόκτηση μετοχών στην κεφαλαιαγορά με αποκλειστική πρόθεση την τοποθέτηση χρημάτων χωρίς οποιαδήποτε πρόθεση επηρεασμού της διαχείρισης και του ελέγχου της επιχείρησης» (1), περιλαμβάνονται στο πεδίο εφαρμογής της ανακοίνωσης: το σημείο αυτό χρειάζεται διευκρίνιση, όπως και κάθε ενδεχόμενη διαφορετική μεταχείριση.
3. Άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ)
3.1 Σύμφωνα με την ανακοίνωση (και συναφείς αποφάσεις του Δικαστηρίου της ΕΕ), «σε γενικές γραμμές» οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) θεωρείται ότι περιλαμβάνουν «κάθε ξένη επένδυση η οποία χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη σταθερών και άμεσων σχέσεων με την επιχείρηση στην οποία διατίθενται τα κεφάλαια για την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας», ή «ροές κεφαλαίων από επενδυτή ο οποίος έχει την έδρα του σε μία χώρα προς επιχείρηση με έδρα σε άλλη χώρα». Ωστόσο, το γεγονός ότι δεν υπάρχει απόλυτος ορισμός παρέχει μεν μεγαλύτερη ευελιξία στην Επιτροπή, καθόσον οι συνθήκες ενδέχεται να μεταβληθούν στο μέλλον είναι όμως εξίσου πιθανό να ενισχύσει τη νομική ανασφάλεια, πράγμα που δεν ευνοεί ασφαλώς τις επενδύσεις. Ανησυχεί μήπως οι τυχόν απόπειρες περιορισμού του ορισμού των επενδύσεων ή των ξένων επενδυτών οδηγήσουν σε υπονόμευση της προστασίας των επενδυτών και σε μείωση της ευελιξίας.
3.2 Πολλοί πιστεύουν ότι τα θέματα που άπτονται των επενδύσεων μπορεί να αποκτήσουν μεγαλύτερη σημασία από το εμπόριο, ιδίως σε σχέση με την πρόσβαση στις αγορές αναδυόμενων οικονομιών. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις από επιχειρήσεις και βιομηχανίες της ΕΕ έχουν αυξηθεί εκθετικά τα τελευταία χρόνια – στο πλαίσιο της αυξανόμενης επέκτασης της παγκοσμιοποίησης. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αναλόγως του συγκριτικού κόστους παραγωγής, το βέλτιστο σημείο παραγωγής είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στην τελική αγορά, και αποκτά ιδιαίτερη σημασία με το άνοιγμα νέων αγορών, ιδίως σε βασικές αναδυόμενες οικονομίες. Η τάση αυτή είναι πιθανό να επιταχυνθεί, δεδομένου ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού και παραγωγής μπορούν να μεταφερθούν πολύ εύκολα από χώρα σε χώρα, όπως έχει ήδη συμβεί λόγω της διαφοροποίησης μεταξύ των εθνικών και περιφερειακών επιπέδων αποδοχής της χρήσης βιοτεχνολογίας.
3.2.1 Οι παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής και προμήθειας μπορούν επίσης να εξαπλωθούν σε πολλές χώρες – παραδείγματος χάριν, ένα κινητό τηλέφωνο που προορίζεται για την Ευρώπη μπορεί να κατασκευαστεί στην Κίνα, ενσωματώνοντας προηγμένη τεχνολογία η οποία εισάγεται από άλλες περιοχές της Ανατολικής Ασίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ οι εισαγωγές στην ΕΕ από την Κίνα καταγράφουν ραγδαία άνοδο τα τελευταία χρόνια (έχουν σχεδόν διπλασιαστεί, καθώς το διάστημα 2005-2008 αυξήθηκαν από 117 δισ. ευρώ σε 200 δισ. ευρώ), το συνολικό επίπεδο των εισαγωγών στην ΕΕ από την Ανατολική Ασία έχει παραμείνει αρκετά σταθερό κατά τη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας (κυμαίνεται μεταξύ 21 % και 26 %). Πριν από την είσοδο της Κίνας στον ΠΟΕ, αυτά τα προϊόντα συνήθως εισάγονταν απευθείας στην ΕΕ από άλλες χώρες. Πράγματι, πάνω από το ήμισυ των εξαγωγών της Κίνας προέρχεται από εταιρείες ξένης ιδιοκτησίας οι οποίες έχουν επενδύσει στην Κίνα – στη βιομηχανία ηλεκτρονικών το ποσοστό αυτό αγγίζει σχεδόν το 65 %.
3.3 Οι άμεσες ξένες επενδύσεις διαδραματίζουν καίριο ρόλο στη γενική στρατηγική της ΕΕ για τις επιχειρήσεις. Στην ανακοίνωση εκτίθενται οι βασικοί λόγοι για τους οποίους ισχύει αυτό. Πολλές εταιρείες της ΕΕ (π.χ. στον τομέα των ειδών κλωστοϋφαντουργίας) έχουν μεταφέρει επίσης την παραγωγή τους στην Κίνα, έτσι ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικές, γεγονός που τους επιτρέπει να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν κρίσιμες εργασίες στις χώρες καταγωγής, συγκεκριμένα στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης. Το 2009, οι εξωγενείς επενδύσεις της ΕΕ στην Κίνα ανέρχονταν συνολικά σε 5,3 δισ. ευρώ, ενώ οι κινεζικές επενδύσεις στην ΕΕ ήταν μόλις 0,3 δισ. ευρώ (2). Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, «σύμφωνα με την ανασκόπηση της τρέχουσας κατάστασης από την έρευνα για τις ΑΞΕ και την απασχόληση, δεν έχει εντοπιστεί μέχρι σήμερα μετρήσιμη αρνητική επίπτωση των εξωτερικών επενδύσεων στη συνολική απασχόληση» (3), αν και ομολογείται ότι «ενώ ο συνολικός απολογισμός είναι θετικός, υπάρχουν ασφαλώς και αρνητικές επιπτώσεις σε τομεακή, γεωγραφική ή/και ατομική βάση». Οι επιπτώσεις αυτές είναι πιθανότερο να επηρεάζουν άτομα με μειωμένα επαγγελματικά προσόντα.
3.3.1 Από την άλλη πλευρά, σημαντικές αναδυόμενες οικονομίες αρχίζουν να αυξάνουν το «σχετικό μερίδιό» τους όσον αφορά τις παγκόσμιες ροές άμεσων ξένων επενδύσεων, όπως επισημαίνεται. Η ΕΕ κατέχει την πρώτη θέση στην αγορά τόσο των εισροών όσο και των εκροών άμεσων ξένων επενδύσεων –όπως καταδεικνύει η εξαγορά εταιρειών της ΕΕ (π.χ. Corus, Volvo) από ινδικές και κινεζικές επιχειρήσεις–, παράλληλα με πολλές πασίγνωστες μάρκες, ιδίως στον τομέα της αυτοκινητοβιομηχανίας, από εταιρείες των ΗΠΑ και της Ιαπωνίας που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη.
3.3.2 Το άνοιγμα σε αμφίδρομες άμεσες ξένες επενδύσεις έχει αποδειχθεί πολύ ωφέλιμο για την ΕΕ, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, η οποία όμως αποσιωπά το ενδεχόμενο εξαγορών στρατηγικά ευαίσθητων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και εταιρειών. Γίνεται λόγος στα μέσα ενημέρωσης περί πιθανής δημιουργίας σχετικού οργάνου της ΕΕ που θα έχει την αρμοδιότητα να εξετάζει και να απορρίπτει τέτοιου είδους ξένες εξαγορές. Παραδείγματος χάριν, παρά την απαγόρευση που επιβλήθηκε στην ΕΕ το 1989 όσον αφορά τη μεταφορά υψηλής τεχνολογίας, η Κίνα άρχισε προσφάτως να επιδεικνύει ενδιαφέρον για την αγορά περιουσιακών στοιχείων (και κρατικών ομολόγων), κυρίως σε κράτη μέλη με υψηλό δημόσιο χρέος, καθώς και για την απόκτηση επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον χώρο των τεχνολογιών αιχμής. Σύμφωνα με προβλέψεις της Τράπεζας της Αγγλίας, η Κίνα ενδέχεται να διαθέτει έως το 2050 το 40 % των συνολικών αποθεματικών της G20, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό των ΗΠΑ θα φτάνει μόλις το 5 %. Τα σχετικά ζητήματα καλύπτονται από τη νομοθετική πράξη περί επενδύσεων του Καναδά (Investment Canada Act) και από την Επιτροπή Ξένων Επενδύσεων των ΗΠΑ. Ορθώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι η ΕΕ θα πρέπει να είναι ένα ανοικτό επενδυτικό περιβάλλον, πρέπει όμως να εξετάσει περαιτέρω ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλισθεί και να παρακολουθείται το περιβάλλον αυτό, ενώ οφείλει επίσης να δώσει ιδιαίτερη προσοχή στο περίπλοκο θέμα της αμοιβαιότητας με τρίτους στον τομέα των επενδύσεων, αποφεύγοντας ταυτοχρόνως οιαδήποτε μονομερή ανταλλακτική προσέγγιση.
4. Οι επενδύσεις ως τμήμα μιας ευρύτερης εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ
4.1 Η κατάρτιση μιας σφαιρικής πολιτικής διεθνών επενδύσεων της ΕΕ πρέπει να καλύπτει πολλές επιμέρους πτυχές. Οι επενδύσεις υπαγορεύονται από παραμέτρους της αγοράς, όμως η ύπαρξη ανοικτού επενδυτικού περιβάλλοντος είναι εξίσου θεμελιώδης προκειμένου να επωφελούνται οι επενδυτές από την επιχειρησιακή ευελιξία και την προοδευτική κατάργηση των περιορισμών στις επενδύσεις, καθώς και από την παροχή αποτελεσματικής προστασίας. Συνεπώς, πρέπει να υπάρχουν διατάξεις σχετικά με την εθνική μεταχείριση, τη δίκαιη και ίση μεταχείριση και την ελεύθερη μεταφορά κεφαλαίων. Αυτό είναι αναγκαίο αν επιθυμούμε την επέκταση του εμπορίου, από το οποίο «εξαρτάται η ευημερία μας» (4), με σημαντικές τρίτες χώρες και άλλες αναδυόμενες οικονομίες.
4.2 Η πολιτική στον τομέα των επενδύσεων ήταν ένα από τα «θέματα της Σιγκαπούρης», τα οποία προστέθηκαν από την ΕΕ το 1997 στην ημερήσια διάταξη του ΠΟΕ ενόψει του τότε Γύρου της Ντόχα, αλλά στη συνέχεια εγκαταλείφθηκε σε μια απόπειρα εξεύρεσης συμβιβαστικής λύσης στο Κανκούν, το 2003. Ενόψει της ανάγκης συμμετοχής των αναπτυσσόμενων χωρών, αναδείχθηκε εκ νέου ως κεντρικός στόχος της ΕΕ στο πλαίσιο της της ανακοίνωσης «Η Ευρώπη στον κόσμο», την οποία εξέδωσε το 2006 η Επιτροπή για το εμπόριο και η οποία καλύπτει τις περισσότερες από τις διαπραγματεύσεις της ΕΕ για τη σύναψη συμφωνιών ελευθέρων συναλλαγών. Η ανακοίνωση αυτή χρησιμοποιεί ως βάση τη συγκεκριμένη προσέγγιση, αναφερόμενη στις ίδιες χώρες και περιοχές, ενώ δηλώνει ότι δεν πρέπει να αποκλείεται τυχόν μελλοντική πολυμερής πρωτοβουλία (5).
4.3 Ο Καναδάς, που έχει εκφράσει ενδιαφέρον να συμπεριλάβει διατάξεις σχετικά με την προστασία των επενδύσεων στις τρέχουσες οικονομικές και εμπορικές διαπραγματεύσεις του με την ΕΕ, διατηρεί αυστηρά πρότυπα προστασίας των επενδύσεων και λαμβάνει υψηλή βαθμολογία στον «δείκτη διευκόλυνσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας» του ΠΟΕ καθώς και όσον αφορά τις ροές επενδύσεων. Εντούτοις, εκτός από τη Σιγκαπούρη, πολλές από τις υπόλοιπες χώρες που αναφέρονται στην «Παγκόσμια Ευρώπη» και στην υπό εξέταση ανακοίνωση δεν παρουσιάζουν αντίστοιχες επιδόσεις. Βάσει του δείκτη της Διεθνούς Τράπεζας, η Κίνα (με εξαίρεση το Χονγκ Κονγκ) κατέχει την 89η θέση, η Ρωσία την 120ή, η Βραζιλία την 129η και η Ινδία την 133η σε σύνολο 183 χωρών. Όσον αφορά την προστασία των επενδυτών, οι χώρες αυτές παρουσιάζουν εξίσου χαμηλές επιδόσεις. Και σε αυτό το πεδίο είναι αναγκαία η διαμόρφωση ευνοϊκού ρυθμιστικού περιβάλλοντος για τις επιχειρήσεις. Είναι εύλογο να δοθεί προτεραιότητα σε διαπραγματεύσεις με αυτές τις χώρες οι αγορές των οποίων παρουσιάζουν σημαντικές αναπτυξιακές δυνατότητες, αλλά όπου οι ξένοι επενδυτές χρειάζονται βελτιωμένη προστασία.
4.3.1 Η Σιγκαπούρη και η Ινδία έχουν επίσης ζητήσει τη συμπερίληψη κεφαλαίων για την προστασία των επενδύσεων στις υπό διαπραγμάτευση συμφωνίες ελευθέρων συναλλαγών με την ΕΕ. Θα πρέπει να επιδιωχθούν, όπως προτείνεται, χωριστές «μεμονωμένες» συμφωνίες στον τομέα των επενδύσεων τόσο με την Κίνα όσο και με τη Ρωσία (6), με τις οποίες οι γενικότερες διαπραγματεύσεις εξελίσσονται με εξαιρετικά βραδείς ρυθμούς. Εκτιμάται ότι η Ρωσία επιδεικνύει αντίστοιχο ενδιαφέρον. Στην Κίνα εξακολουθούν να υφίστανται σαφή εμπόδια για τις επιχειρήσεις της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας, τις δημόσιες προμήθειες και την τεχνολογία αιχμής. Ωστόσο, η Βραζιλία αρνείται επιμόνως να εξετάσει το ζήτημα της συμπερίληψης σχετικού κεφαλαίου για τις επενδύσεις κατά τη σύναψη συμφωνίας ελευθέρων συναλλαγών με τις χώρες της Mercosur, ενώ η προοπτική συμφωνίας με χώρες όπως η Βενεζουέλα παραμένει ανύπαρκτη.
4.4 Όπως προκύπτει σαφώς από τη μελέτη του LSE (7), η αποκλειστική αρμοδιότητα αναμένεται να ενισχύσει τον ρόλο της ΕΕ, εξέλιξη την οποία η ΕΟΚΕ επικροτεί. Επισημαίνεται δε ότι, από τη δεκαετία του '90, οι χώρες της NAFTA (Βόρεια Αμερική) έχουν καθιερώσει κανόνες στον τομέα των επενδύσεων μέσω πιο ολοκληρωμένων συμφωνιών, οι οποίες εμμέσως αποβαίνουν εις βάρος των επενδυτών της ΕΕ (αν και ορισμένες περιλαμβάνουν μερικά νεότερα κράτη μέλη). Επιπροσθέτως, υποστηρίζεται ότι η ενισχυμένη διαπραγματευτική ισχύς την οποία προσφέρει η ύπαρξη ενιαίας πολιτικής της Ένωσης «πρέπει να επιτρέψει στην ΕΕ να αποκτήσει βελτιωμένη πρόσβαση σε αγορές τρίτων χωρών καίριας σημασίας, προστατεύοντας συγχρόνως τους επενδυτές και βελτιώνοντας έτσι τη διεθνή ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης».
4.4.1 Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη θέση του LSE, σύμφωνα με την οποία η ΕΕ πρέπει να εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία, ώστε να ενημερώσει τις συμφωνίες επενδύσεων τις οποίες διαπραγματεύεται. Ωστόσο, πρέπει να αξιοποιήσει τις δικές της δυνάμεις παρά να μιμηθεί απλώς τη NAFTA.
5. Κοινωνικές και περιβαλλοντικές πτυχές των επενδύσεων
5.1 Παρά ταύτα, πολλοί φοβούνται την αυξανόμενη πολιτικοποίηση των διαπραγματεύσεων στον τομέα των επενδύσεων που είναι αναπόφευκτο να προκύψει, ιδίως λόγω της έμφασης που δίνει το άρθρο 205 της ΣΛΕΕ στην ανάγκη να διέπεται η κοινή πολιτική επενδύσεων από τις γενικές αρχές της εξωτερικής δράσης της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της βιώσιμης οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής ανάπτυξης. Η ΕΟΚΕ δεν συμμερίζεται τον φόβο αυτόν, καθώς θεωρεί ότι οι συγκεκριμένες παράμετροι είναι μείζονος σημασίας.
5.2 Οι πρόσφατες διμερείς επενδυτικές συμφωνίες της NAFTA περιλαμβάνουν πρόβλεψη προστασίας από έμμεση απαλλοτρίωση, κάτι που δεν καλύπτεται αρκετά συχνά στις αντίστοιχες επενδυτικές συμφωνίες των κρατών μελών. Χωρίς τέτοια πρόβλεψη, αυξάνεται ο κίνδυνος οι τυχόν διαφωνίες να οδηγούν σε διαδικασίες διαιτησίας – οι οποίες δεν είναι ιδιαίτερα πρόσφορες για τη διαχείριση αυτών των θεμάτων. Το ζήτημα αυτό θα απασχολήσει ιδιαιτέρως την ΕΟΚΕ σε σχέση με τη συμπερίληψη διατάξεων περί βιώσιμης ανάπτυξης και άλλων ρυθμιστικών μέτρων που είναι προφανώς προς το δημόσιο συμφέρον (8), ιδίως όταν αυτά αντιμετωπίζονται από τρίτους ως απόπειρα όρθωσης φραγμών.
5.3 Όπως σημειώθηκε ήδη, επικροτείται η διαβεβαίωση που περιλαμβάνεται στο κείμενο της ανακοίνωσης, σύμφωνα με την οποία η πολιτική της ΕΕ σε θέματα εμπορίου και επενδύσεων πρέπει να είναι συμβατή με τις υπόλοιπες πολιτικές της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των πολιτικών σε θέματα «προστασίας του περιβάλλοντος, αξιοπρεπούς εργασίας, υγείας και ασφάλειας στην εργασία» καθώς και ανάπτυξης. Η συμπερίληψη κεφαλαίων για τις επενδύσεις πρέπει να επιδιωχθεί όπου αυτό είναι δυνατόν σε ευρύτερες εμπορικές διαπραγματεύσεις της ΕΕ. Η προστασία των επενδύσεων πρέπει να συμπεριληφθεί εξίσου στον εποπτικό ρόλο τον οποίο προβλέπεται να ασκεί η κοινωνία των πολιτών όπου οι συμφωνίες αυτού του είδους προβλέπουν τη δημιουργία φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών (9).
5.4 Στην απάντησή της προς το έγγραφο με τίτλο «Η Ευρώπη στον κόσμο», η ΕΟΚΕ έχει ήδη ζητήσει τη συμπερίληψη των προτύπων του ΣΓΠ+ στις μελλοντικές συμφωνίες ελεύθερων συναλλαγών (ΣΕΣ) της ΕΕ. Αυτά περιλαμβάνουν τις 8 βασικές συμβάσεις της ΔΟΕ και τις σημαντικότερες συμβάσεις για την προστασία του περιβάλλοντος. Η παρακολούθηση αυτών των πτυχών πρέπει να συμπεριληφθεί στο περί επενδύσεων πεδίο αναφοράς όλων των ΣΟΕΣ που πρόκειται να συναφθούν, έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθούν επίσης οι πιθανότητες αθέμιτης εκμετάλλευσης, εκ μέρους της χώρας υποδοχής, πτυχών που άπτονται του περιβάλλοντος ή κοινωνικών ζητημάτων. Ωστόσο, σημειώνουμε ότι ο Καναδάς έχει επικυρώσει μόνον 5 από αυτές τις συμβάσεις της ΔΟΕ, η Κορέα 4 και οι ΗΠΑ μόλις 2.
5.4.1 Ως εκ τούτου, η ΕΟΚΕ χαιρετίζει τη σαφή δέσμευση που περιλαμβάνεται στη συμφωνία ΕΕ-Cariforum (2008) να μην υποβαθμιστούν τα περιβαλλοντικά ή εργασιακά πρότυπα με σκοπό την προσέλκυση επενδύσεων, καθώς και την πρόβλεψη, σε σχέση με τη συμπεριφορά των επενδυτών (άρθρο 72), να γίνονται σεβαστά αυτά τα πρότυπα, να αποφεύγονται πρακτικές διαφθοράς και να καλλιεργείται η διασύνδεση με τις τοπικές κοινότητες. Οι υποχρεώσεις των επενδυτών έναντι των απαιτήσεων της βιώσιμης ανάπτυξης πρέπει να λαμβάνονται πλήρως υπόψη στην προσπάθειά τους να υποστηρίξουν και να διατηρήσουν συνολικά την ανταγωνιστικότητά τους. Ομοίως, οι επενδυτές της ΕΕ πρέπει να προστατεύονται έναντι των εγχώριων ανταγωνιστών τους στο εξωτερικό, όπου ισχύουν χαμηλότερα πρότυπα.
6. Είναι οι επενδύσεις μέσον ανάπτυξης;
6.1 Ένας κρίσιμος τομέας σε σχέση με τον οποίο θεωρούμε ότι η ανακοίνωση δεν υπεισέρχεται σε επαρκείς λεπτομέρειες αφορά το πώς η πολιτική διεθνών επενδύσεων της ΕΕ θα αλληλεπιδρά και θα συνδυάζεται με το πρόγραμμα ανάπτυξης της ΕΕ, ιδίως σε σχέση με τις χώρες ΑΚΕ, τις λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και τις υπό εξέλιξη διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνιών οικονομικής εταιρικής σχέσης (ΣΟΕΣ). Ως προς την Αφρική, η προσέγγιση της ΕΕ είναι εντελώς αντίθετη από την προσέγγιση της Κίνας. Αναζητώντας νέες πηγές πρώτων υλών και εξωτερικών επενδύσεων, η Κίνα συνήψε συμπράξεις με αρκετές αφρικανικές χώρες αντιμετωπίζοντας τις συγκεκριμένες επενδύσεις ως επιχειρηματική δραστηριότητα, και όχι ως παροχή αναπτυξιακής βοήθειας.
6.2 Η ΕΕ πρέπει να ενθαρρύνει την πραγματοποίηση μακροπρόθεσμων επενδύσεων σε αναπτυσσόμενες χώρες οι οποίες θα συνοδεύονται από οικονομικά οφέλη όπως η δημιουργία υποδομών αξιοπρεπούς εργασίας και υποδομών και η μεταφορά γνώσεων. Αυτό πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της πρωτοβουλίας ΣΟΕΣ, η οποία εστιάζεται πρωτίστως στην ανάπτυξη.
6.2.1 Η ΕΟΚΕ (10) έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι η οικονομική ανάπτυξη της Αφρικής πρέπει να «εξαρτάται πρωτίστως από την εμβάθυνση της εσωτερικής αγοράς της, ώστε να μπορέσει να επιτύχει μια ενδογενή οικονομική μεγέθυνση που θα επιτρέψει τη σταθεροποίηση και την εδραίωση της θέσης της ηπείρου στην παγκόσμια οικονομία. Η περιφερειακή ολοκλήρωση και η ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς αποτελούν σημεία στήριξης, εφαλτήρια, που θα επιτρέψουν στην Αφρική να συμμετάσχει θετικά στο παγκόσμιο εμπόριο». Επαναλαμβάνουμε τη θέση αυτή όσον αφορά την πολιτική επενδύσεων της ΕΕ.
Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2011.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Staffan NILSSON
(1) Απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ, 28 Σεπτεμβρίου 2006.
(2) Στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
(3) 2010 Impact of EU outward FDI [«Αντίκτυπος των άμεσων ξένων επενδύσεων της ΕΕ 2010»], Copenhagen Economics.
(4) Η Ευρώπη στον κόσμο, παρατίθεται στο: ΕΕ C 211, 19.08.2008, σελ. 82.
(5) Οι απόψεις της ΕΟΚΕ όσον αφορά τη σχέση μεταξύ πολυμερών και διμερών συμφωνιών αναπτύσσονται εκτενέστερα στο έγγραφο CESE ΕΕ C 211, 19.08.2008, σελ. 82.
(6) Εμπόριο, ανάπτυξη και παγκόσμιες υποθέσεις, κεφάλαιο 2.1.
(7) «The EU Approach to International Investment Policy after the Lisbon Treaty» [«Η προσέγγιση της ΕΕ όσον αφορά την πολιτική διεθνών επενδύσεων μετά τη Συνθήκη της Λισαβόνας»], μελέτη του LSE και άλλων, 2010.
(8) Οι απόψεις της ΕΟΚΕ σχετικά με τις εκτιμήσεις του αντικτύπου στην αειφορία και την εμπορική πολιτική της ΕΕ παρατίθενται στο έγγραφο CESE ΕΕ C 218, 23.7.2011, σελ. 14.
(9) Στις συμφωνίες με το Φόρουμ της Καραϊβικής (ΣΟΕΣ) και την Κεντρική Αμερική (ΣΕΣ) προβλέπεται η δημιουργία φόρουμ της κοινωνίας των πολιτών, το οποίο θα παρακολουθεί την εφαρμογή της όλης συμφωνίας· το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της Κορέας, ως προς την παρακολούθηση του κεφαλαίου που αφορά τη βιώσιμη ανάπτυξη.
(10) ΕΕ C 317, 23.12.2009, σελ. 126 και ΕΕ C 255, 22.09.2010, σελ. 1.