31996D0616(01)

96/616/ΕΚ: Απόφαση της Επιτροπής της 12ης Ιουνίου 1996 σχετικά με τις ενισχύσεις που χορηγούνται από την περιφέρεια Friuli-Venezia Giulia (Ιταλία) υπό μορφή δανείων με μειωμένο επιτόκιο για την αγορά ποσοτήτων αναφοράς (γαλακτοκομικές ποσοστώσεις) (Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 274 της 26/10/1996 σ. 0026 - 0029


ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 12ης Ιουνίου 1996 σχετικά με τις ενισχύσεις που χορηγούνται από την περιφέρεια Friuli-Venezia Giulia (Ιταλία) υπό μορφή δανείων με μειωμένο επιτόκιο για την αγορά ποσοτήτων αναφοράς (γαλακτοκομικές ποσοστώσεις) (Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό) (96/616/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 93 παράγραφος 2,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 1968, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1), όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2931/95 (2), και ιδίως το άρθρο 23,

Αφού έταξε στους ενδιαφερόμενους προθεσμία για να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους (3),

Εκτιμώντας τα εξής:

Ι

Με την επιστολή της 13ης Φεβρουαρίου 1995, η Μόνιμη Αντιπροσωπεία της Ιταλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση κοινοποίησε στην Επιτροπή το σχέδιο περιφερειακού νόμου αριθ. 77 της περιφέρειας Friuli Venezia-Giulia που προβλέπει τη χορήγηση δανείων με επιδοτούμενο επιτόκιο για την αγορά ποσοστώσεων αναφοράς (γαλακτοκομικές ποσοστώσεις).

Με την επιστολή της 3ης Μαΐου 1995, η Επιτροπή ανακοίνωσε στην Ιταλία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2 της συνθήκης κατά της προαναφερθείσας ενίσχυσης.

Με την επιστολή αυτή, η Επιτροπή ενημέρωσε την ιταλική κυβέρνηση ότι έκρινε ότι, επειδή το επίμαχο μέτρο ήταν πιθανό να θίξει την κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, ήταν ασυμβίβαστο με την κοινή αγορά.

Η Επιτροπή θεώρησε, επομένως, ότι η εν λόγω ενίσχυση μπορεί να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να επηρεάσει τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και πληροί τα κριτήρια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, χωρίς να μπορεί να τύχει οιασδήποτε των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου.

Η Επιτροπή έταξε προθεσμία στην ιταλική κυβέρνηση για να υποβάλει τις παρατηρήσεις της 7 έταξε επίσης προθεσμία στα άλλα κράτη μέλη και στους λοιπούς ενδιαφερόμενους τρίτους να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

Η γαλλική κυβέρνηση υπέβαλε παρατηρήσεις με επιστολή της 31ης Ιανουαρίου 1996 7 οι παρατηρήσεις αυτές ανακοινώθηκαν στην ιταλική κυβέρνηση με επιστολή της 27ης Φεβρουαρίου 1996.

ΙΙ

Η Ιταλία, με τις επιστολές της 22ας Ιουνίου 1995, επικαλείται τα ακόλουθα επιχειρήματα:

1. η δυνατότητα οριστικής μεταφοράς των γαλακτοκομικών ποσοστώσεων έχει αναγνωρισθεί με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 (4).

Η γαλακτοκομική ποσόστωση πρέπει να θεωρηθεί ως ένα άυλο αγαθό, το οποίο ανήκει στη γεωργική εκμετάλλευση και μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο μεταφοράς μέσω σύμβασης εκχώρησης. Είναι δυνατό να θεωρηθεί ως «συντελεστής παραγωγής», κατά τον ίδιο τρόπο όπως και η εργασία, η γη και το κεφάλαιο της επιχείρησης.

Η αγορά μιας γαλακτοκομικής ποσόστωσης θα αποτελούσε πραγματική επένδυση που πραγματοποιείται από την επιχείρηση που είναι ο εκδοχέας, τελείως συγκρίσιμη με την αγορά ενός άλλου συντελεστή παραγωγής. Ως εκ τούτου, στην προκειμένη περίπτωση θα έπρεπε να εφαρμόζονται οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 (5), η τήρηση των οποίων εξασφαλίζεται με το σχέδιο νόμου που κοινοποιήθηκε 7

2. σκοπός της υπό εξέταση ενίσχυσης δεν είναι ούτε να αυξήσει τη συνολική παραγωγή γάλακτος ούτε να προσβάλει την κοινή οργάνωση αγοράς στον σχετικό τομέα.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παρασχέθηκαν με την προαναφερθείσα επιστολή, το σχέδιο νόμου που κοινοποιήθηκε εκδόθηκε εν τω μεταξύ, ως ο περιφερειακός νόμος αριθ. 4/95. Ωστόσο, οι ενισχύσεις δεν καταβλήθηκαν, εν αναμονή της τελικής απόφασης της Επιτροπής (επιστολή των ιταλικών αρχών της 9ης Φεβρουαρίου 1996).

Η γαλλική κυβέρνηση προβάλλει τα ίδια επιχειρήματα, επικαλούμενη γενικότερα την «ειδική κοινοτική ρύθμιση για τη χρηματοδότηση της απόκτησης των στοιχείων ενεργητικού» [πράγμα που δεν ευσταθεί, εφόσον δεν υφίσταται τέτοια ειδική ρύθμιση 7 η γαλλική κυβέρνηση φαίνεται ότι στην ουσία αναφέρεται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91], και προσθέτει:

i) ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 για τη θέσπιση συμπληρωματικής εισφοράς και ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων διακρίνονται ρητώς και βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο στην ιεράρχηση των νομοθετικών κανόνων [άρθρο 5γ του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68: «το καθεστώς των τιμών εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της θέσης σε εφαρμογή του καθεστώτος της συμπληρωματικής εισφοράς»] 7

ii) η μεταφορά μιας γαλακτοκομικής ποσόστωσης μπορεί να συνοδεύει την εκχώρηση ενός μεγάλου αριθμού στοιχείων ενεργητικού (γαίες, κτίρια εκμετάλλευσης, ζωικό κεφάλαιο, σφαγμένο ή ζωντανό). Μπορούμε να διαπιστώσουμε μία διαφορά αξιολόγησης των εν λόγω στοιχείων στη συναλλαγή, σε συνάρτηση με το αν σχετίζονται ή όχι με μία μεμονωμένη ποσότητα αναφοράς (ποσόστωση). Ελλείψει ενός εξωτερικού σημείου αναφοράς ως προς την αξία μιας μεμονωμένης ποσόστωσης σε καταστάσεις οι οποίες είναι άμεσα συγκρίσιμες, είναι αδύνατο, στην πράξη, να γίνει διάκριση στη χρηματοδότηση μιας τέτοιας αγοράς ενεργητικού του αντίστοιχου τμήματος κάθε στοιχείου.

ΙΙΙ

Η εν λόγω ενίσχυση, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά δυνάμει του άρθρου 92 της συνθήκης.

Όσον αφορά τα επιχειρήματα που προβάλλει η Ιταλία και που υποστηρίζει η γαλλική κυβέρνηση, η Επιτροπή διευκρινίζει τα εξής:

1) Δυνατότητα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91

Η Επιτροπή δεν μπορεί να συμμεριστεί την άποψη των ιταλικών αρχών, σύμφωνα με την οποία η αγορά μιας γαλακτοκομικής ποσόστωσης πρέπει να θεωρηθεί ως επένδυση του ιδίου τύπου με αυτές που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91.

Η οικονομική αξία των υλικών προσδιορίζεται συχνά λαμβανομένων υπόψη των άυλων αγαθών που συνδέονται με το αγαθό-επένδυση (δικαιώματα, διοικητικές εγκρίσεις, το good-will της ιδιοκτήτριας επιχείρησης), πράγμα που δεν σημαίνει ότι τα άυλα αγαθά, τα οποία μπορούν ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αποτελέσουν αντικείμενο μιας χωριστής συναλλαγής, να μπορούν να θεωρηθούν ως επενδύσεις δυνάμει του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91.

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91 αναφέρει ρητά τις επενδύσεις στον γαλακτοκομικό τομέα στο άρθρο 6, που αναφέρεται στους κατά τομείς περιορισμούς και απαγορεύσεις στους τομείς των προϊόντων που δεν βρίσκουν συνήθεις δυνατότητες διάθεσης στην αγορά. Προβλέπεται ότι κάθε επένδυση που έχει σαν αποτέλεσμα την υπέρβαση της ποσότητας αναφοράς, η οποία προσδιορίζεται δυνάμει της ρύθμισης που αφορά τη συμπληρωματική εισφορά στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, αποκλείεται, εκτός αν μία συμπληρωματική ποσότητα αναφοράς έχει προηγουμένως παρασχεθεί ή ληφθεί με μεταφορά, σύμφωνα με την ίδια ρύθμιση. Το γεγονός ότι προϋπάρχει μία ποσότητα αναφοράς είναι ένας όρος για την πραγματοποίηση της επένδυσης, και δεν μπορεί, κατά συνέπεια, να αποτελέσει το αντικείμενο της ίδιας της επένδυσης.

Η διάταξη αυτή, που εφαρμόζεται επίσης στο πλαίσιο της εξέτασης βάσει των άρθρων 92 και 93 των κρατικών επενδυσιακών ενισχύσεων στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, προβλέπει την πλήρη εφαρμογή του καθεστώτος της κοινής οργάνωσης αγοράς και δεν δικαιολογεί καμία παρέκκλιση από τις διατάξεις που διέπουν το καθεστώς αυτό, και ιδίως από την απαγόρευση που αναφέρεται στο άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 (βλέπε κατωτέρω).

2) Κοινή οργάνωση αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων

Τα άρθρα 92, 93 και 94 της συνθήκης καθίστανται εφαρμοστέα στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων βάσει του άρθρου 23 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68 περί κοινής οργανώσεως αγοράς για τα προϊόντα αυτά.

Όπως διευκρίνισε η Επιτροπή όταν κίνησε τη διαδικασία, το καθεστώς της συμπληρωματικής εισφοράς που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 856/84 του Συμβουλίου (6) και η ισχύς του οποίου ανανεώθηκε με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92, έχοντας ως στόχο την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ προσφοράς και ζήτησης γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων και των διαρθρωτικών πλεονασμάτων που προκύπτουν, αποτελεί στο εξής έναν από τους βασικούς μηχανισμούς της κοινής οργάνωσης αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων.

Ειδικότερα, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 3950/92 ορίζει την ελαστικότητα που παρέχεται στα κράτη μέλη κατά την εφαρμογή του καθεστώτος της συμπληρωματικής εισφοράς, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αναδιάρθρωση του γαλακτοκομικού τομέα. Τα κράτη μέλη διαθέτουν ήδη στο εν λόγω πλαίσιο επαρκή μέσα που ευνοούν μία αναδιάρθρωση και μία καλύτερη αποτελεσματικότητα των διαρθρώσεων παραγωγής χρησιμοποιώντας το σύστημα των αποθεματικών και ορίζοντας τους παραγωγούς που έχουν υποβάλει σχέδιο υλικής βελτίωσης, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2328/91, ως δικαιούχους της ανακατανομής των δικαιωμάτων παραγωγής. Η παροχή δανείων για την εξαγορά ποσοστώσεων δεν συγκαταλέγεται στα προβλεπόμενα μέτρα.

Στην προκειμένη περίπτωση, φαίνεται σκόπιμο να υπομνηστεί ότι, αντίθετα προς την επιβεβαίωση των γαλλικών αρχών που αναφέρεται στο σημείο i), η κοινή οργάνωση αγοράς δεν πρέπει να ανάγεται μόνο στις διατάξεις που αφορούν το καθεστώς των τιμών, αλλά, αντίθετα, αποτελείται από περισσότερους μηχανισμούς και διατάξεις, που αποτελούν στο σύνολο τους το «πλήρες πλαίσιο», ο χαρακτήρας του οποίου δεν επιτρέπει, σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής, παρεκκλίσεις, και το οποίο, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, αποκλείει κάθε εξουσία των κρατών μελών να λαμβάνουν μέτρα τα οποία θα επέτρεπαν παρεκκλίσεις ή θα έθιγαν τους μηχανισμούς και τις διατάξεις αυτές.

Η οργάνωση αγοράς στον τομέα του γάλακτος, όπως κάθε κοινή οργάνωση αγοράς στηρίζεται στην αρχή μιας ανοικτής αγοράς, στην οποία κάθε παραγωγός έχει ελεύθερη πρόσβαση και η λειτουργία της οποίας ρυθμίζει μόνο από τους μηχανισμούς που προβλέπονται από την εν λόγω οργάνωση.

Εξάλλου, η εν λόγω ενίσχυση αποτελεί παράβαση της διάταξης του άρθρου 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68, που προβλέπει την απαγόρευση κάθε ενίσχυσης, το ποσό της οποίας προσδιορίζεται σε συνάρτηση με την τιμή ή την ποσότητα των προϊόντων που διέπονται από την κοινή οργάνωση αγοράς που θεσπίζεται από τον ίδιο κανονισμό, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 92 παράγραφος 2 της συνθήκης.

Ως εκ τούτου, ακόμη και αν, όπως επιβεβαιώνουν οι ιταλικές αρχές, το εν λόγω μέτρο δεν έχει ως στόχο να θίξει την εν λόγω κοινή οργάνωση, το αποτέλεσμά του (όπως αυτό κάθε μέτρου που μπορεί να αλλοιώσει τους κανόνες λειτουργίας της αγοράς του σχετικού τομέα) είναι ακριβώς αυτό.

Λαμβανομένων υπόψη των όσων προηγήθηκαν, η Επιτροπή δεν μπορεί να δεχθεί τα επιχειρήματα που προβάλλει η Ιταλία.

IV

Η εν λόγω ενίσχυση, δεδομένου ότι αποτελεί παράβαση των κοινοτικών διατάξεων περί κοινής οργανώσεως αγοράς για τα προϊόντα που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 804/68, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.

Πληροί επίσης τους όρους που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, χωρίς να μπορεί να τύχει καμίας των παρεκκλίσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του εν λόγω άρθρου, για τους λόγους που παρατίθενται.

Σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης, είναι ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, οι ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό διά της ευνοϊκής μεταχειρίσεως ορισμένων επιχειρήσεων ή κλάδων παραγωγής.

Δεδομένου ότι έχει άμεση και έμμεση επίδραση στο κόστος που αντιμετωπίζουν οι δικαιούχοι, η σχετική ενίσχυση τους παρέχει ένα πλεονέκτημα σε σχέση με τους παραγωγούς των ίδιων προϊόντων, που δεν έχουν πρόσβαση, στην Ιταλία ή σε ένα άλλο κράτος μέλος, σε μία συγκρίσιμη ενίσχυση.

Ως εκ τούτου, το μέτρο αυτό μπορεί να αλλοιώσει τους όρους των ενδοκοινοτικών συναλλαγών των σχετικών γεωργικών προϊόντων, δεδομένου ότι οι συναλλαγές αυτές επηρεάζονται από οιαδήποτε ενίσχυση η οποία χορηγείται υπέρ της εθνικής παραγωγής. Πρόκειται, κατά συνέπεια, για μία κρατική ενίσχυση που πληροί τα κριτήρια που προβλέπονται στο άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης.

Το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης προβλέπει ότι οι ενισχύσεις που ανταποκρίνονται στα κριτήρια που ορίζει, είναι καταρχήν ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά. Παρεκκλίσεις από τον κανόνα αυτό προβλέπονται στις παραγράφους 2 και 3 του ιδίου άρθρου.

Σύμφωνα με το άρθρο 24 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 804/68, μόνο οι παρεκκλίσεις που προβλέπονται από το άρθρο 92 παράγραφος 2 θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν στη συγκεκριμένη περίπτωση. Προφανώς οι παρεκκλίσεις αυτές δεν δύνανται να εφαρμοσθούν.

Οι εν λόγω ενισχύσεις είναι κατά συνέπεια ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η ενίσχυση που προβλέπεται από τον περιφερειακό νόμο αριθ. 4/95 της περιφέρειας Friuli Venezia Giulia είναι ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 1 της συνθήκης.

Άρθρο 2

Η Ιταλία οφείλει να καταργήσει την ενίσχυση που αναφέρεται στο άρθρο 1 εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

Η Ιταλία ενημερώνει την Επιτροπή, εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία της κοινοποίησης της παρούσας απόφασης, σχετικά με τα μέτρα που έχει λάβει για να συμμορφωθεί προς την απόφαση αυτή.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 12 Ιουνίου 1996.

Για την Επιτροπή

Franz FISCHLER

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ αριθ. L 148 της 28. 6. 1968, σ. 13.

(2) ΕΕ αριθ. L 307 της 20. 12. 1995, σ. 10.

(3) ΕΕ αριθ. C 342 της 20. 12. 1995, σ. 9.

(4) ΕΕ αριθ. L 405 της 31. 12. 1992, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1552/95 (ΕΕ αριθ. L 148 της 30. 6. 1995, σ. 43)

(5) ΕΕ αριθ. L 218 της 6. 8. 1991, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2387/95 (ΕΕ αριθ. L 244 της 12. 10. 1995, σ. 50)

(6) ΕΕ αριθ. L 90 της 1. 4. 1984, σ. 10.

  翻译: