Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1398/2002 της Επιτροπής, της 31ης Ιουλίου 2002, που καθορίζει, όσον αφορά την περίοδο εμπορίας 2001/02, την πραγματική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος στην Ελλάδα καθώς και την προκύπτουσα μείωση της τιμής στόχου και προβλέπει, όσον αφορά την περίοδο εμπορίας 2001/02, τις εξαιρέσεις από ορισμένους κανόνες διαχείρισης και χορήγησης της ενίσχυσης στην Ελλάδα
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 203 της 01/08/2002 σ. 0024 - 0026
Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1398/2002 της Επιτροπής της 31ης Ιουλίου 2002 που καθορίζει, όσον αφορά την περίοδο εμπορίας 2001/02, την πραγματική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος στην Ελλάδα καθώς και την προκύπτουσα μείωση της τιμής στόχου και προβλέπει, όσον αφορά την περίοδο εμπορίας 2001/02, τις εξαιρέσεις από ορισμένους κανόνες διαχείρισης και χορήγησης της ενίσχυσης στην Ελλάδα Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη: τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, την πράξη προσχώρησης της Ελλάδας, και ιδίως το πρωτόκολλο αριθ. 4 που αφορά το βαμβάκι, όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1050/2001 του Συμβουλίου(1), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 του Συμβουλίου, της 22ας Μαΐου 2001, σχετικά με τη χορήγηση ενίσχυσης της βαμβακοπαραγωγής(2), και ιδίως το άρθρο 19 παράγραφοι 1 και 2 και το άρθρο 21, Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Το άρθρο 19 παράγραφος 2 τρίτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 προβλέπει ότι η πραγματική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος καθορίζεται με βάση τις ποσότητες για τις οποίες ζητείται ενίσχυση. Από τη συνολική ελληνική ποσότητα μη εκκοκκισμένου βάμβακος που παραδόθηκε στα εκκοκκιστήρια κατά την περίοδο 2001/02, δηλαδή από το 1354719 τόνους, οι ελληνικές αρχές ανεγνώρισαν ως επιλέξιμους για ενίσχυση 1148357 τόνους ή 1183155 τόνους μετά την προσαρμογή σύμφωνα με το κριτήριο ποιότητας που προβλέπει το άρθρο 15 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, που αποτελεί η απόδοση σε ίνες. (2) Η συνολική ποσότητα υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη παραγωγής μη εκκοκκισμένου βάμβακος που παραδίδεται στα εκκοκκιστήρια θα μπορούσε να εξομοιωθεί με την έννοια της πραγματικής παραγωγής. Ωστόσο, διαπιστώνεται γενικά ότι κατά την εφαρμογή των μηχανισμών της κοινής γεωργικής πολιτικής, η παραγωγή που λαμβάνεται υπόψη είναι αυτή η οποία πληροί τους κανονιστικούς όρους όσον αφορά την επιλεξιμότητα για ενίσχυση. Επομένως, επειδή δεν υπάρχει ειδική διευκρίνιση για το βαμβάκι δικαιολογείται να θεωρηθεί ως πραγματική παραγωγή η συνολική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη η οποία, με την επιφύλαξη του άρθρου 13 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001 της Επιτροπής που αφορά τους κανόνες εφαρμογής του καθεστώτος ενίσχυσης για το βαμβάκι(3), που παράγεται σε εκτάσεις οι οποίες έχουν δηλωθεί σύμφωνα με το άρθρο 9 του εν λόγω κανονισμού και δεν αποκλείονται από το καθεστώς ενισχύσεων δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 και παραδίδεται από τους παραγωγούς στα εκκοκκιστήρια. (3) Η ποσότητα των 206362 τόνων βάμβακος η οποία, στις 15 Μαΐου 2002, δεν είχε αναγνωρισθεί ως επιλέξιμη για ενίσχυση από τις ελληνικές αρχές περιλαμβάνει, σύμφωνα με τις πληροφορίες που διέθεσαν οι εν λόγω αρχές, 138175 τόνους οι οποίοι δεν συμμορφούνται προς τις εθνικές διατάξεις μείωσης των εκτάσεων οι οποίες θεσπίστηκαν βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 ή/και σχετικά με τις οποίες διαπιστώθηκαν ελλείψεις ή παρατυπίες στις δηλώσεις των εκτάσεων, 6376 τόνους που η ποιότητά τους δεν είναι υγιής, ανόθευτη και σύμφωνη με τα συναλλακτικά ήθη, όπως προβλέπει το άρθρο 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, 52361 τόνους που αποκλείονται εξ' αιτίας πολύ υψηλών αποδόσεων γεγονός που δείχνει ότι δεν τηρήθηκαν οι καλές γεωργικές πρακτικές και, τέλος, 9450 τόνους οι οποίοι δεν πληρούν τους όρους παράδοσης. (4) Σύμφωνα με τις πληροφορίες που κοινοποίησαν οι ελληνικές αρχές κατά την περίοδο 2001/02, η συνολική έκταση που είναι σπαρμένη με βαμβάκι ανέρχεται σε 423038 εκτάρια, ενώ η ελληνική υπουργική απόφαση αριθ. 40420 της 28ης Φεβρουαρίου 2001 περιορίζει για την εν λόγω περίοδο τις εκτάσεις που είναι επιλέξιμες για ενίσχυση σε 393770 εκτάρια. Η διαφορά των 29268 εκταρίων αφορά εκτάσεις οι οποίες δεν είναι επιλέξιμες για ενίσχυση βάσει του άρθρου 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001. Με βάση τη μέση απόδοση των 3,032 τόνων ανά εκτάριο που διαπιστώθηκε για το βαμβάκι που θεωρείται επιλέξιμο από τις ελληνικές αρχές η παραγωγή των 29268 εκταρίων εκτιμάται από την Επιτροπή σε 88741 τόνους. (5) Όσον αφορά το υπόλοιπο των 138175 τόνων, δηλαδή συνολικά 49434 τόνους, πρόκειται για βαμβάκι το οποίο παρεδόθη στο εκκοκκιστήριο βάσει δήλωσης στο ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης και ελέγχου, η οποία δεν αναφέρει το σύνολο τουλάχιστον της έκτασης που καλλιεργήθηκε πραγματικά με βαμβάκι από τον ενδιαφερόμενο παραγωγό. Προέρχεται επομένως είτε από μη δηλωμένη έκταση και συνεπώς, μη επιλέξιμη για ενίσχυση, είτε από έκταση που δηλώθηκε για άλλη καλλιέργεια αλλά στην οποία καλλιεργήθηκε βαμβάκι. Για το βαμβάκι που παρήχθη σε αντικανονικά δηλωμένη έκταση, το άρθρο 13 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001 προβλέπει ότι, με την επιφύλαξη των εθνικών διατάξεων που ισχύουν ως προς τους ενδιαφερόμενους παραγωγούς, η ενίσχυση χορηγείται στον εκκοκκιστή εφόσον πληρούνται όλοι οι υπόλοιποι όροι. Λόγω του ότι δεν είναι δυνατό να διαπιστωθεί πόσοι από τους 49434 τόνους συνδέονται άμεσα με τις παρατυπίες που διαπιστώθηκαν κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου και τις σχετικές παρτίδες, δεν πληρούνται οι όροι για την εφαρμογή του εν λόγω άρθρου. Ως εκ τούτου, πρέπει να αποκλεισθεί η ποσότητα των 49434 τόνων από την πραγματική παραγωγή. (6) Κατά συνέπεια, η ποσότητα 1210168 τόνων μπορεί να θεωρηθεί ως συνολική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος ποιότητας υγιούς ανόθευτης και σύμφωνης με τα συναλλακτικά ήθη που έχει παραχθεί σε εκτάσεις επιλέξιμες για ενίσχυση και έχει παραδοθεί από τους παραγωγούς στα εκκοκκιστήρια. Λαμβανομένης υπόψη της προσαρμογής με βάση την απόδοση σε ίνες η πραγματική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος όσον αφορά την Ελλάδα εκτιμάται για την περίοδο 2001/02, σε 1246839 τόνους. (7) Το άρθρο 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 προβλέπει ότι σε περίπτωση υπέρβασης του ορίου του 1031000 τόνων από την πραγματική παραγωγή που έχει καθορισθεί για την Ισπανία και την Ελλάδα η τιμή στόχου που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού μειώνεται σε κάθε κράτος μέλος όπου η πραγματική παραγωγή υπερβαίνει την εγγυημένη εθνική ποσότητα. Ο υπολογισμός αυτής της μείωσης διαφέρει ανάλογα με το εάν υπέρβαση της εθνικής εγγυημένης ποσότητας διαπιστώνεται τόσο στην Ισπανία όσο και στην Ελλάδα ή μόνο σε ένα από αυτά τα δύο κράτη μέλη. (8) Για την περίοδο 2001/02 η υπέρβαση έγινε τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία. Εξάλλου, στην περίπτωση που το σύνολο της πραγματικής παραγωγής στην Ελλάδα και στην Ισπανία μειωμένο κατά 1031000 τόνους υπερβαίνει τους 469000 τόνους, το ποσοστό μείωσης της τιμής στόχου ύψους 50 % αυξάνεται με βάση τους κανόνες που προβλέπει το άρθρο 7 παράγραφος 4 δεύτερη περίπτωση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001. Για την περίοδο 2001/02 η πραγματική ελληνική παραγωγή υπερβαίνει, όσον αφορά το όγδοο τμήμα, κατά 15170 τόνους την εθνική εγγυημένη παραγωγή προσαυξημένη κατά 356000 τόνους. Επομένως, η μείωση της τιμής στόχου για την Ελλάδα ανέρχεται σε 66 %. (9) Ο αποκλεισμός από το καθεστώς ενισχύσεων των 52361 τόνων βάμβακος που παρήχθη και παρεδόθη χωρίς να τηρηθούν οι καλές γεωργικές πρακτικές δεν προβλέπεται από την κοινοτική νομοθεσία. Αντιθέτως, η μη τήρηση των όρων παράδοσης όσον αφορά τους 9450 τόνους μπορεί να αποτελέσει ένα κριτήριο μη αναγνώρισης των εν λόγω ποσοτήτων ως επιλέξιμων για ενίσχυση. (10) Μεταξύ των ποσοτήτων βάμβακος που παρεδόθησαν στα εκκοκκιστήρια για την περίοδο 2001/02 αλλά δεν αναγνωρίστηκαν ως επιλέξιμες για ενίσχυση από τις ελληνικές αρχές υπάρχει επομένως μία ποσότητα 1237103 τόνων κατ' ανώτατο όριο η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιλέξιμη δυνάμει της κοινοτικής νομοθεσίας. Για τις ποσότητες αυτές κρίνεται σκόπιμο να μπορούν να κατατίθενται αιτήσεις ενίσχυσης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001, καθώς και αιτήσεις θέσης υπό έλεγχο όπως προβλέπεται από το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού. Όσον αφορά αυτές τις αιτήσεις ενίσχυσης και θέσης υπό έλεγχο κρίνεται σκόπιμο, λόγω της εκ των υστέρων κατάθεσής τους, να γίνεται παρέκκλιση από ορισμένους κανόνες διαχείρισης και υπολογισμού του ποσού της ενίσχυσης που προβλέπει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1591/2001. (11) Το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 προβλέπει ότι το ποσό της καταβλητέας ενίσχυσης είναι αυτό που ισχύει κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ενίσχυσης. Δυνάμει των μεταβατικών μέτρων που προβλέπει το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, κρίνεται σκόπιμο, όσον αφορά τις αιτήσεις ενίσχυσης στην Ελλάδα που κατετέθησαν από τότε που ετέθη σε ισχύ ο παρών κανονισμός για την περίοδο 2001/02, να γίνει εξαίρεση από αυτή τη διάταξη προκειμένου να αποφεύγεται η εκ των υστέρων επιλογή του ποσού της ενίσχυσης. Υπό αυτούς τους όρους κρίνεται σκόπιμο να προβλέπεται ότι το ποσό της ενίσχυσης είναι αυτό που ισχύει την ημέρα παράδοσης στο εκκοκκιστήριο των ποσοτήτων που αφορούν οι εν λόγω αιτήσεις. (12) Το άρθρο 14 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 προβλέπει ότι το υπόλοιπο της ενίσχυσης καταβάλλεται το αργότερο πριν από το τέλος της περιόδου εμπορίας και μετά τον υπολογισμό των ενδεχόμενων προσαρμογών της ενίσχυσης, οι οποίες προκύπτουν από την εφαρμογή του άρθρου 7 του εν λόγω κανονισμού. Οι απαραίτητες προθεσμίες σε περίπτωση νέων αιτήσεων ενίσχυσης σχετικά με τις ελληνικές ποσότητες μη εκκοκκισμένου βάμβακος που είναι επιλέξιμες για ενίσχυση κατά την περίοδο 2001/02 δεν επιτρέπουν στις ελληνικές αρχές να προβούν στην πληρωμή των υπολοίπων της ενίσχυσης πριν από τις 31 Αυγούστου 2002. Δυνάμει των μεταβατικών μέτρων που προβλέπει το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001 κρίνεται σκόπιμο συνεπώς να παραταθεί όσον αφορά την Ελλάδα η προθεσμία πληρωμής του υπολοίπου της ενίσχυσης σχετικά με την εν λόγω περίοδο. (13) Τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης των φυσικών ινών, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 1. Για την περίοδο εμπορίας 2001/02 η πραγματική παραγωγή μη εκκοκκισμένου βάμβακος για την Ελλάδα καθορίζεται σε 1246839 τόνους. 2. Το ποσό κατά το οποίο μειώνεται η τιμή στόχου για την Ελλάδα όσον αφορά την περίοδο 2001/02 καθορίζεται σε 41,670 ευρώ ανά 100 χιλιόγραμμα. Άρθρο 2 1. Κατ' εξαίρεση από τις προθεσμίες που προβλέπει το άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και το άρθρο 6 παράγραφοι 1, 3 και 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001, οι αιτήσεις ενίσχυσης και θέσης υπό έλεγχο για την περίοδο 2001/02 στην Ελλάδα μπορούν, όσον αφορά το βαμβάκι για το οποίο γίνεται λόγος στην παράγραφο 2, να κατατεθούν μέχρι τις 15 Σεπτεμβρίου 2002. Το άρθρο 14 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001 δεν ισχύει όσον αφορά τις αιτήσεις ενίσχυσης που προβλέπει το πρώτο εδάφιο. Οι αιτήσεις θέσης υπό έλεγχο που προβλέπει το πρώτο εδάφιο αναγράφουν την ημερομηνία εισόδου της ή των σχετικών ποσοτήτων στο εκκοκκιστήριο. 2. Οι αιτήσεις που προβλέπει η παράγραφος 1 αφορούν το βαμβάκι ποιότητας υγιούς, ανόθευτης και σύμφωνης προς τα συναλλακτικά ήθη: - που δεν προέρχεται από εκτάσεις οι οποίες κρίθηκαν μη επιλέξιμες για ενίσχυση δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, - που παραδόθηκε στα εκκοκκιστήρια κατά την περίοδο 2001/02 στην Ελλάδα και δεν είχε αναγνωρισθεί ως επιλέξιμο για ενίσχυση μέχρι τις 15 Μαΐου 2002, συμπεριλαμβανομένου εκείνου που δεν αποτέλεσε αντικείμενο αίτησης ενίσχυσης, - που έχει προσδιορισθεί ανά παρτίδα και έχει γίνει δειγματοληψία σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001, και στη συνέχεια εκκοκκίστηκε πριν από την 1η Σεπτεμβρίου 2002, - που καταχωρήθηκε στα λογιστικά βιβλία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1591/2001, - το οποίο, κατ' εξαίρεση ενδεχομένως από το άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, όσον αφορά κάθε ενδιαφερόμενο παραγωγό και για το σύνολο των επιλέξιμων για ενίσχυση ποσοτήτων μη εκκοκκισμένου βάμβακος που παρέδωσε κατά την περίοδο 2001/02 αγοράσθηκε με την ίδια ελάχιστη τιμή που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001. Άρθρο 3 1. Κατ' εξαίρεση από το άρθρο 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, το ποσό της ενίσχυσης που αντιστοιχεί στις αιτήσεις ενίσχυσης οι οποίες προβλέπονται από το άρθρο 2 παράγραφος 1 είναι αυτό που ισχύει κατά την ημέρα εισόδου των εν λόγω ποσοτήτων μη εκκοκκισμένου βάμβακος στο εκκοκκιστήριο. 2. Κατ' εξαίρεση από το άρθρο 14 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1051/2001, το υπόλοιπο της ενίσχυσης σχετικά με τις ποσότητες μη εκκοκκισμένου βάμβακος που κρίθηκαν επιλέξιμες για ενίσχυση όσον αφορά την περίοδο 2001/02 στην Ελλάδα μπορεί να καταβληθεί μέχρι τις 15 Οκτωβρίου 2002. Άρθρο 4 Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την έβδομη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 31 Ιουλίου 2002. Για την Επιτροπή Franz Fischler Μέλος της Επιτροπής (1) ΕΕ L 148 της 1.6.2001, σ. 1. (2) ΕΕ L 148 της 1.6.2001, σ. 3. (3) ΕΕ L 210 της 3.8.2001, σ. 12.