32003R2239

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2239/2003 του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2003, περί περατώσεως της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης και της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, όσον αφορά τα μέτρα αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2398/97 στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 333 της 20/12/2003 σ. 0003 - 0008


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2239/2003 του Συμβουλίου

της 17ης Δεκεμβρίου 2003

περί περατώσεως της μερικής ενδιάμεσης επανεξέτασης και της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, όσον αφορά τα μέτρα αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2398/97 στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού, καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (EΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας(1) (εφεξής "βασικός κανονισμός"), και ιδίως το άρθρο 9 και το άρθρο 11 παράγραφοι 2 και 3,

την πρόταση που υπέβαλε η Επιτροπή κατόπιν διαβουλεύσεως με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Α. ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ

(1) Το 1997, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2398/97(2), το Συμβούλιο επέβαλε οριστικούς δασμούς αντιντάμπινγκ κυμαινόμενους από 2,6 έως 24,7 % επί των εισαγωγών βαμβακερών πανικών κρεβατιού καταγωγής, μεταξύ άλλων, Ινδίας. Τον Μάρτιο του 2001, μετά την έγκριση, από το αρμόδιο όργανο επίλυσης διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, καθώς και της έκθεσης της ειδικής ομάδας (πάνελ) σχετικά με την υπόθεση "Ευρωπαϊκές Κοινότητες -δασμοί αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού από την Ινδία", το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1644/2001(3), τροποποίησε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2398/97, μειώνοντας το δασμολογικό συντελεστή που εφαρμόζεται στην Ινδία και σε ορισμένες ινδικές εταιρείες σε 0 έως 9,8 % και αναστέλλοντας την εφαρμογή του. Τον Απρίλιο του 2002, το Συμβούλιο, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 696/2002(4), επιβεβαίωσε τον οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού, καταγωγής Ινδίας, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2398/97, όπως τροποποιήθηκε και ανεστάλη από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1644/2001.

Β. ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ

(2) Τον Ιανουάριο του 2002, η Επιτροπή παρέλαβε αίτηση για ενδιάμεση επανεξέταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2398/97 σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Η αίτηση υποβλήθηκε από την Committee of the Cotton and Allied Textile Industries of the European Community (εφεξής Eurocoton ή "ο αιτών"), για λογαριασμό των παραγωγών που αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής βαμβακερών πανικών κρεβατιού. Στην αίτησή του, ο αιτών υποστήριζε ότι έχει επέλθει σημαντική μεταβολή των συνθηκών όσον αφορά την πρακτική ντάμπινγκ.

(3) Τον Σεπτέμβριο του 2002, μετά τη δημοσίευση ανακοίνωσης για επικείμενη λήξη των ισχυόντων μέτρων αντιντάμπινγκ(5), η Επιτροπή παρέλαβε αίτηση για επανεξέταση σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού από την Eurocoton, η οποία αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής κοινοτικής παραγωγής βαμβακερών πανικών κρεβατιού. Η αίτηση βασιζόταν στο επιχείρημα ότι η λήξη της ισχύος των μέτρων ήταν πιθανόν να οδηγήσει στη συνέχιση ή την επανάληψη του ντάμπινγκ και της ζημίας που προκλήθηκε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

Γ. ΕΡΕΥΝΑ

1. ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(4) Η Επιτροπή εξέτασε τα αποδεικτικά στοιχεία που υπέβαλε ο αιτών και θεώρησε ότι είναι επαρκή ώστε να δικαιολογείται η έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης και επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 παράγραφοι 2 και 3 του βασικού κανονισμού. Κατόπιν διαβουλεύσεων με τη συμβουλευτική επιτροπή, η Επιτροπή κίνησε δύο έρευνες με ανακοινώσεις που δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων(6). Η ενδιάμεση επανεξέταση περιορίσθηκε στην εξέταση του ντάμπινγκ.

(5) Η Επιτροπή ενημέρωσε επισήμως τον αιτούντα, τους παραγωγούς της χώρας εξαγωγής και τους αντιπροσώπους τους για την έναρξη ενδιάμεσης επανεξέτασης και επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων και παρέσχε στα άμεσα ενδιαφερόμενα μέρη την ευκαιρία να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση.

(6) Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς στην Ινδία, καθώς και παραγωγοί, χρήστες και εισαγωγείς-έμποροι της Κοινότητας, γνωστοποίησαν γραπτώς τις απόψεις τους. Όλα τα μέρη που το ζήτησαν έγιναν δεκτά σε ακρόαση εντός των προθεσμιών που είχαν καθορισθεί στις ανακοινώσεις για την έναρξη διαδικασίας που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 4, τα οποία απέδειξαν ότι υπάρχουν ειδικοί λόγοι για τους οποίους θα έπρεπε να ακουσθούν.

1.1. Περίοδος της έρευνας

(7) Η περίοδος της έρευνας για την πρακτική ντάμπινγκ κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως τις 31 Δεκεμβρίου 2001 (εφεξής "η περίοδος της έρευνας" ή "ΠΕ").

1.2. Επιλογή του δείγματος

(8) Λαμβανομένου υπόψη του μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στην οικεία χώρα εξαγωγής και σύμφωνα με το άρθρο 17 του βασικού κανονισμού, κρίθηκε σκόπιμο να χρησιμοποιηθούν τεχνικές δειγματοληψίας. Για την επιλογή του δείγματος, κλήθηκαν οι παραγωγοί-εξαγωγείς, δυνάμει του άρθρου 17 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, να αναγγελθούν εντός δεκαπέντε ημερών από την έναρξη της διαδικασίας και να παράσχουν πληροφορίες σχετικά με τις εξαγωγές τους στην Κοινότητα κατά την περίοδο της έρευνας, τον εγχώριο κύκλο εργασιών τους, καθώς και τις επωνυμίες και δραστηριότητες όλων των συνδεδεμένων εταιρειών στον τομέα του υπό εξέταση προϊόντος. Η Επιτροπή ήλθε επίσης σε επικοινωνία με τις ινδικές αρχές προς τον σκοπό αυτό.

(9) Ενενήντα τέσσερις παραγωγοί-εξαγωγείς δέχθηκαν να συμπεριληφθούν στο δείγμα και προσκόμισαν τα απαιτούμενα στοιχεία εντός της ταχθείσας προθεσμίας. Οκτώ από αυτούς συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα. Για την επιλογή του δείγματος, ελήφθησαν υπόψη τα ακόλουθα κριτήρια: ο όγκος των εξαγωγικών πωλήσεων που πραγματοποίησε η εταιρεία στην Κοινότητα και η ύπαρξη εγχώριων πωλήσεων. Οι παραγωγοί-εξαγωγείς που δεν συμπεριλήφθηκαν τελικά στη δειγματοληψία, πληροφορήθηκαν ότι ο ενδεχόμενος δασμός αντιντάμπινγκ που θα επιβαλλόταν στις εξαγωγές τους θα υπολογιζόταν σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού, δηλαδή δεν θα υπερέβαινε το μέσο σταθμισμένο περιθώριο ντάμπινγκ που επρόκειτο να καθορισθεί για τις εταιρείες που επελέγησαν για τη δειγματοληψία. Η επιλογή του δείγματος έγινε σε συντονισμό με τους αντιπροσώπους των παραγωγών-εξαγωγέων και με τις ινδικές αρχές. Η έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου που αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 1 κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η μέθοδος υπολογισμού των εξόδων πώλησης, των γενικών και διοικητικών εξόδων, καθώς και των κερδών με βάση το σταθμισμένο μέσο όρο των ποσών των δαπανών και των κερδών που πραγματοποίησαν οι λοιποί εξαγωγείς ή παραγωγοί, μπορεί να εφαρμοσθεί μόνον εάν υπάρχουν στοιχεία για περισσότερους από έναν εξαγωγείς ή παραγωγούς. Επομένως, κρίθηκε σκόπιμο να συμπεριληφθούν στο δείγμα δύο εταιρείες με εγχώριες πωλήσεις. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι, δύο μόνον από τους 94 παραγωγούς που αναγγέλθηκαν πραγματοποιούσαν εγχώριες πωλήσεις. Ωστόσο, η δεύτερη εταιρεία, η οποία είχε δεχθεί αρχικά να συνεργασθεί στην έρευνα, εν συνεχεία απέσυρε τη συνεργασία της. Επομένως, το δείγμα έπρεπε να τροποποιηθεί και, τελικά, περιέλαβε επτά εταιρείες, εκ των οποίων οι έξι πραγματοποιούσαν εξαγωγικές μόνο πωλήσεις και μία πραγματοποιούσε τόσο εξαγωγικές όσο και εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος.

(10) Ο αιτών υποστήριξε ότι η έλλειψη συνεργασίας μιας από τις εταιρείες που πραγματοποιούσε εγχώριες πωλήσεις θα έπρεπε να οδηγήσει στην εφαρμογή του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού. Εν προκειμένω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού εφαρμόσθηκε πράγματι όσον αφορά την εν λόγω εταιρεία (βλέπε κατωτέρω, αιτιολογική σκέψη 30). Επιπλέον, το δείγμα εξακολουθούσε να είναι αντιπροσωπευτικό, δεδομένου ότι η μη συνεργασθείσα εταιρεία κατείχε ιδιαίτερα περιορισμένο μερίδιο εξαγωγών και ότι, ακόμη και χωρίς αυτήν, το δείγμα εξακολουθούσε να ισοδυναμεί με το 43 % των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος με προορισμό την Κοινότητα που πραγματοποιήθηκαν κατά την ΠΕ. Εξάλλου, η άρνηση συνεργασίας της εταιρείας αυτής δεν επηρέασε τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ για τις εταιρείες που είχαν συμπεριληφθεί στο δείγμα. Επομένως, το επιχείρημα αυτό απορρίφθηκε.

1.3. Ατομική εξέταση των εταιρειών που δεν επιλέχθηκαν για τη δειγματοληψία

(11) Μια συνεργασθείσα εταιρεία που δεν επιλέχθηκε στη δειγματοληψία ζήτησε να υπολογισθεί ατομικό περιθώριο ντάμπινγκ, σύμφωνα με το άρθρο 17 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, επισυνάπτοντας στην αίτησή της απάντηση στο ερωτηματολόγιο, η οποία διαβιβάσθηκε εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας. Η αίτηση αυτή κρίθηκε αποδεκτή στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας.

1.4. Ενδιαφερόμενα μέρη και επιτόπιες επαληθεύσεις

(12) Η Επιτροπή έστειλε ερωτηματολόγιο στις εταιρείες που επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία και έλαβε πλήρεις απαντήσεις εμπροθέσμως. Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσδιορισμό του ντάμπινγκ και διεξήγαγε επιτόπιες επαληθεύσεις στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών που επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία:

- The Bombay Dyeing & Manufacturing Co. Ltd, Mumbai,

- Nowrosjee Wadia & Sons, Mumbai,

- Prakash Cotton Mills Pvt. Ltd, Mumbai,

- Texcellence Overseas, Mumbai,

- Vigneshwara Exports Limited, Mumbai.

(13) Λόγω της πολιτικής κατάστασης στην Ινδία, ακυρώθηκε η επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις των Jindal Worldwide Ltd, Ahmedabad and Mahalaxmi Exports, Ahmedabad. Ωστόσο, παρότι δεν διενεργήθηκε επιτόπια επαλήθευση, τα στοιχεία που προσεκόμισαν οι εν λόγω εταιρείες χρησιμοποιήθηκαν. Εν προκειμένω, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι εξαγωγικές τιμές των εν λόγω εταιρειών ήταν ανάλογες προς τις τιμές των λοιπών ινδικών εταιρειών με παρόμοια διάρθρωση (δηλαδή, ως επί το πλείστον εταιρείες με εξαγωγικό μόνο προσανατολισμό) που αποτέλεσαν αντικείμενο της έρευνας. Επιπλέον, διενεργήθηκαν ορισμένες επαληθεύσεις μέσω διαφόρων εισαγωγέων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (με διασταυρωμένο έλεγχο των τιμολογίων) χωρίς να διαπιστωθούν παρατυπίες όσον αφορά τις τιμές εξαγωγής που πραγματοποιήθηκαν από την Jindal Worldwide Ltd, Ahmedabad and Mahalaxmi Exports, Ahmedabad.

(14) Η Επιτροπή διεξήγαγε επίσης επιτόπια επαλήθευση στις εγκαταστάσεις της εταιρείας Divya Textiles, Mumbai, η οποία ζήτησε ατομική εξέταση, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 11.

2. ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(15) Το υπό εξέταση προϊόν είναι το ίδιο με το προϊόν της αρχικής έρευνας, και ορισμένα πανικά κρεβατιού από ίνες βαμβακιού, είτε αμιγείς είτε σύμμεικτες με τεχνητές ίνες ή λινάρι (χωρίς να κυριαρχεί η ίνα από λινάρι), λευκασμένα, βαμμένα ή τυπωμένα, καταγωγής Ινδίας, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 6302 21 00 (κωδικοί Taric 6302 21 00 81, 6302 21 00 89 ), ex 6302 22 90 (κωδικός Taric 6302 22 90 19 ), ex 6302 31 10 (κωδικός Taric 6302 31 10 90 ), ex 6302 31 90 (κωδικός Taric 6302 31 90 90 ), ex 6302 32 90 (κωδικός Taric 6302 32 90 19 ).

3. ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

(16) Καθορίσθηκε ότι τα βαμβακερά πανικά κρεβατιού που πωλούνται στην ινδική αγορά και εκείνα που εξάγονται από την Ινδία προς την Κοινότητα είναι ακριβώς τα ίδια ή παρουσιάζουν σημαντική ομοιότητα μεταξύ τους ως προς τα φυσικά χαρακτηριστικά τους και τις τελικές χρήσεις τους. Επομένως, θα πρέπει να θεωρηθούν ως ομοειδή προϊόντα κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

Δ. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ

1. ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΑΞΙΑ

1.1. Εταιρείες που επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία

(17) Καταρχάς υπενθυμίζεται ότι μία μόνον από τις επτά εταιρείες που επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία πραγματοποιούσε εγχώριες πωλήσεις. Από τις υπόλοιπες έξι εταιρείες της δειγματοληψίας, μία μόνον πραγματοποιούσε πωλήσεις προϊόντων που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων (άλλα είδη από βαμβάκι).

(18) Διαπιστώθηκε ότι κανένας από τους τύπους βαμβακερών πανικών κρεβατιού που πωλήθηκε στην ινδική αγορά από τη μοναδική εταιρεία που πραγματοποιούσε εγχώριες πωλήσεις δεν ήταν άμεσα συγκρίσιμος με τους τύπους που εξήχθησαν στην Κοινότητα, λόγω των ποιοτικών διαφορών πολυάριθμων διαφορετικών τύπων διαφορετικών. Επιπλέον, οι τυχόν απαιτούμενες προσαρμογές για τη διασφάλιση της συγκρισιμότητας θα έπρεπε να πραγματοποιηθούν με βάση εκτιμήσεις. Συνεπώς, η κανονική αξία κατασκευάστηκε με βάση το κόστος παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος συν τα συναφή έξοδα ΠΓ & Δ και το κέρδος επί των πωλήσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

(19) Όσον αφορά τις λοιπές εταιρείες, λόγω ελλείψεως εγχωρίων πωλήσεων του ομοειδούς προϊόντος, εξετάσθηκε καταρχάς το ενδεχόμενο να καθορισθεί η κανονική αξία με βάση τις εγχώριες τιμές της εταιρείας που πραγματοποιούσε εγχώριες πωλήσεις, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού. Ωστόσο, δεν ήταν δυνατό να γίνει σύγκριση μεταξύ των τύπων των προϊόντων που πωλήθηκαν στην εγχώρια αγορά και των τύπων που εξήχθησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τις υπόλοιπες εταιρείες. Επομένως, για όλες τις υπόλοιπες συνεργασθείσες εταιρείες, επειδή δεν υπήρχαν εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος, η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευασθεί.

(20) Βάσει των ανωτέρω, η κατασκευασθείσα κανονική αξία καθορίσθηκε, για καθεμία από τις εταιρείες που συμπεριλήφθηκαν στο δείγμα, με βάση το κόστος παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού. Όσον αφορά τα ΠΓ & Δ και τα κέρδη, δεν μπόρεσε να χρησιμοποιηθεί η δυνατότητα του άρθρου 2 παράγραφος 6 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού (σταθμισμένος μέσος όρος των πραγματικών ποσών που έχουν καθορισθεί για άλλους εξαγωγείς ή παραγωγούς όσον αφορά την παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος στην εγχώρια αγορά της χώρας καταγωγής).

(21) Όσον αφορά τους λοιπούς παραγωγούς-εξαγωγείς, συμπεριλαμβανομένης της εταιρείας που πραγματοποίησε εγχώριες πωλήσεις της ίδιας γενικής κατηγορίας προϊόντων, τα έξοδα ΠΓ & Δ καθορίσθηκαν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, λαμβανομένων υπόψη των συμπερασμάτων των εκθέσεων που ενέκρινε το αρμόδιο όργανο επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ. Επομένως, τα ΠΓ & Δ καθορίσθηκαν με βάση τη σταθμισμένη μέση αξία των ΠΓ & Δ της μοναδικής εταιρείας που πραγματοποίησε εγχώριες πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος και των ΠΓ & Δ της μοναδικής εταιρείας που πραγματοποίησε εγχώριες πωλήσεις της ιδίας κατηγορίας προϊόντων (άλλα είδη από βαμβάκι).

(22) Όσον αφορά τα ποσά τα σχετικά με τα κέρδη, για την εταιρεία που πραγματοποίησε εγχώριες πωλήσεις προϊόντων που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία προϊόντων, εξετάσθηκαν πολλές μέθοδοι για τον καθορισμό εύλογου κέρδους κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας. Η πρώτη μέθοδος συνίστατο στη χρησιμοποίηση των ιδίων κερδών της. Ωστόσο, επειδή η εταιρεία αυτή πραγματοποιούσε πωλήσεις με απώλειες, η μέθοδος αυτή απορρίφθηκε.

(23) Οι ινδοί παραγωγοί-εξαγωγείς υποστήριξαν ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6, στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί το μέγιστο κέρδος (profit cap) της εταιρείας με εγχώριες πωλήσεις και της εταιρείας που πραγματοποίησε πωλήσεις της ιδίας γενικής κατηγορίας προϊόντων στην εγχώρια αγορά. Δεδομένου ότι οι εταιρείες αυτές λειτουργούσαν με απώλειες, σύμφωνα με τους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς, το μέγιστο κέρδος αντιστοιχούσε στην πράξη σε μηδενικό κέρδος.

(24) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του βασικού κανονισμού, κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας θα πρέπει να προστεθεί εύλογο ποσό για τα κέρδη. Επομένως, ένα μηδενικό κέρδος δεν μπορεί να θεωρείται ως μέγιστο κέρδος.

(25) Τέλος, ελλείψει άλλων πηγών στοιχείων, το κέρδος καθορίσθηκε για όλους τους ινδούς παραγωγούς-εξαγωγείς σε 5 %, ήτοι το ποσό που είχε χρησιμοποιηθεί κατά την αρχική έρευνα ως επιδιωκόμενο κέρδος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Ο αιτών υποστήριξε ότι το εν λόγω περιθώριο κέρδους ήταν πολύ χαμηλό.

(26) Ωστόσο, ο αιτών δεν αιτιολόγησε τους ισχυρισμούς του σύμφωνα με τους οποίους το περιθώριο κέρδους 5 % ήταν πολύ χαμηλό και ένα άλλο περιθώριο κέρδους θα ήταν πιο εύλογο ή αντιπροσωπευτικό. Επιπλέον, δεν υπήρχαν άλλα χρήσιμα στοιχεία σχετικά με τα κέρδη των ινδικών εγχώριων πωλήσεων του υπό εξέταση προϊόντος ή των προϊόντων που ανήκουν στην ίδια γενική κατηγορία. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, θεωρήθηκε σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί το περιθώριο κέρδους που είχε καθορισθεί κατά την αρχική έρευνα, δηλαδή το κέρδος που θα είχε αποκομίσει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής στην τοπική αγορά του αν δεν εφαρμόζονταν ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ.

1.2. Ατομικά εξεταζόμενη εταιρεία

(27) Για την εν λόγω εταιρεία, η κανονική αξία καθορίσθηκε σύμφωνα με τις μεθόδους που περιγράφονται στις αιτιολογικές σκέψεις 19, 20, 21 και 25.

2. ΤΙΜΗ ΕΞΑΓΩΓΗΣ

(28) Δεδομένου ότι όλες οι εξαγωγικές πωλήσεις του υπό εξέταση προϊόντος πραγματοποιήθηκαν άμεσα σε ανεξάρτητους αγοραστές στην Κοινότητα, η τιμή εξαγωγής καθορίσθηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού, και συγκεκριμένα με βάση την πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή του προϊόντος κατά την πώλησή του προς εξαγωγή από την Ινδία στην Κοινότητα.

3. ΣΥΓΚΡΙΣΗ

(29) Για λόγους ορθής σύγκρισης, έγιναν οι δέουσες προσαρμογές για να ληφθούν δεόντως υπόψη οι διαφορές οι οποίες, κατά τους ισχυρισμούς, και όπως αποδείχθηκε, επηρεάζουν τις τιμές και τη συγκρισιμότητά τους. Οι εν λόγω προσαρμογές έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού, όσον αφορά τους ναύλους, τη διακίνηση και τη φόρτωση, τη μεταφορά, το πιστωτικό κόστος, την ασφάλιση, τις προμήθειες και τη συσκευασία.

4. ΠΕΡΙΘΩΡΙΟ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(30) Ο αιτών δήλωσε ότι, για ορισμένες εταιρείες της δειγματοληψίας, θα έπρεπε να εφαρμοσθεί η παρέκκλιση του άρθρου 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, η οποία επιτρέπει τη σύγκριση μιας μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας με το σταθμισμένο μέσο όρο των τιμών όλων των συναλλαγών με αντικείμενο εξαγωγές στην Κοινότητα. Ωστόσο, καθορίσθηκε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για τη χρησιμοποίηση της μεθόδου αυτής, ιδίως η ύπαρξη τιμών εξαγωγής που διέφεραν σημαντικά ανάλογα με τον αγοραστή, την περιοχή ή τη χρονική περίοδο. Επομένως, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 11 του βασικού κανονισμού, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίσθηκε με βάση τη σύγκριση της μέσης σταθμισμένης κανονικής αξίας με τη μέση σταθμισμένη τιμή εξαγωγής όλων των συναλλαγών που αφορούσαν εξαγωγές προς την Κοινότητα.

α) Συνεργασθέντες παραγωγοί που επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία

Τα οριστικά περιθώρια ντάμπινγκ, εκφραζόμενα ως ποσοστό της τιμής εισαγωγής cif στα σύνορα της Κοινότητας, καθορίζονται ως εξής:

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

β) Άλλοι συνεργασθέντες παραγωγοί που δεν επιλέχθησαν στη δειγματοληψία

Όπως προκύπτει από την αιτιολογική σκέψη 34, το περιθώριο ντάμπινγκ που καθορίσθηκε για όλους τους άλλους συνεργασθέντες παραγωγούς που δεν επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία καθορίζεται σε 0 %·

γ) Συνεργασθείσα εταιρεία που έτυχε ατομικής εξέτασης

>ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

δ) Μη συνεργασθείσες εταιρείες

Όπως έχει αναφερθεί στην αιτιολογική σκέψη 9, μια εταιρεία δεν συνεργάσθηκε. Δεδομένου ότι δεν υπήρχαν στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι δεν εφάρμοσε πρακτική ντάμπινγκ και για να μην επιβραβευθεί η άρνηση συνεργασίας, το περιθώριο ντάμπινγκ καθορίσθηκε με βάση τους τύπους των προϊόντων με το υψηλότερο περιθώριο ντάμπινγκ και το μεγαλύτερο εξαγόμενο όγκο προς την Κοινότητα από την Bombay Dyeing & Manufacturing Co., δηλαδή 31,4 %.

Ε. ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΑΤΩΣΗΣ ΤΗΣ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗΣ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗΣ ΧΩΡΙΣ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΜΕΤΡΩΝ

(31) Είναι σκόπιμο να περατωθεί η παρούσα ενδιάμεση επανεξέταση χωρίς να επιβληθούν μέτρα, δεδομένου ότι η πρακτική ντάμπινγκ αφορούσε μικρό μόνο ποσοστό των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, καταγωγής Ινδίας, το οποίο θα εξακολουθήσει, κατά πάσα πιθανότητα, να είναι αμελητέο στο μέλλον, και, επομένως, δεν μπορεί να προκαλέσει ζημία. Αυτό προκύπτει από την κατωτέρω ανάλυση.

1. ΤΟ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ, ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΙΝΔΙΑΣ, ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΕ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

(32) Όσον αφορά τις εταιρείες που επιλέχθησαν για τη δειγματοληψία, η έρευνα κατέδειξε την ύπαρξη πρακτικής ντάμπινγκ για μία μόνο από αυτές (την Bombay Dyeing), η οποία αντιπροσώπευε λιγότερο από 8 % του συνόλου των εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, καταγωγής Ινδίας, προς την Κοινότητα κατά την ΠΕ. Επιπλέον, όπως διευκρινίζεται ανωτέρω, κρίθηκε ότι οι εξαγωγές μιας μη συνεργασθείσας εταιρείας αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ [βλέπε αιτιολογική σκέψη 30 στοιχείο δ)]. Ωστόσο, οι εξαγωγές της τελευταίας αυτής εταιρείας αντιπροσώπευαν μόνο το 0,4 % των συνολικών ινδικών εξαγωγών προς την Κοινότητα κατά την ΠΕ.

(33) Τα πορίσματα τα σχετικά με τις δύο αυτές εταιρείες είναι αντίθετα με την κατάσταση των υπόλοιπων τεσσάρων εταιρειών της δειγματοληψίας και του παραγωγού-εξαγωγέα που έτυχε ατομικής εξέτασης. Όπως διαπιστώθηκε, ουδεμία από τις πέντε αυτές εταιρείες πραγματοποιούσε πρακτική ντάμπινγκ. Επιπλέον, η κατάστασή τους ήταν ουσιωδώς διαφορετική από την κατάσταση της Bombay Dyeing και της μη συνεργασθείσας εταιρείας επειδή παρήγαγαν το υπό εξέταση προϊόν αποκλειστικά για εξαγωγικούς σκοπούς. Οι εισαγωγές που δεν αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και οι οποίες είχαν συμπεριληφθεί στη δειγματοληψία αντιπροσώπευαν περίπου το 30 % των συνολικών εξαγωγών, καταγωγής Ινδίας.

(34) Επιπλέον, οι συνεργασθέντες εξαγωγείς που δεν συμπεριλήφθηκαν στη δειγματοληψία ούτε έτυχαν ατομικής εξέτασης παρήγαγαν επίσης αποκλειστικά για εξαγωγικούς σκοπούς (σύμφωνα με τα στοιχεία που παρελήφθησαν σε απάντηση στις ερωτήσεις της δειγματοληψίας στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας). Τούτο σημαίνει ότι η διάρθρωση της εταιρείας τους ανταποκρίνεται στη διάρθρωση των εταιρειών που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 33, γεγονός που επιτρέπει να θεωρηθεί μάλλον απίθανη η ύπαρξη πρακτικών ντάμπινγκ επί των εξαγωγών τους.

(35) Βάσει των ανωτέρω, κατά την ΠΕ, πάνω από το 90 % των ινδικών εξαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος με προορισμό την Κοινότητα δεν αποτέλεσε αντικείμενο ντάμπινγκ.

2. Ο ΜΙΚΡΟΣ ΟΓΚΟΣ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ ΜΕ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΚΑΛΕΣΕΙ ΖΗΜΙΑ

(36) Λαμβανομένης υπόψη της σημαντικής διαφοράς μεταξύ των πρακτικών ντάμπινγκ που διαπιστώθηκαν κατά την αρχική έρευνα και εκείνων που διαπιστώθηκαν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας, είναι σκόπιμο να τεθεί το ερώτημα, αν εξακολουθεί να υφίσταται, με βάση τα παρόντα πορίσματα, η αιτιώδης συνάφεια που είχε καθορισθεί στην αρχική διαδικασία.

(37) Πρώτον, διαπιστώθηκε ότι λιγότερο από το 8 % των εισαγωγών του υπό εξέταση προϊόντος, καταγωγής Ινδίας, αποτελούσε αντικείμενο ντάμπινγκ κατά την ΠΕ. Κατά την εν λόγω περίοδο, οι εισαγωγές αυτές αντιπροσώπευαν μερίδιο αγοράς κάτω του 1 % ή μερίδιο συνολικών εισαγωγών, από όλες τις πηγές, κάτω του 3 %. Τούτο σημαίνει ότι ο όγκος των εισαγωγών που αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ ήταν αμελητέος, αν ληφθούν υπόψη τα κατώτατα όρια που εφαρμόζονται κατά κανόνα δυνάμει του βασικού κανονισμού και της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ. Δεύτερον, η έρευνα κατέδειξε ότι, για τους λόγους που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 32 έως 34, πάνω από το 90 % των ινδικών εισαγωγών δεν αποτελούσε αντικείμενο ντάμπινγκ. Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι εντελώς απίθανο να προκάλεσαν οι εισαγωγές αυτές σημαντική ζημία κατά την ΠΕ. Επιπλέον, είναι εύλογο να υποτεθεί ότι η μη επιβολή μέτρων δεν θα μεταβάλει σε καμία περίπτωση την κατάσταση αυτή των πραγμάτων, δεδομένου ότι δεν εφαρμόσθηκε κανένας δασμός κατά το μεγαλύτερο μέρος της ΠΕ και ότι ο όγκος των εισαγωγών, καταγωγής Ινδίας, που δεν αποτελούσαν αντικείμενο ντάμπινγκ εξακολουθούσε να είναι σημαντικός.

(38) Επομένως, βάσει των πορισμάτων της παρούσας επανεξέτασης, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εξακολουθεί να υφίσταται κατά την παρούσα έρευνα η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του ντάμπινγκ και της ζημίας που είχε καθορισθεί κατά την αρχική έρευνα, παρότι η παρούσα ενδιάμεση μερική επανεξέταση δεν αφορά ρητά την αιτιώδη συνάφεια που είχε καθορισθεί στην αρχική διαδικασία.

(39) Επιπλέον, τα μέτρα που θα μπορούσαν να προκύψουν από την παρούσα έρευνα (βλέπε αιτιολογική σκέψη 30) θα ήταν αναποτελεσματικά, δεδομένου ότι δεν θα εφαρμόζονταν στο μεγαλύτερο μέρος των εισαγωγών, από την Ινδία.

3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

(40) Βάσει των ανωτέρω, είναι σκόπιμο να περατωθεί η ενδιάμεση επανεξέταση σχετικά με τις εισαγωγές βαμβακερών πανικών κρεβατιού, καταγωγής Ινδίας, χωρίς να επιβληθούν δασμοί αντιντάμπινγκ.

ΣΤ. ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΕΝΟΨΕΙ ΤΗΣ ΛΗΞΗΣ ΙΣΧΥΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ

(41) Λαμβανομένων υπόψη των αποτελεσμάτων της ενδιάμεσης επανεξέτασης ενόψει της λήξης των μέτρων αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2398/97, είναι σκόπιμο να περατωθεί η διαδικασία επανεξέτασης αναλόγως.

Ζ. ΚΟΙΝΟΛΟΓΗΣΗ

(42) Τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν για τα πραγματικά περιστατικά και τις εκτιμήσεις βάσει των οποίων επρόκειτο να προταθεί η περάτωση της παρούσας ενδιάμεσης μερικής επανεξέτασης και της επανεξέτασης ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων χωρίς να επιβληθούν μέτρα και τους παρεσχέθη η δυνατότητα να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Οι παρατηρήσεις τους λήφθηκαν υπόψη και, στις περιπτώσεις που κρίθηκε σκόπιμο, τα πορίσματα τροποποιήθηκαν αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η ενδιάμεση επανεξέταση, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 3, και η επανεξέταση ενόψει της λήξης ισχύος των μέτρων, σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, σχετικά με τις εισαγωγές ορισμένων βαμβακερών πανικών κρεβατιού, καταγωγής Ινδίας, περαιώνεται χωρίς την επιβολή μέτρων.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2003.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

G. Alemanno

(1) EE L 56 της 6.3.1996, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1972/2002 (ΕΕ L 305 της 7.11.2002, σ. 1).

(2) ΕΕ L 332 της 4.12.1997, σ. 1· κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 160/2002 (ΕΕ L 26 της 30.1.2002, σ. 1).

(3) ΕΕ L 219 της 14.8.2001, σ. 1.

(4) ΕΕ L 109 της 25.4.2002, σ. 3.

(5) ΕΕ C 65 της 14.3.2002, σ. 11.

(6) ΕΕ C 39 της 13.2.2002, σ. 17 και ΕΕ C 300 της 4.12.2002, σ. 10.

  翻译: