19.9.2017   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 239/9


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΌΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2017/1578 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Σεπτεμβρίου 2017

για την τροποποίηση του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1194/2013 του Συμβουλίου για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚH ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/476 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Μαρτίου 2015, για τα μέτρα που μπορεί να λάβει η Ένωση μετά από έκθεση που εγκρίνει το Όργανο Επίλυσης Διαφορών του ΠΟΕ σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ και αντεπιδοτήσεων (1) («ο εξουσιοδοτικός κανονισμός του ΠΟΕ»), και ιδίως τα άρθρα 1 και 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΜΕΤΡΑ

(1)

Το Συμβούλιο, με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1194/2013 της 19ης Νοεμβρίου 2013, επέβαλε οριστικό δασμό αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας («ο οριστικός κανονισμός» ) (2).

2.   ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΓΚΡΙΘΗΚΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΟΡΓΑΝΟ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΤΟΥ ΠΟΕ

(2)

Στις 26 Οκτωβρίου 2016 το Όργανο Επίλυσης Διαφορών («DSB») του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου («ΠΟΕ») ενέκρινε την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου (3) και την έκθεση της ειδικής ομάδας (4), όπως τροποποιήθηκε από την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου («οι εκθέσεις»), στη διαφορά «Ευρωπαϊκή Ένωση — Μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Αργεντινή» (WT/DS473/15). Το DSB διευκρίνισε ότι η έκθεση της ειδικής ομάδας θα πρέπει να ερμηνεύεται σε συνδυασμό με την έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Στην έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ενήργησε ανακόλουθα προς:

το άρθρο 2.2.1.1 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ του ΠΟΕ («ΣΑ»), καθώς δεν υπολόγισε το κόστος παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος με βάση τα λογιστικά βιβλία που τηρούνται από τους παραγωγούς,

το άρθρο 2.2 της ΣΑ και το άρθρο VI:1 στοιχείο β) περίπτωση ii) της GATT 1994, καθώς δεν χρησιμοποίησε το κόστος παραγωγής στην Αργεντινή κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας του βιοντίζελ, και

το άρθρο 9.3 της ΣΑ και το άρθρο VI:2 της GATT 1994, καθώς επέβαλε δασμούς αντιντάμπινγκ οι οποίοι υπερβαίνουν το περιθώριο ντάμπινγκ που θα έπρεπε να είχε υπολογιστεί βάσει του άρθρου 2 της ΣΑ και του άρθρου VI:1 της GATT 1994, αντίστοιχα.

(3)

Επιπλέον, η ειδική ομάδα διαπίστωσε, μεταξύ άλλων, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε ενεργήσει ανακόλουθα προς:

τα άρθρα 3.1 και 3.4 της ΣΑ κατά την εξέταση των επιπτώσεων των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, σε ό,τι αφορά την εξέταση σχετικά με την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας.

(4)

Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εισηγήθηκε να ζητήσει το DSB από την Ευρωπαϊκή Ένωση να εναρμονίσει τα μέτρα της προς τη ΣΑ και την GATT 1994.

3.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(5)

Στις 20 Δεκεμβρίου 2016, σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή («η Επιτροπή») κίνησε διαδικασία επανεξέτασης («η επανεξέταση») με τη δημοσίευση ανακοίνωσης (5) στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης («η ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας»). Η Επιτροπή ενημέρωσε τα ενδιαφερόμενα μέρη της έρευνας η οποία οδήγησε στον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1194/2013 («η αρχική έρευνα») σχετικά με την επανεξέταση και τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή σκόπευε να λάβει υπόψη τα συμπεράσματα των εκθέσεων.

(6)

Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την έναρξη της έρευνας επανεξέτασης και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή και/ή τον σύμβουλο ακροάσεων για τις διαδικασίες εμπορικών προσφυγών.

(7)

Η Επιτροπή απέστειλε στο European Biodiesel Board («EBB») ερωτηματολόγιο σχετικά με στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και την παραγωγική ικανότητα του κλάδου παραγωγής της Ένωσης και, στη συνέχεια, πραγματοποίησε επίσκεψη επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις του.

4.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ

(8)

Το υπό εξέταση προϊόν είναι μονοαλκυλεστέρες λιπαρών οξέων και/ή παραφινικά πετρέλαια εσωτερικής καύσης (gas oils) που προέρχονται από σύνθεση και/ή υδρογονοκατεργασία, μη ορυκτής προέλευσης, σε καθαρή μορφή ή σε μορφή μείγματος καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας, που επί του παρόντος υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ ex 1516 20 98, ex 1518 00 91, ex 1518 00 95, ex 1518 00 99, ex 2710 19 43, ex 2710 19 46, ex 2710 19 47, 2710 20 11, 2710 20 15, 2710 20 17, ex 3824 99 92, 3826 00 10 και ex 3826 00 90 («το υπό εξέταση προϊόν», που συνήθως αναφέρεται ως «βιοντίζελ»).

(9)

Οι εκθέσεις δεν επηρεάζουν τα πορίσματα που αναφέρονται στις αιτιολογικές σκέψεις 16 έως 27 του οριστικού κανονισμού σχετικά με το υπό εξέταση προϊόν και το ομοειδές προϊόν.

5.   ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

(10)

Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, η Επιτροπή επανεκτίμησε τα οριστικά πορίσματα της αρχικής έρευνας, λαμβάνοντας υπόψη τις συστάσεις και τις αποφάσεις του DSB. Η επανεκτίμηση αυτή βασίστηκε σε πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν κατά την αρχική έρευνα και σε πληροφορίες που ελήφθησαν από τα ενδιαφερόμενα μέρη μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης για την έναρξη της διαδικασίας.

(11)

Η αρχική έρευνα για την πρακτική ντάμπινγκ και τη ζημία κάλυψε την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2011 έως τις 30 Ιουνίου 2012 («περίοδος έρευνας» ή «ΠΕ»). Όσον αφορά τις παραμέτρους που είχαν σχέση με την εκτίμηση της ζημίας, πραγματοποιήθηκε ανάλυση των στοιχείων που κάλυπταν την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως το τέλος της περιόδου έρευνας («εξεταζόμενη περίοδος»).

(12)

Ο παρών κανονισμός επιδιώκει να διορθώσει τις πτυχές του οριστικού κανονισμού που δεν συνάδουν με τους κανόνες του ΠΟΕ και να επιτύχει τη συμμόρφωσή του με τις εκθέσεις.

5.1.   Συμπερίληψη της Ινδονησίας

(13)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας η Επιτροπή αναφέρθηκε στα μέτρα αντιντάμπινγκ για τις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία που επιβάλλονται με τον ίδιο οριστικό κανονισμό. Τα μέτρα αυτά αποτελούν προς το παρόν το αντικείμενο εκκρεμούσας διαφοράς στο πλαίσιο του ΠΟΕ από την Ινδονησία κατά της Ένωσης (6) («μέτρα της ΕΕ σχετικά με την Ινδονησία»). Στο πλαίσιο αυτής της διαφοράς, η Ινδονησία προέβαλε παρόμοιους ισχυρισμούς με αυτούς που εξετάστηκαν στις εκθέσεις. Δεδομένου ότι η νομική ερμηνεία του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου φαίνεται να είναι σημαντική και για την έρευνα σχετικά με την Ινδονησία, η Επιτροπή εκτίμησε ότι ενδείκνυται να εξεταστούν τα μέτρα αντιντάμπινγκ που επιβλήθηκαν στις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία θα πρέπει επίσης να εξετάζονται στο πλαίσιο παράλληλης επανεξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ, ιδίως καθώς διαπιστώθηκε ότι ο οριστικός κανονισμός δεν συνάδει με το άρθρο 2.2.1.1 της ΣΑ.

(14)

Στις αιτιολογικές σκέψεις 12 έως 20 του εγγράφου κοινοποίησης, η Επιτροπή παρουσίασε την προκαταρκτική ανάλυσή της σχετικά με την εφαρμογή της ερμηνείας του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου σύμφωνα το άρθρο 2.2.1.1 της ΣΑ για την έρευνα της Ινδονησίας.

(15)

Μετά την κοινοποίηση, τα ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις αμφισβητώντας την ανάλυση της Επιτροπής, αμφισβητώντας, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα εφαρμογής της ερμηνείας του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, καθώς και την εξουσία της Επιτροπής να ενεργήσει αυτεπαγγέλτως ως προς την ερμηνεία αυτή στο πλαίσιο του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ.

(16)

Δεδομένου ότι η ανάλυση αυτή απαιτεί περισσότερο χρόνο, η Επιτροπή αποφάσισε να μην περατώσει την επανεξέταση σχετικά με την Ινδονησία σε αυτό το σημείο, αλλά αντ' αυτού να συνεχίσει την ανάλυση των παρατηρήσεων που ελήφθησαν. Η επανεξέταση που άρχισε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ είναι ακόμη σε εξέλιξη και, ως εκ τούτου, παραμένει ανοικτή όσον αφορά την Ινδονησία. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ενημερώθηκαν σχετικά με ένα αναθεωρημένο έγγραφο κοινοποίησης της 31ης Ιουλίου 2017 και τους δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(17)

Η κυβέρνηση της Ινδονησίας ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή παραβίασε γενικές αρχές του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρώτον, γνωστοποιώντας την πρόθεσή της να τροποποιήσει τον οριστικό κανονισμό όσον αφορά την Ινδονησία και, στη συνέχεια, αντιστρέφοντας την πρόθεση αυτή, προκειμένου να συνεχιστεί η έρευνα σχετικά με την Ινδονησία.

(18)

Πρώτον, η κυβέρνηση της Ινδονησίας εκτιμά ότι αυτό έχει ως αποτέλεσμα την άνιση και διακριτική μεταχείριση των ινδονήσιων παραγωγών έναντι των παραγωγών-εξαγωγέων της Αργεντινής, δεδομένου ότι η Επιτροπή είχε αναγνωρίσει, όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, ότι οι ινδονησιακές εισαγωγές βιοντίζελ, βρίσκονται σε συγκρίσιμη κατάσταση με εκείνη των εισαγωγών της Αργεντινής. Με την καθυστέρηση της επανεξέτασης όσον αφορά την Ινδονησία, οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Ινδονησίας είναι προδήλως σε μειονεκτική θέση σε σύγκριση με τους εξαγωγείς της Αργεντινής.

(19)

Δεύτερον, δεδομένου ότι η Επιτροπή κίνησε την επανεξέταση όσον αφορά τόσο τις εισαγωγές βιοντίζελ από την Ινδονησία όσο και από την Αργεντινή, οι εξαγωγείς της Ινδονησίας θα μπορούσαν εύλογα και νόμιμα να προσδοκούν ότι η επανεξέταση σχετικά με την Ινδονησία θα ολοκληρωνόταν ταυτόχρονα με την επανεξέταση της Αργεντινής. Η προσδοκία αυτή διευρύνθηκε περαιτέρω από το πρώτο έγγραφο κοινοποίησης στο οποίο η Επιτροπή πρότεινε επίσης να τροποποιηθεί ο οριστικός κανονισμός για την Ινδονησία. Κατά συνέπεια, με την αλλαγή της θέσεώς της μέσω αναθεωρημένης κοινοποίησης, η Επιτροπή παραβίασε την αρχή των θεμιτών προσδοκιών.

(20)

Τρίτον, η κυβέρνηση της Ινδονησίας υποστήριξε ότι η Επιτροπή παραβίασε την αρχή της καλής πίστεως, εξαιρώντας τις ινδονησιακές εισαγωγές από την επανεξέταση σε μεταγενέστερο στάδιο της διαδικασίας, παρά το ότι τις συμπεριέλαβε σ' όλη τη διάρκεια της έρευνας.

(21)

Καταρχάς, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι το όργανο επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ έχει ήδη καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα σχετικά με τα μέτρα της ΕΕ κατά των εισαγωγών βιοντίζελ από την Αργεντινή, ενώ η χωριστή διαφορά σχετικά με μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Ινδονησία εξακολουθεί να εκκρεμεί ενώπιόν του. Τα τελευταία, συνεπώς, θεωρούνται μη αμφισβητούμενο μέτρο κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ. Αυτό ενημερώνεται σχετικά, μεταξύ άλλων, με τη χρήση του όρου «έκθεση» στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ για να περιγράψει το αμφισβητούμενο μέτρο με το οποίο το όργανο επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ ασχολήθηκε και αποφάνθηκε επί των υποθέσεων.

(22)

Η Επιτροπή υπενθύμισε επίσης ότι, βάσει της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι έννοιες «ίση μεταχείριση» και «μη διάκριση» δεν επιτρέπουν να αντιμετωπίζονται παρόμοιες καταστάσεις με διαφορετικό τρόπο ή διαφορετικές καταστάσεις με πανομοιότυπο τρόπο, χωρίς να υπάρχει κανείς αντικειμενικός λόγος προς τούτο (7). Για τους σκοπούς της εφαρμογής των εκθέσεων του ΠΟΕ, οι παραγωγοί-εξαγωγείς της Αργεντινής και της Ινδονησίας δεν βρίσκονται αντικειμενικά στην ίδια κατάσταση: η εφαρμογή ασκεί ως προς την έρευνα ζημιογόνο ντάμπινγκ του υπό εξέταση προϊόντος από την Αργεντινή που σημειώθηκε σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ και τερματίστηκε μέσω του παρόντος κανονισμού, ενώ η εφαρμογή μέσω της διαδικασίας εκτέλεσης σε σχέση με την έρευνα για τις ίδιες πρακτικές από την Ινδονησία έλαβε χώρα στο πλαίσιο του άρθρου 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ και παραμένει ανοικτή. Κατάσταση διακρίσεων μπορεί να προκύψει μόνο εάν υπάρχει διαφορετική νομική μεταχείριση για επιχειρηματίες που βρίσκονται στην ίδια κατάσταση.

(23)

Ωστόσο, δεδομένου ότι η επανεξέταση σε εφαρμογή των πορισμάτων του οργάνου επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ όσον αφορά την Αργεντινή και την Ινδονησία είχε αρχίσει σε διαφορετικές νομικές βάσεις, η ολοκλήρωση της επανεξέτασης της έρευνας σχετικά με το ζημιογόνο ντάμπινγκ από την Αργεντινή πριν από αυτή της έρευνας σχετικά με το ζημιογόνο ντάμπινγκ από την Ινδονησία δεν έχει ως αποτέλεσμα τη διαφορετική μεταχείριση σε παρόμοιες καταστάσεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι φορείς εκμετάλλευσης βρίσκονται σε διαφορετικές καταστάσεις.

(24)

Σε αντίθεση με τα επιχειρήματα της κυβέρνησης της Ινδονησίας, επομένως, δεν υπάρχει παραβίαση της αρχής της «ίσης μεταχείρισης» ή της «μη διακριτικής μεταχείρισης», κατά την έννοια του δικαίου της Ένωσης. Σε κάθε περίπτωση, με τη συμπερίληψη διατύπωσης προαιρετικότητας («δύναται» και «εφόσον το κρίνει σκόπιμο»), στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ, ο νομοθέτης της ΕΕ έχει αναθέσει στην Επιτροπή σημαντική διακριτική ευχέρεια κατά πόσον πρέπει ή όχι να εφαρμόζει μια σύσταση του ΠΟΕ όσον αφορά ένα μη αμφισβητούμενο μέτρο.

(25)

Όπως αναφέρεται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 16, η Επιτροπή, αφού ανέλυσε τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν μετά την κοινοποίηση, έκρινε σκόπιμο να μην ολοκληρώσει την έρευνα επανεξέτασης προς το παρόν όσον αφορά την Ινδονησία αλλά, αντ' αυτού, να συνεχίσει να αξιολογεί τη δυνατότητα εφαρμογής των εν λόγω συμπερασμάτων επίσης έναντι της Ινδονησίας υπό το φως των παρατηρήσεων που υποβλήθηκαν.

(26)

Επιπλέον, η Επιτροπή δεν μπορεί να αποδεχθεί το επιχείρημα ότι ένα έγγραφο κοινοποίησης παρέχει θεμιτές προσδοκίες ως προς ως προς το τελικό συμπέρασμα της έρευνας. Αντίθετα, σκοπός της κοινοποίησης είναι να ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα μέρη επί των προκαταρκτικών πορισμάτων της Επιτροπής και να τους παρέχεται η δυνατότητα να ασκούν αποτελεσματικά τα δικαιώματα υπεράσπισής τους. Επομένως, σκοπός της κοινοποίησης είναι η Επιτροπή να λαμβάνει υπόψη τα επιχειρήματα και στοιχεία που υποβάλλονται από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

(27)

Για τον λόγο αυτό, η συνοδευτική επιστολή προς όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη ανέφερε ρητώς ότι «η κοινοποίηση αυτή δεν θίγει οποιαδήποτε μεταγενέστερη απόφαση την οποία ενδεχομένως να λάβει η Επιτροπή, αλλά αν η απόφαση αυτή στηρίζεται σε διαφορετικά πραγματικά περιστατικά και σε διαφορετικό σκεπτικό, αυτά πρέπει να γνωστοποιούνται στην εταιρεία σας το συντομότερο δυνατόν». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η εν λόγω προσπάθεια οδήγησε την Επιτροπή να λάβει τη θέση ότι χρειάζεται περισσότερο χρόνο για την ανάλυση της εφαρμογής των πορισμάτων του οργάνου επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ όσον αφορά την Ινδονησία. Η παρούσα απόφαση έχει προπαρασκευαστικό χαρακτήρα και δεν προδικάζει το τελικό συμπέρασμα της Επιτροπής. Η ίδια αυτή απόφαση είναι, εξάλλου, άσκηση της ευρείας διακριτικής εξουσίας η Επιτροπή κατά τη διεξαγωγή του τύπου των επανεξετάσεων που αναλήφθηκαν βάσει του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ, που εμπίπτουν στο πεδίο της κοινής εμπορικής πολιτικής.

(28)

Στο πλαίσιο αυτό, ένα ενδιαφερόμενο μέρος δεν μπορεί να επικαλεστεί την προστασία των θεμιτών προσδοκιών, προτού η Επιτροπή περατώσει την υπόψη διαδικασία επανεξέτασης σε περίπτωση που η Επιτροπή επιλέξει να ενεργήσει εντός των ορίων των εξουσιών που της παρέχονται από τον νομοθέτη της Ένωσης (8). Αυτό το επιχείρημα πρέπει, κατά συνέπεια, να απορριφθεί.

(29)

Τέλος, δεν μπορεί να συναχθεί ότι υπάρχει κακή πίστη από το γεγονός ότι η αλλαγή που συνέβη μετά την αρχική κοινοποίηση της προκαταρκτικής θέση της Επιτροπής, ούτε άλλωστε η κυβέρνηση της Ινδονησίας υπέβαλε αποδεικτικά στοιχεία προς τον σκοπό αυτό. Η Επιτροπή εφήρμοσε πιστά όλα τα στάδια της έρευνας επανεξέτασης, με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερομένων μερών.

(30)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι παραβίασε θεμελιώδεις αρχές του δικαίου της Ένωσης, ασκώντας τη διακριτική της ευχέρεια να μην τροποποιήσει, σε αυτό το στάδιο της αναθεώρησης, τα μέτρα αντιντάμπινγκ όσον αφορά την Ινδονησία, με πλήρη σεβασμό των δικαιωμάτων όλων των ενδιαφερομένων μερών.

(31)

Μετά την αναθεωρημένη κοινοποίηση, ένας παραγωγός-εξαγωγέας από την Ινδονησία («Wilmar») αμφισβήτησε την άποψη της Επιτροπής ότι χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να ολοκληρώσει την επανεξέταση όσον αφορά την Ινδονησία λόγω των σαφών συμπερασμάτων των εκθέσεων του ΠΟΕ. Ισχυρίστηκε επίσης ότι τα μέτρα κατά της Ινδονησίας πρέπει να τροποποιηθούν. Κατά την άποψή του, η Επιτροπή είναι αρμόδια, δυνάμει του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ να τροποποιήσει ένα μη αμφισβητούμενο μέτρο και η εξουσία της να ενεργεί αυτεπαγγέλτως δεν μπορεί επομένως να αμφισβητηθεί. Τέλος, η Wilmar ισχυρίστηκε ότι αν η έκδοση των πορισμάτων της Επιτροπής όσον αφορά την Ινδονησία αναβληθεί, τότε και η έκδοση των πορισμάτων σχετικά με την Αργεντινή πρέπει να αναβληθεί. Κατά την άποψή της, υπάρχουν νομικά ζητήματα που εκκρεμούσαν στην ινδονησιακή διαδικασία ΠΟΕ τα οποία ενδέχεται να καταστούν επίσης σημαντικά και να ισχύουν για τα μέτρα σχετικά με τις εισαγωγές βιοντίζελ από την Αργεντινή, ιδίως σε σχέση με το περιθώριο κέρδους.

(32)

Η Επιτροπή συμφώνησε με την Wilmar ότι έχει κατ' αρχήν αρμοδιότητα να προβεί σε διαπιστώσεις όσον αφορά ένα μη αμφισβητούμενο μέτρο σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ. Ωστόσο, όπως εξηγείται ανωτέρω στην αιτιολογική σκέψη 16 η Επιτροπή, κατόπιν μελέτης των υποβληθεισών παρατηρήσεων, δεν θεώρησε σκόπιμο, στο στάδιο αυτό, να ολοκληρώσει την έρευνα επανεξέτασης όσον αφορά την Ινδονησία με άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ.

(33)

Όσον αφορά το επιχείρημα της Wilmar, ότι επίσης τα συμπεράσματα σχετικά με την Αργεντινή θα πρέπει να αναβληθούν, η Επιτροπή υπενθύμισε ότι οι εκθέσεις του ΠΟΕ, επιβεβαίωσαν την μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε στον οριστικό κανονισμό για να καθοριστεί ένα περιθώριο κέρδους. Το επίμαχο ζήτημα στην εκκρεμούσα υπόθεση της Ινδονησίας δεν ετέθη μέχρι τώρα όσον αφορά την Αργεντινή. Σε κάθε περίπτωση, η Ένωση και η Αργεντινή έχουν συμφωνήσει σχετικά με μια εύλογη χρονική περίοδο προκειμένου να εφαρμοστούν τα πορίσματα των εκθέσεων, που θα πρέπει να τηρούνται.

5.2.   Καθορισμός της κανονικής αξίας και υπολογισμός των περιθωρίων ντάμπινγκ

(34)

Στο παρόν τμήμα παρουσιάζονται τα αναθεωρημένα πορίσματα της αρχικής έρευνας όσον αφορά τις συστάσεις και τις αποφάσεις των εκθέσεων, σύμφωνα με τις οποίες η ΕΕ ενήργησε κατά παράβαση προς:

το άρθρο 2.2.1.1, καθώς δεν υπολόγισε το κόστος παραγωγής του υπό εξέταση προϊόντος με βάση τα λογιστικά βιβλία που τηρούνται από τους παραγωγούς, και

το άρθρο 2.2 της ΣΑ και το άρθρο VI:1 στοιχείο β) περίπτωση ii) της GATT 1994, καθώς δεν χρησιμοποίησε το κόστος παραγωγής στην Αργεντινή κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας του βιοντίζελ,

το άρθρο 9.3 της ΣΑ και το άρθρο VI:2 της GATT 1994, καθώς επέβαλε δασμούς αντιντάμπινγκ οι οποίοι υπερβαίνουν το περιθώριο ντάμπινγκ που θα έπρεπε να είχε υπολογιστεί βάσει του άρθρου 2 της ΣΑ και του άρθρου VI:1 της GATT 1994, αντίστοιχα.

(35)

Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική σκέψη 28 του οριστικού κανονισμού, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κανονική αξία έπρεπε να κατασκευαστεί, δεδομένου ότι δεν θεωρήθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις πραγματοποιούνταν στο πλαίσιο των συνήθων εμπορικών πράξεων. Το εύρημα αυτό δεν αμφισβητήθηκε και εξακολουθεί να ισχύει.

(36)

Στις αιτιολογικές σκέψεις 29 έως 34 του οριστικού κανονισμού, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η διαφορά των εξαγωγικών φόρων που επιβλήθηκαν από την Αργεντινή επί της κύριας πρώτης ύλης (σογιέλαιο και σπόροι σόγιας στην Αργεντινή) και των εξαγωγικών φόρων που επιβλήθηκαν επί του τελικού προϊόντος (βιοντίζελ) συμπίεσε τις εγχώριες τιμές στην Αργεντινή, και, κατά συνέπεια, το γεγονός αυτό θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας.

(37)

Ως εκ τούτου, κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας, η Επιτροπή αντικατέστησε το κόστος της κύριας πρώτης ύλης που αναφέρεται στα λογιστικά βιβλία των παραγωγών-εξαγωγέων με τις τιμές αναφοράς που δημοσιεύτηκαν από τις σχετικές αρχές των οικείων χωρών.

(38)

Η Επιτροπή στήριξε περαιτέρω τα συμπεράσματά της στην αρχική έρευνα με βάση την ερμηνεία ότι το άρθρο 2.2.1.1 της ΣΑ επιτρέπει στην ερευνούσα αρχή να αρνηθεί να κάνει χρήση των λογιστικών βιβλίων των παραγωγών-εξαγωγέων, εάν κρίνει ότι αυτά i) δεν συνάδουν με τις γενικώς παραδεδεγμένες αρχές της λογιστικής ή ii) δεν αντανακλούν ευλόγως το κόστος που συνδέεται με την παραγωγή και την πώληση του υπό εξέταση προϊόντος (αιτιολογική σκέψη 42 του οριστικού κανονισμού).

(39)

Τόσο η ειδική ομάδα όσο και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο συμμερίζονται την άποψη ότι το πόρισμα της Επιτροπής ότι οι εγχώριες τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή ήταν χαμηλότερες από τις διεθνείς τιμές λόγω του συστήματος εξαγωγικής φορολογίας της Αργεντινής δεν αποτελούσε, αυτό καθαυτό, επαρκή βάση ώστε να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι τα λογιστικά βιβλία των παραγωγών δεν αντανακλούσαν πλήρως το κόστος των σπόρων σόγιας που συνδέεται με την παραγωγή και την πώληση βιοντίζελ, ή ώστε να μην ληφθεί υπόψη το σχετικό κόστος που περιέχεται στα εν λόγω λογιστικά βιβλία κατά την κατασκευή της κανονικής τιμής του βιοντίζελ.

(40)

Σε συνέχεια των εκθέσεων, η Επιτροπή υπολόγισε εκ νέου την κανονική αξία για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στην Αργεντινή. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε για τον νέο αυτό υπολογισμό ήταν ακριβώς η ίδια με τη μεθοδολογία που περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 40 έως 49 για την Αργεντινή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 490/2013 της Επιτροπής (9).

(41)

Για τους λόγους που εξηγούνται στην αιτιολογική σκέψη 45 του προσωρινού κανονισμού, δεν θεωρήθηκε ότι οι εγχώριες πωλήσεις πραγματοποιούνται στο πλαίσιο συνήθων εμπορικών πράξεων και η κανονική αξία του ομοειδούς προϊόντος έπρεπε να κατασκευαστεί σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφοι 3 και 6 του βασικού κανονισμού. Αυτό πραγματοποιήθηκε με την πρόσθεση στο προσαρμοσμένο κόστος παραγωγής κατά τη διάρκεια της περιόδου της έρευνας των εξόδων πώλησης και των γενικών και διοικητικών εξόδων («κόστος ΠΓ&Δ»), καθώς και ενός εύλογου περιθωρίου κέρδους.

(42)

Όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 46 του προσωρινού κανονισμού, η Επιτροπή θεώρησε ότι το ποσό του κέρδους δεν μπορούσε να βασίζεται σε πραγματικά στοιχεία των εταιρειών του δείγματος στην Αργεντινή. Ως εκ τούτου, το ποσό του κέρδους που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή της κανονικής αξίας καθορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 6 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, με βάση το εύλογο ποσό κέρδους που θα μπορούσε να επιτύχει ένας κλάδος παραγωγής αυτού του τύπου, νέος, καινοτόμος και έντασης κεφαλαίου, υπό τους συνήθεις όρους ανταγωνισμού σε μια ελεύθερη και ανοικτή αγορά, δηλαδή 15 % με βάση τον κύκλο εργασιών.

(43)

Σε πολλές παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν κατά την παρούσα επανεξέταση, το EBB υποστήριξε ότι οι εκθέσεις δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο η Επιτροπή να προσαρμόσει το κόστος των πρώτων υλών κατά την κατασκευή της κανονικής αξίας, υπό την προϋπόθεση ότι η προσαρμογή αυτή είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Το EBB υποστήριξε ότι, δεδομένου ότι ο μηχανισμός του διαφορετικού συστήματος εξαγωγικής φορολογίας (DET) έχει καθοριστικές επιπτώσεις στην ενωσιακή αγορά και ότι οι εκθέσεις αυτές προβλέπουν διάφορες νομικές δυνατότητες ως βάση για ανάλογη προσαρμογή, τα μέτρα κατά της Αργεντινής θα πρέπει να διατηρηθούν στο σημερινό τους επίπεδο αλλά με διαφορετική αιτιολογία.

(44)

Το EBB έκανε ιδίως αναφορά στη δήλωση που περιέχεται στην έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου ότι «το πόρισμα των αρχών της ΕΕ ότι οι εγχώριες τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή ήταν χαμηλότερες από τις διεθνείς τιμές λόγω του συστήματος εξαγωγικής φορολογίας της Αργεντινής δεν αποτελούσε, αυτό καθαυτό, επαρκή βάση για να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι τα λογιστικά βιβλία των παραγωγών δεν αντανακλούσαν πλήρως το κόστος των σπόρων σόγιας» (παράγραφος 6.55 της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου) και ισχυρίστηκε ότι οι εκθέσεις του ΠΟΕ διατήρησαν τη δυνατότητα να μη ληφθεί υπόψη το κόστος των πρώτων υλών και να αναπροσαρμοστεί το κόστος αυτό, εάν διαπιστωθεί ότι το σχετικό κόστος είναι αναξιόπιστο.

(45)

Σύμφωνα με το EBB, το σύστημα DET στρεβλώνει την αγορά των πρώτων υλών, στον βαθμό που οι κανονικές συνθήκες της προσφοράς και της ζήτησης δεν αποτελούν πλέον καθοριστικούς παράγοντες για μια συναλλαγή, και, πράγματι, προκαλεί μεταβίβαση αξίας από τους παραγωγούς πρώτων υλών στους παραγωγούς βιοντίζελ η οποία στερείται αιτιολογήσεων με βάση την αγορά. Σύμφωνα με το EBB, η κατάσταση αυτή είναι παρόμοια με καταστάσεις στις οποίες οι συναλλαγές δεν είναι σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς, και/ή «άλλες πρακτικές» οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν την αξιοπιστία του κόστους που περιέχεται στα λογιστικά βιβλία ενός παραγωγού-εξαγωγέα και οι οποίες αποτελούν τεκμηριωμένους λόγους για την απόρριψη του εν λόγω κόστους, παρότι πρόκειται για κόστος το οποίο έχει όντως πραγματοποιηθεί.

(46)

Το EBB, προς στήριξη του ισχυρισμού του ότι το σύστημα DET στρεβλώνει την αγορά πρώτων υλών, επικαλείται συγκεκριμένα μια ανάλυση που πραγματοποίησαν οι εμπειρογνώμονές του, καθώς και μια μελέτη που ανέθεσε το ίδιο με τον τίτλο «Measuring the Distortion to Biodiesel Costs in Argentina Caused by Differential Export Taxes on Soybean Products» (Μέτρηση της στρέβλωσης του κόστους του βιοντίζελ στην Αργεντινή η οποία προκαλείται από τους διαφορετικούς εξαγωγικούς φόρους για τα προϊόντα σόγιας) (η «μελέτη Heffley»), οι οποίες φέρονται αμφότερες να καταδεικνύουν ότι το διαφορετικό σύστημα εξαγωγικής φορολογίας συμπιέζει τεχνητά και σε σημαντικό βαθμό τις εγχώριες τιμές των σχετικών πρώτων υλών και, συνεπώς, δεν είναι αξιόπιστο.

(47)

Για τη μελέτη Heffley συλλέχθηκαν στοιχεία από την περίοδο 2010-2016 στην Αργεντινή και τις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με το κόστος παραγωγής βιοντίζελ στις δύο αυτές χώρες. Επίσης, η μελέτη περιέχει μια ειδική ανάλυση της αγοράς για το διάστημα από τον Οκτώβριο του 2011 έως τον Σεπτέμβριο του 2012. Στη μελέτη διαπιστώθηκε ότι το κόστος παραγωγής βιοντίζελ από σπόρους σόγιας στην Αργεντινή ήταν κατώτερο από το κόστος παραγωγής του ιδίου προϊόντος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με τη μελέτη, αυτή η διαφορά της τάξεως του 27 % «οφειλόταν εξ ολοκλήρου στο σύστημα DET».

(48)

Σε δεύτερη φάση, η μελέτη σύγκρινε την τιμή εξαγωγής βιοντίζελ από σπόρους σόγιας από την Αργεντινή (χωρίς να διευκρινίζεται ο προορισμός) με τη μέση τιμή της αγοράς για το βιοντίζελ από σπόρους σόγιας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η μέση τιμή εξαγωγής της Αργεντινής, 875 USD/MT ήταν χαμηλότερη από την εγχώρια τιμή της αγοράς των ΗΠΑ, 1 198 USD/MT. Η κατάσταση αυτή θα δημιουργούσε ισχυρό κίνητρο για την εισαγωγή βιοντίζελ από την Αργεντινή. Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η στρέβλωση αυτή «προκύπτει άμεσα» από το σύστημα DET.

(49)

Επιπλέον, το EBB τόνισε ότι η διόρθωση αυτών των στρεβλώσεων εμπίπτει σαφώς στη λογική της διαδικασίας αντιντάμπινγκ. Ισχυρίστηκε ότι οι στρεβλώσεις αυτές έπρεπε να διορθωθούν με την πραγματοποίηση κατάλληλων προσαρμογών του κόστους, ιδίως του κόστους των πρώτων υλών, ούτως ώστε αυτό να είναι στο αντίστοιχο επίπεδο όπου θα βρισκόταν σε περίπτωση που δεν υπήρχαν οι στρεβλώσεις. Σύμφωνα με το EBB, μ' αυτόν τον τρόπο η Επιτροπή θα αποκαθιστούσε το πραγματικό κόστος που θα συνεπαγόταν για την αγορά του εξαγωγέα η παραγωγή και η πώληση του σχετικού προϊόντος υπό τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς.

(50)

Αρκετοί παραγωγοί βιοντίζελ αμφισβήτησαν την πρόταση του EBB ότι η Επιτροπή δεν θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το καταγεγραμμένο κόστος για τις πρώτες ύλες με βάση το γεγονός ότι το σύστημα DET κατέστησε το κόστος αυτό αναξιόπιστο. Επανέλαβαν ότι η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο απέρριψαν ρητώς το επιχείρημα ότι το σύστημα DET, αυτό καθαυτό, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως βάση για να μη ληφθεί υπόψη το καταγεγραμμένο κόστος και ότι, εν πάση περιπτώσει, μια ερευνούσα αρχή δεν μπορεί να απορρίπτει το καταγεγραμμένο κόστος όταν τα λογιστικά βιβλία αντανακλούν πιστά και επακριβώς το πραγματοποιηθέν κόστος.

(51)

Η Επιτροπή αναγνώρισε ότι το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δεν απέκλεισε, αυτό καθαυτό, το ενδεχόμενο ότι μια ερευνούσα αρχή θα μπορούσε, σε ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις, να αποκλίνει από το καταγεγραμμένο κόστος, εάν από την έρευνα προκύπτει ότι το κόστος είχε, για παράδειγμα, υπερεκτιμηθεί ή υποτιμηθεί ή αν συναλλαγές ή άλλες πρακτικές οι οποίες δεν ήταν σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς είχαν επηρεάσει την αξιοπιστία του καταγεγραμμένου κόστους (παράγραφος 6.41 της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου).

(52)

Ωστόσο, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο δήλωσε, επίσης, ότι το σύστημα εξαγωγικής φορολογίας δεν αποτελούσε, αυτό καθαυτό, επαρκή βάση για να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι τα λογιστικά βιβλία των παραγωγών δεν αντανακλούσαν πλήρως το, το κόστος των πρώτων υλών που συνδέεται με την παραγωγή και την πώληση βιοντίζελ, ή για να μη ληφθεί υπόψη το σχετικό κόστος που περιέχεται στα εν λόγω λογιστικά βιβλία κατά την κατασκευή της κανονικής τιμής του βιοντίζελ (παράγραφος 6.55 της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου).

(53)

Τα επιχειρήματα του EBB στηρίζονται στην παραδοχή ότι η, κατά τους ισχυρισμούς, στρεβλωτική επίδραση του συστήματος DET θα καθιστούσε το κόστος για τις συγκεκριμένες πρώτες ύλες μη αξιόπιστο και, επομένως, δεν θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη. Το EBB υποστηρίζει ότι οι εγχώριες τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή ήταν χαμηλότερες από τις διεθνείς τιμές λόγω του συστήματος εξαγωγικής φορολογίας της Αργεντινής. Ωστόσο, η αποδοχή αυτού του επιχειρήματος θα ισοδυναμούσε με την αναγνώριση ότι, αντίθετα προς τις διαπιστώσεις του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, το σύστημα DET, αυτό καθαυτό, οδήγησε σε τέτοια αποτελέσματα ώστε να πρέπει να παραβλεφθεί το κόστος που έχει πραγματοποιηθεί και καταγραφεί στα λογιστικά βιβλία της εταιρείας, μόνο και μόνο επειδή ήταν χαμηλότερο από τις διεθνείς τιμές. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή υπενθυμίζει, επίσης, ότι η αρχική έρευνα επιβεβαίωσε ότι το πραγματικό κόστος των πρώτων υλών αντικατοπτριζόταν επαρκώς και πιστά στα λογιστικά βιβλία των εταιρειών.

(54)

Επομένως, η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό του EBB δεδομένου ότι η αποδοχή του ισχυρισμού αυτού δεν θα ήταν σύμφωνη με τα πορίσματα των εκθέσεων.

(55)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή, προκειμένου να εναρμονίσει τα μέτρα με τις εκθέσεις και τους κανόνες του ΠΟΕ, θεώρησε ότι ήταν αναγκαίο να κατασκευαστεί η κανονική αξία με βάση το κόστος που όντως πραγματοποιήθηκε, όπως αυτό αποτυπώνεται στα αντίστοιχα λογιστικά βιβλία της εταιρείας.

(56)

Μετά την κοινοποίηση, το EBB επανέλαβε ότι η απόφαση του ΠΟΕ επέτρεψε στην Επιτροπή να καταφύγει σε προσαρμογή του κόστους στην προκειμένη περίπτωση. Ισχυρίστηκε ότι η Επιτροπή είχε παρερμηνεύσει την απόφαση του ΠΟΕ και το επιχείρημα του EBB.

(57)

Σύμφωνα με το EBB, η Επιτροπή παράβλεψε τις δηλώσεις που περιέχονται στις εκθέσεις ότι «οι εγχώριες τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή ήταν χαμηλότερες από τις διεθνείς τιμές λόγω του συστήματος εξαγωγικής φορολογίας της Αργεντινής». Το EBB ισχυρίστηκε ότι στην απόφαση δεν αναφέρεται, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, ότι οι στρεβλωτικές επιπτώσεις του συστήματος DET δεν θα μπορούσαν, αυτές καθαυτές, να αποτελέσουν επαρκή βάση για την πραγματοποίηση προσαρμογής του κόστους.

(58)

Επιπλέον, το EBB επανέλαβε και τόνισε ότι το γεγονός ότι οι τιμές στην εγχώρια αγορά δεν ήταν αξιόπιστες λόγω του συστήματος DET αποτελεί επαρκή βάση για να συναχθεί το συμπέρασμα ότι τα λογιστικά βιβλία των παραγωγών δεν αντανακλούσαν πλήρως το κόστος των σπόρων σόγιας το οποίο συνδέεται με την παραγωγή και την πώληση βιοντίζελ. Λόγω της αναξιοπιστίας των εγχώριων τιμών δεν λήφθηκε υπόψη το καταγεγραμμένο κόστος και το EBB είχε υποβάλει στην Επιτροπή όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την προσαρμογή του κόστους.

(59)

Το EBB επέμεινε ότι η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έκριναν ότι οι ερευνούσες αρχές ήταν ελεύθερες να εξετάσουν την αξιοπιστία του καταγεγραμμένου κόστους στα λογιστικά βιβλία των παραγωγών/εξαγωγέων, και ειδικότερα κατά πόσον είχε καταγραφεί το σύνολο του πραγματοποιηθέντος κόστους, κατά πόσον το πραγματοποιηθέν κόστος είχε υπερεκτιμηθεί ή υποτιμηθεί, και κατά πόσον συναλλαγές που δεν είναι σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς ή άλλες πρακτικές επηρέασαν την αξιοπιστία του καταγεγραμμένου κόστους. Σύμφωνα με το EBB, η επίδραση του συστήματος DET ήταν παρόμοια με συναλλαγές που δεν ήταν σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς και/ή ισοδυναμούσε με άλλη πρακτική η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει «την αξιοπιστία του καταγεγραμμένου κόστους» (10).

(60)

Η Επιτροπή αξιολόγησε εκ νέου τον ισχυρισμό αυτό και υπό το πρίσμα της ακρόασης με τον σύμβουλο ακροάσεων της 20ής Ιουλίου 2017. Η Επιτροπή υποστήριξε στις αιτιολογικές σκέψεις 51 έως 55 ότι το πραγματικό κόστος που πραγματοποιήθηκε για τις πρώτες ύλες αντικατοπτριζόταν επαρκώς και πιστά στα λογιστικά βιβλία των εταιρειών της Αργεντινής και ότι η προηγούμενη πραγματοποιηθείσα προσαρμογή του κόστους είχε κριθεί ασύμβατη προς τις υποχρεώσεις της ΕΕ στο πλαίσιο του ΠΟΕ.

(61)

Η Επιτροπή δεν συμμερίστηκε την ερμηνεία του EBB όσον αφορά τα συμπεράσματα της ειδικής ομάδας και του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου. Για παράδειγμα, η υποσημείωση 400 της έκθεσης της ειδικής ομάδας είναι λιγότερο κατηγορηματική απ' ό,τι συνάγεται από την παρατήρηση του EBB. Η ειδική ομάδα διαπίστωσε ότι «η εξέταση των λογιστικών βιβλίων που προκύπτει από τη φράση “αντανακλάται εύλογα” στο άρθρο 2.2.1.1 δεν περιλαμβάνει εξέταση του “εύλογου χαρακτήρα” του καταγεγραμμένου κόστους, αυτού καθαυτού, όταν διαπιστώνεται ότι, κατά τ' άλλα, το καταγεγραμμένο πραγματικό κόστος στα λογιστικά βιβλία του παραγωγού ή του εξαγωγέα είναι, εντός αποδεκτών ορίων, σαφές και αξιόπιστο».

(62)

Ωστόσο, το EBB, ισχυριζόμενο ότι η επίδραση του συστήματος DET ήταν παρόμοια με συναλλαγές οι οποίες δεν ήταν σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς και/ή ισοδυναμούσε με άλλη πρακτική, υπέδειξε ακριβώς την κατεύθυνση που πρέπει να λάβει η εν λόγω εξέταση του εύλογου χαρακτήρα του καταγεγραμμένου κόστους.

(63)

Επιπλέον, η επίδραση του συστήματος DET δεν ήταν i) ούτε παρόμοια με συναλλαγή η οποία δεν ήταν σύμφωνη με τις συνθήκες της αγοράς, ii) ούτε ισοδυναμούσε με «άλλη πρακτική» η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει την αξιοπιστία του κόστους στα λογιστικά βιβλία του παραγωγού-εξαγωγέα. Ανεξάρτητα από το ακριβές περιεχόμενο των εννοιών αυτών, η ειδική ομάδα και το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο απέρριψαν ρητώς τα βασικά επιχειρήματα της Επιτροπής ότι η στρέβλωση των τιμών που προκαλείται από το σύστημα εξαγωγικής φορολογίας της Αργεντινής (DET) αποτελούσε, αυτή καθαυτή, επαρκή βάση για την απόρριψη κόστους στα λογιστικά βιβλία ενός παραγωγού-εξαγωγέα (11).

(64)

Μετά την αναθεωρημένη κοινοποίηση, το EBB ενέμεινε στη θέση του ότι η Επιτροπή παρερμήνευσε τη δήλωση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου στην παράγραφο 6.55 της έκθεσής του και δεν έλαβε υπόψη τη δυνατότητα που προβλέπεται στην παράγραφο 6.41 της ίδιας έκθεσης να εξετάσει την αξιοπιστία των καταγεγραμμένων δαπανών για πρώτες ύλες και να μην λάβει υπόψη το κόστος αυτό εάν κριθεί αναξιόπιστο και υπέβαλε ορισμένες συμπληρωματικές παρατηρήσεις προς στήριξη των επιχειρημάτων της.

(65)

Όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, το EBB ισχυρίστηκε ότι η δήλωση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου στην παράγραφο 6.55 «... η διαπίστωση των αρχών της ΕΕ ότι οι εγχώριες τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή ήταν χαμηλότερες από τις διεθνείς τιμές λόγω του συστήματος φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής δεν αποτελούσε, αυτή καθαυτή, επαρκή βάση για το συμπέρασμα ότι η λογιστική των παραγωγών δεν αντανακλούσε πλήρως το κόστος των σπόρων σόγιας που συνδέεται με την παραγωγή και πώληση βιοντίζελ, ή δεν έλαβε υπόψη το κόστος αυτό, κατά την κατασκευή της κανονικής τιμής του βιοντίζελ» δεν αποτελεί νομική εκτίμηση από το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο, όπως ισχυρίζεται η Επιτροπή, αλλά μια απλή παράθεση του συμπεράσματος της Επιτροπής στον οριστικό κανονισμό. Το EBB ισχυρίστηκε επίσης ότι η διατύπωση «δεν αποτελούσε, αυτό καθαυτό επαρκή βάση» συνεπάγεται ότι το σύστημα φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής θα μπορούσε να παράσχει επαρκή βάση ώστε να μη ληφθεί υπόψη το κόστος, αλλά η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί στην αναγκαία ανάλυση. Τέλος, η ερμηνεία της Επιτροπής όσον αφορά την παράγραφο 6.55 επίσης δεν έλαβε υπόψη το γεγονός ότι το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έκρινε ότι είναι αναγκαίο να ασχοληθεί επίσης με τη μεταγενέστερη έκδοση ενός δείκτη αναφοράς. Αυτό δεν θα ήταν απαραίτητο, αν το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο είχε αποκλείσει κατηγορηματικά ότι το σύστημα φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση μιας προσαρμογής του κόστους.

(66)

Η Επιτροπή δεν δέχθηκε την ερμηνεία που προτείνει το EBB.

(67)

Πρώτον, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο στην παράγραφο 6.55 ανωτέρω δεν αποτελεί απλή αναφορά των συμπερασμάτων της Επιτροπής. Αντιθέτως, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της ερμηνείας από μέρους του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου του άρθρου 2.2.1.1 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ στην παράγραφο 6.56. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο είχε συμφωνήσει ρητά με την ομάδα ότι η διάταξη αυτή δεν αποτελούσε επαρκές έρεισμα για το συμπέρασμα της Επιτροπής να μη ληφθούν υπόψη οι καταγραφείσες δαπάνες των αργεντινών παραγωγών βιοντίζελ, επειδή οι εγχώριες τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή ήταν χαμηλότερες από τις διεθνείς τιμές λόγω του συστήματος φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής. Το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο επιβεβαίωσε την εν λόγω κανονιστική διαπίστωση κατά λέξη στην επόμενη παράγραφο 6.56 υπό τον τίτλο «Συμπεράσματα».

(68)

Αφετέρου, η φράση «δεν αποτελούσε, αυτή καθαυτή, επαρκή βάση» συνεπάγεται, κατά τη γνώμη της Επιτροπής, ότι η απλή ύπαρξη του συστήματος φορολόγησης εξαγωγών δεν αρκεί για να δικαιολογήσει μια προσαρμογή του κόστους, όπως έγινε στην αρχική έρευνα. Αν αντιθέτως (όπως υποστηρίζει το EBB) ο κύριος λόγος για το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο να βρει μια ασυνέπεια των μέτρων της ΕΕ ως προς τον ΠΟΕ, ήταν η ανεπαρκής αιτιολογία της Επιτροπής στον αρχικό κανονισμό, θα το είχαν εκφράσει ρητώς. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν επισημάνθηκε από το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο και την ειδική ομάδα. Αντιθέτως, η διατύπωση «αυτό καθαυτό» χρησιμοποιήθηκε μάλλον για να καταστήσει σαφές ότι η λειτουργία του συστήματος φορολόγησης εξαγωγών στην Αργεντινή δεν μπορεί «αυτοτελώς» να προκαλέσει προσαρμογή κόστους βάσει του άρθρου 2.2.1.1 της ΣΑ, έστω κι αν είναι καλά αιτιολογημένες ή τεκμηριωμένες οι στρεβλωτικές επιπτώσεις της.

(69)

Τρίτον, η Επιτροπή διαφώνησε με το συμπέρασμα του EBB ότι το γεγονός ότι το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εξέτασε τον ισχυρισμό σχετικά με τους δείκτες αναφοράς στις παραγράφους 6.58 έως 6.83, ήταν μια ένδειξη ότι το σύστημα φορολόγησης εξαγωγών στην Αργεντινή θα μπορούσε πράγματι να έχει αποτελέσει επαρκή βάση για να μη ληφθούν υπόψη οι διαπιστωθείσες δαπάνες για πρώτες ύλες. Όπως μπορεί να συναχθεί από την επικεφαλίδα που προηγείται της παραγράφου 6.58, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο σε αυτήν ασχολείται με διαφορετικό ισχυρισμό της Αργεντινής βάσει του άρθρου 2.2 της ΣΑ.

(70)

Η Επιτροπή εξέτασε στη συνέχεια τον δεύτερο ισχυρισμό του EBB, ήτοι ότι, στην παράγραφο 6.41 της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου παρέχεται σαφές μήνυμα ότι οι δαπάνες που εγγράφηκαν στα βιβλία της εταιρείας μπορούν να μην ληφθούν υπόψη, εφόσον βασίζονται σε πρακτικές που επηρεάζουν την αξιοπιστία των αναφερόμενων δαπανών. Το EBB αναφέρθηκε επίσης στο γεγονός ότι, ενώ η ειδική ομάδα είχε υποβάλει τη συλλογιστική αυτή μόνο σε μια υποσημείωση, το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έκρινε αναγκαίο να συμπεριληφθεί στο κείμενο της έκθεσης. Αυτό θα σήμαινε, κατά το EBB, ότι το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο θέλησε να διαλυθεί μια υπερβολικά συσταλτική ερμηνεία του άρθρου 2.2.1.1 της συμφωνίας αντιντάμπινγκ και να δοθεί μια σαφής ένδειξη ότι μια προσαρμογή κόστους παραμένει δυνατή στο πλαίσιο αυτό.

(71)

Στην παράγραφο 6.41 το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εξετάζει τον ισχυρισμό της ΕΕ, ότι η έκθεση της ειδικής ομάδας φαίνεται να προτείνει ότι μια ερευνητική αρχή θα όφειλε να δεχτεί κάθε κόστος που αναφέρεται στα βιβλία μιας εταιρείας, εφόσον αντικατοπτρίζει με ακρίβεια τα πραγματικά έξοδα «ανεξάρτητα αν το εν λόγω κόστος θα ήταν παράλογο σε σύγκριση με υποκατάστατη μεταβλητή ή δείκτη αναφοράς σύμφωνα με τις συνήθεις συνθήκες της αγοράς». Απέρριψε την ερμηνεία αυτή και υπενθύμισε ότι η ομάδα είχε πράγματι κάνει δεκτό ότι η αρμόδια για την έρευνα αρχή μπορεί να εξετάσει την αξιοπιστία και την ακρίβεια των καταγραφών στα λογιστικά βιβλία των παραγωγών. Η αρμόδια για την έρευνα αρχή θα μπορούσε, επομένως, να προσδιορίσει «εάν όλες οι δαπάνες λαμβάνονται υπόψη» κατά πόσον το πραγματοποιηθέν κόστος είχε υπερεκτιμηθεί ή υποτιμηθεί· και κατά πόσον συναλλαγές που δεν είναι σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς ή άλλες πρακτικές επηρέασαν την αξιοπιστία του καταγεγραμμένου κόστους».

(72)

Η Επιτροπή συμφώνησε με το EBB ότι το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο επιβεβαίωσε την απόφαση της ειδικής ομάδας ότι οι διαπιστωθείσες δαπάνες μπορούσαν να απορρίπτονται όταν η αρμόδια για την έρευνα αρχή έχει διαπιστώσει συναλλαγές μη σύμφωνες με τις συνθήκες της αγοράς ή άλλες πρακτικές που επηρεάζουν την αξιοπιστία τους. Θεώρησε, επίσης, ότι είναι φυσικό, που το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο εξέτασε ισχυρισμό στο σώμα της αποφάσεως του και όχι σε υποσημείωση, όπως η ειδική ομάδα είχε πράξει. Ωστόσο, ούτε η ειδική ομάδα ούτε το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο κατέληξαν σε πορίσματα ή προτάσεις ότι το σύστημα φορολόγησης εξαγωγών στην Αργεντινή είναι πιθανό να εμπίπτει στην εξαίρεση αυτή μιας πρακτικής που επηρεάζει την αξιοπιστία. Εάν η ειδική ομάδα ή το δευτεροβάθμιο δικαιοδοτικό όργανο έκριναν ότι το σύστημα φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως άλλη πρακτική που επηρεάζει την αξιοπιστία, θα είχαν καταστήσει το σημείο αυτό σαφές και δεν θα είχαν διαπιστώσει ανακολουθία των μέτρων της ΕΕ ως προς τον ΠΟΕ.

(73)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή διατήρησε την ερμηνεία της των εκθέσεων ότι η ΕΕ δεν μπορούσε να μη λάβει υπόψη τις δαπάνες που έχουν όντως πραγματοποιηθεί και καταγραφεί με ακρίβεια, κατά την κατασκευή της κανονικής τιμής του βιοντίζελ στην Αργεντινή με βάση τις στρεβλώσεις που απορρέουν από την ίδια την ύπαρξη του συστήματος φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής.

(74)

Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή εξέτασε τα σημεία που έθιξε το EBB —και, μετά την κοινοποίηση επίσης από τη FEDIOL, προμηθευτή στον κλάδο παραγωγής βιοντίζελ της Ένωσης—, ότι η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει εναλλακτικές αποδείξεις για προσαρμογές του κόστους για να αντισταθμίσει τις στρεβλωτικές επιπτώσεις του συστήματος DET στο κόστος παραγωγής βιοντίζελ στην Αργεντινή. Στο πλαίσιο αυτό, πρέπει να σημειωθεί ότι η συλλογή εναλλακτικών αποδεικτικών στοιχείων για προσαρμογές κόστους ώστε να αντισταθμιστούν οι στρεβλωτικές επιπτώσεις του συστήματος DET δεν ήταν ο στόχος της παρούσας έρευνας επανεξέτασης.

Εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία που περιέχονται στη μελέτη Heffley δεν θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως επαρκώς στέρεα βάση για νέα προσαρμογή του κόστους.

(75)

Πρώτον, η ΠΕ κάλυπτε την περίοδο μεταξύ Ιουλίου 2011 και Ιουνίου 2012, ενώ η ειδική ανάλυση που περιέχεται στη μελέτη Heffley αφορά την περίοδο μεταξύ Οκτωβρίου 2011 και Σεπτεμβρίου 2012. Επομένως, η επικάλυψη μεταξύ των εξεταζόμενων περιόδων είναι μόνο μερική, πράγμα που καθιστά αμφίβολο το κατά πόσον τα πορίσματα της μελέτης μπορούν να χρησιμοποιηθούν στην υποκείμενη έρευνα χωρίς προσαρμογές. Η Επιτροπή δεν μπορούσε να διορθώσει αυτή την αναντιστοιχία χωρίς στοιχεία για το διάστημα μεταξύ Ιουλίου 2011 και Σεπτεμβρίου 2011.

(76)

Δεύτερον, η μελέτη εκτίμησε το κόστος παραγωγής στις ΗΠΑ από την τιμή των σπόρων σόγιας στην αγορά των ΗΠΑ. Η οικονομική αυτή μέθοδος βασίζεται σε υποθέσεις, χωρίς, ωστόσο, να παρέχει αξιόπιστα στοιχεία σχετικά με το πραγματικό κόστος παραγωγής βιοντίζελ στις ΗΠΑ. Ακόμη κι αν μπορούσαμε να βασιστούμε σε υποθέσεις και μόνο, η ιδέα ότι το κόστος παραγωγής βιοντίζελ από ακατέργαστο σογιέλαιο θα ήταν πανομοιότυπο στις ΗΠΑ και στην Αργεντινή είναι αβάσιμη. Τρίτον, με τη χρήση μιας «μέσης» τιμής εξαγωγής της Αργεντινής παραβλέπεται το γεγονός ότι η τιμή εξαγωγής προς την Ένωση ενδέχεται να είναι στην πραγματικότητα υψηλότερη από τον μέσο όρο. Πράγματι, κατά τη διάρκεια της ΠΕ της αρχικής έρευνας, η τιμή εξαγωγής βιοντίζελ από την Αργεντινή προς την ΕΕ ανερχόταν σε 967 EUR/MT, που ισούται με 1 294 USD/MT, με βάση τις τότε ισχύουσες συναλλαγματικές ισοτιμίες, σύμφωνα με τα αρχεία του φακέλου. Ωστόσο, η μελέτη χρησιμοποίησε για την εν λόγω περίοδο μέση τιμή εξαγωγής ίση με 1 071 USD/MT. Αυτό καταδεικνύει ότι το υποτιθέμενο όφελος του συστήματος DET δεν ήταν δυνατόν να προκύπτει άμεσα από τις τιμές εξαγωγής προς την Ένωση.

(77)

Τέταρτον, η μελέτη εικάζει απλώς, χωρίς να βασίζεται σε επαρκή αποδεικτικά στοιχεία, ότι η αποκλειστική αιτία του (χαμηλού) κόστους παραγωγής στην εγχώρια αγορά της Αργεντινής κατά την εξεταζόμενη περίοδο ήταν το σύστημα DET. Πράγματι, η μελέτη δεν εξετάζει άλλους παράγοντες συγκριτικού πλεονεκτήματος που θα μπορούσαν να καταστήσουν την παραγωγή βιοντίζελ στην Αργεντινή φθηνότερη απ' ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες.

(78)

Συνεπώς, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν ήταν σε θέση να αντικαταστήσει με ακρίβεια το καταγεγραμμένο κόστος στα λογιστικά βιβλία των παραγωγών βιοντίζελ της Αργεντινής με τον δείκτη αναφοράς που προτείνεται στη μελέτη Heffley.

(79)

Μετά την αναθεωρημένη κοινοποίηση, το EBB διευκρίνισε ότι ο σκοπός της μελέτης ήταν μόνο να αποδείξει τον τρόπο με τον οποίο η Επιτροπή, για παράδειγμα, θα μπορούσε να εκτιμήσει και να προσδιορίσει ποσοτικά το βαθμό της στρέβλωσης (αξιοπιστία) που προκαλείται από το σύστημα φορολόγησης εξαγωγών της Αργεντινής και όχι να υποκαταστήσει ή να αντικαταστήσει μια ανάλυση από την Επιτροπή με βάση τα δικά της επαληθευμένα δεδομένα που συλλέχθηκαν κατά την αρχική έρευνα.

(80)

Το EBB υπέβαλε επίσης μια αναθεωρημένη μελέτη με δεδομένα αναφοράς που αντιστοιχούσαν πλήρως στην περίοδο της αρχικής έρευνας η οποία έδειξε πολύ παρόμοιο αποτέλεσμα, δηλαδή τη στρέβλωση των εγχώριων τιμών για σπόρους σόγιας να κυμαίνεται περίπου στο 27 %. Το EBB αμφισβήτησε περαιτέρω την άποψη της Επιτροπής ότι η μελέτη στηρίχθηκε στο κόστος παραγωγής στις ΗΠΑ. Αντιθέτως, η μελέτη στηρίχθηκε σε εκτίμηση του κόστους της παραγωγής βιοντίζελ στην Αργεντινή. Επιπλέον, οι αιτιάσεις τις οποίες προβάλλει η Επιτροπή ως προς τη μελέτη ότι δηλαδή έχει βασιστεί σε μία μέση τιμή εξαγωγής είναι αβάσιμες, δεδομένου ότι η τιμή αυτή καθαυτή, είναι άνευ σημασίας για τον υπολογισμό της στρέβλωσης του κόστους στην παραγωγή βιοντίζελ στην Αργεντινή που είναι αποτέλεσμα του συστήματος φορολόγησης εξαγωγών. Τέλος, το EBB ισχυρίζεται ότι τα εικαζόμενα συγκριτικά πλεονεκτήματα δεν μπορούν να εξηγήσουν μια διαφορά τιμής περίπου 30 % και, εφόσον δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για το αντίθετο, η μόνη λογική εξήγηση για το εν λόγω χάσμα είναι το σύστημα των εξαγωγικών δασμών στην Αργεντινή.

(81)

Η Επιτροπή εξέτασε τις εξηγήσεις και διευκρινίσεις που παρέχονται από το EBB. Η Επιτροπή δέχθηκε ότι η αναθεωρημένη μελέτη έδειξε στρέβλωση των εγχώριων τιμών των σπόρων σόγιας κατά την περίοδο έρευνας, της τάξης του 27 %. Ωστόσο, δεν έχει πειστεί ως προς τα άλλα τρία σημεία.

(82)

Όπως αναγνώρισε το ίδιο το EBB, το εκτιμώμενο κόστος επεξεργασίας για έναν παραγωγό της Αργεντινής βασίστηκε σε τρεις αναλύσεις: μία βασίστηκε σε στοιχεία κόστους και τιμών μέσου όρου έξι ετών για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αργεντινή· μία άλλη βασίστηκε στα ίδια στοιχεία ενός έτους για τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αργεντινή και η τρίτη βασίστηκε σε στοιχεία ενός έτους για την Αργεντινή, με την τιμή εξαγωγής της Αργεντινής ως υποκατάστατη μεταβλητή για την τιμή της παγκόσμιας αγοράς. Είναι σαφές ότι η κατάσταση στις Ηνωμένες Πολιτείες συνιστούσε ένα εξωτερικό δείκτη αναφοράς για να διαπιστωθεί ποιο είναι το κόστος στην Αργεντινή εάν δεν υπήρχαν οι στρεβλώσεις από τον εξαγωγικό φόρο.

(83)

Επιπλέον, δεν υπάρχει βάσιμος λόγος για τον οποίο οι τιμές εξαγωγής της Αργεντινής προς την Ευρώπη θα έπρεπε να αγνοηθούν στην προσπάθεια να διαπιστωθεί το πλεονέκτημα που ένας παραγωγός βιοντίζελ της Αργεντινής μπορεί να είχε ως αποτέλεσμα του συστήματος DET.

(84)

Επιπλέον, η Επιτροπή ουδέποτε αμφισβήτησε ότι το σύστημα DET ήταν τεχνητή μείωση του κόστους των συντελεστών παραγωγής για τους παραγωγούς βιοντίζελ της Αργεντινής, αλλά διαφώνησε μόνο με την παραδοχή ότι το σύστημα DET ήταν η μοναδική αιτία για ένα τέτοιο τεράστιο όφελος της τάξης περίπου του 30 %.

5.3.   Τα περιθώρια ντάμπινγκ σύμφωνα με τους νέους υπολογισμούς

(85)

Μετά την κοινοποίηση, ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς υπέβαλαν παρατηρήσεις ως προς συγκεκριμένες εταιρείες σχετικά με εικαζόμενα σφάλματα στους υπολογισμούς του ντάμπινγκ. Η Επιτροπή διόρθωσε τα εν λόγω λάθη, όπου αυτό ήταν απαραίτητο, και αναθεώρησε τα περιθώρια και τους δασμούς ντάμπινγκ αναλόγως.

(86)

Οι αναθεωρημένοι δασμολογικοί συντελεστές για όλους τους Αργεντινούς εξαγωγείς υπό το πρίσμα των πορισμάτων και των συστάσεων στις εκθέσεις του ΠΟΕ, εκφρασμένοι σε τιμή CIF στα σύνορα της Ένωσης, πριν από την καταβολή τελωνειακού δασμού, έχουν ως εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Περιθώριο ντάμπινγκ

Αργεντινή

Aceitera General Deheza S.A., General Deheza, Rosario· Bunge Argentina S.A., Buenos Aires

8,1 %

Louis Dreyfus Commodities S.A., Buenos Aires

4,5 %

Molinos Río de la Plata S.A., Buenos Aires; Oleaginosa Moreno Hermanos S.A.F.I.C.I. y A., Bahia Blanca· Vicentin S.A.I.C., Avellaneda

6,6 %

Άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες

6,5 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

8,1 %

6.   ΑΝΑΘΕΩΡΗΜΕΝΑ ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΖΗΜΙΑΣ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ

(87)

Στις εκθέσεις διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι η ΕΕ ενήργησε κατά παράβαση προς τα άρθρα 3.1 και 3.4 της ΣΑ κατά την εξέταση των επιπτώσεων των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ στον εγχώριο κλάδο παραγωγής, σε ό,τι αφορά την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας. Ωστόσο, οι εκθέσεις δεν αναιρούν το συμπέρασμα ότι ο ενωσιακός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(88)

Η ειδική ομάδα διαπίστωσε ότι οι αρχές της ΕΕ ενήργησαν κατά παράβαση των άρθρων 3.1 και 3.4 της ΣΑ επειδή αποδέχτηκαν τα αναθεωρημένα στοιχεία που υπέβαλε ο εγχώριος κλάδος παραγωγής της ΕΕ σε μεταγενέστερο στάδιο της έρευνας, χωρίς να διασφαλίσουν οι ίδιες την ακρίβεια και την αξιοπιστία τους (παράγραφος 7.395 της έκθεσης της ειδικής ομάδας). Τα αναθεωρημένα στοιχεία αφορούσαν «αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα». Ταυτόχρονα, η ειδική ομάδα δήλωσε ότι τα αναθεωρημένα στοιχεία δεν διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο για το συμπέρασμα των αρχών της ΕΕ στον οριστικό κανονισμό σχετικά με την πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα ως έναν «άλλο παράγοντα» που προκαλεί ζημία (όπως επιβεβαιώνεται στην παράγραφο 6.174 της έκθεσης του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου).

(89)

Ορισμένοι παραγωγοί-εξαγωγείς και η CARBIO, η ένωση εξαγωγέων βιοντίζελ της Αργεντινής, ισχυρίστηκαν ότι η έννοια της «αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας», όπως αυτή εξηγείται στον οριστικό κανονισμό, ήταν μάλλον άνευ περιεχομένου για τον εν λόγω κλάδο. Η ικανότητα είτε υπήρχε είτε δεν υπήρχε.

(90)

Για την εισαγωγική εταιρεία Gunvor και τη CARBIO, η αιτία της ζημίας που υπέστη ο εγχώριος κλάδος παραγωγής ήταν η διαρθρωτική πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα του κλάδου παραγωγής που προέκυψε από αδικαιολόγητες αυξήσεις στην παραγωγική ικανότητα, παρά τα χαμηλά ποσοστά χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας, και όχι το ποσοστό χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας αυτό καθαυτό.

(91)

Η CARBIO, οι αργεντινοί και οι ινδονήσιοι παραγωγοί-εξαγωγείς δήλωσαν, επίσης, ότι η Επιτροπή όφειλε να επανεξετάσει την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας με βάση τα «θετικά αποδεικτικά στοιχεία». Η Επιτροπή θα έπρεπε να διεξαγάγει «αντικειμενική εξέταση» των εν λόγω παραγόντων.

(92)

Η Επιτροπή εξετάζει το ζήτημα αυτό στα σημεία 6.1 έως 6.4 παρακάτω.

6.1.   Απάντηση στο ερωτηματολόγιο και επαλήθευση

(93)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγιο στο EBB με το οποίο ζητεί εξηγήσεις όσον αφορά i) τη μεθοδολογία που εφαρμόστηκε για τον υπολογισμό τόσο της παραγωγικής ικανότητας όσο και της χρησιμοποίησης της παραγωγικής ικανότητας του κλάδου παραγωγής της Ένωσης κατά την εξεταζόμενη περίοδο, και ii) τους λόγους για τους οποίους, κατά την αρχική έρευνα, τα στοιχεία αυτά αναθεωρήθηκαν και επί ποιας βάσης προέκυψαν τα νέα αριθμητικά στοιχεία.

(94)

Η Επιτροπή κάλεσε, επίσης, το EBB να εξηγήσει πώς αντιλαμβάνεται την έννοια της «αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας»· τους λόγους για τους οποίους, κατά τη γνώμη του, έπρεπε αυτή να μην συμπεριληφθεί στη συνολική παραγωγική ικανότητα του κλάδου παραγωγής της Ένωσης για την εξεταζόμενη περίοδο και τον τρόπο με τον οποίο υπολογίστηκε η αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα για τους παραγωγούς που δεν είναι μέλη του EBB.

(95)

Η Επιτροπή έλαβε τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, τις ανέλυσε και στη συνέχεια πραγματοποίησε επίσκεψη επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις του EBB στις 26 Απριλίου 2017. Κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, το EBB είχε προετοιμάσει για την επίσκεψη επαλήθευσης όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα και τα φύλλα εργασίας που είχε χρησιμοποιήσει για την προετοιμασία των απαντήσεών του στο ερωτηματολόγιο, και ιδίως εκείνα που συνδέουν τις παρεχόμενες πληροφορίες με τις διαχειριστικές και λογιστικές καταχωρίσεις για την επιτόπια επαλήθευση από την Επιτροπή.

(96)

Η Επιτροπή επαλήθευσε τα δικαιολογητικά έγγραφα, διασταύρωσε τα υποβαλλόμενα στοιχεία για την εξεταζόμενη περίοδο με τις πηγές τους και μπόρεσε να διασταυρώσει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στις διαχειριστικές και λογιστικές καταχωρίσεις με τα αναθεωρημένα στοιχεία που υποβλήθηκαν κατά την αρχική έρευνα όσον αφορά την παραγωγική ικανότητα και τη χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας τα οποία καλύπτουν την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2009 έως το τέλος της περιόδου έρευνας. Τα έγγραφα περιέχουν ευαίσθητα εταιρικά δεδομένα και δεν μπορούν να γνωστοποιηθούν.

(97)

Η Gunvor και η CARBIO υπέβαλαν παρατήρηση ισχυριζόμενες ότι το ερωτηματολόγιο της Επιτροπής προς το EBB δεν ήταν επαρκές για να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις των άρθρων 3.1 και 3.4 της ΣΑ. Το EBB θα έπρεπε να εξηγήσει πώς τα αναθεωρημένα στοιχεία στηρίζονταν σε δημόσιες πηγές και η Επιτροπή δεν θα έπρεπε απλώς να δεχτεί τα στοιχεία που παρέχονται από το EBB.

(98)

Επιπλέον, η Gunvor και η CARBIO ισχυρίστηκαν ότι οι απαντήσεις του EBB στο ερωτηματολόγιο είχαν απαλειφθεί σε μεγάλο βαθμό και, ως εκ τούτου, τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν μπορούσαν να κατανοήσουν τον τρόπο με τον οποίο τα στοιχεία συλλέχθηκαν, αξιολογήθηκαν και επαληθεύτηκαν με βάση άλλες πηγές και, κατά συνέπεια, δεν ήταν σε θέση να αξιολογήσουν κατά πόσον οι σχετικές πληροφορίες που παρέχονται από το EBB είναι αξιόπιστες.

(99)

Αμφότερα τα μέρη υπέβαλαν στοιχεία που συλλέχθηκαν από τη Eurostat σχετικά με την παραγωγή, την παραγωγική ικανότητα και την κατανάλωση βιοντίζελ στην ΕΕ και σημείωσαν την ομοιότητα μεταξύ των εν λόγω στοιχείων και των στοιχείων που δημοσιεύτηκαν στον προσωρινό κανονισμό, τα οποία είχε συλλέξει και υποβάλλει στην Επιτροπή το EBB. Ισχυρίστηκαν ότι η Επιτροπή θα έπρεπε να είχε χρησιμοποιήσει τα στοιχεία της Eurostat παρά τα προσαρμοσμένα στοιχεία του EBB για την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα.

(100)

Ισχυρίστηκαν, επίσης, ότι ο ορισμός που παρείχε το EBB για την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα είναι πολύ αόριστος και η πρόταση για μείωση της παραγωγικής ικανότητας μέσω της εξαίρεσης της «αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας» προέκυψε μόνο μετά τη δημοσίευση του προσωρινού κανονισμού, μόλις κατέστη σαφές ότι τα αριθμητικά στοιχεία που αναφέρονται στον προσωρινό κανονισμό θα καθιστούσαν πιο δύσκολο να αποδειχθεί η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που υποτίθεται ότι αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ και της ζημίας που φέρεται ότι υπέστη ο κλάδος παραγωγής της ΕΕ.

(101)

Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς όπως εξηγείται στα σημεία 6.2. έως 6.4. κατωτέρω. Αξιολόγησε προσεκτικά τις απαντήσεις στο ερωτηματολόγιο, στη συνέχεια επαλήθευσε τα στοιχεία κατά τη διάρκεια επίσκεψης επαλήθευσης στις εγκαταστάσεις του EBB και διαπίστωσε ότι τα υποβληθέντα και τα αναθεωρημένα στοιχεία ήταν ακριβή και αξιόπιστα, και ότι δεν υπάρχει ανάγκη να τροποποιηθούν τα αναθεωρημένα αριθμητικά στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν για τον οριστικό κανονισμό (βλ. επίσης τις αιτιολογικές σκέψεις 53-58).

(102)

Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι τα στοιχεία που συλλέχθηκαν από το EBB είναι σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat και, ως εκ τούτου, τα τελευταία συνιστούν ανεξάρτητη επιβεβαίωση της ακρίβειας και της αξιοπιστίας των στοιχείων του EBB. Ωστόσο, δεδομένου ότι τα στοιχεία της Eurostat δημοσιεύτηκαν μόλις το 2014, δεν θα μπορούσαν να είχαν χρησιμοποιηθεί στην αρχική έρευνα.

(103)

Επομένως, τα αναθεωρημένα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στον οριστικό κανονισμό (αιτιολογική σκέψη 131) (βλ. πίνακα κατωτέρω) ήταν ορθά και επιβεβαιώθηκαν μετά την επίσκεψη επαλήθευσης.

 

2009

2010

2011

ΠΕ

Παραγωγική ικανότητα (σε τόνους)

18 856 000

18 583 000

16 017 000

16 329 500

Δείκτης 2009 = 100

100

99

85

87

Όγκος παραγωγής (σε τόνους)

8 729 493

9 367 183

8 536 884

9 052 871

Δείκτης 2009 = 100

100

107

98

104

Χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

46 %

50 %

53 %

55 %

Δείκτης 2009 = 100

100

109

115

120

6.2.   Η συνολική παραγωγή της ΕΕ: Διευκρινίσεις σχετικά με τη διαδικασία που ακολούθησε το EBB για τη συλλογή στοιχείων όσον αφορά την παραγωγή

(104)

Τον Μάρτιο του 2013, πριν από τη δημοσίευση των προσωρινών μέτρων, το EBB υπέβαλε στην Επιτροπή στοιχεία παραγωγής για τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, τόσο για τα μέλη όσο και για τα μη μέλη του EBB.

(105)

Τα υποβληθέντα στοιχεία παραγωγής παρασχέθηκαν ανά εταιρεία, ανεξάρτητα από το αν αυτή ήταν μέλος του EBB. Αυτή η προσέγγιση από τη βάση προς την κορυφή διασφάλισε ότι τα στοιχεία παραγωγής παρείχαν ακριβή εικόνα της παραγωγής της ΕΕ.

(106)

Το μέλη του EBB παρέχουν στοιχεία παραγωγής στο EBB σε τριμηνιαία βάση σε έντυπο που αποστέλλεται από το EBB και, στη συνέχεια, τα στοιχεία αυτά διασταυρώνονται με πηγές πληροφοριών για την αγορά. Το EBB δίνει ιδιαίτερη έμφαση στα στοιχεία παραγωγής, δεδομένου ότι αυτά χρησιμοποιούνται για να καθοριστούν οι χρηματοδοτικές συνεισφορές των μελών του ΕΒΒ στην ένωση.

(107)

Τα στοιχεία παραγωγής από τα μη μέλη του EBB συγκεντρώνονται μέσω άμεσων επαφών με τις εταιρείες. Τα υποβληθέντα στοιχεία διασταυρώνονται στη συνέχεια με βάση άλλες πηγές πληροφοριών για την αγορά, μεταξύ άλλων: εθνικές ενώσεις, άλλους παραγωγούς και εξειδικευμένες εκδόσεις.

(108)

Τα στοιχεία που παρέχονται από το EBB αποτελούν, κατ' αυτόν τον τρόπο, τις βέλτιστες διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή σε επίπεδο ΕΕ για τα μέλη και τα μη μέλη του EBB, βάσει της συνεπούς υποβολής εκθέσεων από το EBB σχετικά με την πραγματική παραγωγή για καθεμία από τις εταιρείες της ΕΕ που παράγουν βιοντίζελ.

(109)

Το ΕΒΒ χρησιμοποίησε τα στοιχεία αυτά για να καθορίσει τη συνολική παραγωγή της Ένωσης στην οποία στήριξε την επιχειρηματολογία του.

6.3.   Συνολική παραγωγική ικανότητα της ΕΕ: Διευκρινίσεις σχετικά με τη διαδικασία που ακολούθησε το EBB για τη συλλογή στοιχείων όσον αφορά την παραγωγική ικανότητα

(110)

Τον Μάρτιο του 2013, πριν από τη δημοσίευση των προσωρινών μέτρων, το EBB υπέβαλε στην Επιτροπή στοιχεία παραγωγικής ικανότητας για τον κλάδο παραγωγής της Ένωσης, τόσο για τα μέλη όσο και για τα μη μέλη του EBB.

(111)

Όπως και με τα στοιχεία παραγωγής, τα στοιχεία αυτά υποβλήθηκαν σε εταιρικό επίπεδο τόσο για τα μέλη όσο και για τα μη μέλη του EBB.

(112)

Τα στοιχεία παραγωγικής ικανότητας από τα μέλη του EBB παρέχονται από τα μέλη δύο φορές ανά έτος σε έντυπο που αποστέλλεται από το EBB και, στη συνέχεια, τα στοιχεία αυτά διασταυρώνονται με πηγές πληροφοριών για την αγορά. Για να εξασφαλίζεται η συνέπεια των στοιχείων, το EBB ζητεί από τα μέλη του να υποβάλλουν έκθεση για την παραγωγική τους ικανότητα με βάση 330 εργάσιμες ημέρες ανά έτος και ανά μονάδα, ώστε να λαμβάνεται υπόψη η αναπόφευκτη συντήρηση των εγκαταστάσεων.

(113)

Τα στοιχεία παραγωγικής ικανότητας από μη μέλη του EBB συγκεντρώνονται μέσω άμεσων επαφών με τις εταιρείες και, όπως και με τα στοιχεία παραγωγής, στη συνέχεια τα στοιχεία αυτά διασταυρώνονται.

(114)

Επειδή το EBB ζητεί μόνον μια εικόνα της παραγωγικής ικανότητας της εταιρείας μια συγκεκριμένη ημέρα και η έννοια της παραγωγικής ικανότητας δεν γίνεται πάντοτε αντιληπτή κατά τον ίδιο τρόπο απ' όλες τις εταιρείες, τα στοιχεία που παρέχονται από το EBB για την παραγωγική ικανότητα θα πρέπει να θεωρηθεί ότι είναι λιγότερο ακριβή απ' ό,τι τα στοιχεία για την παραγωγή.

(115)

Ωστόσο, τα στοιχεία που παρέχονται από το EBB αποτελούν τις βέλτιστες διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την παραγωγική ικανότητα σε επίπεδο ΕΕ για τα μέλη και τα μη μέλη του EBB, βάσει της συνεπούς υποβολής εκθέσεων από το EBB σχετικά με την πραγματική παραγωγική ικανότητα για καθεμία από τις εταιρείες της ΕΕ που παράγουν βιοντίζελ.

6.4.   Διευκρινίσεις σχετικά με τον προσδιορισμό της «αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας» από το EBB

(116)

Μετά τη δημοσίευση του προσωρινού κανονισμού, και όπως περιγράφεται στον οριστικό κανονισμό, κατέστη σαφές ότι τα στοιχεία που δημοσιεύτηκαν για την παραγωγική ικανότητα δεν αντιπροσώπευαν με ακρίβεια την πραγματική κατάσταση του κλάδου παραγωγής της Ένωσης. Επομένως, η Επιτροπή ζήτησε από το EBB να παράσχει περισσότερες λεπτομέρειες όσον αφορά τα στοιχεία για την παραγωγική ικανότητα.

(117)

Το EBB υπέβαλε στην Επιτροπή επικαιροποιημένα στοιχεία τόσο για τα μέλη όσο και για τα μη μέλη του στα οποία εντοπίστηκε μη διαθέσιμη «αδρανοποιημένη», όπως χαρακτηρίστηκε, παραγωγική ικανότητα, ή αλλιώς «αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα», η οποία είχε αναφερθεί αρχικά ως μέρος της συνολικής παραγωγικής ικανότητας της ΕΕ.

(118)

Το ΕΒΒ καθορίζει την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα κατά τη διάρκεια του υπολογισμού της παραγωγής και της παραγωγικής ικανότητας με βάση τα υποβληθέντα στοιχεία από τις μεμονωμένες εταιρείες. Λόγω της φύσης της διαδικασίας συλλογής στοιχείων που περιγράφεται ανωτέρω, η επανεξέταση των στοιχείων που παρασχέθηκαν σχετικά με τα μη μέλη του EBB ήταν αναγκαία ώστε να διασφαλιστεί ότι τα στοιχεία παραγωγικής ικανότητας αντανακλούν με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια την πραγματικότητα του κλάδου παραγωγής της ΕΕ.

(119)

Τα στοιχεία που παρείχε το EBB στο διάστημα μεταξύ του προσωρινού και του οριστικού κανονισμού αποτέλεσαν τις βέλτιστες διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την παραγωγική ικανότητα σε επίπεδο ΕΕ για τα μέλη και τα μη μέλη του EBB, βάσει της συνεπούς υποβολής εκθέσεων από το EBB σχετικά με την πραγματική παραγωγική ικανότητα για καθεμία από τις εταιρείες της ΕΕ που παράγουν βιοντίζελ.

6.5.   Παρατηρήσεις μετά την κοινοποίηση

(120)

Μετά την κοινοποίηση των πορισμάτων της Επιτροπής σχετικά με τη ζημία, αρκετά ενδιαφερόμενα μέρη υπέβαλαν παρατηρήσεις σχετικά με τα πορίσματα αυτά.

(121)

Η ένωση παραγωγών βιοντίζελ της Αργεντινής, η CARBIO, επανέλαβε την άποψη που εξέφρασε κατά τη διάρκεια της έρευνας επανεξέτασης ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιηθούν στην τρέχουσα ανάλυση της ζημίας και της αιτιώδους συνάφειας τα τρέχοντα στοιχεία της Eurostat σχετικά με την παραγωγή και την παραγωγική ικανότητα βιοντίζελ, αντί για τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν στην αρχική έρευνα.

(122)

Η Επιτροπή απέρριψε τον ισχυρισμό αυτόν. Τα στοιχεία της Eurostat συμφωνούσαν με τα αρχικά στοιχεία από το EBB. Ωστόσο, το EBB στη συνέχεια διόρθωσε τα εν λόγω στοιχεία ώστε αυτά να αντανακλούν καλύτερα την αχρησιμοποίητη παραγωγική ικανότητα κατά τη διάρκεια της αρχικής έρευνας. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω στο τμήμα 6.4, η Επιτροπή επαλήθευσε τις επικαιροποιήσεις αυτές στην τρέχουσα έρευνα επανεξέτασης. Ως εκ τούτου, τα αρχικά στοιχεία της Eurostat δεν αντικατοπτρίζουν την ακριβέστερη εικόνα όσον αφορά την παραγωγή και το βιοντίζελ, η οποία είχε υποβληθεί σε ειδική επαλήθευση και είχε χρησιμοποιηθεί από την Επιτροπή στην παρούσα περίπτωση.

(123)

Επίσης, η CARBIO ανέφερε ότι η Επιτροπή θα πρέπει να ορίσει με μεγαλύτερη ακρίβεια την έννοια της «αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας». Η Επιτροπή επανέλαβε ότι είχε ορίσει την έννοια της αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας στις αιτιολογικές σκέψεις 131-132 του οριστικού κανονισμού. Δεδομένου ότι οι εκθέσεις του ΠΟΕ δεν αμφισβήτησαν τον τρόπο που η Επιτροπή όρισε την έννοια της «αχρησιμοποίητης παραγωγικής ικανότητας», δεν υπάρχει λόγος ο ορισμός αυτός να τροποποιηθεί για την παρούσα επανεξέταση.

7.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(124)

Όλα τα μέρη ενημερώθηκαν για τα πορίσματα της Επιτροπής και τους παραχωρήθηκε προθεσμία εντός της οποίας μπορούσαν να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους.

(125)

Μετά την κοινοποίηση, ο παραγωγός-εξαγωγέας Molinos de la Plata ενημέρωσε την Επιτροπή ότι πραγματοποιούσε εξαγωγές στην Ένωση υπό την επωνυμία «Molinos Agro S.A.» και όχι με την επωνυμία «Molinos Río de la Plata S.A.» και προσκόμισε αποδεικτικά στοιχεία.

(126)

Η Επιτροπή εξέτασε τα στοιχεία που υποβλήθηκαν και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αλλαγή της επωνυμίας ήταν επαρκώς τεκμηριωμένη και, ως εκ τούτου, έκανε δεκτό τον ισχυρισμό.

(127)

Μετά την κοινοποίηση, ο συνεργαζόμενος ινδονήσιος εξαγωγέας Wilmar ζήτησε ακρόαση, αίτημα το οποίο έγινε δεκτό. Προέβαλε ισχυρισμούς που αφορούν ειδικά την εταιρεία σχετικά με τους υπολογισμούς ντάμπινγκ και ζημίας, και συγκεκριμένα ζήτησε να μειωθεί το περιθώριο κέρδους του.

(128)

Η Επιτροπή απέρριψε τους ισχυρισμούς αυτούς καθώς δεν είχαν σχέση με την εφαρμογή της έκθεσης του ΠΟΕ σχετικά με την Αργεντινή. Επιπλέον, οι περισσότεροι εξ αυτών εκκρεμούν επί του παρόντος ενώπιον του ΠΟΕ στο πλαίσιο της προσφυγής της Ινδονησίας.

(129)

Μετά την αναθεωρημένη κοινοποίηση, η Wilmar επέμεινε ότι ο ισχυρισμός της όσον αφορά το περιθώριο κέρδους για την κατασκευή της κανονικής αξίας δεν εκκρεμεί ενώπιον του ΠΟΕ, αλλά είναι ζήτημα ανεξάρτητο και ο ισχυρισμός βασίζεται αποκλειστικά στις διατάξεις του βασικού κανονισμού αντιντάμπινγκ. Αυτός ο ισχυρισμός πρέπει, συνεπώς, να εξεταστεί στο πλαίσιο αυτής της επανεξέτασης. Η Wilmar ισχυρίστηκε επίσης ότι η διατήρηση των μέτρων δεν είναι προς το συμφέρον της Ένωσης και κατά συνέπεια θα πρέπει να καταργηθούν.

(130)

Η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι η παρούσα επανεξέταση κινήθηκε βάσει του εξουσιοδοτικού κανονισμού του ΠΟΕ για τον σκοπό της εφαρμογής των πορισμάτων και των συστάσεων της ειδικής ομάδας και του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου στη διαφορά Ευρωπαϊκή Ένωση — Μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Αργεντινή (WT/DS473/15). Η επανεξέταση περιορίζεται, συνεπώς, στα ζητήματα ενώπιον του ΠΟΕ και πιθανές συνακόλουθες και/ή τεχνικές αλλαγές που απορρέουν από αυτές. Για τον λόγο αυτό, κανένας από τους ισχυρισμούς της Wilmar δεν είναι παραδεκτός. Επιπλέον, η Επιτροπή υπενθυμίζει ότι ένας παρόμοιος ισχυρισμός σχετικά με το περιθώριο κέρδους είχε γίνει από την Wilmar ήδη κατά την αρχική έρευνα και απορρίφθηκε σε αυτήν (βλ. αιτιολογικές σκέψεις 43 έως 46 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1194/2013). Μετά την κοινοποίηση, ο συνεργαζόμενος αργεντινός παραγωγός-εξαγωγέας COFCO Argentina SA (παλαιότερα γνωστός ως Noble Argentina SA) υπέβαλε αίτηση ώστε η εταιρεία να θεωρηθεί «νέα» και να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των εταιρειών με ατομικούς δασμολογικούς συντελεστές στις «άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες».

(131)

Η Επιτροπή ενημέρωσε την εταιρεία ότι θα πρέπει να ακολουθήσει τη διαδικασία για τους νέους παραγωγούς-εξαγωγείς, σύμφωνα με το άρθρο 3 του οριστικού κανονισμού.

(132)

Μετά την κοινοποίηση, το EBB ζήτησε ακρόαση με τον σύμβουλο ακροάσεων, με την αιτιολογία ότι η θέση της Επιτροπής δεν είχε καθοριστεί βάσει αντικειμενικής νομικής αξιολόγησης, αλλά με βάση το πολιτικό συμφέρον.

(133)

Κατά την ακρόαση της 20ής Ιουλίου 2017, ο σύμβουλος ακροάσεων δεν διαπίστωσε ότι τα δικαιώματα υπεράσπισης του EBB ως ενδιαφερόμενου μέρους είχαν παραβιαστεί. Συγχρόνως, ζήτησε από την Επιτροπή να τεκμηριώσει γιατί δεν μπορούσε να μη λάβει υπόψη τις τιμές των σπόρων σόγιας στην Αργεντινή λόγω της αναξιοπιστίας τους. Η Επιτροπή συμπεριέλαβε το σημείο αυτό στην αξιολόγηση των παρατηρήσεων που ελήφθησαν μετά την κοινοποίηση, όπως παρατίθεται στις αιτιολογικές σκέψεις 60 έως 63.

8.   ΟΡΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ

(134)

Με βάση την παραπάνω επανεκτίμηση, η Επιτροπή συνάγει το συμπέρασμα ότι επιβεβαιώθηκε το επιζήμιο ντάμπινγκ που προσδιορίστηκε στην αρχική έρευνα.

(135)

Τα εφαρμοστέα μέτρα αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας που επιβλήθηκαν με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1194/2013 θα πρέπει, συνεπώς, να διατηρηθούν και τα αναθεωρημένα περιθώρια ντάμπινγκ για την Αργεντινή θα πρέπει να υπολογιστούν εκ νέου, όπως αναφέρεται ανωτέρω.

(136)

Ο συντελεστής του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζεται στο υπό εξέταση προϊόν καθορίζεται ως εξής:

Χώρα

Εταιρεία

Περιθώριο ντάμπινγκ

Περιθώριο ζημίας

Δασμολογικός συντελεστής αντιντάμπινγκ

Αργεντινή

Aceitera General Deheza S.A., General Deheza, Rosario· Bunge Argentina S.A., Buenos Aires

8,1 %

22,0 %

8,1 %

Louis Dreyfus Commodities S.A., Buenos Aires

4,5 %

24,9 %

4,5 %

Molinos Agro S.A., Buenos Aires· Oleaginosa Moreno Hermanos S.A.F.I.C.I. y A., Bahia Blanca· Vicentin S.A.I.C., Avellaneda

6,6 %

25,7 %

6,6 %

Άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες

6,5 %

24,6 %

6,5 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

8,1 %

25,7 %

8,1 %

(137)

Συνεπώς, το άρθρο 1 παράγραφος 2 του οριστικού κανονισμού θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(138)

Η επιτροπή που έχει συσταθεί βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) 2016/1036 (12) δεν διατύπωσε γνώμη,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο πίνακας που δείχνει τα ποσοστά του οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ που εφαρμόζονται στην καθαρή τιμή «ελεύθερο στα σύνορα της Ένωσης», πριν από την καταβολή δασμού, στα προϊόντα που κατασκευάζονται από τις εταιρείες που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1194/2013 αντικαθίσταται από τον ακόλουθο πίνακα:

Χώρα

Εταιρεία

Συντελεστής δασμού

ευρώ ανά τόνο καθαρού βάρους

Πρόσθετος κωδικός TARIC

Αργεντινή

Aceitera General Deheza S.A., General Deheza, Rosario· Bunge Argentina S.A., Buenos Aires

79,56

B782

Louis Dreyfus Commodities S.A., Buenos Aires

43,18

B783

Molinos Agro S.A., Buenos Aires· Oleaginosa Moreno Hermanos S.A.F.I.C.I. y A., Bahia Blanca· Vicentin S.A.I.C., Avellaneda

62,91

B784

Άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες:

Cargill S.A.C.I., Buenos Aires· Unitec Bio S.A., Buenos Aires· Viluco S.A., Tucuman

62,52

B785

Όλες οι άλλες εταιρείες

79,56

B999

Ινδονησία

PT Ciliandra Perkasa, Jakarta

76,94

B786

PT Musim Mas, Medan

151,32

B787

PT Pelita Agung Agrindustri, Medan

145,14

B788

PT Wilmar Bioenergi Indonesia, Medan· PT Wilmar Nabati Indonesia, Medan

174,91

B789

Άλλες συνεργαζόμενες εταιρείες:

PT Cermerlang Energi Perkasa, Jakarta

166,95

B790

Όλες οι άλλες εταιρείες

178,85

B999

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 2017.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 83 της 27.3.2015, σ. 6.

(2)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1194/2013 του Συμβουλίου, της 19ης Νοεμβρίου 2013, για την επιβολή οριστικού δασμού αντιντάμπινγκ και την οριστική είσπραξη του προσωρινού δασμού που επιβλήθηκε στις εισαγωγές βιοντίζελ, καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας (ΕΕ L 315 της 26.11.2013, σ. 2).

(3)  WT/DS473/AB/R και WT/DS473/AB/R/Add.1.

(4)  WT/DS473/R και WT/DS473/R/Add.1.

(5)  ΕΕ C 476 της 20.12.2016, σ. 3. Ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας όσον αφορά τα μέτρα αντιντάμπινγκ που ισχύουν για τις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας, σε συνέχεια των συστάσεων και των αποφάσεων που εγκρίθηκαν από το όργανο επίλυσης διαφορών του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στην ΕΕ — Διαφορά σχετικά με τα μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ (DS473), 2016/C 476/04.

(6)  Ευρωπαϊκή Ένωση — Μέτρα αντιντάμπινγκ για το βιοντίζελ από την Ινδονησία, DS480.

(7)  Βλ., για παράδειγμα, προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Jacobs, της 29 Απριλίου 2004, στην υπόθεση C-422/02 P, Europe Chemi-Con (Deutschland) κατά Συμβουλίου, ECLI:EU:C:2004:277, σημείο 36.

(8)  Βλ. απόφαση της 7ης Μαΐου 1991 στην υπόθεση C-69/89, Nakajima All Precision κατά Συμβουλίου, ECLI:EU:C:1991:186, σκέψη 120. Βλ. επίσης, πιο πρόσφατα, προτάσεις του γενικού εισαγγελέα Campos Sánchez-Bordona, της 20ής Ιουλίου 2017, στην υπόθεση C-256/16, Deichmann, ECLI:EU:C:2017:580, σημείο 49.

(9)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 490/2013 της Επιτροπής, της 27ης Μαΐου 2013, για την επιβολή προσωρινού δασμού στις εισαγωγές βιοντίζελ καταγωγής Αργεντινής και Ινδονησίας («ο προσωρινός κανονισμός») (ΕΕ L 141 της 28.5.2013, σ. 6).

(10)  Έκθεση της ειδικής ομάδας, ΕΕ — Βιοντίζελ, παράγραφος 7.242, υποσημείωση 400· έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, ΕΕ — Βιοντίζελ, παράγραφος 6.41

(11)  Έκθεση του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου, ΕΕ — Βιοντίζελ, παράγραφοι 6.54-6.55· έκθεση της ειδικής ομάδας, ΕΕ — Βιοντίζελ, παράγραφοι 7.248-7.249.

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) 2016/1036 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2016, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ L 176 της 30.6.2016, σ. 21).


  翻译: