Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών"
Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 123 της 25/04/2001 σ. 0053 - 0054
Γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την "Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών" (2001/C 123/11) Στις 25 Οκτωβρίου 2000, και σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 95 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο αποφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής για την ανωτέρω πρόταση. Το τμήμα "Μεταφορές, ενέργεια, υποδομές, κοινωνία των πληροφοριών", στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του στις 7 Δεκεμβρίου 2000 με βάση την εισηγητική έκθεση του κου Göran Lagerholm. Κατά τη 378η σύνοδο ολομέλειας της 24ης και 25ης Ιανουαρίου 2001 (συνεδρίαση της 24ης Ιανουαρίου), η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 76 ψήφους υπέρ και 2 αποχές την ακόλουθη γνωμοδότηση. 1. Πρόταση της Επιτροπής 1.1. Η πρόταση οδηγίας αποτελεί μέρος ενός νέου κανονιστικού πλαισίου για όλα τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών υπηρεσιών που θα διασφαλίσει την ανταγωνιστικότητα της ηλεκτρονικής αγοράς. Βάσει της πρότασης οδηγίας σχετικά με ένα κοινό κανονιστικό πλαίσιο για τα δίκτυα και τις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών(1), στόχος της παρούσας πρότασης είναι να αντικατασταθεί, να αναπτυχθεί λεπτομερώς και να συμπληρωθεί η οδηγία 97/66/ΕΚ(2), σχετικά με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των τηλεπικοινωνιών. Η οδηγία πρέπει να προσαρμοσθεί στις εξελίξεις της αγοράς και της τεχνολογίας ώστε να παρέχεται σε όλους τους χρήστες κοινώς προσιτών ηλεκτρονικών υπηρεσιών ισότιμη προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής, άσχετα από τη χρησιμοποιούμενη τεχνολογία. 1.2. Πρέπει να θεσπισθούν ειδικές νομικές και τεχνικές διατάξεις για την προστασία των βασικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, ιδίως αν ληφθούν υπόψη οι αυξημένες δυνατότητες αυτόματης αποθήκευσης και επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Οι διατάξεις που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη πρέπει να εναρμονισθούν ώστε να αρθούν τα εμπόδια στην εσωτερική αγορά. 1.3. Οι πάροχοι κοινώς προσιτών υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών πρέπει να θεσπίζουν τα δέοντα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν την ασφάλεια των υπηρεσιών τους, τα δε κράτη μέλη πρέπει εγγυώνται το απόρρητο των επικοινωνιών. Θα πρέπει κυρίως να απαγορεύουν την παρακολούθηση, την υποκλοπή με τεχνικά μέσα και την αποθήκευση. Τα δεδομένα θέσης και κίνησης μπορούν να υφίστανται επεξεργασία μόνο εάν ανακοινώνονται και εάν ο συνδρομητής δίδει τη συγκατάθεσή του. 1.4. Οι συνδρομητές πρέπει να έχουν το δικαίωμα σε μη αναλυτική χρέωση. Ο χρήστης που καλεί πρέπει να έχει τη δυνατότητα να μην επιτρέπει την αναγνώριση της καλούσας γραμμής, ενώ ο καλούμενος πρέπει να έχει τη δυνατότητα να αρνείται κλήσεις εάν δεν υπάρχει ένδειξη της ταυτότητας της γραμμής. Εξαιρέσεις μπορούν να γίνονται για υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης και, κατόπιν αιτήσεως, για κακόβουλες κλήσεις. 1.5. Όλοι οι χρήστες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να ακυρώνουν την προώθηση κλήσεων από τρίτο μέρος προς τη γραμμή τους. Πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν κατά πόσο τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα θα περιλαμβάνονται σε γενικούς τηλεφωνικούς καταλόγους και εάν αυτό συμβαίνει, ποία θα είναι αυτά. Η χρησιμοποίηση συστημάτων αυτόματης κλήσης ή μη ζητηθεισών επικοινωνιών για απευθείας εμπορική προώθηση θα επιτρέπεται μόνο σε περίπτωση συνδρομητών που έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους. 1.6. Τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι δεν θα επιβάλλεται καμία υποχρεωτική απαίτηση περί ειδικών τεχνικών χαρακτηριστικών του τερματικού εξοπλισμού ή άλλου εξοπλισμού ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Για τις περιπτώσεις που αυτό απαιτείται, η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει διατάξεις ώστε να εξασφαλισθεί ότι ο τερματικός εξοπλισμός θα περιέχει τους απαραίτητους μηχανισμούς ασφάλειας. 1.7. Τα κράτη μέλη πρέπει να θεσπίσουν μέτρα ώστε να μειωθεί η εμβέλεια ορισμένων διατάξεων όταν αυτό είναι αναγκαίο για την προστασία της ασφάλειας του κράτους, της άμυνας και της κοινής ασφάλειας, καθώς και για την προστασία από παράνομες δραστηριότητες. Η ομάδα εργασίας για την προστασία των δεδομένων που θεσπίσθηκε από το άρθρο 29 της οδηγίας 95/46/ΕΚ(3), ασχολείται με την προστασία των βασικών ελευθεριών και δικαιωμάτων, καθώς και με τα σχετικά νόμιμα συμφέροντα. 2. Παρατηρήσεις 2.1. Η δυνατότητα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ενός χρήστη αποτελεί προϋπόθεση για την εύρυθμη λειτουργία των ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ωστόσο, ο έλεγχος αυτού αποτελεί πρωτίστως γενικό μέλημα της νομοθεσίας για την προστασία της ιδιωτικής ζωής και όχι τομεακών μέτρων. Μολονότι η προστασία της ιδιωτικής θεωρείται σημαντικότερη και πιο επείγουσα στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, η ΟΚΕ κρίνει ότι τα θέματα αυτά πρέπει να εξετάζονται με τον ίδιο τρόπο ανεξάρτητα από το κατά πόσο πρόκειται για ηλεκτρονικές ή "παραδοσιακές" επικοινωνίες. 2.2. Συνεπώς, η προτεινόμενη οδηγία για την προστασία των δεδομένων πρέπει να αφορά θέματα που έχουν συγκεκριμένη σχέση με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες. Υπάρχουν φόβοι μήπως η ισχύουσα γενική οδηγία 95/46/ΕΚ για την προστασία των δεδομένων και η οδηγία 97/66/ΕΚ για την προστασία των δεδομένων στον τομέα των τηλεπικοινωνιών ούτε έχουν εφαρμοσθεί πλήρως ούτε έχουν εκτελεσθεί με συνεπή τρόπο. Ακόμη και η πρόσφατη οδηγία 2000/31/ΕΚ(4) για το ηλεκτρονικό εμπόριο και η οδηγία 1999/93/ΕΚ(5) για τις ηλεκτρονικές υπογραφές περιέχουν διατάξεις για την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των επικοινωνιών. Μπορεί να διερωτηθεί κανείς κατά πόσο τα επιχειρήματα και οι αιτιολογικές σκέψεις τουλάχιστον της πρώτης δεν αντίκεινται στην προτεινόμενη τώρα οδηγία για την προστασία των δεδομένων. Συνεπώς, η πρόταση οδηγίας πρέπει να πραγματεύεται ορισμένα τομεακά θέματα ώστε να μην αντιβαίνει στην προγραμματιζόμενη επισκόπηση της γενικής οδηγίας 95/46/ΕΚ το 2001. 2.3. Οι τροποποιήσεις που προτείνονται στην παρούσα οδηγία θεωρούνται ως περιορισμένες, πράγμα που πρέπει να αληθεύει, αλλά οι νέοι ορισμοί θα πρέπει να έχουν πολύ μεγαλύτερη εμβέλεια. Εν αναμονή της αναθεώρησης της γενικής οδηγίας το επόμενο έτος, ένας λογικός στόχος θα μπορούσε να είναι η απλή προσαρμογή της ισχύουσας οδηγίας στις τεχνολογικές εξελίξεις και όχι η επέκταση του πεδίου αναφοράς της περισσότερο από ό,τι είναι αναγκαίο για τις επικοινωνίες αυτές καθεαυτές. 2.4. Ένα παράδειγμα μίας παρόμοιας απαραίτητης τροποποίησης δίδεται στην προταθείσα οδηγία για τις κοινωνικής φύσεως υπηρεσίες. Η πρόταση στην οδηγία αυτή να είναι υποχρεωτικά απολύτως ακριβή δεδομένα θέσης για την κλήση του αριθμού 112 από κινητά τηλέφωνα, θέτει ερωτήματα όσον αφορά την προστασία της ιδιωτικής ζωής, εκτός από τα θέματα κόστους και τεχνικής μέριμνας. Όλα τα συστήματα που βασίζονται στον κοινό έλεγχο των δεδομένων θέσης με τον τελικό χρήστη συνεπάγονται μειωμένη ασφάλεια όσον αφορά την κατάχρηση των δεδομένων. Έστω και εάν είναι προφανής η σημασία της δυνατότητας κλήσεως του αριθμού 112 σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να διερωτηθεί κανείς κατά πόσο δεν θα έπρεπε να ζητείται η γνώμη των τελικών χρηστών πριν αποφασισθεί μία τόσο ευρεία τροποποίηση. 2.5. Προκύπτουν επίσης ορισμένα σημαντικά θέματα σε σχέση με την πρόταση να συμπεριληφθεί το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο σε ένα σύστημα που βασίζεται στο ότι τα μηνύματα που αφορούν εμπορική προώθηση θα πρέπει να αποστέλλονται μόνο στους παραλήπτες που έχουν εκ των προτέρων συμφωνήσει να έχουν μη ζητηθείσες επικοινωνίες. 2.6. Η ΟΚΕ επικροτεί την πρόταση για ένα παρόμοιο "σύστημα προεπιλογής" όσον αφορά το εμπορικό ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Η ΟΚΕ κρίνει ότι το "σύστημα προεπιλογής" έχει το σοβαρό μειονέκτημα ότι εγκυμονεί τον κίνδυνο να αποτελέσει εμπόδιο στην ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου και μάλιστα με τρόπο που να εισάγει διακρίσεις κατά των επιχειρήσεων της ΕΕ. Οι εμπορικές αγγελίες αποτελούν προϋπόθεση για πολλές υπηρεσίες στο Ιντερνέτ. Ωστόσο, κατά τη γνώμη της ΟΚΕ, το συμφέρον των καταναλωτών να αποφεύγουν τις μη ζητηθείσες εμπορικές αγγελίες θεωρείται σημαντικότερο. Εξάλλου, ένα παρόμοιο σύστημα εφαρμόζεται ήδη σε πολλά κράτη μέλη. Βρυξέλλες, 24 Ιανουαρίου 2001. Ο Πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής Göke Frerichs (1) COM(2000) 393 τελικό. (2) Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 1997, ΕΕ L 24 της 30.1.1998. (3) Oδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, ΕΕ L 281 της 23.11.95. (4) ΕΕ L 178 της 17.7.2000. (5) ΕΕ L 13 της 19.1.2000.