11.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 88/48


Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής σχετικά με την «Δημιουργία μιας κοινής, ενοποιημένης βάσης για τη φορολογία επιχειρήσεων στην Ε.Ε.»

(2006/C 88/12)

Στις 13 Μαΐου 2005, και σύμφωνα με το άρθρο 262 της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, ο κ. Laszlo Kovacs, μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή να γνωμοδοτήσει για το θέμα «Δημιουργία μιας κοινής, ενοποιημένης βάσης για τη φορολογία εταιρειών στην Ε.Ε»

Το ειδικευμένο τμήμα «Οικονομική και Νομισματική Ένωση, Οικονομική και Κοινωνική Συνοχή» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, υιοθέτησε τη γνωμοδότησή του στις 27 Ιανουαρίου 2006 με βάση εισηγητική έκθεση του κ. Nyberg.

Κατά την 424η σύνοδο ολομέλειάς της, της 14ης και 15ης Φεβρουαρίου 2006 (συνεδρίαση της 14ης Φεβρουαρίου), η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή υιοθέτησε με 94 ψήφους υπέρ, 6 κατά και 4 αποχές, την ακόλουθη γνωμοδότηση:

Συμπεράσματα και συστάσεις

Από το 1992, η έκθεση Ruding διαπίστωσε την ανάγκη ύπαρξης κοινών κανόνων για τον καθορισμό της φορολογικής βάσης. Ζητούσε, επίσης, την επέκταση της πρότασης των ελάχιστων και ανώτατων φορολογικών συντελεστών.

Τώρα που συγκροτήθηκε η ομάδα εργασίας για να εργαστεί υπό την διεύθυνση της Επιτροπής θα συντάξει πρόταση για την κοινή ενοποιημένη βάση για το φόρο επί των εταιρειών την οποία η ΕΟΚΕ θεωρεί ως ένα μέτρο προς τη σωστή κατεύθυνση. Όλα τα έγγραφα καταχωρούνται άμεσα στο Διαδίκτυο ώστε όλοι όσοι το επιθυμούν να μπορούν να παρακολουθούν τις συζητήσεις. Το γεγονός ότι οι εργασίες πρέπει να διαρκέσουν τρία χρόνια φαίνεται αναγκαίο, λαμβανομένων υπόψη των δυσκολιών του θέματος. Αυτό που θα πρέπει να αποτραπεί στο μέλλον είναι η επιφυλακτικότητα για την τροποποίηση των θεσμοθετημένων εθνικών συστημάτων που ισχύουν από παλιά, διότι θα μπορούσε να καθυστερήσει την θέσπιση μιας κοινής φορολογικής βάσης. Τα κράτη μέλη πρέπει να δείξουν ότι η ιδιότητα του μέλους στην ΕΕ είναι πολύτιμη δεδομένου ότι μόνο στην ΕΕ μπορεί να θεσπιστεί μια κοινή ενοποιημένη βάση για τη φορολογία επιχειρήσεων. Το πρόβλημα, επίσης, των φορολογικών συντελεστών πρέπει να παραβλεφθεί προς το παρόν για να μειωθούν οι δυσκολίες σχετικά με τη λήψη απόφασης για την κοινή φορολογική βάση.

Βασικά, τα φορολογικά συστήματα πρέπει να αποφασίζονται από τους πολιτικούς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Είναι απαραίτητο να θεσπιστούν από το Συμβούλιο Υπουργών κοινοί κανόνες για τη φορολογική βάση των εταιρειών προκειμένου να αποτραπεί η ρύθμιση του εν λόγω τομέα μέσω της νομολογίας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Είναι, επίσης, σημαντικό οι συζητήσεις να γίνονται σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία των πολιτών γενικότερα.

Το θέμα που εγείρεται από την κοινή εταιρική φορολογική βάση είναι της μορφής «τίποτα δεν είναι σαφές μέχρις ότου διασαφηνιστούν τα πάντα». Όταν υπάρχει σημαντικός κίνδυνος για καθυστερήσεις θα πρέπει τουλάχιστο να εξετάζεται αδιάκοπα μήπως είναι δυνατόν να εφαρμόζονται προοδευτικά μέσω των κατάλληλων οδηγιών ορισμένες αποφάσεις επί των οποίων έχει επιτευχθεί συμφωνία.

Τα θέματα που πρέπει να εξεταστούν είναι είτε νομικά, είτε φοροτεχνικά, είτε οικονομικά. Η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή και τα κράτη μέλη να εξετάσουν, παρά το μεγάλο αριθμό των λεπτών τεχνικών θεμάτων που πρέπει να επιλυθούν, και παρά τις τεράστιες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των χωρών, πρώτα απ' όλα τα οικονομικά πλεονεκτήματα που συγκεντρώνει η κοινή ενοποιημένη φορολογική βάση στον τομέα της φορολογίας των εταιρειών.

Οι συζητήσεις μέχρι σήμερα μπορούν να συνοψιστούν με τις προτάσεις για αρχές όσον αφορά μια κοινή ενοποιημένη βάση για τη φορολογία των επιχειρήσεων, πράγμα στο οποίο αναφερόμαστε στο τελευταίο σημείο. Όσον αφορά τις τεχνικές λεπτομέρειες, η ΕΟΚΕ καλεί την Επιτροπή να λαμβάνει πάντοτε υπόψη τις αρχές που έχει προτείνει. Η αποδοχή των αρχών αυτών διευκολύνει τις επιλογές μεταξύ των διαφόρων τεχνικών λύσεων.

1.   Ιστορικό

1.1

Στις 13 Μαΐου 2005, ο επίτροπος κ. Laszlo Kovacs, ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) να εκδώσει διερευνητική γνωμοδότηση με θέμα μια κοινή ενοποιημένη εταιρική φορολογική βάση. Ο επίτροπος επισήμανε ότι η βάση αυτή θα επιτρέψει την κατάργηση πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες με δραστηριότητες σε πολλές χώρες της Ε.Ε. Η πρόταση χαίρει της τεράστιας υποστήριξης των επιχειρήσεων και πολλών κυβερνήσεων.

1.2

Από το 2001, η Επιτροπή δημοσίευσε πολλές ανακοινώσεις και εκθέσεις για τη φορολογία των εταιριών και κυρίως μια σημαντική έκθεση, τον Οκτώβριο του 2001, για τη φορολογία των επιχειρήσεων.

1.2.1

Τον Ιούλιο του 2004, μετά από ανεπίσημο έγγραφο με αντικείμενο την κοινή ενοποιημένη εταιρική φορολογική βάση και κατόπιν συζήτησης στο Συμβούλιο υπουργών, συγκροτήθηκε ειδική ομάδα από εμπειρογνώμονες των κρατών μελών. Μέχρι το 2007, η ομάδα αυτή θα εξετάσει λεπτομερώς όλες τις πτυχές που αφορούν τη νέα πρακτική διάρθρωση της κοινής βάσης. Οι συζητήσεις αυτές καθώς και η παρούσα γνωμοδότηση αφορούν αποκλειστικά την κοινή βάση για τον υπολογισμό του φόρου επί των εταιριών και όχι του φορολογικού συντελεστή. Δεν εξετάζεται, εξάλλου, ούτε το θέμα της φορολογίας από το κράτος μέλος καταγωγής. Τούτο είναι μάλλον ένα πρότυπο σχέδιο, ενώ η κοινή ενοποιημένη βάση είναι ένα γενικό σχέδιο.

1.3

Οι συζητήσεις στρέφονται όχι μόνο γύρω από την εφαρμογή ενός κοινού συστήματος για τον καθορισμό της κοινής βάσης αλλά και στο ότι η βάση αυτή θα πρέπει να είναι ενοποιημένη. Αυτό αφορά συγκεκριμένα τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε πολλά κράτη μέλη. Για να λειτουργήσει, κατά τον καλύτερο τρόπο, ένα σύστημα κοινής φορολογικής βάσης πρέπει οι εταιρείες αυτές να υιοθετήσουν μια ενιαία βάση και να υπολογίζουν τα κέρδη τους για τον όμιλο των εταιρειών στο σύνολο του. Έτσι, οι λογαριασμοί είναι ενοποιημένοι. Είναι προφανές ότι θα απαιτηθούν συστήματα που επιτρέπουν να προσδιορίζεται το μέρος των κερδών που αντιστοιχεί σε καθεμία από τις εταιρείες του ομίλου.

1.4

Οι συζητήσεις αφορούν μόνον τον φόρο επί των εταιρειών και όχι όλες τις πτυχές της φορολογίας των επιχειρήσεων. Υπάρχουν πολλές μορφές εταιρειών όπως, π.χ., οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις και ιδρύματα, που διαφέρουν μεταξύ των κρατών μελών. Εάν καθιερωθεί μια κοινή φορολογική βάση για τις ανώνυμες εταιρείες, τότε θα τροποποιηθούν οι σχέσεις των εταιρειών αυτών με τις άλλες εταιρείες και επιχειρήσεις σε επίπεδο φορολογίας των κερδών. Πιθανόν να απαιτηθούν διορθώσεις σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά την φορολογία των κερδών για άλλες μορφές εταιρειών και επιχειρήσεων. Η πτυχή αυτή δεν εξετάζεται από την ομάδα εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής και των κρατών μελών που αναφέρεται ανωτέρω και ούτε θα εξεταστεί στην παρούσα γνωμοδότηση.

2.   Παλαιότερες γνωμοδοτήσεις της ΕΟΚΕ για την κοινή εταιρική φορολογική βάση

2.1

Η ΕΟΚΕ εξέτασε σε πολλές γνωμοδοτήσεις τα προβλήματα που προκύπτουν από τις διαφορές που υπάρχουν στον τομέα της φορολογικής βάσης για τις εταιρείες στα διάφορα κράτη μέλη της Ε.Ε. Φρονεί, επίσης, ότι ο επιδιωκόμενος στόχος είναι η δημιουργία συνθηκών ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού ο οποίος ενθαρρύνει την διασυνοριακή δραστηριότητα των εταιριών χωρίς να υπονομεύονται τα εθνικά συστήματα φορολογίας των εταιρειών (1). H διαδικασία που προτείνει η ΕΟΚΕ είναι να καταβληθούν πρώτα προσπάθειες για την εξεύρεση λύσεων στον τομέα της κοινής φορολογικής βάσης επί των εταιριών και εν συνεχεία μόνο να εξεταστεί το θέμα του φορολογικού συντελεστή ΕΟΚΕ (2).

2.2

Η κοινή εταιρική φορολογική βάση μπορεί μειώσει, ακόμα και να εξαλείψει, τα περισσότερα εμπόδια στην διασυνοριακής δραστηριότητας των εταιρειών εντός της Ε.Ε. Μπορούν να αναφερθούν τα εξής παραδείγματα προβλημάτων:

η διπλή φορολόγηση,

η εσωτερική τιμολόγηση για τις διασυνοριακές συναλλαγές,

οι διάφορες προσεγγίσεις εμπορίας κατά την συγχώνευση εταιριών διαφόρων χωρών,

η κατανομή της υπεραξίας ενεργητικού ή ζημίας ανά εγκατάσταση κατά την αναδιάρθρωση των ομίλων εταιριών οι οποίες είναι εγκατεστημένες σε περισσότερες χώρες,

η αντιστάθμιση των ζημιών που υπέστη μια εταιρεία με δραστηριότητες σε πολλές χώρες, και

οι διαφορές μεταξύ των κανόνων που αφορούν την φορολόγηση των επενδύσεων.

2.2.1

Ακόμη και εάν ο φόρος επί των εταιρειών αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την δημιουργία μιας ευνοϊκής κατάστασης, εντούτοις δεν πρέπει να παραβλεφθεί ότι και πολλοί άλλοι παράγοντες μπορούν, επίσης, να έχουν τεράστια σημασία τόσο για τις διασυνοριακές συναλλαγές όσο και για τη γεωγραφική εγκατάσταση των επιχειρήσεων (3).

2.3

Η ΕΟΚΕ διευκρίνισε επίσης ότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο οι διαφορές σχετικά με τη φορολογική βάση. Υπάρχουν, επίσης, πολλές και συγκεκριμένες διαφορές μεταξύ των ρυθμίσεων που εφαρμόζονται, π.χ., όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο εισπράττονται οι φόροι, τα έγγραφα που πρέπει να δημοσιεύονται, και η ρύθμιση των διενέξεων. Θα έπρεπε, επίσης, να είναι δυνατόν να μετριαστούν πολλά προβλήματα μέσω συγκεκριμένων μέτρων που θα πρέπει να συνοδεύουν την καθιέρωση της φορολογικής βάσης (4).

2.3.1

Η ισχύς και η εφαρμογή ενός μόνο κώδικα κανόνων είναι ίσως το μεγαλύτερο πρακτικό πλεονέκτημα που βλέπουν οι εταιρείες στο σύστημα της κοινής φορολογικής βάσης. Αντί να έχουν οι διάφορες μονάδες ενός ομίλου εταιρειών χωριστή λογιστική, θα μπορούν να χρησιμοποιούν μια ενοποιημένη λογιστική. Πέραν του ότι θα επιτρέψει τη δημιουργία πιο ισότιμων ανταγωνιστικών συνθηκών, η κοινή φορολογική βάση μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα όχι μόνο για τις εταιρείες αλλά και για τις φορολογικές αρχές (5).

2.4

Η ΕΟΚΕ συνέστησε, επίσης, να διευρυνθεί η συζήτηση για την κοινή φορολογική βάση ώστε να συμπεριληφθούν και τα διασυνοριακά προβλήματα. Η εισαγωγή της φορολογικής βάσης πρέπει να διευκολύνει όχι μόνο τη λειτουργία των εταιρειών που ασκούν διασυνοριακή δραστηριότητα αλλά και τη λειτουργία εκείνων που δραστηριοποιούνται μόνον σε εθνικό επίπεδο. Η επιδίωξη του βασικού στόχου, που είναι η διασφάλιση συνθηκών θεμιτού ανταγωνισμού για τις εταιρείες που αναπτύσσουν δραστηριότητες σε πολλές χώρες, δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία και νέων διαφορών μεταξύ των εταιρειών αυτών και των εταιρειών που δραστηριοποιούνται μόνο σε εθνικό επίπεδο.

2.4.1

Υπάρχει, επίσης, η επιθυμία να διευκολυνθεί στον τομέα αυτό η λειτουργία των μικρών επιχειρήσεων, των οποίων η δραστηριότητα ασκείται σχεδόν αποκλειστικά σε εθνικό επίπεδο. Οι προσπάθειες που αποβλέπουν στη δημιουργία απλών και σαφών φορολογικών κανόνων είναι εξίσου σημαντικές (6).

2.5

Η ΕΟΚΕ είχε και παλαιότερα επισημάνει ότι δεν είναι δυνατόν να καθιερωθεί εκούσια μια φορολογική βάση — δηλαδή ότι θα επιτρέπεται η επιλογή μεταξύ ενός εθνικού συστήματος φορολόγησης το οποίο θα συνεχίσει να υπάρχει και ενός ειδικού συστήματος για τις εταιρείες με διασυνοριακή δραστηριότητα. Για το λόγο αυτό, η ΕΟΚΕ φρονεί ότι η καθιέρωση μιας κοινής φορολογικής βάσης για τις εταιρείες πρέπει να έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα (7).

2.6

Η ΕΟΚΕ πάντοτε υποστήριξε τη σκέψη ότι οι κανόνες της κοινής φορολογικής βάσης πρέπει να συνδυαστούν όσο το δυνατό περισσότερο με τους διεθνείς κανόνες λογιστικής. Η ΕΟΚΕ, ωστόσο, αντιλαμβάνεται ότι τα διεθνή πρότυπα εσωτερικού ελέγχου (International Financial Reporting Standards — IFRS), που ισχύουν για τη διεθνή λογιστική, θα μπορούσαν, στο πλαίσιο μιας ρύθμισης για τη δημιουργία κοινής βάσης για τη φορολογία, να χρησιμεύσουν μόνο ως αφετηρία για τον υπολογισμό της φορολογικής βάσης

2.7

Η, μέχρι σήμερα ανικανότητα του Συμβουλίου υπουργών και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να λάβουν απόφαση για την καθιέρωση μιας κοινής εταιρικής φορολογικής βάσης είχε ως μη επιθυμητό αποτέλεσμα ότι για να γίνουν οι επιλογές που ήταν απαραίτητες απαιτείτο προσφυγή ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Για όσο χρονικό διάστημα θα υπάρχουν διαφορές, οι δικαστικές αποφάσεις θα είναι αναγκαίες για να διαιτητεύουν μεταξύ των διαφόρων φορολογικών συστημάτων. Με τον τρόπο αυτό, τα φορολογικά συστήματα των κρατών μελών λαμβάνουν προοδευτικά τη σφραγίδα των αποφάσεων του Ε.Δ. στον τομέα της εσωτερικής αγοράς χωρίς να έχει ληφθεί καμιά πολιτική απόφαση (8). (9)Γνωστό παράδειγμα της εν λόγω κατάστασης είναι η υπόθεση «Marks & Spencer» σχετικά με την οποία προσφάτως απεφάνθη το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.

2.8

Η επιθυμία της ΕΟΚΕ να εξετάσει τη φορολογία των εταιρειών μέσα από μια ευρύτερη πολιτική προοπτική σημαίνει ότι η φορολογική ουδετερότητα πρέπει να εξεταστεί όχι μόνο στο πλαίσιο της φορολόγησης των εταιριών αλλά και σε σχέση με τους δύο συντελεστές παραγωγής που είναι η εργασία και το κεφάλαιο. Αυτή η θέση αρχής συνδέεται ευρύτατα με το θέμα της επιλογής του φορολογικού συντελεστή (10).

2.9

Η ολοκλήρωση και η ένταση του ανταγωνισμού αποτελούν αλληλένδετα φαινόμενα. Μπορούν να αυξήσουν την αποτελεσματικότητα και την ανάπτυξη. Όμως, τούτο προϋποθέτει ότι όσοι δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερο ανταγωνισμό δεν θα είναι σε θέση να αντισταθμίσουν την ανεπάρκεια τους στον τομέα της παραγωγής με τη μείωση της φορολογίας των εταιρειών. Για να υλοποιηθούν τα θετικά αποτελέσματα της ολοκλήρωσης πρέπει να απαλειφθούν τα στοιχεία της φορολογίας των εταιρειών που είναι δυνατόν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό (11).

2.10

Με μια κοινή, ας το ελπίσουμε, υποχρεωτική φορολογική βάση αυξάνονται οι δυνατότητες ελέγχου των φορολογικών εισπράξεων εφόσον οι αρχές θα πρέπει να γνωρίζουν μόνο ένα σύστημα και θα είναι επομένως ευκολότερη η μεταξύ τους συνεννόηση. Θα διευκολυνθεί, επίσης, η πάταξη της φοροδιαφυγής. Ένα μη υποχρεωτικό κοινό σύστημα βάσης — δηλαδή που θα έδινε τη δυνατότητα επιλογής μεταξύ ενός κοινού συστήματος και του εθνικού συστήματος που θα παρέμενε σε ισχύ για να καθορίζει τη φορολογική βάση για τις εταιρείες που ασκούν δραστηριότητες μόνο σε εθνικό επίπεδο — θα δημιουργούσε, άλλωστε, μια κατάσταση σύμφωνα με την οποία τα κράτη, αντί των εταιριών, θα έπρεπε να εφαρμόζουν πολλά φορολογικά συστήματα.

3.   Ορισμένα στοιχεία σχετικά με την φορολογία των εταιρειών

3.1

Οι εισπράξεις του εταιρικού φόρου κυμαίνονται ανάλογα με τη χώρα που εισπράττεται ο φόρος. Το φαινόμενο αυτό εξηγείται από τις διαφορές των φορολογικών συντελεστών (μεταξύ 12,5 και 40 %), στην πραγματικότητα όμως ακριβώς διότι η φορολογική βάση κυμαίνεται δεν φαίνεται καθαρά το μέτρο στο οποίο η κατάσταση αυτή εξαρτάται από τις διαφορές του φορολογικού συντελεστή (12).

3.2

Η Επιτροπή έδωσε πληροφορίες για αυτό που αποκαλείται «αφανής φορολογικός συντελεστής»: είναι το ποσοστό του φόρου που πλήρωσε πραγματικά η εταιρεία επί των κερδών της. Αντίθετα, βλέπουμε πολύ συχνά απλές συγκρίσεις των φορολογικών συντελεστών. Αυτές μπορεί να είναι απατηλές όπως, π.χ., στην περίπτωση που υψηλός φορολογικός συντελεστής αντιστοιχεί σε μέτριες φορολογικές εισπράξεις διότι οι δυνατότητες εκπτώσεων είναι σημαντικές. Οι φορολογικές εισπράξεις μπορεί, επίσης, να κυμαίνονται ανάλογα με την αποτελεσματικότητα είσπραξης και το είδος των ελέγχων που διενεργούνται. Η εφαρμογή μιας νέας αποτελεσματικές λύσης σε όρους διοικητικής οργάνωσης της φορολογίας έχει, επίσης, σημασία όσον αφορά τους πόρους που μπορεί να κινητοποιήσει μια εταιρεία για να διαχειριστεί την πληρωμή του εταιρικού φόρου (13).

3.3

Ο ΟΟΣΑ διαπίστωσε το 1990 ότι το 60 % του παγκόσμιου εμπορίου πραγματοποιείται μεταξύ των εταιρειών ομίλων. Οι διαφορές μεταξύ των συστημάτων εθνικής φορολόγησης καθίστανται έτσι ένα πρόβλημα για τις εταιρείες στο μέτρο που αντανακλώνται στο εσωτερικό των εν λόγω εταιρειών.

3.4

Είναι δύσκολο να υπολογιστούν οι οικονομικές συνέπειες μιας κοινής βάσης για τη φορολογία των επιχειρήσεων. Σε μια πρόσφατη μελέτη εκτιμήθηκε ότι η σχετική επίδραση στο ΑΕγχΠ θα κυμαίνεται από 0,2 % έως 0,3 % αυτού. Οι υπολογισμοί περιλαμβάνουν μόνο τους κοινούς κανόνες για τη φορολογική βάση και όχι την ενοποίηση ή τις διοικητικές οικονομίες. Το ποσοστό αυτό πρέπει επίσης να εξεταστεί σε σχέση με το γεγονός ότι ο εταιρικός φόρος αντιπροσωπεύει συνολικά περίπου το 3 % του ΑΕγχΠ (14).

3.5

Το μεγαλύτερο μέρος των δραστηριοτήτων των μεγάλων εταιρειών είναι διασυνοριακές. Γι' αυτό, οι διαφορές της φορολογίας των εταιρειών αποτελούν γι' αυτές πρόβλημα. Οι εταιρείες που αναπτύσσουν δραστηριότητα σε περισσότερες χώρες έχουν ωστόσο αποκτήσει την αναγκαία εμπειρογνωμοσύνη και έχουν κατορθώσει να χρηματοδοτούν τις επιπλέον δαπάνες. Όμως, οι εταιρείες που πλήττονται σκληρότερα από τις διαφορές των φορολογικών συστημάτων είναι πιθανόν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που εξέτασαν τη δυνατότητα ανάπτυξης δραστηριοτήτων και εκτός της χώρας προέλευσής τους, αργότερα όμως υπαναχώρησαν. Η θέσπιση κοινών κανόνων θα μετρίαζε αισθητά τα εμπόδια που απαγορεύουν στις επιχειρήσεις να αρχίσουν την επέκταση των δραστηριοτήτων τους σε περισσότερες από μια χώρες. Υπάρχουν πολλά περιθώρια για μεγαλύτερη ολοκλήρωση και για ενίσχυση του ανταγωνισμού, πράγμα που μπορεί να αποτελέσει ένα από τα μεγαλύτερα οφέλη που μπορεί να προκύψουν από ένα κοινό σύστημα για τον υπολογισμό του φόρου των εταιρειών.

4.   Κοινές αποφάσεις που υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα στον τομέα της φορολογίας των εταιριών

4.1

Μέχρι σήμερα έχουν υιοθετηθεί μόνο τρεις οδηγίες στον τομέα της φορολογίας των εταιρειών. Η οδηγία για τις μητρικές και θυγατρικές εταιρείες (90/435) προβλέπει ότι το μέρισμα της θυγατρικής σε συγκεκριμένη χώρα δεν φορολογείται από το κράτος μέλος της μητρικής εταιρίας. Ωστόσο, η απαλλαγή από τη φορολογία μπορεί να αντικατασταθεί από νόμο βάσει του οποίου ο φόρος που καταβλήθηκε στη χώρα της θυγατρικής θα μπορεί να εκπίπτεται από τον καταβλητέο φόρο στη χώρα της μητρικής εταιρίας.

4.2

Η οδηγία για τις συγχωνεύσεις (90/434) ρυθμίζει τη φορολογία σε περίπτωση αναδιάρθρωσης των εταιριών. Πάντως, επειδή στο αστικό δίκαιο δεν προβλέπονται διατάξεις για τις διασυνοριακές συγχωνεύσεις και διασπάσεις, ούτε η οδηγία τις συμπεριλαμβάνει. Η οδηγία ρυθμίζει περισσότερο τις εξαγορές επιχειρήσεων.

4.3

Πρόσφατα, υιοθετήθηκε τρίτη οδηγία για την ρύθμιση της επιβολής τόκων και τελών μεταξύ των εταιρειών που συνδέονται στενά (2003/49). Η οδηγία καταργεί την φορολόγηση στην πηγή για τις διασυνοριακές μεταβιβάσεις.

4.4

Από το 1997 υπάρχει κώδικας συμπεριφοράς για τη φορολόγηση των εταιρειών, δυνάμει του οποίου τα κράτη μέλη δεν μπορούν να προσελκύουν επενδύσεις χάρη σε μέτρα που είναι επιζήμια από φορολογική άποψη. Βάσει του εν λόγω κώδικα, οι χώρες δεσμεύονται να μην επιβάλλουν νέους φόρους που είναι επιζήμιοι και να αναθεωρήσουν τις ισχύουσες διατάξεις. Ο κώδικας αυτός συμπληρώθηκε με κατάλογο 66 φορολογικών μέτρων που θεωρούνται ως τα επιζήμια. Τα μέτρα αυτά είναι σήμερα στο στάδιο της κατάργησης.

5.   Συζήτηση για της τεχνικές πτυχές

5.1

Οι νόμοι που διέπουν τις μορφές των επιτρεπόμενων εκπτώσεων για τον καθορισμό της φορολογικής βάσης πριν από τον υπολογισμό του φόρου είναι αυτοί που διαφέρουν περισσότερο από χώρα σε χώρα και αποτελούν έτσι σημαντικό θέμα για τις συνομιλίες των κρατών μελών. Με την ευκαιρία αυτή, η ΕΟΚΕ επιθυμεί να τονίσει ιδιαίτερα ότι είναι σημαντικό να καταβληθούν προσπάθειες προκειμένου να διευρυνθούν οι βάσεις για τη φορολογία των εταιρειών. Ωστόσο, πρέπει να υπενθυμιστεί ότι μια ευρύτερη βάση μπορεί να απαιτεί αναθεώρηση του φορολογικού συντελεστή.

Δυστυχώς, η συζήτηση πρέπει να αρχίσει από την αρχή. Ήδη από σήμερα μπορούν οι δαπάνες να εξεταστούν διαφορετικά, αυτό θα εξαρτηθεί από το εάν χαρακτηριστούν ως τακτικές δαπάνες και συνεπώς ληφθούν υπόψη κατά τον υπολογισμό της κοινής βάσης, ή ως δαπάνες που πρέπει να αφαιρεθούν από τα κέρδη μετά τον προσδιορισμό της φορολογικής βάσης. Εναπομένουν πολλά να γίνουν από τους εμπειρογνώμονες επί φορολογικών θεμάτων έως ότου συμφωνήσουν να υποβάλλουν κοινές προτάσεις.

5.2

Το σύστημα της φορολογικής βάσης θα πρέπει να είναι ανταγωνιστικό ώστε να προσφέρει ευνοϊκές συνθήκες για επενδύσεις στην ΕΕ. Όμως, το φορολογικό σύστημα δεν πρέπει γενικά να επηρεάζει ούτε το είδος των πραγματοποιούμενων επενδύσεων ούτε την εκλογή του κράτους μέλους στο οποίο θα γίνουν. Καθοριστικός παράγοντας πρέπει να είναι η απόδοση και όχι ο τρόπος με τον οποίο θα χρηματοδοτηθεί μια επένδυση. Ακριβώς, πρέπει να είναι δυνατόν να παρέχονται κίνητρα, π.χ., για οικολογικές επενδύσεις ή στις μειονεκτικές περιφέρειες. Αυτό, όμως, μπορεί να γίνει εύκολα με άλλα μέσα αντί της χρησιμοποίησης της εταιρικής φορολογικής βάσης.

5.2.1

Είναι, επίσης, σημαντικό να τηρείται μια σαφής πολιτική όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος. Ο τρόπος με τον οποίο πραγματοποιείται η διανομή των κερδών στους κατόχους των μετοχών αποτελεί θέμα της φορολογίας εισοδήματος. Δεν πρέπει να εξεταστεί στις συζητήσεις για το πώς φορολογούνται τα κέρδη των εταιρειών. Ούτε επηρεάζει την απόφαση της επιχείρησης για τον τόπο της εγκατάστασής της.

5.3

Ακόμη και εάν είναι δυνατόν να επιτευχθεί συμφωνία για ένα σύστημα κοινής φορολογικής βάσης, αυτό θα πρέπει να προβλέπει διαφορετικούς κανόνες για ορισμένους τομείς. Για παράδειγμα, μπορεί να απαιτηθούν ειδικοί κανόνες για τα αποθεματικά σε ορισμένους τομείς. Αυτό μπορεί να ισχύει για τον τραπεζικό και χρηματοπιστωτικό τομέα και, ειδικότερα, για τον κλάδο ασφαλειών ζωής, στον οποίο τα αποθεματικά έχουν συχνά ιδιαίτερη σημασία ακριβώς για αυτόν. Ένα άλλο παράδειγμα είναι ο τομέας της δασοκομίας, στον οποίο τα εισοδήματα μπορεί, σε ακραίες περιπτώσεις, να πραγματοποιούνται με διαλείμματα έως και 100 ετών.

5.4

Μια άλλη πτυχή που πρέπει να εξεταστεί είναι κατά πόσον μια εταιρεία χρηματοδοτείται κυρίως με δάνεια ή με ίδια κεφάλαια. Εάν οι δαπάνες που προκύπτουν από τους τόκους των δανείων εκπίπτουν από το φόρο, τότε φορολογείται μόνο ένα μικρό μέρος των εισοδημάτων της εταιρείας ως κέρδη λόγω του μικρού αριθμού μετοχών. Εάν δεν υπάρχει κανένα δάνειο και η χρηματοδότηση εξασφαλίζεται εξολοκλήρου από το εταιρικό κεφάλαιο, τότε τα πάντα φορολογούνται ως κέρδη. Πρέπει στο μέτρο του δυνατού να αποτρέπεται η χρηματοδότηση της εταιρείας μέσω του εταιρικού φόρου.

5.5

Όταν προσδιοριστούν οι εκπτώσεις που μπορεί να πραγματοποιηθούν, παραμένει ακόμη να ληφθεί απόφαση για το πότε και πως θα πραγματοποιηθούν οι εκπτώσεις αυτές. Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των κρατών μελών αφορά το θέμα των αποσβέσεων, δηλαδή εάν θα γίνονται ατομικά, για κάθε είδος επένδυσης ή εάν θα καθιερωθεί ένα σύστημα στο οποίο όλες οι επενδύσεις θα αθροίζονται και θα εξετάζονται συνολικά. Η διαχείριση του συστήματος της συνολικής εξέτασης είναι εύκολο για τις εταιρείες. Δεν χρειάζεται κανένας υπολογισμός για τα μηχανήματα ή τους συγκεκριμένους εξοπλισμούς.

5.6

Για να θεσπιστεί ένα σύστημα ενοποιημένης φορολογικής βάσης σύμφωνα με το οποίο τα κέρδη θα υπολογίζονται επί του ομίλου των εταιρειών πρέπει να προσδιοριστεί τι είναι ο όμιλος εταιρειών. Οι δυνατότητες ορισμού είναι οι εξής: να οριστεί το ποσοστό ιδιοκτησίας κάθε εταιρείας που είναι μέλος του ομίλου, ή ο δεσμός μεταξύ της εταιρίας μέλους και της δραστηριότητας της μητρικής εταιρίας. Φαίνεται ότι είναι απαραίτητο να επιλεγεί ένας συνδυασμός κριτηρίων διότι δεν υπάρχει κανένας λόγος να καθιερωθεί μια ενοποιημένη βάση για εταιρείες των οποίων οι κύριοι είναι συνιδιοκτήτες, εάν υπάρχουν σε διαφορετικούς όμως τομείς.

5.7

Αφού συμφωνηθεί ο τρόπος με τον οποίο θα οριστεί η κοινή βάση υπολογισμού του φόρου επί των εταιρειών, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν δυσκολίες με την ενοποίηση — πως θα κατανεμηθούν τα κέρδη της εταιρείας που έχει επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε περισσότερες χώρες και πως θα κατανεμηθούν μεταξύ των διαφόρων χωρών; Προκειμένου να αποτραπεί η χρήση φορολογικών συστημάτων για τη μεταφορά των κερδών, δεν αρκεί μια κοινή φορολογική βάση· πρέπει ακόμη να υπάρχει ένα απλό και λογικό σύστημα που θα ορίζει τον τρόπο κατανομής των κερδών μεταξύ των κρατών μελών, (και, συνεπώς, μεταξύ των χωρών που έχουν διαφορετικό φορολογικό συντελεστή). Όταν τα κέρδη ενοποιούνται με τον τρόπο αυτόν μεταξύ των παραρτημάτων των επιχειρήσεων στα διάφορα κράτη, είναι αναγκαίο να υπάρχει ευρεία συνεργασία των φορολογικών αρχών.

5.7.1

Λαμβανομένων υπόψη των υποχρεώσεων αυτών, είναι ενδιαφέρον να εξεταστεί το σύστημα που χρησιμοποιείται στον Καναδά, (το 50 % των κερδών κατανέμεται βάσει του ποσοστού του εργατικού δυναμικού και το άλλο 50 % βάσει του κύκλου εργασιών).

5.8

Για να λειτουργήσει στην πράξη με απλό τρόπο η κατανομή των κερδών ανά εγκατάσταση, πρέπει να εναρμονιστούν και άλλοι κανόνες και όχι μόνο ο υπολογισμός της κοινής βάσης. Οι υπολογισμοί πρέπει να γίνονται με βάση ένα ολόκληρο έτος και η καταβολή του φόρου να πραγματοποιείται συγχρόνως σε όλες τις χώρες. Οι τυποποιημένες ηλεκτρονικές μεταφορές πρέπει να είναι μια άλλη απαίτηση.

5.9

Μια από τις σημαντικότερες συνέπειες της κοινής φορολογικής βάσης είναι ότι το σύστημα θα είναι διαφανές. Σήμερα, για τους μη ειδικούς, αυτό ισχύει μόνο όσον αφορά τους φορολογικούς συντελεστές. Για να φανεί το πόσο είναι αυτό παραπλανητικό, μπορούμε να συγκρίνουμε τους συντελεστές φορολογίας των εταιρειών με το ποσοστό του ΑΕγχΠ που εισπράττεται μέσω του φόρου Το χαμηλότερο ποσοστό του ΑΕγχΠ 0,8 %, με στοιχεία του 2003, εισπράττεται στη Γερμανία με φορολογικό συντελεστή 39,5 %. Αυτό έχει κατά πάσα πιθανότητα σχέση με τα προβλήματα ορισμού της έννοιας της φορολογικής βάσης. Τα «νέα» κράτη μέλη εισπράττουν κατά μέσο όρο το 2,7 % του ΑΕγχΠ με φορολογικούς συντελεστές που κυμαίνονται μεταξύ 35 και 15 %. Τα περισσότερα «παλαιά» κράτη μέλη εισπράττουν περίπου το 3 % του ΑΕγχΠ., με φορολογικούς συντελεστές που κυμαίνονται μεταξύ 38 και 12,5 % (15). Είναι σημαντικό να καταστούν ορατές οι τόσο διαφορετικές και απροσδόκητες διαφορές όχι μόνο για τις επιχειρήσεις αλλά και για δημοκρατικούς σκοπούς όσον αφορά τις εκλογές.

6.   Αρχές για μια κοινή ενοποιημένη βάση για τον εταιρικό φόρο  (16)

6.1   Ευρείες φορολογικές βάσεις

Ο σκοπός των φόρων είναι η χρηματοδότηση της ευημερίας των πολιτών. Συνεπώς, η φορολογική βάση πρέπει να είναι όσο το δυνατόν ευρύτερη. Οι ευρείες φορολογικές βάσεις συμβάλλουν, επίσης, στην ελαχιστοποίηση των στρεβλώσεων κατά τη λειτουργία της οικονομίας, δεδομένου ότι καθιστούν δυνατή τη διατήρηση χαμηλών φορολογικών συντελεστών.

6.2   Ουδετερότητα

Μια κοινή φορολογική εταιρική βάση πρέπει να είναι ουδέτερη μεταξύ των διαφόρων εναλλακτικών δυνατοτήτων για επενδύσεις και να μην νοθεύει τον ανταγωνισμό μεταξύ των κλάδων. Ο τόπος στον οποίο οι εταιρείες θα αναπτύξουν τις δραστηριότητές τους και το που θα τοποθετηθεί η κοινή φορολογική βάση, από φοροτεχνική άποψη, πρέπει να καθορίζονται από ρεαλιστικούς οικονομικούς προβληματισμούς. Μια ουδέτερη κοινή βάση συμβάλλει στη δημιουργία ενός ελεύθερου και θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των εταιριών.

6.3   Απλότητα

Οι κοινοί κανόνες πρέπει συγχρόνως να χαρακτηρίζονται από απλότητα, σαφήνεια, και διαφάνεια. Η απαίτηση για απλότητα, όταν αυτή είναι πρόσφορη από φορολογική άποψη, προϋποθέτει μια σχέση με τους διεθνείς λογιστικούς κανόνες, που εφαρμόζονται ήδη από πολλές εταιρείες. Ταυτόσημοι κανόνες όσον αφορά την ημερομηνία και τους όρους πληρωμής συμβάλλουν στην απλούστευση των συστημάτων.

6.4   Αποτελεσματικότητα

Η φορολόγηση πρέπει να είναι αποτελεσματική ακόμη με την έννοια ότι ο έλεγχος θα πρέπει να είναι εύκολος ώστε να προλαμβάνονται τα σφάλματα και να πατάσσονται οι φορολογικές απάτες.

6.5   Σταθερότητα

Είναι σημαντικό να διακρίνονται τα φορολογικά συστήματα για τη σταθερότητά τους. Οι επενδύσεις των εταιριών πρέπει να έχουν μακροπρόθεσμα κίνητρα και εφόσον τα φορολογικά συστήματα αποτελούν ένα από τα στοιχεία που καθορίζουν την πραγματοποίηση των επενδύσεων, δεν θα πρέπει να τροποποιούνται συχνά.

6.6   Νομιμότητα

Το σύστημα πρέπει να είναι αποδεκτό από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, τους κοινωνικούς εταίρους και από τον πληθυσμό στο σύνολό του, εφόσον πρόκειται για τη χρηματοδότηση απαραίτητων δραστηριοτήτων για τον πληθυσμό.

6.7   Ευθυδικία

Η κατανομή μεταξύ των κρατών μελών των κερδών που υπολογίζονται μέσω της κοινής φορολογικής εταιρικής βάσης αποτελεί το θεμέλιο ενός δίκαιου συστήματος. Η δίκαιη κατανομή συμβάλλει στην ελευθερία των κρατών μελών να προσδιορίζουν τα ίδια το ποσοστό του φορολογικού συντελεστή.

6.8   Διεθνής ανταγωνισμός

Κατά τον καθορισμό του συστήματος της κοινής φορολογικής βάσης θα πρέπει, επίσης, να λαμβάνεται υπόψη η σχέση του με τα φορολογικά συστήματα που ισχύουν στις τρίτες χώρες.

6.9   Υποχρεωτικός χαρακτήρας

Προκειμένου να αποτραπεί η δημιουργία νέων διαφορών στον τομέα της φορολογίας στο εσωτερικό των κρατών μελών, πρέπει οι κανόνες καθορισμού της κοινής βάσης σε ένα βέλτιστο σύστημα να είναι υποχρεωτικοί τόσο για τις εταιρείες που έχουν επιχειρήσεις στο εξωτερικό όσο και για τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται μόνο σε μια χώρα. Στην περίπτωση που ένα κοινό σύστημα ακολουθεί άλλες αρχές και είναι αρκετά απλό και ανταγωνιστικό για την επιχείρηση, η αντίθεση μεταξύ του υποχρεωτικού και του εθελοντικού συστήματος καθίσταται μάλλον υποθετική. Εάν αμφισβητηθεί ένα υποχρεωτικό σύστημα, αυτό θα εξαρτηθεί από τη διάρθρωση του.

6.10   Προσωρινοί/μεταβατικοί κανόνες

Όμως, η ελεύθερη επιλογή των εταιρειών μπορεί να είναι ένα αποδεκτό προσωρινό σύστημα. Μια μεγάλη αλλαγή, όπως η καθιέρωση μιας κοινής εταιρικής φορολογικής βάσης μπορεί, επίσης, να καταστήσει απαραίτητη την υιοθέτηση μεταβατικών κανόνων. Ένα προσωρινό σύστημα αποτελεί μια άλλη πιθανή λύση, πέραν της υιοθέτησης μεταβατικών κανόνων, διότι διασφαλίζει μεγαλύτερη ευελιξία για την εφαρμογή ενός κοινού συστήματος.

6.11   Ευέλικτοι κανόνες όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων.

Μολονότι είναι ανάγκη να υπάρχει ένα μακροπρόθεσμο και σταθερό φορολογικό σύστημα για τις εταιρείες, είναι αναγκαίο να υπάρχουν δυνατότητες τροποποίησης, λόγω των μεταβολών που πραγματοποιούνται καθημερινά ή για να διορθώνονται οι αδυναμίες του συστήματος. Μπορεί π.χ. να τεθεί θέμα μήπως το σύστημα δεν παράγει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Η απόφαση σχετικά με ένα κοινό σύστημα θα πρέπει να προβλέπει κανόνες που θα επιτρέπουν να διασφαλίζεται με ευελιξία η εφαρμογή των απαραίτητων προσαρμογών.

Βρυξέλλες, 14 Φεβρουαρίου 2006

Η Πρόεδρος

της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής

Anne-Marie SIGMUND


(1)  Φορολογική πολιτική στην Ευρωπαϊκή Ένωση - Προτεραιότητες για τα προσεχή έτη. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 48/19, 21.02.2002

(2)  Η φορολογία στην ΕΕ: κοινοί προσανατολισμοί, πιο ενιαίοι φορολογικοί κανόνες και δυνατότητα λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 80/33, 30.03.2004

(3)  O φορολογικός ανταγωνισμός και η επίδρασή του στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 149/16, 21.06.2002

(4)  Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 241/14, 07.10.2002

(5)  Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 241/14, 07.10.2002

(6)  Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 241/14, 07.10.2002

(7)  Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 241/14, 07.10.2002

(8)  Μία εσωτερική αγορά χωρίς φορολογικά εμπόδια των επιχειρήσεων – επιτεύγματα, τρέχουσες πρωτοβουλίες και εναπομένοντα προβλήματα. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 117/10, 30.04.2004

(9)  Το 2003 και το 2004 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο εξέδωσε 25 αποφάσεις την άμεση φορολογία.

(10)  Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 241/14, 07.10.2002

(11)  Η φορολογία στην ΕΕ: κοινοί προσανατολισμοί, πιο ενιαίοι φορολογικοί κανόνες και δυνατότητα λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 80/33, 30.03.2004

(12)  Η άμεση φορολογία των επιχειρήσεων. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 241/14, 07.10.2002

(13)  Η φορολογία στην ΕΕ: κοινοί προσανατολισμοί, πιο ενιαίοι φορολογικοί κανόνες και δυνατότητα λήψης αποφάσεων με ειδική πλειοψηφία. Γνωμοδότηση ΕΟΚΕ – Ε.E. C 80/33, 30.03.2004

(14)  Economic effects of tax cooperation in an enlarged European Union Copenhagen Economics 2004 (Copenhagen Economics (2005) σελ. 36)

(15)  Structures of the taxation systems in the European Union 2005 edition of Copenhagen Economics

(16)  Η σειρά με την οποία παρουσιάζονται οι αρχές δεν σημαίνει και ιεράρχησή τους


  翻译: