19.1.2011 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 18/90 |
Γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα «Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2009/…/ΕΚ»
COM(2009) 207 τελικό – 2009/0064 (COD)
2011/C 18/16
Γενικός εισηγητής: ο κ. Angelo GRASSO
Στις 3 Ιουνίου 2009, και σύμφωνα με το άρθρο 47, παράγραφος 2 της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Συμβούλιο απεφάσισε να ζητήσει τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής με θέμα
«Πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2004/39/ΕΚ και 2009/…/ΕΚ»
COM(2009) 207 τελικό — 2009/0064 (COD).
Το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» στο οποίο ανατέθηκε η προετοιμασία των σχετικών εργασιών, επεξεργάστηκε τη γνωμοδότησή του την 1η Φεβρουαρίου 2010. Το Προεδρείο της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής κάλεσε στις 16 Φεβρουαρίου το ειδικευμένο τμήμα «Ενιαία αγορά, παραγωγή και κατανάλωση» να εξετάσει εκ νέου τη γνωμοδότησή του.
Σύμφωνα με το άρθρο 20 και το άρθρο 57, παράγραφος 1 του Εσωτερικού της Κανονισμού, η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, όρισε γενικό εισηγητή τον κ. GRASSO, κατά την 462η σύνοδο ολομέλειας της 28ης και 29ης Απριλίου 2010 (συνεδρίαση της 29ης Απριλίου 2010), και υιοθέτησε με 136 ψήφους υπέρ, 2 ψήφους κατά και 3 αποχές την παρούσα γνωμοδότηση.
1. Συμπεράσματα και συστάσεις
1.1 Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για την προτεινόμενη οδηγία. Αν και ορισμένες κατηγορίες εναλλακτικών επενδύσεων συνέβαλαν ασφαλώς στην αύξηση της μόχλευσης και της επικινδυνότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος, εντούτοις δεν προήλθαν από τον συγκεκριμένο τομέα οι βασικοί κίνδυνοι όσον αφορά τη σταθερότητα και τη βιωσιμότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος που προέκυψαν μετά από τα συνταρακτικά γεγονότα της αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου. Αυτή η θέση υιοθετήθηκε πρόσφατα από την Αρχή Χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών του ΗΒ (FSA) στην έκθεσή της του Φεβρουαρίου 2010 με τίτλο «Εκτίμηση των πιθανών πηγών συστημικού κινδύνου από τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου», όπου αναφέρει πως «τα μείζονα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου δεν αποτελούν αποσταθεροποιητικό παράγοντα κινδύνου αντισυμβαλλόμενων σε πράξεις πίστωσης». Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπόψη τη συζήτηση που προκάλεσε η πρόταση και ιδίως τις προτάσεις του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (εισηγητής ο κ. Gauzès). Διατυπώνει δε από την πλευρά της μια σειρά παρατηρήσεων και συστάσεων με στόχο να διορθώσει ορισμένες επιλογές και προσανατολισμούς της πρότασης, οι οποίοι, παρά το ότι δεν επιφέρουν σημαντικά οφέλη ως προς την προστασία των επενδυτών και την ακεραιότητα της αγοράς ενδέχεται να επιβαρύνουν όχι μόνο τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων, αλλά και ολόκληρο το οικονομικό σύστημα. Η ΕΟΚΕ θεωρεί σημείο αναφοράς για τις παρατηρήσεις της τη γνωμοδότηση (1) που υιοθετήθηκε το 2009 σχετικά με τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου. Η γνωμοδότηση υποδεικνύει ότι ό αντίκτυπος που συνεπάγονται τα εν λόγω κεφάλαια, στο οικονομικό πλαίσιο της ευρωπαϊκής οικονομίας της αγοράς, είναι πολύ πιο καθοριστικός από την οικονομική και χρηματοπιστωτική τους επίδραση.
1.2 Η κρίση που έπληξε την Ελλάδα έφερε στο φως το ζήτημα του δημόσιου χρέους. Η ΕΟΚΕ λαμβάνει υπό σημείωση τις διάφορες απόψεις που εκφράσθηκαν σχετικά με τον ρόλο που θα μπορούσαν να διαδραματίσουν τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds) όσον αφορά την επιδείνωση της κρίσης. Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι πρόκειται για θέμα κατεπείγουσας ανάγκης το οποίο και πρέπει να εξετασθεί λίαν εμπεριστατωμένως.
1.3 Η οδηγία εισάγει εναρμονισμένο κανονιστικό πλαίσιο για τον τομέα των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων σύμφωνα με την απαίτηση κατάλληλης εποπτείας των μακροοικονομικών προληπτικών κινδύνων στον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα. Η οδηγία περιλαμβάνει επίσης λεπτομερείς κανόνες, τους οποίους η ΕΟΚΕ θεωρεί δύσκολα προσαρμόσιμους, κατά τρόπο αποτελεσματικό, στη μεγάλη ποικιλία των προϊόντων που παράγει ο τομέας. Η ΕΟΚΕ εκφράζει συνεπώς την επιθυμία να υιοθετηθεί μια πιο λειτουργική προσέγγιση ώστε να ληφθεί υπόψη η μεγάλη ποικιλία των προϊόντων που υπάγονται στον ορισμό των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.
1.4 Η ΕΟΚΕ θεωρεί απολύτως αναγκαίο να αρχίσουν αμέσως συζητήσεις με τις αρχές των κυριοτέρων μη ευρωπαϊκών χωρών, προκειμένου να υιοθετηθούν κοινά πρότυπα σε διεθνές επίπεδο για την εποπτεία των τραπεζών όσον αφορά τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων, όπως είχε γίνει με την επιτροπή της Βασιλείας στον τραπεζικό τομέα. Σε αντίθετη περίπτωση, η νομοθεσία θα μπορούσε εύκολα να παρακαμφθεί με τη μεταφορά ορισμένων δραστηριοτήτων εκτός του πεδίου εφαρμογής των κοινοτικών κανόνων. Τούτο θα υπονόμευε την ανταγωνιστικότητα σημαντικών τομέων του χρηματοπιστωτικού κλάδου, με αρνητικές συνέπειες τόσο από πλευράς απασχόλησης όσο και από πλευράς δημιουργίας ευημερίας και πλούτου. Η σύσταση της μελλοντικής Ευρωπαϊκής Αρχής Χρηματοπιστωτικών Αγορών ενδέχεται να διευκολύνει την εφαρμογή της νομοθεσίας, ειδικότερα σε διακρατικό επίπεδο.
1.5 Επίσης η οδηγία εισάγει, μεταξύ άλλων, τη δυνατότητα καθορισμού ορίων όσον αφορά τη δανειακή επιβάρυνση των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων. Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη θέση αυτή αλλά ζητεί να αναφέρονται σαφώς τα κριτήρια βάσει των οποίων μπορούν να καθοριστούν τα όρια αυτά για τα διάφορα προϊόντα καθώς και τα μέτρα που θα ληφθούν ώστε να αποφευχθούν προκυκλικά αποτελέσματα.
1.6 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι για να εξασφαλιστεί η διαφάνεια της αγοράς και η προστασία των επενδυτών, η υποχρέωση καταγραφής και μετάδοσης μιας δέσμης βασικών πληροφοριών θα πρέπει να επεκταθεί σε όλες τις εταιρείες. Οι εν λόγω πληροφορίες θα πρέπει να διαφοροποιούνται σε συνάρτηση με συγκεκριμένα προϊόντα και όρια. Επ' αυτού, ωστόσο, η ΕΟΚΕ θεωρεί απαραίτητο να γίνει μια πιο εμπεριστατωμένη εμπειρική ανάλυση από αυτήν που παρείχε ως τώρα η Επιτροπή.
1.7 Όσον αφορά τις απαιτήσεις γνωστοποίησης που επιβάλλονται στις εταιρείες που διαχειρίζονται τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, η ΕΟΚΕ επικροτεί τη βούληση αύξησης της διαφάνειας, ιδίως αν ο στόχος είναι η προστασία των ενδιαφερόμενων μερών όπως των μετόχων μειοψηφίας και των εργαζομένων. Επίσης, θεωρεί ότι οι κανόνες αυτοί δεν θα πρέπει να επιβάλουν υπερβολικές κυρώσεις στους οργανισμούς ιδιωτικών επενδύσεων προς όφελος άλλων επενδυτικών οργανισμών που ανήκουν σε ιδιώτες ή θεσμικούς επενδυτές. Η προτεινόμενη οδηγία προβλέπει, τέλος, την εξαίρεση από αυτές τις απαιτήσεις για τους οργανισμούς που επενδύουν αποκλειστικά σε ΜΜΕ. Η ΕΟΚΕ επαναλαμβάνει, ωστόσο, ότι η προστασία των επενδυτών και της ακεραιότητας της αγοράς είναι μη διαπραγματεύσιμες αρχές που θα πρέπει να αφορούν όλους τους οργανισμούς εναλλακτικών επενδύσεων.
2. Εισαγωγή
2.1 Με τον όρο «οργανισμοί εναλλακτικών επενδύσεων» νοούνται όλοι οι οργανισμοί που δεν υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας ΟΣΕΚΑ: πρόκειται, για παράδειγμα, για τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (hedge funds), τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds), τα αμοιβαία κεφάλαια ακινήτων και εμπορευμάτων και τα επενδυτικά κεφάλαια σε έργα υποδομής που καλύπτουν άλλωστε τον τομέα εκείνον, ο οποίος σύμφωνα με την ορολογία της έκθεσης de Larosière, ορίζεται ως «παράλληλο τραπεζικό σύστημα».
2.2 Το 2009, η ΕΟΚΕ εκπόνησε γνωμοδότηση για τα Αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (ΑΚΑΚ) και τα Ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (ΙΕΚ). Η γνωμοδότηση δεν εξέτασε την Οδηγία ΔΟΕΕ. Επικεντρώθηκε αποκλειστικά στον αντίκτυπο αυτών των κεφαλαίων στην απασχόληση και σε κοινωνικά ζητήματα. Σημειώνεται πως η προτεινόμενη Οδηγία ΔΟΕΕ προκάλεσε μεγάλη συζήτηση ιδίως όσον αφορά κοινωνικά ζητήματα και ζητήματα απασχόλησης. Η ΕΟΚΕ φρονεί πως τα συμπεράσματα και οι συστάσεις εκείνης της γνωμοδότησης αποτελούν σημαντική αναφορά για τη συζήτηση επί της Οδηγίας.
2.3 Όπως υπογραμμίζεται στην έκθεση de Larosière, η χρηματοπιστωτική κρίση οφείλεται κυρίως στην υπερβολική ρευστότητα λόγω των σημαντικών διακυμάνσεων που σημειώθηκαν στις χρηματοπιστωτικές αγορές και στον τομέα των πρώτων υλών καθώς και σε άλλους παράγοντες μακροοικονομικού τύπου. Η αφθονία της ρευστότητας οδήγησε στο να παραμεληθεί ο κίνδυνος που συνεπάγεται η ίδια η ρευστότητα και που στις διαδικασίες ελέγχου και διαχείρισης των κινδύνων τόσο σε επίπεδο φορέων όσο και σε επίπεδο κανόνων προληπτικής εποπτείας δεν έτυχε της δέουσας προσοχής σε σχέση με τους πιστωτικούς κινδύνους και τους κινδύνους της αγοράς.
2.4 Σήμερα δεν έχουμε την πολυτέλεια να εθελοτυφλούμε και να μη διδαχθούμε από ένα λάθος που στοίχισε ακριβά στην παγκόσμια οικονομία και που θα μπορούσε να είναι πραγματικά καταστροφικό. Η ρευστότητα απαιτεί αγορές και χρηματοπιστωτικά συστήματα που να χαρακτηρίζονται από τη μέγιστη δυνατή διαφάνεια.
2.5 Η οδηγία πρέπει να αποτελέσει την ευκαιρία ώστε να πραγματοποιηθεί ένα μεγάλο βήμα προς την επίτευξη διαφάνειας στον κλάδο των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων, ο οποίος έχει δείξει σαφώς ότι δεν διαθέτει αυτό το προτέρημα.
2.6 Η ΕΟΚΕ θεωρεί τούτο απαραίτητο όχι λόγω των λαθών, των ελλείψεων ή των κινδύνων που υπάρχουν στον συγκεκριμένο κλάδο, αλλά απλούστατα λόγω της αδιαμφισβήτητης απαίτησης να τεθεί στο επίκεντρο της ατζέντας το ζήτημα της διαφάνειας και της ρευστότητας.
2.7 Οι προτάσεις που συζητούνται σήμερα εντός της ΕΕ όσον αφορά την ευρωπαϊκή χρηματοπιστωτική μακροπροληπτική και μικροπροληπτική εποπτεία είναι καθοριστικής σημασίας για τη διασφάλιση της επιβίωσης της ενιαίας αγοράς (2).
2.8 Στις ΗΠΑ ο Πρόεδρος Obama προχώρησε σε διαδικασία ριζικής μετατροπής και ανανέωσης του ρυθμιστικού και ελεγκτικού συστήματος. Είναι ακόμα νωρίς για να κριθούν τα αποτελέσματα που θα αποφέρουν οι πρωτοβουλίες των ΗΠΑ.
2.9 Στο πλαίσιο αυτής της πρωτοβουλίας, η ΕΕ πρέπει να λάβει μέτρα που θα διασφαλίζουν ότι καταβάλλονται άμεσες προσπάθειες σε διεθνές επίπεδο με στόχο τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της αγοράς. Η ΕΟΚΕ υποστηρίζει, ωστόσο, ότι δεν επαρκεί η ρύθμιση για να εξασφαλισθεί η λύση των προβλημάτων, τα οποία οφείλονται εξίσου σε απρόβλεπτες συμπεριφορές των επαγγελματικών επενδυτών.
2.10 Η ΕΟΚΕ προσυπογράφει τις έξι υψηλού επιπέδου αρχές για τη ρύθμιση των ΑΚΑΚ που πρότεινε τον Ιούνιο 2009 ο Διεθνής Οργανισμός Επιτροπών Κινητών Αξιών (IOSCO). Ο IOSCO δημοσίευσε στις 25 Φεβρουαρίου 2010 τις απαιτήσεις πληροφοριών συστημικού κινδύνου για τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου. Αυτές καλύπτουν έντεκα διαφορετικές κατηγορίες πληροφοριών. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να βασιστεί σε αυτές τις αρχές εφαρμόζοντάς τες στη ρύθμιση των ΔΟΕΕ στην προτεινόμενη Οδηγία.
2.11 Αν και ο IOSCO ολοκλήρωσε την ανάλυση κινδύνων που ενέχουν για το χρηματοπιστωτικό σύστημα τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, δεν έχει υποβληθεί ακόμη καμία ρυθμιστική πρόταση. Η ΕΟΚΕ συνιστά στην Επιτροπή να υιοθετήσει τις αρχές του IOSCO για τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου προσαρμόζοντάς τες στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια.
3. Η πρόταση οδηγίας
3.1 Η πρόταση οδηγίας αποσκοπεί στη ρύθμιση των διαχειριστών των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων, και όχι των προϊόντων. Η άρνηση άμεσης παρέμβασης στα προϊόντα αιτιολογείται από το γεγονός ότι οι οργανισμοί εναλλακτικών επενδύσεων δεν μπορούν να ορισθούν παρά μόνον δια του αποκλεισμού, καθώς δεν έχουν εναρμονιστεί με την οδηγία ΟΣΕΚΑ, και συνεπώς η Επιτροπή διατείνεται ότι οποιαδήποτε απόπειρα άμεσης ρύθμισης των προϊόντων γρήγορα θα απέβαινε παρωχημένη.
3.2 Μολαταύτα, πολλές πτυχές της ρύθμισης των διαχειριστών των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων επηρεάζουν κατ'ανάγκη σημαντικά επίσης τον λειτουργικό χαρακτήρα και τα χαρακτηριστικά των ίδιων των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.
3.3 Η πρόταση οδηγίας έχει δύο κύριους στόχους:
— |
να επιτρέψει την επίτευξη αποτελεσματικότερης μικροοικονομικής και μακροοικονομικής προληπτικής εποπτείας, πράγμα που απαιτεί βαθειά κατανόηση των δυναμικών χαρακτηριστικών του κλάδου, πέραν των εθνικών συνόρων· |
— |
να διευκολύνει την ολοκλήρωση της αγοράς και την ανάπτυξη της ενιαίας αγοράς, επιτρέποντας στους διαχειριστές να επωφεληθούν από ένα είδος ευρωπαϊκού διαβατηρίου για τα προϊόντα τους, με εμφανείς θετικές συνέπειες όσον αφορά τις οικονομίες κλίμακας και τη δυνατότητα επιλογής εκ μέρους των επενδυτών. |
3.4 Αυτοί οι κύριοι στόχοι μπορούν να επιδιωχθούν μέσω ενός διαρθρωμένου συνόλου λεπτομερών παρεμβάσεων που να περιγράφουν τις ακόλουθες πτυχές της πρότασης.
3.4.1 Όλοι οι διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων των οποίων το ενεργητικό υπερβαίνει κάποια καθορισμένα όρια πρέπει να ακολουθούν τη διαδικασία χορήγησης αδείας. Η εξαίρεση από τις διατάξεις της οδηγίας προβλέπεται για τους διαχειριστές των οποίων τα υπό διαχείριση στοιχεία ενεργητικού έχουν συνολική αξία μικρότερη των 100 εκατ. ευρώ. Το όριο ανεβαίνει στα 500 εκατ. εφόσον οι διαχειριστές δεν κάνουν χρήση μόχλευσης και οι επενδυτές δεν έχουν δικαίωμα εξαγοράς για τα πρώτα 5 χρόνια ζωής αυτών των οργανισμών.
3.4.1.1 Η άδεια χορηγείται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προέλευσης. Προϋποθέτει δε την εκπλήρωση επαρκώς συγκροτημένων απαιτήσεων από πλευράς οργάνωσης και διαφάνειας.
3.4.1.2 Οι διαχειριστές θα πρέπει να διαμένουν στην ΕΕ. Μπορούν να εκχωρήσουν τις διοικητικές τους λειτουργίες σε τρίτους: η ιδιότητα του θεματοφύλακα μπορεί να αναληφθεί μόνο από πιστωτικά ιδρύματα που εδρεύουν στην ΕΕ. Η περαιτέρω μεταβίβαση καθηκόντων απαγορεύεται ρητά, εκτός από τα καθήκοντα του θεματοφύλακα, πάντοτε όμως με την επιφύλαξη αυστηρών προϋποθέσεων.
3.4.1.3 Η οδηγία αναθέτει στην Επιτροπή το καθήκον να θέτει όρια ως προς τη μόχλευση προκειμένου να εξασφαλίζεται η σταθερότητα και η ακεραιότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
3.4.2 Η τήρηση των υποχρεώσεων που προβλέπει η οδηγία θα επιτρέψει στους διαχειριστές να προωθούν ελεύθερα προς πώληση στους επαγγελματίες επενδυτές (σύμφωνα με τον ορισμό της οδηγίας MIFID) τα προϊόντα τους σε όλα τα κράτη μέλη. Οι διαχειριστές μπορούν να προωθούν επίσης προϊόντα σε οργανισμούς που εδρεύουν σε τρίτες χώρες, αλλά βάσει μιας σειράς προϋποθέσεων που επιβάλλονται προκειμένου να αποτραπεί η πρόκληση στην αγορά απώτερων κινδύνων ή η εμφάνιση στρεβλώσεων στα φορολογικά συστήματα.
4. Η άποψη της ΕΟΚΕ
4.1 Η ΕΟΚΕ έχει ήδη εκφράσει τη γνώμη της για τις συστάσεις της ομάδας de Larosière σε σχετική γνωμοδότησή της (3) και συμφωνεί πλήρως με την ανάγκη να θεσπιστεί υπερεθνική εποπτεία, η οποία ωστόσο απαιτεί ένα επαρκώς ομοιογενές ρυθμιστικό πλαίσιο. Δεδομένου ότι η σύσταση των νέων ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, δεν αποκλείει τις αρμοδιότητες των εθνικών εποπτικών οργάνων, είναι απαραίτητο να καταρτισθεί από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές «εγχειρίδιο ερμηνευτικών κανόνων» που θα διέπουν αυτές καθεαυτές τις διατάξεις εποπτείας. Η περαιτέρω βελτίωση της γνώσης και της διαφάνειας στον κλάδο των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων μπορεί να αποβεί σημαντική για τη βελτίωση της ακεραιότητας της αγοράς, την προστασία των επενδυτών και την άσκηση αποτελεσματικής μακροοικονομικής προληπτικής εποπτείας. Η οδηγία μπορεί να αποτελέσει την ευκαιρία για την επίτευξη αυτού του σημαντικού στόχου, αρκεί να αποφευχθούν αδικαιολόγητα επαχθείς περιορισμοί. Για τον λόγο αυτό η ΕΟΚΕ συνιστά να επιδειχθεί ιδιαίτερη σύνεση και προσοχή στις περιπτώσεις κατά τις οποίες οι απαιτήσεις της οδηγίας υπερβαίνουν το ελάχιστο αυστηρώς αναγκαίο πλαίσιο πληροφόρησης για την εφαρμογή της μικροοικονομικής προληπτικής εποπτείας.
4.2 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι επείγει ο καθορισμός ρυθμιστικού πλαισίου που να ενισχύει τις προϋποθέσεις για καλύτερη ποιότητα των κριτηρίων διακυβέρνησης των διαχειριστών των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων. Αυτή η προϋπόθεση είναι σημαντικότερη από πολλές άλλες λεπτομερείς διατάξεις που οδηγούν στην αύξηση των δαπανών της εταιρείας χωρίς να επιτυγχάνουν απαραίτητα τον στόχο της ενίσχυσης των εγγυήσεων για την αγορά όπως υπογραμμίζεται στη σύσταση 1 της έκθεσης της ομάδας Larosière.
4.3 Η ΕΟΚΕ επισημαίνει δύο ακόμα προβληματισμούς της έκθεσης αυτής όπου, αναφορικά με την αναθεώρηση του πλαισίου της Βασιλείας ΙΙ, επισημαίνεται ότι από τη χρηματοπιστωτική κρίση προέκυψαν δύο σημαντικά διδάγματα:
— |
η κρίση έδειξε ότι το οικονομικό και χρηματοπιστωτικό σύστημα θα πρέπει να διαθέτει περισσότερα ίδια κεφάλαια· |
— |
η κρίση κατέστησε προφανή τον εξαιρετικά προκυκλικό αντίκτυπο του ισχύοντος ρυθμιστικού πλαισίου το οποίο, αντί να αμβλύνει, κατέληξε να οξύνει τις ανοδικές ή καθοδικές τάσεις της αγοράς. |
4.3.1 Η πρόταση επιβολής περιορισμών όσον αφορά το χρέος και τη χρηματοπιστωτική μόχλευση των κεφαλαίων (το επονομαζόμενο leverage cap) κινείται προς την επιθυμητή κατεύθυνση της αύξησης των ιδίων κεφαλαίων. Πράγματι, η ανησυχία για τους κινδύνους που ενέχει η υπερβολική μόχλευση για το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι κατανοητή: το ζήτημα της υπερβολικής χρέωσης πρέπει ωστόσο να αντιμετωπιστεί λαμβανομένων υπόψη και άλλων χαρακτηριστικών των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων όπως για παράδειγμα το μέγεθός τους. Η ΕΟΚΕ θα επιθυμούσε να μελετηθεί η δυνατότητα καθορισμού συγκεκριμένου επιπέδου μέγιστης χρηματοπιστωτικής μόχλευσης.
4.3.2 Για να καταστεί δυνατός ο έλεγχος του συστημικού κινδύνου, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι τα σημαντικότερα τραπεζικά ιδρύματα είναι συχνά οι πρωτογενείς διαμεσολαβητές και, κατά συνέπεια, οι δανειστές των κεφαλαίων που προορίζονται για αμοιβαία κεφάλαια κινδύνου. Ο έλεγχος που ασκείται επί των εν λόγω πρωτογενών διαμεσολαβητών είναι τόσο κρίσιμος, όσο και ο έλεγχος των ιδρυμάτων που δανείζονται. Στον πλαίσιο του ορισμού της αναθεώρησης των οδηγιών για τις κεφαλαιακές απαιτήσεις των τραπεζών, οι αρμόδιοι οργανισμοί θα πρέπει να εγγυώνται την δέουσα κάλυψη των δανείων από επαρκή στοιχεία ενεργητικού.
4.3.3 Τέλος, πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το leverage cap ενέχει τον κίνδυνο να αποδειχθεί προκυκλικό. Είναι πράγματι πιθανό να ξεπερασθεί το leverage cap όταν η αξία των επενδύσεων μειώνεται, με συνέπεια ο διαχειριστής να αναγκάζεται να ρευστοποιήσει τα περιουσιακά του στοιχεία, μειώνοντας περαιτέρω την αγοραστική τους αξία για να ξαναβρεθεί εντός των επιτρεπόμενων ορίων. Η ΕΟΚΕ είχε ήδη επισημάνει στη γνωμοδότησή της για την έκθεση Larosière το θέμα της προκυκλικότητας του ρυθμιστικού πλαισίου: αν και αναγνωρίζει ότι είναι δύσκολο να καθοριστεί πότε πρέπει να χαλαρώνουν και πότε να ενισχύονται οι περιορισμοί, θεωρεί ότι η υιοθέτηση μιας κάποιας ευελιξίας για ορισμένους περιορισμούς ενδέχεται να περιορίσει την προκυκλικότητα της νομοθεσίας.
4.4 Η ΕΟΚΕ εκφράζει τον προβληματισμό της ως προς τα καθορισμένα όρια πέραν των οποίων οι εταιρίες δύνανται να εξαιρούνται των ρυθμίσεων της οδηγίας. Κατ' αρχήν η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι όλες οι εταιρείες πρέπει να υποβάλλονται στην υποχρέωση καταγραφής και μετάδοσης μιας δέσμης βασικών πληροφοριών προκειμένου να διασφαλιστούν οι ελάχιστοι απαραίτητοι κανόνες για την πραγματική διαφάνεια της αγοράς και την προστασία των επενδυτών.
4.4.1 Για την εγγύηση της διαφάνειας και της προστασίας των επενδυτών θα πρέπει να απαιτηθούν λεπτομερέστερες πληροφορίες, πιθανότατα διαφοροποιημένες ανάλογα με το προϊόν και τα καθορισμένα όρια. Εν προκειμένω, η ΕΟΚΕ εκτιμά ότι απαιτείται μια εμβριθής εμπειρική ανάλυση του τι έχει ήδη πραγματοποιηθεί από την Επιτροπή ώστε να καταστεί δυνατή η εξεύρεση ενός ορθολογικού κριτηρίου για τον καθορισμό των προαναφερθέντων ορίων.
4.4.2 Η ΕΟΚΕ φρονεί ότι οι πρόσφατα εκδοθείσες απαιτήσεις πληροφοριών συστημικού κινδύνου του IOSCO για τα αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου (που μπορούν να προσαρμοσθούν για τους υπόλοιπους ΟΕΕ) αποτελούν ένα βήμα μπροστά. Ορίζονται έντεκα κατηγορίες πληροφοριών, από ενημέρωση για τη διαχείριση και τους συμβούλους, που θα απαιτείται από κάθε επενδυτικό κεφάλαιο μέχρι ενημέρωση για το δανεισμό, το βαθμό κινδύνου και την έκθεση των αντισυμβαλλομένων, που θα απαιτούνται κυρίως από μεγάλα κεφάλαια μόχλευσης. Οι κατευθυντήριες γραμμές τυγχάνουν διεθνούς στήριξης, πηγάζουν από πρωτοβουλίες της ομάδας G20 και του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικών Υπηρεσιών (FSB) και θα τεθούν σε ισχύ το Σεπτέμβριο του 2010.
4.5 Τα παραπάνω επιχειρήματα απορρέουν από τη διαπίστωση ότι ο τομέας των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων είναι τόσο διαφοροποιημένος, ώστε δεν μπορεί να επιβληθεί ένα εντελώς ομοιογενές ρυθμιστικό πλαίσιο για όλα τα διαφορετικά προϊόντα που τον συνθέτουν. Στην πράξη οι εταιρείες διαχείρισης ειδικεύονται σε συγκεκριμένους τομείς (όπως τα αμοιβαία κεφάλαια ακίνητης περιουσίας, αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου, τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια). Η προτεινόμενη οδηγία δίδει ιδιαίτερη προσοχή μόνο στους οργανισμούς που κάνουν χρήση μόχλευσης και στους οργανισμούς ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Όπως επισημαίνεται από την ΕΟΚΕ στη γνωμοδότηση πρωτοβουλίας σχετικά με τον αντίκτυπο των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στις βιομηχανικές μεταλλαγές (εισηγητής Morgan), οι διαφορές μεταξύ των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων απαιτούν μια πιο διαφοροποιημένη προσέγγιση.
4.6 Η ΕΟΚΕ ευελπιστεί ότι η πρωτοβουλία του επιτρόπου Barnier σχετικά με τον καθορισμό ενιαίου ευρωπαϊκού διαβατηρίου που θα αφορά και τους διαχειριστές και τα κεφάλαια που δεν εδρεύουν εντός της ΕΕ, θα αποτελέσει την αρχή κοινών διεθνών λύσεων.
4.6.1 Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων ακόμα και στους οργανισμούς που εδρεύουν εκτός ΕΕ. Η ΕΟΚΕ ζητεί από την Επιτροπή να λάβει τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να διασφαλισθεί ότι οι κανόνες ποιότητας και διαφάνειας των διαχειριστών και κεφαλαίων του εξωτερικού αντιστοιχούν όντως στους κοινοτικούς κανόνες.
4.6.2 Καθότι η πρόταση οδηγίας πρέπει, μεταξύ άλλων, να αποτελέσει ευκαιρία για την άνοδο του επιπέδου των εγγυήσεων που παρέχουν οι εξωκοινοτικοί οργανισμοί εναλλακτικών επενδύσεων, αλλά όχι για την τιμωρία τους και τον εκ των πραγμάτων αποκλεισμό τους από την ενιαία αγορά, η ΕΟΚΕ ζητά άμεσα την περαιτέρω αποσαφήνιση των προϋποθέσεων ελεύθερης διάθεσης αυτών των κεφαλαίων στην ενιαία αγορά.
4.7 Η ΕΟΚΕ θεωρεί ότι, αν η έγκριση της οδηγίας δεν συνοδευτεί από παρόμοια δράση στο επίπεδο των μεγάλων χωρών εκτός Ευρώπης η νομοθεσία θα μπορούσε εύκολα να παρακαμφθεί με τη μεταφορά ορισμένων δραστηριοτήτων εκτός του πεδίου εφαρμογής της ευρωπαϊκής νομοθεσίας. Τούτο θα υπονόμευε την ανταγωνιστικότητα σημαντικών τομέων του χρηματοπιστωτικού κλάδου, με αρνητικές συνέπειες τόσο από πλευράς απασχόλησης όσο και από πλευράς δημιουργίας ευημερίας και πλούτου.
4.8 Η ΕΟΚΕ διερωτάται ως προς τη συλλογιστική στην οποία βασίζεται η διάταξη που επιβάλλει ότι ο θεματοφύλακας πρέπει να είναι πιστωτικό ίδρυμα. Η ύπαρξη ανεξάρτητου θεματοφύλακα αποτελεί σημαντική μορφή εγγύησης για την αποτροπή καταχρηστικών ή επιβλαβών για τους επενδυτές συμπεριφορών. Η καθιέρωση αυστηρότερων κανόνων σε αυτήν την περίπτωση είναι οπωσδήποτε θεμιτή. Η ΕΟΚΕ ζητεί ωστόσο διευκρινίσεις όσον αφορά τον περιορισμό της λειτουργίας της εποπτείας μόνον στα πιστωτικά ιδρύματα, παρόλο που η οδηγία MIFID επιτρέπει σε άλλους ενδιάμεσους να εποπτεύουν τις δραστηριότητες των πελατών.
4.9 Μεταξύ των οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων περιλαμβάνονται και τα αποκαλούμενα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια (private equity funds) που επενδύουν σε μετοχές εταιρειών που δεν έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο.
4.9.1 Τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αποτελούν σημαντική πηγή κεφαλαίων κινδύνου για τις νεοσύστατες (start-ups) και τις καινοτόμες επιχειρήσεις, καθώς και για τις επιχειρήσεις που βρίσκονται σε στάδιο επέκτασης ή αναδιάρθρωσης. Η ΕΟΚΕ έχει ήδη θίξει (4) το ζήτημα του αντίκτυπου που μπορούν να έχουν αυτά τα κεφάλαια στο οικονομικό σύστημα και στις βιομηχανικές μεταλλαγές.
4.9.2 Η πρόταση οδηγίας αφιερώνει διάφορα άρθρα (Κεφάλαιο V, Τμήμα 2) ειδικά στους οργανισμούς επενδυτικών κεφαλαίων που αποκτούν τον έλεγχο μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών (και ειδικότερα σε εκείνους που αποκτούν περισσότερο από το 30 % των δικαιωμάτων ψήφου).
4.9.3 Οι πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται είναι ιδιαίτερα λεπτομερείς και από πολλές απόψεις, εξομοιώνονται σαφώς με αυτές που απαιτούνται στην περίπτωση των δημόσιων προσφορών εξαγοράς εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών. Επίσης, είναι αναγκαία η ύπαρξη κώδικα εταιρικής διακυβέρνησης στα πρότυπα του κώδικα που επιβάλλεται στις εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες. Όλες αυτές οι πληροφορίες πρέπει να παρέχονται στην εταιρεία, στους μετόχους της, στους εκπροσώπους των εργαζομένων ή στους ίδιους τους εργαζομένους.
4.9.4 Η ΕΟΚΕ συμφωνεί με την επέκταση και την εμβάθυνση των προβλεπόμενων υποχρεώσεων διακυβέρνησης, πληροφόρησης και κοινοποίησης, κυρίως εάν αποσκοπούν στην προστασία των συμφερόντων των μειοψηφούντων μετόχων και των εργαζομένων. Εκτιμά επίσης ότι οι υποχρεώσεις αυτές δεν θα πρέπει να επιβάλουν κυρώσεις στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια προς όφελος άλλων επενδυτικών μέσων που ανήκουν σε άλλους ιδιωτικούς ή θεσμικούς επενδυτές.
4.9.5 Η ΕΟΚΕ ζητά την εφαρμογή αυτών των κανόνων από το 25 % των δικαιωμάτων ψήφου και άνω. Ζητά επίσης να προβλεφθεί ότι ο κώδικας εταιρικής διακυβέρνησης θα προστατεύει ρητά τις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Οι δυνητικές συνέπειες για τους εργαζομένους πρέπει να υποδεικνύονται ενώ η ενημέρωση πρέπει να είναι ειλικρινής και άμεση. Η μη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ενημέρωσης και διαβούλευσης θα συνεπάγεται ότι οποιαδήποτε απόφαση του ΔΟΕΕ και/ή της εταιρείας στόχου δεν θα έχει καμία νομική συνέπεια.
4.9.6 Η ΕΟΚΕ προτείνει να προβλεφθούν στην οδηγία ελάχιστοι συντελεστές φερεγγυότητας και ρευστότητας για τις εταιρείες στόχους. Η καταβολή μερισμάτων θα πρέπει να περιορίζεται σε μία φορά κατ' έτος και δεν θα πρέπει να υπερβαίνει τα κέρδη. Για τις εταιρείες στόχους που δεν τηρούν τους ελάχιστους συντελεστές δεν θα υπάρχει καταβολή μερίσματος.
4.10 Εξαιρούνται από τις προαναφερθείσες υποχρεώσεις πληροφόρησης οι εξαγορές ΜΜΕ. Η ΕΟΚΕ επικρίνει αυτό το σημείο καθότι η προστασία των επενδυτών και της ακεραιότητας της αγοράς είναι μη διαπραγματεύσιμες αρχές που θα πρέπει να αφορούν όλους τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων.
Βρυξέλλες, 29 Απριλίου 2010.
Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής
Mario SEPI
(1) ΕΕ. C 128 της 18.5.2010, σελ. 56.
(2) Γνωμοδότηση για την Μικροπροληπτική και μακροπροληπτική εποπτεία.
(3) ΕΕ C 318/2009, σ. 57.
(4) ΕΕ. C 128 της 18.5.2010, σελ. 56.