[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ | Βρυξέλλες, 9.12.2010 COM(2010) 728 τελικό 2010/0362 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Μετά τις αποφάσεις σχετικά με τον διαγνωστικό έλεγχο του Νοεμβρίου του 2008, ο τομέας του γάλακτος αντιμετώπισε σοβαρή κρίση η οποία προκλήθηκε από τη μετατόπιση της ζήτησης από τα γαλακτοκομικά προϊόντα λόγω των εξαιρετικά υψηλών τιμών το 2007. Για να ξεπεραστεί η κρίση, τα εργαλεία του διχτυού ασφαλείας αποδείχθηκαν αποτελεσματικά υπό συνθήκες κρίσης. Η κρίση κατέδειξε επίσης ορισμένες ελλείψεις όσον αφορά τον προσανατολισμό του τομέα του γάλακτος στην αγορά. Για τον λόγο αυτό, ο Επίτροπος Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης αποφάσισε να συγκροτήσει μια Ομάδα Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου για το γάλα (ΟΕΥΕ) με αποστολή τη διαμόρφωση ενός κανονιστικού πλαισίου το οποίο θα δημιουργηθεί μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα και το οποίο μπορεί να συμβάλει στη σταθεροποίηση της αγοράς και του εισοδήματος των παραγωγών και να εξασφαλίσει μεγαλύτερη διαφάνεια, χωρίς να αμφισβητείται το αποτέλεσμα του διαγνωστικού ελέγχου. Από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι τον Ιούνιο του 2010 η ΟΕΥΕ συνεδρίασε δέκα φορές και υπέβαλε έκθεση στις 15 Ιουνίου 2010 στην οποία διατυπώνονται 7 συστάσεις. Η ΟΕΥΕ πραγματοποίησε ενδελεχή αξιολόγηση όλων των ζητημάτων και πτυχών που πραγματεύεται η πρόταση. Η ΟΕΥΕ απαρτιζόταν από εκπροσώπους όλων των κρατών μελών υπό την προεδρία του Γενικού Διευθυντή Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης της Επιτροπής και με τη συμμετοχή ενός παρατηρητή από τη Γραμματεία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπέβαλαν προφορικές και γραπτές εισηγήσεις οι κυριότερες ευρωπαϊκές ομάδες ενδιαφερομένων στην αλυσίδα εφοδιασμού γαλακτοκομικών προϊόντων: οι COPA-COGECA, το European Milk Board, το European Coordination Via Campesina (που εκπροσωπούν το καθένα τους γεωργούς), η European Dairy Association (μεταποιητές γαλακτοκομικών προϊόντων), το EUCOLAIT (έμποροι γαλακτοκομικών προϊόντων), η EUROCOMMERCE (λιανοπωλητές) και το BEUC (καταναλωτές). Επιπλέον, η ΟΕΥΕ έλαβε εισηγήσεις από προσκεκλημένους ακαδημαϊκούς εμπειρογνώμονες, εκπροσώπους τρίτων χωρών (ΗΠΑ, Νέα Ζηλανδία, Αυστραλία και Ελβετία), εθνικές αρχές ανταγωνισμού και υπηρεσίες της Επιτροπής (ΓΔ COMP και ΓΔ AGRI). Επίσης, στις 26 Μαρτίου 2010 διεξήχθη διάσκεψη των ενδιαφερομένων του γαλακτοκομικού τομέα, η οποία έδωσε τη δυνατότητα σε περισσότερους παράγοντες της αλυσίδας εφοδιασμού να εκφράσουν τις θέσεις τους. Η έκθεση και οι συστάσεις της ΟΕΥΕ εξετάστηκαν από το Συμβούλιο και τα συμπεράσματα της Προεδρίας εγκρίθηκαν στη σύνοδο της 27ης Σεπτεμβρίου 2010. Στα εν λόγω συμπεράσματα καλείται η Επιτροπή να υποβάλει έως το τέλος του έτους την απάντησή της στις τρεις πρώτες συστάσεις της ΟΕΥΕ (συμβατικές σχέσεις, διαπραγματευτική ισχύς των παραγωγών και διεπαγγελματικές οργανώσεις) και να ανταποκριθεί ταχέως στη σύσταση της ΟΕΥΕ για τη διαφάνεια. Μία από τις βασικές πτυχές των εργασιών της ΟΕΥΕ είχε ως επίκεντρο τους τομείς που σχετίζονται με τη δομή της αγοράς και τους συμμετέχοντες στην αγορά: συμβατικές σχέσεις, διαπραγματευτική ισχύς, οργανώσεις παραγωγών και διεπαγγελματικές οργανώσεις. Η σημερινή δομή της αγοράς επιδείνωσε αισθητά ορισμένες πτυχές της κρίσης του 2009 στον τομέα του γάλακτος, γεγονός που αποδεικνύει ότι η διαδικασία μεταρρύθμισης ξεκίνησε πολύ αργότερα στον γαλακτοκομικό τομέα απ’ ο,τι σε άλλους τομείς – στην ουσία μόλις το 2003. Η ύπαρξη για μεγάλο χρονικό διάστημα σταθερών ποσοστώσεων και υψηλών θεσμικών τιμών, με πράγματι εγγυημένες δυνατότητες διάθεσης στην αγορά για τα γαλακτοκομικά προϊόντα, δημιούργησε δυσκαμψίες στην αγορά. Η διαρθρωτική προσαρμογή συχνά παρεμποδιζόταν, οι επιχειρήσεις της αλυσίδας παραγωγής δεν ενθαρρύνονταν να ανταποκριθούν στα μηνύματα της αγοράς, μεταξύ των οποίων και στις διακυμάνσεις των τιμών, ενώ υπήρχαν περιορισμένα κίνητρα για καινοτομία ή αύξηση της παραγωγικότητας. Η μεταρρύθμιση του γαλακτοκομικού τομέα θα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις μεταρρυθμίσεις στους άλλους τομείς, που είχαν ως στόχο τον πολύ μεγαλύτερο προσανατολισμό στην αγορά με την «ελευθερία καλλιέργειας». Με τον τρόπο αυτό αναμένεται να επέλθει βελτίωση της αποδοτικότητας και να επιτραπεί στον τομέα της ΕΕ να επωφεληθεί από τις ευκαιρίες της αγοράς, εντός και εκτός της ΕΕ. Φαίνεται να είναι αναγκαία η λήψη ορισμένων μέτρων μεσοπρόθεσμα, για την περίοδο προ και μετά τη λήξη του καθεστώτος των ποσοστώσεων. Η δομή της αγοράς διαφέρει σημαντικά μεταξύ και εντός των κρατών μελών, αλλά συχνά η συγκέντρωση της προσφοράς είναι αισθητά χαμηλότερη από τη συγκέντρωση σε επίπεδο μεταποίησης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα μια ανισορροπία στη διαπραγματευτική ισχύ μεταξύ των δύο αυτών επιπέδων. Υπάρχουν επίσης δυσκαμψίες στην αγορά, η οποία αφήνει στους γεωργούς ελάχιστη επιλογή όσον αφορά τα γαλακτοκομικά προϊόντα (ή ακόμη και τις επιχειρήσεις μεταφοράς νωπού γάλακτος). Οι παράγοντες αυτοί μπορεί να έχουν ως συνέπεια σοβαρή έλλειψη προσαρμογής της προσφοράς στη ζήτηση και αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. Ειδικότερα, οι γεωργοί συχνά δεν γνωρίζουν την τιμή που θα τους καταβληθεί για το γάλα όταν το παραδίδουν (η οποία συχνά καθορίζεται πολύ αργότερα από τα γαλακτοκομεία με βάση κριτήρια επί των οποίων ο γεωργός δεν έχει απολύτως κανέναν έλεγχο). Από την άλλη πλευρά, για τα γαλακτοκομεία, η ποσότητα που πρόκειται να παραδοθεί δεν είναι πάντοτε καλά προγραμματισμένη. Η κατανομή της προστιθέμενης αξίας στην αλυσίδα δεν είναι ισορροπημένη, ιδίως όσον αφορά τους γεωργούς, και υπάρχει ένα σημαντικό πρόβλημα σχετικά με τη μετάδοση των μεταβολών στις τιμές κατά μήκος της αλυσίδας. Φαίνεται να υπάρχει ένα βασικό πρόβλημα μεταξύ γεωργών και μεταποιητών και οι λύσεις για την επανόρθωση της κατάστασης θα πρέπει να επικεντρωθούν στο επίπεδο αυτό. Η πρόταση προβλέπει προαιρετικές γραπτές συμβάσεις που θα συνάπτονται εκ των προτέρων για τις παραδόσεις νωπού γάλακτος από τον γεωργό στο γαλακτοκομείο, στην οποία θα περιλαμβάνονται τα βασικά στοιχεία της τιμής, του χρονοδιαγράμματος των παραδόσεων, της ποσότητας των παραδόσεων και της διάρκειας της σύμβασης. Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η ειδική φύση των συνεταιρισμών και να αποφευχθούν άσκοπες παρεμβάσεις στις υφιστάμενες δομές, δεν θα απαιτείται από τους συνεταιρισμούς να συνάπτουν συμβάσεις υπό τον όρο ότι το καταστατικό τους προβλέπει κανόνες που επιδιώκουν τον ίδιο στόχο. Για να επανεξισορροπηθεί η διαπραγματευτική ισχύς, προτείνεται επίσης να επιτραπεί στους γεωργούς να διαπραγματεύονται τους όρους των εν λόγω συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και την τιμή, συλλογικά μέσω των οργανώσεων παραγωγών. Αν και το ισχύον δίκαιο ανταγωνισμού προβλέπει τη διάταξη αυτή σε ορισμένο μέτρο, οι δυνατότητες είναι περιορισμένες λόγω της απουσίας κοινών εγκαταστάσεων μεταποίησης και της έλλειψης ασφάλειας δικαίου. Η πρόταση προβλέπει μια νομική βάση στη γεωργική νομοθεσία για τον σκοπό αυτό. Προκειμένου να μην αποσταθεροποιηθεί η κατάσταση αντιστρόφως, προτείνεται ο καθορισμός ποσοτικού ορίου. Το σημείο αυτό δεν αφορά τους συνεταιρισμούς γαλακτοκομικών προϊόντων, στο μέτρο που συνίστανται στην κάθετη ολοκλήρωση των γεωργών με τις εγκαταστάσεις μεταποίησης. Ένα άλλο ζήτημα που έθεσε η ΟΕΥΕ είναι ο ρόλος των διεπαγγελματικών οργανώσεων. Σε αντίθεση με τις οργανώσεις παραγωγών που περιλαμβάνουν μόνο γεωργούς, οι διεπαγγελματικές οργανώσεις καλύπτουν μέρος ή το σύνολο της αλυσίδας εφοδιασμού: γεωργούς, μεταποιητές, διανομείς και λιανοπωλητές. Μπορούν δυνητικά να διαδραματίσουν χρήσιμους ρόλους όσον αφορά την έρευνα, τη βελτίωση της ποιότητας, την προώθηση και τη διάδοση των βέλτιστων πρακτικών σχετικά με τις μεθόδους παραγωγής και μεταποίησης. Υπάρχουν σήμερα σε ορισμένα κράτη μέλη και εκτελούν τους ρόλους αυτούς, τηρώντας παράλληλα τη νομοθεσία της ΕΕ. Επιπλέον, σε τομείς όπως τα οπωροκηπευτικά, ειδικοί ενωσιακοί κανόνες προβλέπουν τέτοιες δράσεις, με την επιφύλαξη περιορισμών και, συχνά, υπό τον έλεγχο της Επιτροπής. Όσον αφορά τους στόχους των διεπαγγελματικών οργανώσεων προτείνεται να εφαρμοστούν στον γαλακτοκομικό τομέα οι ίδιοι κανόνες με εκείνους που διέπουν τον τομέα των οπωροκηπευτικών, με τις κατάλληλες προσαρμογές, ούτως ώστε οι ιδιαίτερης σοβαρότητας περιορισμοί του ανταγωνισμού (μεταξύ των οποίων ο καθορισμός των τιμών και ο καταμερισμός της αγοράς) να εξακολουθήσουν να αποκλείονται και οι σχετικές συμφωνίες να υποβάλλονται στην Επιτροπή προς έγκριση. Με τον τρόπο αυτό επιδιώκεται η συμβολή στη βελτίωση των γνώσεων και της διαφάνειας όσον αφορά την παραγωγή και την αγορά, μεταξύ άλλων με τη δημοσίευση στατιστικών στοιχείων για τις τιμές, τις ποσότητες και τη διάρκεια των συμβάσεων που συνάπτονται για την παράδοση νωπού γάλακτος, και με την παροχή αναλύσεων για δυνητικές μελλοντικές εξελίξεις της αγοράς σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο. Με σκοπό και πάλι τη βελτίωση των γνώσεων σχετικά με την παραγωγή και την παρακολούθηση των εξελίξεων στην αγορά, είναι αναγκαίο να λαμβάνει η Επιτροπή τακτικές πληροφορίες για τις ποσότητες νωπού γάλακτος που παραδίδονται. Προκειμένου να ενισχυθεί περαιτέρω η διαφάνεια, θα διοργανώνονται κοινές συνεδριάσεις της διαχειριστικής επιτροπής για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών με τη συμβουλευτική επιτροπή για το γάλα, στις οποίες θα αξιολογούνται η κατάσταση και οι προοπτικές της αγοράς, με στόχο την αύξηση της ευαισθητοποίησης και την ενίσχυση της ευθύνης των επιχειρήσεων που συμμετέχουν στην αλυσίδα παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων, ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη τα μηνύματα της αγοράς και να προσαρμόζεται η προσφορά στη ζήτηση. Η παρούσα πρόταση αφορά και τα 4 στοιχεία: τις συμβατικές σχέσεις, τη διαπραγματευτική ισχύ των παραγωγών, τις διεπαγγελματικές οργανώσεις και τη διαφάνεια, στο μέτρο που απαιτούν τροποποίηση των παρουσών διατάξεων. Οι λύσεις αυτές αποτελούν σημαντικά βήματα, και μολονότι δικαιολογούνται από την τρέχουσα κατάσταση και δομή της αγοράς, θα είναι προσωρινές και θα υπόκεινται σε αναθεώρηση. Η ισχύς της πρότασης θα πρέπει να περιοριστεί στο χρονικό διάστημα που είναι αναγκαίο για την προσαρμογή των παραγωγών γάλακτος σε ένα περιβάλλον χωρίς ποσοστώσεις παραγωγής και για την καλύτερη οργάνωσή τους εν όψει ενός περιβάλλοντος με μεγαλύτερο προσανατολισμό στην αγορά. Η ενδιάμεση αναθεώρηση θα πρέπει ειδικότερα να εξετάζει τον τρόπο λειτουργίας των προτεινόμενων διατάξεων, το κατά πόσο είναι σκόπιμο να συνεχιστεί η εφαρμογή τους για την εναπομένουσα περίοδο, καθώς και τρόπους ενθάρρυνσης των γεωργών να συνάπτουν συμφωνίες από κοινού παραγωγής. Η πρόταση βασίζεται στη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως στο άρθρο 42 πρώτο εδάφιο και στο άρθρο 43 παράγραφος 2. Η ανάληψη δράσης σε επίπεδο ΕΕ δικαιολογείται, δεδομένου ότι για την επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής πρέπει να ληφθούν μέτρα στο πλαίσιο αυτό ώστε να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή σε ολόκληρη την Ένωση, με ταυτόχρονη διατήρηση του αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων και εξασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς. Τούτο ισχύει ιδίως όσον αφορά την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου ανταγωνισμού —αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης— στην κοινή γεωργική πολιτική. Ωστόσο, λαμβανομένης υπόψη της ποικιλίας καταστάσεων στην Ένωση όσον αφορά το δίκαιο των συμβάσεων, επαφίεται στα κράτη μέλη να επιλέξουν κατά πόσον ενδείκνυται να καταστούν υποχρεωτικά ορισμένα στοιχεία της πρότασης (συμβάσεις). Το ενωσιακό δίκαιο ανταγωνισμού είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Ένωσης και, ως εκ τούτου, τα μεμονωμένα κράτη μέλη δεν δύνανται να τροποποιήσουν την εφαρμογή του στην κοινή γεωργική πολιτική, πράγμα το οποίο μπορεί να γίνει μόνο βάσει του άρθρου 42 της ΣΛΕΕ. Όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις, η πρόταση αφήνει ένα μεγάλο περιθώριο εκτίμησης στα κράτη μέλη. Εντούτοις, πρέπει να καθοριστούν ορισμένα ελάχιστα πρότυπα ώστε να καταστεί δυνατή η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και της κοινής οργάνωσης αγοράς λόγω του εγγενώς διασυνοριακού χαρακτήρα τους. Οι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα από την ΕΕ, δεδομένου ότι οι προβλεπόμενοι στόχοι για το δίκαιο ανταγωνισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν από μεμονωμένα κράτη μέλη και τα αναγκαία ελάχιστα πρότυπα όσον αφορά το δίκαιο ανταγωνισμού είναι απαραίτητα για να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και της κοινής οργάνωσης αγοράς. Η πρόταση τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Ακολουθείται προαιρετική προσέγγιση σχετικά με τις συμβατικές σχέσεις σε επίπεδο ΕΕ. Η επιλογή ή όχι υποχρεωτικού καθεστώτος επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια των κρατών μελών. Μόνον 4 πτυχές των συμβάσεων διέπονται σε επίπεδο ΕΕ όταν το κράτος μέλος επιλέγει να εφαρμόσει στην επικράτειά του ένα υποχρεωτικό καθεστώς, με σκοπό τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς και της κοινής οργάνωσης αγοράς. Όσον αφορά τις διατάξεις για την ενίσχυση της διαπραγματευτικής ισχύος των παραγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων, προτείνεται ως όριο το 3,5% της παραγωγής γάλακτος στην ΕΕ, πράγμα που θα επέτρεπε τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων μεταξύ οργανώσεων παραγωγών μεγέθους παρόμοιου με εκείνο των μεγάλων επιχειρήσεων μεταποίησης γαλακτοκομικών προϊόντων. Προτείνεται επίσης ο καθορισμός ορίου που θα αντιστοιχεί σε ορισμένο μερίδιο της εθνικής παραγωγής, ώστε να εξασφαλίζεται ο ανταγωνισμός στον εφοδιασμό σε νωπό γάλα σε εθνικό επίπεδο. Η δυνατότητα των αρμόδιων αρχών ανταγωνισμού να παρεμβαίνουν σε έκτακτες και δικαιολογημένες μεμονωμένες περιπτώσεις θα αποτρέπει την πρόκληση ζημίας στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μεταποίησης νωπού γάλακτος στην επικράτειά τους. Οι κανόνες για τις διεπαγγελματικές οργανώσεις εμπνέονται κατά μεγάλο μέρος από τους υφιστάμενους κανόνες για τον τομέα των οπωροκηπευτικών και αποβλέπουν απλώς στη διασφάλιση της ασφάλειας δικαίου όσον αφορά τις δράσεις των εν λόγω οργανώσεων. Η προσθήκη ρητής νομικής βάσης για τη συλλογή, από τα κράτη μέλη, πληροφοριών σχετικά με τις παραδόσεις νωπού γάλακτος σε μηνιαία βάση, δηλαδή στοιχείων τα οποία κατέχουν οι επιχειρήσεις, δεν αναμένεται να επιβάλει σημαντικό φόρτο ούτε στους μεταποιητές γαλακτοκομικών προϊόντων ούτε στα κράτη μέλη. Προκειμένου να βελτιωθεί περαιτέρω η συγκέντρωση της προσφοράς, οι οργανώσεις παραγωγών θα ενθαρρύνονται επίσης, σύμφωνα με τις συστάσεις που διατυπώθηκαν στην ανακοίνωση της Επιτροπής για τη βελτίωση της λειτουργίας της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων στην Ευρώπη. Η ισχύουσα διάταξη για τη στήριξη της δημιουργίας και της λειτουργίας ομάδων παραγωγών, η οποία αφορά ήδη όλους τους τομείς στα νέα κράτη μέλη, πρέπει να επεκταθεί ώστε να καλύψει και την ΕΕ-15. Εντούτοις, δεν πρέπει να επιτρέπεται η στήριξη των ομάδων παραγωγών στον τομέα των οπωροκηπευτικών, επειδή υπάρχουν ήδη δυνατότητες ενίσχυσης των δραστηριοτήτων τους βάσει των άρθρων 103β έως 103ζ του κανονισμού για την ενιαία ΚΟΑ. Η τροποποίηση των σχετικών διατάξεων εντάσσεται στο πλαίσιο της διαδικασίας προσαρμογής των βασικών κανονισμών του γεωργικού τομέα στη συνθήκη της Λισαβόνας. Όσον αφορά τις υπόλοιπες συστάσεις της ΟΕΥΕ, το ζήτημα του «τόπου παραγωγής» που συζητήθηκε από την ΟΕΥΕ πρόκειται να εξεταστεί στο πλαίσιο της λεγόμενης «δέσμης μέτρων για την ποιότητα». Στο νέο αυτό πλαίσιο, μια νομική βάση σχετικά με την υποχρεωτική σήμανση του τόπου παραγωγής θα θεσπιστεί για όλους τους τομείς. Με τον τρόπο αυτό θα δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σχετικά με την ενδεχόμενη υποχρεωτική σήμανση του τόπου παραγωγής στο ενδεδειγμένο γεωγραφικό επίπεδο, βάσει κατάλληλων εκτιμήσεων επιπτώσεων και κατά περίπτωση, με σκοπό την ικανοποίηση των απαιτήσεων των καταναλωτών όσον αφορά τη διαφάνεια και την πληροφόρηση. Ένας από τους πρώτους τομείς που θα αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης είναι ο γαλακτοκομικός τομέας. Τα αποτελέσματα των συζητήσεων στο Συμβούλιο και στο Κοινοβούλιο όσον αφορά την πρόταση της Επιτροπής σχετικά με την παροχή πληροφοριών για τα τρόφιμα στους καταναλωτές [COM(2008) 40] θα ληφθούν υπόψη. Πιθανές αλλαγές στα μέσα της αγοράς, στην έρευνα και καινοτομία θα εξεταστούν στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας ΚΓΠ για το μετά το 2013 διάστημα, προκειμένου να επεκταθεί η συζήτηση στο ευρύτερο πλαίσιο όλων των γεωργικών προϊόντων και να εξασφαλιστεί μια συνεκτική προσέγγιση. 2010/0362 (COD) Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 42 πρώτο εδάφιο και το άρθρο 43 παράγραφος 2, Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[1], Έπειτα από τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής[2], Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία[3], Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Οι διαδοχικές μεταρρυθμίσεις της κοινής οργάνωσης αγοράς που καλύπτει το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, που περιλαμβάνονται τώρα στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ)[4], αποσκοπούσαν στον προσανατολισμό στην αγορά (δηλαδή, να λαμβάνουν οι γεωργοί τις αποφάσεις τους όσον αφορά το είδος και την ποσότητα της παραγωγής τους ανταποκρινόμενοι στις διακυμάνσεις των τιμών), ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστική θέση του γαλακτοκομικού τομέα και η βιωσιμότητά του στο πλαίσιο του παγκοσμιοποιημένου εμπορίου. Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 72/2009 του Συμβουλίου, της 19ης Ιανουαρίου 2009, για τροποποιήσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής με την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 247/2006, (ΕΚ) αριθ. 320/2006, (ΕΚ) αριθ. 1405/2006, (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, (ΕΚ) αριθ. 3/2008 και (ΕΚ) αριθ. 479/2008 και για την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 1883/78, (ΕΟΚ) αριθ. 1254/89, (ΕΟΚ) αριθ. 2247/89, (ΕΟΚ) αριθ. 2055/93, (ΕΚ) αριθ. 1868/94, (ΕΚ) αριθ. 2596/97, (ΕΚ) αριθ. 1182/2005 και (ΕΚ) αριθ. 315/2007[5] (μεταρρύθμιση του 2008-2009, γνωστή ως «διαγνωστικός έλεγχος») αποφασίστηκε επομένως ότι ήταν αναγκαίο να αυξηθούν σταδιακά οι ποσοστώσεις προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή μετάβαση μέχρι το τέλος του συστήματος των ποσοστώσεων γάλακτος το 2015. (2) Το 2007-2009, σημειώθηκαν έκτακτες εξελίξεις στις αγορές του τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων. Αρχικά, οι ακραίες καιρικές συνθήκες που έπληξαν την Ωκεανία προκάλεσαν σημαντική μείωση του εφοδιασμού, η οποία είχε ως αποτέλεσμα την ταχεία και κατακόρυφη αύξηση των τιμών. Στη συνέχεια, ενώ είχε ξεκινήσει η αποκατάσταση του εφοδιασμού σε παγκόσμιο επίπεδο και είχε αρχίσει η επιστροφή των τιμών σε κανονικά επίπεδα, η χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση που ακολούθησε επηρέασε αρνητικά τους παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων της ΕΕ, επιδεινώνοντας την αστάθεια των τιμών. Πρώτον, η αύξηση των τιμών των πρώτων υλών προκάλεσε σημαντική αύξηση του κόστους των ζωοτροφών και άλλων εισροών, μεταξύ των οποίων και της ενέργειας. Στη συνέχεια, η πτώση τόσο της παγκόσμιας ζήτησης όσο και της ζήτησης σε επίπεδο ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, ενώ η παραγωγή της ΕΕ ήταν σταθερή προκάλεσε κατάρρευση των τιμών στην ΕΕ στο κατώτερο επίπεδο του διχτυού ασφαλείας. Αυτή η απότομη μείωση των τιμών των γεωργικών προϊόντων δεν οδήγησε σε μείωση των τιμών για τους καταναλωτές, γεγονός που προκάλεσε, για τα περισσότερα προϊόντα του τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων και στις περισσότερες χώρες, αύξηση του ακαθάριστου περιθωρίου κέρδους των τομέων επόμενου σταδίου, ενώ επέφερε επιβράδυνση της ανάκαμψης των τιμών και ενέτεινε τις επιπτώσεις των χαμηλών τιμών στους παραγωγούς γάλακτος. (3) Τον Οκτώβριο του 2009, λαμβανομένων υπόψη των δυσκολιών αυτών που ανέκυψαν στην αγορά γάλακτος, συγκροτήθηκε Ομάδα Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου για το γάλα («ΟΕΥΕ») με σκοπό την εξέταση μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων για τον γαλακτοκομικό τομέα, δεδομένου ότι οι γαλακτοκομικές ποσοστώσεις λήγουν το 2015. Χωρίς να αμφισβητείται το αποτέλεσμα του διαγνωστικού ελέγχου, ζητήθηκε από την ΟΕΥΕ να διαμορφώσει κανονιστικό πλαίσιο το οποίο θα μπορούσε να συμβάλει στη σταθεροποίηση της αγοράς και του εισοδήματος των παραγωγών και να εξασφαλίσει μεγαλύτερη διαφάνεια στην αγορά. (4) Υποβλήθηκαν στην ΟΕΥΕ προφορικές και γραπτές εισηγήσεις από τις κυριότερες ευρωπαϊκές ομάδες ενδιαφερομένων στην αλυσίδα εφοδιασμού γαλακτοκομικών προϊόντων, που αντιπροσωπεύουν τους γεωργούς, τους μεταποιητές γαλακτοκομικών προϊόντων, τους εμπόρους γαλακτοκομικών προϊόντων, τους λιανοπωλητές και τους καταναλωτές. Επιπλέον, η ΟΕΥΕ έλαβε πολύτιμες εισηγήσεις από προσκεκλημένους ακαδημαϊκούς εμπειρογνώμονες, εκπροσώπους τρίτων χωρών, τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού και τις υπηρεσίες της Επιτροπής. Επίσης, στις 26 Μαρτίου 2010 διεξήχθη διάσκεψη των ενδιαφερομένων του γαλακτοκομικού τομέα, η οποία έδωσε τη δυνατότητα σε περισσότερους παράγοντες της αλυσίδας εφοδιασμού να εκφράσουν τις θέσεις τους. Στις 15 Ιουνίου 2010, η ΟΕΥΕ υπέβαλε την έκθεσή της, στην οποία παρουσιάζει μια ανάλυση της τρέχουσας κατάστασης του γαλακτοκομικού τομέα και διατυπώνει ορισμένες συστάσεις. (5) Η ΟΕΥΕ επισήμανε ότι οι τομείς παραγωγής και μεταποίησης γαλακτοκομικών προϊόντων παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές μεταξύ κρατών μελών. Επίσης, η κατάσταση ποικίλλει σε σημαντικό βαθμό μεταξύ επιχειρήσεων και τύπων επιχειρήσεων στο εσωτερικό κάθε κράτους μέλους. Ωστόσο, η συγκέντρωση της προσφοράς είναι χαμηλή σε πολλές περιπτώσεις, με αποτέλεσμα να προκύπτει ανισορροπία μεταξύ γεωργών και γαλακτοκομείων όσον αφορά τη διαπραγματευτική ισχύ στην αλυσίδα εφοδιασμού. Αυτή η ανισορροπία μπορεί να οδηγήσει σε αθέμιτες εμπορικές πρακτικές· ειδικότερα, οι γεωργοί δεν γνωρίζουν την τιμή που θα τους καταβληθεί για το γάλα τους όταν το παραδίδουν, επειδή συχνά η τιμή καθορίζεται πολύ αργότερα από τα γαλακτοκομεία με βάση την προκύπτουσα προστιθέμενη αξία επί της οποίας, εάν δεν ανήκει σε γεωργικό συνεταιρισμό, ο γεωργός δεν έχει απολύτως κανέναν έλεγχο. (6) Υπάρχει ένα πρόβλημα σχετικά με τη μετάδοση των μεταβολών στις τιμές κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων, ιδίως όσον αφορά τις τιμές παραγωγού. Αντίθετα, κατά τη διάρκεια του 2009, η προσφορά γάλακτος δεν ακολούθησε τη μείωση της ζήτησης. Πράγματι, σε ορισμένα κράτη μέλη μεγάλης παραγωγής, σε αντίδραση στις χαμηλότερες τιμές, οι γεωργοί αύξησαν την παραγωγή τους σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Η προστιθέμενη αξία στην αλυσίδα συγκεντρώνεται όλο και περισσότερο στους τομείς επόμενου σταδίου, ιδίως στα γαλακτοκομεία. (7) Τα γαλακτοκομεία, από την πλευρά τους, επισημαίνουν ότι η ποσότητα που πρόκειται να παραδοθεί κατά τη διάρκεια της περιόδου δεν είναι πάντοτε καλά προγραμματισμένη. Ακόμη και για τους συνεταιρισμούς γαλακτοκομικών προϊόντων (που ανήκουν σε γεωργούς οι οποίοι κατέχουν εγκαταστάσεις μεταποίησης, όπου μεταποιείται το 58% του νωπού γάλακτος στην ΕΕ) υπάρχει το ενδεχόμενο έλλειψης προσαρμογής της προσφοράς στη ζήτηση: οι γεωργοί είναι υποχρεωμένοι να παραδίδουν όλο το γάλα τους στον συνεταιρισμό τους και ο συνεταιρισμός είναι υποχρεωμένος να αποδέχεται όλο το γάλα. (8) Δεν είναι διαδεδομένη η σύναψη τυποποιημένων και γραπτών συμβάσεων, έστω και περιορισμένων σε βασικά στοιχεία, πριν από την παράδοση. Ωστόσο, με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να αυξηθεί η ευαισθητοποίηση και να ενισχυθεί η ευθύνη των επιχειρήσεων στην αλυσίδα παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων, ώστε να λαμβάνονται καλύτερα υπόψη τα μηνύματα της αγοράς, να βελτιωθεί η μετάδοση των μεταβολών στις τιμές, να προσαρμόζεται η προσφορά στη ζήτηση, καθώς και να αποφεύγονται ορισμένες αθέμιτες εμπορικές πρακτικές. (9) Ελλείψει ενωσιακής νομοθεσίας για τις εν λόγω συμβάσεις, τα κράτη μέλη δύνανται, στο πλαίσιο του εθνικού τους δικαίου για τις συμβάσεις, να καταστήσουν υποχρεωτική τη χρήση αυτών των συμβάσεων, υπό τον όρο ότι θα τηρείται συγχρόνως το ενωσιακό δίκαιο και ιδίως η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και της κοινής οργάνωσης αγοράς. Με δεδομένη την ποικιλομορφία των καταστάσεων στο σύνολο της ΕΕ στο πλαίσιο αυτό, για λόγους επικουρικότητας είναι σκόπιμο η εν λόγω απόφαση να παραμείνει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών. Εντούτοις, προκειμένου να διασφαλιστούν κατάλληλα ελάχιστα πρότυπα για τις εν λόγω συμβάσεις και να εξασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και της κοινής οργάνωσης αγοράς, ορισμένοι βασικοί όροι για τη χρήση των συμβάσεων θα πρέπει να καθοριστούν σε επίπεδο ΕΕ. Δεδομένου ότι τα καταστατικά ορισμένων συνεταιρισμών ενδέχεται να περιλαμβάνουν κανόνες που παράγουν παρόμοια αποτελέσματα, για λόγους απλοποίησης θα πρέπει στην περίπτωση αυτή να απαλλάσσονται από την απαίτηση σύναψης συμβάσεων. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα οποιουδήποτε ανάλογου συστήματος, θα πρέπει να εφαρμόζεται εξίσου στην περίπτωση στην οποία η συλλογή του γάλακτος από τους γεωργούς και η παράδοσή του στους μεταποιητές πραγματοποιείται από ενδιάμεσες επιχειρήσεις. (10) Το άρθρο 42 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προβλέπει ότι οι ενωσιακοί κανόνες για τον ανταγωνισμό δεν εφαρμόζονται στην παραγωγή και στο εμπόριο των γεωργικών προϊόντων παρά μόνο κατά το μέτρο που ορίζεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο στο πλαίσιο του άρθρου 43 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει με τη σειρά του τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών. (11) Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ορθολογική ανάπτυξη της παραγωγής και, με τον τρόπο αυτό, ένα δίκαιο βιοτικό επίπεδο για τους παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων, θα πρέπει να ενισχυθεί η διαπραγματευτική ισχύς τους έναντι των μεταποιητών, πράγμα που θα έχει ως συνέπεια τη δικαιότερη κατανομή της προστιθέμενης αξίας κατά μήκος της αλυσίδας εφοδιασμού. Συνεπώς, για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι της κοινής γεωργικής πολιτικής, θα πρέπει να θεσπιστεί διάταξη δυνάμει του άρθρου 42 και του άρθρου 43 παράγραφος 2 της ΣΛΕΕ, που να επιτρέπει στις οργανώσεις παραγωγών που αποτελούνται από γαλακτοπαραγωγούς ή στις ενώσεις αυτών να διαπραγματεύονται τους όρους των συμβάσεων, μεταξύ των οποίων και την τιμή, από κοινού με τη γαλακτοκομική μονάδα για το σύνολο ή μέρος της παραγωγής των μελών. Προκειμένου να διατηρηθούν συνθήκες αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων, η δυνατότητα αυτή θα πρέπει να υπόκειται σε κατάλληλους ποσοτικούς περιορισμούς. Οι εν λόγω οργανώσεις παραγωγών θα πρέπει επομένως να είναι επίσης επιλέξιμες για αναγνώριση βάσει του άρθρου 122 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007. Θα πρέπει να ανατεθεί η εξουσία στην Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, όσον αφορά τους όρους έγκρισης των ενώσεων οργανώσεων παραγωγών. (12) Σε ορισμένους τομείς έχουν θεσπιστεί κανόνες σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τις διεπαγγελματικές οργανώσεις. Οι εν λόγω οργανώσεις μπορούν να διαδραματίσουν χρήσιμους ρόλους, επιτρέποντας τον διάλογο μεταξύ των επιχειρήσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού και προωθώντας τις βέλτιστες πρακτικές και τη διαφάνεια της αγοράς. Οι εν λόγω κανόνες θα πρέπει να εφαρμόζονται εξίσου στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, παράλληλα με τις διατάξεις για τη διευκρίνιση της θέσης των εν λόγω οργανώσεων στο πλαίσιο του δικαίου ανταγωνισμού, ενώ συγχρόνως θα εξασφαλίζεται ότι δεν στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό ή την εσωτερική αγορά και δεν θίγουν την εύρυθμη λειτουργία της κοινής οργάνωσης αγοράς. (13) Για να παρακολουθεί τις εξελίξεις στην αγορά, η Επιτροπή χρειάζεται έγκαιρες πληροφορίες για τις ποσότητες νωπού γάλακτος που έχουν παραδοθεί. Το άρθρο 192 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 παρέχει βάση για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και της Επιτροπής. Ωστόσο, θα πρέπει να εξασφαλιστεί ότι οι μεταποιητές διαβιβάζουν τις εν λόγω πληροφορίες στα κράτη μέλη σε τακτική βάση. Θα πρέπει να ανατεθεί η εξουσία στην Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, όσον αφορά την έκταση, το περιεχόμενο, τη μορφή και το χρονοδιάγραμμα των εν λόγω δηλώσεων. (14) Τα μέτρα που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό δικαιολογούνται υπό τις τρέχουσες οικονομικές συνθήκες στην αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων και από τη διάρθρωση της αλυσίδας εφοδιασμού. Θα πρέπει, επομένως, να εφαρμοστούν για επαρκές χρονικό διάστημα (τόσο πριν όσο και μετά την κατάργηση των ποσοστώσεων γάλακτος), ώστε να τους επιτραπεί να παραγάγουν πλήρως τα αποτελέσματά τους. Εντούτοις, δεδομένου του εκτεταμένου χαρακτήρα τους, τα εν λόγω μέτρα θα πρέπει παραταύτα να έχουν προσωρινό χαρακτήρα και να υπόκεινται σε αναθεώρηση ώστε να αξιολογείται ο τρόπος λειτουργίας τους και κατά πόσον ενδείκνυται να εξακολουθήσουν να εφαρμόζονται. Η αναθεώρηση αυτή θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο των εκθέσεων της Επιτροπής για την ανάπτυξη της αγοράς του γάλακτος, οι οποίες θα περιλαμβάνουν ιδίως πιθανά κίνητρα για την ενθάρρυνση των γεωργών να συνάπτουν συμφωνίες από κοινού παραγωγής και οι οποίες πρόκειται να υποβληθούν στις 30 Ιουνίου 2014 και στις 31 Δεκεμβρίου 2018. (15) Η Επιτροπή πρέπει να έχει την εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ, προκειμένου να συμπληρώνει ή να τροποποιεί ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία των μέτρων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό. Πρέπει να προσδιοριστούν τα στοιχεία για τα οποία μπορεί να ασκηθεί αυτή η εξουσία καθώς και οι όροι στους οποίους θα πρέπει να υπόκειται αυτή η εξουσιοδότηση. (16) Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή των μέτρων που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό σε όλα τα κράτη μέλη, θα πρέπει να ανατεθεί η εξουσία στην Επιτροπή να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 291 της ΣΛΕΕ. Πλην ρητής αντίθετης διάταξης, η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/yyyy] του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με…. (17) Συνεπώς, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως, ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ: Άρθρο 1 Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 τροποποιείται ως εξής: (1) Παρεμβάλλεται ένα νέο άρθρο 4α: « Άρθρο 4α Έκδοση κατ’ εξουσιοδότηση και εκτελεστικών πράξεων Πλην ρητής αντίθετης διάταξης του παρόντος κανονισμού, όταν της ανατίθενται εξουσίες, η Επιτροπή ενεργεί σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 196α, όταν πρόκειται για κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, και σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 196β, όταν πρόκειται για εκτελεστικές πράξεις.» (2) Στο άρθρο 122 πρώτο εδάφιο στοιχείο α), το ακόλουθο σημείο παρεμβάλλεται μετά το σημείο iii): «iii α ) του τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων·» (3) Στο άρθρο 123 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «4. Τα κράτη μέλη δύνανται επίσης να αναγνωρίσουν τις διεπαγγελματικές οργανώσεις, οι οποίες: α) αποτελούνται από εκπροσώπους οικονομικών δραστηριοτήτων που αφορούν την παραγωγή, την εμπορία ή τη μεταποίηση των προϊόντων του τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων· β) συγκροτούνται με πρωτοβουλία του συνόλου ή ορισμένων εκ των εκπροσώπων που αναφέρονται στο στοιχείο α)· γ) ασκούν μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δραστηριότητες, σε μία ή περισσότερες περιφέρειες της Ένωσης, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα των καταναλωτών: i) βελτίωση των γνώσεων και της διαφάνειας όσον αφορά την παραγωγή και την αγορά, μεταξύ άλλων με τη δημοσίευση στατιστικών στοιχείων για τις τιμές, τις ποσότητες και τη διάρκεια των συμβάσεων που συνάπτονται εκ των προτέρων για την παράδοση νωπού γάλακτος, και με την παροχή αναλύσεων για δυνητικές μελλοντικές εξελίξεις της αγοράς σε περιφερειακό ή εθνικό επίπεδο· ii) διευκόλυνση του συντονισμού της διάθεσης στην αγορά των προϊόντων του τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, ιδίως με έρευνες και μελέτες αγοράς· iii) κατάρτιση υποδειγμάτων συμβάσεων που είναι σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες· iv) παροχή των πληροφοριών και διεξαγωγή των ερευνών που είναι αναγκαίες για την προσαρμογή της παραγωγής προς προϊόντα που ανταποκρίνονται περισσότερο στις απαιτήσεις της αγοράς και στις προτιμήσεις και προσδοκίες των καταναλωτών, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων και την προστασία του περιβάλλοντος· v) αναζήτηση μεθόδων περιορισμού της χρήσης κτηνιατρικών προϊόντων και άλλων εισροών· vi) ανάπτυξη μεθόδων και μέσων για τη βελτίωση της ποιότητας των προϊόντων σε όλα τα στάδια της παραγωγής και της εμπορίας· vii) εκμετάλλευση του δυναμικού της βιολογικής γεωργίας και προστασία και προώθηση της εν λόγω γεωργίας καθώς και των ονομασιών προέλευσης, των σημάτων ποιότητας και των γεωγραφικών ενδείξεων· και viii) προώθηση μεθόδων ολοκληρωμένης παραγωγής ή άλλων μεθόδων παραγωγής φιλικών προς το περιβάλλον.» (4) Στο μέρος II τίτλος II κεφάλαιο II παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα IIα: «Τμήμα ΙΙΑΟργανώσεις παραγωγών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων Άρθρο 126α Συμβατικές διαπραγματεύσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων 1. Οι διαπραγματεύσεις για τις συμβάσεις παράδοσης νωπού γάλακτος από γεωργό σε επιχείρηση μεταποίησης νωπού γάλακτος, ή σε επιχείρηση συλλογής κατά την έννοια του άρθρου 185στ παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, μπορεί να διεξάγονται από οργάνωση παραγωγών στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων που έχει αναγνωριστεί δυνάμει του άρθρου 122, εξ ονόματος των γεωργών μελών της για μέρος ή το σύνολο της κοινής παραγωγής τους. 2. Οι διαπραγματεύσεις από την οργάνωση παραγωγών μπορούν να πραγματοποιηθούν: α) είτε μεταβιβάζεται είτε όχι η κυριότητα του νωπού γάλακτος από τους γεωργούς στην οργάνωση παραγωγών, β) είτε είναι ίδια είτε όχι η διαπραγματευθείσα τιμή όσον αφορά την κοινή παραγωγή μέρους ή του συνόλου των γεωργών μελών, γ) υπό τον όρο ότι η συνολική ποσότητα νωπού γάλακτος που αποτελεί αντικείμενο των διαπραγματεύσεων από συγκεκριμένη οργάνωση παραγωγών δεν υπερβαίνει: i) το 3,5% της συνολικής παραγωγής της Ένωσης, και ii) το 33% της συνολικής εθνικής παραγωγής οποιουδήποτε κράτους μέλους που καλύπτεται από τις διαπραγματεύσεις τις οποίες διεξήγαγε η συγκεκριμένη οργάνωση παραγωγών, και iii) το 33% της συνολικής συνδυασμένης εθνικής παραγωγής όλων των κρατών μελών που καλύπτεται από τις διαπραγματεύσεις τις οποίες διεξήγαγε η συγκεκριμένη οργάνωση παραγωγών, δ) υπό τον όρο ότι οι σχετικοί γεωργοί δεν είναι μέλη οποιασδήποτε άλλης οργάνωσης παραγωγών η οποία επίσης διαπραγματεύεται τέτοιες συμβάσεις εξ ονόματός τους, και ε) υπό τον όρο ότι η οργάνωση παραγωγών απευθύνει κοινοποίηση στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους ή των κρατών μελών στα οποία ασκεί τις δραστηριότητές της. 3. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι αναφορές στις οργανώσεις παραγωγών καλύπτουν επίσης τις ενώσεις αυτών των οργανώσεων παραγωγών. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι είναι δυνατή η κατάλληλη παρακολούθηση των εν λόγω ενώσεων, η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, κανόνες για τους όρους αναγνώρισης των ενώσεων αυτών. 4. Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παραγράφου 2 στοιχείο γ), η Επιτροπή δημοσιεύει, με τον τρόπο που κρίνει ενδεδειγμένο, τις ποσότητες της παραγωγής νωπού γάλακτος στην Ένωση και στα κράτη μέλη, χρησιμοποιώντας τις πλέον πρόσφατες διαθέσιμες πληροφορίες. 5. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 2 στοιχείο γ) σημεία ii) και iii), ακόμη και όταν δεν σημειώνεται υπέρβαση του ορίου του 33%, η αρχή ανταγωνισμού που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο μπορεί να αποφασίσει, σε μεμονωμένες περιπτώσεις, να μην επιτρέψει τη διεξαγωγή διαπραγμάτευσης από την οργάνωση παραγωγών, εφόσον το κρίνει αναγκαίο για την αποφυγή του αποκλεισμού του ανταγωνισμού ή την αποτροπή σοβαρής ζημίας σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις μεταποίησης νωπού γάλακτος στην επικράτειά της. Η απόφαση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο λαμβάνεται από την Επιτροπή με εκτελεστικές πράξεις και χωρίς τη βοήθεια της επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 195 παράγραφος 1 όσον αφορά τις διαπραγματεύσεις που αφορούν την παραγωγή περισσότερων του ενός κρατών μελών. Στις λοιπές περιπτώσεις, λαμβάνεται από την εθνική αρχή ανταγωνισμού του κράτους μέλους του οποίου την παραγωγή αφορούν οι διαπραγματεύσεις. Οι αποφάσεις που αναφέρονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο δεν εφαρμόζονται πριν από την ημερομηνία της κοινοποίησής τους στις σχετικές επιχειρήσεις. 6. Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου: α) ως «εθνική αρχή ανταγωνισμού» νοείται η αρχή που αναφέρεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 για την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού που προβλέπονται στα άρθρα 81 και 82 της Συνθήκης[6]· β) ως «ΜΜΕ» νοείται η πολύ μικρή, η μικρή ή η μεσαία επιχείρηση κατά την έννοια της σύστασης 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων[7].» (5) Στο άρθρο 175 οι λέξεις «με την επιφύλαξη των άρθρων 176 έως 177 του παρόντος κανονισμού» αντικαθίστανται από τις λέξεις «με την επιφύλαξη των άρθρων 176 έως 177α του παρόντος κανονισμού». (6) Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 177α: «Άρθρο 177α Συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων 1. Το άρθρο 101 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ δεν εφαρμόζεται στις συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές των αναγνωρισμένων διεπαγγελματικών οργανώσεων, οι οποίες αποβλέπουν στην άσκηση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 123 παράγραφος 4 στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού. 2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνον εφόσον: α) οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές έχουν κοινοποιηθεί στην Επιτροπή· β) εντός τριών μηνών από την παραλαβή όλων των απαιτούμενων στοιχείων, η Επιτροπή, με εκτελεστικές πράξεις και χωρίς τη βοήθεια της επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 195 παράγραφος 1, δεν έχει κηρύξει τις εν λόγω συμφωνίες, αποφάσεις ή εναρμονισμένες πρακτικές ασυμβίβαστες προς τους ενωσιακούς κανόνες. 3. Οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές δεν επιτρέπεται να τίθενται σε ισχύ πριν από την παρέλευση της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β). 4. Σε κάθε περίπτωση, κηρύσσονται ασυμβίβαστες προς τους ενωσιακούς κανόνες οι ακόλουθες συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές: α) οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να οδηγήσουν σε οποιασδήποτε μορφής καταμερισμό των αγορών στην Ένωση· β) οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να επηρεάσουν την εύρυθμη λειτουργία της οργάνωσης αγοράς· γ) οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να προκαλέσουν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού οι οποίες δεν είναι απαραίτητες για την επίτευξη των στόχων της κοινής γεωργικής πολιτικής που επιδιώκονται μέσω των δραστηριοτήτων της διεπαγγελματικής οργάνωσης· δ) οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που συνεπάγονται τον καθορισμό τιμών· ε) οι συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές που ενδέχεται να οδηγήσουν στην εισαγωγή διακρίσεων ή να καταργήσουν τον ανταγωνισμό για σημαντικό μέρος των εν λόγω προϊόντων. 5. Εάν, μετά την παρέλευση της περιόδου που αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο β), η Επιτροπή διαπιστώσει ότι δεν τηρούνται οι όροι εφαρμογής της παραγράφου 1, προβαίνει, με εκτελεστικές πράξεις και χωρίς τη βοήθεια της επιτροπής που προβλέπεται στο άρθρο 195 παράγραφος 1, στη λήψη απόφασης στην οποία αναφέρεται ότι για τη συγκεκριμένη συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική εφαρμόζεται το άρθρο 101 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ. Η εν λόγω απόφαση της Επιτροπής δεν εφαρμόζεται πριν από την ημερομηνία κοινοποίησής της στη σχετική διεπαγγελματική οργάνωση, εκτός εάν η εν λόγω διεπαγγελματική οργάνωση έχει δώσει ανακριβείς πληροφορίες ή έχει κάνει κατάχρηση της εξαίρεσης που προβλέπεται στην παράγραφο 1. 6. Στην περίπτωση πολυετών συμφωνιών, η κοινοποίηση για το πρώτο έτος ισχύει και για τα επόμενα έτη της συμφωνίας. Ωστόσο, στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί, με δική της πρωτοβουλία ή κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, να προβεί σε διαπίστωση του ασυμβίβαστου χαρακτήρα της ανά πάσα στιγμή.» (7) Το άρθρο 179 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο: «Άρθρο 179 Εκτελεστικές εξουσίες όσον αφορά τις συμφωνίες και τις εναρμονισμένες πρακτικές Η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει, με εκτελεστικές πράξεις, όλα τα αναγκαία μέτρα που σχετίζονται με τα άρθρα 176α έως 178.» (8) Στο άρθρο 184 προστίθεται το ακόλουθο σημείο: «(10) πριν από τις 30 Ιουνίου 2014 και τις 31 Δεκεμβρίου 2018 στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εξέλιξη της κατάστασης της αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων και ιδίως σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 122 πρώτο εδάφιο σημείο iiiα), του άρθρου 123 παράγραφος 4, του άρθρου 126α, του άρθρου 177α, του άρθρου 185ε και του άρθρου 185στ, που θα περιλαμβάνει ιδίως πιθανά κίνητρα για την ενθάρρυνση των γεωργών να συνάπτουν συμφωνίες από κοινού παραγωγής και θα συνοδεύεται ενδεχομένως από κατάλληλες προτάσεις.» (9) Τα ακόλουθα άρθρα 185ε και 185στ παρεμβάλλονται: «Άρθρο 185ε Υποχρεωτικές δηλώσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων 1. Κάθε μήνα οι επιχειρήσεις μεταποίησης νωπού γάλακτος δηλώνουν στην αρμόδια εθνική αρχή την ποσότητα νωπού γάλακτος που τους παραδόθηκε. 2. Προκειμένου να διασφαλιστούν η χρησιμότητα και η επικαιρότητα αυτών των δηλώσεων για τους σκοπούς της διαχείρισης της αγοράς, η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει, με εκτελεστικές πράξεις, κανόνες για την έκταση, το περιεχόμενο, τη μορφή και το χρονοδιάγραμμα των εν λόγω δηλώσεων. Άρθρο 185στ Συμβατικές σχέσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων 1. Εάν ένα κράτος μέλος αποφασίσει ότι κάθε παράδοση νωπού γάλακτος από γεωργό σε επιχείρηση μεταποίησης νωπού γάλακτος πρέπει να καλύπτεται από γραπτή σύμβαση μεταξύ των μερών, η σύμβαση αυτή πληροί τους όρους που ορίζονται στην παράγραφο 2. Στην περίπτωση που περιγράφεται στο πρώτο εδάφιο, το σχετικό κράτος μέλος αποφασίζει επίσης ότι, εάν η παράδοση νωπού γάλακτος γίνεται μέσω μίας ή περισσότερων επιχειρήσεων συλλογής, κάθε στάδιο της παράδοσης πρέπει να καλύπτεται από τη σύμβαση μεταξύ των μερών. Για τον σκοπό αυτό, ως «επιχείρηση συλλογής» νοείται κάθε επιχείρηση που μεταφέρει νωπό γάλα από έναν γεωργό ή άλλη επιχείρηση συλλογής σε μια επιχείρηση μεταποίησης νωπού γάλακτος ή άλλη επιχείρηση συλλογής, με μεταβίβαση της κυριότητας του νωπού γάλακτος σε κάθε περίπτωση. 2. Η σύμβαση: α) συνάπτεται πριν από την παράδοση, β) συντάσσεται γραπτώς, και γ) περιλαμβάνει, ιδίως, τα ακόλουθα στοιχεία: i) την τιμή που καταβάλλεται για την παράδοση, η οποία: - είναι σταθερή και ορίζεται στη σύμβαση, και/ή - κυμαίνεται μόνο σε συνάρτηση με παράγοντες οι οποίοι ορίζονται στη σύμβαση, ιδίως την εξέλιξη της κατάστασης της αγοράς με βάση δείκτες της αγοράς, την ποσότητα που παραδόθηκε και την ποιότητα ή τη σύνθεση του νωπού γάλακτος που παραδόθηκε, ii) την ποσότητα που μπορεί και/ή πρέπει να παραδοθεί και το χρονοδιάγραμμα των παραδόσεων, και iii) τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης, η οποία μπορεί να είναι αόριστης διάρκειας και να περιλαμβάνει και ρήτρες λύσης. 3. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, δεν απαιτείται να συνάπτεται σύμβαση όταν γεωργός παραδίδει νωπό γάλα σε επιχείρηση μεταποίησης νωπού γάλακτος που έχει τη μορφή συνεταιρισμού του οποίου είναι μέλος ο συγκεκριμένος γεωργός, εφόσον το καταστατικό του συνεταιρισμού περιλαμβάνει διατάξεις που παράγουν παρόμοια αποτελέσματα με εκείνα των διατάξεων της παραγράφου 2 στοιχεία α), β) και γ). 4. Όλα τα στοιχεία των συμβάσεων για την παράδοση νωπού γάλακτος που συνάπτονται από γεωργούς, επιχειρήσεις συλλογής ή επιχειρήσεις μεταποίησης νωπού γάλακτος, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο γ), αποτελούν αντικείμενο ελεύθερης διαπραγμάτευσης μεταξύ των μερών. 5. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ομοιόμορφη εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δύναται να θεσπίσει, με εκτελεστικές πράξεις, όλα τα αναγκαία μέτρα.» (10) Στο μέρος VII κεφάλαιο I προστίθενται τα ακόλουθα άρθρα 196 α και 196 β : « Άρθρο 196α Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις 1. Οι εξουσίες για την έκδοση των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό ανατίθενται στην Επιτροπή επ’ αόριστον. Η Επιτροπή, μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, την κοινοποιεί συγχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. 2. Η εξουσιοδότηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Το θεσμικό όργανο που έχει κινήσει εσωτερική διαδικασία προκειμένου να αποφασιστεί κατά πόσο θα ανακληθεί η εξουσιοδότηση ενημερώνει το άλλο θεσμικό όργανο και την Επιτροπή, σε εύλογο χρονικό διάστημα πριν από τη λήψη της τελικής απόφασης, αναφέροντας τις υπό εξουσιοδότηση εξουσίες που ενδέχεται να αποτελέσουν αντικείμενο ανάκλησης, καθώς και τους λόγους της εν λόγω ανάκλησης. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την ανάθεση εξουσιών που προσδιορίζονται στην απόφαση. Αρχίζει να ισχύει αμέσως ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία διευκρινίζει. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη. Δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . 3. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο δύνανται να διατυπώσουν αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης. Με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου η εν λόγω περίοδος μπορεί να παραταθεί κατά ένα μήνα. Αν, κατά την εκπνοή της περιόδου αυτής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία που προβλέπεται στις διατάξεις της. Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να τεθεί σε ισχύ πριν από την εκπνοή της εν λόγω περιόδου αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν αμφότερα ενημερώσει την Επιτροπή για την πρόθεσή τους να μη διατυπώσουν αντιρρήσεις. Αν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο διατυπώσουν αντιρρήσεις σχετικά με μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η πράξη δεν τίθεται σε ισχύ. Το θεσμικό όργανο που διατυπώνει αντιρρήσεις έναντι της κατ’ εξουσιοδότηση πράξης εκθέτει τους σχετικούς λόγους. Άρθρο 196βΕκτελεστικές πράξεις Όταν εκδίδονται εκτελεστικές πράξεις δυνάμει του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 195 του παρόντος κανονισμού και εφαρμόζεται η διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο [5] του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. [xxxx/yyyy].» (11) Στο άρθρο 204 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος: «6. Όσον αφορά τον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων, το άρθρο 122 πρώτο εδάφιο σημείο iiiα), το άρθρο 123 παράγραφος 4 και τα άρθρα 126α, 177α, 185ε και 185στ εφαρμόζονται έως τις 30 Ιουνίου 2020.» Άρθρο 2 Έναρξη ισχύος Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης . Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Εφαρμόζεται από […]. Βρυξέλλες, Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος Ο Πρόεδρος ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ | Indic/10/744996(SM/tm) 6.142.2010.1 | ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ: 07/10/2010 | 1. | ΓΡΑΜΜΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ: 05 02 12 943.1 | ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ: εκατ. € (Προϋπολογισμός 2010) | 2. | ΤΙΤΛΟΣ: Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) όσον αφορά τις συμβατικές σχέσεις στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων. | 3. | ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ: Άρθρα 42 και 43 της συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) | 4. | ΣΤΟΧΟΙ: Ταχεία ανταπόκριση στις συστάσεις της Ομάδας Εμπειρογνωμόνων Υψηλού Επιπέδου οι οποίες εξετάστηκαν από το Συμβούλιο και εγκρίθηκαν από την Προεδρία στα συμπεράσματα της 27ης Σεπτεμβρίου 2010. Η παρούσα πρόταση αφορά κυρίως τις συμβατικές σχέσεις, τη διαπραγματευτική ισχύ των συμβαλλόμενων μερών, τις διεπαγγελματικές οργανώσεις και τη διαφάνεια. | 5. | ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ | ΠΕΡΙΟΔΟΣ 12 ΜΗΝΩΝ (εκατ. ευρώ) | ΤΡΕΧΟΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΤΟΣ 2010 (εκατ. ευρώ) | ΕΠΟΜΕΝΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟ ΕΤΟΣ 2011 (εκατ. ευρώ) | 5.0 | ΔΑΠΑΝΕΣ - ΠΟΥ ΒΑΡΥΝΟΥΝ ΤΟΝ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΕ (ΕΠΙΣΤΡΟΦΕΣ/ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ) - ΕΘΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ - ΑΛΛΕΣ | - | - | - | 5.1 | ΕΣΟΔΑ - ΙΔΙΟΙ ΠΟΡΟΙ ΤΗΣ ΕΕ (ΕΙΣΦΟΡΕΣ/ΔΑΣΜΟΙ) - ΣΕ ΕΘΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ | - | - | - | 2012 | 2013 | 2014 | 2015 | 5.0.1 | ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΔΑΠΑΝΩΝ | - | - | - | - | 5.1.1 | ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΕΣΟΔΩΝ | - | - | - | - | 5.2 | ΤΡΟΠΟΣ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ: | 6.0 | ΔΥΝΑΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΜΕ ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΣΧΕΤΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ | ΝΑΙ ΟΧΙ | 6.1 | ΔΥΝΑΤΗ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗ ΜΕ ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ | ΝΑΙ ΟΧΙ | 6.2 | ΑΝΑΓΚΗ ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΟΥ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ | ΝΑΙ ΟΧΙ | 6.3 | ΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΓΓΡΑΦΟΥΝ ΣΤΟΥΣ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥΣ ΠΡΟΫΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥΣ | ΝΑΙ ΟΧΙ | ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ: Τα προτεινόμενα μέτρα που μπορούν να συμβάλουν στη σταθεροποίηση της αγοράς και του εισοδήματος των παραγωγών μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα δεν έχουν άμεση επίπτωση στον προϋπολογισμό της ΕΕ. Οι τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1698/2005 για να καταστεί δυνατή η στήριξη των οργανώσεων παραγωγών στην ΕΕ-15 είχαν ήδη συμπεριληφθεί στο έγγραφο COM(2010) 537 | [1] ΕΕ C , , σ. . [2] ΕΕ C , , σ. . [3] ΕΕ C , , σ. . [4] ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1. [5] ΕΕ L 230 της 2.9.2009, σ. 6. [6] ΕΕ L 1 της 4.1.2003, σ. 1. [7] ΕΕ L 124 της 20.5.2003, σ. 36.