22.4.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 96/21


Προσφυγή της 17ης Φεβρουαρίου 2006 — Γαλλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-56/06)

(2006/C 96/38)

Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Γαλλική Δημοκρατία [Εκπρόσωποι: G. de Bergues, S. Ramet]

Καθής: Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Αιτήματα της προσφεύγουσας

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Πρωτοδικείο:

να ακυρώσει την προσβαλλόμενη απόφαση στο σύνολό της·

επικουρικώς, να ακυρώσει το άρθρο 5 της αποφάσεως αυτής·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Ισχυρισμοί και κύρια επιχειρήματα

Με απόφαση της 30ής Ιουνίου 1997, η οποία ελήφθη μετά από πρόταση της Επιτροπής και σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπει η οδηγία 92/81/EΟΚ (1), το Συμβούλιο επέτρεψε στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν ή να συνεχίσουν να εφαρμόζουν επί ορισμένων πετρελαιοειδών που χρησιμοποιούνται για ειδικούς σκοπούς τους υφιστάμενους μειωμένους συντελεστές του ειδικού φόρου καταναλώσεως ή τις υφιστάμενες απαλλαγές από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως. Με τέσσερις διαδοχικές αποφάσεις, το Συμβούλιο παρέτεινε την ισχύ της εξουσιοδοτήσεως αυτής έως την 31η Δεκεμβρίου 2006. Στη Γαλλία επετράπη η εφαρμογή των μειώσεων ή των απαλλαγών αυτών επί των βαρέων πετρελαίων που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για την παραγωγή αλουμίνας στην περιοχή της Gardanne.

Με επιστολή της 30ής Οκτωβρίου 2001, η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γαλλία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88, παράγραφος 2, της Συνθήκης EΚ σχετικά με την απαλλαγή από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως των πετρελαιοειδών που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για την παραγωγή αλουμίνας στην περιοχή της Gardanne (2). Μετά την περάτωση αυτής της διαδικασίας, η Επιτροπή εξέδωσε στις 7 Δεκεμβρίου 2005 την προσβαλλόμενη απόφαση (3), με την οποία αποφάνθηκε ότι οι απαλλαγές από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως των πετρελαιοειδών που χρησιμοποιούνται ως καύσιμα για την παραγωγή αλουμίνας στην περιοχή της Gardanne, στην περιοχή του Shannon και στη Σαρδηνία, οι οποίες ισχύουν αντιστοίχως στη Γαλλία, την Ιρλανδία και την Ιταλία, συνιστούν κρατικές ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87, παράγραφος 1, EΚ, εν μέρει ασυμβίβαστες με την κοινή αγορά και διέταξε, κατά συνέπεια, τα εν λόγω κράτη μέλη να προβούν στην ανάκτηση των εν λόγω ενισχύσεων.

Με την υπό κρίση προσφυγή, η Γαλλική Δημοκρατία ζητεί την μερική ακύρωση της αποφάσεως καθόσον αφορά την απαλλαγή που χορήγησε η Γαλλία στην περιοχή της Gardanne.

Προς στήριξη της προσφυγής της, η Γαλλική Δημοκρατία επικαλείται πλείονες λόγους ακυρώσεως, ο πρώτος των οποίων αντλείται από την παρερμηνεία της κατά το άρθρο 87, παράγραφος 1, EΚ έννοιας της κρατικής ενισχύσεως. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή υπέπεσε σε νομική πλάνη καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι υφίσταται κρατική ενίσχυση μολονότι δεν πληρούται το σύνολο των προϋποθέσεων που είναι αναγκαίες για την απόδοση του χαρακτηρισμού της ενισχύσεως, όπως αυτές ετέθησαν με την απόφαση Altmark (4), και ιδίως η προϋπόθεση της υπάρξεως προσβολής του ανταγωνισμού ή στρεβλώσεως στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Η προσφεύγουσα υποστηρίζει ότι δεν είναι δυνατόν, συγχρόνως, η Επιτροπή, αφενός μεν να προτείνει στο Συμβούλιο την έκδοση, δυνάμει της οδηγίας 92/81/EΟΚ, αποφάσεως περί απαλλαγής από τον ειδικό φόρο καταναλώσεως και να μην αντιτίθεται στην παράτασή της, αφετέρου δε να αποφαίνεται ότι η εν λόγω απαλλαγή συνιστά κρατική ενίσχυση ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

Ο δεύτερος λόγος ακυρώσεως τον οποίο προβάλλει η προσφεύγουσα αντλείται από έλλειψη αιτιολογίας, καθόσον η προσβαλλόμενη απόφαση περιέχει λογικές αντιφάσεις της Επιτροπής ως προς τη διαπίστωση προσβολής του ανταγωνισμού.

Με τον τρίτο λόγο ακυρώσεως, τον οποίο επικαλείται επικουρικώς, η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι η υποχρέωση ανακτήσεως που επιβλήθηκε με το άρθρο 5 της προσβαλλομένης αποφάσεως παραβιάζει τις αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφάλειας δικαίου και της τηρήσεως εύλογης προθεσμίας. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται ότι οι δικαιούχοι της απαλλαγής δικαιούνται να επικαλεσθούν τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης έως την ημερομηνία εκδόσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως και όχι, όπως υποστηρίζει η Επιτροπή, έως την ημερομηνία δημοσιεύσεως της αποφάσεως περί κινήσεως της επίσημης διαδικασίας ελέγχου. Η προσφεύγουσα ισχυρίζεται επίσης ότι η αδράνεια της Επιτροπής κατά το χρονικό διάστημα των τεσσάρων ετών μεταξύ της αποφάσεως περί κινήσεως της διαδικασίας και της τελικής αποφάσεως συνιστά ομοίως παραβίαση των αρχών της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, της ασφάλειας δικαίου και της τηρήσεως εύλογης προθεσμίας.


(1)  Οδηγία του Συμβουλίου, της 19ης Οκτωβρίου 1992, για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων καταναλώσεως που επιβάλλονται στα πετρελαιοειδή.

(2)  Δημοσιεύθηκε στην ΕΕ C 30 της 2ας Φεβρουαρίου 2002

(3)  Απόφαση C [2005] 4436 τελικό, κρατικές ενισχύσεις αριθ. C 78-79-80/2001

(4)  Απόφαση του Δικαστηρίου της 24ης Ιουλίου 2004, C-280/00, Altmark Trans, Συλλογή 2004, σ. I-7747


  翻译: