20.7.2013 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
C 207/8 |
Αναίρεση που άσκησαν στις 15 Απριλίου 2013 οι Confindustria Venezia, πρώην Unione degli industriali della provincia di Venezia (Unindustria) κ.λπ. κατά της διατάξεως που εξέδωσε το Γενικό Δικαστήριο (τέταρτο τμήμα) στις 29 Ιανουαρίου 2013, στην υπόθεση T-273/00, Unindustria κ.λπ. κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής
(Υπόθεση C-191/13 P)
2013/C 207/13
Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική
Διάδικοι
Αναιρεσείουσες: Confindustria Venezia, πρώην Unione degli industriali della provincia di Venezia (Unindustria) κ.λπ. (εκπρόσωποι: A. Vianello, A. Bortoluzzi και A. Veronese, avocats)
Αντίδικοι κατ’ αναίρεση: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Siram Spa, Bortoli Ettore Srl, Arsenale Venezia Spa, Ιταλική Δημοκρατία
Αιτήματα των αναιρεσειουσών
Οι αναιρεσείουσες ζητούν από το Δικαστήριο:
— |
να αναιρέσει και/ή να μεταρρυθμίσει τη διάταξη του Γενικού Δικαστηρίου (τέταρτο τμήμα) στην υπόθεση T-273/00, και να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα. |
Λόγοι αναιρέσεως και κύρια επιχειρήματα
Προς στήριξη της αιτήσεώς τους αναιρέσεως, οι αναιρεσείουσες προβάλλουν πλάνη περί το δίκαιο ως προς την εφαρμογή των αρχών που διατύπωσε το Δικαστήριο με την απόφαση «Comitato Venezia vuole vivere», όσον αφορά την υποχρέωση αιτιολογήσεως των αποφάσεων της Επιτροπής περί κρατικών ενισχύσεων και όσον αφορά την κατανομή του βάρους αποδείξεως σχετικά με τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ.
Με την αναιρεσιβαλλόμενη διάταξη, το Γενικό Δικαστήριο δεν συμμορφώθηκε προς όσα είχε κρίνει το Δικαστήριο με την απόφαση της 9ης Ιουνίου 2011, επί της υποθέσεως «Comitato Venezia vuole vivere», με την οποία είχε αποφανθεί ότι η απόφαση της Επιτροπής «πρέπει να περιέχει, αυτή καθεαυτή, όλα τα αναγκαία για την εκτέλεσή της από τις εθνικές αρχές στοιχεία». Μολονότι, όμως, η προσβαλλόμενη απόφαση δεν περιέχει τα αναγκαία στοιχεία για την εκτέλεσή της από τις εθνικές αρχές, το Γενικό Δικαστήριο δεν διαπίστωσε καμία πλημμέλεια ως προς τη μέθοδο που ακολούθησε η Επιτροπή στην προσβαλλόμενη απόφαση, υποπίπτοντας επομένως σε πλάνη περί το δίκαιο.
Βάσει των αρχών που διατυπώθηκαν με την απόφαση του Δικαστηρίου επί της υποθέσεως «Comitato Venezia vuole vivere», κατά την ανάκτηση, απόκειται στο κράτος μέλος και όχι, επομένως, στον δικαιούχο, να αποδείξει, κατά περίπτωση, ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 107, παράγραφος 1, ΣΛΕΕ. Εν προκειμένω, όμως, η Επιτροπή παρέλειψε, στην προσβαλλόμενη απόφαση, να διευκρινίσει τους «όρους» ενός τέτοιου ελέγχου· ως εκ τούτου, ελλείψει στοιχείων δυνάμενων να αποδείξουν, κατά την ανάκτηση, ότι τα πλεονεκτήματα που παρασχέθηκαν αποτελούν κρατικές ενισχύσεις υπέρ των δικαιούχων, η Ιταλική Δημοκρατία, με τον νόμο αριθ. 228 της 24ης Δεκεμβρίου 2012 (άρθρο 1, παράγραφοι 351 επ.) αποφάσισε να αντιστρέψει το βάρος αποδείξεως, αντιθέτως προς ό,τι προβλέπει η κοινοτική νομολογία. Κατά τον Ιταλό νομοθέτη, ειδικότερα, δεν απόκειται στο Δημόσιο, αλλά σε κάθε δικαιούχο επιχείρηση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη μορφή απαλλαγής από την υποχρέωση καταβολής κοινωνικών εισφορών να αποδείξει ότι τα επίμαχα πλεονεκτήματα δεν νοθεύουν τον ανταγωνισμό και δεν έχουν επιπτώσεις στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών· ειδάλλως, υφίσταται τεκμήριο περί του ότι το παρασχεθέν πλεονέκτημα δύναται να νοθεύσει τον ανταγωνισμό και να έχει επιπτώσεις στο ενδοκοινοτικό εμπόριο. Το σύνολο των ανωτέρω αντιβαίνει προδήλως στις αρχές που διατυπώθηκαν με την απόφαση του Δικαστηρίου επί της υποθέσεως «Comitato Venezia vuole vivere».