10.10.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 371/20


Προσφυγή της 5ης Αυγούστου 2016 — Ιταλία κατά Επιτροπής

(Υπόθεση T-437/16)

(2016/C 371/22)

Γλώσσα διαδικασίας: η ιταλική

Διάδικοι

Προσφεύγουσα: Ιταλική Δημοκρατία (εκπρόσωποι: G. Palmieri, P. Gentili, avvocato dello Stato)

Καθής: Ευρωπαϊκή Επιτροπή

Αιτήματα

Η προσφεύγουσα ζητεί από το Γενικό Δικαστήριο:

να ακυρώσει την προκήρυξη του γενικού διαγωνισμού EPSO/AD/322/16 για την κατάρτιση εφεδρικού πίνακα με 86 επιτυχόντες για την κάλυψη κενών θέσεων διοικητικών υπαλλήλων (AD 5 και 7) στον τομέα του ελέγχου, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 12ης Μαΐου 2016, αριθμός C 171 A·

να καταδικάσει την Επιτροπή στα δικαστικά έξοδα.

Λόγοι και κύρια επιχειρήματα

Προς στήριξη της προσφυγής της, η προσφεύγουσα προβάλλει επτά λόγους.

1.

Ο πρώτος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 263, 264, 266 ΣΛΕΕ.

Η Επιτροπή δεν συμμορφώθηκε προς το δεδικασμένο της αποφάσεως του Δικαστηρίου στην υπόθεση C-566/10 P, με την οποία κρίθηκαν παράνομες οι προκηρύξεις που περιορίζουν μόνο στην αγγλική, γαλλική και γερμανική γλώσσα, τις γλώσσες τις οποίες οι υποψήφιοι των γενικών διαγωνισμών μπορούν να ορίσουν ως δεύτερη γλώσσα.

2.

Ο δεύτερος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 342 ΣΛΕΕ· 1 και 6 του κανονισμού 1/58, περί καθορισμού του γλωσσικού καθεστώτος της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΕ ειδ. έκδ. 01/001, σ. 14).

Υποστηρίζεται συναφώς ότι, περιορίζοντας σε τρεις γλώσσες τις επιλέξιμες ως δεύτερη γλώσσα των υποψηφίων των γενικών διαγωνισμών της Ένωσης, η Επιτροπή καθιέρωσε στην πράξη νέο κανονισμό περί του γλωσσικού καθεστώτος των οργάνων, καταστρατηγώντας την αποκλειστική αρμοδιότητα του Συμβουλίου στον τομέα αυτό.

3.

Ο τρίτος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 12 ΕΚ, νυν 18 ΣΛΕΕ· 22 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· 6, παράγραφος 3, ΕΕ· 1 παράγραφος 2, και 3 του παραρτήματος III του KYK· 1 και 6 του κανονισμού 1/58· 1δ, παράγραφοι 1 και 6, 27, παράγραφος 2, 28, στοιχείο στ', του ΚΥΚ.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι ο γλωσσικός περιορισμός που επέβαλε η Επιτροπή εισάγει δυσμενείς διακρίσεις διότι οι προαναφερθείσες διατάξεις απαγορεύουν την επιβολή στους ευρωπαίους πολίτες και στους ίδιους τους υπαλλήλους των οργάνων γλωσσικών περιορισμών οι οποίοι δεν προβλέπονται κατά τρόπο γενικό και αντικειμενικό από τους εσωτερικούς κανονισμούς των οργάνων που αναφέρονται στο άρθρο 6 του κανονισμού 1/58, και οι οποίοι έως σήμερα δεν έχουν εκδοθεί, και απαγορεύουν την πρόβλεψη τέτοιων περιορισμών ελλείψει ειδικού και αιτιολογημένου συμφέροντος της υπηρεσίας.

4.

Ο τέταρτος λόγος αντλείται από παράβαση του άρθρου 6, παράγραφος 3 ΕΕ, καθόσον καθιερώνει την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ως θεμελιώδες δικαίωμα απορρέον από τις κοινές συνταγματικές παραδόσεις των κρατών μελών.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι η Επιτροπή παραβίασε την εμπιστοσύνη των πολιτών σχετικά με τη δυνατότητα να επιλέγουν ως δεύτερη γλώσσα οποιαδήποτε από τις γλώσσες της Ένωσης, όπως ήταν δυνατό έως το 2007 και όπως επιβεβαίωσε το Δικαστήριο στην απόφασή του στην υπόθεση C-566/10 P.

5.

Ο πέμπτος λόγος αντλείται από κατάχρηση εξουσίας και παράβαση των θεμελιωδών κανόνων που είναι συμφυείς με τη φύση και τον σκοπό των προκηρύξεων διαγωνισμών.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι, περιορίζοντας εκ των προτέρων και γενικώς σε τρεις τις γλώσσες που είναι επιλέξιμες ως δεύτερη γλώσσα, η Επιτροπή στην πραγματικότητα προέβη σε πρόωρο, κατά το στάδιο της προκηρύξεως και των όρων συμμετοχής, έλεγχο των γλωσσικών ικανοτήτων των υποψηφίων, ο οποίος αντιθέτως θα έπρεπε να διενεργηθεί κατά το στάδιο του διαγωνισμού. Με τον τρόπο αυτό, οι γλωσσικές γνώσεις καθίστανται αποφασιστικές όσον αφορά τις επαγγελματικές γνώσεις.

6.

Ο έκτος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 18 και 24, παράγραφος 4, ΣΛΕΕ· 22 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης· 2 του κανονισμού 1/58 και 1δ, παράγραφοι 1 και 6, του ΚΥΚ.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι, προβλέποντας ότι οι αιτήσεις συμμετοχής έπρεπε υποχρεωτικώς να υποβληθούν στην αγγλική, γαλλική ή γερμανική γλώσσα και ότι η EPSO θα απέστελλε στους υποψηφίους τις ανακοινώσεις στην ίδια γλώσσα σχετικά με την πορεία του διαγωνισμού, η Επιτροπή παραβίασε το δικαίωμα των ευρωπαίων πολιτών να επικοινωνούν στη δική τους γλώσσα με τα όργανα, και εισήγαγε δυσμενή διάκριση εις βάρος όσων δεν είχαν βαθειά γνώση των τριών αυτών γλωσσών.

7.

Ο έβδομος λόγος αντλείται από παράβαση των άρθρων 1 και 6 του κανονισμού 1/58· 1δ, παράγραφος 1 και 6, και 28, στοιχείο στ', του ΚΥΚ, 1, παράγραφος 1, στοιχείο στ', του παραρτήματος III του ΚΥΚ· και 296, παράγραφος 2, ΣΛΕΕ (έλλειψη αιτιολογίας), καθώς και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, παραμορφώνοντας τα πραγματικά περιστατικά. Παραμόρφωση των πραγματικών περιστατικών.

Υποστηρίζεται συναφώς ότι η Επιτροπή αιτιολόγησε τον περιορισμό σε τρεις γλώσσες επικαλούμενη την απαίτηση ότι οι νεοπροσλαμβανόμενοι θα πρέπει να είναι άμεσα σε θέση να επικοινωνούν στο εσωτερικό των οργάνων. Η αιτιολογία αυτή παραμορφώνει τα πραγματικά περιστατικά διότι δεν προκύπτει ότι οι τρεις επίμαχες γλώσσες είναι οι πλέον χρησιμοποιούμενες για την επικοινωνία μεταξύ διαφόρων γλωσσικών ομάδων εντός των οργάνων· είναι δε δυσανάλογη προς τον περιορισμό ενός θεμελιώδους δικαιώματος όπως της απαγορεύσεως των γλωσσικών διακρίσεων.


  翻译: