ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

49ό έτος
19 Αυγούστου 2006


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

Σελίδα

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1247/2006 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1248/2006 της Επιτροπής, της 7ης Αυγούστου 2006, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (EK, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

3

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1249/2006 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, σχετικά με τη συμπληρωματική ποσότητα ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου καταγωγής κρατών ΑΚΕ και Ινδίας για τον εφοδιασμό των εργοστασίων ραφιναρίσματος κατά την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2006 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007

22

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1250/2006 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 ο οποίος θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου όσον αφορά τα καθεστώτα στήριξης που προβλέπονται στους τίτλους IV και IVα του εν λόγω κανονισμού και τη χρήση των εκτάσεων γης που προκύπτουν από την παύση καλλιέργειας για την παραγωγή πρώτων υλών

23

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1251/2006 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών ορισμένων προϊόντων στον τομέα της ζάχαρης, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006, για την περίοδο 2006/07

38

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1252/2006 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2006, όσον αφορά τον κατάλογο των κρατών μελών στα οποία έχουν ανοίξει οι αγορές βουτύρου με διαγωνισμό για την περίοδο που λήγει στις 31 Αυγούστου 2006

40

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1253/2006 της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής για τα προϊόντα του τομέα του βοείου κρέατος καταγωγής Μποτσουάνας, Κένυας, Μαδαγασκάρης, Σουαζιλάνδης, Ζιμπάμπουε και Ναμίμπιας

41

 

*

Οδηγία 2006/72/ΕΚ της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, που τροποποιεί, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, την οδηγία 97/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά των δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα ( 1 )

43

 

 

II   Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

 

 

Επιτροπή

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2004, σχετικά με την κρατική ενίσχυση της Γερμανίας υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4771]

46

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 14ης Αυγούστου 2006, για την τροποποίηση της απόφασης 2005/648/ΕΚ σχετικά με ορισμένα προστατευτικά μέτρα που αφορούν την ψευδοπανώλη των πτηνών στη Βουλγαρία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 3622]  ( 1 )

58

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για τροποποίηση της απόφασης 2005/393/ΕΚ όσον αφορά τις απαγορευμένες ζώνες σχετικά με τον καταρροϊκό πυρετό του προβάτου στην Ισπανία και την Πορτογαλία [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 3700]  ( 1 )

60

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις για την ισχύ των οποίων απαιτείται δημοσίευση

19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1247/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3223/94 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 1994, σχετικά με τις λεπτομέρειες εφαρμογής του καθεστώτος κατά την εισαγωγή οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3223/94, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν, όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3223/94 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 19 Αυγούστου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 337 της 24.12.1994, σ. 66. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 386/2005 (ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 3).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 18ης Αυγούστου 2006, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0707 00 05

052

87,5

999

87,5

0709 90 70

052

91,7

999

91,7

0805 50 10

388

62,5

524

53,0

528

55,5

999

57,0

0806 10 10

052

101,1

220

108,4

624

164,6

999

124,7

0808 10 80

388

89,1

400

86,2

404

87,6

508

88,9

512

83,6

528

79,6

720

81,3

800

149,6

804

92,5

999

93,2

0808 20 50

052

126,5

388

86,6

999

106,6

0809 30 10, 0809 30 90

052

134,8

999

134,8

0809 40 05

052

39,5

098

49,8

624

150,2

999

79,8


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 750/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 126 της 19.5.2005, σ. 12). Ο κωδικός «999» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ, ΕΥΡΑΤΌΜ) αριθ. 1248/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 7ης Αυγούστου 2006

για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002, για τη θέσπιση των κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (EK, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας,

τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, για τη θέσπιση του δημοσιονομικού κανονισμού που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (1), και ιδίως το άρθρο 183,

Μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το Ελεγκτικό Συνέδριο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, την Επιτροπή των Περιφερειών, τον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή και τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η υποχρέωση της Επιτροπής να ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή έως την 15η Απριλίου σχετικά με την ακύρωση της μεταφοράς από το ένα οικονομικό έτος στο άλλο πιστώσεων οι οποίες δεν έχουν δεσμευθεί έως την 31η Μαρτίου αποδείχθηκε υπερβολικά αυστηρή, οπότε η σχετική προθεσμία θα πρέπει να παραταθεί κατά δύο εβδομάδες, έως την 30ή Απριλίου.

(2)

Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι, οσάκις πρόκειται να εφαρμοσθεί το σύστημα των δωδεκατημορίων, το συνολικό ύψος των εγγεγραμμένων πιστώσεων του προηγούμενου οικονομικού έτους πρέπει να νοείται επί των πιστώσεων του έτους αυτού μετά την αναπροσαρμογή λόγω μεταφοράς χρηματικών ποσών κατά τη διάρκεια αυτού του οικονομικού έτους.

(3)

Θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες περί συναλλαγματικών ισοτιμιών μεταξύ ευρώ και λοιπών νομισμάτων που θεσπίζονται στα άρθρα 7 και 8 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής (2) ισχύουν μόνο για τις μετατροπές που πραγματοποιούνται από τους διατάκτες, και όχι για εκείνες που πραγματοποιούνται από τους αντισυμβαλλόμενους ή τους δικαιούχους, βάσει των συγκεκριμένων κανόνων που συμφωνούνται στις συμβάσεις και στις επιδοτήσεις. Για λόγους αποδοτικότητας, ο υπόλογος της Επιτροπής θα πρέπει να εξουσιοδοτείται να καθορίζει τη μηνιαία συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ προς χρήση για λογιστικούς λόγους. Ακόμη, για λόγους διαφάνειας και ίσης μεταχείρισης των κοινοτικών υπαλλήλων της Κοινότητας, στο άρθρο 8 τίθεται συγκεκριμένος κανόνας περί συναλλαγματικών ισοτιμιών προς εφαρμογή για τις δαπάνες προσωπικού σε νόμισμα άλλο από το ευρώ.

(4)

Όσον αφορά την αρχή της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί το περιεχόμενο της εκ των προτέρων αξιολόγησης, ενώ πρέπει να προσδιορισθεί ακριβέστερα το πεδίο της εκ των προτέρων, ενδιάμεσης και εκ των υστέρων αξιολόγησης, λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της αναλογικότητας. Έτσι, οι προτεραιότητες της αξιολόγησης θα πρέπει να χαραχθούν εκ νέου και να εστιασθούν στις προτάσεις με επίδραση στις επιχειρήσεις ή/και στους πολίτες, καθώς και στην κάλυψη των πειραματικών σχεδίων και των προπαρασκευαστικών ενεργειών που πρόκειται να συνεχισθούν. Επιπλέον δε, εφόσον τα σχέδια και οι ενέργειες βρίσκονται ήδη υπό αξιολόγηση (π.χ. ενέργειες επιμερισμένες μεταξύ Επιτροπής και κρατών μελών), θα πρέπει να εξασφαλίζεται συμπληρωματικότητα.

(5)

Για τους σκοπούς της εκ των προτέρων επαλήθευσης για την έγκριση μιας δαπάνης, παρόμοιες επιμέρους πράξεις που έχουν σχέση με τις συνήθεις δαπάνες μισθοδοσίας, καταβολής συντάξεων, επιστροφής εξόδων αποστολής και ιατρικών εξόδων είναι δυνατόν να θεωρηθούν από τον αρμόδιο διατάκτη ως μία ενιαία πράξη. Στην περίπτωση αυτή, ο αρμόδιος διατάκτης, βασιζόμενος στην αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιεί, οφείλει να προβεί και στην ενδεδειγμένη εκ των υστέρων επαλήθευση.

(6)

Ενδείκνυται, στην έκθεση για τις διαδικασίες με διαπραγμάτευση να περιλαμβάνονται μόνο οι περιπτώσεις όπου χρησιμοποιείται η διαδικασία με διαπραγμάτευση κατ’ εξαίρεση από τις συνήθεις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων.

(7)

Μετά την καθιέρωση της αρχής της αυτοτέλειας των οικονομικών ετών, την 1η Ιανουαρίου 2005, και δεδομένης της διαθεσιμότητας των λογιστικών δεδομένων ανά πάσα στιγμή στα συστήματα πληροφορικής, είναι λογικότερο και ταχύτερο να καταρτίζεται ο ισολογισμός καθολικού την ημέρα κατά την οποία ο υπόλογος τερματίζει την αποστολή του. Εάν τούτο συμβεί την 31η Δεκεμβρίου, ο ισολογισμός καθολικού θα μπορούσε να καταρτισθεί αυθημερόν, χωρίς να αναμένεται η οριστικοποίηση των προσωρινών λογαριασμών.

(8)

Για να καταστεί αποτελεσματική η ευθύνη του υπολόγου για τη διαχείριση του ταμείου, αυτός θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένος να γνωστοποιεί στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στα οποία έχει ανοίξει λογαριασμούς το ονοματεπώνυμο και το δείγμα υπογραφής των υπαλλήλων που θα είναι εξουσιοδοτημένοι να υπογράφουν τραπεζικές πράξεις.

(9)

Το μέγιστο ποσό που μπορεί να καταβάλλεται από τον υπόλογο παγίων προκαταβολών θα πρέπει να αυξηθεί από τα 30 000 ευρώ στα 60 000 ευρώ, εφόσον οι πληρωμές με δημοσιονομικές διαδικασίες είναι στην πράξη αδύνατες ή λιγότερο αποτελεσματικές.

(10)

Με γνώμονα το άρθρο 21α του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού, και εφόσον επιβεβαιωθεί η διαταγή, ο διατάκτης κύριας ή δευτερεύουσας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων θα πρέπει να έχει το δικαίωμα να μην εκτελέσει την διαταγή εάν είναι προδήλως παράνομη.

(11)

Λόγω των συμπληρωματικών ρόλων του διατάκτη και του υπολόγου στη διαδικασία ανάκτησης ποσών με συμψηφισμό, είναι δικαιολογημένο να προβλέπεται διαβούλευση μεταξύ τους πριν από τον εκάστοτε συμψηφισμό.

(12)

Όταν οφειλέτης είναι εθνική αρχή ή κάποια από τις διοικητικές ενότητές της, και για να λαμβάνονται υπόψη οι διαδικασίες που εφαρμόζονται σε εθνικό επίπεδο, ο υπόλογος θα πρέπει να ενημερώνει τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη, τουλάχιστον δέκα εργάσιμες ημέρες πριν, σχετικά με την πρόθεσή του να προσφύγει σε είσπραξη με συμψηφισμό. Ωστόσο, σε συμφωνία με το εμπλεκόμενο κράτος μέλος ή διοικητική οντότητα, ο υπόλογος θα πρέπει να είναι δυνατόν να προβεί σε είσπραξη με συμψηφισμό πριν εκπνεύσει το εν λόγω δεκαήμερο.

(13)

Οσάκις οφειλή καταβάλλεται εμπρόθεσμα, δεν οφείλονται τόκοι υπερημερίας (περίοδος χάριτος), η δε ανάκτηση ποσών με συμψηφισμό πριν από τη λήξη της τεθείσας προθεσμίας θα πρέπει να περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις όπου ο υπόλογος, για τεκμηριωμένους λόγους, θεωρεί ότι διακυβεύονται τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων.

(14)

Για να διαφυλάσσονται τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων, οι τραπεζικές εγγυήσεις που διασφαλίζουν μια κοινοτική απαίτηση ενόσω εκκρεμεί προσφυγή κατά προστίμου θα πρέπει να είναι πλήρως ανεξάρτητες από την ανάλογη συμβατική υποχρέωση.

(15)

Το περιεχόμενο της απόφασης χρηματοδότησης θα πρέπει να αποσαφηνισθεί περαιτέρω. Για τις επιδοτήσεις και τις δημόσιες συμβάσεις, η έννοια «ουσιώδη στοιχεία» μιας ενέργειας η οποία συνεπάγεται δαπάνες εις βάρος του προϋπολογισμού θα πρέπει να ορισθεί λεπτομερέστερα. Ακόμη, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι το πρόγραμμα εργασίας στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 110 του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002, εφεξής «δημοσιονομικός κανονισμός» είναι δυνατόν να αποτελέσει απόφαση χρηματοδότησης, υπό τον όρο ότι θα περιέχει επαρκώς λεπτομερές πλαίσιο.

(16)

Οσάκις πραγματοποιείται συνολική δημοσιονομική δέσμευση, κάθε διατάκτης — και όχι μόνο ο διατάκτης κύριας μεταβίβασης αρμοδιοτήτων — είναι δυνατόν να είναι αρμόδιος για τις νομικές δεσμεύσεις με τις οποίες θα υλοποιηθεί η συνολική δημοσιονομική δέσμευση.

(17)

Οι προθεσμίες για τις πληρωμές στο πλαίσιο συμβάσεων ή επιδοτήσεων που εξαρτώνται από την έγκριση έκθεσης ή πιστοποιητικού θα πρέπει να αναθεωρηθούν με σκοπό να εξασφαλίζεται η βεβαιότητα ότι οι πληρωμές θα πραγματοποιούνται βάσει εγκεκριμένης έκθεσης ή πιστοποιητικού. Ακόμη, η προθεσμία για την έγκριση της έκθεσης που αναφέρεται σε επιδότηση για ενέργειες ιδιαίτερα περίπλοκες ως προς την αξιολόγηση θα πρέπει να ευθυγραμμισθεί με την προθεσμία που ισχύει σήμερα για τις συμβάσεις περίπλοκων υπηρεσιών.

(18)

Χωρίς να τροποποιήσει τις ισχύουσες προθεσμίες και να θίξει τα δικαιώματα των δικαιούχων, ο αρμόδιος διατάκτης θα πρέπει, για λόγους απλοποίησης, να έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει ενιαία προθεσμία για την πραγματοποίηση της έγκρισης της έκθεσης ή του πιστοποιητικού και για τις πληρωμές.

(19)

Τα κατώτατα όρια για τις συμβάσεις μικρού ύψους, τα οποία καθορίσθηκαν το 1994, θα πρέπει να αναπροσαρμοσθούν και να αυξηθούν από τα 50 000 ευρώ στα 60 000 ευρώ και από τα 13 800 ευρώ στα 25 000 ευρώ, αντίστοιχα. Ακόμη, θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι όλες οι συμβάσεις με ύψος ίσο ή μικρότερο των 60 000 ευρώ είναι δυνατόν να ανατίθενται μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση.

(20)

Επιπλέον δε, οι Κανόνες Εφαρμογής θα πρέπει να καθορίζουν ακριβέστερα τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται για ορισμένες συμβάσεις υπηρεσιών έρευνας και ανάπτυξης και ορισμένες συμβάσεις υπηρεσιών ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, περί συντονισμού των διαδικασιών ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών (3). Με γνώμονα την αρχή της διαφάνειας, οι συμβάσεις αυτές είναι δυνατόν να ανατίθενται μετά από διαδικασία με διαπραγμάτευση αφού προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού.

(21)

Με σκοπό την περαιτέρω απλοποίηση της διαχείρισης των διαδικασιών ανάθεσης συμβάσεων, οι οικονομικοί παράγοντες θα πρέπει να είναι σε θέση να λάβουν μέρος σε διαδικασία βάσει υπεύθυνης δήλωσης στην οποία να αναφέρουν ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις αποκλεισμού από την εκάστοτε διαδικασία, εκτός από την περίπτωση της κλειστής διαδικασίας, του διαλόγου ανταγωνιστικού χαρακτήρα και της διαδικασίας με διαπραγμάτευση αφού προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, οσάκις η αναθέτουσα αρχή περιορίζει τον αριθμό των υποψηφίων που θα κληθούν να διαπραγματευθούν ή να υποβάλουν προσφορά. Ωστόσο, σύμφωνα με τις αρχές που τίθενται στην οδηγία 2004/18/ΕΚ και με σκοπό την καλύτερη προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων, για τις συμβάσεις που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2004/18/ΕΚ και για τις συμβάσεις μεγάλου ύψους στις εξωτερικές ενέργειες οι οικονομικοί παράγοντες στους οποίους θα πρόκειται να ανατεθούν οι συμβάσεις αυτές θα πρέπει να καταθέτουν αποδεικτικά στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την αρχική τους δήλωση. Οσάκις υποψήφιος ή προσφέρων θα πρέπει να καταθέσει τα στοιχεία αυτά, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να αποδεχθεί και αποδεικτικά στοιχεία που είχαν κατατεθεί από τον εν λόγω υποψήφιο ή προσφέροντα σε άλλη διαδικασία διεξαχθείσα από την ίδια αναθέτουσα αρχή, υπό τον όρο ότι η χρονική απόσταση από την ημερομηνία έκδοσης των στοιχείων αυτών δεν υπερβαίνει το ένα έτος και αυτά εξακολουθούν να ισχύουν.

(22)

Στις εξωτερικές ενέργειες, η διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα θα πρέπει να γίνει αποτελεσματικότερη, η δε διαδικασία με διαπραγμάτευση θα πρέπει να επιτρέπεται στην περίπτωση όπου δύο διαδικασίες με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα έχουν αποβεί άγονες, καθώς και στην περίπτωση μιας άγονης διαδικασίας εφόσον η διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα έπεται αποτυχημένης εφαρμογής σύμβασης-πλαισίου. Η δυνατότητα να μην απαιτείται τεκμηρίωση της τεχνικής και οικονομικής ικανότητας θα πρέπει να παρέχεται έως τα κατώτατα όρια που ενδείκνυνται για καθεμία από τις κατηγορίες συμβάσεων σε αυτόν τον τομέα πολιτικής. Ακόμη, στην περίπτωση αυτή ο αρμόδιος διατάκτης θα πρέπει να είναι σε θέση να αιτιολογήσει την επιλογή του. Η επιτροπή αξιολόγησης ή η αναθέτουσα αρχή θα πρέπει να διαθέτουν τη δυνατότητα να ζητήσουν από τους υποψήφιους ή τους προσφέροντες να καταθέσουν επιπλέον έγγραφα ή διευκρινιστικά στοιχεία, όπως προβλέπεται στην περίπτωση των συμβάσεων που ανατίθενται από τα θεσμικά όργανα για δικό τους λογαριασμό.

(23)

Στις εξωτερικές ενέργειες, το νομικό πλαίσιο των δημόσιων συμβάσεων θα πρέπει και αυτό να απλοποιηθεί σε ό,τι αφορά τη δημοσίευση της προκήρυξης προκαταρκτικής ενημέρωσης για τις διεθνείς προσκλήσεις υποβολής προσφορών και την απαίτηση για την κατάθεση εγγύησης καλής εκτέλεσης. Η προκήρυξη προκαταρκτικής ενημέρωσης θα πρέπει να δημοσιεύεται το νωρίτερο δυνατόν, και όχι απαραίτητα πριν από την 31η Ιανουαρίου. Ακόμη, η εγγύηση καλής εκτέλεσης θα πρέπει να ζητείται μόνο στην περίπτωση συμβάσεων με μεγάλο ύψος, ενώ θα πρέπει να δίδεται και η δυνατότητα στον αρμόδιο διατάκτη να παραιτείται από την απαίτηση εγγύησης σε περίπτωση προχρηματοδότησης δημόσιου φορέα, ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνων που αυτός πραγματοποιεί.

(24)

Όσον αφορά την παροχή επιδοτήσεων, και για να μειωθούν οι διοικητικές διατυπώσεις, θα πρέπει να επιτρέπεται, το εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων μονοπωλιακό καθεστώς του δικαιούχου να μπορεί να τεκμηριώνεται στην απόφαση χρηματοδότησης.

(25)

Η απαίτηση να επισυνάπτεται εξωτερικός λογιστικός έλεγχος στην αίτηση θα ισχύει μόνο για τις επιδοτήσεις με ύψος ίσο ή μεγαλύτερο των 500 000 ευρώ, για τις εξωτερικές ενέργειες, και για τις λειτουργικές επιδοτήσεις με ύψος ίσο ή μεγαλύτερο των 100 000 ευρώ.

(26)

Η συγχρηματοδότηση σε είδος εκ μέρους των δικαιούχων θα πρέπει να γίνει ευκολότερη, εφόσον τούτο κρίνεται ενδεδειγμένο ή αναγκαίο, ενώ η έννοια των φορέων που επιδιώκουν σκοπούς γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος και οι οποίοι είναι δυνατόν να λάβουν λειτουργικές ενισχύσεις θα πρέπει να συμπεριλάβει τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς που ασχολούνται με την προώθηση της ιθαγένειας και της καινοτομίας.

(27)

Οι αιτούντες θα πρέπει να ενημερώνονται το ταχύτερο δυνατόν σχετικά με την τύχη της αίτησής τους.

(28)

Στην περίπτωση των λειτουργικών επιδοτήσεων προς φορείς που επιδιώκουν στόχους γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, η εφαρμογή του κανόνα της μη παροχής κέρδους θα πρέπει να περιορίζεται στο ποσοστό συγχρηματοδότησης που αντιστοιχεί στη συνεισφορά της Κοινότητας στον προϋπολογισμό λειτουργίας, έτσι ώστε να λαμβάνονται υπόψη και τα δικαιώματα των άλλων δημόσιων χρηματοδοτών, για τους οποίους επίσης προβλέπεται να λαμβάνουν το μερίδιο από τα ετήσια κέρδη που αντιστοιχεί στο ποσοστό της συνεισφοράς τους. Για τον υπολογισμό του ποσού προς είσπραξη δεν θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό των συνεισφορών σε είδος στον προϋπολογισμό λειτουργίας.

(29)

Για να προστατεύονται τα οικονομικά συμφέροντα των Κοινοτήτων, η απαίτηση εγγύησης προχρηματοδότησης θα πρέπει να ισχύει για κάθε προχρηματοδότηση που υπερβαίνει το 80 % του ποσού της επιδότησης και τα 60 000 ευρώ.

(30)

Οσάκις η προχρηματοδότηση είναι υποδιαιρεμένη, η δε απορρόφηση προγενέστερης προχρηματοδότησης δεν υπερβαίνει το 70 %, θα πρέπει να είναι δυνατή νέα προχρηματοδότηση, αλλά το ύψος της νέας καταβολής θα πρέπει να μειώνεται κατά το μη απορροφηθέν τμήμα της προηγούμενης καταβολής.

(31)

Θα πρέπει να διευκρινισθεί ότι, εφόσον θα πρόκειται για δημόσιους φορείς, ο εξωτερικός έλεγχος ή πιστοποίηση προς επισύναψη στην αίτηση επιδότησης ή πληρωμής θα μπορούσε να διεξάγεται από έμπειρο και ανεξάρτητο δημόσιο λειτουργό.

(32)

Μετά την υιοθέτηση από τον υπόλογο της Επιτροπής, τον Δεκέμβριο του 2004 και δυνάμει του άρθρου 133 του δημοσιονομικού κανονισμού, των λογιστικών κανόνων και μεθόδων καθώς και του εναρμονισμένου λογιστικού σχεδίου, ο τίτλος που αναφέρεται στην παρουσίαση των λογαριασμών και στη λογιστική θα πρέπει να αναπροσαρμοσθεί για να απαλειφθούν οι διατάξεις που δεν είναι πλέον αναγκαίες.

(33)

Για να ληφθεί υπόψη η απόφαση 2005/118/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου, της Επιτροπής, του Δικαστηρίου, του Ελεγκτικού Συνεδρίου, της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της Επιτροπής των Περιφερειών και του Ευρωπαίου Διαμεσολαβητή, της 26ης Ιανουαρίου 2005, με την οποία ιδρύεται η Ευρωπαϊκή Σχολή Δημόσιας Διοίκησης (4), ο κατάλογος των ευρωπαϊκών υπηρεσιών θα πρέπει να συμπληρωθεί, αναφέροντας ότι η Ευρωπαϊκή Σχολή Δημόσιας Διοίκησης σήμερα υπάγεται διοικητικά στην Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

(34)

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 6 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο, η ημερομηνία «15 Απριλίου» αντικαθίσταται από την ημερομηνία «30 Απριλίου».

2)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 6α:

«Άρθρο 6a

Προσωρινά δωδεκατημόρια

(Άρθρο 13 παράγραφος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού)

Το μέγιστο ύψος των εγγεγραμμένων πιστώσεων του προηγούμενου οικονομικού έτους, κατά το άρθρο 13 παράγραφος 2 του δημοσιονομικού κανονισμού, νοείται ως αναφερόμενο στις πιστώσεις του οικονομικού έτους στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 5 τους παρόντος κανονισμού, αναπροσαρμοσμένες μετά τις μεταφορές χρηματικών ποσών κατά τη διάρκεια αυτού του οικονομικού έτους».

3)

Τα άρθρα 7 και 8 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 7

Τιμή μετατροπής μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος

(Άρθρο 16 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που απορρέουν από την εφαρμογή των τομεακών ρυθμίσεων, η μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος από τον αρμόδιο διατάκτη υπολογίζεται με την ημερήσια συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ η οποία δημοσιεύεται στο τεύχος C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Οσάκις η μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος πρόκειται να γίνει από τον αντισυμβαλλόμενο ή τον δικαιούχο, εφαρμόζονται οι συγκεκριμένες ρυθμίσεις για τη μετατροπή που περιέχονται στις δημόσιες συμβάσεις, και στις συμβάσεις επιδότησης ή χρηματοδότησης,

2.   Ελλείψει ημερήσιας ισοτιμίας του ευρώ δημοσιευόμενης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το εκάστοτε νόμισμα, ο αρμόδιος διατάκτης χρησιμοποιεί τη λογιστική ισοτιμία στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 3.

3.   Για τις ανάγκες της λογιστικής που προβλέπεται στα άρθρα 132 έως 137 του δημοσιονομικού κανονισμού, και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 213 του παρόντος κανονισμού, η μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος πραγματοποιείται βάσει της μηνιαίας λογιστικής ισοτιμίας του ευρώ. Αυτή η λογιστική ισοτιμία καθορίζεται από τον υπόλογο της Επιτροπής μέσω κάθε κατά τη γνώμη του αξιόπιστης πηγής πληροφοριών, βάσει της ισοτιμίας της προτελευταίας εργάσιμης ημέρας του μήνα που προηγείται εκείνου για τον οποίο προσδιορίζεται η ισοτιμία.

Άρθρο 8

Συναλλαγματική ισοτιμία προς χρήση κατά τη μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος

(Άρθρο 16 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Με την επιφύλαξη των συγκεκριμένων διατάξεων που απορρέουν από την εφαρμογή των τομεακών ρυθμίσεων, ή από συγκεκριμένες δημόσιες συμβάσεις, συμβάσεις επιδότησης ή χρηματοδότησης, η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται για τη μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος, στις περιπτώσεις όπου η μετατροπή αυτή πραγματοποιείται από τον αρμόδιο διατάκτη, είναι εκείνη της ημέρας κατά την οποία συντάσσεται από την υπηρεσία του διατάκτη το ένταλμα πληρωμής ή είσπραξης.

2.   Στην περίπτωση των πάγιων προκαταβολών σε ευρώ, η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται για τη μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος καθορίζεται βάσει της ημερομηνίας καταβολής από την τράπεζα.

3.   Για την εκκαθάριση των πάγιων προκαταβολών σε εθνικά νομίσματα, κατά το άρθρο 16 του δημοσιονομικού κανονισμού, η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται για τη μετατροπή μεταξύ ευρώ και άλλου νομίσματος είναι εκείνη του μήνα πραγματοποίησης της δαπάνης από την εκάστοτε πάγια προκαταβολή.

4.   Για την επιστροφή των κατ’ αποκοπή δαπανών ή των δαπανών που προκύπτουν από τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού (εφεξής “ο κανονισμός υπηρεσιακής κατάστασης”), δαπανών για τις οποίες καθορίζεται ανώτατο όριο και οι οποίες καταβάλλονται σε νόμισμα άλλο από το ευρώ, η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται είναι εκείνη που ισχύει όταν θεμελιώνεται το εκάστοτε δικαίωμα είσπραξης».

4)

Το άρθρο 21 αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Άρθρο 21

Αξιολόγηση

(Άρθρο 27 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Όλες οι προτάσεις προγραμμάτων ή δραστηριοτήτων που συνεπάγονται δαπάνες εις βάρος του προϋπολογισμού υπόκεινται σε εκ των προτέρων αξιολόγηση, η οποία αφορά:

α)

την ανάγκη που πρέπει να ικανοποιηθεί βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα·

β)

την προστιθέμενη αξία της κοινοτικής παρέμβασης·

γ)

τους προς επίτευξη στόχους·

δ)

τις δυνατότητες πολιτικής δράσης, συμπεριλαμβανόμενων των αντίστοιχων κινδύνων·

ε)

τα αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις, ιδίως τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, και τους αναγκαίους για τη μέτρησή τους δείκτες και κανόνες αξιολόγησης·

στ)

την καταλληλότερη μέθοδο εφαρμογής των επιλεγόμενων δυνατοτήτων πολιτικής δράσης·

ζ)

την εσωτερική συνέπεια του προτεινόμενου προγράμματος ή δραστηριότητας, και τις σχέσεις του με άλλα συναφή μέσα·

η)

το ύψος των πιστώσεων, των ανθρώπινων πόρων και των λοιπών διοικητικών δαπανών που πρέπει να διατεθούν με γνώμονα την αρχή της αποδοτικότητας·

θ)

τα διδάγματα που αντλούνται από ανάλογες εμπειρίες στο παρελθόν.

2.   Κάθε πρόταση περιλαμβάνει τις διατάξεις παρακολούθησης, υποβολής εκθέσεων και αξιολόγησης, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τις αντίστοιχες ευθύνες σε όλα τα κυβερνητικά επίπεδα που θα λάβουν μέρος στην εκτέλεση του προτεινόμενου προγράμματος ή δραστηριότητας.

3.   Κάθε πρόγραμμα ή δραστηριότητα, συμπεριλαμβανόμενων των πειραματικών σχεδίων και προπαρασκευαστικών ενεργειών, και οσάκις οι διαθέσιμοι πόροι υπερβαίνουν τα 5 000 000 ευρώ, αποτελεί το αντικείμενο ενδιάμεσης ή/και εκ των υστέρων αξιολόγησης όσον αφορά τους ανθρώπινους και δημοσιονομικούς πόρους που διατίθενται και των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται, έτσι ώστε να επαληθεύεται η συμμόρφωσή τους με τους καθορισθέντες στόχους, ως εξής:

α)

πραγματοποιείται περιοδική αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που επιτυγχάνονται κατά την υλοποίηση πολυετούς προγράμματος, σύμφωνα με χρονοδιάγραμμα που επιτρέπει τη συνεκτίμηση των συμπερασμάτων των αξιολογήσεων αυτών στο πλαίσιο κάθε απόφασης για την παράταση, τροποποίηση ή διακοπή του προγράμματος αυτού·

β)

οι δραστηριότητες που χρηματοδοτούνται σε ετήσια βάση αποτελούν το αντικείμενο αξιολόγησης ως προς τα αποτελέσματά τους τουλάχιστον μία φορά ανά έξι έτη.

Τα στοιχεία α) και β) της παραγράφου 1 δεν εφαρμόζονται για καθένα από τα σχέδια ή τις ενέργειες που εκτελούνται στο πλαίσιο δραστηριοτήτων για τις οποίες οι αντίστοιχες υποχρεώσεις είναι δυνατόν να εκπληρώνονται με τις τελικές εκθέσεις που διαβιβάζονται από τους οργανισμούς οι οποίοι τις εκτέλεσαν.

4.   Οι αξιολογήσεις στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 2 είναι ανάλογες προς τους διατιθέμενους πόρους και τις επιπτώσεις του εκάστοτε προγράμματος ή δραστηριότητας».

5)

Το άρθρο 45 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1 η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να επικουρείται κατά την άσκηση των καθηκόντων του από πρόσωπα υπαγόμενα στον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης (εφεξής το “προσωπικό”), επιφορτισμένα να πραγματοποιούν, υπό την ευθύνη του, ορισμένες πράξεις αναγκαίες για την εκτέλεση του προϋπολογισμού και για την παρουσίαση των δημοσιονομικών και διαχειριστικών πληροφοριών».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«2.   Κάθε θεσμικό όργανο ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή κάθε φορά που ένας κύριος διατάκτης αναλαμβάνει καθήκοντα, αλλάζει καθήκοντα ή παύει τα καθήκοντά του».

6)

Το άρθρο 47 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 3, προστίθενται τα ακόλουθα εδάφια:

«Για τους σκοπούς της εκ των προτέρων επαλήθευσης, παρόμοιες επιμέρους πράξεις που έχουν σχέση με τις συνήθεις δαπάνες μισθοδοσίας, καταβολής συντάξεων, επιστροφής εξόδων αποστολής και ιατρικών εξόδων είναι δυνατόν να θεωρηθούν από τον αρμόδιο διατάκτη ως μία και μοναδική πράξη.

Στην περίπτωση στην οποία αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο, ο αρμόδιος διατάκτης, βασιζόμενος στην ανάλυση κινδύνων που πραγματοποιεί, προβαίνει σε κατάλληλη εκ των υστέρων επαλήθευση, σύμφωνα με την παράγραφο 4».

β)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«5.   Τα μέλη του προσωπικού που είναι επιφορτισμένα με τις επαληθεύσεις στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 2 και 4 είναι διαφορετικά από τα μέλη του προσωπικού που εκτελούν τα καθήκοντα έναρξης μιας πράξης και στα οποία αναφέρεται η παράγραφος 1, και δεν είναι υφιστάμενοί τους».

7)

Η πρώτη περίοδος του άρθρου 54 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Οι κύριοι διατάκτες καταγράφουν, για κάθε οικονομικό έτος, τις συμβάσεις που συνάπτονται μέσω διαδικασίας με διαπραγμάτευση κατά το άρθρο 126 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ζ), το άρθρο 127 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ) και τα άρθρα 242, 244 και 246».

8)

Το άρθρο 56 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 56

Παύση των καθηκόντων του υπολόγου

(Άρθρο 61 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Σε περίπτωση παύσης των καθηκόντων του υπολόγου, συντάσσεται αμελλητί ισολογισμός του καθολικού.

2.   Ο ισολογισμός του καθολικού διαβιβάζεται, μαζί με το σχετικό διαβιβαστικό, από τον υπόλογο που παύει τα καθήκοντά του ή, εφόσον τούτο δεν είναι δυνατόν, από υπάλληλο της υπηρεσίας του, προς τον νέο υπόλογο.

Ο νέος υπόλογος υπογράφει τον ισολογισμό του καθολικού προς αποδοχή εντός ενός μήνα από την ημερομηνία διαβίβασης, είναι δε δυνατόν να διατυπώσει επιφυλάξεις.

Το διαβιβαστικό περιέχει και αυτό το υπόλοιπο του ισολογισμού του καθολικού και τις τυχόν επιφυλάξεις.

3.   Κάθε θεσμικό όργανο ενημερώνει την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή σε περίπτωση διορισμού ή παύσης των καθηκόντων του υπολόγου του».

9)

Στο άρθρο 60, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Για τον σκοπό αυτόν, ο υπόλογος κάθε θεσμικού οργάνου γνωστοποιεί σε όλους τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς στους οποίους έχει ανοίξει λογαριασμούς το ονοματεπώνυμο και το δείγμα υπογραφής των εξουσιοδοτημένων μελών του προσωπικού».

10)

Το άρθρο 64 τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«Άρθρο 64

Αρχεία

(Άρθρο 61 του δημοσιονομικού κανονισμού)»

β)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο υπόλογος είναι δυνατόν να πραγματοποιεί πληρωμές με τραπεζικό έμβασμα μόνο εφόσον τα στοιχεία του τραπεζικού λογαριασμού του δικαιούχου, τα οποία πρέπει να συμφωνούν με τα στοιχεία ταυτότητάς του, καθώς και κάθε μεταβολή τους έχουν προηγουμένως εγγραφεί σε κοινό αρχείο ανά θεσμικό όργανο.

Κάθε εγγραφή των στοιχείων ταυτότητας και τραπεζικού λογαριασμού του δικαιούχου πληρωμής, μαζί με τις τυχόν μεταβολές τους, βασίζεται σε δικαιολογητικά, των οποίων τη μορφή καθορίζει ο υπόλογος της Επιτροπής».

γ)

Στην παράγραφο 2 το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Οι διατάκτες ενημερώνουν τον υπόλογο για οποιαδήποτε μεταβολή στα στοιχεία ταυτότητας και τραπεζικού λογαριασμού τους γνωστοποιείται από τον δικαιούχο και επαληθεύουν ότι τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα πριν την πληρωμή».

11)

Στο άρθρο 66 η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Ο υπόλογος πάγιων προκαταβολών είναι δυνατόν προσωρινά να εκκαθαρίζει και να καταβάλλει δαπάνες, βάσει λεπτομερούς πλαισίου, που καθορίζεται στις οδηγίες του αρμόδιου διατάκτη. Οι οδηγίες αυτές εξειδικεύουν τους κανόνες και τους όρους υπό τους οποίους εγκρίνεται μια δαπάνη και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, τους όρους υπογραφής νομικών δεσμεύσεων κατά την έννοια του άρθρου 94 παράγραφος 1 στοιχείο ε)».

12)

Στο άρθρο 67 παράγραφος 2 το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Το μέγιστο ποσό που είναι δυνατόν να καταβληθεί από τον υπόλογο πάγιων προκαταβολών οσάκις είναι εκ των πραγμάτων αδύνατον ή μη αποδοτικό να πραγματοποιηθεί η πληρωμή μέσω διαδικασίας του προϋπολογισμού, δεν υπερβαίνει τα 60 000 ευρώ για καθεμία δαπάνη».

13)

Στο άρθρο 68, οι δύο πρώτες περίοδοι αντικαθίστανται ως εξής:

«Οι υπόλογοι πάγιων προκαταβολών επιλέγονται μεταξύ των μονίμων υπαλλήλων ή, εφόσον απαιτείται και μόνο σε δεόντως τεκμηριωμένες περιπτώσεις, μεταξύ των μελών του λοιπού προσωπικού».

14)

Το άρθρο 70 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1 η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο αρμόδιος διατάκτης έχει πρόσβαση ανά πάσα στιγμή στις καταστάσεις αυτής της λογιστικής, ο δε υπόλογος παγίων προκαταβολών συντάσσει τουλάχιστον ανά μήνα και διαβιβάζει στον αρμόδιο διατάκτη, εντός του επόμενου μήνα, κατάσταση των πράξεων μαζί με τα αντίστοιχα δικαιολογητικά, για την τακτοποίηση των πράξεων παγίων προκαταβολών».

β)

Στην παράγραφο 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο υπόλογος διενεργεί ο ίδιος, ή αναθέτει σε ειδικά εξουσιοδοτημένο για τον σκοπό αυτό μέλος του προσωπικού των υπηρεσιών του ή των υπηρεσιών του διατάκτη, επαλήθευση, κατά κανόνα επιτόπου και απρόοπτα, της ύπαρξης των χρηματικών ποσών που έχουν ανατεθεί στους υπολόγους παγίων προκαταβολών, της τήρησης της λογιστικής και της τακτοποίησης των πράξεων παγίων προκαταβολών εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών».

15)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 73, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

«Εάν η εντολή αυτή επιβεβαιώνεται εγγράφως και η επιβεβαίωση λαμβάνεται εγκαίρως και είναι επαρκώς σαφής, υπό την έννοια ότι αναφέρεται ρητά στα σημεία που έχει αμφισβητήσει ο κύριος ή ο δευτερεύων, ο διατάκτης απαλλάσσεται της ευθύνης και εκτελεί την εντολή, εκτός εάν αυτή είναι προδήλως παράνομη ή συνιστά παραβίαση των σχετικών κανόνων ασφαλείας».

16)

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 78, τα στοιχεία β) έως ε) αντικαθίστανται ως εξής:

«β)

εάν η καταβολή οφειλής πραγματοποιηθεί πριν από την εκπνοή της ταχθείσας προθεσμίας, δεν οφείλεται τόκος υπερημερίας·

γ)

η μη καταβολή οφειλής κατά την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο στοιχείο β), γεννά τόκους με το επιτόκιο στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 86, και με την επιφύλαξη τυχόν εφαρμογής ειδικών κανονιστικών διατάξεων·

δ)

σε περίπτωση μη καταβολή οφειλής κατά την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο στοιχείο β), το αντίστοιχο θεσμικό όργανο πραγματοποιεί την είσπραξη της οφειλής είτε με συμψηφισμό είτε με αναγκαστική εκτέλεση τυχόν εγγύησης που έχει κατατεθεί εκ των προτέρων·

ε)

ο υπόλογος είναι δυνατόν να πραγματοποιήσει την είσπραξη με συμψηφισμό πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο στοιχείο β) οσάκις τούτο είναι αναγκαίο για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων διότι έχει τεκμηριωμένους λόγους να πιστεύει ότι το οφειλόμενο στην Επιτροπή ποσό θα μπορούσε να απολεσθεί, και αφού ενημερωθεί προηγουμένως ο οφειλέτης για τους λόγους και την ημερομηνία της είσπραξης με συμψηφισμό·».

17)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 81, το στοιχείο στ) αντικαθίσταται ως εξής:

«στ)

την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β)·».

18)

Το άρθρο 83 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 83

Είσπραξη με συμψηφισμό

(Άρθρο 73 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Οσάκις ο οφειλέτης έχει έναντι των Κοινοτήτων απαίτηση βεβαία, εκκαθαρισμένη και απαιτητή, και η οποία αναφέρεται σε ποσό προκύπτον από ένταλμα πληρωμής, ο υπόλογος εισπράττει, μετά την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β), τα βεβαιωμένα προς είσπραξη ποσά με συμψηφισμό.

Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, οσάκις είναι αναγκαία η προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων διότι ο υπόλογος έχει τεκμηριωμένους λόγους να πιστεύει ότι το οφειλόμενο στις Κοινότητες ποσό θα μπορούσε να απολεσθεί, ο υπόλογος εισπράττει το ποσό αυτό με συμψηφισμό πριν από την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β).

2.   Πριν προβεί σε είσπραξη κατά την παράγραφο 1, ο υπόλογος συμβουλεύεται τον αρμόδιο διατάκτη και ενημερώνει τους εμπλεκόμενους οφειλέτες.

Οσάκις οφειλέτης είναι εθνική αρχή ή διοικητική οντότητα κράτους μέλους, ο υπόλογος ενημερώνει το οικείο κράτος μέλος, τουλάχιστον δέκα εργάσιμες ημέρες πριν, σχετικά με την πρόθεσή του να προσφύγει σε είσπραξη μέσω συμψηφισμού. Ωστόσο, σε συμφωνία με το οικείο κράτος μέλος ή την εμπλεκόμενη διοικητική οντότητά του, ο υπόλογος είναι δυνατόν να προβεί σε είσπραξη με συμψηφισμό πριν εκπνεύσει το εν λόγω δεκαήμερο.

3.   Ο συμψηφισμός κατά την παράγραφο 1 έχει το ίδιο αποτέλεσμα με την πληρωμή και απαλλάσσει τις Κοινότητες από το ποσό της οφειλής τους και, εφόσον συντρέχει περίπτωση, από τους οφειλόμενους τόκους».

19)

Στο άρθρο 84 η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 83, και εφόσον δεν εισπραχθεί εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β) ολόκληρο το ποσό που προσδιορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα, ο υπόλογος ενημερώνει σχετικά τον αρμόδιο διατάκτη και κινεί αμελλητί τη διαδικασία είσπραξης με κάθε νόμιμο μέσο, συμπεριλαμβανόμενης, εφόσον συντρέχει περίπτωση, της ανάκτησης με εκτέλεση τυχόν εγγύησης που έχει κατατεθεί εκ των προτέρων».

20)

Στο άρθρο 85, το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου αντικαθίσταται ως εξής:

«α)

ότι ο οφειλέτης δεσμεύεται να καταβάλει τόκους με το επιτόκιο που καθορίζεται στο άρθρο 86 και για ολόκληρη τη συμπληρωματική περίοδο που του παραχωρείται, με αφετηρία την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται το άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β)·».

21)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο 85α:

«Άρθρο 85α

Είσπραξη προστίμων, χρηματικών ποινών και άλλων κυρώσεων

(Άρθρο 73 και 74 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Οσάκις κοινοτικό δικαστήριο επιλαμβάνεται προσφυγής κατά απόφασης της Επιτροπής με την οποία επιβάλλονται πρόστιμα, χρηματικές ποινές ή άλλες κυρώσεις δυνάμει της συνθήκης ΕΚ ή της συνθήκης Ευρατόμ, και μέχρις ότου εξαντληθούν όλα τα ένδικα μέσα, ο υπόλογος εισπράττει προσωρινά τα αντίστοιχα ποσά από τον οφειλέτη, ή ζητεί από αυτόν να καταθέσει χρηματική εγγύηση, η οποία είναι ανεξάρτητη από την υποχρέωση καταβολής του προστίμου, της χρηματικής ποινής ή άλλης κύρωσης και μπορεί να εκτελεσθεί σε πρώτη ζήτηση. Η εγγύηση αυτή καλύπτει την απαίτηση ως προς το οφειλόμενο κεφάλαιο και τους τόκους, που υπολογίζονται κατά το άρθρο 86 παράγραφος 5.

2.   Αφού εξαντληθούν όλα τα ένδικα μέσα, τα προσωρινά εισπραχθέντα ποσά και οι παραχθέντες τόκοι εγγράφονται στον προϋπολογισμό ή επιστρέφονται στον οφειλέτη. Σε περίπτωση χρηματικής εγγύησης, αυτή είτε εκτελείται είτε ελευθερώνεται».

22)

Το άρθρο 86 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1, 2 και 3 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών διατάξεων που απορρέουν από την εφαρμογή τομεακών κανόνων, κάθε απαίτηση που δεν έχει καταβληθεί κατά την εκπνοή της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β) γεννά τόκους σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Επί των απαιτήσεων που δεν καταβάλλονται εντός της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β) ισχύει το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κατά τις κύριες πράξεις της επαναχρηματοδότησης, όπως αυτό δημοσιεύεται στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ισχύει την πρώτη ημερολογιακή ημέρα του μήνα κατά τον οποίο εκπνέει η προθεσμία, προσαυξημένο κατά:

α)

επτά εκατοστιαίες μονάδες, οσάκις γενεσιουργός αιτία της απαίτησης είναι δημόσια σύμβαση προμηθειών και υπηρεσιών που αναφέρονται στον τίτλο V·

β)

τρεισήμισι εκατοστιαίες μονάδες σε όλες τις άλλες περιπτώσεις.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται από την ημερολογιακή ημέρα που έπεται της εκπνοής της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β) και προσδιορίζεται στο χρεωστικό σημείωμα, έως την ημερολογιακή ημέρα κατά την οποία εξοφλείται πλήρως η οφειλή».

β)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται ως εξής:

«5.   Στην περίπτωση των προστίμων, οσάκις ο οφειλέτης καταθέτει χρηματική εγγύηση αποδεκτή από τον υπόλογο στη θέση της προσωρινής πληρωμής, το επιτόκιο που εφαρμόζεται από την ημέρα της εκπνοής της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 78 παράγραφος 3 στοιχείο β) είναι το επιτόκιο το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου προσαυξημένο μόνο κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα».

23)

Το άρθρο 90 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 90

Απόφαση χρηματοδότησης

(Άρθρο 75 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Η απόφαση χρηματοδότησης περιλαμβάνει τα ουσιώδη στοιχεία μιας ενέργειας που συνεπάγεται δαπάνη εις βάρος του προϋπολογισμού.

2.   Για τις επιδοτήσεις, η απόφαση έγκρισης του ετήσιου προγράμματος εργασίας στο οποίο αναφέρεται το άρθρο 110 του δημοσιονομικού κανονισμού θεωρείται ως απόφαση χρηματοδότησης κατά την έννοια του άρθρου 75 του δημοσιονομικού κανονισμού, υπό τον όρο ότι συνιστά επαρκώς λεπτομερές πλαίσιο.

Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις, οσάκις η χρησιμοποίηση των αντίστοιχων πιστώσεων προβλέπεται σε ετήσιο πρόγραμμα εργασίας το οποίο συνιστά επαρκώς λεπτομερές πλαίσιο, αυτό το πρόγραμμα εργασίας θεωρείται ως απόφαση χρηματοδότησης για τις αντίστοιχες δημόσιες συμβάσεις.

3.   Για να θεωρηθεί επαρκώς λεπτομερές πλαίσιο, το πρόγραμμα εργασίας που υιοθετείται από την Επιτροπή περιλαμβάνει τα εξής:

α)

Για τις επιδοτήσεις:

i)

τα στοιχεία αναφοράς της βασικής πράξης και της γραμμής του προϋπολογισμού·

ii)

τις προτεραιότητες του έτους, τους επιδιωκόμενους στόχους και τα προβλεπόμενα αποτελέσματα βάσει των πιστώσεων που έχουν εγκριθεί για το εκάστοτε οικονομικό έτος·

iii)

τα βασικά κριτήρια που θα χρησιμοποιηθούν για την επιλογή και επιδότηση των προτάσεων·

iv)

το μέγιστο δυνατόν ποσοστό συγχρηματοδότησης και, εφόσον προβλέπονται διάφορα ποσοστά, τα κριτήρια που θα χρησιμοποιηθούν για καθένα από τα ποσοστά αυτά·

v)

το χρονοδιάγραμμα και το ενδεικτικό ποσό των προσκλήσεων υποβολής προτάσεων.

β)

Για τις δημόσιες συμβάσεις:

i)

το συνολικό ύψος των πιστώσεων που έχουν διατεθεί από τον προϋπολογισμό για τις δημόσιες συμβάσεις του εκάστοτε οικονομικού έτους·

ii)

τον ενδεικτικό αριθμό και το είδος των συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν, εάν δε είναι δυνατόν και το αντικείμενό τους σε γενικές γραμμές·

iii)

το ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα για την έναρξη των διαδικασιών ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων.

Εάν το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας δεν παρέχει αυτό το λεπτομερές πλαίσιο για μία ή περισσότερες ενέργειες, πρέπει να τροποποιείται ανάλογα, ή πρέπει να εκδίδεται συγκεκριμένη απόφαση χρηματοδότησης, η οποία να περιέχει τα πληροφοριακά στοιχεία των στοιχείων α) και β) του πρώτου εδαφίου για τις αντίστοιχες ενέργειες.

4.   Με την επιφύλαξη ειδικής διάταξης της βασικής πράξης κάθε ουσιώδης μεταβολή σε απόφαση χρηματοδότησης που έχει ήδη εκδοθεί ακολουθεί την ίδια διαδικασία με την αρχική απόφαση».

24)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 94, τα στοιχεία δ) και ε) αντικαθίστανται ως εξής:

«δ)

όταν η συνολική δέσμευση υλοποιείται με πολλές νομικές δεσμεύσεις, για τις οποίες την ευθύνη έχουν διαφορετικοί διατάκτες·

ε)

όταν, σε σχέση με λογαριασμούς παγίων προκαταβολών για εξωτερικές ενέργειες, οι νομικές δεσμεύσεις πρέπει να υπογράφονται από μέλη του προσωπικού των τοπικών διοικητικών μονάδων στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 254, βάσει των εντολών του αρμόδιου διατάκτη, ο οποίος παραμένει, ωστόσο, πλήρως υπεύθυνος για την αντίστοιχη πράξη»

25)

Το άρθρο 100 τροποποιείται ως εξής:

α)

Τα στοιχεία β) και γ) αντικαθίστανται ως εξής:

«β)

για τις άλλες αποδοχές, όπως του προσωπικού που αμείβεται με την ώρα ή με την ημέρα: κατάσταση, υπογεγραμμένη από το εξουσιοδοτημένο μέλος του προσωπικού, η οποία αναφέρει τις ημέρες και τις πραγματοποιηθείσες ώρες εργασίας·

γ)

για τις υπερωρίες: κατάσταση, υπογεγραμμένη από το εξουσιοδοτημένο μέλος του προσωπικού, η οποία πιστοποιεί τις πραγματοποιηθείσες υπερωρίες·».

β)

Στο στοιχείο δ), το σημείο ii) αντικαθίσταται ως εξής:

«ii)

η κατάσταση των εξόδων αποστολής, υπογεγραμμένη από το μέλος του προσωπικού που πραγματοποιεί την αποστολή και από την κατάλληλα εξουσιοδοτημένη προϊσταμένη αρχή, η οποία αναφέρει ιδίως τον τόπο της αποστολής, την ημερομηνία και την ώρα αναχώρησης και άφιξης στον τόπο της αποστολής, τα έξοδα ταξιδιού, τα έξοδα διαμονής και τα υπόλοιπα έξοδα, δεόντως εγκεκριμένα βάσει δικαιολογητικών·».

26)

Το άρθρο 101 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 101

Υλοποίηση της έγκρισης πληρωμής

(Άρθρο 79 του δημοσιονομικού κανονισμού)

Σε μη μηχανοργανωμένο σύστημα, η “έγκριση πληρωμής” εκφράζεται με σφραγίδα, η οποία συνοδεύεται από την υπογραφή του αρμόδιου διατάκτη ή ενός τεχνικά αρμόδιου μέλους του προσωπικού, εξουσιοδοτημένου από τον αρμόδιο διατάκτη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 97. Σε μηχανοργανωμένο σύστημα, η “έγκριση πληρωμής” εκφράζεται με ηλεκτρονικά ασφαλή επικύρωση από τον αρμόδιο διατάκτη ή ένα τεχνικά αρμόδιο μέλος του προσωπικού, εξουσιοδοτημένο από τον αρμόδιο διατάκτη».

27)

Στο άρθρο 106 η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Για τις συμβάσεις και τις επιδοτήσεις στις οποίες οι πληρωμές εξαρτώνται από την έγκριση έκθεσης ή πιστοποιητικού, οι προθεσμίες πληρωμής στις οποίες αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 2 αρχίζουν να υπολογίζονται μόνο αφότου εγκριθεί η αντίστοιχη έκθεση ή πιστοποιητικό. Ο δικαιούχος ενημερώνεται αμελλητί.

Ο χρόνος που διατίθεται για την ως άνω έγκριση δεν πρέπει να υπερβαίνει:

α)

τις 20 ημερολογιακές ημέρες, για τις απλές συμβάσεις που αφορούν την προμήθεια αγαθών και την παροχή υπηρεσιών·

β)

τις 45 ημερολογιακές ημέρες, για τις λοιπές συμβάσεις και επιδοτήσεις·

γ)

τις 60 ημερολογιακές ημέρες για τις συμβάσεις και επιδοτήσεις στο πλαίσιο των οποίων η αξιολόγηση των τεχνικών υπηρεσιών ή εργασιών είναι ιδιαίτερα πολύπλοκη.

Ο αρμόδιος διατάκτης ενημερώνει, μέσω επίσημου εγγράφου, τον δικαιούχο για κάθε διακοπή της περιόδου που διατίθεται για την έγκριση της έκθεσης ή του πιστοποιητικού.

Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να αποφασίσει ενιαία προθεσμία για την πραγματοποίηση της έγκρισης της έκθεσης ή του πιστοποιητικού και για τις πληρωμές. Η ενιαία αυτή προθεσμία δεν μπορεί να υπερβαίνει τη σωρευτική μέγιστη περίοδο για την πραγματοποίηση της έγκρισης της έκθεσης ή του πιστοποιητικού και για τις πληρωμές».

28)

Στο άρθρο 114, το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Βάσει της έκθεσης και της ακρόασης, το θεσμικό όργανο εκδίδει είτε αιτιολογημένη απόφαση με την οποία περαιώνεται η διαδικασία, είτε αιτιολογημένη απόφαση σύμφωνα με τα άρθρα 22 και 86, καθώς και το παράρτημα ΙΧ του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης. Οι αποφάσεις που επιβάλλουν πειθαρχικές ή χρηματικές κυρώσεις κοινοποιούνται στον ενδιαφερόμενο και ανακοινώνονται, προς ενημέρωση, στα λοιπά θεσμικά όργανα και στο Ελεγκτικό Συνέδριο».

29)

Στο άρθρο 116, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Οι συμβάσεις ακινήτων έχουν ως αντικείμενο την αγορά, την μακροχρόνια μίσθωση με εμπράγματο δικαίωμα (εμφύτευση), την επικαρπία, τη χρηματοδοτική μίσθωση, την απλή μίσθωση ή τη μίσθωση-πώληση, με ή χωρίς δικαίωμα προαίρεσης για αγορά, γηπέδων, κτιρίων ή άλλων ακινήτων».

30)

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 118, η δεύτερη περίοδος του πρώτου εδαφίου αντικαθίσταται ως εξής:

«Με την επιφύλαξη των συμβάσεων που συνάπτονται μετά από διαδικασία με διαπραγμάτευση όπως αναφέρεται στο άρθρο 126, η προκήρυξη διαγωνισμού είναι υποχρεωτική για: τις συμβάσεις των οποίων το προεκτιμώμενο ύψος είναι ίσο ή ανώτερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στα στοιχεία α) και γ) της παραγράφου 1 του άρθρου 158· τις συμβάσεις έρευνας και ανάπτυξης που απαριθμούνται στην κατηγορία 8 του παραρτήματος ΙΙΑ της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, και των οποίων το προεκτιμώμενο ύψος είναι ίσο ή ανώτερο του κατώτατου ορίου που καθορίζεται στο στοιχείο β) της παραγράφου 1 του άρθρου 158 του παρόντος κανονισμού, για τις απαριθμούμενες συμβάσεις».

31)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 119, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

την ετήσια δημοσίευση καταλόγου αναδόχων, με προσδιορισμό του αντικειμένου και του ύψους των συμβάσεων που ανατέθηκαν, εφόσον η αξία τους είναι ίση ή ανώτερη των 25 000 ευρώ».

32)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 126, το δεύτερο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

«Οι αναθέτουσες αρχές είναι δυνατόν επιπλέον να προσφεύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς να προηγείται δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού και για τις συμβάσεις με ύψος κατώτερο ή ίσο των 60 000 ευρώ».

33)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 127 προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία στ) και ζ):

«στ)

για τις υπηρεσίες έρευνας και ανάπτυξης πέραν εκείνων από τις οποίες τα κέρδη ανήκουν αποκλειστικά στην αναθέτουσα αρχή προς χρήση για την διεκπεραίωση των δικών της δραστηριοτήτων, υπό τον όρο ότι η παρεχόμενη υπηρεσία ανταμείβεται πλήρως από την αναθέτουσα αρχή·

ζ)

για τις συμβάσεις παροχής υπηρεσιών με σκοπό την αγορά, ανάπτυξη, παραγωγή ή συμπαραγωγή προγραμμάτων προς μετάδοση από ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, καθώς και για τις συμβάσεις διάθεσης χρόνου μετάδοσης».

34)

Η παράγραφος 1 του άρθρου 128 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Η πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος συνιστά μέσο προεπιλογής των υποψηφίων που θα προσκληθούν να υποβάλουν προσφορά κατά τις μελλοντικές κλειστές διαδικασίες για συμβάσεις ύψους ανώτερου των 60 000 ευρώ, με την επιφύλαξη των άρθρων 126 και 127».

35)

Το άρθρο 129 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 129

Συμβάσεις μικρού ύψους

(Άρθρο 91 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Διαδικασία με διαπραγμάτευση με τουλάχιστον πέντε υποψήφιους είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται για συμβάσεις με ύψος κατώτερο ή ίσο των 60 000 ευρώ.

Εάν, μετά τις διαπραγματεύσεις με τους υποψήφιους, η αναθέτουσα αρχή λάβει μόνο μία προσφορά, έγκυρη από διοικητική και τεχνική άποψη, η σύμβαση είναι δυνατόν να ανατεθεί σε αυτή, υπό τον όρο ότι ικανοποιούνται τα κριτήρια ανάθεσης.

2.   Για συμβάσεις με ύψος κατώτερο ή ίσο των 25 000 ευρώ, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 με τη συμμετοχή τουλάχιστον τριών υποψηφίων.

3.   Οι συμβάσεις ύψους κατώτερου ή ίσου των 3 500 ευρώ είναι δυνατόν να αποτελέσουν το αντικείμενο και μιας μόνο προσφοράς.

4.   Οι πληρωμές στο πλαίσιο δαπανών ύψους κατώτερου ή ίσου των 200 ευρώ είναι δυνατόν να αποτελέσουν απλώς πληρωμές με εξόφληση τιμολογίων, χωρίς να προηγηθεί έγκριση προσφοράς».

36)

Το άρθρο 134 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 134

Αποδεικτικά στοιχεία

(Άρθρα 93 και 94 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Οι υποψήφιοι και προσφέροντες καταθέτουν υπεύθυνη δήλωση, με τη δέουσα υπογραφή και ημερομηνία, όπου δηλώνουν ότι δεν εμπίπτουν σε καμία από τις περιπτώσεις στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 93 και 94 του δημοσιονομικού κανονισμού.

Ωστόσο, στην περίπτωση της κλειστής διαδικασίας, του διαλόγου ανταγωνιστικού χαρακτήρα και της διαδικασίας με διαπραγμάτευση αφού προηγηθεί δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, οσάκις η αναθέτουσα αρχή περιορίζει τον αριθμό των υποψηφίων που θα κληθούν να διαπραγματευθούν ή να υποβάλουν προσφορά, τα αποδεικτικά στοιχεία που προβλέπονται στην παράγραφο 3 υποβάλλονται από όλους τους υποψήφιους.

2.   Ο προσφέρων στον οποίο πρόκειται να ανατεθεί η σύμβαση παρέχει, εντός προθεσμίας που καθορίζεται από την αναθέτουσα αρχή και πριν από την υπογραφή της σύμβασης, τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία αναφέρεται η παράγραφος 3, επιβεβαιώνοντας την υπεύθυνη δήλωση της παραγράφου 1, εφόσον πρόκειται για:

α)

συμβάσεις ανατιθέμενες από τα θεσμικά όργανα για δικό τους λογαριασμό, και με ύψος ίσο ή μεγαλύτερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 158·

β)

συμβάσεις ανατιθέμενες στον τομέα των εξωτερικών ενεργειών, με ύψος ίσο ή μεγαλύτερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 241 παράγραφος 1 στοιχείο α), στο άρθρο 243 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή στο άρθρο 245 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Για τις συμβάσεις με ύψος μικρότερο των κατώτατων ορίων στα οποία αναφέρονται τα στοιχεία α) και β), η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν, οσάκις έχει αμφιβολίες ως προς το αν ο προσφέρων στον οποίο πρόκειται να ανατεθεί η σύμβαση εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού, να ζητήσει από αυτόν να παράσχει τα αποδεικτικά στοιχεία στα οποία αναφέρεται η παράγραφος 3.

3.   Η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται ως επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για το ότι ο προσφέρων στον οποίο πρόκειται να ανατεθεί η σύμβαση δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις οι οποίες περιγράφονται στα στοιχεία α), β) ή ε) του άρθρου 93 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού, πρόσφατο απόσπασμα ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισοδύναμο έγγραφο εκδοθέν πρόσφατα από δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης, από το οποίο να προκύπτει ότι οι ικανοποιούνται οι απαιτήσεις αυτές. Η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται ως επαρκή αποδεικτικά στοιχεία για το ότι ο προσφέρων δεν εμπίπτει σε κάποια από τις περιπτώσεις οι οποίες περιγράφονται στο στοιχείο δ) του άρθρου 93 παράγραφος 1 του δημοσιονομικού κανονισμού, πρόσφατο πιστοποιητικό εκδοθέν από την αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους.

Οσάκις το έγγραφο ή το πιστοποιητικό στα οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο δεν εκδίδονται στην οικεία χώρα, και για τις λοιπές περιπτώσεις αποκλεισμού στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 93 του δημοσιονομικού κανονισμού, αυτά είναι δυνατόν να αντικαθίστανται με ένορκη ή, ελλείψει τέτοιας, με υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερόμενου ενώπιον δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή εξουσιοδοτημένου επαγγελματικού φορέα στην χώρα καταγωγής ή προέλευσης.

4   Ανάλογα με την εθνική νομοθεσία της χώρας στην οποία είναι εγκατεστημένος ο προσφέρων, τα έγγραφα στα οποία αναφέρονται οι παράγραφοι 1 και 3 αφορούν νομικά ή/και φυσικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανόμενων, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο από την αναθέτουσα αρχή, των διευθυντικών στελεχών και κάθε προσώπου με εξουσίες εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε σχέση με τον υποψήφιο ή προσφέροντα.

5.   Οι αναθέτουσες αρχές, οσάκις έχουν αμφιβολίες ως προς το αν οι υποψήφιοι ή προσφέροντες εμπίπτουν σε κάποια από τις περιπτώσεις αποκλεισμού, είναι δυνατόν να απευθυνθούν οι ίδιες στις αρμόδιες αρχές τις παραγράφου 3 και να ζητήσουν τις πληροφορίες που θεωρούν αναγκαίες για την εκτίμηση της εκάστοτε περίπτωσης.

6.   Η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να άρει την υποχρέωση του υποψήφιου ή προσφέροντα να υποβάλει τα αποδεικτικά στοιχεία της παραγράφου 3 εάν τέτοια στοιχεία έχουν ήδη υποβληθεί σε αυτήν για τους σκοπούς άλλης διαδικασίας ανάθεσης σύμβασης, και υπό τον όρο ότι έχουν εκδοθεί το πολύ πριν από ένα έτος και εξακολουθούν να ισχύουν.

Στην περίπτωση αυτή, ο υποψήφιος ή προσφέρων δηλώνει υπεύθυνα ότι τα αποδεικτικά στοιχεία έχουν ήδη υποβληθεί σε προηγούμενη διαδικασία ανάθεσης σύμβασης και επιβεβαιώνει ότι δεν έχει επέλθει καμία αλλαγή στην κατάστασή του.»

37)

Το άρθρο 135 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Τα κριτήρια επιλογής εφαρμόζονται σε κάθε διαδικασία ανάθεσης σύμβασης με σκοπό την αξιολόγηση της οικονομικής, χρηματοδοτικής, τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητας του υποψήφιου ή προσφέροντα.

Η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να καθορίσει ελάχιστα επίπεδα ικανότητας κάτω των οποίων δεν είναι δυνατόν να επιλέξει υποψηφίους».

β)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται ως εξής:

«6.   Η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν, ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιεί, να αποφασίσει να μη ζητήσει από τους υποψήφιους ή προσφέροντες αποδεικτικά στοιχεία της οικονομικής, χρηματοδοτικής, τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητάς τους, εφόσον πρόκειται για:

α)

συμβάσεις ανατιθέμενες από τα θεσμικά όργανα για δικό τους λογαριασμό, και με ύψος μικρότερο ή ίσο των 60 000 ευρώ·

β)

συμβάσεις ανατιθέμενες στον τομέα των εξωτερικών ενεργειών, με ύψος μικρότερο των κατώτατων ορίων που καθορίζονται στο άρθρο 241 παράγραφος 1 στοιχείο α), στο άρθρο 243 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή στο άρθρο 245 παράγραφος 1 στοιχείο α).

Οσάκις η αναθέτουσα αρχή αποφασίζει να μη ζητήσει από τους υποψήφιους ή προσφέροντες αποδεικτικά στοιχεία της οικονομικής, χρηματοδοτικής, τεχνικής και επαγγελματικής ικανότητάς τους, δεν πραγματοποιείται προχρηματοδότηση, εκτός εάν κατατεθεί ισόποση χρηματική εγγύηση».

38)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 138, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται ως εξής:

«Με την επιφύλαξη του άρθρου 94 του δημοσιονομικού κανονισμού, οι συμβάσεις ανατίθενται με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:».

39)

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 145, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οσάκις το ύψος της σύμβασης υπερβαίνει το κατώτατο όριο που καθορίζεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1, ο αρμόδιος διατάκτης διορίζει επιτροπή αποσφράγισης των προσφορών».

40)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 146, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η εν λόγω επιτροπή διορίζεται από τον αρμόδιο διατάκτη και έχει ως αποστολή τη διατύπωση συμβουλευτικής γνώμης σχετικά με τις συμβάσεις ύψους μεγαλύτερου του κατώτατου ορίου που προβλέπεται στο άρθρο 129 παράγραφος 1».

41)

Το άρθρο 152 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 152

Εγγύηση προχρηματοδότησης

(Άρθρο 102 του δημοσιονομικού κανονισμού)

Έναντι της καταβολής προχρηματοδότησης που υπερβαίνει τα 150 000 ευρώ, καθώς και στην περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 135 παράγραφος 6 δεύτερο εδάφιο, απαιτείται εγγύηση.

Ωστόσο, οσάκις ανάδοχος είναι δημόσιος οργανισμός, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν, βάσει της αξιολόγησης κινδύνων που πραγματοποιεί, να παραιτηθεί από την απαίτηση αυτή.

Η ως άνω εγγύηση ελευθερώνεται όταν και εφόσον η προχρηματοδότηση αφαιρείται από τις ενδιάμεσες πληρωμές ή τις πληρωμές υπολοίπου προς τον ανάδοχο σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης».

42)

Στο άρθρο 155, ο τίτλος αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 155

Αυτοτελείς συμβάσεις και συμβάσεις υποδιαιρούμενες σε μέρη

(Άρθρα 91 και 105 του δημοσιονομικού κανονισμού)»

43)

Στο άρθρο 157, το στοιχείο β) αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

5 278 000 ευρώ, για τις συμβάσεις έργων».

44)

Η παράγραφος 1 του άρθρου 158 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 105 του δημοσιονομικού κανονισμού καθορίζονται σε:

α)

137 000 ευρώ, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ Α της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, εξαιρουμένων των συμβάσεων έρευνας και ανάπτυξης που απαριθμούνται στην κατηγορία 8 του ίδιου παραρτήματος·

β)

211 000 ευρώ, για τις συμβάσεις υπηρεσιών που απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ Β της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, καθώς και για τις συμβάσεις έρευνας και ανάπτυξης που απαριθμούνται στην κατηγορία 8 του παραρτήματος ΙΙ Α της οδηγίας 2004/18/ΕΚ·

γ)

5 278 000 ευρώ, για τις συμβάσεις έργων».

45)

Στο άρθρο 162 το στοιχείο α) αντικαθίσταται ως εξής:

«α)

είτε ένας ευρωπαϊκός οργανισμός με αποστολή την εκπαίδευση, την κατάρτιση, την ενημέρωση, την καινοτομία ή την έρευνα και τη μελέτη των ευρωπαϊκών πολιτικών, καθώς και κάθε δραστηριότητα που συμβάλλει στην προώθηση της ιθαγένειας ή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είτε ένας ευρωπαϊκός οργανισμός τυποποίησης».

46)

Στο άρθρο 164 παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος 1α:

«1α.   Η σύμβαση επιδότησης είναι δυνατόν να προβλέπει τους κανόνες και τις προθεσμίες αναστολής κατά το άρθρο 183».

47)

Στο άρθρο 165 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Στην περίπτωση των λειτουργικών επιδοτήσεων προς οργανισμούς που επιδιώκουν σκοπούς γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, η Επιτροπή έχει το δικαίωμα να ανακτήσει το ποσοστό επί των ετήσιων κερδών που αντιστοιχεί στην κοινοτική συνεισφορά στον προϋπολογισμό λειτουργίας του εκάστοτε οργανισμού οσάκις ο οργανισμός αυτός χρηματοδοτείται και από δημόσιους φορείς, οι οποίοι επίσης πρέπει να ανακτούν το ποσοστό επί των ετήσιων κερδών που αντιστοιχεί στη συνεισφορά τους. Για τους σκοπούς του υπολογισμού του προς ανάκτηση ποσού, δεν λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό που αντιστοιχεί στις συνεισφορές σε είδος στον προϋπολογισμό λειτουργίας».

48)

Στην παράγραφο 1 του άρθρου 168, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται ως εξής:

«γ)

προς όφελος οργανισμών που κατέχουν θέση μονοπωλίου, εκ των πραγμάτων ή εκ του νόμου, με τη δέουσα αιτιολόγηση στην αντίστοιχη απόφαση χρηματοδότησης·».

49)

Το άρθρο 172 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να αποδεχθεί και συγχρηματοδότηση σε είδος, εάν τούτο κρίνεται ενδεδειγμένο ή αναγκαίο».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Για επιδοτήσεις με συνολικό ύψος κατώτερο ή ίσο των 25 000 ευρώ, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν, ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιεί, να παραιτηθεί από την απαίτηση τεκμηρίωσης της συγχρηματοδότησης σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Σε περίπτωση πολλαπλών επιδοτήσεων προς τον ίδιο δικαιούχο κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους, το όριο των 25 000 ευρώ ισχύει για το συνολικό ύψος των επιδοτήσεων».

50)

Το άρθρο 173 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Η αίτηση καταδεικνύει τη νομική υπόσταση και τη χρηματοδοτική και επιχειρησιακή ικανότητα του αιτούντος να φέρει σε πέρας την προτεινόμενη ενέργεια ή πρόγραμμα εργασίας, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 176 παράγραφος 4.

Προς τούτο, ο αιτών υποβάλλει υπεύθυνη δήλωση και, για τις αιτήσεις επιδότησης ύψους ανώτερου των 25 000 ευρώ, κάθε άλλο δικαιολογητικό που ζητείται από τον αρμόδιο διατάκτη, ανάλογα με την ανάλυση κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος. Η απαίτηση αυτών των εγγράφων επισημαίνεται στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

Στα δικαιολογητικά μπορεί να περιλαμβάνεται ιδίως ο λογαριασμός εσόδων/εξόδων και ο ισολογισμός του τελευταίου οικονομικού έτους που έκλεισε».

β)

H παράγραφος 4 τροποποιείται ως εξής:

i)

Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οσάκις η αίτηση αναφέρεται σε επιδότηση ενέργειας που υπερβαίνει τα 500 000 ευρώ, ή λειτουργική επιδότηση που υπερβαίνει τα 100 000 ευρώ, υποβάλλεται έκθεση λογιστικού ελέγχου εκ μέρους εγκεκριμένου εξωτερικού λογιστή. Η έκθεση αυτή πιστοποιεί τους λογαριασμούς του τελευταίου οικονομικού έτους για το οποίο υπάρχουν στοιχεία».

ii)

Το τέταρτο και το πέμπτο εδάφιο αντικαθίστανται ως εξής:

«Σε περίπτωση εταιρικής σχέσης κατά το άρθρο 163, η έκθεση λογιστικού ελέγχου στην οποία αναφέρεται το πρώτο εδάφιο, και η οποία καλύπτει τα δύο τελευταία οικονομικά έτη για τα οποία υπάρχουν στοιχεία, πρέπει να υποβάλλεται πριν συναφθεί η συμφωνία-πλαίσιο.

Ο αρμόδιος διατάκτης μπορεί, ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος, να παραιτηθεί από την απαίτηση του λογιστικού ελέγχου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο έναντι των ιδρυμάτων δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και των δικαιούχων που έχουν αναλάβει από κοινού και εις ολόκληρο ευθύνες, στην περίπτωση συμβάσεων με περισσότερους του ενός δικαιούχους».

iii)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται για τους δημόσιους και τους διεθνείς οργανισμούς στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 43 παράγραφος 2».

51)

Το άρθρο 176 αντικαθίσταται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Η χρηματοδοτική και η επιχειρησιακή ικανότητα επαληθεύονται βάσει ανάλυσης των δικαιολογητικών στα οποία αναφέρεται το άρθρο 173 και τα οποία ζητούνται από τον αρμόδιο διατάκτη στην πρόσκληση υποβολής προτάσεων».

β)

Στην παράγραφο 4, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η επαλήθευση της χρηματοδοτικής ικανότητας σύμφωνα με την παράγραφο 3 δεν εφαρμόζεται για τα φυσικά πρόσωπα που λαμβάνουν υποτροφία σπουδών, για τους δημόσιους και για τους διεθνείς οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 43 παράγραφος 2».

52)

Το άρθρο 179 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 179

Ενημέρωση των αιτούντων

(Άρθρο 116 του δημοσιονομικού κανονισμού)

Η ενημέρωση των αιτούντων γίνεται το ταχύτερο δυνατόν, και σε κάθε περίπτωση εντός 15 ημερολογιακών ημερών από την κοινοποίηση στους δικαιούχους της απόφασης χρηματοδότησης».

53)

Το άρθρο 180 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Για κάθε επιδότηση, η προχρηματοδότηση είναι δυνατόν να υποδιαιρείται σε δόσεις.

Η πλήρης καταβολή νέας προχρηματοδότησης υπόκειται στον όρο της απορρόφησης τουλάχιστον του 70 % του συνολικού ποσού κάθε προηγούμενης προχρηματοδότησης.

Οσάκις η απορρόφηση προηγούμενης προχρηματοδότησης υπολείπεται του 70 %, το ύψος της νέας πληρωμής προχρηματοδότησης μειώνεται κατά το μη απορροφηθέν μέρος της προηγούμενης προχρηματοδότησης.

Μαζί με την αίτησή του για νέα πληρωμή, ο δικαιούχος υποβάλλει αναλυτικό λογαριασμό των εξόδων στα οποία έχει υποβληθεί».

β)

Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

Το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να ζητήσει, ως συνοδευτικό κάθε πληρωμής και βάσει της αξιολόγησης κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος, πιστοποιητικό των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και των υποκείμενων λογαριασμών εκ μέρους εγκεκριμένου ελεγκτή ή, σε περίπτωση δημόσιου οργανισμού, εκ μέρους αρμόδιου και ανεξάρτητου δημόσιου λειτουργού. Στην περίπτωση των επιδοτήσεων συγκεκριμένης ενέργειας και των λειτουργικών επιδοτήσεων, το ως άνω πιστοποιητικό επισυνάπτεται στην αίτηση πληρωμής. Το πιστοποιητικό αυτό βεβαιώνει, σύμφωνα με μέθοδο εγκεκριμένη από τον αρμόδιο, ότι τα έξοδα που δηλώνονται από τον δικαιούχο στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις και στα οποία βασίζεται η αίτηση πληρωμής είναι πραγματικά, ακριβή και επιλέξιμα σύμφωνα με τη σύμβαση επιδότησης».

ii)

Στο δεύτερο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται ως εξής:

«Εκτός από την περίπτωση των κατ’ αποκοπή ποσών και των χρηματοδοτήσεων ενιαίου συντελεστή, το πιστοποιητικό των χρηματοοικονομικών καταστάσεων και των υποκείμενων λογαριασμών είναι υποχρεωτικό για τις ενδιάμεσες πληρωμές ανά οικονομικό έτος και για τις πληρωμές υπολοίπου στις ακόλουθες περιπτώσεις:»

iii)

Στο τρίτο εδάφιο, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται ως εξής:

«Ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν και να παραιτηθεί από την απαίτηση υποβολής πιστοποιητικού για τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις και τους υποκείμενους λογαριασμούς στην περίπτωση:».

54)

Το άρθρο 182 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Με σκοπό τον περιορισμό των χρηματοδοτικών κινδύνων που συνδέονται με την καταβολή προχρηματοδότησης, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν, βάσει της αξιολόγησης κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος, είτε να ζητήσει από τον δικαιούχο να καταθέσει εκ των προτέρων εγγύηση καλύπτουσα έως το ποσό της προχρηματοδότησης, είτε να υποδιαιρέσει τις πληρωμές σε δόσεις.

Ωστόσο, για τις επιδοτήσεις με ύψος ίσο ή μικρότερο των 10 000 ευρώ, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να ζητήσει από τον δικαιούχο να καταθέσει εκ των προτέρων εγγύηση μόνο σε δεόντως τεκμηριωμένες περιπτώσεις.

Τέτοια εγγύηση είναι δυνατόν να ζητηθεί από τον αρμόδιο διατάκτη, βάσει της αξιολόγησης κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος, υπό το φως της μεθόδου χρηματοδότησης που προβλέπεται στη σύμβαση επιδότησης.

Οσάκις ζητείται εγγύηση, αυτή υπόκειται στην αξιολόγηση και στην αποδοχή εκ μέρους του αρμόδιου διατάκτη».

β)

Στην παράγραφο 2, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Οσάκις η προχρηματοδότηση υπερβαίνει το 80 % του συνολικού ύψους της επιδότησης, και εάν υπερβαίνει και τα 60 000 ευρώ, απαιτείται η κατάθεση εγγύησης».

55)

Τα άρθρα 195, 196, 197, 198, 200 και 202 καταργούνται.

56)

Το άρθρο 211 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 211

Συμφωνία λογαριασμών

(Άρθρο 135 του δημοσιονομικού κανονισμού)

1.   Τα δεδομένα του γενικού καθολικού τηρούνται και οργανώνονται κατά τρόπο που να τεκμηριώνει το περιεχόμενο κάθε λογαριασμού που περιλαμβάνεται στο ισοζύγιο του καθολικού.

2.   Όσον αφορά το βιβλίο απογραφής των παγίων στοιχείων του ενεργητικού, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 220 έως 227».

57)

Το άρθρο 212 καταργείται.

58)

Στο άρθρο 213 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, το τέταρτο εδάφιο αντικαθίσταται ως εξής:

«Η συναλλαγματική ισοτιμία που χρησιμοποιείται για τη μετατροπή μεταξύ ευρώ και ενός άλλου νομίσματος με σκοπό την κατάρτιση του ισολογισμού της 31ης Δεκεμβρίου του έτους Ν είναι εκείνη της τελευταίας εργάσιμης ημέρας του έτους Ν».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 3:

«3.   Οι λογιστικοί κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 133 του δημοσιονομικού κανονισμού εξειδικεύουν τους κανόνες μετατροπής και επανεκτίμησης που είναι αναγκαίοι για τους σκοπούς της λογιστικής βάσει της αυτοτέλειας των οικονομικών ετών».

59)

Το άρθρο 222 αντικαθίσταται ως εξής:

«Άρθρο 222

Εγγραφές των περιουσιακών στοιχείων στο βιβλίο απογραφής

(Άρθρο 138 του δημοσιονομικού κανονισμού)

Εγγράφονται στο βιβλίο απογραφής και καταχωρούνται στους λογαριασμούς παγίων στοιχείων ενεργητικού όλα τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία αγοράζονται για περίοδο χρήσης μεγαλύτερη του έτους, δεν είναι αναλώσιμα και των οποίων η τιμή κτήσης ή κόστους είναι μεγαλύτερη εκείνης που προσδιορίζεται με τους λογιστικούς κανόνες του άρθρου 133 του δημοσιονομικού κανονισμού».

60)

Στο άρθρο 240, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«1.   Η προκήρυξη προκαταρκτικής ενημέρωσης για τις διεθνείς προσκλήσεις υποβολής προσφορών αποστέλλεται στην Υπηρεσία Επισήμων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων το ταχύτερο δυνατόν, για τις συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών, και τα ταχύτερο δυνατόν μετά την απόφαση έγκρισης του προγράμματος για τις συμβάσεις έργων».

61)

Το άρθρο 241 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο πρώτο εδάφιο, το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«α)

συμβάσεις ύψους ίσου ή μεγαλύτερου των 200 000 ευρώ: διεθνής πρόσκληση υποβολής προσφορών, κλειστής διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 122 παράγραφος 2 και του άρθρου 240 παράγραφος 2 στοιχείο α)·».

ii)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Συμβάσεις ύψους ίσου ή μικρότερου των 5 000 ευρώ είναι δυνατόν να ανατίθενται σε μία και μοναδική προσφορά».

β)

Στην παράγραφο 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Εάν ο αριθμός των υποψηφίων που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής ή τις ελάχιστες ικανότητες είναι μικρότερος του ελάχιστου αριθμού, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να καλέσει να υποβάλουν προσφορά μόνο εκείνους τους υποψήφιους που ικανοποιούν τα ως άνω κριτήρια».

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται ως εξής:

«3.   Στη διαδικασία στην οποία αναφέρεται το στοιχείο β) της παραγράφου 1, η αναθέτουσα αρχή καταρτίζει κατάλογο με τουλάχιστον τρεις προσφέροντες, της επιλογής της. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει και περιορισμένο ανταγωνισμό, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αποκαλείται δε διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα και δεν εμπίπτει στο άρθρο 124.

Η αποσφράγιση και η αξιολόγηση των προσφορών γίνεται από κριτική επιτροπή, η οποία διαθέτει την αναγκαία τεχνική και διοικητική εμπειρογνωμοσύνη. Τα μέλη της επιτροπής αυτής οφείλουν να υπογράφουν δήλωση αμεροληψίας.

Εάν, μετά τις διαπραγματεύσεις με τους προσφέροντες, η αναθέτουσα αρχή λάβει μόνο μία προσφορά, έγκυρη από διοικητική και τεχνική άποψη, η σύμβαση είναι δυνατόν να ανατεθεί στον αντίστοιχο προσφέροντα, υπό τον όρο ότι ικανοποιούνται τα κριτήρια ανάθεσης».

62)

Το άρθρο 242 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο πρώτο εδάφιο, η πρώτη περίοδος τροποποιείται ως εξής:

η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται ως εξής:

«Για τις συμβάσεις υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές είναι δυνατόν να προσφύγουν στη διαδικασία με διαπραγμάτευση βάσει μιας και μόνης προσφοράς στις ακόλουθες περιπτώσεις:»,

προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ζ):

«ζ)

οσάκις έχει αποτύχει απόπειρα εφαρμογής της διαδικασίας με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα μετά την άκαρπη χρήση σύμβασης-πλαισίου. Στην περίπτωση αυτή, και αφού ακυρωθεί η διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να διαπραγματευθεί με ένα ή περισσότερους προσφέροντες της επιλογής της, μεταξύ εκείνων που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, αρκεί να μη μεταβληθούν ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης».

ii)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οσάκις αναθέτουσα αρχή δεν είναι η Επιτροπή, η διαδικασία με διαπραγμάτευση υπόκειται στην εκ των προτέρων συγκατάθεση του αρμόδιου διατάκτη».

β)

Η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

Το στοιχείο β) του πρώτου εδαφίου αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

πρόσθετες υπηρεσίες που συνίστανται στην επανάληψη παρόμοιων υπηρεσιών που είχαν ανατεθεί στον ανάδοχο της αρχικής σύμβασης, υπό τον όρο ότι:

i)

η ανάθεση της αρχικής σύμβασης είχε αποτελέσει το αντικείμενο προκήρυξης διαγωνισμού, και ότι η δυνατότητα προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση για τις νέες προς παροχή υπηρεσίες και το προεκτιμώμενο κόστος τους αναφέρονταν σαφώς στη δημοσιευθείσα προκήρυξη της αρχικής σύμβασης·

ii)

η επέκταση της σύμβασης γίνεται μία και μοναδική φορά, και τούτο για ποσό και για διάρκεια που δεν υπερβαίνουν το ποσό και τη διάρκεια της αρχικής σύμβασης».

ii)

Το δεύτερο εδάφιο απαλείφεται.

63)

Το άρθρο 243 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο πρώτο εδάφιο, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:

«α)

συμβάσεις ύψους ίσου ή ανώτερου των 150 000 ευρώ: διεθνής πρόσκληση υποβολής προσφορών, ανοικτής διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 122 παράγραφος 2 και του άρθρου 240 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

β)

συμβάσεις ύψους ίσου ή ανώτερου των 30 000 ευρώ, αλλά κατώτερου των 150 000 ευρώ: ανοικτή πρόσκληση υποβολής προσφορών, σε τοπικό επίπεδο, κατά την έννοια του άρθρου 122 παράγραφος 2 και του άρθρου 240 παράγραφος 2 στοιχείο β)·».

ii)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Συμβάσεις ύψους κατώτερου ή ίσου των 5 000 ευρώ είναι δυνατόν να ανατεθούν βάσει και μιας μόνο προσφοράς».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται ως εξής:

«2.   Στη διαδικασία στην οποία αναφέρεται το στοιχείο γ) της παραγράφου 1, η αναθέτουσα αρχή καταρτίζει κατάλογο με τουλάχιστον τρεις προσφέροντες, της επιλογής της. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει και περιορισμένο ανταγωνισμό, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αποκαλείται δε διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα που δεν εμπίπτει στο άρθρο 124.

Η αποσφράγιση και η αξιολόγηση των προσφορών γίνεται από κριτική επιτροπή, η οποία διαθέτει την αναγκαία τεχνική και διοικητική εμπειρογνωμοσύνη. Τα μέλη της επιτροπής αυτής οφείλουν να υπογράφουν δήλωση αμεροληψίας.

Εάν, μετά τις διαπραγματεύσεις με τους προμηθευτές, η αναθέτουσα αρχή λάβει μόνο μία προσφορά, έγκυρη από διοικητική και τεχνική άποψη, η σύμβαση είναι δυνατόν να ανατεθεί στον αντίστοιχο προμηθευτή, υπό τον όρο ότι ικανοποιούνται τα κριτήρια ανάθεσης».

64)

Η παράγραφος 1 του άρθρου 244 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Οι συμβάσεις προμηθειών είναι δυνατόν να ανατίθενται με διαδικασία με διαπραγμάτευση βάσει μιας και μόνης προσφοράς στις ακόλουθες περιπτώσεις:».

β)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο ε):

«ε)

οσάκις απέτυχαν δύο απόπειρες εφαρμογής της διαδικασίας με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα, δηλαδή οσάκις δεν υπεβλήθη καμία προσφορά έγκυρη από άποψη διοικητική και τεχνική, ή που να αξίζει να επιλεγεί από άποψη ποιότητας ή/και οικονομική. Στην περίπτωση αυτή, και αφού ακυρωθεί η διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να διαπραγματευθεί με ένα ή περισσότερους προσφέροντες της επιλογής της, μεταξύ εκείνων που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, αρκεί να μη μεταβληθούν ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης».

γ)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οσάκις αναθέτουσα αρχή δεν είναι η Επιτροπή, η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση υπόκειται στην εκ των προτέρων συγκατάθεση του αρμόδιου διατάκτη».

65)

Το άρθρο 245 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

i)

Στο πρώτο εδάφιο, τα στοιχεία α) και β) αντικαθίστανται από τα ακόλουθα:

«α)

συμβάσεις ύψους ίσου ή ανώτερου των 5 000 000 ευρώ:

i)

κατ’ αρχήν, διεθνής πρόσκληση υποβολής προσφορών, ανοικτής διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 122 παράγραφος 2 και του άρθρου 240 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

ii)

κατ’ εξαίρεση, λαμβανομένης υπόψη της ιδιαιτερότητας ορισμένων εργασιών και αφού προηγηθεί η συγκατάθεση του αρμόδιου διατάκτη, εφόσον αναθέτουσα αρχή δεν είναι η Επιτροπή, διεθνής πρόσκληση υποβολής προσφορών, κλειστής διαδικασίας, κατά την έννοια του άρθρου 122 παράγραφος 2 και του άρθρου 240 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

β)

συμβάσεις ύψους ίσου ή ανώτερου των 300 000 ευρώ, αλλά κατώτερου των 5 000 000 ευρώ: ανοικτή πρόσκληση υποβολής προσφορών, σε τοπικό επίπεδο, κατά την έννοια του άρθρου 122 παράγραφος 2 και του άρθρου 240 παράγραφος 2 στοιχείο β)·».

ii)

Το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«Συμβάσεις ύψους κατώτερου ή ίσου των 5 000 ευρώ είναι δυνατόν να ανατεθούν βάσει και μιας μόνο προσφοράς».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«2.   Στην διαδικασία στην οποία αναφέρεται το στοιχείο γ) της παραγράφου 1, η αναθέτουσα αρχή καταρτίζει κατάλογο με τουλάχιστον τρεις εργολήπτες, της επιλογής της. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει και περιορισμένο ανταγωνισμό, χωρίς δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, αποκαλείται δε διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα και δεν εμπίπτει στο άρθρο 124.

Η αποσφράγιση και η αξιολόγηση των προσφορών γίνεται από κριτική επιτροπή, η οποία διαθέτει την αναγκαία τεχνική και διοικητική εμπειρογνωμοσύνη. Τα μέλη της επιτροπής αυτής οφείλουν να υπογράφουν δήλωση αμεροληψίας.

Εάν, μετά τις διαπραγματεύσεις με τους εργολήπτες, η αναθέτουσα αρχή λάβει μόνο μία προσφορά, έγκυρη από διοικητική και τεχνική άποψη, η σύμβαση είναι δυνατόν να ανατεθεί στον αντίστοιχο εργολήπτη, υπό τον όρο ότι ικανοποιούνται τα κριτήρια ανάθεσης».

66)

Στο άρθρο 246 η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το πρώτο εδάφιο τροποποιείται ως εξής:

i)

Η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από την ακόλουθη:

«Οι συμβάσεις έργων είναι δυνατόν να ανατίθενται με διαδικασία με διαπραγμάτευση βάσει μιας και μοναδικής προσφοράς στις ακόλουθες περιπτώσεις:».

ii)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο δ):

«δ)

οσάκις απέτυχαν δύο απόπειρες εφαρμογής της διαδικασίας με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα, δηλαδή οσάκις δεν υπεβλήθη καμία προσφορά έγκυρη από άποψη διοικητική και τεχνική, ή που να αξίζει να επιλεγεί από άποψη ποιότητας ή/και οικονομική. Στην περίπτωση αυτή, και αφού ακυρωθεί η διαδικασία με διαπραγμάτευση ανταγωνιστικού χαρακτήρα, η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να διαπραγματευθεί με ένα ή περισσότερους προσφέροντες της επιλογής της, μεταξύ εκείνων που ανταποκρίθηκαν στην πρόσκληση υποβολής προσφορών, αρκεί να μη μεταβληθούν ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης».

β)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οσάκις αναθέτουσα αρχή δεν είναι η Επιτροπή, η προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση υπόκειται στην εκ των προτέρων συγκατάθεση του αρμόδιου διατάκτη».

67)

Στο άρθρο 250, οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται ως εξής:

«3.   Οσάκις η προχρηματοδότηση υπερβαίνει τα 150 000 ευρώ, απαιτείται η κατάθεση εγγύησης. Ωστόσο, οσάκις ο αντισυμβαλλόμενος είναι δημόσια οντότητα, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να παραιτηθεί από την απαίτηση εγγύησης, ανάλογα με την αξιολόγηση κινδύνων που πραγματοποιεί ο ίδιος.

Η εγγύηση ελευθερώνεται όταν και εφόσον η προχρηματοδότηση αφαιρεθεί από τις ενδιάμεσες πληρωμές ή τις πληρωμές υπολοίπου προς τον ανάδοχο σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης.

4.   Εγγύηση καλής εκτέλεσης είναι δυνατόν να απαιτείται από την αναθέτουσα αρχή για ποσό που καθορίζεται στον φάκελο του διαγωνισμού και αντιστοιχεί σε ποσοστό μεταξύ 5 % και 10 % του συνολικού ύψους της σύμβασης. Η εγγύηση αυτή προσδιορίζεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων, όπως είναι το είδος και το ύψος της σύμβασης.

Ωστόσο, η εγγύηση απαιτείται οσάκις σημειώνεται υπέρβαση των ακόλουθων ορίων:

i)

345 000 ευρώ, για τις συμβάσεις έργων,

ii)

150 000 ευρώ, για τις συμβάσεις προμηθειών.

Η ως άνω εγγύηση ισχύει τουλάχιστον μέχρι την οριστική παραλαβή των προμηθειών ή των έργων. Σε περίπτωση κακής εκτέλεσης της σύμβασης, καταπίπτει ολόκληρη η εγγύηση αυτή».

68)

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 252 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ωστόσο, η επιτροπή αξιολόγησης ή η αναθέτουσα αρχή είναι δυνατόν να ζητήσει από τους υποψήφιους ή προσφέροντες την υποβολή πρόσθετων στοιχείων ή τη διευκρίνιση των δικαιολογητικών που έχουν υποβληθεί σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής και αποκλεισμού, και τούτο εντός προθεσμίας που αυτές καθορίζουν τηρώντας και την αρχή της ίσης μεταχείρισης».

69)

Στο άρθρο 257 πρώτο εδάφιο, το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο:

«γ)

η Υπηρεσία Επιλογής Προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και η Ευρωπαϊκή Σχολή Δημόσιας Διοίκησης, η οποία υπάγεται διοικητικά σε αυτήν·».

70)

Στο άρθρο 260 απαλείφεται το δεύτερο εδάφιο.

71)

Στο άρθρο 262 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι δημοσιονομικές δεσμεύσεις που αντιστοιχούν σε διοικητικές πιστώσεις κατηγορίας κοινής σε όλους τους τίτλους, και οι οποίες υπόκεινται σε συνολική διαχείριση, είναι δυνατόν να εγγράφονται συνολικά στη λογιστική του προϋπολογισμού βάσει της συνοπτικής ταξινόμησης ανά κατηγορία που αναφέρεται στο άρθρο 27.

Οι αντίστοιχες δαπάνες εγγράφονται στις γραμμές κάθε τίτλου του προϋπολογισμού σύμφωνα με την κατανομή που ισχύει και για τις πιστώσεις».

72)

Στο άρθρο 264 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Ωστόσο, οσάκις για τις πράξεις σε τρίτες χώρες δεν είναι δυνατή η χρήση καμιάς από τις μορφές εγγύησης μίσθωσης, ο αρμόδιος διατάκτης είναι δυνατόν να αποδεχθεί άλλη μορφή εγγύησης, υπό τον όρο ότι αυτή εξασφαλίζει ισοδύναμη προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Κοινοτήτων».

73)

Στο άρθρο 271, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται ως εξής:

«1.   Τα κατώτατα όρια και ποσά που προβλέπονται στα άρθρα 54, 67, 119, 126, 128, 129, 130, 135, 151, 152, 164, 172, 173, 180, 181, 182, 226, 241, 243, 245 και 250 αναπροσαρμόζονται κάθε τρία έτη σε συνάρτηση με τις διακυμάνσεις του δείκτη τιμών καταναλωτή στην Κοινότητα.

2.   Τα κατώτατα όρια στα οποία αναφέρεται το άρθρο 157 στοιχείο β) και το άρθρο 158 παράγραφος 1, σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις, αναπροσαρμόζονται ανά διετία δυνάμει του άρθρου 78 παράγραφος 1 της οδηγίας 2004/18/ΕΚ».

Άρθρο 2

Οι διαδικασίες δημοσίων συμβάσεων και επιδοτήσεων που άρχισαν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος κανονισμού εξακολουθούν να υπάγονται στους κανόνες που ίσχυαν κατά την έναρξη των διαδικασιών αυτών.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Dalia GRYBAUSKAITĖ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 248 της 16.9.2002, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 357 της 31.12.2002, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1261/2005 (ΕΕ L 201 της 2.8.2005, σ. 3).

(3)  ΕΕ L 134 της 30.4.2004, σ. 114. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2083/2005 της Επιτροπής (ΕΕ L 333 της 20.12.2005, σ. 28).

(4)  ΕΕ L 37 της 10.2.2005, σ. 14.


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/22


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1249/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

σχετικά με τη συμπληρωματική ποσότητα ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου καταγωγής κρατών ΑΚΕ και Ινδίας για τον εφοδιασμό των εργοστασίων ραφιναρίσματος κατά την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2006 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, για την κοινή οργάνωση των αγορών στον τομέα της ζάχαρης (1), και ιδίως το άρθρο 29 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 29 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 ορίζει ότι κατά τις περιόδους εμπορίας 2006/07, 2007/08 και 2008/09 για να εξασφαλιστεί ο επαρκής εφοδιασμός των κοινοτικών εργοστασίων ραφιναρίσματος ζάχαρης, πρόκειται να ανασταλεί η επιβολή εισαγωγικών δασμών στη συμπληρωματική ποσότητα ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου των κρατών που αναφέρονται στο παράρτημα VI του εν λόγω κανονισμού.

(2)

Η εν λόγω συμπληρωματική ποσότητα πρέπει να υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 19 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 950/2006 της Επιτροπής της 28ης Ιουνίου 2006 για τον καθορισμό, για τις περιόδους εμπορίας 2006/07, 2007/08 και 2008/09, των λεπτομερειών εφαρμογής για την εισαγωγή και το ραφινάρισμα προϊόντων του τομέα της ζάχαρης στο πλαίσιο ορισμένων δασμολογικών ποσοστώσεων και προτιμησιακών συμφωνιών (2), βάσει του κοινοτικού ισοζυγίου προβλέψεων εφοδιασμού ακατέργαστης ζάχαρης. Για την περίοδο εμπορίας 2006/07, το ισοζύγιο αποδεικνύει την ανάγκη εισαγωγής συμπληρωματικής ποσότητας ακατέργαστης ζάχαρης ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες εφοδιασμού των κοινοτικών εργοστασίων ραφιναρίσματος.

(3)

Για να εξασφαλισθεί ότι τα εργοστάσια ραφιναρίσματος εντός της Κοινότητας διαθέτουν επαρκείς ποσότητες ακατέργαστης ζάχαρης προκειμένου να ικανοποιήσουν τις παραδοσιακές ανάγκες εφοδιασμού τους, η συμπληρωματική ποσότητα πρέπει να κατανεμηθεί μεταξύ των σχετικών τρίτων χωρών κατά τρόπο που να διασφαλίζει τον πλήρη εφοδιασμό. Για την Ινδία, κρίνεται σκόπιμο να διατηρηθεί ετήσια ποσότητα 10 000 τόνων, παρεκτεινόμενη σε 12 500 τόνους, για να ληφθεί υπόψη η περίοδος των 15 μηνών της περιόδου εμπορίας 2006/07. Όσον αφορά τις υπόλοιπες ανάγκες εφοδιασμού, πρέπει να καθοριστεί συνολική ποσότητα για τα κράτη ΑΚΕ, τα οποία συλλογικά ανέλαβαν να εφαρμόσουν μεταξύ τους διαδικασίες για την κατανομή των ποσοτήτων ώστε να εξασφαλισθεί ο κατάλληλος εφοδιασμός των βιομηχανιών ραφιναρίσματος.

(4)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης ζάχαρης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Για την περίοδο από την 1η Ιουλίου 2006 έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2007, η συμπληρωματική ποσότητα ακατέργαστης ζάχαρης ζαχαροκάλαμου για ραφινάρισμα του κωδικού ΣΟ 1701 11 10, όπως αναφέρεται στο άρθρο 29 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006, ανέρχεται σε:

α)

70 000 εκφραζόμενους σε λευκή ζάχαρη καταγωγής των κρατών που αναφέρονται στο παράρτημα VI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006, εκτός της Ινδίας·

β)

12 500 τόνους εκφραζόμενους σε λευκή ζάχαρη καταγωγής Ινδίας.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 1.


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/23


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1250/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 ο οποίος θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου όσον αφορά τα καθεστώτα στήριξης που προβλέπονται στους τίτλους IV και IVα του εν λόγω κανονισμού και τη χρήση των εκτάσεων γης που προκύπτουν από την παύση καλλιέργειας για την παραγωγή πρώτων υλών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με τη θέσπιση κοινών κανόνων για τα καθεστώτα άμεσης στήριξης στα πλαίσια της κοινής γεωργικής πολιτικής, τη θέσπιση ορισμένων καθεστώτων στήριξης για τους γεωργούς και την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 2019/93, (ΕΚ) αριθ. 1452/2001, (ΕΚ) αριθ. 1453/2001, (ΕΚ) αριθ. 1454/2001, (ΕΚ) αριθ. 1868/94, (ΕΚ) αριθ. 1251/1999, (ΕΚ) αριθ. 1254/1999, (ΕΚ) αριθ. 1673/2000, (ΕΟΚ) αριθ. 2358/71 και (ΕΚ) αριθ. 2529/2001 (1), και ιδίως το άρθρο 145 αυτού,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 της Επιτροπής (2) θεσπίζει τους λεπτομερείς κανόνες εφαρμογής όσον αφορά τα καθεστώτα συνδεόμενης με την παραγωγή στήριξης που προβλέπονται στους τίτλους IV και IVα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 καθώς και τη χρήση των εκτάσεων γης που προκύπτουν από την παύση καλλιέργειας για την παραγωγή πρώτων υλών βάσει του καθεστώτος ενιαίας ενίσχυσης που προβλέπει ο τίτλος III αυτού του κανονισμού και βάσει των στρεμματικών ενισχύσεων αροτραίων καλλιεργειών που προβλέπει το κεφάλαιο 10 του τίτλου IV του ίδιου κανονισμού.

(2)

Το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 καθορίζει τα στοιχεία που πρέπει να κοινοποιούνται στην Επιτροπή εκ μέρους των κρατών μελών και τις διάφορες ημερομηνίες κοινοποίησής τους. Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 προβλέπει επίσης ότι θα πρέπει να κοινοποιούνται πρόσθετες πληροφορίες σχετικά με τα διάφορα καθεστώτα ενίσχυσης. Για λόγους απλοποίησης κρίνεται σκόπιμο να διευκρινιστεί ποιές πληροφορίες πρέπει να διαβιβάζονται στην Επιτροπή κατά τη διάρκεια του έτους.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 64 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 «ως παύση καλλιέργειας γαιών» θεωρείται η θέση εκτός καλλιέργειας μιας έκτασης που είναι επιλέξιμη για τη χορήγηση στρεμματικών ενισχύσεων βάσει του άρθρου 108 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003. Προκειμένου να καλύπτονται όλα τα καθεστώτα παύσης καλλιέργειας γαιών που προβλέπονται από το άρθρο 107 του εν λόγω κανονισμού, κρίνεται σκόπιμο να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής αυτού του ορισμού και πέραν της παραγράφου 1 του άρθρου 107.

(4)

Το άρθρο 171γι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 προβλέπει ότι το βάρος του καπνού βάσει του οποίου υπολογίζεται η ενίσχυση θα πρέπει να προσαρμόζεται, στις περιπτώσεις που το ποσοστό υγρασίας διαφέρει των επιπέδων που προβλέπει το παράρτημα XXVIII αυτού του κανονισμού για την εν λόγω ποικιλία. Τα επίπεδα αυτά πρέπει να προσαρμοστούν με βάση τα στοιχεία που έχουν κοινοποιήσει τα κράτη μέλη.

(5)

Κατά συνέπεια θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1973/2004.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπει ο παρών κανονισμός είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής διαχείρισης άμεσων ενισχύσεων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1973/2004 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 3

Κοινοποιήσεις

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή με ηλεκτρονικά μέσα τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

το αργότερο έως την 1η Σεπτεμβρίου του σχετικού έτους:

i)

τη συνολική έκταση για την οποία ζητήθηκε ενίσχυση όσον αφορά:

την ειδική πριμοδότηση ποιότητας για το σκληρό σίτο που προβλέπεται στο άρθρο 72 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την πριμοδότηση για πρωτεϊνούχους σπόρους που προβλέπει το άρθρο 76 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ειδική ενίσχυση για το ρύζι που προβλέπει το άρθρο 79 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για καθεμιά από τις ποικιλίες indica και japonica,

τη στρεμματική ενίσχυση για τους καρπούς με κέλυφος που προβλέπει το άρθρο 83 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ανά κατηγορία καρυόκαρπων δένδρων,

την ενίσχυση για ενεργειακές καλλιέργειες που προβλέπει το άρθρο 88 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

τις στρεμματικές ενισχύσεις για τις αροτραίες καλλιέργειες που προβλέπει το άρθρο 100 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, ανά βασική έκταση όπως αυτή προβλέπεται στο παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού, μέσω του υποδείγματος εντύπου που προβλέπεται στο παράρτημα IX του παρόντος κανονισμού,

την ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι που προβλέπει το άρθρο 110α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ενίσχυση για τους ελαιώνες που προβλέπει το άρθρο 110ζ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ανά κατηγορία,

τη στρεμματική ενίσχυση για το λυκίσκο που προβλέπει το άρθρο 110ιδ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

το καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης που προβλέπει το άρθρο 143β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

ii)

τη συνολική ποσότητα για την οποία ζητήθηκε ενίσχυση όσον αφορά:

την πριμοδότηση της γαλακτοπαραγωγής που προβλέπει το άρθρο 95 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

τις πρόσθετες ενισχύσεις στους παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων που προβλέπει το άρθρο 96 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

iii)

το συνολικό αριθμό αιτήσεων, όσον αφορά την πριμοδότηση για αιγοπρόβατα που προβλέπει το άρθρο 111 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, μέσω του υποδείγματος εντύπου που προβλέπεται στο παράρτημα XI του παρόντος κανονισμού·

β)

το αργότερο έως τις 15 Οκτωβρίου του σχετικού έτους, τη συνολική έκταση όσον αφορά:

την πριμοδότηση των πρωτεϊνούχων σπόρων που προβλέπει το άρθρο 76 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ενίσχυση για τις ενεργειακές καλλιέργειες που προβλέπει το άρθρο 88 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003·

γ)

το αργότερο έως τις 15 Νοεμβρίου του σχετικού έτους:

i)

τη συνολική έκταση που χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τον υπολογισμό του συντελεστή μείωσης όσον αφορά:

την ειδική πριμοδότηση ποιότητας για τον σκληρό σίτο που προβλέπει το άρθρο 72 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ειδική ενίσχυση για το ρύζι που προβλέπει το άρθρο 79 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για καθεμία από τις ποικιλίες indica και japonica καθώς και λεπτομερείς πληροφορίες ανά ποικιλία ρυζιού και ανά βασική έκταση και βασική υποέκταση, μέσω του υποδείγματος εντύπου που προβλέπεται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού,

τη στρεμματική ενίσχυση για τους καρπούς με κέλυφος που προβλέπει το άρθρο 83 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ανά κατηγορία καρυόκαρπων δένδρων,

τη στρεμματική ενίσχυση για τις αροτραίες καλλιέργειες που προβλέπει το άρθρο 100 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, ανά βασική έκταση όπως προβλέπει το παράρτημα IV του παρόντος κανονισμού, μέσω του υποδείγματος εντύπου που προβλέπει το παράρτημα IX αυτού του κανονισμού,

την ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι που προβλέπει το άρθρο 110α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ενίσχυση για τους ελαιώνες που προβλέπει το άρθρο 110ζ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ανα κατηγορία,

τη στρεμματική ενίσχυση για το λυκίσκο που προβλέπει το άρθρο 110ιδ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

το καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης που προβλέπει το άρθρο 143β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

ii)

τη συνολική ποσότητα που χρησιμοποιήθηκε ως βάση για τον υπολογισμό του συντελεστή μείωσης όσον αφορά την πριμοδότηση γαλακτοπαραγωγής που προβλέπει το άρθρο 95 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

iii)

τη συνολική ποσότητα όσον αφορά:

τις πρόσθετες ενισχύσεις στους παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων που προβλέπει το άρθρο 96 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ενίσχυση για τον καπνό που προβλέπει το άρθρο 110ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για καθεμία από τις ποικιλίες καπνού που περιλαμβάνονται στο παράρτημα XXV αυτού του κανονισμού,

iv)

το ποσό της ενίσχυσης ανά εκτάριο για κάθε κατηγορία ελαιώνων όσον αφορά την ενίσχυση για τους ελαιώνες που προβλέπει το άρθρο 110ζ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003·

δ)

το αργότερο έως τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους, το ενδεικτικό ποσό ενίσχυσης ανά χιλιόγραμμο, όσον αφορά την ενίσχυση για τον καπνό που προβλέπει το άρθρο 110ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, για κάθε ομάδα ποικιλιών καπνού που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XXV αυτού του κανονισμού και, κατά περίπτωση, για κάθε ποιοτική βαθμίδα·

ε)

το αργότερο έως τις 31 Ιουλίου του επόμενου έτους:

i)

τη συνολική έκταση για την οποία έχει καταβληθεί ενίσχυση όσον αφορά:

την ειδική πριμοδότηση ποιότητας για το σκληρό σίτο που προβλέπει το άρθρο 72 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την πριμοδότηση για πρωτεϊνούχους σπόρους που προβλέπει το άρθρο 76 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ,

την ειδική ενίσχυση για το ρύζι που προβλέπει το άρθρο 79 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για καθεμία από τις ποικιλίες indica και japonica,

τη ειδική ενίσχυση για τους καρπούς με κέλυφος που προβλέπει το άρθρο 83 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ανά κατηγορία καρυόκαρπων δένδρων,

την ενίσχυση για ενεργειακές καλλιέργειες που προβλέπει το άρθρο 88 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

τη στρεμματική ενίσχυση για τις αροτραίες καλλιέργειες που προβλέπει το άρθρο 100 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, ανά βασική έκταση όπως προβλέπει το παράρτημα IV αυτού του κανονισμού, μέσω του υποδείγματος εντύπου που προβλέπει το παράρτημα IX αυτού του κανονισμού,

την ειδική ενίσχυση για το βαμβάκι που προβλέπει το άρθρο 110α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ενίσχυση για τους ελαιώνες που προβλέπει το άρθρο 110ζ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ανά κατηγορία,

τη στρεμματική ενίσχυση για το λυκίσκο που προβλέπει το άρθρο 110ιδ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

το καθεστώς ενιαίας στρεμματικής ενίσχυσης που προβλέπει το άρθρο 143β του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

ii)

τη συνολική ποσότητα για την οποία έχει πράγματι καταβληθεί ενίσχυση:

την ενίσχυση για τα γεώμηλα αμυλοποιίας (σε ισοδύναμο αμύλου) που προβλέπει το άρθρο 93 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την πριμοδότηση γαλακτοπαραγωγής που προβλέπει το άρθρο 95 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

τις πρόσθετες ενισχύσεις για τους παραγωγούς γαλακτοκομικών προϊόντων που προβλέπει το άρθρο 96 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

την ενίσχυση για τους σπόρους που προβλέπει το άρθρο 99 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για όλα τα είδη σπόρων που περιλαμβάνονται στο παράρτημα XI του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

η ενίσχυση για τον καπνό που προβλέπει το άρθρο 110ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 για κάθε ποικιλία καπνού που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XXV αυτού του κανονισμού και για κάθε ποιότητα,

τη μεταβατική ενίσχυση για τη ζάχαρη που προβλέπει το άρθρο 110ο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003,

iii)

το τελικό ποσό ενίσχυσης ανά χιλιόγραμμο για τον καπνό που προβλέπει το άρθρο 110ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, για κάθε ομάδα ποικιλιών καπνού που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XXV αυτού του κανονισμού και, κατά περίπτωση, για κάθε ποιοτική βαθμίδα,

iv)

το συνολικό αριθμό πριμοδοτήσεων αιγοπροβάτων, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 111 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, μέσω του υποδείγματος εντύπου που περιλαμβάνεται στο παράρτημα XII αυτού του κανονισμού.

2.   Στις κοινοποιήσεις που προβλέπει η παράγραφος 1, οι εκτάσεις δηλώνονται σε εκτάρια με ακρίβεια δύο δεκαδικών ψηφίων και οι ποσότητες δηλώνονται σε τόνους με ακρίβεια τριών δεκαδικών ψηφίων. Ο αριθμός που αφορά τις αιτήσεις δεν περιλαμβάνει δεκαδικά ψηφία.

3.   Στις περιπτώσεις που υπάρχει αλλαγή όσον αφορά τις πληροφορίες που προβλέπει η παράγραφος 1 ειδικά ως αποτέλεσμα ελέγχων ή διορθώσεων ή βελτιώσεων προηγούμενων ποσών θα πρέπει να ενημερώνεται σχετικά η Επιτροπή εντός προθεσμίας ενός μηνός από την πραγματοποίηση αυτής της μεταβολής».

2)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο συντελεστής μείωσης της έκτασης στις περιπτώσεις που προβλέπουν το άρθρο 75, το άρθρο 78 παράγραφος 2, τα άρθρα 82, 85, το άρθρο 89 παράγραφος 2, τα άρθρα 98, 143 και το άρθρο 143β παράγραφος 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 ή των ποσοτήτων και τα αντικειμενικά κριτήρια στην περίπτωση που προβλέπεται στο άρθρο 95 παράγραφος 4 του εν λόγω κανονισμού καθορίζονται το αργότερο έως τις 15 Νοεμβρίου του σχετικού έτους με βάσει τα στοιχεία που κοινοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 3 στοιχεία β) και γ) του παρόντος κανονισμού.».

β)

Η παράγραφος 2 διαγράφεται.

3)

Στο άρθρο 14, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, έως την 1η Σεπτεμβρίου το αργότερο, τον πίνακα με τις ποικιλίες που έχουν καταχωρισθεί στον εθνικό κατάλογο και ταξινομηθεί σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στο σημείο 2 του παραρτήματος Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1785/2003 του Συμβουλίου (3) σε περίπτωση τροποποίησης αυτού του πίνακα.

2.   Για τη Γαλλική Γουιάνα, οι πληροφορίες που αφορούν τις εκτάσεις που προβλέπει το άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) περίπτωση i κοινοποιούνται με βάση το μέσο όρο των εκτάσεων που έχουν σπαρθεί και κατά τους δύο κύκλους σποράς, όπως προβλέπεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 12.

4)

Στο άρθρο 44, η δεύτερη παράγραφος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι πληροφορίες αυτές αφορούν τα εξής:

α)

τις εκτάσεις για κάθε είδος πρώτης ύλης·

β)

τις ποσότητες για κάθε τύπο πρώτης ύλης και τελικού προϊόντος.».

5)

Στο άρθρο 62, το εισαγωγικό εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Για τους σκοπούς του άρθρου 102 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 καθορίζουν, το αργότερο έως την 1η Σεπτεμβρίου κάθε έτους για το οποίο ζητείται στρεμματική ενίσχυση, τα εξής:».

6)

Το άρθρο 64 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 64

Ορισμός

Για τους σκοπούς του άρθρου 107 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003, ως παύση καλλιέργειας γαιών νοείται η θέση εκτός καλλιέργειας εκτάσεων που είναι επιλέξιμες για τη χορήγηση στρεμματικών ενισχύσεων βάσει του άρθρου 108 αυτού του κανονισμού.».

7)

Το άρθρο 69 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 69

Κοινοποιήσεις

Όπου διαπιστώνεται ότι σημειώθηκε υπέρβαση των εκτάσεων που προβλέπουν τα άρθρα 59 και 60, το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος καθορίζει το οριστικό ποσοστό της υπέρβασης πάραυτα και το αργότερο έως τις 15 Νοεμβρίου του εξεταζόμενου έτους και το κοινοποιεί στην Επιτροπή το αργότερο μέχρι την 1η Δεκεμβρίου του ιδίου έτους. Τα στοιχεία που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό του ποσοστού υπέρβασης κάποιας βασικής έκτασης διαβιβάζονται μέσω του εντύπου που προβλέπει το παράρτημα VI.».

8)

Το άρθρο 76 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 76

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή το αργότερο έως τις 31 Οκτωβρίου κάθε έτους όλες τις αλλαγές στον κατάλογο των γεωγραφικών περιοχών στις οποίες γίνονται εποχιακές μετακινήσεις ποιμνίων οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 114 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 και στο άρθρο 73 του εν λόγω κανονισμού.».

9)

Το άρθρο 84 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή, πριν από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους, κάθε αλλαγή όσον αφορά το μέρος των μεταβιβαζόμενων δικαιωμάτων πριμοδότησης το οποίο πρόκειται να εκχωρηθεί στο εθνικό απόθεμα σύμφωνα με το άρθρο 117 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 και, κατά περίπτωση, τα μέτρα που έχουν ληφθεί βάσει του άρθρου 117 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού.»·

β)

η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

i)

η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Τα κράτη μέλη, χρησιμοποιώντας τον πίνακα του παραρτήματος XIII, κοινοποιούν το αργότερο έως τις 30 Απριλίου κάθε έτους:»,

ii)

το στοιχείο ε) διαγράφεται

10)

Το άρθρο 106 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 106

Κοινοποίηση

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή πριν από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους:

α)

κάθε αλλαγή όσον αφορά τη μείωση που προβλέπεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 127 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003·

β)

κατά περίπτωση, οποιαδήποτε τροποποίηση των μέτρων που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 127 παράγραφος 2 στοιχείο α) του εν λόγω κανονισμού.

2.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή για κάθε ημερολογιακό έτος, χρησιμοποιώντας τον πίνακα του μέρους 3 του παραρτήματος XVIII, το αργότερο έως τις 31 Ιουλίου:

α)

τον αριθμό των δικαιωμάτων πριμοδότησης που έχουν επιστραφεί στο εθνικό απόθεμα χωρίς μεταβιβάσεις εκμεταλλεύσεων κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος·

β)

τον αριθμό των μη χρησιμοποιηθέντων δικαιωμάτων πριμοδότησης που προβλέπονται στο άρθρο 109 παράγραφος 2 τα οποία μεταφέρθηκαν στο εθνικό απόθεμα κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος·

γ)

τον αριθμό των δικαιωμάτων που χορηγήθηκαν βάσει του άρθρου 128 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.».

11)

Το άρθρο 131 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

το αργότερο έως την 1η Μαρτίου, όσον αφορά τις πληροφορίες που έχουν σχέση με το προηγούμενο έτος, τον αριθμό των μόσχων για τους οποίους έχει υποβληθεί αίτηση για την πριμοδότηση σφαγής προσδιορίζοντας εάν πρόκειται για ζώα που έχουν σφαγεί ή έχουν εξαχθεί·»·

β)

στην παράγραφο 2 η εισαγωγική πρόταση του στοιχείου α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«έως την 1η Φεβρουαρίου το αργότερο, για τις πληροφορίες που αφορούν το προηγούμενο έτος.»·

γ)

στην παράγραφο 3 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

έως την 1η Μαρτίου το αργότερο, όσον αφορά τις πληροφορίες για το προηγούμενο έτος, τον αριθμό των άλλων βοοειδών εκτός των μόσχων για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση πριμοδότησης της σφαγής προσδιορίζοντας εάν πρόκειται για ζώα που έχουν σφαγεί η εξαχθεί·»·

δ)

στην παράγραφο 4 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

έως την 1η Φεβρουαρίου το αργότερο, όσον αφορά τις πληροφορίες για το προηγούμενο έτος, τον αριθμό των αρσενικών βοοειδών για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση ειδικής πριμοδότησης κατά ομάδα ηλικιών και κατά τύπο ζώου (ταύροι ή βόδια)·»·

ε)

στην παράγραφο 6 το στοιχείο α) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«α)

κάθε έτος, κατά περίπτωση, έως την 1η Φεβρουαρίου το αργότερο, όσον αφορά τις πληροφορίες για το προηγούμενο έτος, τον αριθμό των ζώων για τα οποία χορηγήθηκε πράγματι πριμοδότηση σφαγής εκτός εποχής, κατανεμημένο ανάλογα με το εάν έχουν υπαχθεί στο ευεργέτημα του πρώτου ή δεύτερου τμήματος της ειδικής πριμοδότησης και ανάλογα με τον αριθμό των γεωργών που αντιστοιχεί σε καθεμία από τις δύο ομάδες ηλικιών·».

12)

Το άρθρο 169 τροποποιείται ως εξής:

α)

το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

τις ποσότητες κάθε τύπου πρώτης ύλης και τελικού προϊόντος·»·

β)

τα στοιχεία γ), δ) και ε) διαγράφονται

13)

Στο άρθρο 171αθ η εισαγωγική φράση της παραγράφου 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Πριν από τις 31 Ιανουαρίου του σχετικού έτους τα κράτη μέλη ειδοποιούν τους βαμβακοπαραγωγούς:».

14)

Το άρθρο 171βδ διαγράφεται.

15)

Το παράρτημα III αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.

16)

Το παράρτημα VI αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος II του παρόντος κανονισμού.

17)

Το παράρτημα IX αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος III του παρόντος κανονισμού.

18)

Τα παραρτήματα XI και XII αντικαθίστανται από το κείμενο του παραρτήματος IV του παρόντος κανονισμού.

19)

Το παράρτημα XIV διαγράφεται.

20)

Το παράρτημα XVIII αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος V του παρόντος κανονισμού.

21)

Το παράρτημα XXVIII αντικαθίσταται από το κείμενο του παραρτήματος VI του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1156/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 208 της 29.7.2006, σ. 3).

(2)  ΕΕ L 345 της 20.11.2004, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 660/2006 (ΕΕ L 116 της 27.4.2006, σ. 27).

(3)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 96.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΙΔΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΡΥΖΙ

αναφερόμενο στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο γ) σημείο i)

ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΕΚΤΑΣΗ που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του συντελεστή μείωσης

ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ: 15 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ ΚΑΘΕ ΕΤΟΥΣ

 

ΕΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ:

 

ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ:

(μόνο για τη Γαλλία) βασική έκταση:


Υποέκταση

Έκταση αναφοράς

(σε εκτάρια) (1)

Ποικιλία

Συνολική έκταση

(σε εκτάρια) (2)

Ονομασία υποέκτασης 1

 

Ποικιλία 1

 

Ποικιλία 2

 

Ποικιλία 3

 

 

Σύνολο

 

Ονομασία υποέκτασης 2

 

Ποικιλία 1

 

Ποικιλία 2

 

Ποικιλία 3

 

 

Σύνολο

 

Ονομασία υποέκτασης 3

 

Ποικιλία 1

 

Ποικιλία 2

 

Ποικιλία 3

 

 

Σύνολο

 

 

Ποικιλία 1

 

Ποικιλία 2

 

Ποικιλία 3

 

 

Σύνολο

 

Σύνολο

 

 

 


(1)  Άρθρο 81 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

(2)  Άρθρο 80 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.»


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

αναφερόμενο στα άρθρα 59, 60 και 69

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

αναφερόμενο στο άρθρο 3 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο i), στοιχείο γ) σημείο i) και στοιχείο ε) σημείο i)

ΣΤΡΕΜΜΑΤΙΚΕΣ ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΑΡΟΤΡΑΙΩΝ ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΩΝ

Τα στοιχεία παρουσιάζονται υπό τη μορφή μιας σειράς πινάκων οι οποίοι καταρτίζονται σύμφωνα με το παρακάτω υπόδειγμα:

μια σειρά από πίνακες οι οποίοι περιλαμβάνουν για κάθε περιφέρεια τα στοιχεία βασικής έκτασης κατά την έννοια του παραρτήματος IV του παρόντος κανονισμού,

ένας ενιαίος πίνακας ο οποίος περιλαμβάνει τα στοιχεία για κάθε κράτος μέλος.

Οι πίνακες κοινοποιούνται τόσο εγγράφως όσο και διά της ηλεκτρονικής οδού.

Παρατηρήσεις:

Κάθε πίνακας πρέπει να αναφέρει τη σχετική περιφέρεια.

Η σειρά 1 αφορά μόνο τον σκληρό σίτο ο οποίος είναι επιλέξιμος για τη συμπληρωματική στρεμματική ενίσχυση που προβλέπει το άρθρο 105 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Η σειρά 5 “Αροτραίες καλλιέργειες που δηλώθηκαν ως κτηνοτροφικές εκτάσεις για τις πριμοδοτήσεις βοοειδών και προβάτων” αφορά τις εκτάσεις που προβλέπει το άρθρο 102 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003.

Υπόδειγμα:

Καλλιέργεια

Έκταση

(εκτάρια)

Σκληρός σίτος άρθρο 105 παράγραφος 1

 

Αραβόσιτος (χωριστή βασική έκταση)

 

Άλλες καλλιέργειες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα IX του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 του Συμβουλίου

 

Εκούσια παύση καλλιέργειας, άρθρο 107 παράγραφος 6

 

Αροτραίες καλλιέργειες που δηλώθηκαν ως κτηνοτροφικές εκτάσεις για τις πριμοδοτήσεις βοοειδών και προβάτων.

 

Σύνολο»

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

«

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

αναφερόμενο στο άρθρο 3παράγραφος 1 στοιχείο ε) σημείο iv)

ΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΩΝ

ΛΗΞΗ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ: 1η ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ ΚΑΘΕ ΕΤΟΥΣ

 

ΕΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ:

 

ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ:


 

Είδος θηλυκών ζώων

Σύνολο θηλυκών ζώων

Προβατίνες κρεατοπαραγωγής

Προβατίνες γαλακτοπαραγωγής

Γίδες

Αριθμός αιτήσεων πριμοδότησης

[Άρθρο 113 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003]

 

 

 

 

Αριθμός αιτήσεων πρόσθετης πριμοδότησης  (1)

[Άρθρο 114 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003]

 

 

 

 

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

αναφερόμενο στο άρθρο 3

ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΕΙΣ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΩΝ

ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ: 31 ΙΟΥΛΙΟΥ ΚΑΘΕ ΕΤΟΥΣ

 

ΕΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ:

 

ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ:


 

Είδος θηλυκών ζώων

Σύνολο θηλυκών ζώων

Προβατίνες κρεατοπαραγωγής

Προβατίνες γαλακτοπαραγωγής

Γίδες

Αριθμός καταβληθεισών πριμοδοτήσεων

(Ζώα)

Αριθμός πρόσθετων πριμοδοτήσεων ανά ζώο  (2)

 

 

 

 

Αριθμός συμπληρωματικών πριμοδοτήσεων  (3)

 

 

 

 

Αριθμός πριμοδοτήσεων αιγοπροβάτων

 

 

 

 

»

(1)  Σύμφωνα με τα άρθρα 72 και 73 του κανονισμού (μειονεκτικές περιοχές).

(2)  Στις περιπτώσεις που εφαρμόζεται το άρθρο 71 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003 (μεταβατική περίοδος).

(3)  Σύμφωνα με τα άρθρα 72 και 73 του παρόντος κανονισμού (μειονεκτικές περιοχές).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XVIII

αναφερόμενο στο άρθρο 106 παράγραφος 3 και στο άρθρο 131

ΕΝΙΣΧΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΟΔΙΝΟ ΚΑΙ ΤΟ ΜΟΣΧΑΡΙΣΙΟ ΚΡΕΑΣ

 

ΕΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΝΙΣΧΥΣΗ:

 

ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ:

1.   ΕΙΔΙΚΗ ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΗ

Αριθμός ζώων

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Γενικό καθεστώς

Καθεστώς σφαγής

Ενιαία κατηγορία ηλικιών ή πρώτη κατηγορία ηλικιών

Δεύτερη κατηγορία ηλικιών

Και οι δύο κατηγορίες ηλικιών

Ταύροι

Βόδια

Βόδια

Βόδια

Άρθρο 131 παράγραφος 4 στοιχείο α)

1 Φεβρουαρίου 2007

1.2

Αριθμός ζώων για τα οποία ζητήθηκε ενίσχυση (ολόκληρο το έτος)

 

 

 

 

Άρθρο 131 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο i)

31 Ιουλίου 2007

1.3

Αριθμός ζώων για τα οποία έγιναν δεκτές οι αιτήσεις (ολόκληρο το έτος)

 

 

 

 

Άρθρο 131 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο ii)

31 Ιουλίου 2007

1.4

Αριθμός ζώων για τα οποία δεν έγιναν δεκτές οι αιτήσεις λόγω της εφαρμογής του ανώτατου ορίου

 

 

 

 


Αριθμός παραγωγών

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Γενικό καθεστώς

Καθεστώς σφαγής

Ενιαία κατηγορία ηλικιών ή μόνο η πρώτη κατηγορία ηλικιών

Δεύτερη κατηγορία ηλικιών

Και οι δύο κατηγορίες ηλικιών

Και οι δύο κατηγορίες ηλικιών

Άρθρο 131 παράγραφος 4 στοιχείο β) σημείο i)

31 Ιουλίου 2007

1.5

Αριθμός παραγωγών στους οποίους χορηγήθηκε πριμοδότηση

 

 

 

 

2.   ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΗ ΓΙΑ ΣΦΑΓΉ ΕΚΤΌΣ ΕΠΟΧΗΣ

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Ενιαία κατηγορία ηλικιών ή πρώτη κατηγορία ηλικιών

Δεύτερη κατηγορία ηλικιών

Και οι δύο κατηγορίες ηλικιών

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο α)

15 Σεπτεμβρίου 2006

2.1

Αριθμός ζώων για τα οποία ζητήθηκε ενίσχυση

 

 

 

2.2

Αριθμός παραγωγών

 

 

 

1 Μαρτίου 2007

2.3

Αριθμός ζώων για τα οποία έγιναν δεκτές οι αιτήσεις

 

 

 

2.4

Αριθμός παραγωγών

 

 

 

3.   ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΗ ΓΙΑ ΘΗΛΑΖΟΥΣΕΣ ΑΓΕΛΑΔΕΣ

 

Λήξη της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Κοπάδια μόνο με θηλάζουσες αγελάδες

Μικτά κοπάδια

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i)

1 Φεβρουαρίου 2007

3.2

Αριθμός ζώων για τα οποία ζητείται ενίσχυση (ολόκληρο το έτος)

 

 

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο ii)

31 Ιουλίου 2007

3.3

Αριθμός αγελάδων για τις οποίες έγιναν δεκτές οι αιτήσεις (ολόκληρο το έτος)

 

 

3.4

Αριθμός δαμαλίδων για τις οποίες έγιναν δεκτές οι αιτήσεις (ολόκληρο το έτος)

 

 

3.5

Αριθμός παραγωγών στους οποίους χορηγήθηκε πριμοδότηση (ολόκληρο το έτος)

 

 

 

 

 

 

Ποσό ανά ζώο

 

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο iii)

31 Ιουλίου 2007

3.6

Εθνική πριμοδότηση

 

 

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii)

31 Ιουλίου 2007

3.7

Αριθμός ζώων για τα οποία δεν έγιναν δεκτές οι αιτήσεις εξαιτίας της εφαρμογής του εθνικού ανώτατου ορίου για τις δαμαλίδες

 

 

4.   ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΕΚΤΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ

4.1   Εφαρμογή του ενιαίου ορίου πυκνότητας [άρθρο 132 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003]

 

Λήξη της προθεσμίας για την υποβολή των αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Ειδική πριμοδότηση

Πριμοδότηση για τις θηλάζουσες αγελάδες

Αγελάδες γαλακτοπαραγωγής

Σύνολο

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο ii)

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο iii)

31 Ιουλίου 2007

4.1.1

Αριθμός ζώων για τα οποία έγιναν δεκτές οι αιτήσεις

 

 

 

 

4.1.2

Αριθμός παραγωγών που έλαβαν ενίσχυση

 

 

 

 


4.2   Εφαρμογή των δύο ανώτατων ορίων πυκνότητας [άρθρο 132 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1782/2003]

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Ειδική πριμοδότηση

Πριμοδότηση για τις θηλάζουσες αγελάδες

Αγελάδες γαλακτοπαραγωγής

Σύνολο

1,4-1,8

< 1,4

1,4-1,8

< 1,4

1,4-1,8

< 1,4

1,4-1,8

< 1,4

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο ii)

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο iii)

31 Ιουλίου 2007

4.2.1

Αριθμός ζώων για τα οποία έγιναν δεκτές οι αιτήσεις

 

 

 

 

 

 

 

 

4.2.2

Αριθμός παραγωγών που έλαβαν ενίσχυση

 

 

 

 

 

 

 

 

5.   ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΕΙΚΤΗ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Ζώα

Παραγωγοί

Άρθρο 131 παράγραφος 6 στοιχείο β) σημείο iv)

31 Ιουλίου 2007

5

Αριθμός ζώων και παραγωγών που έλαβαν ενίσχυση, η οποία είναι ανεξάρτητη από το δείκτη πυκνότητας

 

 

6.   ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΗ ΣΦΑΓΗΣ

Αριθμός ζώων

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Σφαγή

Εξαγωγή

Ενήλικα

Μοσχάρια

Ενήλικα

Μοσχάρια

Άρθρο 131 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii)

Άρθρο 131 παράγραφος 3 στοιχείο α)

1 Μαρτίου 2007

6.2

Αριθμός ζώων για τα οποία υπεβλήθησαν αιτήσεις (ολόκληρο το έτος)

 

 

 

 

Άρθρο 131 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο iv)

Άρθρο 131 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο i)

31 Ιουλίου 2007

6.3

Αριθμός ζώων για τα οποία έγιναν δεκτές οι αιτήσεις (ολόκληρο το έτος)

 

 

 

 

Άρθρο 131 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii)

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο v)

Άρθρο 131 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο ii)

31 Ιουλίου 2007

6.4

Αριθμός ζώων για τα οποία δεν έγιναν δεκτές οι αιτήσεις εξαιτίας της εφαρμογής του ανώτατου ορίου

 

 

 

 


Αριθμός παραγωγών

 

Λήξη της προθεσμίας υποβολής αιτήσεων

Σχετική

Απαιτούμενες πληροφορίες

Σφαγή

Εξαγωγή

Ενήλικα

Μοσχάρια

Ενήλικα

Μοσχάρια

Άρθρο 131 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 131 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο iv)

Άρθρο 131 παράγραφος 3 στοιχείο β) σημείο i)

31 Ιουλίου 2007

6.5

Αριθμός παραγωγών οι οποίοι έλαβαν πριμοδότηση

 

 

 

 

ΠΟΣΑ ΠΡΙΜΟΔΟΤΗΣΕΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙ

ΛΗΞΗ ΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΔΙΑΒΙΒΑΣΗΣ: 31 ΙΟΥΛΙΟΥ ΚΑΘΕ ΕΤΟΥΣ

 

Έως το 100 % της πριμοδότησης σφαγής (μοσχάρια)

Έως το 100 % της πριμοδότησης για θηλάζουσες αγελάδες

Έως το 40 % της πριμοδότησης σφαγής (βόδια εκτός των μοσχαριών)

Έως το 100 % της πριμοδότησης σφαγής (βόδια εκτός των μοσχαριών)

Έως το 75 % της ειδικής πριμοδότησης

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1782/2003

Άρθρο 68 παράγραφος 1

Άρθρο 68 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο i)

Άρθρο 68 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii)

Άρθρο 68 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο i)

Άρθρο 68 παράγραφος 2 στοιχείο β) σημείο ii)

Καταβληθέν ποσό σε ευρώ (μετά τη μείωση που προβλέπει το άρθρο 139 — συντελεστής μείωσης)»

 

 

 

 

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XXVIII

ΠΟΣΟΣΤΟ ΥΓΡΑΣΙΑΣ

όπως προβλέπεται στο άρθρο 171γι

Ομάδα ποικιλιών

Ποσοστό υγρασίας (%)

Ανοχή (%)

I.

Καπνός αποξηραμένος σε υγρό αέρα

16

4

II.   

Ξανθός καπνός αποξηραμένος στον αέρα

Γερμανία, Γαλλία, Βέλγιο, Αυστρία, Πορτογαλία, Αυτόνομη περιφέρεια των Αζόρων

22

4

Άλλα κράτη μέλη και άλλες αναγνωρισμένες περιοχές παραγωγής στην Πορτογαλία

20

6

III.   

Μαύρος καπνός αποξηραμένος στον αέρα

Βέλγιο, Γερμανία, Γαλλία Αυστρία

26

4

Άλλα κράτη μέλη

22

6

IV.

Καπνός αποξηραμένος στη φωτιά

22

4

V.

Καπνός αποξηραμένος στον ήλιο

16

4

VI.

Μπασμάς

16

4

VII.

Κατερίνη

16

4

VIII.

Κάμπα Κουλάκ (κλασικό) Ελασσόνα, μυρωδάτα Αγρινίου, ζιχνομυρωδάτα.

16


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/38


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1251/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

για τροποποίηση των αντιπροσωπευτικών τιμών και των ποσών των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών ορισμένων προϊόντων στον τομέα της ζάχαρης, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006, για την περίοδο 2006/07

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, περί κοινής οργανώσεως της αγοράς στον τομέα της ζάχαρης (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 2006, για καθορισμό λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου όσον αφορά τις συναλλαγές με τρίτες χώρες στον τομέα της ζάχαρης (2), και ιδίως το άρθρο 36,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί που εφαρμόζονται στη λευκή ζάχαρη, την ακατέργαστη ζάχαρη και ορισμένα σιρόπια για την περίοδο 2006/07 έχουν καθοριστεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006 της Επιτροπής (3). Οι εν λόγω τιμές και δασμοί τροποποιήθηκαν τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1236/2006 της Επιτροπής (4).

(2)

Τα στοιχεία τα οποία διαθέτει επί του παρόντος η Επιτροπή οδηγούν στην τροποποίηση των εν λόγω ποσών σύμφωνα με τους κανόνες και τις λεπτομέρειες που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 951/2006,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι αντιπροσωπευτικές τιμές και οι πρόσθετοι εισαγωγικοί δασμοί που εφαρμόζονται στα προϊόντα που αναφέρονται στο άρθρο 36 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 951/2006, που καθορίστηκαν από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1002/2006 για την περίοδο 2006/07, τροποποιούνται και εμφαίνονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 19 Αυγούστου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 55 της 28.2.2006, σ. 1.

(2)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 24.

(3)  ΕΕ L 178 της 1.7.2006, σ. 36.

(4)  ΕΕ L 225 της 17.8.2006, σ. 24.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Τροποποιημένα ποσά αντιπροσωπευτικών τιμών και των πρόσθετων εισαγωγικών δασμών της λευκής ζάχαρης, της ακατέργαστης ζάχαρης και των προϊόντων του κωδικού 1702 90 99 που εφαρμόζονται από την 19η Αυγούστου 2006

(EUR)

Κωδικός ΣΟ

Αντιπροσωπευτική τιμή ανά 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

Πρόσθετος δασμός ανά 100 kg καθαρού βάρους του εν λόγω προϊόντος

1701 11 10 (1)

24,74

3,93

1701 11 90 (1)

24,74

9,16

1701 12 10 (1)

24,74

3,74

1701 12 90 (1)

24,74

8,73

1701 91 00 (2)

29,66

10,40

1701 99 10 (2)

29,66

5,88

1701 99 90 (2)

29,66

5,88

1702 90 99 (3)

0,30

0,35


(1)  Καθορισμός για τον αντιπροσωπευτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σημείο ΙΙΙ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006 του Συμβουλίου (ΕΕ L 58 της 28.2.2006, σ. 1).

(2)  Καθορισμός για τον αντιπροσωπευτικό τύπο όπως ορίζεται στο παράρτημα Ι, σημείο ΙΙ, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 318/2006.

(3)  Καθορισμός ανά 1 % της περιεκτικότητας σε σακχαρόζη.


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/40


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1252/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2006, όσον αφορά τον κατάλογο των κρατών μελών στα οποία έχουν ανοίξει οι αγορές βουτύρου με διαγωνισμό για την περίοδο που λήγει στις 31 Αυγούστου 2006

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1255/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του γάλακτος και των γαλακτοκομικών προϊόντων (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 796/2006 της Επιτροπής, της 29ης Μαΐου 2006, σχετικά με την αναστολή των αγορών βουτύρου στο 90 % της τιμής παρέμβασης και το άνοιγμα των αγορών βουτύρου με διαγωνισμό για την περίοδο που λήγει στις 31 Αυγούστου 2006 (2), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 2,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 796/2006 άνοιξαν οι αγορές βουτύρου με διαγωνισμό για την περίοδο που λήγει στις 31 Αυγούστου 2006 όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999.

(2)

Βάσει των πλέον πρόσφατων κοινοποιήσεων της Λεττονίας, και της Τσεχικής Δημοκκρατίας, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι οι αγοραίες τιμές βουτύρου διαμορφώθηκαν σε επίπεδο κατώτερο του 92 % της τιμής παρέμβασης για δύο συνεχείς εβδομάδες. Συνεπώς, πρέπει να ανοίξουν σε αυτά τα κράτη μέλη οι αγορές στην παρέμβαση με διαγωνισμό. Επομένως, τα εν λόγω κράτη μέλη πρέπει να προστεθούν στον κατάλογο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2006.

(3)

Κατά συνέπεια, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 796/2006 πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Στο άρθρο 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 796/2006, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ανοίγεται στα ακόλουθα κράτη μέλη η αγορά βουτύρου με διαγωνισμό, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1255/1999, από 19 έως 31 Αυγούστου 2006, σύμφωνα με τους όρους του τμήματος 3α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2771/1999: Τσεχική Δημοκρατία, Ισπανία, Ιρλανδία, Λεττονία, Πολωνία και Πορτογαλία».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 48. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2005 (ΕΕ L 307 της 25.11.2005, σ. 2).

(2)  ΕΕ L 142 της 30.5.2006, σ. 4.


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/41


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 1253/2006 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

για έκδοση πιστοποιητικών εισαγωγής για τα προϊόντα του τομέα του βοείου κρέατος καταγωγής Μποτσουάνας, Κένυας, Μαδαγασκάρης, Σουαζιλάνδης, Ζιμπάμπουε και Ναμίμπιας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1999, περί κοινής οργανώσεως αγοράς στον τομέα του βοείου κρέατος (1),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2286/2002 του Συμβουλίου, της 10ης Δεκεμβρίου 2002, σχετικά με το καθεστώς που εφαρμόζεται στα γεωργικά προϊόντα και στα εμπορεύματα που προκύπτουν από τη μεταποίησή τους, καταγωγής των κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού (ΑΚΕ) και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1706/98 (2),

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2247/2003 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2003, για τον καθορισμό των λεπτομερειών εφαρμογής στον τομέα του βοείου κρέατος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2286/2002 του Συμβουλίου, σχετικά με το καθεστώς που εφαρμόζεται στα γεωργικά προϊόντα και σε ορισμένα εμπορεύματα που προέρχονται από τη μεταποίηση γεωργικών προϊόντων προέλευσης κρατών Αφρικής, Καραϊβικής και Ειρηνικού (3), και ιδίως το άρθρο 5,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2247/2003 προβλέπει τη δυνατότητα εκδόσεως πιστοποιητικών εισαγωγής για προϊόντα του τομέα του βοείου κρέατος καταγωγής Μποτσουάνας, Κένυας, Μαδαγασκάρης, Σουαζιλάνδης, Ζιμπάμπουε και Ναμίμπιας. Εντούτοις, οι εισαγωγές πρέπει να πραγματοποιούνται εντός των ορίων των ποσοτήτων που προβλέπονται για καθεμιά από αυτές τις χώρες εξαγωγής.

(2)

Οι αιτήσεις των πιστοποιητικών που υποβλήβηκαν από την 1η έως τις 10 Αυγούστου 2006, εκφρασμένες σε κρέας χωρίς κόκαλα, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2247/2003, δεν υπερβαίνουν, για τα προϊόντα καταγωγής Μποτσουάνας, Κένυας, Μαδαγασκάρης, Σουαζιλάνδης, Ζιμπάμπουε και Ναμίμπιας, τις ποσότητες που διατίθενται για τις χώρες αυτές. Είναι εφεξής δυνατόν να εκδοθούν πιστοποιητικά εισαγωγής για τις ζητούμενες ποσότητες από τις χώρες αυτές.

(3)

Πρέπει να προβούμε στον καθορισμό των ποσοτήτων για τις οποίες μπορούν να εκδοθούν πιστοποιητικά από την 1η Σεπτεμβρίου 2006, στο πλαίσιο της συνολικής ποσότητας 52 100 t.

(4)

Είναι χρήσιμο να υπενθυμιστεί ότι ο κανονισμός αυτός δεν θίγει την οδηγία 72/462/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 1972, περί των υγειονομικών προβλημάτων και των υγειονομικών μέτρων κατά τις εισαγωγές ζώων του βοείου, χοιρείου, προβείου και αιγείου είδους, νωπών κρεάτων ή προϊόντων με βάση το κρέας προέλευσης τρίτων χωρών (4),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Τα ακόλουθα κράτη μέλη εκδίδουν, στις 21 Αυγούστου 2006, πιστοποιητικά εισαγωγής τα οποία αφορούν προϊόντα που υπάγονται στον τομέα του βοείου κρέατος εκφρασμένα σε κρέας χωρίς κόκαλα, καταγωγής ορισμένων κρατών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού Ωκεανού, για τις ακόλουθες ποσότητες και χώρες καταγωγής:

 

Γερμανία:

1 000 t καταγωγής Μποτσουάνας,

300 t καταγωγής Ναμίμπιας.

 

Ηνωμένο Βασίλειο:

800 t καταγωγής Μποτσουάνας,

350 t καταγωγής Ναμίμπιας.

Άρθρο 2

Οι αιτήσεις πιστοποιητικών μπορούν να υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2247/2003, κατά τη διάρκεια των δέκα πρώτων ημερών του Σεπτεμβρίου 2006, για τις ακόλουθες ποσότητες βοείου κρέατος χωρίς κόκαλα:

Μποτσουάνα:

14 959 t,

Κένυα:

142 t,

Μαδαγασκάρη:

7 579 t,

Σουαζιλάνδη:

3 363 t,

Ζιμπάμπουε:

9 100 t,

Ναμίμπια:

8 152 t.

Άρθρο 3

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 19 Αυγούστου 2006.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 21. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2005 (ΕΕ L 307 της 25.11.2005, σ. 2).

(2)  ΕΕ L 348 της 21.12.2002, σ. 5.

(3)  ΕΕ L 333 της 20.12.2003, σ. 37. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1118/2004 (ΕΕ L 217 της 17.6.2004, σ. 10).

(4)  ΕΕ L 302 της 31.12.1972, σ. 28. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 807/2003 (ΕΕ L 122 της 16.5.2003, σ. 36).


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/43


ΟΔΗΓΊΑ 2006/72/ΕΚ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

που τροποποιεί, με σκοπό την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, την οδηγία 97/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ορισμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά των δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2002/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Μαρτίου 2002, για την έγκριση τύπου δικύκλων ή τρικύκλων οχημάτων με κινητήρα και την κατάργηση της οδηγίας 92/61/ΕΟΚ του Συμβουλίου (1), και ιδίως το άρθρο 17,

την οδηγία 97/24/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 1997, σχετικά με ορισμένα στοιχεία και χαρακτηριστικά των δίκυκλων ή τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα (2), και ιδίως το άρθρο 7,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 97/24/ΕΚ είναι ξεχωριστή οδηγία για τους σκοπούς της διαδικασίας έγκρισης τύπου ΕΚ που προβλέπεται στην οδηγία 2002/24/ΕΚ.

(2)

Η οδηγία 2002/51/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για τη μείωση του επιπέδου ρυπαντικών εκπομπών των δίκυκλων και τρίκυκλων οχημάτων με κινητήρα και την τροποποίηση της οδηγίας 97/24/ΕΚ (3), εισήγαγε νέες οριακές τιμές εκπομπών για δίτροχες μοτοσικλέτες, εφαρμοζόμενες σε δύο στάδια.

(3)

Ο παγκόσμιος τεχνικός κανονισμός (ΠΤΚ) αριθ. 2 της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για την Ευρώπη (UN/ECE) σχετικά με τη διαδικασία μέτρησης για δίτροχες μοτοσικλέτες εξοπλισμένες με κινητήρα επιβαλλόμενης ανάφλεξης ή κινητήρα ανάφλεξης με συμπίεση όσον αφορά τις εκπομπές αερίων ρύπων και CO2, καθώς και την κατανάλωση καυσίμου εγκρίθηκε με σκοπό τη δημιουργία της παγκόσμιας αγοράς μοτοσικλετών. Σκοπός αυτού του κανονισμού είναι να εναρμονιστεί παγκοσμίως η διαδικασία δοκιμών για τις εκπομπές που χρησιμοποιείται για την έγκριση τύπου μοτοσικλετών. Επιπροσθέτως, είναι προσαρμοσμένη στην τεχνική πρόοδο, λαμβάνοντας υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά των μοτοσικλετών.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5 της οδηγίας 2002/51/ΕΚ, η διαδικασία δοκιμών του ΠΤΚ αριθ. 2 θα πρέπει να εισαχθεί παράλληλα με ένα νέο σύνολο οριακών τιμών. Η εν λόγω διαδικασία δοκιμών θα πρέπει να εισαχθεί ως εναλλακτική διαδικασία έγκρισης τύπου κατ’ επιλογήν του κατασκευαστή για το δεύτερο υποχρεωτικό στάδιο της οδηγίας 2002/51/ΕΚ. Οι νέες οριακές τιμές θα πρέπει να καθοριστούν σε συνάρτηση με το δεύτερο υποχρεωτικό στάδιο της οδηγίας 2002/51/ΕΚ. Ως εκ τούτου, η αυστηρότητα των απαιτήσεων για τις εκπομπές των μοτοσικλετών δεν θα ατονήσει.

(5)

Συνεπώς, η οδηγία 97/24/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία είναι σύμφωνα με την γνώμη της επιτροπής για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο, η οποία έχει συγκροτηθεί δυνάμει της οδηγίας 70/156/ΕΟΚ (4),

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα II κεφάλαιο 5 της οδηγίας 97/24/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το κείμενο που παρατίθεται στο παράρτημα της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 2

1.   Τα κράτη μέλη εγκρίνουν και δημοσιεύουν έως την 1η Ιουλίου 2007 τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία. Κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω διατάξεων καθώς και έναν πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

Εφαρμόζουν τις διατάξεις αυτές από την 1η Ιουλίου 2007.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Ο τρόπος παραπομπής καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 3

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 4

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Günter VERHEUGEN

Αντιπρόεδρος


(1)  ΕΕ L 124 της 9.5.2002, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2005/30/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 106 της 27.4.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ L 226 της 18.8.1997, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/27/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 66 της 8.3.2006, σ. 7).

(3)  EE L 252 της 20.9.2002, σ. 20.

(4)  ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την οδηγία 2006/40/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 161 της 14.6.2006, σ. 12).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Το κεφάλαιο 5 του παραρτήματος ΙΙ της οδηγίας 97/24/ΕΚ τροποποιείται ως εξής:

1.

Στο σημείο 2.2.1.1 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Κατ’ επιλογήν του κατασκευαστή, η διαδικασία δοκιμών που προβλέπεται στον παγκόσμιο τεχνικό κανονισμό (ΠΤΚ) αριθ. 2 (1) της UN/ECE μπορεί να εφαρμόζεται για τις μοτοσικλέτες ως εναλλακτική της διαδικασίας έγκρισης που αναφέρεται παραπάνω. Σε περίπτωση που χρησιμοποιείται η διαδικασία που ορίζεται στον ΠΤΚ αριθ. 2, το όχημα πρέπει να τηρεί τα όρια εκπομπών που προβλέπονται στη σειρά C του πίνακα στο σημείο 2.2.1.1.5 και όλες τις άλλες διατάξεις της παρούσας οδηγίας εκτός από τα σημεία 2.2.1.1.1 έως 2.2.1.1.4 του παρόντος παραρτήματος.

2.

Στον πίνακα του σημείου 2.2.1.1.5, στην ενότητα «Οριακές τιμές για (δίτροχες) μοτοσικλέτες με σκοπό την έγκριση τύπου και τη συμμόρφωση της παραγωγής», εισάγεται η ακόλουθη σειρά C μετά τη σειρά B:

«C (2006 — ΠΤΚ αριθ. 2 της UN/ECE)

vmax < 130 km/h

2,62

0,75

0,17

vmax ≥ 130 km/h

2,62

0,33

0,22»


(1)  Παγκόσμιος τεχνικός κανονισμός αριθ. 2 της UN/ECE σχετικά με τη διαδικασία μέτρησης για δίτροχες μοτοσικλέτες εξοπλισμένες με κινητήρα επιβαλλόμενης ανάφλεξης ή κινητήρα ανάφλεξης με συμπίεση όσον αφορά τις εκπομπές αερίων ρύπων και CO2, καθώς και την κατανάλωση καυσίμου (ECE/TRANS/180/Add2 της 30ής Αυγούστου 2005).».


II Πράξεις για την ισχύ των οποίων δεν απαιτείται δημοσίευση

Επιτροπή

19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/46


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 14ης Δεκεμβρίου 2004

σχετικά με την κρατική ενίσχυση της Γερμανίας υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2004) 4771]

(Το κείμενο στη γερμανική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(2006/570/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε προηγουμένως τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με τα εν λόγω άρθρα (1) και λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Η Γερμανία γνωστοποίησε στην Επιτροπή με την επιστολή της της 31ης Ιανουαρίου 2001 το μέτρο που θέσπισε υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας. Περαιτέρω πληροφορίες διαβιβάστηκαν με την επιστολή της 11ης Μαΐου 2001, η οποία παρελήφθη στις 16 Μαΐου 2001, και με την επιστολή της 9ης Οκτωβρίου 2001, η οποία παρελήφθη στις 11 Οκτωβρίου 2001.

(2)

Η Γερμανία γνωστοποίησε με την επιστολή της της 9ης Οκτωβρίου 2001 ότι το μέτρο τέθηκε σε εφαρμογή ήδη από το έτος 1970 και ότι δεν είχε κοινοποιηθεί μέχρι σήμερα. Η ενίσχυση καταχωρίστηκε κατά συνέπεια στο μητρώο των μη κοινοποιηθεισών ενισχύσεων.

(3)

Με την επιστολή της της 7ης Φεβρουαρίου 2003 η Επιτροπή κοινοποίησε στη Γερμανία την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης αναφορικά με την ενίσχυση αυτή. Στην απόφασή της για την κίνηση της τυπικής διαδικασίας ελέγχου, η Επιτροπή παραπέμπει στο γεγονός ότι δεν εκφράζει αντιρρήσεις στρεφόμενες εναντίον ενός μέρους του προαναφερόμενου μέτρου ενίσχυσης (της κοινωνικής λειτουργικής ενίσχυσης), εφόσον το εν λόγω μέρος εναρμονίζεται με τις διατάξεις του κεφαλαίου 14 των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών για τις κρατικές ενισχύσεις στον τομέα της γεωργίας (2) (το οποίο εφεξής καλείται «κοινοτικό πλαίσιο»), και ότι είναι ως εκ τούτου συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ.

(4)

Η απόφαση της Επιτροπής σχετικά με την κίνηση της διαδικασίας δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (3). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να της υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους αναφορικά με την εν λόγω ενίσχυση.

(5)

Στην Επιτροπή διαβιβάστηκαν παρατηρήσεις των ενδιαφερόμενων με τις επιστολές της 29ης Απριλίου 2003, την οποία παρέλαβε στις 2 Μαΐου 2003, της 5ης Μαΐου 2003, την οποία παρέλαβε στις 6 Μαΐου 2003, και της 26ης Μαΐου 2003, την οποία παρέλαβε στις 28 Μαΐου 2003. Η Επιτροπή έλαβε επίσης σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα της 12ης Φεβρουαρίου 2003, το οποίο πρωτοκολλήθηκε στις 14 Φεβρουαρίου 2003.

(6)

Η Γερμανία διαβίβασε την τοποθέτησή της στην Επιτροπή με την επιστολή της 4ης Απριλίου 2003, η οποία παρελήφθη στις 8 Απριλίου 2003. Κοινοποίησε περαιτέρω την τοποθέτησή της επί των παρατηρήσεων των ενδιαφερόμενων, με την επιστολή της της 29ης Αυγούστου 2003, η οποία παρελήφθη στις 3 Σεπτεμβρίου 2003.

(7)

Στις 19 Μαΐου 2004 η υπόθεση διαχωρίστηκε και η Επιτροπή εξέδωσε την οριστική της απόφαση (4) βάσει της οποίας ενέκρινε pro futuro την κοινοποιηθείσα ενίσχυση, την οποία η Γερμανία είχε την πρόθεση να χορηγήσει κατά το χρονικό διάστημα 2001-2005.

(8)

Η Γερμανία διαβίβασε με την επιστολή της της 14ης Σεπτεμβρίου 2004, η οποία παρελήφθη στις 16 Σεπτεμβρίου 2004, περαιτέρω πληροφορίες αναφορικά με το μη κοινοποιηθέν μέρος της ενίσχυσης, όπως της είχε ζητηθεί από την Επιτροπή με την επιστολή της της 24ης Μαΐου 2004.

(9)

Η παρούσα απόφαση αφορά αποκλειστικά τις ενισχύσεις τις οποίες χορήγησε η Γερμανία παράνομα στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας κατά το χρονικό διάστημα πριν από το 2001 (εξαιρουμένων των ενισχύσεων που προορίζονταν για την κάλυψη κοινωνικών λειτουργικών ενισχύσεων).

II.   ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

II.1.   Στόχος και νομική βάση του μέτρου

(10)

Στόχος του μέτρου είναι να διασφαλίσει γενικά τη συνεργασία των γεωργικών και των δασοκομικών επιχειρήσεων, η οποία οργανώνεται στη Βαυαρία με τη μεσολάβηση των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και αλληλοβοήθειας των επιχειρήσεων που καλούνται «Maschinen- und Betriebshilferinge». Η ενίσχυση χορηγείται βάσει των διατάξεων του νόμου για τη στήριξη της γεωργίας στη Βαυαρία (LwFöG) της 8ης Αυγούστου 1974.

II.2.   Αποδέκτες

(11)

Αποδέκτες του μέτρου είναι τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας (bayerische Maschinenringe) και το Kuratorium Bayerischer Maschinen- und Betriebshilferinge e.V. (KBM).

(12)

Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών αποτελούν τις οργανώσεις αλληλοβοήθειας των γεωργών οι οποίες λειτουργούν σε τοπικό ή περιφερειακό επίπεδο. Βάσει του άρθρου 9 του LwFöG οι οργανώσεις αυτές επιτρέπεται να ασκούν δραστηριότητες μόνο στους ακόλουθους τομείς:

α)

παροχή λειτουργικών ενισχύσεων κοινωνικού χαρακτήρα (οι οποίες έχουν ήδη εγκριθεί από την Επιτροπή, βλέπε αιτιολογική σκέψη 3 ανωτέρω): τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών οργανώνουν την ανταλλαγή των απασχολούμενων στο χώρο της γεωργίας στις περιπτώσεις ασθενείας, ατυχημάτων και όταν συντρέχουν άλλες έκτακτες περιστάσεις κοινωνικού χαρακτήρα·

β)

χορήγηση λειτουργικών ενισχύσεων σε γεωργικές και δασοκομικές επιχειρήσεις: τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών οργανώνουν τις ανταλλαγές των εργαζομένων στο γεωργικό και δασοκομικό τομέα, κυρίως προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι εποχιακές περίοδοι αιχμής όσον αφορά τη ζήτηση εργατικού δυναμικού, αλλά και για να εκτελούνται οι εξειδικευμένες εργασίες από προσωπικό που διαθέτει τα απαιτούμενα υψηλά προσόντα, το οποίο δεν είναι συχνά διαθέσιμο στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις·

γ)

συντονισμός της προσφοράς καταλυμάτων στέγασης τουριστών στις γεωργικές και δασοκομικές εκμεταλλεύσεις·

δ)

από κοινού εκμετάλλευση των μηχανών μεταξύ των εκμεταλλεύσεων: τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών οργανώνουν και συντονίζουν την ανταλλαγή των μηχανών ανάμεσα στις επιχειρήσεις. Έτσι, οι γεωργοί αποφεύγουν την αγορά ιδιόκτητων εξειδικευμένων μηχανημάτων, πράγμα που είναι σε πολλές περιπτώσεις αντιοικονομικό, ιδίως για τις μικρές επιχειρήσεις.

(13)

Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών διαδραματίζουν απλώς διαμεσολαβητικό ρόλο. Οι ουσιαστικές παροχές –όπως η διάθεση των μηχανημάτων και του εργατικού δυναμικού– εκτελούνται από τους γεωργούς, οι οποίοι σε αντάλλαγμα για την παροχή τους εισπράττουν από την επιχείρηση η οποία εκμεταλλεύεται τις αντίστοιχες παροχές (γεωργική εκμετάλλευση) ανάλογη ανταμοιβή, η οποία συμβαδίζει με την τιμή της αγοράς. Σε αντάλλαγμα για την παροχή των σχετικών υπηρεσιών από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, οι γεωργοί καταβάλλουν τη συνεισφορά του μέλους, καθώς και ανταμοιβή για την αντίστοιχη παροχή.

(14)

Το κράτος δεν επιδοτεί όλες τις δραστηριότητες των δικτύων ανταλλαγής μηχανών. Έτσι, ιδίως ο συντονισμός των καταλυμάτων στέγασης τουριστών αποκλείεται από την αντίστοιχη στήριξη και πρέπει να αποτελεί αντικείμενο χωριστής αντιμετώπισης στις λογιστικές καταστάσεις και τους ισολογισμούς.

(15)

Ο νόμος LwFöG περιορίζει τις δραστηριότητες των δικτύων ανταλλαγής μηχανών στις βασικές αποστολές (5) οι οποίες αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 12, οι οποίες επιδοτούνται (εξαιρουμένων ορισμένων περιορισμένων περιπτώσεων). Εάν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών ιδρύουν ωστόσο νομικά ανεξάρτητες θυγατρικές επιχειρήσεις, αυτές επιτρέπεται να ασκούν και άλλες, διαφορετικές δραστηριότητες [άρθρο 10 στοιχείο γ) του LwFöG], εφόσον με τον τρόπο αυτό δεν διακινδυνεύει η εκπλήρωση των βασικών αποστολών. Στις «μη βασικές δραστηριότητες», οι οποίες πρέπει να αποτελούν αντικείμενο χωριστών καταχωρίσεων στις λογιστικές καταστάσεις και τους ισολογισμούς (άρθρο 12 LwFöG), συγκαταλέγονται:

α)

η συντήρηση των χώρων πρασίνου·

β)

η συγκομιδή, επεξεργασία και επαναχρησιμοποίηση οργανικών απορριμμάτων·

γ)

η εκτέλεση μεταφορικών υπηρεσιών στον γεωργικό και δασοκομικό τομέα·

δ)

οι δασοκομικές εργασίες·

ε)

η εκτέλεση υπηρεσιών για λογαριασμό των δήμων και κοινοτήτων, όπως ο εκχιονισμός, οι εργασίες καθαρισμού και άλλες παρόμοιες δραστηριότητες.

(16)

Το KBM αποτελεί την κεντρική οργάνωση των δικτύων ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας. Κατά το χρονικό διάστημα από το 1994 έως το 2000 στο KBM ανήκαν 83-90 δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, τα οποία συναπαρτίζονταν από περίπου 100 000 γεωργικές και δασοκομικές επιχειρήσεις. Το KBM εισέπραττε πληρωμές για την εκπλήρωση των ακόλουθων καθηκόντων:

α)

να εκπληρώνει το ρόλο του κεντρικού συνομιλητή έναντι του Βαυαρικού Υπουργείου Γεωργίας και Δασών·

β)

να διαχειρίζεται τους δημόσιους πόρους που χορηγούνται υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών·

γ)

να προσλαμβάνει τους διαχειριστές πλήρους απασχόλησης και το υπόλοιπο προσωπικό για τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών·

δ)

να παρέχει συμβουλές και υποστήριξη στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών σε όλα τα ζητήματα που αφορούν τη διάθεση των μηχανημάτων και του εργατικού δυναμικού μεταξύ των επιχειρήσεων·

ε)

να διασφαλίζει την προσφορά του πλήρους φάσματος υπηρεσιών των δικτύων ανταλλαγής μηχανών σε όλη την έκταση της Βαυαρίας·

στ)

να ασκεί τον υπηρεσιακό και ειδικό επαγγελματικό έλεγχο επί των διαχειριστών των δικτύων ανταλλαγής μηχανών·

ζ)

να οργανώνει τα προγράμματα κατάρτισης και επιμόρφωσης των συνεργατών των δικτύων ανταλλαγής μηχανών.

II.3.   Πόροι του προϋπολογισμού

(17)

Όπως ανακοίνωσε η Γερμανία, στο KBM και τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών καταβάλλονται ενισχύσεις από το 1974 και μετά. Βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου, της 22ας Μαρτίου 1999, για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (6), οι εξουσίες της Επιτροπής για ανάκτηση της ενίσχυσης υπόκεινται σε δεκαετή προθεσμία παραγραφής. Η διαδικασία ελέγχου κινήθηκε από την πλευρά της Επιτροπής το 2001, πράγμα που συνεπάγεται ότι η δεκαετής προθεσμία παραγραφής αρχίζει να προσμετράται από το έτος 1991, βάσει του άρθρου 15 παράγραφος 2 του εν λόγω κανονισμού. Οι ενισχύσεις οι οποίες καταβλήθηκαν πριν από το εν λόγω χρονικό διάστημα δεν πρόκειται συνεπώς να αποτελέσουν αντικείμενο περαιτέρω ελέγχου.

(18)

Τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν από τη Γερμανία και τα οποία παρατίθενται στον πίνακα που ακολουθεί στη συνέχεια αφορούν μόνο τις πληρωμές οι οποίες καταβλήθηκαν κατά το χρονικό διάστημα 1992-2000 στο KBM και τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών.

(σε EUR)

Έτος

Καταβολή ενισχύσεων στο KBM

Από το οποίο ποσό ενισχύσεις που καταβλήθηκαν στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών

1992

5 268 000,00

 

1993

5 882 000,00

 

1994

6 120 163,82

5 774 370,02

1995

6 005 123,14

5 661 987,48

1996

6 005 123,14

5 636 740,37

1997

5 112 918,81

4 777 826,08

1998

5 252 757,14

4 912 490,12

1999

5 007 205,07

4 734 342,77

2000

4 387 906,92

4 035 399,63

II.4.   Φύση και έκταση των ενισχύσεων

(19)

Το μέτρο χρηματοδοτήθηκε από πόρους του κρατιδίου της Βαυαρίας. Η ενίσχυση χορηγήθηκε υπό τη μορφή των άμεσων επιδοτήσεων στην κεντρική οργάνωση του δικτύου ανταλλαγής μηχανών, το KBM. Το KBM μεταβίβασε περαιτέρω ένα μέρος των πόρων υπό τη μορφή των πληρωμών και της παροχής υπηρεσιών στα συμβεβλημένα μαζί του δίκτυα ανταλλαγής μηχανών. Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών υπολογίστηκαν με βάση την ποσοστιαία αναλογία των δαπανών οι οποίες απαιτούνται για να εκπληρωθούν τα βασικά καθήκοντα που καθορίζονται από το καταστατικό.

II.5.   Λόγοι για την κίνηση της τυπικής διαδικασίας έρευνας

(20)

Μετά από μια αρχική έρευνα δεν αποσαφηνίστηκε εάν οι πληρωμές που καταβλήθηκαν από δημόσιους πόρους στο KBM συνιστούσαν την ανταπόδοση για παροχές που δίνονταν από το KBM στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, χωρίς να υπερβαίνουν την τιμή που χρεωνόταν στην αγορά για τις αντίστοιχες παροχές ή εάν οι πληρωμές αυτές υπερέβαιναν την τιμή της αγοράς συνιστώντας συνεπώς επιδότηση του κόστους λειτουργικής εκμετάλλευσης με το οποίο επιβαρυνόταν το KBM. Ήταν ασαφές εάν οι εν λόγω εικαζόμενες ενισχύσεις ενέπιπταν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, για την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 τη συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις «ήσσονος σημασίας» (7). Η Επιτροπή δεν διέθετε εξάλλου καμία άλλη πληροφορία από την οποία να προκύπτει ότι οι ενισχύσεις του είδους αυτού συνδέονταν με επενδύσεις ή άλλες επιλέξιμες δαπάνες ή ότι υπάγονταν στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις κρατικές ενισχύσεις προς μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (8). Οι εν λόγω ενισχύσεις θα μπορούσαν συνεπώς να υπαχθούν ενδεχομένως στις λειτουργικές ενισχύσεις, οι οποίες δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά (9).

(21)

Παρόμοιες είναι οι αντιρρήσεις που προβάλλονται σε βάρος των πληρωμών που δίνονται στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών. Ασαφές παρέμενε ιδίως εάν οι δημόσιοι πόροι οι οποίοι παρέχονταν από το δημόσιο μέσω του KBM στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά προς το σκοπό της μείωσης του κόστους της παροχής υπηρεσιών στους γεωργούς, με αποτέλεσμα να είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό ότι επρόκειτο για ενίσχυση που προοριζόταν αποκλειστικά για τους γεωργούς, ή εάν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών εισέπραξαν τα ίδια, ένα μέρος των πόρων ως τελικοί δικαιούχοι υπό την ιδιότητα των επιχειρήσεων, με αποτέλεσμα να εισέπραξαν σχετική ενίσχυση.

(22)

Εξάλλου, όπως προέκυψε κατά τη διάρκεια της προσωρινής εξέτασης του μέτρου αυτού, από την ενίσχυση ευεργετήθηκαν τουλάχιστον εν μέρει γεωργικές και δασοκομικές επιχειρήσεις. Η Επιτροπή εξέφρασε σοβαρές αμφιβολίες εάν οι ενισχύσεις οι οποίες δόθηκαν προς κάλυψη των λειτουργικών ενισχύσεων των γεωργικών και δασοκομικών επιχειρήσεων και για τους σκοπούς της ανταλλαγής μηχανών μεταξύ των επιχειρήσεων θα μπορούσαν να έχουν εγκριθεί βάσει του κεφαλαίου 14 των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών ή εάν επρόκειτο εν προκειμένω πολύ περισσότερο για λειτουργικές ενισχύσεις που χορηγήθηκαν προς στήριξη των γεωργικών παραγωγών.

(23)

Περαιτέρω, απομένει να διευκρινιστεί εάν οι διαφορετικοί τομείς δραστηριοτήτων των δικτύων ανταλλαγής μηχανών ήταν δυνατόν να διαχωριστούν με σαφήνεια μεταξύ τους και εάν οι πληρωμές κρατικών πόρων στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών οδήγησαν σε νόθευση του ανταγωνισμού σε άλλους οικονομικούς τομείς (δηλαδή σε τομείς δραστηριοτήτων εκτός του χώρου των επίσημων βασικών αποστολών που επιτελούσαν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών).

III.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΡΙΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

III.1.   Υποβληθείσες καταγγελίες, στρεφόμενες κατά του επίμαχου μέτρου

(24)

Η Επιτροπή έλαβε σειρά καταγγελιών. Όπως ισχυρίζονται οι καταγγέλλοντες, τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών δεν ασκούν δραστηριότητες μόνο στο χώρο των βασικών αποστολών οι οποίες περιγράφονται στην αιτιολογική σκέψη 12, αλλά προσφέρουν παράλληλα και την παροχή άλλων υπηρεσιών, όπως οι δημοτικές υπηρεσίες (π.χ. ο εκχιονισμός, οι εργασίες κατασκευής και συντήρησης οδών, η κατασκευή εγκαταστάσεων καθαρισμού λυμάτων), η συντήρηση των κήπων και της φυσικής κληρονομιάς, η κατασκευή αθλητικών εγκαταστάσεων και γηπέδων γκολφ, σε ανταγωνισμό με άλλες εμπορικές επιχειρήσεις.

(25)

Όπως διατείνονται οι καταγγέλλοντες, η προσωπική και χωροταξική εγγύτητα καθώς και η ενότητα που υπάρχει μεταξύ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών, καθώς και η ανεπαρκής οριοθέτηση των ουσιαστικών βασικών δραστηριοτήτων των δικτύων ανταλλαγής μηχανών από τις άλλες οικονομικές δραστηριότητες δεν επιτρέπει τον αποτελεσματικό διαχωρισμό μεταξύ των ενισχυόμενων και των μη ενισχυόμενων τομέων δραστηριοτήτων από κρατικούς πόρους. Οι καταγγέλοντες εξέφρασαν την άποψη ότι οι ενισχύσεις θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τους σκοπούς της διεπιδότησης άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων, με αποτέλεσμα να οδηγήσουν σε νόθευση του ανταγωνισμού εκτός του κλάδου της γεωργίας.

III.2.   Τοποθετήσεις των ενδιαφερόμενων κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας

(26)

Η Επιτροπή παρέλαβε κατά τη διάρκεια της επίσημης διαδικασίας έρευνας τέσσερις τοποθετήσεις. Οι ενδιαφερόμενοι δεν εξέφρασαν αντιρρήσεις στρεφόμενες κατά της επιδότησης του βασικού πυρήνα δραστηριοτήτων των δικτύων ανταλλαγής μηχανών, δηλαδή των κοινωνικών και οικονομικών λειτουργικών ενισχύσεων και της κοινής χρησιμοποίησης του εξοπλισμού μεταξύ των εκμεταλλεύσεων.

(27)

Αντικείμενο των τοποθετήσεων είναι οι «μη βασικές δραστηριότητες», τις οποίες διεκπεραιώνουν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών μέσω των θυγατρικών τους επιχειρήσεων, όπως για παράδειγμα οι εργασίες εκχιονισμού κατά τη διάρκεια του χειμώνα ή οι εργασίες διαρρύθμισης κήπων και χώρων της υπαίθρου που εκτελούν κατ’ εντολή τρίτων επιχειρήσεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις οι προαναφερόμενες θυγατρικές εταιρείες δεν είναι δυνατόν να διαχωριστούν από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, ακριβώς επειδή εμφανίζονται υπό την αυτή επωνυμία με τα δίκτυα αυτά και απασχολούν το αυτό προσωπικό. Από τις πληροφορίες που υποβλήθηκαν από τους ενδιαφερόμενους στοιχειοθετείται εξάλλου ότι τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών είναι πιθανόν να εμφανίζονται τα ίδια στην αγορά, υπό την ιδιότητα των επιχειρήσεων προσφοράς ορισμένων υπηρεσιών (όπως π.χ. η πώληση εξοπλισμού παραγωγής). Σε μία τοποθέτηση διαβιβάστηκαν αναλυτικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ένα δίκτυο ανταλλαγής μηχανών προσέφερε στο εμπόριο προϊόντα φυτοπροστασίας σε τιμές ενδεχομένως κατώτερες από την τιμή πώλησης του παραγωγού τους, αλλά οι οποίες ήταν υπό οποιεσδήποτε συνθήκες κατώτερες από τη συνήθη τιμή της αγοράς. Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των ενδιαφερόμενων, σε άλλες περιπτώσεις εμφανίζονταν μεν οι εμπορικές θυγατρικές επιχειρήσεις ως φορείς προσφοράς των υπηρεσιών π.χ. στις περιπτώσεις των δημοπρασιών, προσέφευγαν όμως για την εκτέλεση της παροχής των υπηρεσιών σε υπερεργολαβικές επιχειρήσεις, μεταξύ άλλων και στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών. Κατά την άποψη των ενδιαφερόμενων είναι επομένως αδύνατο να υπάρξει σαφής διαχωρισμός μεταξύ των βασικών αποστολών και των υπόλοιπων βιομηχανικών δραστηριοτήτων που ασκούν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών.

(28)

Με την προσωπική και χωροταξική ενότητα των δικτύων ανταλλαγής μηχανών καθώς και του KBM και των θυγατρικών τους εταιρειών δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί η διεπιδότηση των εμπορικών δραστηριοτήτων που μνημονεύεται στην αιτιολογική σκέψη 25. Ένας άλλος ενδιαφερόμενος είναι επιπλέον της άποψης ότι τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών εκμεταλλεύονται καταχρηστικά τη δεσπόζουσα θέση τους κατά την έννοια του άρθρου 82 της συνθήκης ΕΚ και ότι συνομολογούν συμφωνίες και ασκούν πρακτικές οι οποίες περιορίζουν τον ανταγωνισμό κατά την έννοια του άρθρου 81 της συνθήκης ΕΚ.

(29)

Οφείλει να σημειωθεί ότι οι αποδείξεις που προσκομίστηκαν από τους ενδιαφερόμενους προς στήριξη των ισχυρισμών τους δεν αφορούν ειδικότερα τη χρονική περίοδο πριν από το 2001, που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι οι αποδείξεις αυτές είναι ωστόσο συναφείς, όταν πρόκειται να αξιολογηθεί το ζήτημα εάν υπήρχε η δυνατότητα κατά το χρονικό διάστημα και πριν από το έτος 2001 να δοθούν διεπιδοτήσεις και να νοθευτεί ο ανταγωνισμός εκτός του πλαισίου του γεωργικού τομέα.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ

(30)

Σε μία επιστολή της της 4ης Απριλίου 2003 η Γερμανία εκφράζει την άποψη ότι τόσο το KBM όσο και τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών δεν συνιστούν επιχειρήσεις, με την έννοια του πλαισίου ρυθμίσεων που εφαρμόζεται για τις κρατικές ενισχύσεις. Στην περίπτωση του KBM δεν υπάρχει προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε κάποια συγκεκριμένη αγορά, ενώ και στην περίπτωση των δικτύων ανταλλαγής μηχανών οι δραστηριότητές τους που ασκούν στον τομέα παροχής κρατικής υποστήριξης (βασικές δραστηριότητες) δεν εντάσσονται στις οικονομικές δραστηριότητες, επειδή σκοπός τους δεν είναι η αποκόμιση κέρδους.

(31)

Στις πληροφορίες που διαβιβάστηκαν με την επιστολή της της 14ης Σεπτεμβρίου 2004, η Γερμανία υποστηρίζει την άποψη ότι το γεγονός ότι τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών δεν επιτρέπεται βάσει του καταστατικού τους να ασκούν καμία οικονομική δραστηριότητα αποτελεί επαρκή απόδειξη για να στοιχειοθετηθεί ότι οι ενισχύσεις είναι δυνατόν να αποφέρουν οφέλη που ευνοούν αποκλειστικά τους γεωργούς και ότι δεν απαιτείται συνεπώς καμία περαιτέρω απόδειξη. Η Γερμανία υπέβαλε στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος των οικονομικών πόρων που μεταβιβάζονται περαιτέρω στους γεωργούς από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών αναλογεί στις κοινωνικές λειτουργικές ενισχύσεις. Η Γερμανία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι το ποσό που καταβλήθηκε από το ελεύθερο κράτος της Βαυαρίας στο KBM και στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών μεταβιβάστηκε περαιτέρω σε πλήρες ύψος στους γεωργούς που αποτελούν και τους μοναδικούς αποδέκτες του.

(32)

Στην επιστολή της της 4ης Απριλίου 2003 η Γερμανία προβάλλει επίσης το επιχείρημα ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται στους γεωργούς μέσω των δικτύων ανταλλαγής μηχανών εμπίπτουν στον ορισμό των ενισχύσεων ήσσονος σημασίας με την έννοια του κεφαλαίου 14 των κοινοτικών κατευθυντηρίων οδηγιών και ότι τηρούνται οι ρυθμίσεις που περιλαμβάνονται στο κεφάλαιο αυτό. Η ενίσχυση μπορεί ως εκ τούτου να θεωρηθεί ότι είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά.

(33)

Στην επιστολή της της 4ης Απριλίου 2003 η Γερμανία παραπέμπει στην απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων της 24ης Ιουλίου 2003 στην υπόθεση C-280/00 (Altmark Trans GmbH und Regierungspräsidium Magdeburg) (10), στην οποία αναφέρεται ότι οι δημόσιες αντισταθμίσεις οι οποίες χορηγούνται προς αντιστάθμιση των δαπανών που προκαλούνται από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων παροχής δημόσιας υπηρεσίας δεν εμπίπτουν υπό ορισμένες προϋποθέσεις στον ορισμό της ενίσχυσης. Η Γερμανία υποστηρίζει την άποψη ότι στην περίπτωση που κρίνεται εν προκειμένω μπορεί να θεωρηθεί ότι συντρέχουν οι εν λόγω προϋποθέσεις.

(34)

Όσον αφορά με τις αντιρρήσεις των ενδιαφερόμενων σε συνάρτηση με τις επιπτώσεις του μέτρου για ορισμένες μη γεωργικές δραστηριότητες που ασκούν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και την κατηγορία της διεπιδότησης άλλων οικονομικών τομέων, η Γερμανία κοινοποίησε τις ακόλουθες παρατηρήσεις:

(35)

Σε μία επιστολή της της 14ης Σεπτεμβρίου 2004, η Γερμανία επισημαίνει ότι κατά το χρονικό διάστημα από το 1994 έως το 2000 ιδρύθηκαν δεκατρείς ανεξάρτητες θυγατρικές εταιρείες προς διεκπεραίωση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στην αιτιολογική σκέψη 15 ανωτέρω.

(36)

Το KBM, τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και κάθε θυγατρική εταιρεία έπρεπε να τηρήσουν απαράβατα την υποχρέωση της χωριστής τήρησης λογιστικών καταστάσεων, βάσει του άρθρου 12 πέμπτο εδάφιο του LwFöG. Οι αρχές της Βαυαρίας έλεγξαν βάσει των οικείων διατάξεων κατά πόσο τηρήθηκαν οι υποχρεώσεις αυτές.

(37)

Καθώς το KBM και τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών επιτρεπόταν να ασκούν μόνο τις βασικές δραστηριότητες που καθορίζονται από τις διατάξεις του καταστατικού τους, ενώ, αντιθέτως, οι εμπορικές θυγατρικές εταιρείες επιτρεπόταν να ασκήσουν μόνο τις πέντε «μη βασικές δραστηριότητες» που καθορίζονταν από το νόμο, η Γερμανία δεν έκρινε από την άλλη πλευρά ότι ήταν αναγκαίο να τηρούνται καταστάσεις για το χρόνο εργασίας.

(38)

Όπως διατείνεται η Γερμανία, θεσπίστηκαν μία συνολική δέσμη μέτρων και μηχανισμοί ελέγχου, με τους οποίους διασφαλίζεται ότι η ενίσχυση προορίζεται να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τις τρεις βασικές αποστολές των δικτύων ανταλλαγής μηχανών, ούτως ώστε να αποκλείεται ο κίνδυνος της διεπιδότησης μη γεωργικών τομέων δραστηριοτήτων. Τα μέτρα αυτά προβλέπουν συγκεκριμένα:

α)

την υποχρεωτική τήρηση χωριστών λογιστικών καταστάσεων και ισολογισμών για το KBM, τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και τις θυγατρικές τους εταιρείες·

β)

τη σαφή οριοθέτηση των τομέων δραστηριοτήτων (άσκηση των βασικών δραστηριοτήτων από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, μη βασικές δραστηριότητες για τις θυγατρικές εταιρείες)·

γ)

τον περιορισμό των μη βασικών δραστηριοτήτων σε πέντε τομείς που θεσμοθετούνται με σαφήνεια στον LwFöG·

δ)

τον υπολογισμό των καταβληθησόμενων ενισχύσεων που γίνεται με βάση το «αναγκαίο κόστος» (άρθρο 12 πρώτο εδάφιο LwFöG). Προς υπολογισμό του «αναγκαίου κόστους», οι βαυαρικές αρχές εξέτασαν χωριστά για κάθε δαπάνη, εάν τελεί σε συνάρτηση με τις βασικές δραστηριότητες που ασκούν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών·

ε)

το ρητό αποκλεισμό των μη βασικών δραστηριοτήτων από την παρεχόμενη υποστήριξη (άρθρο 12 τρίτο εδάφιο LwFöG)·

στ)

την περικοπή κατά 10 % των πόρων στήριξης για τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών που διατηρούν εμπορικές θυγατρικές εταιρείες (άρθρο 12 έκτο εδάφιο LwFöG).

V.   ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΕΝΙΣΧΥΣΗΣ

V.1.   Ύπαρξη της ενίσχυσης

(39)

Όπως ορίζεται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, ενισχύσεις που χορηγούνται υπό οποιαδήποτε μορφή από τα κράτη ή με κρατικούς πόρους και που νοθεύουν ή απειλούν να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό απαγορεύονται, κατά το μέτρο που επηρεάζουν τις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές.

(40)

Οι προϋποθέσεις αυτές συντρέχουν, όπως θα αποδειχθεί στη συνέχεια.

(41)

Το παρόν μέτρο ενίσχυσης χρηματοδοτείται από κρατικούς πόρους.

V.1.1.   Ενίσχυση υπέρ του KBM

(42)

Οι δραστηριότητες του KBM δεν αφορούν την παραγωγή, μεταποίηση και εμπορία προϊόντων του παραρτήματος I της συνθήκης ΕΚ.

(43)

Η Γερμανία υπέβαλε κατάλογο των δραστηριοτήτων που ασκεί το KBM (βλέπε αιτιολογική σκέψη 16). Σε ορισμένες περιπτώσεις πρόκειται για μη οικονομικές δραστηριότητες. Ιδίως οι δραστηριότητες που ασκεί το KBM υπό την ιδιότητα του κεντρικού συνομιλητή του Βαυαρικού Υπουργείου Γεωργίας και Δασών, του οργάνου άσκησης του υπηρεσιακού και ειδικού επαγγελματικού ελέγχου επί των διαχειριστών των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και της διοίκησης των δημόσιων πόρων που χορηγούνται υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών δεν είναι δυνατόν να χαρακτηριστούν ως παροχές οι οποίες προσφέρονται σε μία καθορισμένη αγορά. Δεν εντάσσονται επομένως στις οικονομικές δραστηριότητες. Το KBM δεν μπορεί επομένως να θεωρηθεί ότι συνιστά επιχείρηση, κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ αναφορικά με τις δραστηριότητες αυτές.

(44)

Οι πληρωμές προς κάλυψη των διοικητικών δαπανών του KBM δεν πληρούν όλα τα κριτήρια που καθορίζονται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Συνεπώς, δεν πρόκειται για κρατικές ενισχύσεις με την έννοια που δίνεται στο προαναφερόμενο άρθρο.

(45)

Το KBM ασκεί όμως και οικονομικές δραστηριότητες:

α)

προσφέρει ορισμένες υπηρεσίες παροχής συμβουλών προς όφελος των δικτύων ανταλλαγής μηχανών·

β)

προσφέρει προγράμματα περαιτέρω κατάρτισης και επιμόρφωσης για το προσωπικό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών·

γ)

καταρτίζει προγράμματα λογισμικού, τα οποία στη συνέχεια μεταπωλούνται στους γεωργούς.

(46)

Καθώς τα εν λόγω αγαθά και υπηρεσίες προσφέρονται σε μία καθορισμένη αγορά και εφόσον δεν πρόκειται στην περίπτωσή τους για οικονομικές δραστηριότητες, το KBM οφείλει να ενταχθεί στις επιχειρήσεις, με την έννοια που δίνεται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 (11) της συνθήκης ΕΚ.

(47)

Όσον αφορά τις υπηρεσίες παροχής συμβουλών και τα μέτρα περαιτέρω κατάρτισης και επιμόρφωσης που θέτει σε διάθεση το KBM, οι εν λόγω παροχές αποβαίνουν κατά κύριο λόγο προς όφελος των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών, ακριβώς επειδή οι υπηρεσίες αυτές τους παρέχονται δωρεάν ή έναντι ενός κόστους συμμετοχής στην κάλυψη των δαπανών που είναι χαμηλότερο από την τιμή της αγοράς. Η Γερμανία δεν υπέβαλε όμως κανένα στοιχείο από το οποίο προκύπτει εάν οι εισφορές που καταβάλλονται ετησίως στο KBM ανταποκρίνονται στο κόστος με το οποίο πραγματικά επιβαρύνεται το KBM κατά την άσκηση των εν λόγω δραστηριοτήτων και ότι αποτελεί συνεπώς το τίμημα σε τιμές αγοράς για τις υπηρεσίες που προσφέρει το KBM κατ’εντολή του ελεύθερου κράτους της Βαυαρίας για λογαριασμό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών ή εάν τα προαναφερόμενα ποσά υπερβαίνουν ενδεχομένως το κόστος αυτό. Στο σημείο αυτό προστίθεται και το ότι η παροχή από κρατικούς πόρους στο KBM δεν συνδέεται ρητά με τον όρο ότι όλα τα συμπεριλαμβανόμενα στοιχεία ενίσχυσης θα πρέπει να μεταβιβαστούν σε πλήρες ύψος στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών ή τις θυγατρικές τους εταιρείες. Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες δεν είναι δυνατόν επομένως, να αποκλειστεί απολύτως το ενδεχόμενο το εξεταζόμενο μέτρο να εμπεριέχει ένα στοιχείο ενίσχυσης προς όφελος του KBM.

(48)

Δεν είναι επίσης δυνατό να διαπιστωθεί εάν η προαναφερόμενη ενίσχυση είναι ενδεχομένως τόσο αμελητέα, ώστε να μην συνιστά κρατική ενίσχυση, βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001, επειδή δεν πληροί όλα τα στοιχεία που προβλέπονται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(49)

Θα πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι το μέτρο που αποβαίνει προς όφελος της οικονομικής δραστηριότητας του KBM ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Με βάση τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση Altmark Trans GmbH und Regierungspräsidium Magdeburg (12) δεν θεσπίζεται κανένα κατώφλιο και κανένα ποσοστό κάτω από το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι δεν επηρεάζονται οι συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Ούτε η σχετικά αμελητέα έκταση της ενίσχυσης, αλλά ούτε και το σχετικά αμελητέο μέγεθος της ευνοούμενης επιχείρησης δεν αποκλείουν συγκεκριμένα εκ των προτέρων το ενδεχόμενο να προκαλείται ζημία στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών.

(50)

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η χρηματοδοτική ενίσχυση που χορηγείται στο KBM πρέπει να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση που χορηγείται προς όφελος του KBM, κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

V.1.2.   Ενίσχυση υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών

(51)

Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών ασκούν οικονομικές δραστηριότητες, προσφέροντας τις υπηρεσίες τους (συντονισμός της διάθεσης μηχανημάτων, ανταλλαγή εργατικού δυναμικού κ.λπ.) σε μία πραγματική ή δυνητική αγορά με αντάλλαγμα ένα συγκεκριμένο τίμημα. Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών συνιστούν επομένως επιχειρήσεις, με την έννοια που δίνεται στο άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(52)

Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών δεν είναι ιδιοκτήτες των μηχανημάτων. Δεν προσλαμβάνουν τα ίδια το εργατικό δυναμικό που προωθούν περαιτέρω με τη διαμεσολάβησή τους. Οι βασικές δραστηριότητές τους συνιστούν επομένως καθαρή δραστηριότητα διαμεσολάβησης, η οποία είναι συγκρίσιμη με τις δραστηριότητες που ασκεί ένας κτηματομεσίτης ή ένας οργανισμός διαμεσολάβησης προσωπικού, οι οποίοι φέρουν σε επαφή τις πλευρές της προσφοράς και της ζήτησης. Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών δεν ασκούν δραστηριότητες στους τομείς της παραγωγής, της μεταποίησης και της εμπορίας προϊόντων που υπάγονται στο παράρτημα I της συνθήκης ΕΚ.

(53)

Η άσκηση των «βασικών δραστηριοτήτων» από την πλευρά των δικτύων ανταλλαγής μηχανών συνεπάγεται το σύνηθες κόστος λειτουργίας και προσωπικού, όπως για παράδειγμα η μισθοδοσία του προσωπικού, τα μισθώματα για τη μίσθωση χώρων και τα υπόλοιπα έξοδα γραφείου. Σε περίπτωση που δεν δοθούν ουδόλως κρατικές ενισχύσεις, οι δαπάνες αυτές θα έπρεπε να καλυφθούν από τις εισφορές των μελών και τα ποσά που θα έπρεπε να καταβάλουν οι γεωργοί σε αντάλλαγμα για τη διάθεση του εργατικού δυναμικού ή/και των μηχανημάτων. Η χορήγηση των κρατικών ενισχύσεων στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών συνεπάγεται κατά βάση τη μείωση των εισφορών που καταβάλλουν τα μέλη και των πληρωμών για την εκπλήρωση ενός συγκεκριμένου σκοπού. Θα μπορούσε λοιπόν να αναμένεται ότι οι ενισχύσεις που καταβάλλονται στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών θα μετακυλιστούν τουλάχιστον κατά ένα μέρος στους ώμους των γεωργών που είναι μέλη των δικτύων ανταλλαγής μηχανών. Όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία, οι πληρωμές που απορρόφησαν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών μέσω του KBM συνιστούσαν κατά μεγάλο μέρος τους πράγματι τη μετακύλιση των ποσών στους γεωργούς.

(54)

Η Γερμανία δεν προσεκόμισε όμως βάσιμες αποδείξεις από τις οποίες να στοιχειοθετείται ότι δεν απομένει στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών κάποιο στοιχείο ενίσχυσης, εφόσον τα δίκτυα αυτά δεν υποχρεώνονται από το νόμο να μεταβιβάζουν περαιτέρω το πλήρες ποσό των ενισχύσεων που εισέπραξαν υπό τη μορφή των παροχών που προσφέρονται με μειωμένες τιμές στους γεωργούς.

(55)

Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και οι θυγατρικές τους εταιρείες αποκόμισαν οικονομικά οφέλη από τις παροχές που προσέφερε το KBM, υπό τη μορφή της παροχής συμβουλών, αλλά και των μέτρων περαιτέρω κατάρτισης και επιμόρφωσης στο προσωπικό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών για λογαριασμό τους, επειδή οι υπηρεσίες αυτές είτε χορηγήθηκαν δωρεάν ή με ένα τίμημα κατώτερο από την τιμή της αγοράς.

(56)

Η Γερμανία δε διαβίβασε στην Επιτροπή στοιχεία που να της επιτρέπουν να εξακριβώσει το ποσό της ενίσχυσης που χορηγήθηκε στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών υπό τη μορφή αυτή.

(57)

Επομένως, δεν είναι δυνατόν να διαπιστωθεί εάν η ενίσχυση την οποία εισέπραξαν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών από το KBM υπό τη μορφή των πληρωμών και των παρεχόμενων υπηρεσιών είναι τόσο αμελητέα, ώστε να είναι δυνατόν να υπαχθεί στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας, βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001.

(58)

Με βάση τις διαθέσιμες πληροφορίες θα πρέπει επομένως να γίνει δεκτό ότι το μέτρο αυτό ευνόησε ορισμένες επιχειρήσεις (τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών) στη Βαυαρία.

(59)

Θα πρέπει εξάλλου να γίνει αποδεκτό ότι το μέτρο προς όφελος των δικτύων ανταλλαγής μηχανών είναι σε θέση να οδηγήσει σε νόθευση του ανταγωνισμού και να προκαλέσει ζημία στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών, επειδή ορισμένες από τις παροχές που προσφέρονται από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών θα μπορούσαν επίσης να προσφερθούν σε διασυνοριακό επίπεδο. Σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δεν υπάρχει κανένα κατώφλιο και κανένα ποσοστό κάτω από το οποίο θα μπορούσε κανείς να παραδεχτεί ότι δεν προκαλείται ζημία στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών. Ούτε η σχετικά αμελητέα έκταση της ενίσχυσης, αλλά ούτε και το σχετικά αμελητέο μέγεθος της ευνοούμενης επιχείρησης δεν αποκλείουν συγκεκριμένα εκ προοιμίου τη δυνατότητα να προκαλείται ζημία στις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών (13).

(60)

Το εν λόγω μέτρο συνιστά συνεπώς ενίσχυση υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

V.1.3.   Ενισχύσεις που χορηγούνται στις θυγατρικές εταιρείες των δικτύων ανταλλαγής μηχανών

(61)

Η εξέταση των προβλημάτων του βιομηχανικού ή φορολογικού δικαίου στα εκάστοτε κράτη μέλη, αλλά και των καταγγελιών που υποβλήθηκαν σε συνάρτηση με τα ζητήματα αυτά από ενδιαφερόμενους τρίτους εμπίπτουν κατά βάση στις αρμοδιότητες των κρατών μελών. Στην εξεταζόμενη περίπτωση η ενίσχυση που χορηγήθηκε από τη Γερμανία είναι πάντως σε θέση να νοθεύσει τον ανταγωνισμό. Η Επιτροπή την εξέτασε ως εκ τούτου υπό το πρίσμα αυτό.

(62)

Όπως υποδεικνύεται από τις τοποθετήσεις που κοινοποιήθηκαν από τους ενδιαφερόμενους, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και το KBM ενδέχεται να είχαν ως αποτέλεσμα τη διεπιδότηση των «μη βασικών δραστηριοτήτων» που άσκησαν οι θυγατρικές εταιρείες των δικτύων ανταλλαγής μηχανών.

(63)

Εφόσον δεν είναι δυνατόν να στοιχειοθετηθεί πειστικά ότι υφίσταται ένας σαφής πραγματικός και νομικός διαχωρισμός μεταξύ των δραστηριοτήτων της μητρικής εταιρείας (του δικτύου ανταλλαγής μηχανών) και των αντίστοιχων δραστηριοτήτων της θυγατρικής εταιρείας, δεν αποκλείεται η πιθανότητα να έχει διοχετευθεί στη μητρική εταιρεία ένα μέρος των δημόσιων πόρων που χορηγήθηκαν ενδεχομένως στη θυγατρική εταιρεία.

(64)

Για το λόγο αυτό είναι αναγκαίο να διερευνηθεί το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρονικό διάστημα από το 1994 έως το 2000 για τις υποχρεώσεις και τα προφυλακτικά μέτρα που θέσπισε η Γερμανία με σκοπό να αποφευχθεί η διεπιδότηση των θυγατρικών εταιρειών των δικτύων ανταλλαγής μηχανών.

(65)

Η Γερμανία ισχυρίζεται στην τοποθέτησή της ότι υπάρχει πλήρης διαχωρισμός στο επίπεδο των στοιχείων του ισολογισμού/προϋπολογισμού, των χώρων γραφείου, της στελέχωσης με προσωπικό και των ουσιαστικών συναλλαγών μεταξύ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών. Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ωστόσο μία άλλη εικόνα.

(66)

Όπως καθορίζεται στο άρθρο 12 εδάφιο 1 του LwFöG, ανάμεσα στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και τις θυγατρικές τους εταιρείες πρέπει να τηρούνται χωριστά λογιστικά βιβλία και ισολογισμοί. Η υποχρέωση αυτή φαίνεται ότι έχει τηρηθεί και ελεγχθεί από τη Βαυαρία.

(67)

Τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών είναι προφανές ότι διατηρούν ιδιαίτερα στενές σχέσεις με τις θυγατρικές τους εταιρείες από λογιστική άποψη. Σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιούνται προφανώς οι ίδιοι χώροι γραφείου. Έτσι, για παράδειγμα, το KBM, η θυγατρική εταιρεία MR Bayern GmbH και η θυγατρική εταιρεία «meinhof.de AG» έχουν την ίδια ταχυδρομική διεύθυνση και αριθμό τηλεφώνου· χρησιμοποιούν επίσης τους ίδιους χώρους γραφείου.

(68)

Το LwFöG δεν επιβάλλει το διαχωρισμό των προσώπων. Πράγματι, το KBM, τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και οι θυγατρικές τους εταιρείες χρησιμοποιούν συνήθως το ίδιο προσωπικό από κοινού. Ιδίως το προσωπικό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών απασχολείται τις περισσότερες φορές από τις θυγατρικές εταιρείες. Έτσι, ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του KBM ήταν και είναι ταυτόχρονα πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της «meinhof.de AG» και ο διαχειριστής της επιχείρησης MR Bayern GmbH ήταν ταυτόχρονα διαχειριστής της εταιρείας «meinhof.de AG».

(69)

Απ’ ό,τι φαίνεται η Γερμανία είχε επίγνωση των στενών σχέσεων μεταξύ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών. Σε μία επιστολή του Βαυαρικού Υπουργείου Γεωργίας και Δασών του 1997 αναπτύσσονται οι βασικές αρχές, σύμφωνα με τις οποίες πρέπει να γίνεται ο έλεγχος των λογιστικών καταστάσεων στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών. Όπως τονίζεται ιδίως στην επιστολή, οι εργασίες οι οποίες εκτελούνται από το προσωπικό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών, εξ ονόματος των βιομηχανικών θυγατρικών εταιρειών, πρέπει να χρεώνονται με βάση τις τιμές της αγοράς ενώ πρέπει να αφαιρούνται οι εν λόγω χρηματικές αμοιβές από το «αναγκαίο κόστος» παροχής των υπηρεσιών από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, που αποτελεί και τη βάση υπολογισμού για τις κρατικές ενισχύσεις που χορηγούνται στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών.

(70)

Επειδή ωστόσο δεν υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία για το χρόνο εργασιών, από τα οποία θα μπορούσε να προκύψει πόσες ώρες έχουν εργαστεί οι συνεργάτες για λογαριασμό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών ή αντιστοίχως για λογαριασμό των θυγατρικών τους εταιρειών και επειδή μπορούσαν να χρησιμοποιούν τους ίδιους χώρους γραφείου, θα ήταν αδύνατο να ελεγχθεί με ακρίβεια επί πόσο χρονικό διάστημα εργάστηκαν οι συνεργάτες των δικτύων ανταλλαγής μηχανών για τις θυγατρικές εταιρείες.

(71)

Αλλά και το γεγονός της αυτόματης περικοπής των κρατικών ενισχύσεων κατά 10 %, στις περιπτώσεις που ένα δίκτυο ανταλλαγής μηχανών ασκούσε μη βασικές δραστηριότητες μέσω κάποιας εμπορικής θυγατρικής του εταιρείας αποδεικνύει επίσης ότι ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων δεν μπορούσε να είναι ολοσχερής, εφόσον η ύπαρξη μίας αληθινά χωριστής βιομηχανικής θυγατρικής εταιρείας δεν θα επηρέαζε ουδόλως το «αναγκαίο κόστος», που πρέπει να καλύπτουν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών, ώστε να είναι σε θέση να διεκπεραιώνουν τις βασικές τους δραστηριότητες.

(72)

Το στοιχείο αυτό επιτείνεται και από το γεγονός ότι η Γερμανία καθιέρωσε το 2001 ένα σύστημα αναλυτικής καταγραφής του χρόνου εργασίας, σύμφωνα με το οποίο κάθε δίκτυο ανταλλαγής μηχανών ήταν υποχρεωμένο να καταγράφει επί ένα εξάμηνο επί πόσες ώρες είχε εργαστεί το προσωπικό για το δίκτυο ανταλλαγής μηχανών («βασικές δραστηριότητες») ή για λογαριασμό των εμπορικών θυγατρικών εταιρειών («μη βασικές δραστηριότητες»). Το σύστημα αυτό καθιερώθηκε για να διαπιστώνεται επί πόσο χρονικό διάστημα από το χρόνο εργασίας τους είχαν απασχοληθεί οι συνεργάτες των δικτύων ανταλλαγής μηχανών με «μη βασικές δραστηριότητες». Η καθιέρωση ενός τέτοιου μηχανισμού αποτελεί όμως και την έμμεση απόδειξη που θεμελιώνει την παραδοχή στην οποία είχε καταλήξει η Επιτροπή ότι πριν από το 2001 δεν υπήρχε κανένας πλήρης προσωπικός και ουσιαστικός διαχωρισμός.

(73)

Αλλά και οι διαφημίσεις στον τύπο και στις σελίδες του Διαδικτύου γίνονταν από κοινού και όπως προκύπτει από τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία οι εμπορικές θυγατρικές εταιρείες χρησιμοποιούσαν σε μεγάλη έκταση το λογότυπο των δικτύων ανταλλαγής μηχανών. Έτσι, για παράδειγμα, η θυγατρική εταιρεία «meinhof.de AG» χρησιμοποιούσε το λογότυπο «MR» –δηλαδή το λογότυπο των δικτύων ανταλλαγής μηχανών– στα έντυπα των παραγγελιών της, στις πληροφορίες για τα μέλη της και στην ιστοσελίδα της στο Διαδίκτυο. Στις ανακοινώσεις που γίνονταν στον τοπικό τύπο, οι αναγνώστες δεν μπορούσαν να διακρίνουν ανάμεσα στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και τις θυγατρικές τους εταιρείες. Δεν είναι επίσης σαφές με ποιο τρόπο γινόταν ο επιμερισμός του κόστους διαφήμισης μεταξύ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών.

(74)

Για το λόγο αυτό, η Επιτροπή είναι της γνώμης ότι η Γερμανία δεν διέθετε ένα σύστημα το οποίο ήταν σε θέση να αποκλείσει αποτελεσματικά εκ των προτέρων τη διεπιδότηση μεταξύ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών. Συνεπώς, δεν είναι επίσης δυνατόν να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ένα μέρος των κρατικών ενισχύσεων που εισέπραξαν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών ή το KBM να διοχετεύθηκε στις θυγατρικές τους εταιρείες –για παράδειγμα, υπό τη μορφή της δωρεάν διάθεσης προσωπικού ή της παροχής υπηρεσιών ή της χρέωσής τους σε τιμές κατώτερες από την τιμή της αγοράς.

(75)

Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθεί εάν ένα τέτοιο στοιχείο ενίσχυσης υπέρ των θυγατρικών εταιρειών είναι ενδεχομένως τόσο αμελητέο, ώστε να μην είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση, βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001.

V.1.4.   Παροχή υπηρεσιών προς εξυπηρέτηση γενικού οικονομικού συμφέροντος

(76)

Όσον αφορά την επιφύλαξη που εξέφρασε η Γερμανία στο πλαίσιο της τοποθέτησής της, ότι το εξεταζόμενο μέτρο δεν είναι δυνατόν να υπαχθεί στον ορισμό των ενισχύσεων, βάσει της απόφασης που εξέδωσε το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση Altmark Trans GmbH und Regierungspräsidium Magdeburg (14), η Επιτροπή παραπέμπει στο γεγονός ότι δεν πληρούνται εκ προοιμίου όλες οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην απόφαση Altmark. Πρώτον, η διαμεσολάβηση μηχανημάτων και εργατικού δυναμικού μεταξύ των γεωργών, όπως αναπτύχθηκε προηγουμένως, συνιστά ομαλή οικονομική δραστηριότητα και δεν αποτελεί επομένως παροχή υπηρεσιών προς εξυπηρέτηση γενικού οικονομικού συμφέροντος, η οποία συμβαδίζει με ακριβώς καθορισμένες υποχρεώσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας. Δεύτερον, δεν έχουν καθοριστεί εκ των προτέρων οι παράμετροι, με βάση τις οποίες υπολογίζεται το ύψος των αντισταθμιστικών πληρωμών. Τρίτον, η Γερμανία δεν έχει αποδείξει ότι το ύψος των αντισταθμιστικών πληρωμών δεν υπερβαίνει το ποσό που είναι αναγκαίο για να καλυφθεί εν μέρει ή στο σύνολό του το κόστος που προέκυψε, αν ληφθούν υπόψη οι αντίστοιχες εισπράξεις και ένα προσήκον κέρδος για την παροχή των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.

V.1.5.   Ενισχύσεις στους γεωργούς

(77)

Από το μέτρο ευνοήθηκαν επίσης οι γεωργικές επιχειρήσεις. Μπόρεσαν να επωφεληθούν από τον ιστό των δικτύων ανταλλαγής μηχανών που είναι εξαπλωμένος σε όλο το κρατίδιο, ο οποίος μεσολαβεί οργανωτικά για τη διάθεση μηχανημάτων και εργατικού δυναμικού με αντάλλαγμα την καταβολή της εισφοράς μέλους η οποία δεν ανταποκρίνεται στο πλήρες κόστος ή του τέλους διαμεσολάβησης, το οποίο δεν είναι ανάλογο με το πλήρες κόστος.

(78)

Η Γερμανία είχε γνωστοποιήσει ότι η ένταση των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών κατά το εξεταζόμενο χρονικό διάστημα κυμαινόταν γύρω στο 50 % περίπου του «αναγκαίου κόστους». Αν ληφθεί υπόψη το συνολικό ύψος της ενίσχυσης (ποσό περίπου 5 εκατ. ευρώ ετησίως) και ο αριθμός των γεωργών, οι οποίοι ήταν σε θέση να εκμεταλλευθούν τις παρεχόμενες υπηρεσίες, όντας μέλη των δικτύων ανταλλαγής μηχανών (περίπου 100 000) οφείλει να διαπιστωθεί ότι ακόμη και στην περίπτωση που η ενίσχυση θα μεταβιβαζόταν περαιτέρω σε πλήρες ύψος στους γεωργούς το ποσό που θα εισέπραττε ο κάθε μεμονωμένος γεωργός δεν θα υπερέβαινε, κατά μέσο όρο, τα 50 ευρώ ετησίως.

(79)

Όπως ορίζεται στο άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 της Επιτροπής, της 6ης Οκτωβρίου 2004, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις ήσσονος σημασίας στους τομείς της γεωργίας και της αλιείας (15), ο οποίος βασίζεται στις εμπειρίες που έχει αποκομίσει η Επιτροπή στον τομέα αυτό, τα εξαιρετικά χαμηλά ποσά των ενισχύσεων που χορηγούνται στον τομέα της γεωργίας θεωρείται υπό ορισμένες προϋποθέσεις ότι δεν ανταποκρίνονται σε όλα τα κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ. Η Επιτροπή έχει ιδίως καθορίσει ότι μία ενίσχυση η οποία δεν υπερβαίνει το ποσό των 3 000 ευρώ σε περίοδο τριών ετών δεν νοθεύει, ούτε απειλεί με νόθευση τον ανταγωνισμό και δεν εμπίπτει επομένως στις διατάξεις του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, υπό τον όρο ότι το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στη συγκεκριμένη επιχείρηση στον αγροτικό τομέα δεν υπερβαίνει μέσα σε περίοδο τριών ετών ποσοστό 0,3 % της αξίας της γεωργικής παραγωγής ανά έτος (στην περίπτωση αυτή, το συνολικό ποσό των ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στη Γερμανία στο γεωργικό τομέα κατά το έτος 2001 ανήλθε σε 133 470 000 ευρώ).

(80)

Στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1860/2004 ορίζεται ότι ο εν λόγω κανονισμός εφαρμόζεται και στις ενισχύσεις που είχαν χορηγηθεί πριν από την έναρξη ισχύος του, εφόσον οι ενισχύσεις πληρούν τους όρους που αναφέρονται στον κανονισμό. Στην εξεταζόμενη περίπτωση η Επιτροπή είναι της άποψης ότι οι προϋποθέσεις αυτές πληρούνται. Το ποσό της ενίσχυσης που καταβλήθηκε συγκεκριμένα σε κάθε μεμονωμένη επιχείρηση ήταν εξαιρετικά χαμηλό, το συνολικό ποσό που καταβλήθηκε από τη Γερμανία ανήλθε μόλις σε περίπου 5 εκατ. ευρώ, ετησίως, η ενίσχυση δεν προοριζόταν για δραστηριότητες εξαρτημένες από τις εξαγωγές, αλλά ούτε και ήταν εξαρτημένη από τη χρήση εγχώριων προϊόντων σε βάρος των εισαγόμενων αγαθών, ενώ δεν ήταν καθορισμένη με κριτήριο την τιμή ή την ποσότητα των προϊόντων που διοχετεύονται στο εμπόριο. Η οικονομική ανάλυση που επιβάλλεται, σύμφωνα με τον κανονισμό έχει ήδη γίνει από την Επιτροπή, σε συνάρτηση με την απόφαση για την ενίσχυση N 145/04 (16).

(81)

Οφείλει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της απόφασής της που εξέδωσε (17) με την οποία εγκρίνεται η μελλοντική καταβολή των εν λόγω ενισχύσεων στους γεωργούς η Επιτροπή έλεγξε το αυτό μέτρο εξετάζοντας εάν είναι συμβιβάσιμο με το κεφάλαιο 14 του κοινοτικού πλαισίου και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το μέτρο της ενίσχυσης είναι συμβιβάσιμο με τη συνθήκη ΕΚ, αν ληφθούν υπόψη οι ιδιάζουσες περιστάσεις. Όπως προκύπτει ωστόσο στην περίπτωση που εξετάζεται εν προκειμένω από την εφαρμογή των βασικών αρχών που αναπτύσσονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1860/2004, η εξέταση βάσει του κεφαλαίου 14 του κοινοτικού πλαισίου περισσεύει.

(82)

Η ενίσχυση η οποία χορηγείται στους γεωργούς υπό τη μορφή της παροχής υπηρεσιών από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών σε χαμηλότερες τιμές δεν συνιστά επομένως κρατική ενίσχυση, κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

V.1.6.   Συμπέρασμα

(83)

Βασιζόμενη σε όλους τους προαναφερόμενους λόγους η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το εξεταζόμενο μέτρο συνιστά ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ προς όφελος του KBM, των μεμονωμένων δικτύων ανταλλαγής μηχανών, καθώς και των θυγατρικών τους εταιρειών. Το μέτρο δεν συνιστά ενίσχυση προς υποστήριξη των γεωργών.

V.2   Εφαρμογή του άρθρου 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ

(84)

Θα πρέπει συνεπώς να εξεταστεί εάν είναι δυνατόν να ισχύσει κάποια από τις εξαιρέσεις ή απαλλαγές από τη βασική αρχή της απαγόρευσης χορήγησης ενισχύσεων βάσει του άρθρου 87 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης ΕΚ. Στην περίπτωση του συγκεκριμένου μέτρου δεν πρόκειται ούτε για ενισχύσεις κοινωνικού χαρακτήρα βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 στοιχείο α) της συνθήκης ΕΚ, ούτε για ενισχύσεις βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ οι οποίες προορίζονται για την επανόρθωση ζημιών που προκαλούνται από θεομηνίες ή άλλα έκτακτα γεγονότα. Ούτε όμως πρόκειται για ενισχύσεις, βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 2 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ σε συνάρτηση με τη διαίρεση της Γερμανίας. Δεν εφαρμόζονται εξάλλου ούτε οι ιδιαίτερες περιπτώσεις του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχεία α), β), δ) ή ε) της συνθήκης ΕΚ. Αλλά και η Γερμανία δεν επικαλέστηκε καμία από τις διατάξεις αυτές. Η μόνη εξαίρεση η οποία ενδεχομένως να εφαρμόζεται είναι το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ) της συνθήκης ΕΚ.

V.2.1.   Συμβιβάσιμος χαρακτήρας των ενισχύσεων προς το KBM

(85)

Όπως περιγράφεται στις αιτιολογικές σκέψεις 42 έως 50, παραμένει ασαφές εάν οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στο KBM εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν δεν συνδέονται με συγκεκριμένες επενδύσεις, αλλά ούτε και εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 70/2001. Ούτε εξάλλου προβλήθηκε το επιχείρημα ότι πρόκειται για άλλες επιλέξιμες δραστηριότητες.

(86)

Με βάση την πάγια νομολογία η χρηματοδοτική ενίσχυση η οποία χορηγήθηκε στο KBM θα πρέπει ως εκ τούτου να θεωρηθεί ότι ανήκει στις λειτουργικές ενισχύσεις που δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά (18), εφόσον οι πόροι δεν μεταβιβάστηκαν περαιτέρω στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και υπερβαίνουν τα ανώτατα ποσά που καθορίζονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001.

V.2.2.   Συμβιβάσιμος χαρακτήρας των ενισχύσεων προς τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και τις θυγατρικές τους εταιρείες

(87)

Όπως εκτέθηκε στις αιτιολογικές σκέψεις 42 έως 60, τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και οι θυγατρικές τους εταιρείες αποκόμισαν πλεονεκτήματα από τις υπηρεσίες που τους προσέφερε το KBM υπό τη μορφή της παροχής συμβουλών, αλλά και των μέτρων περαιτέρω κατάρτισης και επιμόρφωσης του προσωπικού για λογαριασμό τους. Τα μέτρα αυτά πρέπει να υπαχθούν στις ενισχύσεις για σκοπούς επαγγελματικής εκπαίδευσης, βάσει των διατάξεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 68/2001 της Επιτροπής, της 12ης Ιανουαρίου 2001, σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 87 και 88 της συνθήκης ΕΚ στις ενισχύσεις για επαγγελματική εκπαίδευση (19). Στο θέμα των υπηρεσιών παροχής συμβουλών εφαρμόζεται ενδεχομένως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 70/2001. Οι πληροφορίες που διαβίβασε η Γερμανία στην Επιτροπή δεν επαρκούν όμως για να αξιολογηθεί κατά πόσο τηρήθηκαν οι διατάξεις των προαναφερόμενων κανονισμών.

(88)

Σε ό,τι αφορά τις χρηματοδοτικές συνεισφορές που μεταβιβάζονται απευθείας από το KBM στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, οι σκέψεις που αναλύονται στις αιτιολογικές σκέψεις 85 και 86. Συνεπεία της ανεπαρκούς οριοθέτησης ανάμεσα στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και τις θυγατρικές τους εταιρείες δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να έχει παρακρατηθεί από τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών ένα μέρος της ενίσχυσης και να έχει ενδεχομένως μεταβιβαστεί περαιτέρω στις θυγατρικές εταιρείες.

(89)

Η Γερμανία χορήγησε από την άλλη πλευρά στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι ένα μεγάλο μέρος της ενίσχυσης μεταβιβάστηκε πράγματι περαιτέρω στους γεωργούς. Η Επιτροπή είναι της άποψης ότι μπορεί να γίνει αποδεκτό ότι οι πληρωμές που κατέβαλε η Βαυαρία στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών μέσω του KBM μεταβιβάστηκαν περαιτέρω στους γεωργούς, εφόσον ανταποκρίνονται στο μέσο κόστος των παρεχόμενων υπηρεσιών σύμφωνα με τα στοιχεία που χορηγήθηκαν από τη Γερμανία.

(90)

Από τα προαναφερόμενα συνεπάγεται ότι οι πληρωμές οι οποίες υπερβαίνουν τα ποσά που υπολογίζονται με βάση το μέσο κόστος για την αντίστοιχη παροχή υπηρεσιών, υπερβαίνουν αποδεδειγμένα τα ποσά που μεταβιβάστηκαν περαιτέρω στους γεωργούς και υπερβαίνουν το ανώτατο ποσό των 100 000 ευρώ ανά δικαιούχο σε χρονική περίοδο τριών ετών, το οποίο καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001 θεωρείται ότι συνιστούν ενισχύσεις για σκοπούς λειτουργίας οι οποίες δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά.

V.3.   Επιλογή του KBM

(91)

Όπως προβλέπει ο βαυαρικός νόμος για την προώθηση της γεωργίας, μόνο μία τέτοια οργάνωση είναι δυνατόν να αναγνωριστεί και να υποστηριχθεί στη Βαυαρία. Η αναγνώριση του KBM είχε ήδη γίνει το 1972. Όπως ανακοίνωσε η Γερμανία στο πλαίσιο των παρατηρήσεών της, πρόκειται για ένα οργανισμό αλληλοβοήθειας των γεωργών της Βαυαρίας ο οποίος καταλαμβάνει ιδιαίτερη θέση, επειδή δεν υπάρχουν συγκρίσιμα θεσμικά όργανα με τα οποία θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί στο πλαίσιο του ανταγωνισμού.

(92)

Η επιλογή του KBM δεν φαίνεται συνεπώς εκ πρώτης όψεως να αντιβαίνει στις κοινοτικές διατάξεις οι οποίες ισχύουν στο πεδίο του συντονισμού των διαδικασιών για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων παροχής υπηρεσιών. Η Επιτροπή επιφυλάσσεται ρητά να προβεί σε περαιτέρω ανάλυση του μέτρου, υπό το πρίσμα των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου για τις δημόσιες συμβάσεις.

VI.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(93)

Η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Γερμανία έθεσε παράνομα σε εφαρμογή το μέτρο το οποίο αποτελεί αντικείμενο της παρούσας απόφασης παραβιάζοντας με τον τρόπο αυτό το άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ. Βασιζόμενη στους λόγους που αναπτύχθηκαν προηγουμένως, η Επιτροπή υποστηρίζει την ακόλουθη άποψη:

(94)

Η ενίσχυση η οποία χορηγήθηκε στους γεωργούς υπό τη μορφή των υπηρεσιών διαμεσολάβησης κατά τη διάθεση μηχανημάτων και εργατικού δυναμικού δεν συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(95)

Η ενίσχυση που χορηγήθηκε στο KBM δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, εφόσον δεν μεταβιβάστηκε περαιτέρω στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών. Από τη Γερμανία πρέπει επομένως να ζητηθεί να προβεί σε ανάκτηση των εν λόγω ενισχύσεων οι οποίες δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά, κατά την έννοια του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, εφόσον οι ενισχύσεις αυτές δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001.

(96)

Οι ενισχύσεις που χορηγήθηκαν στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και τις θυγατρικές τους εταιρείες δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά, εφόσον δεν μεταβιβάστηκαν περαιτέρω στους γεωργούς. Καθήκον της Γερμανίας είναι να αποδείξει σε ποιο ύψος μεταβιβάστηκαν περαιτέρω οι ενισχύσεις στους γεωργούς. Ως βάση υπολογισμού πρέπει να χρησιμοποιείται το μέσο κόστος των υπηρεσιών που προσέφεραν τα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών χωρίς την παρεμβολή των μηχανικών τους θυγατρικών εταιρειών, για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο να ενσωματωθούν στον υπολογισμό τα ποσά τα οποία ενδεχομένως απέφεραν όφελος στις θυγατρικές τους εταιρείες.

(97)

Η Γερμανία πρέπει να κληθεί να προβεί σε ανάκτηση των ενισχύσεων που δεν είναι συμβιβάσιμες με την κοινή αγορά, βάσει του άρθρου 14 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999, εφόσον οι ενισχύσεις δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 69/2001,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Οι χρηματοδοτικές συνεισφορές που χορήγησε η Γερμανία στους γεωργούς της Βαυαρίας μέσω των δικτύων ανταλλαγής μηχανών της Βαυαρίας υπό τη μορφή της επιδότησης για την παροχή υπηρεσιών διαμεσολάβησης κατά τη διάθεση μηχανημάτων και εργατικού δυναμικού δεν συνιστούν ενισχύσεις κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης.

Άρθρο 2

Η κρατική ενίσχυση που χορήγησε η Γερμανία υπέρ της ένωσης που αποκαλείται «Kuratorium bayerischer Maschinen- und Betriebshilferinge e.V.» δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, εφόσον οι χρηματοδοτικοί πόροι δεν μεταβιβάστηκαν περαιτέρω στα δίκτυα ανταλλαγής μηχανών και εφόσον υπερβαίνουν ανά δικαιούχο μέσα σε χρονική περίοδο τριών ετών το ανώτατο όριο των 100 000 ευρώ που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001.

Άρθρο 3

Η κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε από τη Γερμανία υπέρ των δικτύων ανταλλαγής μηχανών και των θυγατρικών τους εταιρειών δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, εφόσον οι χρηματοδοτικοί πόροι δεν μεταβιβάστηκαν περαιτέρω σε γεωργούς με βάση τα αποδεικτικά στοιχεία που ήταν υποχρεωμένη να προσκομίσει η Γερμανία βάσει του άρθρου 4 και εφόσον η ενίσχυση υπερβαίνει ανά δικαιούχο μέσα σε χρονική περίοδο τριών ετών το ανώτατο όριο των 100 000 ευρώ που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 69/2001.

Άρθρο 4

Για τους σκοπούς του καθορισμού της ενίσχυσης που κατονομάζεται στα άρθρα 2 και 3 η οποία δεν είναι συμβιβάσιμη με την κοινή αγορά, η Γερμανία προσκομίζει τον υπολογισμό του μέσου κόστους των υπηρεσιών που έχουν παρασχεθεί στους γεωργούς από δίκτυα ανταλλαγής μηχανών τα οποία δεν έχουν εμπορικές θυγατρικές επιχειρήσεις.

Άρθρο 5

Η Γερμανία λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την ανάκτηση των ενισχύσεων που καταβλήθηκαν παράνομα στους δικαιούχους.

Η ανάκτηση διενεργείται πάραυτα και βάσει των οικείων διατάξεων του εθνικού δικαίου, εφόσον αυτές επιτρέπουν την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Οι προς ανάκτηση ενισχύσεις περιλαμβάνουν και τους τόκους από την ημερομηνία της καταβολής της ενισχύσεως μέχρι την ημερομηνία της πραγματικής ανάκτησής της. Ο υπολογισμός των τόκων γίνεται βάσει του κεφαλαίου V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής (20).

Άρθρο 6

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας.

Βρυξέλλες, 14 Δεκεμβρίου 2004.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 82 της 5.4.2003, σ. 12.

(2)  ΕΕ C 28 της 1.2.2000, σ. 2.

(3)  Πρβλ. υποσημείωση 1.

(4)  C(2004) 1629 τελικό.

(5)  Στις βασικές αποστολές, κατά την έννοια της παρούσας απόφασης, ανήκουν οι δραστηριότητες εκείνες οι οποίες είναι επιλέξιμες βάσει του γερμανικού δικαίου.

(6)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με την πράξη προσχώρησης του 2003.

(7)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 30.

(8)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 33. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 364/2004 (ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 22).

(9)  Όπως ανέφεραν το Δικαστήριο και το Πρωτοδικείο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, «οι ενισχύσεις λειτουργίας, δηλαδή οι ενισχύσεις που αποβλέπουν να απαλλάξουν μία επιχείρηση από τις δαπάνες στις οποίες θα έπρεπε η ίδια να υποβληθεί στο πλαίσιο της τρέχουσας διαχειρίσεως των συνήθων δραστηριοτήτων της, νοθεύουν, καταρχήν, τους όρους του ανταγωνισμού» (απόφαση του Πρωτοδικείου της 8ης Ιουνίου 1995 στην υπόθεση T-459/93, Siemens SA κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, σ. II-1675, σημεία 48 και 77 και νομολογία που αναφέρεται στα σημεία αυτά).

(10)  Συλλογή 2003, σ. I-7747.

(11)  Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, στην έννοια της επιχειρήσεως στο πλαίσιο του δικαίου του ανταγωνισμού, εντάσσεται κάθε φορέας που ασκεί οικονομική δραστηριότητα, ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος του φορέα αυτού και του τρόπου χρηματοδοτήσεώς του (βλέπε την απόφαση που εκδόθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2000 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-180/98 έως C-184/98, Pavlov και λοιποί κατά Stichting Pensioenfonds Medische Specialisten, Συλλογή 2000, σ. I-6451, σημείο 74). Σύμφωνα επίσης με την πάγια νομολογία, οικονομική δραστηριότητα αποτελεί κάθε δραστηριότητα η οποία συνίσταται στην προσφορά αγαθών ή υπηρεσιών σε μία συγκεκριμένη αγορά (αποφάσεις της 16ης Ιουνίου 1987 στην υπόθεση 118/85, Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, Συλλογή 1987, σ. 2599, σημείο 7, και της 18ης Ιουνίου 1998 στην υπόθεση C-35/96, Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, Συλλογή 1998, σ. I-3851, σημείο 36, καθώς και προαναφερθείσα απόφαση Pavlov, σημείο 75).

(12)  Πρβλ. υποσημείωση 10.

(13)  Πρβλ. υποσημείωση 10.

(14)  Πρβλ. υποσημείωση 10.

(15)  ΕΕ L 325 της 28.10.2004, σ. 4.

(16)  Αριθμός φακέλου C(2004) 2669 της 14ης Ιουλίου 2004 — Γαλλία — Ενίσχυση στους γαλακτοπαραγωγούς οι οποίοι υπέστησαν ζημίες λόγω της πτώχευσης της επιχείρησης Parmalat.

(17)  Πρβλ. υποσημείωση 4.

(18)  Πρβλ. υποσημείωση 11.

(19)  ΕΕ L 10 της 13.1.2001, σ. 20. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 363/2004 (ΕΕ L 63 της 28.2.2004, σ. 20).

(20)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1.


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/58


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 14ης Αυγούστου 2006

για την τροποποίηση της απόφασης 2005/648/ΕΚ σχετικά με ορισμένα προστατευτικά μέτρα που αφορούν την ψευδοπανώλη των πτηνών στη Βουλγαρία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 3622]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/571/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 91/496/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 15ης Ιουλίου 1991, για τον καθορισμό των βασικών αρχών σχετικά με την οργάνωση των κτηνιατρικών ελέγχων των ζώων προέλευσης τρίτων χωρών που εισάγονται στην Κοινότητα και περί τροποποίησης των οδηγιών 89/662/ΕΟΚ, 90/425/ΕΟΚ και 90/675/ΕΟΚ (1), και ιδίως το άρθρο 18 παράγραφος 7,

την οδηγία 97/78/ΕΚ του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 1997, για τον καθορισμό των αρχών οργάνωσης των κτηνιατρικών ελέγχων των προϊόντων που εισάγονται στην Κοινότητα από τρίτες χώρες (2), και ιδίως το άρθρο 22 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η ψευδοπανώλη των πτηνών είναι άκρως μεταδοτική ιογενής νόσος των πουλερικών και των πτηνών και υπάρχει κίνδυνος ο παράγοντας της νόσου να εισαχθεί μέσω του διεθνούς εμπορίου ζώντων πουλερικών και προϊόντων πουλερικών.

(2)

Η απόφαση 2005/648/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Σεπτεμβρίου 2005, όσον αφορά τη λήψη προστατευτικών μέτρων σε σχέση με την ψευδοπανώλη των πτηνών στη Βουλγαρία (3), εκδόθηκε μετά την εμφάνιση κρούσματος ψευδοπανώλους των πτηνών στη διοικητική περιφέρεια Vratsa. Η εν λόγω απόφαση αναστέλλει την εισαγωγή ζώντων πουλερικών, στρουθιονίδων, εκτρεφόμενων και άγριων πτερωτών θηραμάτων και αυγών επώασης, νωπού κρέατος και παρασκευασμάτων κρέατος και προϊόντων με βάση το κρέας που προέρχεται από αυτά τα είδη.

(3)

Η Βουλγαρία επιβεβαίωσε την εμφάνιση κρούσματος ψευδοπανώλους των πτηνών στη διοικητική περιφέρεια (νομό) Kardzhali στη Βουλγαρία.

(4)

Εάν ληφθεί υπόψη η τρέχουσα επιδημιολογική κατάσταση στη Βουλγαρία όσον αφορά την ψευδοπανώλη των πτηνών και το γεγονός ότι η εν λόγω χώρα εφαρμόζει ορισμένα μέτρα ελέγχου της νόσου και έχει διαβιβάσει στην Επιτροπή περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση της νόσου, φαίνεται ότι η κατάσταση στη Βουλγαρία, με εξαίρεση τις περιφέρειες Vratsa, Blagoevgrad, Kardzhali και Burgas (με εξαίρεση τους δήμους Burgas και Sungurlare), εξακολουθεί να είναι ικανοποιητική. Είναι επομένως σκόπιμο η αναστολή των εισαγωγών να περιορισθεί στις εν λόγω περιφέρειες.

(5)

Συνεπώς, το παράρτημα της απόφασης 2005/648/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(6)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα της απόφασης 2005/648/ΕΚ αντικαθίσταται από το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία μέτρα για τη συμμόρφωση με την παρούσα απόφαση, τα οποία και δημοσιεύουν. Πληροφορούν αμέσως σχετικά την Επιτροπή.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 14 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 268 της 24.9.1991, σ. 56. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την πράξη προσχώρησης του 2003.

(2)  ΕΕ L 24 της 30.1.1998, σ. 9. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 882/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 165 της 30.4.2004, σ. 1· όπως διορθώθηκε στην ΕΕ L 191 της 28.5.2004, σ. 1).

(3)  ΕΕ L 238 της 15.9.2005, σ. 16. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/354/ΕΚ (ΕΕ L 132 της 19.5.2006, σ. 34).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Διοικητική περιφέρεια Blagoevgrad

Διοικητική περιφέρεια Burgas εκτός από τους δήμους Burgas και Sungurlare

Διοικητική περιφέρεια Vratsa

Διοικητική περιφέρεια Kardzhali»


19.8.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 227/60


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 18ης Αυγούστου 2006

για τροποποίηση της απόφασης 2005/393/ΕΚ όσον αφορά τις απαγορευμένες ζώνες σχετικά με τον καταρροϊκό πυρετό του προβάτου στην Ισπανία και την Πορτογαλία

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2006) 3700]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2006/572/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την οδηγία 2000/75/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2000, για τη θέσπιση ειδικών διατάξεων σχετικών με μέτρα καταπολέμησης και εκρίζωσης του καταρροϊκού πυρετού του προβάτου (1), και ιδίως το άρθρο 8 παράγραφος 3 στοιχείο γ) και το άρθρο 19 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2000/75/ΕΚ ορίζει κανόνες και μέτρα ελέγχου για την καταπολέμηση του καταρροϊκού πυρετού του προβάτου στην Κοινότητα, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού ζωνών προστασίας και εποπτείας και της θέσπισης απαγόρευσης για την απομάκρυνση των ζώων από τις εν λόγω ζώνες.

(2)

Η απόφαση 2005/393/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Μαΐου 2005, για τις ζώνες προστασίας και εποπτείας σχετικά με τον καταρροϊκό πυρετό του προβάτου και για τους όρους που ισχύουν για τις μετακινήσεις από τις ζώνες αυτές ή διαμέσου αυτών (2) προβλέπει την οριοθέτηση των συνολικών γεωγραφικών περιοχών όπου τα κράτη μέλη καθορίζουν ζώνες προστασίας και εποπτείας («απαγορευμένες ζώνες») σχετικά με τον καταρροϊκό πυρετό του προβάτου.

(3)

Η Ισπανία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι διαπιστώθηκε η παρουσία του φορέα του ιού σε ορισμένες νέες περιοχές στα όρια της απαγορευμένης ζώνης.

(4)

Κατά συνέπεια, η απαγορευμένη ζώνη που αφορά την Ισπανία πρέπει να επεκταθεί λαμβάνοντας υπόψη τις διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με την οικολογία του φορέα του ιού και την εξέλιξη της εποχιακής δραστηριότητάς του.

(5)

Η Πορτογαλία ενημέρωσε την Επιτροπή ότι από το Νοέμβριο του 2005 κανένας ιός δεν έχει κυκλοφορήσει στους δήμους Oleiros, Sertã και Vila de Rei.

(6)

Ως εκ τούτου, οι εν λόγω δήμοι πρέπει να θεωρηθούν απαλλαγμένες από τον καταρροϊκό πυρετό του προβάτου και, βάσει του τεκμηριωμένου αιτήματος της Πορτογαλίας, να διαγραφούν από τον πίνακα απαγορευμένων ζωνών.

(7)

Επομένως, η απόφαση 2005/393/ΕΚ πρέπει να τροποποιηθεί ανάλογα.

(8)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Το παράρτημα Ι της απόφασης 2005/393/ΕΚ τροποποιείται σύμφωνα με το παράρτημα της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 18 Αυγούστου 2006.

Για την Επιτροπή

Μάρκος ΚΥΠΡΙΑΝΟΫ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 327 της 22.12.2000, σ. 74.

(2)  ΕΕ L 130 της 24.5.2005, σ. 22. Απόφαση όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2006/273/ΕΚ (ΕΕ L 99 της 7.4.2006, σ. 35).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

1.

Στο παράρτημα Ι της απόφασης 2005/393/ΕΚ, ο κατάλογος των απαγορευμένων περιοχών στη ζώνη Ε (ορότυπος 4), που αφορά την Ισπανία, αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«Ισπανία:

Αυτόνομη περιφέρεια Extremadura: επαρχίες Cáceres, Badajoz.

Αυτόνομη περιφέρεια Ανδαλουσίας: επαρχίες Cádiz, Córdoba, Huelva, Jaén (“comarcas” Alcalá la Real, Andújar, Huelma, Jaén, Linares, Santiesteban del Puerto, Ubeda), Málaga, Sevilla.

Αυτόνομη περιφέρεια Castilla-La Mancha: επαρχίες Albacete (“comarca” Alcaraz), Ciudad Real, Toledo.

Αυτόνομη περιφέρεια Castilla-La Mancha: επαρχίες Avila (“comarcas” Arenas de San Pedro, Candeleda, Cebreros, Las Navas del Marqués, Navaluenga, Sotillo de la Adrada), Salamanca (“comarcas” Béjar, Ciudad Rodrigo και Sequeros).

Αυτόνομη περιφέρεια Μαδρίτης: επαρχία Μαδρίτης (“comarcas” Alcalá de Henares, Aranjuez, Arganda del Rey, Colmenar Viejo, El Escorial, Grinon, Municipio de Madrid, Navalcarnero, San Martín de Valdeiglesias, Torrelaguna, Villarejo de Salvanés)»

2.

Στο παράρτημα Ι της απόφασης 2005/393/ΕΚ, ο κατάλογος των απαγορευμένων περιοχών στη ζώνη Ε (ορότυπος 4), που αφορά την Πορτογαλία, αντικαθίσταται από τον ακόλουθο:

«Πορτογαλία:

Περιφερειακή διεύθυνση γεωργίας Algarve: όλα τα concelhos.

Περιφερειακή διεύθυνση γεωργίας Alentejo: όλα τα concelhos.

Περιφερειακή διεύθυνση γεωργίας Ribatejo e Oeste: concelhos Almada, Barreiro, Moita, Seixal, Sesimbra, Montijo, Coruche, Setúbal, Palmela, Alcochete, Benavente, Salvaterra de Magos, Almeirim, Alpiarça, Chamusca, Constância, Abrantes και Sardoal.

Περιφερειακή διεύθυνση γεωργίας Beira Interior: concelhos Penamacor, Fundão, Idanha-a-Nova, Castelo Branco, Proença-a-Nova, Vila Velha de Ródão και Mação»


  翻译: