ISSN 1725-2547

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

51ό έτος
4 Ιουνίου 2008


Περιεχόμενα

 

I   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

Σελίδα

 

 

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

 

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 490/2008 της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2008, για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

1

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 491/2008 της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2008, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τις επιστροφές στην παραγωγή στον τομέα των σιτηρών

3

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 492/2008 της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2008, για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές όξινου γλουταμινικού νατρίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

14

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 493/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας γάδου στα νορβηγικά ύδατα των ζωνών I και II από σκάφη που φέρουν σημαία Πορτογαλίας

31

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 494/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας γάδου στη ζώνη VI, στα κοινοτικά ύδατα της ζώνης Vb και στα διεθνή ύδατα των ζωνών XII και XIV, από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

33

 

*

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 495/2008 της Επιτροπής, της 2ας Ιουνίου 2008, περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας του είδους προσφυγάκι στα κοινοτικά και στα διεθνή ύδατα στις ζώνες I, II, III, IV, V, VI, VII, VIIIa, VIIIb, VIIId, VIIIe, XII και XIV από σκάφη που φέρουν σημαία Ισπανίας

35

 

 

II   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

 

 

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

 

 

Επιτροπή

 

 

2008/408/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 20ής Νοεμβρίου 2007, σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 36/A/06 (πρώην NN 38/06) που έθεσε σε εφαρμογή η Ιταλία υπέρ των ThyssenKrupp, Cementir και Nuova Terni Industrie Chimiche [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 5400]  ( 1 )

37

 

 

2008/409/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 17ης Απριλίου 2008, σχετικά με την κατανομή ποσοτήτων ελεγχόμενων ουσιών που επιτρέπονται για βασικές χρήσεις στην Κοινότητα, το 2008, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1403]  ( 1 )

55

 

 

2008/410/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 30ής Απριλίου 2008, σχετικά με την κατανομή των ποσοστώσεων εισαγωγής ελεγχόμενων ουσιών βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1639]

69

 

 

2008/411/ΕΚ

 

*

Απόφαση της Επιτροπής, της 21ης Μαΐου 2008, σχετικά με την εναρμόνιση της ζώνης συχνοτήτων 3400-3800 MHz για επίγεια συστήματα ικανά να παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα [κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1873]  ( 1 )

77

 

 

III   Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

 

 

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

 

 

2008/412/ΚΕΠΠΑ

 

*

Απόφαση CHAD/3/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 28ης Μαΐου 2008, για την τροποποίηση της απόφασης CHAD/1/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας που αφορά την αποδοχή των συνεισφορών τρίτων κρατών στη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και της απόφασης CHAD/2/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας σχετικά με τη σύσταση της επιτροπής συνεισφερόντων για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

82

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ

4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 490/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Ιουνίου 2008

για καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 της Επιτροπής, της 21ης Δεκεμβρίου 2007, για τη θέσπιση κανόνων εφαρμογής των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 2200/96, (ΕΚ) αριθ. 2201/96 και (ΕΚ) αριθ. 1182/2007 του Συμβουλίου στον τομέα των οπωροκηπευτικών (1), και ιδίως το άρθρο 138 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1580/2007, σε εφαρμογή των αποτελεσμάτων των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του Γύρου της Ουρουγουάης, προβλέπει τα κριτήρια για τον καθορισμό από την Επιτροπή των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή από τρίτες χώρες, για τα προϊόντα και τις περιόδους που ορίζονται στο παράρτημά του.

(2)

Σε εφαρμογή των προαναφερθέντων κριτηρίων, οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή πρέπει να καθοριστούν όπως αναγράφονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Οι κατ' αποκοπή τιμές κατά την εισαγωγή που αναφέρονται στο άρθρο 138 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1580/2007 καθορίζονται όπως αναγράφονται στον πίνακα που εμφαίνεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 4 Ιουνίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Jean-Luc DEMARTY

Γενικός Διευθυντής Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης


(1)  ΕΕ L 350 της 31.12.2007, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

του κανονισμού της Επιτροπής, της 3ης Ιουνίου 2008, για τον καθορισμό των κατ' αποκοπή τιμών κατά την εισαγωγή για τον καθορισμό της τιμής εισόδου ορισμένων οπωροκηπευτικών

(EUR/100 kg)

Κωδικός ΣΟ

Κωδικός τρίτης χώρας (1)

Κατ' αποκοπή τιμή κατά την εισαγωγή

0702 00 00

MA

41,9

MK

44,3

TR

93,6

ZZ

59,9

0707 00 05

MK

30,3

TR

134,3

ZZ

82,3

0709 90 70

TR

101,8

ZZ

101,8

0805 50 10

AR

146,8

IL

134,6

TR

144,8

US

143,6

UY

61,8

ZA

130,6

ZZ

127,0

0808 10 80

AR

104,6

BR

84,5

CA

61,8

CL

91,9

CN

82,3

MK

50,7

NZ

113,4

TR

85,9

US

113,4

UY

89,8

ZA

85,2

ZZ

87,6

0809 10 00

TR

250,6

ZZ

250,6

0809 20 95

TR

532,1

US

508,1

ZZ

520,1


(1)  Ονοματολογία των χωρών που καθορίζεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1833/2006 της Επιτροπής (ΕΕ L 354 της 14.12.2006, σ. 19). Ο κωδικός «ZZ» αντιπροσωπεύει «άλλες καταγωγές».


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/3


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 491/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Ιουνίου 2008

περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου όσον αφορά τις επιστροφές στην παραγωγή στον τομέα των σιτηρών

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2007, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των γεωργικών αγορών και ειδικών διατάξεων για ορισμένα γεωργικά προϊόντα (ενιαίος κανονισμός ΚΟΑ) (1), και ιδίως το άρθρο 98 σε συνδυασμό με το άρθρο 4,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1784/2003 του Συμβουλίου, της 29ης Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με την κοινή οργάνωση της αγοράς σιτηρών (2) καταργείται από την 1η Ιουλίου 2008 σύμφωνα με το άρθρο 201 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1722/93 της Επιτροπής, της 30ής Ιουνίου 1993, περί λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1766/92 του Συμβουλίου όσον αφορά τις επιστροφές στην παραγωγή στον τομέα των σιτηρών (3) έχει τροποποιηθεί ουσιαστικά πολλές φορές. Μετά την έκδοση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 ως ενιαίου κανονισμού ΚΟΑ, είναι σκόπιμο να προσαρμοστεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1722/93. Για λόγους σαφήνειας, πρέπει να καταργηθεί ο εν λόγω κανονισμός και να αντικατασταθεί από νέο κανονισμό.

(3)

Λόγω της ιδιαίτερης κατάστασης της αγοράς αμύλων, και κυρίως της ανάγκης διατήρησης ανταγωνιστικών τιμών σε σχέση με τα άμυλα που παράγονται σε τρίτες χώρες και εισάγονται υπό μορφή προϊόντων για τα οποία το καθεστώς εισαγωγής δεν παρέχει επαρκή προστασία στους κοινοτικούς παραγωγούς, το άρθρο 96 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει τη χορήγηση επιστροφής στην παραγωγή για το άμυλο που λαμβάνεται από τον αραβόσιτο, τον σίτο ή τις πατάτες και για ορισμένα παράγωγα τα οποία χρησιμοποιούνται στην παρασκευή ορισμένων προϊόντων, κατάλογος των οποίων καταρτίζεται από την Επιτροπή, ή εάν δεν υπάρχει σημαντική εγχώρια παραγωγή άλλων σιτηρών για την παραγωγή αμύλου, για ορισμένες ποσότητες αμύλου που παράγεται στη Φινλανδία και τη Σουηδία κάθε περίοδο εμπορίας από κριθή και βρώμη, στο μέτρο που δεν συνεπάγεται αύξηση του επιπέδου παραγωγής αμύλου από τα δύο αυτά σιτηρά. Η χορήγηση αυτής της επιστροφής αποσκοπεί να καταστήσει δυνατό για τις ενδιαφερόμενες βιομηχανίες που χρησιμοποιούν άμυλα και ορισμένα παράγωγα προϊόντα να τα προμηθεύονται σε τιμή κατώτερη από εκείνη η οποία προκύπτει από την εφαρμογή των κανόνων για την κοινή οργάνωση της αγοράς των εν λόγω προϊόντων.

(4)

Δυνάμει του άρθρου 98 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν λεπτομερείς κανόνες για τη χορήγηση επιστροφών στην παραγωγή, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων ελέγχου και πληρωμής, ούτως ώστε να εφαρμόζονται οι ίδιοι κανόνες σε όλα τα κράτη μέλη.

(5)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 προβλέπει την κατάρτιση καταλόγου προϊόντων για την παρασκευή των οποίων η χρήση αμύλου παρέχει δικαίωμα επιστροφής.

(6)

Για τη διασφάλιση αποτελεσματικότερων μέτρων ελέγχου, πρέπει να προβλεφθεί η εκ των προτέρων έγκριση των δικαιούχων επιστροφής από το κράτος μέλος στο έδαφος του οποίου παρασκευάσθηκαν τα προαναφερθέντα προϊόντα.

(7)

Είναι αναγκαίο να ορισθεί η μέθοδος υπολογισμού και η περιοδικότητα για τον καθορισμό της επιστροφής στην παραγωγή. Η πλέον ικανοποιητική μέθοδος υπολογισμού είναι επί του παρόντος εκείνη η οποία στηρίζεται στη διαφορά μεταξύ της τιμής αγοράς σιτηρών και της τιμής που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του εισαγωγικού δασμού. Για λόγους σταθερότητας, η επιστροφή στην παραγωγή πρέπει να καθορίζεται, κατά γενικό κανόνα, κάθε μήνα και προκειμένου να επαληθευτεί εάν η αξία της επιστροφής στην παραγωγή είναι ορθή, πρέπει να παρακολουθούνται οι τιμές των σιτηρών στην παγκόσμια αγορά και στις πιο αντιπροσωπευτικές κοινοτικές αγορές. Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ποιες κοινοτικές αγορές πρέπει να παρακολουθούνται και η παρακολούθηση αυτή πρέπει να περιορίζεται στον αραβόσιτο. Δεδομένου ότι το να λαμβάνονται υπόψη οι τιμές άλλων σιτηρών δεν είχε στο παρελθόν πρακτική επίπτωση επί του υπολογισμού του ποσού της επιστροφής, οι αναφορές σε άλλα σιτηρά δεν είναι συνεπώς αναγκαίες.

(8)

Οι επιστροφές στην παραγωγή πρέπει να καταβάλλονται για τη χρήση αμύλου και ορισμένων παραγώγων προϊόντων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή ορισμένων προϊόντων· είναι αναγκαίες λεπτομερείς πληροφορίες προς διευκόλυνση της διεξαγωγής κατάλληλου ελέγχου και της πληρωμής επιστροφών στην παραγωγή στους αιτούντες· οι αρμόδιες αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους πρέπει να εξουσιοδοτούνται ώστε να μπορούν να απαιτούν από τους αιτούντες να τους παρέχουν κάθε απαραίτητη πληροφορία και να τους επιτρέπουν να προβαίνουν σε οποιαδήποτε επαλήθευση ή επιθεώρηση που είναι αναγκαία για τη διενέργεια των ελέγχων αυτών.

(9)

Ο παρασκευαστής του προϊόντος μπορεί να μη χρησιμοποιεί βασικά άμυλα και, ως εκ τούτου, πρέπει να καταρτιστεί κατάλογος ορισμένων προϊόντων που παράγονται από άμυλο, η χρήση του οποίου παρέχει στον παρασκευαστή δικαίωμα επιστροφής.

(10)

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του εστεροποιημένου ή του αιθεροποιημένου αμύλου μπορεί να οδηγήσουν σε ορισμένες μεταποιήσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα προκειμένου να δικαιούται επιστροφής στην παραγωγή περισσότερο από μία φορά· προς αποφυγή της κερδοσκοπίας, είναι ανάγκη να προβλεφθούν μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι το εστεροποιημένο ή το αιθεροποιημένο άμυλο δεν υφίσταται εκ νέου μεταποίηση σε πρώτη ύλη, η χρήση της οποίας μπορεί να παράσχει δικαίωμα υποβολής αιτήσεως για επιστροφή. Το επίπεδο της ασφάλειας πρέπει να προσαρμοστεί ώστε να αποφευχθεί η κερδοσκοπία.

(11)

Η καταβολή της επιστροφής στην παραγωγή δεν πρέπει να διενεργείται μέχρις ότου πραγματοποιηθεί η μεταποίηση. Εφόσον πραγματοποιηθεί η μεταποίηση, η πληρωμή πρέπει να διενεργηθεί εντός πέντε μηνών μετά την επαλήθευση εκ μέρους της αρμόδιας αρχής ότι το άμυλο υπέστη μεταποίηση. Ωστόσο, ο παρασκευαστής πρέπει να μπορεί να λαμβάνει προκαταβολή πριν την περάτωση των ελέγχων.

(12)

Για την απλούστευση και τη μείωση του διοικητικού φόρτου και των εξόδων μετατροπής τροποποιημένων αμύλων είναι σκόπιμο να αυξηθεί το ποσό της επιστροφής στην παραγωγή κάτω από το οποίο δεν κρίνεται αναγκαία η λήψη μέτρων ελέγχου, χωρίς να αυξηθεί ο κίνδυνος ακατάλληλης διάθεσης κοινοτικών πόρων.

(13)

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85 της Επιτροπής, της 22ας Ιουλίου 1985, για τον καθορισμό των κοινών λεπτομερειών εφαρμογής του καθεστώτος εγγυήσεων για τα γεωργικά προϊόντα (4) εφαρμόζεται στο καθεστώς που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Κατά συνέπεια, πρέπει να καθοριστούν οι πρωτογενείς απαιτήσεις των υποχρεώσεων οι οποίες βαρύνουν τους παραγωγούς και καλύπτονται από τη σύσταση εγγυήσεως.

(14)

Η επιτροπή διαχείρισης για την κοινή οργάνωση των γεωργικών αγορών δεν διατύπωσε γνώμη εντός της προθεσμίας που όρισε ο πρόεδρός της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 96 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, η επιστροφή στην παραγωγή (εφεξής καλούμενη «επιστροφή») μπορεί να χορηγείται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί άμυλο που λαμβάνεται από τον αραβόσιτο, τον σίτο ή τις πατάτες ή ορισμένα παράγωγα τα οποία χρησιμοποιούνται στην παρασκευή των προϊόντων που εμφαίνονται στον κατάλογο του παραρτήματος Ι του παρόντος κανονισμού.

Για τη Φινλανδία και τη Σουηδία μπορεί επίσης να χορηγείται επιστροφή για τη χρησιμοποίηση του αμύλου κριθής και βρώμης μέχρι εξαντλήσεως συνολικής ποσότητας 50 000 τόνων στη Φινλανδία και 10 000 τόνων στη Σουηδία.

2.   Αποφασίζεται η χορήγηση επιστροφής λαμβανομένων, ιδίως, υπόψη:

α)

του επιπέδου ανταγωνισμού με τρίτες χώρες και του επιπέδου προστασίας έναντι του εν λόγω ανταγωνισμού, που επιτυγχάνονται από τους μηχανισμούς της κοινής γεωργικής πολιτικής και το κοινό δασμολόγιο·

β)

της εξέλιξης των τεχνικών μεθόδων παρασκευής και χρήσης αμύλου·

γ)

του βαθμού ενσωμάτωσης του αμύλου στο τελικό προϊόν ή/και της σχετικής αξίας του αμύλου στο τελικό προϊόν ή/και της σημασίας του προϊόντος ως δυνατότητας διάθεσης για το άμυλο, λαμβανομένου υπόψη του ανταγωνισμού με άλλα προϊόντα.

3.   Η ενδεχόμενη χορήγηση επιστροφής στην παραγωγή για ένα προϊόν δεν μπορεί να προκαλέσει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού με άλλα προϊόντα τα οποία δεν είναι επιλέξιμα για την εν λόγω επιστροφή.

4.   Στην περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνεται στρέβλωση, η οποία είναι αποτέλεσμα της χορήγησης επιστροφής, η εν λόγω επιστροφή:

α)

είτε ανακαλείται,

β)

είτε τροποποιείται, στο μέτρο που είναι αναγκαίο, για την εξάλειψη της στρέβλωσης του ανταγωνισμού.

5.   Τα άμυλα που εισάγονται στην Κοινότητα στο πλαίσιο καθεστώτος εισαγωγής με μειωμένο δασμό κατά την εισαγωγή δεν δύναται να επωφελούνται από την επιστροφή στην παραγωγή.

6.   Οι αποφάσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 195 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

Άρθρο 2

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α)

«άμυλο», το βασικό άμυλο ή παράγωγο προϊόν αμύλου, όπως εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ·

β)

«εγκεκριμένα προϊόντα», τα προϊόντα που παρατίθενται στον κατάλογο του παραρτήματος Ι·

γ)

«παρασκευαστής», ο χρήστης αμύλου για την παραγωγή εγκεκριμένων προϊόντων.

Άρθρο 3

1.   Σε περίπτωση χορήγησης επιστροφής, η εν λόγω επιστροφή καθορίζεται μία φορά τον μήνα. Εντούτοις, εάν οι τιμές του αραβοσίτου ή/και του σίτου στην Κοινότητα ή στη διεθνή αγορά υποστούν σημαντική μεταβολή, η υπολογιζόμενη σύμφωνα με την παράγραφο 2 επιστροφή δύναται να τροποποιείται κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου μηνός, για να ληφθούν υπόψη οι εν λόγω μεταβολές.

2.   Η επιστροφή, εκφραζόμενη ανά τόνο αμύλου αραβοσίτου, σίτου, κριθής ή βρώμης, υπολογίζεται κυρίως με βάση τη διαφορά, πολλαπλασιαζόμενη επί το συντελεστή 1,6, μεταξύ:

α)

της μέσης τιμής αγοράς του αραβοσίτου στη Γαλλία και στην Ουγγαρία, της ισχύουσας κατά τη διάρκεια των πέντε ημερών που προηγούνται της ημέρας καθορισμού, και

β)

του μέσου όρου των αντιπροσωπευτικών τιμών εισαγωγής CIF στο Ρότερνταμ που χρησιμοποιούνται για τον καθορισμό των εισαγωγικών δασμών του αραβοσίτου, που διαπιστώθηκαν κατά τη διάρκεια των πέντε ημερών που προηγούνται της ημέρας έναρξης εφαρμογής.

Για τον υπολογισμό της διαφοράς που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες:

α)

εάν η τιμή αγοράς του αραβοσίτου που αναφέρεται στο στοιχείο α) είναι υψηλότερη από την τιμή παρέμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, αλλά κατώτερη από το 155 % της τιμής αυτής, η τιμή που θα ληφθεί υπόψη θα ισούται με την τιμή παρέμβασης προσαυξημένη κατά το ήμισυ της διαφοράς μεταξύ της πραγματικής τιμής και της τιμής παρέμβασης·

β)

εάν η τιμή αγοράς του αραβοσίτου που αναφέρεται στο στοιχείο α) είναι υψηλότερη από το 155 % της τιμής παρέμβασης, η τιμή που θα ληφθεί υπόψη θα ισούται με την τιμή παρέμβασης προσαυξημένη κατά 27,5 % της τιμής παρέμβασης.

Για το άμυλο γεωμήλων είναι δυνατός ο καθορισμός διαφορετικής επιστροφής για να ληφθεί υπόψη το επίπεδο της ελάχιστης τιμής που αναφέρεται στο άρθρο 4α του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1868/1994 του Συμβουλίου (5). Στην περίπτωση αυτή, ο υπολογισμός πραγματοποιείται με βάση την τιμή αγοράς του αραβοσίτου στη Γαλλία και στην Ουγγαρία, όπως αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α), με ανώτατο όριο που καθορίζεται στο 115 % της τιμής παρέμβασης.

Κατά τους μήνες Ιούλιο, Αύγουστο και Σεπτέμβριο, η τιμή του αραβοσίτου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α) είναι μειωμένη κατά τη διαφορά μεταξύ της τιμής παρέμβασης σιτηρών όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 που ισχύει τον Ιούνιο και της τιμής που ισχύει τον Ιούλιο, εκτός εάν η τιμή αραβοσίτου που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α) αντιστοιχεί ήδη στην τιμή που ισχύει για τη νέα συγκομιδή.

3.   Η επιστροφή που καταβάλλεται πρέπει να υπολογίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 2 και να πολλαπλασιάζεται με το συντελεστή που αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙ, ο οποίος αντιστοιχεί στον κωδικό ΣΟ του αμύλου που χρησιμοποιήθηκε στην πραγματικότητα για την παρασκευή των εγκεκριμένων προϊόντων.

4.   Οι αποφάσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 195 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007.

Άρθρο 4

1.   Οι παρασκευαστές οι οποίοι προτίθενται να ζητήσουν επιστροφές πρέπει να απευθύνονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο χρησιμοποιείται το άμυλο, παρέχοντας τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του παρασκευαστή·

β)

τον κατάλογο των προϊόντων που παρασκευάζονται με τη χρήση αμύλου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων τα οποία περιλαμβάνονται στον κατάλογο του παραρτήματος Ι καθώς και εκείνων τα οποία δεν περιλαμβάνονται σ' αυτόν, με πλήρη περιγραφή των κωδικών ΣΟ·

γ)

τη (τις) διεύθυνση(-εις) του (των) τόπου(–ων) όπου πρόκειται να μεταποιηθεί το άμυλο σε εγκεκριμένο προϊόν, εάν η διεύθυνση διαφέρει από εκείνη του παρασκευαστή.

Τα κράτη μέλη μπορούν να ζητήσουν από τον παρασκευαστή συμπληρωματικές πληροφορίες.

2.   Οι παρασκευαστές πρέπει επίσης να αποστείλουν γραπτή δέσμευση στην αρμόδια αρχή, στην οποία προσδιορίζεται ότι εξουσιοδοτούν τις αρμόδιες αρχές να διενεργήσουν όλες τις δυνατές επαληθεύσεις και επιθεωρήσεις που απαιτούνται για τον έλεγχο της χρήσης του αμύλου, και ότι θα παρέχουν οποιαδήποτε απαιτούμενη πληροφορία.

3.   Η αρμόδια αρχή λαμβάνει μέτρα για να διασφαλίζεται ότι ο παρασκευαστής διαθέτει επιχείρηση εγκατεστημένη και επίσημα αναγνωρισμένη στο κράτος μέλος.

4.   Με βάση τις πληροφορίες των παραγράφων 1 και 2, η αρμόδια αρχή καταρτίζει κατάλογο εγκεκριμένων παρασκευαστών τον οποίο διατηρεί ενημερωμένο.

Μόνο οι παρασκευαστές οι οποίοι έχουν εγκριθεί με τον τρόπο αυτό έχουν το δικαίωμα να ζητούν επιστροφή σύμφωνα με το άρθρο 5.

Άρθρο 5

1.   Εάν ο παρασκευαστής επιθυμεί να υποβάλλει αίτηση επιστροφής, πρέπει να απευθύνεται ο ίδιος εγγράφως στην αρμόδια αρχή προκειμένου να λάβει πιστοποιητικό επιστροφής. Η αίτηση υποβάλλεται κάθε εργάσιμη ημέρα πριν από τις 13.00, ώρα Βρυξελλών.

2.   Η αίτηση πρέπει να περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του παρασκευαστή·

β)

την ποσότητα του αμύλου που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί·

γ)

σε περίπτωση παρασκευής προϊόντος του κωδικού ΣΟ 3505 10 50, την ποσότητα αμύλου που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί·

δ)

τον τόπο ή τους τόπους στους οποίους πρόκειται να χρησιμοποιηθεί το άμυλο·

ε)

τις προβλεπόμενες ημερομηνίες των εργασιών μεταποίησης.

3   Η αίτηση συνοδεύεται από:

α)

τη σύσταση εγγύησης σύμφωνα με το άρθρο 8·

β)

δήλωση του προμηθευτή αμύλου, στην οποία αναφέρεται ότι το προϊόν που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί έχει παραχθεί απευθείας από αραβόσιτο, σίτο, κριθή, βρώμη ή γεώμηλα, εξαιρουμένης οποιασδήποτε χρήσης υποπροϊόντων που προέκυψαν κατά την παρασκευή άλλων γεωργικών προϊόντων ή εμπορευμάτων.

4   Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν συμπληρωματικές πληροφορίες.

Άρθρο 6

1.   Μετά την παραλαβή της αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 5, η αρμόδια αρχή επαληθεύει την αίτηση και χορηγεί αμέσως το πιστοποιητικό επιστροφής.

2.   Τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα εθνικά έντυπα για το πιστοποιητικό επιστροφής το οποίο, με την επιφύλαξη άλλων διατάξεων της κοινοτικής νομοθεσίας, περιέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 3.

3.   Το πιστοποιητικό επιστροφής περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 και, επιπλέον, το ύψος της επιστροφής και την τελευταία ημέρα ισχύος του πιστοποιητικού, η οποία είναι η τελευταία ημέρα του τρίτου μήνα που έπεται του μήνα χορήγησης του πιστοποιητικού.

Ωστόσο, κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο και μέχρι και τις 24 Σεπτεμβρίου, η διάρκεια ισχύος των πιστοποιητικών που ζητήθηκαν κατά τη διάρκεια των εν λόγω περιόδων περιορίζεται σε 30 ημέρες από την ημέρα κατά την οποία εκδόθηκαν, χωρίς να είναι δυνατή η υπέρβαση της προθεσμίας της 30ής Σεπτεμβρίου.

4.   Το εφαρμοζόμενο και αναφερόμενο στο πιστοποιητικό ποσοστό επιστροφής αντιστοιχεί σε εκείνο το οποίο ισχύει κατά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης.

Ωστόσο, στην περίπτωση κατά την οποία ορισμένη ποσότητα αμύλου, η οποία εμφαίνεται στο πιστοποιητικό, υποστεί μεταποίηση κατά τη διάρκεια της περιόδου εμπορίας σιτηρών η οποία έπεται εκείνης κατά τη διάρκεια της οποίας έχει παραληφθεί η αίτηση, η καταβαλλόμενη επιστροφή για το άμυλο το οποίο υφίσταται μεταποίηση κατά τη διάρκεια της νέας περιόδου εμπορίας προσαρμόζεται σύμφωνα με τη διαφορά μεταξύ της τιμής παρέμβασης που εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια του μηνός έκδοσης του πιστοποιητικού επιστροφής και εκείνης που εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια του μηνός μεταποίησης, πολλαπλασιαζόμενη με το συντελεστή 1,60. Η γενεσιουργός αιτία της συναλλαγματικής ισοτιμίας που ισχύει για την επιστροφή είναι αυτή που προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1913/2006.

Άρθρο 7

1.   Οι παρασκευαστές που έχουν στην κατοχή τους πιστοποιητικό επιστροφής, το οποίο χορηγήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 6, έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν, εφόσον έχουν τηρηθεί όλες οι απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, την καταβολή της επιστροφής που αναγράφεται στο πιστοποιητικό, μετά τη χρήση του αμύλου για την παρασκευή των σχετικών εγκεκριμένων προϊόντων.

2.   Τα δικαιώματα που απορρέουν από το πιστοποιητικό δεν είναι μεταβιβάσιμα.

Άρθρο 8

1.   Προϋπόθεση για τη χορήγηση πιστοποιητικού αποτελεί η σύσταση εγγύησης, εκ μέρους του παρασκευαστή, ενώπιον της αρμόδιας αρχής, ίσης με 15 ευρώ ανά τόνο βασικού αμύλου, πολλαπλασιαζόμενης, κατά περίπτωση, με το συντελεστή που αντιστοιχεί στον τύπο του αμύλου που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, όπως εμφαίνεται στο παράρτημα ΙΙ.

2.   Η εγγύηση αποδεσμεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85. Η πρωτογενής απαίτηση, σύμφωνα με το άρθρο 20 του εν λόγω κανονισμού, συνίσταται στη μεταποίηση της ποσότητας αμύλου που αναφέρεται στην αίτηση, σε εγκεκριμένα προϊόντα εντός της περιόδου ισχύος του πιστοποιητικού. Ωστόσο, εάν ο παρασκευαστής έχει μεταποιήσει τουλάχιστον το 90 % της ποσότητας αμύλου η οποία αναφέρεται στην αίτηση, θεωρείται ότι έχει ικανοποιήσει την εν λόγω πρωτογενή απαίτηση.

Άρθρο 9

1.   Η οριστική καταβολή της επιστροφής μπορεί να διενεργηθεί μόνον κατόπιν κοινοποιήσεως εκ μέρους του παρασκευαστή στην αρμόδια αρχή των ακόλουθων στοιχείων:

α)

ημερομηνία ή ημερομηνίες αγοράς και παράδοσης του αμύλου·

β)

όνομα και διεύθυνση των προμηθευτών του αμύλου·

γ)

όνομα και διεύθυνση των παραγωγών του αμύλου·

δ)

ημερομηνία ή ημερομηνίες μεταποίησης του αμύλου·

ε)

ποσότητα και τύπος του αμύλου, συμπεριλαμβανομένων των κωδικών ΣΟ, που έχουν χρησιμοποιηθεί·

στ)

ποσότητα του αναφερόμενου στο πιστοποιητικό εγκεκριμένου προϊόντος, το οποίο παρασκευάστηκε από άμυλο.

2.   Όταν το αναφερόμενο στο πιστοποιητικό προϊόν υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 3505 10 50, η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 συνοδεύεται από τη σύσταση εγγύησης ίσης με την πληρωτέα για την παρασκευή του εν λόγω προϊόντος επιστροφή. Ωστόσο, όταν το ποσό της επιστροφής στην παραγωγή είναι κατώτερο από 30 ευρώ/τόνο αμύλου, η εγγύηση αυτή δεν είναι αναγκαία και δεν εφαρμόζονται οι επαληθεύσεις και τα μέτρα ελέγχου που προβλέπονται στο άρθρο 10.

Η πρωτογενής απαίτηση, κατά την έννοια του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85, συνίσταται στη χρησιμοποίηση ή την εξαγωγή του προϊόντος σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β) του παρόντος κανονισμού. Η χρησιμοποίηση ή η εξαγωγή πραγματοποιείται εντός 12 μηνών από την τελευταία ημερομηνία ισχύος του πιστοποιητικού. Η παράταση της εν λόγω προθεσμίας κατά έξι μήνες κατ' ανώτατο όριο δύναται να εξεταστεί με βάση δεόντως αιτιολογημένη έκθεση που υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή.

3.   Πριν προβεί στην πληρωμή, η αρμόδια αρχή βεβαιώνεται ότι το άμυλο έχει χρησιμοποιηθεί για την παρασκευή εγκεκριμένων προϊόντων σύμφωνα με τα στοιχεία που αναφέρονται στο πιστοποιητικό. Οι επαληθεύσεις διενεργούνται συνήθως, μέσω διοικητικών ελέγχων, αλλά πρέπει να υποστηρίζονται από φυσικούς ελέγχους όταν αυτό καθίσταται αναγκαίο.

4.   Όλοι οι έλεγχοι που προβλέπονται από τον παρόντα κανονισμό πρέπει να περατώνονται σε διάστημα πέντε μηνών από την ημερομηνία λήψης εκ μέρους της αρμόδιας αρχής των πληροφοριών που απαιτούνται στην παράγραφο 1.

5.   Όταν η ποσότητα του μεταποιημένου αμύλου υπερβαίνει την ποσότητα που αναφέρεται στο πιστοποιητικό, η συμπληρωματική ποσότητα θεωρείται, μέχρι του ορίου 5 %, ότι έχει υποστεί μεταποίηση βάσει του εγγράφου αυτού, με το δικαίωμα πληρωμής επιστροφής που αναγράφεται σ' αυτό.

Άρθρο 10

1.   Η εγγύηση που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 2 αποδεσμεύεται μόνον εάν η αρμόδια αρχή παραλάβει απόδειξη με την οποία βεβαιώνεται ότι το προϊόν που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 3505 10 50:

α)

έχει χρησιμοποιηθεί στο τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας για την παρασκευή προϊόντων άλλων από εκείνα τα οποία απαριθμούνται στο παράρτημα ΙΙ· ή

β)

έχει εγκαταλείψει το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, σε περίπτωση απευθείας εξαγωγής σε τρίτες χώρες.

2.   Η απόδειξη που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) συνίσταται σε δήλωση που υποβάλλει ο παρασκευαστής στην αρμόδια αρχή. Η δήλωση αυτή αναφέρει:

α)

εάν το εν λόγω προϊόν πρέπει να υποστεί μεταποίηση·

β)

ότι το προϊόν χρησιμοποιείται για την παρασκευή διαφορετικών μόνο προϊόντων από εκείνα που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ·

γ)

ότι το εν λόγω προϊόν πωλείται μόνο σε άτομο που αναλαμβάνει τη δέσμευση που αναφέρεται στο στοιχείο β), η οποία προκύπτει από ειδική συμβατική ρήτρα ή ειδικό όρο που αναγράφεται στο τιμολόγιο πωλήσεως· ο παρασκευαστής θέτει στη διάθεση της αρμόδιας αρχής αντίγραφα των καταρτισθεισών συμβάσεων ή τιμολογίων πωλήσεως·

δ)

ότι ο παρασκευαστής έχει ενημερωθεί σχετικά με τις διατάξεις της παραγράφου 8·

ε)

το όνομα και τη διεύθυνση του παραλήπτη στην περίπτωση που το προϊόν αποτελεί αντικείμενο συναλλαγής, καθώς επίσης και στην παραληφθείσα ποσότητα·

στ)

τον αριθμό του αντιτύπου ελέγχου Τ 5, όταν ο αγοραστής του προϊόντος βρίσκεται σε άλλο κράτος μέλος.

3.   Στο τέλος κάθε ημερολογιακού τριμήνου, ο παρασκευαστής διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή του, εντός προθεσμίας 20 εργάσιμων ημερών, τα αντίγραφα των δηλώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο 2. Μετά την παραλαβή, η αρμόδια αρχή του παρασκευαστή διαβιβάζει, εντός προθεσμίας 20 εργάσιμων ημερών, τα ίδια αυτά έγγραφα στη αρμόδια αρχή του αγοραστή.

4.   Οι παρασκευαστές καθώς επίσης και οι αγοραστές του προϊόντος, το οποίο υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 3505 10 50, πρέπει να διαθέτουν σύστημα λογιστικής αποθήκης εγκεκριμένο από τα κράτη μέλη, το οποίο επιτρέπει την επαλήθευση της τήρησης των δεσμεύσεων που έχουν αναληφθεί καθώς και των στοιχείων που περιέχονται στη δήλωση του παρασκευαστή που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών διενεργούν επαληθεύσεις βάσει του εν λόγω συστήματος λογιστικής αποθήκης όσον αφορά τους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, περιλαμβανομένων των τιμολογίων και των αποσπασμάτων κίνησης των τραπεζικών λογαριασμών, κατά περίπτωση προκειμένου να βεβαιωθούν για τις ποσότητες που καταχωρίστηκαν.

Εντούτοις, οι αγοραστές που χρησιμοποιούν, ανά τρίμηνο του ημερολογιακού έτους, ποσότητα μικρότερη από 1 000 χιλιόγραμμα προϊόντων που υπάγονται στον εν λόγω κωδικό ΣΟ, δύνανται να απαλλαγούν από την υποχρέωση αυτή.

5   Οι επαληθεύσεις που προβλέπονται στην παράγραφο 4 διενεργούνται από τις αρμόδιες αρχές των αντίστοιχων κρατών μελών στις εγκαταστάσεις του παρασκευαστή και του αγοραστή μετά τη λήξη κάθε ημερολογιακού τριμήνου. Οι εν λόγω επαληθεύσεις έχουν ως αντικείμενο τα συνολικά στοιχεία σχετικά με την εν λόγω περίοδο για τους ενδιαφερόμενους παρασκευαστές και πωλητές και τουλάχιστον το 10 % του συνόλου των συναλλαγών και των χρήσεων που διενεργήθηκαν.

Οι επαληθεύσεις αυτές καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές με βάση την ανάλυση κινδύνου, λαμβανομένων υπόψη της σημασίας των ποσοτήτων και των σχετικών ποσών, των αποτελεσμάτων προηγούμενων επαληθεύσεων και άλλων παραγόντων που διαπίστωσαν οι αρμόδιες αρχές ελέγχου.

Κάθε επαλήθευση πρέπει να περατώνεται το αργότερο εντός πέντε μηνών μετά το τέλος κάθε ημερολογιακού τριμήνου.

Η αρμόδια αρχή του παρασκευαστή πρέπει να έχει στη διάθεσή της τα αποτελέσματα κάθε επαλήθευσης το αργότερο εντός 20 εργάσιμων ημερών μετά το πέρας κάθε επιχείρησης ελέγχου.

Σε περίπτωση που οι επαληθεύσεις αυτές διενεργήθηκαν σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη, οι αρμόδιες αρχές γνωστοποιούν η μία στην άλλη τα αποτελέσματα των διενεργηθεισών επαληθεύσεων στο πλαίσιο των διαδικασιών που προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1468/81 του Συμβουλίου (6).

6.   Σε περίπτωση ύπαρξης ανωμαλιών που αφορούν το 3 % τουλάχιστον των επιχειρήσεων ελέγχου που προβλέπονται στην παράγραφο 5, οι αρμόδιες αρχές ενισχύουν τους ελέγχους.

Βάσει των αποτελεσμάτων των εν λόγω επαληθεύσεων, η αρχή ενώπιον της οποίας έχει αποδεσμευτεί η εγγύηση, εφαρμόζει στον ενεχόμενο παρασκευαστή την κύρωση που προβλέπεται στην παράγραφο 8.

7.   Όταν το εν λόγω προϊόν αποτελεί αντικείμενο ενδοκοινοτικών συναλλαγών ή εξάγεται σε τρίτες χώρες μέσω του εδάφους ενός άλλου κράτους μέλους, εκδίδεται έντυπο ελέγχου T 5 σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2454/93 της Επιτροπής (7).

Το εν λόγω αντίτυπο ελέγχου περιλαμβάνει στη θέση 104 στη στήλη «Λοιπά» μία από τις ενδείξεις που αναφέρονται στο παράρτημα III του παρόντος κανονισμού.

8.   Εάν δεν πληρούνται οι όροι που καθορίζονται στις παραγράφους 1 έως 7, η αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους απαιτεί, με την επιφύλαξη των εθνικών κυρώσεων, την πληρωμή ποσού ισοδύναμου προς 150 % της υψηλότερης επιστροφής, η οποία εφαρμόζεται στο εν λόγω προϊόν κατά τη διάρκεια των προηγούμενων δώδεκα μηνών.

Άρθρο 11

1.   Η επιστροφή στην παραγωγή η οποία αναφέρεται στο πιστοποιητικό, καταβάλλεται για την ποσότητα της πραγματικά μεταποιηθείσας ποσότητας αμύλου. Παράλληλα, η εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 1 αποδεσμεύεται σύμφωνα με τον τίτλο V του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.

2.   Η καταβολή της επιστροφής πρέπει να διενεργείται το αργότερο εντός πέντε μηνών μετά την ημερομηνία περάτωσης του ελέγχου που προβλέπεται στο άρθρο 9 παράγραφος 3. Ωστόσο, κατόπιν αιτήσεως του παρασκευαστή, η αρμόδια αρχή μπορεί να χορηγήσει προκαταβολή η οποία ανέρχεται σε ποσό ίσο με την επιστροφή στην παραγωγή σε προθεσμία 30 ημερών μετά τη λήψη των εν λόγω πληροφοριών. Εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το προϊόν υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 3505 10 50, προϋπόθεση για την προκαταβολή αυτή αποτελεί η σύσταση από τον παρασκευαστή εγγύησης ίσης προς το 115 % του προκαταβαλλομένου ποσού. Η εγγύηση αποδεσμεύεται σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2220/85.

Άρθρο 12

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή:

α)

το αργότερο στο τέλος της πρώτης εβδομάδας κάθε μήνα, τις ποσότητες αμύλου, για τις οποίες έχουν υποβληθεί, στη διάρκεια του προηγούμενου μήνα, οι αιτήσεις πιστοποιητικών που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 1·

β)

εντός προθεσμίας τριών μηνών από τη λήξη κάθε ημερολογιακού τριμήνου, τον τύπο, τις ποσότητες και την προέλευση του αμύλου (αραβόσιτος, σίτος, γεώμηλα, κριθή ή βρώμη), για το οποίο καταβλήθηκαν επιστροφές, καθώς και τις ποσότητες των προϊόντων για τα οποία χρησιμοποιήθηκε το άμυλο.

Άρθρο 13

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1722/93 καταργείται.

Άρθρο 14

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την 1η Ιουλίου 2008.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Mariann FISCHER BOEL

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 299 της 16.11.2007, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 361/2008 (ΕΕ L 121 της 7.5.2008, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 270 της 21.10.2003, σ. 78. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 735/2007 (ΕΕ L 169 της 29.6.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 159 της 1.7.1993, σ. 112. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1996/2006 (ΕΕ L 398 της 30.12.2006, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 205 της 3.8.1985, σ. 5. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1913/2006 (ΕΕ L 365 της 21.12.2006, σ. 52).

(5)  ΕΕ L 197 της 30.7.1994, σ. 4.

(6)  ΕΕ L 144 της 2.6.1981, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 253 της 11.10.1993, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Προϊόντα για τα οποία χρησιμοποιήθηκε άμυλο ή/και τα παράγωγά του τα οποία υπάγονται στους παρακάτω κωδικούς και κεφάλαια της συνδυασμένης ονοματολογίας

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή

ex 1302

Χυμοί και εκχυλίσματα φυτικά· πηκτικές ύλες, πηκτινικές και πηκτικές ενώσεις. Αγάρ-αγάρ και άλλα βλεννώδη και πηκτικά φυτικά παράγωγα, έστω και τροποποιημένα:

 

– Βλεννώδη και πηκτικά φυτικά παράγωγα, έστω και τροποποιημένα:

ex 1302 32 90

– – – Από σπέρματα guaré

ex 1302 39 00

– – Άλλα:

 

– Καρραγινάνη

ex 1404

Φυτικά προϊόντα που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού:

1404 20 00

– Χνούδι σπόρων βαμβακιού (linters de coton)

ex 1702

Άλλα ζάχαρα, στα οποία περιλαμβάνεται η λακτόζη, η μαλτόζη, η γλυκόζη και η φρουκτόζη (λεβυλόζη), χημικώς καθαρά, σε στερεή κατάσταση. Σιρόπια από ζάχαρα χωρίς προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών. Υποκατάστατα του μελιού, έστω και αναμειγμένα με φυσικό μέλι. Ζάχαρα και μελάσες καραμελωμένα:

1702 50 00

– Φρουκτόζη χημικώς καθαρή

ex 1702 90

– Άλλα, στα οποία περιλαμβάνεται και το ιμβερτοποιημένο ζάχαρο (ή διιμβερτοποιημένο):

1702 90 10

– – Μαλτόζη χημικώς καθαρή

ex Κεφάλαιο 29

Οργανικά χημικά προϊόντα, εκτός των διακρίσεων 2905 43 00 και 2905 44

Κεφάλαιο 30

Φαρμακευτικά προϊόντα

3402

Οργανικές ουσίες επιφανειακής δράσης (άλλες από τα σαπούνια). Παρασκευάσματα που ενεργούν πάνω στην επιφανειακή τάση, παρασκευάσματα για πλύσιμο (αλισίβες) (στα οποία περιλαμβάνονται και τα βοηθητικά παρασκευάσματα για το πλύσιμο) και παρασκευάσματα καθαρισμού, έστω και αν περιέχουν σαπούνι, άλλα από εκείνα της κλάσης 3401

ex Κεφάλαιο 35

Λευκωματώδεις ύλες, προϊόντα με βάση τα τροποποιημένα άμυλα κάθε είδους. Κόλλες. Ένζυμα, εκτός των κλάσεων 3501 και των διακρίσεων 3505 10 10, 3505 10 90 και 3505 20

ex Κεφάλαιο 38

Διάφορα προϊόντα των χημικών βιομηχανιών, με εξαίρεση τα προϊόντα της κλάσης 3809 και της διάκρισης 3824 60

Κεφάλαιο 39

Πλαστικές ύλες και τεχνουργήματα από αυτές τις ύλες

ex Κεφάλαιο 48

Χαρτί και χαρτόνια. Τεχνουργήματα από κυτταρίνη, χαρτί ή χαρτόνι

4801 00

Χαρτί εφημερίδων, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα

4802

Χαρτί και χαρτόνια, χωρίς επίχριση ή επάλειψη, των τύπων που χρησιμοποιούνται για το γράψιμο, την εκτύπωση ή άλλους γραφικούς σκοπούς, και χαρτί και χαρτόνια για καρτέλες ή ταινίες για διάτρηση, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα άλλα από το χαρτί των κλάσεων 4801 ή 4803. Χαρτί και χαρτόνια που γίνονται φύλλο προς φύλλο (χειροποίητο χαρτί)

4803 00

Χαρτί που προορίζεται για χαρτί υγείας, πετσέτες καθαρισμού από καλλωπιστικά παρασκευάσματα (ντεμακιγιάζ), πετσέτες χεριών, χαρτοπετσέτες φαγητού ή για διάφορες άλλες οικιακές χρήσεις, χρήσεις υγιεινής ή καθαρισμού, έστω και ρυτιδωμένο (κρεπαρισμένο), πτυχωτό, ανάγλυφο (γκοφρέ), διάτρητο χρωματισμένο, επιφανειακώς διακοσμημένο ή τυπωμένο, σε ρολούς ή φύλλα

4804

Χαρτί και χαρτόνια κραφτ, χωρίς επίχριση ή επάλειψη, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα, άλλα από εκείνα των κλάσεων 4802 ή 4803

4805

Άλλα χαρτιά και χαρτόνια, χωρίς επίχριση ή επάλειψη, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα που δεν έχουν υποστεί καμία άλλη κατεργασία εκτός από εκείνες που αναφέρονται στη σημείωση 2 του κεφαλαίου 48 της συνδυασμένης ονοματολογίας

4806

Χαρτί και χαρτόνια που λαμβάνονται με τη χρήση θειικού οξέος, χαρτί αδιάβροχο σε λίπη (greaseproof), χαρτί διάφανο αντιγραφής και χαρτί με την ονομασία «κρυσταλλοειδές» και άλλα χαρτιά που έχουν υποστεί κατεργασία με καλάνδρα, διαφανή ή ημιδιαφανή, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα

4807

Χαρτί και χαρτόνια συναρμολογημένα επίπεδα με συγκόλληση, χωρίς επίχριση ή επάλειψη στην επιφάνεια ούτε εμποτισμένα, έστω και ενισχυμένα εσωτερικά, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα

4808

Χαρτί και χαρτόνια κυματοειδή (έστω και με συγκολλημένη επικάλυψη) ρυτιδωμένα, πτυχωτά, ανάγλυφα ή διάτρητα, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα, άλλα από εκείνα της κλάσης 4803

4809

Χαρτί αποτυπωτικό (καρμπόν), χαρτί με την ιδιότητα «αυτοαντιγραφής» και άλλα χαρτιά για την αποτύπωση αντιγράφων ή μεταφορά κειμένων (στα οποία περιλαμβάνονται και τα χαρτιά με επίχριση, επάλειψη ή που είναι εμποτισμένα για μηχανές πολυγράφων ή για πλάκες όφσετ), έστω και τυπωμένα, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα

4810

Χαρτί και χαρτόνια επιχρισμένα με καολίνη ή με άλλες ανόργανες ουσίες στη μία ή και στις δύο επιφάνειες, με ή χωρίς συνδετικά, με εξαίρεση κάθε άλλη επίχριση ή επάλειψη, έστω και χρωματισμένα στην επιφάνεια, διακοσμημένα στην επιφάνεια ή τυπωμένα, σε κυλίνδρους ή σε φύλλα

4811

Χαρτιά, χαρτόνια, χαρτοβάμβακας και ιστοί κυτταρινικών ινών, επιστρωμένα, επιχρισμένα, διαποτισμένα, επικαλυμμένα, επιφανειακώς χρωματισμένα, διακοσμημένα ή τυπωμένα επιφανειακώς, σε ρόλους ή φύλλα, εκτός από εκείνα του είδους που περιγράφεται στις κλάσεις 4803, 4809 ή 4810

4812 00 00

Όγκοι και πλάκες από χαρτομάζα για διηθήσεις

ex 4813

Τσιγαρόχαρτο, έστω και κομμένο σε κατάλληλα μεγέθη ή σε φυλλάδια ή σε σωλήνες:

ex 4813 90

– Άλλα

ex 4814

Χαρτί τοιχοστρωσίας και παρόμοιες επενδύσεις τοίχων. Χαρτί για στόλισμα υαλοστασίων:

4814 10 00

– χαρτί με την ονομασία «ingrain»

4814 20 00

– Χαρτί τοιχοστρωσίας και παρόμοιες επενδύσεις τοίχων, που αποτελούνται από χαρτί επιχρισμένο ή επικαλυμμένο, στην καλή όψη, με μία στρώση από πλαστική ύλη κοκκώδη, ανάγλυφη, χρωματισμένη, τυπωμένη με διακοσμητικά σχέδια ή αλλιώς διακοσμημένη

4814 90

– Άλλα

ex 4816

Χαρτί αποτυπωτικό (καρμπόν), χαρτί με την ονομασία «αυτοαντιγραφής» και άλλα χαρτιά για την αποτύπωση αντιγράφων ή τη μεταφορά κειμένων (άλλα από εκείνα της κλάσης 4809), μεμβράνες πολυγράφων πλήρεις και πλάκες όφσετ, από χαρτί, έστω και συσκευασμένα σε κουτιά:

4816 10 00

– Χαρτί αποτυπωτικό (καρμπόν) και παρόμοιο χαρτί

4816 90 00

– Άλλα

Κεφάλαιο 52

Βαμβάκι

ex 5801

Βελούδα και πλούσες υφασμένα και υφάσματα από σενίλλη, άλλα από τα είδη της κλάσης 5806:

 

– Από βαμβάκι:

5801 21 00

– – Βελούδα και πλούσες υφαδιού, άκοπα

ex 5802

Υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής, άλλα από τα είδη της κλάσης 5806. Φουντωτές υφαντικές επιφάνειες, άλλες από τα προϊόντα της κλάσης 5703:

 

– Υφάσματα φλοκωτά σπογγώδους μορφής, από βαμβάκι

5802 11 00

– – Αλεύκαστα

5802 19 00

– – Άλλα

ex 5803

Υφάσματα με ύφανση γάζας, άλλα από τα είδη της κλάσης 5806:

5803 10 00

– Από βαμβάκι


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Βασικά άμυλα και παράγωγα προϊόντα αμύλου

Κωδικός ΣΟ

Περιγραφή

Ποσότητα αμύλου που χρειάζεται για την παραγωγή ενός τόνου

(συντελεστής)

A.   

ΒΑΣΙΚΑ ΑΜΥΛΑ (1)  (2)

ex 1108

Άμυλα κάθε είδους. Ινουλίνη:

 

 

– Άμυλα κάθε είδους:

 

1108 11 00

– – Σιταριού

1,00

1108 12 00

– – Καλαμποκιού

1,00

1108 13 00

– – Πατάτας

1,00

ex 1108 19

– – Άλλα άμυλα κάθε είδους:

1,00

B.   

ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ ΠΑΡΑΓΩΓΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΕΑΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΑΝΑΦΕΡΘΕΝΤΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ

1702

Άλλα ζάχαρα, στα οποία περιλαμβάνεται η λακτόζη, η μαλτόζη, η γλυκόζη, και η φρουκτόζη (λεβυλόζη), χημικώς καθαρά, σε στερεή κατάσταση. Σιρόπια από ζάχαρα χωρίς προσθήκη αρωματικών ή χρωστικών ουσιών. Υποκατάστατα του μελιού, έστω και αναμειγμένα με φυσικό μέλι. Ζάχαρα και μελάσες καραμελωμένα:

 

ex 1702 30

– Γλυκόζη και σιρόπι γλυκόζης, που δεν περιέχουν φρουκτόζη ή που περιέχουν κατά βάρος, σε ξερή κατάσταση, λιγότερο από 20 % φρουκτόζη:

 

 

– – Άλλα:

 

 

– – – Που περιέχουν κατά βάρος, σε ξερή κατάσταση, 99 % ή περισσότερο γλυκόζη:

 

1702 30 51

– – – – Σε άσπρη κρυσταλλική σκόνη, έστω και συσσωματωμένη

1,304

1702 30 59

– – – – Άλλα (3)

1,00

 

– – – Άλλα

 

1702 30 91

– – – – Σε άσπρη κρυσταλλική σκόνη, έστω και συσσωματωμένη:

1,304

1702 30 99

– – – – Άλλα (3)

1,00

ex 1702 40

– Γλυκόζη και σιρόπι γλυκόζης που περιέχουν κατά βάρος, σε ξερή κατάσταση, από 20 % συμπεριλαμβανομένου έως 50 % μη συμπεριλαμβανομένου φρουκτόζη:

 

1702 40 90

– – Άλλα (3)

1,00

ex 1702 90

– Άλλα, στα οποία περιλαμβάνεται και το ιμβερτοποιημένο ζάχαρο (ή διιμβερτοποιημένο):

 

1702 90 50

– – Μαλτοδεξτρίνη και σιρόπι μαλτοδεξτρίνης:

 

 

– – – Σε άσπρη κρυσταλλική σκόνη, έστω και συσσωματωμένη

1,304

 

– – – Άλλα (3)

1,00

 

– – Ζάχαρα και μελάσες, καραμελωμένα:

 

 

– – – Άλλα:

 

1702 90 75

– – – – Σε σκόνη, έστω και συσσωματωμένη

1,366

1702 90 79

– – – – Άλλα (3)

0,95

ex 2905

Αλκοόλες άκυκλες και τα αλογονωμένα, σουλφονωμένα, νιτρωμένα ή νιτροδωμένα παράγωγά τους:

 

 

– Άλλες πολυαλκοόλες:

 

2905 43 00

– – Μαννιτόλη

1,52

2905 44

– – D-Γλυκιτόλη (σορβιτόλη):

 

 

– – – Σε υδατικό διάλυμα:

 

2905 44 11

– – – – Που περιέχει D-μαννιτόλη σε αναλογία κατώτερη ή ίση του 2 % κατά βάρος, η οποία υπολογίζεται στην περιεκτικότητά του σε D-γλυκιτόλη (4):

1,068

2905 44 19

– – – – Άλλα (4)

0,944

 

– – – Άλλα:

 

2905 44 91

– – – – Που περιέχει D-μαννιτόλη σε αναλογία κατώτερη ή ίση του 2 % κατά βάρος, η οποία υπολογίζεται στην περιεκτικότητά του σε D-γλυκιτόλη

1,52

2905 44 99

– – – – Άλλα

1,52

3505

Δεξτρίνη και άλλα τροποποιημένα άμυλα κάθε είδους (π.χ. τα προζελατινοποιημένα ή εστεροποιημένα άμυλα). Κόλλες με βάση τα άμυλα κάθε είδους, τη δεξτρίνη ή άλλα τροποποιημένα άμυλα κάθε είδους:

 

ex 3505 10

– Δεξτρίνη και άλλα τροποποιημένα άμυλα κάθε είδους:

 

3505 10 10

– – Δεξτρίνη (5)

1,14

 

– – Άλλα τροποποιημένα άμυλα κάθε είδους:

 

3505 10 90

– – – Άλλα (5)

1,14

3505 20

– Κόλλες

1,14

ex 3809

Προϊόντα για το κολλάρισμα ή το τελείωμα, επιταχυντές βαφής ή προσκόλλησης χρωστικών υλών και άλλα προϊόντα και παρασκευάσματα (π.χ. είδη για κολλάρισμα παρασκευασμένα και παρασκευάσματα σταθεροποιητικά της βαφής), των τύπων που χρησιμοποιούνται στην κλωστοϋφαντουργία, στη βιομηχανία του χαρτιού, στη βιομηχανία του δέρματος ή σε παρόμοιες βιομηχανίες, που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού:

 

3809 10

– Με βάση αμυλώδεις ύλες (5)

1,14

ex 3824

Συνδετικά παρασκευασμένα για καλούπια ή πυρήνες χυτηρίου. Χημικά προϊόντα και παρασκευάσματα των χημικών ή συναφών βιομηχανιών (στα οποία περιλαμβάνονται και εκείνα που αποτελούνται από μείγματα φυσικών προϊόντων), που δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού. Προϊόντα που είναι υπολείμματα των χημικών ή συναφών βιομηχανιών και δεν κατονομάζονται ούτε περιλαμβάνονται αλλού:

 

3824 60

– Σορβιτόλη άλλη από εκείνη της διάκρισης 2905 44:

 

 

– – Σε υδατικό διάλυμα

 

3824 60 11

– – – Που περιέχει D-μαννιτόλη σε αναλογία κατώτερη ή ίση του 2 % κατά βάρος, η οποία υπολογίζεται στην περιεκτικότητά του σε D-γλυκιτόλη (4):

1,068

3824 60 19

– – – Άλλα (4)

0,944

 

– – Άλλα:

 

3824 60 91

– – – Που περιέχει D-μαννιτόλη σε αναλογία κατώτερη ή ίση του 2 % κατά βάρος, η οποία υπολογίζεται στην περιεκτικότητά του σε D-γλυκιτόλη

1,52

3824 60 99

– – – Άλλα

1,52


(1)  Ο καθοριζόμενος συντελεστής εφαρμόζεται στο άμυλο περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα τουλάχιστον 87 % όσον αφορά τα άμυλα καλαμποκιού και σιταριού και περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα τουλάχιστον 80 % όσον αφορά το άμυλο πατάτας.

Η καταβληθείσα επιστροφή στην παραγωγή για το βασικό άμυλο περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα κατώτερης από την καθοριζόμενη θα αποτελέσει αντικείμενο ρύθμισης που θα υπολογίζεται βάσει του ακόλουθου τύπου:

1.

Άμυλο καλαμποκιού ή σιταριού: (πραγματικό ποσοστό του ξηρού εκχυλίσματος/87) × επιστροφή στην παραγωγή.

2.

Άμυλο γεωμήλων: (πραγματικό ποσοστό του ξηρού εκχυλίσματος/80) × επιστροφή στην παραγωγή.

Όταν καταβάλλεται επιστροφή στην παραγωγή για το άμυλο που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ 1108, η καθαρότητα του αμύλου στο ξηρό εκχύλισμα θα πρέπει να φθάνει τουλάχιστον το 97 %.

Ο βαθμός καθαρότητας του αμύλου στο ξηρό εκχύλισμα καθορίζεται με τη βοήθεια μιας από τις μεθόδους που δημοσιεύθηκαν στο παράρτημα Ι της οδηγίας 72/199/ΕΟΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 123 της 29.5.1972, σ. 6).

(2)  Απευθείας παραχθέν από αραβόσιτο, σίτο ή γεώμηλα, εξαιρουμένης οποιασδήποτε χρήσης υποπροϊόντων που προέκυψαν κατά την παρασκευή άλλων γεωργικών προϊόντων ή εμπορευμάτων.

(3)  Η επιστροφή στην παραγωγή καταβάλλεται για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα τουλάχιστον 78 %. Η καταβληθείσα επιστροφή στην παραγωγή για τα προϊόντα που υπάγονται στους εν λόγω κωδικούς ΣΟ περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα κατώτερης του 78 % θα αποτελέσει αντικείμενο ρύθμισης που θα υπολογίζεται βάσει του ακόλουθου τύπου: (πραγματικό ποσοστό του ξηρού εκχυλίσματος/78) × επιστροφή στην παραγωγή.

(4)  Η επιστροφή στην παραγωγή καταβάλλεται για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα τουλάχιστον 78 %. Η καταβληθείσα επιστροφή στην παραγωγή για τα προϊόντα που υπάγονται στους εν λόγω κωδικούς ΣΟ περιεκτικότητας σε ξηρό εκχύλισμα κατώτερης του 78 % θα αποτελέσει αντικείμενο ρύθμισης που θα υπολογίζεται βάσει του ακόλουθου τύπου: (πραγματικό ποσοστό του ξηρού εκχυλίσματος/78) × επιστροφή στην παραγωγή.

(5)  Η επιστροφή στην παραγωγή καταβάλλεται με βάση την πραγματική περιεκτικότητα της ξηρής ουσίας σε άμυλο ή δεξτρίνη.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Ενδείξεις αναφερόμενες στο άρθρο 10 παράγραφος 7

:

στη βουλγαρική γλώσσα

:

Предназначено за преработка или доставка съгласно Регламент (ЕО) № 491/2008, или за износ извън митническата територия на Общността.

:

στην ισπανική γλώσσα

:

Se utilizará para la transformación o la entrega, de conformidad con el artículo 10 del Reglamento (CE) no 491/2008 o para la exportación a partir del territorio aduanero de la Comunidad.

:

στην τσεχική γλώσσα

:

Použije se pro zpracování nebo dodávku v souladu s článkem 10 nařízení Komise (ES) č. 491/2008 nebo pro vývoz z celního území Společenství.

:

στη δανική γλώσσα

:

Til forarbejdning eller levering i overensstemmelse med artikel 10 i forordning (EF) nr. 491/2008 eller til udførsel fra Fællesskabets toldområde.

:

στη γερμανική γλώσσα

:

Zur Verarbeitung oder Lieferung gemäß Artikel 10 der Verordnung (EG) Nr. 491/2008 oder zur Ausfuhr aus dem Zollgebiet der Gemeinschaft bestimmt.

:

στην εσθονική γλώσσα

:

Kasutatakse töötlemiseks või tarnimisekskomisjoni määruse (EÜ) nr 491/2008 artikli 10 kohaselt või ekspordiks ühenduse tolliterritooriumilt.

:

στην ελληνική γλώσσα

:

Προς χρήση για μεταποίηση ή παράδοση σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 491/2008 ή για εξαγωγή από το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας.

:

στην αγγλική γλώσσα

:

To be used for processing or delivery in accordance with Article 10 of Commission Regulation (EC) No 491/2008 or for export from the customs territory of the Community.

:

στη γαλλική γλώσσα

:

À utiliser pour la transformation ou la livraison, conformément à l’article 10 du règlement (CE) no 491/2008, ou pour l’exportation à partir du territoire douanier de la Communauté.

:

στην ιταλική γλώσσα

:

Da utilizzare per la trasformazione o la consegna, conformemente all’articolo 10 del regolamento (CE) n. 491/2008, o per l’esportazione dal territorio doganale della Comunità.

:

στη λεττονική γλώσσα

:

Izmantošanai pārstrādei vai piegādei saskaņā ar Komisijas Regulas (ΕΚ) Nr. 491/2008 10. pantu, vai arī eksportam no Kopienu teritorijas.

:

στη λιθουανική γλώσσα

:

Naudoti perdirbimui arba pristatymui pagal Komisijos reglamento (EB) Nr. 491/2008 10 straipsnį, arba eksportui iš Bendrijos muitų teritorijos.

:

στην ουγγρική γλώσσα

:

Az 491/2008/ΕΚ bizottsági rendelet 10. cikkével összhangban történő feldolgozásra vagy szállításra vagy a Közösség vámterületéről történő kivitelre irányuló felhasználásra.

:

στη μαλτέζικη γλώσσα

:

Biex jintuża għall-ipproċessar jew għall-kunsinna b’konformità ma’ l-Artikolu 10 tar-Regolament tal-Kummissjoni (KE) Nru 491/2008 jew għall-esportazzjoni mit-territorju doganali tal-Komunità.

:

στην ολλανδική γλώσσα

:

Bestemd voor verwerking of levering overeenkomstig artikel 10 van Verordening (EG) nr. 491/2008 of voor uitvoer uit het douanegebied van de Gemeenschap.

:

στην πολωνική γλώσσα

:

Do przetwarzania lub dostaw, zgodnie z art. 10 rozporządzenia Komisji (WE) nr 491/2008, lub do wywozu z terytorium celnego Wspólnoty.

:

στην πορτογαλική γλώσσα

:

A utilizar para transformação ou entrega, em conformidade com o disposto no artigo 10.o do Regulamento (CE) n.o 491/2008, ou para exportação a partir do território aduaneiro da Comunidade.

:

στη ρουμανική γλώσσα

:

A se folosi pentru procesare sau livrare, conform articolului 10 din Regulamentul (CE) nr. 491/2008, sau pentru export de pe teritoriul vamal al Comunității.

:

στη σλοβακική γλώσσα

:

Na použitie pri spracovaní alebo dodávke v súlade s článkom 10 nariadenia Komisie (ES) č. 491/2008 alebo na vývoz z colného územia Spoločenstva.

:

στη σλοβενική γλώσσα

:

Za predelavo ali dobavo v skladu s členom 10 Uredbe Komisije (ES) št. 491/2008 ali za izvoz iz carinskih območij Skupnosti.

:

στη φινλανδική γλώσσα

:

Käytetään jalostamiseen tai toimittamiseen asetuksen (EY) N:o 491/2008 10 artiklan mukaisesti taikka vientiin yhteisön tullialueelta.

:

στη σουηδική γλώσσα

:

Avsedd för bearbetning eller leverans i enlighet med artikel 10 i kommissionens förordning (EG) nr 491/2008 eller för export från gemenskapens tullområde.


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/14


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 492/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 3ης Ιουνίου 2008

για την επιβολή προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές όξινου γλουταμινικού νατρίου καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 384/96 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1995, για την άμυνα κατά των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ εκ μέρους χωρών μη μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (1) (εφεξής «ο βασικός κανονισμός»), και ιδίως το άρθρο 7,

Κατόπιν διαβούλευσης με τη συμβουλευτική επιτροπή,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

1.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

1.1.   Έναρξη

(1)

Στις 5 Σεπτεμβρίου 2007 η Επιτροπή, με ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2) («ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας»), ανήγγειλε την έναρξη διαδικασίας αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές στην Κοινότητα όξινου γλουταμινικού νατρίου («MSG») καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας («ΛΔΚ» ή «ενδιαφερόμενη χώρα»).

(2)

Η διαδικασία ξεκίνησε ως αποτέλεσμα καταγγελίας που υποβλήθηκε στις 23 Ιουλίου 2007 από την εταιρεία Ajinomoto Foods Europe S.A.S., η οποία αντιπροσωπεύει το 100 % της συνολικής κοινοτικής παραγωγής MSG. Η καταγγελία περιείχε εκ πρώτης όψεως αποδεικτικά στοιχεία για πρακτική ντάμπινγκ του εν λόγω προϊόντος και για επακόλουθη σημαντική ζημία που υπέστη από αυτό ο μοναδικός κοινοτικός παραγωγός, τα οποία θεωρήθηκαν επαρκή για την αιτιολόγηση έναρξης της διαδικασίας.

1.2.   Ενδιαφερόμενα μέρη στο πλαίσιο της διαδικασίας

(3)

Η Επιτροπή ενημέρωσε επίσημα τον καταγγέλλοντα, τους παραγωγούς-εξαγωγείς, τους εισαγωγείς, τους προμηθευτές, τους χρήστες που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται, και τους αντιπροσώπους της ΛΔΚ, για την έναρξη της διαδικασίας. Τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν τη δυνατότητα να εκθέσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση εντός της προθεσμίας που προβλεπόταν στην ανακοίνωση σχετικά με την έναρξη της διαδικασίας.

(4)

Ο καταγγέλλων, οι παραγωγοί-εξαγωγείς, οι εισαγωγείς, οι ενώσεις προμηθευτών και οι χρήστες κοινοποίησαν τις απόψεις τους. Έγινε ακρόαση όλων των ενδιαφερόμενων μερών που υπέβαλαν σχετική αίτηση και απέδειξαν ότι είχαν ειδικούς λόγους για να γίνουν δεκτά σε ακρόαση.

(5)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη διαδικασίας η Επιτροπή τόνισε ότι, λόγω του προφανώς μεγάλου αριθμού παραγωγών-εξαγωγέων στη ΛΔΚ και εισαγωγέων στην Κοινότητα, ενδεχομένως να χρησιμοποιηθεί δειγματοληπτική μέθοδος κατά την παρούσα έρευνα. Ωστόσο, λαμβανομένου υπόψη του μικρότερου, απ’ ό,τι είχε προβλεφθεί, αριθμού των παραγωγών-εξαγωγέων της ΛΔΚ και εισαγωγέων της Κοινότητας που εκδήλωσαν την επιθυμία τους να συνεργαστούν, αποφασίστηκε ότι δεν ήταν απαραίτητο να χρησιμοποιηθεί δειγματοληπτική μέθοδος.

(6)

Η Επιτροπή, για να δώσει τη δυνατότητα στους παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ να υποβάλουν αίτηση για την αναγνώριση καθεστώτος οικονομίας της αγοράς («ΚΟΑ») ή τη χορήγηση ατομικής μεταχείρισης («ΑΜ»), εφόσον το επιθυμούσαν, απέστειλε έντυπα αίτησης στους παραγωγούς-εξαγωγείς που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και στις αρχές της ΛΔΚ.

(7)

Η Επιτροπή απέστειλε ερωτηματολόγια σε όλα τα μέρη που είναι γνωστό ότι ενδιαφέρονται και σε όλες τις εταιρείες που είχαν αναγγελθεί εντός των προθεσμιών που ορίστηκαν στην ανακοίνωση έναρξης της διαδικασίας, συγκεκριμένα στον μοναδικό κοινοτικό παραγωγό, σε είκοσι δύο εισαγωγείς και σε είκοσι επτά χρήστες του υπό εξέταση προϊόντος καθώς και σε δύο προμηθευτές πρώτων υλών.

(8)

Απαντήσεις στα ερωτηματολόγια απέστειλαν ο καταγγέλλων κοινοτικός παραγωγός, τρεις μη συνδεδεμένοι εισαγωγείς, τέσσερις χρήστες και δύο προμηθευτές.

(9)

Όσον αφορά τη χώρα που αφορά η παρούσα έρευνα, η Επιτροπή έλαβε απαντήσεις από τρεις παραγωγούς-εξαγωγείς της ΛΔΚ.

(10)

Η Επιτροπή αναζήτησε και επαλήθευσε όλες τις πληροφορίες που έκρινε απαραίτητες για τον προσωρινό προσδιορισμό του ντάμπινγκ, της προκύπτουσας ζημιάς και του κοινοτικού συμφέροντος. Πραγματοποιήθηκαν επιτόπιοι έλεγχοι στις εγκαταστάσεις των ακόλουθων εταιρειών:

α)

Κοινοτικός παραγωγός

Ajinomoto Foods Europe S.A.S., Nesle, Γαλλία και ο συνδεδεμένος έμπορος Ajinomoto Foods Deutschland, Αμβούργο, Γερμανία

β)

Κοινοτικός χρήστης

Ένας χρήστης ζήτησε, σύμφωνα με το άρθρο 19 του βασικού κανονισμού, να μη δημοσιευθούν τα στοιχεία του για να αποφύγει τις δυσμενείς συνέπειες. Το αίτημα θεωρήθηκε επαρκώς αιτιολογημένο και έτσι έγινε δεκτό.

Nestlé, Vevey, Ελβετία

Unilever, Neuhausen, Ελβετία

γ)

Εισαγωγείς στην Κοινότητα

Omya Peralta GmbH, Αμβούργο, Γερμανία

Helm AG, Αμβούργο, Γερμανία

Standard SP Z.O.O., Lublin, Πολωνία

δ)

Παραγωγοί-εξαγωγείς και συνδεδεμένες εταιρείες στη ΛΔΚ

1.

Meihua Group

Hebei Meihua MSG Group Co., Ltd, Bazhou, Hebei,

Tongliao Meihua Bio-Tech Co., Ltd, Tongliao, Neimenggu, Inner Mongolia,

Tongliao Jianlong Hyperacidity Co., Ltd, Tongliao, Neimenggu, Inner Mongolia,

Langfang Jianlong Hyperacidity, Bazhou, Hebei.

2.

LingHua Group

Shandong Linghua MSG Incorporated Company, Jining, Shandog. Επισκέψεις επαλήθευσης έχουν προγραμματιστεί για ακόμα δύο εταιρείες αυτής της ομάδας

Shangong Lingwei Seasoning Co., Ltd, Jining, Shandog και

Jining Jusheng Gourmet Powder Food Co., Ltd, Jining, Shandog: έπρεπε να εγκαταληφθεί για τους λόγους που εξηγούνται στις αιτιολογικές σκέψεις 15 έως 18.

3.

Fujian Province Jianyang Wuyi MSG Co., Ltd, Jianyang, Fujian

ε)

Παραγωγός στην ανάλογη χώρα

Ajinomoto Co., (Thailand) Ltd, Μπανγκόκ, Ταϊλάνδη.

1.3.   Περίοδος έρευνας

(11)

Η έρευνα για διαπίστωση πρακτικής ντάμπινγκ και ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Ιουλίου 2006 έως 30 Ιουνίου 2007 (εφεξής «ΠΕ»). Η εξέταση των τάσεων σχετικά με την εκτίμηση της ζημίας κάλυψε την περίοδο από 1ης Απριλίου 2004 έως το τέλος της ΠΕ (η «υπό εξέταση περίοδος»).

2.   ΥΠΟ ΕΞΕΤΑΣΗ ΠΡΟΪΟΝ ΚΑΙ ΟΜΟΕΙΔΕΣ ΠΡΟΪΟΝ

2.1.   Υπό εξέταση προϊόν

(12)

Το MSG καταγωγής ΛΔΚ που εξάγεται στην Κοινότητα («το υπό εξέταση προϊόν») αποτελεί πρόσθετο τροφίμων και χρησιμοποιείται κυρίως ως ενισχυτικό γεύσης σε σούπες, ζωμούς, πιάτα με ψάρι και κρέας και έτοιμα φαγητά. Χρησιμοποιείται επίσης στη βιομηχανία καλλυντικών προϊόντων προσωπικής φροντίδας. Κανονικά δηλώνεται με τον κωδικό ΣΟ ex 2922 42 00.

(13)

Το MSG είναι διαθέσιμο σε συσκευασίες διαφόρων μεγεθών, που ποικίλλουν από πακέτα των 0,5 γραμμαρίων για άμεση κατανάλωση μέχρι σάκους των 1 000 χιλιόγραμμων για χονδρική πώληση. Τα μικρότερα μεγέθη συσκευασίας πωλούνται λιανικά σε ιδιώτες καταναλωτές, ενώ τα μεγαλύτερα μεγέθη των 20 χιλιόγραμμων και άνω προορίζονται για βιομηχανικούς χρήστες. Επιπλέον, υπάρχουν διάφοροι βαθμοί καθαρότητας. Εντούτοις, δεν υπάρχουν διαφορές στα χαρακτηριστικά του όξινου γλουταμινικού νατρίου με διαφορετικά μεγέθη συσκευασίας και διαφορετικούς βαθμούς καθαρότητας

2.2.   Ομοειδές προϊόν

(14)

Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν διαπιστώθηκαν διαφορές μεταξύ του υπό εξέταση προϊόντος και του MSG που παράγεται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής και πωλείται στην κοινοτική αγορά. Η ΛΔΚ είναι οικονομία σε μεταβατική φάση και όπως αναφέρεται στις αιτιολογικές σκέψεις 30 και 34 η κανονική αξία καθορίστηκε με βάση τις πληροφορίες που ελήφθησαν σε τρίτη χώρα με οικονομία της αγοράς. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, το MSG που παράγεται και πωλείται σε τρίτη χώρα με οικονομία της αγοράς παρουσιάζει τα ίδια βασικά φυσικά και χημικά χαρακτηριστικά με το MSG που παράγεται στη ΛΔΚ και εξάγεται στην Κοινότητα. Συμπεραίνεται συνεπώς προσωρινά ότι όλοι οι τύποι MSG θεωρούνται ομοειδείς κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

3.   ΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

3.1.   Εφαρμογή του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού

(15)

Στην περίπτωση ενός παραγωγού εξαγωγέα διαπιστώθηκε, κατά την πρώτη ημέρα της επιτόπιας επαλήθευσης, ότι είχε υποβάλει ψευδείς πληροφορίες σχετικά με τις εξαγωγικές πωλήσεις του, τα οποία θεωρήθηκαν ως ψευδή και παραπλανητικά στοιχεία υπό την έννοια του άρθρου 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

(16)

Δεδομένων των ευρημάτων, σταμάτησε η επαλήθευση και ενημερώθηκε η εταιρεία ότι σύμφωνα με το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού, προβλεπόταν τα ευρήματα (προσωρινά ή οριστικά, θετικά ή αρνητικά) να βασιστούν στα διαθέσιμα γεγονότα και της δόθηκε η ευκαιρία να υποβάλει παρατηρήσεις.

(17)

Η εταιρεία στην απάντησή της δεν αμφισβήτησε τα ευρήματα της έρευνας σχετικά με την παραχάραξη των εγγράφων και δεν προέβαλε αντίρρηση ως προς την εφαρμογή του άρθρου 18 του βασικού κανονισμού.

(18)

Υπό τις συνθήκες αυτές, δεν ελήφθησαν υπόψη οι πληροφορίες που είχε παράσχει ο εν λόγω παραγωγός-εξαγωγέας και χρησιμοποιήθηκαν τα διαθέσιμα στοιχεία.

3.2.   Καθεστώς οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ)

(19)

Δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού, στις έρευνες αντιντάμπινγκ όσον αφορά τις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ, η κανονική αξία καθορίζεται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 έως 6 του εν λόγω άρθρου για τους παραγωγούς-εξαγωγείς για τους οποίους διαπιστώνεται ότι πληρούν τα κριτήρια του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού, δηλαδή όταν αποδεικνύεται ότι επικρατούν συνθήκες οικονομίας αγοράς όσον αφορά την κατασκευή και την πώληση του ομοειδούς προϊόντος. Αυτά τα κριτήρια περιγράφονται συνοπτικά κατωτέρω, αποκλειστικά για λόγους αναφοράς:

1.

οι επιχειρηματικές αποφάσεις και το κόστος καθορίζονται σε συνάρτηση με τις συνθήκες της αγοράς και χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση,

2.

οι επιχειρήσεις τηρούν σαφή λογιστική καταγραφή, υποκείμενη σε ανεξάρτητο έλεγχο, βάσει των διεθνών λογιστικών προτύπων («ΔΛΠ»), η οποία και πρέπει να ακολουθείται συνεπώς,

3.

δεν παρατηρούνται σημαντικές στρεβλώσεις οφειλόμενες στη μετάβαση από το παλαιότερο καθεστώς ελεγχόμενης οικονομίας,

4.

η ασφάλεια δικαίου και η σταθερότητα διασφαλίζονται μέσω νομοθεσίας περί πτωχεύσεως και ιδιοκτησιακού καθεστώτος,

5.

οι πράξεις μετατροπής του συναλλάγματος πραγματοποιούνται σε τιμές αγοράς.

(20)

Τρεις κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς ζήτησαν να τύχουν καθεστώτος οικονομίας της αγοράς (ΚΟΑ) σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο β) του βασικού κανονισμού και απήντησαν στην αίτηση για την αναγνώριση ΚΟΑ εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών.

(21)

Για έναν κινέζο παραγωγό-εξαγωγέα εφαρμόστηκε το άρθρο 18 του βασικού κανονισμού (βλέπε αιτιολογικές σκέψεις 15 έως 18 ανωτέρω).

(22)

Από την επαλήθευση προέκυψε ότι οι άλλοι δύο κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν πληρούσαν και τα πέντε κριτήρια για τη χορήγηση ΚΟΑ.

(23)

Από την επαλήθευση διαπιστώθηκε ότι ένας κινέζος παραγωγός-εξαγωγέας (ο όμιλος Meihua που αποτελείται από πέντε εταιρείες) δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι πληρούσε τα κριτήρια δύο και τρία που αναφέρονται ανωτέρω. Πρώτον, ο όμιλος Meihua δεν μπόρεσε να προσκομίσει ελεγμένες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, σύμφωνα με το πρότυπο IAS 27, στο πλαίσιο της αίτησής του για χορήγηση ΚΟΑ ή κατά την επιτόπια έρευνα. Η έρευνα έδειξε ότι, καθώς υπήρχαν πολλές συναλλαγές εντός του ομίλου, μόνον ελεγμένες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, στις οποίες εξαλείφονται πλήρως όλα τα υπόλοιπα, οι συναλλαγές, τα έσοδα και οι δαπάνες μεταξύ των εταιρειών του ομίλου, θα επέτρεπαν να διαμορφωθεί μια σαφής εικόνα του ομίλου. Ο όμιλος Meihua προσκόμισε ελεγμένες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις πολύ καιρό μετά την επιτόπια έρευνα, γεγονός που δεν επέτρεψε στην Επιτροπή να επαληθεύσει τα στοιχεία που περιέχονταν στους εν λόγω λογαριασμούς ούτε να διαμορφώσει σαφή εικόνα σχετικά με την οικονομική κατάσταση του ομίλου. Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι λογαριασμοί των επιμέρους εταιρειών δεν συμμορφώνονταν με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα (IAS) 1 και 18, δεδομένου ότι η μητρική εταιρεία αντιστάθμιζε τα έσοδα και τις δαπάνες, και του ότι η αντιστάθμιση αυτή ήταν ουσιαστική. Εξαιτίας των προαναφερθεισών παραβιάσεων των διεθνών λογιστικών προτύπων και εξαιτίας του γεγονότος ότι αυτές ούτε καν αναφέρονται στις εκθέσεις ελέγχου, κρίθηκε ότι ο όμιλος Meihua δεν απέδειξε ότι τα βιβλία του ελέγχθηκαν σύμφωνα με τα προαναφερθέντα πρότυπα (κριτήρια δύο).

(24)

Δεύτερον, με βάση τους επιμέρους λογαριασμούς των εταιρειών του ομίλου οι οποίοι υποβλήθηκαν σε έλεγχο κατά την επιτόπια έρευνα και με βάση τα μη επαληθευμένα στοιχεία που αναφέρονται ανωτέρω, διαπιστώθηκαν σημαντικές στρεβλώσεις της οικονομικής κατάστασης των εταιρειών του ομίλου. Διαπιστώθηκε ότι πραγματοποιήθηκαν σημαντικές δανειοληψίες χωρίς τόκο. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μεγάλου αρνητικού κεφαλαίου κίνησης και δυνητικό υψηλό οικονομικό κόστος που δεν αντικατοπτρίζεται στα βιβλία των επιμέρους εταιρειών του ομίλου (κριτήριο τρία).

(25)

Η δεύτερη εταιρεία, η Fujian Province Jianyang Wuyi MSG Co. Ltd, δεν μπόρεσε να αποδείξει ότι πληρούσε τα κριτήρια ένα έως τρία. Πρώτον, οι αποφάσεις της δεν λαμβάνονταν ως αντίδραση στα μηνύματα της αγοράς και χωρίς σημαντική κρατική παρέμβαση, κυρίως επειδή υπήρχε υπερεκπροσώπηση του κράτους στο διοικητικό της συμβούλιο, επειδή η εταιρεία πραγματοποιούσε ορισμένες αμφισβητούμενες, ωστόσο σημαντικής αξίας, συναλλαγές με κρατικές επιχειρήσεις (δάνεια που συνάπτονται με το κράτος με επιτόκιο διπλάσιο του επιτοκίου της αγοράς, πληρωμές σε κρατικές επιχειρήσεις χωρίς αιτιολόγηση) (κριτήριο 1). Δεύτερον, δεν απέδειξε ότι διέθετε ένα σαφές σύνολο βασικών λογιστικών βιβλίων τα οποία καταρτίζονταν και ελέγχονταν σύμφωνα με τα πρότυπα IAS, διότι οι λογαριασμοί διαπιστώθηκε ότι δεν συμμορφώνονταν με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα 1 και 18, δεδομένου ότι η εταιρεία αντιστάθμιζε i) πληρωτέους λογαριασμούς με εισπρακτέους λογαριασμούς και ii) έσοδα με δαπάνες. Και τα δύο αυτά είδη αντιστάθμισης, που ήταν ουσιαστικής σημασίας, μείωναν με τον τρόπο αυτό την ικανότητα να γίνουν κατανοητές οι συναλλαγές, άλλα γεγονότα και περιστάσεις που αφορούσαν τη δραστηριότητα της εταιρείας. Επιπλέον, δεδομένου ότι οι ανωτέρω παραβιάσεις των διεθνών λογιστικών προτύπων δεν αναφέρονταν στην έκθεση ελέγχου, η επιχείρηση δεν απέδειξε ότι τα βιβλία της ελέγχθηκαν σύμφωνα με τα διεθνή λογιστικά πρότυπα, (κριτήριο 2). Τελικά, οι στρεβλώσεις που μεταφέρθηκαν από το σύστημα που δεν ακολουθούσε την οικονομία της αγοράς εκδηλώθηκαν με τη μορφή μη σωστής αξιολόγησης των στοιχείων του ενεργητικού και του δικαιώματος χρήσης γης (κριτήριο 3).

(26)

Συνεπώς, συνήχθη το συμπέρασμα ότι και οι δύο κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν πληρούσαν τους όρους που ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο γ) του βασικού κανονισμού.

3.3.   Ατομική μεταχείριση (ΑΜ)

(27)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, υπολογίζεται, ενδεχομένως, ενιαίος δασμός σε εθνική κλίμακα, για τις χώρες στις οποίες εφαρμόζεται το εν λόγω άρθρο, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες οι εταιρείες είναι σε θέση να αποδείξουν ότι πληρούν όλα τα κριτήρια του άρθρου 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού και, συνεπώς, τους χορηγείται καθεστώς ατομικής μεταχείρισης.

(28)

Οι παραγωγοί-εξαγωγείς οι οποίοι δεν πληρούσαν τα κριτήρια ΚΟΑ υπέβαλαν αίτηση για ΑΜ στην περίπτωση που δεν τους χορηγηθεί ΚΟΑ.

(29)

Ωστόσο, με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία διαπιστώθηκε ότι δύο κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς πληρούν όλες τις απαιτήσεις για ΑΜ, όπως ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

3.4.   Κανονική αξία

3.4.1.   Ανάλογη χώρα

(30)

Δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, σε οικονομίες που βρίσκονται σε μετάβαση στην οικονομία της αγοράς, η κανονική αξία για τους παραγωγούς-εξαγωγείς στους οποίους δεν έχει χορηγηθεί ΚΟΑ πρέπει να καθορίζεται βάσει της τιμής ή της κατασκευασμένης αξίας σε μια τρίτη χώρα με οικονομία της αγοράς («ανάλογη χώρα»).

(31)

Στην ανακοίνωση για την έναρξη της διαδικασίας, η Ταϊλάνδη προτάθηκε ως κατάλληλη ανάλογη χώρα για το σκοπό του καθορισμού της κανονικής αξίας για τη ΛΔΚ. Η Επιτροπή κάλεσε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την εν λόγω πρόταση.

(32)

Μόνον ένα ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε παρατηρήσεις προτείνοντας ως εναλλακτικές ανάλογες χώρες τη Βραζιλία ή την Ινδονησία. Η Επιτροπή ήλθε σε επαφή με γνωστές επιχειρήσεις στη Βραζιλία και στην Ινδονησία. Εντούτοις, δεν ελήφθησαν απαντήσεις σε ερωτηματολόγια ή κάποιες ουσιαστικές παρατηρήσεις από παραγωγούς της Βραζιλίας ή της Ινδονησίας.

(33)

Επιπλέον, η Ταϊλάνδη αποτελεί παγκοσμίως έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς MSG με ανταγωνιστική αγορά και ο μεγαλύτερος παραγωγός SG στην Ταϊλάνδη συνεργάστηκε πλήρως. Η Ταϊλάνδη πληρούσε τα κριτήρια για να αποτελεί κατάλληλη ανάλογη χώρα, καθώς στην ταϊλανδέζικη αγορά υφίσταται ανταγωνισμός, οι ποσότητες που πωλούνται στην αγορά της Ταϊλάνδης είναι επαρκείς και τόσο η κινεζική όσο και η ταϊλανδέζικη αγορά είναι συγκρίσιμες από άποψη φάσματος προϊόντων και διαδικασίας παραγωγής.

(34)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι η Ταϊλάνδη αποτελεί κατάλληλη ανάλογη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού.

3.4.2.   Εφαρμοζόμενη μεθοδολογία για τον προσδιορισμό της κανονικής αξίας

(35)

Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 7 στοιχείο α) του βασικού κανονισμού, η κανονική αξία για τη ΛΔΚ καθορίστηκε με βάση επαληθευμένα στοιχεία που παραλήφθηκαν από τον παραγωγό της ανάλογης χώρας, δηλαδή βάσει της πράγματι πληρωθείσας ή πληρωτέας τιμής στην εγχώρια αγορά του Ταϊλάνδη για τις πωλήσεις συγκρίσιμου είδους προϊόντος, δεδομένου ότι οι πωλήσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν κατά τις συνήθεις εμπορικές πράξεις. Όσον αφορά τους τύπους του προϊόντος, επισημαίνεται ότι ουσιαστικά μόνον ένας τύπος του προϊόντος εξήχθη από τη ΛΔΚ κατά την ΠΕ, δηλ. MSG με καθαρότητα 99 % και άνω και ότι ήταν απευθείας συγκρίσιμο με το προϊόν που πωλήθηκε στην ανάλογη χώρα παραγωγό στην εγχώρια αγορά της. Από την έρευνα προέκυψαν ορισμένες διαφορές στη διαδικασία παραγωγής μεταξύ των ταϊλανδέζων και των κινέζων παρασκευαστών, ως προς το γεγονός ότι οι κινέζοι χρησιμοποιούν διαφορετικό εξοπλισμό που απαιτεί μικρότερη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας. Οι εγχώριες τιμές πώλησης των ταϊλανδέζων προσαρμόστηκαν συνεπώς προς τα κάτω κατά το ποσό που αντανακλά τις παραπάνω διαφορές.

3.5.   Τιμή εξαγωγής

(36)

Όλοι οι συνεργαζόμενοι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς πραγματοποιούσαν εξαγωγικές πωλήσεις προς την Κοινότητα είτε άμεσα προς ανεξάρτητους πελάτες στην Κοινότητα είτε μέσω μη συνδεδεμένων εταιρειών που ήταν εγκατεστημένες στη ΛΔΚ και την Ταϊβάν. Συνεπώς, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν βάσει των πράγματι καταβληθεισών τιμών ή των καταβλητέων τιμών για το υπό εξέταση προϊόν σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 8 του βασικού κανονισμού.

(37)

Όσον αφορά τους υπόλοιπους κινέζους εξαγωγείς, η Επιτροπή καθόρισε κατ’ αρχάς το επίπεδο συνεργασίας. Πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των συνολικών εξαγωγικών ποσοτήτων που αναφέρονταν στις απαντήσεις στα ερωτηματολόγια των δύο συνεργασθέντων παραγωγών-εξαγωγέων και των συνολικών εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ, όπως προκύπτει από τις στατιστικές εισαγωγών της Eurostat. Το ποσοστό συνεργασίας υπολογίστηκε σε 74 %. Σε αυτή τη βάση, το επίπεδο συνεργασίας κρίθηκε χαμηλό. Κατά συνέπεια, οι τιμές εξαγωγής καθορίστηκαν προσωρινά με βάση τις συναλλαγές με το υψηλότερο περιθώριο ντάμπινγκ που πραγματοποίησε ο ένας από τους δύο κινέζους παραγωγούς-εξαγωγείς που έλαβαν καθεστώς ατομικής μεταχείρισης σύμφωνα με το άρθρο 18 παράγραφος 1 του βασικού κανονισμού.

3.6.   Σύγκριση

(38)

Η σύγκριση μεταξύ κανονικής αξίας και τιμής εξαγωγής πραγματοποιήθηκε σε επίπεδο «τιμών εκ του εργοστασίου».

(39)

Για να εξασφαλιστεί δίκαιη σύγκριση μεταξύ της κανονικής αξίας και της τιμής εξαγωγής, έγιναν οι δέουσες προσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές που επηρεάζουν τόσο τις τιμές όσο και τη συγκρισιμότητα των τιμών, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 10 του βασικού κανονισμού. Για όλους τους παραγωγούς-εξαγωγείς (συνεργαζόμενοι παραγωγοί-εξαγωγείς και ο παραγωγός από την ανάλογη χώρα) πραγματοποιήθηκαν προσαρμογές ώστε να ληφθούν υπόψη οι διαφορές του κόστους μεταφοράς, θαλάσσιων ναύλων και ασφάλισης, διεκπεραίωσης, φόρτωσης και παρεπόμενων εξόδων, του κόστους πίστωσης και των προμηθειών, όπου κρίθηκε απαραίτητο και δικαιολογημένο.

3.7.   Περιθώρια ντάμπινγκ

3.7.1.   Για τους συνεργασθέντες παραγωγούς στους οποίους χορηγήθηκε ΑΜ

(40)

Για τις εταιρείες εκείνες στις οποίες χορηγήθηκε ΑΜ, η σταθμισμένη μέση κανονική τιμή συγκρίθηκε με τη σταθμισμένη μέση τιμή εξαγωγής, όπως προβλέπεται στο άρθρο 2 παράγραφοι 11 και 12 του βασικού κανονισμού.

(41)

Σε αυτή τη βάση, τα προσωρινά σταθμισμένα μέσα περιθώρια ντάμπινγκ εκφρασμένα ως ποσοστό της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού, είναι τα ακόλουθα:

Εταιρεία

Προσωρινό περιθώριο ντάμπινγκ

Hebei Meihua MSG Group Co., Ltd, και Tongliao Meihua Bio-Tech Co., Ltd

33,8 %

Fujian Province Jianyang Wuyi MSG Co., Ltd

36,5 %

3.7.2.   Για τους υπόλοιπους παραγωγούς-εξαγωγείς

(42)

Το περιθώριο ντάμπινγκ σε εθνική κλίμακα υπολογίστηκε βάσει σύγκρισης μεταξύ της τιμής εξαγωγής όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 37 και της κανονικής αξίας όπως ορίζεται στην αιτιολογική σκέψη 35.

(43)

Σε αυτή τη βάση, το επίπεδο ντάμπινγκ σε εθνική κλίμακα προσδιορίστηκε προσωρινά σε 39,7 % της τιμής CIF στα σύνορα της Κοινότητας, πριν από την καταβολή δασμού.

4.   ΖΗΜΙΑ

4.1.   Ορισμός του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(44)

Ο μοναδικός κοινοτικός παραγωγός που συνεργάστηκε αντιπροσωπεύει το 100 % της κοινοτικής παραγωγής MSG κατά την ΠΕ. Ως εκ τούτου, θεωρείται ότι αποτελεί τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής υπό την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 και του άρθρου 5 παράγραφος 4 του βασικού κανονισμού.

(45)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποτελείται, κατά συνέπεια, μόνον από έναν παραγωγό, όλα τα αριθμητικά στοιχεία που αφορούν ευαίσθητα δεδομένα έπρεπε να δοθούν υπό τη μορφή ευρετηρίου ή υπό τη μορφή ψαλίδας για λόγους διατήρησης της εχεμύθειας. Τα στοιχεία σε παρένθεση αφορούν αρνητικά στοιχεία.

(46)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός παραγωγός χρησιμοποιεί οικονομικό έτος που καλύπτει την περίοδο από την 1η Απριλίου έως την 31η Μαρτίου του επόμενου έτους, όλα τα στοιχεία που παρουσιάζονται στη συνέχεια αφορούν τα οικονομικά έτη (ΟΕ) και όχι τα ημερολογιακά έτη (π.χ. το ΟΕ2005 καλύπτει την περίοδο από 1ης Απριλίου 2004 έως τις 31 Μαρτίου 2005). Τα στοιχεία που αφορούν τις εισαγωγές παρουσιάζονται στην ίδια συγκρίσιμη βάση.

4.2.   Κοινοτική κατανάλωση

(47)

Η κοινοτική κατανάλωση καθορίστηκε με βάση τον όγκο των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην αγορά της Κοινότητας, στον οποίο προστέθηκαν οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ και άλλες τρίτες χώρες, με βάση τα στοιχεία της Eurostat. Η κοινοτική κατανάλωση MSG αυξήθηκε μεταξύ ΟΕ2005 και ΟΕ2006 προτού να εμφανίσει συνεχή μείωση κατά το ΟΕ2007 και την ΠΕ. Συνολικά, η κατανάλωση μειώθηκε κατά 4 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Πίνακας 1

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Κοινοτική κατανάλωση (τόνοι)

 

 

 

 

Δείκτης

100

107

98

96

4.3.   Εισαγωγές στην Κοινότητα από τη ΛΔΚ

4.3.1.   Όγκος και μερίδιο αγοράς

(48)

Οι όγκοι των εισαγωγών από τη ΛΔΚ αυξήθηκαν σημαντικά από 4 701 τόνους το ΟΕ2005 σε 34 613 κατά την ΠΕ, δηλ. κατά 636 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

(49)

Το αντίστοιχο μερίδιο αγοράς κυμαινόταν μεταξύ 3 και 7 % το ΟΕ2005 και αυξήθηκε σε ποσοστά μεταξύ 38 και 43 % κατά την υπό εξέταση περίοδο παρά τη μείωση της κατανάλωσης.

Πίνακας 2

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Εισαγωγές από τη ΛΔΚ (σε τόνους)

4 701

11 376

34 254

34 613

Δείκτης

100

242

729

736

Μερίδιο αγοράς ΛΔΚ

 

 

 

 

Δείκτης

100

226

745

768

Πηγή: Eurostat ποσότητες εισαγωγών.

4.3.2.   Τιμή πώλησης μονάδας

(50)

Οι μέσες τιμές για τις εισαγωγές από την Κίνα παρουσίασαν διακυμάνσεις κατά την υπό εξέταση περίοδο και συνολικά εμφάνισαν ελαφρά μείωση κατά 2 %.

Πίνακας 3

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Τιμές των εισαγωγών από τη ΛΔΚ

(ευρώ/τόνο)

790

818

785

773

Δείκτης

100

104

99

98

Πηγή: Ποσότητες εισαγωγών της Eurostat.

4.3.3.   Πώληση σε χαμηλότερες τιμές

(51)

Για να εξεταστεί κατά πόσον πραγματοποιήθηκαν πωλήσεις σε τιμές χαμηλότερες από τις κοινοτικές, πραγματοποιήθηκε σύγκριση μεταξύ των μέσων σταθμισμένων τιμών πώλησης κάθε τύπου προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην κοινοτική αγορά, προσαρμοσμένων στις τιμές «εκ του εργοστασίου», και των αντίστοιχων σταθμισμένων μέσων τιμών εξαγωγής των οικείων εισαγωγών, που καθορίστηκαν σε επίπεδο CIF, καταλλήλως προσαρμοσμένων για να ληφθούν υπόψη οι δασμοί και τα έξοδα μετά την εισαγωγή. Η εν λόγω σύγκριση πραγματοποιήθηκε μετά την αφαίρεση των εκπτώσεων και μειώσεων.

(52)

Με βάση την παραπάνω μεθοδολογία, η διαφορά των τιμών, εκφρασμένη ως ποσοστό της μέσης σταθμισμένης τιμής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής (στο επίπεδο του εργοστασίου), δηλ. το περιθώριο πώλησης σε τιμές χαμηλότερες των κοινοτικών, κυμάνθηκε μεταξύ 21 και 24 %.

4.4.   Οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(53)

Εξετάστηκαν οι τάσεις όλων των οικονομικών παραγόντων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού για να καθοριστεί η οικονομική κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την υπό εξέταση περίοδο.

4.4.1.   Παραγωγική ικανότητα, παραγωγή και χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

(54)

Η παραγωγική ικανότητα αυξήθηκε κατά 5 % το ΟΕ2006 και ακολούθησε περαιτέρω αύξηση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες κατά το ΟΕ2007 προτού να παραμείνει σταθερή κατά την ΠΕ. Οι αυξήσεις της παραγωγικής ικανότητας οφείλονται σε νέες επενδύσεις όπως εξηγείται στην αιτιολογική σκέψη 60 κατωτέρω.

(55)

Η παραγωγή MSG από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μειώθηκε σταθερά με αποτέλεσμα να εμφανίσει συνολική μείωση 6 % κατά την υπό εξέταση περίοδο. Τα αριθμητικά στοιχεία που αφορούν την παραγωγή για το ΟΕ2007 και την ΠΕ αντανακλούν το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής χρειάστηκε να σταματήσει την παραγωγή για ένα μήνα το 2006.

(56)

Ως αποτέλεσμα της μείωσης των όγκων παραγωγής, η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας μειώθηκε κατά 14 % κατά την υπό εξέταση περίοδο.

Πίνακας 4

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Παραγωγική ικανότητα

 

 

 

 

Δείκτης

100

105

108

108

Παραγωγή

 

 

 

 

Δείκτης

100

99

93

94

Χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας

 

 

 

 

Δείκτης

100

95

86

86

Πηγή: Απάντηση στο ερωτηματολόγιο.

4.4.2.   Όγκος πωλήσεων, μερίδιο αγοράς και μέσες τιμές μονάδας στην Κοινότητα

(57)

Οι πωλήσεις MSG από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε ανεξάρτητους πελάτες στην κοινοτική αγορά αυξήθηκε ελαφρά το ΟΕ2006 προτού να εμφανίσει μαζική μείωση το ΟΕ2007 κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο σημειώθηκε μείωση κατά 24 %. Η τεράστια μείωση των όγκων πώλησης οδήγησε σε σημαντική μείωση του μεριδίου αγοράς συνολικά κατά 12,45 ποσοστιαίες μονάδες κατά την εξεταζόμενη περίοδο (από μερίδιο αγοράς 58,6 % το ΟΕ2005 σε 46,1 % κατά την ΠΕ).

(58)

Οι μέσες τιμές πώλησης σε μη συνδεδεμένους πελάτες στην κοινοτική αγορά μειώθηκαν κατά 19 % την εξεταζόμενη περίοδο. Η αύξηση ήταν ακόμα εντονότερη κατά το ΟΕ2007 (+ 23 %) αλλά τότε η ελαφρά μείωση των τιμών σημειώθηκε κατά τους τελευταίους τρεις μήνες της ΠΕ. Η αύξηση των τιμών ήταν αναγκαία για να καλυφτεί η αύξηση του κόστους των πρώτων υλών και άλλων εισροών. Παρά το γεγονός ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατάφερε να αυξήσει στην πράξη την αποδοτικότητά του όσον αφορά την παραγωγή MSG, οι τιμές πώλησης δεν μπορούσαν να καλύψουν το κόστος παραγωγής κατά την ΠΕ.

Πίνακας 5

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Όγκοι πώλησης

 

 

 

 

Δείκτης

100

101

76

76

Μερίδιο αγοράς

 

 

 

 

Δείκτης

100

94

77

79

Μέσες τιμές

 

 

 

 

Δείκτης

100

106

123

119

Πηγή: Απάντηση στο ερωτηματολόγιο.

4.4.3.   Αποθέματα

(59)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο τα αποθέματα αυξήθηκαν κατά 52 %. Η αύξηση αυτή των αποθεμάτων σημειώθηκε κατά το δεύτερο μισό της εξεταζόμενης περιόδου και συνέπεσε με τη μεγάλη μείωση των πωλήσεων που άρχισε από το ΟΕ2007. Στο τέλος της ΠΕ το επίπεδο των αποθεμάτων παρέμεινε υψηλό.

Πίνακας 6

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Αποθέματα

 

 

 

 

Δείκτης

100

101

153

152

Πηγή: Απάντηση στο ερωτηματολόγιο.

4.4.4.   Αποδοτικότητα, επενδύσεις, απόδοση των επενδύσεων, ταμειακές ροές και ικανότητα άντλησης κεφαλαίων

(60)

Οι πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής στην κοινοτική αγορά δεν ήταν αποδοτικές καθ’ όλη τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Στην αρχή της περιόδου αυτής, η εν λόγω κατάσταση έπρεπε να εξεταστεί σε συνάρτηση με την εξαγορά της Orsan S.A. από την Ajinomoto Foods Europe (AFE), και την αναδιάρθρωση που ακολούθησε. Όντως, η εταιρεία Orsan S.A. βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση έως το 2003 και η AFE προχώρησε σε ριζική αναδιάρθρωση για τη μείωση του κόστους και τη βελτίωση της αποδοτικότητας με ειδικές επενδύσεις το 2004 και το 2005. Σκοπός των εν λόγω επενδύσεων ήταν η αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, η ανάπτυξη νέας γραμμής προϊόντων και η αύξηση της ενεργειακής αποδοτικότητας. Ο όμιλος στον οποίο τώρα ανήκει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μετέφερε επίσης τεχνογνωσία, μεταξύ άλλων, νέα και αποτελεσματικότερα στελέχη βακτηρίων για τη διαδικασία ζύμωσης που είναι αναγκαία για την παραγωγή MSG στην Κοινότητα.

(61)

Αν και οι επενδύσεις συνεχίστηκαν και κατά τα έτη 2006 και 2007, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατάφερε να μειώσει τις απώλειές του, ειδικότερα κατά την ΠΕ χάρη στην αύξηση των τιμών πώλησης αλλά και στην αποδοτικότερη χρήση πρώτων υλών και ενέργειας. Ωστόσο, δεν ήταν δυνατό να αυξηθούν περαιτέρω οι τιμές. Οι κινέζοι εξαγωγείς ήταν όλο και πιο παρόντες και γρήγορα διείσδυσαν στην κοινοτική αγορά. Ως εκ τούτου, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε περαιτέρω σημαντικές απώλειες όσον αφορά τις πωλήσεις στην κοινοτική αγορά κατά την ΠΕ.

(62)

Η απόδοση των επενδύσεων από την παραγωγή και τις πωλήσεις του ομοειδούς προϊόντος ήταν αρνητική κατά την υπό εξέταση περίοδο, αντικατοπτρίζοντας την προαναφερθείσα αρνητική τάση στην αποδοτικότητα.

(63)

Όπως και οι άλλες οικονομικοί δείκτες, η ταμειακή ροή που προκλήθηκε από την παραγωγή και την πώληση MSG στην ΕΕ ήταν αρνητική καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο.

(64)

Εκτός από τις οικονομικές απώλειες, δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγός, ο οποίος ανήκει στον όμιλο Ajinomoto, αντιμετώπισε άλλα προβλήματα όσον αφορά την άντληση κεφαλαίων για τις δραστηριότητές του.

Πίνακας 7

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Αποδοτικότητα

 

 

 

 

Δείκτης

(100)

(103)

(66)

(75)

Επενδύσεις

 

 

 

 

Δείκτης

100

211

65

51

Απόδοση των επενδύσεων

 

 

 

 

Δείκτης

(100)

(92)

(63)

(67)

Ταμειακές ροές

 

 

 

 

Δείκτης

(100)

(102)

(59)

(83)

Πηγή: Απάντηση στο ερωτηματολόγιο.

4.4.5.   Απασχόληση, παραγωγικότητα και αμοιβές

(65)

Το επίπεδο απασχόλησης στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής μειώθηκε κατά 9 % κατά τη διάρκεια της υπό εξέταση περιόδου. Οι αποδοχές αυξήθηκαν αρχικά κατά 6 % το ΟΕ2006 σε σύγκριση με το ΟΕ2005. Ωστόσο, το ΟΕ2007 και κατά την ΠΕ, οι αποδοχές μειώθηκαν στα επίπεδα του ΟΕ2005.

(66)

Η παραγωγικότητα αυξήθηκε κατά 3 % το ΟΕ2006, ενώ ακολούθησε ελαφρά μείωση το ΟΕ2007. Κατά την ΠΕ η παραγωγικότητα αυξήθηκε και πάλι στο ίδιο επίπεδο του ΟΕ2006.

Πίνακας 8

 

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Απασχόληση

 

 

 

 

Δείκτης

100

95

92

91

Μισθοί

 

 

 

 

Δείκτης

100

106

100

100

Παραγωγικότητα

 

 

 

 

Δείκτης

100

103

101

103

Πηγή: Απάντηση στο ερωτηματολόγιο.

4.4.6.   Ανάπτυξη

(67)

Ενώ η κοινοτική κατανάλωση μειώθηκε κατά 4 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο όγκος των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκε κατά 24 %. Αυτό οδήγησε σε μείωση του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την εξεταζόμενη περίοδο κατά 12,45 ποσοστιαίες μονάδες.

4.4.7.   Μέγεθος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ και ανάκαμψη από τις επιπτώσεις των προηγούμενων πρακτικών ντάμπινγκ

(68)

Τα περιθώρια ντάμπινγκ για τους εξαγωγείς από τη ΛΔΚ καθορίζονται ανωτέρω στο τμήμα ντάμπινγκ και υπερβαίνουν σημαντικά τα ελάχιστα επίπεδα. Επιπλέον, λόγω του όγκου και της τιμής των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ο αντίκτυπος του πραγματικού περιθωρίου ντάμπινγκ δεν μπορεί να θεωρηθεί αμελητέος.

(69)

Δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ανακάμπτει από τον αντίκτυπο προηγούμενου ντάμπινγκ. Επισημαίνεται ότι για τις εισαγωγές MSG δεν ελήφθησαν μέτρα από το 2003.

4.5.   Συμπέρασμα σχετικά με τη ζημία

(70)

Οι περισσότεροι δείκτες ζημίας που αφορούν τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σημείωσαν αρνητική εξέλιξη κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Η παραγωγή και η χρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας μειώθηκαν κατά 6 % και 14 % αντιστοίχως. Ενώ η κατανάλωση στην κοινοτική αγορά μειώθηκε κατά 4 %, οι όγκοι των πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής μειώθηκαν ακόμα περισσότερο, δηλ. κατά 24 %, με αποτέλεσμα να σημειωθεί απώλεια μεριδίου αγοράς κατά 12,45 ποσοστιαίες μονάδες. Άλλοι δείκτες ζημίας, όπως τα αποθεματικά και η απασχόληση, επίσης σημείωσαν αρνητική εξέλιξη κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(71)

Από την έρευνα προέκυψε ότι οι κινεζικές εισαγωγές σε χαμηλές τιμές πραγματοποιούνταν σε τιμές χαμηλότερες των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε ποσοστό έως και 24 % κατά την ΠΕ. Οι τιμές πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αυξήθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο κατά 19 % λόγω αύξησης των δαπανών, αλλά αυτό προκάλεσε μείωση στους όγκους πωλήσεων και μείωση του μεριδίου αγοράς. Επομένως, οι άλλοι δείκτες οικονομικής ζημίας, όπως η απόδοση των επενδύσεων, η ταμειακή ροή και η κερδοφορία, επίσης σημείωσαν αρνητική εξέλιξη κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(72)

Βάσει των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σημαντική ζημία κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 5 του βασικού κανονισμού.

5.   ΑΙΤΙΩΔΗΣ ΣΥΝΑΦΕΙΑ

5.1.   Εισαγωγή

(73)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 6 και 7 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε εάν οι εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ του MSG από τη ΛΔΚ προκάλεσαν ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε βαθμό που να μπορεί να θεωρηθεί σημαντικός. Εξετάστηκαν επίσης άλλοι γνωστοί παράγοντες, πλην των εισαγωγών σε τιμές ντάμπινγκ, οι οποίοι θα μπορούσαν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα να είχαν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, ούτως ώστε η προκληθείσα ζημία από τους εν λόγω λοιπούς παράγοντες να μην αποδοθεί στις εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ.

5.2.   Συνέπειες των εισαγωγών ντάμπινγκ

(74)

Κατά την εξεταζόμενη περίοδο οι εισαγωγές σε χαμηλές τιμές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ επταπλασιάστηκαν σε όγκο, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση του κοινοτικού μεριδίου αγοράς του κινεζικού MSG από ποσοστά που κυμαίνονταν μεταξύ 3 και 7 % κατά το ΟΕ2005 σε ποσοστά που κυμαίνονταν μεταξύ 38 και 43 % κατά την ΠΕ. Παράλληλα, οι κινέζοι εξαγωγείς ήταν οι μόνοι συντελεστές της αγοράς που μείωσαν τις τιμές πώλησής τους. Τα διαθέσιμα στοιχεία δείχνουν ότι τόσο ο κοινοτικός παραγωγός όσο και οι εξαγωγείς από τρίτες χώρες αύξησαν τις τιμές τους ως συνέπεια της αύξησης του κόστους παραγωγής (κυρίως αυξήσεις στις τιμές των πρώτων υλών και της ενέργειας).

(75)

Η αύξηση αυτή των εισαγωγών από τη ΛΔΚ συνέπεσε με την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Κατά το ΟΕ2006 οι όγκοι των εισαγωγών από τη ΛΔΚ αυξήθηκαν κατά 142 % ενώ ο όγκος των κοινοτικών πωλήσεων αυξήθηκε κατά 1 %. Κατά το ΟΕ2007 ο όγκος των εισαγωγών από τη ΛΔΚ αυξήθηκε περαιτέρω κατά 201 % και οι τιμές πωλήσεων μειώθηκαν κατά 4 % ενώ ο όγκος των κοινοτικών πωλήσεων μειώθηκε ακόμα κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες. Κατά συνέπεια, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη μείωση των όγκων των πωλήσεών του στην κοινοτική αγορά και συνακόλουθη απώλεια μεριδίου αγοράς κατά 12,5 ποσοστιαίες μονάδες κατά την ΠΕ. Η συμπίεση των τιμών από τις κινεζικές εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ δεν επέτρεψε στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να αυξήσει τις τιμές πώλησής του σε επίπεδο που θα επέτρεπε την εξάλειψη των απωλειών και την περαιτέρω βελτίωση της οικονομικής κατάστασης.

(76)

Με βάση τα παραπάνω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές σε χαμηλές τιμές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε τιμές πολύ χαμηλότερων των τιμών που εφάρμοσε ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατά την ΠΕ, και οι οποίες, επιπλέον, αυξήθηκαν σε όγκο, αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντας της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής, η οποία αντανακλάται στην κακή οικονομική του κατάσταση και στην επιδείνωση των άλλων δεικτών ζημίας κατά την ΠΕ, καθώς και στην απώλεια μεριδίου αγοράς.

5.3.   Συνέπειες άλλων παραγόντων

5.3.1.   Εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες

(77)

Οι εισαγωγές από τρίτες χώρες οι οποίες δεν αποτελούν αντικείμενο της παρούσας έρευνας μειώθηκαν κατά 62 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο, με αποτέλεσμα τη μείωση του μεριδίου αγοράς από ποσοστά που κυμαίνονταν μεταξύ 35 και 40 % κατά την ΟΕ2005 σε ποσοστά μεταξύ 10 και 15 % κατά την ΠΕ. Οι τιμές των εν λόγω εισαγωγών αυξήθηκαν κατά 20 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο γεγονός που αντανακλά την τάση της εξέλιξης των τιμών του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(78)

Οι τάσεις εξέλιξης του όγκου των εισαγωγών από τρίτες χώρες και των τιμών που εφάρμοσαν μεταξύ του ΟΕ2005 και της ΠΕ ήταν οι εξής:

Πίνακας 9

Άλλες τρίτες χώρες

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Συνολικές εισαγωγές

(τόνοι)

31 910

30 926

13 080

11 225

Δείκτης

100

97

41

35

Πηγή: Eurostat.


Άλλες τρίτες χώρες

ΟΕ2005

ΟΕ2006

ΟΕ2007

ΠΕ

Μέση τιμή εισαγωγών

(ευρώ/τόνο)

789

831

976

945

Δείκτης

100

105

124

120

Πηγή: Eurostat.

(79)

Με βάση τα παραπάνω, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από άλλες τρίτες χώρες δεν διέσπασαν την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε και της ουσιαστικής ζημίας που προκάλεσαν οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

5.3.2.   Εξέλιξη της ζήτησης

(80)

Όσον αφορά την εξέλιξη της ζήτησης, η κοινοτική κατανάλωση MSG μειώθηκε μεταξύ του ΟΕ2005 και της ΠΕ. Η μείωση αυτή, ωστόσο, δεν ήταν σημαντική (– 4 %) και δεν μπορεί να εξηγήσει τη μείωση του όγκου πωλήσεων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής στην κοινοτική αγορά κατά 24 %. Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής σημείωσε απώλεια μεριδίου αγοράς κατά 12,5 ποσοστιαίες μονάδες και οι πωλήσεις αυτές αντικαταστάθηκαν από τις εισαγωγές σε τιμές ντάμπινγκ από τη ΛΔΚ. Επομένως, η σημαντική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής δεν μπορεί να αποδοθεί σε συμπίεση της ζήτησης στην κοινοτική αγορά.

5.3.3.   Εξαγωγικές επιδόσεις και παραγωγικότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(81)

Αντίθετα με τους ισχυρισμούς ορισμένων ενδιαφερόμενων μερών σύμφωνα με τους οποίους η ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπορεί να οφείλονται στις άσχημες εξαγωγικές επιδόσεις του, επισημαίνεται ότι οι εξαγωγικές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά περισσότερο από 50 % κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Επομένως, ο ισχυρισμός αυτός απορρίφθηκε.

(82)

Όσον αφορά τον παράγοντα παραγωγικότητα, επισημαίνεται ότι, κατά την εξεταζόμενη περίοδο, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής μπόρεσε να μειώσει τα πάγια έξοδά του και το κόστος εργασίας και αύξησε την παραγωγικότητα ανά απασχολούμενο.

(83)

Με βάση τα παραπάνω, ούτε η εξαγωγική επίδοση ούτε η εικαζόμενη μείωση της παραγωγικότητας του κοινοτικού κλάδου παραγωγής συνέβαλε στην επιδείνωση της κατάστασής του κατά την ΠΕ.

5.3.4.   Συναλλαγματικές διακυμάνσεις

(84)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η υποτίμηση του δολαρίου ΗΠΑ έναντι του ευρώ ευνόησε τις εισαγωγές MSG προς την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Διαπιστώθηκε πράγματι ότι η πλειονότητα των εισαγωγών από τη ΛΔΚ στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα τιμολογήθηκαν όντως σε δολάρια ΗΠΑ.

(85)

Υπενθυμίζεται ότι η έρευνα πρέπει να αποδείξει αν οι εισαγωγές που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ (από πλευράς τιμών και όγκου) προκάλεσαν σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής ή αν αυτή η σημαντική ζημία οφείλεται σε άλλους παράγοντες. Το άρθρο 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού ορίζει σχετικά πως πρέπει να αποδειχθεί ότι το επίπεδο τιμής των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ προκάλεσε τη ζημία. Αναφέρεται, συνεπώς, απλώς σε μια διαφορά μεταξύ επιπέδων τιμών και δεν απαιτείται ανάλυση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο αυτών των τιμών.

(86)

Οι επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ στις τιμές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξετάζονται στην πράξη ουσιαστικά με την απόδειξη της εφαρμογής τιμών χαμηλότερων από τις κοινοτικές και συμπιεσμένων τιμών. Για το σκοπό αυτό, συγκρίνονται οι τιμές εξαγωγής που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ με τις τιμές πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής και οι τιμές εξαγωγής που χρησιμοποιήθηκαν για τον υπολογισμό της ζημίας ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να χρειάζονται μετατροπή σε άλλο νόμισμα, ώστε να υπάρξει κοινή βάση σύγκρισης. Συνεπώς, η χρήση τιμών συναλλάγματος σε αυτό το πλαίσιο διασφαλίζει μόνο ότι η διαφορά στις τιμές αποδεικνύεται με σύγκριση στην ίδια βάση. Ως εκ τούτου, καθίσταται σαφές ότι η τιμή συναλλάγματος δεν μπορεί κατ’ αρχήν να αποτελεί παράγοντα ζημίας.

(87)

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνονται από τη διατύπωση του άρθρου 3 παράγραφος 7 του βασικού κανονισμού, ο οποίος αναφέρεται σε άλλους γνωστούς παράγοντες πλην των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ο κατάλογος των άλλων γνωστών παραγόντων στο εν λόγω άρθρο δεν περιλαμβάνει κανέναν παράγοντα που επηρεάζει το επίπεδο τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Για να συνοψίσουμε, εάν οι εισαγωγές αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, ακόμη και αν επωφελήθηκαν από μια ευνοϊκή εξέλιξη των τιμών συναλλάγματος, είναι δύσκολο να αποδειχτεί με ποιον τρόπο η εξέλιξη αυτής της τιμής συναλλάγματος θα μπορούσε να αποτελέσει έναν άλλο παράγοντα που προκαλεί ζημία.

(88)

Συνεπώς, η ανάλυση των παραγόντων που επηρεάζουν το επίπεδο των τιμών των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, όπως οι διακυμάνσεις των τιμών συναλλάγματος, δεν μπορεί να οδηγήσει σε σαφή συμπεράσματα και η ανάλυση αυτή θα πρέπει να υπερβεί τις απαιτήσεις του βασικού κανονισμού.

(89)

Σε κάθε περίπτωση, και με την επιφύλαξη των παραπάνω, ακόμη και με βάση τη συναλλαγματική ισοτιμία που ίσχυε στις αρχές του ΟΕ2005, οι εισαγωγές από τη ΛΔΚ ήταν χαμηλότερες από τις τιμές του κοινοτικού κλάδο παραγωγής. Συνεπώς, το σημαντικό αυτό περιθώριο κατά το οποίο οι τιμές εισαγωγής υπολείπονται των αντίστοιχων κοινοτικών τιμών δεν μπορεί να οφείλεται στη μεταβολή της συναλλαγματικής ισοτιμίας ευρώ και δολαρίου κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(90)

Με βάση τα παραπάνω, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι η ανατίμηση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο δεν αποτελεί παράγοντα ικανό να διασπάσει την αιτιώδη συνάφεια μεταξύ των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ και την ουσιαστική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

5.3.5.   Εισαγωγές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(91)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής εισήγαγε MSG από τα συνδεδεμένα μη κινεζικά εργοστάσιά του εκτός Κοινότητας, πράγμα που είχε αντίκτυπο στους όγκους πωλήσεων MSG που παρήχθη στην Κοινότητα.

(92)

Από την έρευνα προέκυψε ότι μετά την εξαγορά της Orsan, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής προέβη σε αναδιοργάνωση της δομής /των διαύλων πωλήσεών του στην Κοινότητα. Σχεδόν το σύνολο του MSG που πωλήθηκε στην κοινοτική αγορά από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την ΠΕ παρήχθη από τον μοναδικό κοινοτικό παραγωγό. Οι πωλήσεις MSG στην κοινοτική αγορά από συνδεδεμένους εξαγωγείς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής σε χώρες εκτός της Κοινότητας μειώθηκαν σταθερά και σημαντικά κατά την εξεταζόμενη περίοδο.

(93)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν επίσης ότι ο ίδιος ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής ή άλλες εταιρείες του ομίλου Ajinomoto συνδέονται με τους κινέζους παραγωγούς MSG που εξάγουν το υπό εξέταση προϊόν στην Κοινότητα. Διατυπώθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι οι εξαγωγές που πραγματοποίησαν στην Κοινότητα οι εν λόγω συνδεδεμένες εταιρείες προκάλεσαν τη ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής. Διατυπώθηκε επίσης ο ισχυρισμός ότι ο ίδιος όμιλος Ajinomoto είναι υπεύθυνος για τις πολιτικές τιμών των εν λόγω κινέζων εξαγωγών.

(94)

Από την έρευνα διαπιστώθηκε ότι στην περίπτωση μίας κινεζικής εταιρείας που εικάζεται ότι συνδέεται με τον όμιλο Ajinomoto, η σχέση έπαυσε να υφίσταται πριν από την ΠΕ. Επιπλέον, οι εξαγωγικές πωλήσεις της εν λόγω εταιρείες στην Κοινότητα κατά τα έτη που προηγήθηκαν της ΠΕ διαπιστώθηκε ότι ήταν αμελητέες. Στην περίπτωση των δύο άλλων κινέζων παραγωγών MSG που συνδέονται με τον μοναδικό κοινοτικό παραγωγό, διαπιστώθηκε ότι οι εξαγωγές τους στην Κοινότητα κατά την ΠΕ ήταν αμελητέες. Με βάση τα παραπάνω, το γεγονός ότι ο όμιλος Ajinomoto θα μπορούσε να ήταν υπεύθυνος για τις πολιτικές τιμών των εν λόγω εταιρειών κρίθηκε ότι δεν είχε σχέση με την υπόθεση.

(95)

Συνεπώς, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από συνδεδεμένα μέρη εκτός της Κοινότητας δεν συνέβαλαν στην ουσιαστική ζημία που υπέστησαν εξαιτίας τους.

5.3.6.   Νέο καθεστώς για τη ζάχαρη

(96)

Ο ισχυρισμός που διατυπώθηκε από ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με τον αρνητικό αντίκτυπο του νέου καθεστώτος των Κοινοτήτων για τη ζάχαρη (και η συνακόλουθη αύξηση των τιμών της ζάχαρης) στο κόστος παραγωγής του κοινοτικού κλάδου παραγωγής δεν επιβεβαιώθηκε. Η έρευνα έδειξε ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής επωφελήθηκε από μακροχρόνιες συμφωνίες που υπεγράφησαν πριν από την εφαρμογή του νέου καθεστώτος το οποίο του εξασφάλισε χαμηλές τιμές αγοράς της ζάχαρης κατά το μεγαλύτερο μέρος της εξεταζόμενης περιόδου. Κατά το δεύτερο μέρος της ΠΕ, ύστερα από την εφαρμογή του νέου καθεστώτος για τη ζάχαρη, η τιμή αγοράς της ζάχαρης αυξήθηκε ελαφρά αλλά ο αντίκτυπος αυτός αντισταθμίστηκε εν μέρει με την ανάπτυξη πιο αποτελεσματικής τεχνολογίας ζύμωσης. Η απόδοση της ζύμωσης αυξήθηκε κατά την ΠΕ και είναι υψηλή σε σύγκριση με αυτό που επέτυχαν κατά μέσο όρο οι κινέζοι παραγωγοί. Αυτό σημαίνει ότι ανά τόνο MSG ο κοινοτικός παραγωγός χρειάζεται σημαντικά λιγότερη ζάχαρη σε σύγκριση με τους κινέζους παραγωγούς.

5.3.7.   Διαφορά σε βασικές πρώτες ύλες

(97)

Στην Κοινότητα το MSG παράγεται από μελάσα ζαχαρότευτλων ενώ στην Κίνα από άμυλο αραβοσίτου ή ρυζιού. Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι η εξέλιξη των τιμών των εν λόγω πρώτων υλών μπορεί να παρείχε συγκριτικό πλεονέκτημα στους κινέζους παραγωγούς. Ωστόσο, η σύγκριση του κόστους των πρώτων υλών που χρειάζονται για την παραγωγή της ίδιας ποσότητας MSG δείχνει ότι υπάρχει συγκριτικό πλεονέκτημα για την παραγωγή MSG από μελάσα. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο κατά την ΠΕ με τη ραγδαία αύξηση των τιμών του αραβοσίτου, τόσο σε διεθνές επίπεδο όσο και στην κινεζική αγορά. Ωστόσο, λόγω του ντάμπινγκ κινεζικών προϊόντων, αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα δεν μπόρεσε να οδηγήσει σε αύξηση του μεριδίου αγοράς για το MSG που παράγει ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής από μελάσα.

(98)

Συνεπώς, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι η διαφορά των πρώτων υλών που χρησιμοποιούνται από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε σύγκριση με αυτές που χρησιμοποιούν οι κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς δεν συμβάλλει στην ουσιαστική ζημία που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής

5.4.   Συμπέρασμα για την αιτιώδη συνάφεια

(99)

Η παραπάνω ανάλυση έδειξε ότι υπάρχει σημαντική αύξηση του όγκου και του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής ΛΔΚ μεταξύ του ΟΕ2005 και της ΠΕ, καθώς και τιμές πώλησης σε επίπεδο πολύ χαμηλότερο από αυτό των κοινοτικών κατά την ΠΕ. Η αύξηση αυτή του μεριδίου αγοράς των εισαγωγών σε χαμηλές τιμές από τη ΛΔΚ συνέπεσε με σημαντική μείωση του μεριδίου αγοράς του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, η οποία, μαζί με την πίεση προς τα κάτω που ασκήθηκε στις τιμές, οδήγησε, μεταξύ άλλων, σε σημαντικές απώλειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής κατά την εξεταζόμενη περίοδο. Από την άλλη πλευρά, η εξέταση των λοιπών παραγόντων που θα μπορούσαν να είχαν προκαλέσει ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατέδειξε ότι κανένας εξ αυτών δεν μπορούσε να έχει σημαντικό αρνητικό αντίκτυπο.

(100)

Με βάση την ανωτέρω ανάλυση, κατά την οποία έγινε σαφής διαχωρισμός και διάκριση των επιπτώσεων όλων των γνωστών παραγόντων στην κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής από τις ζημιογόνες επιπτώσεις των εισαγωγών που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι οι εισαγωγές από την εξεταζόμενη χώρα προκάλεσε σημαντική ζημία στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής κατά την έννοια του άρθρου 3 παράγραφος 6 του βασικού κανονισμού.

6.   ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ

6.1.   Προκαταρκτική παρατήρηση

(101)

Σύμφωνα με το άρθρο 21 του βασικού κανονισμού, η Επιτροπή εξέτασε, παρά το συμπέρασμα σχετικά με το επιζήμιο ντάμπινγκ, κατά πόσον υπήρξαν επιτακτικοί λόγοι που θα οδηγούσαν στο συμπέρασμα ότι δεν είναι προς το κοινοτικό συμφέρον η λήψη μέτρων στη συγκεκριμένη υπόθεση. Ο προσδιορισμός του κοινοτικού συμφέροντος βασίστηκε στην εκτίμηση όλων των εμπλεκόμενων συμφερόντων, δηλαδή των συμφερόντων του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, των προμηθευτών πρώτων υλών, των εισαγωγέων και των χρηστών του υπό εξέταση προϊόντος.

6.2.   Κοινοτικός κλάδος παραγωγής

6.2.1.   Φύση και διάρθρωση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής

(102)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αποτελείται από έναν μόνο παραγωγό με έδρα τη Γαλλία. Η εταιρεία ανήκει στον όμιλο Ajinomoto ο οποίος δραστηριοποιείται, μεταξύ άλλων, στην παραγωγή και την πώληση MSG σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής αγόρασε τις πρώτες ύλες του από κοινοτικούς προμηθευτές, επηρεάζοντας με τον τρόπο αυτό τα επίπεδα απασχόλησης των προμηθευτών πρώτων υλών.

6.2.2.   Επιπτώσεις της επιβολής/της μη επιβολής μέτρων στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής

(103)

Ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής κατέβαλε προσπάθειες από το ΟΕ2005 και εξής για να επενδύσει στη ριζική αναδιάρθρωση με σκοπό τη μείωση του κόστους και, ως αποτέλεσμα, μπορεί να θεωρείται βιώσιμος. Εντούτοις, λόγω των εισαγωγών που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ, η ζημία που προκλήθηκε, η οποία εκφράστηκε ως σημαντική μείωση του όγκου των πωλήσεων και ανεπαρκής αύξηση των τιμών πώλησης, η οποία είχε με τη σειρά της ως αποτέλεσμα σημαντικές οικονομικές απώλειες για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Αναμένεται ότι, ύστερα από την επιβολή δασμών αντιντάμπινγκ, ο όγκος του MSG που πωλήθηκε από τη βιομηχανία θα αυξηθεί και, σε ορισμένο βαθμό, θα αυξηθούν και οι τιμές του στην κοινοτική αγορά. Αυτό θα δώσει τη δυνατότητα στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής να επιτύχει ένα αποδεκτό επίπεδο αποδοτικότητας.

(104)

Αναμένεται ότι η επιβολή μέτρων θα αποκαταστήσει συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού στην αγορά. Επισημαίνεται ότι οι ζημίες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής αποτελούν αποτέλεσμα της δυσκολίας του να ανταγωνιστεί τις εισαγωγές χαμηλών τιμών καταγωγής της ΛΔΚ που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ. Η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ είναι πιθανό να οδηγήσει τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής σε ανάκτηση τουλάχιστον μέρους του απολεσθέντος μεριδίου αγοράς με επακόλουθο θετικό αντίκτυπο στην αποδοτικότητα.

(105)

Όπως προαναφέρθηκε, ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη σοβαρή ζημία που προκλήθηκε από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ καταγωγής ΛΔΚ. Αν δεν επιβληθούν μέτρα, είναι πιθανό να επιδεινωθεί περαιτέρω η κατάσταση του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, γεγονός που θα υπονομεύσει τα θετικά αποτελέσματα των επενδύσεων που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία έτη. Η συμπίεση των τιμών που προκαλείται από τις εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ θα εξακολουθήσει να εξουδετερώνει όλες τις προσπάθειες του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, ειδικότερα για την ανάκτηση ενός αποδοτικού επιπέδου. Η μη λήψη μέτρων θα έθετε σε κίνδυνο τη μακροπρόθεσμη παρουσία του κοινοτικού κλάδου παραγωγής.

(106)

Συμπερασματικά, αναμένεται ότι τα μέτρα θα έχουν ως αποτέλεσμα να δώσουν στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής την ευκαιρία να ανακάμψει από το επιζήμιο ντάμπινγκ που διαπιστώθηκε κατά την παρούσα έρευνα.

6.3.   Εισαγωγείς

(107)

Συνολικά, τρεις εισαγωγείς συνεργάστηκαν στην έρευνα και όλοι τάχθηκαν κατά της επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ. Οι εισαγωγείς αυτοί αντιστοιχούσαν το 46 % περίπου του συνόλου των εισαγωγών από τη ΛΔΚ στην Κοινότητα και περίπου το 19 % της κοινοτικής κατανάλωσης MSG κατά την ΠΕ.

(108)

Με βάση τα προσωρινά πορίσματα, συνήχθη το συμπέρασμα ότι ο αντίκτυπος της επιβολής μέτρων αντιντάμπινγκ θα είναι αμελητέος για δύο από τους συνεργασθέντες εισαγωγείς. Για τον άλλο συνεργασθέντα εισαγωγέα, σύμφωνα με τις προκαταρκτικές ενδείξεις φαίνεται ότι το MSG αντιστοιχεί σε ποσοστό από 7 έως 12 % του κύκλου εργασιών του. Η εταιρεία αυτή απασχολεί λιγότερα από πέντε άτομα απευθείας στο τμήμα των εργασιών που αφορά το MSG. Το κέρδος της εταιρείας από τις πωλήσεις του MSG είναι χαμηλό. Με βάση τα παραπάνω, ο αντίκτυπος της επιβολής δασμού αντιντάμπινγκ δεν θα είναι αμελητέος. Ωστόσο, το αναμενόμενο αποτέλεσμα της επιβολής μέτρων θα είναι η αύξηση των τιμών του MSG (από όλες τις πηγές) στην κοινοτική αγορά. Συνεπώς, αναμένεται ότι ο εισαγωγέας θα είναι σε θέση να μετακυλίσει ολόκληρη ή σχεδόν ολόκληρη την αύξηση που θα προκύψει από την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ, χωρίς αυτή να επηρεάσει σημαντικά τα συνολικά κέρδη του.

(109)

Υπό αυτές τις συνθήκες, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι, με βάση τις πληροφορίες που δόθηκαν, κατά πάσα πιθανότητα, οι τυχόν επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους εισαγωγείς.

6.4.   Χρήστες

(110)

Συνολικά, τέσσερις εταιρείες χρήστες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 18 % των εισαγωγών MSG από τη ΛΔΚ, συνεργάστηκαν στην έρευνα. Οι εν λόγω εταιρείες δραστηριοποιούνται στη βιομηχανία τροφίμων και στη βιομηχανία καλλυντικών προϊόντων προσωπικής υγιεινής.

(111)

Δύο από τους συνεργασθέντες χρήστες ανήκουν στη βιομηχανία τροφίμων. Συνολικά, οι δύο αυτές εταιρείες αντιστοιχούν κατά προσέγγιση στο 17 % των εισαγωγών MSG από τη ΛΔΚ κατά την ΠΕ. Επισημαίνεται ότι και οι δύο εταιρίες αντλούν επίσης σημαντικές ποσότητες από τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής καθώς και από άλλες πηγές. Επισημαίνεται επίσης ότι οι δραστηριότητες που συνδέονται με το MSG αντιστοιχούν μόνο σε ένα μικρό τμήμα των συνολικών εργασιών των δύο εταιρειών. Για μία από τις εταιρείες, η οποία πραγματοποίησε πολύ λίγες εισαγωγές MSG από τη ΛΔΚ κατά την ΠΕ, ο αντίκτυπος της επιβολής μέτρων θα είναι αμελητέος. Για την άλλη εταιρεία, ο αντίκτυπος της πιθανής επιβολής μέτρων θα διερευνηθεί περαιτέρω.

(112)

Όσον αφορά τους δύο άλλους συνεργαζόμενους χρήστες, διαπιστώθηκε ότι αντιπροσωπεύουν μόλις το 1 % περίπου των εισαγωγών που πραγματοποιήθηκαν από την Κίνα κατά την ΠΕ. Υπό τις συνθήκες αυτές, θεωρήθηκε ότι η επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική κατάσταση των εν λόγω εταιρειών.

(113)

Υπό αυτές τις συνθήκες, συνήχθη προσωρινά το συμπέρασμα ότι, με βάση τις πληροφορίες που δόθηκαν, κατά πάσα πιθανότητα, οι τυχόν επιπτώσεις των μέτρων αντιντάμπινγκ δεν θα επηρεάσουν σημαντικά τους χρήστες.

6.5.   Προμηθευτές πρώτων υλών

(114)

Δύο προμηθευτές απάντησαν στο ερωτηματολόγιο και υποστήριξαν την επιβολή μέτρων αντιντάμπινγκ. Ο ένας από αυτούς είναι προμηθευτής πρώτων υλών, συγκεκριμένα μελάσας ζάχαρης, για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής. Η μελάσα ζάχαρης, την οποία η εν λόγω εταιρεία προμηθεύει στον κοινοτικό κλάδο παραγωγής, αντιστοιχεί περίπου στο 5 % του κύκλου εργασιών της εταιρείας. Εάν δεν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, υπάρχει ο κίνδυνος, όπως αναφέρεται ανωτέρω, να διακυβευθεί η βιωσιμότητα του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Εάν συμβεί αυτό, θα υπάρξει σαφής αρνητικός αντίκτυπος στην κατάσταση των προμηθευτών πρώτων υλών για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής.

(115)

Όσον αφορά τον δεύτερο προμηθευτή, θα πραγματοποιηθεί περαιτέρω εξέταση μετά την επιβολή τυχόν προσωρινών μέτρων.

(116)

Σε περίπτωση που δεν επιβληθούν μέτρα, οι πωλήσεις του κοινοτικού κλάδο παραγωγής θα εξακολουθήσουν να μειώνονται με αποτέλεσμα να μειωθεί και η ζήτησή του για πρώτες ύλες. Μια τέτοια εξέλιξη είναι πολύ πιθανόν να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην αποδοτικότητα των προμηθευτών πρώτων υλών.

6.6.   Ανταγωνισμός και στρεβλωτικές για το εμπόριο επιπτώσεις

(117)

Ορισμένα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι ο όμιλος Ajinomoto θα μπορούσε να κατέχει δεσπόζουσα θέση όχι μόνο στην κοινοτική αγορά αλλά και στην παγκόσμια αγορά. Αυτά τα ενδιαφερόμενα μέρη ισχυρίστηκαν ότι, εκτός από τους κινέζους ανταγωνιστές, ο όμιλος Ajinomoto μονοπωλεί στην πράξη την παγκόσμια παραγωγή MSG. Ωστόσο, πρέπει να επισημανθεί ότι, με βάση τις πληροφορίες που έδωσε ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη που διατύπωσε τον ισχυρισμό αυτό, η παραγωγή που δεν προέρχεται από κινεζικές εταιρείες ούτε από την Ajinomoto αντιστοιχεί σε 500 000 τόνους (ποσότητα πολύ μεγαλύτερη από τη συνολική παραγωγή MSG του ομίλου Ajinomoto).

(118)

Όσον αφορά την κοινοτική αγορά, εάν δεν επιβληθούν μέτρα αντιντάμπινγκ, οι υπό εξέταση κινέζοι παραγωγοί-εξαγωγείς, δεδομένης της ισχυρής θέσης που κατέχουν στην αγορά, θα εξακολουθήσουν πιθανώς να πωλούν τα προϊόντα τους, αλλά σε τιμές που δεν αποτελούν πρακτική ντάμπινγκ. Είναι επίσης πιθανό να υπάρχει ακόμα επαρκής αριθμός σημαντικών ανταγωνιστών στην κοινοτική αγορά, συμπεριλαμβανομένων των παραγωγών στην Ινδονησία, τη Νότια Κορέα, το Βιετνάμ, τη Βραζιλία και την Ταϊβάν. Επισημαίνεται ότι, στην αρχή της εξεταζόμενης περιόδου, οι εισαγωγές από τις πηγές αυτές αντιστοιχούσαν στο 31,4 % της κοινοτικής αγοράς και μειώθηκαν σημαντικά εξαιτίας των εισαγωγών από τη ΛΔΚ που αποτέλεσαν αντικείμενο ντάμπινγκ. Ως εκ τούτου, οι χρήστες θα εξακολουθήσουν να έχουν ευχέρεια επιλογής μεταξύ διαφορετικών προμηθευτών MSG. Εάν, από την άλλη πλευρά, δεν επιβληθούν μέτρα, θα διακυβευτεί το μέλλον του κοινοτικού κλάδου παραγωγής. Η εξαφάνισή του θα περιόριζε σημαντικά τον ανταγωνισμό στην κοινοτική αγορά.

6.7.   Συμπέρασμα για το κοινοτικό συμφέρον

(119)

Λαμβανομένων υπόψη των ανωτέρω, συνάγεται προσωρινά το συμπέρασμα ότι δεν υφίστανται αποχρώντες λόγοι για τους οποίους δεν θα πρέπει να επιβληθούν δασμοί αντιντάμπινγκ.

7.   ΠΡΟΤΑΣΗ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΝΤΑΜΠΙΝΓΚ

7.1.   Επίπεδο εξάλειψης ζημίας

(120)

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα σχετικά με την πρακτική ντάμπινγκ, τη ζημία, την αιτιώδη συνάφεια και το συμφέρον της Κοινότητας, θεωρείται ότι πρέπει να ληφθούν προσωρινά μέτρα αντιντάμπινγκ, προκειμένου να αποτραπεί η περαιτέρω ζημία εις βάρος του κοινοτικού κλάδου παραγωγής εξαιτίας των εισαγωγών με ντάμπινγκ.

(121)

Για τον προσδιορισμό του επιπέδου του δασμού, ελήφθη υπόψη το ύψος των διαπιστωθέντων περιθωρίων ντάμπινγκ και το ποσό του δασμού που είναι απαραίτητο για την εξάλειψη της ζημίας που υπέστη ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής.

(122)

Δεδομένου ότι ο κοινοτικός κλάδος παραγωγής υπέστη οικονομικές απώλειες καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο, το κέρδος που θα μπορούσε να αποκομιστεί εάν εξαλείφονταν οι εισαγωγές που αποτελούν αντικείμενο ντάμπινγκ βασίστηκε σε περιθώρια κέρδους του ομοειδούς προϊόντος τα οποία επιτεύχθηκαν κατά την εξεταζόμενη περίοδο από παραγωγούς MSG σε χώρες όπου δεν πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές από την Κίνα σε τιμές ντάμπινγκ (συγκεκριμένα Ταϊβάν και Ταϊλάνδη). Εν προκειμένω, διαπιστώθηκε ότι ένα περιθώριο κέρδους 5 % επί του κύκλου εργασιών θα μπορούσε να θεωρηθεί ως το ελάχιστο αναγκαίο ποσό για τον κοινοτικό κλάδο παραγωγής εφόσον δεν ασκούνται ζημιογόνες πρακτικές ντάμπινγκ. Εν συνεχεία, καθορίστηκε η αναγκαία αύξηση της τιμής με βάση τη σύγκριση της μέσης σταθμισμένης τιμής εισαγωγής, η οποία χρησιμοποιήθηκε για τον καθορισμό των χαμηλότερων τιμών από τις κοινοτικές, και της μη ζημιογόνου τιμής των προϊόντων που πωλήθηκαν από την κοινοτική βιομηχανία στην αγορά της Κοινότητας. Η μη ζημιογόνος τιμή προέκυψε από την προσαρμογή των τιμών πώλησης του κοινοτικού κλάδου παραγωγής, προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι πραγματικές απώλειες κατά την ΠΕ και από την προσθήκη του προαναφερόμενου περιθωρίου κέρδους. Οι τυχόν διαφορές που προέκυψαν από την εν λόγω σύγκριση εκφράστηκαν στη συνέχεια ως ποσοστό της συνολικής αξίας εισαγωγής CIF.

7.2.   Προσωρινά μέτρα

(123)

Με βάση τα ανωτέρω, θεωρείται ότι, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 του βασικού κανονισμού, πρέπει να επιβληθούν στις εισαγωγές καταγωγής ΛΔΚ προσωρινοί δασμοί αντιντάμπινγκ ίσοι με το χαμηλότερο από τα διαπιστωθέντα περιθώρια ζημίας και ντάμπινγκ, σύμφωνα με τον κανόνα του χαμηλότερου δασμού.

(124)

Οι ατομικοί συντελεστές δασμών αντιντάμπινγκ των εταιρειών που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό καθορίστηκαν με βάση τα πορίσματα της παρούσας έρευνας. Επομένως, οι δασμοί αυτοί αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που διαπιστώθηκε κατά τη διάρκεια της εν λόγω έρευνας όσον αφορά τις συγκεκριμένες εταιρείες. Κατά συνέπεια, οι εν λόγω δασμοί (σε αντιδιαστολή προς τους εθνικούς δασμούς που ισχύουν για «όλες τις άλλες εταιρείες») εφαρμόζονται αποκλειστικά στις εισαγωγές προϊόντων καταγωγής της ενδιαφερόμενης χώρας, τα οποία έχουν παραχθεί από τις συγκεκριμένες εταιρείες, άρα και από τα συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα που αναφέρονται. Τα εισαγόμενα προϊόντα που παράγονται από κάθε άλλη εταιρεία, η οποία δεν κατονομάζεται ρητώς στο διατακτικό του παρόντος κανονισμού με την επωνυμία και τη διεύθυνσή της, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων που συνδέονται με τις εταιρείες που κατονομάζονται ρητώς, δεν μπορούν να τύχουν αυτών των συντελεστών και υπόκεινται στο δασμολογικό συντελεστή που ισχύει για «όλες τις άλλες εταιρείες».

(125)

Οι προτεινόμενοι δασμοί αντιντάμπινγκ είναι οι ακόλουθοι:

Εταιρεία

Περιθώριο εξάλειψης ζημίας

Περιθώριο ντάμπινγκ

Δασμός αντιντάμπινγκ

Hebei Meihua MSG Group Co., Ltd και Tongliao Meihua Bio-Tech Co., Ltd

54,8 %

33,8 %

33,8 %

Fujian Province Jianyang Wuyi MSG Co., Ltd

60,4 %

36,5 %

36,5 %

Όλες οι άλλες εταιρείες

63,7 %

39,7 %

39,7 %

8.   ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ

(126)

Τα ανωτέρω προσωρινά πορίσματα θα κοινοποιηθούν σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, τα οποία θα κληθούν να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση. Οι παρατηρήσεις τους θα αναλυθούν και θα ληφθούν υπόψη εφόσον κριθεί ότι είναι δικαιολογημένες, πριν από οιαδήποτε εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων. Για τους σκοπούς των οριστικών πορισμάτων, τα προσωρινά πορίσματα μπορεί να χρειασθεί να επανεξεταστούν,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1.   Επιβάλλεται προσωρινός δασμός αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές όξινου γλουταμινικού νατρίου που υπάγεται στον κωδικό ΣΟ ex 2922 42 00 (κωδικός TARIC 2922420010), καταγωγής Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας.

2.   Ο συντελεστής του προσωρινού δασμού αντιντάμπινγκ που επιβάλλεται επί της καθαρής τιμής «ελεύθερο στα σύνορα της Κοινότητας» πριν από την επιβολή δασμού, για τα προϊόντα που παρασκευάζονται από τις κατωτέρω εταιρείες είναι:

Εταιρεία

Συντελεστής δασμού αντιντάμπινγκ (%)

Πρόσθετος κωδικός Taric

Hebei Meihua MSG Group Co., Ltd και Tongliao Meihua Bio-Tech Co., Ltd

33,8

A883

Fujian Province Jianyang Wuyi MSG Co., Ltd

36,5

A884

Όλες οι άλλες εταιρείες

39,7

A999

3.   H θέση σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα του προϊόντος που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υπόκειται στην παροχή εγγύησης, ισοδύναμης με το ποσό του προσωρινού δασμού.

4.   Αν δεν ορίζεται διαφορετικά, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ισχύουν για τους τελωνειακούς δασμούς.

Άρθρο 2

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να ζητήσουν την κοινοποίηση των ουσιωδών πραγματικών περιστατικών και του σκεπτικού βάσει των οποίων εκδόθηκε ο παρών κανονισμός, να γνωστοποιήσουν γραπτώς τις απόψεις τους και να ζητήσουν ακρόαση από την Επιτροπή εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 21 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 384/96, τα ενδιαφερόμενα μέρη δύνανται να υποβάλουν παρατηρήσεις σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του.

Άρθρο 3

Το άρθρο 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται για περίοδο έξι μηνών.

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 3 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Peter MANDELSON

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 56 της 6.3.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2117/2005 (ΕΕ L 340 της 23.12.2005, σ. 17).

(2)  ΕΕ C 206 της 5.9.2007, σ. 20.


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/31


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 493/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας γάδου στα νορβηγικά ύδατα των ζωνών I και II από σκάφη που φέρουν σημαία Πορτογαλίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 2008, περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2008.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2008.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2008, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Μετά την εν λόγω ημερομηνία απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2007 (ΕΕ L 192 της 24.7.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11· όπως διορθώθηκε τελευταία στην ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 19 της 23.1.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθμός

04/T&Q

Κράτος μέλος

PRT

Απόθεμα

COD/1N2AB

Είδος

Γάδος (Gadus morhua)

Ζώνη

Νορβηγικά ύδατα των ζωνών I και II

Ημερομηνία

26.3.2008


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/33


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 494/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας γάδου στη ζώνη VI, στα κοινοτικά ύδατα της ζώνης Vb και στα διεθνή ύδατα των ζωνών XII και XIV, από σκάφη που φέρουν σημαία Γαλλίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 2008, περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2008.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2008.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2008, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2007 (ΕΕ L 192 της 24.7.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11· όπως διορθώθηκε τελευταία στην ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 19 της 23.1.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

05/T&Q

Κράτος μέλος

ΓΑΛΛΙΑ

Απόθεμα

COD/561214

Είδος

Γάδος (Gadus morhua)

Ζώνη

VI, κοινοτικά ύδατα της ζώνης Vb, κοινοτικά και διεθνή ύδατα των ζωνών XII και XIV

Ημερομηνία

6.5.2008


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/35


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 495/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 2ας Ιουνίου 2008

περί θέσπισης απαγόρευσης της αλιείας του είδους προσφυγάκι στα κοινοτικά και στα διεθνή ύδατα στις ζώνες I, II, III, IV, V, VI, VII, VIIIa, VIIIb, VIIId, VIIIe, XII και XIV από σκάφη που φέρουν σημαία Ισπανίας

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2371/2002 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 2002, για τη διατήρηση και βιώσιμη εκμετάλλευση των αλιευτικών πόρων στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής (1), και ιδίως το άρθρο 26 παράγραφος 4,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2847/93 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1993, για τη θέσπιση συστήματος ελέγχου της κοινής αλιευτικής πολιτικής (2), και ιδίως το άρθρο 21 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/2008 του Συμβουλίου, της 16ης Ιανουαρίου 2008, περί καθορισμού, για το 2008, για ορισμένα αποθέματα ιχθύων και ομάδες αποθεμάτων ιχθύων, των αλιευτικών δυνατοτήτων και των συναφών όρων στα κοινοτικά ύδατα και, για τα κοινοτικά σκάφη, σε άλλα ύδατα όπου απαιτούνται περιορισμοί αλιευμάτων (3), καθορίζει ποσοστώσεις για το 2008.

(2)

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έλαβε η Επιτροπή, τα αλιεύματα του αποθέματος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού, από σκάφη που φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται σε αυτό, έχουν εξαντλήσει την ποσόστωση που έχει κατανεμηθεί για το 2008.

(3)

Ως εκ τούτου, είναι αναγκαία η απαγόρευση της αλιείας του εν λόγω αποθέματος, καθώς και η διατήρησή του επί του σκάφους, η μεταφόρτωση και η εκφόρτωσή του,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξάντληση ποσόστωσης

Η αλιευτική ποσόστωση που κατανεμήθηκε στο κράτος μέλος το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού σχετικά με το απόθεμα που αναφέρεται σε αυτό για το 2008, θεωρείται ότι έχει εξαντληθεί από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα.

Άρθρο 2

Απαγορεύσεις

Η αλιεία του αποθέματος που αναφέρεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού από σκάφη τα οποία φέρουν τη σημαία ή είναι νηολογημένα στο κράτος μέλος που αναφέρεται σε αυτό απαγορεύεται από την ημερομηνία που καθορίζεται στο εν λόγω παράρτημα. Απαγορεύεται η διατήρηση επί του σκάφους, η μεταφόρτωση ή η εκφόρτωση του εν λόγω αποθέματος που έχει αλιευθεί από τα σκάφη αυτά μετά την εν λόγω ημερομηνία.

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 2 Ιουνίου 2008.

Για την Επιτροπή

Φωκίων ΦΩΤΙΆΔΗΣ

Γενικός Διευθυντής Αλιείας και Ναυτιλιακών Υποθέσεων


(1)  ΕΕ L 358 της 31.12.2002, σ. 59. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 865/2007 (ΕΕ L 192 της 24.7.2007, σ. 1).

(2)  ΕΕ L 261 της 20.10.1993, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1967/2006 (ΕΕ L 409 της 30.12.2006, σ. 11· όπως διορθώθηκε τελευταία στην ΕΕ L 36 της 8.2.2007, σ. 6).

(3)  ΕΕ L 19 της 23.1.2008, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Αριθ.

06/T&Q

Κράτος μέλος

Ισπανία

Απόθεμα

WHB/1X14

Είδος

Προσφυγάκι (Micromesistius poutassou)

Ζώνη

Κοινοτικά και διεθνή ύδατα των ζωνών I, II, III, IV, V, VI, VII, VIIIa, VIIIb, VIIId, VIIIe, XII και XIV

Ημερομηνία

29.4.2008


II Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση δεν είναι υποχρεωτική

ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Επιτροπή

4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/37


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 20ής Νοεμβρίου 2007

σχετικά με την κρατική ενίσχυση C 36/A/06 (πρώην NN 38/06) που έθεσε σε εφαρμογή η Ιταλία υπέρ των ThyssenKrupp, Cementir και Nuova Terni Industrie Chimiche

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2007) 5400]

(Το κείμενο στην ιταλική γλώσσα είναι το μόνο αυθεντικό)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/408/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και ιδίως το άρθρο 88 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο,

τη συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, και ιδίως το άρθρο 62 παράγραφος 1 στοιχείο α),

Αφού κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σύμφωνα με το ανωτέρέ άρθρο (1) και έχοντας υπόψη τις παρατηρήσεις αυτές,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

I.   ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(1)

Στο πλαίσιο της υπόθεσης C 13/2006 (πρώην N 587/05) — Προτιμησιακή τιμολόγηση στον τομέα του ηλεκτρισμού στη Σαρδηνία, η Επιτροπή πληροφορήθηκε την παράταση της εφαρμογής δύο καθεστώτων προτιμησιακής τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας. Η παράταση δόθηκε δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 11 παράγραφος 11 του νομοθετικού διατάγματος 35/2005, το οποίο μετατράπηκε στο νόμο 80 της 14ης Μαΐου 2005 (εφεξής «νόμος 80/2005») και τέθηκε σε εφαρμογή χωρίς να έχει προηγηθεί σχετική κοινοποίηση στην Επιτροπή. Δικαιούχοι είναι η εταιρεία παραγωγής αλουμινίου Alcoa και οι τρεις διάδοχοι εταιρείες της Società Terni — Terni Acciasi Speciali, Nuova Terni Industrie Chimiche και Cementir (εφεξής «εταιρείες Terni»).

(2)

Με επιστολή της 23ης Δεκεμβρίου 2005, η Επιτροπή ζήτησε πληροφορίες από την Ιταλία, η οποία τις διαβίβασε με επιστολή της 24ης Φεβρουαρίου 2006. Η Ιταλία διαβίβασε συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολές της 2ας Μαρτίου 2006 και της 27ης Απριλίου 2006.

(3)

Με επιστολή της 19ης Ιουλίου 2006, η Επιτροπή ενημέρωσε την Ιταλία για την απόφασή της να κινήσει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ σχετικά με τα δύο προαναφερθέντα καθεστώτα ενίσχυσης (ενίσχυση C 36/2006).

(4)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει τη διαδικασία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (2). Η Επιτροπή κάλεσε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τις ενισχύσεις.

(5)

Η Ιταλία υπέβαλε παρατηρήσεις με επιστολή της 25ης Οκτωβρίου 2006 και συμπληρωματικές πληροφορίες με επιστολές της 9ης Νοεμβρίου 2006 και της 7ης Δεκεμβρίου 2006.

(6)

Η Επιτροπή έλαβε σχετικές παρατηρήσεις εκ μέρους των ενδιαφερομένων, τις οποίες διαβίβασε στην Ιταλία παρέχοντάς της τη δυνατότητα να τις σχολιάσει. Έλαβε τα σχόλια της Ιταλίας με επιστολή της 22ας Δεκεμβρίου 2006.

(7)

Με επιστολή της 20ής Φεβρουαρίου 2007, η Επιτροπή ζήτησε συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες διαβιβάστηκαν από τις ιταλικές αρχές με επιστολές της 16ης Απριλίου 2007, της 10ης Μαΐου 2007 και της 14ης Μαΐου 2007.

(8)

Στις 18 Σεπτεμβρίου 2007, ο φάκελος χωρίστηκε σε δύο μέρη. Το μέρος A αφορά τις τρεις εταιρείες που προέκυψαν από τη διαίρεση της Società Terni (εταιρείες Terni), ενώ το μέρος B αφορά την Alcoa. Η παρούσα απόφαση αφορά μόνον την παράταση του προνομιακού καθεστώτος τιμολόγησης για τις εταιρείες Terni.

(9)

Οι ανταλλαγές επιστολών που αφορούν την Alcoa δεν παρατίθενται στην παρούσα.

II.   ΛΕΠΤΟΜΕΡΗΣ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

(10)

(Στο άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005 προβλέπεται η χρονική παράταση δύο προνομιακών καθεστώτων τιμολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας. Οι δικαιούχοι των δύο αυτών μέτρων, η φύση των οποίων διαφέρει και θα εξεταστούν χωριστά, είναι αφενός η εταιρεία παραγωγής αλουμινίου Alcoa και, αφετέρου, οι τρεις εταιρείες που προέκυψαν από τη διαίρεση της Società Terni.

(11)

Ο τομέας ηλεκτρικής ενέργειας εθνικοποιήθηκε στην Ιταλία με το νόμο 1643 της 6ης Δεκεμβρίου 1962 (εφεξής «νόμος περί εθνικοποίησης»). Ο νόμος προέβλεπε τη μεταβίβαση των υφιστάμενων σταθμών ηλεκτροπαραγωγής στη νεοϊδρυθείσα δημόσια επιχείρηση ENEL, η οποία θα είχε το μονοπώλιο της παραγωγής, μεταφοράς και διανομής ηλεκτρικού ρεύματος.

(12)

Κατά το χρόνο της εθνικοποίησης, η Società Terni ήταν μια δημόσια επιχείρηση παραγωγής χάλυβα, τσιμέντου και χημικών. Το Δημόσιο ήλεγχε την εταιρεία μέσω του πλειοψηφικού πακέτου μετοχών της, το οποίο κατείχε η κρατική εταιρεία συμμετοχών IRI και ο κρατικός όμιλος Finsider. Η Società Terni είχε επίσης την κυριότητα και την εκμετάλλευση ενός υδροηλεκτρικού σταθμού. Το παραγόμενο ρεύμα χρησιμοποιούνταν κυρίως για τις παραγωγικές διαδικασίες της εταιρείας.

(13)

Ο νόμος περί εθνικοποίησης προέβλεπε ότι, γενικά, οι εταιρείες που παρήγαν ηλεκτρική ενέργεια κυρίως για ιδιόχρηση (αυτοπαραγωγοί) εξαιρούνταν από την εθνικοποίηση και μπορούσαν να διατηρήσουν τις εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής τους (3). Οι εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής της Società Terni εθνικοποιήθηκαν, παρότι η εταιρεία υπαγόταν στο καθεστώς του αυτοπαραγωγού, λόγω της στρατηγικής τους θέσης στην ιταλική επικράτεια. Η μεταβίβαση στην ENEL προβλέπεται από το άρθρο 4 παράγραφος 5 τέταρτο εδάφιο του νόμου περί εθνικοποίησης.

(14)

Με το προεδρικό διάταγμα 1165/63, οι ιταλικές αρχές αποζημίωσαν την εταιρεία για τη μεταβίβαση των εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής της. Η αποζημίωση είχε τη μορφή προνομιακού καθεστώτος τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας, το οποίο θα ίσχυε από το 1963 έως το 1992.

(15)

Το 1964, η Società Terni διαιρέθηκε σε τρεις εταιρείες, τη χαλυβουργία Terni Acciai Speciali, τη βιομηχανία χημικών Nuova Terni Industrie Chimiche και την τσιμεντοβιομηχανία Cementir. Οι εταιρείες αυτές μεταγενέστερα ιδιωτικοποιήθηκαν και εξαγοράστηκαν από τις ThyssenKrupp, Norsk Hydro και Caltagirone αντίστοιχα.

(16)

Όπως αναφέρθηκε στην παράγραφο (1) της παρούσας απόφασης, οι διάδοχοι εταιρείες θα καλούνται συλλήβδην «εταιρείες Terni», ενώ η αρχική εταιρεία θα καλείται «Società Terni». Το τιμολόγιο που ίσχυε αρχικά για την Società Terni και στη συνέχεια για τις εταιρείες Terni, θα καλείται εφεξής «τιμολόγιο Terni».

(17)

Το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης συνέχισε να ισχύει, με τους ίδιους όρους, και για τις τρεις εταιρείες Terni. Ο βασικός δικαιούχος (όσον αφορά την ποσότητα της επιδοτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας, τόσο σε απόλυτες τιμές όσο και ως ποσοστό της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας της εταιρείας) είναι η ThyssenKrupp.

(18)

Η διάρκεια ισχύος του ειδικού καθεστώτος τιμολόγησης συνέπιπτε με τη γενικότερη διάρκεια των συμβάσεων παραχώρησης υδροηλεκτρικών σταθμών (4) στην Ιταλία, οι οποίες έληγαν το 1992. Η παραχώρηση του υδροηλεκτρικού σταθμού της Società Terni είχε κατ’ εξαίρεση διάρκεια 60 ετών (έναντι των 30 ετών κατά κανόνα) και έληγε στα τέλη της δεκαετίας του 1980.

(19)

Το 1991, οι ιταλικές αρχές παρέτειναν τις υπάρχουσες συμβάσεις παραχώρησης υδροηλεκτρικών σταθμών έως το 2001 με το νόμο 9 της 9ης Ιανουαρίου 1991«περί εφαρμογής των διατάξεων του νέου Εθνικού Ενεργειακού Σχεδίου: θεσμικά θέματα, υδροηλεκτρικοί σταθμοί και δίκτυα, υδρογονάνθρακες και γεωθερμική ενέργεια, αυτοπαραγωγοί και φορολογικές διατάξεις» (εφεξής «νόμος 9/1991»). Με το άρθρο 20 παράγραφος 4 του νόμου 9/1991, παρατάθηκε επίσης έως το 2001 το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης για τις εταιρείες Terni. Στη διάρκεια της επόμενης εξαετίας (2002-2007), προβλεπόταν σταδιακή μείωση της ποσότητας επιδοτούμενης ηλεκτρικής ενέργειας που παρεχόταν στις εταιρείες Terni, προκειμένου το καθεστώς προνομιακής τιμολόγησης να αρθεί έως το τέλος του 2007.

(20)

Ο νόμος 9/1991 περιλάμβανε μεγάλο αριθμό διατάξεων, ορισμένες εκ των οποίων συνιστούσαν κρατική ενίσχυση. Ο νόμος 9/1991 υποβλήθηκε στην Επιτροπή μαζί με το νόμο 10/1991 «περί εφαρμογής των διατάξεων του Εθνικού Ενεργειακού Σχεδίου σε θέματα ενεργειακής αποδοτικότητας, εξοικονόμησης ενέργειας και ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας». Η Επιτροπή κήρυξε συμβατή την ενίσχυση που προβλεπόταν και στους δύο νόμους βάσει των διατάξεων για τις κρατικές ενισχύσεις το 1991 (5).

(21)

Οι όροι του προνομιακού καθεστώτος τιμολόγησης της Società Terni θεσπίζονται στα άρθρα 6, 7 και 8 του προεδρικού διατάγματος 1165/63 «περί μεταβίβασης στην Ente Nazionale per l'Energia Elettrica (ENEL) των εγκαταστάσεων που χρησιμοποιούνται για τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 του νόμου 1643 της 6ης Δεκεμβρίου 1962 και υλοποιούνται από την “Terni — società per l'Industria e l'Elettricità S.p.A.”» (εφεξής «προεδρικό διάταγμα 1165/1963»). Το προεδρικό διάταγμα 1165/1963 προέβλεπε ότι η ENEL θα προμήθευε στην Società Terni συγκεκριμένη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας (1 025 000 MWh ετησίως), η οποία αντιστοιχούσε στην κατανάλωση της εταιρείας το 1961, καθώς και επιπρόσθετη ποσότητα (595 000 MWh ετησίως), η οποία αντιστοιχούσε στην αναμενόμενη αύξηση της κατανάλωσης λόγω επενδύσεων που είχαν ξεκινήσει πλην όμως δεν είχαν ολοκληρωθεί το 1962.

(22)

Ο υπολογισμός της προνομιακής τιμής γινόταν με σύγκριση δύο εναλλακτικών μεθόδων και εφαρμογή της εκάστοτε πλέον ευνοϊκής για την εταιρεία.

α)

Η μέθοδος 1 βασιζόταν στη μέση τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος που κατέβαλλαν οι μεταποιητικοί κλάδοι της Società Terni στον κλάδο ηλεκτροπαραγωγής της εταιρείας (η οποία αντιστοιχούσε στο κόστος παραγωγής από τον ιδιόκτητο υδροηλεκτρικό σταθμό της Terni).

β)

Η μέθοδος 2 συνδεόταν με την τιμή αναφοράς της ENEL για πελάτη με τα ίδια χαρακτηριστικά με την Società Terni (αυτοπαραγωγό).

(23)

Στην πράξη, έως το 2000 χρησιμοποιήθηκε η πρώτη μέθοδος. Από το 2000, λόγω μεταβολών στην ιταλική τιμολογιακή πολιτική μετά την ελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, αναγκαστικά εφαρμόστηκε η δεύτερη μέθοδος.

(24)

Το 1997 άρχισε η αναθεώρηση της τιμολογιακής πολιτικής με την καθιέρωση ενός τιμολογίου διαρθρωμένου σε δύο μέρη: το μέρος A αντιστοιχούσε στις πάγιες και γενικές δαπάνες, ενώ το μέρος B στις μεταβλητές δαπάνες. Από 1ης Ιανουαρίου 2000, το τιμολόγιο Terni έλαβε τη μορφή αντισταθμιστικού στοιχείου (componente compensativa), το οποίο υπολογιζόταν ως το άθροισμα όλων των στοιχείων του τιμολογίου τα οποία δεν απαιτείτο να καταβάλει η Terni, ως αυτοπαραγωγός (ολόκληρο το μέρος B και τμήμα του μέρους A). Η μέθοδος αυτή αντιστοιχεί στη δεύτερη εκ των μεθόδων που περιγράφονται στο διάταγμα 1165/63.

(25)

Οι φθίνουσες ποσότητες ηλεκτρικού ρεύματος και ενέργειας που παραδόθηκαν στις εταιρείες Terni σε προνομιακή τιμή στη διάρκεια της περιόδου σταδιακής μείωσης (2002-2007) φαίνονται στον πίνακα που ακολουθεί:

Έτος

GWh

MW

2001

1 620

270

2002

1 389

231

2003

1 157

193

2004

926

154

2005

694

116

2006

463

77

2007

231

39

(26)

Με το άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005, η Ιταλία αποφάσισε να διακόψει την περίοδο σταδιακής μείωσης και να παρατείνει εκ νέου το τιμολόγιο Terni έως το 2010. Σύμφωνα με το άρθρο 11 παράγραφος 13 του νόμου, το εν λόγω μέτρο τίθεται σε ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2005. Λίγο αργότερα, οι συμβάσεις παραχώρησης υδροηλεκτρικών πόρων παρατάθηκαν έως το 2020 (6).

(27)

Το μέτρο για το οποίο η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας του άρθρου 88 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ και το οποίο αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας απόφασης είναι η δεύτερη παράταση του τιμολογίου.

(28)

Ο νόμος 80/2005 προέβλεπε ότι, έως το 2010, οι εταιρείες Terni θα είχαν την ίδια μεταχείριση που είχαν την 31η Δεκεμβρίου 2004 όσον αφορά την παρεχόμενη ποσότητα (926 GWh για τις τρεις εταιρείες Terni) και τις τιμές (1,32 λεπτά του ευρώ/kWh). Οι ποσότητες της παρεχόμενης ηλεκτρικής ενέργειας αναλύονται σήμερα ως εξής: Thyssen-Krupp 86 %, Nuova Terni Industrie Chimiche 10 % και Cementir 4 %.

(29)

Με το νόμο 80/2005, όπως ερμηνεύθηκε και εφαρμόστηκε από την AEEG, καθιερώθηκε και μηχανισμός τιμαριθμοποίησης, βάσει του οποίου, από 1ης Ιανουαρίου 2006, η προνομιακή τιμή αυξάνεται ετησίως σύμφωνα με τις ανόδους τιμών που καταγράφονται στα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια ενέργειας του Άμστερνταμ και της Φρανκφούρτης, με ανώτατο όριο το 4 %.

(30)

Αρχικά, το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης της Terni βάρυνε διαχειριστικά και οικονομικά την κρατική ENEL, η οποία κατείχε μονοπωλιακή θέση στην παραγωγή, μεταφορά, εισαγωγή, διανομή και προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στην Ιταλία.

(31)

Το 2002, με τη σταδιακή ελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας και την απώλεια της μονοπωλιακής θέσης από την ENEL, το οικονομικό βάρος που προέκυπτε από το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης μετακυλίσθηκε από την ENEL στο σύνολο των χρηστών ηλεκτρικού ρεύματο (7). Τα αντισταθμιστικά στοιχεία που αναλογούσαν στις εταιρείες Terni προκαταβάλλονταν από τους διανομείς ηλεκτρικής ενέργειας, οι οποίοι στη συνέχεια τα εισέπρατταν από τον κρατικό φορέα Cassa Conguaglio per il Settore Elettrico (Ειδικό ταμείο του τομέα ηλεκτρικής ενέργειας, εφεξής «Cassa Conguaglio») μέσω ενός φόρου υπέρ τρίτων η είσπραξη του οποίου γινόταν μέσω του στοιχείου A4 του τιμολογίου ηλεκτρικής ενέργειας, ένα από τα στοιχεία κόστους που αναγράφονταν στο λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος.

(32)

Το 2004, η AEEG αποφάσισε να παραχωρήσει εξ ολοκλήρου τη διοικητική διαχείριση των ειδικών καθεστώτων τιμολόγησης στο Cassa Conguaglio (8). Από το Σεπτέμβριο του 2004, οι εταιρείες Terni καταβάλλουν, για την ηλεκτρική ενέργεια που αγοράζουν, την αγοραία τιμή (της ελευθερωμένης αγοράς) και εισπράττουν από το Cassa Conguaglio ένα ποσό που αντιστοιχεί στη διαφορά ανάμεσα στην τιμή την οποία καταβάλλουν και στην προνομιακή τιμή την οποία δικαιούνται (το αντισταθμιστικό στοιχείο) μείον την επιβάρυνση για τη μεταφορά, τις μετρήσεις και την εμπορία. Το κόστος καλύπτεται από τους ιταλούς καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος μέσω του φόρου υπέρ τρίτων που αναφέρεται στην παράγραφο (31).

(33)

Όταν η Επιτροπή κίνησε την επίσημη διαδικασία έρευνας, η AEEG, με την απόφαση 190/06, έθεσε ως όρο για την καταβολή των ποσών που προβλέπονταν από το νόμο 80/2005 την παροχή εγγύησης από τις εταιρείες Terni, προκειμένου να καλυφθεί ο κίνδυνος ανάκτησης της ενίσχυσης.

(34)

Στην ίδια απόφαση, η AEEG προέβλεπε, εναλλακτικά, τη δυνατότητα προκαταβολής το 2006 των ποσών της ενίσχυσης που θα καθίσταντο πληρωτέα έως τη λήξη της προηγούμενης ρύθμισης (2007) βάσει του νόμου 9/1991. Για τα εν λόγω ποσά, η AEEG δεν απαιτούσε εγγύηση. Οι εταιρείες Terni επέλεξαν αυτή τη λύση, η οποία εφαρμόστηκε από την AEEG.

(35)

Εκτός από τα προκαταβληθέντα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο (34), όλα τα υπόλοιπα ποσά που καταβλήθηκαν στις εταιρείες από το Cassa Conguaglio βάσει του νόμου 80/2005 καλύπτονται από εγγύηση.

III.   ΛΟΓΟΙ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΠΟΙΟΥΣ ΚΙΝΗΘΗΚΕ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 88 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2 ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΚ

(36)

Η απόφαση της Επιτροπής να κινήσει την επίσημη διαδικασία έρευνας ελήφθη για τους λόγους που αναφέρονται στις παραγράφους (37) έως (41).

(37)

Η Επιτροπή διατύπωσε αμφιβολίες για το κατά πόσον το καθεστώς τιμολόγησης μπορεί να θεωρηθεί αντισταθμιστικό μέτρο, εφόσον η Società Terni ήταν δημόσια επιχείρηση κατά την εθνικοποίησή της. Δεδομένου ότι το Δημόσιο δεν δύναται να απαλλοτριώσει εαυτόν, η Επιτροπή εξέφρασε τις αμφιβολίες της για το κατά πόσον η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της Società Terni στην ENEL θα μπορούσε να θεωρηθεί απαλλοτρίωση που γεννά δικαίωμα αποζημίωσης στη Società Terni και διατύπωσε την υπόθεση ότι η εν λόγω μεταβίβαση θα μπορούσε στην πραγματικότητα να θεωρηθεί απλή αναδιάρθρωση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου.

(38)

Η Επιτροπή υποστήριξε ότι ακόμη και αν γίνει αποδεκτός ο αντισταθμιστικός χαρακτήρας του μέτρου, εξακολουθεί να αμφισβητείται η αναλογικότητα του αντισταθμίσματος σε σχέση με την οικονομική ζημία που υπέστη η Società Terni. Η Επιτροπή διατύπωσε αμφιβολίες ιδίως για το κατά πόσον μπορεί να εξακολουθεί να δικαιολογείται αποζημίωση μετά την πάροδο 44 ετών.

(39)

Η Επιτροπή επισήμανε ότι ο χαρακτήρας του καθεστώτος τιμολόγησης μοιάζει να μεταβλήθηκε όταν η ENEL έπαψε να το διαχειρίζεται και να αναλαμβάνει το συνεπακόλουθο οικονομικό βάρος.

(40)

Η απόφαση της Επιτροπής για την κίνηση της διαδικασίας βασίστηκε επίσης στην απόφαση ΕΚΑΧ 83/396 [απόφαση της Επιτροπής της 29ης Ιουνίου 1983 περί ενίσχυσης την οποία προτίθεται να χορηγήσει η ιταλική κυβέρνηση προς ορισμένες χαλυβουργίες (9)], με την οποία αποκλειόταν η παροχή της εν λόγω ενίσχυσης προς την Società Terni, καθώς και στην απόφαση του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στην υπόθεση C 99/92 (10), με την οποία το Δικαστήριο επιβεβαίωνε την ανωτέρω απόφαση ΕΚΑΧ, ως ένδειξη ότι το τιμολόγιο Terni είχε ήδη κριθεί ότι συνιστά κρατική ενίσχυση.

(41)

Στην απόφαση για την κίνηση της διαδικασίας επισημαίνεται επίσης ότι η ThyssenKrupp δεν είχε επιστρέψει μέχρι εκείνη τη στιγμή μία κρατική ενίσχυση που της είχε χορηγηθεί από τις ιταλικές αρχές και η οποία είχε κηρυχθεί ασυμβίβαστη (11) και, ως εκ τούτου, βάσει της νομολογίας στην υπόθεση Deggendorf (12), δεν μπορούσε να λάβει περαιτέρω κρατική ενίσχυση.

IV.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΩΝ

(42)

Στην πλειονότητά τους, οι παρατηρήσεις των εταιρειών Terni σχετικά με τη λειτουργία της Società Terni ως «ente pubblico economico», το χαρακτήρα της πράξης που κατέληξε στη μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας, τον αντισταθμιστικό χαρακτήρα του τιμολογίου, την ερμηνεία της απόφασης ΕΚΑΧ και της απόφασης του ΔΕΚ, καθώς και το ρόλο που διαδραμάτισε το Cassa Conguaglio, αντιστοιχούν σε γενικές γραμμές με τις παρατηρήσεις της Ιταλίας, οι οποίες παρατίθενται συνοπτικά στις παραγράφους (52) έως (69). Για το λόγο αυτό, στις παραγράφους (43) έως (51) παρατίθενται μόνον τα κεντρικά σημεία των παρατηρήσεων των εταιρειών Terni και τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία.

(43)

Σύμφωνα με τις εταιρείες Terni, το καθεστώς τιμολόγησης αποτελεί τη νόμιμη αποζημίωση την οποία δικαιούταν η Società Terni μετά την απαλλοτρίωση των περιουσιακών της στοιχείων και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση.

(44)

Όσον αφορά την επάρκεια της αποζημίωσης, οι εταιρείες Terni κάνουν μια ιστορική αναδρομή στο καθεστώς τιμολόγησης, επισημαίνοντας ότι όλες οι παρατάσεις του τιμολογίου Terni μετά το 1991 συμβάδιζαν με τη γενική ανανέωση των συμβάσεων παραχώρησης προς άλλους παραγωγούς και ότι ήταν σύμφωνες με την αρχή της ίσης μεταχείρισης της Terni και των άλλων αυτοπαραγωγών των οποίων οι σταθμοί δεν είχαν απαλλοτριωθεί και, συνεπώς, ήταν σε θέση να συνεχίσουν να παράγουν και να καταναλώνουν ηλεκτρικό ρεύμα με πολύ χαμηλό κόστος.

(45)

Οι εταιρείες Terni επισημαίνουν επίσης ότι τα ποσά που εισέπραξαν υπό μορφή μειωμένων τιμών ηλεκτρικού ρεύματος ουδέποτε υπερέβησαν τη διαφορά ανάμεσα στο κόστος αγοράς ρεύματος σε τιμή αγοράς και στο κόστος παραγωγής ρεύματος για ιδιόχρηση.

(46)

Οι εταιρείες Terni ισχυρίζονται ότι το μέτρο δεν επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών για τους λόγους που συνοψίζονται στη συνέχεια:

α)

Cementir: Στη μονάδα του Σπολέτο (για την οποία ισχύει το μειωμένο τιμολόγιο), η Cementir παράγει και εμπορεύεται κυρίως τσιμέντο, το οποίο χρησιμοποιείται στον κλάδο των κατασκευών. Το τσιμέντο δύσκολα υποκαθίσταται από άλλα προϊόντα και, δεδομένου ότι η μεταφορά του είναι ασύμφορη, η γεωγραφική αγορά του τσιμέντου είναι περιφερειακή ή πολυπεριφερειακή. Οι εισαγωγές τσιμέντου στην Ιταλία είναι αμελητέες, αντιπροσωπεύοντας ποσοστό 5 % της συνολικής εγχώριας ζήτησης, ενώ η Cementir διαθέτει το σύνολο της παραγωγής της μονάδας του Σπολέτο στην κεντρική Ιταλία·

β)

Nuova Terni Industrie Chimiche: Στη μονάδα για την οποία ισχύει το μειωμένο τιμολόγιο παράγεται αμμωνία και νιτρικό οξύ. Ο μόνος συμφέρων τρόπος μεταφοράς της αμμωνίας είναι διά θαλάσσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι λιμένες διαθέτουν κατάλληλες εγκαταστάσεις αποθήκευσης. Τέτοιου είδους εγκαταστάσεις αποθήκευσης δεν υπάρχουν στην κεντρική Ιταλία. Το ίδιο ισχύει και για το νιτρικό οξύ. Επομένως, ισχυρίζονται οι εταιρείες Terni, ότι η γεωγραφική αγορά έχει στην καλύτερη περίπτωση εθνικό εύρος. Η εγχώρια ζήτηση καλύπτεται πλήρως από την εγχώρια παραγωγή και δεν υπάρχουν ροές εμπορικών συναλλαγών·

γ)

ThyssenKrupp: Οι εταιρείες Terni ισχυρίζονται ότι η αγορά για τη διανομή (όχι την παραγωγή ή την εμπορία) προϊόντων χάλυβα έχει εθνικό εύρος. Συγκεκριμένα, η μονάδα της ThyssenKrupp στην επαρχία Τέρνι διακινεί μόνον 6 % της παραγωγής της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(47)

Οι εταιρείες Terni επικαλούνται εύλογες προσδοκίες για δύο λόγους.

α)

Πρώτον, οι ιταλικές αρχές είχαν διαβεβαιώσει ρητά, σε επιστολή προς την AEEG, ότι το καθεστώς τιμολόγησης είχε αντισταθμιστικό χαρακτήρα και ότι για την παράταση της ισχύος του δεν απαιτείτο κοινοποίηση στην Επιτροπή βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων (13).

β)

Δεύτερον, η Επιτροπή δεν είχε αμφισβητήσει το μέτρο ούτε κατά την πρώτη του παράταση με το νόμο 9/1991 (που εγκρίθηκε στο πλαίσιο της υπόθεσης NN 52/1991) ούτε όταν πληροφορήθηκε τη δεύτερη παράταση στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας ελέγχου κρατικών ενισχύσεων (C13/06).

(48)

Οι εταιρείες Terni ισχυρίζονται επίσης, εν προκειμένω, ότι όταν κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή το άρθρο 11 παράγραφος 12 του νόμου 80/2005 (που θεσπίζει προτιμησιακή τιμολόγηση για ορισμένες βιομηχανίες υψηλής ενεργειακής έντασης στη Σαρδηνία, υπόθεση C 13/06), οι ιταλικές αρχές είχαν υποβάλει στοιχεία και διευκρινίσεις και για το τιμολόγιο Terni, κατά τρόπον ώστε η κοινοποίηση να θεωρείται πλήρης υπό την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 5 του κανονισμού ΕΚ 659/1999 της 22ας Μαρτίου 1999 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (14). Η Επιτροπή δεν έλαβε απόφαση εντός διμήνου. Επομένως, ακόμη και αν το καθεστώς τιμολόγησης θεωρηθεί κρατική ενίσχυση, quod non, πρέπει να θεωρηθεί εγκεκριμένη βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 5 του κανονισμού 659/1999 (15).

(49)

Οι εταιρείες Terni υπογραμμίζουν, ως τεκμήριο καλής πίστης, ότι, σε περίπτωση αμφιβολιών για το συμβιβάσιμο του καθεστώτος τιμολόγησης, η ThyssenKrupp ασφαλώς δεν θα είχε προβεί σε μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στην περιοχή Τέρνι.

(50)

Οι εταιρείες Terni επισημαίνουν ότι, ελλείψει του νόμου 80/2005, θα υπάγονταν έως την 31η Δεκεμβρίου 2007 στο προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης βάσει του άρθρου 20 παράγραφος 4 του νόμου 9/1991 (που εγκρίθηκε από την Επιτροπή). Η AEEG εξουσιοδότησε το Cassa Conguaglio να καταβάλει το 2006 (προκαταβολικά) μόνον τα ποσά που θα καθίσταντο πληρωτέα το 2007 (16). Ως εκ τούτου, τα ποσά που εισπράχθηκαν έως την 31η Δεκεμβρίου 2006 πρέπει να θεωρηθούν εγκεκριμένα. Σύμφωνα με τις εταιρείες, οι διατάξεις του νομοθετικού διατάγματος αριθ. 80/2005 δεν εφαρμόστηκαν de facto όσον αφορά τα εν λόγω ποσά.

(51)

Όσον αφορά τη νομολογία στην υπόθεση Deggendorf, η ThyssenKrupp δηλώνει καταρχήν την πρόθεσή της να επιστρέψει την ενίσχυση, υπό τον όρο να επιτευχθεί συμφωνία ως προς το ύψος του ποσού που πρέπει να ανακτηθεί.

V.   ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ

(52)

Η Ιταλία ισχυρίζεται ότι οι εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής της Terni εθνικοποιήθηκαν κατ’ εξαίρεση από το γενικό κανόνα που προβλέπεται στο νόμο περί εθνικοποιήσεων, σύμφωνα με τον οποίο οι αυτοπαραγωγοί εξαιρούνται της απαλλοτρίωσης. Ο νόμος περί εθνικοποιήσεων του 1962 βασίστηκε στο άρθρο 43 του ιταλικού Συντάγματος, το οποίο προβλέπει ότι μπορούν να μεταβιβαστούν στο Δημόσιο με απαλλοτρίωση ορισμένες επιχειρήσεις που παρέχουν υπηρεσίες δημοσίου συμφέροντος σε νευραλγικούς τομείς ή στον τομέα της ενέργειας, υπό την προϋπόθεση χορήγησης αποζημίωσης.

(53)

Όσον αφορά την επιφύλαξη της Επιτροπής για τη δυνατότητα απαλλοτρίωσης περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε δημόσια επιχείρηση, η Ιταλία ισχυρίζεται ότι ούτε το άρθρο 42 ούτε το άρθρο 43 του Συντάγματος περιορίζουν την έννοια της απαλλοτρίωσης σε περιουσιακά στοιχεία ανήκοντα σε ιδιώτη. Σύμφωνα με τις ιταλικές αρχές, η απαλλοτρίωση του κλάδου ηλεκτροπαραγωγής της Società Terni ήταν νομικά αναγκαία, διότι η Terni ελεγχόταν από «ente pubblico economico» ο οποίος, σε αντίθεση με τον «ente pubblico», όφειλε να λειτουργεί με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Ο νόμος περί εθνικοποιήσεων δεν προέβλεπε αποζημίωση για επιχειρήσεις τη διαχείριση των οποίων είχαν δημόσιοι φορείς strictu sensu, προέβλεπε όμως αποζημίωση για την Terni λόγω του διαφορετικού καθεστώτος της και του διαφορετικού τρόπου λειτουργίας της.

(54)

Όσον αφορά την ιδιοκτησιακή δομή της Terni, η Ιταλία υπογραμμίζει ότι η Terni ήταν ανώνυμη εταιρεία (società per azioni). Το Δημόσιο κατείχε μεν την πλειοψηφία των μετοχών της, πλην όμως μετοχές της κατείχαν και πολλοί άλλοι ιδιώτες επενδυτές. Η Ιταλία προσκόμισε έγγραφα που τεκμηριώνουν ότι το μετοχικό κεφάλαιο της Terni ελεγχόταν εν μέρει από ιδιώτες και ότι η εταιρεία ήταν εισηγμένη στο χρηματιστήριο.

(55)

Σύμφωνα με την Ιταλία, το να στερηθεί η Terni το δικαίωμα επαρκούς αποζημίωσης που θα είχε μια ιδιωτική εταιρεία θα συνιστούσε παραβίαση της αρχής της ουδετερότητας έναντι του καθεστώτος ιδιοκτησίας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 295 της συνθήκης ΕΚ.

(56)

Η Ιταλία παραθέτει σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (Corte di Cassazione) και του Συμβουλίου της Επικρατείας (Consiglio di Stato), με τις οποίες τα εν λόγω δικαστήρια επιβεβαιώνουν ότι το σκεπτικό του τιμολογίου Terni ήταν να διασφαλιστούν ίσοι όροι ανταγωνισμού για την εταιρεία και τους αυτοπαραγωγούς ηλεκτρικού ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και, ως εκ τούτου, το τιμολόγιο δεν ήταν δυνατόν να επιβαρύνεται με προσαυξήσεις που δεν ίσχυαν για τους αυτοπαραγωγούς.

(57)

Όσον αφορά άλλες εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής που επίσης απαλλοτριώθηκαν, η Ιταλία ισχυρίζεται ότι, με εξαίρεση την Terni, όλες οι άλλες απαλλοτριωθείσες επιχειρήσεις ασχολούνταν αποκλειστικά ή πρωτίστως με την παραγωγή, εισαγωγή ή παροχή ηλεκτρικής ενέργειας. Η αποζημίωση που καταβλήθηκε από το Δημόσιο αντικατόπτριζε, κατά κανόνα, την αγοραία αξία των περιουσιακών τους στοιχείων η οποία υπολογίστηκε με διάφορους τρόπους, ανάλογα με το είδος της εταιρείας. Ως τιμή αναφοράς λήφθηκε η καθαρή λογιστική αξία των περιουσιακών στοιχείων, η οποία διορθώθηκε βάσει παραγόντων οι οποίοι δεν διευκρινίζονται λεπτομερώς από τις ιταλικές αρχές. Για τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς, από τις παρατηρήσεις τις Ιταλίας αφήνεται να εννοηθεί ότι ρόλο στον υπολογισμό της αποζημίωσης έπαιζε η υπολειπόμενη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης.

(58)

Η Ιταλία ισχυρίζεται ότι τόσο το αρχικά συμφωνηθέν καθεστώς τιμολόγησης —που συνιστούσε τη νόμιμη αποζημίωση της Terni για την απαλλοτρίωση των περιουσιακών της στοιχείων— όσο και οι μετέπειτα χρονικές παρατάσεις του δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση. Για να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό αυτό, παραθέτει σειρά αποφάσεων στις οποίες το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων αποφαίνεται ότι ορισμένες μορφές αποζημίωσης προς επιχειρήσεις δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση (17), ιδίως αποζημιώσεις για αποκατάσταση ζημίας και για υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος.

(59)

Όσον αφορά την έγκριση του τιμολογίου Terni βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων, η Ιταλία υπογραμμίζει ότι ο νόμος 9/1991, με τον οποίο θεσπίζεται η πρώτη παράταση του τιμολογίου, κοινοποιήθηκε δεόντως στην Επιτροπή, η οποία και τον ενέκρινε. Οι μεταγενέστερες χρονικές παρατάσεις του τιμολογίου, που συμβαδίζουν με την παράταση ισχύος των συμβάσεων παραχώρησης υδροηλεκτρικών σταθμών, βασίζονται στο ίδιο σκεπτικό, το οποίο ουδέποτε αμφισβητήθηκε από την Επιτροπή. Επομένως, σύμφωνα με την Ιταλία, το τιμολόγιο Terni πρέπει να θεωρηθεί υφιστάμενο μέτρο που δεν συνιστά κρατική ενίσχυση.

(60)

Η Ιταλία υποστηρίζει ότι ανέκαθεν ενεργούσε καλή τη πίστει. Δεν κοινοποίησε, όπως προβλέπεται από το άρθρο 88 παράγραφος 3, την επίμαχη παράταση του τιμολογίου Terni, καθώς, κατά την άποψή της, δεν συνιστούσε κρατική ενίσχυση. Η Ιταλία επισημαίνει ότι η Επιτροπή ήταν ενήμερη για την ύπαρξη του εν λόγω μέτρου (έκθεση Νοεμβρίου 2005 και επιστολή Φεβρουαρίου 2006).

(61)

Όσον αφορά τους πολιτικούς λόγους της δεύτερης παράτασης, η Ιταλία υποστηρίζει ότι το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης είναι απαραίτητο προκειμένου να διασφαλίσει ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των βιομηχανιών υψηλής ενεργειακής έντασης που δραστηριοποιούνται στην Ιταλία και των ανταγωνιστών τους στην ΕΕ (18), οι οποίοι επωφελούνται επίσης από προνομιακές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος (είτε βάσει τιμολογίων είτε βάσει συμβάσεων), έως ότου ολοκληρωθούν τα έργα υποδομής για την παραγωγή και μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας που βρίσκονται σε εξέλιξη. Σε περίπτωση κατάργησης της προτιμησιακής τιμολόγησης, οι εν λόγω εταιρείες θα μετέφεραν τις δραστηριότητές τους εκτός ΕΕ, γεγονός που αναπόφευκτα θα οδηγούσε σε κρίση στον κλάδο και απώλεια θέσεων εργασίας στις πληττόμενες περιοχές. Συνεπώς, σύμφωνα με την Ιταλία, η παράταση του καθεστώτος πρέπει να θεωρηθεί προσωρινή λύση. Η Ιταλία παραθέτει τα συμπεράσματα της ομάδας υψηλού επιπέδου για την ανταγωνιστικότητα, την ενέργεια και το περιβάλλον (19), στα οποία προτείνονται ως μακροπρόθεσμη λύση η καλύτερη διασύνδεση και η βελτίωση των υποδομών και, ως μεσοπρόθεσμη λύση, οι μακροχρόνιες συμβάσεις προμηθειών και η εταιρική σχέση μεταξύ καταναλωτών και παραγωγών ηλεκτρικής ενέργειας.

(62)

Ως προς το ότι δεν υφίσταται υπεραντιστάθμιση, η Ιταλία κάνει τις ακόλουθες παρατηρήσεις. Εάν η Terni διατηρούσε τις ιδιόκτητες εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής, θα ήταν σε θέση να πωλεί μέρος της ενέργειας σε τρίτους, άρα να προσπορίζεται επιπρόσθετα κέρδη. Η ζημία την οποία υπέστη η Terni μεγεθύνθηκε από την κατακόρυφη άνοδο της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος με την πάροδο των ετών. Η διαδικασία ελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας δεν έχει ολοκληρωθεί και μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει ορατά τα αποτελέσματά της όσον αφορά τις ανταγωνιστικές τιμές ηλεκτρικού ρεύματος, εξακολουθεί επομένως να παρίσταται ανάγκη αποζημίωσης της Terni. Επί του παρόντος, οι τιμές ηλεκτρικού ρεύματος που πληρώνουν οι εταιρείες Terni (μεταξύ 40 και 72 ευρώ/MWh) είναι σε γενικές γραμμές ανάλογες με τις τιμές που πληρώνουν οι εταιρείες με αντίστοιχη κατανάλωση στην ΕΕ. Εξάλλου, αν η Terni είχε διατηρήσει τις εγκαταστάσεις της, θα πλήρωνε μεταξύ 5 και 7 ευρώ ανά MWh ρεύματος ιδίας παραγωγής. Για τους λόγους αυτούς, η Ιταλία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης δεν συνιστά υπεραντιστάθμιση.

(63)

Η Ιταλία υποβάλλει «μελέτη» που εκπονήθηκε από την ιδιωτική εταιρεία συμβούλων Energy Advisor S.r.l. για λογαριασμό των εταιρειών Terni. Η εν λόγω μελέτη, που ίσως περιγράφεται πιο εύστοχα ως απλός «υπολογισμός», δεδομένου ότι αποτελείται από έναν πίνακα και μερικές σελίδες μεθοδολογικών επεξηγήσεων, έχει ως στόχο να εκτιμήσει την αξία των εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής και να συγκρίνει την αξία αυτή με το σωρευτικό τιμολογιακό πλεονέκτημα της Terni. Η μελέτη παίρνει τη λογιστική αξία των εγκαταστάσεων ηλεκτροπαραγωγής και την ανάγει σε τιμές του 2006 με βάση τον πληθωρισμό. Στη συνέχεια υπολογίζει το καθαρό τιμολογιακό πλεονέκτημα της Terni. Για το διάστημα 1963-1999, η μελέτη λαμβάνει υπόψη τη διαφορά μεταξύ των ετήσιων δαπανών ηλεκτρικού ρεύματος συγκρίσιμου καταναλωτή (μέθοδος 2) και των πραγματικών ετήσιων δαπανών της Terni στη βάση του «κόστους ίδιας παραγωγής» (μέθοδος 1). Για τους σκοπούς του υπολογισμού, συγκρίσιμος καταναλωτής είναι ένας αυτοπαραγωγός ηλεκτρικού ρεύματος (που απαλλάσσεται, μεταξύ άλλων, από την καταβολή του sovrapprezzo termico). Για το διάστημα 2000-2006, το τιμολογιακό πλεονέκτημα υπολογίζεται ως η διαφορά ανάμεσα στις ετήσιες δαπάνες της Terni εάν οι τιμές υπολογίζονταν βάσει του κόστους ίδιας παραγωγής (μέθοδος 1 — αδύνατη πλέον μετά την αναδιάρθρωση του τιμολογίου) και στις πραγματικές δαπάνες της Terni βάσει της μεθόδου του «συγκρίσιμου πελάτη» (μέθοδος 2). Τα αποτελέσματα της μελέτης παρατίθενται συνοπτικά στη συνέχεια:

α)

Σημερινή αξία (2006) περιουσιακών στοιχείων της Terni: 1 687 745 045,19 ευρώ.

β)

Τιμολογιακό πλεονέκτημα (επίσης σε τιμές 2006): 1 400 895 446,90 ευρώ.

(64)

Συνεπώς, η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται υπεραντιστάθμιση των ζημιών που υπέστη η Terni. Η προβολή του υπολογισμού του τιμολογιακού πλεονεκτήματος της Terni έως το 2010 επίσης αποδεικνύει ότι δεν υφίσταται υπεραντιστάθμιση.

(65)

Όσον αφορά την απόφαση ΕΚΑΧ 83/396 και την απόφαση του ΔΕΚ C-99/92, η Ιταλία κάνει τις ακόλουθες διευκρινίσεις επί των πραγματικών περιστατικών. Η απόφαση ΕΚΑΧ δεν αφορά ούτε την Cementir ούτε την Nuova Terni, οι οποίες δεν δραστηριοποιήθηκαν ποτέ στον τομέα του χάλυβα. Η απόφαση ΕΚΑΧ αφορά το συμβιβάσιμο της κρατικής ενίσχυσης που χορηγήθηκε υπό μορφή επιστροφής ενός στοιχείου του τιμολογίου, του sovrapprezzo termico, στη μονάδα η οποία ανήκει μεν στον κλάδο χαλυβουργίας της Terni, αλλά βρίσκεται στο Λόβερε της Λομβαρδίας και όχι στην επαρχία Τέρνι. Η εν λόγω ενίσχυση χορηγούνταν μόνον σε ιδιωτικές χαλυβουργίες. Σύμφωνα με την απόφαση ΕΚΑΧ, εφόσον η Terni ήταν κρατική εταιρεία, η μονάδα του Λόβερε δεν μπορούσε να λάβει την ενίσχυση. Η προδικαστική απόφαση του ΔΕΚ αφορά ενδεχόμενη διακριτική μεταχείριση ιδιωτών και κρατικών παραγωγών. Επιβεβαιώνει την απόφαση ΕΚΑΧ υπό την έννοια ότι αποφαίνεται ότι δεν συνιστά διακριτική μεταχείριση το να προβλέπονται διαφορετικά μέτρα ενισχύσεων για τους ιδιώτες και τους κρατικούς παραγωγούς.

(66)

Συνεπώς, ο όμιλος Terni υποστηρίζει ότι τόσο η απόφαση ΕΚΑΧ όσο και η απόφαση του ΔΕΚ δεν ασκούν επιρροή στην προκειμένη υπόθεση, εφόσον αφορούν το sovrapprezzo termico που καταβάλλει η μονάδα του Λόβερε και όχι το ειδικό καθεστώς τιμολόγησης στο οποίο υπάγονται οι τρεις μονάδες στην επαρχία Τέρνι.

(67)

Η Ιταλία υπογραμμίζει επίσης ότι η επίμαχη παράταση του καθεστώτος τιμολόγησης προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005 και σχετίζεται με ένα ευρύ πρόγραμμα επενδύσεων που υλοποιεί η ThyssenKrupp στη βιομηχανική περιοχή Τέρνι-Νάρνι. Στο πλαίσιο του εν λόγω προγράμματος, θα εγκατασταθεί στην περιοχή πρόσθετη ηλεκτροπαραγωγική ισχύς. Το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης, συνεπώς, αποτελεί μια προσωρινή λύση έως ότου εγκατασταθεί η εν λόγω ισχύς, ενώ η κατάργησή του θα μπορούσε να θίξει τις υπό εξέλιξη επενδύσεις.

(68)

Όσον αφορά το χαρακτήρα και το ρόλο του Cassa Conguaglio, η Ιταλία υποστηρίζει ότι πρόκειται απλώς για τεχνικό διαμεσολαβητή, ο ρόλος του οποίου εξαντλείται στην είσπραξη και την αναδρομολόγηση χρηματικών ροών. Το Cassa Conguaglio δεν έχει περιθώρια ελιγμών ως προς τον καθορισμό του τιμολογίου και δεν ελέγχει τα κονδύλια. Επομένως, σύμφωνα με την Ιταλία, α) οι πόροι τους οποίους διαχειρίστηκε το Cassa Conguaglio δεν συνιστούν κρατικούς πόρους υπό την έννοια της νομολογίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (20) και β) οι αλλαγές στη διαχείριση των ειδικών καθεστώτων τιμολόγησης με την παρέμβαση του Cassa Conguaglio το 2004 δεν επηρεάζουν τον αντισταθμιστικό χαρακτήρα του τιμολογίου.

(69)

Σχετικά με τη νομολογία στην υπόθεση Deggendorf, η Ιταλία πληροφορεί την Επιτροπή ότι εκτελεί την εντολή ανάκτησης που εκκρεμεί για την ThyssenKrupp και ότι η εταιρεία έχει κάνει κατάθεση ύψους 865 538,00 ευρώ σε δεσμευμένο λογαριασμό εν όψει της οριστικής ανάκτησης, υπό τον όρο να επιτευχθεί συμφωνία σχετικά με το ποσό.

VI.   ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΟΥ ΜΕΤΡΟΥ

(70)

Η αποζημίωση που καταβάλλεται από το Δημόσιο για απαλλοτρίωση περιουσιακών στοιχείων κανονικά δεν λογίζεται ως κρατική ενίσχυση. Κατά την εκτίμηση του εν λόγω μέτρου, ως εκ τούτου, είναι αναγκαίο να διαπιστωθεί καταρχάς εάν η μεταβίβαση του υδροηλεκτρικού σταθμού της Società Terni στην ENEL γεννά υποχρέωση αποζημίωσης ή εάν πρέπει να θεωρηθεί απλώς αναδιοργάνωση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου. Εάν η απάντηση στο ανωτέρω ερώτημα είναι ότι δικαιολογείται αποζημίωση, στη συνέχεια η Επιτροπή πρέπει να προσδιορίσει μέχρι ποιο χρονικό σημείο ή και ποσό το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης μπορεί να θεωρηθεί αντισταθμιστικό μέτρο ανάλογο προς τη ζημία που υπέστη η Terni.

(71)

Το 1962, κατά τον χρόνο μεταβίβασης των υδροηλεκτρικών εγκαταστάσεών της στην ENEL, η Società Terni ήταν κρατική εταιρεία, ελεγχόμενη από έναν «ente pubblico economico». Σύμφωνα με τις ιταλικές αρχές, η διαχείριση των φορέων αυτών γινόταν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Το Δημόσιο κατείχε την πλειοψηφία των μετοχών της Società Terni, ωστόσο τμήμα του μετοχικού κεφαλαίου βρισκόταν στα χέρια ιδιωτών επενδυτών και η εταιρεία ήταν εισηγμένη στο χρηματιστήριο. Ο νόμος περί εθνικοποιήσεων δεν προέβλεπε αποζημίωση για τους «enti pubblici» strictu sensu, προέβλεπε όμως για τους «enti pubblici economici», όπως η Società Terni. Το γεγονός αυτό αντικατοπτρίζει τις διαφορετικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία των εν λόγω φορέων. Εξάλλου, άλλες «αμιγώς» ηλεκτροπαραγωγικές επιχειρήσεις απαλλοτριώθηκαν το ίδιο διάστημα και έλαβαν επίσης αποζημίωση (αν και βάσει διαφορετικών κριτηρίων).

(72)

Η Επιτροπή σημειώνει ότι η αφαίρεση των περιουσιακών στοιχείων της Società Terni χωρίς αποζημίωση θα ζημίωνε τα συμφέροντα της εταιρείας, ιδίως των ιδιωτών μετόχων της. Στο πλαίσιο της αρχής της ίσης μεταχείρισης ιδιωτικών και δημόσιων επιχειρήσεων και λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη προστασίας του συνταγματικού δικαιώματος των ιδιωτών μετόχων της Società Terni να διεκδικήσουν αποζημιώσεις, η Επιτροπή κρίνει ότι η απόφαση της Ιταλίας να επιφυλάξει στην Terni τη μεταχείριση που θα επεφύλασσε σε ιδιωτική εταιρεία η οποία θα βρισκόταν στην ίδια θέση και να της χορηγήσει αποζημίωση για την αφαίρεση των περιουσιακών της στοιχείων μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένη.

(73)

Το 1962, η Ιταλία αποφάσισε να μην αποζημιώσει την Società Terni μέχρις ενός ορισμένου ποσού βάσει της αγοραίας αξίας των απαλλοτριωθέντων περιουσιακών στοιχείων της (σε αντίθεση με αυτό που έπραξε για άλλες «αμιγώς» ηλεκτροπαραγωγικές επιχειρήσεις). Αντιθέτως, η αποζημίωση πήρε τη μορφή της παροχής ορισμένης ποσότητας ηλεκτρικού ρεύματος στην τιμή την οποία θα κατέβαλλε η εταιρεία εάν είχε διατηρήσει τις εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής της. Επισημαίνεται ότι η μέθοδος αυτή είναι λογική από οικονομική άποψη. Η μεταχείριση της Società Terni «ωσεί αυτοπαραγωγού» ηλεκτρικής ενέργειας είχε το πλεονέκτημα ότι εξουδετέρωνε τον κίνδυνο πρόσθετης ζημίας που θα μπορούσε να υποστεί η Terni με την πάροδο των ετών, σε περίπτωση π.χ. αύξησης της τιμής της ενέργειας.

(74)

Η Επιτροπή μπορεί να κάνει καταρχήν δεκτή αυτή τη μέθοδο. Ωστόσο, η αποζημίωση για απαλλοτρίωση δεν είναι δυνατόν να συνιστά μια ατέρμονη ρύθμιση, αλλά πρέπει να οριστεί με σαφή και προβλέψιμο τρόπο κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης, εκτός εάν η απαλλοτριωθείσα εταιρεία αμφισβητήσει το προτεινόμενο ποσό. Μια δέσμη μέτρων αποζημίωσης, αφ’ ής στιγμής γίνει αποδεκτή, δεν υπόκειται σε αναδιαπραγμάτευση σε μεταγενέστερο στάδιο.

(75)

Στην προκειμένη περίπτωση, το συνολικό ύψος της αποζημίωσης ήταν συνάρτηση της διάρκειας ισχύος της προτιμησιακής τιμολόγησης. Τα αρχικά αντισταθμιστικά μέτρα που πρότειναν οι ιταλικές αρχές προέβλεπαν ότι το καθεστώς θα είχε τριακονταετή διάρκεια και συνεπώς θα έπαυε να ισχύει το 1992. Η Società Terni θα μπορούσε να αμφισβητήσει τον εν λόγω μηχανισμό βάσει του νόμου περί εθνικοποιήσεων αν τον είχε θεωρήσει ανεπαρκή (21), ωστόσο επέλεξε να μην το πράξει.

(76)

Η Επιτροπή εκτίμησε κατά πόσον θα μπορούσε να θεωρηθεί επαρκές το αρχικά συμφωνηθέν αντιστάθμισμα, δεδομένου του μηχανισμού και της διάρκειάς του.

(77)

Στην Ιταλία, οι υδροηλεκτρικοί σταθμοί λειτουργούν με σύμβαση παραχώρησης η διάρκεια της οποίας είναι τέτοια ώστε να επιτρέπει στην εταιρεία να αποσβέσει την επένδυση. Με τη λήξη της σύμβασης παραχώρησης, η εταιρεία χάνει καταρχήν το δικαίωμα εκμετάλλευσης των περιουσιακών της στοιχείων. Όσον αφορά τη μέθοδο αποζημίωσης της Terni, θα ήταν λογικό, από οικονομική άποψη, η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σε κόστος παραγωγού να μην υπερβαίνει την υπολειπόμενη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης στην εταιρεία. Αυτό ακριβώς μοιάζει να είναι το σκεπτικό της αρχικής διάταξης του ιταλικού νόμου, ο οποίος περιορίζει την ισχύ της προτιμησιακής τιμολόγησης έως το 1992. Παρότι η σύμβαση παραχώρησης της Terni θα έληγε μερικά χρόνια νωρίτερα, είναι κατανοητό οι ιταλικές αρχές να επιθυμούν να συμπέσει η λήξη του ειδικού καθεστώτος τιμολόγησης στο οποίο υπαγόταν η Terni με τη γενικότερη λήξη των συμβάσεων παραχώρησης υδροηλεκτρικών σταθμών στην Ιταλία το 1992. Εξάλλου, η Società Terni είχε ήδη συνάψει μια εξαιρετικά μακροχρόνια σύμβαση παραχώρησης (60 έτη έναντι των 30). Επομένως, κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης, η εταιρεία είχε ήδη τριάντα χρόνια εκμετάλλευσης ώστε να αποσβέσει την επένδυσή της.

(78)

Συμπερασματικά, η Επιτροπή θεωρεί ότι η αρχική δέσμη αντισταθμιστικών μέτρων ήταν ανάλογη της ζημίας και επ’ ουδενί επιβαρυντική για την εταιρεία.

(79)

Το καίριο ζήτημα πλέον είναι κατά πόσον οι κατ’ επανάληψη παρατάσεις της προτιμησιακής τιμολόγησης μπορούν να συνεχίσουν να θεωρούνται αναπόσπαστο τμήμα της αποζημίωσης. Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι τούτο δεν είναι ορθό. Όταν το Δημόσιο απαλλοτριώνει, ορίζει εκ των προτέρων είτε μια απόλυτη τιμή αποζημίωσης είτε, όπως συνέβη στην προκειμένη περίπτωση, έναν μηχανισμό αποζημίωσης. Κάθε εκ των υστέρων αναθεώρηση του ύψους ή του μηχανισμού της αποζημίωσης μεταβάλλει το χαρακτήρα του μέτρου, το οποίο δεν μπορεί πλέον να θεωρηθεί αντισταθμιστικό, εφόσον απομακρύνεται από την αρχική ρύθμιση. Σε αντίθετη περίπτωση, θα καταλήγαμε στην εξαίρεση των μέτρων του τύπου αυτού από το πεδίο εφαρμογής του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων.

(80)

Παρά ταύτα, τα κράτη μέλη δύνανται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή την πρόθεσή τους να παράσχουν περαιτέρω ευνοϊκές ρυθμίσεις σε απαλλοτριωθείσες εταιρείες. Η κοινοποίηση εξετάζεται επί της ουσίας από την Επιτροπή βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων και λαμβάνοντας υπόψη τις συγκεκριμένες συνθήκες των οποίων γίνεται επίκληση.

(81)

Η μελέτη που αναφέρεται στην παράγραφο (63) φιλοδοξεί να δείξει ότι η αποζημίωση που χορηγήθηκε στην Società Terni και τις διαδόχους της, διαχρονικά δεν κάλυψε πλήρως την αγοραία αξία των απαλλοτριωθέντων περιουσιακών στοιχείων και, ως εκ τούτου, δεν υφίσταται υπεραντιστάθμιση και οι δικαιούχοι de facto ουδέποτε είχαν πλεονέκτημα.

(82)

Ως μία πρώτη παρατήρηση, η Επιτροπή επιθυμεί να επισημάνει ότι η ανάλυση της επάρκειας μιας συμφωνίας αποζημίωσης δεν μπορεί παρά να διενεργείται εκ των προτέρων, ήτοι κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης. Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι ο μηχανισμός που επέλεξαν οι ιταλικές αρχές αποσκοπούσε στο να τοποθετήσει την Società Terni στη θέση που θα κατείχε εάν δεν είχε απαλλοτριωθεί ο υδροηλεκτρικός σταθμός της, παρέχοντάς της ηλεκτρικό ρεύμα σε τιμή παραγωγού καθ’ όλη τη διάρκεια της σύμβασης παραχώρησης που είχε συνάψει. Συνεπώς, είναι δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς το επιχείρημα ότι, με τη συμφωνία αυτή, οι εταιρείες Terni ενδέχεται να πήραν λιγότερα από όσα δικαιούνταν βάσει του νόμου. Εξάλλου, η Επιτροπή υποστηρίζει ότι, ακόμη και αν τα πορίσματα της μελέτης ήταν τεκμηριωμένα [κάτι που δεν ισχύει, όπως φαίνεται στις παραγράφους (88) έως (92)], δεν υπάρχει συνάφεια σχετικά με το κατά πόσον οι δικαιούχοι περιήλθαν σε πλεονεκτική θέση μέσω του καθεστώτος τιμολόγησης.

(83)

Υπενθυμίζεται ότι κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης η Ιταλία θα μπορούσε να επιλέξει να αποζημιώσει την Terni καταβάλλοντας ένα ορισμένο χρηματικό ποσό βάσει της αξίας των απαλλοτριούμενων περιουσιακών στοιχείων. Ωστόσο, προτίμησε να εφαρμόσει μια άλλη μέθοδο που συνίστατο στη μεταχείριση της Società Terni «ωσεί αυτοπαραγωγού». Η μέθοδος αυτή ήταν λογική από οικονομική άποψη και η ύπαρξη πλεονεκτήματος θα πρέπει να εξεταστεί εντός αυτού του πλαισίου αναφοράς. Με βάση την παραπάνω προσέγγιση, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι, μέχρι τη λήξη της ισχύος του αρχικά συμφωνηθέντος αντισταθμιστικού καθεστώτος τιμολόγησης (και μόνον μέχρι εκείνη την ημερομηνία), οι δικαιούχοι δεν περιήλθαν σε πλεονεκτική θέση. Το συμπέρασμα αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί με την εφαρμογή εναλλακτικών υπολογισμών οφέλους/ζημίας, ιδίως όταν αυτοί γίνονται αναδρομικά.

(84)

Η χρήση διαφορετικής μεθόδου αναδρομικά (εκ των υστέρων) θα οδηγούσε σε αντικρουόμενα ή και παράλογα αποτελέσματα, όπως θα φανεί από το παράδειγμα που ακολουθεί. Έστω ότι, λόγω ραγδαίας ανόδου των τιμών της ενέργειας, τα ποσά που λάμβαναν οι δικαιούχοι είχαν ήδη υπερβεί την αγοραία αξία των εγκαταστάσεων της Terni μέσα στην πρώτη δεκαετία εφαρμογής προτιμησιακής τιμολόγησης. Εφαρμόζοντας τη μεθοδολογία της μελέτης, θα έπρεπε να συμπεράνουμε ότι υφίσταται υπεραντιστάθμιση, παρότι η δέσμη μέτρων απαλλοτρίωσης προέβλεπε ότι το τιμολόγιο θα ίσχυε για 30 έτη. Με τον τρόπο αυτό υποπίπτουμε καταφανώς σε λογικό σφάλμα, διότι δεν συνεκτιμάται η ratio της αρχικής συμφωνίας. Το ίδιο ισχύει αναγκαστικά και a contrario, στην υποθετική περίπτωση κατά την οποία τα ποσά που όντως εισπράχθηκαν υπολείπονται της αξίας των εγκαταστάσεων.

(85)

Πέραν τούτου, σε περίπτωση απαλλοτρίωσης, δεν έχουν θέση αναδρομικοί υπολογισμοί οφέλους/ζημίας. Τα μακροπρόθεσμα οικονομικά αποτελέσματα της απαλλοτριωθείσας εταιρείας, που είναι απρόβλεπτα κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης, δεν είναι δυνατόν να αποτελούν αντικείμενο αναθεώρησης πολλές δεκαετίες αργότερα προκειμένου να δικαιολογηθούν συμπληρωματικά αντισταθμιστικά ποσά.

(86)

Ως εκ τούτου, η μελέτη είναι απορριπτέα ως αβάσιμη.

(87)

Παρά ταύτα, η Επιτροπή εξέτασε τα στοιχεία και τα ευρήματα της μελέτης. Η ανάλυση κατέδειξε ότι η μελέτη πάσχει από μεθοδολογικά σφάλματα. Όπως θα φανεί στη συνέχεια, υποτιμά συστηματικά το τιμολογιακό πλεονέκτημα των εταιρειών Terni και, κατά πάσα πιθανότητα, υπερτιμά την αξία των απαλλοτριωθέντων περιουσιακών στοιχείων.

(88)

Για να υπολογίσει το τιμολογιακό πλεονέκτημα των ετών 1963-1999, η μελέτη συγκρίνει την τιμή που καταβάλλει η Terni (μέθοδος 1 — κόστος ιδίας παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος) με τη συνήθη τιμή που καταβάλλει συγκρίσιμος καταναλωτής, ήτοι αυτοπαραγωγός που απαλλάσσεται από ορισμένες τιμολογιακές προσαυξήσεις (μέθοδος 2). Με τον τρόπο αυτό, το πλεονέκτημα υπολογίζεται ως η διαφορά ανάμεσα στις δύο εναλλακτικές προνομιακές μεταχειρίσεις που προβλέπονταν ως αντιστάθμισμα για την Terni. Η Επιτροπή επισημαίνει ότι, για τον υπολογισμό του τιμολογιακού πλεονεκτήματος, θα έπρεπε να συγκριθούν η πραγματική τιμή που καταβάλλει η Terni με τη συνήθη τιμή που καταβάλλει ένας μη αυτοπαραγωγός με κατανάλωση αντίστοιχη με αυτή της Terni. Συνεπώς, η μελέτη υποτιμά το τιμολογιακό πλεονέκτημα της Terni.

(89)

Για το διάστημα 2000-2006, και πάλι το πλεονέκτημα υπολογίζεται ως η διαφορά ανάμεσα στις δύο προνομιακές μεταχειρίσεις, με μόνη διαφορά ότι η πραγματική τιμή που καταβάλλει η Terni αντιστοιχεί στη μέθοδο 2 (και όχι πλέον στη μέθοδο 1, η οποία ήταν αδύνατον να εφαρμοστεί μετά την αναδιάρθρωση του τιμολογίου). Με τη μέθοδο αυτή, για κάποια έτη το πλεονέκτημα καταλήγει να είναι ακόμη και αρνητικό, γεγονός που καταδεικνύει τα μεθοδολογικά σφάλματα, δεδομένου ότι οι εταιρείες Terni ανέκαθεν κατέβαλλαν τιμή χαμηλότερη από την τιμή της αγοράς. Καταρχήν, για το εν λόγω διάστημα, το τιμολογιακό πλεονέκτημα θα έπρεπε απλώς να ισοδυναμεί με το αντισταθμιστικό στοιχείο που καταβαλλόταν από το Cassa Conguaglio. Συνεπώς, για άλλη μια φορά, υποτιμάται σημαντικά το πλεονέκτημα.

(90)

Άλλο ένα σφάλμα της μελέτης σχετίζεται με την αξία των περιουσιακών στοιχείων. Η μελέτη λαμβάνει απλώς ως λογιστική αξία των περιουσιακών στοιχείων τη διαφορά ανάμεσα στο κονδύλιο «πάγια και εξοπλισμός» του προϋπολογισμού της Terni το έτος 1962 (ένα έτος πριν από την εθνικοποίηση) και στο ίδιο κονδύλιο κατά το επόμενο έτος. Καταρχάς, επισημαίνεται ότι δεν προσκομίζεται καμία απτή απόδειξη ότι η διαφορά οφείλεται αποκλειστικά και μόνον στην απώλεια του υδροηλεκτρικού σταθμού. Ωστόσο, ακόμη και αν, υποθετικά, μπορούσε να γίνει δεκτή η εν λόγω λογιστική αξία, η μέθοδος που εφαρμόζει η μελέτη εξακολουθεί να είναι εσφαλμένη. Όπως επιβεβαιώνεται από τις παρατηρήσεις της Ιταλίας, η πραγματική λογιστική αξία του υδροηλεκτρικού σταθμού κατά το χρόνο της απαλλοτρίωσης συνδέεται με την υπολειπόμενη διάρκεια της υποκείμενης σύμβασης παραχώρησης (22). Συνεπώς, η λογιστική αξία του σταθμού θα έπρεπε να έχει διορθωθεί ώστε να συνεκτιμηθεί το ανωτέρω στοιχείο. Στη μελέτη, η λογιστική αξία απλώς ανάγεται σε τιμές 2006 με βάση τον πληθωρισμό. Το στοιχείο αυτό αποτελεί ένδειξη ότι η μελέτη υπερτιμά την αξία των περιουσιακών στοιχείων.

(91)

Εν κατακλείδι, η μελέτη απορρίπτεται συλλήβδην.

(92)

Όσον αφορά τις χρονικές παρατάσεις του τιμολογίου Terni, η Επιτροπή αναγνωρίζει ότι το σκεπτικό τους ήταν να διατηρηθεί μεταχείριση αντίστοιχη προς τους παραγωγούς υδροηλεκτρικής ενέργειας των οποίων οι συμβάσεις παραχώρησης είχαν ανανεωθεί. Εντούτοις, η αντίστοιχη μεταχείριση, στην οποία στηρίζεται ο όλος αντισταθμιστικός μηχανισμός, προβλεπόταν στη συμφωνία απαλλοτρίωσης μόνον για τριάντα έτη, όχι επ’ άπειρον. Επομένως, για τους λόγους που εκτέθηκαν ήδη στις παραγράφους (73) έως (78) ανωτέρω, οι εν λόγω παρατάσεις δεν είχαν αντισταθμιστικό χαρακτήρα.

(93)

Το ανωτέρω συμπέρασμα καθίσταται ακόμη πιο προφανές στην περίπτωση της δεύτερης παράτασης του τιμολογίου. Με την εν λόγω παράταση διεκόπη ένας μηχανισμός σταδιακής περιστολής της προνομιακής μεταχείρισης, που στόχο είχε να διευκολύνει την ομαλή μετάβαση των εταιρειών προς το κανονικό καθεστώς τιμολόγησης, γεγονός που σηματοδοτούσε την πεποίθηση των ιταλικών αρχών ότι οι εταιρείες είχαν αποζημιωθεί πλήρως. Μάλιστα, οι ιταλικές αρχές εξήγησαν εκτενώς τους λόγους οι οποίοι τις οδήγησαν στην εν λόγω δεύτερη παράταση και οι οποίοι σχετίζονταν αποκλειστικά και μόνο με τη βιομηχανική πολιτική [βλέπε παρατηρήσεις της Ιταλίας στην παράγραφο (61) ανωτέρω].

(94)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή θεωρεί ότι το τιμολόγιο Terni μπορεί να θεωρηθεί αντισταθμιστικό έως το 1992. Μέχρι εκείνη την ημερομηνία, το μέτρο δεν μπορεί να θεωρηθεί κρατική ενίσχυση. Κάθε περαιτέρω παράταση του τιμολογίου, ωστόσο, πρέπει να εξεταστεί υπό το φως των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων.

(95)

Η Επιτροπή, ως εκ τούτου, εκτίμησε κατά πόσον η προτιμησιακή τιμολόγηση την οποία απολάμβανε ο όμιλος Terni μετά το 1992, και ιδίως από 1ης Ιανουαρίου 2005, ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής του άρθρου 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005, που αποτελεί αντικείμενο της παρούσας διαδικασίας, συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ.

(96)

Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή σημειώνει τις ιταλικές διευκρινίσεις περί έλλειψης συνάφειας της απόφασης ΕΚΑΧ 83/396 και της απόφασης του ΔΕΚ στην υπόθεση C-99/92 και είναι σε θέση να συμφωνήσει ότι οι εν λόγω αποφάσεις δεν επηρεάζουν την εκτίμηση του χαρακτήρα κρατικής ενίσχυσης του καθεστώτος τιμολόγησης στο οποίο υπάγονταν οι τρεις μονάδες στην επαρχία Τέρνι.

(97)

Ένα μέτρο συνιστά κρατική ενίσχυση κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: το μέτρο α) παρέχει οικονομικό πλεονέκτημα στο δικαιούχο, β) χορηγείται από το κράτος ή με κρατικούς πόρους και καταλογίζεται στο κράτος, γ) είναι επιλεκτικό, δ) επηρεάζει τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές και απειλεί να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό εντός της ΕΕ.

(98)

Με βάση το σκεπτικό που αναπτύχθηκε στις παραγράφους (73) έως (94), η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης δεν παρείχε στους δικαιούχους πλεονέκτημα κατά τη διάρκεια ισχύος της αρχικής δέσμης αντισταθμιστικών μέτρων, ήτοι έως το 1992. Συνεπώς, προκειμένου να διαπιστωθεί η ύπαρξη πλεονεκτήματος πρέπει να εκτιμηθούν μόνον οι παρατάσεις του καθεστώτος.

(99)

Αδιαμφισβήτητα η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος σε τιμές χαμηλότερες του κανονικού τιμολογίου συνιστά σαφές οικονομικό πλεονέκτημα για τους δικαιούχους, των οποίων μειώνεται το κόστος παραγωγής και ενισχύεται η ανταγωνιστική θέση.

(100)

Δεδομένου ότι το συγκεκριμένο καθεστώς τιμολόγησης ισχύει μόνον για τον όμιλο Terni, το μέτρο είναι επιλεκτικό.

(101)

Όσον αφορά τη χρηματοδότηση με κρατικούς πόρους, επισημαίνεται ότι από το 2002 η οικονομική επιβάρυνση που προκύπτει από το εν λόγω καθεστώς τιμολόγησης βαρύνει το σύνολο των καταναλωτών ηλεκτρικού ρεύματος στην Ιταλία μέσω ενός φόρου υπέρ τρίτων, ο οποίος εισπράττεται από το Cassa Conguaglio μέσω του στοιχείου A4 του τιμολογίου ηλεκτρικού ρεύματος. Ο εν λόγω φόρος είναι υποχρεωτικός, δεδομένου ότι επιβλήθηκε με απόφαση της AEEG η οποία εφαρμόζει την εθνική νομοθεσία. Το Cassa Conguaglio είναι δημόσιος φορέας που ιδρύθηκε με νόμο και εκτελεί τα καθήκοντά του βάσει λεπτομερών οδηγιών που διατυπώνονται στην απόφαση της AEEG και των συναφών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων.

(102)

Κατά πάγια νομολογία, τα έσοδα από υποχρεωτικό φόρο βάσει της εθνικής νομοθεσίας ο οποίος καταβάλλεται σε δημόσιο φορέα που ιδρύεται με νόμο συνιστούν κρατικούς πόρους, κατά την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, όταν διατίθενται για τη χρηματοδότηση μέτρου που πληροί τα λοιπά κριτήρια του εν λόγω άρθρου (23).

(103)

Στην παράγραφο (68) ανωτέρω, η Ιταλία παραπέμπει στην υπόθεση Pearle (24) προκειμένου να τεκμηριώσει τον ισχυρισμό της ότι οι πόροι που διακινούνταν μέσω του Cassa Conguaglio δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση. Στην υπόθεση Pearle, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι σε συγκεκριμένες, επακριβώς προσδιορισμένες συνθήκες, οι πόροι μιας εισφοράς που διακινούνται μέσω δημόσιου φορέα δεν μπορούν να θεωρηθούν κρατικοί πόροι. Στην υπόθεση Pearle, τα μέτρα χρηματοδοτούνταν εξ ολοκλήρου από έναν οικονομικό κλάδο, με πρωτοβουλία του κλάδου αυτού, μέσω μιας εισφοράς η οποία απλώς διακινούνταν μέσω ενός δημοσίου φορέα, ενώ τα υποκείμενα που πλήρωναν την εν λόγω εισφορά ταυτίζονταν με τα υποκείμενα που επωφελούνταν από το μέτρο ενίσχυσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η προκειμένη υπόθεση είναι καταφανώς διαφορετική. Το τιμολόγιο Terni θεσπίστηκε με πρωτοβουλία του Δημοσίου (όχι κάποιου οικονομικού κλάδου), οι δικαιούχοι του ουδόλως αναλαμβάνουν το οικονομικό βάρος του φόρου, ο οποίος βαρύνει αποκλειστικά τους καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος, ενώ το Δημόσιο μπορεί ανά πάσα στιγμή να δώσει εντολή στο Cassa Conguaglio μέσω απόφασης της AEEG ή άλλης νομοθετικής ή κανονιστικής διάταξης σχετικά με τον τρόπο διάθεσης των κονδυλίων που εισπράττονται με τον εν λόγω φόρο. Ως εκ τούτου, η υπόθεση Pearle είναι άσχετη προς την προκειμένη υπόθεση.

(104)

Στην υπόθεση Preussen-Elektra, στην οποία επίσης παραπέμπει η Ιταλία στην παράγραφο (68) ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε ότι υποχρέωση που επιβάλλεται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις διανομής ηλεκτρικού ρεύματος να αγοράζουν ρεύμα από ανανεώσιμες πηγές σε ελάχιστες τιμές υψηλότερες από την πραγματική οικονομική αξία αυτού του είδους ηλεκτρικού ρεύματος δεν συνιστά κρατική ενίσχυση, διότι το μέτρο δεν συνεπάγεται άμεση ή έμμεση μεταβίβαση κρατικών πόρων.

(105)

Και στην περίπτωση αυτή, η ουσία των υποθέσεων είναι σαφώς διαφορετική. Στην υπόθεση Preussen Elektra, οι απαιτούμενοι πόροι για τη χρηματοδότηση του μέτρου προέρχονταν απευθείας από επιχειρήσεις παροχής ηλεκτρικού ρεύματος χωρίς να εμπλέκεται δημόσιος φορέας, ούτε καν ως παθητικό μέσο διακίνησης των πόρων. Στην εν λόγω υπόθεση δεν διαπιστώθηκε μεταβίβαση κρατικών πόρων. Αντιθέτως, στην προκειμένη περίπτωση, οι πόροι προέρχονται από το ευρύ κοινό μέσω φόρου υπέρ τρίτων, ο οποίος περνά από ένα δημόσιο φορέα πριν διοχετευθεί στους τελικούς δικαιούχους. Συνεπώς, πρόκειται για κλασική περίπτωση χρήσης κρατικών πόρων.

(106)

Επομένως, με βάση τα ανωτέρω, ο φόρος υπέρ τρίτων που χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση του τιμολογίου Terni συνιστά κρατικό πόρο.

(107)

Πληρείται, επίσης, το κριτήριο του καταλογισμού στο κράτος (25), εφόσον η νομική βάση του τιμολογίου Terni θεσπίζεται με εθνική νομοθεσία, σε συνδυασμό με την απόφαση της AEEG που είναι δημόσιος φορέας.

(108)

Όσον αφορά τα τελευταία κριτήρια του άρθρου 87 παράγραφος 1 —επίδραση στις μεταξύ κρατών μελών συναλλαγές και στρέβλωση του ανταγωνισμού— η Επιτροπή απορρίπτει τα επιχειρήματα των εταιρειών Terni που παρατίθενται στην παράγραφο (46) βάσει του σκεπτικού που αναπτύσσεται στις παραγράφους (109) έως (116).

(109)

Το κύριο επιχείρημα των δικαιούχων επί της ουσίας είναι ότι οι μονάδες που υπάγονται στο ειδικό καθεστώς τιμολόγησης δεν ασχολούνται με ενδοκοινοτικές συναλλαγές, εφόσον πωλούν τον κύριο όγκο των προϊόντων τους στην εγχώρια αγορά, και αναπτύσσεται στις παραγράφους.

(110)

Εν προκειμένω, επισημαίνεται ότι η ανάλυση δεν είναι δυνατόν να περιοριστεί στις μονάδες που εδρεύουν στην επαρχία Τέρνι. Οι δικαιούχοι συμμετέχουν σε διεθνείς ομίλους που δραστηριοποιούνται σε διάφορους τομείς της οικονομίας (26) και οι λειτουργικές ενισχύσεις που χορηγούνται σε κάποιον κλάδο ή μονάδα μπορούν να αξιοποιηθούν ως διασταυρούμενη επιδότηση άλλων κλάδων του ομίλου, σε τομείς στους οποίους γίνονται ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Αυτό και μόνο το γεγονός θα μπορούσε να στηρίξει το συμπέρασμα ότι το τιμολόγιο Terni επηρεάζει τις συναλλαγές μεταξύ κρατών μελών.

(111)

Εξάλλου, ακόμη και αν αποδεικνυόταν ότι το μεγαλύτερο μέρος ή το σύνολο της παραγωγής των εταιρειών πωλείται στην ιταλική εγχώρια αγορά, quod non, το γεγονός αυτό θα ήταν αλυσιτελές ως προς τη διαπίστωση της επίδρασης του μέτρου στις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Το Δικαστήριο απεφάνθη ότι «μια ενίσχυση σε επιχείρηση μπορεί να είναι σε θέση να επηρεάσει το εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών και να στρεβλώσει τον ανταγωνισμό, όταν η επιχείρηση αυτή βρίσκεται σε σχέση ανταγωνισμού με προϊόντα προελεύσεως άλλων κρατών μελών, χωρίς να συμμετέχει η ίδια στις εξαγωγές (…). Όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί ενίσχυση σε μια επιχείρηση, η εσωτερική παραγωγή μπορεί να διατηρηθεί στο ίδιο επίπεδο ή και να αυξηθεί, με συνέπεια να μειώνονται οι δυνατότητες επιχειρήσεων εγκατεστημένων σε άλλα κράτη μέλη να εξάγουν τα προϊόντα τους προς την αγορά αυτού του κράτους μέλους» (27).

(112)

Ως εκ τούτου, η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον γίνονται, γενικά, ενδοκοινοτικές συναλλαγές στους αντίστοιχους τομείς.

(113)

Όσον αφορά την τσιμεντοβιομηχανία Cementir, η Επιτροπή έχει αναλύσει εκτενώς την αγορά τσιμέντου και τα διάφορα επιμέρους τμήματά της, ιδίως στην απόφασή της για το τσιμέντο του 1994 (28). Το τσιμέντο είναι βαρύ προϊόν με μικρή αξία σε σχέση με το βάρος του και, επομένως το κόστος μεταφοράς ενδέχεται να καταστήσει ασύμφορη τη μεταφορά του σε μεγάλες αποστάσεις. Η Επιτροπή, ωστόσο, διαπίστωσε ότι ο περιορισμός αυτός δεν εμποδίζει τις ενδοκοινοτικές συναλλαγές. Εμπορία προϊόντων τσιμέντου γίνεται de facto μεταξύ κρατών μελών, ενώ η σύναψη στο παρελθόν παράνομων συμφωνιών και η εφαρμογή εναρμονισμένων πρακτικών μεταξύ τσιμεντοβιομηχανιών (για τις οποίες επιβάλλονται κυρώσεις με την ανωτέρω απόφαση) με στόχο την προστασία της εγχώριας αγοράς καθεμιάς, αποδεικνύουν περαιτέρω την ύπαρξη ανταγωνισμού σε επίπεδο ΕΕ.

(114)

Όσον αφορά την Nuova Terni Industrie Chimiche, αρκεί να υπομνησθεί ότι, στην απόφαση με την οποία εγκρίθηκε η εξαγορά της Nuova Terni Industrie Chimiche (29) από την Norsk Hydro, η Επιτροπή διαπίστωσε την ύπαρξη ενδοκοινοτικών συναλλαγών στα προϊόντα που παράγονται από τον κλάδο χημικών της Terni και συμπέρανε ότι η σχετική γεωγραφική αγορά περιλαμβάνει τουλάχιστον ολόκληρη την επικράτεια του ΕΟΧ.

(115)

Όσον αφορά την ThyssenKrupp, η Επιτροπή επισημαίνει ότι η αγορά του χάλυβα είναι μια παγκόσμια, εξαιρετικά ανταγωνιστική αγορά. Σε προηγούμενες αποφάσεις, η Επιτροπή είχε διαπιστώσει ότι τα επιμέρους τμήματα της αγοράς στα οποία δραστηριοποιείται η ThyssenKrupp περιλαμβάνουν τουλάχιστον ολόκληρη την επικράτεια της ΕΕ (30).

(116)

Ως εκ τούτου, συμπεραίνεται ότι το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας στο οποίο υπάγονται οι τρεις εταιρείες Terni δύναται να βελτιώσει την ανταγωνιστική τους θέση έναντι ανταγωνιστικών επιχειρήσεων στο ενδοκοινοτικό εμπόριο. Κατά πάγια νομολογία (31), σε παρόμοιες συνθήκες πρέπει να θεωρείται ότι επηρεάζεται το ενδοκοινοτικό εμπόριο και στρεβλώνεται ο ανταγωνισμός.

(117)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης στο οποίο υπάγονται οι εταιρείες Terni από 1ης Ιανουαρίου 2005 συνιστά κρατική ενίσχυση υπό την έννοια του άρθρου 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ και μπορεί να εγκριθεί μόνον εφόσον ισχύει κάποια από τις παρεκκλίσεις που προβλέπονται στη συνθήκη ΕΚ.

(118)

Το μέτρο δεν μπορεί να θεωρηθεί υφιστάμενη ενίσχυση για τους λόγους που εκτίθενται στις παραγράφους (119) έως (133).

(119)

Οι αρχικές διατάξεις του νόμου 9/1991 που θεωρείται εγκεκριμένος βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων τροποποιήθηκαν το 2005 με το άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005.

(120)

Επισημαίνεται ότι, επί της ουσίας, το σιωπηρά εγκριθέν καθεστώς τιμολόγησης και το καθεστώς τιμολόγησης που θεσπίστηκε με το νόμο 80/2005 δεν ομοιάζουν παρά μόνον φαινομενικά.

(121)

Ο νόμος 80/2005 προέβλεπε ότι η Terni θα συνέχιζε να υπάγεται σε προνομιακό καθεστώς τιμολόγησης έως το 2010. Ακόμη και αν η δεύτερη παράταση δεν αποτελούσε παρά απλή χρονική παράταση του προηγούμενου μέτρου, θα συνιστούσε νέα ενίσχυση. Κατά πάγια νομολογία, η μεταβολή της διάρκειας υφιστάμενης ενίσχυσης θεωρείται νέα ενίσχυση (32).

(122)

Ωστόσο, μια πιο ενδελεχής ανάλυση καταδεικνύει ότι οι διαφορές ανάμεσα στα δύο μέτρα είναι πολύ πιο ουσιαστικές.

(123)

Πριν την έναρξη ισχύος του νόμου 80/2005, το τιμολόγιο Terni (και η ετήσια αναπροσαρμογή του) εξακολουθούσε να βασίζεται στην αρχική αντιστοιχία με τη μεταχείριση των αυτοπαραγωγών. Με την παρέμβαση του νόμου 80/2005 διαρρηγνύεται αυτός ο δεσμός και ουσιαστικά η Terni αποσυνδέεται από τη μεταχείριση των αυτοπαραγωγών. Η τιμή που ορίστηκε για το 2005 τυγχάνει να συμπίπτει με την τιμή του 2004, ωστόσο μεταβάλλεται εκ βάθρων ο μηχανισμός καθορισμού της τιμής, αφού η νέα τιμή αναπροσαρμόζεται σύμφωνα με τη μέση άνοδο της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας με την εγγύηση ότι, ανεξαρτήτως της εν λόγω ανόδου, η ετήσια αύξηση της τιμής δεν μπορεί να υπερβαίνει ποσοστό 4 %.

(124)

Αυξάνεται επίσης το επίπεδο της ενίσχυσης λόγω αύξησης των ποσοτήτων που παραδίδονται στην προνομιακή τιμή, εξαλείφεται δε πλήρως το στοιχείο της προοδευτικής μειώσεως.

(125)

Εν προκειμένω υπογραμμίζεται ότι, ακόμη και αν είχε μείνει αμετάβλητο το επίπεδο της ενίσχυσης, θα οδηγούμασταν κατ’ ανάγκη στο ίδιο συμπέρασμα εάν εφαρμόζαμε τη γνώμη του γενικού εισαγγελέα Fennelly στην υπόθεση Ιταλία και Sardegna Lines κατά Επιτροπής (33). Εκτιμώντας το τι συνιστά ουσιαστική μεταβολή σε καθεστώς ενίσχυσης, ο γενικός εισαγγελέας Fennelly δηλώνει ότι «η καθιέρωση μιας εντελώς νέας μεθόδου για την παροχή ουσιαστικά του ίδιου επιπέδου ενίσχυσης συνιστά σημαντική μεταβολή του αρχικού καθεστώτος».

(126)

Η Επιτροπή επισημαίνει επίσης ότι, δεδομένων των διαφορετικών μηχανισμών που διέπουν το τιμολόγιο, θα ήταν αδύνατον να γίνει διάκριση, στο νέο μέτρο που εφαρμόστηκε το 2005, ανάμεσα σε ένα τμήμα το οποίο θα εξακολουθούσε να αποτελεί υφιστάμενη ενίσχυση έως το 2007 και μια τροποποίηση η οποία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως νέα ενίσχυση (34).

(127)

Η Επιτροπή, συνεπώς, θεωρεί ότι το μέτρο που αναφέρεται ως «δεύτερη παράταση» αποτελεί παντελώς νέο καθεστώς ενίσχυσης, καθώς έχει μεταβληθεί ουσιαστικά σε σύγκριση με το καθεστώς που προβλεπόταν από την απόφαση του 1991.

(128)

Με βάση τα ανωτέρω, το μέτρο πρέπει να θεωρηθεί ως νέα ενίσχυση από 1ης Ιανουαρίου 2005, ημερομηνία κατά την οποία τέθηκε σε εφαρμογή η παράταση του καθεστώτος τιμολόγησης με το νόμο 80/2005 (35).

(129)

Ο ισχυρισμός που προβάλλεται στις παραγράφους (48) έως (60), ότι το μέτρο πρέπει να θεωρηθεί εγκεκριμένο βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 5 του κανονισμού 659/1999 διότι η Επιτροπή είχε ενημερωθεί και δεν είχε λάβει απόφαση εντός της διαδικαστικής προθεσμίας, είναι προδήλως αβάσιμος. Υπάρχει ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στην κοινοποίηση μέτρου σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 και στην απλή ενημέρωση της Επιτροπής περί της ύπαρξης ενός μέτρου. Στην υπόθεση Breda Fucine Meridionali (36), το Πρωτοδικείο συγκεκριμένα απεφάνθη ότι η αποστολή εγγράφων που δεν έχουν ως παραλήπτη τη γενική γραμματεία και δεν περιέχουν ρητή αναφορά στο άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ δεν μπορεί να γίνει δεκτή ως έγκυρη κοινοποίηση.

(130)

Η διαδικαστική προθεσμία που προβλέπεται στον κανονισμό 659/99 ισχύει μόνον για μέτρα που κοινοποιούνται δεόντως σύμφωνα με το άρθρο 88 παράγραφος 3 και δεν εφαρμόζονται πριν από την έκδοση απόφασης της Επιτροπής. Στην προκειμένη περίπτωση, είναι αδιαμφισβήτητο ότι το άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005 δεν κοινοποιήθηκε.

(131)

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 6 του κανονισμού 659/99, εάν η Επιτροπή δεν εκδώσει απόφαση εντός της προθεσμίας των δύο μηνών, η ενίσχυση θεωρείται ότι έχει εγκριθεί υπό τον όρο το κράτος μέλος να κοινοποιήσει προηγουμένως στην Επιτροπή την πρόθεσή του να τη θέσει σε εφαρμογή και η Επιτροπή να μην λάβει απόφαση εντός 15 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης. Στην προκειμένη περίπτωση, η Ιταλία δεν προέβη σε σχετική κοινοποίηση. Επομένως, ακόμη και αν ο ισχυρισμός των εταιρειών Terni ήταν βάσιμος, κάτι που δεν ισχύει, όπως εξηγείται στις παραγράφους (129) έως (130) ανωτέρω, δεν θα είχε εφαρμογή το άρθρο 4 παράγραφος 6 του κανονισμού 659/99.

(132)

Εφόσον η Ιταλία δεν κοινοποίησε το άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005, η ενίσχυση είναι παράνομη.

(133)

Παρότι η παρούσα διαδικασία αφορά μόνον τη δεύτερη παράταση του τιμολογίου, η Επιτροπή θεωρεί σκόπιμο να εκθέσει ορισμένες σκέψεις σχετικά με την πρώτη παράταση και την έγκρισή της βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων.

(134)

Η πρώτη παράταση του τιμολογίου Terni προβλέπεται στο άρθρο 20 παράγραφος 4 του νόμου 9/1991. Ο εν λόγω νόμος κηρύχθηκε συμβατός με τις διατάξεις περί κρατικών ενισχύσεων στην υπόθεση NN 52/1991 (37). Η απόφαση της Επιτροπής όπως κοινοποιήθηκε στην Ιταλία δεν διευκρινίζει τα άρθρα του νόμου που κρίθηκαν συμβιβάσιμα. Ωστόσο, τα εσωτερικά έγγραφα που προηγήθηκαν της απόφασης της Επιτροπής περιέχουν μια σύντομη περιγραφή και εκτίμηση των άρθρων υπό το πρίσμα των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων. Αναφορά στο άρθρο 20 παράγραφος 4 του νόμου, που προβλέπει την παράταση του τιμολογίου Terni, δεν γίνεται.

(135)

Ελλείψει αναλυτικότερων στοιχείων, είναι δυστυχώς αδύνατον να διαπιστωθεί το σκεπτικό που ακολουθήθηκε στην εν λόγω υπόθεση, ιδίως το κατά πόσον η Επιτροπή είχε εξετάσει και είχε την πρόθεση να εγκρίνει το τιμολόγιο Terni.

(136)

Παρά ταύτα, εφόσον η Ιταλία κοινοποίησε το σύνολο του νόμου και η απόφαση έγκρισης αναφέρεται επίσης στο σύνολο του νόμου, η παράταση του τιμολογίου Terni πρέπει να θεωρηθεί εγκεκριμένη με την απόφαση της Επιτροπής του 1991.

(137)

Κατά παρέκκλιση από τη γενική απαγόρευση κρατικών ενισχύσεων που θεσπίζεται με το άρθρο 87 παράγραφος 1 της συνθήκης ΕΚ, η ενίσχυση μπορεί να κηρυχθεί συμβατή εάν υπάγεται σε κάποια από τις εξαιρέσεις που απαριθμούνται στη συνθήκη.

(138)

Η κρατική ενίσχυση που παρασχέθηκε στις εταιρείες Terni βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005 μπορεί να χαρακτηριστεί ως λειτουργική ενίσχυση.

(139)

Κατά πάγια νομολογία, η λειτουργική ενίσχυση, ήτοι ενίσχυση που αποβλέπει στο να απαλλάξει μια επιχείρηση από τις δαπάνες στις οποίες θα έπρεπε η ίδια να υποβληθεί στο πλαίσιο της τρέχουσας διαχείρισης των συνήθων δραστηριοτήτων της, καταρχήν στρεβλώνει τον ανταγωνισμό στους τομείς στους οποίους χορηγείται σε βαθμό ο οποίος αντίκειται στο κοινό συμφέρον (38). Η Επιτροπή επισημαίνει ότι η λειτουργική ενίσχυση που παρέχεται με τη μορφή προτιμησιακής τιμολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας σε μια υψηλής ενεργειακής έντασης επιχείρηση, μια επιχείρηση δηλαδή για την οποία η ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί σημαντικό συντελεστή κόστους, συνιστά μορφή ενίσχυσης που στρεβλώνει σημαντικά τον ανταγωνισμό, καθώς έχει ουσιαστική και άμεση επίδραση στο κόστος παραγωγής της επιχείρησης και συνεπώς στην ανταγωνιστική θέση της.

(140)

Λειτουργική ενίσχυση μπορεί να δοθεί, με συγκεκριμένες προϋποθέσεις, βάσει του κοινοτικού πλαισίου σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος (39). Ωστόσο, το υπό εξέταση καθεστώς τιμολόγησης δεν εξυπηρετεί περιβαλλοντικούς σκοπούς.

(141)

Κατ’ εξαίρεση, λειτουργική ενίσχυση μπορεί να δοθεί σε περιοχές επιλέξιμες για ενίσχυση βάσει της παρέκκλισης του άρθρου 87 παράγραφος 3 εδάφιο α) της συνθήκης ΕΚ. Καθ’ όλη την υπό εξέταση περίοδο, η περιφέρεια Umbria δεν ήταν επιλέξιμη για ενίσχυση δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 εδάφιο α) της συνθήκης.

(142)

Παρότι, για τους λόγους που εκτίθενται ανωτέρω στις παραγράφους (123) έως (127), οι δύο παρατάσεις συνιστούν διαφορετικά μέτρα, η Επιτροπή κρίνει σκόπιμο να υπενθυμίσει ότι, όταν κοινοποιήθηκε η πρώτη παράταση, η περιφέρεια Umbria περνούσε σοβαρή οικονομική κρίση, η οποία έπληξε ιδιαίτερα τους κλάδους του χάλυβα και των χημικών στην επαρχία Τέρνι. Η εν λόγω κρίση, που κλιμακώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αναγνωρίστηκε από την Επιτροπή όταν, το 1997, ενέκρινε τον ιταλικό χάρτη των επιλέξιμων για ενίσχυση περιοχών σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 εδάφιο γ) (40). Οι επαρχίες Τέρνι και Περούτζια κηρύχθηκαν επιλέξιμες για ενίσχυση βάσει του στόχου 2 των διαρθρωτικών ταμείων.

(143)

Ωστόσο, το 2005, κατά το χρόνο ψήφισης του νόμου 80/2005, η διαδικασία διαρθρωτικής προσαρμογής στην Umbria είχε σε γενικές γραμμές ολοκληρωθεί. Στον προτεινόμενο χάρτη περιφερειακών ενισχύσεων για την περίοδο 2007-2013, η Umbria συνολικά παύει να εντάσσεται στις περιοχές που απολαμβάνουν καθεστώτος ενίσχυσης. Συνεπώς, παρότι είναι δύσκολο να γνωρίζουμε τους λόγους περιφερειακής ανάπτυξης που ενδέχεται να συντέλεσαν στην αρχική απόφαση έγκρισης, βέβαιο είναι ότι η Επιτροπή δεν μπορεί να βασιστεί σε αυτούς κατά την εκτίμηση της δεύτερης παράτασης του τιμολογίου.

(144)

Η Ιταλία εξέθεσε εκτενώς τους λόγους βιομηχανικής πολιτικής που οδήγησαν στη δεύτερη παράταση του τιμολογίου Terni — βλέπε παράγραφο (61). Η ουσία της ιταλικής επιχειρηματολογίας υπέρ του τιμολογίου Terni είναι ότι οι υψηλής ενεργειακής έντασης βιομηχανίες σε άλλα κράτη μέλη υπάγονται επίσης σε προνομιακά καθεστώτα τιμολόγησης ηλεκτρικής ενέργειας και ότι το τιμολόγιο απαιτείται ως προσωρινό μέτρο με στόχο την αποφυγή της μετεγκατάστασης εκτός ΕΕ έως την πλήρη ελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και τη βελτίωση των υποδομών. Παρεμπιπτόντως, οι εξηγήσεις αυτές αντιφάσκουν με τον ιταλικό ισχυρισμό ότι το τιμολόγιο Terni εξακολουθεί να έχει αντισταθμιστικό χαρακτήρα και ασφαλώς δεν δικαιολογούν την αναθεώρηση της δέσμης μέτρων που συμφωνήθηκαν κατά την απαλλοτρίωση.

(145)

Η Επιτροπή επισημαίνει ότι το Δικαστήριο απεφάνθη ότι «το γεγονός ότι ένα κράτος μέλος επιδιώκει να επιτύχει την προσέγγιση, μέσω μονομερών μέτρων, των όρων ανταγωνισμού που ισχύουν σε ορισμένο οικονομικό τομέα με αυτούς που επικρατούν σε άλλα κράτη μέλη δεν μπορεί να στερήσει από τα μέτρα αυτά το χαρακτήρα ενισχύσεως» (41). Εξάλλου, το ιταλικό επιχείρημα ότι η συγκεκριμένη κρατική ενίσχυση θα μπορούσε να δικαιολογηθεί λόγω της ύπαρξης άλλων (εξίσου στρεβλωτικών) κρατικών ενισχύσεων στην ΕΕ πρέπει να απορριφθεί συλλήβδην. Μια τέτοια προσέγγιση θα οδηγούσε σε ανταγωνισμό επιδοτήσεων και θα αντέβαινε στο στόχο του ελέγχου των κρατικών ενισχύσεων αυτόν καθαυτόν. Όσον αφορά τον υποτιθέμενο κίνδυνο μετεγκατάστασης εκτός ΕΕ, η Επιτροπή σημειώνει ότι δεν υπάρχει προηγούμενο στην πρακτική των αποφάσεών της ή στη νομολογία των κοινοτικών δικαστηρίων στο πλαίσιο του οποίου να έχει γίνει αποδεκτό το επιχείρημα αυτό για να δικαιολογήσει την παροχή κρατικών ενισχύσεων. Στην προκειμένη περίπτωση, παρέλκει η εξέταση του ζητήματος από την Επιτροπή, δεδομένου ότι οι ιταλικές αρχές δεν προσκομίζουν κανένα στοιχείο που να τεκμηριώνει τον εν λόγω ισχυρισμό. Δεν αποδεικνύεται, δηλαδή, ότι το καθεστώς τιμολόγησης ήταν αναγκαίο και αναλογικό μέτρο για την αποτροπή του κινδύνου αυτού.

(146)

Όσον αφορά τα συμπεράσματα της ομάδας υψηλού επιπέδου που αναφέρεται στην παράγραφο (61), είναι αλυσιτελή διότι αντικατοπτρίζουν συμπεράσματα μιας γενικής πολιτικής συζήτησης και δεν συνιστούν νομικά δεσμευτικές διατάξεις. Παρεμπιπτόντως, επισημαίνεται ότι οι λύσεις που προτάθηκαν από την ομάδα και παρατίθενται από την Ιταλία δεν περιλαμβάνουν την παροχή κρατικών ενισχύσεων.

(147)

Εφόσον η ενίσχυση δεν υπάγεται σε καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στο άρθρο 87 της συνθήκης ΕΚ, η δεύτερη παράταση του προνομιακού καθεστώτος τιμολόγησης υπέρ των εταιρειών Terni πρέπει να κηρυχθεί ασυμβίβαστη με την κοινή αγορά.

(148)

Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 659/1999 (42) του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ, σε περίπτωση παράνομων ενισχύσεων που δεν συμβιβάζονται με την κοινή αγορά, πρέπει να αποκαθίσταται ο υγιής ανταγωνισμός και να ανακτάται αμελλητί η ενίσχυση, και μάλιστα εντόκως.

(149)

Κατά πάγια νομολογία, εφόσον παρέχεται ενίσχυση η οποία δεν έχει κοινοποιηθεί βάσει του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, ο δικαιούχος της ενίσχυσης δεν μπορεί κατά το χρόνο εκείνο να έχει την εύλογη προσδοκία ότι η ενίσχυση είναι νόμιμη (43). Ένας επιμελής επιχειρηματίας πρέπει κανονικά να είναι σε θέση να εξακριβώσει ότι τηρήθηκε η διαδικασία κοινοποίησης και ότι η ενίσχυση είναι νόμιμη.

(150)

Παρά ταύτα, δικαιούχος παράνομα καταβληθείσας ενίσχυσης δεν αποκλείεται να επικαλεσθεί εξαιρετικές περιστάσεις που του δημιούργησαν την εύλογη προσδοκία ότι η ενίσχυση ήταν νόμιμη και για το λόγο αυτό να αρνηθεί να επιστρέψει την ενίσχυση (44). Η Επιτροπή εξέτασε κατά πόσον οι εξαιρετικές περιστάσεις που επικαλούνται οι εταιρείες Terni στην παράγραφο (47) θα μπορούσαν να τους έχουν δημιουργήσει εύλογες προσδοκίες.

(151)

Επί της ουσίας, οι δικαιούχοι ισχυρίζονται ότι η Ιταλία τους είχε παράσχει διαβεβαιώσεις ότι το μέτρο δεν συνιστούσε ενίσχυση, ενώ η Επιτροπή δεν είχε αμφισβητήσει το μέτρο ούτε όταν εφαρμόστηκε για πρώτη φορά ούτε όταν πληροφορήθηκε για τη δεύτερη παράταση.

(152)

Όσον αφορά τον πρώτο ισχυρισμό, αρκεί να υπομνησθεί ότι, κατά πάγια νομολογία, η ύπαρξη εύλογων προσδοκιών δεν μπορεί να εξαρτάται από τη συμπεριφορά του κράτους μέλους που χορηγεί την ενίσχυση. Συγκεκριμένα, το Πρωτοδικείο απεφάνθη ότι «οι ανακριβείς πληροφορίες που παρέχει κράτος μέλος σχετικά με τη νομιμότητα ενός μέτρου δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να δημιουργήσουν εύλογες προσδοκίες, ιδίως όταν η Επιτροπή δεν έχει καν ενημερωθεί σχετικά» (45).

(153)

Μόνον η συμπεριφορά της κοινοτικής διοίκησης μπορεί επομένως να δημιουργήσει εύλογες προσδοκίες. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο απεφάνθη ότι «κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι υπήρξε παράβαση της αρχής αυτής παρά μόνον εάν έλαβε ακριβείς διαβεβαιώσεις (η έμφαση δική μας) από τις διοικητικές υπηρεσίες της Κοινότητας» (46).

(154)

Οι εταιρείες Terni ισχυρίζονται ότι το μέτρο δεν αμφισβητήθηκε το 1991, όταν η Επιτροπή ενέκρινε το νόμο 9/1991. Επισημαίνεται ότι η απόφαση της Επιτροπής του 1991 καλύπτει μόνον το μέτρο που προβλέπεται στο νόμο 9/1991 και, επομένως, η έγκριση του μέτρου αυτού δεν μπορεί να δημιουργήσει εύλογες προσδοκίες όσον αφορά τη νομιμότητα ή το συμβιβάσιμο του νέου μέτρου ενίσχυσης που θεσπίστηκε με το νόμο 80/2005. Ακόμη και αν η Επιτροπή είχε δηλώσει ρητά ότι το μέτρο του 1991 δεν συνιστά ενίσχυση, quod non, οι δικαιούχοι δεν θα μπορούσαν να υποθέσουν ότι το μέτρο του 2005 αυτομάτως δεν θα συνιστούσε ενίσχυση, καθώς υπάρχουν πολλές περιστάσεις που μπορούν να μετατρέψουν σε κρατική ενίσχυση ένα μέτρο που δεν συνιστά ενίσχυση.

(155)

Εξάλλου, η διατύπωση της απόφασης της Επιτροπής που κοινοποιήθηκε στην Ιταλία, με την οποία κηρύσσονται συμβατά τα μέτρα που περιέχονται στους νόμους 9/1991 και 10/1991, αν μη τι άλλο υπαινίσσεται το αντίθετο, ότι δηλαδή το μέτρο Terni συνιστά όντως ενίσχυση.

(156)

Συνεπώς, η απόφαση της Επιτροπής δεν ήταν δυνατόν να δώσει στους δικαιούχους ακριβείς διαβεβαιώσεις περί του ότι το καθεστώς τιμολόγησης δεν συνιστά ενίσχυση, αλλά στην καλύτερη των περιπτώσεων να δημιουργήσει την εύλογη προσδοκία ότι η παράταση του καθεστώτος το 1991 ήταν συμβατή. Παρά ταύτα, δεν θα μπορούσαν να τρέφουν προσδοκίες για την παράταση του 2005. Επομένως, και το επιχείρημα αυτό πρέπει να απορριφθεί.

(157)

Όσον αφορά τον ισχυρισμό ότι η Επιτροπή δεν έπραξε τα δέοντα όταν ενημερώθηκε για τη δεύτερη παράταση του τιμολογίου, είναι καταφανώς αβάσιμος. Η Ιταλία ισχυρίζεται ότι ανέφερε το τιμολόγιο Terni στην ετήσια έκθεση σχετικά με τα καθεστώτα ενισχύσεων του 2005. Ωστόσο, αναλυτικές πληροφορίες για το μέτρο που προβλέπεται στο άρθρο 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005 δεν υποβλήθηκαν παρά μόνον το Φεβρουάριο του 2006, κατόπιν αιτήματος της Επιτροπής, στο πλαίσιο της έρευνας βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων σχετικά με το άρθρο 11 παράγραφος 12 του ίδιου νόμου (κρατική ενίσχυση C 13/2006). Η επίσημη διαδικασία έρευνας κινήθηκε από την Επιτροπή τον Ιούλιο του 2006.

(158)

Λαμβάνοντας υπόψη το ελάχιστο χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από την υποβολή των στοιχείων μέχρι την ανάληψη δράσης από την Επιτροπή, είναι προφανές ότι η Επιτροπή δεν επέδειξε αμέλεια.

(159)

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι δεν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις ικανές να δημιουργήσουν στις εταιρείες Terni εύλογες προσδοκίες περί της νομιμότητας του επίμαχου μέτρου.

(160)

Κάθε ποσό ασύμβατης ενίσχυσης που εισέπραξαν οι ThyssenKrupp, Cementir και Nuova Terni Industrie Chimiche βάσει του άρθρου 11 παράγραφος 11 του νόμου 80/2005 για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου 2005 [βλέπε παράγραφο (26)] θα ανακτηθεί εντόκως, σύμφωνα με το κεφάλαιο V του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 794/2004 της Επιτροπής της 21ης Απριλίου 2004 σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 659/1999 του Συμβουλίου για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής του άρθρου 93 της συνθήκης ΕΚ (47).

(161)

Υπενθυμίζεται ότι στόχος της ανάκτησης είναι η επαναφορά της ανταγωνιστικής θέσης του δικαιούχου στην κατάσταση στην οποία βρισκόταν πριν από την παροχή της ασύμβατης ενίσχυσης. Προκειμένου να προσδιοριστεί η ανταγωνιστική θέση των εταιρειών Terni πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου 80/2005, πρέπει να συνεκτιμηθεί η ύπαρξη του υφιστάμενου μέτρου ενίσχυσης βάσει του νόμου 9/1991, που εγκρίθηκε βάσει των διατάξεων περί κρατικών ενισχύσεων έως το 2007.

(162)

Συνεπώς, η Επιτροπή θεωρεί ότι το υπόλοιπο της ενίσχυσης που θα είχαν δικαίωμα να λάβουν οι δικαιούχοι βάσει του νόμου 9/1991 κατά τα έτη 2005, 2006 και 2007 εάν δεν είχε εφαρμοστεί ο νόμος 80/2005 μπορεί να αφαιρεθεί από τα προς ανάκτηση ποσά, εφόσον η Ιταλία θεωρεί ότι οι δικαιούχοι τα δικαιούνται βάσει της εθνικής νομοθεσίας.

VII.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

(163)

Η Επιτροπή κρίνει ότι η Ιταλία έθεσε παράνομα σε εφαρμογή, κατά παράβαση του άρθρου 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, τη διάταξη του άρθρου 11 παράγραφος 11 του νομοθετικού διατάγματος 80/2005, το οποίο μετατράπηκε στο νόμο 80/2005, στην οποία προβλέπεται η μεταβολή και παράταση έως το 2010 του προνομιακού καθεστώτος τιμολόγησης της ηλεκτρικής ενέργειας για τις τρεις εταιρείες Terni. Η Επιτροπή θεωρεί ότι το εν λόγω μέτρο, το οποίο συνιστά αμιγή λειτουργική ενίσχυση, δεν υπάγεται σε καμία από τις εξαιρέσεις που προβλέπονται στη συνθήκη ΕΚ και συνεπώς δεν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά. Κατά συνέπεια, τα στοιχεία του ανωτέρω μέτρου που δεν έχουν χορηγηθεί ή καταβληθεί μέχρι στιγμής δεν πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή, ενώ η ενίσχυση που ήδη καταβλήθηκε πρέπει να ανακτηθεί. Από το σύνολο του προς ανάκτηση ποσού μπορούν να αφαιρεθούν τα ποσά που θα είχαν δικαίωμα να εισπράξουν οι δικαιούχοι κατά τα έτη 2005, 2006 και 2007 βάσει του νόμου 9/1991,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η κρατική ενίσχυση που χορηγήθηκε από την Ιταλία στις ThyssenKrupp, Cementir και Nuova Terni Industrie Chimiche δεν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά.

2.   Η κρατική ενίσχυση την οποία η Ιταλία χορήγησε πλην όμως δεν κατέβαλε ακόμη στις ThyssenKrupp, Cementir και Nuova Terni Industrie Chimiche επίσης δεν συμβιβάζεται με την κοινή αγορά και, κατά συνέπεια, δεν μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή.

Άρθρο 2

1.   Η Ιταλία υποχρεούται να ανακτήσει από τους δικαιούχους την ενίσχυση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 1.

2.   Οι ανακτώμενες ενισχύσεις βαρύνονται με τόκο από το χρόνο κατά τον οποίο τέθηκαν στη διάθεση των δικαιούχων μέχρι το χρόνο της πραγματικής τους ανάκτησης.

3.   Οι τόκοι υπολογίζονται με τη μέθοδο του ανατοκισμού σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 794/2004.

Άρθρο 3

1.   Η Ιταλία λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να ανακτήσει από το δικαιούχο την παράνομη και ασυμβίβαστη ενίσχυση που αναφέρεται στο άρθρο 1.

2.   Η ανάκτηση πραγματοποιείται αμελλητί σύμφωνα με τις διαδικασίες της εθνικής νομοθεσίας, υπό τον όρο ότι επιτρέπουν την άμεση και αποτελεσματική εκτέλεση της απόφασης.

3.   Η Ιταλία εκτελεί την παρούσα απόφαση εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησής της.

Άρθρο 4

1.   Η Ιταλία ενημερώνει την Επιτροπή για την πρόοδο των εθνικών μέτρων που λαμβάνονται προς εκτέλεση της παρούσας απόφασης μέχρι την ολοκλήρωση της ανάκτησης.

2.   Εντός διμήνου από την κοινοποίηση της παρούσας απόφασης, η Ιταλία ενημερώνει την Επιτροπή σχετικά με το συνολικό ποσό (κεφάλαιο και τόκοι) που πρέπει να ανακτηθεί από τους δικαιούχους και υποβάλλει αναλυτική περιγραφή των μέτρων που έλαβε και προβλέπεται να λάβει προς εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Εντός της ίδιας προθεσμίας, αποστέλλει στην Επιτροπή έγγραφα τα οποία να αποδεικνύουν ότι ζητήθηκε από τους δικαιούχους η επιστροφή της ενίσχυσης.

3.   Μετά την παρέλευση του διμήνου που αναφέρεται στην παράγραφο 2, η Ιταλία υποβάλλει, κατόπιν απλού αιτήματος της Επιτροπής, έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβε και προβλέπεται να λάβει για την εκτέλεση της παρούσας απόφασης. Στην έκθεση θα περιλαμβάνονται λεπτομερή στοιχεία σχετικά με τα ποσά ενισχύσεων και τόκων που έχουν ανακτηθεί από τους δικαιούχους.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στην Ιταλική Δημοκρατία.

Βρυξέλλες, 20 Νοεμβρίου 2007.

Για την Επιτροπή

Neelie KROES

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ C 214 της 6.9.2006, σ. 5 έως 13.

(2)  Βλέπε υποσημείωση 1.

(3)  Άρθρο 4 παράγραφος 6 πρώτο εδάφιο σημεία α) και β) του νόμου 1643/62.

(4)  Η εκμετάλλευση των δημοσίων υδάτων για ηλεκτροπαραγωγή γίνεται από εταιρείες βάσει σύμβασης παραχώρησης (concessione di derivazione idroelettrica), με συγκεκριμένη διάρκεια (κατά κανόνα τριακονταετή στην Ιταλία), η οποία είναι αρκούντως μεγάλη ώστε να επιτρέπει στις εταιρείες να αποσβέσουν το κόστος της επένδυσης. Με τη λήξη της σύμβασης παραχώρησης, γίνεται εκ νέου ανάθεση με διαδικασία επιλογής που χαρακτηρίζεται από διαφάνεια.

(5)  Κρατική ενίσχυση NN 52/1991, επιστολή SG (91) D/15502.

(6)  Άρθρο 1 παράγραφος 285 του νόμου 266/2005.

(7)  Απόφαση AEEG αριθ. 228/01.

(8)  Απόφαση AEEG αριθ. 148/04.

(9)  ΕΕ L 227 της 19.8.1983, σ. 24.

(10)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C 99/92, Terni SpA και Italsider κατά Cassa Conguaglio per il settore elettrico, αίτηση για την έκδοση προδικαστικής απόφασης, Συλλογή 1994, σ. I-00541.

(11)  Απόφαση της Επιτροπής SEC/1999/687 της 11ης Μαΐου 1999 στην υπόθεση C 49/98, μέτρα υπέρ της απασχόλησης, άρθρα 15 και 26 του νόμου 196/97, ΕΕ L 42 της 15.2.2000, σ. 1 έως 18.

(12)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-355/95, Deggendorf κατά Επιτροπής, Συλλογή 1997, σ. I-02549.

(13)  Ανακοίνωση της 16.12.2005 του Υπουργείου παραγωγικών δραστηριοτήτων προς την AEEG.

(14)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(15)  Βλέπε υποσημείωση 14.

(16)  Απόφαση AEEG 190/2006.

(17)  Κυρίως τις εξής: υπόθεση C-240/83 της 7.2.1985, A.D.B.H.U., Συλλογή 1985, σ. 00531, συνεκδικασθείσες υποθέσεις 106 έως 120/87 της 27.9.1988, Αστερίς ΑΕ, Συλλογή 1988, σ. 05515, υπόθεση C-280/00 της 24.7.2003, Altmark, Συλλογή 2003, σ. I-07747, υπόθεση C-53/00 της 22.11.2001, Ferring, Συλλογή 2001, σ. I-09067.

(18)  Συγκεκριμένα στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ελλάδα και τη Φινλανδία. Η Ιταλία περιγράφει πρακτικές που υποτίθεται ότι εφαρμόζουν οι εν λόγω χώρες υπέρ των βιομηχανιών υψηλής ενεργειακής έντασης.

(19)  Πρώτη έκθεση της ομάδας υψηλού επιπέδου «Συμβολή σε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση στις πολιτικές για την ανταγωνιστικότητα, την ενέργεια και το περιβάλλον — λειτουργία της αγοράς ενέργειας, πρόσβαση στην ενέργεια, ενεργειακή αποδοτικότητα και το ευρωπαϊκό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου» της 2ας Ιουνίου 2006.

(20)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-345/02, Pearle κλπ., Συλλογή 2004, I-7139 και υπόθεση C-379/98, Preussen-Elektra, Συλλογή 2001, I-02099.

(21)  Ο μηχανισμός αμφισβήτησης του ύψους της αποζημίωσης προβλεπόταν στο άρθρο 5 παράγραφος 5 του νόμου περί εθνικοποιήσεων.

(22)  Επισημαίνεται ότι, βάσει της ιταλικής νομοθεσίας, με τη λήξη των συμβάσεων παραχώρησης υδροηλεκτρικών σταθμών, ο φορέας εκμετάλλευσης χάνει τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα μέρους των περιουσιακών του στοιχείων, και συγκεκριμένα, επί ορισμένων έργων μηχανικού, τα οποία αυτομάτως επανέρχονται στο Δημόσιο.

(23)  Βλέπε αποφάσεις του ΔΕΚ στις υποθέσεις C-78/76, Steinike & Weinlig, Συλλογή 1977, σ. 595 και C-47/69, Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1970, σ. 00487.

(24)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-345/02, Pearle κλπ. κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, I-7139.

(25)  Βλέπε απόφαση του ΔΕΚ στις υποθέσεις C-303/88, Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, I.1433 και C 47/69, Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1970, 4393, καθώς και απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-351/02, Deutsche Bahn κατά Επιτροπής, Συλλογή 2006, II.1047.

(26)  Η Cementir ανήκει στον όμιλο Caltagirone και εκμεταλλεύεται σειρά εργοστασίων στην Ιταλία, ορισμένα εκ των οποίων κάνουν εξαγωγές. Η εταιρεία παράγει διάφορα προϊόντα τσιμέντου και ασβέστου, ενώ ελέγχει μια τσιμεντοβιομηχανία στην Τουρκία, η οποία κάνει εξαγωγές προς την ΕΕ. Η Nuova Terni Industrie Chimiche ανήκει στον όμιλο Norsk Hydro και ασχολείται με την παραγωγή χημικών και ορυκτών λιπασμάτων, πετρελαίου, αερίου και πετροχημικών. Η ThyssenKrupp είναι ένας παγκόσμιος όμιλος που ασχολείται κυρίως, όχι όμως αποκλειστικά, με την παραγωγή χάλυβα.

(27)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-102/87, Γαλλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1988, σ. 04067.

(28)  Απόφαση της Επιτροπής της 30ής Νοεμβρίου 1994 (υποθέσεις IV/33.322 — τσιμέντο), ΕΕ L 343 της 30.12.1994, σ. 1 έως 158.

(29)  Απόφαση IV/M.832 της 25.10.1996 Norsk Hydro/Enichem Agricoltura — Terni (II).

(30)  Βλέπε, μεταξύ άλλων, απόφαση IV/M.925 Krupp-Hoesch/Thyssen της 11ης Αυγούστου 1997.

(31)  Βλέπε, μεταξύ άλλων, την απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση 730/79, Philip Morris κατά Επιτροπής, Συλλογή 1980, σ. 02671, σκέψη 11 και την απόφαση του ΔΕΚ στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-393/04 και C-41/05, Air Liquide Industries κατά Ville de Seraing et Province de Liège, Συλλογή 2006, σ. I-05293.

(32)  Βλέπε π.χ. για το θέμα αυτό την απόφαση του Πρωτοδικείου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-127/99 και T-148/99, Territorio Historico de Alava — Diputacion Foral de Alava, Συλλογή 2002, II-012575, σκέψεις 173-175.

(33)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-15/98 και C-105/99, Ιταλία και Sardegna Lines κατά Επιτροπής, Συλλογή 2000, I-8855, σκέψη 74 της Γνώμης.

(34)  Απόφαση του Πρωτοδικείου στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-195-01 και T-207/01, Κυβέρνηση του Γιβραλτάρ κατά Επιτροπής, Συλλογή 2002, σ. II-02309.

(35)  Η μετατροπή του διατάγματος 80/05 σε νόμο προβλέπει την αναδρομική έναρξη ισχύος της παράτασης του καθεστώτος τιμολόγησης από 1ης Ιανουαρίου 2005.

(36)  Συνεκδικασθείσες υποθέσεις T-126/96 και T-127/96, Breda Fucine Meridionali κατά Επιτροπής, Συλλογή 1998, II-3437, σκέψη 47.

(37)  Βλέπε υποσημείωση 5.

(38)  Βλέπε αποφάσεις του ΔΕΚ στην υπόθεση C-86/89, Ιταλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, I-3891, σκέψη 18 και υπόθεση C-301/87, Γαλλία κατά Επιτροπής, Συλλογή 1990, I-307, σκέψη 50, καθώς και απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-459/93, Siemens κατά Επιτροπής, Συλλογή 1995, II-1675, σκέψη 48.

(39)  ΕΕ C 37 της 3.2.2001 σ. 3.

(40)  Κρατική ενίσχυση αριθ. 27/1997, απόφαση της Επιτροπής SG(97) 4949 της 30ής Ιουνίου 1997.

(41)  Βλέπε π.χ. την απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-372/97, Ιταλική Δημοκρατία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, I-03679, σκέψη 67.

(42)  ΕΕ L 83 της 27.3.1999, σ. 1.

(43)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-24/95, Alcan Deutschland, Συλλογή 1997, I-1591, σκέψεις 25, 30 και 31, καθώς και στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-183/02 P και C-187/02, Demesa και Territorio histórico de Álava κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, I-10609, σκέψη 45.

(44)  Απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-5/89, Επιτροπή κατά Γερμανίας, Συλλογή 1990, I-3437, σκέψη 16.

(45)  Βλέπε απόφαση του Πρωτοδικείου στην υπόθεση T-109/01, Fleuren Compost κατά Επιτροπής, Συλλογή 2004, σ. II-127, σκέψεις 141 έως 143.

(46)  Βλέπε απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση C-506/03, Γερμανία κατά Επιτροπής, Συλλογή 2005, σ. I-0000, σκέψη 58.

(47)  ΕΕ L 140 της 30.4.2004, σ. 1 έως 134.


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/55


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 17ης Απριλίου 2008

σχετικά με την κατανομή ποσοτήτων ελεγχόμενων ουσιών που επιτρέπονται για βασικές χρήσεις στην Κοινότητα, το 2008, βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1403]

(Τα κείμενα στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, ολλανδική και σλοβενική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/409/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 2000, για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (1), και ιδίως το άρθρο 3 παράγραφος 1,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην Κοινότητα έχει ήδη αρχίσει η σταδιακή εγκατάλειψη της παραγωγής και κατανάλωσης χλωροφθορανθράκων, άλλων πλήρως αλογονωμένων χλωροφθορανθράκων, halons, τετραχλωράνθρακα, 1,1,1-τριχλωροαιθανίου, υδροβρωμοφθορανθράκων και βρωμοχλωρομεθανίου.

(2)

Κάθε χρόνο, η Επιτροπή οφείλει να καθορίζει τις βασικές χρήσεις για τις εν λόγω ελεγχόμενες ουσίες, τις ποσότητες που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν καθώς και τις εταιρείες που επιτρέπεται να τις χρησιμοποιήσουν.

(3)

Η απόφαση IV/25 των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος, στο εξής «πρωτόκολλο του Μόντρεαλ», ορίζει τα κριτήρια που εφαρμόζει η Επιτροπή για τον καθορισμό των βασικών χρήσεων και επιτρέπει την παραγωγή και κατανάλωση που είναι αναγκαίες σε κάθε συμβαλλόμενο μέρος για την κάλυψη των βασικών χρήσεων ελεγχόμενων ουσιών.

(4)

Η απόφαση XIX/13 των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ επιτρέπει να παραχθούν το 2008 στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα 200 τόνοι χλωροφθορανθράκων (CFC) για την παραγωγή και χρήση δοσιμετρικών συσκευών εισπνοής (Metered-Dose Inhalers — MDI) που χαρακτηρίζονται ως βασικές χρήσεις των CFC όπως ορίζονται στην απόφαση IV/25.

(5)

Η απόφαση XIX/18 των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ επιτρέπει την παραγωγή και κατανάλωση που είναι αναγκαίες για την κάλυψη των βασικών χρήσεων των ελεγχόμενων ουσιών των παραρτημάτων A, B και Γ (ουσίες των ομάδων II και III) του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις, όπως αυτές απαριθμούνται στο παράρτημα IV της έκθεσης της έβδομης συνόδου των μερών, υπό τους όρους που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ της έκθεσης της έκτης συνόδου των μερών, καθώς και στις αποφάσεις VII/11, XI/15 και XV/5 των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ. Η απόφαση XVII/10 των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ επιτρέπει την παραγωγή και κατανάλωση ελεγχόμενων ουσιών του παραρτήματος Ε του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ που είναι αναγκαίες για την κάλυψη των εργαστηριακών και αναλυτικών χρήσεων του μεθυλοβρωμιδίου.

(6)

Σύμφωνα με την παράγραφο 3 της απόφασης XII/2 των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ σχετικά με τα μέτρα για τη διευκόλυνση της μετάβασης σε δοσιμετρικές συσκευές εισπνοής που δεν περιέχουν χλωροφθοράνθρακες, όλα τα κράτη μέλη γνωστοποίησαν (2) στο Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UNEP) τα δραστικά συστατικά για τα οποία η χρήση χλωροφθορανθράκων (CFC) δεν θεωρείται πλέον βασική για την παραγωγή CFC-MDI που προορίζονται να διατεθούν στην αγορά της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

(7)

Το άρθρο 4 παράγραφος 4 σημείο i) στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 απαγορεύει τη χρήση και διάθεση στην αγορά CFC, εκτός εάν θεωρούνται βασικής σημασίας υπό τους όρους που περιγράφονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του ιδίου κανονισμού. Ο χαρακτηρισμός των ανωτέρω χρήσεων ως μη βασικών οδήγησε επομένως σε μείωση της ζήτησης των χρησιμοποιούμενων σε δοσιμετρικές συσκευές εισπνοής CFC που προορίζονται να διατεθούν στην αγορά της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Επιπλέον, το άρθρο 4 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 απαγορεύει την εισαγωγή και διάθεση στην αγορά προϊόντων CFC-MDI, εκτός εάν οι CFC στα εν λόγω προϊόντα θεωρούνται βασικής σημασίας, υπό τους όρους που περιγράφονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

(8)

Στις 18 Ιουλίου 2007, η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση (3) προς τις εταιρείες της Κοινότητας των 27 κρατών μελών που ζητούν από την Επιτροπή να αποφανθεί σχετικά με τη χρήση ελεγχόμενων ουσιών για τις βασικές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 και έγινε αποδέκτης δηλώσεων σχετικών με τις σκοπούμενες βασικές χρήσεις ελεγχόμενων ουσιών για το 2008.

(9)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι ενδιαφερόμενες εταιρείες και φορείς εκμετάλλευσης θα συνεχίσουν να επωφελούνται εγκαίρως από το σύστημα εγκρίσεων, ενδείκνυται να ισχύσει η παρούσα απόφαση από την 1η Ιανουαρίου 2008.

(10)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της διαχειριστικής επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η ποσότητα ελεγχομένων ουσιών της ομάδας Ι (χλωροφθοράνθρακες 11, 12, 113, 114 και 115), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές ιατρικές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 155 460,00 χιλιόγραμμα ODP [Ozone Depleting Potential (Δυναμικό καταστροφής της στιβάδας του όζοντος)].

2.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας Ι (χλωροφθοράνθρακες 11, 12, 113, 114 και 115) και της ομάδας II (άλλοι, πλήρως αλογονωμένοι χλωροφθοράνθρακες), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές εργαστηριακές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 56 213,60 χιλιόγραμμα ODP.

3.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας ΙΙΙ (halons), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές εργαστηριακές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 418,7 χιλιόγραμμα ODP.

4.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας IV (τετραχλωράνθρακας), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές εργαστηριακές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 150 832,836 χιλιόγραμμα ODP.

5.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας V (1,1,1-τριχλωροαιθάνιο), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές εργαστηριακές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 381,5 χιλιόγραμμα ODP.

6.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VI (μεθυλοβρωμίδιο), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 150,00 χιλιόγραμμα ODP.

7.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VII (υδροβρωμοφθοράνθρακες), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές εργαστηριακές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008 ανέρχεται σε 0,96 χιλιόγραμμα ODP.

8.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας IX (βρωμοχλωρομεθάνιο), που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί για βασικές εργαστηριακές χρήσεις στην Κοινότητα το 2008, ανέρχεται σε 13,368 χιλιόγραμμα ODP.

Άρθρο 2

Οι αναφερόμενες στο παράρτημα I δοσιμετρικές συσκευές εισπνοής που περιέχουν χλωροφθοράνθρακες δεν επιτρέπεται να διατίθενται στην αγορά χωρών στις οποίες η αρμόδια αρχή έχει αποφανθεί ότι η χρήση χλωροφθορανθράκων στις δοσιμετρικές συσκευές εισπνοής δεν είναι βασική στις αγορές των εν λόγω χωρών.

Άρθρο 3

Την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 ισχύουν οι ακόλουθες διατάξεις:

1.

Οι ποσοστώσεις χλωροφθορανθράκων 11, 12, 113, 114 και 115, για βασικές ιατρικές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα II.

2.

Οι ποσοστώσεις χλωροφθορανθράκων 11, 12, 113, 114 και 115 και άλλων πλήρως αλογονωμένων χλωροφθορανθράκων, για βασικές εργαστηριακές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα III.

3.

Οι ποσοστώσεις halons, για βασικές εργαστηριακές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα IV.

4.

Οι ποσοστώσεις τετραχλωράνθρακα, για βασικές εργαστηριακές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα V.

5.

Οι ποσοστώσεις 1,1,1-τριχλωροαιθανίου, για βασικές εργαστηριακές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα VI.

6.

Οι ποσοστώσεις μεθυλοβρωμιδίου, για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κρίσιμης σημασίας, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα VII.

7.

Οι ποσοστώσεις υδροβρωμοφθορανθράκων, για βασικές εργαστηριακές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα VIII.

8.

Οι ποσοστώσεις βρωμοχλωρομεθανίου, για βασικές εργαστηριακές χρήσεις, κατανέμονται στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα IX.

9.

Οι ποσοστώσεις χλωροφθορανθράκων 11, 12, 113, 114 και 115, άλλων πλήρως αλογονωμένων χλωροφθορανθράκων, τετραχλωράνθρακα, 1,1,1-τριχλωροαιθανίου, υδροβρωμοφθορανθράκων και βρωμοχλωρομεθανίου, για βασικές χρήσεις, καθορίζονται στο παράρτημα X.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως την 31η Δεκεμβρίου 2008.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στις ακόλουθες επιχειρήσεις:

 

Acros Organics bvba

Janssen Pharmaceuticalaan 3A°

B-2440 Geel

 

Airbus France

Service EVICS

BP M6322

Route de Bayonne 316

F-31060 Toulouse Cedex 16

 

Bie & Berntsen

Sandbækvej 7

DK-2610 Rødovre

 

Boehringer Ingelheim GmbH

Binger Straße 173

D-55216 Ingelheim am Rhein

 

Carlo Erba Reactifs-SDS

ZI de Valdonne, BP 4

F-13124 Peypin

 

Chiesi Farmaceutici SpA

Via Palermo 26/A

I-43100 Parma

 

CNRS — Département Galilée

Observatoire de la Côte d'Azur — Siège Social

Boulevard de l'Observatoire, BP 4229

F-06304 Nice Cedex 4

 

Eras Labo

222 RN 90

F-38330 Saint-Nazaire-les-Eymes

 

Harp International

Gellihirion Industrial Estate

Rhondda, Cynon Taff

Pontypridd CF37 5SX

United Kingdom

 

Health Protection Inspectorate-Laboratories

Paldiski mnt 81

EE-10617 Tallinn

 

Honeywell Specialty Chemicals Seelze GmbH

Wunstorfer Straße 40

Postfach 100262

D-30918 Seelze

 

Ineos Fluor Ltd

PO Box 13

The Heath

Runcorn

Cheshire WA7 4QX

United Kingdom

 

Laboratorio Aldo-Union SA

Baronesa de Maldá 73

Espluges de Llobregat

E-08950 Barcelona

 

LGC Standards GmbH

Mercatorstraße 51

D-46485 Wesel

 

Mallinckrodt Baker EMEA

Teugseweg 20

7418 AM Deventer

Nederland

 

Mebrom

Assenedestraat 4

B-9940 Rieme Ertvelde

 

Merck KGaA

Frankfurter Straße 250

D-64271 Darmstadt

 

Mikro+Polo d.o.o.

Zagrebška cesta 22

SI-2000 Maribor

 

Ministry of Defense

Defence Fuel Lubricants and Chemicals Service/Chemical Laboratory

PO Box 10.000

1780 CA Den Helder

Nederland

 

Panreac Química SAU

Pol. Ind. Pla de la Bruguera

C/Garraf 2

E-08211 Castellar del Vallès — Barcelona

 

Sanolabor d.d.

Leskoškova 4

Ljubljana

Slovenia

 

SICOR SpA

Via Terrazzano 77

I-20017 Rho

 

Sigma Aldrich Chimie SARL

80, rue de Luzais

L'Isle d'Abeau Chesnes

F-38297 St-Quentin-Fallavier

 

Sigma Aldrich Company

The Old Brickyard, New Road

Gillingham SP8 4XT

United Kingdom

 

Sigma Aldrich Laborchemikalien GmbH

Wunstorfer Straße 40

D-30926 Seelze

 

Sigma Aldrich Logistik GmbH

Riedstraße 2

D-89555 Steinheim

 

Tazzetti Fluids SRL

Corso Europa n. 600/a

I-10070 Volpiano (TO)

 

Valeas SpA Pharmaceuticals

Via Vallisneri, 10

I-20133 Milano

 

Valvole Aerosol Research Italiana (VARI) SpA — LINDAL Group Italia

Via del Pino, 10

I-23854 Olginate (LC)

 

VWR I.SAS.

201, rue Carnot

F-94126 Fontenay-sous-Bois

Βρυξέλλες, 17 Απριλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΉΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 244 της 29.9.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/540/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 198 της 31.7.2007, σ. 35).

(2)  www.unep.org/ozone/Information_for_the_Parties/3Bi_dec12-2-3.asp

(3)  ΕΕ C 164 της 18.7.2007, σ. 37.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Δυνάμει της παραγράφου 3 της απόφασης XII/2 της δωδέκατης συνόδου των μερών του πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ σχετικά με τα μέτρα διευκόλυνσης της μετάβασης προς δοσιμετρικές συσκευές εισπνοής (MDI) που δεν περιέχουν χλωροφθοράνθρακες (CFC), οι ακόλουθες χώρες έκριναν ότι, λόγω της ύπαρξης κατάλληλων MDI που δεν περιέχουν CFC, οι CFC δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια της «βασικής χρήσης» σύμφωνα με το πρωτόκολλο, όταν συνδυάζονται με τα ακόλουθα δραστικά συστατικά:

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΗ ΒΑΣΙΚΩΝ ΟΥΣΙΩΝ

Πηγή: www.unep.org/ozone/Information_for_the_Parties/3Bi_dec12-2-3.asp

Πίνακας 1

Βρογχοδιασταλτικοί β-αγωνιστές βραχείας δράσης

Χώρα

Salbutamol

Terbutaline

Fenoterol

Orciprenaline

Reproterol

Carbuterol

Hexoprenaline

Pirbuterol

Clenbuterol

Bitolterol

Procaterol

Αυστρία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Βέλγιο

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Βουλγαρία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Κύπρος

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Τσεχική Δημοκρατία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Δανία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Εσθονία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Φινλανδία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Γαλλία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Γερμανία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ελλάδα

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ουγγαρία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ιρλανδία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ιταλία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Λεττονία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Λιθουανία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Λουξεμβούργο

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Μάλτα

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Κάτω Χώρες

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Πολωνία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Πορτογαλία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ρουμανία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Σλοβακία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Σλοβενία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ισπανία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Σουηδία

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

Ηνωμένο Βασίλειο

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X

X


Πίνακας 2

Εισπνεόμενα στεροειδή

Χώρα

Beclomethasone

Dexamethasone

Flunisolide

Fluticasone

Budesonide

Triamcinolone

Αυστρία

X

X

X

X

X

X

Βέλγιο

X

X

X

X

X

X

Βουλγαρία

X

X

X

X

X

X

Κύπρος

 

 

 

 

 

 

Τσεχική Δημοκρατία

X

X

X

X

X

X

Δανία

X

 

 

X

 

 

Εσθονία

X

X

X

X

X

X

Φινλανδία

X

 

 

X

 

 

Γαλλία

X

 

 

X

 

 

Γερμανία

X

X

X

X

X

X

Ελλάδα

X

 

X

X

X

X

Ουγγαρία

X

X

X

X

X

X

Ιρλανδία

X

 

 

X

 

 

Ιταλία

X

X

X

X

X

X

Λεττονία

X

X

X

X

X

X

Λιθουανία

X

X

X

X

X

X

Λουξεμβούργο

X

X

X

X

X

X

Μάλτα

X

 

 

X

 

 

Κάτω Χώρες

X

X

X

X

X

X

Πολωνία

X

X

X

X

X

X

Πορτογαλία

X

X

X

X

X

X

Ρουμανία

X

X

X

X

X

X

Σλοβακία

X

X

X

X

X

X

Σλοβενία

X

X

X

X

X

X

Ισπανία

X

 

 

X

X

 

Σουηδία

X

 

 

X

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

 

 

 

X

 

 


Πίνακας 3

Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη

Χώρα

Cromoglicic acid

Nedrocromil

 

 

 

 

Αυστρία

X

X

 

 

 

 

Βέλγιο

X

X

 

 

 

 

Βουλγαρία

X

X

 

 

 

 

Κύπρος

X

X

 

 

 

 

Τσεχική Δημοκρατία

X

X

 

 

 

 

Δανία

X

X

 

 

 

 

Εσθονία

X

X

 

 

 

 

Φινλανδία

X

X

 

 

 

 

Γαλλία

X

X

 

 

 

 

Γερμανία

X

X

 

 

 

 

Ελλάδα

X

X

 

 

 

 

Ουγγαρία

X

 

 

 

 

 

Ιρλανδία

 

 

 

 

 

 

Ιταλία

X

X

 

 

 

 

Λεττονία

X

X

 

 

 

 

Λιθουανία

X

X

 

 

 

 

Λουξεμβούργο

X

 

 

 

 

 

Μάλτα

 

X

 

 

 

 

Κάτω Χώρες

X

X

 

 

 

 

Πολωνία

X

X

 

 

 

 

Πορτογαλία

X

 

 

 

 

 

Ρουμανία

X

X

 

 

 

 

Σλοβακία

X

X

 

 

 

 

Σλοβενία

X

X

 

 

 

 

Ισπανία

 

X

 

 

 

 

Σουηδία

X

X

 

 

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

X

X

 

 

 

 


Πίνακας 4

Αντιχολινεργικά βρογχοδιασταλτικά

Χώρα

Ipratropium bromide

Oxitropium bromide

 

 

 

 

Αυστρία

X

X

 

 

 

 

Βέλγιο

X

X

 

 

 

 

Βουλγαρία

X

X

 

 

 

 

Κύπρος

X

X

 

 

 

 

Τσεχική Δημοκρατία

X

X

 

 

 

 

Δανία

X

X

 

 

 

 

Εσθονία

X

X

 

 

 

 

Φινλανδία

X

X

 

 

 

 

Γαλλία

 

 

 

 

 

 

Γερμανία

X

X

 

 

 

 

Ελλάδα

X

X

 

 

 

 

Ουγγαρία

X

X

 

 

 

 

Ιρλανδία

X

X

 

 

 

 

Ιταλία

 

 

 

 

 

 

Λεττονία

X

X

 

 

 

 

Λιθουανία

X

X

 

 

 

 

Λουξεμβούργο

X

X

 

 

 

 

Μάλτα

X

X

 

 

 

 

Κάτω Χώρες

X

X

 

 

 

 

Πολωνία

X

X

 

 

 

 

Πορτογαλία

X

 

 

 

 

 

Ρουμανία

X

X

 

 

 

 

Σλοβακία

X

X

 

 

 

 

Σλοβενία

X

X

 

 

 

 

Ισπανία

X

X

 

 

 

 

Σουηδία

X

X

 

 

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

X

X

 

 

 

 


Πίνακας 5

Βρογχοδιασταλτικοί β-αγωνιστές μακράς δράσης

Χώρα

Formoterol

Salmeterol

 

 

 

 

Αυστρία

X

X

 

 

 

 

Βέλγιο

X

X

 

 

 

 

Βουλγαρία

X

X

 

 

 

 

Κύπρος

X

 

 

 

 

 

Τσεχική Δημοκρατία

X

X

 

 

 

 

Δανία

 

X

 

 

 

 

Εσθονία

X

X

 

 

 

 

Φινλανδία

X

X

 

 

 

 

Γαλλία

X

X

 

 

 

 

Γερμανία

X

X

 

 

 

 

Ελλάδα

 

 

 

 

 

 

Ουγγαρία

X

X

 

 

 

 

Ιρλανδία

X

X

 

 

 

 

Ιταλία

X

X

 

 

 

 

Λεττονία

X

X

 

 

 

 

Λιθουανία

X

X

 

 

 

 

Λουξεμβούργο

X

X

 

 

 

 

Μάλτα

X

X

 

 

 

 

Κάτω Χώρες

X

X

 

 

 

 

Πολωνία

X

X

 

 

 

 

Πορτογαλία

X

X

 

 

 

 

Ρουμανία

X

X

 

 

 

 

Σλοβακία

X

X

 

 

 

 

Σλοβενία

X

X

 

 

 

 

Ισπανία

 

X

 

 

 

 

Σουηδία

X

X

 

 

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

X

X

 

 

 

 


Πίνακας 6

Συνδυασμοί δραστικών συστατικών σε μια δοσιμετρική συσκευή εισπνοής

Χώρα

 

 

 

 

 

 

Αυστρία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Βέλγιο

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Βουλγαρία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Κύπρος

 

 

 

 

 

 

Τσεχική Δημοκρατία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Δανία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Εσθονία

 

 

 

 

 

 

Φινλανδία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Γαλλία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Γερμανία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Ελλάδα

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Ουγγαρία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Ιρλανδία

 

 

 

 

 

 

Ιταλία

Budesonide + Fenoterol

Fluticasone+ Salmeterol

 

 

 

 

Λεττονία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Λιθουανία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Λουξεμβούργο

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Μάλτα

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Κάτω Χώρες

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Πολωνία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Πορτογαλία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Ρουμανία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Σλοβακία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Σλοβενία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Ισπανία

 

 

 

 

 

 

Σουηδία

Όλα τα προϊόντα

 

 

 

 

 

Ηνωμένο Βασίλειο

 

 

 

 

 

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΒΑΣΙΚΕΣ ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας Ι, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν στην παραγωγή δοσιμετρικών συσκευών εισπνοής (MDI) για τη θεραπευτική αγωγή του άσθματος και άλλων χρόνιων αποφρακτικών πνευμονικών νοσημάτων (chronic obstructive pulmonary diseases - COPD) κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Boehringer Ingelheim GmbH (DE)

 

Chiesi Farmaceutici SpA (IT)

 

Laboratorio Aldo Union SA (ES)

 

SICOR SpA (IT)

 

Valeas SpA Pharmaceuticals (IT)

 

(VARI) SpA — LINDAL Group Italia (IT)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών των ομάδων Ι και ΙΙ, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Bie & Berntsen (DK)

 

Carlo Erba Reactifs-SDS (FR)

 

CNRS — Groupe de Physique des Solides (FR)

 

Harp International (UK)

 

Honeywell Specialty Chemicals (DE)

 

Ineos Fluor (UK)

 

LGC Standards (DE)

 

Mallinckrodt Baker (NL)

 

Merck KGaA (DE)

 

Mikro + Polo (SI)

 

Panreac Quimica (ES)

 

Sanolabor (SI)

 

Sigma Aldrich Chimie (FR)

 

Sigma Aldrich Company (GBR)

 

Sigma Aldrich Logistik (DE)

 

Tazzetti Fluids (IT)

 

VWR I S A S (FR)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας III, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Airbus France (FR)

 

Eras Labo (FR)

 

Ineos Fluor (UK)

 

Ministry of Defense (NL)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας IV, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Acros Organics (BE)

 

Bie & Berntsen (DK)

 

Carlo Erba Reactifs-SDS (FR)

 

Health Protection Inspectorate-Laboratories (EE)

 

Honeywell Specialty Chemicals

 

Mallinckrodt Baker (NL)

 

Merck KGaA (DE)

 

Mikro + Polo (SI)

 

Panreac Quimica (ES)

 

Sanolabor d.d. (SI)

 

Sigma Aldrich Chimie (FR)

 

Sigma Aldrich Company (GBR)

 

Sigma Aldrich Laborchemikalien (DE)

 

Sigma Aldrich Logistik (DE)

 

VWR I S A S (FR)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας V, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Acros Organics (BE)

 

Bie & Berntsen (DK)

 

Merck KgaA (DE)

 

Mikro + Polo (SI)

 

Panreac Quimica (ES)

 

Sanolabor d.d. (SI)

 

Sigma Aldrich Chimie (FR)

 

Sigma Aldrich Company (GBR)

 

Sigma Aldrich Logistik (DE)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΤΙΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ ΚΡΙΣΙΜΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VΙ, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κρίσιμης σημασίας κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Mebrom NV (BE)

 

Sigma Aldrich Logistik (DE)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VΙΙ, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κατανέμονται στην ακόλουθη εταιρεία:

Ineos Fluor (UK)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑΚΕΣ ΧΡΗΣΕΙΣ

Οι ποσοστώσεις ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας ΙΧ, που επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για εργαστηριακές και αναλυτικές χρήσεις κατανέμονται στις ακόλουθες εταιρείες:

 

Ineos Fluor (UK)

 

Sigma Aldrich Company (GBR)

 

Sigma Aldrich Logistik (DE)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

[Το παρόν παράρτημα δεν δημοσιεύεται διότι περιέχει στοιχεία που καλύπτονται από το εμπορικό απόρρητο.]


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/69


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 30ής Απριλίου 2008

σχετικά με την κατανομή των ποσοστώσεων εισαγωγής ελεγχόμενων ουσιών βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1639]

(Τα κείμενα στην αγγλική, βουλγαρική, γαλλική, γερμανική, ελληνική, ισπανική, ιταλική, λεττονική, λιθουανική, μαλτέζικη, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική και σλοβενική γλώσσα είναι τα μόνα αυθεντικά)

(2008/410/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τις ουσίες που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (1), και ιδίως το άρθρο 7,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Τα ποσοτικά όρια για τη διάθεση ελεγχόμενων ουσιών στην αγορά της Κοινότητας καθορίζονται στο άρθρο 4 και στο παράρτημα ΙΙΙ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000.

(2)

Το άρθρο 4 παράγραφος 2 σημείο i) στοιχείο δ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 απαγορεύει στους παραγωγούς και εισαγωγείς να διαθέτουν στην αγορά ή να χρησιμοποιούν για ίδιο λογαριασμό μεθυλοβρωμίδιο μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2004. Το άρθρο 4 παράγραφος 4 σημείο i) στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 προβλέπει παρέκκλιση από την απαγόρευση αυτή, εφόσον το μεθυλοβρωμίδιο χρησιμοποιείται για να καλυφθούν οι εγκεκριμένες αιτήσεις για χρήσεις κρίσιμης σημασίας των χρηστών που προσδιορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 2 σημείο ii) του εν λόγω κανονισμού. Η ποσότητα μεθυλοβρωμιδίου που έχει εγκριθεί για χρήσεις κρίσιμης σημασίας για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 θα δημοσιευθεί σε χωριστή απόφαση της Επιτροπής.

(3)

Το άρθρο 4 παράγραφος 2 σημείο iii) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 προβλέπει παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 2 σημείο i) στοιχείο δ) για το μεθυλοβρωμίδιο που παράγεται ή εισάγεται για εφαρμογές υγειονομικής απομόνωσης και προετοιμασίας προ της αποστολής φορτίου. Η ποσότητα μεθυλοβρωμιδίου που μπορεί να εισαχθεί ή να παραχθεί για τους σκοπούς αυτούς το 2008 δεν πρέπει να υπερβαίνει τον μέσο όρο του υπολογιζόμενου επιπέδου μεθυλοβρωμιδίου που διέθεσε στην αγορά ή χρησιμοποίησε για ίδιο λογαριασμό ένας παραγωγός ή εισαγωγέας για εφαρμογές υγειονομικής απομόνωσης και προετοιμασίας προ της αποστολής φορτίου κατά τα έτη 1996, 1997 και 1998.

(4)

Το άρθρο 4 παράγραφος 4 σημείο i) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 προβλέπει παρέκκλιση από το άρθρο 4 παράγραφος 2 για το μεθυλοβρωμίδιο που εισάγεται για καταστροφή ή για χρήση ως πρώτη ύλη.

(5)

Στο άρθρο 4 παράγραφος 3 σημείο i) στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 καθορίζεται το συνολικό υπολογιζόμενο επίπεδο υδροχλωροφθορανθράκων που επιτρέπεται να διατεθεί στην αγορά ή να χρησιμοποιηθεί για ίδιο λογαριασμό από παραγωγούς και εισαγωγείς κατά τη χρονική περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

(6)

Η Επιτροπή δημοσίευσε ανακοίνωση προς τους εισαγωγείς στην Κοινότητα ελεγχόμενων ουσιών που καταστρέφουν τη στιβάδα του όζοντος (2) και έλαβε δηλώσεις σχετικά με τις προθέσεις εισαγωγών για το 2008.

(7)

Για τους υδροχλωροφθοράνθρακες, οι ποσοστώσεις κατανέμονται σε παραγωγούς και εισαγωγείς σύμφωνα με τις διατάξεις της απόφασης 2007/195/ΕΚ της Επιτροπής, της 27ης Μαρτίου 2007, σχετικά με τον καθορισμό μηχανισμού χορήγησης ποσοστώσεων στους παραγωγούς και στους εισαγωγείς υδροχλωροφθορανθράκων για τα έτη 2003 έως 2009 σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3).

(8)

Για να είναι σε θέση οι φορείς εκμετάλλευσης και οι εταιρείες να επωφεληθούν εγκαίρως από τις χορηγούμενες ποσοστώσεις εισαγωγής ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχεια των εργασιών τους, είναι σκόπιμο η παρούσα απόφαση να αρχίσει να εφαρμόζεται την 1η Ιανουαρίου 2008.

(9)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 18 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

1.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας I (χλωροφθοράνθρακες 11, 12, 113, 114 και 115) και της ομάδας II (άλλοι πλήρως αλογονωμένοι χλωροφθοράνθρακες) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, ανέρχεται σε 8 608 000,00 χιλιόγραμμα δυναμικού καταστροφής του όζοντος (ODP).

2.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας III (halons) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, ανέρχεται σε 5 144 000,00 χιλιόγραμμα ODP.

3.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας IV (τετραχλωράνθρακας) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, ανέρχεται σε 10 000 330,00 χιλιόγραμμα ODP.

4.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας V (1,1,1-τριχλωροαιθάνιο) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, ανέρχεται σε 400 060,00 χιλιόγραμμα ODP.

5.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VI (μεθυλοβρωμίδιο) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, για εφαρμογές υγειονομικής απομόνωσης και προετοιμασίας προ της αποστολής φορτίου, καθώς και για χρήση ως πρώτη ύλη και για καταστροφή, ανέρχεται σε 1 372 411,20 χιλιόγραμμα ODP.

6.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VII (υδροβρωμοφθοράνθρακες) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, για χρήση ως πρώτη ύλη, ανέρχεται σε 146,00 χιλιόγραμμα ODP.

7.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας VIII (υδροχλωροφθοράνθρακες) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, ανέρχεται σε 10 102 977,467 χιλιόγραμμα ODP.

8.   Η ποσότητα ελεγχόμενων ουσιών της ομάδας IX (βρωμοχλωρομεθάνιο) που καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000, η οποία επιτρέπεται να τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία στην Κοινότητα το 2008, προερχόμενη από πηγές εκτός Κοινότητας, ανέρχεται σε 168 012,00 χιλιόγραμμα ODP.

Άρθρο 2

1.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής χλωροφθορανθράκων 11, 12, 113, 114 και 115 και άλλων πλήρως αλογονωμένων χλωροφθορανθράκων κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα I.

2.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής halons κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα II.

3.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής τετραχλωράνθρακα κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα III.

4.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής 1,1,1-τριχλωροαιθανίου κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα IV.

5.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής μεθυλοβρωμιδίου κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα V.

6.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής υδροβρωμοφθορανθράκων κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα VI.

7.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής υδροχλωροφθορανθράκων κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα VII.

8.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής βρωμοχλωρομεθανίου κατανέμονται κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008 για τους σκοπούς και στις εταιρείες που αναφέρονται στο παράρτημα VIII.

9.   Οι ποσοστώσεις εισαγωγής χλωροφθορανθράκων 11, 12, 113, 114 και 115, άλλων πλήρως αλογονωμένων χλωροφθορανθράκων, halons, τετραχλωράνθρακα, 1,1,1-τριχλωροαιθανίου, μεθυλοβρωμιδίου, υδροβρωμοφθορανθάκων, υδροχλωροφθορανθράκων και βρωμοχλωρομεθανίου για την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008, καθορίζονται στο παράρτημα IX.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2008 έως την 31η Δεκεμβρίου 2008.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στις ακόλουθες επιχειρήσεις:

 

Agropest Sp. z o.o.

ul. Górnicza 12/14

PL-91-765 Łódź

 

Albemarle Chemicals SAS

28, Étang de la Gaffette

F-13521 Port-de-Bouc

 

Albemarle Europe SPRL

Parc Scientifique Einstein

Rue du Bosquet 9

B-1348 Louvain-la-Neuve

 

Alcobre SA

C/Luis I, Nave 6-B

Poligono Industrial Vallecas

E-28031 Madrid

 

Arkema SA

420, rue d'Estienne D'Orves

F-92705 Colombes

 

AT-Karlovo

56 A, General Kartzov str.

Karlovo 4302

Bulgaria

 

Avantec SA

26, Avenue du Petit Parc

F-94683 Vincennes

 

Bang & Bonsomer

20/22 - 3 Jekaba str

LV-1050 Riga

 

BASF SE

Carl-Bosch-Str. 38

D-67605 Ludwigshafen

 

BaySystems Ibéria

Crta Vilaseca – La Pineda s/n

E-43006 Tarragona

 

Blye Engineering Co Ltd

Naxxar Road

San Gwann SGN 07

Malta

 

Bromotirrena Srl

Via Torino, 4

I-04022 Fondi (LT)

 

Calorie Fluor SAS

503, rue Hélène Boucher

ZI Buc — BP 33

F-78534 Buc Cedex

 

Desautel SAS

Parc d'Entreprises BP 9

F-01121 Montluel (Cedex)

 

Dow Deutschland Anlagegesellschaft mbH

Buetzflethersand

D-21683 Stade

 

DuPont de Nemours (Nederland) BV

Baanhoekweg 22

3313 LA Dordrecht

Nederland

 

Dyneon GmbH & Co KG

Werk Gendorf

D-84504 Burgkirchen

 

Empor d.o.o.

Leskoškova 9a

SLO-1000 Ljubljana

 

Etis d.o.o.

Trzaska 333

SLO-1000 Ljubljana

 

Eurobrom BV

Fosfaatweg 48

1013 BM Amsterdam

Nederland

 

Freolitus

Centrine g. 1D

Ramučiai, Kauno r. LT-54464

Lithuania

 

Fenner Dunlop

Oliemolenstraat 2

9203 ZN Drachten

Nederland

 

Fujifilm Electronic Materials (Europe) NV

Keetberglaan 1A

Haven 1061

B-2070 Zwijndrecht

 

G.A.L Cycle-Air Ltd

3, Sinopis Str.,

Strovolos

2835 Nicosia

Cyprus

 

Galco SA

Avenue Carton de Wiart 79

B-1090 Brussels

 

Harp International Ltd.

Gellihirion Industrial Estate

Rhondda Cynon Taff

Pontypridd CF37 5SX

United Kingdom

 

Honeywell Fluorine Products Europe BV

Laarderhoogtweg 18,

1101 EA Amsterdam

Nederland

 

Hovione Farmaciencia SA

Sete Casas

P-2674-506 Loures

 

Ineos Fluor Ltd

PO Box 13, The Heath

Runcorn, Cheshire WA7 4QX

United Kingdom

 

Laboratorios Miret SA (Lamirsa)

Geminis 4

E-08228 Terrassa (Barcelona)

 

Linde Gaz Polska Sp. z o.o.

al. Jana Pawla II 41 a

PL-31-864 Kraków

 

Matero Ltd

PO Box 51744

3508 Limassol

Cyprus

 

Mebrom NV

Assenedestraat 4

B-9940 Rieme Ertvelde

 

Poż-Pliszka Sp. z o.o.

ul. Szczecińska 45

PL-80-392 Gdańsk

 

PUPH SOLFUM Sp. z o.o.

ul. Ziemiańska 21

PL-95-070 Rąbień AB

 

Refrigerant Products Ltd.

Banyard Road

Portbury West

Bristol BS20 7XH

United Kingdom

 

Sigma Aldrich Company

The Old Brickyard, New Road

Gillingham SP8 4XT

United Kingdom

 

Sigma Aldrich Logistik GmbH

Riedstraße 2

D-89555 Steinheim

 

SJB Energy Trading BV

Slagveld 15

3230 AG Brielle

Nederland

 

Solquimia Iberia

C/Mexico no 3

E-50196 La Muela (Zaragoza)

 

Solvay Fluor GmbH

Hans-Böckler-Allee 20

D-30173 Hannover

 

Solvay Organics GmbH

Hans-Böckler-Allee 20

D-30173 Hannover

 

Solvay Solexis SpA

Viale Lombardia 20

I-20021 Bollate (MI)

 

Syngenta Crop Protection

Surrey Research Park

30 Priestly Road, Guildford Surrey

GU2 7YH

United Kingdom

 

Tazzetti Fluids SRL

Corso Europa n. 600/a

I-10070 Volpiano (TO)

 

Vrec-Co Import-Export Kft.

Kossuth u. 12

HU-6763 Szatymaz

 

Wigmors

ul. Irysowa 5

PL-51-117 Wrocław

 

Wilhelmsen Maritime Service AS

Wilhelmbarentstraat 50, 3165 AB

Rotterdam/Albrandswaard

Nederland

 

Zakłady Azotowe w Tarnowie-Mościcach

ul. Kwiatkowskiego 8

PL-33-101 Tarnów

 

Zephyr Kereskedelmi és Szolgáltató Kft.

6000 Kecskemét

Tatár sor 18.

Hungary

Βρυξέλλες, 30 Απριλίου 2008.

Για την Επιτροπή

Σταύρος ΔΉΜΑΣ

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 244 της 29.9.2000, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με την απόφαση 2007/540/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 198 της 31.7.2007, σ. 35).

(2)  ΕΕ C 164 της 18.7.2007, σ. 22.

(3)  ΕΕ L 88 της 29.3.2007, σ. 51.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΜΑΔΕΣ I ΚΑΙ II

Ποσοστώσεις εισαγωγής χλωροφθορανθράκων 11, 12, 113, 114 και 115 και άλλων πλήρως αλογονομένων χλωροφθορανθράκων, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για χρήση ως πρώτες ύλες και για καταστροφή κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

 

Avantec SA (FR)

 

Ineos Fluor Ltd (UK)

 

Honeywell Fluorine Products Europe (NL)

 

Solvay Fluor GmbH (DE)

 

Solvay Solexis SpA (IT)

 

Syngenta Crop Protection (UK)

 

Tazzetti Fluids Srl (IT)

 

Wilhelmsen Maritime Service AS (NL)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΟΜΑΔΑ III

Ποσοστώσεις εισαγωγής halons, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για χρήσεις κρίσιμης σημασίας και για καταστροφή κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

 

Avantec SA (FR)

 

BASF SE (DE)

 

Desautel SAS (FR)

 

Poz-Pliszka (PL)

 

Wilhelmsen Maritime Service AS (NL)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΟΜΑΔΑ IV

Ποσοστώσεις εισαγωγής τετραχλωράνθρακα, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για χρήση ως πρώτη ύλη και για καταστροφή κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

 

Dow Deutschland (DE)

 

Fenner Dunlop (NL)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΟΜΑΔΑ V

Ποσοστώσεις εισαγωγής 1,1,1–τριχλωροαιθανίου, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για χρήση ως πρώτη ύλη και για καταστροφή κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

 

Arkema SA (FR)

 

Fujifilm Electronic Materials Europe (BE)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΟΜΑΔΑ VI

Ποσοστώσεις εισαγωγής μεθυλοβρωμιδίου, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για εφαρμογές υγειονομικής απομόνωσης και προετοιμασίας προ της αποστολής φορτίου, για χρήση ως πρώτη ύλη και για καταστροφή, κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

 

AT-KARLOVO (BG)

 

Agropest Sp. z o.o. (PL)

 

Albemarle Chemicals (FR)

 

Albemarle Europe (BE)

 

Bang & Bonsomer (LV)

 

Bromotirrena Srl (IT)

 

Eurobrom BV (NL)

 

Mebrom NV (BE)

 

PUPH SOLFUM Sp. z o.o. (PL)

 

Sigma Aldrich Logistik (DE)

 

Zephyr Kereskedelmi és Szolgáltató Kft. (HU)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΟΜΑΔΑ VII

Ποσοστώσεις εισαγωγής υδροβρωμοφθορανθράκων, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για χρήση ως πρώτη ύλη κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

Hovione Farmaciencia SA (PT)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΟΜΑΔΑ VIII

Ποσοστώσεις εισαγωγής υδροχλωροφθορανθράκων, οι οποίες κατανέμονται σε παραγωγούς και εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 και με την απόφαση 2007/195/ΕΚ της Επιτροπής για χρήσεις ως πρώτη ύλη, ως μέσα επεξεργασίας, για ποιοτική αποκατάσταση, για καταστροφή και για άλλες εφαρμογές που επιτρέπονται δυνάμει του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

Παραγωγοί

 

Arkema SA (FR)

 

DuPont de Nemours (Nederland) BV (NL)

 

Honeywell Fluorine Products Europe BV (NL)

 

Ineos Fluor Ltd (UK)

 

Solvay Fluor GmbH (DE)

 

Solvay Organics GmbH (DE)

 

Solvay Solexis SpA (IT)

Εισαγωγείς

 

Alcobre SA (ES)

 

Avantec SA (FR)

 

Bay Systems Iberia (ES)

 

Blye Engineering Co Ltd (MT)

 

Calorie Fluor SA (FR)

 

Dyneon (DE)

 

Empor d.o.o. (SI)

 

Etis d.o.o. (SI)

 

Freolitus (LT)

 

Galco SA (BE)

 

G.AL. Cycle Air Ltd (CY)

 

Harp International Ltd (UK)

 

Linde Gaz Polska Sp. z o.o. (PL)

 

Matero Ltd (CY)

 

Mebrom NV (BE)

 

Refrigerant Products Ltd. (UK)

 

SJB Energy Trading BV (NL)

 

Sigma Aldrich Company (UK)

 

Solquimia Iberia, SL (ES)

 

Tazzetti Fluids SRL (IT)

 

Vrec-Co Export-Import Kft. (HU)

 

Wigmors (PL)

 

Wilhelmsen Maritime Service AS (NL)

 

Zakady Azotowe (PL)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΟΜΑΔΑ IX

Ποσοστώσεις εισαγωγής βρωμοχλωρομεθανίου, οι οποίες κατανέμονται σε εισαγωγείς σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2037/2000 για χρήση ως πρώτη ύλη κατά την περίοδο από 1ης Ιανουαρίου έως 31 Δεκεμβρίου 2008.

 

Albemarle Europe (BE)

 

Eurobrom BV (NL)

 

Laboratorios Miret SA (LAMIRSA) (ES)

 

Sigma Aldrich Logistik GmbH (DE)


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

(Το παρόν παράρτημα δεν δημοσιεύεται διότι περιέχει στοιχεία που καλύπτονται από το εμπορικό απόρρητο).


4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/77


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 21ης Μαΐου 2008

σχετικά με την εναρμόνιση της ζώνης συχνοτήτων 3 400-3 800 MHz για επίγεια συστήματα ικανά να παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στην Κοινότητα

[κοινοποιηθείσα υπό τον αριθμό Ε(2008) 1873]

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

(2008/411/ΕΚ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

την απόφαση αριθ. 676/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με ένα κανονιστικό πλαίσιο για την πολιτική του ραδιοφάσματος στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα (απόφαση για το ραδιοφάσμα) (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Επιτροπή υποστήριξε μια περισσότερο ευέλικτη χρήση του ραδιοφάσματος στην ανακοίνωσή της «Ταχεία πρόσβαση σε ραδιοφάσμα για υπηρεσίες ασύρματων ηλεκτρονικών επικοινωνιών μέσω μεγαλύτερης ευελιξίας» (2), η οποία, μεταξύ άλλων, διαλαμβάνει τη ζώνη συχνοτήτων 3 400-3 800 MHz. Η τεχνολογική ουδετερότητα και η ουδετερότητα παροχής υπηρεσιών έχουν υπογραμμιστεί από τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της γνώμης της ομάδας για την πολιτική ραδιοφάσματος (RSPG) σχετικά με την πολιτική ασύρματης πρόσβασης στις υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (WAPECS) της 23ης Νοεμβρίου 2005 ως σημαντικοί στόχοι κοινοτικής πολιτικής για την επίτευξη μιας πλέον ευέλικτης χρήσης του ραδιοφάσματος. Επιπλέον, σύμφωνα με τη συγκεκριμένη γνώμη, οι εν λόγω στόχοι πολιτικής δεν πρέπει να εισαχθούν απότομα αλλά σταδιακά, ούτως ώστε να αποφευχθούν τυχόν διαταραχές της αγοράς.

(2)

Ο καθορισμός της ζώνης 3 400-3 800 MHz για σταθερές, νομαδικές και κινητές εφαρμογές αποτελεί σημαντικό στοιχείο για τη σύγκλιση των τομέων των κινητών, των σταθερών επικοινωνιών και του τομέα των ραδιοτηλεοπτικών εκπομπών, και αντικατοπτρίζει την τεχνική καινοτομία. Οι υπηρεσίες που παρέχονται στην εν λόγω ζώνη συχνοτήτων πρέπει κυρίως να στοχεύουν στην πρόσβαση των τελικών χρηστών στις ευρυζωνικές επικοινωνίες.

(3)

Αναμένεται ότι οι υπηρεσίες ασύρματων ευρυζωνικών ηλεκτρονικών επικοινωνιών για τις οποίες θα καθοριστεί η ζώνη 3 400-3 800 MHz θα είναι, σε μεγάλο βαθμό, πανευρωπαϊκής κλίμακας, κατά την έννοια ότι οι χρήστες τέτοιων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σε ένα κράτος μέλος θα μπορούσαν, επίσης, να αποκτήσουν πρόσβαση σε ισοδύναμες υπηρεσίες σε οιοδήποτε άλλο κράτος μέλος.

(4)

Σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 2 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ, η Επιτροπή έδωσε, στις 4 Ιανουαρίου 2006, εντολή στην Ευρωπαϊκή διάσκεψη των διοικήσεων ταχυδρομείων και τηλεπικοινωνιών («CEPT»), να καθορίσει τους όρους παροχής εναρμονισμένων ζωνών ραδιοσυχνοτήτων στην ΕΕ για εφαρμογές ευρυζωνικής ασύρματης πρόσβασης (BWA).

(5)

Ανταποκρινόμενη στην εν λόγω εντολή, η CEPT συνέταξε έκθεση (έκθεση CEPT 15) για τις εφαρμογές BWA, στην οποία συμπεραίνεται ότι η ανάπτυξη σταθερών, νομαδικών και κινητών δικτύων είναι τεχνικώς εφικτή στην ζώνη συχνοτήτων των 3 400-3 800 MHz υπό τους τεχνικούς όρους που περιγράφονται στην απόφαση της επιτροπής ηλεκτρονικών επικοινωνιών ECC/DEC/(07)02 και στη σύσταση ECC/REC/(04)05.

(6)

Τα αποτελέσματα της εντολής στην CEPT πρέπει να καταστούν εφαρμόσιμα στην Κοινότητα και να υλοποιηθούν από τα κράτη μέλη χωρίς καθυστέρηση, λόγω της αγοραίας ζήτησης για την εισαγωγή υπηρεσιών χερσαίων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχουν ευρυζωνική πρόσβαση στις εν λόγω ζώνες. Συνεκτιμώντας τις διαφορές στην τρέχουσα χρήση και στην εμπορική ζήτηση των υποζωνών των 3 400-3 600 MHz και των 3 600-3 800 MHz σε εθνικό επίπεδο, πρέπει να οριστεί διαφορετική προθεσμία για τον καθορισμό και τη διάθεση των δύο υπο-ζωνών.

(7)

Ο καθορισμός και η διάθεση της ζώνης των 3 400-3 800 MHz με τα αποτελέσματα της εντολής για BWA αποτελεί αναγνώριση του γεγονότος ότι υπάρχουν και άλλες εφαρμογές στις εν λόγω ζώνες και δεν αποκλείει τη μελλοντική χρήση των εν λόγω ζωνών από άλλα συστήματα και υπηρεσίες, στα οποία οι εν λόγω ζώνες έχουν διατεθεί σύμφωνα με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών της ITU (καθορισμός σε μη αποκλειστική βάση). Στην έκθεση ECC Report 100 έχουν εκπονηθεί κατάλληλα κριτήρια διάθεσης για τη συνύπαρξη με άλλα συστήματα και υπηρεσίες στην ίδια και σε παρακείμενες ζώνες. Στην έκθεση αυτή, επιβεβαιώνεται, μεταξύ άλλων, το γεγονός ότι ο μερισμός με δορυφορικές υπηρεσίες είναι συχνά εφικτός, συνεκτιμώντας την έκταση της ανάπτυξής τους στην Ευρώπη, τις απαιτήσεις γεωγραφικού διαχωρισμού και την κατά περίπτωση αξιολόγηση της πραγματικής διαμόρφωσης του εδάφους.

(8)

Οι μάσκες άκρου φασματικού τμήματος (BEM) αποτελούν τεχνικές παραμέτρους που εφαρμόζονται σε ολόκληρο το φάσμα συγκεκριμένου χρήστη, ανεξαρτήτως του αριθμού καναλιών που καταλαμβάνει η τεχνολογία που έχει επιλέξει ο χρήστης. Οι εν λόγω μάσκες νοούνται ως τμήμα του καθεστώτος αδειοδότησης για τη χρήση φάσματος. Καλύπτουν τόσο τις εκπομπές στο πλαίσιο του τμήματος του φάσματος (δηλ. ισχύς εκπομπής εντός του τμήματος) καθώς και εκπομπές εκτός του τμήματος (δηλ. εκπομπές εκτός του τμήματος). Πρόκειται για κανονιστικές απαιτήσεις που αποβλέπουν στην αντιμετώπιση του κινδύνου επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ παρακείμενων δικτύων και δεν επηρεάζουν τα όρια που καθορίζονται στα πρότυπα εξοπλισμού βάσει της οδηγίας 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τον ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (3).

(9)

Η εναρμόνιση των τεχνικών όρων για τη διάθεση και αποδοτική χρήση του ραδιοφάσματος δεν καλύπτει την εκχώρηση, τις διαδικασίες αδειοδότησης και τα σχετικά χρονοδιαγράμματα, ούτε την απόφαση για τη χρήση –ή μη– ανταγωνιστικών διαδικασιών επιλογής για την εκχώρηση ραδιοσυχνοτήτων, οι οποίες θα οργανωθούν από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία.

(10)

Η ύπαρξη διαφορών μεταξύ των εθνικών κληροδοτημένων καθεστώτων μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό. Το υφιστάμενο πλαίσιο κανονιστικών ρυθμίσεων παρέχει στα κράτη μέλη τα μέσα ώστε να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα αυτά κατά τρόπο ισόρροπο, ισότιμο και αντικειμενικό, σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία, συμπεριλαμβανομένης της οδηγίας 2002/20/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την αδειοδότηση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την αδειοδότηση) (4) και την οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία πλαίσιο) (5).

(11)

Η χρήση της ζώνης των 3 400-3 800 MHz από άλλες υφιστάμενες εφαρμογές σε τρίτες χώρες μπορεί να περιορίσει την θέσπιση και χρήση της εν λόγω ζώνης από ηλεκτρονικά δίκτυα επικοινωνιών σε αρκετά κράτη μέλη. Οι πληροφορίες για τέτοιου είδους περιορισμούς διαβιβάζονται στην Επιτροπή σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 6 παράγραφος 2 της απόφασης αριθ. 676/2002/ΕΚ και να δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 5 της απόφασης 676/2002/ΕΚ.

(12)

Για να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η αποδοτική χρήση της ζώνης των 3 400-3 800 MHz, θα πρέπει οι δημόσιες διοικήσεις να συνεχίσουν τις μελέτες από τις οποίες ενδέχεται να προκύψουν αποδοτικότερες και καινοτόμες χρήσεις, όπως είναι οι αρχιτεκτονικές διαπλεγμένων δικτύων. Τέτοιου είδους μελέτες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη όταν εξετάζεται το ενδεχόμενο αναθεώρησης της παρούσας απόφασης.

(13)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής ραδιοφάσματος,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Σκοπός της παρούσας απόφασης είναι η εναρμόνιση, υπό την επιφύλαξη της προστασίας και συνεχιζόμενης εκμετάλλευσης άλλων υφισταμένων χρήσεων της ζώνης, των προϋποθέσεων για τη διάθεση και αποδοτική χρήση της ζώνης συχνοτήτων των 3 400-3 800 MHz για επίγεια συστήματα ικανά να παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Άρθρο 2

1.   Το αργότερο έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας απόφασης, τα κράτη μέλη καθορίζουν και διαθέτουν, χωρίς αποκλειστικότητα, τη ζώνη των 3 400-3 600 MHz για επίγεια δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τηρουμένων των παραμέτρων που παρατίθενται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

2.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2012, τα κράτη μέλη καθορίζουν και έπειτα διαθέτουν, χωρίς αποκλειστικότητα, τη ζώνη 3 600-3 800 MHz για επίγεια δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τηρουμένων των παραμέτρων που παρατίθενται στο παράρτημα της παρούσας απόφασης.

3.   Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα αναφερόμενα στις παραγράφους (1) και (2) δίκτυα να παρέχουν την ενδεδειγμένη προστασία στα συστήματα σε παρακείμενες ζώνες.

4.   Τα κράτη μέλη δεν υποχρεούνται να εφαρμόζουν τις υποχρεώσεις δυνάμει της παρούσας απόφασης σε γεωγραφικές περιοχές όπου ο συντονισμός με τρίτες χώρες απαιτεί απόκλιση από τις παραμέτρους του παραρτήματος της παρούσας απόφασης.

Τα κράτη μέλη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για να αποφύγουν τις ανωτέρω αποκλίσεις, τις οποίες γνωστοποιούν στην Επιτροπή, περιλαμβανομένων των επηρεαζόμενων γεωγραφικών περιοχών, δημοσιοποιούν δε τις σχετικές πληροφορίες κατ’εφαρμογήν της απόφασης 676/2002/ΕΚ.

Άρθρο 3

Τα κράτη μέλη καθιστούν δυνατή τη χρήση της ζώνης συχνοτήτων των 3 400-3 800 MHz σύμφωνα με το άρθρο 2 για δίκτυα σταθερών, νομαδικών και κινητών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη ασκούν ενδελεχή έλεγχο στη χρήση της ζώνης συχνοτήτων 3 400-3 800 MHz και υποβάλλουν στην Επιτροπή έκθεση με τα πορίσματά τους ώστε να καθίσταται δυνατή η συστηματική και έγκαιρη αναθεώρηση της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 5

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 21 Μαΐου 2008.

Για την Επιτροπή

Viviane REDING

Μέλος της Επιτροπής


(1)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 1.

(2)  COM(2007) 50.

(3)  ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 (ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

(4)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 21.

(5)  ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33. Οδηγία όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 717/2007 (ΕΕ L 171 της 29.6.2007, σ. 32).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΑΝΑΦΕΡΟΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 2

Οι ακόλουθες τεχνικές παράμετροι με την ονομασία Block Edge Mask (BEM – μάσκα άκρου φασματικού τμήματος) αποτελούν ουσιαστική συνιστώσα των αναγκαίων προϋποθέσεων συνύπαρξης όταν δεν υπάρχουν διμερείς ή πολυμερείς συμφωνίες μεταξύ παρακείμενων δικτύων. Μπορούν επίσης να εφαρμόζονται λιγότερο αυστηρές τεχνικές παράμετροι που συμφωνούνται μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης τέτοιων δικτύων. Ο εξοπλισμός που λειτουργεί στην υπόψη ζώνη συχνοτήτων μπορεί επίσης να χρησιμοποιεί όρια e.i.r.p. (1) διαφορετικά από τα παρατιθέμενα κατωτέρω, υπό τον όρο ότι εφαρμόζονται κατάλληλες τεχνικές περιορισμού που συνάδουν με την οδηγία 1999/5/ΕΚ και προσφέρουν τουλάχιστον ισοδύναμο επίπεδο προστασίας με εκείνο που παρέχουν οι παρούσες τεχνικές παράμετροι (2).

A)   ΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΕΝΤΌΣ ΤΟΥ ΦΑΣΜΑΤΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ

Πίνακας 1

Όρια φασματικής πυκνότητας e.i.r.p. για εφαρμογές σταθερής και νομαδικής επικοινωνίας στη ζώνη συχνοτήτων μεταξύ 3 400 και 3 800 MHz

Τύπος σταθμού

Μέγιστη φασματική πυκνότητα e.i.r.p.

(dBm/MHz)

(συμπεριλαμβανομένων ανοχών και εύρους του αυτόματου ελέγχου ισχύος πομπού, ATPC)

Κεντρικός σταθμός (και σταθμός αναμετάδοσης κατερχόμενης ζεύξης)

+53

Υπαίθριος τερματικός σταθμός (και σταθμός αναμετάδοσης ανερχόμενης ζεύξης)

+50

Τερματικός σταθμός (στεγασμένος)

+42

Σημείωση 1: Η αναγραφόμενη στον πίνακα αριθμητική τιμή φασματικής πυκνότητας e.i.r.p. του κεντρικού σταθμού θεωρείται κατάλληλη για συμβατικές κεραίες κάλυψης τομέα 90 μοιρών.


Πίνακας 2

Όρια φασματικής πυκνότητας e.i.r.p. για εφαρμογές κινητής επικοινωνίας στη ζώνη συχνοτήτων μεταξύ 3 400 και 3 800 MHz

Τύπος σταθμού

Μέγιστη φασματική πυκνότητα e.i.r.p.

(dBm/MHz)

(ελάχιστο εύρος ATPC: 15 dB)

Κεντρικός σταθμός

+53

Τερματικός σταθμός

+25

Σημείωση 1: Η αναγραφόμενη στον πίνακα αριθμητική τιμή φασματικής πυκνότητας e.i.r.p. του κεντρικού σταθμού θεωρείται κατάλληλη για συμβατικές κεραίες κάλυψης τομέα 90 μοιρών.

B)   ΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΕΚΤΌΣ ΤΟΥ ΦΑΣΜΑΤΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ (BEM/ΜΑΣΚΑ ΑΚΡΟΥ ΦΑΣΜΑΤΙΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥΣ ΣΤΑΘΜΟΥΣ)

Σχήμα

Εκπομπές κεντρικού σταθμού εκτός του φασματικού τμήματος

Image

Πίνακας

Συνοπτική περιγραφή BEM/μάσκας άκρου φασματικού τμήματος για κεντρικούς σταθμούς

Μετατόπιση συχνότητας

Όρια πυκνότητας ισχύος εξόδου πομπού του κεντρικού σταθμού

(dBm/MHz)

Εντός της ζώνης (εντός του εκχωρημένου φασματικού τμήματος)

Βλέπε πίνακες 1 και 2

ΔF = 0

– 6

0<ΔF<A

– 6 – 41· (ΔF/A)

A

– 47

A<ΔF<B

– 47 – 12· [(ΔF – A)/(B – A)]

ΔF≥B

– 59


(1)  Ισοδύναμη ισότροπα ακτινοβολούμενη ισχύς.

(2)  Οι γενικοί τεχνικοί όροι που εφαρμόζονται σε σταθερά και νομαδικά δίκτυα περιγράφονται στα εναρμονισμένα πρότυπα EN 302 326-2 και EN 302 326-3, τα οποία περιλαμβάνουν επίσης ορισμούς του κεντρικού σταθμού και του τερματικού σταθμού. Ο όρος «κεντρικός σταθμός» μπορεί να θεωρηθεί ισοδύναμος προς τον όρο «βασικός σταθμός» στο πλαίσιο κυψελοειδών δικτύων κινητής επικοινωνίας.


III Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει της συνθήκης ΕΕ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΕΓΚΡΙΘΕΙΣΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΤΙΤΛΟΥ V ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΕ

4.6.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 144/82


ΑΠΌΦΑΣΗ CHAD/3/2008 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΟΛΙΤΙΚΉΣ ΚΑΙ ΑΣΦΆΛΕΙΑΣ

της 28ης Μαΐου 2008

για την τροποποίηση της απόφασης CHAD/1/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας που αφορά την αποδοχή των συνεισφορών τρίτων κρατών στη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία και της απόφασης CHAD/2/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας σχετικά με τη σύσταση της επιτροπής συνεισφερόντων για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία

(2008/412/ΚΕΠΠΑ)

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως το άρθρο 25 τρίτο εδάφιο,

την κοινή δράση 2007/677/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2007, για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (1), και ιδίως το άρθρο 10 παράγραφος 2,

την απόφαση CHAD/1/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 13ης Φεβρουαρίου 2008, που αφορά την αποδοχή των συνεισφορών τρίτων κρατών στη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (2), και την απόφαση CHAD/2/2008 της Επιτροπής Πολιτικής Ασφάλειας, της 18ης Μαρτίου 2008, σχετικά με τη σύσταση της επιτροπής συνεισφερόντων για τη στρατιωτική επιχείρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στη Δημοκρατία του Τσαντ και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Κατόπιν των συστάσεων του διοικητή επιχειρήσεων της ΕΕ και της στρατιωτικής επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη συνεισφορά της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η συνεισφορά της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα πρέπει να γίνει αποδεκτή.

(2)

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του πρωτοκόλλου σχετικά με τη θέση της Δανίας το οποίο προσαρτάται στη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η Δανία δεν συμμετέχει στην εκπόνηση και την υλοποίηση αποφάσεων και δράσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες έχουν επιπτώσεις στην άμυνα,

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ:

Άρθρο 1

Το άρθρο 1 της απόφασης CHAD/1/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 13ης Φεβρουαρίου 2008, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

Συνεισφορές τρίτων χωρών

Μετά τις συσκέψεις συγκρότησης δυνάμεων και περαιτέρω διαβουλεύσεις, οι συνεισφορές της Δημοκρατίας της Αλβανίας και της Ρωσικής Ομοσπονδίας γίνονται αποδεκτές για τη στρατιωτική επιχείρηση της ΕΕ στη Δημοκρατία του Τσαντ και στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία.».

Άρθρο 2

Το παράρτημα της απόφασης CHAD/2/2008 της Επιτροπής Πολιτικής και Ασφάλειας, της 18ης Μαρτίου 2008, αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Κατάλογος των τρίτων κρατών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1

η Δημοκρατία της Αλβανίας

η Ρωσική Ομοσπονδία».

Άρθρο 3

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες, 28 Μαΐου 2008.

Για την Επιτροπή Πολιτικής και Ασφάλειας

Η Πρόεδρος

M. IPAVIC


(1)  ΕΕ L 279 της 23.10.2007, σ. 21.

(2)  ΕΕ L 56 της 29.2.2008, σ. 64.

(3)  ΕΕ L 107 της 17.4.2008, σ. 60.


  翻译: