ISSN 1725-2547 doi:10.3000/17252547.L_2009.261.ell |
||
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 261 |
|
Έκδοση στην ελληνική γλώσσα |
Νομοθεσία |
52ό έτος |
Περιεχόμενα |
|
I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική |
Σελίδα |
|
|
ΟΔΗΓΙΕΣ |
|
|
* |
Οδηγία 2009/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς ( 1 ) |
|
|
* |
Οδηγία 2009/75/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (στατικές δοκιμές) ( 1 ) |
|
|
|
(1) Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ |
EL |
Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος. Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο. |
I Πράξεις εγκριθείσες δυνάμει των συνθηκών ΕΚ/Ευρατόμ των οποίων η δημοσίευση είναι υποχρεωτική
ΟΔΗΓΙΕΣ
3.10.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 261/1 |
ΟΔΗΓΊΑ 2009/57/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 13ης Ιουλίου 2009
σχετικά με τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς
(κωδικοποιημένη έκδοση)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής κ. ι Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
H οδηγία 77/536/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1977, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών που αφορούν στις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (3) έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα και ουσιωδώς (4). Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας. |
(2) |
Η οδηγία 77/536/ΕΟΚ είναι μια από τις ειδικές οδηγίες για το σύστημα έγκρισης ΕΚ τύπου που προβλεπόταν από την οδηγία 74/150/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 1974, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στην έγκριση των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, η οποία αντικαταστάθηκε από την οδηγία 2003/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, σχετικά με την έγκριση τύπου γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, των ρυμουλκημένων και των εναλλάξιμων ρυμουλκούμενων μηχανημάτων τους, καθώς και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών ενοτήτων των οχημάτων αυτών (5), και θεσπίζει τις τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με τη σύλληψη και την κατασκευή των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, όσον αφορά τις διατάξεις προστασίας, που είναι προσαρμοσμένες στο πίσω μέρος, σε περίπτωση ανατροπής. Οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές αφορούν την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών ενόψει της εφαρμογής, για κάθε τύπο ελκυστήρα, της διαδικασίας έγκρισης ΕΚ τύπου, η οποία προβλέπεται από την οδηγία 2003/37/ΕΚ. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της οδηγίας 2003/37/ΕΚ σχετικά με τους γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες, τα ρυμουλκούμενα τους και τα εναλλάξιμα ρυμουλκούμενα μηχανήματα καθώς και τα συστήματα, τα κατασκευαστικά στοιχεία και τις χωριστές τεχνικές ενότητες των οχημάτων εφαρμόζονται στην παρούσα οδηγία. |
(3) |
Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίξει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα Χ μέρος Β, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επί των ελκυστήρων που καθορίζονται στο άρθρο 2 στοιχείο ι) της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, οι οποίοι έχουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) |
απόσταση εκ του εδάφους 1 000 χιλιοστόμετρα κατά μέγιστο όριο, |
β) |
σταθερό εύρος μεταξύ των ιχνών των τροχών ή ρυθμιζόμενο εύρος μεταξύ των ιχνών των τροχών ενός εκ των κινητηρίων αξόνων 1 150 χιλιοστόμετρα ή περισσότερο, |
γ) |
δυνατότητα να είναι εφοδιασμένοι με διάταξη σύζευξης πολλαπλών σημείων για τα μεταθέσιμα εργαλεία και με διάταξη έλξης, |
δ) |
μάζα περιλαμβανόμενη μεταξύ 1,5 και 6 τόνων, αντιστοιχούσα στη μάζα χωρίς φορτίο του ελκυστήρα που προβλέπεται στο σημείο 2.1.1. του παραρτήματος I της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τοποθετημένη σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τα ελαστικά της μεγαλύτερης διαμέτρου η οποία συνιστάται από τον κατασκευαστή. |
Άρθρο 2
1. Κάθε κράτος μέλος χορηγεί επικύρωση ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου σε κάθε τύπο διάταξης προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και τη στερέωσή της επί του ελκυστήρα, που είναι σύμφωνος με τις προβλεπόμενες στα παραρτήματα I ως V προδιαγραφές κατασκευής και δοκιμής.
2. Το κράτος μέλος που χορηγεί επικύρωση ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εποπτεύει, οσάκις αυτό είναι απαραίτητο, την πιστότητα της κατασκευής προς τον επικυρωμένο τύπο, εν ανάγκη σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών. Η εποπτεία αυτή περιορίζεται σε δειγματοληψίες.
Άρθρο 3
Τα κράτη μέλη χορηγούν στον κατασκευαστή ελκυστήρα ή στον κατασκευαστή διάταξης προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, ή στους αντιστοίχους εντολοδόχους τους, σήμα επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου σύμφωνο προς το υπόδειγμα που καθορίζεται στο παράρτημα VI για κάθε τύπο διάταξης προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και της στερέωσής της επί του ελκυστήρα που επικυρώνουν βάσει του άρθρου 2.
Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για να εμποδίζουν τη χρήση σημάτων που δύνανται να προκαλέσουν συγχύσεις μεταξύ άλλων διατάξεων και των διατάξεων αυτών, ο τύπος των οποίων έχει επικυρωθεί βάσει του άρθρου 2.
Άρθρο 4
1. Κράτος μέλος δεν δύναται να απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα για λόγους που αφορούν στην κατασκευή τους, εφόσον αυτές φέρουν το σήμα επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου.
2. Πάντως, ένα κράτος μέλος δύναται να απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά διατάξεων που φέρουν το σήμα επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου, οι οποίες, κατά συστηματικό τρόπο, δεν είναι σύμφωνες προς τον επικυρωμένο τύπο.
Το κράτος αυτό ενημερώνει αμέσως τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή για τα ληφθέντα μέτρα, καθορίζοντας τους λόγους της απόφασης του.
Άρθρο 5
Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους αποστέλλουν σ’ αυτές των άλλων κρατών μελών εντός προθεσμίας ενός μηνός, αντίγραφο των δελτίων επικύρωσης, το υπόδειγμα των οποίων εμφαίνεται στο παράρτημα VII, που συμπληρώνονται για κάθε τύπο διάταξής προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, τον οποίον επικυρώνουν ή αρνούνται να επικυρώσουν.
Άρθρο 6
1. Αν το κράτος μέλος το οποίο χορήγησε επικύρωση ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου διαπιστώσει ότι πολλές εκ των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα που φέρουν το αυτό σήμα επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου δεν είναι σύμφωνες προς τον επικυρωμένο τύπο, λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλισθεί η πιστότητα της κατασκευής προς τον επικυρωμένο τύπο. Οι αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού ενημερώνουν αυτές των άλλων κρατών μελών για τα ληφθέντα μέτρα, τα οποία δύνανται να επεκτείνουν, όταν πρόκειται για σοβαρή και επαναλαμβανομένη έλλειψη πιστότητας μέχρι την ανάκληση της επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου. Οι εν λόγω αρχές λαμβάνουν τα ίδια μέτρα αν ενημερωθούν από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους για την έλλειψη πιστότητας.
2. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ενημερώνονται αμοιβαία, εντός προθεσμίας ενός μηνός, για την ανάκληση χορηγηθείσας επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου, καθώς και για τους λόγους που δικαιολογούν το μέτρο αυτό.
Άρθρο 7
Κάθε απόφαση που αφορά άρνηση ή ανάκληση επικύρωσης ή απαγόρευση διάθεσης στην αγορά ή χρήσης, ληφθείσα βάσει των διατάξεων που θεσπίσθηκαν σε εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, αιτιολογείται επακριβώς. Κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο με την υπόδειξη των ενδίκων μέσων που προβλέπονται από την ισχύουσα στα κράτη μέλη νομοθεσία και των προθεσμιών εντός των οποίων αυτά τα ένδικα μέσα δύνανται να ασκηθούν.
Άρθρο 8
1. Κράτος μέλος δεν δύναται να αρνηθεί να χορηγήσει έγκριση ΕΚ τύπου ή να εκδώσει το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 2, στοιχείο κα), της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, ή να χορηγήσει εθνική έγκριση τύπου ελκυστήρος για λόγους που αφορούν στις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, εάν ο ελκυστήρας αυτός πληροί τις προδιαγραφές των παραρτημάτων Ι έως ΙΧ.
2. Τα κράτη μέλη δεν δύνανται πλέον να χορηγούν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 2, στοιχείο κα), της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, για έναν τύπο ελκυστήρος, εάν αυτός δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.
Τα κράτη μέλη δύνανται να αρνούνται να χορηγήσουν εθνική έγκριση τύπου για έναν τύπο ελκυστήρος, εάν δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 9
Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να αρνούνται την καταχώριση ούτε να απαγορεύουν την πώληση, την πρώτη θέση σε κυκλοφορία ή τη χρήση των ελκυστήρων για λόγους που αφορούν στις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, αν τηρούνται οι προβλεπόμενες στα παραρτήματα Ι έως ΙΧ προδιαγραφές.
Άρθρο 10
Εντός του πλαισίου της έγκρισης ΕΚ τύπου, κάθε ελκυστήρας στον οποίο αναφέρεται το άρθρο 1 πρέπει να είναι εφοδιασμένος με διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, η οποία πληροί τις προδιαγραφές των παραρτημάτων I ως IV.
Άρθρο 11
Οι αναγκαίες τροποποιήσεις για την προσαρμογή στην τεχνική πρόοδο των παραρτημάτων Ι έως ΙΧ θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 20 παράγραφος 3 της οδηγίας 2003/37/ΕΚ.
Άρθρο 12
Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 13
Η οδηγία 77/536/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που απαριθμούνται στο παράρτημα Χ μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα Χ μέρος Β.
Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ότι γίνονται στη παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που εμφαίνεται στο παράρτημα ΧΙ.
Άρθρο 14
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από 1ης Ιανουαρίου 2010.
Άρθρο 15
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2009.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
H.-G. PÖTTERING
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
E. ERLANDSSON
(1) ΕΕ C 10 της 15.1.2008, σ. 21.
(2) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Σεπτεμβρίου 2007 (ΕΕ C 219 Ε της 28.8.2008, σ. 68) και απόφαση του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 2009.
(3) ΕΕ L 220 της 29.8.1977, σ. 1.
(4) Βλέπε παράρτημα X, μέρος Α.
(5) ΕΕ L 171 της 9.7.2003, σ. 1.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΩΝ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I |
Όροι επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II |
Όροι των δοκιμών αντοχής των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής ως επίσης και της στερέωσης τους επί του ελκυστήρα |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III |
Διαδικασίες δοκιμής |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV |
Εικόνες |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V |
Πρακτικό που αφορά στις δοκιμές επικύρωσης ΕΚ για μια διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής (θάλαμος ή πλαίσιο ασφάλειας) όσον αφορά στην αντοχή της καθώς επίσης και στην αντοχή της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI |
Σήμανση |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII |
Υπόδειγμα δελτίου επικύρωσης ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII |
Όροι έγκρισης ΕΚ τύπου |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX |
Υπόδειγμα του παραρτήματος στο δελτίο έγκρισης ΕΚ τύπου ελκυστήρα που αφορά στην αντοχή των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής (θάλαμος ή πλαίσιο ασφαλείας) καθώς επίσης και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X |
Μέρος Α: Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της Μέρος Β: Προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI |
Πίνακας αντιστοιχίας |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Όροι επικύρωσης τύπου κατασκευαστικού στοιχείου ΕΚ
1. ΟΡΙΣΜΟΣ
1.1. |
Ως «διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής» (θάλαμος ή πλαίσιο ασφαλείας), νοούνται οι προβλεπόμενες δομές επί ελκυστήρα που έχουν ως βασικό στόχο να αποσοβήσουν ή να περιορίσουν τους κινδύνους που διατρέχει ο οδηγός σε περίπτωση ανατροπής του ελκυστήρα κατά τη διάρκεια της κανονικής χρησιμοποιήσεώς του. |
1.2. |
Οι αναφερόμενες στο σημείο 1.1. δομές χαρακτηρίζονται εκ του γεγονότος ότι, σε περίπτωση ανατροπής του ελκυστήρα, παρουσιάζουν ελεύθερο χώρο επαρκώς μεγάλο για να προστατευθεί ο οδηγός. |
2. ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
2.1. |
Όλες οι διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και η στερέωσή τους επί του ελκυστήρα πρέπει να έχουν σχεδιασθεί και κατασκευασθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν το βασικό σκοπό που υποδεικνύεται στο σημείο 1. |
2.2. |
Η απαίτηση αυτή ελέγχεται με μία από τις δύο μεθόδους δοκιμών που περιγράφονται στο παράρτημα III. Η εκλογή της μεθόδου πραγματοποιείται συναρτήσει της μάζας του ελκυστήρα ανάλογα με τα ακόλουθα κριτήρια:
|
3. ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΙΚΥΡΩΣΕΩΣ ΕΚ ΤΥΠΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ
3.1. |
Η αίτηση επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου όσον αφορά στην αντοχή των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και της στερεώσεώς τους επί του ελκυστήρα υποβάλλεται από τον κατασκευαστή του ελκυστήρα ή από τον κατασκευαστή της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής ή υπό των αντιστοίχων εντολοδόχων τους. |
3.2. |
Η αίτηση επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου πρέπει να συνοδεύεται υπό των αναφερομένων κατωτέρω στοιχείων, εις τριπλούν και υπό των ακολούθων ενδείξεων:
|
3.3. |
Ένας ελκυστήρας αντιπροσωπευτικός του τύπου του ελκυστήρα για τον οποίο προορίζεται η διάταξη προστασίας που πρέπει να επικυρωθεί υποβάλλεται στην τεχνική υπηρεσία την επιφορτισμένη με τις δοκιμές επικυρώσεως. Ο ελκυστήρας αυτός είναι εφοδιασμένος διά της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής. |
3.4. |
Ο κάτοχος της επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου δύναται να ζητήσει να επεκταθεί αυτή σε άλλους τύπους ελκυστήρων. Οι αρμόδιες αρχές που χορήγησαν την αρχική επικύρωση ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου χορηγούν την αιτουμένη επέκταση αν η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής και ο (οι) τύπος(-οι) του ελκυστήρα για τους οποίους αιτείται η επέκταση της αρχικής επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου ανταποκρίνονται στις ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
4. ΕΓΓΡΑΦΕΣ
4.1. |
Κάθε διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, σύμφωνη με τον επικυρωθέντα τύπο, πρέπει να φέρει τις ακόλουθες εγγραφές:
|
4.2. |
Όλες οι ενδείξεις αυτές πρέπει να παρουσιάζονται επί μικράς πινακίδος. |
4.3. |
Οι εγγραφές πρέπει να εναποθέτονται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ορατές, αναγνώσιμες και ανεξίτηλες. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Όροι των δοκιμών αντοχής των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής ως επίσης και της στερέωσης τους επί του ελκυστήρα
1. ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΣΕΙΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
1.1. Σκοπός των δοκιμών
Οι πραγματοποιούμενες δοκιμές με τη βοήθεια ειδικών διατάξεων προορίζονται να υποκαταστήσουν τις επιβαλλόμενες φορτίσεις, σε περίπτωση ανατροπής του ελκυστήρα, στη διάταξη προστασίας. Οι δοκιμές αυτές, περιγραφόμενες στο παράρτημα III, πρέπει να επιτρέπουν την εκτίμηση της αντοχής της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς επίσης και της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα.
1.2. Προετοιμασία της δοκιμής
1.2.1. |
Η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής πρέπει να ελέγχεται επί ελκυστήρα ανήκοντος στον τύπο για τον οποίο έχει σχεδιασθεί. Πρέπει να στερεώνεται επί του ελκυστήρα σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή του ελκυστήρα και/ή του κατασκευαστή της διατάξεως προστασίας. |
1.2.2. |
Για τις δοκιμές, ο ελκυστήρας πρέπει να είναι εξοπλισμένος με όλα τα στοιχεία της παραγωγής σε σειρά τα οποία δύνανται να επηρεάζουν την αντοχή της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής ή τα οποία δύνανται να είναι απαραίτητα στη δοκιμή της αντιστάσεως. Τα στοιχεία που δύνανται να επιφέρουν απρόοπτα γεγονότα εντός της ζώνης απελευθερώσεως πρέπει επίσης να προσαρμοσθούν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να είναι δυνατό να εξετασθεί αν συγκεντρώνονται οι απαιτούμενοι υπό του παρόντος παραρτήματος σημείο 4.1. όροι. |
1.2.3. |
Οι δοκιμές εκτελούνται επί του ελκυστήρα σε στάση. |
1.3. Μάζα του ελκυστήρα
Η ζυγισθείσα μάζα του ελκυστήρα W, που χρησιμοποιείται στους τύπους (βλέπε παράρτημα III, μέρη Α και Β) για τον υπολογισμό του ύψους πτώσεως του εκκρεμούς και της δυνάμεως συνθλίψεως, είναι τουλάχιστον αυτή που ορίζεται στο σημείο 2.1.1. του παραρτήματος I της οδηγίας 2003/37/ΕΚ (δηλαδή χωρίς τα προαιρετικά εξαρτήματα αλλά στην οποία περιλαμβάνεται το ύδωρ ψύξεως, τα λιπαντικά, τα καύσιμα, τα εργαλεία και ο οδηγός) συν τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής και μείον 75 kg. Δεν λαμβάνονται υπόψη το προαιρετικό εμπρόσθιο ή οπίσθιο έρμα, το έρμα των ελαστικών, τα φερόμενα όργανα και εξοπλισμός ή κάθε ειδικό όργανο.
2. ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
2.1. Βάρος του εκκρεμούς
2.1.1. |
Ένα βάρος αιωρείται διά δύο αλύσεων ή καλωδίων εκ των στροφέων που κείνται σε απόσταση τουλάχιστον 6 m από το έδαφος. Έχει προβλεφθεί μέσο για την ανεξάρτητη ρύθμιση του ύψους αιωρήσεως και της γωνίας μεταξύ του βάρους και των αλύσεων ή των καλωδίων. |
2.1.2. |
Το βάρος είναι 2 000 ± 20 kg, εξαιρουμένου του βάρους των αλύσεων ή των καλωδίων, το οποίο δεν υπερβαίνει τα 100 kg. Το μήκος των πλευρών της όψεως κρούσεως θα είναι 680 ± 20 χιλιοστόμετρα (βλέπε παράρτημα IV εικόνα 4). Το βάρος συμπληρώνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους του να παραμένει σταθερά. |
2.1.3. |
Έχει προβλεφθεί μέσο έλξεως του βάρους προς τα όπισθεν για να αποτελέσει εκκρεμές, σε ύψος προσδιοριζόμενο για κάθε δοκιμή. Ο μηχανισμός ταχείας απελευθερώσεως δίνει στο βάρος τη δυνατότητα να ταλαντώνεται προς τα κάτω, χωρίς αυτό να αποκτήσει κλίση σε σχέση προς τις αλύσεις ή τα καλώδια που το συγκρατούν. |
2.2. Φορείς του εκκρεμούς
Οι στροφείς του εκκρεμούς στερεώνονται σταθερώς ούτως ώστε η μετατόπισή τους καθ’ οποιαδήποτε διεύθυνση να μην υπερβαίνει το 1 % του ύψους πτώσεως.
2.3. Αγκύρωση
2.3.1. |
Ο ελκυστήρας αγκυρώνεται στο έδαφος, διά διατάξεων συγκρατήσεως και θέσεως υπό τάση, σε σιδηρές ράβδους στερεωμένες σταθερώς σε πλάκα εξ ανθεκτικού σκυροδέματος. Οι σιδηρές ράβδοι απέχουν μεταξύ τους κατά τρόπο κατάλληλο ώστε να επιτρέπεται η αγκύρωση του ελκυστήρα σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνες 5, 6 και 7. Κατά τη διάρκεια κάθε δοκιμής, οι τροχοί του ελκυστήρα και τα υποστηρίγματα των χρησιμοποιουμένων αξόνων κείνται επί της ανθεκτικής πλάκας. |
2.3.2. |
Εκτός της διατάξεως θέσεως υπό τάση και της διατάξεως στερεώσεως στις σιδηρές ράβδους, η αγκύρωση περιλαμβάνει τα καλώδια των οποίων η διάσταση ανταποκρίνεται στις δεδομένες εξειδικεύσεις. Τα μεταλλικά καλώδια είναι κυκλικής διατομής, με κλώνους, με ινώδη ψυχή, συστάσεως 6 × 19, σύμφωνα προς την ISO 2408. Η ονομαστική διάμετρος είναι 13mm. |
2.3.3. |
Ο κεντρικός στροφέας αρθρωτού ελκυστήρα συγκρατείται και αγκυρώνεται στο έδαφος κατά τρόπο κατάλληλο για τις προσκρούσεις τις εμπρόσθιες, τις οπίσθιες και τις πλευρικές καθώς επίσης και για τις δοκιμές συνθλίψεως και εξάλλου, συγκρατείται πλευρικά για την πλευρική σύγκρουση. Οι τροχοί έμπροσθεν και όπισθεν δεν πρέπει να ευρίσκονται αναγκαίως στην ίδια ευθεία, αν αυτό πρέπει να διευκολύνει την τοποθέτηση των καταλλήλων καλωδίων. |
2.4. Σφήνα για τον τροχό και δοκός
2.4.1. |
Μία δοκός χρησιμοποιείται σαν σφήνα για τον τροχό κατά την πλευρική πρόσκρουση, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 7. |
2.4.2. |
Μία δοκός από μαλακό ξύλο, διατομής περίπου 150 × 150 mm, σφηνώνεται επί του εδάφους για να συγκρατήσει τους τροχούς στην αντίθετη της προσκρούσεως πλευρά, σύμφωνα με το παράρτημα ΙV εικόνες 5, 6 και 7. |
2.5. Σφήνες και καλώδια αγκυρώσεως για ελκυστήρες αρθρωτούς
2.5.1. |
Συμπληρωματικές σφήνες και καλώδια προβλέπονται επί των αρθρωτών ελκυστήρων. Ο σκοπός τους είναι να εξασφαλίσουν στο τμήμα του ελκυστήρα που φέρει τη δομή προστασίας ακαμψία ισοδύναμη προς αυτή συμπαγούς ελκυστήρα. |
2.5.2. |
Για τις δοκιμές προσκρούσεως και συνθλίψεως, συμπληρωματικές ειδικές λεπτομέρειες παρέχονται στο παράρτημα III. |
2.6. Διάταξη συνθλίψεως
Μία διάταξη, απεικονιζόμενη στο παράρτημα IV εικόνα 8, πρέπει να δύναται να ασκεί κατιούσα δύναμη επί διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής με τη βοήθεια ακάμπτου διαδοκίδος πλάτους περίπου 250mm, συνδεόμενης στο μηχανισμό εφαρμογής της φορτίσεως διά σταυρωτών αρθρώσεων (συνδέσμων Χούκ). Προβλέπονται υποστηρίγματα κάτω από τους άξονες με τρόπο ώστε τα ελαστικά του ελκυστήρα να μη υφίστανται τη δύναμη συνθλίψεως.
2.7. Σύνολο συσκευών μετρήσεως
2.7.1. |
Για τις προβλεπόμενες στο παράρτημα III, μέρη Α και Β δοκιμές πρέπει να παρέχεται διάταξη επί της οποίας είναι στενά προσαρμοσμένος κινητός δακτύλιος σε οριζόντιο στέλεχος για τη μέτρηση της διαφοράς μεταξύ της στιγμιαίας μέγιστης αποκλίσεως και της παραμενούσης αποκλίσεως κατά τη διάρκεια μιας δοκιμής πλευρικής συγκρούσεως. |
2.7.2. |
Για τις προβλεπόμενες στο παράρτημα III, μέρος Α δοκιμές, οι μετρήσεις πραγματοποιούνται μετά τις δοκιμές εργαστηρίου για να διαπιστωθεί αν τυχόν τμήμα της διατάξεως προστασίας εισέρχεται στη ζώνη απελευθερώσεως την περιγραφόμενη στο παράρτημα III μέρος Α σημείο 2. |
2.7.3. |
Για τις προβλεπόμενες στο παράρτημα III, μέρος Β δοκιμές, πρέπει να έχουν προβλεφθεί εγκαταστάσεις δυνάμενες να περιλαμβάνουν φωτογραφικό μηχανισμό, για να προσδιορισθεί, μετά τις δοκιμές εργαστηρίου, αν, κατά τη διάρκεια των δοκιμών, τυχόν τμήμα της διατάξεως προστασίας εισεχώρησε ή ήλθε σε επαφή με τη ζώνη απελευθερώσεως που περιγράφεται στο παράρτημα III μέρος Β σημείο 2. |
2.8. Ανοχές
Οι εκτελούμενες μετρήσεις κατά τη διάρκεια των δοκιμών πραγματοποιούνται με τις ακόλουθες ανοχές:
2.8.1. |
γραμμικές διαστάσεις μετρηθείσες κατά τη διάρκεια της δοκιμής (εξαιρέσει του σημείου 2.8.2.), διαστάσεις της διατάξεως προστασίας και του ελκυστήρα, ζώνη απελευθερώσεως και παραμόρφωση των αγκυρωμένων στο έδαφος ελαστικών για τις δοκιμές συγκρούσεως: ± 3 mm, |
2.8.2. |
ύψος του βάρους του τοποθετημένου για τις δοκιμές συγκρούσεως: ± 6 mm, |
2.8.3. |
ζυγισθείσα μάζα του ελκυστήρα: ± 20 kg, |
2.8.4. |
εφαρμοζόμενη φόρτιση για τις δοκιμές συνθλίψεως: ± 2 %, |
2.8.5. |
γωνία των αλύσεων ή των καλωδίων που συγκρατούν το βάρος στο σημείο κρούσεως: ± 2 %. |
3. ΔΟΚΙΜΕΣ
3.1. Γενικότητες
3.1.1. Εξελικτική διαδικασία των δοκιμών
3.1.1.1. |
Ο κατάλογος και η εξελικτική διαδικασία των δοκιμών παρατίθενται κατωτέρω (οι αριθμοί των σημείων είναι αυτοί του παραρτήματος III, μέρη Α και Β που περιέχει την περιγραφή των διαφόρων δοκιμών):
|
3.1.1.2. |
Αν, κατά τη διεξαγωγή της δοκιμής, ένα ή περισσότερα στοιχεία της διατάξεως αγκυλώσεως μετατοπίζονται ή θραύονται, η δοκιμή πρέπει να αρχίσει εκ νέου. |
3.1.1.3. |
Κατά τη διάρκεια της δοκιμής, δεν επιτρέπονται ούτε επιδιορθώσεις, ούτε ρυθμίσεις του ελκυστήρα ή της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής. |
3.1.1.4. |
Η μετάδοση του ελκυστήρα ευρίσκεται στο νεκρό σημείο και οι πέδες είναι ελεύθερες κατά τη διάρκεια της δοκιμής. |
3.1.1.5. |
Στην περίπτωση ελκυστήρα με περιστρεφόμενη θέση οδήγησης (με περιστρεφόμενο κάθισμα και πηδάλιο), η πρώτη πρόσκρουση εφαρμόζεται κατά τη διεύθυνση του διαμήκη άξονα στο βαρύτερο άκρο (με άνω του 50 % της μάζας του ελκυστήρα). Ακολουθείται από δοκιμή συνθλίψεως επί του ιδίου άκρου. Η δεύτερη πρόσκρουση εφαρμόζεται στο ελαφρύτερο άκρο ενώ η τρίτη πρόσκρουση είναι πλευρική. Τέλος, πραγματοποιείται δεύτερη δοκιμή συνθλίψεως επί του ελαφρότερου άκρου. |
3.1.2. Εύρος ίχνους των τροχών
Η εκλογή του εύρους των οπισθίων τροχών είναι τέτοια ώστε, σε όλη τη μέτρηση κατά το δυνατό, η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής να μη συγκρατείται από τα ελαστικά κατά τη διάρκεια των δοκιμών.
3.1.3. Αποσυναρμολόγηση των στοιχείων που δεν δύνανται να επιφέρουν ουδέν απρόοπτο γεγονός
Όλα τα στοιχεία του ελκυστήρα και της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τα οποία, σαν πλήρης μονάδα, αποτελούν προστασία για τον οδηγό, στα οποία περιλαμβάνεται η διάταξη προστασίας κατά της κακοκαιρίας, παρέχονται μετά του ελκυστήρα ο οποίος πρέπει να υποβληθεί στη δοκιμασία. Είναι αποδεκτό να αποσυναρμολογηθούν οι μετωπικοί υαλοπίνακες, οι πλευρικοί και οι οπίσθιοι, από γυαλί ασφαλείας ή άλλο παρόμοιο υλικό ως επίσης όλα τα αποσπώμενα τοιχώματα, εξοπλισμοί και αναρτώμενα που δεν πληρούν ουδεμία λειτουργία ενισχύσεως της δομής και τα οποία δεν δύνανται να προξενήσουν ουδέν απρόοπτο σε περίπτωση ανατροπής.
3.1.4. Διεύθυνση των προσκρούσεων
Η πλευρά του ελκυστήρα που υφίσταται το πλευρικό πλήγμα είναι αυτή που είναι επιδεκτική να παρουσιάσει την πλέον σημαντική παραμόρφωση. Η οπίσθια πρόσκρουση πρέπει να πλήξει την πλέον απομακρυσμένη εκ της πλευρικής προσκρούσεως γωνία και η εμπρόσθια πρόσκρουση, την πλησιέστερη του πλευρικού πλήγματος γωνία.
3.1.5. Πιέσεις των ελαστικών και αποκλίσεις
Τα ελαστικά δεν πρέπει να περιέχουν έρμα υπό μορφή ύδατος. Οι πιέσεις και αποκλίσεις των ελαστικών που έχουν στερεωθεί προς συγκράτηση για τις διάφορες δοκιμές πρέπει να αντιστοιχούν στον κατωτέρω πίνακα:
|
Πίεση των ελαστικών (bar) |
Απόκλιση (mm) |
||||
Ακτινωτά ελαστικά (radial) |
Διαγώνια ελαστικά |
Εμπρόσθια |
Οπίσθια |
|||
Εμπρόσθια |
Οπίσθια |
Εμπρόσθια |
Οπίσθια |
|||
Ελκυστήρας τεσσάρων κινητηρίων τροχών, εμπρόσθιοι και οπίσθιοι τροχοί της ιδίας διαστάσεως |
1,20 |
1,20 |
1,00 |
1,00 |
25 |
25 |
Ελκυστήρας τεσσάρων κινητηρίων τροχών, εμπρόσθιοι τροχοί μικρότεροι των οπισθίων τροχών |
1,80 |
1,20 |
1,50 |
1,00 |
20 |
25 |
Ελκυστήρας δύο κινητηρίων τροχών |
2,40 |
1,20 |
2,00 |
1,00 |
15 |
25 |
4. ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
4.1. |
Μία διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής παρουσιασθείσα προς επικύρωση ΕΚ θεωρείται ικανοποιητική, ως προς την αντοχή, αν πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
4.2. |
Δεν πρέπει να υπάρχει στο χώρο αυτό άλλο στοιχείο που να παρουσιάζει ιδιαίτερο κίνδυνο για τον οδηγό, παραδείγματος χάρη τύπος υάλου ικανός να παρουσιάσει κινδύνους όταν θραύεται, επενδυτική πλήρωση ανεπαρκής επί της εσωτερικής πλευράς της οροφής ή στην περιοχή όπου ο οδηγός κινδυνεύει να προσκρούσει την κεφαλή. |
5. ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΗΣ
5.1. |
Το πρακτικό δοκιμής επισυνάπτεται στο δελτίο επικυρώσεως ΕΚ το προβλεπόμενο στο παράρτημα VII. Υπόδειγμα για την παρουσίασή του απεικονίζεται στο παράρτημα V. Το πρακτικό πρέπει να περιέχει:
|
5.2. |
Το πρακτικό πρέπει να παρέχει τη δυνατότητα αναγνωρίσεως του τύπου του ελκυστήρα (σήμα, τύπος και εμπορική επωνυμία κ.λπ.) που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια των δοκιμών και των τύπων για τους οποίους προορίζεται η διάταξη προστασίας. |
5.3. |
Στην περίπτωση επεκτάσεως μιας επικυρώσεως ΕΚ για άλλους τύπους ελκυστήρων, το πρακτικό πρέπει να αναφέρει την ακριβή αναφορά στο αρχικό πρακτικό επικυρώσεως ΕΚ καθώς επίσης και τις ακριβείς υποδείξεις που αφορούν στις καθοριζόμενες στο παράρτημα I σημείο 3.4. προϋποθέσεις. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΟΚΙΜΗΣ
Α. Μέθοδος Δοκιμής I
1. ΔΟΚΙΜΕΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΛΙΨΕΩΣ
1.1. Οπίσθια πρόσκρουση
1.1.1. |
Η θέση του ελκυστήρα σε σχέση προς το βάρος είναι τέτοια ώστε αυτό το τελευταίο να πλήττει τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τη στιγμή κατά την οποία η όψη κρούσεως του βάρους και των αλύσεων ή καλωδίων του σχηματίζουν γωνία 20° μετά της κατακορύφου εκτός αν η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, στο σημείο επαφής κατά τη διάρκεια της αποκλίσεως, σχηματίζει μετά της κατακορύφου μεγαλύτερη γωνία. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει η πλήττουσα όψη του βάρους και η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής στο σημείο κρούσεως τη στιγμή της μέγιστης αποκλίσεως να έχουν καταστεί παράλληλες με τη βοήθεια πρόσθετης διατάξεως, των αλύσεων ή των καλωδίων σχηματιζόντων πάντοτε γωνία 20° μετά της κατακορύφου. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορισθεί η τάση του βάρους να περιστρέφεται γύρω από το σημείο επαφής. Το ύψος του βάρους ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους να διέρχεται από το σημείο επαφής. Το σημείο κρούσεως κείται επί του τμήματος της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής που είναι πιθανότερο να προσκρούσει πρώτο στο έδαφος κατά τη διάρκεια ατυχήματος κατά το οποίο ο ελκυστήρας θα ανατραπεί προς τα πίσω, δηλαδή κανονικά επί του ανωτέρου άκρου. Η θέση του κέντρου βάρους του βάρους κείται σε απόσταση ενός έκτου του πλάτους της κορυφής της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, προς το εσωτερικό κατακορύφου επιπέδου παραλλήλου προς το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο και το οποίο έρχεται σ’ επαφή με το ανώτερο ακρότατο όριο της κορυφής της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής. Πάντως, αν σε απόσταση μεγαλύτερη από αυτήν προς το εσωτερικό του ανωτέρω κατακορύφου επιπέδου αρχίζει κύρτωση του οπισθίου τμήματος της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, η πρόσκρουση λαμβάνει χώρα στην αρχή της κυρτώσεως, δηλαδή στο σημείο που η κύρωση είναι εφαπτόμενη σε γραμμή κάθετο επί το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο (βλέπε παράρτημα IV εικόνα 9). Αν προεξέχον σημείο παρουσιάζει στο βάρος μη πλήρη επιφάνεια, προσαρμόζεται σ’ αυτό χαλύβδινη πλάκα καταλλήλου πάχους και πλάτους, μήκους περίπου 300 mm, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η αντοχή της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής να μην επηρεάζεται. |
1.1.2. |
Οι συμπαγείς ελκυστήρες αγκυρώνεται στο έδαφος με καλώδια. Τα σημεία αγκυρώσεως των καλωδίων κείνται κατά προσέγγιση σε απόσταση 2 m όπισθεν του οπισθίου άξονα και σε απόσταση 1,50 m έμπροσθεν του εμπρόσθιου άξονα. Είτε τα σημεία αγκυρώσεως κείνται εντός του κατακορύφου επιπέδου εντός του οποίου μετακινείται το κέντρο του βάρους του εκκρεμούς, είτε περισσότερες αγκυρώσεις δίνουν συνισταμένη κειμένη εντός του επιπέδου αυτού, σύμφωνα προς το παράρτημα IV εικόνα 5. Τα καλώδια τεντώνονται για να δώσουν απόκλιση των εμπρόσθιων και οπισθίων ελαστικών αντιστοιχούσα προς τις ενδείξεις του παραρτήματος II σημείο 3.1.5. Μετά το τέντωμα των καλωδίων, τεμάχιο ξύλου διατομής 150 × 150 mm εμπλέκεται έμπροσθεν των οπισθίων τροχών και πιέζεται προς αυτούς. |
1.1.3. |
Για τους αρθρωτούς ελκυστήρες, οι δύο άξονες πρέπει να αγκυρώνονται στο έδαφος. Ο άξονας του τμήματος του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας αντιμετωπίζεται όπως ο οπίσθιος άξονας του παραρτήματος IV εικόνα 5. Το σημείο αρθρώσεως συγκρατείται τότε από δοκό διατομής 100 × 100 mm και είναι σταθερά αγκυρωμένο στο έδαφος με τη βοήθεια καλωδίων συνδεόμενων προς τις σιδηρές ράβδους του εδάφους. |
1.1.4. |
Το βάρος σύρεται προς τα πίσω κατά τρόπο ώστε το ύψος του κέντρου βάρους να υπερβαίνει αυτό το οποίο θα έχει στο σημείο κρούσεως κατά τιμή που δίδεται από την ακόλουθη σχέση: Η = 125 + 0,020 W όπου Η είναι το ύψος πτώσεως του εκκρεμούς σε mm και W η μάζα του ελκυστήρα όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα II σημείο 1.3. Εν συνεχεία αφίεται το βάρος, το οποίο πλήττει τη διάταξη προστασίας. |
1.2. Εμπρόσθια πρόσκρουση
1.2.1. |
Η θέση του ελκυστήρα, σε σχέση προς το βάρος, είναι τέτοια ώστε αυτό το τελευταίο να πλήττει τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τη στιγμή κατά την οποία η όψη κρούσεως του βάρους και των αλύσεων ή καλωδίων του σχηματίζουν γωνία 20° μετά της κατακορύφου, εκτός αν η διάταξη προστασίας, στο σημείο επαφής κατά τη διάρκεια της αποκλίσεως, σχηματίζει μετά της κατακορύφου μεγαλύτερη γωνία. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει η πλήττουσα όψη του βάρους και η διάταξη προστασίας στο σημείο κρούσεως τη στιγμή της μέγιστης αποκλίσεως να έχουν καταστεί παράλληλες με τη βοήθεια προσθέτου διατάξεως, των αλύσεων ή καλωδίων σχηματιζόντων πάντοτε γωνία 20° με την κατακόρυφο. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορισθεί η τάση του βάρους να περιστρέφεται γύρω από το σημείο επαφής. Το ύψος του βάρους ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους να διέρχεται διά του σημείου επαφής. Το σημείο κρούσεως κείται επί του τμήματος της διατάξεως προστασίας που είναι πιθανότερο να προσκρούσει πρώτο στο έδαφος αν ο ελκυστήρας ανατραπεί προς το πλευρό διευθυνόμενος πάντως προς τα εμπρός, δηλαδή κανονικά στην κορυφή της εμπρόσθιας γωνίας. Η θέση του κέντρου βάρους του βάρους δεν πρέπει να κείται σε απόσταση πλέον των 80 mm εκ του κατακορύφου επιπέδου του παραλλήλου προς το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο και το οποίο έρχεται σε επαφή με το ανώτερο ακρότατο όριο της κορυφής της διατάξεως προστασίας. Πάντως, αν σε απόσταση μεγαλύτερη των 80 mm προς το εσωτερικό αυτού του κατακορύφου επιπέδου αρχίζει κύρτωση του εμπρόσθιου τμήματος της διατάξεως προστασίας, η πρόσκρουση λαμβάνει χώρα στην αρχή της κυρτώσεως, δηλαδή στο σημείο που η κύρτωση είναι εφαπτόμενη σε γραμμή κάθετο επί το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο (βλέπε παράρτημα IV εικόνα 9). |
1.2.2. |
Οι συμπαγείς ελκυστήρες αγκυρώνονται στο έδαφος, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 6. Τα σημεία αγκυρώσεως των καλωδίων κείνται κατά προσέγγιση σε απόσταση 2 m όπισθεν του οπισθίου άξονα και σε απόσταση 1,5 m έμπροσθεν του εμπρόσθιου άξονα. Τα καλώδια τεντώνονται για να δώσουν απόκλιση των εμπρόσθιων και οπισθίων ελαστικών αντιστοιχούσα προς τις ενδείξεις του παραρτήματος II σημείο 3.1.5. Μετά το τέντωμα των καλωδίων, τεμάχιο ξύλου διατομής περίπου 150 × 150 mm εμπλέκεται όπισθεν των οπισθίων τροχών και πιέζεται προς αυτούς. |
1.2.3. |
Για τους αρθρωτούς ελκυστήρες, οι δύο άξονες πρέπει να αγκυρώνονται στο έδαφος. Ο άξονας του τμήματος του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας αντιμετωπίζεται όπως ο εμπρόσθιος άξονας του παραρτήματος IV εικόνα 6. Το σημείο αρθρώσεως συγκρατείται τότε υπό δοκού διατομής περίπου 100 × 100 mm και είναι στερεά αγκυρωμένο στο έδαφος με τη βοήθεια καλωδίων συνδεόμενων προς τις σιδηρές ράβδους του εδάφους. |
1.2.4. |
Το βάρος σύρεται προς τα πίσω κατά τρόπο ώστε το ύψος του κέντρου βάρους να υπερβαίνει αυτό το οποίο θα έχει στο σημείο κρούσεως κατά τιμή που δίδεται από την ακόλουθη σχέση: Η = 125 + 0,020 W. |
1.3. Πλευρική πρόσκρουση
1.3.1. |
Η θέση του ελκυστήρα, σε σχέση προς το βάρος, είναι τέτοια ώστε αυτό το τελευταίο να πλήττει τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τη στιγμή κατά την οποία η όψη κρούσεως του βάρους και οι αλυσίδες ή τα καλώδιά του είναι κατακόρυφα εκτός αν η διάταξη προστασίας, στο σημείο επαφής κατά τη διάρκεια της αποκλίσεως, δεν είναι κατακόρυφος. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει η πλήττουσα όψη του βάρους και η διάταξη προστασίας στο σημείο κρούσεως τη στιγμή της μέγιστης αποκλίσεως να έχουν καταστεί παράλληλες με τη βοήθεια προσθέτου διατάξεως, των αλυσίδων ή καλωδίων παραμενόντων κατακορύφων. Το ύψος του βάρους ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους να διέρχεται διά του σημείου επαφής. Το σημείο κρούσεως κείται επί του τμήματος της διατάξεως προστασίας που προορίζεται να προσκρούει πρώτο στο έδαφος αν ο ελκυστήρας ανατραπεί προς το πλευρό, δηλαδή κανονικά επί του ανωτέρου άκρου. Εκτός αν είναι βέβαιο ότι άλλο στοιχείο κείμενο επί της ακμής αυτής θα προσκρούσει πρώτο στο έδαφος, το σημείο κρούσεως κείται εντός του επιπέδου του καθέτου προς το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο το οποίο διέρχεται διά του μέσου του καθίσματος που έχει ρυθμισθεί σε μέση στάση. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορισθεί η τάση του βάρους να περιστρέφεται γύρω από το σημείο επαφής. |
1.3.2. |
Για τους συμπαγείς ελκυστήρες, ο άξονας του οποίου η θέση είναι σταθερή σε σχέση προς τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής αγκυρώνεται εκ της πλευράς η οποία θα υποστεί τη σύγκρουση. Για τους ελκυστήρες με δύο κινητήριους τροχούς, είναι κανονικά ο οπίσθιος άξονας. Η διευθέτηση αυτή απεικονίζεται στο παράρτημα IV εικόνα 7. Τα δύο καλώδια αγκυρώσεως διέρχονται επί του άξονα και έχουν αρχή τα σημεία τα κείμενα ευθέως κάτωθεν αυτού, το ένα προς σημείο αγκυρώσεως κείμενο σε απόσταση κατά προσέγγιση 1,5 m έμπροσθεν του άξονα και το έτερο προς σημείο κείμενο σε απόσταση κατά προσέγγιση 1,5 m όπισθεν του άξονα. Τα καλώδια τεντώνονται για να δώσουν απόκλιση του προσκειμένου στο καλώδιο ελαστικού αντιστοιχούσα προς τις ενδείξεις του παραρτήματος II σημείο 3.1.5. Μετά το τέντωμα των καλωδίων, τεμάχιο ξύλου τοποθετείται σαν σφήνα και πιέζεται προς τον τροχό κατά διεύθυνση αντίθετη προς το βάρος και συγκρατείται στο έδαφος κατά τρόπο ώστε να συγκρατείται σταθερά αντίθετα προς το σώτρο (ζάντα) του τροχού κατά την πρόσκρουση, όπως εμφαίνεται στο παράρτημα IV εικόνα 7. Το μήκος της δοκού εκλέγεται κατά τρόπο ώστε τοποθετημένη, αντίθετα προς τον τροχό, να σχηματίζει γωνία 30° ± 3 σε σχέση προς την οριζόντιο. Το μήκος της είναι 20 ως 25 φορές το πάχος της, και το πλάτος της 2 ως 3 φορές το πάχος της. Οι δύο άξονες εμποδίζονται να μετατοπισθούν πλευρικά με τη βοήθεια δοκού αγκυρωμένης στο έδαφος αντίθετα προς το εξωτερικό τμήμα του τροχού του ευρισκομένου στην πλευρά την αντικείμενη προς την πλευρά στην οποία πρέπει να δοθεί το πλήγμα. |
1.3.3. |
Οι αρθρωτοί ελκυστήρες πρέπει να έχουν στερεωθεί στο έδαφος κατά τρόπο ώστε το τμήμα του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας να είναι σταθερά στερεωμένο στο έδαφος όπως ο μη αρθρωτός ελκυστήρας. Οι δύο άξονες του ελκυστήρα αγκυρώνονται στο έδαφος. Ο άξονας και οι τροχοί του τμήματος του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας αγκυρώνονται και σφηνούνται σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 7. Το σημείο αρθρώσεως συγκρατείται υπό δοκού διατομής τουλάχιστον 100 × 100 mm και είναι αγκυρωμένο στις σιδηρές ράβδους του εδάφους. Μία σφήνα τοποθετείται αντίθετα προς το σημείο αρθρώσεως και στερούνται στο έδαφος κατά τρόπο ώστε να δίδει το αυτό αποτέλεσμα με σφήνα τοποθετημένη αντίθετα προς τον οπίσθιο τροχό και να παρέχει υποστήριγμα ανάλογο προς αυτό που επιτυγχάνεται για συμπαγή ελκυστήρα. |
1.3.4. |
Το βάρος έλκεται προς τα πίσω κατά τέτοιο τρόπο ώστε το ύψος του κέντρου βάρους να υπερβαίνει αυτό που θα έχει στο σημείο κρούσεως κατά τιμή που δίδεται από την ακόλουθη σχέση: Η = 125 + 0,150 W. |
1.4. Οπίσθια σύνθλιψη
Ο ελκυστήρας τοποθετείται εντός της διατάξεως που περιγράφεται στο παράρτημα II σημείο 2.6. και απεικονίζεται στο παράρτημα IV εικόνες 8 και 10, κατά τέτοιο τρόπο ώστε το οπίσθιο άκρο της δοκού να ευρίσκεται υπεράνω του ανωτέρου και πλέον οπισθίου υποβαστάζοντος τμήματος της διατάξεως προστασίας και ώστε το διάμηκες διαμέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο να ευρίσκεται στο ήμισυ της αποστάσεως μεταξύ των σημείων εφαρμογής της δυνάμεως επί της δοκού.
Τα υποστηρίγματα τοποθετούνται κάτωθεν των αξόνων κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα ελαστικά να μην υφίστανται τη δύναμη συνθλίψεως. Η εφαρμοζομένη δύναμη αντιστοιχεί στο διπλάσιο της μάζας του ελκυστήρα, ως αυτή προσδιορίζεται στο παράρτημα II σημείο 1.3. Είναι δυνατό να αποδειχθεί αναγκαίο να αγκυρωθεί το εμπρόσθιο τμήμα του ελκυστήρα.
1.5. Εμπρόσθια σύνθλιψη
1.5.1. |
Η δοκιμή αυτή είναι ταυτόσημη με τη δοκιμή οπίσθιας συνθλίψεως εκτός του ότι το εμπρόσθιο άκρο της δοκού τοποθετείται υπεράνω του ανωτέρω τμήματος του πλέον προωθημένου τμήματος της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής. |
1.5.2. |
Όταν το εμπρόσθιο τμήμα της οροφής της διατάξεως προστασίας δεν δύναται να αντέξει όλη τη δύναμη συνθλίψεως, πρέπει η δύναμη αυτή να εφαρμοσθεί μέχρις ότου η οροφή να υποστεί απόκλιση η οποία θα την κάνει να συμπέσει μετά του επιπέδου που ενώνει το ανώτερο τμήμα της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής με το τμήμα που κείται στο εμπρόσθιο του ελκυστήρα και που είναι ικανό να υποβαστάξει τη μάζα του ελκυστήρα σε περίπτωση ανατροπής. Εν συνεχεία η δύναμη αφαιρείται και ο ελκυστήρας επανατοποθετείται σε θέση, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η δοκός να ευρίσκεται υπεράνω του σημείου της διατάξεως προστασίας το οποίο θα είναι τότε σε θέση να υποβαστάξει το οπίσθιο τμήμα του πλήρως ανατραπέντος ελκυστήρα, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 10, και η δύναμη εφαρμόζεται εκ νέου εξ ολοκλήρου. |
2. ΖΩΝΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ
2.1. |
Η ζώνη απελευθερώσεως ορίζεται από τα ακόλουθα επίπεδα, του ελκυστήρα τοποθετημένου επί οριζοντίου επιφανείας:
|
2.2. |
Η θέση του ερεισινώτου του καθίσματος προσδιορίζεται χωρίς να ληφθεί υπόψη τυχούσα εσωτερική επενδυτική πλήρωση. Το κάθισμα ρυθμίζεται στην πλέον οπίσθια θέση του, κανονική για καθήμενο οδηγό και στην υψηλοτέρα θέση του αν υπάρχει ανεξάρτητη ρύθμιση. Αν είναι ρυθμιζόμενη, η ανάρτηση του καθίσματος ρυθμίζεται στη μέση θέση και φορτίζεται διά μάζας 75 kg. |
3. ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗ
3.1. Ρωγμές και σχισμές
Μετά από κάθε δοκιμή, όλα τα στοιχεία του συνόλου, τα κύρια σημεία και οι διατάξεις στερεώσεως επί του ελκυστήρα εξετάζονται οπτικά για να ανακαλυφθούν οι ρωγμές και οι σχισμές. Δεν λαμβάνονται υπόψη ενδεχόμενες μικρές σχισμές στα άνευ σημασίας στοιχεία.
3.2. Ζώνη απελευθερώσεως
3.2.1. |
Μετά κάθε δοκιμή, εξακριβώνεται αν οιοδήποτε τμήμα της διατάξεως προστασίας έχει εισχωρήσει εντός μιας ζώνης απελευθερώσεως πέριξ του καθίσματος του οδηγού, σύμφωνα με τον προσδιορισμό του σημείου 2. |
3.2.2. |
Εξάλλου, εξακριβώνεται αν οιοδήποτε τμήμα της ζώνης απελευθερώσεως εξέχει της προστασίας της διατάξεως. Προς το σκοπό αυτό, θεωρείται ως εξωτερικό στην προστασία της διατάξεως κάθε τμήμα του χώρου αυτού το οποίο θα έλθει σε επαφή με το επίπεδο εδάφους αν ο ελκυστήρας ανατρέπονταν προς την πλευρά εκ της οποίας προήλθε το πλήγμα. Τα ελαστικά και το εύρος του ίχνους τροχών θεωρούνται ότι είναι τα μικρότερα που υποδεικνύονται από τον κατασκευαστή. |
3.3. Μέγιστη στιγμιαία παραμόρφωση
Κατά τη διάρκεια της πλευρικής προσκρούσεως, σημειώνεται η διαφορά μεταξύ της μέγιστης στιγμιαίας παραμορφώσεως και της παραμενούσης παραμορφώσεως σε απόσταση 950 mm υπεράνω του φορτισμένου καθίσματος. Ένα άκρο του στελέχους, που περιγράφεται στο παράρτημα II σημείο 2.7.1., συνδέεται στο ανώτερο τμήμα της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής και το άλλο άκρο διέρχεται διά οπής του κατακορύφου κανόνα. Η θέση του δακτυλίου επί του στελέχους μετά την πρόσκρουση δεικνύει τη μέγιστη στιγμιαία παραμόρφωση.
3.4. Μόνιμη παραμόρφωση
Μετά τη δοκιμή της τελικής συμπιέσεως, σημειώνεται η μόνιμη παραμόρφωση της διατάξεως προστασίας. Προς το σκοπό αυτό, σημειώνεται, προ της ενάρξεως της δοκιμής, η θέση των κυρίων μελών της διατάξεως προστασίας σε σχέση προς το κάθισμα.
Β. Μέθοδος Δοκιμής II
1. ΔΟΚΙΜΕΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΛΙΨΕΩΣ
1.1. Οπίσθια πρόσκρουση
1.1.1. |
Η θέση του ελκυστήρα σε σχέση προς το βάρος είναι τέτοια ώστε αυτό το τελευταίο πλήττει τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τη στιγμή κατά την οποία η όψη κρούσεως του βάρους και των αλύσεων ή καλωδίων του σχηματίζουν γωνία 20° μετά της κατακορύφου εκτός αν η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, στο σημείο επαφής κατά τη διάρκεια της αποκλίσεως, σχηματίζει μετά της κατακορύφου μεγαλύτερη γωνία. Στην περίπτωση αυτή πρέπει η πλήττουσα όψη του βάρους και η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής στο σημείο κρούσεως τη στιγμή της μέγιστης αποκλίσης να έχουν καταστεί παράλληλες με τη βοήθεια πρόσθετης διατάξεως, των αλύσεων ή καλωδίων σχηματιζόντων πάντοτε γωνία 20° με την κατακόρυφο. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορισθεί η τάση του βάρους να περιστρέφεται γύρω από το σημείο επαφής. Το ύψος του βάρους ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους να διέρχεται διά του σημείου επαφής. Το σημείο κρούσεως κείται επί του τμήματος της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής που είναι πιθανότερο να προσκρούσει πρώτο στο έδαφος κατά τη διάρκεια ατυχήματος κατά το οποίο ο ελκυστήρας θα ανατραπεί προς τα πίσω, δηλαδή κανονικά επί του ανώτερου άκρου. Η θέση του κέντρου βάρους του βάρους κείται σε απόσταση ενός έκτου του πλάτους της κορυφής της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής προς το εσωτερικό κατακορύφου επιπέδου παραλλήλου προς το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο και το οποίο έρχεται σ’ επαφή με το ανώτερο ακρότατο όριο της κορυφής της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής. Πάντως, αν σε απόσταση μεγαλύτερη από αυτή προς το εσωτερικό του ανωτέρω κατακορύφου επιπέδου αρχίζει κύρτωση του οπισθίου τμήματος της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, η πρόσκρουση λαμβάνει χώρα στην αρχή της κυρτώσεως, δηλαδή στο σημείο στο οποίο η κύρτωση είναι εφαπτόμενη σε γραμμή κάθετο επί το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο (βλέπε παράρτημα IV εικόνα 9). Αν προεξέχον στοιχείο παρουσιάσει στο βάρος μη πλήρη επιφάνεια, προσαρμόζεται σ’ αυτό χαλύβδινη πλάκα καταλλήλου πάχους και πλάτους, μήκους περίπου 300 mm, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η αντίσταση της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής να μην επηρεάζεται. |
1.1.2. |
Οι συμπαγείς ελκυστήρες αγκυρώνονται στο έδαφος με καλώδια. Τα σημεία αγκυρώσεως των καλωδίων κείνται κατά προσέγγιση σε απόσταση 2 m όπισθεν του οπισθίου άξονα και σε απόσταση 1,50 m έμπροσθεν του εμπρόσθιου άξονα. Είτε τα σημεία αγκυρώσεως κείνται εντός του κατακορύφου επιπέδου εντός του οποίου μετακινείται το κέντρο βάρους του εκκρεμούς, είτε περισσότερες αγκυρώσεις δίδουν συνισταμένη κειμένη εντός του επιπέδου αυτού, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 5. Τα καλώδια τεντώνονται για να δώσουν απόκλιση των εμπρόσθιων και οπισθίων ελαστικών αντιστοιχούσα προς τις ενδείξεις του παραρτήματος II σημείο 3.1.5. Μετά το τέντωμα των καλωδίων, τεμάχιο ξύλου διατομής 150 × 150 mm εμπλέκεται έμπροσθεν των οπισθίων τροχών και πιέζεται προς αυτούς. |
1.1.3. |
Για τους αρθρωτούς ελκυστήρες, οι δύο άξονες πρέπει να αγκυρώνονται στο έδαφος. Ο άξονας του τμήματος που φέρει τη διάταξη προστασίας αντιμετωπίζεται όπως ο οπίσθιος άξονας του παραρτήματος IV εικόνα 5. Το σημείο αρθρώσεως συγκρατείται τότε υπό δοκού διατομής 100 × 100 mm τουλάχιστον και είναι σταθερά αγκυλωμένο στο έδαφος με τη βοήθεια καλωδίων συνδεομένων προς τις σιδηρές ράβδους του εδάφους. |
1.1.4. |
Το βάρος έλκεται προς τα πίσω κατά τρόπο ώστε το ύψος του κέντρου βάρους να υπερβαίνει αυτό το οποίο θα έχει στο σημείο κρούσεως κατά τιμή που δίνεται από την ακόλουθη σχέση: Η = 2,165 × 10-8 × WL2 ή H = 5,73 × 10-2 × I όπου
Εν συνεχεία αφήνεται το βάρος, το οποίο πλήττει τη διάταξη προστασίας. |
1.1.5. |
Δεν πραγματοποιείται οπίσθια σύγκρουση στην περίπτωση ελκυστήρα του οποίου τουλάχιστον το 50 % του βάρους, κατά την έννοια του σημείου 1.3. του παραρτήματος II, φέρεται επί του εμπρόσθιου άξονα. |
1.2. Εμπρόσθια πρόσκρουση
1.2.1. |
Η θέση του ελκυστήρα, σε σχέση προς το βάρος, είναι τέτοια ώστε αυτό το τελευταίο να πλήττει τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τη στιγμή κατά την οποία η όψη κρούσεως του βάρους και των αλυσίδων ή καλωδίων του σχηματίζουν γωνία 20° μετά της κατακορύφου, εκτός αν η διάταξη προστασίας, στο σημείο επαφής κατά τη διάρκεια της αποκλίσεως, σχηματίζει μετά της κατακορύφου μεγαλύτερη γωνία. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει η πλήττουσα όψη του βάρους και η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής στο σημείο κρούσεως τη στιγμή της μέγιστης αποκλίσεως να έχουν καταστεί παράλληλες με τη βοήθεια προσθέτου διατάξεως, των αλυσίδων ή καλωδίων σχηματιζόντων πάντοτε γωνία 20° με την κατακόρυφο. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορισθεί η τάση του βάρους να περιστρέφεται γύρω από το σημείο της επαφής. Το ύψος του βάρους ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους να διέρχεται διά του σημείου επαφής. Το σημείο κρούσεως κείται επί του τμήματος της διατάξεως προστασίας που είναι πιθανότερο να προσκρούσει πρώτο στο έδαφος αν ο ελκυστήρας ανατραπεί προς το πλευρό διευθυνόμενος πάντως προς τα εμπρός, δηλαδή κανονικά στην κορυφή της εμπρόσθιας γωνίας. Η θέση του κέντρου βάρους του βάρους δεν πρέπει να ευρίσκεται σε απόσταση μεγαλύτερη των 80 mm από του κατακορύφου επιπέδου εκ του κατακορύφου επιπέδου του παραλλήλου προς το διερχόμενο διαμέσου του ελκυστήρα επίπεδο και το οποίο έρχεται σε επαφή με το εξωτερικό άκρο της κορυφής της διατάξεως προστασίας. Πάντως, αν σε απόσταση μεγαλύτερη των 80 mm από τη διάταξη προστασίας, η πρόσκρουση λαμβάνει χώρα στην αρχή της κυρτώσεως, δηλαδή στο σημείο στο οποίο η κύρτωση είναι εφαπτομένη σε γραμμή κάθετο στο διερχόμενο διαμέσου του ελκυστήρα επίπεδο (βλέπε παράρτημα IV εικόνα 9). |
1.2.2. |
Οι συμπαγείς ελκυστήρες αγκυρώνονται στο έδαφος, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 6. Τα σημεία αγκυρώσεως των καλωδίων κείνται κατά προσέγγιση σε απόσταση 2 m όπισθεν του οπισθίου άξονα και σε απόσταση 1,50 m έμπροσθεν του εμπρόσθιου άξονα. Τα καλώδια τεντώνονται για να δώσουν απόκλιση των εμπρόσθιων και οπισθίων ελαστικών αντιστοιχούσα προς τις ενδείξεις του παραρτήματος II σημείο 3.1.5. Μετά το τέντωμα των καλωδίων, τεμάχιο ξύλου διατομής 150 × 150 mm εμπλέκεται όπισθεν των οπισθίων τροχών και πιέζεται προς αυτούς. |
1.2.3. |
Για τους αρθρωτούς ελκυστήρες, οι δύο άξονες πρέπει να αγκυρώνονται στο έδαφος. Ο άξονας του τμήματος του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας αντιμετωπίζεται ως ο εμπρόσθιος άξονας του παραρτήματος IV εικόνα 6. Το σημείο αρθρώσεως συγκρατείται τότε υπό δοκού διατομής τουλάχιστον 100 × 100 mm και είναι στερεά αγκυρωμένο στο έδαφος με τη βοήθεια καλωδίων συνδεόμενων προς τις σιδηρές ράβδους του εδάφους. |
1.2.4. |
Το βάρος σύρεται προς τα πίσω κατά τρόπο ώστε το ύψος του κέντρου βάρους να υπερβαίνει αυτό το οποίο θα έχει στο σημείο κρούσεως κατά τιμή που δίνεται από την ακόλουθη σχέση: Η = 125 + 0,020 W. |
1.3. Πλευρική πρόσκρουση
1.3.1. |
Η θέση του ελκυστήρα, σε σχέση προς το βάρος, είναι τέτοια ώστε αυτό το τελευταίο να πλήττει τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής τη στιγμή κατά την οποία η όψη κρούσεως του βάρους και οι αλυσίδες ή τα καλώδιά του είναι κατακόρυφα εκτός αν η διάταξη προστασίας, στο σημείο επαφής κατά τη διάρκεια της αποκλίσεως, δεν είναι κατακόρυφος. Στην περίπτωση αυτή, πρέπει η πλήττουσα όψη του βάρους και η διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής στο σημείο κρούσεως τη στιγμή της μέγιστης αποκλίσεως να έχουν καταστεί παράλληλες με τη βοήθεια μιας προσθέτου διατάξεως, των αλυσίδων ή καλωδίων παραμενόντων κατακορύφων. Το ύψος του βάρους ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε η θέση του κέντρου βάρους να διέρχεται διά του σημείου επαφής. Το σημείο κρούσεως κείται επί του τμήματος της διατάξεως προστασίας που προορίζεται να προσκρούσει πρώτα στο έδαφος αν ο ελκυστήρας ανατραπεί προς το πλευρό, δηλαδή κανονικά επί του ανωτέρου άκρου. Εκτός αν είναι βέβαιο ότι άλλο στοιχείο κείμενο επί της ακμής αυτής θα προσκρούσει πρώτο στο έδαφος, το σημείο κρούσεως κείται εντός του επιπέδου του καθέτου προς το διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο, το οποίο διέρχεται διά του μέσου του καθίσματος, που έχει ρυθμισθεί σε μέση στάση. Πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για να περιορισθεί η τάση του βάρους να περιστρέφεται γύρω από το σημείο επαφής. Στην περίπτωση ελκυστήρα με περιστρεφόμενη θέση οδήγησης (με περιστρεφόμενο κάθισμα και πηδάλιο), το σημείο κρούσης ορίζεται ως προς το σημείο τομής του διάμεσου επιπέδου του ελκυστήρα με κάθετο προς αυτό επίπεδο, σύμφωνα με μια ευθεία γραμμή διερχόμενη από σημείο που ισαπέχει από τα δύο σημεία αναφοράς του καθίσματος. |
1.3.2. |
Για τους συμπαγείς ελκυστήρες, ο άξονας του οποίου η θέση είναι σταθερή σε σχέση προς τη διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής αγκυρώνεται εκ της πλευράς η οποία θα υποστεί τη σύγκρουση. Για τους ελκυστήρες με δύο κινητήριους τροχούς είναι κανονικά ο οπίσθιος άξονας. Η διευθέτηση αυτή απεικονίζεται στο παράρτημα IV εικόνα 7. Τα δύο καλώδια αγκυρώσεως διέρχονται επί του άξονα και έχουν αρχή τα σημεία τα κείμενα ευθέως κάτωθεν αυτού, το ένα προς σημείο αγκυρώσεως κείμενο σε απόσταση κατά προσέγγιση 1,5 m έμπροσθεν του άξονα και το έτερο προς σημείο κείμενο σε απόσταση κατά προσέγγιση 1,5 m όπισθεν του άξονα. Τα καλώδια τεντώνονται για να δώσουν απόκλιση του προσκειμένου στο καλώδιο ελαστικού αντιστοιχούσα προς τις ενδείξεις του παραρτήματος II σημείο 3.1.5. Μετά το τέντωμα των καλωδίων, τεμάχιο ξύλου τοποθετείται σαν σφήνα και πιέζεται προς τον οπίσθιο τροχό κατά διεύθυνση αντίθετη προς το βάρος και συγκρατείται στο έδαφος κατά τρόπο ώστε να συγκρατείται σταθερά αντίθετα προς το σώτρο (ζάντα) του τροχού κατά την πρόσκρουση, όπως εμφαίνεται στο παράρτημα IV εικόνα 7. Το μήκος της δοκού εκλέγεται κατά τρόπο ώστε, τοποθετημένη αντίθετα προς τον τροχό, να σχηματίζει γωνία 30° ± 3 σε σχέση προς την οριζόντιο. Το μήκος της είναι 20 ως 25 φορές το πάχος της και το πλάτος της 2 ως 3 φορές το πάχος της. Οι δύο άξονες εμποδίζονται να μετατοπισθούν πλευρικά με τη βοήθεια δοκού αγκυρωμένης στο έδαφος αντίθετα προς το εξωτερικό τμήμα του τροχού του ευρισκομένου στην πλευρά την αντικειμένη προς την πλευρά στην οποία πρέπει να δοθεί το πλήγμα. |
1.3.3. |
Οι αρθρωτοί ελκυστήρες πρέπει να έχουν στερεωθεί στο έδαφος κατά τρόπο ώστε το τμήμα του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας να είναι σταθερά στερεωμένο στο έδαφος όπως ο μη αρθρωτός ελκυστήρας. Οι δύο άξονες του ελκυστήρα αγκυρώνονται στο έδαφος. Ο άξονας και οι τροχοί του τμήματος του ελκυστήρα που φέρει τη διάταξη προστασίας αγκυρώνονται και σφηνούνται, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 7. Το σημείο αρθρώσεως συγκρατείται υπό δοκού διατομής τουλάχιστον 100 mm × 100 mm και είναι αγκυρωμένο στις σιδηρές ράβδους του εδάφους. Μία σφήνα τοποθετείται αντίθετα προς το σημείο αρθρώσεως και στερεώνεται στο έδαφος κατά τρόπο ώστε να δίδει το αυτό αποτέλεσμα με σφήνα τοποθετημένη αντιθέτως προς τον οπίσθιο τροχό και να παρέχει υποστήριγμα ανάλογο προς αυτό που επιτυγχάνεται για συμπαγή ελκυστήρα. |
1.3.4. |
Το βάρος έλκεται προς τα πίσω κατά τέτοιο τρόπο ώστε το ύψος του κέντρου βάρους να υπερβαίνει αυτό το οποίο θα έχει στο σημείο κρούσεως κατά τιμή που δίδεται από την ακόλουθη σχέση: Η = 125 + 0,150 W. |
1.4. Οπίσθια σύνθλιψη
Ο ελκυστήρας τοποθετείται εντός της διατάξεως που περιγράφεται στο παράρτημα II σημείο 2.6. και απεικονίζεται στο παράρτημα IV εικόνες 8 και 10, κατά τέτοιο τρόπο ώστε το οπίσθιο άκρο της δοκού να ευρίσκεται υπεράνω του ανωτέρου και πλέον οπισθίου υποβαστάζοντος τμήματος της διατάξεως προστασίας και ώστε το διάμηκες διά του μέσου του ελκυστήρα διερχόμενο επίπεδο να ευρίσκεται στο ήμισυ της αποστάσεως μεταξύ των σημείων εφαρμογής της δυνάμεως επί της δοκού.
Τα υποστηρίγματα τοποθετούνται κάτωθεν των αξόνων κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα ελαστικά να μην υφίστανται τη δύναμη συνθλίψεως. Η εφαρμοζόμενη δύναμη αντιστοιχεί στο διπλάσιο της μάζας του ελκυστήρα, ως αυτή προσδιορίζεται στο παράρτημα II σημείο 1.3. Είναι δυνατό να αποδειχθεί αναγκαίο να αγκυρωθεί το εμπρόσθιο τμήμα του ελκυστήρα.
1.5. Εμπρόσθια σύνθλιψη
1.5.1. |
Η δοκιμή αυτή είναι ταυτόσημη με τη δοκιμή οπίσθιας συνθλίψεως εκτός του ότι το εμπρόσθιο άκρο της δοκού τοποθετείται υπεράνω του ανωτέρω τμήματος του πλέον προωθημένου τμήματος της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής. |
1.5.2. |
Όταν το εμπρόσθιο τμήμα της οροφής της διατάξεως προστασίας δεν δύναται να αντέξει όλη τη δύναμη συνθλίψεως, πρέπει η δύναμη αυτή να εφαρμοσθεί μέχρις ότου η οροφή να υποστεί απόκλιση η οποία θα την κάνει να συμπέσει μετά του επιπέδου που ενώνει το ανώτερο τμήμα της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής με το τμήμα που κείται στο εμπρόσθιο του ελκυστήρα και που είναι ικανό να υποβαστάξει τη μάζα του ελκυστήρα σε περίπτωση ανατροπής. Εν συνεχεία η δύναμη αφαιρείται και ο ελκυστήρας επανατοποθετείται σε θέση, κατά τέτοιο τρόπο ώστε η δοκός να ευρίσκεται υπεράνω του σημείου της διατάξεως προστασίας το οποίο θα είναι τότε σε θέση να υποβαστάξει το οπίσθιο τμήμα του πλήρως ανατραπέντος ελκυστήρα, σύμφωνα με το παράρτημα IV εικόνα 10, και η δύναμη εφαρμόζεται εκ νέου εξ ολοκλήρου. |
2. ΖΩΝΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ
2.1. |
Η ζώνη απελευθερώσεως απεικονίζεται στο παράρτημα IV εικόνα 3 και προσδιορίζεται σε σχέση προς κατακόρυφο επίπεδο αναφοράς γενικά κατά μήκος του ελκυστήρα και διερχόμενο δι’ ενός σημείου αναφοράς του καθίσματος που περιγράφεται στο σημείο 2.3., και διά του κέντρου του πηδαλίου. Το επίπεδο αυτό αναφοράς υποτίθεται ότι μετατίθεται οριζόντια μετά του καθίσματος και του πηδαλίου κατά τη διάρκεια των προσκρούσεων αλλά ότι παραμένει κάθετο προς το δάπεδο του ελκυστήρα ή της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, αν αυτή η διάταξη έχει συναρμολογηθεί με ελαστικό τρόπο. Όταν το πηδάλιο είναι ρυθμιζόμενο, πρέπει να ευρίσκεται στην κανονική του θέση για καθήμενο οδηγό. |
2.2. |
Τα όρια της ζώνης εξειδικεύονται ως ακολούθως:
|
2.3. |
Θέση του καθίσματος σε σημείο αναφοράς του καθίσματος |
2.3.1. |
Για να προσδιορισθεί η ζώνη απελευθερώσεως σύμφωνα με το σημείο 2.1., το κάθισμα ευρίσκεται στο πλέον προς τα πίσω ευρισκόμενο σημείο της οριζοντίου ρυθμίσεως. Τοποθετείται σε θέση μέσης κατακορύφου ρυθμίσεως όταν αυτή είναι ανεξάρτητη της ρυθμίσεως της οριζοντίου θέσεως. Το σημείο αναφοράς λαμβάνεται με τη βοήθεια της απεικονιζομένης στο παράρτημα IV εικόνες 1 και 2 συσκευής και η οποία υποκαθιστά την κατάληψη του καθίσματος υφ’ ενός ανδρός. Η συσκευή αποτελείται εκ μιας σανίδος παριστώσης το οριζόνιο τμήμα του καθίσματος και υπό άλλων σανίδων που παριστούν το ερεισίνωτο. Η κατώτερη σανίδα του ερεισινώτου αρθρούται στη στάθμη των λαγωνίων (Α) και των νεφρών (Β), ενώ το ύψος της αρθρώσεως αυτής (Β) δύναται να ρυθμίζεται. |
2.3.2. |
Ως σημείο αναφοράς νοείται το σημείο τομής του διαμήκους επιπέδου του διερχομένου διά του μέσου του καθίσματος μετά του επιπέδου του εφαπτομένου στη βάση της πλάτης και μετά οριζοντίου επιπέδου. Αυτό το οριζόντιο επίπεδο συναντά την κατώτερη επιφάνεια της σανίδος του οριζοντίου τμήματος του καθίσματος σε απόσταση 150 mm έμπροσθεν του αναφερομένου ανωτέρω εφαπτομένου επιπέδου. |
2.3.3. |
Όταν η ανάρτηση του καθίσματος είναι ρυθμιζόμενη συναρτήσει του βάρους του οδηγού, ρυθμίζεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε το κάθισμα να ευρίσκεται σε μέση θέση δυναμικής ρυθμίσεως. Η συσκευή τοποθετείται σε θέση επί του καθίσματος. Εν συνεχεία φορτίζεται διά μιας δυνάμεως 550 Ν σε σημείο κείμενο σε απόσταση 50 mm έμπροσθεν της αρθρώσεως (Α) και τα δύο τμήματα της σανίδας-ερεισινώτου πιέζονται ελαφρά επί του ερεισινώτου του καθίσματος. |
2.3.4. |
Αν δεν είναι δυνατό να προσδιορισθούν οι εφαπτόμενες σε κάθε στάθμη του ερεισινώτου (άνω και κάτω της περιοχής των νεφρών), πρέπει να πραγματοποιηθούν οι ακόλουθες διευθετήσεις:
|
3. ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗ
3.1. Ρωγμές και σχισμές
Μετά από κάθε δοκιμή, όλα τα σημεία του συνόλου, τα (κύρια) μέλη και οι διατάξεις στερεώσεως επί του ελκυστήρα εξετάζονται οπτικά για να ανακαλυφθούν οι ρωγμές και οι σχισμές. Δεν λαμβάνονται υπόψη οι ενδεχόμενες μικρές σχισμές στα άνευ σημασίας στοιχεία.
3.2. Ζώνη απελευθερώσεως
3.2.1. |
Κατά τη διάρκεια κάθε δοκιμής εξακριβώνεται αν οιοδήποτε τμήμα της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής έχει εισχωρήσει εντός ζώνης απελευθερώσεως πέριξ του καθίσματος του οδηγού, σύμφωνα με τον παρεχόμενο προσδιορισμό στα σημεία 2.1 και 2.2. |
3.2.2. |
Εξάλλου, εξακριβώνεται αν οιοδήποτε τμήμα της ζώνης απελευθερώσεως εξέχει της προστασίας της διατάξεως. Προς το σκοπό αυτό, θεωρείται σαν εξωτερικό στην προστασία της διατάξεως κάθε τμήμα του χώρου αυτού το οποίο θα έλθει σε επαφή με το επίπεδο έδαφος αν ο ελκυστήρας ανατρέπονταν προς την πλευρά εκ της οποίας προήλθε το πλήγμα. Τα ελαστικά και το εύρος ίχνους τροχών θεωρούνται ότι είναι τα μικρότερα που υποδεικνύονται από τον κατασκευαστή. |
3.3. Μέγιστη στιγμιαία παραμόρφωση
Κατά τη διάρκεια της πλευρικής προσκρούσεως, σημειώνεται η διαφορά μεταξύ της μέγιστης στιγμιαίας παραμορφώσεως και της παραμενούσης παραμορφώσεως σε απόσταση 900 mm υπεράνω και 150 mm προς τα εμπρός εκ του σημείου αναφοράς του καθίσματος. Ένα άκρο του στελέχους, που περιγράφεται στο παράρτημα II σημείο 2.7.1. συνδέεται στο ανώτερο τμήμα της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής και το άλλο άκρο διέρχεται διά οπής του κατακορύφου κανόνα. Η θέση του δακτυλίου επί του στελέχους μετά την πρόσκρουση δεικνύει τη μέγιστη στιγμιαία παραμόρφωση.
3.4. Μόνιμη παραμόρφωση
Μετά τη δοκιμή της τελικής συμπιέσεως, σημειώνεται η μόνιμη παραμόρφωση της διατάξεως προστασίας. Προς το σκοπό αυτό, σημειώνεται, προ της ενάρξεως της δοκιμής, η θέση των κυρίων μελών της διατάξεως προστασίας σε σχέση με το σημείο αναφοράς του καθίσματος.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΕΙΚΟΝΕΣ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI
ΣΗΜΑΝΣΗ
Το σήμα επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου αποτελείται από ορθογώνιο, στο εσωτερικό του οποίου ευρίσκεται τοποθετημένο το γράμμα e ακολουθούμενο από τον διακριτικό αριθμό του κράτους μέλους του χορηγήσαντος την επικύρωση:
1. για τη Γερμανία,
2. για τη Γαλλία,
3. για την Ιταλία,
4. για τις Κάτω Χώρες,
5. για τη Σουηδία,
6. για το Βέλγιο,
7. για την Ουγγαρία,
8. για την Τσεχική Δημοκρατία
9. για την Ισπανία,
11. για το Ηνωμένο Βασίλειο,
12. για την Αυστρία,
13. για το Λουξεμβούργο,
17. για την Φινλανδία,
18. για τη Δανία,
19. για τη Ρουμανία,
20. για την Πολωνία,
21. για την Πορτογαλία,
23. για την Ελλάδα,
24. για την Ιρλανδία,
26. για τη Σλοβενία,
27. για τη Σλοβακία,
29. για την Εσθονία,
32. για τη Λεττονία,
34. για τη Βουλγαρία,
37. για τη Λιθουανία,
49. για την Κύπρο,
50. για τη Μάλτα.
Και από τον αριθμό επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου που αντιστοιχεί στον αριθμό του δελτίου επικυρώσεως ΕΚ του συνταχθέντος για του τύπο διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής όσον αφορά στην αντοχή της και στην αντοχή της στερεώσεως της επί του ελκυστήρα, τοποθετημένου σε τυχούσα θέση πλησίον του ορθογωνίου.
Παράδειγμα σήματος επικυρώσεως ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII
Όροι έγκρισης ΕΚ τύπου
1. |
Η αίτηση εγκρίσεως ΕΚ τύπου ελκυστήρα όσον αφορά στην αντοχή της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής και της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα υποβάλλεται από τον κατασκευαστή του ελκυστήρα ή τον εντολοδόχο του. |
2. |
Στην επιφορτισμένη των δοκιμών εγκρίσεως τεχνική υπηρεσία πρέπει να προσκομισθεί ελκυστήρας αντιπροσωπευτικός του προς έγκριση τύπου επί του οποίου έχουν συναρμολογηθεί διάταξη προστασίας καθώς επίσης και η στερέωσή της, δεόντως επικυρωμένες. |
3. |
Η επιφορτισμένη των δοκιμών εγκρίσεως τεχνική υπηρεσία εξακριβώνει αν ο τύπος διατάξεως προστασίας που έχει επικυρωθεί προορίζεται προς συναρμολόγηση επί του τύπου ελκυστήρα για τον οποίο αιτείται η έγκριση. Εξακριβώνει ιδίως αν η στερέωση της διατάξεως προστασίας αντιστοιχεί προς αυτή που εδοκιμάσθη κατά την επικύρωση ΕΚ τύπου κατασκευαστικού στοιχείου. |
4. |
Ο κάτοχος της εγκρίσεως ΕΚ τύπου δύναται να ζητήσει την επέκταση αυτής για άλλους τύπους διατάξεως προστασίας. |
5. |
Οι αρμόδιες αρχές χορηγούν αυτή την επέκταση υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
6. |
Ένα δελτίο σύμφωνο προς το υπόδειγμα του παραρτήματος IX επισυνάπτεται στο δελτίο εγκρίσεως ΕΚ για κάθε έγκριση ή επέκταση εγκρίσεως που χορηγήθηκε ή απορρίφθηκε. |
7. |
Αν η αίτηση εγκρίσεως ΕΚ τύπου ελκυστήρα υποβάλλεται ταυτόχρονα με την αίτηση επικυρώσεως ΕΚ τύπου διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής προοριζομένου να συναρμολογηθεί επί του τύπου του ελκυστήρα για τον οποίο αιτείται η έγκριση ΕΚ τύπου, δεν πραγματοποιούνται οι προβλεπόμενες στα σημεία 2 και 3 εξακριβώσεις. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X
ΜΕΡΟΣ A
Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεων της
(που αναφέρονται στο άρθρο 13)
Οδηγία 77/536/ΕΟΚ του Συμβουλίου |
|
Παράρτημα I, μέρος X της πράξης προσχώρησης του 1979 |
|
Παράρτημα I, μέρος IX A, της πράξης προσχώρησης του 1985 |
|
Οδηγία 87/354/ΕΟΚ του Συμβουλίου |
Μόνον όσον αφορά τις αναφορές στην οδηγία 77/536/ΕΟΚ από το παράρτημα, σημείο 9 στοιχείο α) |
Οδηγία 89/680/ΕΟΚ του Συμβουλίου |
|
Σημείο XI.Γ.II.2 του παραρτήματος I της πράξης προσχώρησης του 1994 |
|
Οδηγία 1999/55/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Σημείο I.A.21 του παραρτήματος II της πράξης προσχώρησης του 2003 |
|
Οδηγία 2006/96/ΕΚ του Συμβουλίου |
Μόνον όσον αφορά τις παραπομπές στην οδηγία 77/536/ΕΟΚ από το άρθρο 1 και το παράρτημα, μέρος Α σημείο 20 |
ΜΕΡΟΣ Β
Κατάλογος προθεσμιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής
(που αναφέρονται στο άρθρο 13)
Οδηγία |
Προθεσμία ενσωμάτωσης |
Ημερομηνία εφαρμογής |
77/536/ΕΟΚ |
29 Δεκεμβρίου 1978 |
— |
87/354/ΕΟΚ |
31 Δεκεμβρίου 1987 |
— |
89/680/ΕΟΚ |
3 Ιανουαρίου 1990 |
— |
1999/55/ΕΚ |
30 Ιουνίου 2000 (1) |
— |
2006/96/ΕΚ |
1 Ιανουαρίου 2007 |
— |
(1) Σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 1999/55/ΕΚ:
«1. Από την 1η Ιουλίου 2000, τα κράτη μέλη δεν δύνανται:
— |
να αρνούνται, για έναν τύπο ελκυστήρων, να χορηγήσουν έγκριση ΕΚ τύπου ή να εκδώσουν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, ή να χορηγήσουν εθνική έγκριση τύπου, |
— |
ούτε να απαγορεύουν τη θέση σε κυκλοφορία ελκυστήρων, |
εάν οι ελκυστήρες αυτοί πληρούν τις προδιαγραφές της οδηγίας 77/536/ΕΟΚ, όπως αυτή τροποποιείται με την παρούσα οδηγία.
2. Από την 1η Ιανουαρίου 2001, τα κράτη μέλη:
— |
δεν δύνανται πλέον να χορηγούν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, για έναν τύπο ελκυστήρος, εάν αυτός δεν πληροί τις προδιαγραφές της οδηγίας 77/536/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, |
— |
δύνανται να αρνούνται να χορηγήσουν εθνική έγκριση τύπου για τύπο ελκυστήρος, εάν δεν πληροί τις προδιαγραφές της οδηγίας 77/536/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία». |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ
Οδηγία 77/536/ΕΟΚ |
Οδηγία 1999/55/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρο 9 |
|
Άρθρο 1 |
Άρθρο 1 |
|
Άρθρο 2 |
Άρθρο 2 |
|
Άρθρο 3 |
Άρθρο 3 |
|
Άρθρο 4 |
Άρθρο 4 |
|
Άρθρο 5 |
Άρθρο 5 |
|
Άρθρο 6 |
Άρθρο 6 |
|
Άρθρο 7 |
Άρθρο 7 |
|
— |
|
Άρθρο 2 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 8 |
|
Άρθρο 9 |
Άρθρα 10 και 11 |
|
Άρθρα 10 και 11 |
Άρθρο 12 παράγραφος 1 |
|
— |
Άρθρο 12 παράγραφος 2 |
|
Άρθρο 12 |
— |
|
Άρθρο 13 |
— |
|
Άρθρο 14 |
Άρθρο 13 |
|
Άρθρο 15 |
Παραρτήματα I έως IX |
|
Παραρτήματα I έως IX |
— |
|
Παράρτημα X |
— |
|
Παράρτημα XI |
3.10.2009 |
EL |
Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης |
L 261/40 |
ΟΔΗΓΊΑ 2009/75/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ
της 13ης Ιουλίου 2009
σχετικά με τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (στατικές δοκιμές)
(κωδικοποιημένη έκδοση)
(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)
ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,
Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,
την πρόταση της Επιτροπής,
τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),
Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) |
Η οδηγία 79/622/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1979, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών η δασικών ελκυστήρων με τροχούς (στατικές δοκιμές) (3) έχει τροποποιηθεί επανειλημμένα και ουσιωδώς (4). Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού, η κωδικοποίηση της εν λόγω οδηγίας. |
(2) |
Η οδηγία 79/622/ΕΟΚ είναι μία από τις επιμέρους οδηγίες του συστήματος έγκρισης τύπου ΕΚ που προβλεπόταν από την οδηγία 74/150/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 4ης Μαρτίου 1974, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την έγκριση τόπου γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, όπως αντικαταστάθηκε με την οδηγία 2003/37/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Μαΐου 2003, σχετικά με την έγκριση τύπου γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων, των ρυμουλκουμένων και των εναλλάξιμων ρυμουλκούμενων μηχανημάτων τους, καθώς και των συστημάτων, κατασκευαστικών στοιχείων και χωριστών τεχνικών ενοτήτων των οχημάτων αυτών (5) και θεσπίζει τις τεχνικές προδιαγραφές σχετικά με τον σχεδιασμό και την κατασκευή των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων όσον αφορά τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής (στατικές δοκιμές). Αυτές οι τεχνικές προδιαγραφές αφορούν την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών ενόψει της εφαρμογής, για κάθε τύπο ελκυστήρα, της διαδικασίας έγκρισης τύπου ΕΚ που προβλέπεται από την οδηγία 2003/37/ΕΚ. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της οδηγίας 2003/37/ΕΚ σχετικά με τους γεωργικούς και δασικούς ελκυστήρες, τα ρυμουλκούμενά τους και τα εναλλάξιμα ρυμουλκούμενα μηχανήματά καθώς και τα συστήματα, τα κατασκευαστικά στοιχεία και τις χωριστές τεχνικές ενότητες των οχημάτων εφαρμόζονται στην παρούσα οδηγία. |
(3) |
Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίξει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα Χ μέρος Β, |
ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:
Άρθρο 1
Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επί των ελκυστήρων που καθορίζει το άρθρο 2 στοιχείο ι) της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, οι οποίοι έχουν τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
α) |
απόσταση εκ του εδάφους 1 000 χιλιοστόμετρα κατά μέγιστο όριο· |
β) |
σταθερό εύρος μεταξύ των τροχών ή ρυθμιζόμενο εύρος μεταξύ των τροχών ενός εκ των κινητηρίων αξόνων τουλάχιστον 1 150 χιλιοστόμετρα· |
γ) |
δυνατότητα να είναι εφοδιασμένοι διαμιάς διατάξεως συζεύξεως πολλαπλών σημείων για μεταθέσιμα εργαλεία και διαμιάς διατάξεως έλξεως· |
δ) |
μάζα μεγαλύτερη ή ίση προς 800 χιλιόγραμμα, αντιστοιχούσα σε μάζα κενού οχήματος του ελκυστήρα, όπως προβλέπει το σημείο 2.1.1 του παραρτήματος I της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, συμπεριλαμβανομένων της διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, τοποθετημένης συμφώνως προς την παρούσα οδηγία, και των ελαστικών της μεγαλύτερης διαμέτρου που συνιστά ο κατασκευαστής. |
Άρθρο 2
1. Κάθε κράτος μέλος επικυρώνει κάθε τύπο διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς και της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα, συμφώνα με τις προβλεπόμενες στα παραρτήματα I έως V προδιαγραφές κατασκευής και δοκιμής.
2. Το κράτος μέλος το οποίο προέβη στην επικύρωση ΕΚ λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να επιβλέπει, εφόσον τούτο είναι αναγκαίο, την πιστότητα της κατασκευής προς τον τύπο που έχει επικυρωθεί, εν ανάγκη σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών. Η επίβλεψη αυτή περιορίζεται σε δειγματοληψίες.
Άρθρο 3
Τα κράτη μέλη χορηγούν στον κατασκευαστή ελκυστήρα ή στον κατασκευαστή διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, ή στους αντίστοιχους εντολοδόχους τους, ένα σήμα επικυρώσεως ΕΚ σύμφωνο προς το πρότυπο που καθορίζεται στο παράρτημα VI για κάθε τύπο διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής ως επίσης και της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα που επικυρώνουν βάσει του άρθρου 2.
Τα κράτη μέλη θεσπίζουν όλες τις αναγκαίες διατάξεις για να εμποδίσουν τη χρήση σημάτων που δύνανται να προκαλέσουν σύγχυση μεταξύ των διατάξεων αυτών, ο τύπος των οποίων έχει επικυρωθεί βάσει του άρθρου 2, και άλλων διατάξεων.
Άρθρο 4
Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να απαγορεύουν τη διάθεση στην αγορά των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα για λόγους που αφορούν την κατασκευή τους, εφόσον αυτές φέρουν το σήμα επικυρώσεως ΕΚ.
Πάντως, ένα κράτος μέλος δύναται να απαγορεύει τη διάθεση στην αγορά διατάξεων που φέρουν το σήμα επικυρώσεως ΕΚ, οι οποίες δεν συμμορφώνονται εκ συστήματος προς τον τύπο που έχει επικυρωθεί.
Το εν λόγω κράτος μέλος πληροφορεί αμέσως τα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή περί των ληφθέντων μέτρων και καθορίζει τους λόγους της απόφασης του.
Άρθρο 5
Οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους αποστέλλουν στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών, εντός προθεσμίας ενός μηνός, αντίγραφο των δελτίων επικυρώσεως ΕΚ, το πρότυπο των οποίων παρουσιάζεται στο παράρτημα VII, που έχουν συνταχθεί για κάθε τύπο διατάξεως προστασίας σε περίπτωση ανατροπής την οποία επικυρώνουν ή αρνούνται να επικυρώσουν.
Άρθρο 6
1. Αν το κράτος μέλος το οποίο χορήγησε την επικύρωση ΕΚ διαπιστώσει ότι πολλές εκ των διατάξεων προστασίας σε περίπτωση ανατροπής καθώς και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα που φέρουν το αυτό σήμα επικυρώσεως Ε δεν είναι σύμφωνες προς τον τύπο που έχει επικυρώσει, λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλισθεί η πιστότητα της παραγωγής προς τον τύπο που έχει επικυρωθεί.
Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αυτού πληροφορούν τις αντίστοιχες αρχές των άλλων κρατών μελών περί των ληφθέντων μέτρων, τα οποία δύνανται να επεκταθούν, όταν πρόκειται για σοβαρή και επαναλαμβανομένη έλλειψη πιστότητος, μέχρι την ανάκληση της επικυρώσεως ΕΚ.
Οι εν λόγω αρχές λαμβάνουν τα ίδια μέτρα αν πληροφορηθούν από τις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους την ύπαρξη τέτοιας έλλειψης πιστότητας.
2. Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών αλληλοενημερώνονται, εντός προθεσμίας ενός μηνός, για την ανάκληση της χορηγηθείσας επικυρώσεως ΕΚ, καθώς και για τους λόγους που δικαιολογούν το μέτρο αυτό.
Άρθρο 7
Κάθε απόφαση συνεπαγόμενη άρνηση ή ανάκληση επικυρώσεως ΕΚ ή απαγόρευση διάθεσης στην αγορά ή χρήσης, ληφθείσα βάσει των θεσπισθέντων διατάξεων κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, αναφέρει λεπτομερώς τους λόγους επί των οποίων βασίζεται.
Η απόφαση αυτή κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο με μνεία των υφισταμένων ενδίκων μέσων βάσει της ισχυούσης στα κράτη μέλη νομοθεσίας και των προθεσμιών εντός των οποίων τα ένδικα αυτά μέσα δύνανται να ασκηθούν.
Άρθρο 8
1. Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να αρνούνται να χορηγήσουν επικύρωση ΕΚ ή να εκδώσουν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 2 στοιχείο κα) της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, ή να χορηγήσουν εθνική επικύρωση τύπου ενός ελκυστήρα για λόγους που αφορούν τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, εφόσον πληρούνται οι προδιαγραφές των παραρτημάτων Ι έως ΙΧ.
2. Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να χορηγούν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 2 στοιχείο κα) της οδηγίας 2003/37/ΕΚ, για έναν τύπο ελκυστήρος, εάν αυτός δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.
Τα κράτη μέλη δύνανται να αρνούνται να χορηγήσουν εθνική επικύρωση τύπου για έναν τύπο ελκυστήρος, εάν αυτός δεν πληροί τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.
Άρθρο 9
Τα κράτη μέλη δεν δύνανται να αρνηθούν την καταχώριση στα μητρώα, ούτε να απαγορεύσουν την πώληση, την πρώτη θέση σε κυκλοφορία ή τη χρήση των ελκυστήρων για λόγους που αφορούν τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής, εάν αυτοί ανταποκρίνονται στις προδιαγραφές των παραρτημάτων Ι έως ΙΧ.
Άρθρο 10
Στο πλαίσιο της επικύρωσης ΕΚ, κάθε ελκυστήρας κατά το άρθρο 1 πρέπει να είναι εφοδιασμένος με διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής που ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές των παραρτημάτων I έως IV.
Πάντως, οι ελκυστήρες που προσδιορίζονται στο άρθρο 1 της οδηγίας 2009/57/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τις διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής των γεωργικών ή δασικών ελκυστήρων με τροχούς (6), δύνανται να είναι εφοδιασμένοι, στο πλαίσιο της επικύρωσης ΕΚ, με διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής που ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές των παραρτημάτων I έως IV της εν λόγω οδηγίας.
Άρθρο 11
Οι αναγκαίες τροποποιήσεις για την προσαρμογή στην τεχνολογική πρόοδο των διατάξεων των παραρτημάτων Ι έως ΙΧ εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 20 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/37/ΕΚ.
Άρθρο 12
Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.
Άρθρο 13
Η οδηγία 79/622/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα Χ, μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά στις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα Χ, μέρος Β.
Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία θεωρούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος ΧΙ.
Άρθρο 14
Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εφαρμόζεται από την 1η Ιανουαρίου 2010.
Άρθρο 15
Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.
Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2009.
Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
Ο Πρόεδρος
H.-G. PÖTTERING
Για το Συμβούλιο
Ο Πρόεδρος
E. ERLANDSSON
(1) ΕΕ C 211 της 19.8.2008, σ. 17.
(2) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 2009.
(3) ΕΕ L 179 της 17.7.1979, σ. 1.
(4) Παράρτημα Χ μέρος Α.
(5) ΕΕ L 171 της 9.7.2003, σ. 1.
(6) Βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΩΝ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I |
Προϋποθέσεις επικύρωσης ΕΚ |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II |
Συνθήκες των δοκιμών αντοχής των δομών προστασίας και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III |
Διαδικασία δοκιμής |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV |
Εικόνες |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V |
Υπόδειγμα του πρακτικού περί των δοκιμών επικύρωσης ΕΚ για δομή προστασίας (θάλαμος ή πλαίσιο ασφαλείας) όσον αφορά στην αντοχή της ως επίσης και στην αντοχή της στερέωσής της επί του ελκυστήρα (στατικές δοκιμές) |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI |
Σήμανση |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII |
Υπόδειγμα δελτίου επικύρωσης ΕΚ |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII |
Προϋποθέσεις έγκρισης ΕΚ |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX |
Υπόδειγμα παραρτήματος στο δελτίο επικύρωσης ΕΚ τύπου ελκυστήρα όσον αφορά στην αντοχή των δομών προστασίας (θάλαμος ή πλαίσιο ασφαλείας) ως επίσης και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα (στατικές δοκιμές) |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X |
Μέρος A: Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της Μέρος Β: Κατάλογος προθεσμιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙ |
Πίνακας αντιστοιχίας |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
Προϋποθέσεις επικύρωσης εκ κατασκευαστικού στοιχείου
1. ΟΡΙΣΜΟΣ
1.1. |
Ως διάταξη προστασίας σε περίπτωση ανατροπής (θάλαμος ή πλαίσιο ασφαλείας), επονομαζόμενη κατωτέρω «δομή προστασίας», νοούνται οι προβλεπόμενες δομές επί ελκυστήρα που έχουν ως βασικό στόχο να αποσοβήσουν ή να περιορίσουν τους κινδύνους που διατρέχει ο οδηγός σε περίπτωση ανατροπής του ελκυστήρα κατά τη διάρκεια της κανονικής του χρήσεως. |
1.2. |
Οι αναφερόμενες στο σημείο 1.1 δομές χαρακτηρίζονται από το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια των προβλεπομένων στα παραρτήματα II και III δοκιμών, εμφανίζουν ελεύθερο χώρο επαρκώς μεγάλο για την προστασία του οδηγού. |
2. ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ
2.1. |
Όλες οι δομές προστασίας ως επίσης και η στερέωσή τους επί του ελκυστήρα πρέπει να έχουν σχεδιασθεί και κατασκευασθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν το βασικό σκοπό που υποδεικνύεται στο σημείο 1. |
2.2. |
Ο όρος αυτός θεωρείται ότι πληρούται αν τηρούνται οι προδιαγραφές των παραρτημάτων II και III. |
3. ΑΙΤΗΣΗ ΕΠΙΚΥΡΩΣΗΣ ΕΚ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΟΥ ΣΤΟΙΧΕΙΟΥ
3.1. |
Η αίτηση επικύρωσης ΕΚ κατασκευαστικού στοιχείου όσον αφορά την αντοχή των δομών προστασίας ως επίσης και της στερεώσεώς τους επί του ελκυστήρα παρουσιάζεται υπό του κατασκευαστού του ελκυστήρα ή υπό του κατασκευαστού της δομής προστασίας ή υπό των αντιστοίχων εντολοδόχων τους. |
3.2. |
Η αίτηση επικύρωσης ΕΚ κατασκευαστικού στοιχείου συνοδεύεται από τα ακόλουθα στοιχεία, εις τριπλούν, και από τις ακόλουθες ενδείξεις:
|
3.3. |
Ελκυστήρας αντιπροσωπευτικός του τύπου ελκυστήρα για τον οποίο προορίζεται η δομή προστασίας που πρέπει να επικυρωθεί παρουσιάζεται στην τεχνική υπηρεσία την επιφορτισμένη με τις δοκιμές επικύρωσης. Ο ελκυστήρας αυτός είναι εφοδιασμένος διά της δομής προστασίας. |
3.4. |
Ο κάτοχος της επικύρωσης ΕΚ κατασκευαστικού στοιχείου δύναται να ζητήσει να επεκταθεί αυτή η επικύρωση σε άλλους τύπους ελκυστήρων. Οι αρμόδιες αρχές που εχορήγησαν την αρχική επικύρωση ΕΚ κατασκευαστικού στοιχείου χορηγούν την αιτουμένη επέκταση αν η δομή προστασίας και ο (οι) τύπος(-οι) ελκυστήρος για τον οποίο αιτείται η επέκταση της αρχικής επικύρωσης ΕΚ ανταποκρίνεται στις ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
4. ΕΠΙΓΡΑΦΕΣ
4.1. |
Κάθε δομή προστασίας, σύμφωνη προς τον επικυρωθέντα τύπο, πρέπει να φέρει τις ακόλουθες επιγραφές:
|
4.2. |
Όλες αυτές οι ενδείξεις πρέπει να παρουσιάζονται επί μικρής πινακίδος. |
4.3. |
Οι επιγραφές πρέπει να είναι ορατές, ευανάγνωστες και ανεξίτηλες. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
Συνθήκες των δοκιμών αντοχής των δομών προστασίας και της στερέωσής τους επί του ελκυστήρα
1. ΓΕΝΙΚΟΤΗΤΕΣ
1.1. Σκοπός των δοκιμών
Οι πραγματοποιούμενες με τη βοήθεια ειδικών διατάξεων δοκιμές προορίζονται να υποκαταστήσουν τις επιβαλλόμενες στη δομή προστασίας σε περίπτωση ανατροπής του ελκυστήρος φορτίσεως. Οι δοκιμές αυτές, περιγραφόμενες στο παράρτημα III, πρέπει να επιτρέπουν τις παρατηρήσεις επί της αντοχής της δομής προστασίας και των στερεώσεων τους επί του ελκυστήρα ως επίσης και παντός τμήματος του ελκυστήρος που μεταβιβάζει το φορτίο δοκιμής.
1.2. Προετοιμασία των δοκιμών
1.2.1. Η δομή προστασίας πρέπει να είναι σύμφωνη προς τις εξειδικεύσεις της παραγωγής σε σειρά. Στερεώνεται, συμφώνως προς την υποδεικνυόμενη υπό των κατασκευαστών μέθοδο, σε έναν από τους ελκυστήρες για τους οποίους έχει σχεδιασθεί. Για τη δοκιμή δεν είναι αναγκαίο να διατίθεται ελκυστήρας πλήρης. Πάντως, η δομή προστασίας και τα προς έλεγχο τμήματα του ελκυστήρα στα οποία αυτή η δομή στερεώνεται πρέπει να αποτελούν εγκατάσταση κατάλληλη για τη διενέργεια των δοκιμών, ονομαζομένη κατωτέρω «σύνολο».
1.2.2. Το σύνολο πρέπει να στερεώνεται επί του πάγκου δοκιμής κατά τέτοιο τρόπο ώστε υπό την επίδραση της φορτίσεως τα στοιχεία που συνδέουν το σύνολο με τον πάγκο δοκιμής να μην υπόκεινται παρά σε ελάχιστες παραμορφώσεις σε σχέση προς τη δομή προστασίας. Η μέθοδος στερεώσεως του συνόλου επί της πλακός του οριζοντίου τμήματος του καθίσματος δεν πρέπει να μεταβάλλει την αντίσταση του συνόλου.
1.2.3. Το σύνολο πρέπει να συγκρατείται και να στερεώνεται ή να τροποποιείται κατά τέτοιο τρόπο ώστε όλη η δύναμη δοκιμής να απορροφάται υπό της δομής προστασίας και τα σημεία στηρίξεώς της, στα άκαμπτα στοιχεία του ελκυστήρα.
1.2.3.1. Για να τηρηθούν οι προδιαγραφές του σημείου 1.2.3, η τροποποίηση πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα να ασφαλίζει κάθε σύστημα αναρτήσεως του ελκυστήρα, σε κίνηση κατά τρόπο ώστε αυτός να μην απορροφά κανένα κλάσμα της ενεργείας δοκιμής.
1.2.4. Για τις δοκιμές, ο ελκυστήρας πρέπει να είναι εξοπλισμένος με όλα τα εξαρτήματα της παραγωγής σε σειρά που είναι δυνατόν να επηρεάζουν την αντίσταση της δομής προστασίας ή που είναι δυνατόν να είναι αναγκαία στη δοκιμή αντιστάσεως.
Τα εξαρτήματα που δύνανται να προξενούν κινδύνους εντός της ζώνης απελευθερώσεως πρέπει επίσης να υπάρχουν για να είναι δυνατόν να εξετασθεί εάν πληρούνται οι απαιτούμενες στο σημείο 4 προϋποθέσεις.
Κατά τη διάρκεια των δοκιμών αφαιρούνται όλα τα στοιχεία τα οποία θα μπορούσε να αφαιρέσει ο ίδιος ο οδηγός κατά τη χρήση. Σε περίπτωση που οι πόρτες και τα παράθυρα μπορούν να παραμείνουν ανοικτά ή να αφαιρεθούν κατά τη χρήση, πρέπει να παραμείνουν ανοικτά ή να αφαιρεθούν κατά τη διάρκεια των δοκιμών, ούτως ώστε να μην αυξάνεται η αντίσταση της δομής προστασίας. Εάν, στη θέση αυτή, παρουσιάζουν κίνδυνο για τον οδηγό σε περίπτωση ανατροπής του ελκυστήρα, αυτό πρέπει να αναφέρεται στην έκθεση δοκιμής.
1.3. Μάζα του ελκυστήρα
Η μάζα αναφοράς που χρησιμοποιείται στις σχέσεις (βλέπε παράρτημα III) για τον υπολογισμό των ενεργειών και της δυνάμεως συνθλίψεως, είναι τουλάχιστον αυτή που ορίζεται στο σημείο 2.1.1 του παραρτήματος I της οδηγίας 2003/37/ΕΚ (δηλαδή χωρίς τα προαιρετικά εξαρτήματα αλλά στην οποία περιλαμβάνεται το ύδωρ ψύξεως, τα λιπαντικά, τα καύσιμα, τα εργαλεία και ο οδηγός), συν τη δομή προστασίας και μείον 75 χιλιόγραμμα.
Δεν λαμβάνονται υπόψη το προαιρετικό εμπρόσθιο ή οπίσθιο έρμα, το έρμα των ελαστικών, τα φερόμενα όργανα και εξοπλισμοί ή κάθε ειδικό όργανο.
2. ΣΥΝΟΛΟ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
2.1. Δοκιμές οριζοντίων φορτίσεων (πλευρικής και διαμήκους)
2.1.1. Υλικό, εξοπλισμός και διατάξεις αγκυρώσεως που εξασφαλίζουν τη σταθερή στερέωση του συνόλου επί της πλακός του οριζοντίου τμήματος του καθίσματος, ανεξαρτήτως των ελαστικών, αν υπάρχουν.
2.1.2. Διάταξη που επιτρέπει να εφαρμοσθεί οριζόντια δύναμη επί της δομής προστασίας, όπως αυτή που παρουσιάζεται στις εικόνες 1 και 2 του παραρτήματος IV, μέσω άκαμπτης δοκού.
2.1.2.1. Η κατακόρυφη διάσταση του άκρου της άκαμπτης δοκού πρέπει να είναι 150 χιλιοστόμετρα.
2.1.2.2. Πρέπει να ληφθεί πρόνοια ώστε η φόρτιση να κατανέμεται ομοιομόρφως κατά την κάθετο επί τη διεύθυνση της φορτίσεως καθ’ όλο το μήκος δοκού της οποίας το μήκος περιέχεται μεταξύ 250 και 700 χιλιοστομέτρων και έχει εντός των ορίων αυτών μήκος ακριβώς πολλαπλάσιο των 50 χιλιοστομέτρων.
2.1.2.3. Τα άκρα της δοκού τα ευρισκόμενα σε επαφή μετά της δομής προστασίας πρέπει να είναι καμπύλα, με μέγιστη ακτίνα 50 χιλιοστομέτρων.
2.1.2.4. Σταυρωτές ή ισοδύναμες αρθρώσεις πρέπει να έχουν τοποθετηθεί για να αποφευχθεί το γεγονός ότι η φόρτιση θα προξενήσει περιστροφή ή μετατόπιση της διατάξεως σε κατεύθυνση διάφορη από αυτή την κατεύθυνση της φορτίσεως.
2.1.2.5. Αν το σύνολο των μελών της δομής προστασίας που υφίστανται τη φόρτιση δεν είναι ευθύγραμμο εντός του οριζοντίου επιπέδου και κάθετο στη διεύθυνση της φορτίσεως, το διάστημα πληρούται κατά τρόπον ώστε η φόρτιση να κατανέμεται επί αυτού του μήκους.
2.1.3. Εξοπλισμός προοριζόμενος για τη μέτρηση, εντός του ορίου των τεχνικών δυνατοτήτων, της ενέργειας που απορροφάται από τη δομή προστασίας και των ακάμπτων τμημάτων του ελκυστήρα στα οποία έχει στερεωθεί, παραδείγματος χάρη διά της μετρήσεως της εφαρμοζομένης δυνάμεως και της μετατοπίσεως του σημείου εφαρμογής της κατά τη διεύθυνση της δυνάμεως σε σχέση προς ένα σημείο του πλαισίου του ελκυστήρα.
2.1.4. Διατάξεις με σκοπό να προσδιορίσουν ότι κανένα τμήμα της δομής προστασίας δεν έχει εισχωρήσει εντός της ζώνης απελευθερώσεως κατά τη διάρκεια της δοκιμής. Διάταξη σύμφωνη προς αυτές των εικόνων 6 του παραρτήματος IV δύναται να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό.
2.2. Δοκιμές συνθλίψεως (οπίσθια και εμπρόσθια)
2.2.1. Υλικό, εξοπλισμός και διατάξεις αγκυρώσεως κατάλληλες να στερεώσουν ασφαλώς τον ελκυστήρα επί της πλακός του οριζοντίου τμήματος του καθίσματος, ανεξαρτήτως των ελαστικών.
2.2.2. Διατάξεις που επιτρέπουν να εφαρμοσθεί κατακόρυφη δύναμη επί της δομής προστασίας, όπως δεικνύεται στην εικόνα 3 του παραρτήματος IV, της άκαμπτης δοκού συνθλίψεως εχούσης πλάτος 250 χιλιοστομέτρων.
2.2.3. Εξοπλισμός προοριζόμενος για τη μέτρηση της ολικής εφαρμοζομένης κατακόρυφης δυνάμεως.
2.2.4. Διατάξεις με σκοπό να προσδιορίσουν ότι κανένα τμήμα της δομής προστασίας δεν έχει εισχωρήσει εντός της ζώνης απελευθερώσεως κατά τη διάρκεια της δοκιμής. Διάταξη σύμφωνη προς αυτές των εικόνων 6α, 6β και 6γ του παραρτήματος IV δύναται να χρησιμοποιηθεί για τον σκοπό αυτό.
2.3. Ανοχή επί των μετρήσεων
2.3.1. Διαστάσεις: ± 3 χιλιοστόμετρα.
2.3.2. Παραμόρφωση: ± 3 χιλιοστόμετρα.
2.3.3. Μάζα του ελκυστήρα: ± 20 χιλιόγραμμα.
2.3.4. Φορτίσεις και δυνάμεις: ± 2 %.
2.3.5. Διεύθυνση της φορτίσεως: απόκλιση από τις οριζόντιες και κατακόρυφες που εξειδικεύονται στο παράρτημα III:
— |
στην αρχή της δοκιμής, υπό μηδενική φόρτιση ± 2 μοίρες, |
— |
κατά τη διάρκεια της δοκιμής, υπό φόρτιση 10 μοίρες άνωθεν της οριζοντίου και 20 μοίρες κάτωθεν της οριζοντίου. Οι αποκλίσεις αυτές πρέπει να ελαττωθούν όσον είναι δυνατόν καθ’ όλη τη μέτρηση. |
3. ΔΟΚΙΜΕΣ
3.1. Γενικότητες
3.1.1. Διεξαγωγή των δοκιμών
3.1.1.1. Οι δοκιμές διενεργούνται κατά την ακόλουθη σειρά:
3.1.1.1.1. |
Κατά μήκος φόρτιση (βλέπε παράρτημα III σημείο 1.2): Για τους ελκυστήρες, των οποίων τουλάχιστον το 50 % της μάζας ως αυτή προσδιορίζεται στο σημείο 1.3 κατανέμεται στους οπίσθιους τροχούς, η κατά μήκος φόρτιση εφαρμόζεται εκ των όπισθεν (περίπτωση 1). Για τους άλλους ελκυστήρες, η διαμήκης φόρτιση εφαρμόζεται εκ των έμπροσθεν (περίπτωση 2). |
3.1.1.1.2. |
Πρώτη δοκιμή συνθλίψεως: Η πρώτη δοκιμή συνθλίψεως πραγματοποιείται στο άκρο της δομής στην οποία εφαρμόζεται η διαμήκης φόρτιση, δηλαδή:
|
3.1.1.1.3. |
Πλευρική φόρτιση (βλέπε παράρτημα III σημείο 1.3) |
3.1.1.1.4. |
Δεύτερη δοκιμή συνθλίψεως: Η δεύτερη δοκιμή συνθλίψεως πραγματοποιείται στο αντίθετο προς αυτό που εφαρμόζεται η διαμήκης φόρτιση άκρο της δομής, δηλαδή:
|
3.1.1.1.5. |
Δεύτερη δοκιμή διαμήκους φορτίσεως (βλέπε παράρτημα III σημείο 1.7): Δεύτερη δοκιμή πραγματοποιείται επί των εφοδιασμένων με ανατρεπόμενη δομή προστασίας ελκυστήρων, αν η διαμήκης φόρτιση (βλέπε σημείο 3.1.1.1.1) δεν εφαρμόζεται κατά τη διεύθυνση που θα είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή της δομής προστασίας. |
3.1.1.2. Αν τυχόν τμήμα του εξοπλισμού στερεώσεως μετατοπίζεται ή θραύεται κατά τη διάρκεια της δοκιμής, αυτή επαναρχίζει.
3.1.1.3. Δεν είναι παραδεκτές ούτε επισκευές, ούτε ρυθμίσεις στον ελκυστήρα ή στη δομή προστασίας κατά τη διάρκεια των δοκιμών.
3.1.2. Απομάκρυνση των τροχών
Οι τροχοί έχουν αποτεθεί ή απομακρυνθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε ουδεμία αλληλεπίδραση μετά της δομής προστασίας να είναι δυνατόν να δημιουργηθεί κατά τη διάρκεια των δοκιμών.
3.1.3. Κατάργηση των στοιχείων που δεν δημιουργούν κινδύνους
Όλα τα στοιχεία του ελκυστήρα και της δομής προστασίας που, ως πλήρεις μονάδες συνιστούν παράγοντα προστασίας για τον οδηγό —στα οποία περιλαμβάνεται η διάταξη προστασίας κατά της κακοκαιρίας— παρέχονται μετά του ελκυστήρα με σκοπό τον έλεγχο επικύρωσης.
Η δομή προστασίας που υπόκειται στις δοκιμές είναι δυνατόν να μην είναι εξοπλισμένη δι’ αλεξηνέμου, πλευρικών ή οπισθίων υαλοπινάκων, εξ υάλων ασφαλείας ή άλλου παρομοίου υλικού, ή τυχόν αποσπώμενων τοιχωμάτων, εξοπλισμών ή επιφερομένων τα οποία ουδόλως αποτελούν παράγοντα ενισχύσεως της δομής και τα οποία δεν δημιουργούν κινδύνους σε περίπτωση ανατροπής.
3.1.4. Σύνολο συσκευών μετρήσεως
Η δομή προστασίας πρέπει να είναι εξοπλισμένη με τα αναγκαία όργανα για τη λήψη των απαιτουμένων για τη χάραξη του διαγράμματος δύναμη + παραμορφώσεις (βλέπε εικόνα 4 του παραρτήματος IV) δεδομένων. Οι ολικές και παραμένουσες παραμορφώσεις της δομής προστασίας μετρούνται και σημειώνονται για κάθε φάση της δοκιμής (βλέπε εικόνα 5 του παραρτήματος IV).
3.1.5. Διεύθυνση της φορτίσεως
Όταν η θέση του καθίσματος δεν είναι εντός του στο μέσο του ελκυστήρα επιπέδου ή/και όταν η αντοχή της δομής προστασίας είναι ασύμμετρη, η πλευρική φόρτιση εφαρμόζεται επί της πλευράς η οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων, προεκτείνεται επί της ζώνης απελευθερώσεως κατά τη διάρκεια των δοκιμών (βλέπε επίσης παράρτημα III σημείο 1.3).
4. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΠΟΔΟΧΗΣ
4.1. Μία δομή προστασίας παρουσιασθείσα προς επικύρωση ΕΚ θεωρείται ότι πληροί τις εξειδικεύσεις ως προς την αντοχή αν, μετά τις δοκιμές πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
4.1.1. |
Δομή προστασίας δεν εισχωρεί σε κανένα τμήμα της ζώνης απελευθερώσεως που περιγράφεται στο σημείο 3.2 του παραρτήματος III ή προστατεύει πάντοτε αυτή τη ζώνη απελευθερώσεως κατά τη διάρκεια των δοκιμών που περιγράφονται στα σημεία 1.2, 1.3, 1.5, 1.6, και κατά περίπτωση στο σημείο 1.7 του παραρτήματος III. Αν έχει πραγματοποιηθεί δοκιμή υπερφορτίσεως, η εφαρμοζόμενη δύναμη κατά τη διάρκεια της φάσεως κατά την οποία η ειδική ενέργεια απορροφάται πρέπει να είναι μεγαλύτερη από 0,8 της Fmax που εμφανίζεται ταυτοχρόνως κατά τη διάρκεια της κύριας δοκιμής και της σχετικής δοκιμής υπερφορτίσεως (βλέπε εικόνες 4β και 4γ του παραρτήματος IV). |
4.1.2. |
Κατά τη διάρκεια των δοκιμών, η δομή προστασίας δεν πρέπει να εξασκεί ουδεμία τάση επί της δομής του καθίσματος. |
4.1.3. |
Κατά τη στιγμή όπου επιτυγχάνεται η απαιτούμενη ενέργεια σε κάθε προδιαγραφόμενη δοκιμή οριζοντίων φορτίσεων, η δύναμη πρέπει να είναι μεγαλύτερη του 0,8 Fmax. |
4.2. Εξ άλλου δεν πρέπει να υπάρχει κανένα στοιχείο που να παρουσιάζει ιδιαίτερο κίνδυνο για τον οδηγό, παραδείγματος χάρη ανεπαρκής επένδυση επί της εσωτερικής πλευράς της συσκευής ή σε κάθε άλλο σημείο στο οποίο ο οδηγός κινδυνεύει να προσκρούσει την κεφαλή.
5. ΠΡΑΚΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΗΣ
5.1. Το πρακτικό δοκιμής επισυνάπτεται στο δελτίο επικύρωσης ΕΚ που προβλέπεται στο παράρτημα VII. Υπόδειγμα του πρακτικού παρουσιάζεται στο παράρτημα V. Το πρακτικό πρέπει να περιέχει:
5.1.1. |
Γενική περιγραφή του σχήματος και της κατασκευής της δομής προστασίας (βλέπε παράρτημα V περί των υποχρεωτικών διαστάσεων), στην οποία περιλαμβάνονται οι κανονικές προσβάσεις και η έξοδος κινδύνου, οι διατάξεις οι σχετικές με το σύστημα θερμάνσεως και εξαερισμού και οι άλλες διευθετήσεις όταν υφίστανται που είναι δυνατόν να επιδράσουν επί της ζώνης απελευθερώσεως ή να δημιουργήσουν κίνδυνο. |
5.1.2. |
Τις υποδείξεις που αφορούν κάθε ειδική διάταξη, ιδίως για να αποτραπούν οι διαδοχικές ανατροπές του ελκυστήρος. |
5.1.3. |
Σύντομη ένδειξη πάσης εσωτερικής επενδύσεως. |
5.1.4. |
Την ένδειξη του τύπου αλεξηνέμου και των χρησιμοποιουμένων υαλοπινάκων, ως επίσης και παντός σήματος έγκρισης ΕΚ ή άλλου ενσωματωμένου σήματος. |
5.2. Στην περίπτωση επεκτάσεως της επικύρωσης ΕΚ για άλλους τύπους ελκυστήρων, το πρακτικό πρέπει να φέρει την ακριβή αναφορά του πρακτικού της αρχικής επικύρωσης ΕΚ ως επίσης και τις ακριβείς ενδείξεις που αφορούν στις καθοριζόμενες στο παράρτημα I σημείο 3.4 προϋποθέσεις.
5.3. Το πρακτικό πρέπει να καθιστά δυνατή τη σαφή εξακρίβωση του τύπου ελκυστήρα (σήμα, τύπος και εμπορική επωνυμία κ.λπ.) που χρησιμοποιείται κατά τις δοκιμές και τους τύπους για τους οποίους προορίζεται η δομή προστασίας.
6. ΣΥΜΒΟΛΑ
mt |
= |
μάζα αναφοράς του ελκυστήρα (χιλιόγραμμα), όπως αυτή προσδιορίζεται στο σημείο 1.3. |
D |
= |
παραμόρφωση (σε χιλιοστόμετρα) της διατάξεως στο σημείο εφαρμογής της φορτίσεως εντός του άξονα εφαρμογής της. |
D' |
= |
παραμόρφωση (σε χιλιοστόμετρα) της διατάξεως για την απαιτούμενη υπολογιζόμενη ενέργεια. |
F |
= |
δύναμη στατικής φορτίσεως (N: newtons). |
Fmax |
= |
μεγίστη στατική δύναμη φορτίσεως που εμφανίζεται κατά την εφαρμογή της φορτίσεως (Ν), εξαιρέσει της υπερφορτίσεως. |
F' |
= |
δύναμη για την απαιτούμενη υπολογιζόμενη ενέργεια. |
F-D |
= |
καμπύλη δυνάμεως/παραμορφώσεως. |
Eis |
= |
ενέργεια εισόδου που πρέπει να απορροφηθεί κατά την εφαρμογή της πλευρικής φορτίσεως, (J: joules). |
Εil 1 |
= |
ενέργεια εισόδου που πρέπει να απορροφηθεί κατά την εφαρμογή της διαμήκους φορτίσεως (J). |
Eil 2 |
= |
ενέργεια εισόδου που πρέπει να απορροφηθεί κατά την εφαρμογή της δευτέρας διαμήκους φορτίσεως (J). |
Fr |
= |
δύναμη εφαρμοζόμενη στο οπίσθιο τμήμα κατά τη δοκιμή συνθλίψεως (Ν). |
Ff |
= |
δύναμη εφαρμοζόμενη στο εμπρόσθιο τμήμα κατά τη δοκιμή συνθλίψεως (Ν). |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΟΚΙΜΗΣ
1. ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΦΟΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΔΟΚΙΜΕΣ ΣΥΝΘΛΙΨΕΩΣ
1.1. Γενικές προϋποθέσεις των δοκιμών οριζόντιας φορτίσεως
1.1.1. Οι εφαρμοζόμενες στη δομή προστασίας φορτίσεις κατανέμονται μέσω άκαμπτης δοκού συμφώνου προς τις προδιαγραφές του σημείου 2.1.2 του παραρτήματος II, διευθετημένης καθέτως προς τη διεύθυνση εφαρμογής της φορτίσεως, της άκαμπτης αυτής δοκού δυναμένης να είναι εφοδιασμένη διά διατάξεως προοριζομένης να την εμποδίσει να ολισθήσει πλευρικώς. Η ταχύτης παραμορφώσεως υπό φόρτιση δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 5 χιλιοστόμετρα ανά δευτερόλεπτο. Κατά την εφαρμογή της φορτίσεως, για να εξασφαλισθεί η ακρίβεια των μετρήσεων, οι τιμές των F και D σημειώνονται ταυτοχρόνως για τις αυξήσεις της παραμορφώσεως που είναι μικρότερες ή ίσες προς 15 χιλιοστόμετρα. Εφ’ όσον η φόρτιση έχει αρχίσει να εφαρμόζεται, δεν πρέπει να ελαττωθεί μέχρι του πέρατος της δοκιμής. Πάντως, επιτρέπεται να σταματήσει να αυξάνεται, αν είναι αναγκαίο, παραδείγματος χάρη για την καταγραφή των μετρήσεων.
1.1.2. Αν το σύνολο των μελών της δομής που δέχεται τη φόρτιση είναι στρογγυλευμένο, οι προβλεπόμενες στο σημείο 2.1.2.5 του παραρτήματος II προδιαγραφές πρέπει να τηρούνται. Η εφαρμογή της φορτίσεως πρέπει πάντως να ανταποκρίνεται επίσης στις απαιτήσεις του ανωτέρω σημείου 1.1.1 και του σημείου 2.1.2 του παραρτήματος II.
1.1.3. Αν δεν υφίσταται ανθεκτικό σύνολο μελών στο σημείο εφαρμογής, είναι δυνατόν να αποκατασταθούν οι προϋποθέσεις δοκιμής διά της χρησιμοποιήσεως δοκού επενδύσεως που δεν πρέπει πάντως να ενισχύσει τη δομή προστασίας.
1.1.4. Η δομή προστασίας ελέγχεται οπτικώς στο τέλος κάθε δοκιμής μετά την αφαίρεση της φορτίσεως. Εάν έχουν δημιουργηθεί ρήγματα ή σχισμές κατά τη δοκιμή φορτίσεως, πραγματοποιείται η δοκιμή υπερφορτίσεως που καθορίζεται στο κατωτέρω σημείο 1.4, πριν να εφαρμοσθεί η επομένη φόρτιση με την υποδεικνυομένη στο σημείο 3.1.1.1 του παραρτήματος II σειρά.
1.2. Διαμήκης φόρτιση (βλέπε εικόνα 2 του παραρτήματος IV)
Η φόρτιση εφαρμόζεται οριζοντίως, κατά γραμμές παράλληλες προς το κατακόρυφο στο μέσο του ελκυστήρα επίπεδο.
Για τους ελκυστήρες, στους οποίους τουλάχιστον 50 % της μάζας, όπως αυτή ορίζεται στο σημείο 1.3 του παραρτήματος II, κείται επί των οπισθίων τροχών, η οπίσθια διαμήκης φόρτιση και η πλευρική φόρτιση εφαρμόζονται εκατέρωθεν του διαμήκους μέσου επιπέδου της δομής προστασίας. Για τους ελκυστήρες, στους οποίους τουλάχιστον 50 % της μάζας κείται επί των εμπροσθίων τροχών, η εμπρόσθια διαμήκης φόρτιση εφαρμόζεται στην ιδία πλευρά του διαμήκους μέσου επιπέδου της δομής προστασίας, στην οποία εφαρμόζεται η πλευρική φόρτιση.
Εφαρμόζεται επί της ανωτέρας διαδοκίδας της δομής προστασίας (δηλαδή στο τμήμα που προορίζεται να αγγίξει πρώτο το έδαφος σε περίπτωση ανατροπής).
Το σημείο εφαρμογής της φορτίσεως κείται σε απόσταση που αντιστοιχεί στο ένα έκτο του πλάτους της κορυφής της δομής προστασίας, μετρουμένης προς το εσωτερικό εκ της εξωτερικής γωνίας. Το σημειούμενο πλάτος της δομής προστασίας πρέπει να αντιστοιχεί στην απόσταση που χωρίζει δύο γραμμές παράλληλες προς το κατακόρυφο στο μέσο του ελκυστήρα επίπεδο και οι οποίες αγγίζουν τα εξωτερικά άκρα της δομής προστασίας εντός του οριζόντιου επιπέδου που αγγίζει την ανώτερη πλευρά των ανωτέρων διαδοκίδων.
Το μήκος της δοκού δεν πρέπει να είναι μικρότερο από το ένα τρίτο του πλάτους της δομής προστασίας (όπως αυτή περιγράφεται προηγουμένως) ούτε μεγαλύτερο των 49 χιλιοστομέτρων από το ελάχιστο αυτό.
Η διαμήκης φόρτιση εφαρμόζεται εκ του οπίσθιου ή του εμπροσθίου τμήματος, όπως διευκρινίζεται στο σημείο 3.1.1.1 του παραρτήματος II.
Η δοκιμή σταματά όταν:
α) |
η ενέργεια παραμορφώσεως που απορροφάται από τη δομή προστασίας είναι ίση ή μεγαλύτερη από την απαιτούμενη ενέργεια εισόδου Eil 1 (όπου Eil 1 = 1,4 mt)· |
β) |
η δομή προστασίας εισχωρεί εντός της ζώνης απελευθερώσεως ή αφήνει τη ζώνη αυτή άνευ προστασίας. |
1.3. Πλευρική Φόρτιση (βλέπε εικόνα 1 του παραρτήματος IV)
Η φόρτιση εφαρμόζεται οριζοντίως και καθέτως προς το στο μέσο του ελκυστήρα κατακόρυφο επίπεδο. Εφαρμόζεται στο ανώτερο άκρο της δομής προστασίας σε απόσταση 300 χιλιοστομέτρων έμπροσθεν του σημείου αναφοράς του καθίσματος, του καθίσματος όντος στην πλέον οπισθοχωρημένη θέση του (βλέπε σημείο 2.3.1). Αν η δομή προστασίας παρουσιάζει επί της πλευράς προεξοχή που θα αγγίξει το έδαφος πρώτη σε περίπτωση ανατροπής, η φόρτιση εφαρμόζεται στο σημείο αυτό. Στην περίπτωση ελκυστήρα με περιστρεφόμενη θέση οδήγησης, το φορτίο εφαρμόζεται στο ανώτερο άκρο της δομής προστασίας στο μέσο της απόστασης μεταξύ των δύο σημείων αναφοράς του καθίσματος.
Το μήκος της δοκού δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 700 χιλιοστόμετρα. Πρέπει πάντως να είναι επίσης όσον το δυνατόν μακρύτερη.
Η δοκιμή σταματά όταν:
α) |
η ενέργεια παραμορφώσεως που απορροφάται από τη δομή προστασίας είναι ίση ή μεγαλύτερη προς την απαιτούμενη ενέργεια εισόδου Eis (όπου Eis = 1,75 mt)· ή |
β) |
η δομή προστασίας εισχωρεί εντός της ζώνης απελευθερώσεως ή αφήνει τη ζώνη αυτή άνευ προστασίας. |
1.4. Δοκιμή υπερφόρτισης (βλέπε εικόνες 4α, 4β και 4γ του παραρτήματος IV)
1.4.1. Η δοκιμή υπερφόρτισης πρέπει να εκτελείται εφόσον η δύναμη μειωθεί άνω των 3 % κατά τη διάρκεια του τελευταίου 5 % της επιτευχθείσας παραμόρφωσης, όταν η απαιτούμενη ενέργεια απορροφάται από την κατασκευή (βλέπε εικόνα 4β).
1.4.2. Η δοκιμή της υπερφορτίσεως συνίσταται στη συνέχιση εφαρμογής της οριζόντιας φορτίσεως με αυξήσεις που αντιστοιχούν στο 5 % της αρχικά απαιτούμενης ενέργειας, μέχρι μεγίστου ποσοστού 20 % της προστιθέμενης ενέργειας (βλέπε εικόνα 4γ).
1.4.2.1. Η δοκιμή υπερφορτίσεως είναι ικανοποιητική, αν μετά από κάθε αύξηση 5 %, 10 % ή 15 % της απαιτούμενης ενέργειας, η δύναμη μειώνεται λιγότερο από 3 % για αύξηση 5 % και εφόσον η δύναμη παραμένει ανώτερη του 0,8 Fmax.
1.4.2.2. Η δοκιμή υπερφορτίσεως είναι ικανοποιητική, αν μετά την απορρόφηση από τη δομή 20 % της προστιθέμενης ενέργειας, η δύναμη παραμένει ανώτερη του 0,8 Fmax.
1.4.2.3. Τα επιπλέον ρήγματα ή σχισμές ή/και η εισχώρηση εντός της ζώνης απελευθερώσεως ή η απουσία προστασίας της ζώνης αυτής, ως επακόλουθο ελαστικής παραμορφώσεως, επιτρέπονται κατά τη διάρκεια της δοκιμής υπερφορτίσεως. Εντούτοις, μετά την παύση της φορτίσεως, η δομή δεν πρέπει να εισχωρήσει εντός της ζώνης και η ζώνη πρέπει να είναι τελείως προστατευμένη.
1.5. Οπισθία σύνθλιψη
Η δοκός τοποθετείται επί της ανωτέρω διαδοκίδος της ευρισκομένης στην πλέον οπίσθια θέση της δομής προστασίας. Η συνισταμένη των δυνάμεων συνθλίψεως κείται εντός του διαμήκους κατακορύφου επιπέδου αναφοράς. Εφαρμόζεται δύναμη Fr = 20 mt.
Όταν το οπίσθιο τμήμα της οροφής της δομής προστασίας δεν δύναται να αντέχει όλη τη δύναμη συνθλίψεως, η δύναμη αυτή πρέπει να εφαρμοσθεί μέχρις ότου η οροφή παραμορφωθεί κατά τρόπον ώστε να συμπίπτει με το επίπεδο που συνδέει το ανώτερο τμήμα της δομής προστασίας με το οπίσθιο τμήμα του ελκυστήρα το ικανό να αντέξει το βάρος του ελκυστήρα σε περίπτωση ανατροπής. Εν συνεχεία η δύναμη αφαιρείται και ο ελκυστήρας ή η δύναμη συνθλίψεως επαναφέρεται στη θέση της κατά τέτοιο τρόπο ώστε η δοκός να ευρεθεί υπεράνω του σημείου της δομής προστασίας που είναι ικανό να αντέξει τον ελκυστήρα πλήρως ανεστραμένο. Τότε εφαρμόζεται η δύναμη Fr.
Η δύναμη Fr εφαρμόζεται τουλάχιστον επί πέντε δευτερόλεπτα μετά την εξαφάνιση πάσης παραμορφώσεως αντιληπτής διά του οφθαλμού.
Η δοκιμή σταματά αν η δομή εισχωρεί εντός της ζώνης απελευθερώσεως ή αφήνει τη ζώνη αυτή άνευ προστασίας.
1.6. Εμπρόσθια σύνθλιψη
Η δοκός τοποθετείται επί της ανωτέρας διαδοκίδος της ευρισκομένης στην πλέον εμπροσθία θέση της δομής προστασίας. Η συνισταμένη των δυνάμεων συνθλίψεως κείται εντός του διαμήκους κατακορύφου επιπέδου αναφοράς. Εφαρμόζεται δύναμη Ff = 20 mt.
Όταν το εμπρόσθιο τμήμα της οροφής της δομής προστασίας δεν δύναται να αντέχει όλη τη δύναμη συνθλίψεως, η δύναμη αυτή πρέπει να εφαρμοσθεί μέχρις ότου η οροφή να παραμορφωθεί κατά τρόπο ώστε να συμπίπτει με το επίπεδο που συνδέει το ανώτερο τμήμα της δομής προστασίας με το εμπρόσθιο τμήμα του ελκυστήρα το ικανό να αντέξει το βάρος του ελκυστήρα σε περίπτωση ανατροπής. Στη συνέχεια η δύναμη αφαιρείται και ο ελκυστήρας ή η δύναμη συνθλίψεως επαναφέρεται στη θέση του κατά τέτοιο τρόπο ώστε η δοκός να ευρεθεί υπεράνω του σημείου της δομής προστασίας που είναι τότε ικανό να αντέξει τον ελκυστήρα πλήρως ανεστραμένο. Τότε εφαρμόζεται η δύναμη Ff.
Η δύναμη F εφαρμόζεται επί πέντε τουλάχιστον δευτερόλεπτα μετά την εξαφάνιση κάθε παραμορφώσεως αντιληπτής διά του οφθαλμού.
Η δοκιμή σταματά αν η δομή εισχωρεί εντός της ζώνης απελευθερώσεως ή αφήνει τη ζώνη αυτή άνευ προστασίας.
1.7. Δεύτερη διαμήκης φόρτιση
Η φόρτιση εφαρμόζεται οριζοντίως, κατά γραμμή παράλληλη προς το κατακόρυφο στο μέσον του ελκυστήρα επίπεδο.
Η δεύτερη κατά μήκος φόρτιση εφαρμόζεται εκ των όπισθεν ή εκ των έμπροσθεν, ως εξειδικεύεται στο σημείο 3.1.1.1 του παραρτήματος II.
Εφαρμόζεται κατά τη διεύθυνση την αντίθετη προς την εφαρμογή της διαμήκους φορτίσεως που προβλέπεται στο σημείο 1.2 και στην πλέον απομεμακρυσμένη γωνία αυτής της ιδίας διαμήκους φορτίσεως.
Εφαρμόζεται επί της ανωτέρας διαδοκίδος της δομής προστασίας (δηλαδή στο τμήμα που θα αγγίξει το έδαφος πρώτο σε περίπτωση ανατροπής).
Το σημείο εφαρμογής της φορτίσεως κείται σε απόσταση που αντιστοιχεί στο ένα έκτο του πλάτους της κορυφής της δομής προστασίας, μετρουμένης προς το εσωτερικό εκ της εξωτερικής γωνίας. Το σημειούμενο πλάτος της δομής προστασίας πρέπει να αντιστοιχεί στην απόσταση που χωρίζει δύο γραμμές παράλληλες προς το κατακόρυφο στο μέσο του ελκυστήρα επίπεδο και οι οποίες αγγίζουν τα εξωτερικά άκρα της δομής προστασίας εντός του οριζοντίου επιπέδου που αγγίζει την ανώτερη πλευρά των ανωτέρων διαδοκίδων.
Το μήκος της δοκού δεν πρέπει να είναι μικρότερο από το ένα τρίτο του πλάτους της δομής προστασίας (ως αυτή περιγράφεται προηγουμένως), ούτε μεγαλύτερο πλέον των 49 χιλιοστομέτρων από αυτό το ελάχιστο.
Η δοκιμή σταματά όταν:
α) |
η ενέργεια παραμορφώσεως που απορροφάται υπό της δομής προστασίας είναι ίση ή μεγαλύτερη προς την απαιτουμένη ενέργεια εισόδου Eil 2 (όπου Eil 2 = 0,35 mt)· |
β) |
η δομή προστασίας εισχωρεί εντός της ζώνης απελευθερώσεως ή αφήνει τη ζώνη αυτή άνευ προστασίας. |
2. ΖΩΝΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΕΩΣ
2.1. Η ζώνη απελευθερώσεως απεικονίζεται στην εικόνα 6 του παραρτήματος IV και προσδιορίζεται σε σχέση προς κατακόρυφο επίπεδο αναφοράς γενικώς κατά μήκος του ελκυστήρα και διερχόμενο από σημείο αναφοράς του καθίσματος, που περιγράφεται στο σημείο 2.3, και το κέντρο του πηδαλίου. Το επίπεδο αναφοράς θεωρείται ότι μετατοπίζεται οριζοντίως μετά του καθίσματος και του πηδαλίου κατά την εφαρμογή των φορτίσεων αλλά παραμένει κάθετο στην οροφή του ελκυστήρα ή της δομής προστασίας, αν η διάταξη αυτή έχει τοποθετηθεί ελαστικώς.
Όταν το πηδάλιο είναι ρυθμιζόμενο, πρέπει να ευρίσκεται στην κανονική του θέση για τον οδηγό καθήμενο.
2.2. Τα όρια της ζώνης εξειδικεύονται ως ακολούθως:
2.2.1. κατακόρυφα επίπεδα κείμενα σε απόσταση 250 χιλιοστομέτρων από κάθε πλευρά του επιπέδου αναφοράς, περιοριζόμενα προς τα άνω σε 300 χιλιοστόμετρα υπεράνω του σημείου αναφοράς του καθίσματος·
2.2.2. παράλληλα επίπεδα εκτεινόμενα εκ του ανωτέρου άκρου των αναφερομένων στο σημείο 2.2.1 επιπέδων μέχρις μεγίστου ύψους 900 χιλιοστομέτρων υπεράνω του σημείου αναφοράς του καθίσματος και κεκλιμένα κατά τέτοιο τρόπο ώστε το ανώτερο άκρο του επιπέδου επί της πλευράς στην οποία εφαρμόζεται η πλευρική φόρτιση να ευρίσκεται σε απόσταση τουλάχιστον 100 χιλιοστομέτρων εκ του επιπέδου αναφοράς·
2.2.3. οριζόντιο επίπεδο κείμενο σε απόσταση 900 χιλιοστομέτρων υπεράνω του σημείου αναφοράς του καθίσματος·
2.2.4. κεκλιμένο επίπεδο κάθετο στο επίπεδο αναφοράς το οποίο περιέχει σημείο που κείται σε κατακόρυφη απόσταση 9 χιλιοστομέτρων υπεράνω του σημείου αναφοράς του καθίσματος και το σημείο που ευρίσκεται στην πλέον οπισθοχωρημένη θέση της ερεισινώτου του καθίσματος·
2.2.5. επιφάνεια, καμπύλη εφόσον απαιτείται, της οποίας οι γενέτειρες είναι κάθετες στο επίπεδο αναφοράς, προεκτεινομένη προς τα κάτω εκ του πλέον, οπισθοχωρημένου σημείου του καθίσματος και παραμένουσα σε επαφή, καθ’ όλο το μήκος της, μετά της πλάτης του καθίσματος·
2.2.6. καμπυλόγραμμη επιφάνεια, κάθετη στο επίπεδο αναφοράς, που έχει ακτίνα 120 χιλιοστομέτρων και είναι εφαπτομένη στα αναφερόμενα στα σημεία 2.2.3 και 2.2.4 επίπεδα·
2.2.7. καμπυλόγραμμη επιφάνεια, κάθετη στο επίπεδο αναφοράς, που έχει ακτίνα 900 χιλιοστομέτρων και προεκτείνουσα κατά 400 χιλιοστόμετρα προς τα εμπρός το αναφερόμενο στο σημείο 2.2.3 επίπεδο στο οποίο είναι εφαπτομένη σε σημείο κείμενο σε απόσταση 150 χιλιοστομέτρων έμπροσθεν του σημείου αναφοράς του καθίσματος·
2.2.8. κεκλιμένο επίπεδο κάθετο στο επίπεδο αναφοράς που συναντά την αναφερόμενη στο σημείο 2.2.7 επιφάνεια στο εμπρόσθιό της άκρο και διέρχεται σε απόσταση 40 χιλιοστομέτρων εκ του πηδαλίου διευθύνσεως. Στην περίπτωση πηδαλίου σε ανυψωμένη θέση, το επίπεδο αυτό αντικαθίσταται υπό επιπέδου παραλλήλου προς την αναφερόμενη στο σημείο 2.2.7 επιφάνεια·
2.2.9. κατακόρυφο επίπεδο, κάθετο στο επίπεδο αναφοράς και κείμενο σε απόσταση 40 χιλιοστομέτρων έμπροσθεν του πηδαλίου διευθύνσεως·
2.2.10. οριζόντιο επίπεδο που διέρχεται από το σημείο αναφοράς του καθίσματος·
2.2.11. στην περίπτωση ελκυστήρα με περιστρεφόμενη θέση οδήγησης, η ζώνη απελευθέρωσης είναι η περιβάλλουσα των δύο ζωνών απελευθέρωσης των οριζομένων με βάση τις δύο διαφορετικές θέσεις του πηδαλίου και του καθίσματος·
2.2.12. στην περίπτωση ελκυστήρα δυνάμενου να εξοπλισθεί με προαιρετικά καθίσματα, κατά τη διάρκεια των δοκιμών χρησιμοποιείται η περιβάλλουσα που προκύπτει από το συνδυασμό των σημείων αναφοράς του καθίσματος για το σύνολο των επιλογών που προτείνονται για το κάθισμα. Η δομή προστασίας δεν πρέπει να εισχωρεί στο εσωτερικό της σύνθετης ζώνης απελευθέρωσης που αντιστοιχεί στα διάφορα αυτά σημεία αναφοράς του καθίσματος·
2.2.13. σε περίπτωση που, μετά τη διενέργεια της δοκιμής, προταθεί νέα δυνατότητα ρύθμισης του καθίσματος, πραγματοποιείται υπολογισμός προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον η ζώνη απελευθέρωσης γύρω από το νέο σημείο αναφοράς του καθίσματος βρίσκεται στο εσωτερικό της προγενέστερα προσδιορισθείσας περιβάλλουσας. Εάν όχι, πρέπει να πραγματοποιηθεί νέα δοκιμή.
2.3. Θέση που ευρίσκεται το κάθισμα και σημείο αναφοράς του καθίσματος
2.3.1. Για να προσδιορισθεί η ζώνη απελευθερώσεως στο σημείο 2.1, το κάθισμα κείται στο πλέον οπισθοχωρημένο σημείο όλων των οριζοντίων ρυθμίσεων. Είναι τοποθετημένο στην πλέον υψηλή θέση της κατακόρυφης ρυθμίσεως όταν αυτή είναι ανεξάρτητη της ρυθμίσεως της οριζοντίου θέσεως.
Το σημείο αναφοράς λαμβάνεται με τη βοήθεια της συσκευής που απεικονίζεται στο παράρτημα IV, εικόνες 7 και 8, και υποκαθιστά την κατάληψη του καθίσματος από άνδρα. Η συσκευή αποτελείται σανίδος παριστώσης το οριζόντιο τμήμα του καθίσματος και υπό άλλων σανίδων που παριστούν το ερεισίνωτο. Η κατωτέρα σανίδα του καθίσματος αρθρούται στη στάθμη των λαγονίων ακρολοφίων (Α) και των νεφρών (Β), του ύψους της αρθρώσεως αυτής (Β) δυναμένου να ρυθμιστεί.
2.3.2. Ως σημείο αναφοράς νοείται το σημείο τομής του διαμήκους επιπέδου του διερχομένου διά του μέσου του καθίσματος μετά του επιπέδου του εφαπτομένου στη βάση της ράχης και οριζοντίου επιπέδου. Αυτό το οριζόντιο επίπεδο συναντά την κατώτερη επιφάνεια της σανίδος του οριζοντίου τμήματος του καθίσματος σε απόσταση 150 χιλιοστομέτρων έμπροσθεν του αναφερομένου ανωτέρω εφαπτομένου επιπέδου.
2.3.3. Όταν το κάθισμα περιλαμβάνει σύστημα αναρτήσεως, και το σύστημα αυτό δύναται ή μη να προσαρμόζεται συναρτήσει του βάρους του οδηγού, το κάθισμα πρέπει να έχει στερεωθεί στο μέσο της διαδρομής της αναρτήσεως.
Η συσκευή τοποθετείται επί του καθίσματος. Εν συνεχεία φορτίζεται διά δυνάμεως 550 newtons σε σημείο κείμενο σε απόσταση 50 χιλιοστομέτρων έμπροσθεν της αρθρώσεως (Α) και τα δύο τμήματα της σανίδος-ερεισινώτου πιέζονται ελαφρώς και εφαπτομενικώς προς το ερεισίνωτο του καθίσματος.
2.3.4. Αν δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθούν οι εφαπτόμενες σε κάθε στάθμη του ερεισινώτου (άνωθεν και κάτωθεν της περιοχής των νεφρών), πρέπει να πραγματοποιηθούν οι ακόλουθες διευθετήσεις:
2.3.4.1. |
όταν ουδεμία εφαπτομένη δεν είναι δυνατή στο κατώτερο τμήμα: το κατώτερο τμήμα της σανίδος-ερεισίνωτο στηρίζεται κατακορύφως στο ερεισίνωτο του καθίσματος· |
2.3.4.2. |
όταν ουδεμία εφαπτομένη δεν είναι δυνατή στο ανώτερο τμήμα: η άρθρωση (Β) στερεούται σε ύψος 230 χιλιοστομέτρων υπεράνω του σημείου αναφοράς του καθίσματος, αν το κατώτερο τμήμα της σανίδος-ερεισίνωτο είναι κατακόρυφο. Τα δύο τμήματα της σανίδος-ερεισίνωτο πιέζονται ελαφρώς προς το ερεισίνωτο του καθίσματος. |
3. ΕΛΕΓΧΟΙ ΚΑΙ ΜΕΤΡΗΣΕΙΣ ΠΡΟΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗ
3. 1. Ζώνη απελευθερώσεως
Κατά τη διάρκεια κάθε δοκιμής, εξετάζεται η δομή προστασίας για να εξακριβωθεί αν οιοδήποτε τμήμα της εν λόγω δομής έχει εισχωρήσει εντός ζώνης απελευθερώσεως πέριξ του καθίσματος του οδηγού, συμφώνως προς τον παρεχόμενο στο σημείο 2.1 προσδιορισμό. Εξ άλλου, εξετάζεται η δομή προστασίας για να εξακριβωθεί αν οιοδήποτε τμήμα της ζώνης απελευθερώσεως δεν προστατεύεται πλέον από τη δομή προστασίας. Προς το σκοπό αυτό, θεωρείται ως μη προστατευόμενο πλέον υπό της δομής προστασίας κάθε τμήμα της ζώνης απελευθερώσεως το οποίο θα έλθει σε επαφή μετ’ επιπέδου εδάφους αν ο ελκυστήρας ανετρέπετο προς την πλευρά στην οποία εφηρμόσθη η φόρτιση. Τα ελαστικά και το εύρος μεταξύ των ιχνών τροχών θεωρούνται συγκαταλεγόμενοι μεταξύ των ασθενεστέρων σημείων που υποδεικνύονται από τον κατασκευαστή.
3.2. Τελική μόνιμη παραμόρφωση
Στο τέλος των δοκιμών σημειούται η τελική μόνιμη παραμόρφωση της δομής προστασίας. Προς τον σκοπό αυτό, σημειούται πρό της ενάρξεως των δοκιμών η θέση των κυρίων μελών της δομής προστασίας σε σχέση προς το σημείο αναφοράς του καθίσματος.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
ΕΙΚΟΝΕΣ
Εικόνα 1 |
: |
Σημείο εφαρμογής της πλευρικής φορτίσεως |
Εικόνα 2 |
: |
Σημείο εφαρμογής της οπίσθιας διαμήκους φορτίσεως |
Εικόνα 3 |
: |
Παράδειγμα χρησιμοποιουμένης διατάξεως για τη δοκιμή συνθλίψεως |
Εικόνα 4α |
: |
Καμπύλη δυνάμεως/παραμορφώσεως — μη αναγκαία δοκιμή υπερφορτίσεως |
Εικόνα 4β |
: |
Καμπύλη δυνάμεως/παραμορφώσεως — αναγκαία δοκιμή υπερφορτίσεως |
Εικόνα 4γ |
: |
Καμπύλη δυνάμεως/παραμορφώσεως — δοκιμή υπερφορτίσεως προς συνέχιση |
Εικόνα 5 |
: |
Επεξήγηση των όρων μόνιμη, ελαστική και ολική παραμόρφωση |
Εικόνα 6α |
: |
Πλευρική όψη της ζώνης απελευθερώσεως |
Εικόνα 6β |
: |
Όψη της ζώνης απελευθερώσεως εκ των έμπροσθεν/όπισθεν |
Εικόνα 6γ |
: |
Ισομετρική όψη |
Εικόνα 7 |
: |
Συσκευή προσδιορισμού του σημείου αναφοράς του καθίσματος |
Εικόνα 8 |
: |
Μέθοδος προσδιορισμού του σημείου αναφοράς του καθίσματος. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI
ΣΗΜΑΝΣΗ
Το σήμα επικύρωσης ΕΚ αποτελείται εξ ορθογωνίου, στο εσωτερικό του οποίου ευρίσκεται το γράμμα «e», ακολουθούμενο από τον διακριτικό αριθμό του κράτους μέλους που χορήγησε την επικύρωση:
1. για τη Γερμανία
2. για τη Γαλλία
3. για την Ιταλία
4. για τις Κάτω Χώρες
5. για τη Σουηδία
6. για το Βέλγιο
7. για την Ουγγαρία
8. για την Τσεχική Δημοκρατία
9. για την Ισπανία
11. για το Ηνωμένο Βασίλειο
12. για την Αυστρία
13. για το Λουξεμβούργο
17. για τη Φινλανδία
18. για τη Δανία
19. για τη Ρουμανία
20. για την Πολωνία
21. για την Πορτογαλία
23. για την Ελλάδα
24. για την Ιρλανδία
26. για τη Σλοβενία
27. για τη Σλοβακία
29. για την Εσθονία
32. για τη Λεττονία
34. για τη Βουλγαρία
36. για τη Λιθουανία
49. για την Κύπρο
50. για τη Μάλτα
Και από τον αριθμό επικύρωσης ΕΚ που αντιστοιχεί στον αριθμό του δελτίου επικύρωσης ΕΚ του συνταχθέντος για τον τύπο της δομής προστασίας όσον αφορά την αντοχή της και στην αντοχή της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα, τοποθετημένου σε τυχούσα θέση πλησίον του ορθογωνίου.
Παράδειγμα σήματος επικύρωσης ΕΚ κατασκευαστικού στοιχείου
Το σήμα επικύρωσης ΕΚ κατασκευαστικού στοιχείου συμπληρώνεται από το προστιθέμενο σύμβολο «S»
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII
Προϋποθέσεις επικύρωσεις ΕΚ
1. |
Η αίτηση επικύρωσης ΕΚ τύπου ελκυστήρα όσον αφορά στην αντοχή της δομής προστασίας και της στερεώσεώς της επί του ελκυστήρα υποβάλλεται από τον κατασκευαστή του ελκυστήρα ή τον εντολοδόχο του. |
2. |
Στην επιφορτισμένη με τις δοκιμές εγκρίσεως τεχνική υπηρεσία πρέπει να παρουσιασθεί ελκυστήρας αντιπροσωπευτικός του προς επικύρωση τύπου επί του οποίου έχουν τοποθετηθεί η δομή προστασίας και η στερέωσή της, δεόντως επικυρωμένες. |
3. |
Η επιφορτισμένη με τις δοκιμές εγκρίσεως τεχνική υπηρεσία εξακριβώνει αν ο τύπος δομής προστασίας που έχει επικυρωθεί προορίζεται προς συναρμολόγηση επί του τύπου ελκυστήρα για τον οποίο αιτείται η έγκριση. Εξακριβώνει ιδίως αν η στερέωση της δομής προστασίας αντιστοιχεί προς αυτή που εδοκιμάσθη κατά την επικύρωση ΕΚ. |
4. |
Ο κάτοχος της επικύρωσης ΕΚ δύναται να ζητήσει την επέκταση αυτής και για άλλους τύπους δομών προστασίας. |
5. |
Οι αρμόδιες αρχές χορηγούν αυτή την επέκταση υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
|
6. |
Δελτίο σύμφωνο προς το υπόδειγμα που εμφαίνεται στο παράρτημα IX επισυνάπτεται στο δελτίο επικύρωσης ΕΚ για κάθε έγκριση ή επέκταση εγκρίσεως που χορηγήθηκε ή απορρίφθηκε. |
7. |
Αν η αίτηση επικύρωσης ΕΚ τύπου ελκυστήρα υποβάλλεται ταυτοχρόνως μετά της αιτήσεως επικυρώσεως ΕΚ τύπου δομής προστασίας προοριζομένου να τοποθετηθεί επί του τύπου ελκυστήρα για τον οποίο αιτείται η επικύρωση ΕΚ, δεν πραγματοποιούνται οι προβλεπόμενοι στα σημεία 2 και 3 έλεγχοι. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X
ΜΕΡΟΣ A
Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της
(κατά το άρθρο 13)
Οδηγία 79/622/ΕΟΚ του Συμβουλίου |
|
Οδηγία 82/953/ΕΟΚ της Επιτροπής |
|
Σημείο IX.A.15.ζ) του παραρτήματος I της πράξης προσχώρησης του 1985 |
|
Οδηγία 87/354/ΕΟΚ του Συμβουλίου |
Μόνον όσον αφορά τις παραπομπές στην οδηγία 79/622/ΕΟΚ με το άρθρο 1 και το παράρτημα, σημείο 9, στοιχείο η) |
Οδηγία 88/413/ΕΟΚ της Επιτροπής |
|
Σημείο XI.Γ.II.4 του παραρτήματος I της πράξης προσχώρησης του 1994 |
|
Οδηγία 1999/40/ΕΚ της Επιτροπής |
|
Σημείο I.A.29 του παραρτήματος II της πράξης προσχώρησης του 2003 |
|
Οδηγία 2006/96/ΕΚ του Συμβουλίου |
Μόνον όσον αφορά τις παραπομπές στην οδηγία 79/622/ΕΟΚ με το άρθρο 1 και το παράρτημα, σημείο Α.28 |
ΜΕΡΟΣ B
Κατάλογος προθεσμιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο
(κατά το άρθρο 13)
Οδηγία |
Λήξη προθεσμίας ενσωμάτωσης |
79/622/ΕΟΚ |
27η Δεκεμβρίου 1980 |
82/953/ΕΟΚ |
30ή Σεπτεμβρίου 1983 (1) |
87/354/ΕΟΚ |
31η Δεκεμβρίου 1987 |
88/413/ΕΟΚ |
30ή Σεπτεμβρίου 1988 (2) |
1999/40/ΕΚ |
30ή Ιουνίου 2000 (3) |
2006/96/ΕΚ |
31η Δεκεμβρίου 2006 |
(1) Σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 82/953/ΕΟΚ:
«1. Από την 1η Οκτωβρίου 1983, τα κράτη μέλη δεν μπορούν:
— |
ούτε να αρνηθούν, για έναν τύπο ελκυστήρα, την έγκριση ΕΟΚ ή την έκδοση του εγγράφου το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταία περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ ή την έγκριση εθνικής ισχύος, |
— |
ούτε να απαγορεύσουν τη θέση σε κυκλοφορία των ελκυστήρων, |
εφόσον η διάταξη προστασίας, σε περίπτωση ανατροπής, του εν λόγω τύπου ελκυστήρα ή των εν λόγω ελκυστήρων, ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
2. Από την 1η Οκτωβρίου 1984, τα κράτη μέλη:
— |
δεν μπορούν πλέον να εκδίδουν το έγγραφο το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τελευταία περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ για έναν τύπο ελκυστήρος του οποίου η διάταξη προστασίας, σε περίπτωση ανατροπής, δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, |
— |
μπορούν να αρνηθούν την έγκριση εθνικής ισχύος τύπου ελκυστήρος του οποίου η διάταξη προστασίας, σε περίπτωση ανατροπής, δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας. |
3. Από την 1η Οκτωβρίου 1985, τα κράτη μέλη μπορούν να απαγορεύσουν την πρώτη θέση σε κυκλοφορία ελκυστήρων των οποίων η διάταξη προστασίας, σε περίπτωση ανατροπής, δεν ανταποκρίνεται προς τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.
4. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 3 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 77/536/ΕΟΚ.».
(2) Σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 88/413/ΕΟΚ:
«1. Τα κράτη μέλη δεν δύνανται από 1ης Οκτωβρίου 1988:
— |
να αρνηθούν, για τύπο ελκυστήρος, την έγκριση τύπου ΕΟΚ ή την έκδοση του εγγράφου που προβλέπεται στην τελευταία περίπτωση του άρθρου 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, ή την έγκριση τύπου από εθνικής πλευράς, |
— |
να απαγορεύουν τη θέση σε κυκλοφορία ελκυστήρος, |
εφόσον οι διατάξεις προστασίας σε περίπτωση ανατροπής αυτού του τύπου του ελκυστήρα ή αυτών των ελκυστήρων ανταποκρίνονται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.
2. Τα κράτη μέλη από 1ης Οκτωβρίου 1989:
— |
δεν μπορούν πλέον να εκδίδουν το έγγραφο που προβλέπεται στην τελευταία περίπτωση του άρθρου 10 παράγραφος 1 της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, για έναν τύπο ελκυστήρος του οποίου η διάταξη προστασίας, σε περίπτωση ανατροπής, δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, |
— |
δύνανται να αρνούνται την έγκριση από εθνικής πλευράς τύπου ελκυστήρος του οποίου η διάταξη προστασίας, σε περίπτωση ανατροπής, δεν ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.». |
(3) Σύμφωνα με το άρθρο 2 της οδηγίας 1999/40/ΕΚ:
«1. Από την 1η Ιουλίου 2000, τα κράτη μέλη δεν δύνανται:
— |
να αρνούνται, για τύπο ελκυστήρος, να χορηγήσουν έγκριση ΕΚ τύπου ή να εκδώσουν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, ή να χορηγήσουν εθνική έγκριση τύπου, |
— |
να απαγορεύουν τη θέση σε κυκλοφορία ελκυστήρων, |
εάν οι ελκυστήρες αυτοί πληρούν τις προδιαγραφές της οδηγίας 79/622/ΕΟΚ, όπως αυτή τροποποιείται με την παρούσα οδηγία.
2. Από την 1η Ιανουαρίου 2001, τα κράτη μέλη:
— |
δεν δύνανται πλέον να εκδίδουν το έγγραφο που προβλέπεται στο άρθρο 10 παράγραφος 1 τρίτη περίπτωση της οδηγίας 74/150/ΕΟΚ, για τύπο ελκυστήρος, εάν αυτός δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της οδηγίας 79/622/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία, |
— |
δύνανται να αρνούνται να χορηγήσουν εθνική έγκριση τύπου, για τύπο ελκυστήρος, εάν αυτός δεν ανταποκρίνεται στις προδιαγραφές της οδηγίας 79/622/ΕΟΚ, όπως τροποποιείται με την παρούσα οδηγία.». |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI
ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ
Οδηγία 79/622/ΕΟΚ |
Οδηγία 1999/40/ΕΚ |
Παρούσα οδηγία |
Άρθρα 1 και 2 |
|
Άρθρα 2 και 3 |
Άρθρο 3 παράγραφος 1 |
|
Άρθρο 4 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 3 παράγραφος 2 |
|
Άρθρο 4 δεύτερο και τρίτο εδάφιο |
Άρθρα 4 και 5 |
|
Άρθρα 5 και 6 |
Άρθρο 6 πρώτη πρόταση |
|
Άρθρο 7 πρώτο εδάφιο |
Άρθρο 6 δεύτερη πρόταση |
|
Άρθρο 7 δεύτερο εδάφιο |
|
Άρθρο 2 |
Άρθρο 8 |
Άρθρο 8 |
|
Άρθρο 9 |
Άρθρο 9 εισαγωγική φράση |
|
Άρθρο 1 εισαγωγική φράση |
Άρθρο 9 πρώτη περίπτωση |
|
Άρθρο 1 στοιχείο α) |
Άρθρο 9 δεύτερη περίπτωση |
|
Άρθρο 1 στοιχείο β) |
Άρθρο 9 τρίτη περίπτωση |
|
Άρθρο 1 στοιχείο γ) |
Άρθρο 9 τέταρτη περίπτωση |
|
Άρθρο 1 στοιχείο δ) |
Άρθρα 10 και 11 |
|
Άρθρα 10 και 11 |
Άρθρο 12 παράγραφος 1 |
|
— |
Άρθρο 12 παράγραφος 2 |
|
Άρθρο 12 |
— |
|
Άρθρα 13 και 14 |
Άρθρο 13 |
|
Άρθρο 15 |
Παραρτήματα I έως ΙΧ |
|
Παραρτήματα I έως ΙΧ |
— |
|
Παράρτημα Χ |
— |
|
Παράρτημα ΧΙ |