ISSN 1977-0669

doi:10.3000/19770669.L_2014.096.ell

Επίσημη Εφημερίδα

της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96

European flag  

Έκδοση στην ελληνική γλώσσα

Νομοθεσία

57ό έτος
29 Μαρτίου 2014


Περιεχόμενα

 

I   Νομοθετικές πράξεις

Σελίδα

 

 

ΟΔΗΓΙΕΣ

 

*

Οδηγία 2014/28/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί της διαθεσιμότητας στην αγορά και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (αναδιατύπωση) ( 1 )

1

 

*

Οδηγία 2014/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διάθεση στην αγορά απλών δοχείων πίεσης ( 1 )

45

 

*

Οδηγία 2014/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (αναδιατύπωση) ( 1 )

79

 

*

Οδηγία 2014/31/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας ( 1 )

107

 

*

Οδηγία 2014/32/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα των οργάνων μετρήσεων στην αγορά (αναδιατύπωση) ( 1 )

149

 

*

Οδηγία 2014/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους ανελκυστήρες και τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες ( 1 )

251

 

*

Οδηγία 2014/34/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (αναδιατύπωση) ( 1 )

309

 

*

Οδηγία 2014/35/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ηλεκτρολογικού υλικού που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσης ( 1 )

357

 


 

(1)   Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

EL

Οι πράξεις οι τίτλοι οποίων έχουν τυπωθεί με ημίμαυρα στοιχεία αποτελούν πράξεις τρεχούσης διαχειρίσεως που έχουν θεσπισθεί στο πλαίσιο της γεωργικής πολιτικής και είναι γενικά περιορισμένης χρονικής ισχύος.

Οι τίτλοι όλων των υπολοίπων πράξεων έχουν τυπωθεί με μαύρα στοιχεία και επισημαίνονται με αστερίσκο.


I Νομοθετικές πράξεις

ΟΔΗΓΙΕΣ

29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/1


ΟΔΗΓΊΑ 2014/28/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί της διαθεσιμότητας στην αγορά και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 1993, για την εναρμόνιση των διατάξεων περί της εμπορίας και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (3) έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (4). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί στην παρούσα οδηγία ότι ορισμένα είδη ταυτοποιήθηκαν, σύμφωνα με τις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων προϊόντων, ως είδη πυροτεχνίας ή πυρομαχικά και συνεπώς δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας. Η οδηγία 2004/57/ΕΚ της Επιτροπής, της 23ης Απριλίου 2004, για την ταυτοποίηση των πυροτεχνημάτων και ορισμένων πυρομαχικών για τους σκοπούς της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την εναρμόνιση των διατάξεων περί της εμπορίας και του ελέγχου των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (5), η οποία περιέχει κατάλογο τέτοιων ειδών, θα πρέπει συνεπώς να καταργηθεί.

(3)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (6), ορίζει τους κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(4)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (7) θεσπίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Η οδηγία 93/15/ΕΟΚ θα πρέπει συνεπώς να προσαρμοστεί στην εν λόγω απόφαση.

(5)

Η ασφάλεια κατά την αποθήκευση καλύπτεται από την οδηγία 96/82/ΕΚ του Συμβουλίου, της 9ης Δεκεμβρίου 1996, για την αντιμετώπιση των κινδύνων μεγάλων ατυχημάτων σχετιζόμενων με επικίνδυνες ουσίες (8), στην οποία προβλέπονται απαιτήσεις ασφάλειας για εγκαταστάσεις στις οποίες υπάρχουν εκρηκτικές ύλες. Η ασφάλεια κατά τη μεταφορά ρυθμίζεται βάσει διεθνών συμβάσεων και συμφωνιών, μεταξύ άλλων και από συστάσεις του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων. Κατά συνέπεια, οι πτυχές αυτές δεν θα πρέπει να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

(6)

Τα είδη πυροτεχνίας απαιτούν τη λήψη κατάλληλων μέτρων για την προστασία των τελικών χρηστών και της υλικής ασφάλειας του κοινού. Τα είδη πυροτεχνίας καλύπτονται από την οδηγία 2013/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ειδών πυροτεχνίας (9). Συνεπώς, η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται σε είδη πυροτεχνίας.

(7)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει στο πεδίο εφαρμογής της τα πυρομαχικά, αλλά μόνον σε ό, τι αφορά τους κανόνες σχετικά με τον έλεγχο των μεταφορών και τις οικείες ρυθμίσεις. Όταν τα πυρομαχικά μεταφέρονται υπό συνθήκες ανάλογες με εκείνες των όπλων, οι εν λόγω μεταφορές θα πρέπει να υπόκεινται σε διατάξεις ανάλογες με εκείνες που ισχύουν για τα όπλα, όπως προβλέπονται από την οδηγία 91/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1991, σχετικά με τον έλεγχο της απόκτησης και της κατοχής όπλων (10).

(8)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(9)

Όσον αφορά τον ορισμό των εκρηκτικών υλών που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί ο ορισμός των προϊόντων αυτών που προβλέπεται στις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων αγαθών.

(10)

Για να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των εκρηκτικών υλών, είναι αναγκαία η εναρμόνιση των νομοθεσιών όσον αφορά τη διαθεσιμότητα των εκρηκτικών υλών στην αγορά.

(11)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των εκρηκτικών υλών προς την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των δημόσιων συμφερόντων και την προστασία των τελικών χρηστών, και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(12)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι καθιστούν διαθέσιμες στην αγορά εκρηκτικές ύλες που είναι σύμφωνες με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(13)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των τελικών χρηστών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση ιστότοπου, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(14)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση αποκλειστικά του κατασκευαστή.

(15)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι οι εκρηκτικές ύλες από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως, ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τις εν λόγω εκρηκτικές ύλες. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά εκρηκτικές ύλες που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση των εκρηκτικών υλών και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(16)

Ο διανομέας καθιστά μια εκρηκτική ύλη διαθέσιμη στην αγορά αφού πρώτα αυτή έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή, ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται την εκρηκτική ύλη δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης.

(17)

Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει εκρηκτική ύλη στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί εκρηκτική ύλη κατά τρόπον ώστε να επηρεαστεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(18)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις αρμόδιες αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν την εκρηκτική ύλη.

(19)

Η αποκλειστική ταυτοποίηση των εκρηκτικών υλών έχει ουσιώδη σημασία για την τήρηση ακριβών και πλήρων αρχείων των εκρηκτικών υλών σε όλα τα στάδια της αλυσίδας εφοδιασμού. Αυτό θα πρέπει εν προκειμένω να επιτρέπει την ταυτοποίηση και την ιχνηλασιμότητα μιας εκρηκτικής ύλης από τον τόπο παραγωγής της και τη διάθεσή της για πρώτη φορά στην αγορά έως τον τελικό της χρήστη και τη χρήση της, ώστε να εμποδίζεται η αθέμιτη χρήση και η κλοπή της και να βοηθούνται οι υπηρεσίες επιβολής του νόμου στον εντοπισμό της προέλευσης των εκρηκτικών υλών που έχουν απολεσθεί ή κλαπεί. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων για την εποπτεία της αγοράς αρχών όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμες στην αγορά μη συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς εκρηκτικές ύλες.

(20)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά θα πρέπει να περιορίζονται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας για τις εκρηκτικές ύλες, ώστε να προστατεύονται η υγεία και ασφάλεια των προσώπων, η ιδιοκτησία και το περιβάλλον. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης προς τις εν λόγω απαιτήσεις είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για τις εκρηκτικές ύλες που συμμορφώνονται προς τα εναρμονισμένα πρότυπα που εγκρίνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (11) με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων.

(21)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(22)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν, ότι οι εκρηκτικές ύλες που είναι διαθέσιμες στην αγορά συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζονται ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές. Λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών και των κινδύνων που ενέχουν, οι εκρηκτικές ύλες θα πρέπει να υποβάλλονται πάντα σε αξιολόγηση συμμόρφωσης από τρίτα μέρη.

(23)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται με βάση την παρούσα οδηγία σχετικά με τη συμμόρφωση μιας εκρηκτικής ύλης προς την παρούσα οδηγία και τη λοιπή συναφή ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.

(24)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(25)

Η σήμανση CE, που δηλώνει τη συμμόρφωση εκρηκτικής ύλης, είναι η ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE θα πρέπει να καθοριστούν με την παρούσα οδηγία.

(26)

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(27)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 93/15/ΕΟΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(28)

Για να εξασφαλιστεί συνέπεια όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι απαιτήσεις που οφείλουν να πληρούν οι κοινοποιούσες αρχές και άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(29)

Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση με τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και με τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(30)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευθεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για τον σκοπό της κοινοποίησης.

(31)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες την εν λόγω αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(32)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλιστεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τις εκρηκτικές ύλες που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές που αξιολογούν τη συμμόρφωση να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό, η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν και δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(33)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η τηλεματική κοινοποίηση.

(34)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να προβάλλουν ένσταση σχετικά με κοινοποιούμενο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα μπορούν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(35)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας, έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, χρειάζεται να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τον συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(36)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά, οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ισχύουν και για τις εκρηκτικές ύλες. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(37)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο με την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Θα πρέπει να θεωρείται ότι εκρηκτικές ύλες δεν συμμορφώνονται προς τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνο υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα μπορούσε να είναι απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(38)

Το ισχύον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με μια διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερωθούν για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τις εκρηκτικές ύλες που παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία ή για την ασφάλεια των προσώπων ή για την ιδιοκτησία ή το περιβάλλον. Θα πρέπει επίσης να δίνει τη δυνατότητα στις αρχές εποπτείας της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν νωρίτερα σε σχέση με αυτές τις εκρηκτικές ύλες.

(39)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(40)

Στην περίπτωση σοβαρής απειλής ή προσβολής της δημόσιας ασφάλειας ως αποτέλεσμα παράνομης κατοχής ή παράνομης χρησιμοποίησης εκρηκτικών υλών ή πυρομαχικών, θα πρέπει να επιτρέπεται στα κράτη μέλη να παρεκκλίνουν, υπό ορισμένους όρους, από την παρούσα οδηγία ως προς τη μεταφορά εκρηκτικών υλών και πυρομαχικών, ώστε να αποτραπεί η παράνομη κατοχή ή χρήση.

(41)

Είναι απαραίτητο να δημιουργηθούν μηχανισμοί διοικητικής συνεργασίας μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών. Συνεπώς, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να βασίσουν την προσέγγισή τους στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 515/97 του Συμβουλίου, της 13ης Μαρτίου 1997, περί της αμοιβαίας συνδρομής μεταξύ των διοικητικών αρχών των κρατών μελών και της συνεργασίας των αρχών αυτών με την Επιτροπή με σκοπό τη διασφάλιση της ορθής εφαρμογής των τελωνειακών ή γεωργικών ρυθμίσεων (12).

(42)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα για την πρόληψη του λαθρεμπορίου εκρηκτικών και πυρομαχικών.

(43)

Για την επίτευξη των στόχων της παρούσας οδηγίας, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή σε ό,τι αφορά τα ενωσιακά μέτρα για την προσαρμογή της παρούσας οδηγίας στις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(44)

Για να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (13).

(45)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(46)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων για τον καθορισμό των πρακτικών διευθετήσεων για τη λειτουργία ενός συστήματος ενιαίας ταυτοποίησης και ιχνηλάτησης των εκρηκτικών υλών, καθώς και για τον καθορισμό των τεχνικών διευθετήσεων για την εφαρμογή των διατάξεων για τη μεταφορά των εκρηκτικών υλών, και ιδίως του τυποποιημένου εγγράφου που πρέπει να χρησιμοποιείται.

(47)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές της προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(48)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή εφόσον, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σχετικά με συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή ασφάλεια προσώπων, ή για την ιδιοκτησία ή το περιβάλλον, τούτο επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης.

(49)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

(50)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως για παράδειγμα σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(51)

H Επιτροπή διά εκτελεστικών πράξεων και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, θα πρέπει να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες δικαιολογούνται ή όχι.

(52)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίζουν την επιβολή των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(53)

Είναι επομένως απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν να είναι σε διαθεσιμότητα στην αγορά εκρηκτικές ύλες χωρίς ανάγκη συμμόρφωσης με περαιτέρω απαιτήσεις προϊόντος για εκρηκτικές ύλες που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 93/15/ΕΟΚ, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή τους προς άλλες απαιτήσεις, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν εκρηκτικές ύλες που διατίθενται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(54)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλιστεί ότι οι εκρηκτικές ύλες που κυκλοφορούν στην αγορά πληρούν τις προδιαγραφές που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και ασφάλειας και άλλων δημόσιων συμφερόντων, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(55)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας των προηγούμενων οδηγιών. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από τις προϋπάρχουσες οδηγίες.

(56)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα V μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στις εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα εξής:

α)

στις εκρηκτικές ύλες, συμπεριλαμβανομένων των πυρομαχικών, που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από τις ένοπλες δυνάμεις ή την αστυνομία σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία·

β)

στα είδη πυροτεχνίας που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2013/29/ΕΕ·

γ)

στα πυρομαχικά, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 12, 13 και 14.

Το παράρτημα I περιέχει έναν μη εξαντλητικό κατάλογο των ειδών πυροτεχνίας και πυρομαχικών που αναφέρονται στο στοιχείο β) της παρούσας παραγράφου και στο άρθρο 2 σημείο 2 και που ταυτοποιούνται βάσει των συστάσεων των Ηνωμένων Εθνών για τη μεταφορά επικίνδυνων προϊόντων.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να χαρακτηρίζουν ορισμένες ουσίες που δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία ως εκρηκτικές ύλες, δυνάμει εθνικών νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «εκρηκτικά» ή «εκρηκτικές ύλες»: οι ύλες και τα αντικείμενα που θεωρούνται ως εκρηκτικά στις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τη μεταφορά επικίνδυνων εμπορευμάτων και περιλαμβάνονται στην κλάση 1 των εν λόγω συστάσεων·

2)   «πυρομαχικά»: βλήματα με ή χωρίς ωστικό φορτίο και άσφαιρα πυρομαχικά που χρησιμοποιούνται σε φορητά όπλα, άλλα όπλα και πυροβόλα·

3)   «υλική ασφάλεια»: η πρόληψη των ατυχημάτων και, στην αντίθετη περίπτωση, ο περιορισμός των αποτελεσμάτων τους·

4)   «δημόσια ασφάλεια»: η πρόληψη χρησιμοποίησης για σκοπούς αντίθετους προς τη δημόσια τάξη·

5)   «έγκριση μεταφοράς»: η απόφαση για τις σχεδιαζόμενες μεταφορές εκρηκτικών εντός της Ένωσης·

6)   «μεταφορά»: οποιαδήποτε υλική μετακίνηση εκρηκτικών υλών εντός της Ένωσης, εκτός των μετακινήσεων που πραγματοποιούνται στην ίδια τοποθεσία·

7)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: προσφορά εκρηκτικής ύλης για διανομή ή χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

8)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία εκρηκτική ύλη καθίσταται διαθέσιμη στην ενωσιακή αγορά·

9)   «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ένα εκρηκτικό ή αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή του και διοχετεύει στην αγορά αυτό το εκρηκτικό υπό την επωνυμία του ή το εμπορικό σήμα του ή το χρησιμοποιεί για δικούς του σκοπούς·

10)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

11)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει στην ενωσιακή αγορά εκρηκτικό προερχόμενο από τρίτη χώρα·

12)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά ένα εκρηκτικό διαθέσιμο στην αγορά·

13)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας, ο διανομέας και κάθε νομικό ή φυσικό πρόσωπο που δραστηριοποιείται στην αποθήκευση, χρησιμοποίηση, μεταφορά, εισαγωγή, εξαγωγή ή εμπορία εκρηκτικών υλών·

14)   «οπλοπώλης»: οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο του οποίου η επαγγελματική δραστηριότητα συνίσταται εν όλω ή εν μέρει στην κατασκευή, το εμπόριο, την ανταλλαγή, την ενοικίαση, την επισκευή ή τη μετατροπή πυροβόλων όπλων και πυρομαχικών·

15)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά της εκρηκτικής ύλης·

16)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

17)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

18)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

19)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας που αφορούν ένα εκρηκτικό·

20)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·

21)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή εκρηκτικού που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη·

22)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην αποτροπή της διαθεσιμότητας στην αγορά ενός εκρηκτικού που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού·

23)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθεσία της Ένωσης η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων·

24)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το εκρηκτικό συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

Άρθρο 3

Ελεύθερη κυκλοφορία

Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά εκρηκτικών υλών οι οποίες πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

Διαθεσιμότητα στην αγορά

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι οι εκρηκτικές ύλες μπορούν να καθίστανται διαθέσιμες στην αγορά μόνον εφόσον πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 5

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Όταν διαθέτουν στην αγορά τις εκρηκτικές ύλες τους ή τις χρησιμοποιούν για δικούς τους σκοπούς, οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι αυτές έχουν σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα II.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα III και μεριμνούν για τη διενέργεια της σχετικής διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 20.

Όταν η συμμόρφωση μιας εκρηκτικής ύλης με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και θέτουν τη σήμανση CE.

3.   Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Λαμβάνονται δεόντως υπόψη οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά της εκρηκτικής ύλης και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις άλλες τεχνικές προδιαγραφές με βάση τα οποία δηλώνεται η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν έναν μοναδικό αριθμό ταυτοποίησης σύμφωνα με το σύστημα ταυτοποίησης και ιχνηλασιμότητας που ορίζεται στο άρθρο 15. Για τις εκρηκτικές ύλες που αποκλείονται από το σύστημα αυτό, οι κατασκευαστές:

α)

εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που να επιτρέπει την ταυτοποίησή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μικρό μέγεθος, το σχήμα ή η σχεδίαση της εκρηκτικής ύλης, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει την εκρηκτική ύλη·

β)

αναγράφουν στην εκρηκτική ύλη το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνσή τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία της εκρηκτικής ύλης ή σε έγγραφο που συνοδεύει την εκρηκτική ύλη. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

6.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι οι εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά συνοδεύονται από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας, καθώς και κάθε επισήμανση, είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

7.   Όταν οι κατασκευαστές θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η εκρηκτική ύλη που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, να την αποσύρουν ή να την ανακαλέσουν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τις εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 6

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 5 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης της τεχνικής τεκμηρίωσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 2 δεν αποτελούν μέρος της εντολής του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.

2.   Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα εξής:

α)

να τηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς επί 10 έτη αφότου διατεθεί η εκρηκτική ύλη στην αγορά·

β)

κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρμόδιων εθνικών αρχών, να τους παρέχει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης·

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτήματός τους, για τυχόν ενέργειες που πρέπει να γίνουν προς αποσόβηση των κινδύνων που ενέχουν οι εκρηκτικές ύλες που καλύπτει η εντολή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες.

2.   Προτού διαθέσουν εκρηκτική ύλη στην αγορά, οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διεκπεραιώσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 20. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι η εκρηκτική ύλη φέρει τη σήμανση CE και συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα, και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 5.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι μια εκρηκτική ύλη δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II, δεν διαθέτει την εκρηκτική ύλη στην αγορά έως ότου εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή της. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν στην εκρηκτική ύλη το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους, και τη διεύθυνση αλληλογραφίας τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία της εκρηκτικής ύλης ή σε έγγραφο που τη συνοδεύει. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι η εκρηκτική ύλη συνοδεύεται από οδηγίες και άλλες πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω η εκρηκτική ύλη βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς της δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή της με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II.

6.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η εκρηκτική ύλη που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, την αποσύρουν ή την ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

7.   Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση των εν λόγω αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

8.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τις εκρηκτικές ύλες που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμη μια εκρηκτική ύλη στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη στην αγορά επαληθεύουν ότι η εκρηκτική ύλη φέρει τη σήμανση CE, ότι συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να διατεθεί η εκρηκτική ύλη, και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 5 και του άρθρου 7 παράγραφος 3 αντίστοιχα.

Εφόσον διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι μια εκρηκτική ύλη δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II, δεν καθιστά διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη στην αγορά έως ότου εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή της. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω η εκρηκτική ύλη βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς της δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή της με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι η εκρηκτική ύλη που έχουν καταστήσει διαθέσιμη στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία φροντίζουν αμέσως να ληφθούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, την αποσύρουν ή την ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η εκρηκτική ύλη παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων έχουν καταστήσει διαθέσιμη την εκρηκτική ύλη και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τις εκρηκτικές ύλες που έχουν καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά.

Άρθρο 9

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 5, όταν διαθέτει εκρηκτική ύλη στην αγορά με το όνομα ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί εκρηκτική ύλη που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να επηρεάσει τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 10

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Για τις εκρηκτικές ύλες που δεν καλύπτονται από το σύστημα του άρθρου 15, οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς τα ακόλουθα:

α)

κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει εκρηκτική ύλη·

β)

κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει εκρηκτική ύλη.

Οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να είναι σε θέση να υποβάλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθευτεί την εκρηκτική ύλη και για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι την εκρηκτική ύλη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

Άρθρο 11

Μεταφορές εκρηκτικών υλών

1.   Οι εκρηκτικές ύλες μπορούν να μεταφερθούν μόνο με τη διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 8.

2.   Για να μπορεί να μεταφέρει εκρηκτικές ύλες, ο παραλήπτης ζητά έγκριση μεταφοράς από την αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος του παραλήπτη. Η αρμόδια αρχή εξακριβώνει ότι ο παραλήπτης είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένος για την απόκτηση των εκρηκτικών υλών και διαθέτει τις απαιτούμενες άδειες ή εγκρίσεις. Η διαμετακόμιση εκρηκτικών υλών μέσω του εδάφους ενός ή περισσότερων κρατών μελών κοινοποιείται από τον οικονομικό φορέα που είναι υπεύθυνος της μεταφοράς στις αρμόδιες αρχές αυτού ή αυτών των κρατών μελών, προκειμένου να λάβει προέγκριση από το κράτος μέλος ή τα κράτη μέλη διαμετακόμισης.

3.   Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος θεωρεί ότι υπάρχει πρόβλημα όσον αφορά την εξακρίβωση της άδειας για την απόκτηση εκρηκτικών υλών που αναφέρεται στην παράγραφο 2, το εν λόγω κράτος μέλος διαβιβάζει τις διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή, η οποία ενημερώνει σχετικά τα άλλα κράτη μέλη.

4.   Αν η αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος του παραλήπτη εγκρίνει τη μεταφορά, χορηγεί στον παραλήπτη γραπτή έγκριση μεταφοράς στην οποία αναγράφονται όλες οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 5. Το αντίγραφο αυτό συνοδεύει τις εκρηκτικές ύλες έως το προβλεπόμενο σημείο προορισμού τους. Επιδεικνύεται οσάκις το ζητούν οι αρμόδιες αρχές. Αντίγραφο του εν λόγω εγγράφου φυλάσσεται από τον παραλήπτη, ο οποίος και το επιδεικνύει για εξέταση, όταν του ζητηθεί, στην αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος του παραλήπτη.

5.   Όταν για τις μεταφορές εκρηκτικών υλών απαιτούνται ειδικοί έλεγχοι με τους οποίους διαπιστώνεται κατά πόσον οι μεταφορές αυτές πληρούν ειδικές απαιτήσεις ασφάλειας στο έδαφος ή τμήμα του εδάφους κράτους μέλους, ο παραλήπτης παρέχει πριν από τη μεταφορά στην αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος του παραλήπτη τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση των συναλλασσόμενων οικονομικών φορέων·

β)

τον αριθμό και την ποσότητα των μεταφερόμενων εκρηκτικών υλών·

γ)

λεπτομερή περιγραφή των συγκεκριμένων εκρηκτικών υλών καθώς και τα μέσα ταυτοποίησής τους, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού ταυτοποίησης των Ηνωμένων Εθνών·

δ)

τις πληροφορίες σχετικά με την τήρηση των όρων της εμπορίας, όταν οι εκρηκτικές ύλες πρόκειται να διατεθούν στην αγορά·

ε)

το μεταφορικό μέσο και τη διαδρομή·

στ)

τις προβλεπόμενες ημερομηνίες αναχώρησης και άφιξης·

ζ)

σε περίπτωση ανάγκης, τα ακριβή σημεία διέλευσης κατά την είσοδο και έξοδο από τα κράτη μέλη.

Τα στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α) είναι επαρκώς ακριβή ώστε να επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές, αφενός, την επικοινωνία με τους οικονομικούς φορείς και, αφετέρου, την εξακρίβωση του γεγονότος ότι οι εν λόγω οικονομικοί φορείς έχουν επίσημα εξουσιοδοτηθεί για την παραλαβή της αποστολής.

Η αρμόδια αρχή στο κράτος μέλος του παραλήπτη εξετάζει τις συνθήκες υπό τις οποίες πρόκειται να πραγματοποιηθεί η μεταφορά, ιδίως όσον αφορά τις ιδιαίτερες απαιτήσεις δημόσιας ασφάλειας. Εάν πληρούνται οι ιδιαίτερες απαιτήσεις δημόσιας ασφάλειας, η μεταφορά εγκρίνεται. Σε περίπτωση διαμετακόμισης μέσω του εδάφους άλλων κρατών μελών, τα εν λόγω κράτη μέλη εξετάζουν και εγκρίνουν τα στοιχεία που αφορούν τη μεταφορά.

6.   Όταν η αρμόδια αρχή κράτους μέλους θεωρεί ότι δεν επιβάλλονται οι ιδιαίτερες απαιτήσεις δημόσιας ασφάλειας που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5, η μεταφορά εκρηκτικών υλών στο έδαφος ή τμήμα του εδάφους αυτού του κράτους μέλους δύναται να πραγματοποιηθεί χωρίς προηγούμενη ενημέρωση κατά την έννοια της παραγράφου 5. Στην περίπτωση αυτή, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του παραλήπτη χορηγεί έγκριση μεταφοράς που ισχύει για ορισμένη περίοδο, η οποία μπορεί οποτεδήποτε να ανασταλεί ή να ανακληθεί με αιτιολογημένη απόφαση. Το έγγραφο που προβλέπεται στην παράγραφο 4 και το οποίο συνοδεύει τις εκρηκτικές ύλες μέχρι τον τόπο προορισμού τους κάνει στην περίπτωση αυτή μνεία μόνο της εν λόγω έγκρισης μεταφοράς.

7.   Με την επιφύλαξη των συνήθων ελέγχων που το κράτος μέλος αναχώρησης πραγματοποιεί στο έδαφός του, οι παραλήπτες και οι οικείοι οικονομικοί φορείς διαβιβάζουν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αναχώρησης καθώς και σε εκείνες του κράτους μέλους διαμετακόμισης, εφόσον το ζητήσουν, κάθε χρήσιμο στοιχείο που διαθέτουν σχετικά με τις μεταφορές εκρηκτικών υλών.

8.   Κανένας οικονομικός φορέας δεν μπορεί να μεταφέρει εκρηκτικές ύλες εάν δεν έχουν χορηγηθεί στον παραλήπτη οι εγκρίσεις που απαιτούνται για τη μεταφορά σύμφωνα με τις παραγράφους 2, 4, 5 και 6.

Άρθρο 12

Μεταφορές πυρομαχικών

1.   Τα πυρομαχικά μπορούν να μεταφερθούν από ένα κράτος μέλος σε άλλο μόνο σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 2 έως 5. Οι εν λόγω παράγραφοι εφαρμόζονται επίσης στην περίπτωση μεταφοράς πυρομαχικών κατόπιν πωλήσεως δι’ αλληλογραφίας.

2.   Όσον αφορά τις μεταφορές πυρομαχικών προς άλλο κράτος μέλος, ο ενδιαφερόμενος ανακοινώνει, πριν από κάθε αποστολή, στο κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα όπλα αυτά:

α)

τα ονόματα και τις διευθύνσεις του πωλητή ή του παραχωρούντος τα πυρομαχικά, του αγοραστή ή του αποκτώντος τα πυρομαχικά και, ενδεχομένως, του ιδιοκτήτη·

β)

τη διεύθυνση στην οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται τα συγκεκριμένα πυρομαχικά·

γ)

την ποσότητα των πυρομαχικών που αποστέλλονται ή μεταφέρονται·

δ)

τα στοιχεία που επιτρέπουν την αναγνώριση αυτών των πυρομαχικών, καθώς και ένδειξη ότι αυτά έχουν ελεγχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της σύμβασης της 1ης Ιουλίου 1969 περί της αμοιβαίας αναγνώρισης των εκτύπων σφραγίδων δοκιμής των φορητών πυροβόλων όπλων·

ε)

το μεταφορικό μέσο·

στ)

την ημερομηνία αναχώρησης και την προβλεπόμενη ημερομηνία άφιξης.

Οι πληροφορίες που αναφέρονται στα στοιχεία ε) και στ) του πρώτου εδαφίου δεν χρειάζεται να ανακοινώνονται σε περίπτωση μεταφοράς μεταξύ οπλοπωλών. Το κράτος μέλος εξετάζει τις συνθήκες υπό τις οποίες θα γίνει η μεταφορά, ιδίως από άποψη δημόσιας ασφάλειας. Σε περίπτωση που το κράτος μέλος επιτρέπει τη μεταφορά αυτή, εκδίδει άδεια που περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο. Η άδεια αυτή συνοδεύει τα πυρομαχικά μέχρι τον προορισμό τους. Επιδεικνύεται οσάκις το ζητούν οι αρχές των κρατών μελών.

3.   Κάθε κράτος μέλος μπορεί να παρέχει σε οπλοπώλες το δικαίωμα να μεταφέρουν πυρομαχικά από το έδαφός του με προορισμό οπλοπώλη εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος χωρίς προηγούμενη άδεια κατά την έννοια της παραγράφου 2. Το κράτος μέλος εκδίδει προς τούτο σχετική έγκριση με τριετή διάρκεια ισχύος, η οποία μπορεί να ανακληθεί ή να ακυρωθεί ανά πάσα στιγμή κατόπιν αιτιολογημένης αποφάσεως. Έγγραφο που αναφέρει αυτή την έγκριση συνοδεύει τα πυρομαχικά μέχρι τον προορισμό τους. Επιδεικνύεται οσάκις το ζητούν οι αρχές των κρατών μελών.

Πριν από τη μεταφορά, οι οπλοπώλες γνωστοποιούν στις αρχές του κράτους μέλους από το οποίο θα πραγματοποιηθεί η μεταφορά όλες τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2.

4.   Κάθε κράτος μέλος κοινοποιεί στα άλλα κράτη μέλη κατάλογο πυρομαχικών για τα οποία η άδεια μεταφοράς στο έδαφός του μπορεί να δοθεί χωρίς προηγούμενη συναίνεσή του.

Αυτοί οι κατάλογοι πυρομαχικών κοινοποιούνται στους οπλοπώλες στους οποίους έχει χορηγηθεί η έγκριση μεταφοράς πυρομαχικών χωρίς προηγούμενη άδεια σύμφωνα με την προβλεπόμενη στην παράγραφο 3 διαδικασία.

5.   Κάθε κράτος μέλος διαβιβάζει όλες τις χρήσιμες πληροφορίες που διαθέτει σχετικά με τις οριστικές μεταφορές πυρομαχικών στο κράτος μέλος προορισμού της μεταφοράς.

Οι πληροφορίες που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 ανακοινώνονται, το αργότερο κατά τη μεταφορά, στο κράτος μέλος προορισμού και, κατά περίπτωση, το αργότερο κατά τη μεταφορά, στα κράτη μέλη διαμετακόμισης.

Άρθρο 13

Παρεκκλίσεις ασφάλειας

Κατά παρέκκλιση του άρθρου 11 παράγραφοι 2, 4, 5 και 6 και του άρθρου 12, ένα κράτος μέλος, σε περίπτωση σοβαρής απειλής ή διατάραξης της δημόσιας ασφάλειας ως αποτέλεσμα παράνομης κατοχής ή της παράνομης χρήσης εκρηκτικών ή πυρομαχικών, μπορεί να λάβει κάθε αναγκαίο μέτρο σχετικά με τη μεταφορά εκρηκτικών ή πυρομαχικών για την πρόληψη αυτής της παράνομης κατοχής ή χρήσης.

Τα μέτρα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο τηρούν την αρχή της αναλογικότητας. Δεν αποτελούν μέσο αυθαίρετης εισαγωγής διακρίσεων ούτε καλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών.

Κάθε κράτος μέλος που θεσπίζει αυτά τα μέτρα τα κοινοποιεί χωρίς καθυστέρηση στην Επιτροπή. Η Επιτροπή ενημερώνει τα άλλα κράτη μέλη σχετικά.

Άρθρο 14

Ανταλλαγή πληροφοριών

1.   Τα κράτη μέλη δημιουργούν δίκτυα ανταλλαγής πληροφοριών για την εφαρμογή των άρθρων 11 και 12. Γνωστοποιούν στα άλλα κράτη μέλη και την Επιτροπή τις εθνικές αρχές που είναι επιφορτισμένες με τη διαβίβαση ή την παραλαβή στοιχείων και την εφαρμογή των προβλεπόμενων στα εν λόγω άρθρα διατυπώσεων.

Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση των άλλων κρατών μελών και της Επιτροπής επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τους οικονομικούς φορείς που διαθέτουν άδειες ή εγκρίσεις, όπως αναφέρονται στο άρθρο 16.

2.   Για τους σκοπούς της εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, εφαρμόζεται mutatis mutandis ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 515/97 και ιδίως οι απαιτήσεις περί εμπιστευτικότητας.

Άρθρο 15

Ταυτοποίηση και ιχνηλασιμότητα των εκρηκτικών υλών

1.   Οι οικονομικοί φορείς εφαρμόζουν ομοιόμορφο σύστημα ενιαίας ταυτοποίησης και ιχνηλασιμότητας των εκρηκτικών υλών, το οποίο λαμβάνει υπόψη το μέγεθος, το σχήμα ή τη σχεδίασή τους, εκτός εάν δεν είναι αναγκαία η τοποθέτηση μοναδικού διακριτικού ταυτοποίησης στην εκρηκτική ύλη λόγω του χαμηλού κινδύνου που παρουσιάζει, με βάση τα χαρακτηριστικά της και παράγοντες όπως η μικρής ισχύος έκρηξη την οποία προκαλεί, οι χρήσεις της και ο μικρός κίνδυνος για τη δημόσια ασφάλεια λόγω περιορισμένων επιπτώσεων μιας ενδεχόμενης κατάχρησης.

Το σύστημα δεν εφαρμόζεται σε εκρηκτικές ύλες που μεταφέρονται και παραδίδονται ασυσκεύαστες ή σε αντλιοφόρα φορτηγά για άμεση εκφόρτωση στα σημεία ανατίναξης ή σε εκρηκτικές ύλες που κατασκευάζονται στους τόπους ανατίναξης και χρησιμοποιούνται αμέσως μετά την παραγωγή τους (παραγωγή «επιτόπου»).

2.   Το σύστημα αυτό προβλέπει τη συλλογή και αποθήκευση δεδομένων, μεταξύ άλλων με ηλεκτρονικά μέσα όποτε ενδείκνυται, τα οποία επιτρέπουν την αποκλειστική ταυτοποίηση και ιχνηλασιμότητα της εκρηκτικής ύλης, καθώς και την τοποθέτηση ενός διακριτικού αποκλειστικής ταυτοποίησης στην εκρηκτική ύλη και/ή στη συσκευασία της, το οποίο καθιστά δυνατή την πρόσβαση στα δεδομένα αυτά. Τα εν λόγω δεδομένα σχετίζονται με την αποκλειστική ταυτοποίηση της εκρηκτικής ύλης, συμπεριλαμβανομένου του εντοπισμού της ενόσω βρίσκεται στην κατοχή των οικονομικών φορέων και της ταυτότητας αυτών των οικονομικών φορέων.

3.   Τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δοκιμάζονται σε τακτά χρονικά διαστήματα και προστατεύονται από τυχαία ή δόλια βλάβη ή καταστροφή. Τα δεδομένα αυτά αποθηκεύονται επί 10 έτη από την πραγματοποίηση της συναλλαγής ή, εάν η εκρηκτική ύλη έχει χρησιμοποιηθεί ή απορριφθεί, επί 10 έτη από τη χρησιμοποίηση ή απόρριψή της, ακόμη και εάν ο οικονομικός φορέας έπαυσε τις δραστηριότητές του. Τα δεδομένα αυτά καθίστανται αμέσως διαθέσιμα, εφόσον το ζητήσουν οι αρμόδιες αρχές.

4.   Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες:

α)

καθορίζονται οι πρακτικές διευθετήσεις για τη λειτουργία του συστήματος αποκλειστικής ταυτοποίησης και ιχνηλασιμότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβανομένων υπόψη του μεγέθους, του σχήματος ή της σχεδίασης της εκρηκτικής ύλης, και ιδίως της μορφής και διάρθρωσης του διακριτικού αποκλειστικής ταυτοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο 2·

β)

προσδιορίζονται οι προβλεπόμενες στην παράγραφο 1 περιπτώσεις στις οποίες, λόγω του χαμηλού κινδύνου που παρουσιάζει η εκρηκτική ύλη, δεν είναι αναγκαίο να εφαρμόζουν οι οικονομικοί φορείς το σύστημα αποκλειστικής ταυτοποίησης και ιχνηλασιμότητας κατά την έννοια της εν λόγω παραγράφου.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 16

Άδεια ή έγκριση

Οι οικονομικοί φορείς κατέχουν άδεια ή έγκριση που τους επιτρέπει να κατασκευάζουν, αποθηκεύουν, χρησιμοποιούν, εισάγουν, εξάγουν, μεταφέρουν ή εμπορεύονται εκρηκτικές ύλες.

Το πρώτο εδάφιο δεν εφαρμόζεται στους υπαλλήλους ενός οικονομικού φορέα που κατέχει άδεια ή έγκριση.

Άρθρο 17

Αδειοδότηση δραστηριοτήτων κατασκευής εκρηκτικών υλών

Όταν ένα κράτος μέλος χορηγεί άδεια ή έγκριση που αναφέρονται στο άρθρο 16 για την παραγωγή εκρηκτικών υλών, ελέγχει ιδίως την ικανότητα των υπεύθυνων οικονομικών φορέων να εξασφαλίσουν την τήρηση των τεχνικών υποχρεώσεων που αναλαμβάνουν.

Άρθρο 18

Κατασχέσεις

Κάθε κράτος μέλος θεσπίζει τα μέτρα που απαιτούνται προκειμένου να επιτρέψει στις αρμόδιες αρχές να κατάσχουν εκρηκτικές ύλες, εάν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις ότι οι εν λόγω εκρηκτικές ύλες θα γίνουν αντικείμενο παράνομης αγοράς, χρήσης ή εμπορίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΗΣ ΕΚΡΗΚΤΙΚΗΣ ΥΛΗΣ

Άρθρο 19

Τεκμήριο συμμόρφωσης των εκρηκτικών υλών

Οι εκρηκτικές ύλες που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που καθορίζονται στο παράρτημα II, τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη τους.

Άρθρο 20

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης

Για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των εκρηκτικών υλών, ο κατασκευαστής ακολουθεί μία από τις εξής διαδικασίες που αναφέρονται στο παράρτημα III:

α)

την εξέταση τύπου ΕΕ (ενότητα Β) και, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, οτιδήποτε από τα ακόλουθα:

i)

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και έλεγχοι προϊόντων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα (ενότητα Γ2)·

ii)

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής (ενότητα Δ)·

iii)

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος (ενότητα Ε)·

iv)

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος (ενότητα ΣΤ)·

β)

συμμόρφωση με βάση την επαλήθευση μονάδας (ενότητα Ζ).

Άρθρο 21

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα II.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα IV, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές ενότητες του παραρτήματος III και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμη η εκρηκτική ύλη.

3.   Όταν μια εκρηκτική ύλη διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μια δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 22

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 23

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE

1.   Η σήμανση CE τίθεται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο, στην εκρηκτική ύλη. Όταν αυτό δεν είναι δυνατό ή όταν η φύση της εκρηκτικής ύλης δεν το επιτρέπει, η σήμανση CE τίθεται στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα.

2.   Η σήμανση CE τοποθετείται προτού η εκρηκτική ύλη διατεθεί στην αγορά.

3.   Τη σήμανση CE ακολουθεί ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής.

Ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού τίθεται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, σύμφωνα με τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

4.   Η σήμανση CE και, ενδεχομένως, ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού επιτρέπεται να συνοδεύονται από άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

5.   Στην περίπτωση των εκρηκτικών υλών που κατασκευάζονται για ιδία χρήση, των εκρηκτικών υλών που μεταφέρονται και παραδίδονται χωρίς συσκευασία ή σε κινητές μονάδες παραγωγής εκρηκτικών υλών (ΜΕΜU) για την άμεση εκφόρτωσή τους στον τόπο χρήσης τους, καθώς και των εκρηκτικών υλών που κατασκευάζονται στους τόπους ανατίναξης και χρησιμοποιούνται αμέσως μετά την παραγωγή τους (παραγωγή «επιτόπου»), η σήμανση CE τίθεται στα συνοδευτικά έγγραφα.

6.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE, και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 24

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 25

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 30.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

Άρθρο 26

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 27

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 28

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας, ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή την εκρηκτική ύλη που αξιολογεί.

4.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με τον σχεδιαστή, τον κατασκευαστή, τον προμηθευτή, τον υπεύθυνο εγκατάστασης, τον αγοραστή, τον ιδιοκτήτη, τον χρήστη ή τον συντηρητή των εκρηκτικών υλών ούτε με τον αντιπρόσωπο οποιουδήποτε από αυτά τα μέρη. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση εκρηκτικών υλών που είναι αναγκαίες για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση εκρηκτικών υλών για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση εκρηκτικών υλών ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων του παραρτήματος III και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία εκρηκτικών υλών για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας·

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών·

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα II, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της εθνικής νομοθεσίας·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το παράρτημα III ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 29

Τεκμήριο συμμόρφωσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 28, στον βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 30

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 28 και ενημερώνει σχετικά την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει του παραρτήματος III.

Άρθρο 31

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και της εκρηκτικής ύλης ή των εκρηκτικών υλών για τις οποίες ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 28.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις του άρθρου 28.

Άρθρο 32

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 28.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τη σχετική εκρηκτική ύλη ή εκρηκτικές ύλες, καθώς και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 31 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 28.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη για κάθε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση της κοινοποίησης.

Άρθρο 33

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 34

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 28 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 35

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη που απαιτεί από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της απόσυρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

H εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 2.

Άρθρο 36

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στο παράρτημα III.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας του προϊόντος για το οποίο πρόκειται και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Επ’ αυτού τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς την παρούσα οδηγία.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος II ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποιο προϊόν δεν συμμορφώνεται πλέον, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.

Άρθρο 37

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 38

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών·

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης·

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τις ίδιες εκρηκτικές ύλες τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 39

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 40

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει την ύπαρξη κατάλληλου συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και την ορθή λειτουργία τους στη μορφή φόρουμ κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες του φόρουμ αυτού, απευθείας ή με τον διορισμό αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΚΡΗΚΤΙΚΩΝ ΥΛΩΝ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 41

Επιτήρηση της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος των εκρηκτικών υλών που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά

Τα άρθρα 16 και 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται αναλόγως.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίσουν ότι οι εκρηκτικές ύλες μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο εάν, όταν αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων.

Άρθρο 42

Διαδικασία αντιμετώπισης των εκρηκτικών υλών που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι προϊόν που διέπεται από την παρούσα οδηγία παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, την περιουσία ή το περιβάλλον, διενεργούν αξιολόγηση για το εν λόγω προϊόν που καλύπτει όλες τις συναφείς απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι η εκρηκτική ύλη δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για να θέσει το προϊόν σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ή να αποσύρει το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο ορίζουν οι ίδιες.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τις εκρηκτικές ύλες που έχει καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην εθνική αγορά ή να αποσύρουν την εκρηκτική ύλη από την αγορά ή να την ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταύτιση της μη συμμορφούμενης εκρηκτικής ύλης, την καταγωγή της εκρηκτικής ύλης, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

η εκρηκτική ύλη δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή την προστασία της ιδιοκτησίας ή του περιβάλλοντος· ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 19 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά τη σχετική εκρηκτική ύλη, όπως η απόσυρση της εκρηκτικής ύλης από την αγορά.

Άρθρο 43

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 42 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τέτοιου είδους μέτρα αντίκεινται στη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η μη συμμορφούμενη εκρηκτική ύλη αποσύρεται από την εθνική τους αγορά και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου, κατά το άρθρο 42 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 44

Συμμορφούμενες εκρηκτικές ύλες που παρουσιάζουν κίνδυνο

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1, ότι μια εκρηκτική ύλη, παρά το ότι συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για την ιδιοκτησία ή το περιβάλλον, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι η σχετική εκρηκτική ύλη, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν παρουσιάζει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο ή για να αποσύρει την εκρηκτική ύλη από την αγορά ή να την ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλες τις εκρηκτικές ύλες που έχει καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στις πληροφορίες που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση της εκρηκτικής ύλης, την καταγωγή του και την αλυσίδα εφοδιασμού της εκρηκτικής ύλης, τη φύση του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς έκτακτους λόγους που αφορούν την προστασία της ανθρώπινης υγείας και ασφάλειας ή την προστασία της ιδιοκτησίας και του περιβάλλοντος, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 4.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

Άρθρο 45

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 42, όταν κράτος μέλος προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 23 της παρούσας οδηγίας·

β)

δεν έχει τεθεί η σήμανση CE·

γ)

ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής, έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 23 ή δεν έχει τεθεί·

δ)

δεν έχει καταρτιστεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ·

ε)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά·

στ)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

ζ)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφος 5 ή στο άρθρο 7 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς·

η)

δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις διοικητικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 5 ή στο άρθρο 7.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθεί να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα στην αγορά της εκρηκτικής ύλης και να εξασφαλίσει ότι αυτή ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΗ

Άρθρο 46

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις δυνάμει του άρθρου 47 για την ενημέρωση του παραρτήματος I με στόχο την ευθυγράμμισή του με τις συστάσεις των Ηνωμένων Εθνών για τη μεταφορά επικίνδυνων προϊόντων.

Άρθρο 47

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 46 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για πέντε έτη από τις 18 Απριλίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 46 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση περί ανάκλησης τερματίζει την εξουσιοδότηση στην οποία αναφέρεται η ίδια αυτή απόφαση. Η απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 46 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 48

Εκτελεστικές πράξεις

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των τεχνικών απαιτήσεων για την εφαρμογή του άρθρου 11, και ιδίως του τυποποιημένου εγγράφου που πρέπει να χρησιμοποιείται.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 49 παράγραφος 3.

Άρθρο 49

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τις εκρηκτικές ύλες εμπορικής χρήσης. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλης νομοθεσίας της Ένωσης.

Η επιτροπή δύναται επίσης να εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρό της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8

ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 50

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Οι κανόνες αυτοί δύνανται να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 51

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά εκρηκτικών υλών οι οποίες συμμορφώνονται με τις διατάξεις της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ και οι οποίες διατέθηκαν στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

2.   Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται δυνάμει της οδηγίας 93/15/ΕΟΚ ισχύουν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3.   Έως ότου αντικατασταθεί από τα μέτρα που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 15 της παρούσας οδηγίας, η οδηγία 2008/43/ΕΚ της Επιτροπής, της 4ης Απριλίου 2008, για την καθιέρωση, σύμφωνα με την οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου, συστήματος αναγνώρισης και εντοπισμού των εκρηκτικών υλών εμπορικής χρήσης (14) εξακολουθεί να ισχύει.

Άρθρο 52

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις 19 Απριλίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 2 σημεία 2, 7 έως 13 και 15 έως 24, τα άρθρα 3 έως 10, το άρθρο 14 παράγραφος 1, τα άρθρα 15 και 16, το άρθρο 20 στοιχείο α) σημείο i), τα άρθρα 21 έως 27, το άρθρο 28 παράγραφοι 1 έως 4, 6, 7, 10 και 11, τα άρθρα 29 έως 45, τα άρθρα 50 και 51, και τα παραρτήματα III και IV. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τις εν λόγω διατάξεις από τις 20 Απριλίου 2016.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Τα εν λόγω μέτρα περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 53

Κατάργηση

Η οδηγία 93/15/ΕΟΚ, όπως τροποποιήθηκε με τους κανονισμούς που απαριθμούνται στο παράρτημα V μέρος A, και η οδηγία 2004/57/ΕΚ καταργούνται με ισχύ από τις 20 Απριλίου 2016, χωρίς να θίγονται οι υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα V μέρος B.

Οι παραπομπές στις καταργούμενες οδηγίες νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος VI.

Άρθρο 54

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρο 1, το άρθρο 2 σημεία 1, 3 έως 6 και 14, τα άρθρα 11, 12 και 13, το άρθρο 14 παράγραφος 2, τα άρθρα 17 έως 19, το άρθρο 20 στοιχείο α) σημεία ii) έως iv) και στοιχείο β), το άρθρο 28 παράγραφοι 5, 8 και 9, τα άρθρα 46, 47, 48 και 49 και τα παραρτήματα I, II, V και VI ισχύουν από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 55

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 121 της 15.5.1993, σ. 20.

(4)  Βλέπε παράρτημα V μέρος Α.

(5)  ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 73.

(6)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(7)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(8)  ΕΕ L 10 της 14.1.1997, σ. 13.

(9)  ΕΕ L 178 της 28.6.2013, σ. 27.

(10)  ΕΕ L 256 της 13.9.1991, σ. 51.

(11)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(12)  ΕΕ L 82 της 22.3.1997, σ. 1.

(13)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

(14)  ΕΕ L 94 της 5.4.2008, σ. 8.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΣΤΙΣ ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΘΕΩΡΟΥΝΤΑΙ ΕΙΔΗ ΠΥΡΟΤΕΧΝΙΑΣ Ή ΠΥΡΟΜΑΧΙΚΑ

NO ΗΕ

ΟΝΟΜΑΣΙΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ

ΚΛΑΣΗ/ΥΠΟΔΙΑΙΡΕΣΗ

ΓΛΩΣΣΑΡΙΟ (χρησιμοποιείται ως οδηγός μόνο για ενημέρωση)

Ομάδα G

0009

Πυρομαχικά, εμπρηστικά με ή χωρίς ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.2 G

Πυρομαχικά

Γενικός όρος, που αφορά κυρίως αντικείμενα στρατιωτικής εφαρμογής, που αποτελούνται από κάθε είδους βόμβες, βομβίδες, ρουκέτες, νάρκες, βλήματα και άλλες παρόμοιες συσκευές.

Πυρομαχικά, εμπρηστικά

Πυρομαχικά που περιέχουν εμπρηστική ουσία. Με εξαίρεση όταν η σύνθεση αποτελεί εκρηκτικό αφ’ εαυτού, περιέχει επίσης ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: προωθητική γόμωση με εγχυτή και γόμωση ανάφλεξης, θρυαλλίδα με ρήγμα ή διαρροή γόμωσης.

0010

Πυρομαχικά, εμπρηστικά με ή χωρίς ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0009

0015

Πυρομαχικά καπνού, με ή χωρίς ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.2 G

Πυρομαχικά, καπνού

Πυρομαχικά που περιέχουν καπνογόνο ουσία. Με εξαίρεση όταν η ουσία αποτελεί εκρηκτικό αφ’ εαυτού, τα πυρομαχικά περιέχουν επίσης ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: προωθητική γόμωση με εγχυτή και γόμωση ανάφλεξης, θρυαλλίδα με ρήγμα ή διαρροή γόμωσης.

0016

Πυρομαχικά καπνού με ή χωρίς ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0015

0018

Πυρομαχικά, δακρυγόνα με ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.2 G

Πυρομαχικά, δακρυγόνα με ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

Πυρομαχικά που περιέχουν δακρυγόνο ουσία. Περιέχουν επίσης ένα ή περισσότερα από τα εξής: πυροτεχνική ουσία, προωθητική γόμωση με εγχυτή και γόμωση ανάφλεξης, θρυαλλίδα με ρήγμα ή διαρροή γόμωσης.

0019

Πυρομαχικά, δακρυγόνα με ρήγμα, με διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0018

0039

Βόμβες, φωτιστικές

1.2 G

Βόμβες

Εκρηκτικά αντικείμενα που ρίχνονται από αεροσκάφη. Μπορεί να περιέχουν εύφλεκτο υγρό με γόμωση έγχυσης, φωτιστική σύνθεση ή γόμωση έγχυσης. Ο όρος περιλαμβάνει: βόμβες, φωτιστικές.

0049

Φυσίγγια, ανάφλεξης

1.1 G

Φυσίγγια, ανάφλεξης

Είδη που αποτελούνται από θήκη, εγχυτή και πυρίτιδα ανάφλεξης, συναρμολογημένα σε ένα τεμάχιο, έτοιμο για πυροβολισμό.

0050

Φυσίγγια, ανάφλεξης

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0049

0054

Φυσίγγια, σηματοδότησης

1.3 G

Φυσίγγια, σηματοδότησης

Είδη που είναι σχεδιασμένα να εκτοξεύουν έγχρωμες φωτοβολίδες ή άλλη σηματοδότηση από πιστόλια σηματοδότησης κ.λπ.

0066

Καλώδια ανάφλεξης

1.4G

Καλώδια ανάφλεξης

Είδος που αποτελείται από υφασμάτινο νήμα, καλυμμένο με μαύρη πυρίτιδα ή άλλη πυροτεχνική σύνθεση ταχείας καύσης και από εύκαμπτο προστατευτικό κάλυμμα. Ή αποτελείται από πυρήνα μαύρης πυρίτιδας, καλυμμένο από εύκαμπτο πλεκτό ύφασμα.

Καίγεται σταδιακά κατά μήκος με εξωτερική φλόγα και χρησιμοποιείται για να μεταδοθεί ανάφλεξη από συσκευή σε γόμωση.

0092

Φωτοβολίδες, επιφάνειας

1.3 G

Φωτοβολίδες Είδη που περιέχουν πυροτεχνικές ουσίες, σχεδιασμένα για να χρησιμοποιούνται για φωτισμό, ανίχνευση, σηματοδότηση ή προειδοποίηση.

0093

Φωτοβολίδες, αέρος

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0101

Πυροσωλήνας, μη εκρηκτικός

1.3 G

Πυροσωλήνας (Fuse/Fuze)

Αν και οι δύο αυτές λέξεις έχουν κοινή προέλευση (Γαλλικά: Fusée, fusil) και ορισμένες φορές θεωρούνται ως διαφορετική ορθογραφία, είναι χρήσιμο να διατηρηθεί η σύμβαση ότι ο πυροσωλήνας (fuse) αναφέρεται σε συσκευή ανάφλεξης που μοιάζει με σχοινί, ενώ η θρυαλλίδα (fuze) αναφέρεται σε συσκευή που χρησιμοποιείται σε πυρομαχικά που ενσωματώνουν μηχανικά, ηλεκτρικά, χημικά ή υδροστατικά στοιχεία για την εκκίνηση ακολουθίας ανάφλεξης ή εκπυρσοκρότησης.

Πυροσωλήνας, ακαριαίος, μη εκρηκτικός (quick-match)

Είδος που αποτελείται από νήμα βάμβακος, εμποτισμένο με λεπτή μαύρη πυρίτιδα (quick-match). Καίγεται με εξωτερική φλόγα και χρησιμοποιείται σε στήλες ανάφλεξης για πυροτεχνήματα κ.λπ.

0103

Πυροσωλήνας, ανάφλεξης, σωληνοειδής, με μεταλλική επένδυση

1.4G

Πυροσωλήνας, ανάφλεξης, σωληνοειδής, με μεταλλική επένδυση

Είδος που αποτελείται από μεταλλικό σωλήνα με πυρήνα εκρηκτικού ανάφλεξης

0171

Πυρομαχικά, φωτιστικά με ή χωρίς ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.2 G

Πυρομαχικά, φωτιστικά με ή χωρίς ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

Πυρομαχικά σχεδιασμένα για να παράγουν μια πηγή έντονου φωτός για φωτισμό περιοχής. Ο όρος περιλαμβάνει φυσίγγια, βομβίδες και βλήματα φωτιστικά και βόμβες φωτιστικές και ανίχνευσης στόχου.

0191

Συσκευές σηματοδότησης χειρός

1.4 G

Είδη σχεδιασμένα για να παράγουν σηματοδότηση

0192

Σηματοδότες, σιδηροδρομικών γραμμών, εκρηκτικοί

1.1 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0191

0194

Σηματοδότες, κινδύνου, πλοίων

1.1 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0191

0195

Σηματοδότες, κινδύνου, πλοίων

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0191

0196

Σηματοδότες, καπνού

1.1 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0191

0197

Σηματοδότες, καπνού

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0191

0212

Ανιχνευτές για πυρομαχικά

1.3 G

Ανιχνευτές για πυρομαχικά

Σφραγισμένα είδη που περιέχουν πυροτεχνικές ουσίες, που είναι σχεδιασμένα να αποκαλύπτουν την τροχιά βλήματος.

0254

Πυρομαχικά, φωτιστικά, με ή χωρίς ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0171

0297

Πυρομαχικά, φωτιστικά, με ή χωρίς ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.4G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0254

0299

Βόμβες φωτιστικές

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0039

0300

Πυρομαχικά, εμπρηστικά, με ή χωρίς ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.4G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0009

0301

Πυρομαχικά, δακρυγόνα, με ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0018

0303

Πυρομαχικά, καπνού, με ή χωρίς ρήγμα, διαρροή γόμωσης ή προωθητικής γόμωσης

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0015

0306

Ανιχνευτές για πυρομαχικά

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0212

0312

Φυσίγγια, σηματοδότησης

1.4G

Φυσίγγια, σηματοδότησης

Είδη σχεδιασμένα για να ρίχνουν έγχρωμες φωτοβολίδες ή άλλη σηματοδότηση από πιστόλια σηματοδότησης.

0313

Σηματοδότες, καπνού

1.2 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0195

0318

Βομβίδες, γυμνασίων, χειρός ή όπλου

1.3 G

Βομβίδες χειρός ή όπλου

Είδη σχεδιασμένα για να ρίχνονται διά χειρός ή να εκτοξεύονται από όπλο. Ο όρος περιλαμβάνει: βομβίδες γυμνασίων, χειρός ή όπλου.

0319

Εγχυτές σωληνοειδείς

1.3 G

Εγχυτές σωληνοειδείς

Είδη που αποτελούνται από εγχυτή για ανάφλεξη και βοηθητική γόμωση αναφλεκτικού εκρηκτικού, όπως μαύρη πυρίτιδα, που χρησιμοποιούνται για την ανάφλεξη της προωθητικής γόμωσης σε θήκη φυσιγγίων για π.χ. κανόνια.

0320

Εγχυτές σωληνοειδείς

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0319

0333

Πυροτεχνήματα

1.1 G

Πυροτεχνήματα

Είδη πυροτεχνίας σχεδιασμένα για ψυχαγωγία

0334

Πυροτεχνήματα

1.2 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0333

0335

Πυροτεχνήματα

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0333

0336

Πυροτεχνήματα

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0333

0362

Πυρομαχικά, γυμνασίων

1.4G

Πυρομαχικά, γυμνασίων

Πυρομαχικά χωρίς κύρια εκρηκτική γόμωση που περιέχουν ρήγμα ή διαρροή γόμωσης

Συνήθως περιέχουν επίσης θρυαλλίδα και προωθητική γόμωση.

0363

Πυρομαχικά, δοκιμαστικά

1.4 G

Πυρομαχικά, δοκιμαστικά

Πυρομαχικά που περιέχουν πυροτεχνικές ουσίες και χρησιμοποιούνται για τη δοκιμή της απόδοσης ή της αντοχής νέων πυρομαχικών, συστατικών όπλων ή συναρμολογήσεων

0372

Βομβίδες, γυμνασίων, χειρός ή όπλου

1.2 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0318

0373

Συσκευές σηματοδότησης, χειρός

1.4 S

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0191

0403

Φωτοβολίδες, αέρος

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0418

Φωτοβολίδες, επιφάνειας

1.2 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0419

Φωτοβολίδες, επιφάνειας

1.1 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0420

Φωτοβολίδες, αέρος

1.1 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0421

Φωτοβολίδες, αέρος

1.2 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0424

Βλήματα, αδρανή με ανιχνευτή

1.3 G

Βλήματα

Είδη, όπως κάλυκες ή σφαίρες, που εκτοξεύονται από κανόνι ή άλλο πυροβόλο όπλο, τυφέκιο ή άλλο μικρό όπλο. Μπορεί να είναι αδρανή, με ή χωρίς ανιχνευτή, ή μπορεί να περιέχουν ρήγμα ή διαρροή γόμωσης ή εκρηκτικής γόμωσης. Ο όρος περιλαμβάνει: βλήματα, αδρανή, με ανιχνευτή, βλήματα με ρήγμα ή διαρροή γόμωσης, βλήματα με ρήγμα γόμωσης.

0425

Βλήματα, αδρανή με ανιχνευτή

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0424

0428

Είδη, πυροτεχνικά για τεχνικούς σκοπούς

1.1 G

Είδη, πυροτεχνικά για τεχνικούς σκοπούς

Είδη που περιέχουν πυροτεχνικές ουσίες και χρησιμοποιούνται για τεχνικούς σκοπούς, όπως παραγωγή θερμότητας, παραγωγή αερίου, θεατρικά εφέ κ.λπ. Ο όρος δεν περιλαμβάνει τα ακόλουθα είδη, τα οποία απαριθμούνται χωριστά: όλα τα πυρομαχικά. Φυσίγγια, σηματοδότησης, κόπτες, καλώδια, εκρηκτικά.

Πυροτεχνήματα. Φωτοβολίδες αέρος. Φωτοβολίδες επιφάνειας. Συσκευές αποδέσμευσης, εκρηκτικές. Πριτσίνια, εκρηκτικά. Συσκευές σηματοδότησης, χειρός. Σηματοδότες, κινδύνου. Σηματοδότες σιδηροδρομικών γραμμών, εκρηκτικοί. Σηματοδότες, καπνού.

0429

Είδη, πυροτεχνικά για τεχνικούς σκοπούς

1.2 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0428

0430

Είδη, πυροτεχνικά για τεχνικούς σκοπούς

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0428

0431

Είδη, πυροτεχνικά για τεχνικούς σκοπούς

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0428

0434

Βλήματα με διαρρήκτη ή διαρροή γόμωσης

1.2 G

Βλήματα

Είδη όπως κάλυκες ή σφαίρες που εκτοξεύονται από κανόνι ή άλλο πυροβόλο όπλο, τυφέκιο ή άλλο μικρό όπλο. Μπορεί να είναι αδρανή, με ή χωρίς ανιχνευτή, ή μπορεί να περιέχουν ρήγμα ή διαρροή γόμωσης ή εκρηκτικής γόμωσης. Ο όρος περιλαμβάνει: βλήματα αδρανή, με ανιχνευτή, βλήματα με ρήγμα ή διαρροή γόμωσης, βλήματα με ρήγμα γόμωσης.

0435

Βλήματα με διαρρήκτη ή διαρροή γόμωσης

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0434

0452

Βομβίδες, γυμνασίων, χειρός ή όπλου

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0372

0487

Σηματοδότες, καπνογόνος

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0194

0488

Πυρομαχικά, γυμνασίων

1.3 G

Πυρομαχικά, γυμνασίων

Πυρομαχικά χωρίς κύριο ρήγμα γόμωσης που περιέχουν διαρρήκτη ή διαρροή γόμωσης. Συνήθως περιέχουν επίσης θρυαλλίδα και προωθητική γόμωση. Ο όρος δεν περιλαμβάνει τα ακόλουθα είδη που απαριθμούνται χωριστά: βομβίδες, γυμνασίων.

0492

Σηματοδότες, σιδηροδρομικών γραμμών, εκρηκτικοί

1.3 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0194

0493

Σηματοδότες, σιδηροδρομικών γραμμών, εκρηκτικοί

1.4 G

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0194

0503

Συσκευές για φούσκωμα αερόσακων ή μονάδων αερόσακων ή προεντατήρες ζωνών ασφαλείας

1.4G

 

Ομάδα S

0110

Βομβίδες, γυμνασίων, χειρός ή όπλου

1.4 S

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0318

0193

Σηματοδότες, σιδηροδρομικών γραμμών, εκρηκτικοί

1.4 S

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0194

0337

Πυροτεχνήματα

1.4 S

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0334

0345

Βλήματα, αδρανή με ανιχνευτή

1.4S

Βλήματα

Είδη όπως κάλυκες ή σφαίρες που εκτοξεύονται από κανόνι ή άλλο πυροβόλο όπλο, τυφέκιο ή άλλο μικρό όπλο. Μπορεί να είναι αδρανή, με ή χωρίς ανιχνευτή, ή μπορεί να περιέχουν ρήγμα ή διαρροή γόμωσης ή ρήγμα γόμωσης.

0376

Εγχυτές, σωληνοειδείς

1.4 S

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0319

0404

Φωτοβολίδες, αέρος

1.4 S

Βλέπε λήμμα για αριθμό ΗΕ 0092

0405

Φυσίγγια, σηματοδότησης

1.4S

Φυσίγγια, σηματοδότησης

Είδη σχεδιασμένα για να ρίχνουν έγχρωμες φωτοβολίδες ή άλλη σηματοδότηση από πιστόλια σηματοδότησης κ.λπ.

0432

Είδη, πυροτεχνικά ή για τεχνικούς σκοπούς

1.4 S

 


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

I.   Γενικές απαιτήσεις

1.

Οι εκρηκτικές ύλες πρέπει να μελετώνται, να παρασκευάζονται και να διατίθενται κατά τρόπον ώστε να παρουσιάζουν τον ελάχιστο κίνδυνο για την ανθρώπινη ζωή και υγεία και να προλαμβάνεται πάσα ζημία περιουσίας και περιβάλλοντος υπό κανονικές, προβλέψιμες συνθήκες, ιδίως όσον αφορά τις ρυθμίσεις υλικής ασφάλειας και τις συνήθεις πρακτικές έως ότου χρησιμοποιηθούν.

2.

Οι εκρηκτικές ύλες πρέπει να φθάνουν τα χαρακτηριστικά επιδόσεων που ορίζει ο κατασκευαστής, ώστε να εξασφαλίζεται η μέγιστη ασφάλεια και αξιοπιστία.

3.

Οι εκρηκτικές ύλες πρέπει να μελετώνται και να παρασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να μπορούν να διατίθενται, με τη χρήση κατάλληλων μεθόδων, κατά τρόπον που να ελαχιστοποιούνται οι επιπτώσεις στο περιβάλλον.

II.   Ειδικές προδιαγραφές

1.   Εφόσον απαιτείται, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ή να ελέγχονται τουλάχιστον οι ακόλουθες πληροφορίες και ιδιότητες:

α)

οι κατασκευαστικές και χαρακτηριστικές ιδιότητες, συμπεριλαμβανομένης της χημικής σύνθεσης, του βαθμού ανάμειξης και, εφόσον απαιτείται, των διαστάσεων και της κατανομής του μεγέθους των κόκκων·

β)

η φυσική και χημική σταθερότητα της εκρηκτικής ύλης υπό όλες τις περιβαλλοντικές συνθήκες στις οποίες ενδέχεται να εκτεθεί·

γ)

η ευαισθησία σε κρούση και τριβή·

δ)

η συμβατότητα όλων των συστατικών στοιχείων, όσον αφορά τη χημική και τη φυσική τους σταθερότητα·

ε)

η χημική καθαρότητα του εκρηκτικού·

στ)

η αντοχή του εκρηκτικού στην επίδραση του νερού όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθεί υπό συνθήκες υγρασίας ή παρουσία νερού και όταν οι ιδιότητες λειτουργίας του επηρεάζονται δυσμενώς από το νερό·

ζ)

αντοχή σε χαμηλές και υψηλές θερμοκρασίες, όταν το εκρηκτικό προορίζεται να διατηρηθεί ή να χρησιμοποιηθεί σε τέτοιες θερμοκρασίες και η ασφάλειά του ή η αξιοπιστία του μπορούν να επηρεαστούν αρνητικά από την ψύξη ή τη θέρμανση κάποιου συστατικού στοιχείου ή της εκρηκτικής ύλης στο σύνολό της·

η)

η καταλληλότητα της εκρηκτικής ύλης για χρήση σε επικίνδυνο περιβάλλον (π.χ. περιβάλλον που έχει καταστεί επικίνδυνο από εκρηκτικά αέρια ανθρακωρυχείου, θερμές μάζες κ.λπ.) εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθεί υπό αυτές τις συνθήκες·

θ)

τα χαρακτηριστικά ασφάλειας που αποσκοπούν στην πρόληψη τυχόν άκαιρης ή ακούσιας πυροδότησης ή ανάφλεξης·

ι)

η ορθή γόμωση και λειτουργία της εκρηκτικής ύλης όταν χρησιμοποιείται κατά προορισμόν·

ια)

κατάλληλες οδηγίες και, εφόσον απαιτείται, επισημάνσεις όσον αφορά την ασφάλεια κατά τον χειρισμό, την αποθήκευση, τη χρήση και τη διάθεση·

ιβ)

η δυνατότητα της εκρηκτικής ύλης, του περιβλήματος ή άλλων συστατικών της να ανθίστανται στη φθορά κατά τη διάρκεια της αποθήκευσης, έως την ημερομηνία λήξεως που ορίζει ο κατασκευαστής·

ιγ)

προσδιορισμός όλων των συσκευών και των βοηθητικών μερών που απαιτούνται και οδηγίες χρήσης για την ασφαλή λειτουργία του εκρηκτικού.

2.   Τα εκρηκτικά υφίστανται έλεγχο υπό ρεαλιστικές συνθήκες. Αν αυτό δεν είναι δυνατό μέσα σε εργαστήριο, οι δοκιμές διενεργούνται σε συνθήκες υπό τις οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθεί το εκρηκτικό.

3.   Οι απαιτήσεις για τις ομάδες εκρηκτικών υλών

3.1.

Οι εκρηκτικές ύλες ανατινάξεων συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

Η προτεινόμενη μέθοδος πυροδοτήσεως πρέπει να εξασφαλίζει την ασφαλή, αξιόπιστη και πλήρη έκρηξη της εκρηκτικής ύλης ανατινάξεων. Στην περίπτωση της μελάνης πυρίτιδας επαληθεύεται η ικανότητα ανάφλεξης·

β)

οι εκρηκτικές ύλες ανατινάξεων υπό μορφή φυσιγγίου πρέπει να μεταδίδουν την έκρηξη με ασφάλεια και αξιοπιστία από το ένα άκρο της στήλης φυσιγγίων στο άλλο·

γ)

τα παραγόμενα αέρια από τις εκρηκτικές ύλες ανατινάξεων που προορίζονται για υπόγεια χρήση δεν θα πρέπει να περιέχουν μονοξείδιο του άνθρακος, νιτρώδη και άλλα αέρια, ατμούς ή αιωρούμενα στερεά κατάλοιπα, σε ποσότητες επιβλαβείς για την υγεία υπό κανονικές συνθήκες χρήσεως.

3.2.

Οι ακαριαίες θρυαλλίδες, θρυαλλίδες ασφαλείας και πυροδοτικές θρυαλλίδες συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

Το περίβλημα των ακαριαίων θρυαλλίδων, των θρυαλλίδων ασφαλείας, των πυροδοτικών θρυαλλίδων και των σωλήνων κρουστικού κύματος πρέπει να έχει τη δέουσα μηχανική αντοχή και να προστατεύει δεόντως το εκρηκτικό γέμισμα όταν εκτίθεται σε κανονική μηχανική καταπόνηση·

β)

οι παράμετροι για τον χρόνο καύσεως των θρυαλλίδων ασφαλείας πρέπει να αναφέρονται και να ανταποκρίνονται προς την πραγματικότητα·

γ)

οι επιλεγόμενες ακαριαίες θρυαλλίδες πρέπει να μπορούν να πυροδοτούνται αξιόπιστα, να έχουν επαρκή πυροδοτική ικανότητα και να πληρούν τις οριζόμενες απαιτήσεις, όσον αφορά την αποθήκευση ακόμη και σε ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες.

3.3.

Οι πυροκροτητές (συμπεριλαμβανομένων και των εγκαιροφλεγών πυροκροτητών) συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι πυροκροτητές πρέπει να πυροδοτούν αξιόπιστα την έκρηξη των εκρηκτικών υλών οι οποίες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν μαζί με αυτούς υπό όλες τις προβλέψιμες συνθήκες χρήσεως·

β)

οι εγκαιροφλεγείς πυροκροτητές πρέπει να μπορούν να πυροδοτούνται αξιόπιστα·

γ)

η ικανότητα πυροδοτήσεως δεν πρέπει να επηρεάζεται δυσμενώς από την υγρασία·

δ)

οι χρόνοι καθυστέρησης των εγκαιροφλεγών πυροκροτητών πρέπει να είναι επαρκώς όμοιοι, ώστε ο κίνδυνος αλληλοεπικάλυψης των χρόνων καθυστέρησης των διαδοχικών χρονικών φάσεων να είναι αμελητέος·

ε)

τα ηλεκτρικά χαρακτηριστικά των ηλεκτρικών πυροκροτητών πρέπει να αναγράφονται στη συσκευασία (π.χ. ελάχιστο ρεύμα πυροδότησης, αντίσταση)·

στ)

τα σύρματα των ηλεκτρικών πυροκροτητών πρέπει να έχουν επαρκή μηχανική αντοχή. Η συσκευασία των ηλεκτρικών πυροκροτητών πρέπει να φέρει την απαιτούμενη θωράκιση κατά τυχαίας πυροδότησης από ραδιοσυχνότητες.

3.4.

Οι προωθητικές ύλες και οι προωθητικές ύλες πυραύλων συμμορφώνονται επίσης με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

οι ύλες αυτές δεν πρέπει να πυροκροτούν ή να εκρήγνυνται εφόσον χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον προορισμό τους·

β)

οι προωθητικές ύλες πρέπει να σταθεροποιούνται για να προλαμβάνεται η αποσύνθεσή τους, εφόσον απαιτείται (π.χ. τα παράγωγα της νιτροκυτταρίνης)·

γ)

οι προωθητικές ύλες των πυραύλων, εφόσον παράγονται διά συμπίεσης ή χύτευσης, δεν θα πρέπει να φέρουν μη προβλεπόμενες ρωγμές ή φυσαλίδες αερίου οι οποίες επηρεάζουν επικίνδυνα τη λειτουργία τους.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ B

Εξέταση τύπου ΕΕ

1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τεχνική σχεδίαση εκρηκτικής ύλης και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι η τεχνική σχεδίαση της εκρηκτικής ύλης πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή σε αυτήν.

2.

Η εξέταση τύπου ΕΕ διενεργείται ως αξιολόγηση της καταλληλότητας της τεχνικής σχεδίασης της εκρηκτικής ύλης μέσω της εξέτασης της τεχνικής τεκμηρίωσης και των παραστατικών που αναφέρονται στο σημείο 3 και περιλαμβάνει επίσης εξέταση δείγματος, αντιπροσωπευτικού της προγραμματισμένης παραγωγής, από το πλήρες προϊόν (συνδυασμός τύπου παραγωγής και τύπου σχεδίασης).

3.

Η αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του κινδύνου ή των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

i)

γενική περιγραφή της εκρηκτικής ύλης·

ii)

σχέδια μελετών και φακέλους κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

iii)

τις περιγραφές και εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας των εκρηκτικών υλών·

iv)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

v)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.·

vi)

τις εκθέσεις δοκιμών·

δ)

τα αντιπροσωπευτικά δείγματα της εξεταζόμενης παραγωγής. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον δείγματα, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών·

ε)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα δικαιολογητικά αυτά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα που έχουν χρησιμοποιηθεί ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοσθεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.

4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

Ως προς την εκρηκτική ύλη:

4.1.

Εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης της εκρηκτικής ύλης.

Ως προς τα δείγματα:

4.2.

Επαληθεύει ότι τα δείγματα έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές·

4.3.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά·

4.4.

Αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον κατασκευαστή, και εφαρμόζουν άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας·

4.5.

Συμφωνεί με τον κατασκευαστή για τον τόπο στον οποίο θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές.

5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

6.

Στην περίπτωση που ο τύπος πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή για τη σχετική εκρηκτική ύλη, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους τυχόν όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευασμένων εκρηκτικών υλών προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία.

Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, για κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση με τη μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

8.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού αυτού.

9.

Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.

10.

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 7 και 9, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ 2

Συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και έλεγχοι προϊόντων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και τη δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή σε αυτές.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων εκρηκτικών υλών προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

3.   Έλεγχοι προϊόντων

Ο κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή ελέγχων στα προϊόντα σε τυχαία χρονικά διαστήματα που καθορίζονται από τον εν λόγω οργανισμό, προκειμένου να ελεγχθεί η ποιότητα των εσωτερικών ελέγχων της εκρηκτικής ύλης, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την τεχνολογική πολυπλοκότητα των προϊόντων και την ποσότητα παραγωγής. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών προϊόντων, το οποίο λαμβάνεται επιτόπου από τον κοινοποιημένο οργανισμό πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, και διεξάγονται οι ενδεδειγμένες δοκιμές, οι οποίες προσδιορίζονται στα σχετικά μέρη των εναρμονισμένων προτύπων, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εφόσον ένα δείγμα δεν συμμορφώνεται με το αποδεκτό επίπεδο ποιότητας, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

Σκοπός της διαδικασίας δειγματοληψίας προς έγκριση που πρέπει να εφαρμοστεί είναι να καθοριστεί κατά πόσον η διαδικασία κατασκευής της εκρηκτικής ύλης λειτουργεί εντός αποδεκτών ορίων, με σκοπό την εξασφάλιση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

4.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Στη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιείται ο τύπος εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί η δήλωση.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Δ

Συμμόρφωση με τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτές.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την παραγωγή, την επιθεώρηση του τελικού προϊόντος και τις δοκιμές της σχετικής εκρηκτικής ύλης όπως ορίζεται στο σημείο 3 και υπόκειται σε επιτήρηση όπως ορίζεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει στον κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τις συγκεκριμένες εκρηκτικές ύλες.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την προτεινόμενη κατηγορία της εκρηκτικής ύλης·

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των εκρηκτικών υλών προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ καθώς και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτές.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των εκρηκτικών·

β)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν·

γ)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και της συχνότητας διεξαγωγής τους·

δ)

των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.·

ε)

των μέσων επιτήρησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης της απαιτούμενης ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε) για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει τον τύπο εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών, για χρονικό διάστημα που λήγει 10 έτη μετά τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1·

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή ενεκρίθη·

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις εγκρίσεις των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει, ανακαλέσει ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που προβλέπονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Ε

Συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτές.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την επιθεώρηση του τελικού προϊόντος και τις δοκιμές των εκρηκτικών υλών, όπως ορίζεται στο σημείο 3 και υπόκειται σε επιτήρηση όπως ορίζεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει στον κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τις συγκεκριμένες εκρηκτικές ύλες.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την κατηγορία των σχετικών εκρηκτικών υλών·

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των εκρηκτικών υλών προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των προϊόντων·

β)

των ελέγχων και των δοκιμών που θα διεξαχθούν μετά την κατασκευή·

γ)

των αρχείων καταχώρισης στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.·

δ)

των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της εκρηκτικής ύλης προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει τον τύπο εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών, για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1·

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή ενεκρίθη·

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις εγκρίσεις των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή ανακαλέσει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που προβλέπονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤ

Συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων αποτελεί μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 5.1 και 6 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι οι σχετικές εκρηκτικές ύλες, στις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 3, είναι σύμφωνες προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτές.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων εκρηκτικών υλών προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

3.   Επαλήθευση

Ο κοινοποιημένος οργανισμός που έχει επιλεγεί από τον κατασκευαστή πραγματοποιεί κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές προκειμένου να εξακριβώσει κατά πόσο οι εκρηκτικές ύλες είναι σύμφωνες με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις οικείες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας

Οι εξετάσεις και δοκιμές για την επαλήθευση της συμμόρφωσης των εκρηκτικών υλών με τις οικείες απαιτήσεις διεξάγονται, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, είτε με έλεγχο και δοκιμή κάθε προϊόντος όπως ορίζεται στο σημείο 4 ή με τη διενέργεια εξέτασης και δοκιμών των εκρηκτικών υλών σε στατιστική βάση όπως ορίζεται στο σημείο 5.

4.   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμές κάθε προϊόντος

4.1.

Κάθε εκρηκτική ύλη εξετάζεται ξεχωριστά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που εφαρμόζουν άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να επαληθευθεί η συμμόρφωσή τους προς τον εγκεκριμένο τύπο, όπως περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, και προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

4.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στην εγκεκριμένη εκρηκτική ύλη.

Ο κατασκευαστής θέτει τις βεβαιώσεις συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών για σκοπούς επιθεώρησης επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.

5.   Στατιστική εξακρίβωση της συμμόρφωσης

5.1.

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν την ομοιογένεια κάθε παραγόμενης παρτίδας και προσκομίζει τις εκρηκτικές ύλες του προς εξακρίβωση με τη μορφή ομοιογενών παρτίδων.

5.2.

Από κάθε παρτίδα λαμβάνεται τυχαίο δείγμα. Όλες οι εκρηκτικές ύλες που συνιστούν το δείγμα εξετάζονται μεμονωμένα και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές όπως προβλέπουν τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμμόρφωσή τους προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να αποφασιστεί η αποδοχή ή η απόρριψη της παρτίδας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

5.3.

Όταν μια παρτίδα γίνεται δεκτή, όλες οι εκρηκτικές ύλες της παρτίδας τεκμαίρεται ότι εγκρίνονται, εκτός από τις εκρηκτικές ύλες του δείγματος οι οποίες διαπιστώθηκε ότι δεν ανταποκρίθηκαν επιτυχώς στις δοκιμές.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στην εγκεκριμένη εκρηκτική ύλη.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.

5.4.

Εάν μια παρτίδα απορριφθεί, ο κοινοποιημένος οργανισμός ή η αρμόδια αρχή λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να εμποδίσει τη διάθεση της παρτίδας αυτής στην αγορά. Στην περίπτωση συχνής απόρριψης παρτίδων, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να αναστείλει τη στατιστική εξακρίβωση και να λάβει τα ενδεδειγμένα μέτρα.

6.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

6.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

6.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε τύπο εκρηκτικής ύλης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει τον τύπο εκρηκτικής ύλης για τον οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής τοποθετεί επίσης στις εκρηκτικές ύλες τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού.

Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής μπορεί να τοποθετεί τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού στις εκρηκτικές ύλες κατά τη διαδικασία κατασκευής.

7.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5.1.

ΕΝΟΤΗΤΑ Ζ

Συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα

1.   Η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις των σημείων 2, 3 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει με δική του αποκλειστική ευθύνη ότι η εκρηκτική ύλη που υπόκειται στις διατάξεις του σημείου 4 είναι σύμφωνη προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτήν.

2.   Τεχνικός φάκελος

2.1.

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο και τον θέτει στη διάθεση του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 4. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία της εκρηκτικής ύλης. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

α)

γενική περιγραφή της εκρηκτικής ύλης,

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

γ)

τις περιγραφές και εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας των εκρηκτικών υλών·

δ)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

ε)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.·

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

2.2.

Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση της κατασκευαζόμενης εκρηκτικής ύλης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.   Επαλήθευση

Ο κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, όπως προβλέπεται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση της εκρηκτικής ύλης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στην εγκεκριμένη εκρηκτική ύλη.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 4, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε εκρηκτική ύλη που ικανοποιεί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της εκρηκτικής ύλης στην αγορά. Στη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιείται η εκρηκτική ύλη για την οποία έχει συνταχθεί η δήλωση.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2.2 και 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ) (1)

1.

Αριθμός … (προϊόντος, τύπου παρτίδας ή σειράς):

2.

Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή και, κατά περίπτωση, του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (ταυτοποίηση προϊόντος που επιτρέπει την ιχνηλασιμότητα):

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) και χορήγησε το πιστοποιητικό:

8.

Συμπληρωματικές πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενες οδηγίες με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών τους

(αναφέρεται στο άρθρο 53)

Οδηγία 93/15/ΕΟΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 121 της 15.5.1993, σ. 20)

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

Μόνο το σημείο 13 του παραρτήματος II

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 219/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 87 της 31.3.2009, σ. 109).

Μόνο το σημείο 2.2 του παραρτήματος

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

Μόνο το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Οδηγία 2004/57/ΕΚ της Επιτροπής

(ΕΕ L 127 της 29.4.2004, σ. 73)

 

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και ημερομηνίες εφαρμογής

(αναφέρεται στο άρθρο 53)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

93/15/ΕΟΚ (άρθρα 9, 10, 11, 12, 13 και 14)

30 Σεπτεμβρίου 1993

30 Σεπτεμβρίου 1993

93/15/ΕΟΚ (όλα τα άλλα άρθρα)

30 Ιουνίου 1994

1η Ιανουαρίου 1995

2004/57/ΕΚ

31 Δεκεμβρίου 2004

31 Ιανουαρίου 2005


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 93/15/ΕΟΚ

Οδηγία 2004/57/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

 

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

 

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 3

 

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 4

 

Άρθρο 2 παράγραφοι 3 έως 6, 8, 13 και 14

 

Άρθρο 2 παράγραφοι 2, 7, 9 έως 12 και 15 έως 24

Άρθρο 1 παράγραφος 5

 

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1

 

Άρθρο 3

Άρθρο 2 παράγραφος 2

 

Άρθρο 4

Άρθρο 2 παράγραφος 3

 

Άρθρο 22

Άρθρο 3

 

Άρθρο 4 και άρθρο 5 παράγραφος 1

 

Άρθρο 5 παράγραφοι 2 έως 8

 

Άρθρο 6

 

Άρθρο 7

 

Άρθρο 8

 

Άρθρο 9

 

Άρθρο 10

Άρθρο 4 παράγραφος 1

 

Άρθρο 19

Άρθρο 4 παράγραφος 2

 

Άρθρο 5

 

Άρθρο 43 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 1

 

Άρθρο 20

 

Άρθρο 21

 

Άρθρα 24 έως 27

Άρθρο 6 παράγραφος 2

 

Άρθρα 28 έως 40

Άρθρο 7 παράγραφος 1

 

Άρθρα 22 και 23

Άρθρο 7 παράγραφος 2

 

Άρθρο 22

Άρθρο 7 παράγραφος 3

 

Άρθρο 22

 

Άρθρο 41

Άρθρο 8 παράγραφος 1

 

Άρθρα 42 και 44

Άρθρο 8 παράγραφος 2

 

Άρθρο 43

Άρθρο 8 παράγραφος 3

 

Άρθρο 45

Άρθρο 9 παράγραφος 1

 

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 2

 

Άρθρο 9 παράγραφος 3

 

Άρθρο 11 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 4

 

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Άρθρο 9 παράγραφος 5

 

Άρθρο 11 παράγραφος 4

Άρθρο 9 παράγραφος 6

 

Άρθρο 11 παράγραφος 6

Άρθρο 9 παράγραφος 7

 

Άρθρο 11 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 8

 

Άρθρο 11 παράγραφος 7

Άρθρο 9 παράγραφος 9

 

Άρθρο 11 παράγραφος 8

Άρθρο 10 παράγραφος 1

 

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

 

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 10 παράγραφος 3

 

Άρθρο 12 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4

 

Άρθρο 12 παράγραφος 4

Άρθρο 10 παράγραφος 5

 

Άρθρο 12 παράγραφος 5

Άρθρο 11

 

Άρθρο 13

Άρθρο 12 παράγραφος 1

 

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 12 παράγραφος 2

 

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 1

 

Άρθρο 49 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 2

 

Άρθρο 13 παράγραφος 3

 

Άρθρα 46 και 47

 

Άρθρο 48

Άρθρο 13 παράγραφος 4

 

Άρθρο 49 παράγραφος 2 έως 5

Άρθρο 13 παράγραφος 5

 

Άρθρα 46 και 47

Άρθρο 14 πρώτο εδάφιο

 

Άρθρο 16

Άρθρο 14 δεύτερο εδάφιο

 

Άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 4

Άρθρο 14 τρίτο εδάφιο

 

Άρθρο 15 παράγραφοι 2 και 4

Άρθρο 14 τέταρτο εδάφιο

 

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 15

 

Άρθρο 16

 

Άρθρο 17

Άρθρο 17

 

Άρθρο 50

Άρθρο 18

 

Άρθρο 18

Άρθρο 19

 

Άρθρα 51 και 52

 

Άρθρο 53

 

Άρθρο 54

Άρθρο 20

 

Άρθρο 55

 

Άρθρο 1

 

Άρθρο 2

 

Άρθρο 3

 

Άρθρο 4

 

Άρθρο 5

 

Παράρτημα I

Παράρτημα I

 

Παράρτημα II

Παράρτημα I

 

Παράρτημα II

Παράρτημα II

 

Παράρτημα III

Παράρτημα III

 

Άρθρο 28

Παράρτημα IV

 

Άρθρο 22

 

Παράρτημα IV

 

Παράρτημα V

 

Παράρτημα VI


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/45


ΟΔΗΓΊΑ 2014/29/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διάθεση στην αγορά απλών δοχείων πίεσης

(αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2009/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, σχετικά με τα απλά δοχεία πίεσης (3) έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (4). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (5), ορίζει κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (6) ορίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Η οδηγία 2009/105/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοστεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

H παρούσα οδηγία καλύπτει τα απλά δοχεία πίεσης τα οποία είναι καινούργια για την αγορά της Ένωσης όταν γίνονται διαθέσιμα στην αγορά· αυτό σημαίνει ότι είτε είναι καινούργια απλά δοχεία πίεσης ενός κατασκευαστή που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση είτε πρόκειται για απλά δοχεία πίεσης, καινούργια ή μεταχειρισμένα, που έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα.

(5)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(6)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να εξασφαλίζουν στο έδαφός τους την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων και την προστασία των κατοικίδιων ζώων και της περιουσίας έναντι των κινδύνων διαρροής ή διάρρηξης τους οποίους είναι δυνατόν να εγκυμονούν τα απλά δοχεία πίεσης.

(7)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των απλών δοχείων πίεσης προς την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια των προσώπων, και η προστασία των κατοικίδιων ζώων και της περιουσίας, και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(8)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν στην αγορά μόνο απλά δοχεία πίεσης που είναι σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(9)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των τελικών χρηστών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση στο διαδίκτυο, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(10)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τα απλά δοχεία πίεσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση αποκλειστικά του κατασκευαστή.

(11)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι τα απλά δοχεία πίεσης από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως, ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τα απλά δοχεία πίεσης. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι τα απλά δοχεία πίεσης που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά απλά δοχεία πίεσης που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση προϊόντος των απλών δοχείων πίεσης και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(12)

Κατά τη διάθεση ενός απλού δοχείου πίεσης στην αγορά, οι εισαγωγείς θα πρέπει να σημειώνουν επί του απλού δοχείου πίεσης το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους. Θα πρέπει να προβλεφθούν εξαιρέσεις σε περιπτώσεις όπου η φύση του απλού δοχείου πίεσης δεν το επιτρέπει.

(13)

Ο διανομέας καθιστά απλό δοχείο πίεσης διαθέσιμο στην αγορά αφού αυτό έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το απλό δοχείο πίεσης δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση του εν λόγω απλού δοχείου πίεσης.

(14)

Οιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει απλό δοχείο πίεσης στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί απλό δοχείο πίεσης κατά τρόπο ώστε να επηρεαστεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(15)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις αρμόδιες αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν το οικείο απλό δοχείο πίεσης.

(16)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας ενός απλού δοχείου πίεσης σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων για την εποπτεία της αγοράς αρχών όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμα στην αγορά μη συμμορφούμενα απλά δοχεία πίεσης. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς απλό δοχείο πίεσης.

(17)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφαλείας. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαιτήσεις είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για απλά δοχεία πίεσης τα οποία συμμορφώνονται με εναρμονισμένα πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (7) με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων.

(18)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(19)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν, και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν, ότι τα απλά δοχεία πίεσης που είναι διαθέσιμα στην αγορά συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζονται ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές.

(20)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται με βάση την παρούσα οδηγία σχετικά με τη συμμόρφωση ενός απλού δοχείου πίεσης προς την παρούσα οδηγία και της λοιπής συναφούς ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης.

(21)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(22)

Η σήμανση CE, που δηλώνει τη συμμόρφωση ενός απλού δοχείου πίεσης, είναι η ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE και τη σχέση της με άλλες σημάνσεις διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE θα πρέπει να καθοριστούν με την παρούσα οδηγία.

(23)

Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις σχετικές ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας είναι απαραίτητη, προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική προστασία των τελικών χρηστών και των τρίτων μερών.

(24)

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(25)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 2009/105/ΕΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(26)

Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση με τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και με τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(27)

Για να εξασφαλιστεί συνέπεια όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι απαιτήσεις που οφείλουν να πληρούν οι κοινοποιούσες αρχές και άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(28)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευθεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για τον σκοπό της κοινοποίησης.

(29)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες την εν λόγω αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(30)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλιστεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τα απλά δοχεία πίεσης που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές που αξιολογούν τη συμμόρφωση να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών που πρόκειται να κοινοποιηθούν, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν και δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(31)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η τηλεματική κοινοποίηση.

(32)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να διατυπώσουν ένσταση σχετικά με κοινοποιούμενο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα μπορούν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(33)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, χρειάζεται να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τον συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(34)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά, οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ισχύουν και για τα απλά δοχεία πίεσης. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(35)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι τα απλά δοχεία πίεσης μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο με την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για το σκοπό για τον οποίο προορίζονται, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Θα πρέπει να θεωρείται ότι απλά δοχεία πίεσης δεν συμμορφώνονται προς τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνο υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα μπορούσε να είναι απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(36)

Η οδηγία 2009/105/ΕΚ προβλέπει ήδη μια διαδικασία διασφάλισης που επιτρέπει στην Επιτροπή να εξετάζει την αιτιολόγηση ενός μέτρου που λαμβάνεται από ένα κράτος μέλος για ένα απλό δοχείο πίεσης το οποίο κρίνει μη συμμορφούμενο. Για να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η υπάρχουσα διαδικασία διασφάλισης κατά τρόπον ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(37)

Το ισχύον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερωθούν για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τα απλά δοχεία πίεσης που παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, ή για τα κατοικίδια ζώα ή την ιδιοκτησία. Θα πρέπει επίσης να δίνει τη δυνατότητα στις αρχές εποπτείας της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν νωρίτερα σε σχέση με αυτά τα απλά δοχεία πίεσης.

(38)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(39)

Για να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (8).

(40)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(41)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενα απλά δοχεία πίεσης που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(42)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει αμέσως εκτελεστικές πράξεις με άμεση εφαρμογή όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σε σχέση με συμμορφούμενα απλά δοχεία πίεσης που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια προσώπων, για τα κατοικίδια ζώα και την ιδιοκτησία αυτό απαιτείται επειγόντως για επιτακτικούς λόγους.

(43)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό της.

(44)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως για παράδειγμα σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(45)

H Επιτροπή διά εκτελεστικών πράξεων και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, θα πρέπει να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενα απλά δοχεία πίεσης δικαιολογούνται ή όχι.

(46)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίζουν την επιβολή των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(47)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία απλών δοχείων πίεσης που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 2009/105/ΕΚ, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή τους προς άλλες απαιτήσεις, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν απλά δοχεία πίεσης που διατίθενται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(48)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλιστεί ότι τα απλά δοχεία πίεσης που κυκλοφορούν στην αγορά πληρούν τις προδιαγραφές που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων, καθώς και την προστασία των κατοικίδιων ζώων και της ιδιοκτησίας, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορεί, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(49)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποίηση ουσίας της προηγούμενης οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προηγούμενη οδηγία.

(50)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών, όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα V μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία ισχύει για απλά δοχεία πίεσης («δοχεία») που κατασκευάζονται εν σειρά με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α)

τα δοχεία είναι συγκολλημένα, προορίζονται να υποβάλλονται σε σχετική εσωτερική πίεση ανώτερη από 0,5 bar και να περιέχουν αέρα ή άζωτο, και δεν προορίζονται να εκτεθούν σε φλόγα·

β)

τα μέρη και οι διατάξεις που συντελούν στην αντοχή του δοχείου στην πίεση είναι κατασκευασμένα είτε από μη κεκραμένο χάλυβα ποιότητας είτε από μη κεκραμένο αλουμίνιο ή από μη επιδεκτικά βαφής κράματα αλουμινίου·

γ)

το δοχείο αποτελείται από ένα από τα ακόλουθα στοιχεία:

i)

από ένα κυλινδρικό τμήμα κυκλικής διατομής που κλείεται από θολωτούς πυθμένες με κοιλότητα στραμμένη προς τα έσω και/ή επίπεδους πυθμένες. Οι πυθμένες αυτοί έχουν τον ίδιο άξονα περιστροφής όπως και το κυλινδρικό τμήμα,

ii)

από δύο θολωτούς πυθμένες με τον ίδιο άξονα περιστροφής·

δ)

η μέγιστη πίεση χρήσης του δοχείου είναι μικρότερη ή ίση με 30 bar και το γινόμενο της πίεσης αυτής επί τη χωρητικότητα του δοχείου (PS × V) ισούται το πολύ με 10 000 bar·

ε)

η ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης δεν είναι κατώτερη από – 50 °C και η μέγιστη θερμοκρασία χρήσης δεν υπερβαίνει τους 300 °C για τα δοχεία από χάλυβα ή τους 100 °C για τα δοχεία από αλουμίνιο ή κράμα αλουμινίου.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν ισχύει για:

α)

τα δοχεία που είναι ειδικά σχεδιασμένα για να χρησιμοποιηθούν στις πυρηνικές εγκαταστάσεις και των οποίων μια αστοχία μπορεί να προκαλέσει εκπομπή ραδιενέργειας·

β)

τα δοχεία που προορίζονται ειδικά για την εγκατάσταση σε πλοία και αεροσκάφη ή για την προώθησή τους·

γ)

τους πυροσβεστήρες.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά δοχείου για διανομή ή χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

2)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία ένα δοχείο καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά της Ένωσης·

3)   «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ένα δοχείο ή αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή του και διοχετεύει στην αγορά το δοχείο αυτό υπό την επωνυμία του ή το εμπορικό σήμα του·

4)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

5)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει στην ενωσιακή αγορά δοχείο προερχόμενο από τρίτη χώρα·

6)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά δοχείο διαθέσιμο στην αγορά·

7)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

8)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά δοχείου·

9)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

10)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

11)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

12)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας σχετικά με δοχείο·

13)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·

14)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή δοχείου που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη·

15)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην αποτροπή της διαθεσιμότητας στην αγορά δοχείου που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού·

16)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθέτημα της Ένωσης που εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων·

17)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το δοχείο συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

Άρθρο 3

Διαθεσιμότητα στην αγορά και θέση σε λειτουργία

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κάθε χρήσιμη διάταξη ώστε να μπορούν τα δοχεία να καθίστανται διαθέσιμα στην αγορά και να τίθενται σε λειτουργία μόνον όταν πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, εφόσον εγκαθίστανται σωστά και συντηρούνται, και εφόσον χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον προορισμό τους.

2.   Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας δεν θίγουν τη δυνατότητα των κρατών μελών να καθορίζουν τις απαιτήσεις που κρίνουν απαραίτητες για την εξασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων κατά τη χρησιμοποίηση των δοχείων, εφόσον αυτό δεν συνεπάγεται τροποποιήσεις αυτών των δοχείων κατά τρόπο μη οριζόμενο στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 4

Βασικές απαιτήσεις

1.   Τα δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V είναι μεγαλύτερο από 50 bar ανταποκρίνονται στις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που αναφέρονται στο παράρτημα I.

2.   Τα δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο προς 50 bar σχεδιάζονται και κατασκευάζονται σύμφωνα με την ακολουθούμενη σε ένα από τα κράτη μέλη ορθή μηχανολογική πρακτική.

Άρθρο 5

Ελεύθερη κυκλοφορία

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία στο έδαφός τους των δοχείων που ικανοποιούν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση στην αγορά των δοχείων τους των οποίων το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L, αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση στην αγορά των δοχείων τους των οποίων το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο με 50 bar.L, αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με την ακολουθούμενη σε ένα από τα κράτη μέλη ορθή μηχανολογική πρακτική.

2.   Για δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L, οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα II και διενεργούν ή έχουν διενεργήσει τη σχετική αξιολόγηση της συμμόρφωσης που προβλέπεται στο άρθρο 13.

Όταν από την εν λόγω διαδικασία αποδεικνύεται η συμμόρφωση με τις ισχύουσες απαιτήσεις δοχείου του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης της ΕΕ και τοποθετούν τη σήμανση CE και τις ενδείξεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 1.

Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο με 50 bar.L φέρουν τις ενδείξεις που ορίζονται στο παράρτημα III σημείο 1.

3.   Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση του δοχείου στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του δοχείου και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις λοιπές τεχνικές προδιαγραφές βάσει των οποίων δηλώνεται η συμμόρφωση ενός δοχείου λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Όταν κρίνεται σκόπιμο λόγω των κινδύνων που παρουσιάζει δοχείο, οι κατασκευαστές διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των τελικών χρηστών, δοκιμές με δειγματοληψία στα δοχεία που έχουν διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα δοχεία και τις αποσύρσεις δοχείων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνές τους.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα δοχεία που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, σειράς ή παρτίδας που επιτρέπει την ταύτισή τους.

6.   Οι κατασκευαστές σημειώνουν στο δοχείο το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το δοχείο συνοδεύεται από τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφάλειας που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 2 σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως καθορίζεται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

8.   Όταν οι κατασκευαστές θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το δοχείο που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα διορθωτικά μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του δοχείου, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το δοχείο παρουσιάζει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το δοχείο και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του δοχείου προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τα δοχεία που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 7

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να ορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα εξής:

α)

να τηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς επί 10 έτη από τη διάθεση του δοχείου στην αγορά·

β)

να παρέχει στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του δοχείου·

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τυχόν ενέργειες που έγιναν προς αποφυγή των κινδύνων που ενέχουν τα δοχεία που καλύπτει η εντολή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνον συμμορφούμενα δοχεία.

2.   Πριν από τη διάθεση στην αγορά δοχείου του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L, οι εισαγωγείς διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διενεργήσει τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 13. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το δοχείο φέρει τη σήμανση CE και τις ενδείξεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 1 και συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγο να πιστεύει ότι δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L δεν συμμορφώνεται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, δεν διαθέτει το δοχείο στην αγορά πριν αυτό συμμορφωθεί. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το δοχείο παρουσιάζει κίνδυνο.

Πριν διαθέσουν στην αγορά δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο με 50 bar.L, οι εισαγωγείς διασφαλίζουν ότι το δοχείο είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο σύμφωνα με την ακολουθούμενη σε ένα από τα κράτη μέλη ορθή μηχανολογική πρακτική, ότι φέρει τις ενδείξεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 1.2 και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 5 και 6.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν στο δοχείο το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, σε έγγραφο που συνοδεύει το δοχείο. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το δοχείο συνοδεύεται από τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφάλειας που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 2, σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως καθορίζεται από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος I.

6.   Όταν κρίνεται σκόπιμο λόγω των κινδύνων που παρουσιάζει δοχείο, οι εισαγωγείς διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των τελικών χρηστών, δοκιμές με δειγματοληψία στα δοχεία που έχουν διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα δοχεία και τις αποσύρσεις δοχείων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνές τους.

7.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το δοχείο που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του δοχείου, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το δοχείο παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το δοχείο και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Για δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L, οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη αφότου διατεθεί το δοχείο στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση των αρχών εποπτείας της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος είναι δυνατόν να διατεθεί στις εν λόγω αρχές, κατόπιν αιτήματός τους.

9.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του δοχείου, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τα δοχεία που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμο ένα δοχείο στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν διαθέσιμο στην αγορά δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L, επαληθεύουν ότι το δοχείο φέρει τη σήμανση CE και τις ενδείξεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 1, ότι συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφάλειας που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 2 σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται το δοχείο και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 8 παράγραφος 3 αντίστοιχα.

Εφόσον διανομέας θεωρεί ή έχει λόγο να πιστεύει ότι δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L δεν συμμορφώνεται προς τις ουσιαστικές απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, δεν καθιστά διαθέσιμο το δοχείο στην αγορά πριν αυτό συμμορφωθεί. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το δοχείο παρουσιάζει κίνδυνο.

Πριν καταστήσουν διαθέσιμο στην αγορά δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο με 50 bar.L, οι διανομείς πιστοποιούν ότι το δοχείο φέρει τις ενδείξεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 1.2 και συνοδεύεται από τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφάλειας που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 2 σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται το δοχείο και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφοι 5 και 6 και στο άρθρο 8 παράγραφος 3 αντίστοιχα.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω δοχείο του οποίου το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το δοχείο που έχουν καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία φροντίζουν αμέσως να ληφθούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του δοχείου, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το δοχείο παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων έχουν καταστήσει διαθέσιμο το δοχείο και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του δοχείου. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα δοχεία που έχουν καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά.

Άρθρο 10

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 6, όταν διαθέτει δοχείο στην αγορά με την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί δοχείο που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να επηρεάσει τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, την ταυτότητα των κατωτέρω:

α)

κάθε οικονομικού φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει δοχείο·

β)

κάθε οικονομικού φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει δοχείο.

Οι οικονομικοί φορείς είναι σε θέση να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθευτεί το δοχείο και επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθεύσει το δοχείο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΔΟΧΕΙΩΝ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΤΟ ΓΙΝΟΜΕΝΟ PS × V ΥΠΕΡΒΑΙΝΕΙ ΤΑ 50 bar.L

Άρθρο 12

Τεκμήριο συμμόρφωσης δοχείων των οποίων το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L

Τα δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 50 bar.L και που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που καθορίζονται στο παράρτημα I, τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη τους.

Άρθρο 13

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης

1.   Πριν από την κατασκευή τους, δοχεία των οποίων το γινόμενο PS × V είναι μεγαλύτερο από 50 bar.L υπόκεινται στην εξέταση τύπου ΕΕ (ενότητα Β) που καθορίζεται στο παράρτημα II σημείο 1, ως εξής:

α)

για δοχεία που κατασκευάζονται σύμφωνα με τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

i)

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του δοχείου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των δικαιολογητικών χωρίς εξέταση δείγματος (ενότητα Β — τύπος σχεδιασμού),

ii)

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του δοχείου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των δικαιολογητικών και εξέταση μοντέλου αντιπροσωπευτικού της προβλεπόμενης παραγωγής του πλήρους δοχείου (ενότητα Β — τύπος παραγωγής)·

β)

για δοχεία που κατασκευάζονται χωρίς τήρηση ή με μερική μόνον τήρηση των εναρμονισμένων προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 12, ο κατασκευαστής υποβάλλει προς εξέταση μοντέλο, αντιπροσωπευτικό της προβλεπόμενης παραγωγής πλήρους δοχείου, και του τεχνικού φακέλου και των δικαιολογητικών για την εξέταση και την αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του δοχείου (ενότητα Β — τύπος παραγωγής).

2.   Πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, τα δοχεία υπόκεινται στις ακόλουθες διαδικασίες:

α)

όταν το γινόμενο PS × V είναι μεγαλύτερο από 3 000 bar.L, στη συμμόρφωση τύπου βάσει εσωτερικού ελέγχου της παραγωγής και δοκιμής του δοχείου υπό εποπτεία (ενότητα C1) που ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 2·

β)

όταν το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο με 3 000 bar.L και μεγαλύτερο από 200 bar.L, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες:

i)

συμμόρφωση τύπου βάσει εσωτερικού ελέγχου της παραγωγής και δοκιμής του δοχείου υπό εποπτεία (ενότητα C1) που καθορίζεται στο παράρτημα II σημείο 2,

ii)

συμμόρφωση τύπου με βάση εσωτερικό έλεγχο παραγωγής και δοκιμή του δοχείου υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα (ενότητα C2) που καθορίζεται στο παράρτημα II σημείο 3,

γ)

όταν το γινόμενο PS × V είναι μικρότερο ή ίσο με 200 bar.L και μεγαλύτερο από 50 bar.L, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, οποιαδήποτε από τις ακόλουθες:

i)

συμμόρφωση τύπου βάσει εσωτερικού ελέγχου της παραγωγής και δοκιμής του δοχείου υπό εποπτεία (ενότητα C1) που καθορίζεται στο παράρτημα II σημείο 2·

ii)

συμμόρφωση τύπου βάσει εσωτερικού ελέγχου της παραγωγής (ενότητα C) που καθορίζεται στο παράρτημα II σημείο 4.

3.   Οι φάκελοι και η αλληλογραφία που σχετίζονται με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 συντάσσονται σε επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος ο κοινοποιημένος οργανισμός ή σε γλώσσα αποδεκτή από αυτόν.

Άρθρο 14

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα ΙV, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές ενότητες του παραρτήματος II και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμο στην αγορά το δοχείο.

3.   Όταν ένα δοχείο διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του δοχείου προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 15

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 16

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE και των ενδείξεων

1.   Η σήμανση CE και οι ενδείξεις που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 1 τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο δοχείο ή στην πινακίδα με τα στοιχεία του κατασκευαστή.

2.   Η σήμανση CE τοποθετείται προτού διατεθεί το δοχείο στην αγορά.

3.   Τη σήμανση CE ακολουθεί ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής.

Ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού τίθεται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, υπό τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

4.   Η σήμανση CE και ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού επιτρέπεται να συνοδεύονται από άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

5.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 17

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 18

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 23.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.   Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, την κοινοποίηση ή την παρακολούθηση κατά τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική υπηρεσία, ο οργανισμός στον οποίο εκχωρήθηκαν ή ανατέθηκαν με άλλο τρόπο τα εν λόγω καθήκοντα πρέπει να είναι νομικό πρόσωπο και να συμμορφώνεται, τηρουμένων των αναλογιών, προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 19. Επιπροσθέτως, αυτός ο οργανισμός διαθέτει την υποδομή για την κάλυψη των ευθυνών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 19

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό, το οποίο διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα, για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 20

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 21

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει του εθνικού δικαίου κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή το δοχείο που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις που συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, την παροχή, τη συναρμολόγηση, τη χρήση ή τη συντήρηση δοχείων τα οποία αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η ανεξαρτησία του και η απουσία κάθε σύγκρουσης συμφερόντων είναι αποδεδειγμένες.

4.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν είναι ο σχεδιαστής, κατασκευαστής, προμηθευτής, εγκαταστάτης, αγοραστής, ιδιοκτήτης, χρήστης ή συντηρητής των δοχείων που αξιολογούν ούτε αντιπρόσωπος των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων δοχείων που είναι αναγκαία για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση των δοχείων για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω δοχείων ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων του παραρτήματος I σημείο 3.2 και του παραρτήματος II και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος δοχείων για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης,

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας,

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, το βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών·

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της εθνικής νομοθεσίας·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού του οργανισμού αξιολόγησης που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το παράρτημα I σημείο 3.2 και το παράρτημα II ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 22

Τεκμήριο συμμόρφωσης των κοινοποιημένων οργανισμών

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 21, στον βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 23

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21, και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει του παραρτήματος I σημείο 3.2 και του παραρτήματος II.

Άρθρο 24

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και του δοχείου ή των δοχείων για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

Άρθρο 25

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το δοχείο ή τα δοχεία και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 24 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για κάθε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση της κοινοποίησης.

Άρθρο 26

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή φροντίζει για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 27

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 21 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 28

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της άρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

H εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 39 παράγραφος 2.

Άρθρο 29

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στο παράρτημα II.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς.

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας του δοχείου για το οποίο πρόκειται και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Επ’ αυτού τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση των δοχείων προς την παρούσα οδηγία.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος I ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποιο δοχείο δεν συμμορφώνεται πλέον, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.

Άρθρο 30

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 31

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών·

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης·

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τα ίδια δοχεία, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 32

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 33

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει την ύπαρξη κατάλληλου συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και την ορθή λειτουργία τους με τη μορφή τομεακής ομάδας ή τομεακών ομάδων κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ομάδας ή των εν λόγω ομάδων, απευθείας ή διά διορισθέντων αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΕΡΧΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΔΟΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 34

Εποπτεία της αγοράς της Ένωσης και έλεγχος των εισερχόμενων στην αγορά της Ένωσης δοχείων

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται για δοχεία που καλύπτονται από το άρθρο 1 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 35

Διαδικασία αντιμετώπισης των δοχείων που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι δοχείο που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια προσώπων, ή για τα κατοικίδια ζώα και την περιουσία, διενεργούν αξιολόγηση για το εν λόγω δοχείο που καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το δοχείο δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για να θέσει το δοχείο σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ή να αποσύρει το δοχείο από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο ορίζουν οι ίδιες.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτειά τους, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τα δοχεία που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διάθεση του δοχείου στην εθνική αγορά ή να αποσύρουν το δοχείο από την αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταύτιση του μη συμμορφούμενου δοχείου, την καταγωγή του, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και οι απόψεις που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

το δοχείο δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή την προστασία των κατοικίδιων ζώων ή της περιουσίας· ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του δοχείου, και, σε περίπτωση διαφωνίας με το εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό δοχείο, όπως η απόσυρση του δοχείου από την αγορά.

Άρθρο 36

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν, κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 35 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τέτοιου είδους μέτρα αντίκεινται στη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς).

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο δοχείο αποσύρεται από την εθνική τους αγορά και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του ραδιοεξοπλισμού αποδοθεί σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 35 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 37

Συμμορφούμενα δοχεία που παρουσιάζουν κίνδυνο

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 1, ότι δοχείο, καίτοι συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία, ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, για τα κατοικίδια ζώα ή για την περιουσία, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το εν λόγω δοχείο, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν παρουσιάζει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο, ή για να αποσύρει το δοχείο από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλα τα δοχεία που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στις πληροφορίες που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του δοχείου, την καταγωγή του και την αλυσίδα εφοδιασμού του δοχείου αυτού, τη φύση του σχετικού κινδύνου και τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο ή όχι και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 39 παράγραφος 3.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς έκτακτους λόγους που αφορούν την προστασία της υγείας και ασφάλειας των προσώπων ή των κατοικίδιων ζώων ή της περιουσίας, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 39 παράγραφος 4.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς).

Άρθρο 38

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 35, ένα κράτος μέλος απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση, όταν προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις:

α)

η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 16 της παρούσας οδηγίας·

β)

η σήμανση CE δεν έχει τεθεί·

γ)

ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού που εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 16 ή δεν έχει τεθεί·

δ)

οι ενδείξεις που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 1 δεν έχουν τεθεί, κατά παράβαση του άρθρου 16 ή του παραρτήματος III σημείο 1·

ε)

δεν έχει καταρτιστεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ·

στ)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά·

ζ)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

η)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 6 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς·

θ)

δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 8.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση στην οποία αναφέρεται η παράγραφος 1 εξακολουθεί να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα στην αγορά του δοχείου και να εξασφαλίσει ότι αυτό ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 39

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τα απλά δοχεία πίεσης. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλου ενωσιακού νομοθετήματος.

Η επιτροπή μπορεί επίσης να εξετάζει κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρό της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 40

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Στους κανόνες αυτούς μπορούν να περιλαμβάνονται ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 41

Μεταβατικές διατάξεις

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία των δοχείων που καλύπτονται από την οδηγία 2009/105/ΕΚ και τα οποία είναι σύμφωνα με την οδηγία αυτή και είχαν διατεθεί στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

Τα πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί από αναγνωρισμένους οργανισμούς ελέγχου δυνάμει της οδηγίας 2009/105/ΕΚ εξακολουθούν να ισχύουν δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 42

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 19 Απριλίου 2016, τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους με το άρθρο 2, τα άρθρα 6 έως 41, το παράρτημα II και το παράρτημα IV. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 20 Απριλίου 2016.

Κατά τη θέσπισή τους από τα κράτη μέλη, τα μέτρα αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από τέτοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται παραπομπές στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 43

Κατάργηση

Η οδηγία 2009/105/ΕΚ όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό που περιλαμβάνεται στο παράρτημα V μέρος A καταργείται με ισχύ από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και των ημερομηνιών εφαρμογής της δέσμης οδηγιών που αναφέρεται στο παράρτημα V μέρος Β.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος VI.

Άρθρο 44

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 1, 3, 4 και 5 και τα παραρτήματα I και ΙΙΙ εφαρμόζονται από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 45

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 27 της 3.2.2009, σ. 41.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 264 της 8.10.2009, σ. 12. Η οδηγία 2009/105/ΕΚ είναι η κωδικοποίηση της οδηγίας 87/404/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 1987, περί εναρμόνισης των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα απλά δοχεία πίεσης (ΕΕ L 220 της 8.8.1987, σ. 48).

(4)  Βλέπε παράρτημα V μέρος A.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(6)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(7)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(8)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

1.   Υλικά

Τα υλικά επιλέγονται ανάλογα με την προβλεπόμενη χρήση των δοχείων και τα σημεία 1.1 έως 1.4.

1.1.   Τμήματα που υπόκεινται σε πίεση

Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των τμημάτων των δοχείων που υπόκεινται σε πίεση:

α)

είναι συγκολλήσιμα·

β)

είναι όλκιμα και συνεκτικά έτσι ώστε, σε περίπτωση θραύσης στην ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης, να μην επέρχεται θρυμματισμός ούτε ψαθυρή θραύση·

γ)

δεν επηρεάζονται δυσμενώς από τη γήρανση.

Για τα δοχεία από χάλυβα, τα υλικά ανταποκρίνονται επίσης στις διατάξεις που αναφέρονται στο σημείο 1.1.1 και, για τα δοχεία από αλουμίνιο ή κράμα αλουμινίου, στις διατάξεις του σημείου 1.1.2.

Τα υλικά αυτά συνοδεύονται από έκθεση ελέγχου, όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα III σημείο 3.1. στοιχείο θ), την οποία συντάσσει ο παραγωγός του υλικού.

1.1.1.   Χαλύβδινα δοχεία

Οι μη κεκραμένοι χάλυβες ποιότητας ανταποκρίνονται στις ακόλουθες διατάξεις:

α)

είναι καθησυχασμένοι και παραδίδονται ύστερα από κατεργασία επαναφοράς ή σε ισοδύναμη κατάσταση·

β)

έχουν περιεκτικότητα επί του προϊόντος σε άνθρακα κατώτερη του 0,25 %, και σε θείο και φώσφορο κατώτερη από 0,05 % για καθεμία από τις ουσίες αυτές·

γ)

έχουν τα μηχανικά χαρακτηριστικά επί του προϊόντος τα οποία απαριθμούνται παρακάτω:

i)

η μέγιστη τιμή της αντοχής σε εφελκυσμό Rm,max είναι κατώτερη από 580 N/mm2,

ii)

η επιμήκυνση μετά τη θραύση είναι:

εάν το δοκίμιο έχει ληφθεί παράλληλα προς την κατεύθυνση ελάσεως:

για πάχος ≥ 3 mm:

A

≥ 22 %,

για πάχος < 3 mm:

A80 mm

≥ 17 %,

εάν το δοκίμιο έχει ληφθεί κάθετα προς την κατεύθυνση ελάσεως:

για πάχος ≥ 3 mm:

A

≥ 20 %,

για πάχος < 3 mm:

A80 mm

≥ 15 %,

iii)

η μέση τιμή της ενέργειας κάμψεως διά κρούσεως KCV μετρούμενη σε τρία διαμήκη δοκίμια, στην ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης είναι τουλάχιστον 35 J/cm2. Μόνο μία τιμή στις τρεις μπορεί να είναι κατώτερη από 35 J/cm2 και επ’ ουδενί λόγω κατώτερη από 25 J/cm2. Για τους χάλυβες που προορίζονται για την κατασκευή δοχείων με ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης κατώτερη των – 10 °C και με πάχος τοιχωμάτων μεγαλύτερο από 5 mm, απαιτείται η εξακρίβωση αυτής της ιδιότητας.

1.1.2.   Δοχεία από αλουμίνιο

Το μη κεκραμένο αλουμίνιο έχει περιεκτικότητα σε αλουμίνιο τουλάχιστον ίση με 99,5 % και τα κράματα που περιγράφονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) έχουν επαρκή αντοχή στη διακρυσταλλική διάβρωση στην ανώτατη θερμοκρασία χρήσης.

Επιπλέον, τα υλικά αυτά ικανοποιούν τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

παραδίδονται αφού έχουν υποστεί επαναφορά·

β)

έχουν τα μηχανικά χαρακτηριστικά επί του προϊόντος τα οποία απαριθμούνται παρακάτω:

η μέγιστη τιμή της αντοχής σε εφελκυσμό Rm,max είναι κατώτερη ή ίση προς 350 N/mm2,

η επιμήκυνση μετά τη θραύση είναι:

εάν το δοκίμιο έχει ληφθεί παράλληλα προς την κατεύθυνση ελάσεως: A ≥ 16 %,

εάν το δοκίμιο έχει ληφθεί κάθετα προς την κατεύθυνση ελάσεως: A ≥ 14 %.

1.2.   Υλικά συγκόλλησης

Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή συγκολλήσεων επί του δοχείου ή για την κατασκευή του δοχείου είναι κατάλληλα και συμβατά με τα υλικά που πρέπει να συγκολληθούν.

1.3.   Εξαρτήματα που ενισχύουν την αντοχή του δοχείου

Τα εξαρτήματα αυτά (βλήτρα, περικόχλια κ.λπ.) κατασκευάζονται από το υλικό που προσδιορίζεται στο σημείο 1.1 ή από άλλο κατάλληλο είδος χάλυβα, αλουμινίου ή κράματος αλουμινίου συμβατό με το υλικό που έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή των υπό πίεση τμημάτων.

Τα υλικά αυτά έχουν, στην ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης, την ενδεδειγμένη επιμήκυνση μετά τη θραύση και την ενδεδειγμένη ενέργεια κάμψεως διά κρούσεως.

1.4.   Τμήματα που δεν υπόκεινται σε πίεση

Όλα τα τμήματα των συγκολλητών δοχείων που δεν υπόκεινται σε πίεση είναι κατασκευασμένα από υλικά συμβατά με το υλικό των στοιχείων στα οποία έχουν συγκολληθεί.

2.   Σχεδιασμοό των δοχείων

α)

Κατά τον σχεδιασμό των δοχείων, ο κατασκευαστής καθορίζει το πεδίο χρήσης των δοχείων, επιλέγοντας:

i)

την ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης Tmin,

ii)

τη μέγιστη θερμοκρασία χρήσης Tmax,

iii)

τη μέγιστη πίεση χρήσης PS.

Ωστόσο, εάν επιλέγει ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης ανώτερη των - 10 °C, τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά των υλικών πρέπει να πληρούνται στους - 10 °C.

β)

Ο κατασκευαστής έχει επίσης κατά νου τα εξής:

i)

πρέπει να είναι δυνατή η επιθεώρηση του εσωτερικού των δοχείων,

ii)

πρέπει να είναι δυνατή η εκκένωση του εσωτερικού των δοχείων,

iii)

οι μηχανικές ιδιότητες πρέπει να διατηρούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της χρήσης του δοχείου για τον σκοπό που προορίζεται,

iv)

τα δοχεία πρέπει να έχουν κατάλληλη αντιδιαβρωτική προστασία σε σχέση με την προκαθορισμένη χρήση τους.

γ)

Ο κατασκευαστής λαμβάνει υπόψη ότι στις προβλεπόμενες συνθήκες χρήσης:

i)

τα δοχεία δεν πρέπει να υπόκεινται σε καταπονήσεις που θα μπορούσαν να είναι επιζήμιες για την ασφαλή χρήση τους,

ii)

η εσωτερική πίεση δεν πρέπει να υπερβαίνει μόνιμα τη μέγιστη πίεση χρήσης PS. Μπορεί όμως να την υπερβεί στιγμιαία μέχρι κατά 10 % κατά μέγιστο.

δ)

Οι περιμετρικές και διαμήκεις συναρμολογήσεις εκτελούνται με συγκολλήσεις με πλήρη διείσδυση ή με ισοδύναμες συγκολλήσεις. Οι κυρτοί πυθμένες, εκτός από τους ημισφαιρικούς, έχουν κυλινδρική απόληξη.

2.1.   Πάχος των τοιχωμάτων

Αν το γινόμενο PS × V δεν υπερβαίνει τα 3 000 bar.L, ο κατασκευαστής επιλέγει για τον καθορισμό του πάχους των τοιχωμάτων του δοχείου μία από τις μεθόδους που περιγράφονται στα σημεία 2.1.1 και 2.1.2· αν το γινόμενο PS × V υπερβαίνει τα 3 000 bar.L ή η μέγιστη θερμοκρασία χρήσης υπερβαίνει τους 100 °C, το πάχος καθορίζεται με τη μέθοδο που περιγράφεται στο σημείο 2.1.1.

Πάντως, το πραγματικό πάχος των τοιχωμάτων στην εφαρμογή με επικάλυψη και των πυθμένων δεν είναι κατώτερο από 2 mm για χαλύβδινα δοχεία και 3 mm για δοχεία από αλουμίνιο ή κράματα αλουμινίου.

2.1.1.   Υπολογιστική μέθοδος

Το ελάχιστο πάχος των υπό πίεση τμημάτων υπολογίζεται έχοντας υπόψη την τιμή των ακόλουθων τάσεων, ως εξής:

α)

η πίεση υπολογισμού που λαμβάνεται υπόψη δεν είναι κατώτερη από τη μέγιστη πίεση χρήσης PS που έχει επιλεγεί·

β)

η επιτρεπόμενη γενική τάση μεμβράνης δεν υπερβαίνει τη μικρότερη από τις τιμές 0,6 ReT ή 0,3 Rm. Για τον καθορισμό της επιτρεπόμενης τάσης, ο κατασκευαστής πρέπει να χρησιμοποιήσει τις ελάχιστες τιμές ReT και Rm που εγγυάται ο παραγωγός των υλικών.

Πάντως, αν το κυλινδρικό μέρος του δοχείου φέρει μία ή περισσότερες διαμήκεις μη αυτόματες συγκολλήσεις, το πάχος που προκύπτει από τους υπολογισμούς του πρώτου εδαφίου πολλαπλασιάζεται επί τον συντελεστή 1,15.

2.1.2.   Εμπειρική μέθοδος

Το πάχος των τοιχωμάτων καθορίζεται τόσο ώστε να επιτρέπει στα δοχεία να αντέχουν στη θερμοκρασία του περιβάλλοντος πίεση ίση τουλάχιστον προς το πενταπλάσιο της μέγιστης πίεσης χρήσης, με συντελεστή μόνιμης περιμετρικής παραμόρφωσης μικρότερο ή ίσο προς 1 %.

3.   Μέθοδοι κατασκευήσ

Τα δοχεία κατασκευάζονται και ελέγχονται κατά την κατασκευή σύμφωνα με το παράρτημα II σημεία 2, 3 ή 4.

3.1.   Προετοιμασία των κατασκευαστικών στοιχείων

Η προετοιμασία των στοιχείων (παραδείγματος χάρη, διαμόρφωση, λοξοτόμηση) δεν προκαλεί επιφανειακά ελαττώματα ή ρωγμές ή μεταβολές των μηχανικών χαρακτηριστικών που μπορεί να μειώσουν την ασφάλεια των δοχείων.

3.2.   Συγκολλήσεις σε μέρη υπό πίεση

Τα χαρακτηριστικά των συγκολλήσεων και της ζώνης που τα περιβάλλει είναι παρόμοια με τα χαρακτηριστικά των συγκολλημένων υλικών και δεν παρουσιάζουν επιφανειακά ή εσωτερικά ελαττώματα που επηρεάζουν την ασφάλεια των δοχείων.

Οι συγκολλήσεις γίνονται από αδειούχους συγκολλητές ή χειριστές με τον κατάλληλο βαθμό κατάρτισης, σύμφωνα με τις συγκεκριμένες μεθόδους συγκόλλησης. Τις εξετάσεις έγκρισης και παροχής άδειας διεξάγουν κοινοποιημένοι οργανισμοί ελέγχου.

Ο κατασκευαστής οφείλει επίσης να διασφαλίζει, κατά την κατασκευή, τη σταθερή ποιότητα των συγκολλήσεων, πραγματοποιώντας τις ενδεδειγμένες εξετάσεις σύμφωνα με κατάλληλες μεθόδους. Για τις εξετάσεις αυτές συντάσσεται έκθεση.

4.   Θέση σε χρήση των δοχείων

Τα δοχεία συνοδεύονται από σημείωμα οδηγιών χρήσης που συντάσσει ο κατασκευαστής σύμφωνα με το παράρτημα III σημείο 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

1.   Εξέταση τύπου ΕΕ (Ενότητα B)

1.1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τεχνική σχεδίαση δοχείου και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι η τεχνική σχεδίαση του δοχείου πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή σε αυτόν.

1.2.

Η εξέταση τύπου ΕΕ διενεργείται με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους σύμφωνα με το άρθρο 13:

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του δοχείου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των δικαιολογητικών όπως αναφέρεται στο σημείο 1.3 και εξέταση μοντέλου αντιπροσωπευτικού της προβλεπόμενης παραγωγής του πλήρους δοχείου (τύπος παραγωγής),

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του δοχείου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των δικαιολογητικών που αναφέρονται στο σημείο 1.3, χωρίς εξέταση μοντέλου δοχείου (τύπος σχεδιασμού).

1.3.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, αν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του δοχείου προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων).

Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του δοχείου. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

i)

γενική περιγραφή του δοχείου,

ii)

αρχικά και κατασκευαστικά σχέδια, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών κ.ά.,

iii)

τις αναγκαίες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του δοχείου,

iv)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,

v)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.,

vi)

τις εκθέσεις δοκιμών,

vii)

τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφάλειας που αναφέρονται στο παράρτημα III σημείο 2,

viii)

ένα έγγραφο όπου περιγράφονται:

τα επιλεγέντα υλικά,

οι επιλεγείσες μέθοδοι συγκόλλησης,

οι επιλεγέντες έλεγχοι,

κάθε σημαντική πληροφορία σχετική με τον σχεδιασμό του δοχείου·

δ)

εφόσον απαιτείται, τα πρωτότυπα δοχεία που είναι αντιπροσωπευτικά της εξεταζόμενης παραγωγής. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον πρωτότυπα δοχεία, αν το απαιτούν οι ανάγκες του προγράμματος δοκιμών·

ε)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα δικαιολογητικά αυτά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα που έχουν χρησιμοποιηθεί, ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοστεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.

Όταν εξετάζεται μοντέλο δοχείου, ο τεχνικός φάκελος περιέχει, επίσης:

τα πιστοποιητικά που σχετίζονται με τη σωστή εκτίμηση της μεθόδου εργασίας για τη συγκόλληση και των επαγγελματικών τίτλων των συγκολλητών ή χειριστών συγκόλλησης,

την έκθεση ελέγχου των υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των τμημάτων και συστατικών στοιχείων που συμβάλλουν στην αντοχή του δοχείου,

έκθεση για τους ελέγχους και δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν ή περιγραφή των ελέγχων που θα γίνουν.

1.4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

Ως προς το δοχείο:

1.4.1.

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την επάρκεια του τεχνικού σχεδιασμού του δοχείου.

Ως προς το μοντέλο δοχείου ή τα μοντέλα δοχείων:

1.4.2.

επαληθεύει ότι το μοντέλο δοχείου ή τα μοντέλα δοχείων έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο, ότι μπορεί(-ούν) να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες εργασίας και προσδιορίζει τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές,

1.4.3.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά,

1.4.4.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον κατασκευαστή και εφαρμόζουν άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας,

1.4.5.

συμφωνεί με τον κατασκευαστή για τον τόπο στον οποίο θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές.

1.5.

ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 1.4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

1.6.

Εφόσον ο τύπος τηρεί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους (τυχόν) όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευασμένων δοχείων προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία. Στο πιστοποιητικό αναφέρονται οι όροι έκδοσής του, ενώ συνοδεύεται από τις αναγκαίες περιγραφές και τα σχέδια προκειμένου να προσδιορισθεί ο εγκεκριμένος τύπος.

Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.

1.7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση του δοχείου προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση με τη μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

1.8.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλον τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα εν λόγω πιστοποιητικά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού αυτού.

1.9.

Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση του δοχείου στην αγορά.

1.10.

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 1.3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 1.7 και 1.9, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

2.   Συμμόρφωση προσ τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο τησ παραγωγήσ και τη δοκίμή δοχείων υπο εποπτεια (Ενότητα Γ1)

2.1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο παραγωγής και τη δοκιμή δοχείων υπό εποπτεία είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2.2, 2.3 και 2.4 και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι τα σχετικά δοχεία συμμορφώνονται με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ικανοποιούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζεται σε αυτά.

2.2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων δοχείων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

Πριν από την έναρξη της κατασκευής, ο κατασκευαστής παρέχει σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

α)

τον τεχνικό φάκελο, ο οποίος περιέχει επίσης:

τα πιστοποιητικά που σχετίζονται με τη σωστή εκτίμηση της μεθόδου εργασίας για τη συγκόλληση και των επαγγελματικών τίτλων των συγκολλητών ή χειριστών συγκόλλησης,

την έκθεση ελέγχου των υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των τμημάτων και συστατικών στοιχείων που συμβάλλουν στην αντοχή του δοχείου,

έκθεση σχετικά με τις εξετάσεις και τις δοκιμές που πραγματοποιούνται·

β)

τον φάκελο ελέγχου, όπου περιγράφονται οι ενδεδειγμένες εξετάσεις και δοκιμές που θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια της κατασκευής καθώς και οι τρόποι και η συχνότητα διεξαγωγής τους·

γ)

το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

2.3.   Δοκιμή δοχείων

2.3.1.

Για κάθε κατασκευαζόμενο δοχείο ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει τις κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές προκειμένου να επαληθεύσει την πιστότητα του δοχείου προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τα ακόλουθα σημεία:

α)

Ο κατασκευαστής παρουσιάζει τα δοχεία του σε ομοιογενείς παρτίδες και λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, ώστε η διαδικασία κατασκευής να εξασφαλίζει την ομοιογένεια κάθε παραγόμενης παρτίδας.

β)

Κατά την εξέταση μιας παρτίδας, ο κοινοποιημένος οργανισμός βεβαιώνει ότι τα δοχεία έχουν κατασκευαστεί και ελεγχθεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο κατασκευής και διεξάγει σε κάθε δοχείο της παρτίδας υδραυλική δοκιμή ή πνευματική δοκιμή ισοδύναμης αποτελεσματικότητας, σε πίεση Ph ίση με 1,5 επί την πίεση υπολογισμού, ώστε να εξακριβώσει την αρτιότητά τους. Η πνευματική δοκιμή υπόκειται σε αποδοχή των διαδικασιών ασφαλείας της δοκιμής από το κράτος μέλος στο οποίο διεξάγεται η δοκιμή.

γ)

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει δοκιμές σε δοκίμια που λαμβάνονται, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, από ενδεικτικό τεμάχιο προϊόντος ή από δοχείο, ώστε να ελέγξει την ποιότητα των συγκολλήσεων. Οι δοκιμές διεξάγονται στις διαμήκεις συγκολλήσεις. Όταν, ωστόσο, εφαρμόζεται διαφορετικός τρόπος εργασίας για τις διαμήκεις και τις περιμετρικές συγκολλήσεις, οι εν λόγω δοκιμές επαναλαμβάνονται και στις περιμετρικές συγκολλήσεις.

δ)

Για τα δοχεία που υπόκεινται στην εμπειρική μέθοδο στην οποία αναφέρεται το παράρτημα I σημείο 2.1.2, οι παραπάνω δοκιμές σε δοκίμια αντικαθίστανται από υδραυλική δοκιμή σε πέντε δοχεία, τα οποία λαμβάνονται τυχαία από κάθε παρτίδα, για να εξακριβωθεί αν συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφαλείας του παραρτήματος I σημείο 2.1.2.

ε)

Για τις παρτίδες που γίνονται δεκτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός επιθέτει ή αναθέτει την επίθεση του αριθμού αναγνώρισης σε κάθε δοχείο και συντάσσει έγγραφη βεβαίωση πιστότητας ως προς τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί. Όλα τα δοχεία της παρτίδας μπορούν να διατεθούν στην αγορά εκτός από εκείνα που δεν υπέστησαν με επιτυχία την υδραυλική ή την πνευματική δοκιμή.

στ)

Όταν απορρίπτεται μια παρτίδα, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για να εμποδίσει τη διάθεσή της στην αγορά. Σε περίπτωση συχνής απόρριψης παρτίδων, ο κοινοποιημένος οργανισμός δύναται να αναστείλει τη στατιστική εξακρίβωση.

ζ)

Ο κατασκευαστής πρέπει να είναι σε θέση να παρέχει, ύστερα από αίτημα των αρμοδίων αρχών, τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης που αναφέρονται στο στοιχείο ε).

2.3.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός παρέχει στο κράτος μέλος που τον αναγνώρισε και, κατόπιν αιτήσεως, στους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς, στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή αντίγραφο της έκθεσης ελέγχου που εκπόνησε.

2.3.3.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

2.4.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

2.4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε δοχείο που είναι σύμφωνο προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ικανοποιεί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο δοχείου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του δοχείου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιεί το μοντέλο του δοχείου για το οποίο έχει συνταχθεί.

2.4.3.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

2.5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 2.4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

3.   Συμμόρφωση προσ τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο τησ παραγωγήσ και υπο εποπτεία δοκιμή δοχείων κατά τυχαία διαστήματα (Ενότητα Γ2)

3.1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και τη δοκιμή δοχείων υπό εποπτεία κατά τυχαία διαστήματα είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 3.2, 3.3 και 3.4 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα σχετικά δοχεία είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή σε αυτά.

3.2.   Κατασκευή

3.2.1.

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων δοχείων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

3.2.2.

Πριν από την έναρξη της κατασκευής, ο κατασκευαστής παρέχει σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

α)

τον τεχνικό φάκελο, ο οποίος περιέχει επίσης:

τα πιστοποιητικά που σχετίζονται με τη σωστή εκτίμηση της μεθόδου εργασίας για τη συγκόλληση και των επαγγελματικών τίτλων των συγκολλητών ή χειριστών συγκόλλησης,

την έκθεση ελέγχου των υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των τμημάτων και συστατικών στοιχείων που συμβάλλουν στην αντοχή του δοχείου,

έκθεση σχετικά με τις εξετάσεις και τις δοκιμές που πραγματοποιούνται·

β)

το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ·

γ)

έγγραφο στο οποίο περιγράφονται οι διαδικασίες κατασκευής καθώς και το σύνολο των προκαθορισμένων και συστηματικών μέτρων που εφαρμόστηκαν ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση των δοχείων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει, πριν από την ημερομηνία έναρξης οποιασδήποτε κατασκευής, το εν λόγω έγγραφο, με σκοπό να πιστοποιήσει τη συμμόρφωσή του προς το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.3.

Το έγγραφο στο οποίο αναφέρεται το σημείο 3.2.2 στοιχείο γ) περιλαμβάνει:

α)

περιγραφή των μέσων κατασκευής και εξακρίβωσης που είναι κατάλληλα για την κατασκευή των δοχείων·

β)

φάκελο ελέγχου όπου περιγράφονται οι ενδεδειγμένες εξετάσεις και δοκιμές που θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια της κατασκευής καθώς και οι τρόποι και η συχνότητα διεξαγωγής τους·

γ)

δέσμευση ότι θα ολοκληρωθούν οι εξετάσεις και οι δοκιμές σύμφωνα με τον φάκελο ελέγχου και ότι θα πραγματοποιηθεί υδραυλική δοκιμή ή, μετά από συμφωνία του κράτους μέλους, πνευματική δοκιμή σε πίεση ελέγχου ίση με 1,5 φορές την πίεση υπολογισμού, σε κάθε κατασκευαζόμενο δοχείο· οι εν λόγω εξετάσεις και δοκιμές πραγματοποιούνται υπό την ευθύνη ειδικευμένου προσωπικού ανεξάρτητου απέναντι στις υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με την παραγωγή και συντάσσεται σχετική έκθεση·

δ)

τις διευθύνσεις των χώρων κατασκευής και αποθήκευσης καθώς και την ημερομηνία έναρξης της κατασκευής.

3.3.   Δοκιμή δοχείων

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει ή φροντίζει να διεξάγονται έλεγχοι τυχαίων δειγμάτων δοχείων, σε τυχαία διαστήματα που καθορίζει ο ίδιος, προκειμένου να επαληθεύει την ποιότητα των εσωτερικών ελέγχων στο δοχείο, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την τεχνολογική πολυπλοκότητα των δοχείων και την ποσότητα της παραγωγής. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών δοχείων, το οποίο λαμβάνεται επιτόπου από τον κοινοποιημένο οργανισμό πριν από τη διάθεσή του στην αγορά, και διεξάγονται οι ενδεδειγμένες δοκιμές, οι οποίες προσδιορίζονται στα σχετικά μέρη των εναρμονισμένων προτύπων και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωση του δοχείου προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξασφαλίζει επίσης ότι ο κατασκευαστής ελέγχει πραγματικά τα δοχεία που παράγονται εν σειρά, σύμφωνα με το σημείο 3.2.3 στοιχείο γ).

Εφόσον ένα δείγμα δεν συμμορφώνεται με το αποδεκτό επίπεδο ποιότητας, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

Προορισμός της εφαρμοστέας διαδικασίας δειγματοληψίας προς έγκριση είναι να προσδιοριστεί εάν η διαδικασία κατασκευής του δοχείου λειτουργεί εντός αποδεκτών ορίων, με σκοπό την εξασφάλιση της συμμόρφωσης του δοχείου.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός παρέχει στο κράτος μέλος που τον αναγνώρισε και, κατόπιν αιτήσεως, στους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς, στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή αντίγραφο της έκθεσης ελέγχου που εκπόνησε.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

3.4.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

3.4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε δοχείο που είναι σύμφωνο προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο δοχείου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του δοχείου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιεί το μοντέλο του δοχείου για το οποίο έχει συνταχθεί.

3.4.3.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

3.5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 3.4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

4.   Συμμόρφωση με τον τύπο βάση του εσωτερικόυ έλεγχου παραγωγήσ (Ενότητα Γ)

4.1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο παραγωγής είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 4.2 και 4.3 και βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα σχετικά δοχεία είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

4.2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων δοχείων προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

Πριν από την έναρξη της κατασκευής, ο κατασκευαστής παρέχει στον κοινοποιημένο οργανισμό που εξέδωσε το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

α)

τα πιστοποιητικά που σχετίζονται με τη σωστή εκτίμηση της μεθόδου εργασίας για τη συγκόλληση και των επαγγελματικών τίτλων των συγκολλητών ή χειριστών συγκόλλησης·

β)

την έκθεση ελέγχου των υλικών που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των τμημάτων και συστατικών στοιχείων που συμβάλλουν στην αντοχή του δοχείου·

γ)

έκθεση σχετικά με τις εξετάσεις και τις δοκιμές που πραγματοποιούνται·

δ)

έγγραφο στο οποίο περιγράφονται οι διαδικασίες κατασκευής καθώς και το σύνολο των προκαθορισμένων και συστηματικών μέτρων που εφαρμόστηκαν ώστε να διασφαλίζεται η συμμόρφωση των δοχείων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

Το έγγραφο αυτό περιλαμβάνει:

i)

περιγραφή των μέσων κατασκευής και εξακρίβωσης που είναι κατάλληλα για την κατασκευή των δοχείων,

ii)

φάκελο ελέγχου όπου περιγράφονται οι ενδεδειγμένες εξετάσεις και δοκιμές που θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια της κατασκευής καθώς και οι τρόποι και η συχνότητα διεξαγωγής τους,

iii)

δέσμευση ότι θα ολοκληρωθούν οι εξετάσεις και οι δοκιμές σύμφωνα με τον φάκελο ελέγχου και ότι θα πραγματοποιηθεί υδραυλική δοκιμή ή, μετά από συμφωνία του κράτους μέλους, πνευματική δοκιμή σε πίεση ελέγχου ίση με 1,5 φορές την πίεση υπολογισμού, σε κάθε κατασκευαζόμενο δοχείο· οι εν λόγω εξετάσεις και δοκιμές πραγματοποιούνται υπό την ευθύνη ειδικευμένου προσωπικού ανεξάρτητου απέναντι στις υπηρεσίες που είναι επιφορτισμένες με την παραγωγή και συντάσσεται σχετική έκθεση,

iv)

τις διευθύνσεις των χώρων κατασκευής και αποθήκευσης καθώς και την ημερομηνία έναρξης της κατασκευής.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει, πριν από την ημερομηνία έναρξης οποιασδήποτε κατασκευής, το εν λόγω έγγραφο, με σκοπό να πιστοποιήσει τη συμμόρφωσή του με το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

4.3.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

4.3.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε δοχείο που είναι σύμφωνο προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.3.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο δοχείου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του δοχείου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ταυτοποιεί το μοντέλο του δοχείου για το οποίο έχει συνταχθεί.

4.3.3.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

4.4.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4.3 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ, ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΟΔΗΓΙΩΝ, ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΑ

1.   Σήμανση CE και ενδειξέισ

1.1.

Δοχεία με γινόμενο PS × V μεγαλύτερο από 50 bar.L πρέπει να φέρουν τη σήμανση CE που προβλέπεται στο παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και τα δύο τελευταία ψηφία του έτους επίθεσης της σήμανσης CE.

1.2.

Τα δοχεία ή οι πινακίδες με τα στοιχεία τους φέρουν τις ακόλουθες τουλάχιστον ενδείξεις:

α)

τη μέγιστη πίεση χρήσης (PS σε bar)·

β)

τη μέγιστη θερμοκρασία χρήσης (Tmax σε °C)·

γ)

την ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης (Tmin σε °C)·

δ)

τη χωρητικότητα του δοχείου (V σε L)·

ε)

το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή·

στ)

τον τύπο και τα αναγνωριστικά στοιχεία της σειράς ή παρτίδας του δοχείου.

1.3.

Στις περιπτώσεις που γίνεται χρήση πινακίδας στοιχείων, αυτή σχεδιάζεται κατά τρόπο που να μην επιδέχεται επαναχρησιμοποίηση και διαθέτει ελεύθερο χώρο που επιτρέπει την προσθήκη και άλλων στοιχείων.

2.   Οδηγίεσ καί πληροφοριεσ ασφάλειασ

Το σημείωμα οδηγιών περιέχει τις ακόλουθες ενδείξεις:

α)

τις πληροφορίες που προβλέπονται στο σημείο 1.2, εκτός από τα στοιχεία της σειράς ή παρτίδας του δοχείου·

β)

την προβλεπόμενη χρήση του δοχείου·

γ)

τις αναγκαίες συνθήκες συντήρησης και εγκατάστασης ώστε να εξασφαλίζεται η ασφάλεια των δοχείων.

3.   Ορισμοί και σύμβολα

3.1.   Ορισμοί

α)

Η πίεση υπολογισμού «P» είναι η σχετική πίεση που έχει επιλέξει ο κατασκευαστής και που έχει χρησιμοποιηθεί για τον καθορισμό του πάχους των υπό πίεση τμημάτων του δοχείου.

β)

Η μέγιστη πίεση χρήσης «PS» είναι η μέγιστη σχετική πίεση που μπορεί να ασκηθεί σε κανονικές συνθήκες χρήσης του δοχείου.

γ)

Η ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης Tmin είναι η χαμηλότερη σταθερή θερμοκρασία του τοιχώματος του δοχείου σε κανονικές συνθήκες χρήσης.

δ)

Η μέγιστη θερμοκρασία χρήσης Tmax είναι η υψηλότερη σταθερή θερμοκρασία του τοιχώματος του δοχείου σε κανονικές συνθήκες χρήσης.

ε)

Για καθένα από τα ακόλουθα, το όριο ελαστικότητας «ReT» είναι για τη μέγιστη θερμοκρασία χρήσης Tmax:

i)

είτε η τιμή του ανώτερου ορίου εκροής ReH για υλικό που παρουσιάζει ανώτερο και κατώτερο όριο εκροής,

ii)

είτε 0,2 % παραμόρφωσης Rp0,2,

iii)

είτε η τιμή 1,0 % του συμβατικού ορίου παραμόρφωσης Rp1,0 για το μη κεκραμένο αλουμίνιο.

στ)

Οικογένειες δοχείων:

Στην ίδια οικογένεια ανήκουν τα δοχεία που δεν διαφέρουν από το μοντέλο παρά μόνο κατά τη διάμετρο, στον βαθμό που δεν σημειώνεται υπέρβαση των προδιαγραφών του παραρτήματος I σημεία 2.1.1 και 2.1.2 και/ή κατά το μήκος του κυλινδρικού τους μέρους μέσα στα ακόλουθα όρια:

i)

όταν το μοντέλο αποτελείται, εκτός από τους πυθμένες, από ένα ή περισσότερα κυλινδρικά τμήματα, οι παραλλαγές πρέπει να περιλαμβάνουν ένα τουλάχιστον κυλινδρικό τμήμα,

ii)

όταν το μοντέλο αποτελείται μόνο από δύο κυρτούς πυθμένες, οι παραλλαγές δεν πρέπει να περιλαμβάνουν κυλινδρικά τμήματα.

Οι διακυμάνσεις του μήκους που συνεπάγονται τροποποιήσεις των ανοιγμάτων ή των εισερχομένων στοιχείων πρέπει να περιλαμβάνονται στο σχέδιο κάθε παραλλαγής.

ζ)

Μια παρτίδα δοχείων αποτελείται το πολύ από 3 000 δοχεία του ίδιου μοντέλου.

η)

Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, πρόκειται για κατασκευή εν σειρά αν κατασκευάζονται με συνεχή μέθοδο παραγωγής πολλά δοχεία του ίδιου τύπου, κατά τη διάρκεια ορισμένης χρονικής περιόδου, βάσει κοινού σχεδίου και με τις ίδιες μεθόδους κατασκευής.

θ)

Έκθεση ελέγχου: έγγραφο με το οποίο ο παραγωγός του υλικού πιστοποιεί ότι τα παραδιδόμενα προϊόντα συμφωνούν με τις προδιαγραφές της παραγγελίας και παρέχει τα αποτελέσματα των δοκιμών του τρέχοντος ελέγχου στο εργοστάσιο, ιδίως όσον αφορά τη χημική σύνθεση και τα μηχανικά χαρακτηριστικά, σε προϊόντα που έχουν κατασκευαστεί με την ίδια διαδικασία όπως στα προσφερόμενα, χωρίς να είναι απαραίτητη η πραγματοποίηση δοκιμών στα παραδιδόμενα προϊόντα.

3.2.   Σύμβολα

A

επιμήκυνση μετά τη θραύση (Lo = 5,65√So)

%

A80 mm

επιμήκυνση μετά τη θραύση (Lo = 80 mm)

%

KCV

ενέργεια θραύσης διά κρούσεως

J/cm2

P

πίεση υπολογισμού

Bar

PS

μέγιστη πίεση χρήσης

Bar

Ph

πίεση υδραυλικής δοκιμής ή δοκιμής πεπιεσμένου αέρα

Bar

Rp0,2

0,2 % παραμόρφωση

N/mm2

ReT

όριο ελαστικότητας στη μέγιστη θερμοκρασία χρήσης

N/mm2

ReH

ανώτερο όριο εκροής

N/mm2

Rm

αντοχή εφελκυσμού

N/mm2

Rm, max

μέγιστη αντοχή στον εφελκυσμό

N/mm2

Rp1,0

1,0 % παραμόρφωση

N/mm2

Tmax

μέγιστη θερμοκρασία χρήσης

°C

Tmin

ελάχιστη θερμοκρασία χρήσης

°C

V

χωρητικότητα δοχείου

L


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ) (1)

1.

Δοχείο / μοντέλο δοχείου (αριθμός προϊόντος, τύπου, παρτίδας ή σειράς):

2.

Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή και, ενδεχομένως, του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (ταυτοποίηση του δοχείου που επιτρέπει την ιχνηλασιμότητα: όταν είναι αναγκαίο για την ταυτοποίηση του δοχείου, μπορεί να περιλαμβάνει εικόνα):

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) … πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) … και χορήγησε το πιστοποιητικό:

8.

Συμπληρωματικές πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενη οδηγία με τις τροποποιήσεις της

(που αναφέρεται στο άρθρο 43)

Οδηγία 2009/105/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 264 της 8.10.2009, σ. 12)

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12)

Μόνο το στοιχείο ι) του άρθρου 26 παράγραφος 1

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και ημερομηνίες έναρξης ισχύος των οδηγιών που ορίζονται στο παράρτημα IV μέρος Β της οδηγίας 2009/105/ΕΚ

(που αναφέρονται στο άρθρο 43)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία έναρξης ισχύος

87/404/ΕΟΚ

31 Δεκεμβρίου 1989

1η Ιουλίου 1990 (1)

90/488/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1991

93/68/ΕΟΚ

30 Ιουνίου 1994

1η Ιανουαρίου 1995 (2)


(1)  Σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του άρθρου 18 παράγραφος 2 της οδηγίας 87/404/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη επιτρέπουν, για τη χρονική περίοδο μέχρι την 1η Ιουλίου 1992, τη διάθεση στην αγορά και/ή τη χρησιμοποίηση των δοχείων που είναι σύμφωνα με τις εθνικές τους κανονιστικές διατάξεις που ίσχυαν πριν από την 1η Ιουλίου 1990.

(2)  Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 93/68/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη επιτρέπουν έως την 1η Ιανουαρίου 1997 τη διάθεση στην αγορά και τη λειτουργία των προϊόντων που είναι σύμφωνα με το καθεστώς σήμανσης που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 1995.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2009/105/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1 εισαγωγικό μέρος

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως ε)

Άρθρο 1 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 13

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 11 παράγραφος 3

Παράρτημα II σημείο 2.3

Άρθρο 12

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Παράρτημα II σημείο 3.2.1

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Παράρτημα II σημείο 3.2.2

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 14

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 17

Άρθρο 34

Άρθρο 35

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 38

Άρθρο 39

Άρθρο 40

Άρθρο 41

Άρθρο 18

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρο 42 παράγραφος 1

Άρθρο 19

Άρθρο 43

Άρθρο 20

Άρθρο 44

Άρθρο 21

Άρθρο 45

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα II σημεία 1, 2 και 4

Παράρτημα III

Παράρτημα II σημείο 3

Παράρτημα II σημείο 1.3 στοιχείο γ), σημεία 2.2 και 3.2.2 και σημείο 4.2 στοιχεία α), β) και γ)

Παράρτημα III

Παράρτημα IV

Παράρτημα IV

Παράρτημα V

Παράρτημα V

Παράρτημα VI


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/79


ΟΔΗΓΊΑ 2014/30/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Πρόκειται να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις στην οδηγία 2004/108/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα και για την κατάργηση της οδηγίας 89/336/ΕΟΚ (3). Για λόγους σαφήνειας, είναι σκόπιμη η αναδιατύπωση της συγκεκριμένης οδηγίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (4), ορίζει τους κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (5) θεσπίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της συγκεκριμένης νομοθεσίας. Η οδηγία 2004/108/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοστεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να είναι υπεύθυνα να εξασφαλίζουν ότι οι ραδιοεπικοινωνίες, συμπεριλαμβανομένης της ραδιοφωνικής λήψης και της ραδιοερασιτεχνικής υπηρεσίας που λειτουργεί σύμφωνα με τους κανονισμούς της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (ΔΕΤ), τα δίκτυα διανομής ηλεκτρικής ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, καθώς και ο εξοπλισμός που συνδέεται με αυτά, προστατεύονται από τις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές.

(5)

Οι διατάξεις των εθνικών νομοθεσιών που εξασφαλίζουν την προστασία από τις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές χρειάζεται να εναρμονιστούν, για να εγγυώνται την ελεύθερη κυκλοφορία των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών συσκευών, χωρίς να μειωθούν τα δικαιολογημένα επίπεδα προστασίας στα κράτη μέλη.

(6)

H παρούσα οδηγία καλύπτει τα προϊόντα τα οποία είναι καινούργια για την αγορά της Ένωσης όταν γίνονται διαθέσιμα στην αγορά· αυτό σημαίνει ότι είτε είναι καινούργια προϊόντα ενός κατασκευαστή που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση είτε πρόκειται για προϊόντα καινούργια ή μεταχειρισμένα που έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα.

(7)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(8)

Ο εξοπλισμός που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιλαμβάνει τόσο τις συσκευές όσο και τις σταθερές εγκαταστάσεις. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθούν χωριστές διατάξεις για κάθε κατηγορία. Και τούτο διότι, ενώ όσον αφορά τις συσκευές προβλέπεται η ελεύθερη κυκλοφορία στην Ένωση, οι σταθερές εγκαταστάσεις είναι τοποθετημένες για μόνιμη χρήση σε προκαθορισμένο χώρο, ως σύνολα διαφόρων τύπων συσκευών και, ενδεχομένως, άλλου εξοπλισμού. Η σύνθεση και η λειτουργία αυτών των εγκαταστάσεων ανταποκρίνονται, στις περισσότερες περιπτώσεις, στις συγκεκριμένες ανάγκες των χειριστών τους.

(9)

Οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας που αφορούν συσκευές θα πρέπει να εφαρμόζονται σε έτοιμες συσκευές που διατίθενται στην αγορά. Ορισμένα συστατικά μέρη ή υποσύνολα θα πρέπει, υπό ορισμένες συνθήκες, να θεωρούνται συσκευές αν διατίθενται σε τελικούς χρήστες.

(10)

Ο ραδιοεξοπλισμός και ο τηλεπικοινωνιακός τερματικός εξοπλισμός δεν καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, δεδομένου ότι διέπονται ήδη από την οδηγία 1999/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 1999, σχετικά με τον ραδιοεξοπλισμό και τον τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας των εξοπλισμών αυτών (6). Οι απαιτήσεις ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας επιτυγχάνουν, και στις δύο οδηγίες, το ίδιο επίπεδο προστασίας.

(11)

Τα αεροσκάφη ή ο εξοπλισμός που προορίζεται να τοποθετηθεί σε αεροσκάφη δεν θα πρέπει να καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, δεδομένου ότι υπόκεινται ήδη σε ειδικούς κανόνες της Ένωσης ή διεθνείς κανόνες για την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα.

(12)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θεσπίζει κανόνες για εξοπλισμό ο οποίος, λόγω των εγγενών χαρακτηριστικών του, είναι ακίνδυνος από άποψη ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας.

(13)

Η ασφάλεια του εξοπλισμού δεν θα πρέπει να καλύπτεται από την παρούσα οδηγία, δεδομένου ότι το θέμα ρυθμίζεται από άλλη νομοθεσία της Ένωσης ή από εθνική νομοθεσία.

(14)

Οι κατασκευαστές εξοπλισμού που προορίζεται να συνδεθεί σε δίκτυα θα πρέπει να κατασκευάζουν τον συγκεκριμένο εξοπλισμό με τρόπο ώστε να αποφεύγεται η υποβάθμιση της λειτουργίας των δικτύων σε επίπεδο απαράδεκτο υπό κανονικές συνθήκες χρήσης. Οι χειριστές δικτύων θα πρέπει να κατασκευάζουν τα δίκτυά τους με τρόπο ώστε οι κατασκευαστές εξοπλισμού που μπορεί να συνδεθεί σε δίκτυα να μην επωμίζονται δυσανάλογο βάρος για την αποφυγή της υποβάθμισης της λειτουργίας των δικτύων σε απαράδεκτο επίπεδο. Οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τον στόχο αυτό (συμπεριλαμβανομένων των σωρευτικών επιπτώσεων των σχετικών ηλεκτρομαγνητικών φαινομένων) όταν εκπονούν εναρμονισμένα πρότυπα.

(15)

Για την προστασία από τις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές απαιτείται η επιβολή υποχρεώσεων στους διάφορους οικονομικούς φορείς. Οι υποχρεώσεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται με δίκαιο και αποτελεσματικό τρόπο, προκειμένου να επιτευχθεί η ανωτέρω προστασία.

(16)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των συσκευών προς την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των δημόσιων συμφερόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(17)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν στην αγορά μόνο συσκευές που είναι σύμφωνες με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(18)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση στο διαδίκτυο, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(19)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση αποκλειστικά του κατασκευαστή.

(20)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι τα προϊόντα από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως, ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τις συσκευές αυτές. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι οι συσκευές που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά συσκευές που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση των συσκευών και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(21)

Κατά τη διάθεση συσκευής στην αγορά, οι εισαγωγείς θα πρέπει να σημειώνουν επί της συσκευής το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική ονομασία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση της συσκευής. Τούτο περιλαμβάνει την περίπτωση κατά την οποία ο εισαγωγέας θα πρέπει να ανοίξει τη συσκευασία για να θέσει το όνομα και τη διεύθυνσή του επί της συσκευής.

(22)

Ο διανομέας καθιστά μια συσκευή διαθέσιμη στην αγορά αφού πρώτα η συσκευή αυτή έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή, ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται τη συσκευή δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση της συσκευής.

(23)

Οιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει συσκευές στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα, ή τροποποιεί συσκευές κατά τρόπο ώστε να επηρεαστεί η συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(24)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις αρμόδιες αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν την οικεία συσκευή.

(25)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας των συσκευών σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρχών εποπτείας της αγοράς όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμες στην αγορά μη συμμορφούμενες συσκευές. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς συσκευές.

(26)

Οι σταθερές εγκαταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων μηχανημάτων και δικτύων, ενδέχεται να προκαλούν ηλεκτρομαγνητική διαταραχή ή να επηρεάζονται από ηλεκτρομαγνητική διαταραχή. Μπορεί να υπάρχει διασύνδεση μεταξύ σταθερών εγκαταστάσεων και συσκευών, οπότε οι ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές που προκαλούνται από τις σταθερές εγκαταστάσεις ενδέχεται να επηρεάζουν τις συσκευές και αντίστροφα. Όσον αφορά την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα, δεν έχει σημασία αν η ηλεκτρομαγνητική διαταραχή προκαλείται από συσκευή ή από σταθερή εγκατάσταση. Συνεπώς, οι σταθερές εγκαταστάσεις και οι συσκευές θα πρέπει να υπόκεινται σε συνεκτικό και γενικό καθεστώς ουσιωδών απαιτήσεων.

(27)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαιτήσεις είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για εξοπλισμό ο οποίος συμμορφώνεται με εναρμονισμένα πρότυπα τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (7), με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων. Τα εναρμονισμένα πρότυπα απηχούν την πλέον πρόσφατη γενικώς αναγνωρισμένη τεχνολογία στον τομέα της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας στην Ένωση.

(28)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(29)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν, και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν, ότι οι συσκευές που είναι διαθέσιμες στην αγορά συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζονται ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου. Για να εξασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές.

(30)

Η υποχρέωση αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να απαιτεί από τον κατασκευαστή να αξιολογεί την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα της συσκευής βάσει των σχετικών φαινομένων, για να εξακριβώνει εάν πληροί ή όχι τις ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(31)

Σε περίπτωση που η συσκευή μπορεί να διαμορφωθεί με διαφορετικούς τρόπους, η αξιολόγηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας θα πρέπει να επιβεβαιώνει ότι η συσκευή πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις στις διαμορφώσεις που προβλέπει ο κατασκευαστής ως αντιπροσωπευτικές της συνήθους χρήσης στις προβλεπόμενες εφαρμογές. Στις περιπτώσεις αυτές, αρκεί η διενέργεια αξιολόγησης βάσει της διαμόρφωσης που είναι πιο πιθανό να προκαλέσει τη σημαντικότερη διαταραχή ή της διαμόρφωσης που είναι πιο ευαίσθητη στις διαταραχές.

(32)

Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης των συσκευών που διατίθενται στην αγορά για να ενσωματωθούν σε συγκεκριμένη σταθερή εγκατάσταση και δεν καθίστανται διαθέσιμες στην αγορά για άλλο σκοπό δεν έχει νόημα αν πραγματοποιείται χωριστά από τη σταθερή εγκατάσταση στην οποία πρόκειται να ενσωματωθεί. Συνεπώς, οι συσκευές αυτές θα πρέπει να εξαιρούνται από τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εφαρμόζονται συνήθως στις συσκευές. Ωστόσο, οι συσκευές αυτές δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωση των σταθερών εγκαταστάσεων στις οποίες ενσωματώνονται. Αν μια συσκευή είναι ενσωματωμένη σε περισσότερες της μίας σταθερές εγκαταστάσεις, ο προσδιορισμός των χαρακτηριστικών ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητάς της θα πρέπει να επαρκεί για την εξασφάλιση της εξαίρεσής της από τη διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης.

(33)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται με βάση την παρούσα οδηγία σχετικά με τη συμμόρφωση μιας συσκευής προς την παρούσα οδηγία και άλλη συναφή ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.

(34)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(35)

Η σήμανση CE, που δείχνει τη συμμόρφωση της συσκευής, αποτελεί την ορατή συνέπεια μιας ολόκληρης διαδικασίας που περιλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE θα πρέπει να καθοριστούν με την παρούσα οδηγία.

(36)

Λόγω των ειδικών χαρακτηριστικών των σταθερών εγκαταστάσεων, δεν θα πρέπει να απαιτείται γι’ αυτές η τοποθέτηση της σήμανσης CE ούτε η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ.

(37)

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(38)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 2004/108/ΕΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο, όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(39)

Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση προς τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και προς τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(40)

Για να εξασφαλιστεί συνέπεια όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι απαιτήσεις που οφείλουν να πληρούν οι κοινοποιούσες αρχές και άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(41)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευτεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για τον σκοπό της κοινοποίησης.

(42)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές μπορούν να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες την εν λόγω αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(43)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλιστεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τις συσκευές που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές που αξιολογούν τη συμμόρφωση να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό, η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών που πρόκειται να κοινοποιηθούν, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν και δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(44)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η τηλεματική κοινοποίηση.

(45)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να υποβάλλουν ένσταση σχετικά με κοινοποιούμενο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα μπορούν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(46)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, χρειάζεται να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τον συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(47)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά, οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ισχύουν και για τις συσκευές που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(48)

Η οδηγία 2004/108/ΕΚ προβλέπει ήδη μια διαδικασία διασφάλισης. Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η ισχύουσα διαδικασία διασφάλισης έτσι ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(49)

Το ισχύον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με μια διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερωθούν για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τις συσκευές που παρουσιάζουν κίνδυνο όσον αφορά την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή άλλα ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Θα πρέπει να δίνει επίσης τη δυνατότητα στις αρχές εποπτείας της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν νωρίτερα σε σχέση με αυτές τις συσκευές.

(50)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής, εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(51)

Για να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εξουσίες αυτές θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (8).

(52)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(53)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό της.

(54)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως για παράδειγμα σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(55)

H Επιτροπή διά εκτελεστικών πράξεων και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, θα πρέπει να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενες συσκευές δικαιολογούνται ή όχι.

(56)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίζουν την επιβολή των εν λόγω κανόνων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(57)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία μιας συσκευής που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 2004/108/ΕΚ, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή της προς άλλες απαιτήσεις, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν συσκευές που διατίθενται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(58)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλιστεί ότι οι συσκευές που κυκλοφορούν στην αγορά πληρούν τις προδιαγραφές που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και ασφάλειας και άλλων δημόσιων συμφερόντων, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορεί, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(59)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προηγούμενης οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προηγούμενη οδηγία.

(60)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών, όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και για την εφαρμογή της οδηγίας, που παρατίθεται στο παράρτημα V,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία διέπει την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα εξοπλισμού. Στόχος της είναι να εξασφαλιστεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς μέσω της απαίτησης για συμμόρφωση του εξοπλισμού προς ένα επαρκές επίπεδο ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στον εξοπλισμό, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 3.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται:

α)

στον εξοπλισμό που καλύπτεται από την οδηγία 1999/5/ΕΚ·

β)

στα αεροναυτικά προϊόντα, εξαρτήματα και εξοπλισμό που αναφέρονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Φεβρουαρίου 2008, για τη θέσπιση κοινών κανόνων στον τομέα της πολιτικής αεροπορίας και για την ίδρυση Ευρωπαϊκού Οργανισμού Ασφαλείας της Αεροπορίας, καθώς και για την κατάργηση της οδηγίας 91/670/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1592/2002 και της οδηγίας 2004/36/ΕΚ (9)·

γ)

στον ραδιοεξοπλισμό που χρησιμοποιείται από ραδιοερασιτέχνες, όπως ορίζεται στους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών που εγκρίθηκαν στο πλαίσιο του Καταστατικού Χάρτη της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών και της σύμβασης της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών (10), εκτός αν ο εξοπλισμός αυτός καθίσταται διαθέσιμος στην αγορά·

δ)

στον εξοπλισμό του οποίου τα εγγενή φυσικά χαρακτηριστικά είναι τέτοια ώστε:

i)

να μην μπορεί να προκαλέσει ηλεκτρομαγνητικές εκπομπές ή να συμβάλει στην πρόκληση ηλεκτρομαγνητικών εκπομπών οι οποίες υπερβαίνουν ένα επίπεδο που επιτρέπει την προβλεπόμενη λειτουργία του ραδιοεξοπλισμού, του τηλεπικοινωνιακού εξοπλισμού και του λοιπού εξοπλισμού, και

ii)

να λειτουργεί χωρίς υποβάθμιση σε απαράδεκτα επίπεδα, παρά την ηλεκτρομαγνητική διαταραχή που προκαλείται συνήθως κατά την προβλεπόμενη χρήση του·

ε)

σε κατά παραγγελία παρασκευασθέντα έτοιμα συστήματα (kit) αξιολόγησης που προορίζονται για επαγγελματίες με σκοπό να χρησιμοποιηθούν μόνο σε χώρους έρευνας και ανάπτυξης για τέτοιο σκοπό.

Για τους σκοπούς του στοιχείου γ) του πρώτου εδαφίου, τα έτοιμα συστήματα (kit) κατασκευαστικών στοιχείων, προς συναρμολόγηση από ραδιοερασιτέχνες, καθώς και ο εξοπλισμός ο οποίος διατίθεται στην αγορά και τροποποιείται και χρησιμοποιείται από τους ραδιοερασιτέχνες δεν θεωρούνται εξοπλισμός που καθίσταται διαθέσιμος στην αγορά.

3.   Όταν, για τον εξοπλισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1, οι ουσιώδεις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I καθορίζονται πιο συγκεκριμένα, εν όλω ή εν μέρει, σε άλλη νομοθεσία της Ένωσης, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται, ή παύει να εφαρμόζεται, στον εξοπλισμό αυτό όσον αφορά τις εν λόγω απαιτήσεις, από την ημερομηνία έναρξης εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας αυτής.

4.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει την εφαρμογή νομοθεσίας της Ένωσης ή εθνικής νομοθεσίας που διέπει την ασφάλεια του εξοπλισμού.

Άρθρο 3

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «εξοπλισμός»: κάθε συσκευή ή σταθερή εγκατάσταση·

2)   «συσκευή»: κάθε τελική διάταξη, ή συνδυασμός διατάξεων, που διατίθεται στην αγορά ως ενιαία λειτουργική μονάδα προοριζόμενη για τον τελικό χρήστη και ενδέχεται να προκαλέσει ηλεκτρομαγνητική διαταραχή ή της οποίας η λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί από τέτοιου είδους διαταραχή·

3)   «σταθερή εγκατάσταση»: συγκεκριμένος συνδυασμός διαφόρων τύπων συσκευών και, ενδεχομένως, άλλων διατάξεων, που συναρμολογούνται, τοποθετούνται και προορίζονται να χρησιμοποιούνται μονίμως σε έναν προκαθορισμένο τόπο·

4)   «ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα»: ικανότητα του εξοπλισμού να λειτουργεί ικανοποιητικά στο ηλεκτρομαγνητικό του περιβάλλον χωρίς να προκαλεί απαράδεκτο επίπεδο ηλεκτρομαγνητικής διαταραχής σε άλλον εξοπλισμό που ευρίσκεται στο περιβάλλον αυτό·

5)   «ηλεκτρομαγνητική διαταραχή»: ηλεκτρομαγνητικό φαινόμενο που μπορεί να υποβαθμίσει τη λειτουργία εξοπλισμού· μια ηλεκτρομαγνητική διαταραχή μπορεί να είναι θόρυβος ηλεκτρομαγνητικής προέλευσης, ανεπιθύμητο σήμα ή μεταβολή του ιδίου του μέσου διά του οποίου γίνεται η διάδοση·

6)   «ατρωσία»: ικανότητα του εξοπλισμού να λειτουργεί χωρίς να υποβαθμίζεται η ποιότητα της λειτουργίας του παρά την ύπαρξη ηλεκτρομαγνητικής διαταραχής·

7)   «λόγοι ασφαλείας»: οι λόγοι διασφάλισης της ανθρώπινης ζωής ή περιουσίας·

8)   «ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον»: το σύνολο όλων των ηλεκτρομαγνητικών φαινομένων τα οποία είναι δυνατόν να παρατηρηθούν σε μια δεδομένη τοποθεσία·

9)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά συσκευής για διανομή, κατανάλωση ή χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, έναντι αντιτίμου ή δωρεάν·

10)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία συσκευή καθίσταται διαθέσιμη στην ενωσιακή αγορά·

11)   «κατασκευαστής»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει συσκευή ή που αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή συσκευής και διοχετεύει στην αγορά τη συσκευή αυτή υπό την επωνυμία ή το εμπορικό του σήμα·

12)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

13)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει στην ενωσιακή αγορά συσκευή προερχόμενη από τρίτη χώρα·

14)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά συσκευή διαθέσιμη στην αγορά·

15)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

16)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά της συσκευής·

17)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

18)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

19)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

20)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που αφορούν μια συσκευή·

21)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·

22)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή συσκευής που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη,

23)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην αποτροπή της διαθεσιμότητας στην αγορά μιας συσκευής που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού·

24)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθέτημα της Ένωσης που εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων·

25)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι η συσκευή συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, τα ακόλουθα θεωρούνται συσκευές:

1)

«συστατικά μέρη» ή «υποσύνολα» που προορίζονται να ενσωματωθούν σε μια συσκευή από τον τελικό χρήστη, τα οποία ενδέχεται να προκαλέσουν ηλεκτρομαγνητική διαταραχή ή των οποίων η λειτουργία μπορεί να επηρεαστεί από τέτοιου είδους διαταραχή·

2)

«κινητές εγκαταστάσεις» που ορίζονται ως συνδυασμός συσκευών, και, κατά περίπτωση, άλλων διατάξεων, οι οποίες προορίζονται να μετακινούνται και να λειτουργούν σε διάφορες θέσεις.

Άρθρο 4

Διαθεσιμότητα στην αγορά και/ή έναρξη λειτουργίας

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε ο εξοπλισμός να καθίσταται διαθέσιμος στην αγορά και/ή να τίθεται σε λειτουργία μόνον αν ανταποκρίνεται στην παρούσα οδηγία, εφόσον εγκαθίσταται και συντηρείται σωστά, και χρησιμοποιείται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται.

Άρθρο 5

Ελεύθερη κυκλοφορία εξοπλισμού

1.   Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν, για λόγους ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας, τη διαθεσιμότητα στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία στο έδαφός τους εξοπλισμού που συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία.

2.   Οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας δεν εμποδίζουν την εφαρμογή, στα κράτη μέλη, των ακόλουθων ειδικών μέτρων σχετικά με τη θέση σε λειτουργία ή τη χρήση εξοπλισμού:

α)

μέτρα για την αντιμετώπιση υφιστάμενου ή προβλεπόμενου προβλήματος ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας σε έναν συγκεκριμένο τόπο·

β)

μέτρα που λαμβάνονται για λόγους ασφαλείας, προκειμένου να προστατεύονται τα δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα ή οι σταθμοί εκπομπής ή λήψης όταν χρησιμοποιούνται για σκοπούς ασφαλείας σε σαφώς καθορισμένες καταστάσεις σε σχέση με το φάσμα.

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών (11), τα κράτη μέλη κοινοποιούν τα ειδικά αυτά μέτρα στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη.

Τα ειδικά μέτρα που γίνονται αποδεκτά δημοσιεύονται από την Επιτροπή στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν, κατά τη διάρκεια εμποροπανηγύρεων, εκθέσεων ή άλλων εκδηλώσεων, την παρουσίαση και/ή την επίδειξη εξοπλισμού ο οποίος δεν συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία, αν αναφέρεται σαφώς σε ορατή πινακίδα ότι ο εξοπλισμός δεν μπορεί να καταστεί διαθέσιμος στην αγορά και/ή να τεθεί σε λειτουργία πριν συμμορφωθεί προς την παρούσα οδηγία. Η επίδειξη μπορεί να πραγματοποιείται μόνον εφόσον λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών.

Άρθρο 6

Ουσιώδεις απαιτήσεις

Ο εξοπλισμός πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι οι συσκευές που καθιστούν διαθέσιμες στην αγορά είναι σχεδιασμένες και κατασκευασμένες σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα II ή στο παράρτημα III και διενεργούν ή μεριμνούν για τη διενέργεια της σχετικής διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 14.

Όταν η συμμόρφωση συσκευής με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και θέτουν τη σήμανση CE.

3.   Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση της συσκευής στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στη σχεδίαση ή τα χαρακτηριστικά της συσκευής και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις λοιπές τεχνικές προδιαγραφές με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση της συσκευής λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι οι συσκευές που έχουν καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που να επιτρέπει την ταυτοποίησή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση της συσκευής, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει τη συσκευή.

6.   Οι κατασκευαστές αναγράφουν στη συσκευή το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία της συσκευής ή σε έγγραφο που τη συνοδεύει. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι η συσκευή συνοδεύεται από οδηγίες και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 18, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας, καθώς και κάθε επισήμανση, είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

8.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι συσκευή που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της συσκευής ή για να αποσύρουν ή να ανακαλέσουν τη συσκευή, αν είναι σκόπιμο. Πέραν τούτου, όταν η συσκευή παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμη τη συσκευή και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της συσκευής προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τις συσκευές που έχουν καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά.

Άρθρο 8

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 και η υποχρέωση για κατάρτιση τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι ασκούν τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία έλαβαν από τον κατασκευαστή. Η εντολή πρέπει τουλάχιστον να επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο:

α)

να διατηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο και να τα θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς επί 10 έτη από τη διάθεση της συσκευής στην αγορά·

β)

να παρέχει στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της συσκευής·

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τυχόν ενέργειες που πρέπει να γίνουν προς αποσόβηση των κινδύνων που ενέχουν οι συσκευές που καλύπτει η εντολή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενες συσκευές.

2.   Προτού διαθέσουν συσκευή στην αγορά, οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διενεργήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 14. Εξασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι η συσκευή φέρει τη σήμανση CE και συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα, και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 7 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι μια συσκευή δεν συμμορφώνεται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας του παραρτήματος I, δεν τη διαθέτει στην αγορά έως ότου εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή της. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν η συσκευή παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν στη συσκευή το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους, και τη διεύθυνση αλληλογραφίας τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία της συσκευής ή σε έγγραφο που το συνοδεύει. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι η συσκευή συνοδεύεται από οδηγίες και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 18 σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω μια συσκευή βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς της δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή της προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

6.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι συσκευή που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της συσκευής, την αποσύρουν ή την ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η συσκευή παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμη τη συσκευή, και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

7.   Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση της συσκευής στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση των εν λόγω αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

8.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της συσκευής, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τις συσκευές που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 10

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμη μια συσκευή στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν διαθέσιμη τη συσκευή στην αγορά, επαληθεύουν ότι η συσκευή φέρει τη σήμανση CE, ότι συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και από οδηγίες και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 18 σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να καταστεί διαθέσιμη η συσκευή, και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 7 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 9 παράγραφος 3, αντίστοιχα.

Εφόσον διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι η συσκευή δεν συμμορφώνεται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I, δεν την καθιστά διαθέσιμη στην αγορά έως ότου εξασφαλιστεί η συμμόρφωσή της. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν η συσκευή παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω η συσκευή βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς της δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή της προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι συσκευή που έχουν καταστήσει διαθέσιμη στην αγορά δεν συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία φροντίζουν αμέσως να ληφθούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση της συσκευής, την αποσύρουν ή την ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν η συσκευή παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμη τη συσκευή, και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση της συσκευής. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τις συσκευές που έχουν καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά.

Άρθρο 11

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 7, όταν διαθέτει συσκευή στην αγορά με το όνομα ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί συσκευή που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά, κατά τρόπο που μπορεί να επηρεάσει τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 12

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, τα ακόλουθα:

α)

κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει συσκευή·

β)

κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει συσκευή.

Οι οικονομικοί φορείς οφείλουν να είναι σε θέση να υποβάλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθευτεί τη συσκευή και για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι τη συσκευή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΥ

Άρθρο 13

Τεκμήριο συμμόρφωσης εξοπλισμού

Ο εξοπλισμός ο οποίος συμμορφώνεται με εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη εναρμονισμένων προτύπων τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα I και τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη προτύπων.

Άρθρο 14

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για συσκευές

Η συμμόρφωση μιας συσκευής προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I αποδεικνύεται με μία από τις ακόλουθες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης:

α)

εσωτερικός έλεγχος παραγωγής που ορίζεται στο παράρτημα II·

β)

εξέταση τύπου ΕΕ και στη συνέχεια συμμόρφωση προς τον τύπο βάσει του εσωτερικού ελέγχου παραγωγής που ορίζεται στο παράρτημα III.

Ο κατασκευαστής μπορεί να επιλέξει να περιορίσει σε ορισμένες πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων την εφαρμογή της διαδικασίας που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β), με την προϋπόθεση ότι για τις άλλες πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων εφαρμόζεται η διαδικασία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α).

Άρθρο 15

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα IV, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές ενότητες των παραρτημάτων II και III και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμη η συσκευή.

3.   Όταν μια συσκευή διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μία μόνο δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση της συσκευής προς τις διατάξεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 16

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 17

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE

1.   Η σήμανση CE τίθεται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στη συσκευή ή στην πινακίδα με τα στοιχεία της. Όταν η φύση της συσκευής δεν το επιτρέπει ή δεν το δικαιολογεί, η σήμανση CE τίθεται στη συσκευασία της συσκευής και στα συνοδευτικά έγγραφα.

2.   Η σήμανση CE τίθεται προτού διατεθεί η συσκευή στην αγορά.

3.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE, και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

Άρθρο 18

Πληροφορίες σχετικά με τη χρήση της συσκευής

1.   Η συσκευή συνοδεύεται από πληροφορίες για οποιεσδήποτε ειδικές προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται κατά τη συναρμολόγηση, την εγκατάσταση, τη συντήρηση ή τη χρήση της, ώστε να εξασφαλίζεται, όταν τεθεί σε λειτουργία, η συμμόρφωσή της προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα I σημείο 1.

2.   Οι συσκευές για τις οποίες η συμμόρφωση προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I σημείο 1 δεν εξασφαλίζεται σε κατοικημένες περιοχές συνοδεύονται από σαφή ένδειξη του εν λόγω περιορισμού χρήσης και, όπου απαιτείται, η ένδειξη αυτή υπάρχει και στη συσκευασία.

3.   Οι πληροφορίες που απαιτούνται για να είναι δυνατή η χρήση της συσκευής σύμφωνα με τον προβλεπόμενο προορισμό της περιέχονται στις οδηγίες που συνοδεύουν τη συσκευή.

Άρθρο 19

Σταθερές εγκαταστάσεις

1.   Οι συσκευές που είναι διαθέσιμες στην αγορά και μπορούν να ενσωματωθούν σε σταθερή εγκατάσταση διέπονται από όλες τις συναφείς διατάξεις για τις συσκευές οι οποίες ορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Ωστόσο, οι απαιτήσεις των άρθρων 6 έως 12 και των άρθρων 14 έως 18 δεν είναι υποχρεωτικές στην περίπτωση συσκευών που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συγκεκριμένη σταθερή εγκατάσταση και δεν καθίστανται διαθέσιμες στην αγορά για άλλο σκοπό.

Στις περιπτώσεις αυτές, η συνοδευτική τεκμηρίωση προσδιορίζει τη σταθερή εγκατάσταση και τα χαρακτηριστικά ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητάς της, καθώς και τις προφυλάξεις που πρέπει να λαμβάνονται για την ενσωμάτωση της συσκευής στη σταθερή εγκατάσταση προκειμένου να μην τίθεται σε κίνδυνο η συμμόρφωση της συγκεκριμένης εγκατάστασης. Η τεκμηρίωση αυτή περιλαμβάνει επίσης τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφοι 5 και 6 και στο άρθρο 9 παράγραφος 3.

Οι ορθές μηχανολογικές πρακτικές που αναφέρονται παράρτημα I σημείο 2 να είναι τεκμηριωμένες, η δε τεκμηρίωσή τους φυλάσσεται από τον υπεύθυνο ή τους υπευθύνους και βρίσκεται στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για σκοπούς επιθεωρήσεων καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας της σταθερής εγκατάστασης.

2.   Εάν υπάρχουν ενδείξεις μη συμμόρφωσης της σταθερής εγκατάστασης, ιδίως δε εάν υπάρχουν καταγγελίες για διαταραχές που προκαλούνται από την εγκατάσταση, οι αρμόδιες αρχές του οικείου κράτους μέλους μπορούν να ζητούν απόδειξη της συμμόρφωσης της σταθερής εγκατάστασης και, ενδεχομένως, να κινούν διαδικασία αξιολόγησης.

Όταν διαπιστώνεται μη συμμόρφωση, οι αρμόδιες αρχές επιβάλλουν κατάλληλα μέτρα για τη συμμόρφωση της εγκατάστασης προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

3.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν τις αναγκαίες διατάξεις για τον προσδιορισμό του ή των προσώπων που θα έχουν την ευθύνη για τη διαπίστωση της συμμόρφωσης μιας σταθερής εγκατάστασης προς τις σχετικές ουσιώδεις απαιτήσεις.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 20

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 21

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μια κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης προς τις διατάξεις του άρθρου 26.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.   Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, κοινοποίηση ή παρακολούθηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική οντότητα, ο οργανισμός αυτός πρέπει να είναι νομικό πρόσωπο και να συμμορφώνεται, τηρουμένων των αναλογιών, προς τις απαιτήσεις του άρθρου 22. Επιπλέον, προβαίνει σε διευθετήσεις ώστε να καλύπτει τις ευθύνες που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός στον οποίο αναφέρεται η παράγραφος 3.

Άρθρο 22

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 23

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 24

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή τη συσκευή που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, παροχή, συναρμολόγηση, χρήση ή συντήρηση των συσκευών τις οποίες αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης υπό την προϋπόθεση ότι η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων είναι αποδεδειγμένες.

4.   Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά τους στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με τον σχεδιαστή, τον κατασκευαστή, τον προμηθευτή, τον υπεύθυνο εγκατάστασης, τον αγοραστή, τον ιδιοκτήτη, τον χρήστη ή τον συντηρητή των συσκευών που αξιολογούν ούτε με τον αντιπρόσωπο κάποιου εκ των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων συσκευών που είναι αναγκαίες για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση των συσκευών για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση συσκευών ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων του παραρτήματος III και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία συσκευής για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας·

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, το βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας της συσκευής και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών·

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της εθνικής νομοθεσίας·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το παράρτημα III ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 25

Τεκμήριο συμμόρφωσης των κοινοποιημένων οργανισμών

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 24, στον βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 26

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24 και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει του παραρτήματος III.

Άρθρο 27

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και των συσκευών για τις οποίες ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του προς τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

Άρθρο 28

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τη συσκευή και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 27 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη για κάθε μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση της κοινοποίησης.

Άρθρο 29

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 30

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 24 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 31

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ανάκλησης της κοινοποίησης, αν είναι αναγκαίο.

H εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 41 παράγραφος 2.

Άρθρο 32

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στο παράρτημα III.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς.

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται στη συσκευή, και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Επ’ αυτού τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση της συσκευής προς την παρούσα οδηγία.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποια συσκευή δεν συμμορφώνεται πλέον, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.

Άρθρο 33

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 34

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών·

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης·

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τις ίδιες συσκευές με σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 35

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 36

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει την ύπαρξη κατάλληλου συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και την ορθή λειτουργία τους στη μορφή φόρουμ κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες του φόρουμ αυτού, απευθείας ή με τον διορισμό αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 37

Εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος των συσκευών που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται στις συσκευές.

Άρθρο 38

Διαδικασία αντιμετώπισης των συσκευών που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι μια συσκευή παρουσιάζει κίνδυνο για πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, διενεργούν αξιολόγηση για τη συγκεκριμένη συσκευή, που καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι η συσκευή δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για τη συμμόρφωση της συσκευής προς τις απαιτήσεις ή να αποσύρει τη συσκευή από την αγορά ή να την ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο ορίζουν οι ίδιες.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική τους επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και για τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλες τις συσκευές που έχει καταστήσει διαθέσιμες στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διάθεση των συσκευών στην εθνική αγορά ή να αποσύρουν τη συσκευή από την αγορά ή να την ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταύτιση της μη συμμορφούμενης συσκευής, την καταγωγή της συσκευής, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε τι από τα κατωτέρω οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

η συσκευή δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος τα οποία καλύπτονται από την παρούσα οδηγία· ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 13 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση της συσκευής, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα, όπως απόσυρση της συσκευής από την αγορά τους, όσον αφορά τη σχετική συσκευή.

Άρθρο 39

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 38 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τέτοιου είδους μέτρα αντίκεινται στη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η μη συμμορφούμενη συσκευή αποσύρεται από τις αγορές τους και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση της συσκευής αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου, κατά το άρθρο 38 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 40

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 38, όταν κράτος μέλος προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 17 της παρούσας οδηγίας·

β)

δεν έχει τεθεί η σήμανση CE·

γ)

δεν έχει καταρτιστεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ·

δ)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά·

ε)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

στ)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 6 ή στο άρθρο 9 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς·

ζ)

δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 7 ή στο άρθρο 9.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθεί να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα της συσκευής στην αγορά και να εξασφαλίσει την ανάκληση ή την απόσυρσή της από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 41

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλης νομοθεσίας της Ένωσης.

Η επιτροπή μπορεί επίσης να εξετάζει κάθε άλλο θέμα σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρό της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 42

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπιστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Οι κανόνες αυτοί μπορεί να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 43

Μεταβατικές διατάξεις

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία εξοπλισμού που καλύπτεται από την οδηγία 2004/108/ΕΚ και συμμορφώνεται προς την οδηγία αυτή, ο οποίος κατέστη διαθέσιμος στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 44

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, έως τις 19 Απριλίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν προς το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 3 παράγραφος 1 σημεία 9) έως 25), το άρθρο 4, το άρθρο 5 παράγραφος 1, τα άρθρα 7 έως 12, τα άρθρα 15, 16 και 17, το άρθρο 19 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, τα άρθρα 20 έως 43 και τα παραρτήματα II, ΙΙΙ και ΙV. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 20 Απριλίου 2016.

Κατά τη θέσπισή τους από τα κράτη μέλη, τα μέτρα αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 45

Κατάργηση

Η οδηγία 2004/108/ΕΚ καταργείται από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και των ημερομηνιών εφαρμογής της οδηγίας όπως ορίζεται στο παράρτημα V.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος VI.

Άρθρο 46

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1, το άρθρο 2, το άρθρο 3 παράγραφος 1 σημεία 1) έως 8), το άρθρο 3 παράγραφος 2, το άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 6, το άρθρο 13, το άρθρο 19 παράγραφος 3 και το παράρτημα I εφαρμόζονται από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 47

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 24.

(4)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(6)  ΕΕ L 91 της 7.4.1999, σ. 10.

(7)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(8)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

(9)  ΕΕ L 79 της 19.3.2008, σ. 1.

(10)  Καταστατικός χάρτης και σύμβαση της Διεθνούς Ένωσης Τηλεπικοινωνιών που εγκρίθηκε από τη συμπληρωματική διάσκεψη πληρεξουσίων (Γενεύη, 1992) όπως τροποποιήθηκε από τη διάσκεψη πληρεξουσίων (Κιότο, 1994).

(11)  ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.   Γενικές απαιτήσεις

Ο εξοπλισμός πρέπει να σχεδιάζεται και να κατασκευάζεται κατά τρόπο ώστε, λαμβανομένης υπόψη της στάθμης της τεχνολογίας, να εξασφαλίζεται ότι:

α)

οι προκαλούμενες ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές δεν υπερβαίνουν το επίπεδο επάνω από το οποίο καθίσταται αδύνατη η κανονική λειτουργία του ραδιοεξοπλισμού και του τηλεπικοινωνιακού ή άλλου εξοπλισμού,

β)

έχει το αναμενόμενο επίπεδο ατρωσίας στις ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές για την προβλεπόμενη χρήση του, που του επιτρέπει να λειτουργεί χωρίς υποβάθμιση της προβλεπόμενης χρήσης του σε απαράδεκτο επίπεδο.

2.   Ειδικές απαιτήσεις για τις σταθερές εγκαταστάσεις

Εγκατάσταση και προβλεπόμενη χρήση των κατασκευαστικών στοιχείων

Μια σταθερή εγκατάσταση τοποθετείται σύμφωνα με ορθές μηχανολογικές πρακτικές και με βάση τις πληροφορίες για την προβλεπόμενη χρήση των κατασκευαστικών στοιχείων της για την ικανοποίηση των ουσιωδών απαιτήσεων που προβλέπονται στο σημείο 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΝΟΤΗΤΑ Α: ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Ο εσωτερικός έλεγχος της παραγωγής είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3, 4 και 5 του παρόντος παραρτήματος και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι η οικεία συσκευή πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτήν.

2.   Εκτίμηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας

Ο κατασκευαστής διενεργεί εκτίμηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας της συσκευής, βάσει των σχετικών φαινομένων, για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων που καθορίζονται στο παράρτημα I σημείο 1.

Στην εκτίμηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας λαμβάνονται υπόψη όλες οι κανονικές συνθήκες προβλεπόμενης λειτουργίας. Αν η συσκευή μπορεί να διαμορφωθεί με διαφορετικούς τρόπους, η εκτίμηση της ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας επιβεβαιώνει ότι η συσκευή πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I σημείο 1 σε όλες τις πιθανές διαμορφώσεις που ο κατασκευαστής θεωρεί αντιπροσωπευτικές της προβλεπόμενης χρήσης της.

3.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση της συσκευής προς τις σχετικές απαιτήσεις, και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων).

Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία της συσκευής. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

α)

μια γενική περιγραφή της συσκευής·

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

γ)

τις περιγραφές και επεξηγήσεις που απαιτούνται για την κατανόηση των ανωτέρω σχεδίων και διαγραμμάτων, και της λειτουργίας της συσκευής·

δ)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

ε)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.·

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

4.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων συσκευών με τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3 του παρόντος παραρτήματος και με τις ουσιώδεις απαιτήσεις των νομοθετικών πράξεων που καθορίζονται στο παράρτημα I σημείο 1.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε συσκευή που πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο συσκευής και τη θέτει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της συσκευής στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει τη συσκευή για την οποία έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΜΕΡΟΣ A

Ενότητα B: Εξέταση τύπου ΕΕ

1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει τον τεχνικό σχεδιασμό συσκευής και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι ο τεχνικός σχεδιασμός της συσκευής πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I σημείο 1.

2.

Η εξέταση τύπου ΕΕ διενεργείται ως αξιολόγηση της καταλληλότητας της τεχνικής σχεδίασης της συσκευής μέσω της εξέτασης της τεχνικής τεκμηρίωσης που αναφέρεται στο σημείο 3, χωρίς εξέταση δείγματος (τύπος σχεδίασης). Μπορεί να περιορίζεται σε ορισμένες πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων, όπως ορίζεται από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

3.

Η αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Στην αίτηση προσδιορίζονται οι πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων για τις οποίες ζητείται εξέταση και περιλαμβάνονται:

α)

το όνομα και η διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και η διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

ο τεχνικός φάκελος. Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της συσκευής προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία της συσκευής. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

i)

μια γενική περιγραφή της συσκευής,

ii)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

iii)

τις περιγραφές και επεξηγήσεις που απαιτούνται για την κατανόηση των ανωτέρω σχεδίων και διαγραμμάτων, και της λειτουργίας της συσκευής,

iv)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,

v)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.,

vi)

τις εκθέσεις δοκιμών.

4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει τον τεχνικό φάκελο για να εκτιμήσει την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης της συσκευής ως προς τις πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων που ζητείται να εξεταστούν

5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

6.

Στην περίπτωση που ο τύπος πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζεται στη σχετική συσκευή, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τις πτυχές των ουσιωδών απαιτήσεων που καλύπτει η εξέταση, τους τυχόν όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορεί να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης της κατασκευασμένης συσκευής προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία.

Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, για κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση της συσκευής προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση με τη μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

8.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού αυτού.

9.

Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση της συσκευής στην αγορά.

10.

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 7 και 9, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΜΕΡΟΣ B

Ενότητα Γ: Συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 3, και βεβαιώνει και δηλώνει ότι η σχετική συσκευή είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή σε αυτήν.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων συσκευών προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

3.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

3.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε συσκευή που είναι σύμφωνη προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο συσκευής και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση της συσκευής στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο συσκευής για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

4.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 3 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ)  (1)

1.

Μοντέλο συσκευής / προϊόν (αριθμός προϊόντος, τύπου, παρτίδας ή σειράς):

2.

Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (ταυτοποίηση προϊόντος που επιτρέπει την ιχνηλασιμότητα· μπορεί να περιλαμβάνει έγχρωμη εικόνα επαρκούς ευκρίνειας, αν είναι αναγκαίο για την ταυτοποίηση της συσκευής).

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας του προτύπου, ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας της προδιαγραφής, σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Όπου έχει εφαρμογή, ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) και χορήγησε το πιστοποιητικό:

8.

Πρόσθετες πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Προθεσμία για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και ημερομηνία εφαρμογής

(αναφέρεται στο άρθρο 45)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

2004/108/ΕΚ

20 Ιανουαρίου 2007

20 Ιουλίου 2007


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

Πίνακας αντιστοιχίας

Οδηγία 2004/108/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 και άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως γ)

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 1 παράγραφος 5

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 1)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 2)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 3)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 4)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ε)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 5)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο στ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 6)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 7)

Άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο η)

Άρθρο 3 παράγραφος 1 σημείο 8)

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 6

Άρθρο 13

Άρθρο 7

Άρθρο 14

Άρθρο 8

Άρθρα 16 και 17

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 5

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 6

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 18 παράγραφος 1

Άρθρο 9 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 5

Άρθρο 18 παράγραφος 3

Άρθρα 10 και 11

Άρθρα 37, 38 και 39

Άρθρο 12

Κεφάλαιο 4

Άρθρο 13

Άρθρο 19

Άρθρο 14

Άρθρο 45

Άρθρο 15

Άρθρο 43

Άρθρο 16

Άρθρο 44

Άρθρο 17

Άρθρο 46

Άρθρο 18

Άρθρο 47

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II και παράρτημα IV σημείο 1

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Παράρτημα III

Παράρτημα IV σημείο 2

Παράρτημα IV

Παράρτημα V

Άρθρα 16 και 17

Παράρτημα VI

Άρθρο 24

Παράρτημα VII

Παράρτημα VI


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/107


ΟΔΗΓΊΑ 2014/31/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας

(αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2009/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (3) έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (4). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (5), ορίζει κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (6) ορίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Συνεπώς, η οδηγία 2009/23/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοσθεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

H παρούσα οδηγία καλύπτει τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας τα οποία είναι καινούργια για την αγορά της Ένωσης όταν γίνονται διαθέσιμα στην αγορά· αυτό σημαίνει ότι είτε είναι καινούργια όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας ενός κατασκευαστή που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση είτε πρόκειται για όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας καινούργια ή μεταχειρισμένα που έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα.

(5)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν την ευθύνη να προστατεύουν το κοινό από τα λανθασμένα αποτελέσματα της ζύγισης με τη βοήθεια μη αυτόματων οργάνων ζύγισης, όταν αυτά χρησιμοποιούνται για ορισμένες κατηγορίες εφαρμογών.

(6)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(7)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας προς την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των δημόσιων συμφερόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(8)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν στην αγορά μόνον όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που είναι σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(9)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των τελικών χρηστών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση στο διαδίκτυο, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(10)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, ευρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση αποκλειστικά του κατασκευαστή.

(11)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, και, ιδίως, ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά αυτά τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση των οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(12)

Κατά τη διάθεση ενός οργάνου ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας στην αγορά, κάθε εισαγωγέας θα πρέπει να σημειώνει επί του οργάνου ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους στην οποία μπορούν να επικοινωνήσουν. Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο εισαγωγέας θα πρέπει να ανοίξει τη συσκευασία μόνο για να θέσει το όνομα και τη διεύθυνσή του επί του οργάνου ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας.

(13)

Ο διανομέας καθιστά όργανο ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας διαθέσιμο στην αγορά αφού αυτό έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το όργανο ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση του οργάνου.

(14)

Οιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει όργανο ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί όργανο ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας κατά τρόπον ώστε να επηρεασθεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(15)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή ευρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις αρμόδιες αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν το οικείο όργανο ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας.

(16)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας οργάνου ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων για την εποπτεία της αγοράς αρχών όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμα στην αγορά μη συμμορφούμενα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας.

(17)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων σχετικά με τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω ουσιώδεις απαιτήσεις όσον αφορά τη μετρολογία και την απόδοση, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας τα οποία συμμορφώνονται με εναρμονισμένα πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (7) με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων, ιδιαίτερα όσον αφορά τα μετρολογικά, σχεδιαστικά και κατασκευαστικά χαρακτηριστικά.

(18)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(19)

Η αξιολόγηση τις συμμόρφωσης με τις σχετικές μετρολογικές και τεχνικές απαιτήσεις είναι απαραίτητη, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική προστασία των χρηστών και των τρίτων μερών.

(20)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδεικνύουν, και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίζουν, ότι τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που είναι διαθέσιμα στην αγορά συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζει ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλισθεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές.

(21)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη συμμόρφωση ενός οργάνου ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και της λοιπής συναφούς ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης.

(22)

Προκειμένου να εξασφαλισθεί ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(23)

Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση, που δηλώνει τη συμμόρφωση οργάνου ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας, είναι η ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE και τη σχέση της με άλλες σημάνσεις διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης θα πρέπει να καθορισθούν από την παρούσα οδηγία.

(24)

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(25)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 2009/23/ΕΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(26)

Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση με τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και με τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(27)

Για να εξασφαλισθεί συνέπεια όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, είναι επίσης αναγκαίο να καθορισθούν οι απαιτήσεις για τις κοινοποιούσες αρχές και άλλους οργανισμούς που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(28)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευθεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για τον σκοπό της κοινοποίησης.

(29)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες την εν λόγω αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(30)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλισθεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές που αξιολογούν τη συμμόρφωση να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών που πρόκειται να κοινοποιηθούν, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν επίσης δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(31)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοσθεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η τηλεματική κοινοποίηση.

(32)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να διατυπώσουν ένσταση σχετικά με κοινοποιούμενο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα μπορούν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(33)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας, έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλισθεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, χρειάζεται να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τον συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(34)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο με την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Θα πρέπει να θεωρείται ότι όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας δεν συμμορφώνονται προς τις βασικές απαιτήσεις ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνο υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα μπορούσε να είναι απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(35)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι ανάγκη να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά, οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ισχύουν και για τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(36)

Η οδηγία 2009/23/ΕΚ προβλέπει ήδη μια διαδικασία διασφάλισης που επιτρέπει στην Επιτροπή να εξετάσει την αιτιολόγηση ενός μέτρου που λαμβάνεται από ένα κράτος μέλος για όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας το οποίο κρίνει μη συμμορφούμενο. Για να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η υπάρχουσα διαδικασία διασφάλισης κατά τρόπον ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(37)

Το ισχύον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερώνονται για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που παρουσιάζουν κίνδυνο, όσον αφορά ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Θα πρέπει επίσης να δίνει τη δυνατότητα στις αρχές εποπτείας της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν νωρίτερα σε σχέση με αυτά τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας.

(38)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(39)

Για να διασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (8).

(40)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(41)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(42)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας της.

(43)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως για παράδειγμα σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(44)

H Επιτροπή διά εκτελεστικών πράξεων και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, θα πρέπει να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας δικαιολογούνται ή όχι.

(45)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις εφαρμοστέες κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να επιβάλλουν την εφαρμογή των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(46)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά και/ή τη θέση σε λειτουργία οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 2009/23/ΕΚ, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή τους προς άλλες απαιτήσεις, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας που διατίθενται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(47)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή να εξασφαλισθεί ότι τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας στην αγορά πληρούν τις προδιαγραφές που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας δημόσιων συμφερόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί, όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(48)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιορισθεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποίηση ουσίας σε σύγκριση με την προηγούμενη οδηγία. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προηγούμενη οδηγία.

(49)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα V μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται σε όλα τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας.

2.   Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας διακρίνονται οι ακόλουθοι τομείς χρήσης των οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας:

α)

ο προσδιορισμός της μάζας για τις εμπορικές συναλλαγές·

β)

ο προσδιορισμός της μάζας για τον υπολογισμό διοδίων, φόρων, τελών, επιδοτήσεων, προστίμων, αμοιβών, αποζημιώσεων ή ανάλογων πληρωτέων ποσών·

γ)

ο προσδιορισμός της μάζας για την εφαρμογή νομοθετικών ή κανονιστικών διατάξεων ή για δικαστικές πραγματογνωμοσύνες·

δ)

ο προσδιορισμός της μάζας στην ιατρική πρακτική όσον αφορά τη ζύγιση των ασθενών για λόγους παρακολούθησης, διάγνωσης και θεραπευτικής αγωγής·

ε)

ο προσδιορισμός της μάζας για την παρασκευή φαρμάκων σε φαρμακείο κατόπιν συνταγής και ο καθορισμός των μαζών κατά τις αναλύσεις που πραγματοποιούνται σε ιατρικά και φαρμακευτικά εργαστήρια·

στ)

ο καθορισμός της τιμής συναρτήσει της μάζας για την απευθείας πώληση στο κοινό και την κατασκευή προσυσκευασιών·

ζ)

όλες οι υπόλοιπες εφαρμογές πλην όσων παρατίθενται στα στοιχεία α) έως στ).

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «όργανο ζύγισης»: όργανο μέτρησης που χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό της μάζας ενός σώματος, με τη βοήθεια της επενέργειας της βαρύτητας στο σώμα αυτό. Ένα όργανο ζύγισης μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό άλλων μεγεθών, ποσοτήτων, παραμέτρων ή χαρακτηριστικών που συνδέονται με τη μάζα·

2)   «όργανο ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας» ή «όργανο»: όργανο ζύγισης που χρειάζεται την παρέμβαση χειριστή κατά την εκτέλεση της ζύγισης·

3)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά οργάνου για διανομή ή χρήση στην αγορά της Ένωσης στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

4)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία προϊόν καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά της Ένωσης·

5)   «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει όργανο ή που αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή οργάνου και διοχετεύει στην αγορά το όργανο αυτό υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του·

6)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

7)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην αγορά της Ένωσης·

8)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο όργανο στην αγορά·

9)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

10)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά οργάνου·

11)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

12)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

13)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

14)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία που δείχνει κατά πόσον οι ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά ένα όργανο έχουν πληρωθεί·

15)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·

16)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή οργάνου που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη·

17)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί να αποτρέψει τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνου από την αλυσίδα εφοδιασμού·

18)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθέτημα της Ένωσης το οποίο εναρμονίζει τους όρους εμπορίας προϊόντων·

19)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το όργανο συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

Άρθρο 3

Διαθεσιμότητα στην αγορά και θέση σε λειτουργία

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα μέτρα ώστε να μπορούν να καθίστανται διαθέσιμα στην αγορά μόνον τα όργανα που πληρούν τις εφαρμοστέες προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε μέτρο ώστε να μην μπορούν να τίθενται σε λειτουργία, για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), παρά μόνον τα όργανα που πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα μέτρα ώστε να μην μπορούν να τίθενται σε λειτουργία, για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2, στοιχεία α) έως στ), παρά μόνον τα όργανα που πληρούν τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 4

Ουσιώδεις απαιτήσεις

Τα όργανα που χρησιμοποιούνται ή που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις εφαρμογές που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) πληρούν τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Στην περίπτωση που το όργανο περιλαμβάνει ή είναι συνδεδεμένο με συστήματα που δεν χρησιμοποιούνται ή δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις εφαρμογές που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), τα συστήματα αυτά δεν υπόκεινται σε αυτές τις ουσιώδεις απαιτήσεις.

Άρθρο 5

Ελεύθερη κυκλοφορία των οργάνων

1.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά των οργάνων που πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν τη θέση σε χρήση, για τις εργασίες που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), των οργάνων που πληρούν τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση στην αγορά των οργάνων τους που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα II και διενεργούν ή αναθέτουν τη διενέργεια της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 13 για τα όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ).

Όταν η συμμόρφωση του οργάνου που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τοποθετούν τη σήμανση συμμόρφωσης CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση.

3.   Για τα όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σημεία α) έως στ), οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του οργάνου και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή στις άλλες τεχνικές προδιαγραφές με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση οργάνου λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που ενέχει όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), οι κατασκευαστές διενεργούν δοκιμές με δειγματοληψία στα όργανα που έχουν διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα όργανα και τις αποσύρσεις οργάνων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνες τους.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα όργανα που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που να επιτρέπει την ταύτισή τους, όπως ορίζεται στο παράρτημα III.

Οι κατασκευαστές τοποθετούν, για τα όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), τις επισημάνσεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 1.

Οι κατασκευαστές τοποθετούν, για τα όργανα που δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), τις επισημάνσεις που προβλέπονται στο παράρτημα III σημείο 2.

Όταν ένα όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για οιαδήποτε από τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) περιλαμβάνει ή είναι συνδεδεμένο με διατάξεις που δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ή δεν χρησιμοποιούνται για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), οι κατασκευαστές τοποθετούν σε καθεμία από τις εν λόγω διατάξεις το σύμβολο περιορισμού της χρήσης όπως προβλέπεται στο άρθρο 18 και στο παράρτημα III σημείο 3.

6.   Οι κατασκευαστές σημειώνουν επί του οργάνου το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνση αλληλογραφίας διά της οποίας μπορεί κανείς να έρθει σε επαφή μαζί τους. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το σχετικό κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

8.   Όταν οι κατασκευαστές θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το όργανο που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του οργάνου, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το όργανο ενέχει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το όργανο και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τα όργανα που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 7

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης του τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα εξής:

α)

να τηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς επί 10 έτη από τη διάθεση στην αγορά του οργάνου·

β)

να παρέχει στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου·

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τυχόν ενέργειες που έγιναν προς αποφυγή των κινδύνων που ενέχουν τα όργανα που καλύπτει η εντολή τους.

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενα όργανα.

2.   Οι εισαγωγές εξασφαλίζουν ότι, πριν από τη διάθεση στην αγορά του οργάνου που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), διενεργήθηκε η αναφερόμενη στο άρθρο 13 κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης από τον κατασκευαστή. Εξασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το όργανο φέρει την απαιτούμενη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση και συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα, και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σημεία α) έως στ) δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I, δεν διαθέτει το όργανο στην αγορά έως ότου η συσκευή συμμορφωθεί. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το όργανο ενέχει κίνδυνο.

Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, πριν από τη διάθεση στην αγορά οργάνου που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), ο κατασκευαστής έχει συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν επί του οργάνου το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και τη διεύθυνση αλληλογραφίας διά της οποίας μπορεί κανείς να έρθει σε επαφή μαζί τους. Όταν τούτο απαιτεί το άνοιγμα της συσκευασίας, είναι δυνατόν να δίδονται οι οδηγίες αυτές επί της συσκευασίας και σε έγγραφο που συνοδεύει το όργανο. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το σχετικό κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω ένα όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) ευρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

6.   Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που ενέχει ένα όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), οι εισαγωγείς διενεργούν δοκιμές με δειγματοληψία στα όργανα που έχουν διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα όργανα και τις αποσύρσεις οργάνων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνες τους.

7.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το όργανο που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του οργάνου, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το όργανο ενέχει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το όργανο και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Για τα όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 σημεία α) έως στ), οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση του οργάνου στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση των εν λόγω αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

9.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου, σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τα όργανα που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμο όργανο στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) διαθέσιμο στην αγορά, επαληθεύουν ότι το όργανο φέρει την απαιτούμενη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση, ότι συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και τις οδηγίες και τις πληροφορίες σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται το εν λόγω όργανο και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 8 παράγραφος 3, αντιστοίχως.

Όταν διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I, τότε μπορεί να καταστήσει διαθέσιμο το όργανο στην αγορά μόνον αφού αυτό συμμορφωθεί με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς όταν το όργανο ενέχει κίνδυνο.

Οι διανομείς επαληθεύουν ότι, πριν από τη διάθεση στην αγορά οργάνου που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 8 παράγραφος 3, αντιστοίχως.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω ένα όργανο που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις εφαρμογές που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι όργανο που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του εν λόγω οργάνου, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το όργανο ενέχει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το όργανο και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν, επίσης, στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά.

Άρθρο 10

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 6, όταν διαθέτει όργανο στην αγορά με το όνομα ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί όργανο που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να επηρεάσει τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Για όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις εφαρμογές που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ), οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς τα ακόλουθα:

α)

κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει όργανο·

β)

κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει όργανο.

Οι οικονομικοί φορείς πρέπει να είναι σε θέση να υποβάλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο για περίοδο 10 ετών από τη στιγμή που έχουν προμηθευτεί το όργανο και για 10 έτη από τη στιγμή που έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι το όργανο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΟΡΓΑΝΩΝ

Άρθρο 12

Τεκμήριο συμμόρφωσης των οργάνων

Τα όργανα που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I, τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη τους.

Άρθρο 13

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης

1.   Η συμμόρφωση των οργάνων προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I μπορεί να αποδειχθεί κατ’ επιλογήν του κατασκευαστή με μία από τις ακόλουθες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης:

α)

την ενότητα Β που ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 1, συνοδευόμενη είτε από την ενότητα Δ που ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 2 είτε από την ενότητα ΣΤ που ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 4.

Ωστόσο, η ενότητα Β δεν είναι υποχρεωτική για τα όργανα που δεν χρησιμοποιούν ηλεκτρονικά συστήματα και των οποίων το σύστημα μέτρησης του φορτίου δεν χρησιμοποιεί ελατήριο για την εξισορρόπηση του φορτίου. Για τα όργανα εκείνα που δεν υποβάλλονται στην ενότητα Β, ισχύει η ενότητα Δ1, όπως ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 3, ή η ενότητα ΣΤ1, όπως ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 5·

β)

την ενότητα Ζ που ορίζεται στο παράρτημα II σημείο 6.

2.   Τα έγγραφα και η αλληλογραφία όσον αφορά τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 συντάσσονται σε μία από τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου πρόκειται να εκτελεστούν οι εν λόγω διαδικασίες ή σε γλώσσα αποδεκτή από τον οργανισμό που κοινοποιείται σύμφωνα με το άρθρο 19.

Άρθρο 14

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα IV, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές ενότητες του παραρτήματος II και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμο το όργανο.

3.   Όταν ένα όργανο διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του οργάνου προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 15

Σήμανση συμμόρφωσης

Η συμμόρφωση ενός οργάνου που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για τις χρήσεις που απαριθμούνται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) στην παρούσα οδηγία, σημειώνεται με την παρουσία, επί του οργάνου, της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης, όπως προσδιορίζεται στο άρθρο 16.

Άρθρο 16

Γενικές αρχές της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης

1.   Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

2.   Η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση αποτελείται από το κεφαλαίο γράμμα «Μ» και τα δύο τελευταία ψηφία του έτους τοποθέτησής της, εγγεγραμμένα σε ορθογώνιο παραλληλόγραμμο. Το ύψος του ορθογωνίου παραλληλογράμμου ισούται με το ύψος της σήμανσης CE.

3.   Οι βασικές αρχές που περιγράφονται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση.

Άρθρο 17

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE, της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης και λοιπές σημάνσεις

1.   Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο όργανο ή στην πινακίδα με τα στοιχεία του κατασκευαστή.

2.   Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετούνται πριν από τη διάθεση στην αγορά του οργάνου.

3.   Η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετείται αμέσως μετά τη σήμανση CE.

4.   Τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση ακολουθεί ο αριθμός ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού ή οργανισμών, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής, όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα II.

Ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού τοποθετείται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, σύμφωνα με τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

5.   Η σήμανση CE, η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση και ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού ή οργανισμών επιτρέπεται να συνοδεύονται από άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

6.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

Άρθρο 18

Περιοριστικό της χρήσης σύμβολο

Το σύμβολο που προσδιορίζεται στο παράρτημα III σημείο 3 και αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 5 τέταρτο εδάφιο τοποθετείται στις εν λόγω διατάξεις κατά τρόπο ευκρινή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 19

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 20

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με το άρθρο 25.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.   Εφόσον κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, κοινοποίηση ή παρακολούθηση, στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1, σε οργανισμό που δεν είναι κρατική υπηρεσία, τότε ο οργανισμός στον οποίο εκχωρήθηκαν ή ανατέθηκαν με άλλο τρόπο τα εν λόγω καθήκοντα είναι νομικό πρόσωπο και να συμμορφώνεται κατ’ αναλογίαν προς τις απαιτήσεις του άρθρου 21. Επιπροσθέτως, αυτός ο οργανισμός διαθέτει την υποδομή για την κάλυψη των ευθυνών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 21

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 22

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 23

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή το όργανο που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, παροχή, συναρμολόγηση, χρήση ή συντήρηση των οργάνων τα οποία αξιολογεί μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων είναι αποδεδειγμένες.

4.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με τον σχεδιαστή, κατασκευαστή, προμηθευτή, υπεύθυνο εγκατάστασης, αγοραστή, ιδιοκτήτη, χρήστη ή συντηρητή των οργάνων που αξιολογούν ούτε με τον αντιπρόσωπο των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων οργάνων που είναι αναγκαία για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση των οργάνων για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω οργάνων ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στον συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων του παραρτήματος II και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία οργάνων για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας·

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών·

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της εθνικής νομοθεσίας·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενός οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το παράρτημα II ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 24

Τεκμήριο συμμόρφωσης των κοινοποιημένων οργανισμών

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 23, στον βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 25

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 23, και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει του παραρτήματος II.

Άρθρο 26

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και του οργάνου ή των οργάνων για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 23.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις του άρθρου 23.

Άρθρο 27

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 23.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το όργανο ή τα όργανα και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 26 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 23.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τυχόν επακόλουθες αλλαγές στην κοινοποίηση.

Άρθρο 28

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 29

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 23 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 30

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της άρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

H εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 41 παράγραφος 2.

Άρθρο 31

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στο παράρτημα II.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας του προϊόντος για το οποίο πρόκειται και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Επ’ αυτού τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση των προϊόντων προς την παρούσα οδηγία.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποιο όργανο δεν συμμορφώνεται πλέον, απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα κατάλληλα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.

Άρθρο 32

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 33

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών·

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης·

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τα ίδια όργανα, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 34

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 35

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι θεσμοθετείται ο κατάλληλος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και ότι αυτά λειτουργούν σωστά με τη μορφή τομεακής(-ών) ή διατομεακής(-ών) ομάδας(-ων) των κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ομάδας ή των εν λόγω ομάδων, απευθείας ή μέσω διορισθέντων αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 36

Εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος των οργάνων που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται για τα όργανα που καλύπτονται από το άρθρο 1 της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 37

Διαδικασία αντιμετώπισης των οργάνων που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι όργανο που διέπεται από την παρούσα οδηγία ενέχει κίνδυνο για τα ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία, τότε διενεργούν αξιολόγηση για το εν λόγω όργανο η οποία καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το όργανο δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για να θέσει το όργανο σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ή να αποσύρει το όργανο από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο αυτές ορίζουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τα όργανα που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διάθεση των οργάνων στην εθνική αγορά ή να αποσύρουν το όργανο από την αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταύτιση του μη συμμορφούμενου οργάνου, την καταγωγή του οργάνου, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

το όργανο δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν τα ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που ορίζονται στην παρούσα οδηγία· ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του οργάνου, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπισθεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμελλητί τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό όργανο, όπως απόσυρση του οργάνου από την αγορά.

Άρθρο 38

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν, κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 37 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρήσει το εθνικό μέτρο ως αντίθετο με τη νομοθεσία της Ένωσης, τότε η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο ή όχι.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο προϊόν αποσύρεται από την εθνική τους αγορά και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του οργάνου αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου, κατά το άρθρο 37 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 39

Συμμορφούμενα όργανα που παρουσιάζουν κίνδυνο

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 37 παράγραφος 1, ότι όργανο, μολονότι συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, ενέχει κίνδυνο για ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το εν λόγω όργανο, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν ενέχει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο ή για να αποσύρει το όργανο από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλα τα όργανα που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στις πληροφορίες που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του οργάνου, την καταγωγή του και την αλυσίδα εφοδιασμού του οργάνου, τη φύση του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο ή όχι και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 41 παράγραφος 3.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

Άρθρο 40

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 37, οσάκις κράτος μέλος προβαίνει σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση συμμόρφωσης CE ή συμπληρωματική μετρολογική σήμανση έχει τοποθετηθεί κατά παραβίαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 17 της παρούσας οδηγίας·

β)

η σήμανση συμμόρφωσης ή η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση δεν έχει τοποθετηθεί·

γ)

οι επισημάνσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 παράγραφος 5 δεν έχουν τοποθετηθεί κατά παράβαση του άρθρου 6 παράγραφος 5·

δ)

ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής, έχει τοποθετηθεί κατά παράβαση του άρθρου 17 ή δεν έχει τοποθετηθεί·

ε)

δεν έχει καταρτιστεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ·

στ)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά·

ζ)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

η)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 6 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς·

θ)

δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 8.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθεί να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα στην αγορά του οργάνου και να εξασφαλίσει ότι αυτό ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 41

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Όταν γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλης νομοθεσίας της Ένωσης.

Η επιτροπή δύναται επίσης να εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρό της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 42

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Οι κανόνες αυτοί δύνανται να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 43

Μεταβατικές διατάξεις

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία των οργάνων που καλύπτονται από την οδηγία 2009/23/ΕΚ τα οποία είναι σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία και διατίθενται στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται δυνάμει της οδηγίας 2009/23/ΕΚ ισχύουν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 44

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως τις 19 Απριλίου 2016 τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 2 σημείο 3 έως 19, τα άρθρα 6 έως 17, τα άρθρα 19 έως 43 και τα παραρτήματα II, III και IV. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 20 Απριλίου 2016.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 45

Κατάργηση

Η οδηγία 2009/23/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό που παρατίθεται στο παράρτημα V μέρος A, καταργείται με ισχύ από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και των ημερομηνιών εφαρμογής της δέσμης οδηγιών που αναφέρεται στο παράρτημα V μέρος Β.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος VI.

Άρθρο 46

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1, το άρθρο 2 σημεία 1 και 2, τα άρθρα 3, 4, 5 και 18 και τα παραρτήματα I, V και VI εφαρμόζονται από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 47

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 122 της 16.5.2009, σ. 6. Η οδηγία 2009/23/ΕΚ αποτελεί κωδικοποίηση της οδηγίας 90/384/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιουνίου 1990, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα όργανα ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας (ΕΕ L 189 της 20.7.1990, σ. 1).

(4)  Βλέπε παράρτημα V μέρος A.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(6)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(7)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(8)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Η χρησιμοποιούμενη ορολογία είναι του Διεθνούς Οργανισμού Νόμιμης Μετρολογίας (Organisation Internationale de Métrologie Légale).

Προκαταρκτική παρατήρηση

Στην περίπτωση που το όργανο περιλαμβάνει ή είναι συνδεδεμένο με περισσότερα από ένα συστήματα ένδειξης ή εκτύπωσης τα οποία χρησιμοποιούνται για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) όσα από τα συστήματα αυτά επαναλαμβάνουν τα αποτελέσματα της ζύγισης και δεν μπορούν να επηρεάσουν τη σωστή λειτουργία του οργάνου δεν υπόκεινται στις ουσιώδεις απαιτήσεις, εφόσον τα αποτελέσματα της ζύγισης τυπώνονται ή καταγράφονται με ορθό και ανεξίτηλο τρόπο από κάποιο τμήμα του οργάνου, το οποίο πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις, και μπορούν να ελεγχθούν από τα δύο μέρη τα οποία αφορά η μέτρηση. Ωστόσο, για τα όργανα που χρησιμοποιούνται για την απευθείας πώληση στο κοινό, τα συστήματα ένδειξης και εκτύπωσης για τον πωλητή και τον πελάτη πρέπει να ανταποκρίνονται στις ουσιώδεις απαιτήσεις.

Μετρολογικές απαιτήσεις

1.   Μονάδες μάζας

Οι χρησιμοποιούμενες μονάδες μάζας πρέπει να είναι νόμιμες σύμφωνα με την οδηγία 80/181/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1979, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στις μονάδες μετρήσεως (1).

Υπό την επιφύλαξη της τήρησης της εν λόγω προϋπόθεσης, επιτρέπονται οι ακόλουθες μονάδες μάζας:

α)

από τις μονάδες του συστήματος SI: το χιλιόγραμμο, το μικρογραμμάριο, το χιλιοστόγραμμο, το γραμμάριο και ο τόνος·

β)

μονάδα του αγγλικού συστήματος: η ουγγιά troy, για τη ζύγιση πολύτιμων μετάλλων·

γ)

άλλη μονάδα: το μετρικό καράτι για τη ζύγιση πολύτιμων λίθων.

Για τα όργανα τα οποία χρησιμοποιούν τη μονάδα μάζας του αγγλικού συστήματος που προαναφέρθηκε, οι σχετικές βασικές απαιτήσεις που περιγράφονται παρακάτω μετατρέπονται σε αυτήν τη μονάδα του αγγλικού συστήματος, με απλή παρεμβολή.

2.   Κατηγορίες ακριβείας

2.1.   Ορίζονται οι ακόλουθες κατηγορίες ακριβείας:

α)

I ειδική

β)

ΙΙ υψηλή

γ)

ΙΙΙ μέση

δ)

ΙΙΙΙ συνήθης

Οι προδιαγραφές για τις κατηγορίες αυτές παρέχονται στον πίνακα 1.

Πίνακας 1

Κατηγορίες ακριβείας

Κατηγορία

Υποδιαίρεση ελέγχου (e)

Ελάχιστη δυναμικότητα (Min)

Αριθμός υποδιαιρέσεων ελέγχου

Formula

 

 

Κατώτερο όριο

Κατώτερο όριο

Ανώτατο όριο

I

0,001 g ≤ e

100 e

50 000

II

0,001 g ≤ e ≤ 0,05 g

20 e

100

100 000

0,1 g ≤ e

50 e

5 000

100 000

III

0,1 g ≤ e ≤ 2 g

20 e

100

10 000

5 g ≤ e

20 e

500

10 000

IIII

5 g ≤ e

10 e

100

1 000

Η ελάχιστη δυναμικότητα μειώνεται σε 5 e για τα όργανα των κατηγοριών ΙΙ και ΙΙΙ που χρησιμεύουν για τον καθορισμό τιμολογίου μεταφοράς.

2.2.   Υποδιαιρέσεις

2.2.1.

Η πραγματική υποδιαίρεση (d) και η υποδιαίρεση ελέγχου (e) έχουν τη μορφή:

1 × 10k, 2 × 10k ή 5 × 10k μονάδες μάζας,

όπου k ακέραιος ή μηδέν.

2.2.2.

Για όλα τα όργανα, εκτός από εκείνα που έχουν βοηθητικές διατάξεις ένδειξης:

d = e.

2.2.3.

Για τα όργανα με βοηθητικές διατάξεις ένδειξης, ισχύουν οι ακόλουθες συνθήκες:

 

Formula;

 

d < e ≤ 10 d.

Οι εν λόγω συνθήκες δεν ισχύουν για τα όργανα της κατηγορίας Ι με d < 10– 4 g, για τα οποία e = 10– 3 g.

3.   Ταξινόμηση

3.1.   Όργανα με μία περιοχή ζύγισης

Τα όργανα που είναι εφοδιασμένα με βοηθητική διάταξη ένδειξης ανήκουν στην κατηγορία Ι και ΙΙ. Για τα όργανα αυτά, τα κατώτερα όρια της ελάχιστης δυναμικότητας για τις δύο αυτές κατηγορίες ακριβείας προκύπτουν από τον πίνακα 1, αν στη στήλη 3 αντικατασταθεί η υποδιαίρεση ελέγχου (e) με την πραγματική υποδιαίρεση (d).

Αν το d < 10– 4 g, η μέγιστη δυναμικότητα της κατηγορίας Ι μπορεί να είναι μικρότερη από 50 000 e.

3.2.   Όργανα με περισσότερες περιοχές ζύγισης

Επιτρέπονται περισσότερες περιοχές ζύγισης, εφόσον οι εν λόγω περιοχές επισημαίνονται ευκρινώς στο όργανο. Κάθε επιμέρους περιοχή ζύγισης ταξινομείται σύμφωνα με το σημείο 3.1. Αν οι περιοχές ζύγισης εμπίπτουν σε διαφορετικές κατηγορίες ακριβείας, το όργανο συμμορφώνεται με τις αυστηρότερες απαιτήσεις που ισχύουν για τις κατηγορίες ακριβείας στις οποίες εμπίπτουν οι περιοχές ζύγισης.

3.3.   Όργανα πολλαπλών υποδιαιρέσεων

3.3.1.

Τα όργανα με μία περιοχή ζύγισης μπορούν να έχουν περισσότερες επιμέρους περιοχές ζύγισης (όργανα πολλαπλών υποδιαιρέσεων).

Τα όργανα πολλαπλών υποδιαιρέσεων δεν εφοδιάζονται με βοηθητικές διατάξεις ένδειξης.

3.3.2.

Κάθε επιμέρους περιοχή ζύγισης i των οργάνων με πολλές περιοχές ζύγισης ορίζεται από:

την υποδιαίρεση ελέγχου της ei

όπου e(i + 1) > ei

τη μέγιστη δυναμικότητά της Maxi

όπου Maxr = Max

την ελάχιστη δυναμικότητά της Mini

όπου Mini = Max (i – 1)

και Min1 = Min

όπου:

i

=

1, 2, … r,

i

=

ο αριθμός της επιμέρους περιοχής ζύγισης

r

=

ο ολικός αριθμός των επιμέρους περιοχών ζύγισης.

Όλες οι δυναμικότητες είναι δυναμικότητες καθαρού φορτίου, ανεξάρτητα από την τιμή του ενδεχόμενα χρησιμοποιούμενου απόβαρου.

3.3.3.

Οι επιμέρους περιοχές ζύγισης ταξινομούνται σύμφωνα με τον πίνακα 2. Όλες οι επιμέρους περιοχές ζύγισης εμπίπτουν στην ίδια κατηγορία ακριβείας, που είναι και η κατηγορία ακριβείας του οργάνου.

Πίνακας 2

Όργανα πολλαπλών υποδιαιρέσεων

i

=

1, 2, … r

i

=

αριθμός της επιμέρους περιοχής ζύγισης

r

=

ολικός αριθμός επιμέρους περιοχών ζύγισης

Κατηγορία

Υποδιαίρεση ελέγχου (e)

Ελάχιστη δυναμικότητα (Min)

Αριθμός υποδιαιρέσεων ελέγχου

Κατώτερο όριο

Κατώτερο όριο (2)

Formula

Ανώτατο όριο

Formula

I

0,001 g ≤ ei

100 e1

50 000

II

0,001 g ≤ ei ≤ 0,05 g

20 e1

5 000

100 000

0,1 g ≤ ei

50 e1

5 000

100 000

III

0,1 g ≤ ei

20 e1

500

10 000

IIII

5 g ≤ ei

10 e1

50

1 000

4.   Ακρίβεια

4.1.

Κατά την εφαρμογή των διαδικασιών του άρθρου 13, το σφάλμα ένδειξης δεν πρέπει να υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα ένδειξης, όπως φαίνεται στον πίνακα 3. Στην περίπτωση ψηφιακής ένδειξης, το σφάλμα ένδειξης πρέπει να διορθώνεται, ώστε να λαμβάνεται υπόψη το σφάλμα στρογγυλοποίησης.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα εφαρμόζονται για το καθαρό βάρος και το απόβαρο για όλα τα δυνατά φορτία, με εξαίρεση τις τιμές των προκαθορισμένων απόβαρων.

Πίνακας 3

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

Φορτίο

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

Κατηγορία Ι

Κατηγορία ΙΙ

Κατηγορία ΙΙΙ

Κατηγορία ΙΙΙΙ

0 ≤ m ≤ 50 000 e

0 ≤ m ≤ 5 000 e

0 ≤ m ≤ 500 e

0 ≤ m ≤ 50 e

± 0,5 e

50 000 e < m ≤ 200 000 e

5 000 e < m ≤ 20 000 e

500 e < m ≤ 2 000 e

50 e < m ≤ 200 e

± 1,0 e

200 000 e < m

20 000 e < m ≤ 100 000 e

2 000 e < m ≤ 10 000 e

200 e < m ≤ 1 000 e

± 1,5 e

4.2.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα κατά τη χρήση είναι διπλάσια από τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα που καθορίζονται στο σημείο 4.1.

5.   Τα αποτελέσματα της ζύγισης με ένα όργανο πρέπει να είναι επαναλαμβανόμενα και αναπαραγώγιμα από τις λοιπές χρησιμοποιούμενες διατάξεις ένδειξης και σύμφωνα με τις λοιπές χρησιμοποιούμενες μεθόδους εξισορρόπησης.

Τα αποτελέσματα της ζύγισης πρέπει να μην επηρεάζονται εύκολα από αλλαγές της θέσης του φορτίου στη διάταξη δέκτη φορτίου.

6.   Το όργανο πρέπει να αντιδρά σε μικρές διακυμάνσεις του φορτίου.

7.   Φυσικά μεγέθη και χρόνος που επηρεάζουν τα όργανα

7.1.

Τα όργανα των κατηγοριών ΙΙ, ΙΙΙ και IIII, που ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν σε επικλινή θέση, δεν είναι ιδιαίτερα ευαίσθητα στην κλίση που μπορεί να υπάρχει κατά τη διάρκεια της κανονικής λειτουργίας τους.

7.2.

Τα όργανα πρέπει να ικανοποιούν τις μετρολογικές απαιτήσεις μέσα στα όρια των θερμοκρασιακών περιοχών που ορίζονται από τον κατασκευαστή. Οι περιοχές αυτές πρέπει να είναι τουλάχιστον ίσες με:

α)

5 °C για τα όργανα της κατηγορίας Ι·

β)

15 °C για τα όργανα της κατηγορίας ΙΙ·

γ)

30 °C για τα όργανα των κατηγοριών ΙΙΙ και IIII.

Σε περίπτωση που δεν υπάρχουν σχετικές προδιαγραφές του κατασκευαστή, θα χρησιμοποιούνται τα όρια θερμοκρασίας από – 10 °C ως + 40 °C.

7.3.

Τα όργανα που λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια λαμβανόμενη από το δίκτυο οφείλουν να πληρούν τις μετρολογικές απαιτήσεις υπό συνθήκες παροχής ηλεκτρικού ρεύματος μέσα στα όρια της κανονικής διακύμανσής του.

Τα όργανα που λειτουργούν με ηλεκτρική ενέργεια λαμβανόμενη από ηλεκτρικά στοιχεία πρέπει να έχουν ειδική ένδειξη όταν η τάση πέφτει κάτω από την ελάχιστη απαιτούμενη τιμή και είτε να συνεχίζουν να λειτουργούν σωστά είτε να τίθενται αυτόματα εκτός λειτουργίας.

7.4.

Τα ηλεκτρονικά όργανα, εκτός από εκείνα των κατηγοριών Ι και ΙΙ, για τα οποία το e είναι μικρότερο από 1 g, πρέπει να πληρούν τις μετρολογικές απαιτήσεις, υπό συνθήκες υψηλής σχετικής υγρασίας στο μέγιστο όριο της θερμοκρασιακής περιοχής κανονικής λειτουργίας τους.

7.5.

Η φόρτιση ενός οργάνου των κατηγοριών ΙΙ, ΙΙΙ και ΙΙΙΙ για ένα παρατεταμένο χρονικό διάστημα πρέπει να έχει αμελητέα επίδραση στην ένδειξη υπό φορτίο ή στη μηδενική ένδειξη, αμέσως μετά την απομάκρυνση του φορτίου.

7.6.

Υπό άλλες συνθήκες, τα όργανα πρέπει να συνεχίζουν να λειτουργούν σωστά ή τίθενται αυτόματα εκτός λειτουργίας.

Μελέτη και κατασκευή

8.   Γενικές απαιτήσεις

8.1.

Η μελέτη και κατασκευή των οργάνων πρέπει να είναι τέτοια ώστε τα όργανα να διατηρούν τις μετρολογικές τους ιδιότητες όταν χρησιμοποιούνται και τοποθετούνται σωστά και όταν χρησιμοποιούνται σε περιβάλλον για το οποίο προορίζονται. Πρέπει δε να αναφέρεται η αξία της μάζας.

8.2.

Όταν εκτίθενται σε εξωτερικές διαταραχές, τα ηλεκτρονικά όργανα δεν πρέπει να παρουσιάζουν σημαντικά σφάλματα ή τα σημαντικά σφάλματα πρέπει να ανιχνεύονται και να αναφέρονται αυτόματα.

Με την αυτόματη ανίχνευση ενός σημαντικού σφάλματος, τα ηλεκτρονικά όργανα πρέπει να εκπέμπουν ένα οπτικό ή ακουστικό χαρακτηριστικό σήμα που θα συνεχίζεται μέχρις ότου ο χρήστης προβεί σε κάποια διορθωτική ενέργεια ή εξαφανιστεί το σφάλμα.

8.3.

Οι απαιτήσεις των σημείων 8.1 και 8.2 πρέπει να τηρούνται συνεχώς κατά τη διάρκεια ενός εύλογου χρονικού διαστήματος, λαμβανομένης υπόψη της χρήσης για την οποία προορίζονται.

Οι ψηφιακές ηλεκτρονικές συσκευές πρέπει να διαθέτουν πάντα κατάλληλα συστήματα ελέγχου της λειτουργίας της διαδικασίας μέτρησης, της διάταξης ένδειξης, καθώς και της αποθήκευσης και της μεταφοράς όλων των δεδομένων.

Η αυτόματη ανίχνευση ενός σημαντικού σφάλματος οφειλόμενου στη μακροχρόνια χρήση των ηλεκτρονικών οργάνων θα πρέπει να συνοδεύεται από ένα οπτικό ή ακουστικό χαρακτηριστικό σήμα που θα συνεχίζεται μέχρις ότου ο χρήστης προβεί σε κάποια διορθωτική ενέργεια ή εξαφανιστεί το σφάλμα.

8.4.

Όταν μια άλλη πρόσθετη εξωτερική συσκευή συνδεθεί σε ένα ηλεκτρονικό όργανο, μέσω μιας κατάλληλης διάταξης διασύνδεσης, οι μετρολογικές ιδιότητες του οργάνου δεν πρέπει να επηρεάζονται δυσμενώς.

8.5.

Τα όργανα δεν πρέπει να έχουν χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να διευκολύνουν τη δόλια χρήση τους. Επιπλέον, οι πιθανότητες για ακούσια λανθασμένη χρήση του οργάνου πρέπει να είναι ελάχιστες. Τα εξαρτήματα που δεν επιτρέπεται να αποσυναρμολογούνται ή να ρυθμίζονται από τον χρήστη πρέπει να ασφαλίζονται από τέτοιες ενέργειες.

8.6.

Τα όργανα πρέπει να μελετώνται κατά τέτοιον τρόπο, ώστε να επιτρέπεται η άμεση εκτέλεση των ελέγχων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

9.   Ένδειξη των αποτελεσμάτων της ζύγισης και άλλων τιμών βάρους

Η ένδειξη των αποτελεσμάτων της ζύγισης και άλλων τιμών βάρους πρέπει να είναι ακριβής, ευκρινής και αναμφισβήτητη και η διάταξη ένδειξης πρέπει να επιτρέπει την εύκολη ανάγνωση της ένδειξης υπό κανονικές συνθήκες χρήσης.

Οι ονομασίες και τα σύμβολα των μονάδων που αναφέρονται στο σημείο 1 του παρόντος παραρτήματος πρέπει να συμφωνούν με τις διατάξεις της οδηγίας 80/181/ΕΟΚ, με προσθήκη του συμβόλου για το μετρικό καράτι, που είναι το σύμβολο «ct».

Οποιαδήποτε ένδειξη πέρα από τη μέγιστη δυναμικότητα (Max), αυξημένη κατά 9 e, δεν πρέπει να είναι δυνατή.

Βοηθητικές διατάξεις ένδειξης επιτρέπονται για δεκαδικές ενδείξεις. Εκτατές διατάξεις ένδειξης μπορούν να χρησιμοποιούνται μόνο προσωρινά και η εκτύπωση κατά τη διάρκεια της λειτουργίας τους απαγορεύεται.

Δευτερεύουσες ενδείξεις μπορούν να παρέχονται, εφόσον αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες και δεν συγχέονται με τις πρωτεύουσες ενδείξεις.

10.   Εκτύπωση των αποτελεσμάτων της ζύγισης και άλλων τιμών βάρους

Τα αποτελέσματα που εκτυπώνονται πρέπει να είναι σωστά, εύκολα αναγνωρίσιμα και σαφή. Η εκτύπωση πρέπει να είναι καθαρή, ευανάγνωστη, ανεξίτηλη και αμετάβλητη.

11.   Οριζοντίωση

Στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητο, τα όργανα μπορούν να είναι εφοδιασμένα με μια κατάλληλη συσκευή οριζοντίωσης και με έναν δείκτη οριζοντίωσης, αρκετά ευαίσθητα, ώστε να είναι δυνατή η σωστή εγκατάστασή τους.

12.   Μηδενισμός

Τα όργανα μπορούν να εφοδιάζονται με διατάξεις μηδενισμού. Η λειτουργία των διατάξεων αυτών πρέπει να συνεπάγεται τον ακριβή μηδενισμό των οργάνων και να μην οδηγεί σε εσφαλμένα αποτελέσματα μέτρησης.

13.   Διατάξεις απόβαρου και διατάξεις προκαθορισμού του απόβαρου

Τα όργανα μπορούν να έχουν μία ή περισσότερες διατάξεις απόβαρου και μια διάταξη προκαθορισμού του απόβαρου. Η λειτουργία των διατάξεων απόβαρου πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα την ακριβή τοποθέτηση της ένδειξης στο μηδέν και να εξασφαλίζει τη σωστή ζύγιση του καθαρού φορτίου. Η λειτουργία της διάταξης προκαθορισμού του απόβαρου πρέπει να εξασφαλίζει τον σωστό προσδιορισμό της υπολογιζόμενης καθαρής τιμής.

14.   Όργανα προοριζόμενα να χρησιμοποιηθούν για την απευθείας πώληση στο κοινό με μέγιστη δυναμικότητα όχι μεγαλύτερη των 100 kg: πρόσθετες απαιτήσεις

Στα όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για την απευθείας πώληση στο κοινό πρέπει να επιδεικνύονται καθαρά στον πελάτη όλες οι πληροφορίες όσον αφορά τη διαδικασία της ζύγισης και, στην περίπτωση οργάνων με ένδειξη τιμής, ο υπολογισμός της τιμής του ζυγιζόμενου προϊόντος.

Η τιμή του προϊόντος, αν αναφέρεται, πρέπει να είναι ακριβής.

Στα όργανα στα οποία υπολογίζεται η τιμή του ζυγιζόμενου προϊόντος, οι βασικές ενδείξεις πρέπει να εμφανίζονται για αρκετό χρόνο, ώστε να είναι δυνατό να τις διαβάσει ο πελάτης σωστά.

Τα όργανα στα οποία υπολογίζεται η τιμή του ζυγιζόμενου προϊόντος παρέχουν και άλλες λειτουργίες, εκτός από τη ζύγιση και τον υπολογισμό της τιμής του προϊόντος, μόνο αν όλες οι ενδείξεις όλων των συναλλαγών εκτυπώνονται στην απόδειξη που προορίζεται για τον πελάτη κατά τρόπο καθαρό, σαφή και ευανάγνωστο.

Τα όργανα δεν πρέπει να φέρουν οποιοδήποτε χαρακτηριστικό που θα μπορούσε να προκαλέσει, άμεσα ή έμμεσα, ενδείξεις των οποίων η ερμηνεία δεν είναι απλή ή άμεση.

Τα όργανα πρέπει να διασφαλίζουν τους πελάτες από εσφαλμένες συναλλαγές, οφειλόμενες στην κακή λειτουργία τους.

Βοηθητικές ή εκτατές διατάξεις ένδειξης δεν επιτρέπονται.

Πρόσθετες διατάξεις επιτρέπονται μόνον εφόσον δεν επιτρέπουν δόλια χρήση.

Όργανα παρεμφερή με αυτά που χρησιμοποιούνται συνήθως για την απευθείας πώληση στο κοινό και τα οποία δεν πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος σημείου πρέπει να φέρουν πλησίον της ένδειξης κατά ανεξίτηλο τρόπο την επισήμανση «απαγορεύεται η χρήση για την απευθείας πώληση στο κοινό».

15.   Όργανα με δυνατότητα έκδοσης ετικετών με τις τιμές των προϊόντων

Τα εν λόγω όργανα πρέπει να πληρούν τις απαιτήσεις των οργάνων με ένδειξη τιμών για απευθείας πώληση στο κοινό, στον βαθμό που αυτές είναι εφαρμόσιμες στα υπόψη όργανα. Η έκδοση ετικετών με τιμές προϊόντων δεν πρέπει να είναι δυνατή για βάρη μικρότερα της ελάχιστης δυναμικότητας του οργάνου.


(1)  ΕΕ L 39 της 15.2.1980, σ. 40.

(2)  Για i = r, ισχύει η αντίστοιχη στήλη του πίνακα 1, με αντικατάσταση του e από το er.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

1.   Ενοτητα B: Εξέταση τύπου ΕΕ

1.1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει τον τεχνικό σχεδιασμό οργάνου και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι ο τεχνικός σχεδιασμός του οργάνου πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζεται σε αυτό.

1.2.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι δυνατόν να διενεργηθεί με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους.

εξέταση δείγματος, αντιπροσωπευτικού της εξεταζόμενης παραγωγής, από το πλήρες όργανο (τύπος παραγωγής),

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των κατά το σημείο 1.3 δικαιολογητικών και της εξέτασης δειγμάτων, αντιπροσωπευτικών της εξεταζόμενης παραγωγής, από ένα ή περισσότερα κρίσιμα μέρη του οργάνου (συνδυασμός τύπου παραγωγής και τύπου σχεδιασμού),

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των κατά το σημείο 1.3 δικαιολογητικών, χωρίς εξέταση δείγματος (τύπος σχεδιασμού).

1.3.

Η αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του οργάνου προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

i)

τη γενική περιγραφή του οργάνου,

ii)

τα σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

iii)

τις αναγκαίες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του οργάνου,

iv)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,

v)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.,

vi)

τις εκθέσεις δοκιμών·

δ)

τα αντιπροσωπευτικά δείγματα της εξεταζόμενης παραγωγής. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον δείγματα, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών·

ε)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα δικαιολογητικά αυτά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα που έχουν χρησιμοποιηθεί ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοσθεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.

1.4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

Ως προς το όργανο:

1.4.1.

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την επάρκεια του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου.

Ως προς το (τα) δείγμα(-τα):

1.4.2.

επαληθεύει ότι το (τα) δείγμα(-τα) έχει(-ουν) κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές·

1.4.3.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά·

1.4.4.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον κατασκευαστή, εφαρμόζοντας άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας·

1.4.5.

συμφωνεί με τον κατασκευαστή για τον τόπο στον οποίο θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές.

1.5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 1.4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

1.6.

Στην περίπτωση που ο τύπος πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή για το σχετικό όργανο, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους τυχόν όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευασμένων οργάνων προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ισχύει για περίοδο 10 ετών από την ημερομηνία της έκδοσής του και μπορεί να ανανεώνεται στη συνέχεια για περιόδους των 10 ετών. Σε περίπτωση θεμελιωδών αλλαγών στον σχεδιασμό του οργάνου, παραδείγματος χάριν μετά την εφαρμογή νέων τεχνικών μεθόδων, η ισχύς του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ μπορεί να περιορισθεί σε δύο έτη και να παραταθεί κατά τρία έτη.

Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.

1.7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά. Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, για κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση του οργάνου προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση με τη μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

1.8.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού αυτού.

1.9.

Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

1.10.

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 1.3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 1.7 και 1.9, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

2.   Ενοτητα Δ: Συμμόρφωση με τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής

2.1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2.2 και 2.5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα σχετικά είδη πυροτεχνίας είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

2.2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την παραγωγή, την επιθεώρηση του τελικού προϊόντος και τις δοκιμές του σχετικού οργάνου, όπως ορίζεται στο σημείο 2.3 και υπόκειται σε επιτήρηση όπως καθορίζεται στο σημείο 2.4.

2.3.   Σύστημα ποιότητας

2.3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει στον κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων·

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας· και

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

2.3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ καθώς και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα του προϊόντος·

β)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν·

γ)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και τη συχνότητα διεξαγωγής τους·

δ)

των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.·

ε)

των μέσων επιτήρησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης της απαιτούμενης ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

2.3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 2.3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 2.3.1. στοιχείο ε), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

2.3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

2.3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 2.3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

2.4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

2.4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

2.4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.

2.4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

2.4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

2.5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

2.5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 2.3.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στον τύπο, ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, καθώς και στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

2.6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών, για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 2.3.1,

β)

πληροφορίες σχετικά με την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 2.3.5, όπως εγκρίθηκε,

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού στις οποίες αναφέρονται τα σημεία 2.3.5, 2.4.3 και 2.4.4.

2.7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

2.8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2.3.1, 2.3.5, 2.5 και 2.6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

3.   Ενοτητα Δ1: Διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής

3.1.   Η διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 3.2, 3.4 και 3.7 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα σχετικά όργανα πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

3.2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

α)

τη γενική περιγραφή του οργάνου·

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

γ)

τις αναγκαίες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του οργάνου·

δ)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

ε)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.·

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

3.3.   Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

3.4.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την παραγωγή, την τελική επιθεώρηση του προϊόντος και τις δοκιμές του σχετικού οργάνου, όπως ορίζεται στο σημείο 3.5 και υπόκειται σε επιτήρηση όπως καθορίζεται στο σημείο 3.6.

3.5.   Σύστημα ποιότητας

3.5.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει στον κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων·

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

ε)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.2.

3.5.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων με τις απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης που ισχύουν γι’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα του προϊόντος·

β)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν·

γ)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και τη συχνότητα διεξαγωγής τους·

δ)

των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.·

ε)

των μέσων επιτήρησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης της απαιτούμενης ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.5.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.5.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού οργάνου και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.2 για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.5.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.5.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.6.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

3.6.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

3.6.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.2·

γ)

τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.

3.6.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

3.6.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

3.7.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

3.7.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.5.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.7.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

3.8.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.5.1·

β)

πληροφορίες σχετικά με την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5.5, όπως εγκρίθηκε·

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού στις οποίες αναφέρονται τα σημεία 3.5.5, 3.6.3 και 3.6.4.

3.9.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

3.10.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.3, 3.5.1, 3.5.5, 3.7 και 3.8 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

4.   Ενοτητα ΣΤ: Συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων

4.1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων αποτελεί μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 4.2 και 4.5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα οικεία όργανα, στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 4.3, είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

4.2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

4.3.   Επαλήθευση

Ένας κοινοποιημένος οργανισμός, τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής, πραγματοποιεί τις κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση των οργάνων προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στη βεβαίωση εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Οι εξετάσεις και οι δοκιμές για να εξακριβωθεί η συμμόρφωση των οργάνων προς τις σχετικές απαιτήσεις διεξάγονται με έλεγχο και δοκιμή κάθε οργάνου, όπως ορίζεται στο σημείο 4.4.

4.4.   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμές κάθε οργάνου

4.4.1.

Κάθε όργανο εξετάζεται ξεχωριστά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που ορίζονται στο (στα) σχετικό(-ά) εναρμονισμένο(-α) πρότυπο(-α), και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να επαληθευθεί η συμμόρφωσή τους προς τον εγκεκριμένο τύπο, όπως περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, και προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

4.4.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του σε κάθε εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών για σκοπούς επιθεώρησης επί 10 έτη από τη διάθεση στην αγορά του οργάνου.

4.5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

4.5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 4.3, τον αναγνωριστικό αριθμό του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που συμμορφώνεται με τον εγκεκριμένο τύπο, ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, καθώς και πληροί τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός στον οποίο αναφέρεται το σημείο 4.3, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής τοποθετεί επίσης στα όργανα τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού.

4.6.   Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής μπορεί να τοποθετεί τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού στα όργανα κατά τη διαδικασία κατασκευής.

4.7.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4.2.

5.   Ενοτητα ΣΤ1: Συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων

5.1.   Η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 5.2, 5.3 και 5.6 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα οικεία όργανα, στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 5.4, είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

5.2.   Τεχνικός φάκελος

5.2.1.

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

α)

γενική περιγραφή του οργάνου·

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

γ)

τις αναγκαίες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του οργάνου·

δ)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοσθεί·

ε)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.·

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

5.2.2.

Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

5.3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του κατασκευαζόμενου οργάνου προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.4.   Επαλήθευση

Ένας κοινοποιημένος οργανισμός, τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής, αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων εξετάσεων και δοκιμών προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση των οργάνων με τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Οι εξετάσεις και οι δοκιμές για να εξακριβωθεί η συμμόρφωση με τις εν λόγω απαιτήσεις διεξάγονται με έλεγχο και δοκιμή κάθε οργάνου, όπως ορίζεται στο σημείο 5.5.

5.5.   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμές κάθε οργάνου

5.5.1.

Κάθε όργανο εξετάζεται ξεχωριστά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που καθορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή ισοδύναμες δοκιμές που καθορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να επαληθευθεί η συμμόρφωσή τους προς τις απαιτήσεις που ισχύουν γι’ αυτά. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

5.5.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του σε κάθε εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.

5.6.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.6.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 5.4, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.6.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός στον οποίο αναφέρεται το σημείο 5.5, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής τοποθετεί επίσης στα όργανα τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού.

5.7.   Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής μπορεί να τοποθετεί τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού στα όργανα κατά τη διαδικασία κατασκευής.

5.8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν δύναται να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 5.2.1 και 5.3.

6.   Ενοτητα Ζ: Συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα

6.1.   Η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 6.2, 6.3 και 6.5, και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι το σχετικό είδος πυροτεχνίας στο οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 6.4 είναι σύμφωνο προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτό.

6.2.   Τεχνικός φάκελος

6.2.1.

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο και τον θέτει στη διάθεση του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 6.4. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

α)

γενική περιγραφή του οργάνου·

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

γ)

τις αναγκαίες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του οργάνου·

δ)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

ε)

τα αποτελέσματα των σχεδιαστικών υπολογισμών, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.·

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

6.2.2.

Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

6.3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του κατασκευαζόμενου οργάνου προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

6.4.   Επαλήθευση

Ο κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, όπως προβλέπεται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση του οργάνου προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός ταυτοποίησής του στο εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.

6.5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

6.5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 6.4, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

6.5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το όργανο για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 6.2.2 και 6.5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

7.   Κοινές διατάξεις

7.1.

Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης σύμφωνα με την ενότητα Δ, Δ1, ΣΤ, ΣΤ1 ή Ζ μπορεί να πραγματοποιηθεί στο εργοστάσιο του κατασκευαστή και σε οποιονδήποτε άλλο χώρο, εφόσον για τη μεταφορά στον τόπο χρήσης δεν απαιτείται αποσυναρμολόγηση του οργάνου, για τη θέση σε λειτουργία στον χώρο χρήσης δεν απαιτείται συναρμολόγηση του οργάνου ή άλλες τεχνικές εργασίες εγκατάστασης που ενδέχεται να επηρεάσουν την απόδοση του οργάνου, και εφόσον ληφθεί υπόψη η τιμή της βαρύτητας στον τόπο λειτουργίας ή εφόσον η απόδοση τον οργάνου δεν παρουσιάζει ευαισθησία στις μεταβολές της βαρύτητας. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η προαναφερθείσα ενέργεια εκτελείται στον τόπο χρήσης του οργάνου.

7.2.

Αν η απόδοση του οργάνου επηρεάζεται από τις μεταβολές της βαρύτητας, οι διαδικασίες του σημείου 7.1 μπορούν να εκτελούνται σε δύο στάδια, όπου το δεύτερο στάδιο θα περιλαμβάνει όλες τις εξετάσεις και δοκιμές των οποίων το αποτέλεσμα εξαρτάται από τη βαρύτητα, ενώ το πρώτο στάδιο θα περιλαμβάνει όλες τις άλλες εξετάσεις και δοκιμές. Η δεύτερη φάση θα εκτελείται στον τόπο χρήσης του οργάνου. Στις περιπτώσεις που ένα κράτος μέλος έχει ορίσει ζώνες βαρύτητας στην επικράτειά του, η έκφραση «στον τόπο χρήσης του οργάνου» μπορεί να νοείται ως «στη ζώνη βαρύτητας όπου χρησιμοποιείται το όργανο».

7.2.1.

Όταν ο κατασκευαστής έχει επιλέξει την εκτέλεση σε δύο στάδια μίας των διαδικασιών του άρθρου 7.1 και όταν τα δύο στάδια εκτελούνται από διαφορετικό φορέα, το όργανο που έχει υποβληθεί στο πρώτο στάδιο της διαδικασίας πρέπει να φέρει τον αριθμό αναγνώρισης του κοινοποιημένου οργανισμού που συμμετείχε στο στάδιο αυτό.

7.2.2.

Το μέρος που πραγματοποίησε το πρώτο στάδιο της διαδικασίας χορηγεί για κάθε όργανο έγγραφη βεβαίωση συμμόρφωσης που περιέχει τα απαιτούμενα στοιχεία για την αναγνώριση του οργάνου και προσδιορίζει τις εξετάσεις και δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν.

Το μέρος που πραγματοποιεί το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας διεξάγει τις εξετάσεις και δοκιμές που δεν έχουν ακόμα πραγματοποιηθεί.

Ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του πρέπει να είναι σε θέση να επιδείξει, εάν του ζητηθεί, τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης που έχει χορηγήσει ο κοινοποιημένος οργανισμός.

7.2.3.

Ο κατασκευαστής που επέλεξε την ενότητα Δ ή Δ1 στο πρώτο στάδιο μπορεί για το δεύτερο στάδιο είτε να χρησιμοποιήσει την ίδια διαδικασία είτε να αποφασίσει να χρησιμοποιήσει την ενότητα ΣΤ ή ΣΤ1, κατά περίπτωση.

7.2.4.

Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση πρέπει να τοποθετείται στο όργανο μετά την ολοκλήρωση του δεύτερου σταδίου, όπως επίσης και ο αριθμός αναγνώρισης του κοινοποιημένου οργανισμού που έλαβε μέρος στο δεύτερο στάδιο.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ

1.   Όργανα που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ)

1.1.

Τα όργανα αυτά πρέπει να φέρουν ευκρινώς, ευανάγνωστα και ανεξίτηλα τις ακόλουθες επισημάνσεις:

i)

τον αριθμό του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, κατά περίπτωση·

ii)

το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα του κατασκευαστή·

iii)

την κατηγορία ακρίβειας, μέσα σε ωοειδές σχήμα ή μεταξύ δύο οριζόντιων γραμμών συνδεόμενων με δύο ημικύκλια·

iv)

τη μέγιστη δυναμικότητα υπό τη μορφή Max …·

v)

την ελάχιστη δυναμικότητα υπό τη μορφή Min …·

vi)

την υποδιαίρεση ελέγχου υπό τη μορφή e = …·

vii)

τον αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς·

και στις περιπτώσεις που είναι εφαρμόσιμα:

viii)

για όργανα αποτελούμενα από διακεκριμένες αλλά ενωμένες μονάδες: σήμα αναγνώρισης στην κάθε μονάδα·

ix)

υποδιαίρεση κλίμακας, αν είναι διαφορετική από e, υπό τη μορφή d = …·

x)

μέγιστο προσθετικό απόβαρο υπό τη μορφή T = + …·

xi)

μέγιστο αφαιρετικό απόβαρο, αν είναι διαφορετικό από Max υπό τη μορφή T = – …·

xii)

υποδιαίρεση απόβαρου, αν είναι διαφορετικό από d υπό τη μορφή dT = …·

xiii)

μέγιστο φορτίο ασφάλειας, αν είναι διαφορετικό από Max υπό τη μορφή Lim …·

xiv)

ιδιαίτερα όρια θερμοκρασίας υπό τη μορφή … °C/… °C·

xv)

τη σχέση μεταξύ δέκτη βάρους και φορτίου.

1.2.

Τα όργανα αυτά πρέπει να διαθέτουν κατάλληλες θέσεις για την τοποθέτηση της σήμανσης συμμόρφωσης και των επισημάνσεων. Οι εν λόγω θέσεις πρέπει να είναι τέτοιες ώστε να είναι αδύνατον να αφαιρεθεί η σήμανση συμμόρφωσης και οι επισημάνσεις χωρίς να καταστραφούν και ότι η σήμανση συμμόρφωση και οι επισημάνσεις πρέπει να είναι ορατές, όταν το όργανο βρίσκεται στην κανονική θέση λειτουργίας του.

1.3.

Στις περιπτώσεις που τα παραπάνω στοιχεία εγγράφονται σ’ ένα ειδικό για τον σκοπό αυτό μεταλλικό πλακίδιο, πρέπει να είναι δυνατόν το εν λόγω πλακίδιο να σφραγίζεται, εκτός αν δεν μπορεί να αφαιρεθεί χωρίς να καταστραφεί. Αν το μεταλλικό αυτό πλακίδιο εγγραφής των στοιχείων του οργάνου σφραγίζεται, πρέπει να είναι δυνατόν να τοποθετείται ένα σήμα ελέγχου.

1.4.

Οι επισημάνσεις «Max», «Min», «e» και «d» πρέπει να επαναλαμβάνονται και κοντά στην ένδειξη των αποτελεσμάτων, αν δεν βρίσκονται ήδη σε μια παραπλήσια θέση.

1.5.

Κάθε συσκευή μέτρησης φορτίου που συνδέεται ή μπορεί να συνδεθεί με έναν ή περισσότερους δέκτες φορτίου πρέπει να φέρει τις σχετικές επισημάνσεις, όσον αφορά τους προαναφερθέντες δέκτες φορτίου.

2.   Όργανα που δεν προορίζονται να χρησιμοποιηθούν για τις χρήσεις που παρατίθενται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ) πρέπει να φέρουν ευκρινώς, ευανάγνωστα και ανεξίτηλα:

το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το κατατεθέν εμπορικό σήμα του κατασκευαστή,

τη μέγιστη δυναμικότητα υπό τη μορφή Max ….

Τα όργανα αυτά δεν μπορούν να φέρουν τη σήμανση συμμόρφωσης όπως καθορίζεται στην παρούσα οδηγία.

3.   Περιοριστικό της χρήσης σύμβολο που αναφέρεται στο άρθρο 18

Το περιοριστικό της χρήσης σύμβολο αποτελείται από το γράμμα «M» με μαύρο κεφαλαίο τυπογραφικό χαρακτήρα επί κόκκινης τετράγωνης επιφανείας πλευράς τουλάχιστον 25 mm, το δε σύνολο διαγράφεται από τις δύο διαγωνίους του τετραγώνου.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ) (1)

1.

Μοντέλο οργάνου / όργανο (αριθμός προϊόντος, τύπου παρτίδας ή σειράς):

2.

Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή και, κατά περίπτωση, του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (αναγνώριση του οργάνου που καθιστά δυνατή την ιχνηλασιμότητα· μπορεί, εάν είναι απαραίτητο για την αναγνώριση του οργάνου, να περιλαμβάνεται εικόνα):

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) και χορήγησε το πιστοποιητικό:

8.

Συμπληρωματικές πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενη οδηγία με την τροποποίησή της

(αναφέρεται στο άρθρο 45)

Οδηγία 2009/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 122 της 16.5.2009, σ. 6).

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

Μόνο το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που αναφέρονται στο παράρτημα VII μέρος Β της οδηγίας 2009/23/ΕΚ

(αναφέρεται στο άρθρο 45)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

90/384/ΕΟΚ

30 Ιουνίου 1992

1η Ιανουαρίου 1993 (1)

93/68/ΕΟΚ

30 Ιουνίου 1994

1η Ιανουαρίου 1995 (2)


(1)  Σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφος 3 της οδηγίας 90/384/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη δέχονται για χρονική περίοδο δέκα ετών από την ημερομηνία της εκ μέρους τους εφαρμογής των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που έχουν θεσπίσει προκειμένου να μεταφέρουν στο εσωτερικό δίκαιο την εν λόγω οδηγία, τη διάθεση στην αγορά ή τη χρησιμοποίηση των οργάνων που είναι σύμφωνα με τις ρυθμίσεις που ίσχυαν πριν την 1η Ιανουαρίου 1993.

(2)  Σύμφωνα με το άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 93/68/ΕΟΚ: «Τα κράτη μέλη επιτρέπουν έως την 1η Ιανουαρίου 1997 τη διάθεση στην αγορά και τη λειτουργία των προϊόντων που είναι σύμφωνα με το καθεστώς σήμανσης που ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 1995.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2009/23/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 1 παράγραφος 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α, σημείο i)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο ii)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο iii)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο γ)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο iv)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο δ)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο v)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημείο vi)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο στ)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφοι 3 έως 19

Άρθρο 3

Άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 9 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 13 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 13 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 9 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 17 παράγραφοι 1 έως 5

Άρθρο 17παράγραφος 6

Άρθρο 13 πρώτη πρόταση

Άρθρο 6 παράγραφος 5 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 13 δεύτερη πρόταση

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 30

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Άρθρο 34

Άρθρο 35

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 38

Άρθρο 39

Άρθρο 40

Άρθρο 41

Άρθρο 42

Άρθρο 14

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 15

Άρθρο 43

Άρθρο 44 παράγραφος 1

Άρθρο 16

Άρθρο 44 παράγραφος 2

Άρθρο 17

Άρθρο 45

Άρθρο 18

Άρθρο 46 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 46 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 19

Άρθρο 47

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II σημείο 1

Παράρτημα II σημείο 1

Παράρτημα II σημείο 2

Παράρτημα II σημείο 2

Παράρτημα II σημείο 3

Παράρτημα II σημείο 3

Παράρτημα II σημείο 4

Παράρτημα II σημείο 5

Παράρτημα II σημείο 4

Παράρτημα II σημείο 6

Παράρτημα II σημείο 5

Παράρτημα II σημείο 7

Παράρτημα III

Παράρτημα IV

Παράρτημα III

Παράρτημα IV

Παράρτημα V

Παράρτημα VI

Παράρτημα VII

Παράρτημα V

Παράρτημα VIII

Παράρτημα VI


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 15της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/149


ΟΔΗΓΊΑ 2014/32/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα των οργάνων μετρήσεων στην αγορά (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2004/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 31ης Μαρτίου 2004, για τα όργανα μετρήσεων (3) έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (4). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (5), ορίζει τους κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (6) θεσπίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Η οδηγία 2004/22/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοστεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

Η παρούσα οδηγία καλύπτει τα όργανα μετρήσεων τα οποία είναι νέα στην αγορά της Ένωσης όταν διατίθενται στην αγορά· τούτο σημαίνει ότι είτε είναι νέα όργανα μετρήσεων που κατασκευάζονται από κατασκευαστή εγκατεστημένο στην Ένωση ή είναι όργανα μετρήσεων, νέα ή μεταχειρισμένα, που έχουν εισαχθεί από τρίτη χώρα.

(5)

Τα ορθά και ιχνηλατήσιμα όργανα μετρήσεων μπορούν να χρησιμοποιούνται για ποικίλες μετρήσεις. Για μετρήσεις διενεργούμενες για λόγους δημόσιου συμφέροντος, δημόσιας υγείας, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας τάξης, προστασίας του περιβάλλοντος και των καταναλωτών, είσπραξης φόρων και δασμών και θεμιτών συναλλαγών, οι οποίες επηρεάζουν πολλαπλώς, άμεσα ή έμμεσα, την καθημερινή ζωή των πολιτών, ενδέχεται να απαιτείται η χρήση οργάνων μετρήσεων τα οποία υποβάλλονται σε νόμιμο έλεγχο.

(6)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές προμηθειών, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(7)

Ο νόμιμος μετρολογικός έλεγχος δεν θα πρέπει να δημιουργεί φραγμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία των οργάνων μετρήσεων. Οι σχετικές διατάξεις θα πρέπει να είναι οι ίδιες σε όλα τα κράτη μέλη και τα αποδεικτικά συμμόρφωσης θα πρέπει να γίνονται αποδεκτά σε όλη την Ένωση.

(8)

Ο νόμιμος μετρολογικός έλεγχος απαιτεί συμμόρφωση με συγκεκριμένες απαιτήσεις επιδόσεων. Οι απαιτήσεις επιδόσεων, τις οποίες πρέπει να πληρούν τα όργανα μετρήσεων, θα πρέπει να παρέχουν υψηλό επίπεδο προστασίας. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει να παρέχει υψηλό βαθμό εμπιστοσύνης.

(9)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει κατά γενικό κανόνα να επιβάλλουν νόμιμο μετρολογικό έλεγχο. Στην περίπτωση επιβολής νόμιμου μετρολογικού ελέγχου, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο τα όργανα μετρήσεων που πληρούν τις κοινές απαιτήσεις.

(10)

Η αρχή της δυνατότητας επιλογής που προτείνεται με την οδηγία 2004/22/ΕΚ επιτρέπει στα κράτη μέλη να ασκούν το δικαίωμά τους να αποφασίζουν κατά πόσον θα επιβάλουν τη χρήση ή όχι οποιουδήποτε από τα όργανα μετρήσεων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία.

(11)

Οι εθνικές προδιαγραφές σχετικά με τις κατάλληλες εθνικές απαιτήσεις προς χρήση δεν θα πρέπει να παρεμποδίζουν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με την «έναρξη χρήσης».

(12)

Οι επιδόσεις ορισμένων οργάνων μετρήσεων είναι ιδιαίτερα ευαίσθητες στο περιβάλλον, και ιδίως στο ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον. Η θωράκιση των οργάνων μετρήσεων από τις ηλεκτρομαγνητικές παρεμβολές θα πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της παρούσας οδηγίας και, συνεπώς, δεν θα πρέπει να εφαρμόζονται οι σχετικές με τη θωράκιση απαιτήσεις της οδηγίας 2004/108/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Δεκεμβρίου 2004, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (7).

(13)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ελεύθερη κυκλοφορία των οργάνων μετρήσεων στην Ένωση, τα κράτη μέλη δεν θα πρέπει να εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και/ή την έναρξη χρήσης οργάνων μετρήσεων που φέρουν τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

(14)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν ενδεδειγμένα μέτρα για να εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και/ή την έναρξη χρήσης οργάνων μετρήσεων που δεν έχουν συμμορφωθεί. Συνεπώς, απαιτείται κατάλληλη συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, προκειμένου να εξασφαλισθεί η επίτευξη του στόχου αυτού σε ενωσιακή κλίμακα.

(15)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των οργάνων ζύγισης μη αυτόματης λειτουργίας με την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, έτσι ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των ζητημάτων δημόσιου συμφέροντος που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, και να εγγυώνται επίσης θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(16)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι καθιστούν διαθέσιμα στην αγορά μόνο όργανα μετρήσεων που είναι σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(17)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση στο Διαδίκτυο, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(18)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση αποκλειστικά του κατασκευαστή.

(19)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι τα όργανα μετρήσεων από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τα εν λόγω όργανα μετρήσεων. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς υποχρεούνται να μεριμνούν ότι τα όργανα μετρήσεων που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να μη διαθέτουν στην αγορά όργανα μετρήσεων που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση των οργάνων μετρήσεων και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(20)

Κατά τη διάθεση οργάνου μετρήσεων στην αγορά, κάθε εισαγωγέας θα πρέπει να σημειώνει στο όργανο μετρήσεων το όνομά του, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία του ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα του και τη διεύθυνση αλληλογραφίας του. Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του οργάνου μετρήσεων. Τούτο περιλαμβάνει την περίπτωση κατά την οποία ο εισαγωγέας θα πρέπει να ανοίξει τη συσκευασία για να θέσει το όνομα και τη διεύθυνσή του επί του οργάνου μετρήσεων.

(21)

Ο διανομέας καθιστά ένα όργανο μετρήσεων διαθέσιμο στην αγορά, αφότου το προϊόν αυτό έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα. Ο διανομέας θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το όργανο μετρήσεων δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση του εν λόγω οργάνου με την παρούσα οδηγία.

(22)

Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει όργανο μετρήσεων στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί όργανο μετρήσεων κατά τρόπο ώστε να επηρεαστεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και, ως εκ τούτου, αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(23)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά προσκομίζοντας όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες που αφορούν το οικείο όργανο μετρήσεων στις εν λόγω αρχές.

(24)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας ενός οργάνου μετρήσεων σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων αρχών για την εποπτεία της αγοράς, όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμα στην αγορά μη συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων. Στο πλαίσιο της τήρησης των πληροφοριών που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τις πληροφορίες αυτές όσον αφορά άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς όργανο μετρήσεων.

(25)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων οι οποίες δεν εμποδίζουν την τεχνική πρόοδο, και κατά προτίμηση τις απαιτήσεις επιδόσεων. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαιτήσεις είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για όργανα μετρήσεων τα οποία συμμορφώνονται με εναρμονισμένα πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (8) με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων.

(26)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(27)

Οι τεχνικές προδιαγραφές και οι προδιαγραφές επιδόσεων που περιέχονται σε διεθνώς συμφωνηθέντα κανονιστικά έγγραφα είναι επίσης δυνατόν να ανταποκρίνονται, πλήρως ή εν μέρει, στις βασικές απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία. Στις περιπτώσεις αυτές, η χρήση των εν λόγω διεθνώς συμφωνηθέντων κανονιστικών εγγράφων θα πρέπει να αποτελεί εναλλακτική επιλογή αντί της χρήσης εναρμονισμένων προτύπων και, υπό ειδικές προϋποθέσεις, τεκμήριο συμμόρφωσης.

(28)

Η συμμόρφωση με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία είναι επίσης δυνατόν να εξασφαλισθεί με προδιαγραφές που δεν περιέχονται σε εναρμονισμένο πρότυπο ούτε σε διεθνές συμφωνηθέν κανονιστικό έγγραφο. Συνεπώς, η χρήση εναρμονισμένων προτύπων ή διεθνώς συμφωνηθέντων κανονιστικών εγγράφων θα πρέπει να είναι προαιρετική.

(29)

Προκειμένου οι οικονομικοί φορείς να έχουν τη δυνατότητα να αποδείξουν και οι αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν ότι τα όργανα μετρήσεων που είναι διαθέσιμα στην αγορά συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις, είναι απαραίτητο να καθοριστούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζονται ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές. Ωστόσο, είναι ανάγκη να προσαρμοστούν οι εν λόγω ενότητες ώστε να ληφθούν υπόψη ορισμένα ειδικά χαρακτηριστικά του μετρολογικού ελέγχου.

(30)

Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης υποσυστημάτων θα πρέπει να διενεργείται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Εάν τα υποσυστήματα καθίστανται διαθέσιμα στην αγορά ξεχωριστά και ανεξάρτητα από το όργανο, η αξιολόγηση της συμμόρφωσής τους θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη από το ίδιο το όργανο.

(31)

Το επίπεδο της τεχνολογίας μετρήσεων υπόκειται σε συνεχή εξέλιξη, η οποία ενδέχεται να προκαλέσει τη μεταβολή των αναγκών σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Επομένως, για κάθε κατηγορία οργάνων μετρήσεων και, όπου αρμόζει, υποσυστημάτων, θα πρέπει να προβλέπεται κατάλληλη διαδικασία ή δυνατότητα επιλογής μεταξύ διαφορετικών διαδικασιών ισοδύναμης αυστηρότητας.

(32)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν πληροφορίες που απαιτούνται με βάση την παρούσα οδηγία σχετικά με τη συμμόρφωση ενός οργάνου μετρήσεων με την παρούσα οδηγία και με άλλη συναφή ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.

(33)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(34)

Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση, που δηλώνουν τη συμμόρφωση οργάνου μετρήσεων, είναι η ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE και τη σχέση της με άλλες σημάνσεις διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης θα πρέπει να καθοριστούν από την παρούσα οδηγία.

(35)

Προκειμένου να ληφθούν υπόψη οι διαφορές κλιματικών συνθηκών ή τα διαφορετικά επίπεδα προστασίας των καταναλωτών που ενδέχεται να ισχύουν σε εθνικό επίπεδο, είναι απαραίτητο να θεσπιστούν περιβαλλοντικές κλάσεις ή κλάσεις ακριβείας ως ουσιώδεις απαιτήσεις.

(36)

Ορισμένες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(37)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 2004/22/ΕΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο, όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(38)

Εάν οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση προς τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και προς τις αντίστοιχες απαιτήσεις που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία.

(39)

Για να εξασφαλιστεί συνεκτικό επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των οργάνων μετρήσεων είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι απαιτήσεις για τις κοινοποιούσες αρχές και τους άλλους οργανισμοί που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(40)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευθεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για το σκοπό της κοινοποίησης.

(41)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες την εν λόγω αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης που διενεργείται από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(42)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλιστεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τα όργανα μετρήσεων που διατίθενται στην αγορά, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων της αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό, η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών που πρόκειται να κοινοποιηθούν, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν και δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(43)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η επιγραμμική κοινοποίηση.

(44)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να υποβάλλουν ένσταση σχετικά με κοινοποιημένο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα μπορούν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(45)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας, έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, θα πρέπει να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με το συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(46)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά, οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ισχύουν και για τα όργανα μετρήσεων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(47)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι τα όργανα μετρήσεων μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο με την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για το σκοπό για τον οποίο προορίζονται, ή υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Τα όργανα μετρήσεων θα πρέπει να θεωρείται ότι δεν συμμορφώνονται προς τις βασικές απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνο υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα μπορούσε να είναι απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(48)

Η οδηγία 2004/22/ΕΚ προβλέπει ήδη μια διαδικασία διασφάλισης με την οποία η Επιτροπή μπορεί να εξετάζει την αιτιολογία των μέτρων που λαμβάνει ένα κράτος μέλος κατά οργάνων μετρήσεων τα οποία θεωρεί ως μη συμμορφούμενα. Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η ισχύουσα διαδικασία διασφάλισης έτσι ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(49)

Το υπάρχον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερώνονται για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τα όργανα μετρήσεων που παρουσιάζουν κίνδυνο όσον αφορά ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που διέπονται από την παρούσα οδηγία. Θα πρέπει επίσης να δίνει τη δυνατότητα στις αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν σε πρώιμο στάδιο σε σχέση με τέτοιου είδους όργανα μετρήσεων.

(50)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ως προς την αιτιολογία μέτρου που λαμβάνει κράτος μέλος, δεν θα απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου ή ενός κανονιστικού εγγράφου.

(51)

Για να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (9).

(52)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(53)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει επίσης να χρησιμοποιηθεί για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων όσον αφορά τις αντιρρήσεις σε διεθνώς συμφωνημένα κανονιστικά έγγραφα οι αναφορές των οποίων δεν έχουν ακόμη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι το σχετικό έγγραφο δεν έχει ακόμη επιφέρει ως αποτέλεσμα το τεκμήριο συμμόρφωσης με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις.

(54)

Θα πρέπει γίνεται χρήση της διαδικασίας εξέτασης για την έγκριση εκτελεστικών αποφάσεων όσον αφορά τις ενστάσεις κατά διεθνώς συμφωνημένων κανονιστικών εγγράφων τα στοιχεία των οποίων έχουν ήδη δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οποία ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή κρίνει δικαιολογημένα, δεδομένου ότι οι πράξεις αυτές ενδέχεται να έχουν συνέπειες για το τεκμήριο συμμόρφωσης με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις.

(55)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(56)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό της.

(57)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως για παράδειγμα σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(58)

H Επιτροπή διά εκτελεστικών πράξεων και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, θα πρέπει να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων δικαιολογούνται ή όχι.

(59)

Προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις στην τεχνολογία μετρήσεων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όσον αφορά τις τροποποιήσεις στα ειδικά παραρτήματα για συγκεκριμένα όργανα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(60)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να θεσπίσουν κανόνες σχετικά με τις εφαρμοστέες κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεων των διατάξεων εθνικού δικαίου που θεσπίζονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίσουν την επιβολή των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(61)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά και την έναρξη χρήσης, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή τους προς άλλες απαιτήσεις, οργάνων μετρήσεων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 2004/22/ΕΚ, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν όργανα μετρήσεων που έχουν διατεθεί στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(62)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, να πληρούν δηλαδή τα όργανα μετρήσεων στην αγορά τις απαιτήσεις υψηλού επιπέδου προστασίας των δημόσιων συμφερόντων που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία και παράλληλα να εξασφαλίζεται η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά δύναται, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας που διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(63)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προηγούμενης οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται κατ’ ουσία απορρέει από την προϋπάρχουσα οδηγία.

(64)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα XIV μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Η παρούσα οδηγία καθορίζει τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν τα όργανα μετρήσεων, προκειμένου να καθίστανται διαθέσιμα στην αγορά και/ή να τεθούν σε χρήση για τις λειτουργίες μετρήσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα όργανα μετρήσεων που ορίζονται στα παραρτήματα III έως ΧΙΙ ειδικά για συγκεκριμένα όργανα (τα οποία αναφέρονται στο εξής ως ειδικά παραρτήματα για συγκεκριμένα όργανα) όσον αφορά τα υδρόμετρα (MI-001), τους μετρητές αερίου και διατάξεις αναγωγής όγκου (MI-002), τους μετρητές ενεργού ηλεκτρικής ενέργειας (MI-003), τα θερμιδόμετρα (MI-004), τα συστήματα μέτρησης για τη συνεχή και δυναμική μέτρηση ποσοτήτων υγρών εκτός από νερό (MI-005), τα αυτόματα όργανα ζύγισης (MI-006), τα ταξίμετρα (MI-007), τα υλικά μέτρα (MI-008), τα όργανα μέτρησης διαστάσεων (MI-009) και τους αναλυτές καυσαερίων (MI-010).

2.   Η παρούσα οδηγία είναι ειδική οδηγία όσον αφορά τις απαιτήσεις σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική θωράκιση, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Η εν λόγω οδηγία εξακολουθεί να εφαρμόζεται όσον αφορά τις απαιτήσεις που αφορούν την εκπομπή.

Άρθρο 3

Δυνατότητα επιλογής

1.   Τα κράτη μέλη μπορούν να επιβάλλουν τη χρήση οργάνων μετρήσεων για τις λειτουργίες μέτρησης, εφόσον θεωρούν ότι τούτο δικαιολογείται για λόγους δημόσιου συμφέροντος, δημόσιας υγείας, δημόσιας τάξης και δημόσιας ασφάλειας, προστασίας του περιβάλλοντος, προστασίας των καταναλωτών, είσπραξης φόρων και δασμών και θεμιτών συναλλαγών.

2.   Σε περίπτωση που κράτος μέλος δεν επιβάλει τέτοια χρήση, κοινοποιεί τους λόγους στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 4

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «όργανο μετρήσεων»: κάθε διάταξη ή σύστημα που επιτελεί λειτουργία μέτρησης και καλύπτεται από το άρθρο 2 παράγραφος 1,

2)   «υποσύστημα»: μία συσκευή εξοπλισμού (hardware) η οποία αναφέρεται συγκεκριμένα στα ειδικά για επιμέρους όργανα παραρτήματα, και η οποία λειτουργεί ανεξάρτητα και απαρτίζει ένα όργανο μετρήσεων σε συνδυασμό με άλλα υποσυστήματα με τα οποία είναι συμβατή ή με όργανο μετρήσεων με το οποίο είναι συμβατή,

3)   «νόμιμος μετρολογικός έλεγχος»: ο έλεγχος των λειτουργιών μέτρησης που αφορούν το πεδίο εφαρμογής του οργάνου μετρήσεων, τον οποίο επιβάλλουν τα κράτη μέλη για λόγους δημόσιου συμφέροντος, δημόσιας υγείας, δημόσιας τάξης και δημόσιας ασφάλειας, προστασίας του περιβάλλοντος, είσπραξης φόρων και δασμών, προστασίας των καταναλωτών και θεμιτών συναλλαγών,

4)   «κανονιστικό έγγραφο»: ένα έγγραφο που περιέχει τεχνικές προδιαγραφές, οι οποίες θεσπίζονται από τον Διεθνή Οργανισμό Νόμιμης Μετρολογίας, στο εξής «OIML»,

5)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά οργάνου μετρήσεων για διανομή ή χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αμοιβής είτε δωρεάν,

6)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά που καθίσταται διαθέσιμο ένα όργανο μετρήσεων στην ενωσιακή αγορά,

7)   «έναρξη χρήσης»: η χρήση για πρώτη φορά οργάνου μετρήσεων που προορίζεται για τον τελικό χρήστη για τους σκοπούς για τους οποίους αυτό προορίζεται,

8)   «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ένα όργανο μετρήσεων ή που αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή οργάνου μετρήσεων, και διαθέτει στην αγορά το εν λόγω όργανο μετρήσεων με την επωνυμία ή το εμπορικό του σήμα ή αρχίζει τη χρήση του για τους σκοπούς του,

9)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων,

10)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει όργανο μετρήσεων τρίτης χώρας στην ενωσιακή αγορά,

11)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο ένα όργανο μετρήσεων στην αγορά,

12)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας,

13)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά ενός οργάνου μετρήσεων,

14)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012,

15)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008,

16)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008,

17)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διαδικασία που αποδεικνύει αν ικανοποιούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας σχετικά με ένα όργανο μετρήσεων,

18)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης,

19)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή οργάνου μετρήσεων που έχει ήδη καταστεί διαθέσιμο στον τελικό χρήστη,

20)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί να αποτρέψει τη διαθεσιμότητα στην αγορά οργάνου μετρήσεων που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού,

21)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθεσία της Ένωσης η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων,

22)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το όργανο μετρήσεων συμμορφώνεται με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

Άρθρο 5

Εφαρμογή στα υποσυστήματα

Όταν υπάρχουν ειδικά παραρτήματα για συγκεκριμένα όργανα, τα οποία ορίζουν τις ουσιώδεις απαιτήσεις για υποσυστήματα, η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται, τηρουμένων των αναλογιών, στα υποσυστήματα αυτά.

Τα υποσυστήματα και τα όργανα μετρήσεων μπορούν να αξιολογηθούν ανεξάρτητα και ξεχωριστά, για λόγους συμμόρφωσης.

Άρθρο 6

Ουσιώδεις απαιτήσεις

Το όργανο μετρήσεων πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στο αντίστοιχο ειδικό παράρτημα για το συγκεκριμένο όργανο.

Τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν, εφόσον χρειάζεται για την ορθή χρήση του οργάνου, οι πληροφορίες που αναφέρονται στο σημείο 9 του παραρτήματος I ή στο αντίστοιχο ειδικό παράρτημα για το συγκεκριμένο όργανο, να παρέχονται σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να καταστεί διαθέσιμο το εν λόγω όργανο.

Άρθρο 7

Διαθεσιμότητα στην αγορά και έναρξη χρήσης

1.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν, επικαλούμενα λόγους που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, τη διαθεσιμότητα στην αγορά και/ή την έναρξη της χρήσης οργάνου μετρήσεων που ικανοποιεί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι τα όργανα μετρήσεων καθίστανται διαθέσιμα στην αγορά και/ή χρησιμοποιούνται μόνον εάν πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Ένα κράτος μέλος δύναται να απαιτεί, για την έναρξη χρήσης ενός οργάνου μετρήσεων, να ανταποκρίνεται το όργανο αυτό σε διατάξεις που δικαιολογούνται από τις τοπικές κλιματικές συνθήκες. Στην περίπτωση αυτή, το κράτος μέλος επιλέγει κατάλληλα ανώτατα και κατώτατα όρια θερμοκρασίας από τον πίνακα 1 του παραρτήματος 1 και μπορεί να καθορίζει συνθήκες υγρασίας (συμπύκνωση ή μη συμπύκνωση) και να διευκρινίζει αν ο χώρος εγκατάστασης θα είναι ανοικτός ή κλειστός.

4.   Όταν ορίζονται διαφορετικές κλάσεις ακριβείας για τα όργανα μετρήσεων:

α)

τα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα, υπό τον τίτλο «Έναρξη χρήσης» δύνανται να καθορίζουν τις κλάσεις ακριβείας που πρέπει να χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένες εφαρμογές,

β)

σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, το κράτος μέλος μπορεί να καθορίζει τις κλάσεις ακριβείας που πρέπει να χρησιμοποιούνται για συγκεκριμένες εφαρμογές στο πλαίσιο των θεσπιζόμενων κλάσεων, υπό τον όρο ότι επιτρέπει τη χρήση όλων των κλάσεων ακριβείας στην επικράτειά του.

Για τους σκοπούς των στοιχείων α) ή β) μπορούν να χρησιμοποιούνται όργανα μετρήσεων υψηλότερης κλάσης ακριβείας, κατ’ επιλογή του ιδιοκτήτη.

5.   Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν την παρουσίαση σε εμποροπανηγύρεις, εκθέσεις, επιδείξεις, ή παρόμοιες εκδηλώσεις, οργάνων μετρήσεων που δεν συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, εφόσον ορατή επισήμανση αναφέρει σαφώς την έλλειψη συμμόρφωσης, καθώς και το ότι τα εν λόγω όργανα δεν προσφέρονται για να καταστούν διαθέσιμα στην αγορά και/ή να τεθούν σε χρήση, μέχρις ότου συμμορφωθούν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση των οργάνων μετρήσεων στην αγορά ή/και την έναρξη χρήσης τους, αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκριμένα όργανα.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο άρθρο 18 και διενεργούν ή αναθέτουν τη διενέργεια της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 17.

Όταν η συμμόρφωση ενός οργάνου μετρήσεων με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας αποδεικνύεται με τέτοια διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τοποθετούν τη σήμανση CE καθώς και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση.

3.   Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για 10 έτη, αφότου το όργανο μετρήσεων διατεθεί στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του οργάνου μετρήσεων και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα, τα κανονιστικά έγγραφα ή άλλες τεχνικές προδιαγραφές με βάση τα οποία δηλώνεται η συμμόρφωση ενός οργάνου μετρήσεων λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Όταν κρίνεται σκόπιμο, όσον αφορά την επίδοση του οργάνου μετρήσεων, οι κατασκευαστές διενεργούν δειγματοληπτικές δοκιμές στα όργανα μετρήσεων που έχουν καταστεί διαθέσιμα στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων και τις ανακλήσεις οργάνων μετρήσεων, και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για την εν λόγω παρακολούθηση.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα όργανα μετρήσεων που έχουν διαθέσει στην αγορά, φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που επιτρέπει την ταυτοποίησή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του οργάνου μετρήσεων, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται σε έγγραφο που συνοδεύει το όργανο μετρήσεων, και στη συσκευασία, εφόσον υπάρχει, σύμφωνα με το σημείο 9.2 του παραρτήματος I.

6.   Οι κατασκευαστές σημειώνουν στο όργανο μετρήσεων το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους στην οποία μπορεί κάποιος να έρθει σε επαφή με αυτούς ή, όταν δεν είναι δυνατόν, σε έγγραφο που συνοδεύει το όργανο μετρήσεων και στη συσκευασία του, σύμφωνα με το σημείο 9.2 του παραρτήματος I. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το όργανο μετρήσεων που έχουν διαθέσει στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ και από οδηγίες και άλλες πληροφορίες σύμφωνα με το σημείο 9.3 του παραρτήματος I σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

8.   Οι κατασκευαστές που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι όργανο μετρήσεων που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το όργανο μετρήσεων παρουσιάζει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία καθιστούν διαθέσιμο το όργανο μετρήσεων στην αγορά και παραθέτουν λεπτομέρειες, ειδικότερα για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματος της τελευταίας, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα όργανα μετρήσεων που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 9

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 8 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης του τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα εξής:

α)

να φυλάσσει τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο και να τα θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς για 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου μετρήσεων στην αγορά,

β)

να παρέχει στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος της αρχής αυτής, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων,

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τυχόν ενέργειες που έγιναν προς αποφυγή των κινδύνων που ενέχουν τα όργανα μετρήσεων που καλύπτει η εντολή τους.

Άρθρο 10

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων.

2.   Προτού διαθέσουν όργανο μετρήσεων στην αγορά και/ή πριν από την έναρξη χρήσης του, οι εισαγωγείς διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διενεργήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 17. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το όργανο μετρήσεων φέρει την απαιτούμενη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση και συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ και από τα απαιτούμενα έγγραφα και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 8 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι όργανο μετρήσεων δεν συμμορφώνεται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για το συγκεκριμένο όργανο, δεν διαθέτει το όργανο μετρήσεων στην αγορά ούτε το θέτει σε χρήση πριν αυτό συμμορφωθεί. Επίσης, όταν το όργανο μετρήσεων παρουσιάζει κίνδυνο, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν στο όργανο μετρήσεων το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, σε έγγραφο που συνοδεύει το όργανο μετρήσεων και στη συσκευασία του, αν υπάρχει, σύμφωνα με το σημείο 9.2 του παραρτήματος I. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το όργανο μετρήσεων συνοδεύεται από οδηγίες και άλλες πληροφορίες σύμφωνα με το σημείο 9.3 του παραρτήματος I σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, για όσο διάστημα το όργανο μετρήσεων βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για το συγκεκριμένο όργανο.

6.   Όταν κρίνεται σκόπιμο, όσον αφορά την επίδοση του οργάνου μετρήσεων, οι εισαγωγείς διενεργούν δειγματοληπτικές δοκιμές στα όργανα μετρήσεων που έχουν καταστεί διαθέσιμα στην αγορά, ερευνούν και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων και τις ανακλήσεις οργάνων μετρήσεων, και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για οποιαδήποτε τέτοια παρακολούθηση.

7.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι ένα όργανο μετρήσεων που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το όργανο μετρήσεων παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία καθιστούν διαθέσιμο στην αγορά το όργανο μετρήσεων και παραθέτουν λεπτομέρειες για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Οι εισαγωγείς τηρούν για 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου μετρήσεων στην αγορά αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να καταστεί διαθέσιμος στις εν λόγω αρχές, κατόπιν αιτήματός τους.

9.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση οργάνου μετρήσεων, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις εν λόγω αρχές. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα όργανα μετρήσεων που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 11

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμο στην αγορά ένα όργανο μετρήσεων και/ή το χρησιμοποιούν, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν όργανο μετρήσεων διαθέσιμο στην αγορά ή/και πριν από την έναρξη χρήσης του τελευταίου, επαληθεύουν ότι φέρει τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση, ότι συνοδεύεται από τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, από τα απαιτούμενα έγγραφα και από τις οδηγίες και άλλες πληροφορίες σύμφωνα με το σημείο 9.3 του παραρτήματος I, σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να καταστεί διαθέσιμο ή/και να τεθεί σε λειτουργία το όργανο μετρήσεων, και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 8 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 10 παράγραφος 3 αντίστοιχα.

Εφόσον ένας διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι ένα όργανο μετρήσεων δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για το συγκεκριμένο όργανο, τότε δεν μπορεί να καταστήσει το όργανο μετρήσεων διαθέσιμο στην αγορά, πριν αυτό συμμορφωθεί. Επιπλέον, ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το όργανο μετρήσεων παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, για όσο διάστημα το όργανο μετρήσεων βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για το συγκεκριμένο όργανο.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι ένα όργανο μετρήσεων που έχουν καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά ή που έχουν θέσει σε λειτουργία δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το όργανο μετρήσεων παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία καθιστούν διαθέσιμο στην αγορά το όργανο μετρήσεων και παραθέτουν λεπτομέρειες για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός των αρχών αυτών, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα όργανα μετρήσεων που έχουν καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά.

Άρθρο 12

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και συνεπώς υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 8, όταν διαθέτει όργανο μετρήσεων στην αγορά υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί όργανο μετρήσεων που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να θίξει τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 13

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, την ταυτότητα των κατωτέρω:

α)

κάθε οικονομικού φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει όργανο μετρήσεων·

β)

κάθε οικονομικού φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει όργανο μετρήσεων.

Οι οικονομικοί φορείς είναι σε θέση να υποβάλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθευτεί το όργανο μετρήσεων και επί 10 έτη αφότου έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι το όργανο μετρήσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΜΕΤΡΗΣΕΩΝ

Άρθρο 14

Τεκμήριο συμμόρφωσης των οργάνων μετρήσεων

1.   Τα όργανα μετρήσεων που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη τους, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα και τις οποίες αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη τους.

2.   Τα όργανα μετρήσεων που συμμορφώνονται με μέρη των κανονιστικών εγγράφων, κατάλογος των οποίων έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα και τις οποίες αφορούν τα εν λόγω μέρη κανονιστικών εγγράφων.

3.   Ένας κατασκευαστής μπορεί να επιλέγει τη χρήση οποιασδήποτε τεχνικής λύσης η οποία είναι σύμφωνη με τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I και στα αντίστοιχα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα. Επιπλέον, προκειμένου να επωφεληθεί από το τεκμήριο συμμόρφωσης, πρέπει να εφαρμόζει σωστά τις λύσεις που αναφέρονται είτε στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα είτε στα κανονιστικά έγγραφα που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2.

4.   Τα κράτη μέλη τεκμαίρουν τη συμμόρφωση με τις κατάλληλες δοκιμές που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο θ), εάν το αντίστοιχο πρόγραμμα δοκιμών έχει εκτελεσθεί σύμφωνα με τα σχετικά έγγραφα που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 και εάν τα αποτελέσματα των δοκιμών εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις ουσιώδεις απαιτήσεις.

Άρθρο 15

Δημοσίευση των στοιχείων αναφοράς των κανονιστικών εγγράφων

Κατόπιν αιτήματος κράτους μέλους, ή εξ ιδίας πρωτοβουλίας, η Επιτροπή, όταν είναι σκόπιμο:

α)

εντοπίζει κανονιστικά έγγραφα και σημειώνει, σε έναν κατάλογο, τα μέρη τους που ικανοποιούν τις απαιτήσεις τις οποίες καλύπτουν και που ορίζονται στο παράρτημα I και στα αντίστοιχα ειδικά παραρτήματα για συγκεκριμένα όργανα,

β)

δημοσιεύει τα στοιχεία αναφοράς των κανονιστικών εγγράφων και του καταλόγου που αναφέρεται στο στοιχείο α) στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 16

Απάλειψη των στοιχείων αναφοράς κανονιστικών εγγράφων

1.   Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή κρίνει ότι ένα κανονιστικό έγγραφο, του οποίου τα στοιχεία αναφοράς έχουν δημοσιευθεί ή πρόκειται να δημοσιευτούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν ανταποκρίνεται πλήρως προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις που καλύπτει και οι οποίες καθορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα, η Επιτροπή αποφασίζει:

α)

να δημοσιεύσει, να μη δημοσιεύσει ή να δημοσιεύσει με περιορισμούς τα στοιχεία αναφοράς των κανονιστικών εγγράφων στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

β)

να διατηρήσει ή να διατηρήσει με περιορισμούς στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή να αποσύρει τα στοιχεία αναφοράς των οικείων κανονιστικών εγγράφων από την Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου λαμβάνεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 2.

3.   Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου λαμβάνεται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 3.

Άρθρο 17

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης

Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης του οργάνου μετρήσεων με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις διενεργείται με την εφαρμογή, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, μιας από τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο ειδικό για το συγκεκριμένο όργανο σχετικό παράρτημα.

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης καθορίζονται στο παράρτημα II.

Οι φάκελοι και η αλληλογραφία που αφορούν τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης συντάσσονται στην ή τις επίσημες γλώσσες του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένος ο κοινοποιημένος οργανισμός ο επιφορτισμένος με τη διεξαγωγή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, ή σε γλώσσα αποδεκτή από τον οργανισμό αυτό.

Άρθρο 18

Τεχνικός φάκελος

1.   Ο τεχνικός φάκελος καθιστά κατανοητά τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου μετρήσεων και επιτρέπει την αξιολόγηση της συμμόρφωσής του με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Ο τεχνικός φάκελος είναι αρκούντως λεπτομερής ώστε να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α)

ο προσδιορισμός των μετρολογικών χαρακτηριστικών,

β)

η αναπαραγωγιμότητα των μετρολογικών επιδόσεων των παραγόμενων οργάνων μετρήσεων, όταν ρυθμίζονται ορθά με χρήση των κατάλληλων προς τούτο μέσων,

γ)

η ακεραιότητα του οργάνου μετρήσεων.

3.   Ο τεχνικός φάκελος, στον βαθμό που έχουν σημασία για την αξιολόγηση και την αναγνώριση του τύπου και/ή του οργάνου, περιλαμβάνει τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

γενική περιγραφή του οργάνου μετρήσεων,

β)

τα σχέδια και διαγράμματα σύλληψης και κατασκευής των κατασκευαστικών στοιχείων, υποσυστημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

γ)

κατασκευαστικές διαδικασίες για την εξασφάλιση συνεπούς παραγωγής,

δ)

ανάλογα με την περίπτωση, περιγραφή των ηλεκτρονικών συσκευών με σχέδια, διαγράμματα, διαγράμματα ροής της λογικής και γενικές πληροφορίες λογισμικού που εξηγούν τα χαρακτηριστικά και τη λειτουργία τους,

ε)

τις αναγκαίες περιγραφές και επεξηγήσεις για την κατανόηση των πληροφοριών που αναφέρονται στα στοιχεία β), γ) και δ), καθώς και της λειτουργίας του οργάνου μετρήσεων,

στ)

κατάλογο των αναφερόμενων στο άρθρο 14 εναρμονισμένων προτύπων και/ή κανονιστικών εγγράφων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

ζ)

περιγραφή των λύσεων που επέλεξε ο κατασκευαστής για να ανταποκριθεί στις ουσιώδεις απαιτήσεις σε περίπτωση που δεν έχουν εφαρμοσθεί τα εναρμονισμένα πρότυπα και/ή τα κανονιστικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 14, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή,

η)

αποτελέσματα υπολογισμών με παραστάσεις, εξετάσεις κ.λπ.,

θ)

αποτελέσματα υπολογισμών σχεδιασμού, ελέγχων κ.λπ., αποτελέσματα δοκιμών, εφόσον είναι αναγκαίο, για να αποδεικνύεται ότι ο τύπος και/ή τα όργανα μετρήσεων συμμορφώνονται με τα εξής:

τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά τις δηλωνόμενες ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας και τις οριζόμενες περιβαλλοντικές διαταραχές,

τις προδιαγραφές αντοχής στον χρόνο για τους μετρητές αερίων, νερού, θερμότητας και υγρών εκτός από το νερό,

ι)

τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ ή τα πιστοποιητικά εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ, προκειμένου για όργανα μετρήσεων μέρη των οποίων είναι πανομοιότυπα με εκείνα του σχεδίου.

4.   Ο κατασκευαστής υποδεικνύει τα σημεία στα οποία έχουν τοποθετηθεί σφραγίδες και σήματα.

5.   Ο κατασκευαστής επισημαίνει, ανάλογα με την περίπτωση, τις προϋποθέσεις συμβατότητας με διασυνδέσεις και υποσυστήματα.

Άρθρο 19

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή υπόδειγμα της οποίας ορίζεται στο παράρτημα XIII, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές ενότητες του παραρτήματος II και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμο στην αγορά το όργανο μετρήσεων.

3.   Όταν ένα όργανο μετρήσεων υπόκειται σε πάνω από μία πράξεις της Ένωσης που απαιτούν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, συντάσσεται μία μοναδική δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ όσον αφορά όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 20

Σήμανση συμμόρφωσης

Η συμμόρφωση ενός οργάνου μετρήσεων με την παρούσα οδηγία υποδηλώνεται από την παρουσία σ’ αυτό της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης που προσδιορίζονται στο άρθρο 21.

Άρθρο 21

Γενικές αρχές της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης

1.   Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

2.   Η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση αποτελείται από το κεφαλαίο γράμμα «Μ» και τα δύο τελευταία ψηφία του έτους τοποθέτησής της, εγγεγραμμένα σε ορθογώνιο παραλληλόγραμμο. Το ύψος του ορθογωνίου παραλληλογράμμου πρέπει να είναι ίσο με το ύψος της σήμανσης CE.

3.   Οι βασικές αρχές που περιγράφονται στο άρθρο 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία στη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση.

Άρθρο 22

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE και της συμπληρωματικής μετρολογικής σήμανσης

1.   Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο όργανο μετρήσεων ή στην πινακίδα με τα στοιχεία του κατασκευαστή. Όταν αυτό δεν είναι δυνατό ή όταν η φύση του οργάνου μετρήσεων δεν το επιτρέπει, η σήμανση CE τοποθετείται στα συνοδευτικά έγγραφα και στη συσκευασία, εφόσον υπάρχει.

2.   Όταν το όργανο μετρήσεων αποτελείται από μια σειρά διατάξεων που δεν αποτελούν μεν υποσυστήματα αλλά ωστόσο λειτουργούν από κοινού, η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετούνται στην κύρια διάταξη του οργάνου.

3.   Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετούνται πριν από τη διάθεση στην αγορά του οργάνου μετρήσεων.

4.   Η σήμανση CE και η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση μπορούν να τοποθετούνται επί του οργάνου κατά τη διαδικασία κατασκευής, εφόσον αυτό δικαιολογείται.

5.   Η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση τοποθετείται αμέσως μετά τη σήμανση CE.

Τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση ακολουθεί ο αριθμός ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής. όπως προσδιορίζεται στο παράρτημα II.

Ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού τοποθετείται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, σύμφωνα με τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

Ο αριθμός ταυτοποίησης του συγκεκριμένου κοινοποιημένου οργανισμού πρέπει να είναι ανεξίτηλος ή να αυτοκαταστρέφεται κατά την αφαίρεσή του.

6.   Η σήμανση CE, η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση και, όπου αρμόζει, ο αριθμός ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού μπορεί να συνοδεύονται από άλλο τυχόν σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

7.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE, και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 23

Κοινοποίηση

1.   Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

2.   Εφόσον κράτος μέλος δεν έχει εισαγάγει εθνική νομοθεσία για τις λειτουργίες μέτρησης που αναφέρονται στο άρθρο 3, διατηρεί το δικαίωμα να κοινοποιήσει έναν οργανισμό για τις εργασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αφορούν το εν λόγω όργανο μετρήσεων.

Άρθρο 24

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μια κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 29.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.   Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, κοινοποίηση ή παρακολούθηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική οντότητα, ο οργανισμός αυτός πρέπει να είναι νομικό πρόσωπο και να συμμορφώνεται, τηρουμένων των αναλογιών, προς τις απαιτήσεις του άρθρου 25. Επιπροσθέτως, αυτός ο οργανισμός διαθέτει την υποδομή για την κάλυψη των ευθυνών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 25

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 26

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 27

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή το όργανο μετρήσεων που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, παροχή, συναρμολόγηση, χρήση ή συντήρηση των οργάνων μετρήσεων τα οποία αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων είναι αποδεδειγμένες.

4.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με το σχεδιαστή, κατασκευαστή, προμηθευτή, υπεύθυνο εγκατάστασης, αγοραστή, ιδιοκτήτη, χρήστη ή συντηρητή των οργάνων μετρήσεων που αξιολογούν ούτε με τον αντιπρόσωπο των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων οργάνων μετρήσεων που είναι αναγκαία για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση των οργάνων μετρήσεων για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω οργάνων μετρήσεων ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Το δεύτερο εδάφιο, ωστόσο, δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανταλλαγής τεχνικών πληροφοριών μεταξύ του κατασκευαστή και του οργανισμού για τους σκοπούς της αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στο συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων του παραρτήματος II και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία οργάνων μετρήσεων για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης,

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας,

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του οργάνου μετρήσεων και τον μαζικό ή σε σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης,

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών,

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων που ορίζονται στο παράρτημα I και στα ειδικά παραρτήματα για συγκεκριμένα όργανα, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των κανονιστικών εγγράφων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης καθώς και της εθνικής νομοθεσίας,

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με το παράρτημα II ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 28

Τεκμήριο συμμόρφωσης των κοινοποιημένων οργανισμών

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 27, στο βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 29

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 27, και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει του παραρτήματος II.

Άρθρο 30

Διαπιστευμένα εσωτερικά όργανα

1.   Ένα διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διενέργεια δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης για την επιχείρηση της οποίας αποτελεί μέρος για τους σκοπούς εκτέλεσης των διαδικασιών που αναφέρονται στο σημείο 2 (ενότητα A2) και στο σημείο 5 (ενότητα Γ2) του παραρτήματος II. Το όργανο αυτό αποτελεί χωριστό, ευδιάκριτο μέρος της επιχείρησης και δεν συμμετέχει στο σχεδιασμό, την παραγωγή, τον εφοδιασμό, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των οργάνων μετρήσεων που θα αξιολογεί αυτό το όργανο.

2.   Το διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

είναι διαπιστευμένο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008,

β)

το όργανο και το προσωπικό του έχουν αναγνωρίσιμη οργανωτική δομή και μεθόδους αναφοράς εντός της επιχείρησης στην οποία ανήκουν, οι οποίες εξασφαλίζουν την αμεροληψία τους και την αποδεικνύουν στον σχετικό εθνικό οργανισμό διαπίστευσης,

γ)

το όργανο και το προσωπικό του δεν ευθύνονται για το σχεδιασμό, την κατασκευή, την προμήθεια, την εγκατάσταση, τη λειτουργία ή τη συντήρηση των οργάνων μετρήσεων που αξιολογούν και δεν εκτελούν δραστηριότητες που ενδέχεται να αντιβαίνουν στην ανεξαρτησία ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης,

δ)

το όργανο παρέχει τις υπηρεσίες του αποκλειστικά στην επιχείρηση στην οποία ανήκει.

3.   Τα διαπιστευμένα εσωτερικά όργανα δεν κοινοποιούνται στα κράτη μέλη ή την Επιτροπή, αλλά οι πληροφορίες για τη διαπίστευσή τους παρέχονται από την επιχείρηση της οποίας αποτελούν τμήμα ή από το εθνικό όργανο διαπίστευσης στην κοινοποιούσα αρχή, κατόπιν αιτήματός της αρχής αυτής.

Άρθρο 31

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και του οργάνου μετρήσεων ή των οργάνων μετρήσεων για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 27.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις του άρθρου 27.

Άρθρο 32

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 27.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Η εν λόγω κοινοποίηση περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με το είδος ή τα είδη οργάνων μετρήσεων για τα οποία έχει ορισθεί κάθε οργανισμός και, κατά περίπτωση, τις κλάσεις ακριβείας των οργάνων, την περιοχή μετρήσεων, την τεχνολογία μετρήσεων, και οποιοδήποτε άλλο χαρακτηριστικό του οργάνου περιορίζει το πεδίο εφαρμογής της κοινοποίησης. Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το όργανο μετρήσεων ή τα όργανα μετρήσεων και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 31 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 27.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τυχόν επακόλουθες αλλαγές στην κοινοποίηση.

Άρθρο 33

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών ταυτοποίησης που τους έχουν χορηγηθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 34

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 27 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 35

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ανάκλησης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

H εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 2.

Άρθρο 36

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις της συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στο παράρτημα II.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας που χρησιμοποιείται από τα οικεία όργανα μετρήσεων και τον μαζικό ή σε σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Στο πλαίσιο αυτό τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων προς την παρούσα οδηγία.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις που ορίζονται στο παράρτημα I ή στα αντίστοιχα εναρμονισμένα πρότυπα ή στις άλλες τεχνικές προδιαγραφές δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, τότε ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποιο προϊόν δεν συμμορφώνεται πια, τότε απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή αποσύρει το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.

Άρθρο 37

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 38

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών,

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης,

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς,

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους, δυνάμει της παρούσας οδηγίας, οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τα ίδια όργανα μετρήσεων τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 39

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 40

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι θεσμοθετείται ο κατάλληλος συντονισμός και συνεργασία μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας και ότι αυτά λειτουργούν σωστά με τη μορφή τομεακής ή διατομεακής ομάδας ή ομάδων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ομάδας ή των εν λόγω ομάδων, απευθείας ή μέσω διορισθέντων αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 41

Εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος των οργάνων μετρήσεων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά

Για τα όργανα μετρήσεων ισχύουν το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 42

Διαδικασία μεταχείρισης των οργάνων μετρήσεων που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι όργανο μετρήσεων που διέπεται από την παρούσα οδηγία παρουσιάζει κίνδυνο για ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που εμπίπτουν στην παρούσα οδηγία, τότε διενεργούν αξιολόγηση για το εν λόγω όργανο μετρήσεων που καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το όργανο μετρήσεων δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για να θέσει το όργανο μετρήσεων σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ή να το αποσύρει από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, αναλόγου προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο αυτές ορίζουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τα όργανα μετρήσεων που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας, εντός του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, δεν λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, τότε οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διαθεσιμότητα του οργάνου μετρήσεων στην εθνική αγορά ή να αποσύρουν το όργανο μετρήσεων από την αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταυτοποίηση του μη συμμορφούμενου οργάνου μετρήσεων, την καταγωγή του, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

το όργανο μετρήσεων δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος που ορίζονται στην παρούσα οδηγία ή

β)

ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα ή στα κανονιστικά έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 14 στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν ενστάσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή από την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμελλητί τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό όργανο μετρήσεων, όπως απόσυρση του οργάνου μετρήσεων από την αγορά.

Άρθρο 43

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 42 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει ληφθεί από κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρήσει το εθνικό μέτρο ως αντίθετο με τη νομοθεσία της Ένωσης, τότε η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο όργανο μετρήσεων αποσύρεται από τις αγορές τους. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων αποδίδεται σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων, που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

4.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του οργάνου μετρήσεων αποδίδεται σε ελλείψεις των κανονιστικών εγγράφων που αναφέρονται στο άρθρο 42 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 16.

Άρθρο 44

Συμμορφούμενα όργανα μετρήσεων που παρουσιάζουν κίνδυνο

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 42 παράγραφος 1, ότι όργανο μετρήσεων, αν και συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, εγκυμονεί κινδύνους για ζητήματα προστασίας του δημόσιου συμφέροντος, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το εν λόγω όργανο μετρήσεων, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν παρουσιάζει πια τον εν λόγω κίνδυνο ή για να αποσύρει το όργανο μετρήσεων από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που το κράτος μέλος ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλα τα όργανα μετρήσεων που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στην πληροφόρηση που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του οργάνου μετρήσεων, την καταγωγή του και την αλυσίδα εφοδιασμού του οργάνου μετρήσεων, τη φύση του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 46 παράγραφος 3.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

Άρθρο 45

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 42, όταν κράτος μέλος προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση CE ή η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση έχει τοποθετηθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 22 της παρούσας οδηγίας,

β)

η σήμανση CE ή η συμπληρωματική μετρολογική σήμανση δεν έχει τοποθετηθεί,

γ)

ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής, έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 22 ή δεν έχει τεθεί,

δ)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν συνοδεύει το όργανο μετρήσεων,

ε)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά,

στ)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης,

ζ)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 6 ή στο άρθρο 10 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς,

η)

δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 8 ή στο άρθρο 10.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθήσει να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα του οργάνου μετρήσεων στην αγορά και να εξασφαλίσει ότι αυτό ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΠΡΑΞΕΙΣ

Άρθρο 46

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Επιτροπή Οργάνων Μετρήσεων. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Σε περίπτωση που η γνωμοδότηση της επιτροπής πρέπει να ληφθεί μέσω γραπτής διαδικασίας, η διαδικασία αυτή ολοκληρώνεται χωρίς αποτέλεσμα, όταν, εντός της προθεσμίας έκδοσης της γνωμοδότησης, το αποφασίσει ο πρόεδρος της επιτροπής ή το ζητήσουν τα μέλη της επιτροπής με απλή πλειοψηφία.

5.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλης νομοθεσίας της Ένωσης.

Η επιτροπή δύναται επίσης να εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρο της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 47

Τροποποιήσεις των παραρτημάτων

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 48 σχετικά με την τροποποίηση των παραρτημάτων για συγκεκριμένα όργανα, όσον αφορά:

α)

τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα (MPES) και τις κλάσεις ακριβείας,

β)

τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας,

γ)

τις κρίσιμες τιμές μεταβολής,

δ)

τις διαταραχές.

Άρθρο 48

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία για την έκδοση πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η προβλεπόμενη στο άρθρο 47 εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή για περίοδο πέντε ετών από τις 18 Απριλίου 2014. Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση σχετικά με τις εξουσίες που της έχουν ανατεθεί το αργότερο εννέα μήνες πριν από τη λήξη της πενταετούς περιόδου. Η εξουσιοδότηση ανανεώνεται αυτομάτως για περιόδους ίδιας διάρκειας, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο προβάλλουν αντιρρήσεις το αργότερο τρεις μήνες πριν από τη λήξη κάθε περιόδου.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 47 είναι δυνατόν να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης τερματίζει την εξουσιοδότηση στην οποία αναφέρεται η ίδια αυτή απόφαση. Η απόφαση αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 47 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7

ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 49

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Οι κανόνες αυτοί δύνανται να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 50

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά και/ή την έναρξη χρήσης οργάνων μετρήσεων που διέπονται από την οδηγία 2004/22/ΕΚ και τα οποία συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και έχουν διατεθεί στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται δυνάμει της οδηγίας 2004/22/ΕΚ ισχύουν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

2.   Τα αποτελέσματα του άρθρου 23 της οδηγίας 2004/22/ΕΚ παραμένουν σε ισχύ έως τις 30 Οκτωβρίου 2016.

Άρθρο 51

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν έως τις 19 Απριλίου 2016 τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 4 σημεία 5 έως 22, τα άρθρα 8 έως 11, τα άρθρα 13, 14, 19 και 21, το άρθρο 22 παράγραφοι 1, 3, 5 και 6, τα άρθρα 23 έως 45, τα άρθρα 49 και 50, καθώς και με το παράρτημα II. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 20 Απριλίου 2016.

Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν τα εν λόγω μέτρα, αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος αυτής της αναφοράς και της διατύπωσης αυτής της δήλωσης καθορίζεται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 52

Κατάργηση

Με την επιφύλαξη του άρθρου 50, η οδηγία 2004/22/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις πράξεις που εμφαίνονται στο παράρτημα XIV μέρος Α καταργείται με ισχύ από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής της δέσμης οδηγιών που εμφαίνονται στο παράρτημα XIV μέρος Β.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XV.

Άρθρο 53

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα άρθρα 1, 2 και 3, το άρθρο 4 σημεία 1) έως 4), τα άρθρα 5, 6, 7, τα άρθρα 15 έως 18, το άρθρο 20, το άρθρο 22 παράγραφοι 2 και 4, καθώς και τα παραρτήματα I και III έως XII εφαρμόζονται από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 54

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 135 της 30.4.2004, σ. 1.

(4)  Βλέπε παράρτημα XIV μέρος Α.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(6)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(7)  ΕΕ L 390 της 31.12.2004, σ. 24.

(8)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(9)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

(10)  Οδηγία 2014/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2014, για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (βλέπε σελίδα 79 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Τα όργανα μετρήσεων παρέχουν υψηλό επίπεδο μετρολογικής προστασίας, έτσι ώστε κάθε ενδιαφερόμενος να μπορεί να εμπιστεύεται το αποτέλεσμα της μέτρησης, ενώ ο σχεδιασμός και η κατασκευή τους είναι υψηλού ποιοτικού επιπέδου από άποψη τεχνολογίας μετρήσεων και ασφάλειας των δεδομένων των μετρήσεων.

Οι ουσιώδεις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν τα όργανα μετρήσεων καθορίζονται κατωτέρω και συμπληρώνονται, κατά περίπτωση, από τις ειδικές απαιτήσεις για συγκεκριμένα όργανα των παραρτημάτων III έως ΧΙΙ τα οποία επεξηγούν ορισμένα σημεία των γενικών απαιτήσεων.

Στις λύσεις που υιοθετούνται για να ικανοποιηθούν οι ουσιώδεις απαιτήσεις, λαμβάνονται υπόψη η χρήση για την οποία προορίζεται το όργανο και η τυχόν αναμενόμενη κακή χρήση.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Μετρητέο μέγεθος

Ως «μετρητέο μέγεθος» νοείται το συγκεκριμένο φυσικό μέγεθος που αποτελεί αντικείμενο μέτρησης.

Επιδρών μέγεθος

Ως «επιδρών μέγεθος» νοείται άλλο φυσικό μέγεθος πλην του μετρητέου, το οποίο όμως επηρεάζει το αποτέλεσμα της μέτρησης.

Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Ως «ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας» νοούνται οι τιμές του μετρητέου και του επιδρώντος μεγέθους που συνθέτουν τις κανονικές συνθήκες λειτουργίας του οργάνου.

Διαταραχή

Ένα επιδρών μέγεθος του οποίου η τιμή κείται εντός των ορίων που καθορίζονται στη σχετική απαίτηση αλλά εκτός των οριζόμενων ονομαστικών συνθηκών λειτουργίας του οργάνου μετρήσεων. Ένα επιδρών μέγεθος συνιστά διαταραχή εάν, για το επιδρών αυτό μέγεθος, δεν ορίζονται οι ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας.

Κρίσιμη τιμή μεταβολής

Ως «κρίσιμη τιμή μεταβολής» νοείται η τιμή στην οποία η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης θεωρείται ανεπιθύμητη.

Υλικό μέτρο

Ως «υλικό μέτρο» νοείται μία διάταξη προοριζόμενη να αναπαράγει ή να παρέχει διαρκώς κατά τη χρήση της μία ή περισσότερες γνωστές τιμές ενός δεδομένου φυσικού μεγέθους.

Άμεση πώληση

Μια εμπορική συναλλαγή χαρακτηρίζεται ως άμεση πώληση, εφόσον:

το αποτέλεσμα της μέτρησης λαμβάνεται ως βάση για το καταβλητέο τίμημα και

τουλάχιστον ένα από τα συναλλασσόμενα κατά τη μέτρηση μέρη είναι καταναλωτής είτε οποιοδήποτε άλλο μέρος που χρήζει ανάλογου επιπέδου προστασίας και

όλα τα συναλλασσόμενα μέρη αποδέχονται το αποτέλεσμα της μέτρησης σε αυτόν τον χρόνο και τόπο.

Κλιματικά περιβάλλοντα

Τα κλιματικά περιβάλλοντα είναι οι συνθήκες υπό τις οποίες επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται τα όργανα μετρήσεων. Για να καλυφθούν οι κλιματικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών, καθορίστηκε σειρά ορίων θερμοκρασίας.

Υπηρεσία κοινής ωφελείας

Ως υπηρεσίες κοινής ωφελείας θεωρούνται οι φορείς παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, φυσικού αερίου, θερμότητας ή νερού.

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.   Ανεκτά σφάλματα

1.1.   Στις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας και απουσία διαταραχής, το σφάλμα μέτρησης δεν υπερβαίνει την τιμή του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που καθορίζεται στις αντίστοιχες ειδικές απαιτήσεις για το συγκεκριμένο όργανο.

Εκτός αντιθέτων διατάξεων στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα, το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα εκφράζεται ως δικατευθυνόμενη τιμή της απόκλισης από την αληθή τιμή μέτρησης.

1.2.   Στις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας και υπό την επήρεια διαταραχής, η απαιτούμενη επίδοση καθορίζεται στις αντίστοιχες ειδικές απαιτήσεις για το συγκεκριμένο όργανο.

Όταν το όργανο προορίζεται για χρήση σε συγκεκριμένο μόνιμο συνεχές μαγνητικό πεδίο, η επιτρεπόμενη επίδοση κατά τη δοκιμή «πεδίο ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας με διαμόρφωση κατά πλάτος» δεν πρέπει να υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα.

1.3.   Ο κατασκευαστής καθορίζει το φυσικό, το μηχανικό και το ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον στο οποίο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί το όργανο, την τροφοδότηση ισχύος και άλλα επιδρώντα μεγέθη που είναι πιθανόν να επηρεάσουν την ακρίβειά του, λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις που ορίζονται στα ειδικά παραρτήματα για το συγκεκριμένο όργανο.

1.3.1.   Κλιματικά περιβάλλοντα

Ο κατασκευαστής ορίζει το ανώτατο και το κατώτατο όριο θερμοκρασίας από τις τιμές του πίνακα 1, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στα παραρτήματα III έως XII, και δηλώνει εάν το όργανο έχει σχεδιαστεί για να λειτουργεί υπό συνθήκες συμπύκνωσης ή μη της υγρασίας, καθώς και αν το όργανο προορίζεται για ανοικτό ή για κλειστό χώρο.

Πίνακας 1

 

Όρια θερμοκρασίας

Ανώτατο όριο θερμοκρασίας

30 °C

40 °C

55 °C

70 °C

Κατώτατο όριο θερμοκρασίας

5 °C

–10 °C

–25 °C

–40 °C

α)

Τα μηχανικά περιβάλλοντα κατατάσσονται στις κλάσεις M1 έως M3.

M1

Η κλάση αυτή αφορά όργανα που χρησιμοποιούνται σε χώρους με ασήμαντες δονήσεις και κρούσεις, π.χ. προκειμένου για όργανα τοποθετημένα σε ελαφρά στηρίγματα που υφίστανται αμελητέες δονήσεις και κρούσεις, μεταδιδόμενες από τοπικές δραστηριότητες ανατίναξης ή έμπηξης πασσάλων, από θύρες που κλείνουν με πάταγο κ.λπ.

M2

Η κλάση αυτή αφορά όργανα που χρησιμοποιούνται σε χώρους που εμφανίζουν σημαντικά ή υψηλά επίπεδα δονήσεων και κρούσεων, οι οποίες μεταδίδονται π.χ. από μηχανήματα και διερχόμενα οχήματα στην περιοχή ή δίπλα σε βαριά μηχανήματα, μεταφορικούς ιμάντες κ.λπ.

M3

Η κλάση αυτή αφορά όργανα που χρησιμοποιούνται σε χώρους όπου τα επίπεδα δονήσεων και κρούσεων είναι υψηλά και πολύ υψηλά, π.χ. όργανα απευθείας στερεωμένα σε μηχανήματα, μεταφορικούς ιμάντες κ.λπ.

β)

Τα ακόλουθα επιδρώντα μεγέθη λαμβάνονται υπόψη μαζί με τα μηχανικά περιβάλλοντα:

δονήσεις,

μηχανικές κρούσεις.

α)

Τα ηλεκτρομαγνητικά περιβάλλοντα κατατάσσονται στις κλάσεις E1, E2 ή E3, όπως περιγράφεται κατωτέρω, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στα ειδικά παραρτήματα για τα συγκεκριμένα όργανα.

E1

Η κλάση αυτή αφορά όργανα που χρησιμοποιούνται σε χώρους με ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές οι οποίες αντιστοιχούν στις διαταραχές που είναι πιθανόν να υπάρχουν σε κατοικίες, εμπορικά καταστήματα και ελαφρές βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

E2

Η κλάση αυτή αφορά όργανα που χρησιμοποιούνται σε χώρους με ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές οι οποίες αντιστοιχούν στις διαταραχές που είναι πιθανόν να υπάρχουν σε άλλες βιομηχανικές εγκαταστάσεις.

E3

Η κλάση αυτή αφορά όργανα που τροφοδοτούνται από τον συσσωρευτή ενός οχήματος. Τα όργανα αυτά πρέπει να ικανοποιούν τις απαιτήσεις του Ε2 καθώς και τις παρακάτω συμπληρωματικές απαιτήσεις:

πτώσεις της τάσης λόγω της ενεργοποίησης των κυκλωμάτων του εκκινητή (μίζας) των κινητήρων εσωτερικής καύσης,

υπερτάσεις από τη μεταφορά φορτίου που συμβαίνουν στην περίπτωση κατά την οποία εκφορτισμένος συσσωρευτής αποσυνδεθεί ενώ λειτουργεί ο κινητήρας.

β)

Τα ακόλουθα επιδρώντα μεγέθη λαμβάνονται υπόψη μαζί με τα ηλεκτρομαγνητικά περιβάλλοντα:

διακοπές ρεύματος,

μικρές μειώσεις της τάσης,

στιγμιαίες υπερτάσεις στους αγωγούς τροφοδοσίας ή/και σήματος,

ηλεκτροστατικές εκκενώσεις,

ηλεκτρομαγνητικά πεδία ραδιοσυχνοτήτων,

ηλεκτρομαγνητικά πεδία αγόμενης ραδιοσυχνότητας στους αγωγούς τροφοδοσίας και/ή σήματος,

υπερτάσεις στους αγωγούς τροφοδοσίας και/ή σήματος.

1.3.4.   Άλλα επιδρώντα μεγέθη που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ανάλογα με την περίπτωση είναι:

διακύμανση της τάσης,

διακύμανση της συχνότητας του δικτύου,

μαγνητικά πεδία αγωγών τροφοδοσίας (εναλλασσόμενου ρεύματος),

οποιοδήποτε άλλο μέγεθος που είναι πιθανόν να επηρεάσει σημαντικά την ακρίβεια του οργάνου.

1.4.   Κατά τη διεξαγωγή των δοκιμών που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία, εφαρμόζονται τα ακόλουθα σημεία:

1.4.1.   Βασικοί κανόνες για τη διεξαγωγή των δοκιμών και για τον προσδιορισμό των σφαλμάτων

Οι ουσιώδεις απαιτήσεις των σημείων 1.1 και 1.2 ελέγχονται για κάθε σχετικό επιδρών μέγεθος. Εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά σε σχετικό παράρτημα για το συγκεκριμένο όργανο, οι ουσιώδεις αυτές απαιτήσεις εφαρμόζονται, όταν κάθε επιδρών μέγεθος ασκείται χωριστά και χωριστά αξιολογείται η επενέργειά του, ενώ τα υπόλοιπα επιδρώντα μεγέθη διατηρούνται σχετικώς σταθερά στην τιμή αναφοράς τους.

Οι μετρολογικές δοκιμές διεξάγονται κατά τη διάρκεια της άσκησης του επιδρώντος μεγέθους ή μετά από αυτήν, ανάλογα με τις συνθήκες που αντιστοιχούν στην κανονική κατάσταση λειτουργίας του οργάνου τη στιγμή κατά την οποία είναι πιθανόν να εκδηλωθεί το εκάστοτε επιδρών μέγεθος.

1.4.2.   Υγρασία περιβάλλοντος

α)

Ανάλογα με το φυσικό περιβάλλον λειτουργίας, στο οποίο προορίζεται να χρησιμοποιείται το όργανο, ενδεχομένως είναι κατάλληλη είτε η δοκιμή υγρής θερμότητας σε σταθερές συνθήκες (απουσία συμπύκνωσης) είτε η κυκλική δοκιμή υγρής θερμότητας (με συμπύκνωση).

β)

Η κυκλική δοκιμή υγρής θερμότητας ενδείκνυται στις περιπτώσεις σημαντικής συμπύκνωσης υδρατμών ή όταν η διείσδυση υδρατμών επιταχύνεται μέσω της αναπνοής. Σε συνθήκες όπου ο παράγοντας υγρασία δεν συνοδεύεται από συμπύκνωση, ενδείκνυται η δοκιμή υγρής θερμότητας σε σταθερές συνθήκες.

2.   Αναπαραγωγιμότητα

Η άσκηση του ίδιου μετρητέου μεγέθους σε διαφορετικό χώρο ή από διαφορετικό χρήστη, ενώ όλες οι υπόλοιπες συνθήκες παραμένουν αμετάβλητες, οδηγεί σε διαδοχικά αποτελέσματα μέτρησης που συμφωνούν μεταξύ τους. Η διαφορά μεταξύ των αποτελεσμάτων των μετρήσεων είναι μικρή σε σύγκριση με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα.

3.   Επαναληπτικότητα

Η άσκηση του ίδιου μετρητέου μεγέθους στις ίδιες συνθήκες μέτρησης οδηγεί σε διαδοχικά αποτελέσματα μέτρησης που συμφωνούν μεταξύ τους. Η διαφορά μεταξύ των αποτελεσμάτων των μετρήσεων είναι μικρή σε σύγκριση με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα.

4.   Διακριτική ικανότητα και ευαισθησία

Τα όργανα μετρήσεων είναι αρκετά ευαίσθητα, ενώ η διακριτική ικανότητα είναι αρκετά χαμηλή για τις μετρήσεις που προορίζονται να εκτελούν.

5.   Αντοχή στον χρόνο

Τα όργανα μετρήσεων είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε τα μετρολογικά χαρακτηριστικά τους να διατηρούνται επαρκώς σταθερά για χρονικό διάστημα που εκτιμά ο κατασκευαστής, με την προϋπόθεση ότι η εγκατάσταση, η συντήρηση και η χρήση τους είναι σύμφωνες με τις οδηγίες του κατασκευαστή στις συνθήκες περιβάλλοντος στις οποίες προορίζονται να χρησιμοποιούνται.

6.   Αξιοπιστία

Τα όργανα μετρήσεων είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να περιορίζουν όσο το δυνατόν περισσότερο την επίδραση ελαττωμάτων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανακριβές αποτέλεσμα μέτρησης, εκτός εάν τα εν λόγω ελαττώματα είναι εμφανή.

7.   Καταλληλότητα

7.1.

Τα όργανα μετρήσεων δεν διαθέτουν κανένα χαρακτηριστικό που θα μπορούσε να διευκολύνει τη δόλια χρήση τους, ενώ οι πιθανότητες ακούσιας κακής χρήσης είναι ελάχιστες.

7.2.

Τα όργανα μετρήσεων είναι κατάλληλα για τη χρήση για την οποία προορίζονται, λαμβανομένων υπόψη των πρακτικών συνθηκών λειτουργίας, και δεν απαιτούν υπέρμετρη προσπάθεια από τον χρήστη για να αποδώσουν ορθά αποτελέσματα μετρήσεων.

7.3.

Τα σφάλματα ενός οργάνου μέτρησης υπηρεσιών που παρέχουν οι επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, σε ροές ή ρεύματα εκτός του ελεγχόμενου φάσματος, δεν πρέπει να είναι υπέρ το δέον μονομερή.

7.4.

Σε περίπτωση όπου το όργανο μετρήσεων είναι σχεδιασμένο για τη μέτρηση τιμών του μετρητέου μεγέθους που παραμένουν σταθερές στο χρόνο, το όργανο δεν επηρεάζεται από μικρές διακυμάνσεις της τιμής του μετρητέου μεγέθους ή αντιδρά κατάλληλα.

7.5.

Τα όργανα μετρήσεων είναι κατασκευασμένα από υλικά ανθεκτικά και κατάλληλα για τις συνθήκες στις οποίες πρόκειται να χρησιμοποιούνται.

7.6.

Ένα όργανο μετρήσεων πρέπει να σχεδιάζεται έτσι ώστε να επιτρέπει τον έλεγχο των μετρητικών λειτουργιών μετά τη διάθεσή του στην αγορά και την έναρξη χρήσης του. Εφόσον απαιτείται, ο ειδικός εξοπλισμός ή το ειδικό λογισμικό που απαιτούνται για τον έλεγχο αυτόν πρέπει να αποτελούν μέρος του οργάνου. Η διαδικασία δοκιμής πρέπει να περιγράφεται στο εγχειρίδιο χρήσης.

Όταν ένα όργανο μετρήσεων έχει συναφές λογισμικό που παρέχει άλλες λειτουργίες πέραν της μέτρησης, το λογισμικό που έχει μείζονα σημασία για τα μετρολογικά χαρακτηριστικά πρέπει να αναγνωρίζεται και να μην επηρεάζεται πέραν του δέοντος από το συναφές λογισμικό.

8.   Προστασία από την αλλοίωση

8.1.

Τα μετρολογικά χαρακτηριστικά των οργάνων μετρήσεων δεν επηρεάζονται με κανέναν ανεπίτρεπτο τρόπο από τη σύνδεση άλλων συσκευών σε αυτά, από κανένα χαρακτηριστικό της συνδεδεμένης συσκευής ούτε από τυχόν απομακρυσμένες συσκευές που επικοινωνούν με το όργανο μετρήσεων.

8.2.

Τα μηχανικά κατασκευαστικά στοιχεία που έχουν καίρια σημασία για τα μετρολογικά χαρακτηριστικά είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να μπορούν να διασφαλίζονται. Τα προβλεπόμενα μέτρα ασφάλειας περιλαμβάνουν αποδεικτικά παρέμβασης.

8.3.

Το λογισμικό που έχει καίρια σημασία για τα μετρολογικά χαρακτηριστικά προσδιορίζεται και διασφαλίζεται.

Τα στοιχεία ταυτότητας του λογισμικού παρέχονται εύκολα από το όργανο μετρήσεων.

Τα αποδεικτικά παρέμβασης παραμένουν διαθέσιμα για εύλογο χρονικό διάστημα.

8.4.

Τα αποθηκευόμενα σε μνήμη ή μεταδιδόμενα δεδομένα μετρήσεων, το λογισμικό που έχει καίρια σημασία για τα μετρολογικά χαρακτηριστικά και οι σημαντικές από μετρολογικής πλευράς παράμετροι προστατεύονται επαρκώς από κάθε τυχαία ή σκόπιμη αλλοίωση.

8.5.

Δεν μπορεί να μηδενιστεί κατά τη χρήση, από τις οθόνες των οργάνων μέτρησης των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, η ένδειξη της συνολικής παρεχόμενης ποσότητας ή η ένδειξη από την οποία συνεπάγεται η συνολική παρεχόμενη ποσότητα στην οποία βασίζεται εν όλω ή εν μέρει η πληρωμή.

9.   Πληροφορίες που πρέπει να αναγράφονται στα όργανα και πληροφορίες που πρέπει να τα συνοδεύουν

9.1.

Τα όργανα μετρήσεων φέρουν τις ακόλουθες επιγραφές:

α)

το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το κατατεθέν εμπορικό σήμα του κατασκευαστή,

β)

πληροφορίες για την ακρίβειά τους,

και, ανάλογα με την περίπτωση:

γ)

πληροφορίες για τις συνθήκες χρήσης,

δ)

την ικανότητα μέτρησης,

ε)

την περιοχή μέτρησης,

στ)

τη σήμανση ταυτότητας,

ζ)

τον αριθμό του πιστοποιητικού εξέτασης του τύπου ΕΕ ή του πιστοποιητικού της εξέτασης ΕΕ του σχεδιασμού,

η)

πληροφορίες σχετικά με το εάν οι πρόσθετες συσκευές που παρέχουν μετρολογικά αποτελέσματα είναι σύμφωνες με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας περί νόμιμου μετρολογικού ελέγχου.

9.2.

Προκειμένου για όργανα των οποίων οι διαστάσεις είναι τόσο μικρές ή η διάταξη τόσο ευαίσθητη, ώστε δεν είναι δυνατόν να φέρουν τις απαιτούμενες επιγραφές, οι σχετικές πληροφορίες πρέπει να αναγράφονται με κατάλληλο τρόπο στη θήκη του οργάνου και στα έγγραφα που το συνοδεύουν, τα οποία απαιτούνται από τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

9.3.

Τα όργανα συνοδεύονται από πληροφορίες σχετικά με τη λειτουργία τους, εκτός αν η απλότητα του οργάνου μέτρησης καθιστά την απαίτηση αυτή περιττή. Οι πληροφορίες οι οποίες πρέπει να είναι ευνόητες και να περιλαμβάνουν, ανάλογα με την περίπτωση:

α)

τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας,

β)

τις κλάσεις, μηχανικού και ηλεκτρομαγνητικού περιβάλλοντος,

γ)

τα ανώτατα και τα κατώτατα όρια θερμοκρασίας, αν επιτρέπεται ή όχι η συμπύκνωση των υδρατμών, η λειτουργία σε ανοικτό ή σε κλειστό χώρο,

δ)

οδηγίες για την εγκατάσταση, τη συντήρηση, τις επισκευές, τις επιτρεπτές ρυθμίσεις,

ε)

οδηγίες για την ορθή λειτουργία και τις τυχόν ειδικές συνθήκες χρήσης,

στ)

προϋποθέσεις συμβατότητας με διεπαφές, υποσυστήματα ή όργανα μέτρησης.

9.4.

Ομάδες ταυτόσημων οργάνων μέτρησης, που χρησιμοποιούνται στον ίδιο τόπο ή χρησιμοποιούνται για μετρήσεις από τις επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, δεν απαιτούν κατ’ ανάγκην εγχειρίδια οδηγιών για κάθε όργανο χωριστά.

9.5.

Εκτός αντιθέτων προδιαγραφών σε ειδικό παράρτημα για συγκεκριμένο όργανο, οι υποδιαιρέσεις της κλίμακας για τις μετρούμενες τιμές έχουν τη μορφή 1 × 10n, 2 × 10n ή 5 × 10n, όπου n ακέραιος αριθμός ή μηδέν. Η μονάδα μέτρησης ή το σύμβολό της εμφαίνεται κοντά στην αριθμητική τιμή.

9.6.

Τα υλικά μέτρα φέρουν ονομαστική τιμή ή κλίμακα, συνοδευόμενη από τη μονάδα μέτρησης.

9.7.

Οι χρησιμοποιούμενες μονάδες μέτρησης και τα σύμβολά τους είναι τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της νομοθεσίας της Ένωσης περί των μονάδων μέτρησης και των συμβόλων τους.

9.8.

Όλα τα σημεία και επιγραφές που επιβάλλουν οι απαιτήσεις είναι ευκρινή, ανεξίτηλα και δεν επιδέχονται παρανόηση ούτε μετατόπιση.

10.   Ένδειξη του αποτελέσματος

10.1.

Η ένδειξη του αποτελέσματος απεικονίζεται σε οθόνη ή εκτυπώνεται σε χαρτί.

10.2.

Η ένδειξη του αποτελέσματος είναι ευκρινής και δεν επιδέχεται παρανόηση, ενώ συνοδεύεται από τα αναγκαία σημεία και επιγραφές για να αντιλαμβάνεται ο χρήστης τη σημασία του αποτελέσματος. Σε κανονικές συνθήκες χρήσης, η ανάγνωση της ένδειξης του αποτελέσματος είναι ευχερής. Επιτρέπεται η εμφάνιση και άλλων ενδείξεων, με την προϋπόθεση ότι δεν μπορούν να προκαλέσουν σύγχυση με τις ενδείξεις που ελέγχονται μετρολογικά.

10.3.

Στην περίπτωση της εκτύπωσης των αποτελεσμάτων, τα τυπωμένα ή καταγραμμένα αποτελέσματα είναι επίσης ευανάγνωστα και ανεξίτηλα.

10.4.

Τα όργανα μετρήσεων που χρησιμοποιούνται σε εμπορικές συναλλαγές άμεσης πώλησης είναι σχεδιασμένα κατά τρόπον ώστε να δείχνουν το αποτέλεσμα της μέτρησης σε αμφότερα τα συναλλασσόμενα μέρη, μετά την εγκατάστασή τους για τον ανωτέρω σκοπό. Όταν είναι κρίσιμο στην περίπτωση άμεσης πώλησης, το τυχόν δελτίο που παρέχεται στον καταναλωτή από βοηθητική συσκευή η οποία δεν είναι σύμφωνη προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας πρέπει να φέρει κατάλληλες περιοριστικές πληροφορίες.

10.5.

Ανεξαρτήτως του εάν οι ενδείξεις των οργάνων μετρήσεων που χρησιμοποιούνται για σκοπούς μέτρησης των υπηρεσιών που παρέχονται από επιχειρήσεις κοινής ωφελείας είναι δυνατόν να διαβάζονται εξ αποστάσεως, τα όργανα αυτά πρέπει οπωσδήποτε να είναι εφοδιασμένα με μετρολογικά ελεγχόμενη οθόνη η οποία είναι εύκολα προσπελάσιμη από τον καταναλωτή χωρίς τη χρήση εργαλείων. Η ένδειξη της οθόνης αυτής είναι το αποτέλεσμα μέτρησης που χρησιμεύει ως βάση για το καταβλητέο τίμημα.

11.   Περαιτέρω επεξεργασία δεδομένων για το κλείσιμο της εμπορικής συναλλαγής

11.1.

Τα όργανα μετρήσεων, πλην εκείνων που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις κοινής ωφελείας, καταγράφουν σε μέσο διαρκείας το αποτέλεσμα κάθε μέτρησης καθώς και στοιχεία για την αναγνώριση της συγκεκριμένης συναλλαγής στις περιπτώσεις που:

α)

η μέτρηση δεν είναι δυνατόν να επαναληφθεί και

β)

το όργανο μετρήσεων προορίζεται κανονικά να χρησιμοποιείται χωρίς την παρουσία ενός από τα συναλλασσόμενα μέρη.

11.2.

Επιπλέον, κατά το χρόνο ολοκλήρωσης της μέτρησης πρέπει να διατίθεται, εφόσον ζητηθεί, αποδεικτικό διαρκείας του αποτελέσματος της μέτρησης και των στοιχείων που επιτρέπουν την αναγνώριση της συναλλαγής.

12.   Αξιολόγηση της συμμόρφωσης

Τα όργανα μετρήσεων είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να μπορεί να εκτιμηθεί με ευχέρεια η συμμόρφωσή τους προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΕΝΟΤΗΤΑ Α:   ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Ο εσωτερικός έλεγχος της παραγωγής είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4, και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι τα σχετικά όργανα μετρήσεων πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο φάκελος αυτός επιτρέπει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του οργάνου με τις σχετικές απαιτήσεις, και δε να συμπεριλαμβάνει κατάλληλη ανάλυση και αξιολόγηση του κινδύνου ή των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει – στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση — τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα προκειμένου η διεργασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων με τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 2 και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

4.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία σε κάθε χωριστό όργανο μετρήσεων που ανταποκρίνεται στις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη διατηρεί σε συνδυασμό με τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία διάθεσης του οργάνου μετρήσεων στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το όργανο για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ A2:   ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΕΛΕΓΧΟΙ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ ΣΕ ΤΥΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ

1.   Ο εσωτερικός έλεγχος της παραγωγής και οι έλεγχοι οργάνων υπό εποπτεία σε τυχαία χρονικά διαστήματα είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3, 4 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι τα όργανα μετρήσεων πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του κινδύνου ή των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει – στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση — τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα για να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων με τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 2 και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

4.   Έλεγχοι οργάνων

Κατ’ επιλογήν του κατασκευαστή, είτε ένα διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο είτε κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής διενεργεί ελέγχους των οργάνων ή αναθέτει σε τυχαία χρονικά διαστήματα που καθορίζει ο ίδιος, προκειμένου να ελέγχει την ποιότητα των εσωτερικών ελέγχων του οργάνου, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την τεχνολογική πολυπλοκότητα των οργάνων και την ποσότητα παραγωγής. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών οργάνων μετρήσεων, το οποίο λαμβάνεται επιτόπου από τον οργανισμό πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, και διεξάγονται οι ενδεδειγμένες δοκιμές, οι οποίες προσδιορίζονται στα σχετικά μέρη των εναρμονισμένων προτύπων και/ή κανονιστικών εγγράφων και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να επαληθευτεί η συμμόρφωση των οργάνων με τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο ή κανονιστικό έγγραφο, αποφασίζει το εκάστοτε διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο ή κοινοποιημένος οργανισμός ποιες κατάλληλες δοκιμές πρέπει να διεξαχθούν.

Σε περίπτωση που σημαντικός αριθμός των οργάνων του δείγματος δεν πληροί ένα αποδεκτό επίπεδο ποιότητας, το διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο ή ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

Στην περίπτωση που οι δοκιμές διεξάγονται από κοινοποιημένο οργανισμό, ο κατασκευαστής δύναται να θέτει, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE, και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για το μοντέλο οργάνου και τη διατηρεί μαζί με τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα δέκα ετών από την ημερομηνία διάθεσης του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το όργανο, για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ B:   ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΥΠΟΥ ΕΕ

1.

«Εξέταση τύπου ΕΕ» είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ένας κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει τον τεχνικό σχεδιασμό ενός οργάνου και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι στον τεχνικό σχεδιασμό του οργάνου έχουν τηρηθεί οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτό.

2.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι δυνατόν να διενεργείται με οποιονδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:

α)

εξέταση δείγματος, αντιπροσωπευτικού της προγραμματισμένης παραγωγής, από το πλήρες όργανο μετρήσεων (τύπος παραγωγής),

β)

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των κατά το σημείο 3 δικαιολογητικών και της εξέτασης δειγμάτων, αντιπροσωπευτικών της εξεταζόμενης παραγωγής, από ένα ή περισσότερα κρίσιμα μέρη του οργάνου (συνδυασμός τύπου παραγωγής και τύπου σχεδιασμού),

γ)

αξιολόγηση της επάρκειας του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου μέσω της εξέτασης του τεχνικού φακέλου και των κατά το σημείο 3 δικαιολογητικών, χωρίς εξέταση δείγματος (τύπος σχεδιασμού).

Για τον ενδεδειγμένο τρόπο και τα απαιτούμενα δείγματα αποφασίζει ο κοινοποιημένος οργανισμός.

3.

Η αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο τεχνικός αυτός φάκελος επιτρέπει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του οργάνου με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και αξιολόγηση του κινδύνου ή των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει, στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση, τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

Η αίτηση περιέχει επιπλέον, κατά περίπτωση:

δ)

τα αντιπροσωπευτικά δείγματα της προγραμματισμένης παραγωγής. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον δείγματα, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών,

ε)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα εν λόγω δικαιολογητικά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα που έχουν χρησιμοποιηθεί ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοστεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή τα κανονιστικά έγγραφα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.

4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

 

Ως προς το όργανο:

4.1.

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την επάρκεια του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου.

 

Ως προς τα δείγματα:

4.2.

επαληθεύει αν τα δείγματα έχουν κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων και/ή κανονιστικών εγγράφων καθώς και τα στοιχεία που έχουν σχεδιασθεί σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές,

4.3.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων και κανονιστικών εγγράφων οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά,

4.4.

διεξάγει ενδεδειγμένες έρευνες και δοκιμές, ή αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή τους, για να εξακριβώσει, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, ή/και κανονιστικών εγγράφων κατά πόσον οι λύσεις που υιοθέτησε ο κατασκευαστής με την εφαρμογή άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας,

4.5.

συμφωνεί με τον κατασκευαστή τον τόπο όπου θα διεξαχθούν οι εξετάσεις και οι δοκιμές.

 

Ως προς τα υπόλοιπα μέρη του οργάνου μετρήσεων:

4.6.

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την ορθότητα του τεχνικού σχεδιασμού των υπόλοιπων μερών του οργάνου μετρήσεων.

5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

6.

Εφόσον ο τύπος τηρεί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους τυχόν όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες έτσι ώστε να επιτρέπουν την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευαζόμενων οργάνων μετρήσεων με τον εξετασθέντα τύπο, καθώς και τον έλεγχο εν λειτουργία. Συγκεκριμένα, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευαζόμενων οργάνων με τον εξετασθέντα τύπο όσον αφορά τη δυνατότητα αναπαραγωγής των μετρολογικών χαρακτηριστικών τους, εφόσον ρυθμίζονται ορθώς με τα κατάλληλα προς τούτο μέσα, το πιστοποιητικό περιλαμβάνει:

τα μετρολογικά χαρακτηριστικά του τύπου του οργάνου,

τα μέτρα που απαιτούνται για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των οργάνων (σφράγιση, αναγνώριση του λογισμικού κ.λπ.),

πληροφορίες για άλλα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την αναγνώριση των οργάνων και για τον έλεγχο της οπτικής εξωτερικής συμμόρφωσής τους με τον τύπο,

εφόσον απαιτείται, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την επαλήθευση των χαρακτηριστικών των κατασκευαζόμενων οργάνων,

στην περίπτωση υποσυστημάτων, όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εξασφάλιση της συμβατότητας με άλλα υποσυστήματα ή όργανα μέτρησης.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ισχύει για δέκα έτη από την ημερομηνία έκδοσής του και στη συνέχεια μπορεί να ανανεώνεται για περιόδους δέκα ετών κάθε φορά.

Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και αποφασίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

8.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, κάθε μετατροπή του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάζει τη συμμόρφωση του οργάνου με τις ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις μετατροπές αυτές, απαιτείται συμπληρωματική έγκριση υπό μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

9.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός γνωστοποιεί την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες πιστοποιητικών που έχει εκδώσει ή ανακαλέσει και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτές που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ ή/και των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του, και των προσθηκών, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που υποβάλλει ο κατασκευαστής μέχρι τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού αυτού.

10.

Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

11.

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 8 και 10, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΒΑΣΕΙ ΤΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Η «συμμόρφωση με τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής» είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 3 και βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων ανταποκρίνονται στον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε η διεργασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων μετρήσεων με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

3.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

3.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στον τύπο ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ καθώς και στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

4.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 3 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ2:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΥΠΟ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΕΛΕΓΧΟΙ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΣΕ ΤΥΧΑΙΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΑ

1.   Η συμμόρφωση με τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και η διενέργεια ελέγχων υπό εποπτεία σε τυχαία χρονικά διαστήματα είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4 και βεβαιώνεται και δηλώνει ότι υπό την αποκλειστική ευθύνη του τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων ανταποκρίνονται στον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε η διεργασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων μετρήσεων με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

3.   Έλεγχοι οργάνων

Κατ’ επιλογήν του κατασκευαστή, είτε ένα διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο είτε κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή ελέγχων στα όργανα σε τυχαία χρονικά διαστήματα που καθορίζονται από αυτόν, προκειμένου να ελεγχθεί η ποιότητα των εσωτερικών ελέγχων του οργάνου, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, την τεχνολογική πολυπλοκότητα των οργάνων μετρήσεων και την ποσότητα παραγωγής. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών οργάνων μετρήσεων, το οποίο λαμβάνεται επιτόπου από διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο ή τον κοινοποιημένο οργανισμό πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά, και διεξάγονται οι ενδεδειγμένες δοκιμές, οι οποίες προσδιορίζονται στα σχετικά μέρη των εναρμονισμένων προτύπων, και/ή τα κανονιστικά έγγραφα ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να επαληθευτεί η συμμόρφωση του οργάνου με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Σε περίπτωση όπου το δείγμα δεν πληροί τις απαιτήσεις σύμφωνα με ένα αποδεκτό επίπεδο ποιότητος, το διαπιστευμένο εσωτερικό όργανο ή ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

Προορισμός της εφαρμοστέας διαδικασίας δειγματοληψίας προς έγκριση είναι να καθοριστεί εάν η διεργασία κατασκευής του οργάνου λειτουργεί εντός αποδεκτών ορίων, με σκοπό την εξασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου.

Στην περίπτωση που οι δοκιμές διεξάγονται από κοινοποιημένο οργανισμό, ο κατασκευαστής δύναται να θέτει, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

4.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE, και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία σε κάθε χωριστό όργανο μετρήσεων που συμμορφώνεται με τον τύπο, ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, καθώς και στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Δ:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Η «συμμόρφωση με τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας της διεργασίας παραγωγής είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνεται και δηλώνει υπό την αποκλειστική του ευθύνη ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων συμμορφώνονται με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας της παραγωγής και της επιθεώρησης του τελικού προϊόντος και των δοκιμών για τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων, όπως καθορίζονται στο σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που καθορίζεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων,

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο εν λόγω φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει μια συνεπή ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και αρχείων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων καθώς και του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων της διοίκησης όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων,

β)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν,

γ)

των αναλύσεων και δοκιμών που θα διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή καθώς και της συχνότητας με την οποία θα διεξάγονται,

δ)

των αρχείων καταχώρισης στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού,

ε)

των μέσων με τα οποία παρακολουθείται η επίτευξη της απαιτούμενης ποιότητας των προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού οργάνου και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε) για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να εντοπίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου με τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας κάθε μελετώμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τυχόν προτεινόμενες αλλαγές και αποφαίνεται αν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας εξακολουθεί να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του σημείου 3.2 ή επιβάλλεται επαναξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης για τους σκοπούς της αξιολόγησης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως δε:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

β)

τα αρχεία ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αναγνωριστικό αριθμό του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο μετρήσεων που ανταποκρίνεται στον τύπο, ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, καθώς και στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή ενεκρίθη,

γ)

τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Δ1:   ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΔΙΕΡΓΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Η διασφάλιση ποιότητας της διεργασίας παραγωγής είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 4 και 7 και βεβαιώνεται και δηλώνει υπό την αποκλειστική ευθύνη του ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει – στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση — τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

3.   Ο κατασκευαστής διατηρεί τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από την ημερομηνία διάθεσης του οργάνου στην αγορά.

4.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας της παραγωγής και της επιθεώρησης και των δοκιμών του τελικού προϊόντος για τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων, όπως καθορίζεται στο σημείο 5, και υπόκειται στην επιτήρηση που καθορίζεται στο σημείο 6.

5.   Σύστημα ποιότητας

5.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων,

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

ε)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 2.

5.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο εν λόγω φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει μια συνεπή ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και αρχείων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων καθώς και του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων της διοίκησης όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων,

β)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν,

γ)

των αναλύσεων και δοκιμών που θα διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή καθώς και της συχνότητας με την οποία θα διεξάγονται,

δ)

των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού,

ε)

των μέσων με τα οποία θα παρακολουθείται η επίτευξη της απαιτούμενης ποιότητας των προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

5.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 5.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού οργάνου και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 2 για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

5.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

5.5.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας κάθε μελετώμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 5.2 ή εάν χρειάζεται να γίνει νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

6.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

6.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

6.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης για τους σκοπούς της αξιολόγησης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως δε:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 2,

γ)

τα αρχεία ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού.

6.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

6.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

7.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

7.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ, τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 5.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο μετρήσεων που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

7.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

8.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 5.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 5.5, ως αυτή εγκρίθηκε,

γ)

τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 5.5, 6.3 και 6.4.

9.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

10.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3, 5.1, 5.5, 7 και 8 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Ε:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας του οργάνου είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνεται και δηλώνει υπό την αποκλειστική του ευθύνη ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων ανταποκρίνονται στον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας της επιθεώρησης του τελικού προϊόντος και των δοκιμών για τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων, όπως καθορίζεται στο σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που καθορίζεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων,

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο εν λόγω φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει μια συνεπή ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και αρχείων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των ειδών πυροτεχνίας,

β)

των ελέγχων και των δοκιμών που θα διεξαχθούν μετά την κατασκευή,

γ)

των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού,

δ)

των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού οργάνου και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1 στοιχείο ε) για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να εντοπίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου με τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα πορίσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν χρειάζεται να γίνει νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης για τους σκοπούς της αξιολόγησης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως δε:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

β)

τα αρχεία ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στον τύπο, ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, καθώς και στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από την ημερομηνία διάθεσης του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή εγκρίθηκε,

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ E1:   ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ ΤΟΥ ΤΕΛΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ

1.   Η διασφάλιση ποιότητας της επιθεώρησης και των δοκιμών του τελικού οργάνου είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 4 και 7 και βεβαιώνεται και δηλώνει υπό την αποκλειστική ευθύνη του ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει – στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση — τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

3.   Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

4.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας της επιθεώρησης και των δοκιμών του τελικού προϊόντος για τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων, όπως καθορίζεται στο σημείο 5, και υπόκειται στην επιτήρηση που καθορίζεται στο σημείο 6.

5.   Σύστημα ποιότητας

5.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητάς του σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων,

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

ε)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 2.

5.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων καθώς και του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων της διοίκησης όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων,

β)

των ελέγχων και των δοκιμών που θα διεξαχθούν μετά την κατασκευή,

γ)

των αρχείων καταχώρισης στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού,

δ)

των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

5.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 5.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού οργάνου και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 2 για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

5.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

5.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 5.2 ή εάν χρειάζεται να γίνει νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

6.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

6.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

6.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης για τους σκοπούς της αξιολόγησης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως δε:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 2,

γ)

τα αρχεία ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού.

6.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

6.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

7.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

7.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ, τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 5.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο μετρήσεων που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

7.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

8.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 5.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 5.5, ως αυτή εγκρίθηκε,

γ)

τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 5.5, 6.3 και 6.4.

9.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

10.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3, 5.1, 5.5, 7 και 8 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται, εξ ονόματός του και υπ’ ευθύνη του, από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤ:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΕΠΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

1.   Η συμμόρφωση με τον τύπο με βάση την επαλήθευση προϊόντων είναι το τμήμα μιας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 5.1 και 6 και βεβαιώνεται και δηλώνει υπό την αποκλειστική του ευθύνη ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις του σημείου 3 ανταποκρίνονται στον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα ώστε η διεργασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων μετρήσεων με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

3.   Επαλήθευση

Ένας κοινοποιημένος οργανισμός, τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής, διεξάγει τις ενδεδειγμένες έρευνες και δοκιμές ή αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή τους για να επαληθεύσει τη συμμόρφωση των οργάνων με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Οι έρευνες και δοκιμές για την επαλήθευση της συμμόρφωσης των οργάνων μετρήσεων με τις κατάλληλες απαιτήσεις συνίστανται, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, είτε σε εξέταση και δοκιμή κάθε οργάνου, όπως καθορίζεται στο σημείο 4, είτε σε εξέταση και δοκιμή των οργάνων μετρήσεων με στατιστική μέθοδο, όπως καθορίζεται στο σημείο 5.

4.   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμή κάθε οργάνου

4.1.

Εξετάζονται όλα τα όργανα μετρήσεων το καθένα χωριστά και υποβάλλονται στις κατάλληλες δοκιμές, που καθορίζονται στο σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο ή πρότυπα και/ή κανονιστικά έγγραφα ή σε ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, για να εξακριβωθεί η συμμόρφωσή τους με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις κατάλληλες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Εάν δεν υπάρχει εναρμονισμένο πρότυπο ή κανονιστικό έγγραφο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός ποιες κατάλληλες δοκιμές πρέπει να διεξαχθούν.

4.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του σε κάθε εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών για σκοπούς επιθεώρησης επί 10 έτη από τη διάθεση στην αγορά του οργάνου.

5.   Στατιστική εξακρίβωση της συμμόρφωσης

5.1.

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διεργασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν την ομοιογένεια κάθε παραγόμενης παρτίδας, και προσκομίζει τα όργανα μετρήσεων προς εξακρίβωση με τη μορφή ομοιογενών παρτίδων.

5.2.

Από κάθε παρτίδα λαμβάνεται τυχαίο δείγμα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του σημείου 5.3. Εξετάζονται όλα τα όργανα μετρήσεων του δείγματος το καθένα χωριστά και υποβάλλονται στις κατάλληλες δοκιμές, που καθορίζονται στο σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο ή πρότυπα και/ή κανονιστικό έγγραφο ή έγγραφα και/ή σε ισοδύναμες δοκιμές που καθορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, για να εξακριβωθεί η συμμόρφωσή τους με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, καθώς και για να κριθεί η αποδοχή ή η απόρριψη της παρτίδας. Εάν δεν υπάρχει εναρμονισμένο πρότυπο ή κανονιστικό έγγραφο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός ποιες κατάλληλες δοκιμές πρέπει να διεξαχθούν.

5.3.

Η στατιστική διαδικασία πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

Ο στατιστικός έλεγχος βασίζεται σε χαρακτηριστικά των οργάνων. Το σύστημα δειγματοληψίας εξασφαλίζει:

α)

ποιοτικό επίπεδο που αντιστοιχεί σε πιθανότητα αποδοχής 95 % με ποσοστό μη συμμόρφωσης μικρότερο του 1 %,

β)

οριακή ποιότητα που αντιστοιχεί σε πιθανότητα αποδοχής 5 % με ποσοστό μη συμμόρφωσης μικρότερο του 7 %.

5.4.

Εάν η παρτίδα γίνει αποδεκτή, θεωρείται ότι εγκρίνονται όλα τα όργανα μετρήσεων της παρτίδας, εκτός από τα όργανα μετρήσεων του δείγματος για τα οποία τα αποτελέσματα των δοκιμών δεν ήταν ικανοποιητικά.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του σε κάθε εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής φυλάσσει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης για να τα επιδεικνύει στις εθνικές αρχές για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

5.5.

Εάν η παρτίδα απορρίπτεται, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για να μην διατεθεί στην αγορά η συγκεκριμένη παρτίδα. Σε περίπτωση συχνής απόρριψης παρτίδων, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να αναστέλλει τη στατιστική εξακρίβωση και να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα.

6.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

6.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3, τον αναγνωριστικό αριθμό του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που συμμορφώνεται με τον εγκεκριμένο τύπο, ο οποίος περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, καθώς και πληροί τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

6.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

Εφόσον ο κοινοποιημένος οργανισμός που αναφέρεται στο σημείο 3 συμφωνεί, και υπό την ευθύνη του, δύναται και ο κατασκευαστής να θέτει τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού.

7.   Εάν ο κοινοποιημένος οργανισμός συμφωνεί, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής δύναται να θέτει τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου στα όργανα μετρήσεων κατά τη διεργασία κατασκευής.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5.1.

ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤ1:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

1.   Συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση προϊόντων είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3, 6.1 και 7 και διασφαλίζει και δηλώνει υπό την αποκλειστική του ευθύνη ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις του σημείου 4 συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει – στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση — τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαιτούμενα μέτρα, έτσι ώστε η διεργασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων οργάνων μετρήσεων με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.   Επαλήθευση

Ένας κοινοποιημένος οργανισμός, τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής, διεξάγει τις ενδεδειγμένες έρευνες και δοκιμές ή αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή τους για να επαληθεύσει τη συμμόρφωση των οργάνων με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Οι έρευνες και δοκιμές για την επαλήθευση της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις συνίστανται, κατ’ επιλογή του κατασκευαστή, είτε σε εξέταση και δοκιμή κάθε οργάνου, όπως καθορίζεται στο σημείο 6, είτε σε εξέταση και δοκιμή των οργάνων μετρήσεων με στατιστική μέθοδο, όπως καθορίζεται στο σημείο 6.

5.   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμή κάθε οργάνου

5.1.

Εξετάζονται όλα τα όργανα μετρήσεων το καθένα χωριστά και υποβάλλονται στις κατάλληλες δοκιμές, που καθορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή κανονιστικά έγγραφα και/ή σε ισοδύναμες δοκιμές που καθορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, για να εξακριβωθεί η συμμόρφωσή τους με τις απαιτήσεις που ισχύουν γι’ αυτά. Εάν δεν υπάρχει εναρμονισμένο πρότυπο ή κανονιστικό έγγραφο αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός ποιες κατάλληλες δοκιμές πρέπει να διεξαχθούν.

5.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του σε κάθε εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής φυλάσσει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης για να τα επιδεικνύει στις εθνικές αρχές για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

6.   Στατιστική εξακρίβωση της συμμόρφωσης

6.1.

Ο κατασκευαστής έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε η διεργασία κατασκευής να εξασφαλίζει την ομοιογένεια κάθε παραγόμενης παρτίδας, και προσκομίζει τα όργανα μετρήσεων που κατασκευάζει προς εξακρίβωση υπό μορφή ομοιογενών παρτίδων.

6.2.

Από κάθε παρτίδα λαμβάνεται τυχαίο δείγμα σύμφωνα με τις απαιτήσεις του σημείου 6.4.

6.3.

Εξετάζονται όλα τα όργανα μετρήσεων του δείγματος το καθένα χωριστά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που καθορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή κανονιστικά έγγραφα και/ή σε ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, για να διαπιστωθεί αν πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά και να κριθεί η αποδοχή ή η απόρριψη της παρτίδας. Εάν δεν υπάρχει εναρμονισμένο πρότυπο ή κανονιστικό έγγραφο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός ποιες κατάλληλες δοκιμές πρέπει να διεξαχθούν.

6.4.

Η στατιστική διαδικασία πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις:

Ο στατιστικός έλεγχος βασίζεται σε χαρακτηριστικά των οργάνων. Το σύστημα δειγματοληψίας εξασφαλίζει:

α)

ποιοτικό επίπεδο που αντιστοιχεί σε πιθανότητα αποδοχής 95 % με ποσοστό μη συμμόρφωσης μικρότερο του 1 %,

β)

οριακή ποιότητα που αντιστοιχεί σε πιθανότητα αποδοχής 5 % με ποσοστό μη συμμόρφωσης μικρότερο του 7 %.

6.5.

Εάν η παρτίδα γίνει αποδεκτή, θεωρείται ότι εγκρίνονται όλα τα όργανα μετρήσεων της παρτίδας, εκτός από τα όργανα μετρήσεων του δείγματος για τα οποία τα αποτελέσματα των δοκιμών δεν ήταν ικανοποιητικά.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του σε κάθε εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής φυλάσσει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης για να τα επιδεικνύει στις εθνικές αρχές για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

Εάν η παρτίδα απορρίπτεται, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα για να μην διατεθεί στην αγορά η συγκεκριμένη παρτίδα. Σε περίπτωση συχνής απόρριψης παρτίδων, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να αναστέλλει τη στατιστική εξακρίβωση και να λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα.

7.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

7.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 4, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο μετρήσεων που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

7.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα μετρήσεων στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

Εφόσον ο κοινοποιημένος οργανισμός που αναφέρεται στο σημείο 5 συμφωνεί, και υπό την ευθύνη του, δύναται και ο κατασκευαστής να θέτει τον αριθμό ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού στα όργανα μετρήσεων.

8.   Εάν ο κοινοποιημένος οργανισμός συμφωνεί, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής δύναται να θέτει τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου στα όργανα μετρήσεων κατά τη διεργασία κατασκευής.

9.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος μπορεί να μην εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 2 πρώτο εδάφιο, στο σημείο 3 και στο σημείο 6.1.

ΕΝΟΤΗΤΑ Ζ:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΑΝΑ ΜΟΝΑΔΑ

1.   Συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση κατά μονάδα είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 5 και διασφαλίζει και δηλώνει υπό την αποκλειστική του ευθύνη ότι το συγκεκριμένο όργανο που υπόκειται στις διατάξεις του σημείου 4 συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν για αυτό.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18 και τον θέτει στη διάθεση του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 4. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει – στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση — τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου.

Ο κατασκευαστής διατηρεί τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των σχετικών εθνικών αρχών για περίοδο δέκα ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του κατασκευαζόμενου οργάνου προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.   Επαλήθευση

Ένας κοινοποιημένος οργανισμός, τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής, διεξάγει τις κατάλληλες έρευνες και δοκιμές, που καθορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή κανονιστικά έγγραφα ή ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, για να επαληθεύσει τη συμμόρφωση του οργάνου με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο ή κανονιστικό έγγραφο αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός ποιες κατάλληλες δοκιμές πρέπει να διεξαχθούν.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και θέτει τον αναγνωριστικό αριθμό του ή αναθέτει την τοποθέτηση του εν λόγω αριθμού υπ’ ευθύνη του στο εγκεκριμένο όργανο.

Ο κατασκευαστής φυλάσσει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης για να τα επιδεικνύει στις εθνικές αρχές για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά.

5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 4 σε κάθε όργανο που ανταποκρίνεται με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το όργανο για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Το όργανο μετρήσεων συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ H:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

1.   Η συμμόρφωση διασφάλιση ποιότητας είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5, και διασφαλίζει και δηλώνει υπό την αποκλειστική ευθύνη του ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας του σχεδιασμού, της κατασκευής, της επιθεώρησης και των δοκιμών του τελικού προϊόντος για τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων, όπως καθορίζεται στο σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που καθορίζεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητάς του σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

τον τεχνικό φάκελο, όπως περιγράφεται στο άρθρο 18, για ένα μοντέλο από κάθε κατηγορία οργάνων μετρήσεων που προβλέπεται να κατασκευαστούν. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση των κινδύνων. Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει, στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση, τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του οργάνου,

γ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας και

δ)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο εν λόγω φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει μια συνεπή ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και αρχείων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων καθώς και του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων της διοίκησης, όσον αφορά την ποιότητα του σχεδιασμού και των προϊόντων,

β)

των προδιαγραφών τεχνικού σχεδιασμού που θα εφαρμοσθούν, όπου συμπεριλαμβάνονται τα πρότυπα, και, εφόσον τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή κανονιστικά έγγραφα δεν πρόκειται να εφαρμοσθούν πλήρως, των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν για να διασφαλιστεί η τήρηση των βασικών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, που έχουν εφαρμογή στα όργανα μετρήσεων, με εφαρμογή άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών,

γ)

των τεχνικών, διεργασιών και συστηματικών μέτρων που πρόκειται να εφαρμοστούν για τον έλεγχο του σχεδιασμού και την επαλήθευση του σχεδιασμού κατά τον σχεδιασμό των οργάνων μετρήσεων της καλυπτόμενης κατηγορίας οργάνων,

δ)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν,

ε)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και τη συχνότητα διεξαγωγής τους,

στ)

των φακέλων καταγραφής στοιχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού,

ζ)

των μέσων με τα οποία θα παρακολουθείται η επίτευξη της απαιτούμενης ποιότητας των προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από την πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών διαθέτει τουλάχιστον ένα μέλος με πείρα αξιολόγησης στον σχετικό τομέα του οργάνου και στη συγκεκριμένη τεχνολογία οργάνων, καθώς και γνώση των εφαρμοστέων απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο β), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να εντοπίζει τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του οργάνου με τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή ή στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν χρειάζεται να γίνει νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους σχεδιασμού, κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

β)

τα αρχεία ποιότητας που προβλέπονται στο σχεδιαστικό μέρος του συστήματος ποιότητας, όπως αποτελέσματα αναλύσεων, υπολογισμών, δοκιμών,

γ)

τα αρχεία ποιότητας που προβλέπονται στο κατασκευαστικό μέρος του συστήματος ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης και στοιχεία δοκιμών, στοιχεία βαθμονόμησης, εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, να διεξάγει δοκιμές του οργάνου ή να αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή δοκιμών με σκοπό την επαλήθευση της ορθής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός υποβάλλει στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκε δοκιμή, έκθεση δοκιμής.

5.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ, τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από την ημερομηνία διάθεσης του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου για το οποίο έχει συνταχθεί.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον τεχνικό φάκελο που προβλέπεται στο σημείο 3.1,

β)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας που προβλέπεται στο σημείο 3.1,

γ)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή εγκρίθηκε,

δ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

ΕΝΟΤΗΤΑ Η1:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

1.   Η συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας και την εξέταση του σχεδιασμού είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 6, και διασφαλίζει και δηλώνει υπό την αποκλειστική ευθύνη του ότι τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας του σχεδιασμού, της κατασκευής και της επιθεώρησης του τελικού προϊόντος και των δοκιμών για τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων, όπως καθορίζεται στο σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που καθορίζεται στο σημείο 5.

Η ορθότητα του τεχνικού σχεδιασμού του οργάνου μετρήσεων έχει ελεγχθεί σύμφωνα με το σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του όσον αφορά τα συγκεκριμένα όργανα μετρήσεων.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία οργάνων,

γ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

δ)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των οργάνων μετρήσεων με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σ’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο εν λόγω φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει μια συνεπή ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και αρχείων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων καθώς και του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων της διοίκησης, όσον αφορά την ποιότητα του σχεδιασμού και των προϊόντων,

β)

των προδιαγραφών τεχνικού σχεδιασμού που θα εφαρμοσθούν, όπου συμπεριλαμβάνονται τα πρότυπα, και, εφόσον τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή κανονιστικά έγγραφα δεν πρόκειται να εφαρμοσθούν πλήρως, των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν για να διασφαλιστεί η τήρηση των βασικών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας, που έχουν εφαρμογή στα όργανα μετρήσεων, με εφαρμογή άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών,

γ)

των τεχνικών, διεργασιών και συστηματικών μέτρων που πρόκειται να εφαρμοστούν για τον έλεγχο του σχεδιασμού και την επαλήθευση του σχεδιασμού κατά τον σχεδιασμό των οργάνων μετρήσεων της καλυπτόμενης κατηγορίας οργάνων,

δ)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν,

ε)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και τη συχνότητα διεξαγωγής τους,

στ)

των αρχείων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού,

ζ)

των μέσων με τα οποία θα παρακολουθείται η επίτευξη της απαιτούμενης ποιότητας των προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2. O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από την πείρα σε συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών διαθέτει τουλάχιστον ένα μέλος με πείρα αξιολόγησης στον σχετικό τομέα του οργάνου και στην τεχνολογία των συγκεκριμένων οργάνων, καθώς και γνώση των εφαρμοστέων απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή ή στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας κάθε μελετώμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή ή στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.6.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που έχει χορηγήσει ή αποσύρει και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

4.   Εξέταση του σχεδιασμού

4.1.

Η αίτηση για την εξέταση του σχεδιασμού υποβάλλεται από τον κατασκευαστή στον κοινοποιημένο οργανισμό που αναφέρεται στο σημείο 3.1.

4.2.

Η αίτηση επιτρέπει την κατανόηση του σχεδιασμού, της κατασκευής και της λειτουργίας του οργάνου, καθώς και την αξιολόγηση της συμμόρφωσής του προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτό.

Το σχέδιο περιλαμβάνει τα εξής στοιχεία:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο άρθρο 18. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του οργάνου προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Καλύπτει, στο βαθμό που έχει σημασία για την εν λόγω αξιολόγηση, τον σχεδιασμό και τη λειτουργία του οργάνου,

δ)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την ορθότητα του τεχνικού σχεδιασμού. Τα εν λόγω δικαιολογητικά περιλαμβάνουν παραπομπή στα έγγραφα που έχουν τυχόν χρησιμοποιηθεί, ιδίως στις περιπτώσεις όπου δεν εφαρμόζονται πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα και/ή τα κανονιστικά έγγραφα καθώς και, όπου επιβάλλεται, τα αποτελέσματα δοκιμών που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και υπ’ ευθύνη του.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την αίτηση και, εφόσον στο σχεδιασμό έχουν τηρηθεί οι απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που έχουν εφαρμογή στο όργανο, χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ. Η εν λόγω βεβαίωση περιλαμβάνει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους (τυχόν) όρους υπό τους οποίους ισχύει και τα απαραίτητα στοιχεία για την αναγνώριση του εγκεκριμένου σχεδιασμού. Στο εν λόγω πιστοποιητικό μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το εν λόγω πιστοποιητικό και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες ώστε να επιτρέπουν αξιολόγηση της συμμόρφωσης και έλεγχο εν λειτουργία των κατασκευαζόμενων οργάνων μετρήσεων προς τον εξετασθέντα σχεδιασμό. Συγκεκριμένα, προκειμένου να καταστεί δυνατή η αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευαζόμενων οργάνων προς τον εξετασθέντα σχεδιασμό όσον αφορά τη δυνατότητα αναπαραγωγής των μετρολογικών χαρακτηριστικών τους, εφόσον ρυθμίζονται ορθώς με τα κατάλληλα προς τούτο μέσα, το πιστοποιητικό περιλαμβάνει:

α)

τα μετρολογικά χαρακτηριστικά του σχεδιασμού του οργάνου,

β)

τα μέτρα που απαιτούνται για τη διασφάλιση της ακεραιότητας των οργάνων (σφράγιση, αναγνώριση του λογισμικού κ.λπ.),

γ)

πληροφορίες για άλλα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την αναγνώριση των οργάνων και για τον έλεγχο της οπτικής εξωτερικής συμμόρφωσής τους προς τον σχεδιασμό,

δ)

εφόσον απαιτείται, κάθε πληροφορία που απαιτείται για την επαλήθευση των χαρακτηριστικών των κατασκευαζόμενων οργάνων,

ε)

στην περίπτωση υποσυστημάτων, όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εξασφάλιση της συμβατότητας με άλλα υποσυστήματα ή όργανα μέτρησης.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει σχετική έκθεση αξιολόγησης την οποία τηρεί στη διάθεση του κράτους μέλους που τον έχει ορίσει. Με την επιφύλαξη του άρθρου 27 παράγραφος 10, ο κοινοποιημένος οργανισμός δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

Το πιστοποιητικό ισχύει για δέκα έτη από την ημερομηνία έκδοσής του και στη συνέχεια μπορεί να ανανεώνεται για περιόδους δέκα ετών κάθε φορά.

Εάν ο σχεδιασμός δεν ικανοποιεί τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ, και ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα παραθέτοντας τις λεπτομερείς αιτίες για την άρνηση του.

4.4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εκδώσει το πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου σχεδιασμού που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση με τις ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ή τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση —από τον κοινοποιημένο οργανισμό που χορήγησε το πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΚ— υπό μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ.

4.5.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός γνωστοποιεί στην κοινοποιούσα αρχή του τα πιστοποιητικά της εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και/ή τυχόν προσθήκες που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των βεβαιώσεων και/ή όλων των προσθηκών σε αυτές που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτές. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του πιστοποιητικού.

4.6.

Ο κατασκευαστής φυλάσσει αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του καθώς και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από την ημερομηνία διάθεσης του οργάνου στην αγορά.

5.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

5.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

5.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους σχεδιασμού, κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, και ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

β)

τα αρχεία ποιότητας που προβλέπονται στο σχεδιαστικό μέρος του συστήματος ποιότητας, όπως αποτελέσματα αναλύσεων, υπολογισμών, δοκιμών κ.λπ.,

γ)

τα αρχεία ποιότητας που προβλέπονται στο κατασκευαστικό μέρος του συστήματος ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης και στοιχεία δοκιμών, στοιχεία βαθμονόμησης, εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.

5.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

5.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, να διεξάγει δοκιμές του οργάνου ή να αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή τους υπ’ ευθύνη του με σκοπό την επαλήθευση της σωστής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός υποβάλλει στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκε δοκιμή, έκθεση δοκιμής.

6.   Σήμανση συμμόρφωσης και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

6.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CΕ και τη συμπληρωματική μετρολογική σήμανση που καθορίζεται στην παρούσα οδηγία και, υπ’ ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό ταυτοποίησης του τελευταίου σε κάθε επιμέρους όργανο μετρήσεων που ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

6.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο οργάνου και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το μοντέλο του οργάνου, για το οποίο έχει συνταχθεί, και να φέρει τον αριθμό του πιστοποιητικού εξέτασης του σχεδιασμού.

Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

Κάθε όργανο μετρήσεων που διατίθεται στην αγορά συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ωστόσο, η απαίτηση αυτή μπορεί να ερμηνευθεί ότι ισχύει για κάθε παρτίδα ή φορτίο παρά για μεμονωμένο όργανα στις περιπτώσεις εκείνες όπου μεγάλος αριθμός οργάνων παραδίδεται σε έναν μόνο χρήστη.

7.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για χρονικό διάστημα 10 ετών από τη διάθεση του οργάνου στην αγορά:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας που προβλέπεται στο σημείο 3.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, ως αυτή ενεκρίθη,

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 5.3 και 5.4.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλει την αίτηση που προβλέπεται στα σημεία 4.1 και 4.2 και να εκπληρώνει, εξ ονόματός του και υπ’ ευθύνη του, τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 4.4, 4.6, 6 και 7 υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΥΔΡΟΜΕΤΡΑ (MI-001)

Στα υδρόμετρα που προορίζονται για τη μέτρηση του όγκου καθαρού, ψυχρού ή θερμού νερού για οικιακή, εμπορική και ελαφρά βιομηχανική χρήση, έχουν εφαρμογή οι οικείες απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Υδρόμετρο

Όργανο σχεδιασμένο για τη μέτρηση, την αποθήκευση σε μνήμη και την απεικόνιση του όγκου νερού που διέρχεται από τον μορφοτροπέα μετρήσεων στις συνθήκες της μέτρησης.

Ελάχιστη παροχή (Q1)

Η κατώτατη παροχή στην οποία το υδρόμετρο παρέχει ενδείξεις που πληρούν τις σχετικές με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα απαιτήσεις.

Μεταβατική παροχή (Q2)

Ως «μεταβατική παροχή» νοείται η τιμή παροχής μεταξύ της μόνιμης και της ελάχιστης παροχής, η οποία διαιρεί το πεδίο τιμών παροχής σε δύο ζώνες, την «ανώτερη ζώνη» και την «κατώτερη ζώνη». Σε κάθε ζώνη αντιστοιχεί ένα χαρακτηριστικό μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα.

Μόνιμη παροχή (Q3)

Η ανώτατη παροχή στην οποία το υδρόμετρο λειτουργεί ικανοποιητικά σε κανονικές συνθήκες χρήσης, δηλαδή σε συνθήκες σταθερής ή διακεκομμένης ροής.

Παροχή υπερφόρτισης (Q4)

Ως «παροχή υπερφόρτισης» νοείται η ανώτατη παροχή στην οποία ο μετρητής λειτουργεί ικανοποιητικά για ένα μικρό χρονικό διάστημα, χωρίς να υποστεί φθορά.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Ο κατασκευαστής ορίζει τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας του οργάνου και ειδικότερα:

1.

Το πεδίο τιμών παροχής του νερού.

Οι τιμές του πεδίου τιμών παροχής πληρούν τους ακόλουθους όρους:

 

Formula

 

Formula

 

Formula

2.

Το πεδίο τιμών θερμοκρασίας του νερού.

Οι τιμές του πεδίου τιμών θερμοκρασίας πληρούν τους ακόλουθους όρους:

 

από 0,1 °C έως τουλάχιστον 30 °C ή

 

από 30 °C έως τουλάχιστον 90 °C.

Ο μετρητής μπορεί να είναι σχεδιασμένος για να λειτουργεί και στις δύο ανωτέρω περιοχές.

3.

Το πεδίο τιμών σχετικής πίεσης του νερού, που πρέπει να εκτείνεται από 0,3 bar έως τουλάχιστον 10 bar στην Q3.

4.

Για το τροφοδοτικό ισχύος: την ονομαστική τάση AC και/ή τα όρια παροχής DC.

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα (MPE)

5.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα, θετικό ή αρνητικό, στον όγκο που αντιστοιχεί σε τιμές παροχής μεταξύ της μεταβατικής παροχής (Q2) (συμπεριλαμβανομένης) και της παροχής υπερφόρτισης (Q4) είναι:

 

2 % προκειμένου για νερό θερμοκρασίας ≤ 30 °C,

 

3 % προκειμένου για νερό θερμοκρασίας > 30 °C.

Ο μετρητής δεν εκμεταλλεύεται το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

6.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα, θετικό ή αρνητικό, στον όγκο που αντιστοιχεί σε τιμές παροχής μεταξύ της ελάχιστης παροχής (Q1) και της μεταβατικής παροχής (Q2) (μη συμπεριλαμβανομένης) είναι 5 %, ανεξάρτητα από τη θερμοκρασία του νερού.

Ο μετρητής δεν εκμεταλλεύεται το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

Επιτρεπτή επενέργεια των διαταραχών

7.1.   Ηλεκτρομαγνητική θωράκιση

7.1.1.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών στα υδρόμετρα είναι τέτοια ώστε:

η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής που ορίζεται στο σημείο 7.1.3 ή

η ένδειξη του αποτελέσματος της μέτρησης είναι τέτοια ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί ως έγκυρο αποτέλεσμα, όπως μια στιγμιαία διακύμανση που δεν μπορεί να εκληφθεί, να αποθηκευτεί σε μνήμη ή να μεταδοθεί ως αποτέλεσμα της μέτρησης.

7.1.2.

Μετά την έκθεσή του σε ηλεκτρομαγνητική διαταραχή, το υδρόμετρο πρέπει:

να επανέρχεται στη λειτουργία του εντός των ορίων του μεγίστου επιτρεπόμενου σφάλματος και

να έχει διαφυλάξει όλες του τις λειτουργίες μέτρησης και

να επιτρέπει την ανάκτηση όλων των δεδομένων από μετρήσεις που ήταν διαθέσιμα ακριβώς πριν από την εμφάνιση της διαταραχής.

7.1.3.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής ισούται με τη μικρότερη από τις δύο ακόλουθες τιμές:

του όγκου που αντιστοιχεί στο ήμισυ του μεγέθους του μέγιστου επιτρεπτού σφάλματος στην ανώτερη ζώνη του μετρηθέντος όγκου,

του όγκου που αντιστοιχεί στο μέγιστο επιτρεπτό σφάλμα στον όγκο που αντιστοιχεί στην παροχή Q3 επί ένα πρώτο λεπτό.

7.2.   Αντοχή στον χρόνο

Μετά τη διενέργεια κατάλληλης δοκιμής, κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη η χρονική περίοδος που υπολογίζει ο κατασκευαστής, πρέπει να πληρούνται τα εξής κριτήρια:

7.2.1.

Η διακύμανση του αποτελέσματος της μέτρησης μετά τη δοκιμή αντοχής στον χρόνο σε σύγκριση με το αρχικό αποτέλεσμα της μέτρησης δεν υπερβαίνει:

το 3 % του μετρούμενου όγκου, εάν η παροχή κυμαίνεται μεταξύ Q1 συμπεριλαμβανομένης και Q2 μη συμπεριλαμβανομένης,

το 1,5 % του μετρούμενου όγκου, εάν η παροχή κυμαίνεται μεταξύ Q2 συμπεριλαμβανομένης και Q4 συμπεριλαμβανομένης.

7.2.2.

Το σφάλμα της ένδειξης του μετρούμενου όγκου μετά τη δοκιμή αντοχής στον χρόνο δεν υπερβαίνει:

το ± 6 % του μετρούμενου όγκου, εάν η παροχή κυμαίνεται μεταξύ Q1 συμπεριλαμβανομένης και Q2 μη συμπεριλαμβανομένης,

το ± 2,5 % του μετρούμενου όγκου, εάν η παροχή κυμαίνεται μεταξύ Q2 συμπεριλαμβανομένης και Q4 συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση των υδρομέτρων που προορίζονται για τη μέτρηση νερού θερμοκρασίας μεταξύ 0,1 °C και 30 °C,

το ± 3,5 % του μετρούμενου όγκου, εάν η παροχή κυμαίνεται μεταξύ Q2 συμπεριλαμβανομένης και Q4 συμπεριλαμβανομένης, στην περίπτωση των υδρομέτρων που προορίζονται για τη μέτρηση νερού θερμοκρασίας μεταξύ 30 °C και 90 °C.

Καταλληλότητα

8.1.

Ο μετρητής είναι ικανός να λειτουργεί εγκατεστημένος σε οποιαδήποτε θέση, εκτός σαφών αντίθετων υποδείξεων στη σήμανσή του.

8.2.

Ο κατασκευαστής προσδιορίζει αν ο μετρητής, είναι σχεδιασμένος να μετρά την αντίστροφη ροή. Εάν ναι, ο όγκος της αντίστροφης ροής είτε αφαιρείται από τον συγκεντρωτικό όγκο είτε καταγράφεται χωριστά. Εφαρμόζεται το ίδιο μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα τόσο για την ευθεία όσο και για την αντίστροφη ροή.

Τα υδρόμετρα που δεν είναι σχεδιασμένα να μετρούν αντίστροφη ροή είτε εμποδίζουν την αντίστροφη ροή είτε ανταπεξέρχονται σε τυχαία αντίστροφη ροή χωρίς καμία επιδείνωση ή μεταβολή των μετρολογικών ιδιοτήτων τους.

Μονάδες μέτρησης

9.

Ο μετρούμενος όγκος απεικονίζεται σε κυβικά μέτρα.

Έναρξη χρήσης

10.

Το κράτος μέλος διασφαλίζει ότι οι απαιτήσεις των σημείων 1, 2 και 3 καθορίζονται από την υπηρεσία κοινής ωφελείας ή το πρόσωπο που είναι νομικά υπεύθυνο για την εγκατάσταση του μετρητή, έτσι ώστε ο μετρητής να είναι κατάλληλος για την ακριβή μέτρηση της προβλεπόμενης ή της προβλεπτής κατανάλωσης.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

B + ΣΤ ή B + Δ ή H1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΜΕΤΡΗΤΕΣ ΑΕΡΙΟΥ ΚΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΓΩΓΗΣ ΟΓΚΟΥ (MI-002)

Στους μετρητές αερίου και τις διατάξεις αναγωγής όγκου που ορίζονται κατωτέρω και προορίζονται για οικιακή, εμπορική και ελαφρά βιομηχανική χρήση, έχουν εφαρμογή οι σχετικές απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Μετρητής αερίου

Όργανο σχεδιασμένο για τη μέτρηση, την αποθήκευση σε μνήμη και την απεικόνιση της ποσότητας καυσίμου αερίου (όγκου ή μάζας) που διέρχεται από αυτό.

Διάταξη αναγωγής

Διάταξη με την οποία είναι εφοδιασμένος ο μετρητής αερίου και η οποία μετατρέπει αυτόματα την ποσότητα που μετριέται στις συνθήκες της μέτρησης σε ποσότητα στις βασικές συνθήκες.

Ελάχιστη παροχή (Qmin)

Η κατώτατη παροχή στην οποία ο μετρητής αερίου παρέχει ενδείξεις που πληρούν τις σχετικές με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα απαιτήσεις.

Μέγιστη παροχή (Qmax)

Η ανώτατη παροχή στην οποία ο μετρητής αερίου παρέχει ενδείξεις που πληρούν τις σχετικές με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα απαιτήσεις.

Μεταβατική παροχή (Qt)

Ως «μεταβατική παροχή» νοείται η τιμή παροχής μεταξύ της μέγιστης και της ελάχιστης παροχής, η οποία διαιρεί το πεδίο τιμών παροχής σε δύο ζώνες, την «ανώτερη ζώνη» και την «κατώτερη ζώνη». Σε κάθε ζώνη αντιστοιχεί ένα χαρακτηριστικό μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα.

Παροχή υπερφόρτισης (Qr)

Ως «παροχή υπερφόρτισης» νοείται η ανώτατη παροχή στην οποία ο μετρητής λειτουργεί ικανοποιητικά για ένα μικρό χρονικό διάστημα, χωρίς να υποστεί φθορά.

Βασικές συνθήκες

Οι καθορισμένες συνθήκες στις οποίες ανάγεται η μετρούμενη ποσότητα ρευστού.

ΜΕΡΟΣ I

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

ΜΕΤΡΗΤΕΣ ΑΕΡΙΟΥ

1.   Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Ο κατασκευαστής καθορίζει τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας του μετρητή αερίου λαμβάνοντας υπόψη:

1.1.   Το πεδίο τιμών της παροχής του αερίου πληροί τουλάχιστον τους ακόλουθους όρους:

Κατηγορία

Qmax/Qmin

Qmax/Qt

Qr/Qmax

1,5

≥ 150

≥ 10

1,2

1,0

≥ 20

≥ 5

1,2

1.2.   Το πεδίο τιμών θερμοκρασίας του αερίου, με ελάχιστη περιοχή 40 °C.

1.3.   Τις συνθήκες που αφορούν το αέριο καύσιμο

Το όργανο είναι σχεδιασμένο για την κλίμακα αερίων και τιμών πίεσης παροχής της χώρας προορισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο κατασκευαστής προσδιορίζει:

την οικογένεια ή ομάδα αερίων,

τη μέγιστη πίεση λειτουργίας.

1.4.   Ελάχιστη περιοχή θερμοκρασίας 50 °C όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον.

1.5.   Για το τροφοδοτικό ισχύος: την ονομαστική τάση AC και/ή τα όρια παροχής DC.

2.   Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

2.1.   Μετρητές αερίου που αναγράφουν τον όγκο στις συνθήκες μέτρησης ή τη μάζα

Πίνακας 1

Κατηγορία

1,5

1,0

Qmin ≤ Q < Qt

3 %

2 %

Qt ≤ Q ≤ Qmax

1,5 %

1 %

Ο μετρητής αερίου δεν εκμεταλλεύεται τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

2.2.   Στην περίπτωση των μετρητών αερίου με αναγωγή της θερμοκρασίας, που δείχνουν μόνο τον ανοιγμένο όγκο, το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα του μετρητή προσαυξάνεται κατά 0,5 % σε μια περιοχή εκτεινόμενη συμμετρικά 30 °C εκατέρωθεν μιας θερμοκρασίας μεταξύ 15 °C και 25 °C, την οποία καθορίζει ο κατασκευαστής. Εκτός της περιοχής αυτής, επιτρέπεται πρόσθετη αύξηση κατά 0,5 % για κάθε 10 °C.

3.   Επιτρεπτή επενέργεια των διαταραχών

3.1.   Ηλεκτρομαγνητική θωράκιση

3.1.1.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών στους μετρητές αερίου ή στις διατάξεις αναγωγής όγκου είναι τέτοια ώστε:

η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής που ορίζεται στο σημείο 3.1.3 ή

η ένδειξη του αποτελέσματος της μέτρησης είναι τέτοια ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί ως έγκυρο αποτέλεσμα, όπως μια στιγμιαία διακύμανση που δεν μπορεί να εκληφθεί, να αποθηκευτεί σε μνήμη ή να μεταδοθεί ως αποτέλεσμα της μέτρησης.

3.1.2.

Μετά την έκθεσή του σε διαταραχή, ο μετρητής αερίου πρέπει:

να επανέρχεται στη λειτουργία του εντός των ορίων του μεγίστου επιτρεπόμενου σφάλματος και

να έχει διαφυλάξει όλες του τις λειτουργίες μέτρησης και

να επιτρέπει την ανάκτηση όλων των δεδομένων από μετρήσεις που ήταν διαθέσιμα ακριβώς πριν από την εμφάνιση της διαταραχής.

3.1.3.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής ισούται με τη μικρότερη από τις δύο ακόλουθες τιμές:

της ποσότητας που αντιστοιχεί στο ήμισυ του μεγέθους του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος στην ανώτερη ζώνη του μετρηθέντος όγκου,

της ποσότητας που αντιστοιχεί στο μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα της ποσότητας που αντιστοιχεί στη μέγιστη παροχή επί ένα πρώτο λεπτό.

3.2.   Επίδραση των διαταράξεων ροής (πριν ή μετά τον μετρητή)

Σύμφωνα με τις προϋποθέσεις εγκατάστασης που προσδιορίζονται από τον κατασκευαστή, η επενέργεια των διαταράξεων της ροής δεν υπερβαίνει το εν τρίτο του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος.

4.   Αντοχή στον χρόνο

Μετά τη διενέργεια κατάλληλης δοκιμής, κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη η χρονική περίοδος που υπολογίζει ο κατασκευαστής, πρέπει να πληρούνται τα εξής κριτήρια:

4.1.   Μετρητές κλάσης 1,5

4.1.1.

Η διακύμανση του αποτελέσματος της μέτρησης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο σε σύγκριση με το αρχικό αποτέλεσμα της μέτρησης δεν υπερβαίνει το 2 % του αποτελέσματος μέτρησης, εάν η παροχή κυμαίνεται μεταξύ Qt και Qmax.

4.1.2.

Το σφάλμα της ένδειξης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που αναφέρεται στο σημείο 2.

4.2.   Μετρητές κλάσης 1,0

4.2.1.

Η διακύμανση του αποτελέσματος της μέτρησης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο σε σύγκριση με το αρχικό αποτέλεσμα της μέτρησης δεν υπερβαίνει το ένα τρίτο του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που αναφέρεται στο σημείο 2.

4.2.2.

Το σφάλμα της ένδειξης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο δεν υπερβαίνει το διπλάσιο του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που αναφέρεται στο σημείο 2.

5.   Καταλληλότητα

5.1.

Οι μετρητές αερίων που τροφοδοτούνται από το ηλεκτρικό δίκτυο (εναλλασσόμενο (AC) ή συνεχές (DC) ρεύμα) είναι εφοδιασμένοι με τροφοδοτικό ισχύος έκτακτης ανάγκης ή άλλο μέσο για να εξασφαλίζεται η διαφύλαξη όλων των λειτουργιών μέτρησης σε περίπτωση βλάβης της κύριας πηγής ηλεκτρικής ισχύος.

5.2.

Οι πηγές ισχύος αποκλειστικής χρήσης έχουν τουλάχιστον πενταετή διάρκεια ζωής. Μετά την πάροδο του 90 % της διάρκειας ζωής τους πρέπει να εμφανίζεται κατάλληλη προειδοποίηση.

5.3.

Οι διατάξεις απεικόνισης των ενδείξεων διαθέτουν επαρκή αριθμό ψηφίων, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η ποσότητα που έχει διέλθει κατά τη διάρκεια 8 000 ωρών σε Qmax δεν επαναφέρει τα ψηφία στην αρχική τους τιμή.

5.4.

Ο μετρητής αερίων είναι ικανός να λειτουργεί εγκατεστημένος σε οποιαδήποτε θέση υποδεικνύεται από τον κατασκευαστή στις οδηγίες εγκατάστασής του.

5.5.

Ο μετρητής αερίων διαθέτει διάταξη δοκιμής η οποία επιτρέπει τη διεξαγωγή δοκιμών σε λογικό χρονικό διάστημα.

5.6.

Ο μετρητής αερίων ευρίσκεται εντός των ορίων του μέγιστου επιτρεπτού σφάλματος σε κάθε κατεύθυνση ροής ή μόνο στην κατεύθυνση της ροής, όταν αυτό αναγράφεται σαφώς.

6.   Μονάδες

Η μετρούμενη ποσότητα απεικονίζεται σε κυβικά μέτρα ή σε χιλιόγραμμα.

ΜΕΡΟΣ II

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΑΝΑΓΩΓΗΣ ΟΓΚΟΥ

Μια διάταξη αναγωγής όγκου αποτελεί υποσύστημα, όταν βρίσκεται μαζί με όργανο μετρήσεων με το οποίο είναι συμβατή.

Για τις διατάξεις αναγωγής όγκου, ισχύουν οι βασικές απαιτήσεις που εφαρμόζονται για τους μετρητές αερίων, εφόσον τυγχάνουν εφαρμογής. Επιπρόσθετα, ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις:

7.   Βασικοί όροι για τις ανοιγμένες ποσότητες

Οι βασικοί όροι για τις ανοιγμένες ποσότητες καθορίζονται από τον κατασκευαστή.

8.   Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα (MPE)

0,5 % σε θερμοκρασία περιβάλλοντος 20 °C ± 3 °C, υγρασία περιβάλλοντος 60 % ± 15 %, ονομαστικές τιμές για την παροχή ενέργειας,

0,7 % για διατάξεις αναγωγής θερμότητας σε ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας,

1 % για άλλες διατάξεις αναγωγής σε ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας.

Σημείωση:

Το σφάλμα του μετρητή αερίων δεν λαμβάνεται υπόψη.

Η διάταξη αναγωγής όγκου δεν εκμεταλλεύεται τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

9.   Καταλληλότητα

9.1.

Οι ηλεκτρονικές διατάξεις αναγωγής είναι ικανές να διακρίνουν αν λειτουργούν εκτός της ή των περιοχών λειτουργίας που καθορίζει ο κατασκευαστής για παραμέτρους που είναι σημαντικές για την ακρίβεια των μετρήσεων. Σε μια τέτοια περίπτωση, η διάταξη αναγωγής παύει να ολοκληρώνει την ανοιγμένη ποσότητα αλλά μπορεί να αθροίζει χωριστά τις ποσότητες που ανάγει κατά το χρονικό διάστημα που λειτουργεί εκτός της ή των περιοχών λειτουργίας.

9.2.

Οι ηλεκτρονικές διατάξεις αναγωγής είναι ικανές να εμφανίζουν όλα τα σχετικά δεδομένα της μέτρησης χωρίς πρόσθετο εξοπλισμό.

ΜΕΡΟΣ III

ΕΝΑΡΞΗ ΧΡΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Έναρξη χρήσης

10.

α)

Όταν ένα κράτος μέλος επιβάλλει μέτρηση οικιακής χρήσης, επιτρέπει την πραγματοποίηση της μέτρησης από οποιοδήποτε όργανο της κλάσης 1,5, και από όργανα της κλάσης 1,0 των οποίων ο λόγος Qmax/Qmin είναι τουλάχιστον 150.

β)

Όταν ένα κράτος μέλος επιβάλλει μέτρηση για χρήση στο εμπόριο ή στην ελαφρά βιομηχανία, επιτρέπει την πραγματοποίηση της μέτρησης από οποιοδήποτε όργανο της κλάσης 1,5.

γ)

Όσον αφορά τις απαιτήσεις των σημείων 1.2 και 1.3 ανωτέρω, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ιδιότητες ορίζονται από την υπηρεσία κοινής ωφελείας ή το πρόσωπο που είναι νομικά υπεύθυνο για την εγκατάσταση του μετρητή, ώστε ο μετρητής να είναι κατάλληλος για την ακριβή μέτρηση της προβλεπόμενης ή της προβλεπτής κατανάλωσης.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

B + ΣΤ ή B + Δ ή H1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΜΕΤΡΗΤΕΣ ΕΝΕΡΓΟΥ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ (MI-003)

Στους μετρητές ενεργού ηλεκτρικής ενέργειας για οικιακή, εμπορική και ελαφρά βιομηχανική χρήση, έχουν εφαρμογή οι οικείες απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα.

Σημείωση:

Οι μετρητές ενεργού ηλεκτρικής ενέργειας μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με εξωτερικούς μετασχηματιστές οργάνων, ανάλογα με την τεχνική μέτρησης που εφαρμόζεται. Πάντως, το παρόν παράρτημα καλύπτει μόνον μετρητές ενεργού ηλεκτρικής ενέργειας και όχι μετασχηματιστές οργάνων.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Ως «μετρητής ενεργού ηλεκτρικής ενέργειας» νοείται μια διάταξη, η οποία μετρά την ενεργό ηλεκτρική ενέργεια που καταναλώνεται σε ένα κύκλωμα.

I

=

η ένταση του ηλεκτρικού ρεύματος που διαρρέει το μετρητή,

In

=

η οριζόμενη ένταση αναφοράς για την οποία έχει σχεδιαστεί ο μετρητής ο οποίος λειτουργεί μέσω μετασχηματιστή,

Ist

=

η ελάχιστη δηλωμένη τιμή της Ι, στην οποία ο μετρητής μετρά την ενεργό ηλεκτρική ενέργεια με συντελεστή ισχύος τη μονάδα (πολυφασικοί μετρητές με συμμετρικό φορτίο),

Imin

=

η τιμή της Ι, πάνω από την οποία το σφάλμα περικλείεται εντός των μέγιστων επιτρεπόμενων σφαλμάτων (πολυφασικοί μετρητές με συμμετρικό φορτίο),

Itr

=

η τιμή της Ι, πάνω από την οποία το σφάλμα περικλείεται εντός των μικρότερων μέγιστων επιτρεπόμενων σφαλμάτων που αντιστοιχούν στο δείκτη κλάσης του μετρητή,

Imax

=

η μέγιστη τιμή της Ι για την οποία το σφάλμα περικλείεται εντός των μέγιστων επιτρεπόμενων ορίων,

U

=

η τάση τροφοδοσίας του μετρητή,

Un

=

η οριζόμενη τάση αναφοράς,

f

=

η συχνότητα της τάσης που παρέχεται στο μετρητή,

fn

=

η οριζόμενη συχνότητα αναφοράς,

PF

=

ο συντελεστής ισχύος = συν φ = συνημίτονο της διαφοράς φάσης φ μεταξύ I και U.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.   Ακρίβεια

Ο κατασκευαστής προσδιορίζει την κλάση του μετρητή. Οι κλάσεις καθορίζονται ως: Κλάση Α, Κλάση Β και Κλάση Γ.

2.   Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Ο κατασκευαστής προσδιορίζει τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας του μετρητή και ιδίως:

Τις τιμές fn, Un, In, Ist, Imin, Itr και Imax που ισχύουν για τον μετρητή. Για τις οριζόμενες τιμές ρεύματος ο μετρητής πληροί τις προϋποθέσεις που παρατίθενται στον πίνακα 1.

Πίνακας 1

 

Κλάση Α

Κλάση Β

Κλάση Γ

Για απευθείας συνδεδεμένους μετρητές

Ist

Formula

Formula

Formula

Imin

Formula

Formula

Formula

Imax

Formula

Formula

Formula

Για μετρητές που λειτουργούν μέσω μετασχηματιστή

Ist

Formula

Formula

Formula

Imin

Formula

Formula

 (1)

Formula

In

Formula

Formula

Formula

Imax

Formula

Formula

Formula

Τα πεδία τιμών τάσης, συχνότητας και συντελεστή ισχύος εντός των οποίων ο μετρητής πληροί το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα που καθορίζεται στον πίνακα 2 του παρόντος παραρτήματος. Τα πεδία αυτά ανταποκρίνονται στα τυπικά χαρακτηριστικά του ηλεκτρισμού που παρέχεται από τα συστήματα δημόσιας διανομής π.χ. τάση και συχνότητα.

Τα πεδία τάσης και συχνότητας είναι τουλάχιστον:

 

Formula

 

Formula

Συντελεστής ισχύος τουλάχιστον από συν φ = 0,5 επαγωγικό έως συν φ = 0,8 χωρητικό.

3.   Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

Οι επιπτώσεις των διαφόρων μετρητέων μεγεθών και επιδρώντων μεγεθών (α, β, γ, …) εκτιμώνται χωριστά, ενώ όλα τα άλλα μετρητέα μεγέθη και επιδρώντα μεγέθη διατηρούνται σχετικώς σταθερά στις τιμές αναφοράς τους. Το σφάλμα μέτρησης, το οποίο δεν υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπτό σφάλμα που αναφέρεται στον πίνακα 2, υπολογίζεται ως:

Formula

Όταν ο μετρητής λειτουργεί με ηλεκτρικό ρεύμα με κυμαινόμενο φορτίο τα ποσοστιαία σφάλματα δεν υπερβαίνουν τα όρια που ορίζονται στον πίνακα 2.

Πίνακας 2

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα σε ποσοστό επί τοις εκατό σε ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας και καθορισμένα επίπεδα φορτίου ηλεκτρικού ρεύματος και θερμοκρασία λειτουργίας

 

Θερμοκρασίες λειτουργίας

Θερμοκρασίες λειτουργίας

Θερμοκρασίες λειτουργίας

Θερμοκρασίες λειτουργίας

 

+ 5 °C … + 30 °C

– 10 °C … + 5 °C

ή

+ 30 °C … + 40 °C

– 25 °C … – 10 °C

ή

+ 40 °C … + 55 °C

– 40 °C … – 25 °C

ή

+ 55 °C … + 70 °C

Κλάση μετρητή

A

B

C

A

B

C

A

B

C

A

B

C

Μονοφασικοί μετρητές. Πολυφασικοί μετρητές, εάν λειτουργούν με συμμετρικά φορτία

Formula

3,5

2

1

5

2,5

1,3

7

3,5

1,7

9

4

2

Formula

3,5

2

0,7

4,5

2,5

1

7

3,5

1,3

9

4

1,5

Πολυφασικοί μετρητές, εάν λειτουργούν με μονοφασικό φορτίο

Formula

, βλέπε εξαίρεση κατωτέρω

4

2,5

1

5

3

1,3

7

4

1,7

9

4,5

2

Για ηλεκτρομηχανικούς πολυφασικούς μετρητές το πεδίο τιμών του ρεύματος για μονοφασικό φορτίο περιορίζεται σε

Formula

.

Όταν ο μετρητής λειτουργεί σε διαφορετικά πεδία θερμοκρασίας, εφαρμόζονται οι αντίστοιχες τιμές μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος.

Ο μετρητής δεν εκμεταλλεύεται τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

4.   Επιτρεπτή επενέργεια των διαταραχών

4.1.   Γενικά

Λόγω του γεγονότος ότι οι μετρητές ηλεκτρικής ενέργειας είναι απευθείας συνδεδεμένοι στην παροχή ρεύματος και η κύρια παροχή ηλεκτρικού ρεύματος είναι επίσης ένα από τα μετρητέα μεγέθη, για τους μετρητές ηλεκτρισμού χρησιμοποιείται ειδικό ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον.

Ο μετρητής συμμορφώνεται προς το ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον Ε2 και τις πρόσθετες απαιτήσεις των σημείων 4.2 και 4.3.

Το ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον και οι επιτρεπτές επενέργειες ανταποκρίνονται σε κατάσταση κατά την οποία υπάρχουν διαταραχές μακράς διάρκειας οι οποίες δεν επηρεάζουν την ακρίβεια πέραν των κρίσιμων τιμών μεταβολής και παροδικές διαταραχές, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν προσωρινή επιδείνωση ή απώλεια λειτουργιών ή απόδοσης αλλά μετά τις οποίες ο μετρητής επανέρχεται στη λειτουργία του και δεν επηρεάζουν την ακρίβεια πέραν των κρίσιμων τιμών μεταβολής.

Όταν υπάρχει προβλέψιμος υψηλός κίνδυνος λόγω κεραυνών ή όταν υπάρχουν εναέρια δίκτυα παροχής ηλεκτρικής ενεργείας, τα μετρολογικά χαρακτηριστικά του μετρητή προστατεύονται.

4.2.   Επίδραση διαταραχών μακράς διάρκειας

Πίνακας 3

Κρίσιμες τιμές μεταβολής για διαταραχές μακράς διάρκειας

Διαταραχή

Κρίσιμες τιμές μεταβολής σε ποσοστό επί τοις εκατό για μετρητές κλάσης

A

B

C

Ακολουθία αντίστροφης φάσης

1,5

1,5

0,3

Ασύμμετρη τάση (μόνο για πολυφασικούς μετρητές)

4

2

1

Περιεχόμενο αρμονικών στα κυκλώματα του ρεύματος (2)

1

0,8

0,5

DC και αρμονικές στα κυκλώματα του ρεύματος (2)

6

3

1,5

Γρήγορες προσωρινές ριπές

6

4

2

Μαγνητικά πεδία, HF (εκπεμπόμενο RF) ηλεκτρομαγνητικό πεδίο, Διαταραχές εξ αγωγής προκαλούμενες από πεδία ραδιοσυχνοτήτων και θωράκιση από κύματα ταλάντωσης

3

2

1

4.3.   Επιτρεπτή επίδραση παροδικών ηλεκτρομαγνητικών φαινομένων

4.3.1.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών στον μετρητή ηλεκτρικής ενέργειας είναι τέτοια ώστε, κατά και αμέσως μετά τη διαταραχή:

οποιαδήποτε ένδειξη που προορίζεται για τη δοκιμή της ακρίβειας του μετρητή να μην παράγει παλμούς ή σήματα που αντιστοιχούν σε ενέργεια ανώτερη της κρίσιμης τιμής μεταβολής,

και, σε εύλογο διάστημα μετά τη διαταραχή, ο μετρητής:

να επανέρχεται σε κανονική λειτουργία εντός των ορίων του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος και

να έχει διαφυλάξει όλες του τις λειτουργίες μέτρησης και

να επιτρέπει την ανάκτηση όλων των δεδομένων από μετρήσεις που ήταν διαθέσιμα ακριβώς πριν από την εμφάνιση της διαταραχής και

να μην εμφανίζει αλλαγή στην καταγραφόμενη ενέργεια μεγαλύτερη από την κρίσιμη τιμή μεταβολής.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής σε kWh ισούται με Formula

(m = ο αριθμός των στοιχείων μέτρησης του μετρητή, Un σε Volts και Imax σε Amps).

4.3.2.

Σε περίπτωση υπερφόρτισης η κρίσιμη τιμή μεταβολής ισούται με 1,5 %.

5.   Καταλληλότητα

5.1.   Κάτω από την ονομαστική τάση λειτουργίας, το θετικό σφάλμα του μετρητή δεν υπερβαίνει +10 %.

5.2.   Η οθόνη απεικόνισης της συνολικής ενέργειας διαθέτει επαρκή αριθμό ψηφίων, ώστε να εξασφαλίζεται ότι η ένδειξη δεν επανέρχεται στην αρχική τιμή της, όταν ο μετρητής λειτουργεί για 4 000 ώρες σε πλήρες φορτίο (I = Imax, U = Un και PF = 1) και είναι αδύνατον να μηδενισθεί κατά τη διάρκεια της χρήσης.

5.3.   Σε περίπτωση απώλειας ηλεκτρικού ρεύματος στο κύκλωμα, οι μετρημένες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας διατηρούνται προς ανάγνωση για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 4 μηνών.

5.4.   Λειτουργία χωρίς φορτίο

Όταν η τάση εφαρμόζεται χωρίς ροή ρεύματος στο ισχύον δίκτυο (το ισχύον δίκτυο είναι ανοικτό δίκτυο), ο μετρητής δεν καταγράφει ενέργεια σε καμία τάση ανάμεσα σε Formula και 1,1 Un.

5.5.   Έναρξη

Ο μετρητής αρχίζει και εξακολουθεί να καταγράφει σε τιμή Un, PF = 1 (πολυφασικός μετρητής με συμμετρικά φορτία) και ρεύμα που ισούται με Ist.

6.   Μονάδες

Η μετρούμενη ηλεκτρική ενέργεια απεικονίζεται σε κιλοβατώρες με το σύμβολο kWh, ή μεγκαβατώρες, με το σύμβολο MWh.

7.   Έναρξη χρήσης

α)

Όταν κράτος μέλος επιβάλλει μέτρηση οικιακής χρήσης, επιτρέπει την πραγματοποίηση της μέτρησης από οποιοδήποτε όργανο της κλάσης Α. Για ειδικούς σκοπούς, το κράτος μέλος επιτρέπεται να απαιτεί οποιοδήποτε όργανο της κλάσης Β.

β)

Όταν κράτος μέλος επιβάλλει μέτρηση για χρήση στο εμπόριο ή/και στην ελαφρά βιομηχανία, επιτρέπει την πραγματοποίηση της μέτρησης με οποιοδήποτε όργανο της κλάσης Β. Επιτρέπεται στο κράτος μέλος να απαιτεί για καθορισμένες περιπτώσεις οποιοδήποτε όργανο της κλάσης Γ.

γ)

Το κράτος μέλος εξασφαλίζει ότι το πεδίο τιμών του ρεύματος ορίζεται από την υπηρεσία κοινής ωφελείας ή το πρόσωπο που είναι νομικά υπεύθυνο για την εγκατάσταση του μετρητή, ώστε ο μετρητής να είναι κατάλληλος για την ακριβή μέτρηση της προβλεπόμενης ή της προβλεπτής κατανάλωσης.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

B + ΣΤ ή B + Δ ή H1.


(1)  Για τους ηλεκτρομηχανικούς μετρητές κλάσης Β, ισχύει Formula

(2)  Στην περίπτωση ηλεκτρομηχανικών μετρητών ηλεκτρικής ενεργείας δεν καθορίζονται κρίσιμες τιμές μεταβολής για το περιεχόμενο αρμονικών στα κυκλώματα του ρεύματος και για το DC και τις αρμονικές στα κυκλώματα του ρεύματος.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΘΕΡΜΙΔΟΜΕΤΡΑ (MI-004)

Οι οικείες βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα εφαρμόζονται στα θερμιδόμετρα που ορίζονται κατωτέρω και προορίζονται για οικιακή χρήση, για χρήση στο εμπόριο και στην ελαφρά βιομηχανία.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Ως «θερμιδόμετρο» νοείται ένα όργανο σχεδιασμένο για τη μέτρηση της θερμότητας που, σε ένα κύκλωμα ανταλλαγής θερμότητας, εκλύεται από ένα υγρό, το οποίο ονομάζεται θερμαγωγό υγρό.

Το θερμιδόμετρο είναι είτε ένα πλήρες όργανο είτε ένα συνδυασμένο όργανο αποτελούμενο από τα υποσυστήματα, αισθητήρα ροής, ζεύγος αισθητήρων θερμοκρασίας και υπολογιστή, όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 2, είτε συνδυασμός των ανωτέρω.

θ

=

θερμοκρασία του θερμαγωγού υγρού,

θin

=

η τιμή της θ στην είσοδο του κυκλώματος ανταλλαγής θερμότητας,

θοut

=

η τιμή της θ στην έξοδο του κυκλώματος ανταλλαγής θερμότητας,

Δθ

=

η διαφορά θερμοκρασίας θin — θοut με Δθ ≥ 0,

θmax

=

το ανώτατο όριο της θ για να λειτουργεί σωστά το θερμιδόμετρο στα πλαίσια των μεγίστων επιτρεπόμενων σφαλμάτων,

θmin

=

το κατώτατο όριο της θ για να λειτουργεί σωστά το θερμιδόμετρο στα πλαίσια των μεγίστων επιτρεπόμενων σφαλμάτων,

Δθmax

=

το ανώτατο όριο της Δθ για να λειτουργεί σωστά το θερμιδόμετρο στα πλαίσια των μεγίστων επιτρεπόμενων σφαλμάτων,

Δθmin

=

το κατώτατο όριο της Δθ για να λειτουργεί σωστά το θερμιδόμετρο στα πλαίσια των μεγίστων επιτρεπόμενων σφαλμάτων,

q

=

παροχή του θερμαγωγού υγρού,

qs

=

η μέγιστη τιμή της q που είναι αποδεκτή για σύντομα χρονικά διαστήματα για τη σωστή λειτουργία του θερμιδόμετρου,

qp

=

η μέγιστη τιμή της q που είναι αποδεκτή μόνιμα για τη σωστή λειτουργία του θερμιδόμετρου,

qi

=

η ελάχιστη επιτρεπόμενη τιμή της q για τη σωστή λειτουργία του θερμιδόμετρου,

P

=

η ανταλλασσόμενη θερμική ισχύς,

Ps

=

το ανώτατο όριο της P για τη σωστή λειτουργία του θερμιδόμετρου.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.   Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Οι τιμές των ονομαστικών συνθηκών λειτουργίας καθορίζονται από τον κατασκευαστή ως εξής:

1.1.

Θερμοκρασία του υγρού: θmax, θmin,

για τις διαφορές θερμοκρασίας: Δθmax, Δθmin,

με τους ακόλουθους περιορισμούς: Formula Δθmin = 3 K ή 5 K ή 10 K.

1.2.

Πίεση του υγρού: Η μέγιστη εσωτερική υπερπίεση, την οποία ανέχεται το θερμιδόμετρο μόνιμα στο ανώτατο όριο της θερμοκρασίας.

1.3.

Παροχή του υγρού: qs, qp, qi, όπου οι τιμές qp και qi υπόκεινται στον ακόλουθο περιορισμό:

Formula

.

1.4.

Θερμική ισχύς: Ps.

2.   Κατηγορίες ακριβείας

Για τα θερμιδόμετρα ορίζονται οι εξής κλάσεις ακρίβειας: 1, 2, 3.

3.   Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα που ισχύουν στα πλήρη θερμιδόμετρα

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σχετικά σφάλματα που ισχύουν στα πλήρη θερμιδόμετρα, για κάθε κλάση ακριβείας, εκφραζόμενα σε επί τοις εκατό ποσοστό της αληθούς τιμής είναι

Για την κλάση 1: Formula με Ef + Et + Ec σύμφωνα με τα σημεία 7.1 έως 7.3.

Για την κλάση 2: Formula με Ef + Et + Ec σύμφωνα με τα σημεία 7.1 έως 7.3.

Για την κλάση 3: Formula με Ef + Et + Ec σύμφωνα με τα σημεία 7.1 έως 7.3.

Το πλήρες θερμιδόμετρο δεν εκμεταλλεύεται τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

4.   Επιτρεπτές επενέργειες των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών

4.1.

Το όργανο δεν επηρεάζεται από στατικά μαγνητικά πεδία και από ηλεκτρομαγνητικά πεδία σε συχνότητα δικτύου.

4.2.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών είναι τέτοια ώστε η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής που ορίζεται στο σημείο 4.3 ή η ένδειξη του αποτελέσματος της μέτρησης είναι τέτοια ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί ως έγκυρο αποτέλεσμα.

4.3.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής για πλήρες θερμιδόμετρο ισούται με την απόλυτη τιμή του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που ισχύει για το εν λόγω θερμιδόμετρο (βλέπε σημείο 3).

5.   Αντοχή στον χρόνο

Μετά τη διενέργεια κατάλληλης δοκιμής, κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη η χρονική περίοδος που υπολογίζει ο κατασκευαστής, πρέπει να πληρούνται τα εξής κριτήρια:

5.1.

Αισθητήρες ροής: Η διακύμανση του αποτελέσματος της μέτρησης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο σε σύγκριση με το αρχικό αποτέλεσμα της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής.

5.2.

Αισθητήρες θερμοκρασίας: Η διακύμανση του αποτελέσματος της μέτρησης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο σε σύγκριση με το αρχικό αποτέλεσμα της μέτρησης δεν υπερβαίνει τους 0,1 °C.

6.   Αναγραφές στα θερμιδόμετρα

Κλάση

Όρια παροχής

Όρια θερμοκρασίας

Όρια διαφοράς θερμοκρασίας

Θέση εγκατάστασης του αισθητήρα: ροή ή επιστροφή

Ένδειξη κατεύθυνσης της ροής

7.   Υποσυστήματα

Οι διατάξεις για τα υποσυστήματα μπορούν να εφαρμόζονται σε υποσυστήματα κατασκευασμένα από τον ίδιο ή από διαφορετικούς κατασκευαστές. Σε περίπτωση όπου το θερμιδόμετρο αποτελείται από υποσυστήματα, οι βασικές απαιτήσεις για το θερμιδόμετρο εφαρμόζονται στα υποσυστήματα αναλόγως. Επιπλέον, ισχύουν τα ακόλουθα:

7.1.   Το σχετικό μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα του αισθητήρα ροής, εφαρμοζόμενο σε ποσοστό %, για τις κλάσεις ακρίβειας:

Κλάση 1: Formula, αλλά όχι άνω του 5 %,

Κλάση 2: Formula, αλλά όχι άνω του 5 %,

Κλάση 3: Formula, αλλά όχι άνω του 5 %,

όπου το σφάλμα Ef συσχετίζει την ένδειξη με την αληθή τιμή της σχέσης ανάμεσα στο σήμα εξόδου του αισθητήρα ροής και στη μάζα ή τον όγκο.

7.2.   Το σχετικό μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα του ζεύγους αισθητήρων θερμοκρασίας, εκφραζόμενο σε ποσοστό %:

Formula,

όπου το σφάλμα Et συσχετίζει την ένδειξη με την αληθή τιμή της σχέσης ανάμεσα στο σήμα εξόδου του ζεύγους αισθητήρων θερμοκρασίας και στη διαφορά θερμοκρασίας.

7.3.   Το σχετικό μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα του υπολογιστή εκφραζόμενο σε ποσοστό %:

Formula,

όπου το σφάλμα Ec συσχετίζει την ένδειξη της θερμότητας με την αληθή τιμή της.

7.4.   Η κρίσιμη τιμή μεταβολής για το υποσύστημα θερμιδόμετρου ισούται με την αντίστοιχη απόλυτη τιμή του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που ισχύει για το υποσύστημα (βλέπε σημεία 7.1, 7.2 ή 7.3).

7.5.   Αναγραφές στα υποσυστήματα

Αισθητήρας ροής:

Κλάση

Όρια παροχής

Όρια θερμοκρασίας

Ονομαστικός δείκτης μέτρησης (π.χ. λίτρα/παλμό) ή αντίστοιχο σήμα εξόδου

Ένδειξη κατεύθυνσης της ροής

Ζεύγος αισθητήρων θερμοκρασίας:

Αναγνώριση τύπου (π.χ. Pt 100)

Όρια θερμοκρασίας

Όρια διαφοράς θερμοκρασίας

Υπολογιστής:

Είδος αισθητήρων θερμοκρασίας

Όρια θερμοκρασίας

Όρια διαφοράς θερμοκρασίας

Απαιτούμενος ονομαστικός δείκτης μέτρησης (π.χ. λίτρα/παλμοί) ή αντίστοιχο σήμα εξόδου προερχόμενο από τον αισθητήρα ροής

Θέση εγκατάστασης του αισθητήρα: ροή ή επιστροφή

ΕΝΑΡΞΗ ΧΡΗΣΗΣ

α)

Όταν κράτος μέλος επιβάλλει μέτρηση οικιακής χρήσης, επιτρέπει την πραγματοποίηση της μέτρησης από οποιοδήποτε όργανο της κλάσης 3.

β)

Όταν κράτος μέλος επιβάλλει μέτρηση για χρήση στο εμπόριο ή/και στην ελαφρά βιομηχανία, επιτρέπεται να απαιτεί όργανο της κλάσης 3.

γ)

Όσον αφορά τις απαιτήσεις των σημείων 1.1 έως 1.4 ανωτέρω, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι ιδιότητες ορίζονται από την υπηρεσία κοινής ωφελείας ή το πρόσωπο που είναι νομικά υπεύθυνο για την εγκατάσταση του μετρητή, ώστε ο μετρητής να είναι κατάλληλος για την ακριβή μέτρηση της προβλεπόμενης ή της προβλεπτής κατανάλωσης.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

B + ΣΤ ή B + Δ ή H1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΕΧΗ ΚΑΙ ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΠΟΣΟΤΗΤΩΝ ΥΓΡΩΝ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΟ ΝΕΡΟ (MI-005)

Στα συστήματα μετρήσεων που προορίζονται για τη συνεχή και δυναμική μέτρηση ποσοτήτων (όγκων ή μαζών) υγρών εκτός από το νερό έχουν εφαρμογή οι σχετικές βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα. Ανάλογα με την περίπτωση, στο παρόν παράρτημα, αντί «όγκος, και L», μπορεί να γράφεται «μάζα και kg».

ΟΡΙΣΜΟΙ

Μετρητής

Όργανο σχεδιασμένο για τη συνεχή μέτρηση, την αποθήκευση σε μνήμη και την απεικόνιση της ποσότητας υγρού που ρέει μέσω του μορφοτροπέα μετρήσεων στις συνθήκες της μέτρησης σε κλειστό αγωγό υπό πλήρη φόρτιση.

Υπολογιστής

Τμήμα του μετρητή το οποίο λαμβάνει τα σήματα εξόδου από τον ή τους μορφοτροπείς μετρήσεων και, πιθανώς, από συνδεδεμένα όργανα μέτρησης και δείχνει τα αποτελέσματα της μέτρησης.

Συνδεδεμένο όργανο μέτρησης

Όργανο συνδεδεμένο με τον υπολογιστή για τη μέτρηση ορισμένων ποσοτήτων οι οποίες είναι χαρακτηριστικές του υγρού, με στόχο τη διόρθωση ή/και την αναγωγή.

Μηχανισμός αναγωγής

Τμήμα του υπολογιστή το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη τα χαρακτηριστικά του υγρού (θερμοκρασία, πυκνότητα κ.λπ.) τα οποία μετρώνται με τα συνδεδεμένα όργανα μέτρησης ή είναι αποθηκευμένα σε μνήμη, αυτομάτως ανάγει

τον όγκο του υγρού που μετράται σε συνθήκες μέτρησης, σε όγκο βασικών συνθηκών και/ή μάζα, ή

τη μάζα του υγρού που μετράται σε συνθήκες μέτρησης σε όγκο σε συνθήκες μέτρησης και/ή σε όγκο βασικών συνθηκών

Σημείωση:

Ο μηχανισμός αναγωγής περιλαμβάνει τα σχετικά συνδεδεμένα όργανα μέτρησης.

Βασικές συνθήκες

Οι καθορισμένες συνθήκες στις οποίες ανάγεται η μετρούμενη ποσότητα υγρού σε συνθήκες μέτρησης.

Σύστημα μέτρησης

Ένα σύστημα, το οποίο περιλαμβάνει τον μετρητή αυτό καθεαυτό και όλες τις διατάξεις που απαιτούνται για να εξασφαλιστούν ορθές μετρήσεις ή προορίζονται να διευκολύνουν τις εργασίες μέτρησης.

Αντλία καυσίμου

Σύστημα μέτρησης το οποίο προορίζεται για τον ανεφοδιασμό σε καύσιμα μηχανοκίνητων οχημάτων, μικρών πλοίων και μικρών αεροσκαφών.

Μηχανισμός αυτοεξυπηρέτησης

Μηχανισμός ο οποίος επιτρέπει στον πελάτη να χρησιμοποιεί σύστημα μέτρησης με στόχο την απόκτηση υγρού για ιδία χρήση.

Διάταξη αυτοεξυπηρέτησης

Ειδική διάταξη η οποία αποτελεί τμήμα του μηχανισμού αυτοεξυπηρέτησης και επιτρέπει τη λειτουργία ενός ή περισσοτέρων συστημάτων μέτρησης σε αυτό το μηχανισμό αυτοεξυπηρέτησης.

Ελάχιστη μετρούμενη ποσότητα (ΕΜΠ)

Η μικρότερη ποσότητα υγρού για την οποία η μέτρηση είναι μετρολογικά αποδεκτή για το σύστημα μέτρησης.

Άμεση ένδειξη

Η ένδειξη, είτε όγκου είτε μάζας, η οποία αντιστοιχεί στο μετρητέο μέγεθος που ο μετρητής είναι ικανός να μετρήσει.

Σημείωση:

Η άμεση ένδειξη μπορεί να αναχθεί σε ένδειξη άλλης ποσότητας με τη χρήση μηχανισμού αναγωγής.

Δυνατότητα διακοπής/Μη δυνατότητα διακοπής

Ένα σύστημα μέτρησης θεωρείται ότι έχει/δεν έχει δυνατότητα διακοπής όταν η ροή του υγρού μπορεί/δεν μπορεί να ανακοπεί εύκολα και ταχέως.

Πεδίο τιμών παροχής

Το πεδίο μεταξύ της ελάχιστης τιμής παροχής (Qmin) και της μέγιστης τιμής παροχής (Qmax).

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.   Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Ο κατασκευαστής ορίζει τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας του οργάνου, ιδίως δε:

1.1.   Το πεδίο τιμών παροχής

Το πεδίο τιμών παροχής υπόκειται στους ακόλουθους όρους:

i)

Το πεδίο τιμών παροχής ενός συστήματος μέτρησης κείται εντός του πεδίου τιμών παροχής καθενός από τα στοιχεία του, ιδίως δε του μετρητή.

ii)

Μετρητής και σύστημα μετρήσεων

Πίνακας 1

Ειδικό σύστημα μέτρησης

Χαρακτηριστικό του υγρού

Ελάχιστη αναλογία Qmax: Qmin

Αντλίες καυσίμων

Καύσιμα πλην υγραερίου

10: 1

Υγραέριο

5: 1

Σύστημα μέτρησης

Κρυογόνα υγρά

5: 1

Συστήματα μέτρησης για πετρελαιαγωγούς και συστήματα για τη φόρτωση δεξαμενών πλοίων

Όλα τα υγρά

Κατάλληλα για χρήση

Όλα τα υπόλοιπα συστήματα μέτρησης

Όλα τα υγρά

4: 1

1.2.   Τις ιδιότητες του υγρού που θα μετρηθεί από το όργανο, προσδιορίζοντας την ονομασία ή τον τύπο του υγρού ή τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του, π.χ.:

πεδίο τιμών θερμοκρασίας,

πεδίο τιμών πίεσης,

πεδίο τιμών πυκνότητας,

πεδίο τιμών ιξώδους.

1.3.   Την ονομαστική τιμή του τροφοδοτικού ισχύος εναλλασσόμενου ρεύματος (ΑC) και/ή όρια παροχής συνεχούς ρεύματος (DC)

1.4.   Τις βασικές συνθήκες για τις ανηγμένες τιμές.

Σημείωση:

Το σημείο 1.4 δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών να απαιτούν τη χρήση θερμοκρασίας είτε 15 °C σύμφωνα με το άρθρο 12 παράγραφος 2 της οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (1).

2.   Κατάταξη ακριβείας και μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

2.1.   Για ποσότητες ίσες ή μεγαλύτερες από 2 λίτρα, το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα στην ένδειξη είναι:

Πίνακας 2

 

Κλάση ακριβείας

 

0,3

0,5

1,0

1,5

2,5

Συστήματα μέτρησης (A)

0,3 %

0,5 %

1,0 %

1,5 %

2,5 %

Μετρητές (B)

0,2 %

0,3 %

0,6 %

1,0 %

1,5 %

2.2.   Για ποσότητες μικρότερες από δύο λίτρα, τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα στην ένδειξη είναι:

Πίνακας 3

Μετρούμενος όγκος V

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

V < 0,1 L

4 × την τιμή του πίνακα 2, εφαρμοζόμενη σε 0,1 L

0,1 L ≤ V < 0,2 L

4 × την τιμή του πίνακα 2

0,2 L ≤ V < 0,4 L

2 × την τιμή του πίνακα 2, εφαρμοζόμενη σε 0,4 L

0,4 L ≤ V < 1 L

2 × την τιμή του πίνακα 2

1 L ≤ V < 2 L

Η τιμή του πίνακα 3, εφαρμοζόμενη σε 2 L

2.3.   Ανεξάρτητα όμως από τη μετρούμενη ποσότητα, η τάξη μεγέθους του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος παρέχεται από τη μεγαλύτερη από τις ακόλουθες δύο τιμές:

απόλυτη τιμή του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος που εμφαίνεται στον πίνακα 2 ή 3,

απόλυτη τιμή του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος για την ελάχιστη μετρούμενη ποσότητα (Εmin).

2.4.1.   Προκειμένου για ελάχιστες μετρούμενες ποσότητες ίσες ή μεγαλύτερες από 2 λίτρα, ισχύουν αμφότερες οι ακόλουθες συνθήκες

 

Συνθήκη 1

Emin θα πληροί τη συνθήκη: η Emin ≥ 2 R, όπου R το μικρότερο διάστημα της κλίμακας της διάταξης ένδειξης.

 

Συνθήκη 2

Emin δίδεται από τον τύπο: Formula, όπου:

MMQ = η ελάχιστη μετρούμενη ποσότητα,

A = η αριθμητική τιμή που καθορίζεται στη σειρά Α του πίνακα 2.

2.4.2.   Προκειμένου για ελάχιστες μετρούμενες ποσότητες μικρότερες από δύο λίτρα, ισχύει η προαναφερόμενη συνθήκη 1 και η Emin είναι το διπλάσιο της τιμής που ορίζεται στον πίνακα 3 και συσχετίζεται με τη σειρά Α του πίνακα 2.

2.5.   Ανοιγμένη ένδειξη

Σε περίπτωση αναγωγής της ένδειξης, τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα είναι εκείνα που καθορίζονται στη σειρά Α του πίνακα 2.

2.6.   Διατάξεις αναγωγής

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα στις ανοιγμένες ενδείξεις που οφείλεται στη διάταξη αναγωγής ισούται με ± (A - B), όπου Α και Β οι τιμές που καθορίζονται στον πίνακα 2.

Μέρη διατάξεων αναγωγής τα οποία μπορούν να υποβληθούν σε δοκιμή χωριστά.

α)   Υπολογιστής

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα, θετικό ή αρνητικό, στις ενδείξεις των ποσοτήτων υγρού, που αποδίδεται στον υπολογισμό, ισούται με το υποδεκαπλάσιο του μέγιστου επιτρεπτού σφάλματος που καθορίζεται στη σειρά Α του πίνακα 2.

β)   Συνδεδεμένα όργανα μέτρησης

Τα συνδεδεμένα όργανα μέτρησης έχουν τουλάχιστον την ακρίβεια που προκύπτει από τις τιμές του πίνακα 4.

Πίνακας 4

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα μετρήσεων

Κλάσεις ακρίβειας του συστήματος μετρήσεων

0,3

0,5

1,0

1,5

2,5

Θερμοκρασία

± 0,3 °C

± 0,5 °C

± 1,0 °C

Πίεση

Κάτω του 1 MPa: ± 50 kPa

Από 1 έως 4 MPa: ± 5 %

Άνω των 4 MPa: ± 200 kPa

Πυκνότητα

± 1 kg/m3

± 2 kg/m3

± 5 kg/m3

Οι τιμές αυτές ισχύουν για την ένδειξη των χαρακτηριστικών ποσοτήτων του υγρού που φέρει ο μηχανισμός αναγωγής.

γ)   Ακρίβεια της υπολογιστικής λειτουργίας

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα, θετικό ή αρνητικό, για τον υπολογισμό κάθε χαρακτηριστικής ποσότητας του υγρού ισούται με τα δύο πέμπτα της τιμής που καθορίζεται στο στοιχείο β) ανωτέρω.

2.7.   Η απαίτηση α) στο σημείο 2.6 ισχύει για κάθε υπολογισμό και όχι μόνο για την αναγωγή.

2.8.   Το σύστημα μέτρησης δεν εκμεταλλεύεται τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα και δεν ευνοεί συστηματικά κανένα μέρος.

3.   Μέγιστη επιτρεπτή επενέργεια των διαταραχών

3.1.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών στο σύστημα μέτρησης είναι μία από τις ακόλουθες:

η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής που ορίζεται στο σημείο 3.2 ή

η ένδειξη του αποτελέσματος της μέτρησης εμφανίζει μια στιγμιαία διακύμανση, που δεν μπορεί να εκληφθεί, να αποθηκευτεί σε μνήμη ή να μεταδοθεί ως αποτέλεσμα της μέτρησης. Επιπλέον, στην περίπτωση των συστημάτων με δυνατότητα διακοπής της λειτουργίας, αυτό μπορεί να συνεπάγεται και αδυναμία εκτέλεσης των μετρήσεων, ή

η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής, οπότε το σύστημα μετρήσεων επιτρέπει την ανάκτηση του αποτελέσματος μέτρησης που είχε ληφθεί ακριβώς πριν από την εμφάνιση της κρίσιμης στιγμής μεταβολής και διακόπτει τη ροή.

3.2.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής είναι η μεγαλύτερη από είτε το ένα πέμπτο του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος σε μια συγκεκριμένη μετρούμενη ποσότητα είτε την Εmin.

4.   Αντοχή στον χρόνο

Μετά τη διενέργεια κατάλληλης δοκιμής, κατά την οποία λαμβάνεται υπόψη η χρονική περίοδος που υπολογίζει ο κατασκευαστής, πρέπει να πληρούται το εξής κριτήριο:

Η διακύμανση του αποτελέσματος της μέτρησης μετά τη δοκιμή αντοχής στο χρόνο σε σύγκριση με το αρχικό αποτέλεσμα της μέτρησης δεν υπερβαίνει την τιμή για μετρητές που καθορίζεται στη σειρά Β του πίνακα 2.

5.   Καταλληλότητα

5.1.   Για όλες τις μετρούμενες ποσότητες που συνδέονται με την ίδια μέτρηση, οι ενδείξεις που παρέχουν οι διάφορες διατάξεις δεν πρέπει να διαφέρουν μεταξύ τους κατά περισσότερο από ένα διάστημα της κλίμακας, εφόσον οι διατάξεις έχουν το ίδιο διάστημα κλίμακας. Εάν οι διατάξεις έχουν διαφορετικά διαστήματα κλίμακας, η απόκλιση μεταξύ των ενδείξεων δεν πρέπει να υπερβαίνει το μεγαλύτερο από τα διαστήματα κλίμακας.

Ωστόσο, όσον αφορά τους μηχανισμούς αυτοεξυπηρέτησης, τα διαστήματα κλίμακας της κύριας διάταξης ένδειξης στο σύστημα μέτρησης και τα διαστήματα κλίμακας της διάταξης αυτοεξυπηρέτησης είναι τα ίδια και τα αποτελέσματα της μέτρησης δεν διαφέρουν μεταξύ τους.

5.2.   Δεν πρέπει να είναι δυνατή η εκτροπή της μετρούμενης ποσότητας σε κανονικές συνθήκες χρήσης εκτός εάν αυτό είναι ευκόλως εμφανές.

5.3.   Η τυχόν παρουσία αέρα ή αερίου στο υγρό σε εκατοστιαία αναλογία που δεν μπορεί να ανιχνευθεί εύκολα δεν πρέπει να οδηγεί σε διακύμανση του σφάλματος μεγαλύτερη από:

0,5 % προκειμένου για μη πόσιμα υγρά και υγρά των οποίων το ιξώδες δεν υπερβαίνει την τιμή 1 mPa.s ή

1 % προκειμένου για πόσιμα υγρά και υγρά των οποίων το ιξώδες υπερβαίνει την τιμή 1 mPa.s.

Ωστόσο, η επιτρεπόμενη διακύμανση δεν είναι σε καμία περίπτωση μικρότερη από το 1 % της MMQ. Η τιμή αυτή ισχύει στην περίπτωση των θυλάκων αέρα ή αερίου.

5.4.   Όργανα για άμεση πώληση

5.4.1.   Τα συστήματα μέτρησης για άμεση πώληση είναι εφοδιασμένα με μέσα μηδενισμού της απεικόνισης.

Δεν πρέπει να είναι δυνατή η εκτροπή της μετρούμενης ποσότητας.

5.4.2.   Η απεικόνιση της ποσότητας στην οποία βασίζεται η συναλλαγή κατά τη μέτρηση είναι διαρκής, μέχρις ότου όλοι οι συναλλασσόμενοι έχουν δεχθεί το αποτέλεσμα της μέτρησης.

5.4.3.   Τα συστήματα μέτρησης για άμεση πώληση δεν έχουν δυνατότητα διακοπής.

5.4.4.   Η τυχόν παρουσία αέρα ή αερίου στο υγρό σε εκατοστιαία αναλογία δεν πρέπει να οδηγεί σε διακύμανση του σφάλματος μεγαλύτερη των τιμών που καθορίζονται στο σημείο 5.3.

5.5.   Αντλίες καυσίμου

5.5.1.   Οι οθόνες απεικόνισης των αντλιών καυσίμου δεν μπορούν να μηδενισθούν κατά τη διάρκεια της μέτρησης.

5.5.2.   Δεν είναι δυνατόν να αρχίσει νέα μέτρηση, αν πρώτα δεν μηδενισθεί η απεικόνιση.

5.5.3.   Σε περίπτωση όπου το σύστημα μετρήσεων είναι εξοπλισμένο με οθόνη απεικόνισης της τιμής, η διαφορά μεταξύ της ένδειξης της τιμής και της τιμής που προκύπτει με υπολογισμό από την τιμή μονάδας και την ένδειξη της ποσότητας, δεν πρέπει να υπερβαίνει την τιμή που αντιστοιχεί στην Εmin. Η διαφορά αυτή δεν χρειάζεται ωστόσο να είναι μικρότερη από τη μικρότερη αξία του νομίσματος.

6.   Βλάβη του τροφοδοτικού ισχύος

Τα συστήματα μέτρησης είτε είναι εφοδιασμένα με εφεδρικό τροφοδοτικό ισχύος, το οποίο διασφαλίζει όλες τις λειτουργίες μέτρησης όσο διαρκεί η βλάβη της κύριας πηγής ισχύος είτε είναι εφοδιασμένα με μέσα αποθήκευσης σε μνήμη και απεικόνισης των διαθέσιμων δεδομένων, ώστε να μπορεί να κλείσει η υπό εξέταση συναλλαγή, καθώς και με μέσα διακοπής της ροής τη στιγμή που παρουσιάζεται βλάβη στην κύρια πηγή ισχύος.

7.   Έναρξη χρήσης

Πίνακας 5

Κλάση ακριβείας

Τύπος του συστήματος μέτρησης

0,3

Συστήματα μέτρησης σε σωληναγωγούς

0,5

Όλα τα συστήματα μέτρησης, εκτός αντιθέτων υποδείξεων σε άλλο σημείο του παρόντος πίνακα, και ειδικότερα:

αντλίες καυσίμου (εκτός από υγραέριο)

συστήματα μέτρησης σε οδικά βυτιοφόρα οχήματα για υγρά χαμηλού ιξώδους (≤ 20 mPa.s)

συστήματα μέτρησης για την (εκ)φόρτωση δεξαμενών πλοίων και οδικών και σιδηροδρομικών βυτιοφόρων οχημάτων (2)

συστήματα μέτρησης για το γάλα

συστήματα μέτρησης για τον ανεφοδιασμό αεροσκαφών με καύσιμο

1,0

Συστήματα μέτρησης για υγροποιημένα αέρια υπό πίεση που μετριούνται σε θερμοκρασία ίση ή μεγαλύτερη από – 10 °C

Συστήματα μέτρησης που ανήκουν συνήθως στην κλάση 0,3 ή 0,5 αλλά χρησιμοποιούνται για υγρά

θερμοκρασίας κάτω των – 10 °C ή άνω των 50 °C

δυναμικού ιξώδους άνω των 1 000 mPa.s

μέγιστης παροχής κατ’ όγκο 20 L/h κατ’ ανώτατο όριο

1,5

Συστήματα μέτρησης για υγροποιημένο διοξείδιο του άνθρακα

Συστήματα μέτρησης για υγροποιημένα αέρια υπό πίεση που μετριούνται σε θερμοκρασία κάτω των – 10 °C (εκτός από τα κρυογόνα υγρά)

2,5

Συστήματα μέτρησης για κρυογόνα υγρά (θερμοκρασία κάτω των – 153 °C)

8.   Μονάδες μέτρησης

Η μετρούμενη ποσότητα εμφαίνεται σε χιλιοστόλιτρα (ml), κυβικά εκατοστόμετρα (cm3), λίτρα (l ή L), κυβικά μέτρα (m3), γραμμάρια (g), χιλιόγραμμα (kg) ή τόνους (t).

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

Β + ΣΤ ή Β + Δ ή Η1 ή Ζ.


(1)  ΕΕ L 283 της 31.10.2003, σ. 51.

(2)  Ωστόσο, τα κράτη μέλη μπορούν να απαιτούν συστήματα μέτρησης κλάσης ακριβείας 0,3 ή 0,5 όταν χρησιμοποιούνται για την επιβολή φόρων επί των ορυκτελαίων κατά την (εκ)φόρτωση δεξαμενών πλοίων και οδικών και σιδηροδρομικών βυτιοφόρων οχημάτων.

Σημείωση: Ωστόσο, ο κατασκευαστής μπορεί να καθορίζει καλύτερη κλάση ακριβείας για ένα ορισμένο τύπο συστήματος μέτρησης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΑΥΤΟΜΑΤΑ ΟΡΓΑΝΑ ΖΥΓΙΣΗΣ (MI-006)

Στα αυτόματα όργανα ζύγισης που ορίζονται κατωτέρω και προορίζονται για τον προσδιορισμό της μάζας ενός σώματος χρησιμοποιώντας τη δράση της βαρύτητας στο σώμα αυτό, έχουν εφαρμογή οι σχετικές βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του Κεφαλαίου Ι του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στα διάφορα κεφάλαια του παρόντος παραρτήματος.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Αυτόματο όργανο ζύγισης

Όργανο που προσδιορίζει τη μάζα ενός προϊόντος χωρίς την παρέμβαση χειριστή και ακολουθεί ένα προκαθορισμένο πρόγραμμα αυτόματων διεργασιών χαρακτηριστικό του εκάστοτε οργάνου.

Αυτόματη σταθμική μηχανή

Αυτόματο όργανο ζύγισης που προσδιορίζει τη μάζα προδιαταγμένων χωριστών φορτίων (π.χ. προσυσκευασιών) ή μεμονωμένων φορτίων υλικού χύμα.

Αυτόματη σταθμική μηχανή ελέγχου

Αυτόματη σταθμική μηχανή που χωρίζει αντικείμενα διαφορετικής μάζας σε δύο ή περισσότερα υποσυστήματα ανάλογα με την τιμή της διαφοράς της μάζας τους από μια ονομαστική τιμή διαλογής.

Ζυγιστής επισήμανσης βάρους

Αυτόματη σταθμική μηχανή που τοποθετεί σε μεμονωμένα αντικείμενα ετικέτα στην οποία αναγράφεται το βάρος.

Ζυγιστής επισήμανσης βάρους-αξίας

Αυτόματη σταθμική μηχανή που τοποθετεί σε μεμονωμένα αντικείμενα ετικέτα στην οποία αναγράφεται το βάρος και η τιμή.

Αυτόματο όργανο σταθμικής πλήρωσης

Αυτόματο όργανο ζύγισης που γεμίζει δοχεία με προκαθορισμένη και θεωρητικά σταθερή μάζα προϊόντος χύμα.

Αθροιστής ασυνεχούς λειτουργίας (αθροιστική ζυγιστική χοάνη)

Αυτόματο όργανο ζύγισης που προσδιορίζει τη μάζα προϊόντος χύμα χωρίζοντάς το σε επιμέρους φορτία. Προσδιορίζεται διαδοχικά η μάζα κάθε επιμέρους φορτίου και οι μάζες αθροίζονται. Κάθε επιμέρους φορτίο επιστρέφεται κατόπιν στο σωρό του προϊόντος.

Αθροιστής συνεχούς λειτουργίας

Αυτόματο όργανο ζύγισης που προσδιορίζει συνεχώς τη μάζα προϊόντων χύμα που κινούνται επάνω σε μεταφορική ταινία, χωρίς συστηματική διαίρεση του προϊόντος και χωρίς διακοπή της κίνησης της μεταφορικής ταινίας.

Γεφυροπλάστιγγα σιδηροδρόμων

Αυτόματο όργανο ζύγισης εφοδιασμένο με υποδοχέα φορτίου ο οποίος περιλαμβάνει σιδηροτροχιές για τη μεταφορά σιδηροδρομικών οχημάτων.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Κοινές απαιτήσεις για τα αυτόματα όργανα ζύγισης παντός τύπου

1.   Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

Ο κατασκευαστής καθορίζει τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας του οργάνου ως εξής:

1.1.

Για το μετρητέο μέγεθος:

Την περιοχή μέτρησης, εκφραζόμενη σε μέγιστη και ελάχιστη δυναμικότητα,

1.2.

Για τα επιδρώντα μεγέθη του τροφοδοτικού ισχύος:

Σε περίπτωση παροχής AC

 

την ονομαστική τάση παροχής AC, ή τα όρια τάσης AC.

Σε περίπτωση παροχής DC

 

την ονομαστική και την κατώτατη τάση παροχής DC, ή τα όρια τάσης DC.

1.3.

Για τα επιδρώντα μηχανικά και κλιματικά μεγέθη:

H κατώτατη περιοχή θερμοκρασίας είναι 30 °C εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στα επόμενα κεφάλαια του παρόντος παραρτήματος.

Δεν εφαρμόζονται οι κλάσεις μηχανικού περιβάλλοντος σύμφωνα με το σημείο 1.3.2 του παραρτήματος I. Προκειμένου για τα όργανα τα οποία χρησιμοποιούνται υπό ειδικές συνθήκες μηχανικών καταπονήσεων, π.χ. όργανα ενσωματωμένα σε οχήματα, οι μηχανικές συνθήκες λειτουργίας ορίζονται από τον κατασκευαστή.

1.4.

Για τα λοιπά επιδρώντα μεγέθη (εφόσον υπάρχουν):

 

Ο ρυθμός ή οι ρυθμοί λειτουργίας.

 

Τα χαρακτηριστικά του προς ζύγιση προϊόντος ή προϊόντων.

2.   Επιτρεπτές επενέργειες διαταραχών — Ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον

Οι απαιτούμενες επιδόσεις και η κρίσιμη τιμή μεταβολής παρέχονται στο κεφάλαιο του παρόντος παραρτήματος που πραγματεύεται κάθε τύπο οργάνου.

3.   Καταλληλότητα

3.1.

Έχουν προβλεφθεί μέσα για τον περιορισμό των επιπτώσεων της κλίσης, της φόρτωσης και του ρυθμού λειτουργίας, έτσι ώστε να μη σημειώνεται υπέρβαση του μέγιστου επιτρεπτού σφάλματος κατά την κανονική λειτουργία.

3.2.

Έχουν προβλεφθεί κατάλληλοι μηχανισμοί χειρισμού υλικών, που επιτρέπουν στο όργανο να μην υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα κατά την κανονική λειτουργία του.

3.3.

Κάθε διεπαφή ελέγχου από χειριστή είναι σαφής και αποτελεσματική.

3.4.

Ο χειριστής πρέπει να μπορεί να εξακριβώνει την ακεραιότητα της οθόνης ενδείξεων (εφόσον υπάρχει).

3.5.

Έχουν προβλεφθεί κατάλληλες διατάξεις ρύθμισης του μηδενός που επιτρέπουν στο όργανο να μην υπερβαίνει το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα κατά την κανονική λειτουργία του.

3.6.

Κάθε αποτέλεσμα που κείται εκτός της περιοχής μέτρησης πρέπει να εντοπίζεται, εφόσον είναι δυνατή η εκτύπωση.

4.   Αξιολόγηση της συμμόρφωσης

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

 

Για μηχανικά συστήματα:

Β + Δ ή Β + Ε ή Β + ΣΤ ή Δ1 ή ΣΤ1 ή Ζ ή Η1.

 

Για ηλεκτρομηχανικά συστήματα:

Β + Δ ή Β + Ε ή Β + ΣΤ ή Ζ ή Η1.

 

Για ηλεκτρονικά συστήματα ή συστήματα που περιέχουν λογισμικό:

Β + Δ ή Β + ΣΤ ή Ζ ή Η1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Αυτόματες σταθμικές μηχανές

1.   Κλάσεις ακριβείας

1.1.

Τα όργανα υποδιαιρούνται σε πρωτογενείς κατηγορίες που παρίστανται με

X ή Y

όπως ορίζει ο κατασκευαστής.

1.2.

Οι πρωτογενείς αυτές κατηγορίες υποδιαιρούνται περαιτέρω σε τέσσερις κλάσεις ακριβείας:

 

XI, XII, XIII & XIIII

και

 

Y (I), Y (II), Y (α) και Y (β)

οι οποίες ορίζονται από τον κατασκευαστή.

2.   Όργανα κατηγορίας Χ

2.1.

Η κατηγορία X έχει εφαρμογή στα όργανα που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο προσυσκευασιών που υπόκεινται στις απαιτήσεις της οδηγίας 76/211/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ής Ιανουαρίου 1979, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στην προπαρασκευή σε μάζα ή όγκο ορισμένων προϊόντων σε προσυσκευασία (1), που εφαρμόζεται στις προσυσκευασίες.

2.2.

Οι κλάσεις ακριβείας συμπληρώνονται με συντελεστή (x) ο οποίος εκφράζει ποσοτικά τη μέγιστη επιτρεπτή τυπική απόκλιση όπως ορίζεται στο σημείο 4.2.

Ο κατασκευαστής προσδιορίζει το συντελεστή (x), ο οποίος είναι ≤ 2 και να έχει τη μορφή 1 × 10k, 2 × 10k ή 5 × 10k, όπου k ακέραιος αρνητικός αριθμός ή μηδέν.

3.   Όργανα κατηγορίας Υ

Η κατηγορία Υ έχει εφαρμογή σε όλες τις υπόλοιπες αυτόματες σταθμικές μηχανές.

4.   Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

4.1.   Μέσο σφάλμα οργάνων κατηγορίας Χ/μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα οργάνων κατηγορίας Υ

Πίνακας 1

Καθαρό φορτίο (m) σε υποδιαιρέσεις της κλίμακας επαλήθευσης (e)

Μέγιστο επιτρεπόμενο μέσο σφάλμα

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

XI

Y(I)

XII

Y(II)

XIII

Y(a)

XIIII

Y(b)

X

Y

0 < m ≤ 50 000

0 < m ≤ 5 000

0 < m ≤ 500

0 < m ≤ 50

± 0,5 e

± 1 e

50 000 < m ≤ 200 000

5 000 < m ≤ 20 000

500 < m ≤ 2 000

50 < m ≤ 200

± 1,0 e

± 1,5 e

200 000 < m

20 000 < m ≤ 100 000

2 000 < m ≤ 10 000

200 < m ≤ 1 000

± 1,5 e

± 2 e

4.2.   Τυπική απόκλιση

Η μέγιστη επιτρεπτή τιμή τυπικής απόκλισης για τα όργανα κλάσης X (x) λαμβάνεται από τον πολλαπλασιασμό του συντελεστή (x) επί την τιμή του κατωτέρω πίνακα 2.

Πίνακας 2

Καθαρό φορτίο (m)

Μέγιστη επιτρεπτή τυπική απόκλιση για την κλάση X(1)

m ≤ 50 g

0,48 %

50 g < m ≤ 100 g

0,24 g

100 g < m ≤ 200 g

0,24 %

200 g < m ≤ 300 g

0,48 g

300 g < m ≤ 500 g

0,16 %

500 g < m ≤ 1 000 g

0,8 g

1 000 g < m ≤ 10 000 g

0,08 %

10 000 g < m ≤ 15 000 g

8 g

15 000 g < m

0,053 %

Για τις κλάσεις XI και XII, το (x) είναι μικρότερο του 1.

Για την κλάση XIII, το (x) είναι το πολύ 1.

Για την κλάση XIIII, το (x) είναι μεγαλύτερο του 1.

4.3.   Επαλήθευση υποδιαίρεσης της κλίμακας — όργανα μιας υποδιαίρεσης

Πίνακας 3

Κατηγορίες ακριβείας

Υποδιαίρεση της κλίμακας επαλήθευσης

Αριθμός των υποδιαιρέσεων της κλίμακας επαλήθευσης

Formula

 

 

 

Ελάχιστο όριο

Ανώτατο όριο

XI

Y(I)

0,001 g ≤ e

50 000

XII

Y(II)

0,001 g ≤ e ≤ 0,05 g

100

100 000

0,1 g ≤ e

5 000

100 000

XIII

Y(a)

0,1 g ≤ e ≤ 2 g

100

10 000

5 g ≤ e

500

10 000

XIIII

Y(b)

5 g ≤ e

100

1 000

4.4.   Επαλήθευση υποδιαίρεσης κλίμακας — όργανα πολλαπλών υποδιαιρέσεων

Πίνακας 4

Κατηγορίες ακριβείας

Υποδιαίρεση της κλίμακας επαλήθευσης

Αριθμός των υποδιαιρέσεων της κλίμακας επαλήθευσης

Formula

 

 

 

Κατώτερο όριο (2)

Formula

Ανώτατο όριο

Formula

XI

Y(I)

0,001 g ≤ ei

50 000

XII

Y(II)

0,001 g ≤ ei ≤ 0,05 g

5 000

100 000

 

 

0,1 g ≤ ei

5 000

100 000

XIII

Y(a)

0,1 g ≤ ei

500

10 000

XIIII

Y(b)

5 g ≤ ei

50

1 000

όπου:

i

=

1, 2, … r

i

=

μερική περιοχή ζύγισης

r

=

συνολικός αριθμός μερικών περιοχών

5.   Περιοχή μετρήσεων

Όταν καθορίζει την περιοχή μετρήσεων για όργανα κλάσης Y, ο κατασκευαστής λαμβάνει υπόψη ότι η ελάχιστη δυναμικότητα ισούται τουλάχιστον με:

κλάση Y(I)

:

100 e

κλάση Y(II)

:

20 e για 0,001 g ≤ e ≤ 0,05 g, και 50 e για 0,1 g ≤ e

κλάση Y(a)

:

20 e

κλάση Y(b)

:

10 e

Ζυγοί που χρησιμοποιούνται για διαλογή π.χ. ταχυδρομικοί ζυγοί και ζυγιστές απορριμμάτων

:

5 e

6.   Δυναμική ρύθμιση

6.1.

Η διάταξη δυναμικής ρύθμισης λειτουργεί εντός περιοχής φορτίων που καθορίζει ο κατασκευαστής.

6.2.

Η διάταξη δυναμικής ρύθμισης που αντισταθμίζει τη δυναμική επίδραση του κινούμενου φορτίου, εάν υπάρχει, δεν μπορεί να λειτουργήσει εκτός της περιοχής φορτίων και μπορεί να διασφαλίζεται.

7.   Επιδόσεις υπό την επήρεια επηρεαζόντων παραγόντων και ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών

7.1.   Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα λόγω επηρεαζόντων παραγόντων είναι:

7.1.1.   Για όργανα κατηγορίας Χ:

Για αυτόματη λειτουργία, όπως ορίζεται στον πίνακα 1 και στον πίνακα 2,

Για στατική ζύγιση με μη αυτόματη λειτουργία, όπως ορίζεται στον πίνακα 1.

7.1.2.   Για όργανα κατηγορίασ Υ:

Για κάθε φορτίο σε αυτόματη λειτουργία, όπως ορίζεται στον πίνακα 1,

Για στατική ζύγιση με μη αυτόματη λειτουργία, όπως ορίζεται για την κατηγορία Χ στον πίνακα 1.

7.2.   Η κρίσιμη τιμή μεταβολής λόγω διαταραχής ισούται προς μια υποδιαίρεση της κλίμακας επαλήθευσης.

7.3.   Περιοχή θερμοκρασίας:

Για τις κλάσεις XI και Y(I), η κατώτατη περιοχή είναι 5 °C.

Για τις κλάσεις XII και Y(II), η κατώτατη περιοχή είναι 15 °C.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Αυτόματα όργανα σταθμικής πλήρωσης

1.   Κατηγορίες ακριβείας

1.1.

Ο κατασκευαστής καθορίζει τόσο την κλάση ακριβείας αναφοράς Ref(x) και την ή τις λειτουργικές κλάσεις ακρίβειας X(x).

1.2.

Για κάθε τύπο οργάνου ορίζεται μία κλάση ακριβείας αναφοράς, Ref(x), που αντιστοιχεί στη μέγιστη δυνατή ακρίβεια των οργάνων του δεδομένου τύπου. Μετά την εγκατάσταση κάθε οργάνου, ορίζονται γι’ αυτό μία ή περισσότερες λειτουργικές κλάσεις ακριβείας, X(x), λαμβανομένων υπόψη των εκάστοτε προϊόντων προς ζύγιση. Ο συντελεστής χαρακτηρισμού της κλάσης (x) πρέπει να είναι ≤ 2 και να έχει τη μορφή 1 × 10k, 2 × 10k ή 5 × 10k, όπου k ακέραιος αρνητικός αριθμός ή μηδέν.

1.3.

Η κλάση ακριβείας αναφοράς Ref(x) έχει εφαρμογή στα στατικά φορτία.

1.4.

Στη λειτουργική κλάση ακριβείας X(x), X είναι ένα σύστημα που συσχετίζει την ακρίβεια με το βάρος του φορτίου και (x) είναι πολλαπλασιαστής εφαρμοζόμενος στα όρια σφάλματος που καθορίζονται για την κλάση X(1) στο σημείο 2.2.

2.   Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

2.1.   Σφάλμα στατικής ζύγισης

2.1.1.

Για στατικά φορτία στις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας, το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα για την κλάση ακρίβειας αναφοράς Ref(x) ισούται προς το 0,312 της μέγιστης επιτρεπτής απόκλισης κάθε ποσότητας πλήρωσης από τον μέσο όρο, όπως ορίζεται στον πίνακα 5 πολλαπλασιαζόμενο επί τον συντελεστή χαρακτηρισμού της κλάσης (x).

2.1.2.

Για τα όργανα των οποίων η ποσότητα πλήρωσης μπορεί να απαρτίζεται από περισσότερα του ενός φορτία (π.χ. σωρευτικοί ή επιλεκτικοί συνδυασμένοι ζυγιστές), το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα για στατικά φορτία ισούται προς την ακρίβεια που απαιτείται για την ποσότητα πλήρωσης όπως ορίζεται στο σημείο 2.2 (δηλαδή όχι το άθροισμα των μέγιστων επιτρεπτών αποκλίσεων των επιμέρους φορτίων).

2.2.   Απόκλιση από τη μέση ποσότητα πλήρωσης

Πίνακας 5

Μάζα των ποσοτήτων πλήρωσης — m (g)

Μέγιστη επιτρεπτή απόκλιση κάθε ποσότητας πλήρωσης από τον μέσο όρο για την κλάση X(1)

m ≤ 50

7,2 %

50 < m ≤ 100

3,6 g

100 < m ≤ 200

3,6 %

200 < m ≤ 300

7,2 g

300 < m ≤ 500

2,4 %

500 < m ≤ 1 000

12 g

1 000 < m ≤ 10 000

1,2 %

10 000 < m ≤ 15 000

120 g

15 000 < m

0,8 %

Σημείωση:

Η υπολογιζόμενη απόκλιση κάθε ποσότητας πλήρωσης από τον μέσο όρο επιτρέπεται να αναπροσαρμόζεται για να ληφθεί υπόψη η επίδραση του κοκκομετρικού βαθμού του υλικού.

2.3.   Σφάλμα σε σχέση με προρυθμιζόμενες τιμές (σφάλμα ρύθμισης)

Στην περίπτωση των οργάνων που επιτρέπουν την προρύθμιση του βάρους της ποσότητας πλήρωσης· η μέγιστη διαφορά μεταξύ της προρυθμισμένης τιμής και της μέσης μάζας των ποσοτήτων πλήρωσης δεν υπερβαίνει το 0,312 της μέγιστης επιτρεπτής απόκλισης κάθε ποσότητας πλήρωσης από το μέσο όρο, η οποία καθορίζεται στον πίνακα 5.

3.   Επιδόσεις υπό την επήρεια επηρεαζόντων παραγόντων και ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών

3.1.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα λόγω επηρεαζόντων παραγόντων ορίζεται στο σημείο 2.1.

3.2.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής λόγω διαταραχής ισούται με μεταβολή της ένδειξης του στατικού βάρους ίση προς το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα που καθορίζεται στο σημείο 2.1, υπολογιζόμενο για την ονομαστική ελάχιστη ποσότητα πλήρωσης, ή, στην περίπτωση των οργάνων στα οποία η ποσότητα πλήρωσης απαρτίζεται από περισσότερα του ενός φορτία, με μια μεταβολή που έχει ισοδύναμη επίδραση στην ποσότητα πλήρωσης. Η υπολογιζόμενη κρίσιμη τιμή μεταβολής στρογγυλοποιείται στο αμέσως μεγαλύτερο διάστημα της κλίμακας (d).

3.3.

Ο κατασκευαστής καθορίζει την τιμή της ονομαστικής κατώτατης ποσότητας πλήρωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Αθροιστές ασυνεχούς λειτουργίας

1.   Κλάσεις ακριβείας

Τα όργανα διακρίνονται στις εξής τέσσερις κλάσεις ακριβείας: 0,2· 0,5· 1· 2.

2.   Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

Πίνακας 6

Κλάση

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα στο άθροισμα φορτίων

0,2

± 0,10 %

0,5

± 0,25 %

1

± 0,50 %

2

± 1,00 %

3.   Διάστημα κλίμακας άθροισης

Το διάστημα της κλίμακας άθροισης (dt) λαμβάνει τις τιμές:

0,01 % Max ≤ dt ≤ 0,2 % Max

4.   Ελάχιστο άθροισμα φορτίων (Σmin)

Το ελάχιστο άθροισμα φορτίων (Σmin) δεν πρέπει να είναι μικρότερο από το φορτίο στο οποίο το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα ισούται με το διάστημα της κλίμακας άθροισης (dt), ούτε μεγαλύτερο από το ελάχιστο φορτίο που ορίζει ο κατασκευαστής.

5.   Ρύθμιση του μηδενός

Τα όργανα που δεν λαμβάνουν το απόβαρο μετά από κάθε εκκένωση φορτίου είναι εφοδιασμένα με διάταξη ρύθμισης του μηδενός. Η αυτόματη λειτουργία τους ανακόπτεται εάν η ένδειξη του μηδενός ποικίλει κατά:

1 dt στα όργανα με αυτόματη διάταξη ρύθμισης του μηδενός

0,5 dt στα όργανα με ημιαυτόματη ή μη αυτόματη διάταξη ρύθμισης του μηδενός.

6.   Διεπαφή χειριστή

Κατά την αυτόματη λειτουργία ανακόπτονται οι ρυθμίσεις από χειριστή και ο μηδενισμός του οργάνου.

7.   Εκτύπωση

Στα όργανα που είναι εφοδιασμένα με εκτυπωτή, ο μηδενισμός του αθροίσματος ανακόπτεται μέχρι να εκτυπωθεί το άθροισμα. Σε περίπτωση διακοπής της αυτόματης λειτουργίας, εκτυπώνεται το άθροισμα.

8.   Επιδόσεις υπό την επήρεια επηρεαζόντων παραγόντων και ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών

8.1.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα λόγω επηρεαζόντων παραγόντων ορίζονται στον πίνακα 7.

Πίνακας 7

Φορτίο (m) σε διαστήματα κλίμακας άθροισης (dt)

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

0 < m ≤ 500

± 0,5 dt

500 < m ≤ 2 000

± 1,0 dt

2 000 < m ≤ 10 000

± 1,5 dt

8.2.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής λόγω διαταραχής είναι ένα διάστημα της κλίμακας άθροισης για οποιαδήποτε ένδειξη βάρους και οποιοδήποτε αποθηκευμένο στη μνήμη άθροισμα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

Αθροιστές συνεχούς λειτουργίας

1.   Κατηγορίες ακριβείας

Τα όργανα διακρίνονται στις εξής τρεις κλάσεις ακριβείας: 0,5· 1· 2.

2.   Περιοχή μετρήσεων

2.1.

Ο κατασκευαστής καθορίζει την περιοχή μετρήσεων, το λόγο μεταξύ του ελάχιστου καθαρού φορτίου επί του ζυγού και της μέγιστης ικανότητας, και το ελάχιστο άθροισμα φορτίων.

2.2.

Το ελάχιστο άθροισμα φορτίων, Σmin, είναι τουλάχιστον ίσο προς

 

800 d για την κλάση 0,5,

 

400 d για την κλάση 1,

 

200 d για την κλάση 2.

όπου d: το διάστημα της κλίμακας άθροισης της διάταξης γενικής άθροισης.

3.   Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

Πίνακας 8

Κλάση

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα του αθροίσματος φορτίων

0,5

± 0,25 %

1

± 0,5 %

2

± 1,0 %

4.   Ταχύτητα του μεταφορικού ιμάντα

Η ταχύτητα του μεταφορικού ιμάντα καθορίζεται από τον κατασκευαστή. Για τους ιμαντοζυγιστές μιας ταχύτητας και για τους ιμαντοζυγιστές πολλαπλών ταχυτήτων των οποίων η ταχύτητα επιλέγεται με το χέρι, οι διακυμάνσεις της ταχύτητας δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 5 % της ονομαστικής τιμής. Το προϊόν δεν πρέπει να κινείται με ταχύτητα διαφορετική από εκείνη του μεταφορικού ιμάντα.

5.   Διάταξη γενικής άθροισης

Η διάταξη γενικής άθροισης, δεν πρέπει να μπορεί να μηδενισθεί.

6.   Επιδόσεις υπό την επήρεια επηρεαζόντων παραγόντων και ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών

6.1.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα λόγω επηρεαζόντων παραγόντων, για φορτία ίσα τουλάχιστον προς το Σmin, ισούται προς την αντίστοιχη τιμή του πίνακα 8, πολλαπλασιασμένη επί 0,7 και στρογγυλεμένη στο πλησιέστερο διάστημα της κλίμακας άθροισης (d).

6.2.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής λόγω διαταραχής, για φορτία ίσα προς Σmin, ισούται προς την αντίστοιχη τιμή του πίνακα 8, πολλαπλασιασμένη επί 0,7 για την προβλεπόμενη κλάση του ιμαντοζυγιστού, στρογγυλευμένη στην επόμενη πλησιέστερη υποδιαίρεση της κλίμακας άθροισης (d).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

Αυτόματες γεφυροπλάστιγγες σιδηροδρόμων

1.   Κλάσεις ακριβείας

Τα όργανα διακρίνονται στις εξής τέσσερις κλάσεις ακριβείας:

0,2· 0,5· 1· 2.

2.   Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

2.1.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα για την εν κινήσει ζύγιση ενός βαγονιού ή ολόκληρου του συρμού ορίζονται στον πίνακα 9.

Πίνακας 9

Κλάση

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

0,2

± 0,1 %

0,5

± 0,25 %

1

± 0,5 %

2

± 1,0 %

2.2.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα για την εν κινήσει ζύγιση συνδεδεμένων ή αποσυνδεδεμένων βαγονιών ισούται προς τη μεγαλύτερη από τις εξής τιμές:

την τιμή που υπολογίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 9, στρογγυλεμένη στην πλησιέστερη υποδιαίρεση της κλίμακας,

την τιμή που υπολογίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 9, στρογγυλεμένη στην πλησιέστερη υποδιαίρεση της κλίμακας, για βάρος ίσο προς το 35 % του μέγιστου βάρους βαγονιού (όπως αναγράφεται στα αναγνωριστικά σήματα),

μία υποδιαίρεση κλίμακας (d).

2.3.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα για την εν κινήσει ζύγιση συρμών ισούται προς τη μεγαλύτερη από τις εξής τιμές:

την τιμή που υπολογίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 9, στρογγυλεμένη στην πλησιέστερη υποδιαίρεση της κλίμακας,

την τιμή που υπολογίζεται σύμφωνα με τον πίνακα 9, για βάρος ίσο προς το 35 % του μέγιστου βάρους ενός βαγονιού (όπως αναγράφεται στα αναγνωριστικά σήματα) πολλαπλασιασμένη επί τον αριθμό των βαγονιών αναφοράς (μέχρι 10) του συρμού, και στρογγυλεμένη στην πλησιέστερη υποδιαίρεση της κλίμακας,

μία υποδιαίρεση κλίμακας (d) για κάθε βαγόνι του συρμού, αλλά μέχρις ανωτάτου ορίου 10 d.

2.4.

Όταν ζυγίζονται συνδεδεμένα βαγόνια, το σφάλμα σε ποσοστό 10 % κατά ανώτατο όριο των αποτελεσμάτων ζύγισης που έχουν ληφθεί από μία ή περισσότερες διελεύσεις του συρμού, μπορεί να υπερβαίνει το αντίστοιχο μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα που καθορίζεται στο σημείο 2.2, αλλά δεν υπερβαίνει διπλάσιό του ΜΕΣ.

3.   Υποδιαίρεση κλίμακας (d)

Η σχέση μεταξύ της κλάσης ακριβείας και της υποδιαίρεσης κλίμακας ορίζεται στον πίνακα 10.

Πίνακας 10

Κλάση

Υποδιαίρεση κλίμακας (d)

0,2

d ≤ 50 kg

0,5

d ≤ 100 kg

1

d ≤ 200 kg

2

d ≤ 500 kg

4.   Περιοχή μέτρησης

4.1.

Η ελάχιστη δυναμικότητα δεν πρέπει να είναι μικρότερη του 1 t ούτε μεγαλύτερη της τιμής του πηλίκου του ελάχιστου βάρους βαγονιού διαιρούμενου διά του αριθμού των μερικών ζυγίσεων.

4.2.

Το ελάχιστο βάρος βαγονιού δεν πρέπει να είναι μικρότερο των 50 d.

5.   Επιδόσεις υπό την επήρεια επηρεαζόντων παραγόντων και ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών

5.1.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα λόγω επηρεαζόντων παραγόντων ορίζεται στον πίνακα 11.

Πίνακας 11

Φορτίο (m) σε υποδιαιρέσεις κλίμακας επαλήθευσης (d)

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

0 < m ≤ 500

± 0,5 d

500 < m ≤ 2 000

± 1,0 d

2 000 < m ≤ 10 000

± 1,5 d

5.2.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής λόγω διαταραχής ισούται προς μια υποδιαίρεση της κλίμακας επαλήθευσης.


(1)  ΕΕ L 46 της 21.2.1976, σ. 1.

(2)  Για i = r, ισχύει η αντίστοιχη στήλη του πίνακα 1, με αντικατάσταση του e από το er.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΤΑΞΙΜΕΤΡΑ (MI-007)

Στα ταξίμετρα έχουν εφαρμογή οι οικείες απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Ταξίμετρο

Όργανο το οποίο λειτουργεί μαζί με γεννήτρια σήματος (1), απαρτίζοντας όργανο μετρήσεων.

Το όργανο αυτό μετρά τη διάρκεια, υπολογίζει την απόσταση βάσει σήματος προερχόμενου από τη γεννήτρια σήματος απόστασης. Επιπλέον, υπολογίζει και απεικονίζει το κόμιστρο που πρέπει να καταβληθεί για μια διαδρομή με βάση την υπολογιζόμενη απόσταση ή/και τη μετρούμενη διάρκεια της διαδρομής.

Κόμιστρο

Το συνολικό ποσό χρημάτων που οφείλεται για μια διαδρομή βάσει πάγιου τέλους μίσθωσης ή/και μήκους ή/και διάρκειας διαδρομής. Το κόμιστρο δεν περιλαμβάνει πρόσθετα τέλη για πρόσθετες υπηρεσίες.

Ταχύτητα αλλαγής

Η τιμή ταχύτητας που λαμβάνεται με τη διαίρεση μιας τιμής χρονοτιμολογίου με μια τιμή τιμολογίου απόστασης.

Συνήθης τρόπος υπολογισμού S (απλή εφαρμογή τιμολογίου)

Υπολογισμός του κομίστρου ο οποίος βασίζεται στην εφαρμογή του χρονοτιμολογίου κάτω της ταχύτητας αλλαγής και στην εφαρμογή του τιμολογίου αποστάσεως άνω της κρίσιμης ταχύτητας.

Συνήθης τρόπος υπολογισμού D (διπλή εφαρμογή τιμολογίου)

Υπολογισμός του κομίστρου ο οποίος βασίζεται σε ταυτόχρονη εφαρμογή του χρονοτιμολογίου και του τιμολογίου απόστασης σε ολόκληρη τη διαδρομή.

Θέση λειτουργίας

Οι διάφοροι τρόποι στους οποίους το ταξίμετρο εκπληρώνει τα διάφορα μέρη της λειτουργίας του. Οι θέσεις λειτουργίας διακρίνονται με τις εξής ενδείξεις:

«Ελεύθερο»

:

Η θέση λειτουργίας στην οποία είναι απενεργοποιημένος ο υπολογισμός κομίστρου.

«Μισθωμένο»

:

Η θέση λειτουργίας στην οποία το κόμιστρο υπολογίζεται με βάση ενδεχόμενο αρχικό τέλος και με βάση τιμολόγιο για τη διανυόμενη απόσταση ή/και τη διάρκεια της διαδρομής.

«Σταματημένο»

:

Η θέση λειτουργίας στην οποία αναγράφεται το οφειλόμενο κόμιστρο και στην οποία είναι απενεργοποιημένος τουλάχιστον ο υπολογισμός του κομίστρου βάσει χρόνου.

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ

1.

Τα ταξίμετρα είναι σχεδιασμένα για να υπολογίζουν την απόσταση και να μετρούν τη διάρκεια μιας διαδρομής.

2.

Τα ταξίμετρα είναι σχεδιασμένα για να υπολογίζουν και να αναγράφουν το κόμιστρο, σε βήματα ίσα προς τη διακριτική ικανότητα που ορίζει το κράτος μέλος στη θέση λειτουργίας «Μισθωμένο». Το ταξίμετρο είναι επίσης σχεδιασμένο για την αναγραφή της τελικής τιμής για τη διαδρομή στη θέση λειτουργίας «Σταματημένο».

3.

Τα ταξίμετρα είναι ικανά να εφαρμόζουν τους συνήθεις τρόπους υπολογισμού S και D. Τα ταξίμετρα είναι δυνατόν να επιλέγουν μεταξύ αυτών των τρόπων υπολογισμού με ασφαλή ρύθμιση.

4.

Τα ταξίμετρα πρέπει να μπορούν να παρέχουν τα ακόλουθα στοιχεία μέσω κατάλληλων ασφαλών διεπαφών:

θέση λειτουργίας «Ελεύθερο», «Μισθωμένο» ή «Σταματημένο»,

στοιχεία των αθροιστών σύμφωνα με το σημείο 15.1,

γενικές πληροφορίες: σταθερά της γεννήτριας σήματος, ημερομηνία σφράγισης, χαρακτηριστικός αριθμός του ταξί, πραγματικός χρόνος, αναγνώριση του τιμολογίου,

πληροφορίες για το κόμιστρο της διαδρομής, σύνολο χρέωσης, κόμιστρο, υπολογισμός του κομίστρου, συμπληρωματική χρέωση, ημερομηνία, χρόνος έναρξης, χρόνος λήξης, διανυθείσα απόσταση,

πληροφορίες για το τιμολόγιο: παράμετροι τιμολογίου.

Η εθνική νομοθεσία μπορεί να απαιτεί τη σύνδεση ορισμένων διατάξεων με τις διεπαφές του ταξιμέτρου. Όταν μία τέτοια διάταξη είναι υποχρεωτική, πρέπει να είναι δυνατόν, μέσω ασφαλούς ρύθμισης, να εμποδίζεται αυτόματα η λειτουργία του ταξιμέτρου λόγω απουσίας ή μη ορθής λειτουργίας της υποχρεωτικής διάταξης.

5.

Ανάλογα με την περίπτωση, πρέπει να είναι δυνατόν να ρυθμίζεται ένα ταξίμετρο στη σταθερά της γεννήτριας σήματος απόστασης με την οποία είναι συνδεδεμένο και να ασφαλίζεται η ρύθμιση αυτή.

ΟΝΟΜΑΣΤΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

6.1.

Το μηχανικό περιβάλλον που ισχύει είναι το Μ3.

6.2.

Ο κατασκευαστής ορίζει τις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας του οργάνου και ειδικότερα:

ελάχιστη περιοχή θερμοκρασίας 80 °C όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον,

τα όρια παροχής DC, για την οποία έχει σχεδιασθεί το όργανο.

ΜΕΓΙΣΤΑ ΕΠΙΤΡΕΠΟΜΕΝΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ

7.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα, εξαιρουμένων των σφαλμάτων που οφείλονται στην εγκατάσταση ενός ταξιμέτρου σε ένα ταξί, είναι:

Στον παρερχόμενο χρόνο: ± 0,1 %

Κατώτατη τιμή μ.ε.σ.: 0,2 s

Στη διανυόμενη απόσταση: ± 0,2 %

Κατώτατη τιμή μ.ε.σ.: 4 m

Στον υπολογισμό του κομίστρου: ± 0,1 %

κατώτατη, συμπεριλαμβανομένης της στρογγυλοποίησης: αντίστοιχη προς το λιγότερο σημαντικό ψηφίο της ένδειξης κομίστρου.

ΕΠΙΤΡΕΠΤΗ ΕΠΕΝΕΡΓΕΙΑ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΡΑΧΩΝ

8.   Ηλεκτρομαγνητική θωράκιση

8.1.

Η κλάση ηλεκτρομαγνητικού περιβάλλοντος που έχει εφαρμογή είναι η Ε3.

8.2.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα που καθορίζονται στο σημείο 7 τηρούνται και υπό την επήρεια ηλεκτρομαγνητικής διαταραχής.

ΒΛΑΒΗ ΤΟΥ ΤΡΟΦΟΔΟΤΙΚΟΥ ΙΣΧΥΟΣ

9.

Σε περίπτωση πτώσης της παροχής κάτω από το κατώτερο όριο λειτουργίας που καθορίζει ο κατασκευαστής, το ταξίμετρο:

Εξακολουθεί να λειτουργεί σωστά ή αρχίζει εκ νέου να λειτουργεί σωστά χωρίς απώλεια των δεδομένων που ήταν διαθέσιμα πριν από την πτώση παροχής εάν η πτώση παροχής είναι προσωρινή, δηλαδή οφείλεται στην επανεκκίνηση του κινητήρα,

Σβήνει τις υπάρχουσες μετρήσεις και επανέρχεται στη θέση «Ελεύθερο», εάν η πτώση παροχής διαρκεί για περισσότερο χρόνο.

ΛΟΙΠΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

10.

Οι συνθήκες συμβατότητας μεταξύ του ταξιμέτρου και της γεννήτριας σήματος απόστασης καθορίζονται από τον κατασκευαστή του ταξιμέτρου.

11.

Εάν υπάρχει πρόσθετο τέλος πρόσθετης υπηρεσίας το οποίο εισάγεται από τον οδηγό με το χέρι, το ποσό αυτό δεν υπολογίζεται στο απεικονιζόμενο κόμιστρο. Σε μια τέτοια περίπτωση, ωστόσο, το ταξίμετρο επιτρέπεται να απεικονίζει πρόσκαιρα την αξία του κομίστρου, συμπεριλαμβανομένου του πρόσθετου τέλους.

12.

Εάν το κόμιστρο υπολογίζεται με τη μέθοδο υπολογισμού D, το ταξίμετρο επιτρέπεται να διαθέτει συμπληρωματικό τρόπο απεικόνισης, με τον οποίον απεικονίζονται σε πραγματικό χρόνο μόνον η συνολική απόσταση και η διάρκεια της διαδρομής.

13.

Όλες οι τιμές που απεικονίζονται για να τις διαβάζει ο επιβάτης πρέπει να αναγνωρίζονται κατάλληλα. Οι τιμές αυτές καθώς και η αναγνώρισή τους πρέπει να είναι ευανάγνωστες με φως ημέρας και τη νύχτα.

14.1.

Εάν το καταβλητέο τίμημα ή τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται κατά της δόλιας χρήσης είναι δυνατόν να επηρεάζονται από την επιλογή του τρόπου λειτουργίας από προγραμματισμένη εκ των προτέρων σειρά ή με ρύθμιση ελεύθερων δεδομένων, οι ρυθμίσεις του οργάνου και τα εισαγόμενα δεδομένα μπορούν να διασφαλίζονται.

14.2.

Οι δυνατότητες διασφάλισης που διαθέτει ένα ταξίμετρο πρέπει να επιτρέπουν τη χωριστή διασφάλιση των ρυθμίσεων.

14.3.

Οι διατάξεις του σημείου 8.3 του παραρτήματος I ισχύουν επίσης και για τα τιμολόγια.

15.1.

Τα ταξίμετρα είναι εξοπλισμένα με μη μηδενιζόμενους αθροιστές για όλες τις ακόλουθες τιμές:

Συνολική απόσταση που διανύεται από το ταξί,

Συνολική απόσταση που διανύεται από το μισθωμένο ταξί,

Συνολικός αριθμός μισθώσεων,

Συνολικό ποσό χρημάτων που εισπράττονται ως συμπλήρωμα,

Συνολικό ποσό χρημάτων που εισπράττονται ως κόμιστρο.

Οι αθροιζόμενες τιμές περιλαμβάνουν τις τιμές που αποθηκεύονται σε μνήμη σύμφωνα με το σημείο 9 σε περίπτωση απώλειας της παροχής ρεύματος.

15.2.

Εάν αποσυνδεθούν από την πηγή ρεύματος, τα ταξίμετρα πρέπει να μπορούν να διατηρούν τις τιμές που έχουν αποθηκευθεί στη μνήμη τους επί ένα έτος προκειμένου να είναι δυνατή η αντιγραφή τους σε άλλο μέσο.

15.3.

Λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα ώστε η απεικόνιση των αθροισμένων τιμών να μην χρησιμοποιείται για την παραπλάνηση των επιβατών.

16.

Η αυτόματη αλλαγή τιμολογίου επιτρέπεται ανάλογα με:

την απόσταση της διαδρομής,

τη διάρκεια της διαδρομής,

την ώρα,

ημερομηνία,

την ημέρα της εβδομάδας.

17.

Εάν τα χαρακτηριστικά του ταξί έχουν σημασία για την ορθότητα του ταξιμέτρου, το ταξίμετρο πρέπει να διαθέτει μέσα με τα οποία να διασφαλίζεται η σύνδεση του ταξιμέτρου με το ταξί στο οποίο εγκαθίσταται.

18.

Για τον έλεγχο μετά την εγκατάσταση, το ταξίμετρο πρέπει να είναι εφοδιασμένο με τη δυνατότητα να ελέγχεται χωριστά η ακρίβεια των μετρήσεων χρόνου και απόστασης και η ακρίβεια του υπολογισμού.

19.

Τα ταξίμετρα και οι οδηγίες του κατασκευαστή για την τοποθέτησή τους είναι τέτοια ώστε, εφόσον αυτά έχουν τοποθετηθεί σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή, να αποκλείεται επαρκώς η δόλια αλλοίωση του σήματος μέτρησης που αντιπροσωπεύει τη διανυόμενη απόσταση.

20.

Η γενική βασική απαίτηση για τη δόλια χρήση πρέπει να πληρούται κατά τρόπον ώστε να προστατεύονται τα συμφέροντα του πελάτη, του οδηγού, του εργοδότη του οδηγού και των φορολογικών αρχών.

21.

Το ταξίμετρο πρέπει να σχεδιάζεται κατά τρόπον ώστε να τηρεί τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα χωρίς ρύθμιση επί ένα έτος κανονικής χρήσης.

22.

Το ταξίμετρο πρέπει να είναι εφοδιασμένο με ρολόι πραγματικού χρόνου για τον υπολογισμό της ώρας και της ημερομηνίας, εκ των οποίων η μία ή και οι δύο μπορούν να χρησιμοποιούνται για την αυτόματη αλλαγή τιμολογίου. Για το ρολόι πραγματικού χρόνου, ισχύουν οι ακόλουθες απαιτήσεις:

ο υπολογισμός της ώρας πρέπει να έχει ακρίβεια 0,02 %,

η δυνατότητα διόρθωσης του ρολογιού δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 2 λεπτά την εβδομάδα. Η αλλαγή θερινής-χειμερινής ώρας πρέπει να γίνεται αυτομάτως,

πρέπει να εμποδίζεται η διόρθωση, είτε αυτόματη είτε με το χέρι, κατά τη διάρκεια της διαδρομής.

23.

Για την απεικόνιση ή εκτύπωση των τιμών διανυόμενης απόστασης και παρερχόμενου χρόνου σύμφωνα με την παρούσα οδηγία χρησιμοποιούνται οι ακόλουθες μονάδες:

 

Διανυόμενη απόσταση:

χιλιόμετρα,

μίλια, σε αυτά τα κράτη μέλη στα οποία εφαρμόζεται το άρθρο 1 στοιχείο β) της οδηγίας 80/181/ΕΟΚ.

 

Παρερχόμενος χρόνος:

δευτερόλεπτα, πρώτα λεπτά ή ώρες, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβανομένων υπόψη της απαιτούμενης διακριτικής ικανότητας και της ανάγκης αποφυγής παρανοήσεων.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

B + ΣΤ ή B + Δ ή H1.


(1)  Η γεννήτρια σήματος απόστασης δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΥΛΙΚΑ ΜΕΤΡΑ (MI-008)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Μέτρα μήκους

Στα μέτρα μήκους που ορίζονται κατωτέρω έχουν εφαρμογή οι οικείες απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν κεφάλαιο. Ωστόσο, η απαίτηση για την υποβολή αντιγράφου των δηλώσεων συμμόρφωσης μπορεί να ερμηνευθεί ως ισχύουσα για μια παρτίδα ή μια αποστολή και όχι για κάθε επιμέρους όργανο.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Μέτρο μήκους

Όργανο με υποδιαιρέσεις της κλίμακας, οι αποστάσεις των οποίων δίνονται σε νόμιμες μονάδες μήκους.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Συνθήκες αναφοράς

1.1.

Για τις μετροταινίες μήκους 5 μέτρων ή μεγαλύτερες, το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα πρέπει να τηρείται όταν εφαρμόζεται ελκτική δύναμη 50 Newton ή άλλη τιμή δύναμης την οποία ορίζει ο κατασκευαστής και η οποία αναγράφεται κατάλληλα. Στο όργανο για τα άκαμπτα ή τα ημιάκαμπτα μέτρα μήκους, δεν απαιτείται ελκτική δύναμη.

1.2.

Η θερμοκρασία αναφοράς είναι 20 °C εκτός αντίθετων υποδείξεων του κατασκευαστή και ανάλογης σήμανσης του μέτρου μήκους.

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

2.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα, θετικό ή αρνητικό σε mm, μεταξύ δύο μη διαδοχικών υποδιαιρέσεων της κλίμακας είναι (a + bL), όπου:

L είναι η τιμή του μήκους στρογγυλεμένη στο επόμενο ακέραιο μέτρο, και

τα a και b δίδονται στον πίνακα 1 κατωτέρω.

Όταν μια ακραία υποδιαίρεση της κλίμακας κλείεται από επιφάνεια, το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα σε οποιαδήποτε απόσταση αρχίζει από το σημείο αυτό προσαυξάνεται κατά την τιμή c που δίδεται στον πίνακα 1 κατωτέρω.

Πίνακας 1

Κλάση ακριβείας

a (mm)

b

c (mm)

I

0,1

0,1

0,1

II

0,3

0,2

0,2

ΙΙΙ.

0,6

0,4

0,3

D —

Ειδική κλάση για τις βυθομετρικές μετροταινίες (1)

Μέχρι και 30 m (2)

1,5

μηδέν

μηδέν

S —

Ειδική κλάση για ταινίες μέτρησης δεξαμενών

Για κάθε μήκος 30 m όταν η ταινία κείται επί επίπεδης επιφάνειας

1,5

μηδέν

μηδέν

Οι βυθομετρικές μετροταινίες μπορούν επίσης να ανήκουν στις κλάσεις Ι ή ΙΙ· στην περίπτωση αυτήν, για οποιοδήποτε μήκος μεταξύ δύο υποδιαιρέσεων της κλίμακας, εκ των οποίων η μία βρίσκεται στο βαρίδι και η άλλη στην ταινία, το ΜΕΣ ισούται προς ± 0,6 mm όταν, από τον τύπο, λαμβάνεται τιμή μικρότερη των 0,6 mm.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα στο μήκος μεταξύ δύο διαδοχικών υποδιαιρέσεων της κλίμακας και η μέγιστη επιτρεπτή διαφορά μεταξύ δύο διαδοχικών διαστημάτων της δίδονται στον πίνακα 2 κατωτέρω.

Πίνακας 2

Μήκος i του διαστήματος

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα ή διαφορά σε χιλιοστόμετρα ανάλογα με την κλάση ακρίβειας

I

II

ΙΙΙ.

i ≤ 1 mm

0,1

0,2

0,3

1 mm < i ≤ 1 cm

0,2

0,4

0,6

Όταν ο κανόνας είναι πτυσσόμενος, οι αρθρώσεις του δεν πρέπει να προκαλούν σφάλματα πέραν των ανωτέρω, τα οποία υπερβαίνουν τα: 0,3 mm για την κλάση ΙΙ, και τα 0,5 mm για την κλάση ΙΙΙ.

Υλικά

3.1.

Τα υλικά που χρησιμοποιούνται στα μέτρα μήκους πρέπει να είναι τέτοια ώστε οι μεταβολές μήκους λόγω μεταβολών της θερμοκρασίας κατά ± 8 °C περί τη θερμοκρασία αναφοράς να μην υπερβαίνουν το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα. Η διάταξη αυτή δεν ισχύει προκειμένου για τις μετρήσεις των κλάσεων S και D, κατά τις οποίες ο κατασκευαστής σκοπεύει, εφόσον απαιτείται, να εφαρμόσει διορθώσεις λόγω θερμικής διαστολής στις σχετικές ενδείξεις.

3.2.

Τα μέτρα μήκους που κατασκευάζονται από υλικά που ενδέχεται να μεταβάλλονται, όταν υποβάλλονται σε ευρύ φάσμα σχετικής υγρασίας, δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνονται στις κλάσεις ΙΙ ή ΙΙΙ.

Υποδιαιρέσεις

4.

Η ονομαστική τιμή πρέπει να αναγράφεται στο μέτρο μήκους. Τα χιλιοστομετρικά μέτρα μήκους πρέπει να αριθμούνται ανά εκατοστόμετρο, ενώ, στα μέτρα μήκος με διαστήματα άνω των 2 cm, πρέπει να αριθμούνται όλες οι υποδιαιρέσεις.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

ΣΤ 1 ή Δ1 ή B + Δ ή H ή Ζ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Μέτρα χωρητικότητας για σερβίρισμα

Στα μέτρα χωρητικότητας για σερβίρισμα που ορίζονται κατωτέρω έχουν εφαρμογή οι σχετικές βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος Κεφαλαίου και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν κεφάλαιο. Ωστόσο, η απαίτηση για την υποβολή αντιγράφου των δηλώσεων συμμόρφωσης μπορεί να ερμηνευθεί ως ισχύουσα για μια παρτίδα ή μια αποστολή και όχι για κάθε επιμέρους όργανο. Επίσης, δεν εφαρμόζεται η απαίτηση να φέρει το όργανο πληροφορίες σχετικά με την ακρίβειά του.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Μέτρο χωρητικότητας για σερβίρισμα

Μέτρο χωρητικότητας (π.χ. ποτήρι, κανάτα, ογκομετρικό κύπελλο) σχεδιασμένο για τον προσδιορισμό καθορισμένου όγκου υγρού (πλην των φαρμακευτικών προϊόντων), που πωλείται προς άμεση κατανάλωση.

Βαθμολογημένο μέτρο

Μέτρο χωρητικότητας για σερβίρισμα, το οποίο φέρει χαραγή για την ένδειξη της ονομαστικής χωρητικότητας.

Μέτρο πληρώσεως

Μέτρο χωρητικότητας για σερβίρισμα, του οποίου ο εσωτερικός όγκος ισούται με την ονομαστική χωρητικότητα.

Μέτρο μετάγγισης

Μέτρο χωρητικότητας για σερβίρισμα, από το οποίο το υγρό πρόκειται να αποχυθεί πριν καταναλωθεί.

Χωρητικότητα

Ως «χωρητικότητα» νοείται ο εσωτερικός όγκος στην περίπτωση των μέτρων πληρώσεως ή ο εσωτερικός όγκος μέχρι τη χαραγή πληρώσεως στην περίπτωση των βαθμολογημένων μέτρων.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

1.   Συνθήκες αναφοράς

1.1.

Θερμοκρασία: η θερμοκρασία αναφοράς για τη μέτρηση της χωρητικότητας είναι 20 °C.

1.2.

Θέση ορθής ένδειξης: ελεύθερη ισορροπία επάνω σε επίπεδη επιφάνεια.

2.   Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

Πίνακας 1

 

Γραμμή

Πληρώσεως

Μέτρα μετάγγισης

 

 

< 100 ml

± 2 ml

– 0

+ 4 ml

≥ 100 ml

± 3 %

– 0

+ 6 %

Μέτρα για σερβίρισμα

 

 

< 200 ml

± 5 %

– 0

+ 10 %

≥ 200 ml

± (5 ml + 2,5 %)

– 0

+ 10 ml + 5 %

3.   Υλικά

Τα μέτρα χωρητικότητας για σερβίρισμα είναι κατασκευασμένα από επαρκώς άκαμπτο υλικό με επαρκώς σταθερές διαστάσεις, ώστε η χωρητικότητα να παραμένει μέσα στα όρια του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος.

4.   Σχήμα

4.1.

Τα μέτρα πληρώσεως είναι σχεδιασμένα κατά τρόπον ώστε μια μεταβολή του περιεχομένου ίση με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα να προκαλεί μεταβολή της στάθμης κατά 2 mm τουλάχιστον στο χείλος ή στη χαραγή.

4.2.

Τα μέτρα πληρώσεως είναι σχεδιασμένα κατά τρόπον ώστε να μην παρεμποδίζεται η πλήρης απόχυση του μετρούμενου υγρού.

5.   Σήμανση

5.1.

Η δηλούμενη ονομαστική χωρητικότητα σημειώνεται στο μέτρο κατά τρόπο εμφανή και ανεξίτηλο.

5.2.

Τα μέτρα χωρητικότητας για σερβίρισμα μπορούν επίσης να φέρουν τρεις ευδιάκριτες ενδείξεις χωρητικότητας κατ’ ανώτατο όριο, καμία από τις οποίες δεν πρέπει να προκαλεί σύγχυση μεταξύ αυτών.

5.3.

Όλες οι χαραγές πληρώσεως είναι επαρκώς εμφανείς και ανθεκτικές, ώστε να εξασφαλίζεται η μη υπέρβαση του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος κατά τη χρήση.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

Α2 ή ΣΤ1 ή Δ1 ή Ε1 ή Β + Ε ή Β + Δ ή Η.


(1)  Ισχύει για τους συνδυασμούς μετροταινίας/βαριδιού.

(2)  Εάν το ονομαστικό μήκος υπερβαίνει τα 30 m, επιτρέπεται μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα 0,75 mm ανά 30 m μήκους μετροταινίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΟΡΓΑΝΑ ΜΕΤΡΗΣΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΩΝ (MI-009)

Στα όργανα μέτρησης διαστάσεων των οριζόμενων τύπων έχουν εφαρμογή οι σχετικές βασικές απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Όργανα μέτρησης του μήκους

Τα όργανα μέτρησης του μήκους χρησιμεύουν για τον προσδιορισμό του μήκους υλικών που έχουν τη μορφή σχοινιών (π.χ. υφάσματα, ταινίες, καλώδια) κατά την κίνηση πρόωσης του προς μέτρηση προϊόντος.

Εμβαδόμετρα

Τα εμβαδόμετρα χρησιμεύουν για τον προσδιορισμό του εμβαδού της επιφάνειας αντικειμένων με ακανόνιστο σχήμα, π.χ. για δέρματα.

Όργανα πολυδιάστατης μέτρησης

Τα όργανα πολυδιάστατης μέτρησης χρησιμεύουν για τον προσδιορισμό του μήκους των ακμών (μήκος, πλάτος, ύψος) του μικρότερου περιγεγραμμένου ορθογώνιου παραλληλεπίπεδου ενός προϊόντος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

Κοινές απαιτήσεις για όλα τα όργανα μέτρησης διαστάσεων

Ηλεκτρομαγνητική θωράκιση

1.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών στα όργανα μέτρησης διαστάσεων είναι τέτοια ώστε:

η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής που ορίζεται στο σημείο 2 ή

οποιαδήποτε μέτρηση καθίσταται αδύνατη ή

το αποτέλεσμα της μέτρησης παρουσιάζει στιγμιαίες διακυμάνσεις που δεν μπορούν να εκληφθούν, να αποθηκευθούν σε μνήμη ή να μεταδοθούν ως αποτέλεσμα της μέτρησης ή

το αποτέλεσμα της μέτρησης παρουσιάζει αρκετά απότομες διακυμάνσεις ώστε να γίνονται αντιληπτές από όλους ενδιαφέρει το αποτέλεσμα της μέτρησης.

2.

Η κρίσιμη τιμή μεταβολής ισούται με μια υποδιαίρεση της κλίμακας.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

 

Για μηχανικά ή ηλεκτρομηχανικά όργανα:

ΣΤ1 ή Ε1 ή Δ1 ή Β + ΣΤ ή Β + Ε ή Β + Δ ή Η ή Η1 ή Ζ.

 

Για ηλεκτρονικά όργανα ή όργανα που περιλαμβάνουν λογισμικό υπολογιστών:

Β + ΣΤ ή Β + Δ ή Η1 ή Ζ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

Όργανα μέτρησης του μήκους

Χαρακτηριστικά του προς μέτρηση προϊόντος

1.

Τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα διακρίνονται από τον χαρακτηριστικό συντελεστή Κ. Ο συντελεστής αυτός εκφράζει την αντοχή στο τάνυσμα και τη δύναμη ανά μονάδα επιφανείας του μετρούμενου προϊόντος, ορίζεται δε με τον ακόλουθο τύπο:

K

=

Formula, όπου

ε η σχετική επιμήκυνση ενός δείγματος υφάσματος πλάτους ενός 1 m, όταν ασκείται σ’ αυτό εφελκυστική δύναμη 10 N,

GA η δύναμη βάρους ανά μονάδα επιφανείας ενός δείγματος υφάσματος, σε N/m2.

Συνθήκες λειτουργίας

2.1.   Περιοχή μετρήσεων

Οι διαστάσεις και ο συντελεστής Κ, εφόσον έχει εφαρμογή, περικλείονται στην περιοχή που καθορίζει ο κατασκευαστής για το όργανο. Τα πεδία τιμών του συντελεστή Κ παρέχονται στον πίνακα 1:

Πίνακας 1

Ομάδα

Πεδίο τιμών του Κ

Προϊόν

I

0 < K < 2 × 10–2 N/m2

μικρή αντοχή στο τάνυσμα

II

2 × 10–2 N/m2 < K < 8 × 10–2 N/m2

μέση αντοχή στο τάνυσμα

ΙΙΙ.

8 × 10–2 N/m2 < K < 24 × 10–2 N/m2

μεγάλη αντοχή στο τάνυσμα

IV

24 × 10–2 N/m2 < K

πολύ μεγάλη αντοχή στο τάνυσμα

2.2.   Στις περιπτώσεις όπου το μετρούμενο αντικείμενο δεν μεταφέρεται από το όργανο μέτρησης, η ταχύτητά του πρέπει να περικλείεται στην περιοχή που καθορίζει ο κατασκευαστής για το όργανο.

2.3.   Εάν το αποτέλεσμα της μέτρησης εξαρτάται από το πάχος, την κατάσταση της επιφάνειας και το είδος της παροχής (π.χ. από ένα μεγάλο ρολό ή από στοίβες), ο κατασκευαστής καθορίζει τους αντίστοιχους περιορισμούς.

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

3.   Μέσο ενίσχυσης

Πίνακας 2

Κλάση

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

I

0,125 %, αλλά τουλάχιστον 0,005 Lm

II

0,25 %, αλλά τουλάχιστον 0,01 Lm

ΙΙΙ.

0,5 %, αλλά τουλάχιστον 0,02 Lm

Όπου Lm είναι το ελάχιστο μετρήσιμο μήκος, δηλαδή το μικρότερο μήκος, για τη μέτρηση του οποίου προορίζεται να χρησιμοποιείται το όργανο, όπως καθορίζεται από τον κατασκευαστή.

Η πραγματική τιμή μήκους των διαφόρων τύπων υλικών πρέπει να μετράται με κατάλληλα όργανα (π.χ. μετροταινίες). Συνεπώς, το προς μέτρηση υλικό πρέπει να τοποθετείται σε κατάλληλο υπόβαθρο (π.χ. κατάλληλο τραπέζι), ίσιο και όχι τεντωμένο.

Λοιπές απαιτήσεις

4.

Τα όργανα πρέπει να εξασφαλίζουν τη μέτρηση του εκάστοτε προϊόντος χωρίς τάνυσμα ανάλογα με την προβλεπόμενη αντοχή στο τάνυσμα, για την οποία έχει σχεδιασθεί το όργανο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

Εμβαδόμετρα

Συνθήκες λειτουργίας

1.1.   Περιοχή μετρήσεων

Διαστάσεις εντός της περιοχής που ορίζει ο κατασκευαστής του οργάνου.

1.2.   Κατάσταση του προϊόντος

Ο κατασκευαστής καθορίζει τους περιορισμούς του οργάνου λόγω της ταχύτητας του προϊόντος και του πάχους ή της κατάστασης της επιφανείας του, εφόσον αυτά έχουν σημασία για τη μέτρηση.

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

2.   Μέσο ενίσχυσης

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα είναι 1,0 %, τουλάχιστον όμως 1 dm2.

Λοιπές απαιτήσεις

3.   Παρουσίαση του προϊόντος

Στην περίπτωση ανακοπής ή παύσης της κίνησης του προϊόντος, πρέπει να μην υπάρχει πιθανότητα σφάλματος στη μέτρηση ή να σβήνει η οθόνη.

4.   Υποδιαίρεση της κλίμακας

Η υποδιαίρεση της κλίμακας των οργάνων πρέπει να είναι 1,0 dm2. Επιπλέον, πρέπει να είναι διαθέσιμη μία υποδιαίρεση της κλίμακας 0,1 dm2 για τη διεξαγωγή δοκιμών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

Όργανα πολυδιάστατης μέτρησης

Συνθήκες λειτουργίας

1.1.   Περιοχή μετρήσεων

Διαστάσεις εντός της περιοχής που ορίζει ο κατασκευαστής του οργάνου.

1.2.   Ελάχιστη διάσταση

Το κατώτατο όριο της ελάχιστης διάστασης για όλες τις τιμές της υποδιαίρεσης κλίμακας δίνεται στον πίνακα 1.

Πίνακας 1

Υποδιαίρεση κλίμακας (d)

Ελάχιστη διάσταση (min)

(κατώτατο όριο)

d ≤ 2 cm

10 d

2 cm < d ≤ 10 cm

20 d

10 cm < d

50 d

1.3.   Ταχύτητα του προϊόντος

Η ταχύτητα πρέπει να περικλείεται στην περιοχή που καθορίζει ο κατασκευαστής για το όργανο.

Μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα

2.   Όργανο

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα είναι ± 1,0 d.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

ΑΝΑΛΥΤΕΣ ΚΑΥΣΑΕΡΙΩΝ (MI-010)

Στους αναλυτές καυσαερίων που ορίζονται κατωτέρω και προορίζονται για τον έλεγχο και την επαγγελματική συντήρηση μηχανοκίνητων οχημάτων εν χρήσει, έχουν εφαρμογή οι οικείες απαιτήσεις του παραρτήματος I, οι ειδικές απαιτήσεις του παρόντος παραρτήματος και οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που απαριθμούνται στο παρόν παράρτημα.

ΟΡΙΣΜΟΙ

Αναλυτής καυσαερίων

Ως «αναλυτής καυσαερίων» νοείται ένα όργανο μετρήσεων, το οποίο χρησιμεύει για τον προσδιορισμό όλων των κλασμάτων όγκου συγκεκριμένων συστατικών των καυσαερίων των κινητήρων μηχανοκίνητων οχημάτων με επιβαλλόμενη ανάφλεξη στο επίπεδο υγρασίας του αναλυόμενου δείγματος.

Τα συστατικά των καυσαερίων είναι: μονοξείδιο του άνθρακα (CO), διοξείδιο του άνθρακα (CO2), οξυγόνο (O2) και υδρογονάνθρακες (HC).

Η περιεκτικότητα σε υδρογονάνθρακες μπορεί να εκφράζεται ως συγκέντρωση n-εξανίου (C6 H14), μετρούμενη με τεχνικές απορρόφησης εγγύς υπέρυθρης ακτινοβολίας.

Τα κλάσματα όγκου των συστατικών των καυσαερίων εκφράζονται ως ποσοστά (% vol) για τα CO, CO2 και O2, και ως μέρη ανά εκατ. (ppm vol) για τους υδρογονάνθρακες.

Εξάλλου, ο αναλυτής καυσαερίων υπολογίζει την τιμή της παραμέτρου λ από τα κλάσματα όγκου του συστατικού των καυσαερίων.

Αισθητήρας λάμδα:

Η παράμετρος λ είναι μια αδιάστατη τιμή που αντιπροσωπεύει την αποδοτικότητα καύσης ενός κινητήρα από άποψη λόγου αέρα/καυσίμου στα καυσαέρια, προσδιορίζεται δε βάσει τυποποιημένου τύπου.

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

Κλάσεις οργάνων

1.

Για τους αναλυτές καυσαερίων ορίζονται δύο κλάσεις 0 και Ι. Οι σχετικές κατώτατες περιοχές μετρήσεων για τις κλάσεις αυτές εμφαίνονται στον πίνακα 1.

Πίνακας 1

Κλάσεις και περιοχές μετρήσεων

Παράμετρος

Κλάσεις 0 και Ι

Κλάσμα CO

από 0 έως 5 % vol

Κλάσμα CO2

από 0 έως 16 % vol

Κλάσμα HC

από 0 έως 2 000 ppm vol

Κλάσμα O2

από 0 έως 21 % vol

λ

από 0,8 έως 1,2

Ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας

2.

Οι ονομαστικές τιμές των συνθηκών λειτουργίας καθορίζονται από τον κατασκευαστή ως εξής:

2.1.

Φυσικά και μηχανικά επιδρώντα μεγέθη:

ελάχιστη περιοχή θερμοκρασίας 35 °C όσον αφορά το φυσικό περιβάλλον,

η εφαρμοζόμενη κλάση μηχανικού περιβάλλοντος είναι η Μ1.

2.2.

Επιδρώντα μεγέθη ηλεκτρικής ισχύος:

πεδίο τιμών τάσης και συχνότητας για την παροχή AC,

τα όρια της παροχής DC.

2.3.

Πίεση περιβάλλοντος:

Ελάχιστη και μέγιστη τιμή της πίεσης περιβάλλοντος και για τις δύο κλάσεις: pmin ≤ 860 hPa, pmax ≥ 1 060 hPa.

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

3.

Τα μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα ορίζονται ως εξής:

3.1.

Για το καθένα από τα μετρούμενα κλάσματα, η επιτρεπόμενη τιμή μέγιστου σφάλματος στις ονομαστικές συνθήκες λειτουργίας σύμφωνα με την απαίτηση του σημείου 1.1 του παραρτήματος I είναι η μεγαλύτερη από τις δύο τιμές που εμφαίνονται στον πίνακα 2. Οι απόλυτες τιμές εκφράζονται σε % vol ή ppm vol, ενώ τα ποσοστά είναι επί τοις εκατό της αληθούς τιμής.

Πίνακας 2

Μέγιστα επιτρεπόμενα σφάλματα

Παράμετρος

Κατηγορία 0

Κατηγορία Ι

Κλάσμα CO

± 0,03 % vol

± 5 %

± 0,06 % vol

± 5 %

Κλάσμα CO2

± 0,5 % vol

± 5 %

± 0,5 % vol

± 5 %

Κλάσμα HC

± 10 ppm vol

± 5 %

± 12 ppm vol

± 5 %

Κλάσμα O2

± 0,1 % vol

± 5 %

± 0,1 % vol

± 5 %

3.2.

Το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα του υπολογισμού της παραμέτρου λ δεν πρέπει να υπερβαίνει το 0,3 %. Η συμβατική αληθής τιμή υπολογίζεται βάσει του τύπου που ορίζεται στο σημείο 5.3.7.3 του κανονισμού αριθ. 83 της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη των Ηνωμένων Εθνών (ΗΕ/ΟΕΕ) (1).

Προς τον σκοπό αυτό, για τον υπολογισμό χρησιμοποιούνται οι τιμές που εμφαίνει το όργανο.

Επιτρεπτή επενέργεια των διαταραχών

4.

Για καθένα από τα κλάσματα όγκου που μετρά το όργανο, η κρίσιμη τιμή μεταβολής ισούται με το μέγιστο επιτρεπόμενο σφάλμα για την εκάστοτε παράμετρο.

5.

Η επενέργεια των ηλεκτρομαγνητικών διαταραχών είναι τέτοια ώστε:

είτε η μεταβολή του αποτελέσματος της μέτρησης δεν υπερβαίνει την κρίσιμη τιμή μεταβολής που ορίζεται στο σημείο 4,

η ένδειξη του αποτελέσματος της μέτρησης είναι τέτοια ώστε να μην μπορεί να εκληφθεί ως έγκυρο αποτέλεσμα.

Λοιπές απαιτήσεις

6.

Η διακριτική ικανότητα ισούται προς τις τιμές που εμφαίνονται στον πίνακα 3 ή είναι κατά μία τάξη μεγέθους μεγαλύτερη από αυτές.

Πίνακας 3

Εξυγίανση

 

CO

CO2

O2

HC

Κλάση 0 και κλάση Ι

0,01 % vol

0,1 % vol

 (2)

1 ppm vol

Η τιμή λ αναγράφεται με διακριτική ικανότητα 0,001.

7.

Η τυπική απόκλιση σε 20 μετρήσεις δεν υπερβαίνει το ένα τρίτο του μέτρου του μέγιστου επιτρεπτού σφάλματος για κάθε σχετικό κλάσμα όγκου καυσαερίων.

8.

Για τη μέτρηση του CO, του CO2 και των υδρογονανθράκων, το όργανο, συμπεριλαμβανομένου του συστήματος διοχέτευσης του συγκεκριμένου αερίου, πρέπει να εμφανίζει το 95 % της τελικής τιμής, όπως προσδιορίζεται με αέρια βαθμονόμησης, εντός 15 δευτερολέπτων από τη φόρτιση με αέριο μηδενικής περιεκτικότητας, όπως π.χ. με καθαρό αέρα. Για τη μέτρηση του O2, το όργανο, υπό παρόμοιες συνθήκες, πρέπει να εμφανίζει τιμή η οποία να διαφέρει από το μηδέν κατά λιγότερο από 0,1 % vol εντός 60 δευτερολέπτων από την αντικατάσταση του καθαρού αέρα από αέριο χωρίς οξυγόνο.

9.

Τα συστατικά των καυσαερίων, πλην εκείνων των οποίων η τιμή αποτελεί αντικείμενο της μέτρησης, δεν επηρεάζουν το αποτέλεσμα της μέτρησης κατά περισσότερο από το ήμισυ του μέτρου του μέγιστου επιτρεπόμενου σφάλματος, όταν τα εν λόγω συστατικά περιέχονται στις ακόλουθες μέγιστες αναλογίες κατ’ όγκο:

 

6 % vol CO,

 

16 % vol CO2,

 

10 % vol O2,

 

5 % vol H2,

 

0,3 % vol NO,

 

2 000 ppm vol HC (ως n-εξάνιο)

Υδρατμοί: μέχρι κορεσμού.

10.

Οι αναλυτές καυσαερίου πρέπει να διαθέτουν διάταξη ρύθμισης η οποία να επιτρέπει το μηδενισμό, τη βαθμονόμηση αερίων και την εσωτερική ρύθμιση. Η διάταξη ρύθμισης για το μηδενισμό και την εσωτερική ρύθμιση πρέπει να είναι αυτόματη.

11.

Για τις αυτόματες ή ημιαυτόματες διατάξεις ρύθμισης, το όργανο δεν πρέπει να μπορεί να πραγματοποιεί μετρήσεις πριν ολοκληρωθούν οι ρυθμίσεις.

12.

Οι αναλυτές καυσαερίων ανιχνεύουν τα υπολείμματα υδρογονανθράκων στο σύστημα διοχέτευσης των καυσαερίων. Η εκτέλεση μετρήσεων είναι αδύνατη, εάν η συγκέντρωση των υπολειμμάτων υδρογονανθράκων που υπήρχαν πριν από μια μέτρηση υπερβαίνει τα 20 ppm vol.

13.

Οι αναλυτές καυσαερίων πρέπει να διαθέτουν συσκευή για τον αυτόματο εντοπισμό οποιασδήποτε βλάβης του αισθητήρα του διαύλου οξυγόνου λόγω φθοράς ή θραύσης του αγωγού.

14.

Εάν ένας αναλυτής καυσαερίων μπορεί να λειτουργεί με διάφορα καύσιμα (π.χ. βενζίνη ή υγραέριο), πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα επιλογής των κατάλληλων συντελεστών για τον υπολογισμό της παραμέτρου λ χωρίς αμφιβολία όσον αφορά τον κατάλληλο τύπο.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στο άρθρο 17 μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέγει ο κατασκευαστής είναι:

B + ΣΤ ή B + Δ ή H1.


(1)  ΕΕ L 42 της 15.2.2012, σ. 1.

(2)  0,01 % vol για τις μετρούμενες τιμές που είναι το πολύ ίσες προς 4 % vol· διαφορετικά, 0,1 % vol.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ) (1)

1.

Μοντέλο οργάνου/όργανο (αριθμός προϊόντος, τύπου, παρτίδας ή σειράς):

2.

Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή και, κατά περίπτωση, του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (ταυτοποίηση οργάνου που επιτρέπει την ιχνηλασιμότητα· μπορεί εάν είναι απαραίτητο για την αναγνώριση του οργάνου, να περιλαμβάνεται εικόνα):

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων ή κανονιστικών εγγράφων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Κατά περίπτωση, ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) … πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) και χορήγησε το πιστοποιητικό:

8.

Συμπληρωματικές πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της

(όπως αναφέρονται στο άρθρο 52)

Οδηγία 2004/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 135 της 30.4.2004, σ. 1).

 

Οδηγία 2006/96/ΕΚ του Συμβουλίου

(ΕΕ L 363 της 20.12.2006, σ. 81).

Μόνο το σημείο Β.3. του παραρτήματος

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1137/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 311 της 21.11.2008, σ. 1).

Μόνο σημείο 3.8 του παραρτήματος

Οδηγία 2009/137/ΕΚ της Επιτροπής

(ΕΕ L 294 της 11.11.2009, σ. 7).

 

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

Μόνο το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο ζ)

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και ημερομηνίες εφαρμογής

(όπως αναφέρονται στο άρθρο 52)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

2004/22/ΕΚ

30 Απριλίου 2006

30 Οκτωβρίου 2006

2006/96/ΕΚ

 

 

2009/137/ΕΚ

1η Δεκεμβρίου 2010

1η Ιουνίου 2011


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XV

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2004/22/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 4

Άρθρο 4 σημεία 1) έως 4) και άρθρο 4 σημεία 6) έως 9)

Άρθρο 4 σημείο 5 και άρθρο 4 σημεία 10 έως 22

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 6

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρα 7 παράγραφος 1

Άρθρο 20

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 22 παράγραφος 4

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 8

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 9

Άρθρο 17

Άρθρο 10

Άρθρο 18

Άρθρο 11 παράγραφος 1

Άρθρο 11 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 11 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 23 παράγραφος 2

Άρθρο 12

Άρθρο 13 παράγραφος 1

Άρθρο 13 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 13 παράγραφος 3

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 13 παράγραφος 4

Άρθρο 14 παράγραφος 4

Άρθρο 14

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 46 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 46 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 4

Άρθρο 15 παράγραφος 5

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 15

Άρθρο 16 παράγραφος 2

Άρθρο 47

Άρθρο 16 παράγραφος 3

Άρθρο 16

Άρθρο 16 παράγραφος 4

Άρθρο 17 παράγραφος 1

Άρθρο 17 παράγραφος 2

Άρθρο 21 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 3

 

Άρθρο 17 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 2

Άρθρο 17 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 17 παράγραφος 5

Άρθρο 18

Άρθρο 19

Άρθρο 21 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 1

Άρθρο 22 παράγραφος 3

Άρθρο 22 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 6

Άρθρο 23

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 26

Άρθρο 27

Άρθρο 28

Άρθρο 29

Άρθρο 31

Άρθρο 32

Άρθρο 33

Άρθρο 34

Άρθρο 35

Άρθρο 36

Άρθρο 37

Άρθρο 38

Άρθρο 39

Άρθρο 40

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο α) πρώτο εδάφιο

Άρθρα 19 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 19, παράγραφος 2, στοιχείο α), τρίτο εδάφιο

Άρθρο 43 παράγραφος 4

Άρθρο 19 παράγραφος 2 στοιχείο β)

Άρθρο 20

Άρθρο 21

Άρθρο 22

Άρθρο 23

Άρθρο 41

Άρθρο 42

Άρθρο 43 παράγραφος 1

Άρθρο 43 παράγραφος 2

Άρθρο 43 παράγραφος 3

Άρθρο 44

Άρθρο 45

Άρθρο 48

Άρθρο 49

Άρθρο 50

Άρθρο 24

Άρθρο 51

Άρθρο 25

Άρθρο 52

Άρθρο 26

Άρθρο 53 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 53 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 27

Άρθρο 54

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα A

Παράρτημα II σημείο 1

Παράρτημα Α1

Παράρτημα II σημείο 2

Παράρτημα B

Παράρτημα II σημείο 3

Παράρτημα Γ

Παράρτημα II σημείο 4

Παράρτημα Γ1

Παράρτημα II σημείο 5

Παράρτημα Δ

Παράρτημα II σημείο 6

Παράρτημα Δ1

Παράρτημα II σημείο 7

Παράρτημα Ε

Παράρτημα II σημείο 8

Παράρτημα Ε1

Παράρτημα II σημείο 9

Παράρτημα ΣΤ

Παράρτημα II σημείο 10

Παράρτημα ΣΤ1

Παράρτημα II σημείο 11

Παράρτημα Ζ

Παράρτημα II σημείο 12

Παράρτημα H

Παράρτημα II σημείο 13

Παράρτημα Η1

Παράρτημα II σημείο 14

Παράρτημα MI-001

Παράρτημα III

Παράρτημα MI-002

Παράρτημα IV

Παράρτημα MI-003

Παράρτημα V

Παράρτημα MI-004

Παράρτημα VI

Παράρτημα MI-005

Παράρτημα VII

Παράρτημα MI-006

Παράρτημα VIII

Παράρτημα MI-007

Παράρτημα IX

Παράρτημα MI-008

Παράρτημα X

Παράρτημα MI-009

Παράρτημα XI

Παράρτημα MI-010

Παράρτημα XII

Παράρτημα XIV

Παράρτημα XV


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/251


ΟΔΗΓΊΑ 2014/33/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους ανελκυστήρες και τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες

(αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 95/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Ιουνίου 1995, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τους ανελκυστήρες (3) έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (4). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (5), ορίζει τους κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (6), θεσπίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Η οδηγία 95/16/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοστεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

Οι ανελκυστήρες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία υπάρχουν ως τελικά προϊόντα μόνο από τη στιγμή που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα σε κτίρια ή κατασκευές. Συνεπώς, οι ανελκυστήρες είναι αδύνατον να εισάγονται στην Ένωση και απλώς διατίθενται στην αγορά χωρίς να καθίστανται εκ των υστέρων διαθέσιμοι· δεν υπάρχουν «εισαγωγείς» ή «διανομείς» ανελκυστήρων.

(5)

Η παρούσα οδηγία καλύπτει τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας που είναι νέα για την ενωσιακή αγορά όταν διατίθενται στην αγορά, δηλαδή είναι είτε καινούργια κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας που παράγονται από έναν κατασκευαστή στην Ένωση, είτε καινούργια ή μεταχειρισμένα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας που εισάγονται από τρίτη χώρα.

(6)

Στις 8 Ιουνίου 1995, η Επιτροπή ενέκρινε τη σύσταση 95/216/ΕΚ8 Ιουνίου 1995 (7) προς τα κράτη μέλη σχετικά με τη βελτίωση της ασφάλειας των ήδη εγκατεστημένων ανελκυστήρων.

(7)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(8)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των ανελκυστήρων και των κατασκευαστικών στοιχείων ασφαλείας με την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων και, κατά περίπτωση, της ασφάλειας των αγαθών και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(9)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν στην αγορά ανελκυστήρες και καθιστούν διαθέσιμα στην αγορά κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες μόνο εφόσον αυτά είναι σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(10)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση διαδικτυακού τόπου, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(11)

Ο κατασκευαστής και ο εγκαταστάτης, οι οποίοι γνωρίζουν λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκονται σε καλύτερη θέση για να διενεργούν τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση του κατασκευαστή ή του εγκαταστάτη αποκλειστικά.

(12)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως, ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τα εν λόγω κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες τα οποία δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(13)

Κατά τη διάθεση κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά, οι εισαγωγείς θα πρέπει να σημειώνουν επί του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους. Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες.

(14)

Ο διανομέας καθιστά ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες διαθέσιμο στην αγορά αφού πρώτα αυτό έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή ώστε να εξασφαλίζεται ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωσή του.

(15)

Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες κατά τρόπον ώστε να επηρεαστεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και, ως εκ τούτου, αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(16)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις αρμόδιες αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν τα οικεία κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες

(17)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων για την εποπτεία της αγοράς αρχών, όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμα στην αγορά κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες.

(18)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης των ανελκυστήρων και των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες προς τις εν λόγω απαιτήσεις είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για ανελκυστήρες και κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που συμμορφώνονται προς τα εναρμονισμένα πρότυπα που εγκρίνονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (8), με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων. Οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας εξασφαλίζουν το αναμενόμενο επίπεδο ασφάλειας μόνον εφόσον την τήρησή τους διασφαλίζουν κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(19)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(20)

Στα εναρμονισμένα πρότυπα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να λαμβάνεται επίσης υπόψη η σύμβαση του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρίες (9).

(21)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν, και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν, ότι οι ανελκυστήρες ή τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που είναι διαθέσιμα στην αγορά συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζονται ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές.

(22)

Ο εγκαταστάτης ή ο κατασκευαστής θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη συμμόρφωση ενός ανελκυστήρα ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες με την παρούσα οδηγία και με τη λοιπή σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.

(23)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(24)

Η σήμανση CE, που δηλώνει τη συμμόρφωση ανελκυστήρα ή κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες, αποτελεί την ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE θα πρέπει να καθοριστούν με την παρούσα οδηγία.

(25)

Οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(26)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 95/16/ΕΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο, όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(27)

Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση με τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και με τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(28)

Για να εξασφαλιστεί συνέπεια όσον αφορά το επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, είναι επίσης αναγκαίο να καθοριστούν οι απαιτήσεις που οφείλουν να πληρούν οι κοινοποιούσες αρχές και άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(29)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευθεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για τον σκοπό της κοινοποίησης.

(30)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες αυτήν την αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(31)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλιστεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τους ανελκυστήρες και τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές που αξιολογούν τη συμμόρφωση να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό, η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών που πρόκειται να κοινοποιηθούν, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν και δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(32)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η τηλεματική κοινοποίηση.

(33)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να υποβάλλουν ένσταση σχετικά με κοινοποιούμενο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο θα μπορούν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(34)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, χρειάζεται να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με τον συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(35)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο με την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζονται ή υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες θα πρέπει να θεωρείται ότι δεν συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνο για εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα ήταν απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(36)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και τον έλεγχο των ανελκυστήρων και των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά και προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται σε ανελκυστήρες και κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(37)

Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η ισχύουσα διαδικασία διασφάλισης έτσι ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(38)

Το ισχύον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερώνονται για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τους ανελκυστήρες ή κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που παρουσιάζουν κίνδυνο όσον αφορά την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή, κατά περίπτωση, για την ασφάλεια των αγαθών. Θα πρέπει επίσης να δίνει τη δυνατότητα στις αρχές εποπτείας της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν ενωρίτερα σε σχέση με τέτοιου είδους ανελκυστήρες ή κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες.

(39)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(40)

Για να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (10).

(41)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(42)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενους ανελκυστήρες ή κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες τα οποία ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(43)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σε σχέση με συμμορφούμενους ανελκυστήρες ή κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες τα οποία ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια προσώπων, αυτό απαιτείται επειγόντως για επιτακτικούς λόγους.

(44)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων που αφορούν την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό της.

(45)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή ή τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως παραδείγματος χάριν σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(46)

H Επιτροπή διά εκτελεστικών πράξεων και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, θα πρέπει να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενους ανελκυστήρες ή κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες δικαιολογούνται ή όχι.

(47)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίζουν την επιβολή των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(48)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, που είναι να εξασφαλίζει ότι οι ανελκυστήρες και τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που κυκλοφορούν στην αγορά πληρούν τις προδιαγραφές που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, που καθορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας που διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(49)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή τους προς άλλες απαιτήσεις, κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 95/16/ΕΚ, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που διατίθενται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(50)

Για την παρακολούθηση και την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής και λειτουργίας της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή καλείται να υποβάλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, όπου θα εξετάζεται και η ανάγκη για μια νέα νομοθετική πρόταση στο πεδίο αυτό.

(51)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προηγούμενης οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προηγούμενη οδηγία.

(52)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα XIII μέρος B,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους ανελκυστήρες που εξυπηρετούν μονίμως κτίρια και κατασκευές και προορίζονται για τη μεταφορά:

α)

προσώπων·

β)

προσώπων και αντικειμένων·

γ)

μόνον αντικειμένων, εάν ο θαλαμίσκος είναι προσπελάσιμος, δηλαδή εάν ένα πρόσωπο μπορεί να εισέρχεται σε αυτόν χωρίς δυσκολία, και φέρει όργανα χειρισμού είτε εντός του θαλαμίσκου είτε σε σημείο προσιτό σε πρόσωπο εντός αυτού.

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται επίσης στα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που απαριθμούνται στο παράρτημα III και τα οποία χρησιμοποιούνται στους ανελκυστήρες στους οποίους αναφέρεται το πρώτο εδάφιο.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται στα εξής:

α)

στα ανυψωτικά μηχανήματα η ταχύτητα των οποίων δεν υπερβαίνει τα 0,15 m/s·

β)

στους ανελκυστήρες εργοταξίου·

γ)

στις εγκαταστάσεις που λειτουργούν με συρματόσχοινα, συμπεριλαμβανομένων των σχοινοσιδηροδρόμων·

δ)

στους ανελκυστήρες που έχουν σχεδιασθεί και κατασκευαστεί ειδικά για στρατιωτικούς ή αστυνομικούς σκοπούς·

ε)

στα ανυψωτικά μηχανήματα από τα οποία μπορούν να εκτελούνται εργασίες·

στ)

στους ανελκυστήρες φρεάτων ορυχείων·

ζ)

στα ανυψωτικά μηχανήματα που προορίζονται για την ανύψωση των συμμετεχόντων κατά τις καλλιτεχνικές παραστάσεις·

η)

στα ανυψωτικά μηχανήματα που είναι εγκατεστημένα στα μεταφορικά μέσα·

θ)

στα ανυψωτικά μηχανήματα που είναι συνδεδεμένα με μηχανήματα και προορίζονται αποκλειστικά για την πρόσβαση σε θέσεις εργασίας, συμπεριλαμβανομένων των σημείων συντήρησης και επιθεώρησης μηχανημάτων·

ι)

στους οδοντωτούς σιδηροδρόμους·

ια)

στις κυλιόμενες κλίμακες και στους κυλιόμενους διαδρόμους.

3.   Όταν, για έναν ανελκυστήρα ή για κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες, οι κίνδυνοι στους οποίους αναφέρεται η παρούσα οδηγία καλύπτονται, εν όλω ή εν μέρει, από ειδικά ενωσιακά νομοθετήματα, η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται ή παύει να εφαρμόζεται και τους συγκεκριμένους κινδύνους, αμέσως μόλις τεθούν σε εφαρμογή τα εν λόγω ειδικά ενωσιακά νομοθετήματα.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «ανελκυστήρας»: ανυψωτικό μηχάνημα το οποίο εξυπηρετεί καθορισμένα επίπεδα, μέσω θαλαμίσκου κινούμενου κατά μήκος άκαμπτων οδηγών με κλίση, ως προς το οριζόντιο επίπεδο, άνω των 15 μοιρών, ή ανυψωτικά μηχανήματα τα οποία μετακινούνται σε πλήρως καθορισμένη διαδρομή ακόμη και εάν αυτά δεν μετακινούνται κατά μήκος άκαμπτων οδηγών·

2)   «θαλαμίσκος»: το μέρος του ανελκυστήρα με το οποίο υποστηρίζονται πρόσωπα και/ή αντικείμενα για να ανυψώνονται ή να χαμηλώνονται·

3)   «μοντέλο ανελκυστήρα»: ο αντιπροσωπευτικός ανελκυστήρας του οποίου ο τεχνικός φάκελος δείχνει τον τρόπο με τον οποίο θα τηρηθούν οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I στους ανελκυστήρες-παράγωγα του μοντέλου, που ορίζεται με αντικειμενικά κριτήρια και με χρήση απολύτως ομοίων συστατικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες·

4)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, για διανομή ή χρήση στην αγορά της Ένωσης στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

5)   «διάθεση στην αγορά»:

η πρώτη φορά κατά την οποία ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά ή

η προσφορά ανελκυστήρα για χρήση στην ενωσιακή αγορά στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

6)   «εγκαταστάτης»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο αναλαμβάνει την ευθύνη του σχεδιασμού, της κατασκευής, της εγκατάστασης και της διάθεσης στην αγορά του ανελκυστήρα·

7)   «κατασκευαστής»: το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες ή που αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή ενός κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες και το διοχετεύει στην αγορά υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του·

8)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από εγκαταστάτη ή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

9)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες προερχόμενο από τρίτη χώρα στην ενωσιακή αγορά·

10)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο στην αγορά κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες·

11)   «οικονομικοί φορείς»: ο εγκαταστάτης, ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

12)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά που πρέπει να πληροί ένας ανελκυστήρας ή ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες·

13)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1) στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

14)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

15)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

16)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται αν πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας σχετικά με έναν ανελκυστήρα ή ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες·

17)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων της βαθμονόμησης, της δοκιμής, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·

18)   «ανάκληση»: όσον αφορά ανελκυστήρες, σημαίνει κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην αποσυναρμολόγηση και την ασφαλή διάθεση ενός ανελκυστήρα και, όσον αφορά κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες, σημαίνει κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του εγκαταστάτη ή του τελικού χρήστη·

19)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί να αποτρέψει κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αλυσίδα εφοδιασμού να διατίθεται στην αγορά·

20)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθεσία της Ένωσης η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων·

21)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο εγκαταστάτης ή ο κατασκευαστής δηλώνει ότι ο ανελκυστήρας ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες συμμορφώνεται προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

Άρθρο 3

Ελεύθερη κυκλοφορία

1.   Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, περιορίζουν ή παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία ανελκυστήρων ή τη διαθεσιμότητα στην αγορά κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες στο έδαφός τους που συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία.

2.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν, κατά τις παντός είδους εκθέσεις και επιδείξεις, την παρουσίαση ανελκυστήρων ή κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που δεν συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, εφόσον, σε ευδιάκριτη πινακίδα, αναφέρεται τόσο ότι δεν συμμορφώνονται όσο και ότι δεν θα διατεθούν ή θα καταστούν διαθέσιμοι στην αγορά πριν να συμμορφωθούν με τις εν λόγω διατάξεις. Κατά τις επιδείξεις λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα για την ασφάλεια των προσώπων.

3.   Η παρούσα οδηγία δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να ορίζουν, τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου, τις απαιτήσεις που θεωρούν αναγκαίες ώστε να εξασφαλίζεται η προστασία των προσώπων κατά τη θέση σε λειτουργία και τη χρήση των εν λόγω ανελκυστήρων, εφόσον αυτό δεν συνεπάγεται μετατροπές των ανελκυστήρων αυτών κατά τρόπο μη προσδιοριζόμενο στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 4

Διάθεση στην αγορά, διαθεσιμότητα στην αγορά και θέση σε λειτουργία

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα πρόσφορα μέτρα ώστε οι ανελκυστήρες στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία να μπορούν να διατεθούν στην αγορά και να τεθούν σε λειτουργία μόνον εάν συμμορφώνονται προς την παρούσα οδηγία και εφόσον είναι εγκατεστημένοι και συντηρούνται κατάλληλα και χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον προορισμό τους.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα πρόσφορα μέτρα ώστε τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες στα οποία εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία να μπορούν να καταστούν διαθέσιμα στην αγορά και να τεθούν σε λειτουργία μόνον εάν συμμορφώνονται προς την παρούσα οδηγία και εφόσον είναι ενσωματωμένα ορθά, συντηρούνται κατάλληλα και χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τον προορισμό τους.

Άρθρο 5

Ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας

1.   Οι ανελκυστήρες στους οποίους εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία πληρούν τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I.

2.   Τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες στα οποία εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία ικανοποιούν τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I και επιτρέπουν στους ανελκυστήρες στους οποίους είναι ενσωματωμένα να πληρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 6

Κτίρια ή κατασκευές στα οποία είναι εγκατεστημένοι ανελκυστήρες

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα πρόσφορα μέτρα ώστε ο υπεύθυνος για τη δημιουργία του κτιρίου ή της κατασκευής και ο εγκαταστάτης να γνωστοποιούν και οι δύο αμοιβαίως τις αναγκαίες πληροφορίες και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την ομαλή και ασφαλή λειτουργία του ανελκυστήρα.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε στα φρέατα των ανελκυστήρων να μην περιλαμβάνονται άλλες σωληνώσεις, καλωδιώσεις ή εγκαταστάσεις πλην των αναγκαίων για τη λειτουργία και την ασφάλεια του ανελκυστήρα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 7

Υποχρεώσεις των εγκαταστατών

1.   Οι εγκαταστάτες εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση ανελκυστήρα στην αγορά, αυτός είναι σχεδιασμένος, κατασκευασμένος, εγκατεστημένος και δοκιμασμένος σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που καθορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Οι εγκαταστάτες καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο και διενεργούν ή μεριμνούν για τη διενέργεια της σχετικής διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 16.

Όταν η συμμόρφωση ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία, ο εγκαταστάτης καταρτίζει δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, διασφαλίζει ότι η δήλωση συνοδεύει τον ανελκυστήρα και τοποθετεί τη σήμανση CE.

3.   Ο εγκαταστάτης φυλάσσει τον τεχνικό φάκελο, τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και, κατά περίπτωση, την (τις) απόφαση(-εις) έγκρισης για περίοδο 10 ετών από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά.

4.   Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει ανελκυστήρας, οι εγκαταστάτες διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, έρευνες για καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες και με τους μη συμμορφούμενους ανελκυστήρες.

5.   Οι εγκαταστάτες εξασφαλίζουν ότι οι ανελκυστήρες φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που να επιτρέπει την ταυτοποίησή τους.

6.   Οι εγκαταστάτες σημειώνουν πάνω στον ανελκυστήρα το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία τους ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον εγκαταστάτη. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι εγκαταστάτες εξασφαλίζουν ότι ο ανελκυστήρας συνοδεύεται από τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 6.2, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το κράτος μέλος στο οποίο διατίθεται στην αγορά ο ανελκυστήρας. Οι ανωτέρω οδηγίες, καθώς και κάθε επισήμανση, είναι σαφείς, κατανοητές και ευνόητες.

8.   Οι εγκαταστάτες που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι ανελκυστήρας που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα διορθωτικά μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του ανελκυστήρα. Πέραν τούτου, όταν ο ανελκυστήρας παρουσιάζει κίνδυνο, οι εγκαταστάτες ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία διέθεσαν στην αγορά τον ανελκυστήρα και παραθέτουν λεπτομέρειες για τη μη συμμόρφωση και τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι εγκαταστάτες παρέχουν σε αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του ανελκυστήρα προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή.

Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματός της, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τους ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση των δικών τους κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά, αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον απαιτούμενο τεχνικό φάκελο και διενεργούν την εφαρμοστέα διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 15 ή αναθέτουν τη διενέργειά της.

Όταν η συμμόρφωση κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, διασφαλίζουν ότι η δήλωση συνοδεύει τον ανελκυστήρα και τοποθετούν τη σήμανση CE.

3.   Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο, τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και, κατά περίπτωση, την απόφαση ή τις αποφάσεις έγκρισης για περίοδο 10 ετών από τη διάθεση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις τεχνικές προδιαγραφές με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες, οι κατασκευαστές διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, δοκιμές με δειγματοληψία στο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχει διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες και τις αποσύρσεις κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες και τηρούν ενήμερους τους διανομείς και τους εγκαταστάτες για τις έρευνες τους.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που επιτρέπει την ταυτοποίησή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται στην ετικέτα στην οποία αναφέρεται το άρθρο 19 παράγραφος 1.

6.   Οι κατασκευαστές αναγράφουν στο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, στην ετικέτα στην οποία αναφέρεται το άρθρο 19 παράγραφος 1. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες συνοδεύεται από τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 6.1, σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες, καθώς και κάθε επισήμανση, είναι σαφείς, κατανοητές και ευνόητες.

8.   Οι κατασκευαστές που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα διορθωτικά μέτρα που είναι αναγκαία για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες παρουσιάζει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία καθιστούν διαθέσιμα στην αγορά τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις εν λόγω αρχές.

Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 9

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές ή οι εγκαταστάτες μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 7 παράγραφος 1 ή του άρθρου 8 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης του τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 7 παράγραφος 2 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή ή τον εγκαταστάτη. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα εξής:

α)

να διατηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και, κατά περίπτωση, την απόφαση ή τις αποφάσεις έγκρισης σχετικά με το σύστημα ποιότητας του κατασκευαστή ή του εγκαταστάτη και τον τεχνικό φάκελο και να τα θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς επί 10 έτη από τη διάθεση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες ή του ανελκυστήρα στην αγορά·

β)

να παρέχει στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες ή του ανελκυστήρα·

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τυχόν ενέργειες που πρέπει να γίνουν προς αποσόβηση των κινδύνων που ενέχει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες ή ο ανελκυστήρας που καλύπτει η εντολή τους.

Άρθρο 10

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά της Ένωσης μόνο συμμορφούμενα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες.

2.   Προτού διαθέσουν κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά οι εισαγωγείς διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διενεργήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 15. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες φέρει τη σήμανση CE και συνοδεύεται από τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τα απαιτούμενα έγγραφα και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 8 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν συμμορφώνεται με το άρθρο 5 παράγραφος 2, δεν διαθέτει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά, έως ότου αυτό συμμορφωθεί. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν στο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους, και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία του ή σε έγγραφο που συνοδεύει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες συνοδεύεται από τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 6.1 σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας στις οποίες αναφέρεται το άρθρο 5 παράγραφος 2.

6.   Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες, οι εισαγωγείς διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, δοκιμές με δειγματοληψία στα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν καταστεί διαθέσιμα στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες και τις ανακλήσεις κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες και τηρούν ενήμερους τους διανομείς και τους εγκαταστάτες για τις τυχόν έρευνές τους.

7.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία καθιστούν διαθέσιμα στην αγορά τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ και, κατά περίπτωση, της απόφασης ή των αποφάσεων έγκρισης στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση των εν λόγω αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

9.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις εν λόγω αρχές. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποφευχθούν οι κίνδυνοι από τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 11

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες διαθέσιμο στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες διαθέσιμο στην αγορά, επαληθεύουν ότι φέρει τη σήμανση CE, ότι συνοδεύεται από τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, από τα απαιτούμενα έγγραφα και από τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 6.1, σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 8 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 10 παράγραφος 3, αντίστοιχα.

Εφόσον διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν συμμορφώνεται με το άρθρο 5 παράγραφος 2, δεν διαθέτει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά, έως ότου αυτό συμμορφωθεί. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με το άρθρο 5 παράγραφος 2.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στα οποία καθιστούν διαθέσιμα στην αγορά τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες. Συνεργάζονται με τις αρχές αυτές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να αποσοβηθούν οι κίνδυνοι από τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά.

Άρθρο 12

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται

στους εισαγωγείς ή στους διανομείς Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 8, όταν διαθέτει κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά με το όνομα ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να θίξει τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 13

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, τα ακόλουθα:

α)

κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες·

β)

κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Οι οικονομικοί φορείς είναι σε θέση να υποβάλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο για περίοδο 10 ετών από τη στιγμή που έχουν προμηθευτεί το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες και για περίοδο 10 ετών από τη στιγμή που έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

Άρθρο 14

Τεκμήριο συμμόρφωσης ανελκυστήρων και κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας

για ανελκυστήρες Οι ανελκυστήρες και τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας των εν λόγω προτύπων ή μερών τους, όπως προβλέπονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 15

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας

για ανελκυστήρεςΤα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες αποτελούν αντικείμενο μιας εκ των εξής διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης:

α)

το μοντέλο του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες υποβάλλεται σε εξέταση τύπου «ΕΕ» σύμφωνα με το παράρτημα IV μέρος A και η συμμόρφωση με τον τύπο εξασφαλίζεται με ελέγχους των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες σε τυχαία χρονικά διαστήματα σύμφωνα με το παράρτημα IX·

β)

το μοντέλο του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες υποβάλλεται σε εξέταση τύπου «ΕΕ» σύμφωνα με το παράρτημα IV μέρος A και υπόκειται σε συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας προϊόντων σύμφωνα με το παράρτημα VI·

γ)

συμμόρφωση βάσει πλήρους διασφάλισης της ποιότητας σύμφωνα με το παράρτημα VII.

Άρθρο 16

Διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης για ανελκυστήρες

1.   Ο ανελκυστήρας αποτελεί αντικείμενο των εξής διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης:

α)

αν έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύμφωνα με μοντέλο ανελκυστήρα που έχει υποβληθεί στην εξέταση τύπου «ΕΕ» που ορίζεται στο παράρτημα IV μέρος B:

i)

του τελικού ελέγχου για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα V,

ii)

της συμμόρφωσης τύπου βάσει της διασφάλισης ποιότητας προϊόντων για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα X,

iii)

της συμμόρφωσης τύπου βάσει της διασφάλισης ποιότητας της παραγωγής για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα XII·

β)

αν έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύμφωνα με σύστημα ποιότητας που έχει εγκριθεί σύμφωνα με το παράρτημα XI:

i)

του τελικού ελέγχου για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα V,

ii)

της συμμόρφωσης τύπου βάσει της διασφάλισης ποιότητας προϊόντων για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα X,

iii)

της συμμόρφωση τύπου βάσει της διασφάλισης ποιότητας της παραγωγής για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα XII·

γ)

της συμμόρφωση βάσει της εξακρίβωσης κατά μονάδα για ανελκυστήρες, που ορίζεται στο παράρτημα VIII·

δ)

της συμμόρφωσης βάσει της πλήρους διασφάλισης της ποιότητας και της εξακρίβωσης της σχεδίασης για ανελκυστήρες που ορίζεται στο παράρτημα XI.

2.   Στις περιπτώσεις των στοιχείων α) και β) της παραγράφου 1, όταν ο υπεύθυνος σχεδιασμού και κατασκευής του ανελκυστήρα και ο υπεύθυνος εγκατάστασης και δοκιμής του ανελκυστήρα δεν είναι ο ίδιος, ο πρώτος χορηγεί στον δεύτερο κάθε αναγκαία τεκμηρίωση και πληροφορίες ώστε να μπορεί ο δεύτερος να εξασφαλίσει την ομαλή και ασφαλή εγκατάσταση και δοκιμή του ανελκυστήρα.

3.   Όλες οι επιτρεπόμενες παραλλαγές μεταξύ του μοντέλου και των ανελκυστήρων-παραγώγων του μοντέλου, αναφέρονται σαφώς (με τις ελάχιστες και τις μέγιστες τιμές) στον τεχνικό φάκελο.

4.   Επιτρέπεται να αποδεικνύεται με υπολογισμούς και/ή με τα διαγράμματα σχεδιασμού η ομοιότητα μιας σειράς συστημάτων ή διατάξεων που ανταποκρίνονται στις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 17

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή υπόδειγμα της οποίας ορίζεται στο παράρτημα II, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζουν οι σχετικές ενότητες των παραρτημάτων V έως XII και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στο οποίο ο ανελκυστήρας ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμο στην αγορά.

3.   Όταν ένας ανελκυστήρας ή κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας και ο εγκαταστάτης αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του ανελκυστήρα προς τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 18

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 19

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE και άλλων σημάνσεων

1.   Η σήμανση CE τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο σε κάθε θαλαμίσκο ανελκυστήρα καθώς και σε κάθε κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες ή, αν αυτό δεν είναι δυνατόν, σε ετικέτα προσαρτημένη στο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες.

2.   Η σήμανση CE τοποθετείται προτού διατεθεί ο ανελκυστήρας ή τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά.

3.   Τη σήμανση CE στους ανελκυστήρες ακολουθεί ο αριθμός ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης:

α)

στον τελικό έλεγχο που αναφέρεται στο παράρτημα V·

β)

στην εξακρίβωση κατά μονάδα, που αναφέρεται στο παράρτημα VIII·

γ)

στη διασφάλιση της ποιότητας που αναφέρεται στα παραρτήματα X, ΧΙ ή ΧΙΙ.

4.   Τη σήμανση CE στα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες ακολουθεί ο αριθμός ταυτοποίησης του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης:

α)

της διασφάλισης ποιότητας προϊόντων σύμφωνα με το παράρτημα VI·

β)

της πλήρους διασφάλισης της ποιότητας σύμφωνα με το παράρτημα VII·

γ)

της συμμόρφωσης με τον τύπο με δειγματοληπτικούς ελέγχους των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που αναφέρονται στο παράρτημα IX.

5.   Ο αριθμός αναγνώρισης του κοινοποιημένου οργανισμού τίθεται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, σύμφωνα με τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του ή από τον εγκαταστάτη ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

Η σήμανση CE και ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού επιτρέπεται να συνοδεύονται από άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

6.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE, και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 20

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 21

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 26.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.   Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, την κοινοποίηση ή την παρακολούθηση κατά την παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική υπηρεσία, ο οργανισμός στον οποίο εκχωρήθηκαν ή ανατέθηκαν με άλλο τρόπο τα εν λόγω καθήκοντα είναι νομικό πρόσωπο και να συμμορφώνεται, τηρουμένων των αναλογιών, προς τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 22. Επιπροσθέτως, αυτός ο οργανισμός διαθέτει την υποδομή για την κάλυψη των ευθυνών που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός που αναφέρεται στην παράγραφο 3.

Άρθρο 22

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή εξασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 23

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 24

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι τρίτος φορέας ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή τον ανελκυστήρα ή τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, παροχή, συναρμολόγηση, χρήση ή συντήρηση των ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες τα οποία αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων είναι αποδεδειγμένες.

4.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με τον σχεδιαστή, κατασκευαστή, προμηθευτή, εγκαταστάτη, αγοραστή, ιδιοκτήτη, χρήστη ή συντηρητή των ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που αξιολογούν ούτε με τον αντιπρόσωπο των ανωτέρω.

Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων ανελκυστήρων ή κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που είναι αναγκαία για τις λειτουργίες του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση των ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες για προσωπικούς σκοπούς.

Το γεγονός αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανταλλαγής πληροφοριών τεχνικής φύσεως μεταξύ του κατασκευαστή ή του εγκαταστάτη και του οργανισμού.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στον σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές.

Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζουν ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων τους δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στο συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των διατάξεων των παραρτημάτων IV έως ΧΙΙ και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία ανελκυστήρων ή κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας·

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, τον βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών·

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των ουσιωδών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων και των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της οικείας εθνικής νομοθεσίας·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των ανώτατων διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ούτε από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τα παραρτήματα IV έως ΧΙΙ ή οποιαδήποτε εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχουν στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης ή εξασφαλίζουν ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, καθώς και για τις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών για ανελκυστήρες η οποία έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 36. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης εφαρμόζουν ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 25

Τεκμήριο συμμόρφωσης κοινοποιημένων οργανισμών

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 24, στον βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 26

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24, και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει των παραρτημάτων IV έως ΧΙΙ.

Άρθρο 27

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση κοινοποίησης συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της διαδικασίας ή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και των ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

Άρθρο 28

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, για τη διαδικασία ή τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για τους εν λόγω ανελκυστήρες ή τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες, καθώς και η σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 27 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα συνεχίσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη ενημερώνονται από την κοινοποιούσα αρχή για τυχόν επακόλουθες αλλαγές στην κοινοποίηση.

Άρθρο 29

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών μητρώου που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 30

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 24 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 31

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της άρσης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 42 παράγραφος 2.

Άρθρο 32

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν αξιολογήσεις συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπονται στα άρθρα 15 και 16.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας του ανελκυστήρα ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες για τα οποία πρόκειται και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Στο πλαίσιο αυτό τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση των ανελκυστήρων και των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον εγκαταστάτη ή τον κατασκευαστή, τότε ζητεί από τον εγκαταστάτη ή τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού ή απόφασης έγκρισης, ανάλογα με την περίπτωση, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι ένας ανελκυστήρας ή ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν συμμορφώνεται πλέον, τότε απαιτεί από τον εγκαταστάτη ή τον κατασκευαστή να λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό ή την απόφαση έγκρισης, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, τότε ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, ή απόφαση(-εις) έγκρισης, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 33

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 34

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση πιστοποιητικών ή αποφάσεων έγκρισης·

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης·

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν, στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τον ίδιο τύπο ανελκυστήρα ή τα ίδια κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 35

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 36

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει την ύπαρξη κατάλληλου συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και την ορθή λειτουργία τους με τη μορφή ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών για ανελκυστήρες.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες της εν λόγω ομάδας, απευθείας ή με τον διορισμό αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΩΝ Ή ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 37

Εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος των ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται στους ανελκυστήρες και στα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Άρθρο 38

Διαδικασία αντιμετώπισης των ανελκυστήρων ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι ένας ανελκυστήρας ή ένα κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που διέπεται από την παρούσα οδηγία παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή, κατά περίπτωση, για την ασφάλεια των αγαθών, τότε διενεργούν αξιολόγηση για τον εν λόγω ανελκυστήρα ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι ο ανελκυστήρας δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον εγκαταστάτη να λάβει όλα τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να θέσει τον ανελκυστήρα σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις.

Εάν, κατά την εν λόγω αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να θέσει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες σε συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές, να αποσύρει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο ορίζουν οι ίδιες.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβουν οι οικονομικοί φορείς.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλους τους ανελκυστήρες ή τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχει διαθέσει ή καταστήσει διαθέσιμους στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο εγκαταστάτης, εντός του χρονικού διαστήματος στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, δεν λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, τότε οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να περιορίσουν ή να απαγορεύσουν τη διάθεση στην εθνική αγορά ή τη χρήση των εν λόγω ανελκυστήρων ή για να ανακαλέσουν τον ανελκυστήρα.

Εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας, εντός του χρονικού διαστήματος που αναφέρεται στο τρίτο εδάφιο της παραγράφου 1, δεν λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, τότε οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διαθεσιμότητα του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην εθνική αγορά ή να το αποσύρουν από την εν λόγω αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 τρίτο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταύτιση του μη συμμορφούμενου ανελκυστήρα ή του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, την καταγωγή του, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλουν οι σχετικοί οικονομικοί φορείς. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν αν η μη συμμόρφωση οφείλεται σε έναν από τους ακόλουθους λόγους:

α)

ο ανελκυστήρας ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν τηρεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στην παρούσα οδηγία ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 14 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του ανελκυστήρα ή του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 τρίτο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα, όπως η απόσυρση ενός κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες από την αγορά, για τον εν λόγω ανελκυστήρα ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Άρθρο 39

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 38 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρήσει το εθνικό μέτρο αντίθετο με τη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο για ανελκυστήρα θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι η διάθεση στην αγορά ή η χρήση του εν λόγω μη συμμορφούμενου ανελκυστήρα περιορίζεται ή απαγορεύεται ή ότι ο ανελκυστήρας ανακαλείται.

Εάν το εθνικό μέτρο για κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες αποσύρεται από τις αγορές τους.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά.

Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του ανελκυστήρα ή του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου, κατά το άρθρο 38 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 40

Συμμορφούμενοι ανελκυστήρες ή κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 1, ότι ανελκυστήρας, μολονότι συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, και, κατά περίπτωση, την ασφάλεια των αγαθών, απαιτεί από τον εγκαταστάτη να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι ο εν λόγω ανελκυστήρας δεν παρουσιάζει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο ή για να ανακαλέσει τον ανελκυστήρα ή να απαγορεύσει τη χρήση του εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση βάσει του άρθρου 38 παράγραφος 1, ότι συγκεκριμένο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες, μολονότι συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, και, κατά περίπτωση, την ασφάλεια των αγαθών, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το συγκεκριμένο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν παρουσιάζει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο ή για να αποσύρει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλους τους ανελκυστήρες ή τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχει διαθέσει ή καταστήσει διαθέσιμους στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στην πληροφόρηση που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του ανελκυστήρα ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες, την καταγωγή και την αλυσίδα εφοδιασμού του ανελκυστήρα ή των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες, τη φύση του σχετικού κινδύνου και τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 42 παράγραφος 3.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς έκτακτους λόγους που αφορούν την προστασία της ανθρώπινης υγείας και ασφάλειας, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 42 παράγραφος 4.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

Άρθρο 41

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 38, όταν κράτος μέλος προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 19 της παρούσας οδηγίας·

β)

δεν έχει τεθεί η σήμανση CE·

γ)

ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 19 ή δεν έχει τεθεί, παρότι απαιτείται δυνάμει του άρθρου 19·

δ)

δεν έχει καταρτιστεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ·

ε)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτιστεί σωστά·

στ)

ο τεχνικός φάκελος που αναφέρεται στο παράρτημα IV μέρος A και μέρος B, και στα παραρτήματα VII, VIII και XI είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

ζ)

το όνομα, η καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα ή η διεύθυνση του εγκαταστάτη, του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα δεν δηλώνεται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 6, το άρθρο 8 παράγραφος 6 ή το άρθρο 10 παράγραφος 3·

η)

οι πληροφορίες που επιτρέπουν την ταυτοποίηση του ανελκυστήρα ή του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν δηλώνονται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 5 ή το άρθρο 8 παράγραφος 5·

θ)

ο ανελκυστήρας ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν συνοδεύεται από τα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 7 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 7 ή τα έγγραφα αυτά δεν συμμορφώνονται προς τις ισχύουσες απαιτήσεις.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθήσει να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη χρήση του ανελκυστήρα ή για να τον ανακαλέσει, ή για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διάθεση στην αγορά των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες ή για να εξασφαλίσει ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες ανακαλούνται ή αποσύρονται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 42

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τους ανελκυστήρες. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλης νομοθεσίας της Ένωσης.

Η επιτροπή μπορεί επίσης να εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρο της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 43

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περιπτώσεις παράβασης από οικονομικούς φορείς των διατάξεων του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογήν της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Οι κανόνες αυτοί μπορούν να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 44

Μεταβατικές διατάξεις

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη θέση σε λειτουργία ή τη διάθεση στην αγορά κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που καλύπτονται από την οδηγία 95/16/ΕΚ τα οποία είναι σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία και διατίθενται στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

Τα πιστοποιητικά και οι αποφάσεις που εκδίδονται από κοινοποιημένους οργανισμούς δυνάμει της οδηγίας 95/16/ΕΚ ισχύουν σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 45

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις 19 Απριλίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με το άρθρο 2 σημεία 4 έως 21, τα άρθρα 7 έως 14, τα άρθρα 17 και 18, το άρθρο 19 παράγραφος 5, τα άρθρα 20 έως 44, το άρθρο 45 παράγραφος 1, τα άρθρα 47 και 48 και το παράρτημα II μέρος Α στοιχεία στ), ια), ιβ) και ιγ), το παράρτημα II μέρος Β στοιχεία ε), ια), ιβ) και ιγ), το παράρτημα IV μέρος Α σημείο 2 στοιχείο ε), σημείο 3 στοιχεία γ), δ) και στ), σημείο 4 στοιχεία β) έως ε) και σημεία 5 έως 9, το παράρτημα IV μέρος Β σημείο 2 στοιχείο ε), σημείο 3 στοιχεία γ), ε) και η), σημείο 4 στοιχεία γ) έως ε), σημείο 6 δεύτερο, τρίτο και τέταρτο εδάφιο, σημεία 7 έως 10, το παράρτημα V σημείο 3.2 στοιχείο β) και σημεία 5 και 6, το παράρτημα VI σημεία 3.1 στοιχεία α), β) και γ), σημείο 3.3 τέταρτο και πέμπτο εδάφιο και σημεία 4.3 και 7, το παράρτημα VII σημείο 3.1 στοιχεία α), β), δ) και στ), σημεία 3.3, 4.2 και 7, το παράρτημα VIII σημείο 3 στοιχεία γ), ε) και η) και σημείο 4, το παράρτημα IX σημείο 3 στοιχεία α) έως δ), το παράρτημα X σημείο 3.1 στοιχεία α) και ε) και σημεία 3.4 και 6, το παράρτημα XI σημείο 3.1 στοιχεία α), β), γ) και ε), σημεία 3.3.4, 3.3.5, 3.4 και 3.5, σημείο 5 στοιχείο β) και σημείο 6 και το παράρτημα XII σημείο 3.1 στοιχείο α) και σημεία 3.3 και 6. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο αυτών των μέτρων.

Εφαρμόζουν τα μέτρα αυτά από τις 20 Απριλίου 2016.

Κατά τη θέσπισή τους από τα κράτη μέλη, τα μέτρα αυτά περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι εν λόγω διατάξεις περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 46

Επανεξέταση

1.   Πριν από τις 19 Απριλίου 2018 η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή και λειτουργία της παρούσας οδηγίας.

2.   Η έκθεση αυτή βασίζεται σε διαβούλευση με τους σχετικούς ενδιαφερόμενους παράγοντες.

3.   Η έκθεση συνοδεύεται, αν αυτό ενδείκνυται, από πρόταση τροποποίησης της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 47

Κατάργηση

Η οδηγία 95/16/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε από τις πράξεις που παρατίθενται στο παράρτημα XIII μέρος A, καταργείται με ισχύ από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και των ημερομηνιών εφαρμογής των οδηγιών που αναφέρονται στο παράρτημα XIII μέρος Β.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XIV.

Άρθρο 48

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1, το άρθρο 2 σημεία 1) έως 4), τα άρθρα 3 έως 6, τα άρθρα 15 και 16, το άρθρο 19 παράγραφοι 1 έως 4, το άρθρο 44, το άρθρο 45 παράγραφος 2, το άρθρο 49 και το παράρτημα I, το παράρτημα II μέρος Α στοιχεία α) έως ε) και στοιχεία ζ) έως ι), το παράρτημα II μέρος Β στοιχεία α), γ) και δ) και στοιχεία στ) έως ι), το παράρτημα III, το παράρτημα IV μέρος Α σημείο 1, σημείο 2 στοιχεία α) έως δ), σημείο 3 στοιχεία α), β), ε), ζ) και η), σημείο 4 στοιχείο α) και σημείο 10, το παράρτημα IV μέρος Β σημείο 1, σημείο 2 στοιχεία α) έως δ), σημείο 3 στοιχεία α), β), δ), στ), ζ), θ) και ι), σημείο 4 στοιχεία α) και β), σημείο 6 πρώτο εδάφιο και σημείο 11, το παράρτημα V σημεία 1 έως 3.1, σημείο 3.2 στοιχείο α) και σημεία 3.3 έως 4, το παράρτημα VI σημεία 1 και 2, σημείο 3.1 στοιχεία δ) έως στ), σημείο 3.2, σημείο 3.3 πρώτο έως τρίτο εδάφιο, σημεία 3.4 έως 4.2 και σημείο 6, το παράρτημα VII σημεία 1 και 2, σημείο 3.1 στοιχεία γ) και ε), σημεία 3.2, 3.4 και 4.1 και σημεία 4.3 έως 6, το παράρτημα VIII, σημεία 1 και 2, σημείο 3 στοιχεία α), β), στ), ζ) και θ) και σημείο 6, το παράρτημα IX σημεία 1 και 2 και σημεία 4 έως 6, το παράρτημα X σημεία 1 και 2, σημείο 3.1 στοιχεία β), γ) και δ) και σημεία 3.2, 3.3, 4 και 5, το παράρτημα XI σημεία 1 και 2, σημείο 3.1 στοιχείο δ), σημεία 3.2, 3.3.1 και 4 και σημείο 5 στοιχεία α), γ) και δ), το παράρτημα XII σημεία 1 και 2, σημείο 3.1 στοιχεία β), γ) και δ) και σημεία 3.2, 3.4, 4 και 5 εφαρμόζονται από τις 19 Απριλίου 2016.

Άρθρο 49

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 213 της 7.9.1995, σ. 1.

(4)  Βλέπε παράρτημα XIII μέρος Α.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(6)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(7)  ΕΕ L 134 της 20.6.1995, σ. 37.

(8)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(9)  Εγκρίθηκε με την απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΕΕ L 23 της 27.1.2010, σ. 35).

(10)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΚΑΙ ΥΓΕΙΑΣ

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

1.

Οι υποχρεώσεις που προβλέπονται από τις ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας και υγείας εφαρμόζονται μόνον όταν ο αντίστοιχος κίνδυνος υπάρχει κατά τη χρησιμοποίηση του συγκεκριμένου ανελκυστήρα ή του στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες υπό τις συνθήκες που προβλέπονται από τον εγκαταστάτη ή τον κατασκευαστή.

2.

Οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας και υγείας στην οδηγία είναι επιτακτικές. Ωστόσο, εάν ληφθεί υπόψη η κατάσταση της τεχνικής, οι στόχοι που καθορίζουν ενδέχεται να μην επιτυγχάνονται. Στην περίπτωση αυτή, και στο μέτρο του δυνατού, ο ανελκυστήρας ή το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες σχεδιάζεται και κατασκευάζεται έτσι ώστε να τείνει προς τους στόχους αυτούς.

3.

Ο κατασκευαστής και ο εγκαταστάτης οφείλουν να διενεργούν εκτίμηση επικινδυνότητας ώστε να εξετάζουν σε ποιους κινδύνους είναι εκτεθειμένο το προϊόν τους και στη συνέχεια να σχεδιάζουν και να κατασκευάζουν το προϊόν με βάση την ανάλυση αυτή.

1.   Γενικά

1.1.   Εφαρμογή της οδηγίας 2006/42/ΕΚ

Εφόσον υφίσταται ο σχετικός κίνδυνος και δεν καλύπτεται από το παρόν παράρτημα, ισχύουν οι ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας και υγείας του παραρτήματος I της οδηγίας 2006/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (1). Εν πάση περιπτώσει, ισχύει η ουσιώδης απαίτηση υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I σημείο 1.1.2 της οδηγίας 2006/42/ΕΚ.

1.2.   Θαλαμίσκος

Ο θαλαμίσκος κάθε ανελκυστήρα πρέπει να είναι θάλαμος. Ο θάλαμος αυτός πρέπει να είναι σχεδιασμένος και κατασκευασμένος έτσι ώστε να παρέχει τον χώρο και την ανθεκτικότητα που αντιστοιχούν στον μέγιστο δυνατό αριθμό προσώπων καθώς και στο ονομαστικό φορτίο του ανελκυστήρα, όπως αυτά καθορίζονται από τον εγκαταστάτη.

Εάν ο ανελκυστήρας προορίζεται για τη μεταφορά προσώπων, και εφόσον οι διαστάσεις του το επιτρέπουν, ο θαλαμίσκος πρέπει να είναι σχεδιασμένος και κατασκευασμένος έτσι ώστε τα δομικά του χαρακτηριστικά να μην παρακωλύουν ούτε να εμποδίζουν την πρόσβαση και τη χρήση από πρόσωπα με ειδικές ανάγκες και να επιτρέπουν όλες τις κατάλληλες μετατροπές για τη διευκόλυνση της χρήσης του από τα πρόσωπα αυτά.

1.3.   Μέσα ανάρτησης και στήριξης

Τα μέσα ανάρτησης και/ή στήριξης του θαλαμίσκου, των συνδέσεών του, και οι σχετικές απολήξεις τους πρέπει να επιλέγονται και να σχεδιάζονται ούτως ώστε να εξασφαλίζουν ικανοποιητικό επίπεδο συνολικής ασφάλειας και να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους πτώσης του θαλαμίσκου, εάν ληφθούν υπόψη οι συνθήκες χρησιμοποίησης, τα υλικά και οι συνθήκες κατασκευής.

Τα μέσα ανάρτησης του θαλαμίσκου, εφόσον είναι συρματόσχοινα ή αλυσίδες, πρέπει να είναι διπλά και ανεξάρτητα, και το καθένα να είναι εφοδιασμένο με ανεξάρτητο σύστημα αγκύρωσης. Τα συρματόσχοινα ή οι αλυσίδες δεν πρέπει να έχουν συνδέσεις ή ματίσματα, παρά μόνο όπου αυτό χρειάζεται για τη στερέωση ή για να σχηματιστεί βρόχος (θηλιά).

1.4.   Έλεγχος των καταπονήσεων (περιλαμβανομένης της υπερβολικής ταχύτητας)

1.4.1.

Οι ανελκυστήρες πρέπει να σχεδιάζονται, να κατασκευάζονται και να εγκαθίστανται κατά τρόπον ώστε να είναι αδύνατον να εκτελούν εντολές χειρισμών όταν το φορτίο υπερβαίνει την ονομαστική τιμή.

1.4.2.

Οι ανελκυστήρες πρέπει να είναι εξοπλισμένοι με διάταξη για τον περιορισμό της ανάπτυξης υπερβολικής ταχύτητας.

Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται στους ανελκυστήρες οι οποίοι, λόγω του σχεδιασμού του συστήματος κίνησης, δεν είναι δυνατόν να αναπτύξουν υπερβολική ταχύτητα.

1.4.3.

Οι ταχυκίνητοι ανελκυστήρες πρέπει να είναι εφοδιασμένοι με διάταξη ελέγχου και ρύθμισης της ταχύτητας.

1.4.4.

Οι ανελκυστήρες στους οποίους χρησιμοποιούνται τροχαλίες τριβής πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να εξασφαλίζεται η σταθερότητα των συρματοσχοίνων έλξεως επί της τροχαλίας.

1.5.   Μηχανισμός

1.5.1.

Κάθε ανελκυστήρας προσώπων πρέπει να διαθέτει ιδιαίτερη κινητήρια μηχανή. Η απαίτηση αυτή δεν αφορά τους ανελκυστήρες που αντί για αντίβαρα έχουν δεύτερο θαλαμίσκο.

1.5.2.

Ο εγκαταστάτης μεριμνά ώστε η μηχανή και τα συναφή συστήματα του ανελκυστήρα να είναι προσπελάσιμα μόνο για συντήρηση και περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης.

1.6.   Έλεγχοι

1.6.1.

Τα όργανα ελέγχου των ανελκυστήρων οι οποίοι προορίζονται να χρησιμοποιούνται από μη συνοδευόμενα άτομα με ειδικές ανάγκες πρέπει να είναι σχεδιασμένα και διατεταγμένα κατά κατάλληλο τρόπο.

1.6.2.

Η λειτουργία των οργάνων ελέγχου πρέπει να επισημαίνεται σαφώς.

1.6.3.

Τα κυκλώματα κλήσης συστοιχίας ανελκυστήρων μπορούν να είναι κοινά ή διασυνδεδεμένα.

1.6.4.

Η ηλεκτρική εγκατάσταση και η συνδεσμολογία πρέπει να γίνονται κατά τρόπον ώστε:

α)

να αποκλείεται κάθε σύγχυση με κυκλώματα που δεν ανήκουν στον ανελκυστήρα·

β)

να είναι δυνατή η υπό φορτίο μεταγωγή του ηλεκτρικού κυκλώματος κίνησης·

γ)

οι κινήσεις του ανελκυστήρα να εξαρτώνται από μηχανισμούς ασφαλείας που θα περιλαμβάνονται σε σύστημα χειρισμού με δικές του διατάξεις ασφαλείας·

δ)

βλάβη της ηλεκτρικής εγκατάστασης να μην δημιουργεί επικίνδυνη κατάσταση.

2.   Κίνδυνοι για πρόσωπα εκτός του θαλαμίσκου

2.1.

Ο ανελκυστήρας πρέπει να είναι σχεδιασμένος και κατασκευασμένος κατά τρόπον ώστε η προσπέλαση στον χώρο διαδρομής του θαλαμίσκου να είναι δυνατή μόνο για συντήρηση και περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης. Πριν ένα άτομο εισέλθει στον χώρο αυτό, πρέπει να καθίσταται αδύνατη η συνήθης χρήση του ανελκυστήρα.

2.2.

Ο ανελκυστήρας πρέπει να κατασκευάζεται και να σχεδιάζεται ούτως ώστε να εμποδίζεται τυχόν σύνθλιψη όταν ο θαλαμίσκος βρίσκεται σε μια από τις οριακές θέσεις της διαδρομής του.

Τούτο μπορεί να επιτευχθεί εφόσον προβλεφθεί ελεύθερος χώρος ή καταφύγιο πέραν των οριακών θέσεων.

Σε ειδικές περιπτώσεις, ενώ επαφίεται στα κράτη μέλη η δυνατότητα προηγούμενης σύμφωνης γνώμης τους, ιδίως όσον αφορά υφιστάμενα κτίρια, όταν δεν είναι δυνατόν να εφαρμοσθεί η προαναφερόμενη λύση μπορούν να προβλέπονται άλλα κατάλληλα μέσα για την αποφυγή του κινδύνου αυτού.

2.3.

Τα επίπεδα εισόδου και εξόδου στον/από τον θαλαμίσκο πρέπει να διαθέτουν θύρες φρέατος στους ορόφους οι οποίες να έχουν επαρκή μηχανική αντοχή, σε σχέση με τις προβλεπόμενες συνθήκες χρήσης.

Μια διάταξη διασυνδεδεμένης ασφάλισης πρέπει να αποκλείει, υπό συνθήκες κανονικής λειτουργίας:

α)

ελεγχόμενη ή μη κίνηση του θαλαμίσκου, εφόσον όλες οι θύρες του φρέατος στους ορόφους δεν είναι κλειστές και ασφαλισμένες·

β)

άνοιγμα θύρας ορόφου, εάν ο θαλαμίσκος δεν έχει σταματήσει και δεν βρίσκεται στον προβλεπόμενο όροφο.

Επιτρέπονται ωστόσο όλες οι κινήσεις διόρθωσης της στάθμης στο επίπεδο του ορόφου, με ανοικτές τις θύρες, σε συγκεκριμένες ζώνες, υπό τον όρο ότι η ταχύτητα διόρθωσης της στάθμης θα ελέγχεται.

3.   Κίνδυνοι για πρόσωπα εντός του θαλαμίσκου

3.1.

Οι θαλαμίσκοι των ανελκυστήρων πρέπει να είναι εντελώς κλειστοί, με πλήρη τοιχώματα, περιλαμβανομένων των δαπέδων και των οροφών, εξαιρουμένων των ανοιγμάτων εξαερισμού, και εξοπλισμένοι με πλήρεις θύρες. Οι θύρες των θαλαμίσκων πρέπει να είναι σχεδιασμένες και εγκατεστημένες έτσι ώστε ο θαλαμίσκος να μην μπορεί να κινηθεί παρά μόνο για την προβλεπόμενη στο τρίτο εδάφιο του σημείου 2.3 επαναφορά, εφόσον οι θύρες δεν είναι κλειστές και να σταματά σε περίπτωση που οι θύρες ανοίξουν.

Οι θύρες των θαλαμίσκων πρέπει να παραμένουν κλειστές και κλειδωμένες σε περίπτωση στάσης μεταξύ δύο επιπέδων, εφόσον υπάρχει κίνδυνος πτώσης μεταξύ του θαλαμίσκου και του φρέατος ή ελλείψει φρέατος.

3.2.

Σε περίπτωση βλάβης του κυκλώματος τροφοδότησης ή κατασκευαστικού στοιχείου, ο θαλαμίσκος πρέπει να είναι εφοδιασμένος με διατάξεις που εμποδίζουν την ελεύθερη πτώση ή ανεξέλεγκτες κινήσεις του θαλαμίσκου.

Η διάταξη που εμποδίζει την ελεύθερη πτώση του θαλαμίσκου πρέπει να είναι ανεξάρτητη από τα μέσα ανάρτησης του θαλαμίσκου.

Η διάταξη αυτή πρέπει να σταματά τον θαλαμίσκο όταν βρίσκεται υπό το ονομαστικό του φορτίο και έχει τη μέγιστη προβλεπόμενη από τον εγκαταστάτη ταχύτητα. Η στάση λόγω της επενεργείας της εν λόγω διάταξης δεν πρέπει να προκαλεί επιβράδυνση επικίνδυνη για τους επιβάτες σε όλες τις περιπτώσεις φόρτωσης.

3.3.

Ανάμεσα στον πυθμένα του φρέατος και το δάπεδο του θαλαμίσκου πρέπει να υπάρχουν εγκατεστημένες διατάξεις απόσβεσης των κρούσεων σε περίπτωση υπέρβασης της κανονικής διαδρομής.

Στην περίπτωση αυτή, η μέτρηση του ελεύθερου χώρου ο οποίος προβλέπεται στο σημείο 2.2 πρέπει να γίνει με τις εν λόγω διατάξεις πλήρως συμπιεσμένες.

Η απαίτηση αυτή δεν ισχύει για τους ανελκυστήρες, ο θαλαμίσκος των οποίων, λόγω του σχεδιασμού του συστήματος κίνησης, δεν είναι δυνατόν να εισέλθει στον ελεύθερο χώρο που προβλέπει το σημείο 2.2.

3.4.

Οι ανελκυστήρες πρέπει να είναι σχεδιασμένοι και κατασκευασμένοι έτσι ώστε να μην μπορούν να τεθούν σε κίνηση, εάν η διάταξη που προβλέπεται στο σημείο 3.2 δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει.

4.   Άλλοι κίνδυνοι

4.1.

Εφόσον είναι μηχανοκίνητες, οι θύρες του φρέατος στους ορόφους, οι θύρες των θαλαμίσκων ή ο συνδυασμός των δύο αυτών, πρέπει να έχουν εξοπλιστεί με διάταξη για την αποτροπή των κινδύνων τυχόν σύνθλιψης κατά την κίνησή τους.

4.2.

Οι θύρες του φρέατος στους ορόφους, όταν πρέπει να συμβάλουν στην πυρασφάλεια του κτιρίου, συμπεριλαμβανομένων των θυρών με γυάλινα τμήματα, πρέπει να παρουσιάζουν κατάλληλη αντοχή στη φωτιά, η οποία να χαρακτηρίζεται από τη δυνατότητα διατήρησης της ακεραιότητάς τους και τις ιδιότητές τους όσον αφορά τη μόνωση (μη εξάπλωση της φλόγας) και τη μετάδοση της θερμότητας (θερμική ακτινοβολία).

4.3.

Τα ενδεχόμενα αντίβαρα πρέπει να είναι εγκατεστημένα κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται οποιοσδήποτε κίνδυνος σύγκρουσής τους με τον θαλαμίσκο ή πτώσης τους πάνω σ’ αυτόν.

4.4.

Οι ανελκυστήρες πρέπει να είναι εξοπλισμένοι με μέσα τα οποία να επιτρέπουν την ελεύθερη έξοδο και την εκκένωση των προσώπων τα οποία έχουν κλειστεί στον θαλαμίσκο.

4.5.

Οι θαλαμίσκοι πρέπει να είναι εξοπλισμένοι με μέσα αμφίδρομης επικοινωνίας που να επιτρέπουν τη μόνιμη σύνδεση με υπηρεσία άμεσης βοήθειας.

4.6.

Οι ανελκυστήρες πρέπει να είναι σχεδιασμένοι και κατασκευασμένοι έτσι ώστε, σε περίπτωση υπέρβασης της μέγιστης θερμοκρασίας του χώρου της μηχανής που προβλέπει ο εγκαταστάτης, να μπορούν να ολοκληρώνουν τις υπό εξέλιξη κινήσεις αλλά να μη δέχονται νέες εντολές ελέγχου.

4.7.

Οι θαλαμίσκοι πρέπει να είναι σχεδιασμένοι και κατασκευασμένοι έτσι ώστε να διασφαλίζουν επαρκή αερισμό στους επιβάτες, ακόμα και σε περίπτωση παρατεταμένης στάσης.

4.8.

Ο θαλαμίσκος πρέπει να φωτίζεται επαρκώς εφόσον χρησιμοποιείται ή εφόσον κάποια θύρα είναι ανοικτή. Πρέπει επίσης να προβλέπεται φωτισμός ασφαλείας.

4.9.

Τα μέσα επικοινωνίας και ο φωτισμός ασφαλείας που προβλέπονται στα σημεία 4.5 και 4.8 αντίστοιχα πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται ούτως ώστε να μπορούν να λειτουργούν ακόμη και αν διακοπεί η κανονική παροχή ενεργείας. Ο χρόνος λειτουργίας τους πρέπει να είναι επαρκής ώστε να επιτρέπει την κανονική επέμβαση των σωστικών συνεργείων.

4.10.

Το κύκλωμα ελέγχου των ανελκυστήρων που μπορούν να χρησιμοποιούνται σε περίπτωση πυρκαγιάς πρέπει να σχεδιάζεται και να κατασκευάζεται κατά τρόπον ώστε να είναι δυνατόν να αποκλειστεί η εξυπηρέτηση ορισμένων επιπέδων και να είναι δυνατός ο κατά προτεραιότητα έλεγχος του ανελκυστήρα από τους πυροσβέστες.

5.   Σήμανση

5.1.

Επιπλέον των ελάχιστων ενδείξεων που απαιτούνται για όλες τις μηχανές σύμφωνα με το παράρτημα I σημείο 1.7.3 της οδηγίας 2006/42/ΕΚ, όλοι οι θαλαμίσκοι πρέπει να φέρουν ευδιάκριτη πινακίδα που να αναφέρει σαφώς το ονομαστικό φορτίο σε χιλιόγραμμα και τον μέγιστο αριθμό ατόμων που επιτρέπεται να επιβαίνουν.

5.2.

Εφόσον ο ανελκυστήρας έχει σχεδιαστεί κατά τρόπον ώστε τυχόν παγιδευμένα άτομα να μπορούν να απελευθερώνονται χωρίς εξωτερική βοήθεια, οι σχετικές οδηγίες πρέπει να αναγράφονται σαφώς και ευκρινώς εντός του θαλαμίσκου.

6.   Οδηγίες

6.1.

Τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που αναφέρονται στο παράρτημα III πρέπει να συνοδεύονται από οδηγίες, ώστε να μπορούν να πραγματοποιούνται αποτελεσματικά και χωρίς κινδύνους:

α)

η συναρμολόγηση·

β)

η καλωδίωση·

γ)

η ρύθμιση·

δ)

η συντήρηση.

6.2.

Κάθε ανελκυστήρας πρέπει να συνοδεύεται από οδηγίες. Οι οδηγίες αυτές περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα έγγραφα:

α)

οδηγίες, που περιέχουν τα σχέδια και σχεδιαγράμματα που είναι αναγκαία για την τρέχουσα χρήση καθώς και για τη συντήρηση, την επιθεώρηση, την επισκευή, τις περιοδικές εξακριβώσεις και τους χειρισμούς παροχής βοήθειας που αναφέρονται στο σημείο 4.4·

β)

βιβλίο παρακολούθησης στο οποίο μπορούν να σημειώνονται οι επισκευές και, κατά περίπτωση, οι περιοδικές εξακριβώσεις.


(1)  ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 24.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

A.   ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ ΓΙΑ ΤΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την εταιρική επωνυμία και τη διεύθυνση του κατασκευαστή·

β)

ενδεχομένως, την εταιρική επωνυμία και τη διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του·

γ)

την περιγραφή του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, τον χαρακτηρισμό του τύπου ή της σειράς και τον αριθμό σειράς (εφόσον υπάρχει)· μπορεί, εάν είναι απαραίτητο για την αναγνώριση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, να περιλαμβάνεται εικόνα·

δ)

τη λειτουργία ασφάλειας που επιτελεί το στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες, εφόσον δεν προκύπτει σαφώς από την περιγραφή·

ε)

το έτος κατασκευής του στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες·

στ)

όλες τις σχετικές διατάξεις στις οποίες ανταποκρίνεται το στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες·

ζ)

δήλωση ότι το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες συμμορφώνεται με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης·

η)

ενδεχομένως, αναφορά στα χρησιμοποιηθέντα εναρμονισμένα πρότυπα·

θ)

ενδεχομένως, το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού που πραγματοποίησε την εξέταση τύπου ΕΕ των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που εκτίθενται στο παράρτημα IV μέρος Α και στο παράρτημα VI, και αναφορά του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ που χορήγησε ο εν λόγω κοινοποιημένος οργανισμός·

ι)

ενδεχομένως, όνομα, διεύθυνση και αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού ο οποίος έχει πραγματοποιήσει τη διαδικασία αξιολόγησης τύπου με δειγματοληπτικό έλεγχο για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που εκτίθενται στο παράρτημα IX·

ια)

ενδεχομένως, όνομα, διεύθυνση και αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα διασφάλισης ποιότητας που εφαρμόζει ο κατασκευαστής σύμφωνα με τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτίθεται στο παράρτημα VI ή VII·

ιβ)

το όνομα και την ιδιότητα του προσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί να υπογράφει τη δήλωση εξ ονόματος του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του·

ιγ)

τόπος και ημερομηνία υπογραφής·

ιδ)

υπογραφή.

B.   ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ «ΕΕ» ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για ανελκυστήρες συντάσσεται στην ίδια γλώσσα με τις οδηγίες που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 6.2 και περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την εταιρική επωνυμία και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη·

β)

κατά περίπτωση, την εταιρική επωνυμία και τη διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

γ)

περιγραφή του ανελκυστήρα, χαρακτηρισμό του τύπου ή της σειράς, αριθμό σειράς και διεύθυνση στην οποία εγκαταστάθηκε ο ανελκυστήρας·

δ)

έτος εγκατάστασης του ανελκυστήρα·

ε)

όλες τις σχετικές διατάξεις στις οποίες ανταποκρίνεται ο ανελκυστήρας·

στ)

δήλωση ότι ο ανελκυστήρας συμμορφώνεται με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης·

ζ)

ενδεχομένως, το ή τα στοιχεία των εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν·

η)

ενδεχομένως, το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού που πραγματοποίησε την εξέταση τύπου ΕΕ των ανελκυστήρων που εκτίθενται στο παράρτημα IV μέρος Β, και αναφορά του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ που χορήγησε ο εν λόγω κοινοποιημένος οργανισμός·

θ)

ενδεχομένως, το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού ο οποίος έχει πραγματοποιήσει τη διαδικασία εξακρίβωσης για ανελκυστήρες ανά μονάδα, που εκτίθενται στο παράρτημα VIII·

ι)

ενδεχομένως, το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού ο οποίος έχει πραγματοποιήσει τον τελικό έλεγχο του ανελκυστήρα, που εκτίθεται στο παράρτημα V·

ια)

ενδεχομένως, το όνομα, τη διεύθυνση και τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα διασφάλισης ποιότητας που χρησιμοποιεί ο εγκαταστάτης σύμφωνα με τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτίθεται στο παράρτημα X, XI ή XII·

ιβ)

το όνομα και την ιδιότητα του προσώπου που έχει εξουσιοδοτηθεί να υπογράψει τη δήλωση εξ ονόματος του εγκαταστάτη ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του·

ιγ)

τον τόπο και την ημερομηνία υπογραφής·

ιδ)

υπογραφή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

1.

Διατάξεις ασφάλισης των θυρών του φρέατος στους ορόφους.

2.

Προστατευτικές διατάξεις κατά της πτώσης όπως αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 3.2, οι οποίες εμποδίζουν την πτώση του θαλαμίσκου ή ανεξέλεγκτες κινήσεις.

3.

Διατάξεις για τον περιορισμό της υπερβολικής ταχύτητας.

4.

α)

Προσκρουστήρες με συσσώρευση ενέργειας:

i)

με μη γραμμικά χαρακτηριστικά ή

ii)

με απόσβεση της κίνησης επιστροφής.

β)

Προσκρουστήρες με διάχυση ενέργειας.

5.

Διατάξεις ασφάλειας στα έμβολα των υδραυλικών κυκλωμάτων ισχύος εφόσον χρησιμοποιούνται ως προστατευτικές διατάξεις κατά της πτώσης.

6.

Ηλεκτρικές διατάξεις ασφάλειας υπό μορφή κυκλωμάτων ασφάλειας που περιλαμβάνουν ηλεκτρονικά κατασκευαστικά στοιχεία.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΥΠΟΥ ΕΕ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Β)

A.   Εξέταση τύπου ΕΕ των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες

1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης κατά το οποίο ένας κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τεχνική σχεδίαση ενός κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες και διαπιστώνει και πιστοποιεί ότι η τεχνική σχεδίαση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I και επιτρέπει στον ανελκυστήρα στον οποίο έχει τοποθετηθεί ορθά να πληροί τις διατάξεις αυτές.

2.

Η αίτηση εξέτασης τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή ή από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του σε έναν και μόνο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εφόσον η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνσή του, καθώς επίσης και τον τόπο κατασκευής των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τον τεχνικό φάκελο·

δ)

αντιπροσωπευτικό δείγμα του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες ή ένδειξη του τόπου όπου μπορεί να υποβληθεί σε εξέταση. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον δείγματα, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών·

ε)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα δικαιολογητικά αυτά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα, περιλαμβανομένων τυχόν άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών, που έχουν χρησιμοποιηθεί, ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοσθεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του κατασκευαστή ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.

3.

Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες προς τους όρους που αναφέρονται στο σημείο 1 και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που αυτό απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

περιγραφή του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην οποία συμπεριλαμβάνεται ο τομέας της χρήσης (κυρίως τα ενδεχόμενα όρια ταχύτητας, το φορτίο, η ενέργεια) και οι συνθήκες (κυρίως εκρηκτικές ατμόσφαιρες, κακές καιρικές συνθήκες)·

β)

σχέδια σχεδιασμού και κατασκευής και σχεδιαγράμματα·

γ)

εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση αυτών των σχεδίων και σχεδιαγραμμάτων καθώς και της λειτουργίας των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες·

δ)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται ώστε το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες να συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 1, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

ε)

τα αποτελέσματα σχεδιαστικών υπολογισμών που εκτελέστηκαν από τον κατασκευαστή ή για λογαριασμό του·

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών·

ζ)

αντίτυπο των οδηγιών για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες·

η)

τις διατάξεις που θα εφαρμοσθούν κατά την κατασκευή για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες σειράς με το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που εξετάστηκε.

4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

α)

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα δικαιολογητικά για να εκτιμήσει την επάρκεια του τεχνικού σχεδιασμού του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες·

β)

συμφωνεί με τον αιτούντα τον τόπο όπου θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές·

γ)

επαληθεύει ότι το (τα) δείγμα(-τα) έχει(-ουν) κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές·

δ)

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις προδιαγραφές των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, αυτές εφαρμόστηκαν ορθά·

ε)

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον κατασκευαστή, εφαρμόζοντας άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές που επιτρέπουν στο κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες να συμμορφώνεται προς τις προϋποθέσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 1.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι έλεγχοι, οι επαληθεύσεις και οι δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

5.

Εάν ο τύπος του στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες πληροί τις προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό εξέτασης τύπου «ΕΕ» στον κατασκευαστή Το πιστοποιητικό αυτό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα συμπεράσματα της εξέτασης τύπου ΕΕ, τις προϋποθέσεις ισχύος του πιστοποιητικού και τα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου.

Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευασμένων κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία.

Στην περίπτωση που ο τύπος του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν πληροί τις προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνηση χορήγησης του πιστοποιητικού.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των συμπληρωμάτων του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο και την έκθεση αξιολόγησης για περίοδο 15 ετών από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού αυτού.

6.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1 και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

7.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση της συσκευής με τις προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1 ή με τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τροποποίηση και ενημερώνει τον αιτούντα αν εξακολουθεί να ισχύει το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ή αν χρειάζονται επιπλέον εξετάσεις, επαληθεύσεις ή δοκιμές. Κατά περίπτωση, οι κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί συμπλήρωμα του αρχικού πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, είτε ζητά την υποβολή νέας αίτησης για εξέταση τύπου ΕΕ.

8.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.

9.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και της έκθεσης των εξετάσεων, των επαληθεύσεων και των δοκιμών που εκτέλεσε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

10.

Ο κατασκευαστής φυλάσσει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων τους και των συμπληρωμάτων τους και τα θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών για δέκα έτη από την ημερομηνία που διατέθηκε στην αγορά το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες.

11.

Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 2 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 7 και 10, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.

B.   Εξέταση τύπου ΕΕ των ανελκυστήρων

1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ των ανελκυστήρων είναι μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης συμμόρφωσης με την οποία ένας κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τεχνική σχεδίαση ενός μοντέλου ανελκυστήρα ή ενός ανελκυστήρα για τον οποίο δεν υπάρχει πρόβλεψη επέκτασης ή παραλλαγή και διαπιστώνει και πιστοποιεί ότι η τεχνική σχεδίαση του μοντέλου ανελκυστήρα ή του ανελκυστήρα πληροί τις εφαρμοστέες απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I.

Η εξέταση τύπου ΕΕ ενός ανελκυστήρα περιλαμβάνει εξέταση ενός δείγματος, αντιπροσωπευτικού ενός πλήρους ανελκυστήρα.

2.

Η αίτηση εξέτασης τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον εγκαταστάτη ή από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του σε έναν και μόνο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

την επωνυμία και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη και, αν η αίτηση κατατίθεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, το όνομα και τη διεύθυνσή του, καθώς και

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τον τεχνικό φάκελο·

δ)

ένδειξη του τόπου όπου μπορεί να εξετασθεί το δείγμα ανελκυστήρα. Το δείγμα ανελκυστήρα περιλαμβάνει τα τερματικά μέρη και την εξυπηρέτηση τουλάχιστον 3 επιπέδων (άνω, κάτω και ενδιάμεσο)·

ε)

τα δικαιολογητικά που αποδεικνύουν την επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης. Τα δικαιολογητικά αυτά μνημονεύουν όλα τα σχετικά έγγραφα, περιλαμβανομένων τυχόν άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν χρησιμοποιηθεί, ιδίως στις περιπτώσεις που δεν έχουν εφαρμοσθεί πλήρως τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα. Τα δικαιολογητικά περιλαμβάνουν, όπου είναι αναγκαίο, τα αποτελέσματα δοκιμών που διενεργήθηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές από το κατάλληλο εργαστήριο του εγκαταστάτη ή από άλλο εργαστήριο δοκιμών εξ ονόματός του και με ευθύνη του.

3.

Ο τεχνικός φάκελος επιτρέπει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

περιγραφή του μοντέλου ανελκυστήρα η οποία να αναφέρει σαφώς όλες τις επιτρεπόμενες παραλλαγές του μοντέλου ανελκυστήρα·

β)

σχέδια σχεδιασμού και κατασκευής και σχεδιαγράμματα·

γ)

εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση αυτών των σχεδίων και σχεδιαγραμμάτων καθώς και της λειτουργίας του ανελκυστήρα·

δ)

κατάλογο των ουσιωδών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας που λαμβάνονται υπόψη·

ε)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

στ)

αντίγραφο των δηλώσεων συμμόρφωσης ΕΕ των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που ενσωματώνονται στον ανελκυστήρα·

ζ)

τα αποτελέσματα σχεδιαστικών υπολογισμών που εκτελέστηκαν από τον εγκαταστάτη ή για λογαριασμό του·

η)

τις εκθέσεις δοκιμών·

θ)

αντίτυπο των οδηγιών που αναφέρεται στο σημείο 6.2 του παραρτήματος I·

ι)

τις διατάξεις που θα εφαρμοστούν στην εγκατάσταση για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του ανελκυστήρα σειράς με τις ουσιώδεις απαιτήσεις του παραρτήματος I.

4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

α)

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τα αποδεικτικά στοιχεία που τον υποστηρίζουν για να εκτιμήσει την επάρκεια του τεχνικού σχεδιασμού του μοντέλου ανελκυστήρα ή του ανελκυστήρα, όταν δεν προβλέπεται επέκταση ή παραλλαγή·

β)

συμφωνεί με τον αιτούντα τον τόπο όπου θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές·

γ)

επαληθεύει ότι το δείγμα ανελκυστήρα έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με τις εφαρμοστέες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές·

δ)

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά·

ε)

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον εγκαταστάτη, εφαρμόζοντας άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές που πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας.

5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι έλεγχοι, οι επαληθεύσεις και οι δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του εγκαταστάτη.

6.

Εάν ο τύπος πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και εφαρμόζονται στον εν λόγω ανελκυστήρα, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ στον εγκαταστάτη. Το πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη του ανελκυστήρα, τα συμπεράσματα της εξέτασης τύπου ΕΕ, τις προϋποθέσεις ισχύος του πιστοποιητικού και τα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου.

Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες ώστε να γίνει δυνατή η αξιολόγηση της συμφωνίας των ανελκυστήρων προς τον εγκεκριμένο τύπο κατά τον τελικό έλεγχο.

Στην περίπτωση που ο τύπος ανελκυστήρα δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον εγκαταστάτη σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνηση χορήγησης του πιστοποιητικού.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των συμπληρωμάτων του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο και την έκθεση αξιολόγησης για περίοδο 15 ετών από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού αυτού.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και, αφετέρου, καθορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον εγκαταστάτη σχετικά.

8.

Ο εγκαταστάτης ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό για τυχόν τροποποιήσεις του εγκεκριμένου τύπου, περιλαμβάνοντας τις παραλλαγές που δεν διευκρινίζονται στον αρχικό τεχνικό φάκελο, που μπορούν να επηρεάσουν τη συμμόρφωση του ανελκυστήρα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I ή τις προϋποθέσεις ισχύος του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει την τροποποίηση και ενημερώνει τον εγκαταστάτη αν εξακολουθεί να ισχύει το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ή αν χρειάζονται επιπλέον εξετάσεις, επαληθεύσεις ή δοκιμές. Κατά περίπτωση, οι κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί συμπλήρωμα του αρχικού πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, ή ζητά την υποβολή νέας αίτησης για εξέταση τύπου ΕΕ.

9.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ και τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά αυτά που χορήγησε και/ή τις προσθήκες σε αυτά.

10.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και της έκθεσης των εξετάσεων, των επαληθεύσεων και των δοκιμών που εκτέλεσε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

11.

Ο εγκαταστάτης φυλάσσει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των παραρτημάτων τους και των συμπληρωμάτων τους και τα θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών για δέκα έτη από την ημερομηνία που διατέθηκε στην αγορά ο ανελκυστήρας.

12.

Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του εγκαταστάτη μπορεί να υποβάλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 2 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 8 και 11, με την προϋπόθεση ότι καθορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΤΕΛΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

1.   Ο τελικός έλεγχος είναι μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης κατά την οποία ο κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώνει και πιστοποιεί ότι ένας ανελκυστήρας που διαθέτει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ή έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί σύμφωνα με εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Υποχρεώσεις του εγκαταστάτη

Ο εγκαταστάτης λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε ο ανελκυστήρας που εγκαθιστά να συμμορφώνεται με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και με ένα από τα ακόλουθα:

α)

εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται σε πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ·

β)

ανελκυστήρα που σχεδιάζεται και κατασκευάζεται σύμφωνα με σύστημα ποιότητας σύμφωνα με το παράρτημα XI και με το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, αν ο σχεδιασμός δεν είναι πλήρως σύμφωνος με τα εναρμονισμένα πρότυπα.

3.   Τελικός έλεγχος

Κοινοποιημένος οργανισμός της επιλογής του εγκαταστάτη διενεργεί τον τελικό έλεγχο του ανελκυστήρα που πρόκειται να διατεθεί στην αγορά για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης του ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I.

3.1.

Ο εγκαταστάτης υποβάλλει αίτηση για τελικό έλεγχο σε έναν ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του και παρέχει τα ακόλουθα έγγραφα στον κοινοποιημένο οργανισμό:

α)

το γενικό σχέδιο του ανελκυστήρα·

β)

τα σχέδια και σχεδιαγράμματα που είναι αναγκαία για τον τελικό έλεγχο, και ιδίως τα σχεδιαγράμματα των κυκλωμάτων ελέγχου·

γ)

αντίτυπο των οδηγιών που αναφέρονται στο παράρτημα I σημείο 6.2·

δ)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός δεν μπορεί να απαιτήσει λεπτομερή σχέδια ή ακριβείς πληροφορίες που δεν είναι αναγκαίες για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης του ανελκυστήρα.

Για να εξασφαλιστεί η συμμόρφωση του ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, διενεργούνται οι κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές που προβλέπονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή ισοδύναμες εξετάσεις που εκτίθενται στο παράρτημα I.

3.2.

Οι εξετάσεις περιλαμβάνουν τουλάχιστον ένα από τα ακόλουθα:

α)

εξέταση των εγγράφων που αναφέρονται στο σημείο 3.1 για να εξακριβωθεί η συμμόρφωση του ανελκυστήρα με τον εγκεκριμένο τύπο ανελκυστήρα που υπόκειται σε πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ σύμφωνα με το παράρτημα IV μέρος B·

β)

εξέταση των εγγράφων που αναφέρονται στο σημείο 3.1 για να εξακριβωθεί ότι ο ανελκυστήρας συμμορφώνεται με τον ανελκυστήρα που σχεδιάζεται και κατασκευάζεται σύμφωνα με ένα εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας σύμφωνα με το παράρτημα XI και σε περίπτωση που ο σχεδιασμός δεν είναι πλήρως σύμφωνος με τα εναρμονισμένα πρότυπα, με το πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ.

3.3.

Οι δοκιμές του ανελκυστήρα περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

τη λειτουργία του ανελκυστήρα κενού και με το μέγιστο φορτίο για να εξακριβωθεί η ορθή συναρμολόγηση και η ορθή λειτουργία των διατάξεων ασφαλείας (τέλος διαδρομής, ασφάλιση κ.λπ.)·

β)

τη λειτουργία του ανελκυστήρα υπό το μέγιστο φορτίο και κενού για να εξακριβωθεί η ορθή λειτουργία των διατάξεων ασφάλειας σε περίπτωση διακοπής της παροχής ενέργειας·

γ)

στατική δοκιμή με φορτίο ίσο προς 1,25 φορές το ονομαστικό φορτίο.

Το ονομαστικό φορτίο είναι εκείνο το οποίο αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 5.

Μετά τις δοκιμές αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός βεβαιώνεται ότι δεν προκλήθηκε καμία παραμόρφωση ή ζημία που μπορεί να καταστήσει επικίνδυνη τη χρήση του ανελκυστήρα.

4.   Εάν ο ανελκυστήρας πληροί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, ο κοινοποιημένος οργανισμός τοποθετεί τον αριθμό ταυτοποίησής του ή το αναθέτει σε τρίτους, δίπλα στη σήμανση CE σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19 και συντάσσει πιστοποιητικό τελικού ελέγχου στην οποία αναφέρονται οι έλεγχοι και οι δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συμπληρώνει τις αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου παρακολούθησης που αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 6.2.

Εάν ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνηθεί να χορηγήσει το πιστοποιητικό τελικού ελέγχου, εκθέτει λεπτομερώς τους λόγους για τους οποίους δεν χορήγησε το πιστοποιητικό του και αναφέρει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η νέα αίτηση του εγκαταστάτη για τελικό έλεγχο του ανελκυστήρα υποβάλλεται στον ίδιο κοινοποιημένο οργανισμό.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο εγκαταστάτης τοποθετεί τη σήμανση CE στον θαλαμίσκο κάθε ανελκυστήρα που ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου δίπλα στη σήμανση CE στον θαλαμίσκο του ανελκυστήρα.

5.2.

Ο εγκαταστάτης συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε ανελκυστήρα και διατηρεί αντίγραφό της και αντίγραφο του πιστοποιητικού τελικού ελέγχου στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά. Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του πιστοποιητικού τελικού ελέγχου κατόπιν αιτήματος.

7.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του εγκαταστάτη που καθορίζονται στα σημεία 3.1 και 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Ε)

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας προϊόντων για κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες είναι μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης συμμόρφωσης όπου ένας κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας προϊόντων ενός κατασκευαστή για να εξασφαλίσει ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες κατασκευάζονται και παρακολουθούνται σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, ικανοποιούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος I και θα επιτρέψουν στον ανελκυστήρα στον οποίο έχουν ενσωματωθεί σωστά να ικανοποιεί αυτές τις απαιτήσεις.

2.   Υποχρεώσεις του κατασκευαστή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την τελική επιθεώρηση των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες και τις δοκιμές, όπως ορίζει το σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που αναφέρεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του για τα εν λόγω κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τη διεύθυνση των εγκαταστάσεων στις οποίες διενεργούνται ο τελικός έλεγχος και οι δοκιμές για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες·

δ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τα στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που πρόκειται να κατασκευαστούν·

ε)

την τεκμηρίωση σχετικά με το σύστημα ποιότητας·

στ)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τα εγκεκριμένα κατασκευαστικά στοιχεία ασφαλείας και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Στα πλαίσια του συστήματος ποιότητας, κάθε κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες επιθεωρείται και υποβάλλεται σε κατάλληλες δοκιμές, όπως ορίζουν τα εναρμονισμένα πρότυπα, ή διεξάγονται ισοδύναμες δοκιμές, προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωσή του με τις προϋποθέσεις οι οποίες αναφέρονται στο σημείο 1. Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνει ιδίως κατάλληλη περιγραφή:

α)

των στόχων ποιότητας·

β)

του οργανογράμματος, των ευθυνών των στελεχών και των αρμοδιοτήτων τους όσον αφορά την ποιότητα των προϊόντων·

γ)

των ελέγχων και των δοκιμών που θα διεξαχθούν μετά την κατασκευή·

δ)

των μέσων παρακολούθησης της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας και

ε)

τους φακέλους ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών, στοιχεία βαθμονόμησης, εκθέσεις προσόντων του αρμοδίου προσωπικού κ.λπ.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2. και τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Επιπλέον της πείρας στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση της τεχνολογίας των ανελκυστήρων και γνωρίζει τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I.

Ο έλεγχος περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο στ), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να προσδιορίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπός του, ενημερώνουν τον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας για οποιοδήποτε σχέδιο εκσυγχρονισμού του συστήματος αυτού.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας εξακολουθεί να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2 ή κατά πόσον είναι αναγκαία νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση για τη διενέργεια επιθεωρήσεων στους χώρους τελικών επιθεωρήσεων, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τον τεχνικό φάκελο·

γ)

τους φακέλους ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του αρμόδιου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει κατά τακτά διαστήματα ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας, και χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση ελέγχου.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή όπου πραγματοποιείται ο τελικός έλεγχος και διενεργούνται δοκιμές των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Με την ευκαιρία των επισκέψεων αυτών, και εφόσον χρειάζεται, ο κοινοποιημένος οργανισμός πραγματοποιεί ή να αναθέτει σε τρίτους δοκιμές για την εξακρίβωση της καλής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας. Ο οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή, έκθεση για την επίσκεψη και, εφόσον έχει εκτελεσθεί δοκιμή, έκθεση δοκιμής.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου σε κάθε κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που πληροί τις προϋποθέσεις του σημείου 1.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες και φυλάσσει αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες για το οποίο έχει συνταχθεί.

6.   Ο εγκαταστάτης διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για 10 έτη από την ημερομηνία διάθεσης στην αγορά του στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες:

α)

τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο στ)·

β)

τον φάκελο που προβλέπεται στο σημείο 3.1 στοιχείο ε)·

γ)

τις πληροφορίες σχετικά με την αλλαγή στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5·

δ)

τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στο σημείο 3.5 τρίτο εδάφιο και στα σημεία 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις (την) αποφάσεις(-η) έγκρισης του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή αποσύρονται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των αποφάσεων έγκρισης που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις (την) αποφάσεις(-η) έγκρισης των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή ανακαλέσει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις (την) αποφάσεις(-η) έγκρισης που χορήγησε.

Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο της (των) απόφασης(-εων) έγκρισης των συστημάτων ποιότητας που χορήγησε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, με την προϋπόθεση ότι καθορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Η)

1.   Η συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση ποιότητας για κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες είναι η διαδικασία αξιολόγησης συμμόρφωσης όπου ένας κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας ενός κατασκευαστή για να εξασφαλίσει ότι τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, ελέγχονται και δοκιμάζονται ώστε να ικανοποιούν τις εφαρμοστέες απαιτήσεις του παραρτήματος I και να επιτρέψουν στον ανελκυστήρα στον οποίο έχουν ενσωματωθεί σωστά να ικανοποιεί αυτές τις απαιτήσεις.

2.   Υποχρεώσεις του κατασκευαστή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για τον σχεδιασμό, την κατασκευή, τον τελικό έλεγχο και τις δοκιμές του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες, όπως ορίζει το σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που αναφέρεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο εγκαταστάτης υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε έναν ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του. Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

τη διεύθυνση των εγκαταστάσεων όπου σχεδιάζονται, κατασκευάζονται, επιθεωρούνται και δοκιμάζονται τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες·

γ)

όλες τις σχετικές πληροφορίες για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που πρόκειται να κατασκευαστούν·

δ)

τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο παράρτημα IV μέρος A σημείο 3 για ένα μοντέλο κάθε κατηγορίας κατασκευαστικού στοιχείου για ανελκυστήρες που πρόκειται να κατασκευαστεί·

ε)

τον φάκελο σχετικά με το σύστημα ποιότητας·

στ)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες με τις προϋποθέσεις του σημείου 1. Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνει ιδίως κατάλληλη περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των στελεχών όσον αφορά την ποιότητα του σχεδιασμού και την ποιότητα του προϊόντος·

β)

των προδιαγραφών τεχνικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων που εφαρμόζονται και, σε περιπτώσεις όπου τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα δεν πρόκειται να εφαρμοστούν ή δεν πρόκειται να εφαρμοστούν πλήρως, των μέσων, περιλαμβανομένων τυχόν άλλων τεχνικών προδιαγραφών, που θα χρησιμοποιηθούν ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι προϋποθέσεις του σημείου 1·

γ)

των τεχνικών ελέγχου και εξακρίβωσης του σχεδιασμού, των μεθόδων και των συστηματικών ενεργειών των οποίων θα γίνεται χρήση κατά τον σχεδιασμό των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες·

δ)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν·

ε)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και τη συχνότητα διεξαγωγής τους·

στ)

των φακέλων ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του αρμόδιου προσωπικού·

ζ)

των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης του απαιτούμενου επιπέδου σχεδιασμού και ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2. Τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Επιπλέον της πείρας στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση της τεχνολογίας των ανελκυστήρων και γνωρίζει τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή.

Η ομάδα ελεγκτών αναθεωρεί τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1 στοιχείο δ), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να εντοπίζει τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και να πραγματοποιεί τις απαραίτητες εξετάσεις με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες με τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή και, κατά περίπτωση, στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του λογιστικού ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής δεσμεύεται να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το συντηρεί ώστε το εν λόγω σύστημα να διατηρεί την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητά του.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος ενέκρινε το σύστημα ποιότητας για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας εξακολουθεί να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που περιλαμβάνονται στο σημείο 3.2 ή εάν είναι αναγκαία νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό, για σκοπούς αξιολόγησης, την πρόσβαση στους χώρους σχεδίασης, κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τους φακέλους ποιότητας που προβλέπονται στο σχεδιαστικό τμήμα του συστήματος ποιότητας, περιλαμβανομένων αποτελεσμάτων αναλύσεων, υπολογισμών, δοκιμών·

γ)

τους τεχνικούς φακέλους για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν κατασκευαστεί·

δ)

τους φακέλους ποιότητας οι οποίοι προβλέπονται για το κατασκευαστικό τμήμα του συστήματος ποιότητας, όπως εκθέσεις ελέγχου και στοιχεία δοκιμών, στοιχεία βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του αρμόδιου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας, και χορηγεί έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Με την ευκαιρία των επισκέψεων αυτών, και εφόσον χρειάζεται, ο κοινοποιημένος οργανισμός πραγματοποιεί ή να αναθέτει σε τρίτους δοκιμές για την εξακρίβωση της καλής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας. Παρέχει στον κατασκευαστή στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, αν πραγματοποιήθηκε δοκιμή, έκθεση δοκιμής.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού, σε κάθε επιμέρους κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που πληροί τις προϋποθέσεις του σημείου 1.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες και φυλάσσει αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες για το οποίο έχει συνταχθεί.

6.   Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για περίοδο που λήγει 10 έτη από την ημερομηνία διάθεσης στην αγορά του στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες:

α)

τον φάκελο που προβλέπεται στο σημείο 3.1 στοιχείο ε)·

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1 στοιχείο δ)·

γ)

τις πληροφορίες για την τροποποίηση που προβλέπεται στο σημείο 3.5 πρώτο εδάφιο·

δ)

τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που προβλέπονται στο σημείο 3.5 τρίτο εδάφιο και στα σημεία 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις (την) αποφάσεις(-η) έγκρισης του πλήρους συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή αποσύρονται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των αποφάσεων έγκρισης που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις αποφάσεις έγκρισης των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή αποσύρει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις αποφάσεις έγκρισης που χορήγησε.

Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο της (των) απόφασης(-εων) έγκρισης των συστημάτων ποιότητας που χορήγησε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο των αποφάσεων έγκρισης, των παραρτημάτων τους και των προσθηκών τους, καθώς και τον τεχνικό φάκελο και την έκθεση αξιολόγησης για μια περίοδο 15 ετών από την ημερομηνία έκδοσής τους.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, με την προϋπόθεση ότι καθορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΑΝΑ ΜΟΝΑΔΑ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Ζ)

1.   Η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα είναι η διαδικασία αξιολόγησης συμμόρφωσης με την οποία ένας κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί αν ο ανελκυστήρας είναι σύμφωνος με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Υποχρεώσεις του εγκαταστάτη

2.1.

Ο εγκαταστάτης λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.2.

Η αίτηση εξακρίβωσης ανά μονάδα υποβάλλεται από τον εγκαταστάτη σε έναν ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

τον τόπο όπου είναι εγκατεστημένος ο ανελκυστήρας·

γ)

γραπτή δήλωση η οποία διευκρινίζει ότι η ίδια αίτηση δεν έχει υποβληθεί σε άλλον κοινοποιημένο οργανισμό·

δ)

τεχνικό φάκελο.

3.   Ο τεχνικός φάκελος καθιστά δυνατή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

Ο τεχνικός φάκελος περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

περιγραφή του ανελκυστήρα·

β)

σχέδια και σχεδιαγράμματα σχεδιασμού και κατασκευής·

γ)

εξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση αυτών των σχεδίων και σχεδιαγραμμάτων καθώς και της λειτουργίας του ανελκυστήρα·

δ)

κατάλογο των ουσιωδών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας που λαμβάνονται υπόψη·

ε)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί·

στ)

το αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες που ενσωματώνονται στον ανελκυστήρα·

ζ)

τα αποτελέσματα σχεδιαστικών υπολογισμών που εκτελέστηκαν από τον εγκαταστάτη ή για λογαριασμό του·

η)

τις εκθέσεις δοκιμών·

θ)

αντίτυπο των οδηγιών του ανελκυστήρα όπως αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 6.2.

4.   Επαλήθευση

Ο κοινοποιημένος οργανισμός της επιλογής του εγκαταστάτη εξετάζει τον τεχνικό φάκελο και τον ανελκυστήρα και διενεργεί τις κατάλληλες δοκιμές που αναφέρονται στο ή στα εναρμονισμένα πρότυπα ή ισοδύναμες δοκιμές για να εξακριβώσει τη συμμόρφωση του ανελκυστήρα με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I. Οι δοκιμές περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις δοκιμές που αναφέρονται στο παράρτημα V σημείο 3.3.

Αν ο ανελκυστήρας ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I, ο κοινοποιημένος οργανισμός καταρτίζει πιστοποιητικό συμμόρφωσης αναφορικά με τις δοκιμές που πραγματοποιούνται.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συμπληρώνει τις αντίστοιχες σελίδες του βιβλίου παρακολούθησης που αναφέρεται στο παράρτημα I σημείο 6.2.

Εάν ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνηθεί να χορηγήσει πιστοποιητικό συμμόρφωσης, οφείλει να εκθέσει λεπτομερώς τους λόγους της άρνησης και να προσδιορίσει τα αναγκαία διορθωτικά μέσα. Η νέα αίτηση του εγκαταστάτη για εξακρίβωση ανά μονάδα υποβάλλεται στον ίδιο κοινοποιημένο οργανισμό.

Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο του πιστοποιητικού συμμόρφωσης που χορηγεί ο κοινοποιημένος οργανισμός.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο εγκαταστάτης τοποθετεί τη σήμανση CE στον θαλαμίσκο κάθε ανελκυστήρα που ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 2.2, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου δίπλα στη σήμανση CE στον θαλαμίσκο του ανελκυστήρα.

5.2.

Ο εγκαταστάτης συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε ανελκυστήρα και διατηρεί αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά. Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

6.   Ο εγκαταστάτης φυλάσσει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών για δέκα έτη, από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά.

7.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του εγκαταστάτη που καθορίζονται στα σημεία 2.2 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΔΕΙΓΜΑΤΟΛΗΠΤΙΚΟΥΣ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Γ 2)

1.   Η συμμόρφωση με τον τύπο με δειγματοληπτικούς ελέγχους αποτελεί μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης όπου ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί ελέγχους για την ασφάλεια των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες ώστε να εξασφαλίσει ότι είναι σύμφωνα με τον εγκεκριμένο τύπο όπως περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ικανοποιούν τις εφαρμοστέες απαιτήσεις του παραρτήματος I και δίνουν τη δυνατότητα σε ανελκυστήρα στον οποίο είναι σωστά ενσωματωμένα να πληροί τις απαιτήσεις αυτές.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η μέθοδος κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν ότι τα κατασκευαζόμενα στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες πληρούν τις προϋποθέσεις του σημείου 1.

3.   Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για δειγματοληπτικό έλεγχο σε έναν ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

όλες τις σχετικές πληροφορίες για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες που έχουν κατασκευαστεί·

δ)

τη διεύθυνση των εγκαταστάσεων στις οποίες μπορεί να γίνει δειγματοληψία για τα κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει ή αναθέτει σε τρίτους τη διεξαγωγή ελέγχων των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες σε τυχαία χρονικά διαστήματα. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας, το οποίο λαμβάνεται επιτόπου από τον κοινοποιημένο οργανισμό, και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, όπως προβλέπουν τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, και/ή ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, για να εξακριβωθεί η συμμόρφωση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες προς τις προϋποθέσεις του σημείου 1. Στην περίπτωση που ένα ή περισσότερα από τα εν λόγω κατασκευαστικά στοιχεία ασφάλειας για ανελκυστήρες δεν είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

Τα στοιχεία που θα λαμβάνονται υπόψη για τον έλεγχο των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες θα καθορισθούν από κοινού από όλους τους κοινοποιημένους οργανισμούς στους οποίους έχει ανατεθεί αυτή η διαδικασία με βάση τα ουσιώδη χαρακτηριστικά των κατασκευαστικών στοιχείων ασφάλειας για ανελκυστήρες.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης προς τον τύπο για τις εξετάσεις και δοκιμές που πραγματοποιήθηκαν.

Κατόπιν αιτήσεως, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο του πιστοποιητικού συμμόρφωσης προς τον τύπο που χορηγεί ο κοινοποιημένος οργανισμός.

5.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού, σε κάθε επιμέρους κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες που πληροί τις προϋποθέσεις του σημείου 1.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες και φυλάσσει αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του κατασκευαστικού στοιχείου ασφάλειας για ανελκυστήρες στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το κατασκευαστικό στοιχείο ασφάλειας για ανελκυστήρες για το οποίο έχει συνταχθεί.

6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Ε)

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας προϊόντων αποτελεί τμήμα της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης όπου ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας προϊόντων ενός εγκαταστάτη για να εξασφαλίσει ότι οι ανελκυστήρες είναι σύμφωνοι με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ή με τον ανελκυστήρα που σχεδιάζεται και κατασκευάζεται σύμφωνα με εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας σύμφωνα με το παράρτημα XI και ικανοποιεί τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Υποχρεώσεις του εγκαταστάτη

Ο εγκαταστάτης εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την τελική επιθεώρηση των ανελκυστήρων και τις δοκιμές, όπως ορίζει το σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που αναφέρεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο εγκαταστάτης υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει σε ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τους ανελκυστήρες προς εγκατάσταση·

γ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

δ)

τον τεχνικό φάκελο των ανελκυστήρων προς εγκατάσταση·

ε)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

3.2.

Στο πλαίσιο του συστήματος ποιότητας, κάθε ανελκυστήρας εξετάζεται και υποβάλλεται σε κατάλληλες δοκιμές, όπως ορίζουν τα εναρμονισμένα πρότυπα, ή διεξάγονται ισοδύναμες δοκιμές, προκειμένου να εξακριβωθεί η συμμόρφωσή του με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας όπως ορίζονται στο παράρτημα I.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο εγκαταστάτης ανελκυστήρα περιέχονται κατά συστηματικό και ορθολογικό τρόπο σε φάκελο υπό μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος αυτός του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και φακέλων ποιότητας.

Ο φάκελος αυτός περιέχει ιδίως κατάλληλη περιγραφή:

α)

των στόχων ποιότητας·

β)

του οργανογράμματος, των ευθυνών των στελεχών και των αρμοδιοτήτων τους όσον αφορά την ποιότητα του προϊόντος·

γ)

των ελέγχων και δοκιμών οι οποίες θα διεξαχθούν πριν από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά· σε αυτούς περιλαμβάνονται κατ’ ελάχιστον οι δοκιμές που προβλέπονται στο παράρτημα V σημείο 3.3·

δ)

των μέσων παρακολούθησης της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας·

ε)

τους φακέλους ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών, στοιχεία βαθμονόμησης, εκθέσεις προσόντων του αρμοδίου προσωπικού.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2. Τεκμαίρει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές για τα στοιχεία των συστημάτων ποιότητας που συμμορφώνονται με τις αντίστοιχες προδιαγραφές του αντίστοιχου εναρμονισμένου προτύπου.

Η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση της τεχνολογίας των ανελκυστήρων και γνωρίζει τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει μια επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του εγκαταστάτη και μια επίσκεψη σε εργοτάξιο.

Η απόφαση κοινοποιείται στον εγκαταστάτη. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του λογιστικού ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο εγκαταστάτης αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το συντηρεί ώστε το εν λόγω σύστημα να διατηρεί την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητά του.

3.4.1.

Ο εγκαταστάτης ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας σχετικά με κάθε προβλεπόμενη τροποποίηση του συστήματος.

3.4.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του σημείου 3.2 ή κατά πόσον απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Η απόφαση κοινοποιείται στον εγκαταστάτη ή, κατά περίπτωση, στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός τοποθετεί τον αριθμό ταυτοποίησής του δίπλα στη σήμανση CE σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλίζει ότι ο εγκαταστάτης τηρεί ορθά τις υποχρεώσεις οι οποίες προκύπτουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο εγκαταστάτης επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους εγκατάστασης, επιθεώρησης και δοκιμών και του παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τον τεχνικό φάκελο·

γ)

τους φακέλους ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει κατά τακτά διαστήματα ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο εγκαταστάτης διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και χορηγεί στον εγκαταστάτη έκθεση ελέγχου.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στα εργοτάξια εγκατάστασης ανελκυστήρων.

Με την ευκαιρία των επισκέψεων αυτών, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, κατά περίπτωση, να πραγματοποιεί ή να αναθέτει σε τρίτους δοκιμές για την εξακρίβωση της καλής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας και του ανελκυστήρα. Ο οργανισμός χορηγεί στον εγκαταστάτη έκθεση για την επίσκεψη και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμής.

5.   Ο εγκαταστάτης διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για περίοδο δέκα ετών από την τελευταία ημερομηνία διάθεσης του ανελκυστήρα στην αγορά:

α)

τον φάκελο που προβλέπεται στο σημείο 3.1 στοιχείο γ)·

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1 στοιχείο δ)·

γ)

τις πληροφορίες για την τροποποίηση που προβλέπεται στο σημείο 3.4.1·

δ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που προβλέπονται στο σημείο 3.4.2 δεύτερο εδάφιο και στα σημεία 4.3 και 4.4.

6.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις αποφάσεις έγκρισης του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή αποσύρονται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των αποφάσεων έγκρισης που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις αποφάσεις έγκρισης των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή ανακαλέσει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις αποφάσεις έγκρισης που χορήγησε.

Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο της απόφασης έγκρισης των συστημάτων ποιότητας που χορήγησε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

7.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

7.1.

Ο εγκαταστάτης τοποθετεί τη σήμανση CE στον θαλαμίσκο κάθε ανελκυστήρα που ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου δίπλα στη σήμανση CE στον θαλαμίσκο του ανελκυστήρα.

7.2.

Ο εγκαταστάτης συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε ανελκυστήρα και φυλάσσει αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά. Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του εγκαταστάτη που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.4.1, 5 και 7 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, με την προϋπόθεση ότι καθορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΠΛΗΡΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Η1)

1.   Η συμμόρφωση με βάση την πλήρη διασφάλιση της ποιότητας και εξέταση σχεδιασμού για ανελκυστήρες είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας ενός εγκαταστάτη και, κατά περίπτωση, τον σχεδιασμό των ανελκυστήρων, για να εξασφαλίσει ότι οι ανελκυστήρες πληρούν τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Υποχρεώσεις του εγκαταστάτη

Ο εγκαταστάτης εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για τον σχεδιασμό, την κατασκευή, τη συναρμολόγηση, την εγκατάσταση, τον τελικό έλεγχο των ανελκυστήρων και τις δοκιμές, όπως ορίζει το σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που αναφέρεται στο σημείο 4. Η επάρκεια της τεχνικής σχεδίασης των ανελκυστήρων εξετάζονται σύμφωνα με το σημείο 3.3.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.   Ο εγκαταστάτης υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας σε έναν ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου·

β)

όλες τις σχετικές πληροφορίες για τους ανελκυστήρες που πρόκειται να εγκατασταθούν, και ιδίως εκείνες που θα επιτρέψουν την κατανόηση των σχέσεων μεταξύ του σχεδιασμού και της λειτουργίας του ανελκυστήρα·

γ)

τον φάκελο σχετικά με το σύστημα ποιότητας·

δ)

τον τεχνικό φάκελο που περιγράφεται στο σημείο 3 του παραρτήματος IV μέρος Β·

ε)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

3.2.   Το σύστημα ποιότητας εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των ανελκυστήρων με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας και υγείας του παραρτήματος I. Όλα τα στοιχεία, οι απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο εγκαταστάτης συγκεντρώνονται συστηματικά και να απαρτίζουν φάκελο υπό τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος αυτός του συστήματος ποιότητας επιτρέπει ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των στελεχών όσον αφορά τη σχεδίαση και την ποιότητα του προϊόντος·

β)

των προδιαγραφών τεχνικού σχεδιασμού, συμπεριλαμβανομένων των προτύπων που εφαρμόζονται και, σε περιπτώσεις όπου τα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα δεν πρόκειται να εφαρμοστούν πλήρως, των μέσων, συμπεριλαμβανομένων άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών, που θα χρησιμοποιηθούν ώστε να διασφαλίζεται ότι τηρούνται οι εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I·

γ)

των τεχνικών ελέγχου και επαλήθευσης του σχεδιασμού των διαδικασιών και συστηματικών δραστηριοτήτων που θα χρησιμοποιούνται κατά τον σχεδιασμό των ανελκυστήρων·

δ)

των ελέγχων και δοκιμών που θα πραγματοποιούνται κατά την παραλαβή των υλικών κατασκευής, των κατασκευαστικών στοιχείων και των υποσυνόλων·

ε)

των αντίστοιχων τεχνικών συναρμολόγησης, εγκατάστασης, ελέγχου και διασφάλισης της ποιότητας, των μεθόδων και συστημάτων ενεργειών που θα εφαρμόζονται·

στ)

των ελέγχων και των δοκιμών που θα διενεργούνται πριν (έλεγχος των συνθηκών εγκατάστασης: φρέαρ, χώρος εγκατάστασης της μηχανής κ.λπ.), κατά και μετά την εγκατάσταση (σε αυτούς περιλαμβάνονται τουλάχιστον οι δοκιμές που προβλέπονται στο παράρτημα V σημείο 3.3)

ζ)

των φακέλων ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του αρμόδιου προσωπικού·

η)

των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης του απαιτούμενου επιπέδου σχεδιασμού και ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.   Εξέταση του σχεδιασμού

3.3.1.

Εφόσον ο σχεδιασμός δεν έχει γίνει σύμφωνα με τα εναρμονισμένα πρότυπα, ο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει εάν ο σχεδιασμός έχει γίνει σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και, εάν ναι, χορηγεί πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ στον εγκαταστάτη και διευκρινίζει τα όρια ισχύος του πιστοποιητικού και τα στοιχεία που είναι απαραίτητα για την αναγνώριση του εγκεκριμένου σχεδιασμού.

3.3.2.

Στην περίπτωση που ο σχεδιασμός δεν πληροί τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και ενημερώνει τον εγκαταστάτη σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνηση χορήγησης του πιστοποιητικού.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος σχεδιασμός μπορεί να μην πληροί πλέον τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και, αφετέρου, καθορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον εγκαταστάτη σχετικά.

3.3.3.

Ο εγκαταστάτης ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εκδώσει το πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ, για όλες τις τροποποιήσεις του εγκεκριμένου σχεδιασμού οι οποίες μπορούν να επηρεάσουν τη συμμόρφωση με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I ή με τους όρους με τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση —από τον κοινοποιημένο οργανισμό που χορήγησε το πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ— με μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ.

3.3.4.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή κοινοποιούσες αρχές του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και/ή κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή απέσυρε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και/ή όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και/ή τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, αποσυρθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά που χορηγήθηκαν και/ή προσθήκες σε αυτά.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ και/ή των προσθηκών σε αυτές. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό.

3.3.5.

Ο εγκαταστάτης θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης σχεδιασμού ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του ανελκυστήρα.

3.4.   Αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2. Τεκμαίρει τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις αυτές για τα συστήματα ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση της τεχνολογίας των ανελκυστήρων και γνωρίζει τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει μια επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του εγκαταστάτη και μια επίσκεψη σε εργοτάξιο.

Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, στοιχείο δ), για να επαληθεύσει την ικανότητα του εγκαταστάτη να εντοπίζει τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του ανελκυστήρα με τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον εγκαταστάτη ή, κατά περίπτωση, στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.5.   Ο εγκαταστάτης αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το συντηρεί ώστε το εν λόγω σύστημα να διατηρεί την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητά του.

Ο εγκαταστάτης ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος ενέκρινε το σύστημα ποιότητας για κάθε μελετώμενη τροποποίηση του συστήματος.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις του σημείου 3.2 ή κατά πόσον απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Η απόφαση κοινοποιείται στον εγκαταστάτη ή, κατά περίπτωση, στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός τοποθετεί τον αριθμό ταυτοποίησής του δίπλα στη σήμανση CE σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλίζει ότι ο εγκαταστάτης πληροί ορθά τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο εγκαταστάτης επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους σχεδιασμού, κατασκευής, συναρμολόγησης, εγκατάστασης, επιθεώρησης, δοκιμών και εναποθήκευσης, και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τους φακέλους ποιότητας που προβλέπονται στο σχεδιαστικό τμήμα του συστήματος ποιότητας, περιλαμβανομένων αποτελεσμάτων αναλύσεων, υπολογισμών, δοκιμών κ.λπ.·

γ)

τους φακέλους ποιότητας που προβλέπονται από το μέρος του συστήματος ποιότητας που αφορά την αποδοχή των προμηθειών και της εγκατάστασης, όπως εκθέσεις επιθεώρησης και στοιχεία των δοκιμών, στοιχεία βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του οικείου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει περιοδικούς λογιστικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο εγκαταστάτης διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και χορηγεί έκθεση λογιστικού ελέγχου στον εγκαταστάτη.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στις εγκαταστάσεις του εγκαταστάτη ή στα εργοτάξια εγκατάστασης ανελκυστήρων. Με την ευκαιρία των επισκέψεων αυτών, και εφόσον χρειάζεται, ο κοινοποιημένος οργανισμός πραγματοποιεί ή να αναθέτει σε τρίτους δοκιμές για την εξακρίβωση της καλής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας. Ο οργανισμός χορηγεί στον εγκαταστάτη έκθεση για την επίσκεψη και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμής.

5.   Ο εγκαταστάτης διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για δέκα έτη από την ημερομηνία που διατέθηκε στην αγορά ο ανελκυστήρας:

α)

τον φάκελο που προβλέπεται στο σημείο 3.1 στοιχείο γ)·

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1 στοιχείο δ)·

γ)

τις πληροφορίες για τις τροποποιήσεις που προβλέπονται στο σημείο 3.5 δεύτερο εδάφιο·

δ)

τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στο τέταρτο εδάφιο του σημείου 3.5 και στα σημεία 4.3 και 4.4.

6.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του πλήρους συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή αποσύρονται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των αποφάσεων έγκρισης των πλήρων συστημάτων ποιότητας που έχουν χορηγηθεί, απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις αποφάσεις έγκρισης των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή αποσύρει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις αποφάσεις έγκρισης.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο των αποφάσεων έγκρισης, των παραρτημάτων τους και των προσθηκών τους, καθώς και τον τεχνικό φάκελο και την έκθεση αξιολόγησης για μια περίοδο 15 ετών από την ημερομηνία έκδοσής τους.

Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο των αποφάσεων έγκρισης των συστημάτων ποιότητας που χορήγησε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

7.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

7.1.

Ο εγκαταστάτης τοποθετεί τη σήμανση CE στον θαλαμίσκο κάθε ανελκυστήρα που ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου δίπλα στη σήμανση CE στον θαλαμίσκο του ανελκυστήρα.

7.2.

Ο εγκαταστάτης συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε ανελκυστήρα και διατηρεί αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά. Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του εγκαταστάτη που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.3.3, 3.3.5, 5 και 7 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, με την προϋπόθεση ότι καθορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΓΙΑ ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΕΣ

(ενότητα Δ)

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας της παραγωγής για ανελκυστήρες αποτελεί τμήμα της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης όπου ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας της παραγωγής ενός εγκαταστάτη για να εξασφαλίσει ότι οι ανελκυστήρες που εγκαθίστανται είναι σύμφωνοι με τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ ή με τον ανελκυστήρα που σχεδιάζεται και κατασκευάζεται από εγκαταστάτη σύμφωνα με εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας σύμφωνα με το παράρτημα XI και ικανοποιεί τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Υποχρεώσεις του εγκαταστάτη

Ο εγκαταστάτης εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την κατασκευή, τη συναρμολόγηση, την εγκατάσταση, την τελική επιθεώρηση των ανελκυστήρων και τις δοκιμές, όπως ορίζει το σημείο 3, και υπόκειται στην επιτήρηση που αναφέρεται στο σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο εγκαταστάτης υποβάλλει αίτηση αξιολόγησης του συστήματος ποιότητας, σε έναν ενιαίο κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του εγκαταστάτη και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, καθώς και

β)

όλες τις σχετικές πληροφορίες για τους ανελκυστήρες προς εγκατάσταση·

γ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

δ)

τον τεχνικό φάκελο των ανελκυστήρων προς εγκατάσταση·

ε)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας πρέπει να διασφαλίζει τη συμμόρφωση των ανελκυστήρων με τις εφαρμοστέες ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος I.

Όλα τα στοιχεία, οι απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο εγκαταστάτης πρέπει να συγκεντρώνονται συστηματικά και να απαρτίζουν φάκελο υπό τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων, σχεδίων, εγχειριδίων και φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνει ιδίως κατάλληλη περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, του οργανογράμματος, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των στελεχών όσον αφορά την ποιότητα του προϊόντος·

β)

των τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και διασφάλισης της ποιότητας, των διαδικασιών και των συστηματικών δραστηριοτήτων που θα εφαρμόζονται·

γ)

των εξετάσεων και των δοκιμών που θα διεξάγονται πριν, κατά και μετά την εγκατάσταση·

δ)

των φακέλων ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης και στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης, εκθέσεις προσόντων του αρμοδίου προσωπικού·

ε)

των μέσων επιτήρησης που επιτρέπουν να ελέγχεται η επίτευξη της απαιτουμένης ποιότητας του ανελκυστήρα και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2. Τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση της τεχνολογίας των ανελκυστήρων και γνωρίζει τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που περιλαμβάνονται στο παράρτημα I.

Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει μια επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του εγκαταστάτη και μια επίσκεψη σε εργοτάξιο.

Η απόφαση κοινοποιείται στον εγκαταστάτη. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του λογιστικού ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο εγκαταστάτης αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το συντηρεί ώστε το εν λόγω σύστημα να διατηρεί την καταλληλότητα και την αποτελεσματικότητά του.

3.4.1.

Ο εγκαταστάτης ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος ενέκρινε το σύστημα ποιότητας για κάθε μελετώμενη τροποποίηση του συστήματος.

3.4.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει κατά πόσον το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του σημείου 3.2 ή κατά πόσον απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Η απόφαση κοινοποιείται στον εγκαταστάτη ή, κατά περίπτωση, στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός επιθέτει αριθμό αναγνώρισης ή μεριμνά για την τοποθέτησή του, πλησίον της σήμανσης CE σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 19.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλίζει ότι ο εγκαταστάτης πληροί ορθά τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο εγκαταστάτης επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, συναρμολόγησης, εγκατάστασης, δοκιμών και εναποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, και ιδίως:

α)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας·

β)

τον τεχνικό φάκελο·

γ)

τους φακέλους ποιότητας, όπως εκθέσεις επιθεώρησης, στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης οργάνων, εκθέσεις των προσόντων του αρμόδιου προσωπικού.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο εγκαταστάτης διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και χορηγεί έκθεση ελέγχου στον εγκαταστάτη.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον εγκαταστάτη. Κατά τη διάρκεια των επισκέψεων αυτών, ο οργανισμός μπορεί, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, να διεξάγει ή να αναθέτει σε τρίτους να διεξαγάγουν δοκιμές για να εξακριβωθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον εγκαταστάτη έκθεση επίσκεψης και, αν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμής.

5.   Ο εγκαταστάτης διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών για περίοδο δέκα ετών από την ημερομηνία που διατέθηκε στην αγορά ο ανελκυστήρας:

α)

τον φάκελο που προβλέπεται στο σημείο 3.1 στοιχείο γ)·

β)

τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο σημείο 3.1 στοιχείο δ)·

γ)

τις πληροφορίες για τις τροποποιήσεις που προβλέπονται στο σημείο 3.4.1·

δ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που προβλέπονται στο σημείο 3.4.2 δεύτερο εδάφιο και στα σημεία 4.3 και 4.4.

6.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας της παραγωγής που χορηγούνται ή αποσύρονται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των αποφάσεων έγκρισης των συστημάτων ποιότητας της παραγωγής που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις αποφάσεις έγκρισης των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή αποσύρει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις αποφάσεις έγκρισης των συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.

Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη λαμβάνουν αντίγραφο των αποφάσεων έγκρισης των συστημάτων ποιότητας που χορήγησε ο κοινοποιημένος οργανισμός.

7.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

7.1.

Ο εγκαταστάτης τοποθετεί τη σήμανση CE στον θαλαμίσκο κάθε ανελκυστήρα που ικανοποιεί τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρεται στο σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του τελευταίου δίπλα στη σήμανση CE στον θαλαμίσκο του ανελκυστήρα.

7.2.

Ο εγκαταστάτης συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε ανελκυστήρα και διατηρεί αντίγραφό της στη διάθεση των εθνικών αρχών επί 10 έτη από τη διάθεση του ανελκυστήρα στην αγορά. Στις αρμόδιες αρχές διατίθεται, εφόσον το ζητήσουν, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του εγκαταστάτη που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.4.1, 5 και 7 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, με την προϋπόθεση ότι καθορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIII

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της

(αναφέρεται στο άρθρο 47)

Οδηγία 95/16/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 213 της 7.9.1995, σ. 1)

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1)

Μόνο το σημείο 10 του παραρτήματος I

Οδηγία 2006/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 157 της 9.6.2006, σ. 24)

Μόνο το άρθρο 24

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12)

Μόνο το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο θ)

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες για τη μεταφορά στην εθνική νομοθεσία και ημερομηνίες εφαρμογής

(αναφέρεται στο άρθρο 45)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

95/16/ΕΚ

1η Ιανουαρίου 1997

1η Ιουλίου 1997

2006/42/ΕΚ, άρθρο 24

29 Ιουνίου 2008

29 Δεκεμβρίου 2009


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XIV

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 95/16/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 2 σημείο 1)

Άρθρο 1 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 2 τρίτο εδάφιο

 

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο πρώτη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 6)

Άρθρο 1 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 5)

Άρθρο 1 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 7)

Άρθρο 1 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο πέμπτη περίπτωση

Άρθρο 2 σημείο 3)

Άρθρο 1 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 3

Άρθρο 1 παράγραφος 4 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 16 παράγραφος 4

Άρθρο 1 παράγραφος 5

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1 πρώτη περίπτωση

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 1 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 2

Άρθρο 6 παράγραφος 1

Άρθρο 2 παράγραφος 3

Άρθρο 6 παράγραφος 2

Άρθρο 2 παράγραφος 4

Άρθρο 3 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφος 5

Άρθρο 3 παράγραφος 2

Άρθρο 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 4 παράγραφος 1

Άρθρο 3 παράγραφος 1

Άρθρο 4 παράγραφος 2

Άρθρα 7 έως 14

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 14

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 6 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 42

Άρθρο 7 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 38 παράγραφος 1

Άρθρο 7 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 38 παράγραφος 5

Άρθρο 7 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 39 παράγραφος 3

Άρθρο 7 παράγραφος 3

 

Άρθρο 7 παράγραφος 4

Άρθρο 40 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 15

Άρθρο 8 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 16

Άρθρο 8 παράγραφος 3 πρώτη και τρίτη περίπτωση

Άρθρο 17 παράγραφος 2 και άρθρο 19 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 3 δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 7 παράγραφος 3

Άρθρο 8 παράγραφος 4

Άρθρο 8 παράγραφος 5

Άρθρο 12

Άρθρο 9 παράγραφος 1

Άρθρο 20

Άρθρο 9 παράγραφος 2

 

Άρθρο 9 παράγραφος 3

Άρθρο 30 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο α)

Άρθρο 41 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 10 παράγραφος 4 στοιχείο β)

Άρθρο 11

Άρθρο 43

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 15 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 15 παράγραφος 3

Άρθρο 45 παράγραφος 2

Άρθρο 16

Άρθρα 46

Άρθρο 17

Άρθρο 49

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II μέρος Α

Παράρτημα II μέρος Α

Παράρτημα II μέρος Β

Παράρτημα II μέρος Β

Παράρτημα III

Άρθρο 18

Παράρτημα IV

Παράρτημα III

Παράρτημα V μέρος Α

Παράρτημα IV μέρος Α

Παράρτημα V μέρος Β

Παράρτημα IV μέρος Β

Παράρτημα VI

Παράρτημα V

Παράρτημα VII

Παράρτημα VIII

Παράρτημα VI

Παράρτημα IX

Παράρτημα VII

Παράρτημα X

Παράρτημα VIII

Παράρτημα XI

Παράρτημα IX

Παράρτημα XII

Παράρτημα X

Παράρτημα XIII

Παράρτημα XI

Παράρτημα XIV

Παράρτημα XII

Παράρτημα XIII

Παράρτημα XIV


ΔΉΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/309


ΟΔΗΓΊΑ 2014/34/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 94/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Μαρτίου 1994, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες (3) έχει τροποποιηθεί ουσιωδώς (4). Με την ευκαιρία νέων τροποποιήσεων, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωση της εν λόγω οδηγίας.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (5), ορίζει τους κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (6), θεσπίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Η οδηγία 94/9/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοστεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

H παρούσα οδηγία καλύπτει προϊόντα τα οποία είναι καινούργια για την αγορά της Ένωσης όταν γίνονται διαθέσιμα στην αγορά· δηλαδή είναι είτε καινούργια προϊόντα, κατασκευασμένα από κατασκευαστή εγκατεστημένο στην Ένωση, ή προϊόντα (καινούργια ή μεταχειρισμένα) εισαγόμενα από τρίτη χώρα.

(5)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να έχει εφαρμογή σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(6)

Αποτελεί καθήκον των κρατών μελών να εξασφαλίζουν, στην επικράτειά τους, την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων, ειδικά των εργαζομένων και, κατά περίπτωση, των οικόσιτων ζώων και των αγαθών κυρίως απέναντι σε κινδύνους που οφείλονται στη χρήση συσκευών και συστημάτων προστασίας που λειτουργούν σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες.

(7)

Η οδηγία 94/9/ΕΚ έχει οδηγήσει σε θετικές εξελίξεις όσον αφορά την αποτελεσματική προστασία κατά των εκρήξεων τόσο για το υλικό των ορυχείων όσο και για το υλικό επιφάνειας. Οι δύο αυτές ομάδες υλικού χρησιμοποιούνται από ένα μεγάλο αριθμό εμπορικών και βιομηχανικών κλάδων και παρουσιάζουν σημαντικό οικονομικό ενδιαφέρον.

(8)

Η τήρηση των απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των συσκευών και των συστημάτων προστασίας. Οι απαιτήσεις αυτές θα πρέπει να υποδιαιρούνται σε γενικές και συμπληρωματικές απαιτήσεις στις οποίες είναι αναγκαίο να ανταποκρίνονται οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας. Ειδικότερα, οι συμπληρωματικές απαιτήσεις θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους υπάρχοντες ή τους δυνητικούς κινδύνους. Ως εκ τούτου οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας θα πρέπει να ανταποκρίνονται σε μία ή περισσότερες από αυτές τις απαιτήσεις, στο βαθμό που αυτό είναι αναγκαίο για την καλή τους λειτουργία ή επιβάλλεται για την προοριζόμενη χρήση τους. Η έννοια της προοριζόμενη χρήσης είναι πρωταρχικής σημασίας για την ασφάλεια των συσκευών και των συστημάτων προστασίας. Είναι αναγκαίο να παρέχεται από τον κατασκευαστή ολοκληρωμένη πληροφόρηση. Θα πρέπει επίσης να είναι αναγκαία η ειδική και σαφής επισήμανση του υλικού και των προστατευτικών συστημάτων, επισημαίνοντας τη χρήση τους σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες.

(9)

Η τήρηση των απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια των συσκευών και των συστημάτων προστασίας. Για την εφαρμογή των απαιτήσεων αυτών θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη τόσο το τεχνολογικό επίπεδο που υπάρχει κατά την κατασκευή όσο οι τεχνικές και οικονομικές επιτακτικές ανάγκες.

(10)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση των προϊόντων προς την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν αντιστοίχως στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας της ασφάλειας και της υγείας των προσώπων, ειδικά των εργαζομένων και, κατά περίπτωση, των οικόσιτων ζώων και των αγαθών και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(11)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα προσφοράς και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι καθιστούν διαθέσιμα στην αγορά μόνο ασφαλή προϊόντα που είναι σύμφωνα με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα προσφοράς και διανομής.

(12)

Για τη διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν και διεύθυνση ιστότοπου, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(13)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει υποχρέωση αποκλειστικά του κατασκευαστή.

(14)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί ότι τα προϊόντα από τρίτες χώρες που εισέρχονται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά τα προϊόντα αυτά. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά προϊόντα που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχουν κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση των προϊόντων και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(15)

Κατά τη διάθεση προϊόντος στην αγορά, οι εισαγωγείς θα πρέπει να σημειώνουν επί του προϊόντος το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική ονομασία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους. Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του προϊόντος. Τούτο περιλαμβάνει την περίπτωση κατά την οποία ο εισαγωγέας θα πρέπει να ανοίξει τη συσκευασία για να θέσει το όνομα και τη διεύθυνσή του επί του προϊόντος.

(16)

Ο διανομέας καθιστά προϊόν διαθέσιμο στην αγορά αφού το προϊόν αυτό έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το προϊόν δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση του προϊόντος.

(17)

Οιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει προϊόν στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί προϊόν κατά τρόπον ώστε να επηρεαστεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(18)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις εν λόγω αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν το οικείο προϊόν.

(19)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας προϊόντος σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων για την εποπτεία της αγοράς αρχών όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που κατέστησε διαθέσιμα στην αγορά μη συμμορφούμενα προϊόντα. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει προϊόντα είτε έχουν προμηθευτεί από αυτούς προϊόντα.

(20)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των ουσιωδών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τις εν λόγω απαιτήσεις είναι απαραίτητο να προβλεφθεί ότι υπάρχει τεκμήριο συμμόρφωσης για προϊόντα που συμμορφώνονται με εναρμονισμένα πρότυπα τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, για την ευρωπαϊκή τυποποίηση (7), με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω απαιτήσεων.

(21)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(22)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν, ότι τα προϊόντα που είναι διαθέσιμα στην αγορά συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας, είναι αναγκαίο να προβλέπονται διαδικασίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Με την απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζονται ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλιστεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές.

(23)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας σχετικά με τη συμμόρφωση ενός προϊόντος προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και της λοιπής συναφούς ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης.

(24)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται ουσιαστική πρόσβαση στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι πληροφορίες που απαιτούνται για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Για τη μείωση του διοικητικού φόρτου που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(25)

Η σήμανση CE, που δηλώνει τη συμμόρφωση προϊόντος, είναι η ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE θα πρέπει να καθοριστούν με την παρούσα οδηγία.

(26)

Ορισμένες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία απαιτούν την παρέμβαση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι οποίοι κοινοποιούνται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή.

(27)

Η πείρα έχει δείξει ότι τα κριτήρια που θεσπίζονται στην οδηγία 94/9/ΕΚ, τα οποία οφείλουν να πληρούν οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης για να κοινοποιηθούν στην Επιτροπή, δεν επαρκούν για την εξασφάλιση ομοιόμορφα υψηλού επιπέδου επίδοσης των κοινοποιημένων οργανισμών σε όλη την Ένωση. Είναι ωστόσο αναγκαίο, όλοι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί να εκτελούν τα καθήκοντά τους στο ίδιο επίπεδο και με συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού. Αυτό προϋποθέτει τον καθορισμό υποχρεωτικών απαιτήσεων για τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που επιθυμούν να κοινοποιηθούν για να παρέχουν υπηρεσίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(28)

Εάν ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδεικνύει συμμόρφωση προς τα κριτήρια που ορίζονται στα εναρμονισμένα πρότυπα, τότε θα πρέπει να τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται και προς τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

(29)

Για να εξασφαλιστεί συνεκτικό επίπεδο ποιότητας κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης είναι αναγκαίο να καθοριστούν οι απαιτήσεις που πρέπει να πληρούν οι κοινοποιούσες αρχές και άλλοι οργανισμοί που συμμετέχουν στην αξιολόγηση, την κοινοποίηση και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών.

(30)

Το σύστημα που θεσπίζεται με την παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρώνεται με το σύστημα διαπίστευσης που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Επειδή η διαπίστευση είναι βασικό μέσο για να επαληθευθεί η επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για το σκοπό της κοινοποίησης.

(31)

Η διαφανής διαπίστευση που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και εξασφαλίζει το αναγκαίο επίπεδο εμπιστοσύνης στα πιστοποιητικά συμμόρφωσης, θα πρέπει να θεωρείται από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ολόκληρη την Ένωση ως το κατ’ εξοχήν μέσο απόδειξης της τεχνικής επάρκειας των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Ωστόσο, οι εθνικές αρχές δύνανται να θεωρούν ότι διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα για να διενεργούν οι ίδιες την εν λόγω αξιολόγηση. Στις περιπτώσεις αυτές, για να εξασφαλίζεται το κατάλληλο επίπεδο αξιοπιστίας της αξιολόγησης από άλλες εθνικές αρχές, οι εθνικές αρχές θα πρέπει να προσκομίζουν στην Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη τις αναγκαίες αποδείξεις ότι οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης που έχουν αξιολογηθεί τηρούν τις σχετικές κανονιστικές απαιτήσεις.

(32)

Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης συχνά αναθέτουν υπεργολαβικά σε τρίτους ή σε θυγατρική τους μέρη των δραστηριοτήτων τους που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης. Για να εξασφαλιστεί το επίπεδο της προστασίας που απαιτείται για τα προϊόντα που πρόκειται να διατεθούν στην αγορά της Ένωσης, έχει σημασία οι υπεργολάβοι και οι θυγατρικές που αξιολογούν τη συμμόρφωση να πληρούν, για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τις ίδιες απαιτήσεις όπως και οι κοινοποιημένοι οργανισμοί. Είναι συνεπώς σημαντικό, η αξιολόγηση της επάρκειας και της απόδοσης των οργανισμών που πρόκειται να κοινοποιηθούν, καθώς και η παρακολούθηση των ήδη κοινοποιημένων οργανισμών, να καλύπτουν και δραστηριότητες που διεξάγονται από υπεργολάβους και θυγατρικές.

(33)

Είναι ανάγκη να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα και η διαφάνεια της διαδικασίας κοινοποίησης και, ειδικότερα, να προσαρμοστεί η διαδικασία αυτή στις νέες τεχνολογίες ώστε να καταστεί δυνατή η τηλεματική κοινοποίηση.

(34)

Επειδή οι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλη την Ένωση, ενδείκνυται να δοθεί στα άλλα κράτη μέλη και στην Επιτροπή η δυνατότητα να υποβάλλουν ένσταση σχετικά με κοινοποιούμενο οργανισμό. Συνεπώς, είναι σημαντικό να προβλεφθεί χρονικό διάστημα κατά το οποίο είναι δυνατόν να αποσαφηνίζονται τυχόν αμφιβολίες ή ανησυχίες για την επάρκεια των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, προτού αυτοί αρχίσουν να λειτουργούν ως κοινοποιημένοι οργανισμοί.

(35)

Για λόγους ανταγωνιστικότητας έχει ζωτική σημασία να εφαρμόζουν οι κοινοποιημένοι οργανισμοί τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης χωρίς περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Για τον ίδιο λόγο, και για να εξασφαλιστεί η ίση μεταχείριση των οικονομικών φορέων, είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται συνέπεια στην τεχνική εφαρμογή των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα με το συντονισμό και τη συνεργασία των κοινοποιημένων οργανισμών.

(36)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία μπορούν να διατίθενται στην αγορά μόνο με την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύονται σωστά και χρησιμοποιούνται για το σκοπό για τον οποίο προορίζονται, δεν θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Τα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία θα πρέπει να θεωρείται ότι δεν συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνο υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα μπορούσε να είναι απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(37)

Για να διασφαλιστεί η ασφάλεια δικαίου, είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ότι οι κανόνες όσον αφορά την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά, οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008, εφαρμόζονται στα προϊόντα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(38)

Η οδηγία 94/9/ΕΚ ήδη προβλέπει διαδικασία διασφάλισης η οποία είναι απαραίτητη για να παρέχεται η δυνατότητα αμφισβήτησης της συμμόρφωσης. Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η ισχύουσα διαδικασία διασφάλισης έτσι ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(39)

Το υπάρχον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερωθούν για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με τα προϊόντα που παρουσιάζουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, ειδικά των εργαζομένων, ή για τα οικόσιτα ζώα ή τα αγαθά. Θα πρέπει επίσης να παρέχεται η δυνατότητα στις αρχές που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν νωρίτερα όσον αφορά τέτοιου είδους προϊόντα.

(40)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται περαιτέρω ανάμειξη της Επιτροπής, εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(41)

Για να διασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων (8) από την Επιτροπή.

(42)

Η συμβουλευτική διαδικασία θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων μέσω των οποίων ζητείται από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα σχετικά με κοινοποιημένους οργανισμούς οι οποίοι δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις απαιτήσεις για την κοινοποίησή τους.

(43)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται επίσης για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενα προϊόντα που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(44)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις που έχουν άμεση εφαρμογή εφόσον, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σχετικά με συμμορφούμενα προϊόντα που ενέχουν κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια προσώπων ή για τα οικόσιτα ζώα ή τα αγαθά, τούτο επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης.

(45)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό της.

(46)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως για παράδειγμα σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(47)

H Επιτροπή θα πρέπει, με εκτελεστικές πράξεις και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς να εφαρμόζει τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011, να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενα προϊόντα δικαιολογούνται ή όχι.

(48)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπισθεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίζουν την επιβολή των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(49)

Είναι επομένως απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά και τη θέση σε λειτουργία προϊόντων που έχουν ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 94/9/ΕΚ, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή τους προς άλλες απαιτήσεις, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει συνεπώς να μπορούν να προμηθεύουν προϊόντα που διατίθενται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(50)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η διασφάλιση ότι τα προϊόντα που διατίθενται στην αγορά πληρούν τις απαιτήσεις που εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων, ειδικά των εργαζομένων και, κατά περίπτωση, των οικόσιτων ζώων και των αγαθών, και παράλληλα, τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί, όμως, λόγω της έκτασης και των αποτελεσμάτων του, να επιτευχθεί καλύτερα στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση μπορεί να εγκρίνει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ιδίου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(51)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιοριστεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποιήσεις ουσίας της προηγούμενης οδηγίας. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προηγούμενη οδηγία.

(52)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης για το εθνικό δίκαιο και τις ημερομηνίες εφαρμογής της οδηγίας που παρατίθενται στο παράρτημα XI μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Πεδίο εφαρμογής

1.   Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στα ακόλουθα, καλούμενα στο εξής «προϊόντα»:

α)

συσκευές και συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες·

β)

διατάξεις ασφάλειας, ελέγχου και ρύθμισης που προορίζονται για χρήση εκτός εκρήξιμων ατμοσφαιρών, αλλά οι οποίες απαιτούνται ή συμβάλλουν στην ασφαλή λειτουργία των συσκευών και συστημάτων προστασίας έναντι των κινδύνων έκρηξης·

γ)

συστατικά μέρη που προορίζονται να ενσωματωθούν σε συσκευές και συστήματα προστασίας που αναφέρονται στο στοιχείο α).

2.   Η παρούσα οδηγία δεν εφαρμόζεται σε:

α)

ιατρικές διατάξεις που προορίζονται για χρήση σε ιατρικό περιβάλλον·

β)

συσκευές και συστήματα προστασίας, στα οποία ο κίνδυνος έκρηξης προέρχεται αποκλειστικά από την παρουσία εκρηκτικών υλών ή χημικώς ασταθών ουσιών·

γ)

εξοπλισμοί που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, σε οικιακό και μη εμπορικό περιβάλλον όπου είναι πολύ σπάνια η δημιουργία εκρήξιμης ατμόσφαιρας, και όπου αυτό μπορεί να συμβεί μόνο συνεπεία τυχαίας διαρροής καυσίμου αερίου·

δ)

μέσα ατομικής προστασίας που καλύπτει η οδηγία 89/686/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1989, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τα μέσα ατομικής προστασίας (9)·

ε)

ποντοπόρα πλοία και κινητές εγκαταστάσεις ανοιχτής θαλάσσης, όπως και ο εξοπλισμός επί των πλοίων ή των εγκαταστάσεων αυτών·

στ)

μεταφορικά μέσα, δηλαδή τα οχήματα και τα ρυμουλκούμενά τους που προορίζονται αποκλειστικά για τη μεταφορά προσώπων αεροπορικώς ή επί των οδικών, σιδηροδρομικών ή πλωτών δικτύων και τα μεταφορικά μέσα, εφόσον έχουν σχεδιαστεί για τη μεταφορά εμπορευμάτων αεροπορικώς, επί των δημοσίων οδικών, σιδηροδρομικών ή πλωτών δικτύων. Δεν αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας τα οχήματα που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε εκρήξιμη ατμόσφαιρα·

ζ)

προϊόντα που καλύπτονται από το άρθρο 346 παράγραφος 1 στοιχείο β) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι εξής ορισμοί:

1)   «συσκευές»: οι μηχανές, οι εξοπλισμοί, οι σταθερές ή κινητές διατάξεις, τα χειριστήρια και τα όργανα, τα συστήματα ανίχνευσης και πρόληψης, τα οποία, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό, προορίζονται για την παραγωγή, τη μεταφορά, την αποθήκευση, τη μέτρηση, τη ρύθμιση, τη μετατροπή ενέργειας ή/και την επεξεργασία υλικών και τα οποία, μέσω των δυνητικών πηγών ανάφλεξης που τα χαρακτηρίζουν, υπάρχει κίνδυνος να προκαλέσουν έκρηξη·

2)   «συστήματα προστασίας»: οι διατάξεις, πλην των συστατικών μερών των συσκευών που προορίζονται για την άμεση διακοπή των εκρήξεων στη γένεσή τους ή/και για τον περιορισμό της ζώνης που προσβάλλεται από μια έκρηξη και τα οποία καθίστανται χωριστά διαθέσιμα στην αγορά ως συστήματα με αυτόνομες λειτουργίες·

3)   «συστατικά μέρη»: τα τμήματα που είναι απαραίτητα για την ασφαλή λειτουργία των συσκευών και των συστημάτων προστασίας, τα οποία όμως δεν έχουν αυτόνομη λειτουργία·

4)   «εκρηκτική ατμόσφαιρα»: μείγμα με τον αέρα, σε ατμοσφαιρικές συνθήκες, εύφλεκτων ουσιών υπό μορφή αερίου, ατμών, συγκεντρώσεων σταγονιδίων ή κονιορτού, στο οποίο, μετά από ανάφλεξη, η καύση επεκτείνεται στο σύνολο του μη καιόμενου μείγματος·

5)   «εκρήξιμη ατμόσφαιρα»: ατμόσφαιρα, η οποία θα μπορούσε να καταστεί εκρηκτική λόγω των τοπικών και επιχειρησιακών συνθηκών·

6)   «ομάδα συσκευών I»: συσκευές που προορίζονται για χρήση σε υπόγεια ορυχεία, όπως και στις επιφανειακές εγκαταστάσεις τους που μπορούν να εκτεθούν σε κινδύνους από το εκρηκτικό αέριο ορυχείων ή/και καύσιμες σκόνες, στην οποία περιλαμβάνονται οι κατηγορίες συσκευών Μ 1και Μ 2 όπως παρατίθενται στο παράρτημα I·

7)   «ομάδα συσκευών II»: συσκευές που προορίζονται για χρήση σε άλλες θέσεις που μπορεί να εκτεθούν σε κίνδυνο από εκρηκτικές ατμόσφαιρες, στις οποίες περιλαμβάνονται οι κατηγορίες συσκευών 1, 2 και 3, όπως παρατίθενται στο παράρτημα I·

8)   «κατηγορία συσκευών»: η ταξινόμηση συσκευών, εντός κάθε ομάδας συσκευών που προσδιορίζεται στο παράρτημα I, που καθορίζει το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας που πρέπει να διασφαλισθεί·

9)   «προοριζόμενη χρήση»: χρήση προϊόντος που ορίζεται από τον κατασκευαστή συνδέοντας τη συσκευή με ιδιαίτερη ομάδα και κατηγορία συσκευών ή παρέχοντας όλες τις πληροφορίες οι οποίες είναι απαραίτητες για την ασφαλή λειτουργία ενός συστήματος προστασίας, μιας διάταξης ή ενός συστατικού μέρους·

10)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: κάθε προσφορά προϊόντος για διανομή, κατανάλωση ή χρήση στην αγορά της Ένωσης στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

11)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία προϊόν καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά της Ένωσης·

12)   «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει προϊόν ή που αναθέτει σε άλλους το σχεδιασμό ή την κατασκευή προϊόντος και διοχετεύει στην αγορά το προϊόν αυτό υπό την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του ή το χρησιμοποιεί ο ίδιος·

13)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εγκατεστημένο στην Ένωση, που έχει λάβει γραπτή εντολή από κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

14)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει προϊόν τρίτης χώρας στην αγορά της Ένωσης·

15)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά διαθέσιμο προϊόν στην αγορά·

16)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

17)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά προϊόντος·

18)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

19)   «διαπίστευση»: διαπίστευση όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

20)   «εθνικός οργανισμός διαπίστευσης»: εθνικός οργανισμός διαπίστευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 11 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008·

21)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι ουσιώδεις απαιτήσεις για την υγεία και την ασφάλεια της παρούσας οδηγίας που αφορούν προϊόν·

22)   «οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης»: φορέας που εκτελεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, περιλαμβανομένων της βαθμονόμησης, των δοκιμών, της πιστοποίησης και της επιθεώρησης·

23)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή προϊόντος που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη·

24)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί να αποτρέψει τη διαθεσιμότητα στην αγορά προϊόντος από την αλυσίδα εφοδιασμού·

25)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθεσία της Ένωσης η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων·

26)   «σήμανση CE»: σήμανση με την οποία ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το προϊόν συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την επίθεση της σήμανσης.

Άρθρο 3

Διαθεσιμότητα στην αγορά και θέση σε λειτουργία

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι τα προϊόντα καθίστανται διαθέσιμα στην αγορά και τίθενται σε λειτουργία μόνον εάν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, εφόσον εγκαθίστανται και συντηρούνται σωστά και χρησιμοποιούνται σύμφωνα με την προοριζόμενη χρήση τους.

2.   Η παρούσα οδηγία δεν θίγει τη δυνατότητα των κρατών μελών να καθορίζουν, τις απαιτήσεις που θεωρούν απαραίτητες για την προστασία προσώπων και, ιδιαιτέρως, των εργαζομένων που χρησιμοποιούν τα οικεία προϊόντα υπό τον όρο ότι τούτο δεν συνεπάγεται τροποποιήσεις των προϊόντων σε σχέση με την παρούσα οδηγία.

3.   Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν, κατά τη διάρκεια εκθέσεων και επιδείξεων την παρουσίαση προϊόντων που δεν συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία, εφόσον αναφέρεται σαφώς σε ορατή πινακίδα ότι αυτά τα προϊόντα δεν συμμορφώνονται με την παρούσα οδηγία και ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν είναι δυνατόν να αποκτηθούν πριν ο κατασκευαστής τους τα μετατρέψει ώστε να είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της. Κατά τις επιδείξεις λαμβάνονται τα προσήκοντα μέτρα για την ασφάλεια των προσώπων.

Άρθρο 4

Ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας

Τα προϊόντα ανταποκρίνονται στις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος II οι οποίες ισχύουν σχετικά, λαμβανομένης υπόψη της χρησιμοποίησής τους σύμφωνα με τον προοριζόμενη χρήση τους.

Άρθρο 5

Ελεύθερη κυκλοφορία

Τα κράτη μέλη δεν απαγορεύουν, δεν περιορίζουν ούτε εμποδίζουν στην επικράτειά τους τη διαθεσιμότητα στην αγορά και την έναρξη λειτουργίας προϊόντων που συμμορφώνονται προς την παρούσα οδηγία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι, κατά τη διάθεση των προϊόντων τους στην αγορά ή όταν τα χρησιμοποιούν για δικούς τους σκοπούς, αυτά είναι σχεδιασμένα και κατασκευασμένα σύμφωνα με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που καθορίζονται στο παράρτημα II.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στα παραρτήματα III έως IX και διενεργούν ή μεριμνούν για τη διενέργεια της εφαρμοστέας διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης που προβλέπεται στο άρθρο 13.

Όταν η συμμόρφωση προϊόντος άλλου από συστατικό μέρος με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αποδεικνύεται με την εν λόγω διαδικασία, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και θέτουν τη σήμανση CE.

Όταν η συμμόρφωση συστατικού μέρους με τις εφαρμοστέες απαιτήσεις αποδεικνύεται με τη σχετική διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης, οι κατασκευαστές συντάσσουν γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 13 παράγραφος 3.

Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι κάθε προϊόν συνοδεύεται από αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ ή τη βεβαίωση συμμόρφωσης, ανάλογα με την περίπτωση. Εντούτοις, όταν μεγάλος αριθμός προϊόντων παραδίδεται σε έναν και μόνον χρήστη, η παρτίδα ή το φορτίο αποστολής μπορεί να συνοδεύεται από ένα μόνον αντίγραφο.

3.   Οι κατασκευαστές διατηρούν τον τεχνικό φάκελο και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή, κατά περίπτωση, τη βεβαίωση συμμόρφωσης επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να διατηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στο σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του προϊόντος και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα ή τις άλλες τεχνικές προδιαγραφές με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση προϊόντος λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει ένα προϊόν, οι κατασκευαστές διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των τελικών χρηστών, δοκιμές με δειγματοληψία στα προϊόντα που έχουν διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα προϊόντα και τις αποσύρσεις προϊόντων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνες τους.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα που έχουν καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά φέρουν αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που να επιτρέπει την ταυτοποίησή τους ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του προϊόντος, εξασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες αυτές αναγράφονται στη συσκευασία ή σε έγγραφο που συνοδεύει τη συσκευή.

6.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι τα προϊόντα, εκτός από τα συστατικά μέρη, που έχουν καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά, φέρουν την ειδική σήμανση προστασίας από εκρήξεις και, κατά περίπτωση, τις άλλες σημάνσεις και πληροφορίες που εμφαίνονται στο παράρτημα II σημείο 1.0.5.

7.   Οι κατασκευαστές σημειώνουν επί του προϊόντος το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία του προϊόντος ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

8.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

9.   Οι κατασκευαστές που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του προϊόντος, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το προϊόν, και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

10.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της αρχής αυτής, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 7

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να διορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις βάσει του άρθρου 6 παράγραφος 1 και η υποχρέωση για κατάρτιση τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Οι εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι ασκούν τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνουν από τον κατασκευαστή. Η εντολή πρέπει τουλάχιστον να επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο:

α)

να θέτει τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή, κατά περίπτωση, τη βεβαίωση συμμόρφωσης και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών εποπτικών αρχών της αγοράς επί δέκα έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά·

β)

να παρέχει στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση ενός προϊόντος·

γ)

να συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, για τυχόν ενέργειες που έγιναν προς αποφυγή των κινδύνων που ενέχουν τα προϊόντα που καλύπτει η εντολή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενα προϊόντα.

2.   Προτού διαθέσουν προϊόν στην αγορά οι εισαγωγείς διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διενεργήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο άρθρο 13. Εξασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το προϊόν φέρει τη σήμανση CE, κατά περίπτωση, συνοδεύεται από τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή τη βεβαίωση συμμόρφωσης και τα απαιτούμενα έγγραφα, και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5, 6 και 7.

Εφόσον εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος II, δεν διαθέτει προϊόν στην αγορά πριν το προϊόν συμμορφωθεί. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν επί του προϊόντος το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία του προϊόντος ή σε έγγραφο που συνοδεύει το προϊόν. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το προϊόν συνοδεύεται από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω το προϊόν βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος II.

6.   Όταν κρίνεται σκόπιμο όσον αφορά τους κινδύνους που παρουσιάζει ένα προϊόν, οι εισαγωγείς διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των τελικών χρηστών, δοκιμές με δειγματοληψία στα προϊόντα που έχουν διατεθεί στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, τα μη συμμορφούμενα προϊόντα και τις αποσύρσεις προϊόντων και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνες τους.

7.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του προϊόντος, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το προϊόν, και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ ή, κατά περίπτωση, της βεβαίωσης συμμόρφωσης στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση των εν λόγω αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

9.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος, σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τις αρμόδιες εθνικές αρχές. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμο προϊόν στην αγορά ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, προτού καταστήσουν προϊόν διαθέσιμο στην αγορά, επαληθεύουν ότι το προϊόν φέρει τη σήμανση CE, κατά περίπτωση, ότι συνοδεύεται από τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή τη βεβαίωση συμμόρφωσης και τα απαιτούμενα έγγραφα και τις οδηγίες και τις πληροφορίες ασφάλειας, σε γλώσσα ευκόλως κατανοητή από τους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται το εν λόγω προϊόν και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5, 6 και 7 και του άρθρου 8 παράγραφος 3 αντιστοίχως.

Εφόσον ο διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος II, δεν καθιστά διαθέσιμο το προϊόν στην αγορά πριν το προϊόν συμμορφωθεί. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω το προϊόν βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος II.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι προϊόν που έχουν καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία διασφαλίζουν ότι λαμβάνονται τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του προϊόντος, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στην αγορά των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το προϊόν, και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στις αρμόδιες εθνικές αρχές, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός των αρχών αυτών, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του προϊόντος. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος εκ μέρους της, για τις ενέργειες που πρέπει να γίνουν ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από τα προϊόντα που έχουν θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά.

Άρθρο 10

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας ο εισαγωγέας ή ο διανομέας θεωρείται κατασκευαστής, και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 6, όταν διαθέτει προϊόν στην αγορά με την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί προϊόν που διατίθεται ήδη στην αγορά κατά τρόπο που είναι δυνατόν να θίξει τη συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, εάν ζητηθεί, στις αρχές εποπτείας της αγοράς, τα ακόλουθα:

α)

κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει προϊόν·

β)

κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει προϊόν.

Οι οικονομικοί φορείς είναι σε θέση να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο επί δέκα έτη αφότου έχουν προμηθευτεί το προϊόν και επί δέκα έτη αφότου έχουν προμηθεύσει το προϊόν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

Άρθρο 12

Τεκμήριο συμμόρφωσης των προϊόντων

1.   Προϊόντα τα οποία συμμορφώνονται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή με μέρη αυτών, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνονται προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας τις οποίες αφορούν τα πρότυπα ή τα μέρη αυτών και οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα II.

2.   Εάν δεν υπάρχουν εναρμονισμένα πρότυπα, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα μέτρα που θεωρούν αναγκαία ώστε να γνωστοποιηθούν στα ενδιαφερόμενα μέρη τα υφιστάμενα εθνικά πρότυπα και οι τεχνικές προδιαγραφές που θεωρούνται ως σημαντικά ή χρήσιμα έγγραφα για την ορθή εφαρμογή των βασικών απαιτήσεων ασφάλειας και υγείας που παρατίθενται στο παράρτημα II.

Άρθρο 13

Διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης

1.   Οι διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των συσκευών, και κατά περίπτωση, των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) είναι οι ακόλουθες:

α)

όσον αφορά την ομάδα συσκευών Ι και ΙΙ, κατηγορία συσκευών Μ 1 και 1, η εξέταση τύπου ΕΕ που αναφέρεται στο παράρτημα III σε συνδυασμό με μία από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής που καθορίζεται στο παράρτημα IV·

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων που καθορίζεται στο παράρτημα V·

β)

όσον αφορά την ομάδα συσκευών I και II, κατηγορία συσκευών Μ 2 και 2:

i)

για τους κινητήρες εσωτερικής καύσης και για τις ηλεκτρικές συσκευές αυτών των ομάδων και κατηγοριών, η εξέταση τύπου ΕΕ που καθορίζεται στο παράρτημα III, σε συνδυασμό με μία από τις ακόλουθες διαδικασίες:

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και τη δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία, που καθορίζεται στο παράρτημα VI·

συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση ποιότητας προϊόντων που καθορίζεται στο παράρτημα VII·

ii)

για τις άλλες συσκευές αυτών των ομάδων και κατηγοριών, ο εσωτερικός έλεγχος παραγωγής που καθορίζεται στο παράρτημα VIII και η διαβίβαση του τεχνικού φακέλου που προβλέπεται στο σημείο 2 του παραρτήματος VIII σε κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος θα γνωστοποιήσει την παραλαβή του φακέλου το συντομότερο δυνατό και θα τον κρατήσει·

γ)

όσον αφορά την ομάδα συσκευών ΙΙ, κατηγορία συσκευών 3, ο εσωτερικός έλεγχος παραγωγής που καθορίζεται στο παράρτημα VIII·

δ)

όσον αφορά τις ομάδες συσκευών Ι και ΙΙ, πέραν των διαδικασιών που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ) της παρούσας παραγράφου μπορεί να ακολουθηθεί επίσης η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα που καθορίζεται στο παράρτημα IX.

2.   Για τα συστήματα προστασίας, η συμμόρφωση διαπιστώνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) ή δ).

3.   Οι διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ισχύουν για συστατικά μέρη με την εξαίρεση της επίθεση της σήμανσης CE και την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ. Ο κατασκευαστής χορηγεί γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης, με την οποία δηλώνει τη συμμόρφωση των συστατικών μερών προς τις εφαρμοστέες διατάξεις της παρούσας οδηγίας. Στην εν λόγω βεβαίωση περιγράφονται τα χαρακτηριστικά τους καθώς και οι όροι ενσωμάτωσής τους σε συσκευές και συστήματα προστασίας που συμβάλλουν στην τήρηση των βασικών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας οι οποίες παρατίθενται στο παράρτημα II και ισχύουν για τις έτοιμες συσκευές ή τα έτοιμα συστήματα προστασίας.

4.   Όσον αφορά τις απαιτήσεις σχετικά με την ασφάλεια που αναφέρονται στο παράρτημα II σημείο 1.2.7, μπορεί επίσης να ακολουθείται, επιπροσθέτως των διαδικασιών αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2, η διαδικασία που αναφέρεται στο παράρτημα VIII.

5.   Κατά παρέκκλιση από τις παραγράφους 1, 2 και 4, οι αρμόδιες αρχές μπορούν, κατόπιν δεόντως αιτιολογημένης αιτήσεως, να επιτρέπουν τη διάθεση στην αγορά και τη λειτουργία, στο έδαφος του συγκεκριμένου κράτους μέλους, προϊόντων διαφορετικών από τα συστατικά μέρη για τα οποία δεν έχουν εφαρμοσθεί οι διαδικασίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 4 και η χρήση των οποίων συμβάλλει στην προστασία.

6.   Τα έγγραφα και η αλληλογραφία σχετικά με τις διαδικασίες ελέγχου συμμόρφωσης που αναφέρονται στις παραγράφους 1 έως 4 συντάσσονται σε γλώσσα που έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

Άρθρο 14

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Με τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνεται ότι πληρούνται αποδεδειγμένα οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που ορίζονται στο παράρτημα II.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα X, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στις σχετικές διαδικασίες αξιολόγησης συμμόρφωσης που περιγράφονται στα παραρτήματα III έως IX και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου τοποθετείται ή διατίθεται το προϊόν.

3.   Όταν ένα προϊόν διέπεται από περισσότερες από μία πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μία και μόνο δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 15

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 16

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE και λοιπών σημάνσεων

1.   Η σήμανση CE τοποθετείται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο προϊόν ή στην πινακίδα με τα στοιχεία του. Ωστόσο, όταν η φύση του προϊόντος δεν το επιτρέπει ή δεν το δικαιολογεί, η σήμανση CE τοποθετείται στη συσκευασία του και στα συνοδευτικά έγγραφα.

2.   Η σήμανση CE τοποθετείται προτού διατεθεί το προϊόν στην αγορά.

3.   Τη σήμανση CE ακολουθεί ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός εμπλέκεται στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής.

Ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού τίθεται είτε από τον ίδιο τον οργανισμό είτε, υπό τις οδηγίες του, από τον κατασκευαστή ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

4.   Η σήμανση CE και, κατά περίπτωση, ο αριθμός μητρώου κοινοποιημένου οργανισμού ακολουθείται από την ειδική σήμανση προστασίας από εκρήξεις Image , τα σύμβολα της ομάδας και της κατηγορίας συσκευών και, κατά περίπτωση, τις άλλες σημάνσεις και πληροφορίες που εμφαίνονται στο παράρτημα II σημείο 1.0.5.

5.   Η σήμανση CE και οι σημάνσεις, τα σύμβολα και οι πληροφορίες που εμφαίνονται στην παράγραφο 4, και, κατά περίπτωση, ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού επιτρέπεται να συνοδεύονται από άλλο σήμα που υποδεικνύει ειδικό κίνδυνο ή χρήση.

Τα προϊόντα τα οποία σχεδιάζονται για μια συγκεκριμένη εκρηκτική ατμόσφαιρα επισημαίνονται αναλόγως.

6.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE, και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ

Άρθρο 17

Κοινοποίηση

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη τους οργανισμούς που έχουν λάβει έγκριση για την εκτέλεση καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ως τρίτοι στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 18

Κοινοποιούσες αρχές

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν μία κοινοποιούσα αρχή η οποία είναι υπεύθυνη για τον καθορισμό και τη διεξαγωγή των αναγκαίων διαδικασιών αξιολόγησης και κοινοποίησης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσης με τις διατάξεις του άρθρου 23.

2.   Τα κράτη μέλη μπορούν να αποφασίζουν ότι η αξιολόγηση και η παρακολούθηση στις οποίες αναφέρεται η παράγραφος 1 πρέπει να διεξάγονται από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και σύμφωνα με αυτόν.

3.   Εφόσον η κοινοποιούσα αρχή εκχωρήσει ή αναθέσει με άλλο τρόπο την αξιολόγηση, κοινοποίηση ή παρακολούθηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε οργανισμό που δεν είναι κρατική οντότητα, ο οργανισμός αυτός είναι νομικό πρόσωπο και συμμορφώνεται, τηρουμένων των αναλογιών, προς τις απαιτήσεις του άρθρου 19. Επιπλέον, προβαίνει σε διευθετήσεις ώστε να καλύπτει τις ευθύνες που προκύπτουν από τις δραστηριότητές του.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελεί ο οργανισμός στον οποίο αναφέρεται η παράγραφος 3.

Άρθρο 19

Απαιτήσεις σχετικές με τις κοινοποιούσες αρχές

1.   Η σύσταση της κοινοποιούσας αρχής δεν συνεπάγεται σύγκρουση συμφερόντων με τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

2.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται και λειτουργεί κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζονται η αντικειμενικότητα και η αμεροληψία των δραστηριοτήτων της.

3.   Η κοινοποιούσα αρχή οργανώνεται κατά τρόπο ώστε κάθε απόφαση που αφορά την κοινοποίηση του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης να λαμβάνεται από τα αρμόδια πρόσωπα που είναι άλλα από τα πρόσωπα που διεξήγαγαν την αξιολόγηση.

4.   Η κοινοποιούσα αρχή δεν προσφέρει ούτε παρέχει δραστηριότητες που εκτελούνται από τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης ούτε προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εμπορική ή ανταγωνιστική βάση.

5.   Η κοινοποιούσα αρχή διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνει.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή διαθέτει επαρκές προσωπικό για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων της.

Άρθρο 20

Υποχρέωση ενημέρωσης για τις κοινοποιούσες αρχές

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διαδικασίες για την αξιολόγηση και την κοινοποίηση των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης και την παρακολούθηση των κοινοποιημένων οργανισμών καθώς και για τυχόν αλλαγές στις πληροφορίες αυτές.

Η Επιτροπή δημοσιοποιεί αυτές τις πληροφορίες.

Άρθρο 21

Απαιτήσεις για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Για τους σκοπούς της κοινοποίησης, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 2 έως 11.

2.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συγκροτείται βάσει της εθνικής νομοθεσίας κράτους μέλους και διαθέτει νομική προσωπικότητα.

3.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι ανεξάρτητος από τον οργανισμό ή το προϊόν που αξιολογεί.

Ένας οργανισμός που ανήκει σε ένωση επιχειρήσεων ή επαγγελματική ομοσπονδία που εκπροσωπεί τις επιχειρήσεις οι οποίες συμμετέχουν στον σχεδιασμό, την κατασκευή, παροχή, συναρμολόγηση, χρήση ή συντήρηση των προϊόντων τα οποία αξιολογεί, μπορεί να θεωρείται οργανισμός αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι η ανεξαρτησία του και η απουσία σύγκρουσης συμφερόντων είναι αποδεδειγμένες.

4.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν συμπίπτουν με το σχεδιαστή, κατασκευαστή, προμηθευτή, υπεύθυνο εγκατάστασης, αγοραστή, ιδιοκτήτη, χρήστη ή συντηρητή των προϊόντων που αξιολογούν ούτε με τον αντιπρόσωπο των ανωτέρω. Αυτό δεν αποκλείει τη χρήση αξιολογημένων προϊόντων που είναι αναγκαία για το έργο του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή τη χρήση τέτοιων προϊόντων για προσωπικούς σκοπούς.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα διευθυντικά του στελέχη και το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εμπλέκονται άμεσα στο σχεδιασμό, την παραγωγή ή την κατασκευή, την εμπορία, την εγκατάσταση, τη χρήση ή τη συντήρηση των εν λόγω προϊόντων ούτε εκπροσωπούν μέρη που εμπλέκονται στις δραστηριότητες αυτές. Δεν αναλαμβάνουν καμιά δραστηριότητα που μπορεί να θίξει την ανεξάρτητη κρίση ή την ακεραιότητά τους σε σχέση με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τις οποίες είναι κοινοποιημένοι. Τούτο ισχύει ιδίως για τις συμβουλευτικές υπηρεσίες.

Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης εξασφαλίζει ότι οι δραστηριότητες των θυγατρικών ή των υπεργολάβων του δεν επηρεάζουν την εμπιστευτικότητα, την αντικειμενικότητα και την αμεροληψία των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

5.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προσωπικό του εκτελούν τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης με τη μεγαλύτερη επαγγελματική ακεραιότητα και την απαιτούμενη τεχνική επάρκεια στο συγκεκριμένο τομέα και οφείλουν να είναι απαλλαγμένοι από κάθε πίεση και προτροπή, κυρίως οικονομική, που θα ήταν δυνατόν να επηρεάσει την κρίση τους ή τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων τους αυτών, ιδιαίτερα από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που έχουν συμφέρον από τα αποτελέσματα των ελέγχων.

6.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι σε θέση να εκτελεί όλα τα καθήκοντα τα σχετικά με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης που του έχουν ανατεθεί βάσει των παραρτημάτων III έως VII και του παραρτήματος IX και για τα οποία έχει κοινοποιηθεί, είτε πρόκειται για καθήκοντα που εκτελούνται από τον ίδιο τον οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Ανά πάσα στιγμή και για κάθε διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης και για κάθε είδος ή κατηγορία προϊόντων για τα οποία είναι κοινοποιημένος, ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης έχει στη διάθεσή του:

α)

το αναγκαίο προσωπικό με τις τεχνικές γνώσεις και την επαρκή και κατάλληλη πείρα για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

τις αναγκαίες περιγραφές των διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες διενεργείται η αξιολόγηση συμμόρφωσης και εξασφαλίζονται η διαφάνεια και η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών των διαδικασιών. Διαθέτει την κατάλληλη πολιτική και τις διαδικασίες που εξασφαλίζουν τη διάκριση μεταξύ των καθηκόντων τα οποία εκτελεί ως κοινοποιημένος οργανισμός και οιασδήποτε άλλης δραστηριότητας·

γ)

τις αναγκαίες διαδικασίες για να ασκεί τις δραστηριότητές του λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, το βαθμό πολυπλοκότητας της τεχνολογίας του προϊόντος και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της παραγωγικής διαδικασίας.

Ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει τα αναγκαία μέσα για την εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών καθηκόντων που συνδέονται με τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και έχει πρόσβαση σε όλο τον αναγκαίο εξοπλισμό ή εγκαταστάσεις.

7.   Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης διαθέτει:

α)

πλήρη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση, η οποία καλύπτει όλα τα καθήκοντα αξιολόγησης της συμμόρφωσης για τα οποία έχει κοινοποιηθεί ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης·

β)

επαρκή γνώση των απαιτήσεων των αξιολογήσεων που διενεργεί και επαρκές κύρος για την εκτέλεση των λειτουργιών αυτών·

γ)

κατάλληλες γνώσεις και κατανόηση των βασικών απαιτήσεων υγείας και ασφάλειας που παρατίθενται στο παράρτημα II, των εφαρμοστέων εναρμονισμένων προτύπων, των σχετικών διατάξεων της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης και της εθνικής νομοθεσίας·

δ)

την απαιτούμενη ικανότητα να καταρτίζει τα πιστοποιητικά, τα πρακτικά και τις εκθέσεις που αποδεικνύουν τη διεξαγωγή των αξιολογήσεων.

8.   Η αμεροληψία του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης, των διευθυντικών στελεχών του και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης είναι εγγυημένη.

Οι αμοιβές των διευθυντικών στελεχών και του προσωπικού που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν εξαρτώνται από τον αριθμό των αξιολογήσεων που διενεργούνται ή από τα αποτελέσματα των αξιολογήσεων αυτών.

9.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συνάπτει ασφάλεια αστικής ευθύνης, εάν η ευθύνη αυτή δεν καλύπτεται από το κράτος βάσει του εθνικού δικαίου ή εάν η αξιολόγηση της συμμόρφωσης δεν πραγματοποιείται υπό την άμεση ευθύνη του κράτους μέλους.

10.   Το προσωπικό του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεσμεύεται να τηρεί το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του σύμφωνα με τα παραρτήματα III έως VII και του παραρτήματος IX ή σχετική εκτελεστική διάταξη του εθνικού δικαίου, εξαιρουμένης της σχέσης με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο διεξάγονται οι δραστηριότητες του οργανισμού. Τα δικαιώματα κυριότητας προστατεύονται.

11.   Ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης συμμετέχει στις σχετικές δραστηριότητες τυποποίησης και στις δραστηριότητες της ομάδας συντονισμού των κοινοποιημένων οργανισμών, η οποία έχει συσταθεί δυνάμει της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης, ή εξασφαλίζει ότι το προσωπικό που είναι αρμόδιο για την εκτέλεση των καθηκόντων αξιολόγησης της συμμόρφωσης ενημερώνεται για τις δραστηριότητες αυτές, και εφαρμόζει ως γενικές οδηγίες τις διοικητικές αποφάσεις και τα έγγραφα που είναι το αποτέλεσμα των εργασιών της ομάδας αυτής.

Άρθρο 22

Τεκμήριο συμμόρφωσης των κοινοποιημένων οργανισμών

Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης αποδείξει ότι πληροί τα κριτήρια που ορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή σε μέρη των προτύπων αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις του άρθρου 21, στο βαθμό που τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα τηρούν τις απαιτήσεις αυτές.

Άρθρο 23

Θυγατρικές και υπεργολάβοι των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός αναθέτει υπεργολαβικά συγκεκριμένα καθήκοντα που συνδέονται με την αξιολόγηση της συμμόρφωσης ή προσφεύγει σε θυγατρική, εξασφαλίζει ότι ο υπεργολάβος ή η θυγατρική πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21, και ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή.

2.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για τα καθήκοντα που εκτελούν οι υπεργολάβοι ή οι θυγατρικές, όπου κι αν είναι εγκατεστημένοι.

3.   Οι δραστηριότητες μπορούν να ανατίθενται σε υπεργολάβο ή να διεξάγονται από θυγατρική μόνον αφού συμφωνήσει ο πελάτης.

4.   Ο κοινοποιημένος οργανισμός τηρεί στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής τα έγγραφα σχετικά με την αξιολόγηση των προσόντων του υπεργολάβου ή της θυγατρικής και σχετικά με τις εργασίες που διεξήγαγε ο υπεργολάβος ή η θυγατρική δυνάμει των παραρτημάτων III έως VII και του παραρτήματος IX.

Άρθρο 24

Αίτηση για κοινοποίηση

1.   Κάθε οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης υποβάλλει αίτηση κοινοποίησης στην κοινοποιούσα αρχή του κράτος μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένος.

2.   Η αίτηση για κοινοποίηση συνοδεύεται από περιγραφή των δραστηριοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης, της ενότητας ή των ενοτήτων αξιολόγησης της συμμόρφωσης και του προϊόντος ή των προϊόντων για τα οποία ο οργανισμός ισχυρίζεται ότι διαθέτει την απαιτούμενη επάρκεια, καθώς και από πιστοποιητικό διαπίστευσης, όταν αυτό υπάρχει, το οποίο εκδόθηκε από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης, με το οποίο πιστοποιείται ότι ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

3.   Αν ο οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης δεν μπορεί να προσκομίσει πιστοποιητικό διαπίστευσης, τότε παρέχει στην κοινοποιούσα αρχή όλη την τεκμηρίωση που είναι αναγκαία για την επαλήθευση, αναγνώριση και τακτική παρακολούθηση της συμμόρφωσής του με τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

Άρθρο 25

Διαδικασία κοινοποίησης

1.   Οι κοινοποιούσες αρχές μπορούν να κοινοποιούν μόνο τους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης που πληρούν τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

2.   Τους κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη, με χρήση του ηλεκτρονικού μέσου κοινοποίησης που έχει δημιουργήσει και διαχειρίζεται η Επιτροπή.

3.   Στην κοινοποίηση περιλαμβάνονται όλα τα στοιχεία για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, την ενότητα ή τις ενότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και το προϊόν ή τα προϊόντα και τη σχετική βεβαίωση επάρκειας.

4.   Όταν η κοινοποίηση δεν βασίζεται σε πιστοποιητικό διαπίστευσης του άρθρου 24 παράγραφος 2, η κοινοποιούσα αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στα άλλα κράτη μέλη την τεκμηρίωση που πιστοποιεί την επάρκεια του οργανισμού αξιολόγησης της συμμόρφωσης και τις υφιστάμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί ότι ο οργανισμός θα ελέγχεται τακτικά και θα εξακολουθήσει να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 21.

5.   Ο εν λόγω οργανισμός μπορεί να εκτελεί τις δραστηριότητες κοινοποιημένου οργανισμού μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη εντός δύο εβδομάδων από την κοινοποίηση, εάν χρησιμοποιείται πιστοποιητικό διαπίστευσης, και εντός δύο μηνών από την κοινοποίηση, εάν δεν χρησιμοποιείται διαπίστευση.

Μόνον υπό αυτές τις προϋποθέσεις θεωρείται κοινοποιημένος ο οργανισμός για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας.

6.   Η κοινοποιούσα αρχή ενημερώνει την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη για τυχόν μεταγενέστερη σχετική τροποποίηση της κοινοποίησης.

Άρθρο 26

Αριθμοί μητρώου και κατάλογοι κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή χορηγεί αριθμό μητρώου στους κοινοποιημένους οργανισμούς.

Χορηγεί έναν και μόνο αριθμό, ακόμη και αν ο οργανισμός είναι κοινοποιημένος βάσει διαφόρων πράξεων της Ένωσης.

2.   Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τον κατάλογο των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων των αριθμών μητρώου που τους έχουν δοθεί και των δραστηριοτήτων για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί.

Η Επιτροπή μεριμνά για την ενημέρωση του καταλόγου.

Άρθρο 27

Αλλαγές στην κοινοποίηση

1.   Όταν κοινοποιούσα αρχή διαπιστώνει ή πληροφορείται ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 21 ή ότι αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, η κοινοποιούσα αρχή περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί την κοινοποίηση, κατά περίπτωση, αναλόγως της σοβαρότητας της μη τήρησης των απαιτήσεων ή της μη εκπλήρωσης των υποχρεώσεων. Ενημερώνει αμέσως σχετικά την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη.

2.   Στην περίπτωση περιορισμού, αναστολής ή ανάκλησης της κοινοποίησης ή όταν ο κοινοποιημένος οργανισμός παύσει τη δραστηριότητά του, το κοινοποιούν κράτος μέλος προβαίνει στις δέουσες ενέργειες για να εξασφαλίσει ότι τα αρχεία του οργανισμού αυτού τα χειρίζεται άλλος κοινοποιημένος οργανισμός ή τα καθιστά διαθέσιμα στις αρμόδιες αρχές κοινοποίησης και εποπτείας της αγοράς, εφόσον το ζητήσουν.

Άρθρο 28

Αμφισβήτηση της επάρκειας των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Η Επιτροπή ερευνά όλες τις περιπτώσεις κατά τις οποίες έχει αμφιβολίες ή περιέρχονται σε γνώση της αμφιβολίες για την επάρκεια κοινοποιημένου οργανισμού ή για την ικανότητα αδιάλειπτης εκπλήρωσης, από κοινοποιημένο οργανισμό, των απαιτήσεων και των υποχρεώσεων που υπέχει.

2.   Το κοινοποιούν κράτος μέλος παρέχει στην Επιτροπή, εάν αυτή το ζητήσει, όλες τις πληροφορίες σχετικά με την αιτιολόγηση της κοινοποίησης ή την επιβεβαίωση της επάρκειας του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού.

3.   Η Επιτροπή διασφαλίζει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα όλων των ευαίσθητων πληροφοριών που έλαβε από τις έρευνες αυτές.

4.   Όταν η Επιτροπή διαπιστώνει ότι κοινοποιημένος οργανισμός δεν πληροί ή παύει να πληροί τις απαιτήσεις κοινοποίησής του, εκδίδει εκτελεστική πράξη ζητώντας από το κοινοποιούν κράτος μέλος να λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της ανάκλησης της κοινοποίησης, εφόσον είναι αναγκαίο.

Η εν λόγω εκτελεστική πράξη εκδίδεται σύμφωνα με τη συμβουλευτική διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 39 παράγραφος 2.

Άρθρο 29

Λειτουργικές υποχρεώσεις των κοινοποιημένων οργανισμών

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί διενεργούν τις αξιολογήσεις συμμόρφωσης σύμφωνα με τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης κατά τα παραρτήματα III έως VII και το παράρτημα IX.

2.   Οι αξιολογήσεις συμμόρφωσης διενεργούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι περιττές επιβαρύνσεις για τους οικονομικούς φορείς. Οι οργανισμοί αξιολόγησης της συμμόρφωσης ασκούν τις δραστηριότητές τους λαμβάνοντας δεόντως υπόψη το μέγεθος μιας επιχείρησης, τον τομέα στον οποίο δραστηριοποιείται, τη δομή της, την πολυπλοκότητα της τεχνολογίας του προϊόντος για το οποίο πρόκειται και τον μαζικό ή εν σειρά χαρακτήρα της διαδικασίας παραγωγής.

Επ’ αυτού τηρούν πάντως τον βαθμό αυστηρότητας και το επίπεδο προστασίας που απαιτούνται για τη συμμόρφωση των προϊόντων προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Όταν κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας του παραρτήματος II ή των αντίστοιχων εναρμονισμένων προτύπων ή των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών δεν πληρούνται από τον κατασκευαστή, ζητεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα ενδεδειγμένα διορθωτικά μέτρα και δεν εκδίδει πιστοποιητικό συμμόρφωσης.

4.   Όταν, κατά την παρακολούθηση της συμμόρφωσης μετά την έκδοση του πιστοποιητικού, κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώσει ότι κάποιο προϊόν δεν συμμορφώνεται πλέον, τότε απαιτεί από τον κατασκευαστή να λάβει τα απαραίτητα διορθωτικά μέτρα και αναστέλλει ή ανακαλεί το πιστοποιητικό, εφόσον απαιτείται.

5.   Εάν δεν ληφθούν διορθωτικά μέτρα ή εάν αυτά δεν έχουν το απαιτούμενο αποτέλεσμα, ο κοινοποιημένος οργανισμός περιορίζει, αναστέλλει ή ανακαλεί τυχόν πιστοποιητικό, κατά περίπτωση.

Άρθρο 30

Προσφυγή κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών

Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι προβλέπεται διαδικασία προσφυγής κατά αποφάσεων των κοινοποιημένων οργανισμών.

Άρθρο 31

Υποχρέωση ενημέρωσης για τους κοινοποιημένους οργανισμούς

1.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί ενημερώνουν την κοινοποιούσα αρχή για τα εξής:

α)

απόρριψη, περιορισμό, αναστολή ή ανάκληση των πιστοποιητικών·

β)

καταστάσεις που επηρεάζουν το πεδίο εφαρμογής ή τους όρους της κοινοποίησης·

γ)

τυχόν αίτημα για ενημέρωση σχετικά με δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, το οποίο έλαβαν από τις αρχές εποπτείας της αγοράς·

δ)

εφόσον τους ζητηθεί, για τις δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που εκτελούν στο πλαίσιο της κοινοποίησής τους και για οποιαδήποτε άλλη δραστηριότητα, συμπεριλαμβανομένων διασυνοριακών δραστηριοτήτων και υπεργολαβιών.

2.   Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί παρέχουν στους άλλους κοινοποιημένους δυνάμει της παρούσας οδηγίας οργανισμούς που διεξάγουν παρόμοιες δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και καλύπτουν τα ίδια προϊόντα, τις σχετικές πληροφορίες για ζητήματα που αφορούν αρνητικά και, εάν τους ζητηθεί, θετικά αποτελέσματα αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 32

Ανταλλαγή πείρας

Η Επιτροπή μεριμνά για την οργανωμένη ανταλλαγή πείρας μεταξύ των εθνικών αρχών των κρατών μελών που είναι αρμόδιες για την πολιτική κοινοποίησης.

Άρθρο 33

Συντονισμός των κοινοποιημένων οργανισμών

Η Επιτροπή εξασφαλίζει την ύπαρξη κατάλληλου συντονισμού και συνεργασίας μεταξύ των οργανισμών που κοινοποιούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας, και την ορθή λειτουργία τους στη μορφή φόρουμ κοινοποιημένων οργανισμών.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι οργανισμοί τους οποίους έχουν κοινοποιήσει συμμετέχουν στις εργασίες του φόρουμ αυτού, απευθείας ή με τον διορισμό αντιπροσώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΕΡΧΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

Άρθρο 34

Εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά

Στα προϊόντα που καλύπτονται από το άρθρο 1 της παρούσας οδηγίας εφαρμόζονται το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 35

Διαδικασία αντιμετώπισης των προϊόντων που παρουσιάζουν κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι ένα προϊόν παρουσιάζει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια ατόμων ή για τα οικόσιτα ζώα ή τα αγαθά, διενεργούν αξιολόγηση για το εν λόγω προϊόν που καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται όπως απαιτείται με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το προϊόν δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμέσως από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για τη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις απαιτήσεις ή να αποσύρει το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, το οποίο ορίζουν οι ίδιες.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν σχετικά τον οικείο κοινοποιημένο οργανισμό.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλα τα προϊόντα που έχει θέσει σε κυκλοφορία στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας, εντός του χρονικού διαστήματος στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, δεν λάβει τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, τότε οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διαθεσιμότητα στην εθνική αγορά του προϊόντος ή να αποσύρουν το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Στις πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταυτοποίηση του μη συμμορφούμενου προϊόντος, την καταγωγή του, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και οι απόψεις που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

το ηλεκτρολογικό υλικό δεν πληροί τις απαιτήσεις που αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή την προστασία των οικόσιτων ζώων ή των αγαθών· ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 και στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του προϊόντος, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπιστεί, για τις τυχόν ενστάσεις τους.

7.   Εάν εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό προϊόν, όπως η απόσυρση του προϊόντος από την αγορά.

Άρθρο 36

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 35 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι τέτοιου είδους μέτρα αντίκεινται στη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμέσως με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο προϊόν αποσύρεται από τις αγορές τους. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του προϊόντος αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου, κατά το άρθρο 35 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 37

Συμμορφούμενα προϊόντα που παρουσιάζουν κίνδυνο

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 1, ότι προϊόν, αν και συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία, ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για τα οικόσιτα ζώα ή τα αγαθά, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το εν λόγω προϊόν, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν παρουσιάζει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο ή για να αποσύρει το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται διορθωτικά μέτρα για όλα τα προϊόντα που έχει καταστήσει διαθέσιμα στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Στην πληροφόρηση που παρέχει περιλαμβάνονται όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του προϊόντος, την καταγωγή του και την αλυσίδα εφοδιασμού του προϊόντος, τη φύση του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα (ή φορείς) και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 39 παράγραφος 3.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης που αφορούν την προστασία υγείας και ασφάλειας των προσώπων ή την προστασία κατοικίδιων ζώων ή της περιουσίας, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 39 παράγραφος 4.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

Άρθρο 38

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 35, όταν κράτος μέλος προβεί σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 16 της παρούσας οδηγίας·

β)

δεν έχει τεθεί η σήμανση CE, όπου απαιτείται·

γ)

η ειδική σήμανση προστασίας από εκρήξεις Image , τα σύμβολα της ομάδας και της κατηγορίας συσκευών και, κατά περίπτωση, οι άλλες σημάνσεις και πληροφορίες έχουν τεθεί κατά παράβαση του παραρτήματος II σημείο 1.0.5 ή δεν έχουν τεθεί·

δ)

ο αριθμός μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού, όταν ο οργανισμός αυτός συμμετέχει στο στάδιο ελέγχου της παραγωγής, έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 16 ή δεν έχει τεθεί·

ε)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή η βεβαίωση συμμόρφωσης, ανάλογα, δεν συνοδεύει το προϊόν·

στ)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ ή, όπου απαιτείται, η βεβαίωση συμμόρφωσης, δεν έχει καταρτισθεί σωστά·

ζ)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

η)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 7 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 3 λείπουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς·

θ)

δεν ικανοποιείται κάποια άλλη από τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 8.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθήσει να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα στην αγορά του προϊόντος και να εξασφαλίσει ότι αυτό ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6

ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 39

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

4.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 σε συνδυασμό με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

5.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλης νομοθεσίας της Ένωσης.

Η επιτροπή δύναται επίσης να εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο τίθεται από τον πρόεδρο της ή από εκπρόσωπο κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 40

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίοι παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή τους. Οι κανόνες αυτοί δύνανται να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 41

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά ή τη θέση σε λειτουργία των προϊόντων που καλύπτονται από την οδηγία 94/9/ΕΚ τα οποία είναι σύμφωνα με την εν λόγω οδηγία και διατέθηκαν στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

2.   Τα πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με την οδηγία 94/9/ΕΚ ισχύουν δυνάμει της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 42

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν πριν από τις 19 Απριλίου 2016 το αργότερο τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που απαιτούνται για τη συμμόρφωσή τους με το άρθρο 1, το άρθρο 2 σημεία 2 και 8 έως 26, το άρθρο 3, τα άρθρα 5 έως 41 και τα παραρτήματα III έως X. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 20 Απριλίου 2016.

Τα μέτρα αυτά, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, παραπέμπουν στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια παραπομπή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρούνται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 43

Κατάργηση

Η οδηγία 94/9/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό που εμφαίνεται στο παράρτημα XI μέρος Α καταργείται από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής της οδηγίας που εμφαίνονται στο παράρτημα XI μέρος Β.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XII.

Άρθρο 44

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 2 σημεία 1 και 3 έως 7, το άρθρο 4, και τα παραρτήματα I, ΙΙ, XI και XII εφαρμόζονται από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 45

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 100 της 19.4.1994, σ. 1.

(4)  Βλέπε παράρτημα XI μέρος Α.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(6)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(7)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(8)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.

(9)  ΕΕ L 399 της 30.12.1989, σ. 18.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΟΜΑΔΩΝ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΣΕ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

1.   Ομάδα συσκευών I

α)

Η κατηγορία συσκευών Μ 1 περιλαμβάνει τις συσκευές που έχουν σχεδιαστεί και, όπου είναι απαραίτητο, εξοπλιστεί με πρόσθετα ειδικά μέσα προστασίας ώστε να μπορούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις λειτουργικές παραμέτρους του κατασκευαστή και να εξασφαλίζουν πολύ υψηλό επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές αυτής της κατηγορίας προορίζονται για υπόγειες εξορυκτικές εργασίες και για όσα τμήματα των εγκαταστάσεων εδάφους των ορυχείων κινδυνεύουν από το εκρηκτικό αέριο ή/και καύσιμες σκόνες.

Οι συσκευές αυτής της κατηγορίας πρέπει να παραμένουν σε λειτουργία ακόμα και σε περίπτωση σπανίας βλάβης της συσκευής, σε περιβάλλον εκρηκτικής ατμόσφαιρας και διαθέτουν μέσα προστασίας ώστε:

είτε σε περίπτωση βλάβης ενός μέσου προστασίας, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας από τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο δεύτερο μέσο,

ή, σε περίπτωση εμφάνισης δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους ελαττωμάτων, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές της παρούσας κατηγορίας πρέπει να ανταποκρίνονται στις συμπληρωματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II σημείο 2.0.1.

β)

Η κατηγορία συσκευών Μ 2 περιλαμβάνει τις συσκευές που έχουν σχεδιαστεί για να μπορούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις λειτουργικές παραμέτρους του κατασκευαστή και βασίζονται σε υψηλό επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές αυτής της κατηγορίας προορίζονται για υπόγειες εξορυκτικές εργασίες και για όσα τμήματα των εγκαταστάσεων εδάφους των ορυχείων ενδέχεται να κινδυνεύσουν από το εκρηκτικό αέριο ή/και καύσιμες σκόνες.

Σε περίπτωση εκδήλωσης εκρήξιμης ατμόσφαιρας, θα πρέπει να μπορεί να διακόπτεται η τροφοδοσία των συσκευών αυτών με ενέργεια.

Τα μέσα προστασίας για τις συσκευές αυτής της κατηγορίας εξασφαλίζουν το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας υπό συνθήκες κανονικής λειτουργίας, στις οποίες συμπεριλαμβάνονται δυσχερείς συνθήκες εκμετάλλευσης, ιδίως δε εκείνες που προκύπτουν από εντατική χρήση της συσκευής και από μεταβαλλόμενες συνθήκες του περιβάλλοντος χώρου.

Οι συσκευές της παρούσας κατηγορίας πρέπει να ανταποκρίνονται στις συμπληρωματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II σημείο 2.0.2.

2.   Ομάδα συσκευών II

α)

Η κατηγορία συσκευών 1 περιλαμβάνει τις συσκευές που έχουν σχεδιαστεί για να μπορούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις λειτουργικές παραμέτρους του κατασκευαστή και να εξασφαλίζουν πολύ υψηλό επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές της κατηγορίας αυτής προορίζονται για περιβάλλον όπου υπάρχουν διαρκώς, ή για μεγάλο διάστημα, ή συχνά, εκρηκτικές ατμόσφαιρες προκαλούμενες από μείγματα ατμοσφαιρικού αέρα με αέρια, ατμούς, συγκέντρωση σταγονιδίων ή μείγματα αέρα-σκόνης.

Οι συσκευές αυτής της κατηγορίας πρέπει να εξασφαλίζουν το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας, ακόμα και σε περίπτωση σπάνιας βλάβης της συσκευής, και διαθέτουν μέσα προστασίας ώστε:

είτε σε περίπτωση βλάβης ενός μέσου προστασίας, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας από τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο δεύτερο μέσο,

ή, σε περίπτωση εμφάνισης δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους ελαττωμάτων, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές της παρούσας κατηγορίας πρέπει να ανταποκρίνονται στις συμπληρωματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II σημείο 2.1.

β)

Η κατηγορία συσκευών 2 περιλαμβάνει τις συσκευές που έχουν σχεδιαστεί για να μπορούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις λειτουργικές παραμέτρους του κατασκευαστή και να εξασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές της κατηγορίας αυτής προορίζονται για περιβάλλον όπου είναι πιθανό να εκδηλωθούν εκρηκτικές ατμόσφαιρες προκαλούμενες από αέρια, ατμούς, συγκέντρωση σταγονιδίων ή μείγματα αέρα-σκόνης.

Τα μέσα προστασίας που διαθέτουν οι συσκευές αυτής της κατηγορίας εξασφαλίζουν το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας, ακόμα και σε περίπτωση συχνών βλαβών ή ελαττωματικών καταστάσεων λειτουργίας που, κατά κανόνα, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη.

Οι συσκευές της παρούσας κατηγορίας πρέπει να ανταποκρίνονται στις συμπληρωματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II σημείο 2.2.

γ)

Η κατηγορία συσκευών 3 περιλαμβάνει τις συσκευές που έχουν σχεδιαστεί για να μπορούν να λειτουργούν σύμφωνα με τις λειτουργικές παραμέτρους του κατασκευαστή, και να εξασφαλίζουν κανονικό επίπεδο προστασίας.

Οι συσκευές αυτής της κατηγορίας προορίζονται για περιβάλλον όπου υπάρχει μικρή πιθανότητα σχηματισμού εκρηκτικών ατμοσφαιρών προκαλούμενων από αέρια, ατμούς, συγκέντρωση σταγονιδίων, μείγματα αέρα-σκόνης και κατά πασά πιθανότητα οι ατμόσφαιρες αυτές θα σχηματίζονται σπάνια και δεν θα διατηρούνται παρά μόνο για βραχύ χρονικό διάστημα.

Οι συσκευές αυτής της κατηγορίας εξασφαλίζουν το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας.

Οι συσκευές της παρούσας κατηγορίας πρέπει να ανταποκρίνονται στις συμπληρωματικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο παράρτημα II σημείο 2.3.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΟΥΣΙΩΔΕΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΣΥΣΚΕΥΩΝ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΣΕ ΕΚΡΗΞΙΜΕΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΕΣ

Προκαταρκτικές παρατηρήσεις

Α.

Οι τεχνικές γνώσεις, οι οποίες μεταβάλλονται με ταχείς ρυθμούς, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και να εφαρμόζονται κατά το δυνατόν αμέσως.

Β.

Για τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β) ισχύουν οι ουσιώδεις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας μόνο στο βαθμό που είναι απαραίτητες για τον ασφαλή και αξιόπιστο χειρισμό και λειτουργία των διατάξεων αυτών, όσον αφορά τους κινδύνους έκρηξης.

1.   Κοινές απαιτήσεις για τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας

1.0.   Γενικές απαιτήσεις

1.0.1.   Αρχές της ενσωματωμένης ασφάλειας έναντι των εκρήξεων

Συσκευές και συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες πρέπει να σχεδιάζονται με πρόβλεψη ενσωματωμένης ασφάλειας κατά των εκρήξεων.

Για το σκοπό αυτό, ο κατασκευαστής λαμβάνει μέτρα ώστε:

να αποφεύγει, κατά κύριο λόγο, εάν είναι δυνατόν το σχηματισμό εκρηκτικών ατμοσφαιρών, οι οποίες μπορεί να παραχθούν ή να ελευθερωθούν από τις ίδιες τις συσκευές και τα συστήματα ασφάλειας,

να εμποδίζει την ανάφλεξη εκρηκτικών ατμοσφαιρών λαμβάνοντας υπόψη τη φύση κάθε πηγής ανάφλεξης, ηλεκτρικής ή μη,

στην περίπτωση που, παρ’ όλα αυτά, πραγματοποιείται έκρηξη η οποία ενδέχεται, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, να θέσει σε κίνδυνο πρόσωπα και, ενδεχομένως, οικόσιτα ζώα ή αγαθά, να τη σταματάει αμέσως ή/και να περιορίζει σε ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας την προσβαλλόμενη από τις φλόγες περιοχή και τις πιέσεις που προκαλούνται από έκρηξη.

1.0.2.   Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται λαμβανομένων υπόψη των ενδεχομένων ελαττωματικών καταστάσεων λειτουργίας ώστε να αποκλείονται κατά το δυνατόν επικίνδυνες καταστάσεις.

Η λογικά αναμενομένη κακή χρήση πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη.

1.0.3.   Ειδικές συνθήκες ελέγχου και συντήρησης

Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας που υπόκεινται σε ειδικές συνθήκες ελέγχου και συντήρησης πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται σύμφωνα με τις συνθήκες αυτές.

1.0.4.   Συνθήκες περιβάλλοντος χώρου

Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται σε συνάρτηση με τις υφιστάμενες ή προβλέψιμες συνθήκες περιβάλλοντος χώρου.

1.0.5.   Σήμανση

Σε κάθε συσκευή και σύστημα προστασίας πρέπει να αναγράφονται κατά τρόπο ευανάγνωστο και ανεξίτηλο οι ακόλουθες ελάχιστες ενδείξεις:

η επωνυμία, η καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα και η διεύθυνση του κατασκευαστή,

η σήμανση CE (βλέπε παράρτημα II του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008),

ο χαρακτηρισμός σειράς ή τύπου,

ο αριθμός παρτίδας ή σειράς, εάν υπάρχει,

το έτος κατασκευής,

η ειδική σήμανση προστασίας από εκρήξεις Image ακολουθούμενη από το σύμβολο της ομάδας συσκευών και της κατηγορίας,

για την ομάδα συσκευών II το γράμμα «G» (όσον αφορά τις εκρηκτικές ατμόσφαιρες που οφείλονται στην παρουσία αερίων, ατμών ή συγκεντρώσεις σταγονιδίων)

ή/και

το γράμμα «D» (όσον αφορά τις εκρηκτικές ατμόσφαιρες που οφείλονται στην παρουσία σκόνης).

Εξάλλου, και εφόσον είναι αναγκαίο, πρέπει επίσης να φέρουν όλες τις απαραίτητες ενδείξεις για την ασφαλή χρήση.

1.0.6.   Οδηγίες χρήσης

α)

Κάθε συσκευή και σύστημα προστασίας πρέπει να συνοδεύεται από οδηγίες χρήσης που να περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τις ακόλουθες ενδείξεις:

υπόμνηση των ενδείξεων που προβλέπονται για τη σήμανση πλην του αριθμού παρτίδας ή σειράς (βλέπε σημείο 1.0.5), οι οποίες συμπληρώνονται, ενδεχομένως, με ενδείξεις για τη διευκόλυνση της συντήρησης (για παράδειγμα: διεύθυνση του επισκευαστή κ.λπ.),

οδηγίες ώστε να γίνονται ακίνδυνα:

η έναρξη λειτουργίας,

η χρησιμοποίηση,

η συναρμολόγηση, η αποσυναρμολόγηση,

η συντήρηση (τακτική συντήρηση και επισκευή βλαβών),

η εγκατάσταση,

η ρύθμιση,

εάν είναι αναγκαίο, ένδειξη των επικίνδυνων ζωνών που βρίσκονται απέναντι από τις διατάξεις εκτόνωσης της πίεσης,

εάν είναι αναγκαίο, οδηγίες εκπαίδευσης,

τις ενδείξεις που απαιτούνται ώστε να καθορίζεται, εν πλήρη γνώσει του θέματος, εάν μία συσκευή μιας δεδομένης κατηγορίας ή ένα σύστημα προστασίας μπορεί να χρησιμοποιηθεί ακίνδυνα στον προβλεπόμενο χώρο και υπό τις αναμενόμενες συνθήκες λειτουργίας,

τις ηλεκτρικές παραμέτρους, τις πιέσεις, τις μέγιστες επιφανειακές θερμοκρασίες ή άλλες οριακές τιμές,

εάν είναι αναγκαίο, τις ειδικές συνθήκες χρήσης, συμπεριλαμβανομένων των ενδείξεων για ενδεχόμενες αντικανονικές χρήσεις όπως έχουν προκύψει εκ πείρας,

εάν είναι αναγκαίο, τα βασικά χαρακτηριστικά των εργαλείων που μπορούν να προσαρμοσθούν πάνω στη συσκευή ή στο σύστημα προστασίας.

β)

Οι οδηγίες χρήσης περιλαμβάνουν τα σχέδια και τις γραφικές παραστάσεις που απαιτούνται για τη λειτουργία, τη συντήρηση, την επιθεώρηση, τον έλεγχο της ορθής λειτουργίας και, ενδεχομένως, την επισκευή της συσκευής ή του συστήματος προστασίας, καθώς και όλες τις χρήσιμες οδηγίες ιδίως στον τομέα της ασφάλειας.

γ)

Κάθε τεκμηρίωση που παρουσιάζει τη συσκευή ή το σύστημα προστασίας δεν πρέπει να αντιφάσκει προς τις οδηγίες χρήσης όσον αφορά τα θέματα ασφάλειας.

1.1.   Επιλογή των υλικών

1.1.1.   Τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή των συσκευών και των συστημάτων προστασίας δεν πρέπει να προκαλούν την έναρξη έκρηξης, λαμβανομένων υπόψη των προβλέψιμων δυσχερειών λειτουργίας.

1.1.2.   Υπό τις συνθήκες χρήσης που προβλέπει ο κατασκευαστής, δεν πρέπει να δημιουργούνται, μεταξύ των χρησιμοποιούμενων υλικών και των συνιστωσών της εκρήξιμης ατμόσφαιρας, αντιδράσεις που θα μπορούσαν να υποβαθμίσουν την ικανότητα πρόληψης των εκρήξεων.

1.1.3.   Τα υλικά πρέπει να επιλέγονται κατά τρόπο ώστε οι αναμενόμενες μεταβολές των χαρακτηριστικών τους και η συμβατότητα με άλλα υλικά σε περίπτωση συνδυασμού, να μην συνεπάγονται μείωση της εξασφαλιζόμενης προστασίας· ιδίως όσον αφορά την αντοχή στη διάβρωση, την αντοχή στη φθορά, την ηλεκτρική αγωγιμότητα, τη μηχανική αντοχή, την παλαίωση και τις συνέπειες των μεταβολών της θερμοκρασίας

1.2.   Μελέτη και κατασκευή

1.2.1.   Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται βάσει των τεχνολογικών γνώσεων στον τομέα της προστασίας από εκρήξεις, ώστε να μπορούν να λειτουργούν ασφαλώς καθ’ όλη την προσδοκώμενη διάρκεια ζωής τους.

1.2.2.   Τα κατασκευαστικά μέρη του προορίζονται να ενσωματωθούν ή να χρησιμοποιηθούν ως ανταλλακτικά σε συσκευές και συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπο που να παρέχει ασφάλεια λειτουργίας ανάλογη με τη χρήση για την οποία προορίζονται όσον αφορά την προστασία από εκρήξεις, όταν προσαρμόζονται σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή.

1.2.3.   Τρόπος κατασκευής εντός περιβλήματος και πρόληψη των ελαττωμάτων σχετικά με τη στεγανότητα

Οι συσκευές που ενδέχεται να δημιουργήσουν αέρια ή εύφλεκτες σκόνες πρέπει να περιλαμβάνουν στο μέτρο του δυνατού, μόνο κλειστά περιβλήματα.

Εάν αυτές οι συσκευές έχουν ανοίγματα ή ελαττώματα μη στεγανότητας πρέπει να είναι, κατά το δυνατόν, τέτοια ώστε οι εκπομπές αερίων ή σκόνης να μην μπορούν να δημιουργήσουν εκρηκτικές ατμόσφαιρες στο εξωτερικό της συσκευής.

Τα ανοίγματα που προορίζονται για το γέμισμα ή το άδειασμα πρέπει να σχεδιάζονται και να εξοπλίζονται κατά τρόπο ώστε να περιορίζονται, κατά το δυνατόν, οι εκπομπές εύφλεκτων υλών κατά το γέμισμα ή το άδειασμα των συσκευών.

1.2.4.   Αποθέματα σκόνης

Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας που προορίζονται για χρήση σε περιοχές εκτεθειμένες στη σκόνη πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε οι αποθέσεις σκόνης στις επιφάνειές τους να μην μπορούν να προκαλέσουν την ανάφλεξή τους.

Κατά κανόνα, οι αποθέσεις σκόνης πρέπει να είναι κατά το δυνατόν περιορισμένες. Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας, πρέπει να καθαρίζονται εύκολα.

Οι επιφανειακές θερμοκρασίες των τμημάτων των συσκευών πρέπει να είναι σαφώς κατώτερες από τις θερμοκρασίες ανάφλεξης της επικαθήμενης σκόνης.

Πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το πάχος του στρώματος της σκόνης και, ενδεχομένως, να λαμβάνονται μέτρα για τον περιορισμό των θερμοκρασιών ώστε να αποφεύγεται η συσσώρευση θερμότητας.

1.2.5.   Συμπληρωματικά μέσα προστασίας

Συσκευές και συστήματα προστασίας που ενδέχεται να εκτεθούν σε ορισμένα είδη εξωτερικών καταπονήσεων, πρέπει να εξοπλίζονται με συμπληρωματικά μέσα προστασίας, όπου αυτό είναι απαραίτητο.

Οι συσκευές πρέπει να ανθίστανται στις καταπονήσεις που υφίστανται χωρίς να επηρεάζεται η προστασία από εκρήξεις.

1.2.6.   Ασφαλές άνοιγμα

Σε περίπτωση που οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας βρίσκονται μέσα σε κιβώτιο ή περίβλημα που αποτελεί μέρος της ίδιας της προστασίας έναντι των εκρήξεων, πρέπει να μπορούν να ανοίγονται μόνον με ειδικό εργαλείο ή κατάλληλα μέσα προστασίας.

1.2.7.   Προστασία από άλλους κινδύνους

Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπο ώστε:

α)

να αποφεύγονται οι κίνδυνοι τραυματισμού ή άλλες βλάβες που μπορούν να προκληθούν από άμεση ή έμμεση επαφή·

β)

να μην αναπτύσσονται θερμοκρασίες στην επιφάνεια των προσιτών μερών ή ακτινοβολίες που μπορεί να είναι επικίνδυνες·

γ)

να μην υπάρχουν κίνδυνοι μη ηλεκτρικής φύσης οι οποίοι είναι γνωστοί εκ πείρας·

δ)

προβλεπόμενες συνθήκες υπερφόρτωσης να μην δημιουργούν επικίνδυνες καταστάσεις.

Όταν, για την περίπτωση συσκευών και συστημάτων προστασίας, οι κίνδυνοι που αναφέρονται στον παρόν σημείο καλύπτονται, στο σύνολο τους ή εν μέρει, από άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης, η παρούσα οδηγία δεν ισχύει ή παύει να ισχύει για αυτές τις συσκευές και τα συστήματα προστασίας και για αυτούς τους κινδύνους, μόλις τεθούν σε εφαρμογή οι εν λόγω ειδικές νομοθετικές πράξεις της Ένωσης.

1.2.8.   Υπερφόρτωση των συσκευών

Πρέπει να αποφεύγεται η επικίνδυνη υπερφόρτωση των συσκευών μέσω ενσωματωμένων διατάξεων μέτρησης, χειρισμού και ρύθμισης ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού, και πιο συγκεκριμένα μέσω περιοριστών υπερεντάσεων, περιοριστών θερμοκρασίας, διακοπτών διαφορικής πίεσης, μετρητών παροχής, ηλεκτρονόμων καθυστέρησης, στροφομέτρων ή/και διατάξεων επιτήρησης του ίδιου τύπου.

1.2.9.   Συστήματα περιβλημάτων ανθεκτικών στις εκπυρσοκροτήσεις

Κατά την τοποθέτηση τμημάτων που μπορούν να προκαλέσουν ανάφλεξη εκρηκτικής ατμόσφαιρας μέσα σε περίβλημα, πρέπει να εξασφαλίζεται ότι το περίβλημα είναι ανθεκτικό στην πίεση που δημιουργείται από την έκρηξη εκρηκτικού μείγματος στο εσωτερικό του και ότι εμποδίζει τη μετάδοση της έκρηξης στην εκρηκτική ατμόσφαιρα γύρω από το περίβλημα.

1.3.   Πιθανές πηγές ανάφλεξης

1.3.1.   Κίνδυνοι από διάφορες πηγές ανάφλεξης

Δεν πρέπει να δημιουργούνται πιθανές πηγές ανάφλεξης, όπως σπινθήρες, φλόγες, ηλεκτρικά τόξα, υψηλές επιφανειακές θερμοκρασίες, ηχητική ενέργεια, ακτινοβολία στο οπτικό πεδίο, ηλεκτρομαγνητικά κύματα, καθώς και άλλες σχετικές πηγές.

1.3.2.   Κίνδυνοι προερχόμενοι από στατικό ηλεκτρισμό

Οι ηλεκτροστατικές φορτίσεις, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν επικίνδυνες εκκενώσεις, πρέπει να αποφεύγονται με τη λήψη καταλλήλων μέτρων.

1.3.3.   Κίνδυνοι από ηλεκτρικά παρασιτικά ρεύματα και ρεύματα διαρροής

Πρέπει να αποφεύγεται η δημιουργία, μέσα σε αγώγιμα μέρη των συσκευών, ηλεκτρικών παρασιτικών ρευμάτων και ρευμάτων διαρροής τα οποία μπορούν να προκαλέσουν π.χ. επικίνδυνες διαβρώσεις, υπερθέρμανση επιφανειών ή σπινθήρες ανάφλεξης.

1.3.4.   Κίνδυνοι από μη αποδεκτή υπερθέρμανση

Ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού, πρέπει κατά το δυνατόν να προλαμβάνονται οι απαράδεκτες υπερθερμάνσεις, οι οποίες μπορούν να προκύψουν από τριβές και κρούσεις, π.χ. μεταξύ υλικών σε μέρη που έρχονται σε επαφή διά περιστροφής, ή μέσω διείσδυσης ξένων σωμάτων.

1.3.5.   Κίνδυνοι που προέρχονται από την εξίσωση των πιέσεων

Η εξίσωση των πιέσεων πρέπει, ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού με ενσωματωμένες διατάξεις μετρήσεων, ελέγχου και ρύθμισης αντιστοίχως, να γίνεται κατά τρόπο που να μην προκαλεί τη δημιουργία ωστικών κυμάτων και συμπιέσεων που μπορούν να προκαλέσουν ανάφλεξη.

1.4.   Κίνδυνοι από εξωτερικές διαταραχές

1.4.1.   Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπο ώστε να είναι σε θέση να εκτελέσουν ασφαλώς τις λειτουργίες για τις οποίες προορίζονται, εντός των ορίων των προδιαγραφών εκμετάλλευσης που καταρτίζονται από τον κατασκευαστή, ακόμα και σε μεταβαλλόμενες συνθήκες περιβάλλοντος και υπό την επίδραση εξωτερικών υπερτάσεων ή περιπτώσεις υπερβολικής υγρασίας, κραδασμών, ρυπάνσεων και λοιπών εξωτερικών διαταραχών.

1.4.2.   Τα τμήματα των συσκευών πρέπει να είναι σε θέση να ανταπεξέλθουν στις προβλεπόμενες μηχανικές και θερμικές καταπονήσεις καθώς και στις επιδράσεις υφισταμένων ή αναμενόμενων δραστικών ουσιών.

1.5.   Απαιτήσεις για τις συσκευές ασφάλειας

1.5.1.   Οι διατάξεις ασφάλειας πρέπει να λειτουργούν ανεξάρτητα από τις διατάξεις μέτρησης ή/και ελέγχου που απαιτεί η συσκευή.

Η διάγνωση της βλάβης μιας διάταξης ασφάλειας πρέπει κατά το δυνατόν να γίνεται αρκετά έγκαιρα, μέσω κατάλληλων τεχνικών μέσων, ώστε να υπάρχει ελάχιστη πιθανότητα εμφάνισης μιας επικίνδυνης κατάστασης.

Κατά κανόνα, πρέπει να εφαρμόζεται η αρχή «σύστημα ασφαλές σε περίπτωση βλάβης» (fail-safe).

Κατά κανόνα, οι σχετικές με την ασφάλεια εντολές πρέπει να μεταδίδονται απευθείας στην αντίστοιχη διάταξη ελέγχου χωρίς παρεμβολή του λογισμικού.

1.5.2.   Σε περίπτωση βλάβης μιας διάταξης ασφάλειας πρέπει, κατά το δυνατόν, οι συσκευές ή/και τα συστήματα προστασίας να τίθενται σε ασφαλή κατάσταση.

1.5.3.   Τα συστήματα επειγούσης διακοπής της λειτουργίας των διατάξεων ασφάλειας πρέπει, κατά το δυνατόν, να διαθέτουν φραγές που εμποδίζουν την ακούσια επανενεργοποίηση. Νέα εντολή εκκίνησης μπορεί να εκτελεσθεί μόνον αφού το σύστημα φραγής κατά της επανεκκίνησης έχει εκουσίως επανατεθεί στη θέση λειτουργίας.

1.5.4.   Συστήματα ενδείξεων και εντολών

Όπου χρησιμοποιούνται συστήματα ενδείξεων και εντολών, πρέπει να είναι σχεδιασμένα σύμφωνα με εργονομικές αρχές ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή ασφάλεια λειτουργίας όσον αφορά τον κίνδυνο έκρηξης.

1.5.5.   Απαιτήσεις όσον αφορά τις διατάξεις μετρήσεων για την προστασία από εκρήξεις

Οι διατάξεις μετρήσεων πρέπει ιδίως, εφόσον αφορούν τις συσκευές που χρησιμοποιούνται σε εκρήξιμες ατμόσφαιρες, να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται ώστε να ανταποκρίνονται στην προβλεπόμενη ικανότητα λειτουργίας τους και στις ειδικές συνθήκες χρήσης τους.

1.5.6.   Όπου είναι απαραίτητο, πρέπει να είναι δυνατός ο έλεγχος της ακρίβειας των ενδείξεων και της λειτουργικής ετοιμότητας των διατάξεων μετρήσεων.

1.5.7.   Ο σχεδιασμός διατάξεων μετρήσεων πρέπει να βασίζεται σε έναν συντελεστή ασφάλειας ο οποίος εξασφαλίζει ότι το κατώφλι συναγερμού βρίσκεται αρκετά μακριά από τα όρια έκρηξης ή/και ανάφλεξης των μετρουμένων ατμοσφαιρών, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη τις συνθήκες λειτουργίας της εγκατάστασης και τις δυνατές αποκλίσεις του συστήματος μέτρησης.

1.5.8.   Κίνδυνοι προερχόμενοι από το λογισμικό

Ήδη κατά το σχεδιασμό συσκευών, συστημάτων προστασίας και διατάξεων ασφάλειας που λειτουργούν με λογισμικό, πρέπει να λαμβάνονται όλως ιδιαιτέρως υπόψη οι κίνδυνοι που προέρχονται από λάθη στο πρόγραμμα.

1.6.   Συνυπολογισμός των απαιτήσεων ασφάλειας του συστήματος

1.6.1.   Πρέπει να είναι δυνατή, με άμεση παρέμβαση, η διακοπή της λειτουργίας των συσκευών και των συστημάτων προστασίας που ενσωματώνονται σε αυτόματες διαδικασίες, εφόσον τούτο δεν θίγει τις καλές συνθήκες ασφάλειας.

1.6.2.   Κατά την ενεργοποίηση του συστήματος διακοπής λειτουργίας σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, η συσσωρευμένη ενέργεια πρέπει να διαχέεται ή να απομονώνεται με τον ταχύτερο και ασφαλέστερο δυνατό τρόπο, ώστε να μην αποτελεί πλέον πηγή κινδύνου.

Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για ηλεκτροχημικά συσσωρευμένη ενέργεια.

1.6.3.   Κίνδυνοι από τη διακοπή παροχής ενέργειας

Οι συσκευές και τα συστήματα ασφάλειας στα οποία η διακοπή παροχής ενέργειας μπορεί να προκαλέσει πρόσθετους κινδύνους, πρέπει να είναι δυνατόν να διατηρούνται σε ασφαλή κατάσταση λειτουργίας, ανεξάρτητα από την υπόλοιπη εγκατάσταση.

1.6.4.   Κίνδυνοι από εξαρτήματα σύνδεσης

Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας πρέπει να διαθέτουν κατάλληλα σημεία εισόδου καλωδίων και αγωγών.

Οι συσκευές και τα συστήματα προστασίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν σε συνδυασμό με άλλες συσκευές και συστήματα προστασίας, πρέπει να είναι ασφαλείς ως προς τη διασύνδεσή τους.

1.6.5.   Τοποθέτηση διατάξεων συναγερμού ως μέρη συσκευής

Όταν μια συσκευή ή ένα σύστημα προστασίας περιλαμβάνει διατάξεις ανίχνευσης ή συναγερμού που προορίζονται για την παρακολούθηση του σχηματισμού εκρηκτικής ατμόσφαιρας, πρέπει να παρέχονται οι απαιτούμενες ενδείξεις για την κατάλληλη τοποθέτηση αυτών των διατάξεων.

2.   Συμπληρωματικές απαιτήσεις για τις συσκευές

2.0.   Απαιτήσεις που ισχύουν για τις συσκευές της ομάδας I

2.0.1.   Απαιτήσεις που ισχύουν για τις συσκευές της κατηγορίας Μ 1 της ομάδας I

2.0.1.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η ενεργοποίηση των πηγών ανάφλεξης ακόμα και σε περίπτωση σπάνιας βλάβης της συσκευής.

Πρέπει να διαθέτουν μέσα προστασίας ώστε:

είτε σε περίπτωση βλάβης ενός μέσου προστασίας, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας από τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο δεύτερο μέσο,

ή, σε περίπτωση εμφάνισης δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους ελαττωμάτων, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας.

Όπου είναι αναγκαίο, οι συσκευές πρέπει να είναι εξοπλισμένες με πρόσθετα ειδικά μέσα προστασίας.

Πρέπει να μπορούν να παραμένουν σε λειτουργία σε περιβάλλον εκρηκτικής ατμόσφαιρας.

2.0.1.2.

Εφόσον απαιτείται, οι συσκευές πρέπει να είναι κατασκευασμένες έτσι ώστε να μην μπορεί να διεισδύσει σκόνη στο εσωτερικό τους.

2.0.1.3.

Οι επιφανειακές θερμοκρασίες τμημάτων των συσκευών πρέπει να διατηρούνται σαφώς κάτω από την προβλεπόμενη θερμοκρασία ανάφλεξης των μειγμάτων σκόνης/αέρα, προς αποφυγή ανάφλεξης της αιωρούμενης σκόνης.

2.0.1.4.

Οι συσκευές πρέπει να είναι σχεδιασμένες κατά τρόπον ώστε το άνοιγμα τμημάτων συσκευών που ενδέχεται να αποτελέσουν πηγές ανάφλεξης να είναι δυνατόν μόνον όταν η συσκευή δεν τροφοδοτείται με ενέργεια ή υπό συνθήκες ενδογενούς ασφάλειας. Όταν δεν είναι δυνατό οι συσκευές να τεθούν εκτός λειτουργίας, ο κατασκευαστής οφείλει να επιθέσει προειδοποιητική ετικέτα ασφάλειας στα ανοίγματα των μερών τους.

Εφόσον απαιτείται, οι συσκευές πρέπει να είναι εξοπλισμένες με συμπληρωματικά, κατάλληλα συστήματα εμπλοκής.

2.0.2.   Απαιτήσεις που ισχύουν για τις συσκευές της κατηγορίας Μ 2 της ομάδας I

2.0.2.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να μην ενεργοποιούνται πηγές ανάφλεξης κατά τη διάρκεια της κανονικής λειτουργίας, ακόμα και υπό δυσχερείς συνθήκες εκμετάλλευσης, ιδίως δε εκείνες που προκύπτουν από εντατική χρήση της συσκευής και από μεταβαλλόμενες συνθήκες του περιβάλλοντος χώρου.

Σε περίπτωση σχηματισμού εκρήξιμης ατμόσφαιρας, θα πρέπει να μπορεί να διακόπτεται η τροφοδοσία αυτών των συσκευών με ενέργεια.

2.0.2.2.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε τα τμήματα συσκευών που ενδέχεται να αποτελέσουν πηγές ανάφλεξης, να μπορούν να ανοίγονται μόνον όταν δεν τροφοδοτούνται με ενέργεια ή μέσω κατάλληλων συστημάτων εμπλοκής. Όταν δεν είναι δυνατό οι συσκευές να τεθούν εκτός λειτουργίας, ο κατασκευαστής οφείλει να επιθέσει προειδοποιητική ετικέτα ασφάλειας στα ανοίγματα των μερών τους.

2.0.2.3.

Ως προς τα μέτρα προστασίας από εκρήξεις που οφείλονται στην ύπαρξη σκόνης ισχύουν οι αντίστοιχες απαιτήσεις των συσκευών της κατηγορίας Μ 1.

2.1.   Απαιτήσεις που ισχύουν για τις συσκευές της κατηγορίας 1 της ομάδας II

2.1.1.   Εκρηκτικές ατμόσφαιρες λόγω ύπαρξης αερίων ατμών ή συγκέντρωσης σταγονιδίων

2.1.1.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η ενεργοποίηση των πηγών ανάφλεξης ακόμα και σε περίπτωση σπάνιας βλάβης της συσκευής.

Πρέπει να διαθέτουν μέσα προστασίας ώστε:

είτε σε περίπτωση βλάβης ενός μέσου προστασίας, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας από τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο δεύτερο μέσο,

ή, σε περίπτωση εμφάνισης δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους ελαττωμάτων, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας.

2.1.1.2.

Για συσκευές με επιφάνειες που μπορούν να θερμανθούν, πρέπει να εξασφαλίζεται η μη υπέρβαση των ονομαστικών ανώτατων επιφανειακών θερμοκρασιών, ακόμα και στις δυσμενέστερες περιπτώσεις.

Στα πλαίσια αυτά πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη άνοδοι της θερμοκρασίας που οφείλονται σε συσσώρευση θερμότητας και σε χημικές αντιδράσεις.

2.1.1.3.

Οι συσκευές πρέπει να είναι σχεδιασμένες κατά τρόπον ώστε το άνοιγμα τμημάτων συσκευών που ενδέχεται να αποτελέσουν πηγές ανάφλεξης να είναι δυνατόν μόνον όταν η συσκευή δεν τροφοδοτείται με ενέργεια ή υπό συνθήκες ενδογενούς ασφάλειας. Όταν δεν είναι δυνατό οι συσκευές να τεθούν εκτός λειτουργίας, ο κατασκευαστής οφείλει να επιθέσει προειδοποιητική ετικέτα ασφάλειας στα ανοίγματα των μερών τους.

Εφόσον απαιτείται, οι συσκευές πρέπει να είναι εξοπλισμένες με συμπληρωματικά, κατάλληλα συστήματα εμπλοκής.

2.1.2.   Εκρηκτικές ατμόσφαιρες λόγω ύπαρξης μειγμάτων σκόνης/αέρα

2.1.2.1.

Οι συσκευές πρέπει να είναι σχεδιασμένες και κατασκευασμένες κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η ανάφλεξη υφισταμένων μειγμάτων σκόνης/αέρα, ακόμα και στην περίπτωση σπάνιας βλάβης της συσκευής.

Πρέπει να διαθέτουν μέσα προστασίας ώστε:

είτε σε περίπτωση βλάβης ενός μέσου προστασίας, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας από τουλάχιστον ένα ανεξάρτητο δεύτερο μέσο,

ή, σε περίπτωση εμφάνισης δύο ανεξάρτητων μεταξύ τους ελαττωμάτων, να παρέχεται το απαιτούμενο επίπεδο προστασίας.

2.1.2.2.

Εφόσον απαιτείται, οι συσκευές πρέπει να κατασκευάζονται έτσι ώστε η είσοδος ή έξοδος σκόνης να γίνεται μόνον από τα σημεία των συσκευών που προβλέπονται γι’ αυτό το σκοπό.

Η απαίτηση αυτή ισχύει επίσης για τα σημεία εισόδου καλωδίων και τα προβλεπόμενα εξαρτήματα σύνδεσης.

2.1.2.3.

Οι επιφανειακές θερμοκρασίες τμημάτων των συσκευών πρέπει να διατηρούνται σαφώς κάτω από την προβλεπόμενη θερμοκρασία ανάφλεξης των μειγμάτων σκόνης/αέρα, προς αποφυγή ανάφλεξης της αιωρούμενης σκόνης.

2.1.2.4.

Σχετικά με το ασφαλές άνοιγμα τμημάτων των συσκευών ισχύει η σχετική απαίτηση 2.1.1.3.

2.2.   Απαιτήσεις που ισχύουν για τις συσκευές της κατηγορίας 2 της ομάδας II

2.2.1.   Εκρηκτικές ατμόσφαιρες λόγω ύπαρξης αερίων ατμών ή συγκέντρωσης σταγονιδίων

2.2.1.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι πηγές ανάφλεξης, ακόμα και στην περίπτωση συχνών βλαβών ή ελαττωματικών καταστάσεων λειτουργίας των συσκευών οι οποίες πρέπει συνήθως να λαμβάνονται υπόψη.

2.2.1.2.

Τα τμήματα των συσκευών πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να μην σημειώνεται υπέρβαση των επιφανειακών τους θερμοκρασιών, ακόμα και στην περίπτωση κινδύνων που οφείλονται σε ανώμαλες καταστάσεις που προβλέπει ο κατασκευαστής.

2.2.1.3.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε τα τμήματα συσκευών που ενδέχεται να αποτελέσουν πηγές ανάφλεξης, να μπορούν να ανοίγονται μόνον όταν δεν τροφοδοτούνται με ενέργεια ή μέσω κατάλληλων συστημάτων εμπλοκής. Όταν δεν είναι δυνατό οι συσκευές να τεθούν εκτός λειτουργίας, ο κατασκευαστής οφείλει να επιθέσει προειδοποιητική ετικέτα ασφάλειας στα ανοίγματα των μερών τους.

2.2.2.   Εκρηκτικές ατμόσφαιρες λόγω ύπαρξης μειγμάτων σκόνης/αέρα

2.2.2.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η ανάφλεξη μειγμάτων σκόνης/αέρα, ακόμα και όταν η ανάφλεξη οφείλεται σε συχνές βλάβες ή σε ελαττωματικές καταστάσεις λειτουργίας των συσκευών που πρέπει κατά κανόνα να λαμβάνονται υπόψη.

2.2.2.2.

Σχετικά με τις επιφανειακές θερμοκρασίες ισχύει η απαίτηση του σημείου 2.1.2.3.

2.2.2.3.

Όσον αφορά την προστασία από τη σκόνη, ισχύει η απαίτηση του σημείου 2.1.2.2.

2.2.2.4.

Σχετικά με το ασφαλές άνοιγμα τμημάτων των συσκευών ισχύει η σχετική απαίτηση 2.2.1.3.

2.3.   Απαιτήσεις που ισχύουν για τις συσκευές της κατηγορίας 3 της ομάδας II

2.3.1.   Εκρηκτικές ατμόσφαιρες λόγω ύπαρξης αερίων ατμών ή συγκέντρωσης σταγονιδίων

2.3.1.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και να κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι προβλέψιμες πηγές ανάφλεξης κατά τη διάρκεια κανονικής λειτουργίας.

2.3.1.2.

Οι προκύπτουσες επιφανειακές θερμοκρασίες δεν επιτρέπεται, υπό τις προβλεπόμενες συνθήκες λειτουργίας, να υπερβαίνουν τις μέγιστες ονομαστικές επιφανειακές θερμοκρασίες. Υπέρβασή τους επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, εάν ο κατασκευαστής έχει λάβει ειδικά πρόσθετα μέτρα ασφάλειας.

2.3.2.   Εκρηκτικές ατμόσφαιρες λόγω ύπαρξης μειγμάτων σκόνης/αέρα

2.3.2.1.

Οι συσκευές πρέπει να σχεδιάζονται και κατασκευάζονται κατά τρόπον ώστε υπό κανονικές συνθήκες λειτουργίας να αποφεύγεται η ανάφλεξη μειγμάτων σκόνης/αέρα από προβλέψιμες πηγές ανάφλεξης.

2.3.2.2.

Σχετικά με τις επιφανειακές θερμοκρασίες ισχύει η απαίτηση του σημείου 2.1.2.3.

2.3.2.3.

Οι συσκευές, συμπεριλαμβανομένων των σημείων εισόδου καλωδίων και των προβλεπόμενων εξαρτημάτων σύνδεσης, πρέπει να κατασκευάζονται λαμβάνοντας υπόψη τις διαστάσεις των σωματιδίων σκόνης, κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η δημιουργία εκρήξιμων μειγμάτων αέρα-σκόνης και η επικίνδυνη εναπόθεση σκόνης στο εσωτερικό τους.

3.   Συμπληρωματικές απαιτήσεις για τα συστήματα προστασίας

3.0.   Γενικές απαιτήσεις

3.0.1.   Τα συστήματα προστασίας πρέπει να διαθέτουν διαστάσεις που να περιορίζουν τις επιπτώσεις της έκρηξης σε ικανοποιητικό επίπεδο ασφάλειας.

3.0.2.   Τα συστήματα προστασίας πρέπει να σχεδιάζονται και να τοποθετούνται κατά τρόπον ώστε να αποφεύγεται η μετάδοση των εκρήξεων μέσω επικινδύνων αλυσωτών αντιδράσεων ή φλογών και να εμποδίζεται η εξέλιξη εκρήξεων που βρίσκονται στη γένεσή τους σε μεγάλης κλίμακας εκρηκτικές εκτονώσεις.

3.0.3.   Σε περίπτωση διακοπής της παροχής ενέργειας, τα συστήματα προστασίας πρέπει να εξακολουθούν να διατηρούν την ικανότητα λειτουργίας τους επί επαρκές χρονικό διάστημα για την αποφυγή επικινδύνων καταστάσεων.

3.0.4.   Τα συστήματα προστασίας δεν πρέπει να παρουσιάζουν βλάβες λειτουργίας οφειλόμενες σε εξωτερικές διαταραχές.

3.1.   Μελέτη και σχεδιασμός

3.1.1.   Επιλογή των υλικών

Η μέγιστη πίεση και θερμοκρασία που λαμβάνονται υπόψη για τη μελέτη των χαρακτηριστικών των υλικών είναι η αναμενόμενη εκρηκτική πίεση υπό ακραίες συνθήκες λειτουργίας, καθώς και η αναμενόμενη θερμογόνα δράση της φλόγας.

3.1.2.   Τα συστήματα προστασίας που έχουν σχεδιαστεί ώστε να είναι ανθεκτικά σε εκρήξεις ή να τις περιορίζουν πρέπει να είναι ανθεκτικά στο παραγόμενο ωστικό κύμα, χωρίς να χάνεται η ακεραιότητα του συστήματος.

3.1.3.   Τα συνδεόμενα με τα συστήματα προστασίας εξαρτήματα πρέπει να είναι ανθεκτικά στην προβλεπόμενη μέγιστη εκρηκτική πίεση χωρίς να χάνουν την ικανότητα λειτουργίας τους.

3.1.4.   Οι αντιδράσεις που προκαλεί η πίεση στις περιφερειακές συσκευές και τις συνδεόμενες σ’ αυτές σωληνώσεις πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη μελέτη και το σχεδιασμό των συστημάτων προστασίας.

3.1.5.   Διατάξεις εκτόνωσης

Όταν αναμένεται υπέρβαση της δομικής αντοχής των συστημάτων προστασίας στις καταπονήσεις, πρέπει η μελέτη να προβλέπει κατάλληλες διατάξεις εκτόνωσης οι οποίες να μην θέτουν σε κίνδυνο το προσωπικό που βρίσκεται πλησίον του συστήματος προστασίας.

3.1.6.   Συστήματα ανάσχεσης εκρήξεων

Τα συστήματα ανάσχεσης εκρήξεων πρέπει να μελετώνται και να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε, σε περίπτωση ατυχήματος, να ελέγχουν το ταχύτερο δυνατόν τη γεννώμενη έκρηξη και να την εξουδετερώνουν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τη μέγιστη αύξηση της πίεσης και τη μέγιστη εκρηκτική πίεση.

3.1.7.   Συστήματα αποσύνδεσης

Τα συστήματα αποσύνδεσης που προβλέπονται για την ταχύτερη δυνατή απομόνωση ορισμένων συσκευών, σε περίπτωση εκρήξεων που βρίσκονται στη γένεσή τους, μέσω ειδικών διατάξεων, πρέπει να μελετώνται και να σχεδιάζονται κατά τρόπον ώστε να παραμένουν πυρασφαλή στη μετάδοση εσωτερικής ανάφλεξης και να διατηρούν τη μηχανική τους αντοχή υπό συνθήκες λειτουργίας.

3.1.8.   Τα συστήματα προστασίας πρέπει να μπορούν να ενσωματώνονται στα κυκλώματα με ένα κατάλληλο όριο συναγερμού ώστε, εάν παραστεί ανάγκη, να διακόπτεται τροφοδοσία και απαγωγή, καθώς και να τίθενται εκτός λειτουργίας τα μέρη των συσκευών για τα οποία δεν υπάρχει πλέον εγγύηση ασφαλούς λειτουργίας.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΝΟΤΗΤΑ B:   ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΥΠΟΥ ΕΕ

1.

Η εξέταση τύπου ΕΕ είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο κοινοποιημένος οργανισμός εξετάζει τον τεχνικό σχεδιασμό προϊόντος και επαληθεύει και βεβαιώνει ότι ο τεχνικός σχεδιασμός του προϊόντος πληροί τις απαιτήσεις της οδηγίας που εφαρμόζεται σε αυτό.

2.

Η εξέταση τύπου ΕΕ διενεργείται με εξέταση δείγματος, αντιπροσωπευτικού της εξεταζόμενης παραγωγής, από το πλήρες προϊόν (τύπος παραγωγής).

3.

Η αίτηση για εξέταση τύπου ΕΕ υποβάλλεται από τον κατασκευαστή σε έναν κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

την επωνυμία και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, αν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος καθιστά εφικτή την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του προϊόντος προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις εφαρμοστέες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που αυτό απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει τουλάχιστον:

i)

γενική περιγραφή του προϊόντος,

ii)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

iii)

τις περιγραφές και επεξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του προϊόντος,

iv)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων υγεία και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,

v)

τα αποτελέσματα των υπολογισμών σχεδιασμού, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ. και

vi)

εκθέσεις δοκιμών,

δ)

τα αντιπροσωπευτικά δείγματα της εξεταζόμενης παραγωγής. Ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να ζητήσει επιπλέον δείγματα, εφόσον αυτό απαιτείται για τη διεξαγωγή του προγράμματος δοκιμών.

4.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

4.1.

εξετάζει τον τεχνικό φάκελο, επαληθεύει ότι το (τα) δείγμα(-τα) έχει(-ουν) κατασκευαστεί σύμφωνα με τον τεχνικό φάκελο και προσδιορίζει τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, καθώς και τα στοιχεία τα οποία σχεδιάστηκαν σύμφωνα με άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές·

4.2.

αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει εάν, εφόσον ο κατασκευαστής επέλεξε να εφαρμόσει τις λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις αυτές εφαρμόστηκαν ορθά·

4.3.

Αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή των κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, για να εξακριβώσει κατά πόσον, στην περίπτωση που δεν εφαρμόστηκαν οι λύσεις των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων, οι λύσεις που επιλέχθηκαν από τον κατασκευαστή, που εφαρμόζει άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, πληρούν τις αντίστοιχες ουσιώδεις απαιτήσεις ασφάλειας της παρούσας οδηγίας·

4.4.

συμφωνεί με τον κατασκευαστή για τον τόπο στον οποίο θα διεξαχθούν οι έλεγχοι και οι δοκιμές.

5.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός συντάσσει έκθεση αξιολόγησης στην οποία καταγράφονται οι ενέργειες που πραγματοποιήθηκαν σύμφωνα με το σημείο 4 καθώς και η έκβασή τους. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεών του έναντι των κοινοποιουσών αρχών, δημοσιοποιεί το περιεχόμενο της έκθεσης αυτής, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, μόνο με την έγκριση του κατασκευαστή.

6.

Στην περίπτωση που ο τύπος πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζεται στο σχετικό προϊόν, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ. Το εν λόγω πιστοποιητικό περιέχει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα πορίσματα της εξέτασης, τους τυχόν όρους υπό τους οποίους ισχύει το πιστοποιητικό και τα απαραίτητα στοιχεία για την ταυτοποίηση του εγκεκριμένου τύπου. Στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ μπορούν να επισυνάπτονται ένα ή περισσότερα παραρτήματα.

Το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και τα παραρτήματά του περιλαμβάνουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την αξιολόγηση της συμμόρφωσης των κατασκευασμένων προϊόντων προς τον εξετασθέντα τύπο και τον έλεγχο εν λειτουργία.

Στην περίπτωση που ο τύπος δεν πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός αρνείται να χορηγήσει πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και ενημερώνει τον αιτούντα σχετικά, αιτιολογεί δε λεπτομερώς την άρνησή του.

7.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός, αφενός, παρακολουθεί όλες τις εξελίξεις της γενικώς αναγνωρισμένης τεχνολογίας, από τις οποίες προκύπτει ότι ο εγκεκριμένος τύπος μπορεί να μην πληροί πλέον τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και, αφετέρου, ορίζει εάν οι εξελίξεις αυτές απαιτούν περαιτέρω έρευνες. Στην περίπτωση αυτή, ο κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τον κατασκευαστή σχετικά.

Ο κατασκευαστής γνωστοποιεί στον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει στην κατοχή του τον τεχνικό φάκελο για το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, κάθε τροποποίηση του εγκεκριμένου τύπου που ενδέχεται να επηρεάσει τη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις ουσιώδεις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας ή προς τους όρους υπό τους οποίους ισχύει το εν λόγω πιστοποιητικό. Για τις τροποποιήσεις αυτές απαιτείται συμπληρωματική έγκριση με τη μορφή προσθήκης στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ.

8.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ ή/και κάθε προσθήκη σε αυτά που χορήγησε ή ανακάλεσε και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των πιστοποιητικών αυτών ή/και όλων των προσθηκών σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς σχετικά με τα πιστοποιητικά εξέτασης τύπου ΕΕ ή/και τις τυχόν προσθήκες σε αυτά που έχουν απορριφθεί, ανακληθεί, ανασταλεί ή στα οποία έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο και, ύστερα από αίτηση, σχετικά με τα πιστοποιητικά αυτά που χορήγησε ή/και τις προσθήκες σε αυτά.

Η Επιτροπή, τα κράτη μέλη και οι άλλοι κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν, ύστερα από αίτηση, να λάβουν αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΕ ή/και των προσθηκών σε αυτά. Ύστερα από αίτηση, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη μπορούν να λάβουν αντίγραφο του τεχνικού φακέλου και των πορισμάτων των ελέγχων που πραγματοποιήθηκαν από τον κοινοποιημένο οργανισμό. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διατηρεί αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων του και των προσθηκών του, καθώς και τον τεχνικό φάκελο που περιλαμβάνει τα έγγραφα τα οποία υποβλήθηκαν από τον κατασκευαστή έως τη λήξη ισχύος του εν λόγω πιστοποιητικού.

9.

Ο κατασκευαστής διατηρεί στη διάθεση των εθνικών αρχών αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ, των παραρτημάτων και των προσθηκών του μαζί με τον τεχνικό φάκελο, επί 10 έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.

10.

Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος του κατασκευαστή μπορεί να υποβάλλει την αίτηση που προβλέπεται στο σημείο 3 και να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα σημεία 7 και 9, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΕΝΟΤΗΤΑ Δ: ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας της διαδικασίας παραγωγής αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα σχετικά προϊόντα είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την παραγωγή, την τελική επιθεώρηση και τη δοκιμή των σχετικών προϊόντων, όπως ορίζεται στο σημείο 3, και υπόκειται σε επιτήρηση κατά το σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει όσον αφορά τα σχετικά προϊόντα.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, εάν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό,

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία προϊόντων,

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας,

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτά.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των προϊόντων,

β)

των αντίστοιχων τεχνικών κατασκευής, ποιοτικού ελέγχου και ποιοτικής διασφάλισης, των διαδικασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα χρησιμοποιηθούν·

γ)

των ελέγχων και των δοκιμών που διεξάγονται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, και τη συχνότητα διεξαγωγής τους·

δ)

των φακέλων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ., και

ε)

των μέσων επιτήρησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της επίτευξης της απαιτούμενης ποιότητας του προϊόντος και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να εντοπίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του προϊόντος προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

την τεκμηρίωση του συστήματος ποιότητας,

β)

τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

5.   Σήμανση CE, δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και βεβαίωση συμμόρφωσης

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος που είναι σύμφωνο προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο προϊόντος, εκτός από συστατικό μέρος και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το μοντέλο του προϊόντος αυτού, για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ συνοδεύει κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος.

5.3.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης για κάθε μοντέλο συστατικού μέρους και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του συστατικού μέρους. Η βεβαίωση συμμόρφωσης προσδιορίζει το μοντέλο του συστατικού μέρους για το οποίο έχει συνταχθεί. Αντίγραφο βεβαίωσης συμμόρφωσης συνοδεύει κάθε συστατικό μέρος.

6.   Ο κατασκευαστής θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, όπως αυτή εγκρίθηκε·

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού στις οποίες αναφέρονται τα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις εγκρίσεις των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει, ανακαλέσει ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤ:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΕΠΙ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση την εξακρίβωση επί προϊόντων αποτελεί μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα οικεία προϊόντα, στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 3, είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων προϊόντων προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

3.   Επαλήθευση

Ένας κοινοποιημένος οργανισμός, τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής, πραγματοποιεί τις κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση των προϊόντων προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Οι εξετάσεις και οι δοκιμές για να εξακριβωθεί η συμμόρφωση των προϊόντων προς τις σχετικές απαιτήσεις διεξάγονται με έλεγχο και δοκιμή κάθε προϊόντος, όπως ορίζεται στο σημείο 4.

4.   Εξακρίβωση της συμμόρφωσης με εξέταση και δοκιμές κάθε προϊόντος

4.1.

Κάθε προϊόν εξετάζεται ξεχωριστά και διεξάγονται κατάλληλες δοκιμές, που ορίζονται στο (στα) σχετικό(-ά) εναρμονισμένο(-α) πρότυπο(-α) ή/και ισοδύναμες δοκιμές που ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές προκειμένου να επαληθευθεί η συμμόρφωσή τους προς τον εγκεκριμένο τύπο, όπως περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ, και προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

4.2.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και θέτει ή φροντίζει να τεθεί με ευθύνη του ο οικείος αριθμός μητρώου σε κάθε εγκεκριμένο προϊόν.

Ο κατασκευαστής θέτει τις βεβαιώσεις συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών για σκοπούς επιθεώρησης επί δέκα έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά.

5.   Σήμανση CE, δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και βεβαίωση συμμόρφωσης

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε προϊόν εκτός από συστατικό μέρος που ανταποκρίνεται στον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το μοντέλο του προϊόντος αυτού, για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ συνοδεύει κάθε προϊόν εκτός από συστατικό μέρος.

Εφόσον συμφωνεί ο κοινοποιημένος οργανισμός στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3, και υπ’ ευθύνη του, ο κατασκευαστής επιθέτει επίσης στα προϊόντα εκτός από συστατικά μέρη τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού.

5.3.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης για κάθε μοντέλο συστατικού μέρους και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του συστατικού μέρους. Η βεβαίωση συμμόρφωσης προσδιορίζει το μοντέλο του συστατικού μέρους για το οποίο έχει συνταχθεί. Αντίγραφο βεβαίωσης συμμόρφωσης συνοδεύει κάθε συστατικό μέρος.

6.   Με τη συγκατάθεση και με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, ο κατασκευαστής μπορεί να θέσει τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού στα προϊόντα κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

7.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εκπληρώνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 2.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΕΝΟΤΗΤΑ Γ1:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ ΤΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΤΗ ΔΟΚΙΜΗ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΥΠΟ ΕΠΟΠΤΕΙΑ

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τον εσωτερικό έλεγχο της παραγωγής και τη δοκιμή προϊόντων υπό εποπτεία είναι το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης στο οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα σχετικά προϊόντα είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζεται σε αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων προϊόντων προς τον εγκεκριμένο τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύει γι’ αυτά.

3.   Έλεγχοι προϊόντων

Για κάθε κατασκευαζόμενο προϊόν διενεργούνται από τον κατασκευαστή ή εξ ονόματός του μία ή περισσότερες δοκιμές όσον αφορά μία ή περισσότερες ειδικές πτυχές του προϊόντος, προκειμένου να επαληθευθεί η συμμόρφωση προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και με τις αντίστοιχες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Οι δοκιμές διεξάγονται υπό την ευθύνη κοινοποιημένου οργανισμού που επιλέγει ο κατασκευαστής.

Ο κατασκευαστής θέτει, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού, τον αριθμό μητρώου του κοινοποιημένου οργανισμού κατά τη διάρκεια της διαδικασίας κατασκευής.

4.   Σήμανση CE, δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και βεβαίωση συμμόρφωσης

4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν εκτός από συστατικό μέρος που είναι σύμφωνο προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για μοντέλο προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το προϊόν αυτό για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ συνοδεύει κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος.

4.3.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης για κάθε μοντέλο συστατικού μέρους και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του συστατικού μέρους. Η βεβαίωση συμμόρφωσης προσδιορίζει το μοντέλο του συστατικού μέρους για το οποίο έχει συνταχθεί. Αντίγραφο βεβαίωσης συμμόρφωσης συνοδεύει κάθε συστατικό μέρος.

5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΕΝΟΤΗΤΑ Ε:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΤΟΥ ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ

1.   Η συμμόρφωση προς τον τύπο με βάση τη διασφάλιση της ποιότητας του προϊόντος αποτελεί το μέρος της διαδικασίας αξιολόγησης της συμμόρφωσης με το οποίο ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2 και 5 και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι τα σχετικά προϊόντα είναι σύμφωνα προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

2.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας για την επιθεώρηση και τη δοκιμή των τελικών προϊόντων, όπως ορίζεται στο σημείο 3, και υπόκειται σε επιτήρηση κατά το σημείο 4.

3.   Σύστημα ποιότητας

3.1.

Ο κατασκευαστής υποβάλλει σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιότητας που εφαρμόζει όσον αφορά τα σχετικά προϊόντα.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

α)

την επωνυμία και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, αν η αίτηση υποβάλλεται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση και του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου,

β)

γραπτή δήλωση με την οποία βεβαιώνεται ότι δεν έχει υποβληθεί η ίδια αίτηση σε άλλο κοινοποιημένο οργανισμό·

γ)

όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την εξεταζόμενη κατηγορία προϊόντων,

δ)

τον φάκελο του συστήματος ποιότητας και

ε)

τον τεχνικό φάκελο σχετικά με τον εγκεκριμένο τύπο και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΕ.

3.2.

Το σύστημα ποιότητας διασφαλίζει τη συμμόρφωση των προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και προς τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

Όλα τα στοιχεία, απαιτήσεις και διατάξεις που εφαρμόζει ο κατασκευαστής τεκμηριώνονται, συστηματικά και με τάξη, και λαμβάνουν τη μορφή γραπτών πολιτικών, διαδικασιών και οδηγιών. Ο φάκελος του συστήματος ποιότητας επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και των φακέλων ποιότητας.

Περιλαμβάνεται ιδίως επαρκής περιγραφή:

α)

των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των αρμοδιοτήτων των διοικητικών στελεχών ως προς την ποιότητα των προϊόντων,

β)

των εξετάσεων και δοκιμών που θα διεξάγονται μετά την κατασκευή,

γ)

των φακέλων ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, οι εκθέσεις προσόντων του αρμόδιου προσωπικού κ.λπ.,

δ)

των μέσων παρακολούθησης που καθιστούν δυνατό τον έλεγχο της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιότητας για να διαπιστώσει εάν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2.

O κοινοποιημένος οργανισμός τεκμαίρει ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις αυτές τα στοιχεία του συστήματος ποιότητας που πληρούν τις αντίστοιχες προδιαγραφές του σχετικού εναρμονισμένου προτύπου.

Εκτός από τα μέλη με πείρα στα συστήματα διαχείρισης της ποιότητας, η ομάδα ελεγκτών περιλαμβάνει ένα τουλάχιστον μέλος το οποίο έχει πείρα στην αξιολόγηση του σχετικού προϊόντος και της τεχνολογίας του και γνωρίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις της νομοθετικής πράξης. Η διαδικασία ελέγχου περιλαμβάνει επίσκεψη αξιολόγησης στις εγκαταστάσεις του κατασκευαστή. Η ομάδα ελεγκτών ελέγχει τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1 στοιχείο ε), για να επαληθεύσει την ικανότητα του κατασκευαστή να εντοπίζει τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και να πραγματοποιεί τους απαραίτητους ελέγχους με σκοπό τη διασφάλιση της συμμόρφωσης του προϊόντος προς τις απαιτήσεις αυτές.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4.

Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει τη δέσμευση να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιότητας, όπως έχει εγκριθεί, και να το διατηρεί κατάλληλο και αποτελεσματικό.

3.5.

Ο κατασκευαστής ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό, ο οποίος έχει εγκρίνει το σύστημα ποιότητας, για κάθε σχεδιαζόμενη τροποποίηση του συστήματος ποιότητας.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες αλλαγές και αποφασίζει εάν το τροποποιημένο σύστημα ποιότητας θα εξακολουθεί να πληροί τις απαιτήσεις στις οποίες αναφέρεται το σημείο 3.2 ή εάν απαιτείται νέα αξιολόγηση.

Κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιέχει τα συμπεράσματα του ελέγχου και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4.   Επιτήρηση με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1.

Σκοπός της επιτήρησης είναι να διασφαλισθεί ότι ο κατασκευαστής πληροί δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιότητας.

4.2.

Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, για σκοπούς αξιολόγησης, στους χώρους κατασκευής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και του παρέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες, ιδίως:

α)

την τεκμηρίωση του συστήματος ποιότητας,

β)

τους φακέλους ποιότητας, όπως τις εκθέσεις δοκιμών και τα στοιχεία δοκιμών, τα στοιχεία βαθμονόμησης, τις εκθέσεις προσόντων του οικείου προσωπικού κ.λπ.

4.3.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός διενεργεί περιοδικούς ελέγχους για να βεβαιώνεται ότι ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιότητας και υποβάλλει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4.

Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί αιφνιδιαστικές επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί, εν ανάγκη, να αναλάβει ή να αναθέσει τη διεξαγωγή δοκιμών για να επαληθευθεί η ορθή λειτουργία του συστήματος ποιότητας. Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί στον κατασκευαστή έκθεση της επίσκεψης και, εάν πραγματοποιήθηκαν δοκιμές, έκθεση δοκιμών.

5.   Σήμανση CE, δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και βεβαίωση συμμόρφωσης

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος που είναι σύμφωνο προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΕ και πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο προϊόντος, εκτός από συστατικό μέρος και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το μοντέλο του προϊόντος αυτού για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ συνοδεύει κάθε προϊόν εκτός από συστατικό μέρος.

5.3.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης για κάθε μοντέλο συστατικού μέρους και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του συστατικού μέρους. Η βεβαίωση συμμόρφωσης προσδιορίζει το μοντέλο του συστατικού μέρους για το οποίο έχει συνταχθεί. Αντίγραφο βεβαίωσης συμμόρφωσης συνοδεύει κάθε συστατικό μέρος.

6.   Ο κατασκευαστής θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά:

α)

τον φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 3.1,

β)

την πληροφορία για την τροποποίηση στην οποία αναφέρεται το σημείο 3.5, όπως αυτή εγκρίθηκε,

γ)

τις αποφάσεις και τις εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στα σημεία 3.5, 4.3 και 4.4.

7.   Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει την κοινοποιούσα αρχή του για τις εγκρίσεις του συστήματος ποιότητας που χορηγούνται ή ανακαλούνται, και θέτει στη διάθεση της κοινοποιούσας αρχής του, περιοδικά ή εφόσον του ζητηθεί, τον κατάλογο των εγκρίσεων των συστημάτων ποιότητας που έχουν απορριφθεί, ανασταλεί ή στις οποίες έχουν επιβληθεί περιορισμοί με άλλο τρόπο.

Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός ενημερώνει τους άλλους κοινοποιημένους οργανισμούς για τις εγκρίσεις των συστημάτων ποιότητας τις οποίες έχει απορρίψει, αναστείλει ή ανακαλέσει, και, εφόσον του ζητηθεί, για τις εγκρίσεις συστημάτων ποιότητας που χορήγησε.

8.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 3.1, 3.5, 5 και 6 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΕΝΟΤΗΤΑ Α:   ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1.   Ο εσωτερικός έλεγχος της παραγωγής είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4, και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι τα σχετικά προϊόντα πληρούν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζεται σε αυτά.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του προϊόντος προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων).

Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις εφαρμοστέες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που αυτό απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει τουλάχιστον:

α)

γενική περιγραφή του προϊόντος,

β)

τα σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

γ)

τις περιγραφές και επεξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του προϊόντος,

δ)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων υγεία και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,

ε)

τα αποτελέσματα των υπολογισμών σχεδιασμού, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ. και

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των κατασκευαζόμενων προϊόντων προς τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 2 και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

4.   Σήμανση CE, δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και βεβαίωση συμμόρφωσης

4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος, που πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για μοντέλο προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος και τη θέτει μαζί με τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το προϊόν αυτό για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ συνοδεύει κάθε προϊόν εκτός από συστατικό μέρος.

4.3.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης για κάθε μοντέλο προϊόντος και τη θέτει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος. Η βεβαίωση συμμόρφωσης προσδιορίζει το συστατικό μέρος για το οποίο έχει συνταχθεί. Αντίγραφο βεβαίωσης συμμόρφωσης συνοδεύει κάθε συστατικό μέρος.

5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IX

ΕΝΟΤΗΤΑ Ζ:   ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΕΞΑΚΡΙΒΩΣΗ ΑΝΑ ΜΟΝΑΔΑ

1.   Η συμμόρφωση με βάση την εξακρίβωση ανά μονάδα είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 5, και βεβαιώνει και δηλώνει, με αποκλειστική του ευθύνη, ότι το σχετικό προϊόν στο οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του σημείου 4 είναι σύμφωνο προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι’ αυτό.

2.   Τεχνικός φάκελος

2.1.

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο και τον θέτει στη διάθεση του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 4. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του προϊόντος προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις εφαρμοστέες απαιτήσεις και καλύπτει —στον βαθμό που αυτό απαιτείται για την αξιολόγηση— τον σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει τουλάχιστον:

α)

γενική περιγραφή του προϊόντος,

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

γ)

τις περιγραφές και επεξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του προϊόντος,

δ)

πίνακα των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, των οποίων τα στοιχεία έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, όπου τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα δεν έχουν εφαρμοστεί, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των ουσιωδών απαιτήσεων υγεία και ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμοστεί. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοστεί,

ε)

τα αποτελέσματα των υπολογισμών σχεδιασμού, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ., και

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

2.2.

Ο κατασκευαστής θέτει τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του κατασκευαζόμενου προϊόντος προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.   Επαλήθευση

Ο κοινοποιημένος οργανισμός τον οποίο επιλέγει ο κατασκευαστής αναλαμβάνει ή αναθέτει τη διεξαγωγή κατάλληλων ελέγχων και δοκιμών, όπως προβλέπεται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα ή/και ισοδύναμες δοκιμές όπως ορίζονται σε άλλες σχετικές τεχνικές προδιαγραφές, προκειμένου να εξακριβώσει τη συμμόρφωση του προϊόντος προς τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Εάν δεν υπάρχει σχετικό εναρμονισμένο πρότυπο, αποφασίζει ο εκάστοτε κοινοποιημένος οργανισμός σχετικά με τις κατάλληλες δοκιμές που πρέπει να διεξαχθούν.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό συμμόρφωσης ως προς τους ελέγχους και τις δοκιμές που έχουν διεξαχθεί και τοποθετεί ή φροντίζει να τοποθετηθεί με ευθύνη του ο αριθμός μητρώου του στο εγκεκριμένο προϊόν.

Ο κατασκευαστής θέτει τα πιστοποιητικά συμμόρφωσης στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος.

5.   Σήμανση CE, δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και βεβαίωση συμμόρφωσης

5.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE και, με ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού στον οποίο αναφέρεται το σημείο 4, τον αριθμό μητρώου του εν λόγω κοινοποιημένου οργανισμού σε κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος, που πληροί τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

5.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του προϊόντος εκτός από συστατικό μέρος. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ αναφέρει το προϊόν αυτό, για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ συνοδεύει κάθε προϊόν, εκτός από συστατικό μέρος.

5.3.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή βεβαίωση συμμόρφωσης και τη θέτει στη διάθεση των εθνικών αρχών επί δέκα έτη από τη διάθεση στην αγορά του συστατικού μέρους. Η βεβαίωση συμμόρφωσης προσδιορίζει το συστατικό μέρος για το οποίο έχει συνταχθεί. Αντίγραφο βεβαίωσης συμμόρφωσης συνοδεύει κάθε συστατικό μέρος.

6.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στα σημεία 2.2 και 5 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ X

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ) (1)

1.

Μοντέλο προϊόντος/προϊόν (αριθμός προϊόντος, τύπου, παρτίδας, ή σειράς):

2.

Όνομα και διεύθυνση του κατασκευαστή, και, κατά περίπτωση, του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (προσδιορισμός προϊόντος που καθιστά δυνατή την ιχνηλασιμότητα. Μπορεί, εάν χρειάζεται για τον προσδιορισμό του προϊόντος, να περιλαμβάνεται εικόνα):

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Παραπομπές στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν ή παραπομπές στις λοιπές τεχνικές προδιαγραφές σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Όπου έχει εφαρμογή, ο κοινοποιημένος οργανισμός … (ονομασία, αριθμός) πραγματοποίησε … (περιγραφή της παρέμβασης) και χορήγησε το πιστοποιητικό:

8.

Πρόσθετες πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δώσει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XI

ΜΕΡΟΣ A

Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της

(αναφέρεται στο άρθρο 43)

Οδηγία 94/9/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 100 της 19.4.1994, σ. 1).

 

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1882/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 284 της 31.10.2003, σ. 1).

Μόνο σημείο 8) του παραρτήματος I

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12).

Μόνο άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

ΜΕΡΟΣ B

Προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και εφαρμογής

(αναφέρεται στο άρθρο 43)

Οδηγία

Προθεσμία για τη μεταφορά

Ημερομηνία εφαρμογής

94/9/ΕΚ

1η Σεπτεμβρίου 1995

1η Μαρτίου 1996


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ XII

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 94/9/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1 παράγραφος 1

Άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α)

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο β)

Άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο γ)

Άρθρο 1 παράγραφος 3

Άρθρο 2 παράγραφοι 1 έως 9

Άρθρο 2 παράγραφοι 10 έως 26

Άρθρο 1 παράγραφος 4

Άρθρο 1 παράγραφος 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 12 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 12 παράγραφος 1

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρα 6 έως 11

Άρθρο 6 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 6 παράγραφος 3

Άρθρο 39 παράγραφοι 1 έως 4

Άρθρο 39 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 6 παράγραφος 4

Άρθρο 39 παράγραφος 5 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 7

Άρθρο 8 παράγραφοι 1 έως 6

Άρθρο 13 παράγραφοι 1 έως 6

Άρθρο 8 παράγραφος 7

Άρθρα 14 και 15

Άρθρο 9

Άρθρο 10 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 2

Άρθρο 16 παράγραφος 1

Άρθρο 10 παράγραφος 3

Άρθρο 16 παράγραφοι 2 έως 6

Άρθρα 17 έως 33

Άρθρο 11

Άρθρα 34 έως 38

Άρθρα 12 και 13

Άρθρο 40

Άρθρο 41 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 1

Άρθρο 14 παράγραφος 2

Άρθρο 41 παράγραφος 2

Άρθρο 14 παράγραφος 3

Άρθρο 15 παράγραφος 1

Άρθρο 42 παράγραφος 1

Άρθρο 15 παράγραφος 2

Άρθρο 42 παράγραφος 2

Άρθρα 43 και 44

Άρθρο 16

Άρθρο 45

Παραρτήματα I έως IX

Παραρτήματα I έως IX

Παράρτημα X

Παράρτημα XI

Παράρτημα X

Παράρτημα XI

Παράρτημα XII


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι συνεδριάσεις επιτροπών μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μόνο όταν και εφόσον σε αυτές συζητιούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


29.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 96/357


ΟΔΗΓΊΑ 2014/35/ΕΕ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 26ης Φεβρουαρίου 2014

για την εναρμόνιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τη διαθεσιμότητα στην αγορά ηλεκτρολογικού υλικού που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσης

(αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στην οδηγία 2006/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στο ηλεκτρολογικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσεως (3) πρόκειται να γίνουν ορισμένες τροποποιήσεις. Για λόγους σαφήνειας, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να αναδιατυπωθεί.

(2)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων (4), ορίζει τους κανόνες διαπίστευσης των οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, παρέχει το πλαίσιο για την εποπτεία της αγοράς προϊόντων και για τη διενέργεια ελέγχων σε προϊόντα από τρίτες χώρες και ορίζει τις γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE.

(3)

Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για κοινό πλαίσιο εμπορίας των προϊόντων (5) θεσπίζει κοινές αρχές και διατάξεις αναφοράς που εφαρμόζονται σε όλη την τομεακή νομοθεσία, ώστε να εξασφαλίζεται συνεκτική βάση για την αναθεώρηση ή την αναδιατύπωση της εν λόγω νομοθεσίας. Συνεπώς, η οδηγία 2006/95/ΕΚ θα πρέπει να προσαρμοσθεί στην εν λόγω απόφαση.

(4)

H παρούσα οδηγία καλύπτει το ηλεκτρολογικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσης το οποίο είναι καινούργιο για την αγορά της Ένωσης όταν διατίθεται στην αγορά· αυτό σημαίνει ότι είτε είναι καινούργιο ηλεκτρολογικό υλικό ενός κατασκευαστή που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση είτε πρόκειται για ηλεκτρολογικό υλικό καινούργιο ή μεταχειρισμένο που έχει εισαχθεί από τρίτη χώρα.

(5)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να τυγχάνει εφαρμογής σε όλες τις μορφές εφοδιασμού, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης από απόσταση.

(6)

Οι οικονομικοί φορείς θα πρέπει να φέρουν την ευθύνη για τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού προς την παρούσα οδηγία, σε σχέση με τον ρόλο που διαδραματίζουν, αντιστοίχως, στην αλυσίδα εφοδιασμού, ούτως ώστε να διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των δημόσιων συμφερόντων, όπως η υγεία και η ασφάλεια των προσώπων, των κατοικίδιων ζώων και της ιδιοκτησίας, και να εγγυώνται θεμιτό ανταγωνισμό στην αγορά της Ένωσης.

(7)

Όλοι οι οικονομικοί φορείς που παρεμβαίνουν στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής θα πρέπει να λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίζουν ότι διαθέτουν στην αγορά μόνο ηλεκτρολογικό υλικό που είναι σύμφωνο με την παρούσα οδηγία. Είναι απαραίτητο να προβλεφθεί σαφής και αναλογική κατανομή των υποχρεώσεων, που να ανταποκρίνεται στον ρόλο κάθε οικονομικού φορέα στην αλυσίδα εφοδιασμού και διανομής.

(8)

Προς διευκόλυνση της επικοινωνίας μεταξύ των οικονομικών φορέων, των αρχών εποπτείας της αγοράς και των καταναλωτών, τα κράτη μέλη θα πρέπει να παροτρύνουν τους οικονομικούς φορείς να περιλαμβάνουν διεύθυνση στο διαδίκτυο, επιπλέον της ταχυδρομικής διεύθυνσης.

(9)

Ο κατασκευαστής, γνωρίζοντας λεπτομερώς τη διαδικασία σχεδιασμού και παραγωγής, βρίσκεται σε καλύτερη θέση για να διενεργεί τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η αξιολόγηση της συμμόρφωσης θα πρέπει, συνεπώς, να παραμείνει αποκλειστική υποχρέωση του κατασκευαστή. Η παρούσα οδηγία δεν προβλέπει διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που να απαιτεί την παρέμβαση κοινοποιημένου οργανισμού.

(10)

Είναι αναγκαίο να εξασφαλισθεί ότι το ηλεκτρολογικό υλικό από τρίτες χώρες που εισέρχεται στην αγορά της Ένωσης συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία και, ιδίως, ότι οι κατασκευαστές έχουν διενεργήσει τις κατάλληλες διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης όσον αφορά το συγκεκριμένο ηλεκτρολογικό υλικό. Θα πρέπει, επομένως, να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς είναι υποχρεωμένοι να εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό που διαθέτουν στην αγορά συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας και ότι δεν διαθέτουν στην αγορά ηλεκτρολογικό υλικό που δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις αυτές ή ενέχει κίνδυνο. Θα πρέπει επίσης να προβλεφθεί ότι οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι έχουν διενεργηθεί οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης και ότι η σήμανση του ηλεκτρολογικού υλικού και τα έγγραφα που καταρτίζουν οι κατασκευαστές είναι στη διάθεση των αρμόδιων εθνικών αρχών για λόγους ελέγχου.

(11)

Κάθε εισαγωγέας, όταν διαθέτει ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά, θα πρέπει να σημειώνει επί του ηλεκτρολογικού υλικού το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα του και την ταχυδρομική διεύθυνση από την οποία επικοινωνεί. Θα πρέπει να προβλέπονται εξαιρέσεις όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του ηλεκτρολογικού υλικού. Τούτο περιλαμβάνει την περίπτωση κατά την οποία ο εισαγωγέας θα πρέπει να ανοίξει τη συσκευασία για να αναγράψει το όνομα και τη διεύθυνσή του επί του ηλεκτρολογικού υλικού.

(12)

Ο διανομέας καθιστά ηλεκτρολογικό υλικό διαθέσιμο στην αγορά, αφού το υλικό αυτό έχει διατεθεί στην αγορά από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα και θα πρέπει να ενεργεί με τη δέουσα προσοχή ώστε να εξασφαλίζει ότι ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται το ηλεκτρολογικό υλικό δεν επηρεάζει αρνητικά τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού.

(13)

Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας διαθέτει ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά με τη δική του επωνυμία ή εμπορικό σήμα ή τροποποιεί ηλεκτρολογικό υλικό κατά τρόπον ώστε να επηρεασθεί η συμμόρφωση με την παρούσα οδηγία, θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο κατασκευαστής και θα πρέπει να αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του κατασκευαστή.

(14)

Οι διανομείς και οι εισαγωγείς, επειδή βρίσκονται κοντά στην αγορά, θα πρέπει να συμμετέχουν σε καθήκοντα εποπτείας της αγοράς που εκτελούνται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές και θα πρέπει να είναι προετοιμασμένοι να συμμετάσχουν ενεργά με την προσκόμιση στις αρμόδιες αρχές όλων των αναγκαίων πληροφοριών που αφορούν το οικείο ηλεκτρολογικό υλικό.

(15)

Η διασφάλιση της ιχνηλασιμότητας του ηλεκτρολογικού υλικού σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού συμβάλλει στη διαμόρφωση απλούστερης και αποτελεσματικότερης εποπτείας της αγοράς. Εάν το σύστημα ιχνηλασιμότητας είναι αποτελεσματικό, διευκολύνεται το έργο των αρμόδιων για την εποπτεία της αγοράς αρχών όσον αφορά τον εντοπισμό του οικονομικού φορέα που διέθεσε στην αγορά μη συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό. Στο πλαίσιο της τήρησης των στοιχείων που απαιτούνται δυνάμει της παρούσας οδηγίας για την ταυτοποίηση άλλων οικονομικών φορέων, δεν θα πρέπει να απαιτείται από τους οικονομικούς φορείς να ενημερώνουν τα στοιχεία αυτά για άλλους οικονομικούς φορείς που είτε τους έχουν προμηθεύσει είτε έχουν προμηθευθεί από αυτούς ηλεκτρολογικό υλικό.

(16)

Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να περιορίζεται στη διατύπωση των στόχων ασφάλειας. Για να διευκολυνθεί η αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τους εν λόγω στόχους, είναι απαραίτητο να προβλεφθεί τεκμήριο συμμόρφωσης για ηλεκτρολογικό υλικό το οποίο συμμορφώνεται με εναρμονισμένα πρότυπα τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση (6), με σκοπό τη διατύπωση λεπτομερών τεχνικών προδιαγραφών των εν λόγω στόχων.

(17)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 προβλέπει διαδικασία υποβολής ενστάσεων κατά εναρμονισμένων προτύπων, όταν τα εν λόγω πρότυπα δεν ικανοποιούν πλήρως τους στόχους ασφάλειας της παρούσας οδηγίας.

(18)

Τα εναρμονισμένα πρότυπα που είναι σχετικά με την παρούσα οδηγία θα πρέπει επίσης να λαμβάνουν υπόψη τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (7).

(19)

Η ελεύθερη κυκλοφορία ηλεκτρολογικού υλικού για το οποίο δεν υπάρχουν μέχρι στιγμής εναρμονισμένα πρότυπα θα πρέπει να εξασφαλισθεί με εφαρμογή των διατάξεων περί ασφάλειας των διεθνών προτύπων που έχει καταρτίσει η Διεθνής Ηλεκτροτεχνική Επιτροπή ή με εφαρμογή εθνικών προτύπων.

(20)

Για να δοθεί η δυνατότητα στους οικονομικούς φορείς να αποδείξουν, και στις αρμόδιες αρχές να εξασφαλίσουν, ότι το ηλεκτρολογικό υλικό που είναι διαθέσιμο στην αγορά συμμορφώνεται προς τους στόχους ασφάλειας, είναι απαραίτητο να προβλεφθούν διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Η απόφαση αριθ. 768/2008/ΕΚ θεσπίζει ενότητες για τις διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης που περιλαμβάνουν από τη λιγότερο αυστηρή έως την περισσότερο αυστηρή διαδικασία, ανάλογα με το επίπεδο του υφιστάμενου κινδύνου και το επίπεδο της απαιτούμενης ασφάλειας. Για να εξασφαλισθεί η διατομεακή συνοχή και να αποφευχθούν οι ad hoc παραλλαγές, οι διαδικασίες αξιολόγησης της συμμόρφωσης θα πρέπει να επιλέγονται από τις ενότητες αυτές.

(21)

Οι κατασκευαστές θα πρέπει να καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ με την οποία να παρέχουν τις πληροφορίες που απαιτούνται με βάση την παρούσα οδηγία σχετικά με τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού προς την παρούσα οδηγία και τη λοιπή συναφή ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης.

(22)

Προς εξασφάλιση ουσιαστικής πρόσβασης στις πληροφορίες για σκοπούς εποπτείας της αγοράς, οι απαιτούμενες πληροφορίες για τον προσδιορισμό όλων των εφαρμοστέων πράξεων της Ένωσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμες σε μια ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ. Προκειμένου να μειωθεί, ο διοικητικός φόρτος που βαρύνει τους οικονομικούς φορείς, αυτή η ενιαία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ μπορεί να είναι φάκελος που περιλαμβάνει τις σχετικές επιμέρους δηλώσεις συμμόρφωσης.

(23)

Η σήμανση CE, που δηλώνει τη συμμόρφωση ηλεκτρολογικού υλικού, είναι η ορατή συνέπεια ολόκληρης διαδικασίας η οποία συμπεριλαμβάνει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης υπό ευρεία έννοια. Οι γενικές αρχές που διέπουν τη σήμανση CE διατυπώνονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008. Οι κανόνες που διέπουν την τοποθέτηση της σήμανσης CE θα πρέπει να καθορισθούν με την παρούσα οδηγία.

(24)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου, είναι ανάγκη να καταστεί σαφές ότι οι κανόνες για την εποπτεία της ενωσιακής αγοράς και για τον έλεγχο των προϊόντων που εισέρχονται στην ενωσιακή αγορά οι οποίοι προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ισχύουν για το ηλεκτρολογικό υλικό. Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να εμποδίζει τη δυνατότητα των κρατών μελών να επιλέγουν τις αρμόδιες αρχές που θα εκτελούν αυτά τα καθήκοντα.

(25)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν κάθε κατάλληλο μέτρο για να εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό μπορεί να διατίθεται στην αγορά μόνον υπό την προϋπόθεση ότι, εφόσον αποθηκεύεται σωστά και χρησιμοποιείται για τον σκοπό για τον οποίο προορίζεται, ή υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων. Το ηλεκτρολογικό υλικό θα πρέπει να θεωρείται ότι δεν συμμορφώνεται προς τους στόχους ασφάλειας που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία μόνον υπό εύλογα προβλέψιμες συνθήκες χρήσης, δηλαδή όταν η χρήση τους θα μπορούσε να είναι απόρροια νόμιμης και άμεσα προβλέψιμης ανθρώπινης συμπεριφοράς.

(26)

Η οδηγία 2006/95/ΕΚ προβλέπει ήδη μια διαδικασία διασφάλισης που ενεργοποιείται μόνο σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των κρατών μελών ως προς τα μέτρα που λαμβάνονται από κράτος μέλος. Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια και να μειωθεί ο χρόνος διεκπεραίωσης, είναι ανάγκη να βελτιωθεί η ισχύουσα διαδικασία διασφάλισης, έτσι ώστε να καταστεί αποτελεσματικότερη και να αξιοποιηθεί η πείρα που έχει συγκεντρωθεί στα κράτη μέλη.

(27)

Το ισχύον σύστημα θα πρέπει να συμπληρωθεί με μια διαδικασία που θα δίνει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα μέρη να ενημερωθούν για τα μέτρα που πρόκειται να ληφθούν σχετικά με το ηλεκτρολογικό υλικό που παρουσιάζει κίνδυνο όσον αφορά την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή των κατοικίδιων ζώων, ή την ιδιοκτησία. Θα πρέπει να δίνει επίσης τη δυνατότητα στις αρχές εποπτείας της αγοράς, σε συνεργασία με τους σχετικούς οικονομικούς φορείς, να ενεργούν νωρίτερα σε σχέση με αυτό τον ηλεκτρολογικό εξοπλισμό.

(28)

Εφόσον τα κράτη μέλη και η Επιτροπή συμφωνήσουν ότι είναι δικαιολογημένο το μέτρο που λαμβάνει ένα κράτος μέλος, δεν θα πρέπει να απαιτείται η περαιτέρω συμμετοχή της Επιτροπής, εκτός αν η μη συμμόρφωση μπορεί να αποδοθεί σε ελλείψεις του εναρμονισμένου προτύπου.

(29)

Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση της παρούσας οδηγίας, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους μηχανισμούς ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (8).

(30)

Η διαδικασία εξέτασης θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την έκδοση εκτελεστικών πράξεων σε σχέση με συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό που ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή για άλλες πτυχές προστασίας του δημόσιου συμφέροντος.

(31)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει αμέσως εκτελεστικές πράξεις με άμεση εφαρμογή όταν, σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις σε σχέση με συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό που ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια προσώπων, ή για τα κατοικίδια ζώα ή για την ιδιοκτησία, τούτο απαιτείται από επιτακτικούς λόγους επείγουσας ανάγκης.

(32)

Σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, η επιτροπή που συστήνεται με βάση την παρούσα οδηγία μπορεί να διαδραματίσει χρήσιμο ρόλο στην εξέταση θεμάτων σε σχέση με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, τα οποία θέτει είτε ο πρόεδρός της είτε εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον κανονισμό διαδικασίας της.

(33)

Όταν, εκτός από την εφαρμογή και τις παραβάσεις της παρούσας οδηγίας, εξετάζονται θέματα που σχετίζονται με την παρούσα οδηγία, όπως, για παράδειγμα, σε συνάντηση εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα πρέπει, σύμφωνα με την ισχύουσα πρακτική, να λαμβάνει όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση και, κατά περίπτωση, να προσκαλείται στις συναντήσεις αυτές.

(34)

H Επιτροπή θα πρέπει, με εκτελεστικές πράξεις και, δεδομένης της ιδιαίτερής τους φύσης, ενεργώντας χωρίς την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011, να καθορίζει εάν τα μέτρα που λαμβάνουν τα κράτη μέλη σχετικά με μη συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό δικαιολογούνται ή όχι.

(35)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίσουν κανόνες σχετικά με τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του εθνικού δικαίου που έχουν θεσπιστεί βάσει της παρούσας οδηγίας και να εξασφαλίζουν την επιβολή της εφαρμογής των κανόνων αυτών. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις θα πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

(36)

Είναι απαραίτητο να προβλεφθούν εύλογες μεταβατικές διευθετήσεις που να επιτρέπουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά ηλεκτρολογικού υλικού που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά σύμφωνα με την οδηγία 2006/95/ΕΚ, χωρίς να χρειάζεται η συμμόρφωσή του προς άλλες απαιτήσεις που αφορούν το προϊόν, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας. Οι διανομείς θα πρέπει, συνεπώς, να είναι ικανοί να προμηθεύουν ηλεκτρολογικό υλικό που διατίθεται στην αγορά, δηλαδή εμπόρευμα που βρίσκεται ήδη στην αλυσίδα διανομής, πριν από την ημερομηνία εφαρμογής των εθνικών μέτρων για τη μεταφορά της παρούσας οδηγίας.

(37)

Δεδομένου ότι ο στόχος της παρούσας οδηγίας, δηλαδή η εξασφάλιση ότι το ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά πληροί τους στόχους ασφάλειας που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και ασφάλειας των προσώπων, καθώς και των κατοικίδιων ζώων και της ιδιοκτησίας, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη μπορεί, όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων της, να επιτευχθεί καλύτερα σε ενωσιακό επίπεδο, η Ένωση μπορεί να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, του ίδιου άρθρου, η παρούσα οδηγία δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(38)

Η υποχρέωση μεταφοράς της παρούσας οδηγίας στο εθνικό δίκαιο θα πρέπει να περιορισθεί στις διατάξεις που συνιστούν τροποποίηση ουσίας σε σύγκριση με την προηγούμενη οδηγία. Η υποχρέωση μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο των διατάξεων που δεν τροποποιούνται απορρέει από την προηγούμενη οδηγία.

(39)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και την εφαρμογή των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα V,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Ο σκοπός της παρούσας οδηγίας είναι να εξασφαλισθεί ότι το ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά πληροί τις απαιτήσεις που εγγυώνται υψηλό επίπεδο προστασίας της υγείας και ασφάλειας των προσώπων, καθώς και των κατοικίδιων ζώων και της ιδιοκτησίας, με ταυτόχρονη κατοχύρωση της λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς.

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στο ηλεκτρολογικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί σε ονομαστική τάση περιλαμβανόμενη μεταξύ 50 και 1 000 V για το εναλλασσόμενο ρεύμα και μεταξύ 75 και 1 500 V για το συνεχές ρεύμα, εξαιρέσει του υλικού και των φαινομένων τα οποία περιλαμβάνονται στο παράρτημα II.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «διαθεσιμότητα στην αγορά»: προσφορά ηλεκτρολογικού υλικού για διανομή, κατανάλωση ή χρήση στην ενωσιακή αγορά, στο πλαίσιο εμπορικής δραστηριότητας, είτε έναντι αντιτίμου είτε δωρεάν·

2)   «διάθεση στην αγορά»: η πρώτη φορά κατά την οποία ηλεκτρολογικό υλικό καθίσταται διαθέσιμο στην ενωσιακή αγορά·

3)   «κατασκευαστής»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που κατασκευάζει ηλεκτρολογικό υλικό ή που αναθέτει σε άλλους τον σχεδιασμό ή την κατασκευή ηλεκτρολογικού υλικού και εμπορεύεται αυτό το υλικό υπό την επωνυμία ή το εμπορικό του σήμα·

4)   «εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που έχει λάβει γραπτή εντολή από τον κατασκευαστή να ενεργεί εξ ονόματός του για την εκτέλεση συγκεκριμένων καθηκόντων·

5)   «εισαγωγέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στην Ένωση που διαθέτει στην ενωσιακή αγορά ηλεκτρολογικό υλικό προερχόμενο από τρίτη χώρα·

6)   «διανομέας»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στην αλυσίδα εφοδιασμού, άλλο από τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, το οποίο καθιστά ηλεκτρολογικό υλικό διαθέσιμο στην αγορά·

7)   «οικονομικοί φορείς»: ο κατασκευαστής, ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, ο εισαγωγέας και ο διανομέας·

8)   «τεχνική προδιαγραφή»: έγγραφο με το οποίο ορίζονται τα απαιτούμενα τεχνικά χαρακτηριστικά του ηλεκτρολογικού υλικού·

9)   «εναρμονισμένο πρότυπο»: εναρμονισμένο πρότυπο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 στοιχείο γ) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012·

10)   «αξιολόγηση της συμμόρφωσης»: η διεργασία αξιολόγησης με την οποία αποδεικνύεται κατά πόσον πληρούνται οι στόχοι ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, οι οποίοι αφορούν ηλεκτρολογικό υλικό·

11)   «ανάκληση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην επιστροφή ηλεκτρολογικού υλικού που έχει ήδη τεθεί στη διάθεση του τελικού χρήστη·

12)   «απόσυρση»: κάθε μέτρο που αποσκοπεί στην αποτροπή της διαθεσιμότητας στην αγορά, ηλεκτρολογικού υλικού που βρίσκεται στην αλυσίδα εφοδιασμού·

13)   «ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης»: κάθε νομοθέτημα της Ένωσης που εναρμονίζει τους όρους εμπορίας προϊόντων·

14)   «σήμανση CE»: σήμανση διά της οποίας ο κατασκευαστής δηλώνει ότι το ηλεκτρολογικό υλικό συμμορφώνεται προς τις εφαρμοστέες απαιτήσεις της ενωσιακής νομοθεσίας εναρμόνισης που προβλέπει την τοποθέτηση της σήμανσης.

Άρθρο 3

Διαθεσιμότητα στην αγορά και στόχοι ασφάλειας

Το ηλεκτρολογικό υλικό μπορεί να καταστεί διαθέσιμο στην ενωσιακή αγορά μόνον εάν, εφόσον έχει κατασκευασθεί σύμφωνα με την ορθή μηχανολογική πρακτική για θέματα ασφάλειας που ισχύει στην Ένωση, δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία και την ασφάλεια των προσώπων και των κατοικίδιων ζώων ή της ιδιοκτησίας, όταν εγκαθίσταται και συντηρείται ορθά και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του.

Το παράρτημα I παραθέτει τα κυριότερα στοιχεία των στόχων ασφάλειας.

Άρθρο 4

Ελεύθερη κυκλοφορία

Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν, όσον αφορά τα ζητήματα που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, τη διαθεσιμότητα στην αγορά ηλεκτρολογικού υλικού το οποίο συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 5

Προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας

Όσον αφορά το ηλεκτρολογικό υλικό, τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι επιχειρήσεις διανομής ηλεκτρισμού να μην εξαρτούν τη σύνδεση στο δίκτυο ή την ηλεκτροδότηση των χρηστών ηλεκτρολογικού υλικού από απαιτήσεις ασφάλειας αυστηρότερες από τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΦΟΡΕΩΝ

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις των κατασκευαστών

1.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό τους στην αγορά είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο σύμφωνα με τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I.

2.   Οι κατασκευαστές καταρτίζουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα III και διενεργούν τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο παράρτημα III ή αναθέτουν τη διενέργειά της.

Όταν η συμμόρφωση ηλεκτρολογικού υλικού με τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I αποδεικνύεται με τη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι κατασκευαστές καταρτίζουν δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και θέτουν τη σήμανση CE.

3.   Οι κατασκευαστές φυλάσσουν τον τεχνικό φάκελο που αναφέρεται στο παράρτημα III και τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ επί δέκα έτη από τη διάθεση του ηλεκτρολογικού υλικού στην αγορά.

4.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται οι διαδικασίες ώστε να τηρείται η συμμόρφωση της εν σειρά παραγωγής προς την παρούσα οδηγία. Οι αλλαγές στον σχεδιασμό ή τα χαρακτηριστικά του ηλεκτρολογικού υλικού και οι αλλαγές στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12, τα διεθνή ή εθνικά πρότυπα που αναφέρονται στα άρθρα 13 και 14 ή στις λοιπές τεχνικές προδιαγραφές με βάση τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Όταν κρίνεται σκόπιμο λόγω των κινδύνων που παρουσιάζει ηλεκτρολογικό υλικό, οι κατασκευαστές διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, δειγματοληπτικές δοκιμές στο ηλεκτρολογικό υλικό που καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, το μη συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό και τις ανακλήσεις ηλεκτρολογικού υλικού, και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνές τους.

5.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν διαθέσει στην αγορά φέρει αριθμό τύπου, παρτίδας ή σειράς ή άλλο στοιχείο που επιτρέπει την ταυτοποίησή του ή, όταν δεν το επιτρέπει το μέγεθος ή η φύση του ηλεκτρολογικού υλικού, εξασφαλίζουν ότι οι απαιτούμενες πληροφορίες αναγράφονται στη συσκευασία του ή σε έγγραφο που συνοδεύει το ηλεκτρολογικό υλικό.

6.   Οι κατασκευαστές σημειώνουν στο ηλεκτρολογικό υλικό το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνση από την οποία επικοινωνούν ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία του ηλεκτρολογικού υλικού ή σε έγγραφο που το συνοδεύει. Η διεύθυνση υποδεικνύει ένα μοναδικό σημείο επικοινωνίας με τον κατασκευαστή. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

7.   Οι κατασκευαστές εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό συνοδεύεται από οδηγίες και άλλες πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους καταναλωτές και τους άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος. Οι ανωτέρω οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας καθώς και κάθε επισήμανση είναι σαφείς, κατανοητές και εύληπτες.

8.   Όταν οι κατασκευαστές θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το ηλεκτρολογικό υλικό ενέχει κίνδυνο, οι κατασκευαστές ενημερώνουν αμέσως επ’ αυτού τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το ηλεκτρολογικό υλικό και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

9.   Οι κατασκευαστές παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού προς την παρούσα οδηγία, σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή κατόπιν αιτήματός της, για κάθε δράση που πρέπει να αναληφθεί ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 7

Εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι

1.   Οι κατασκευαστές μπορούν να ορίζουν, με γραπτή εντολή, εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

Οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 6 παράγραφος 1 και η υποχρέωση κατάρτισης του τεχνικού φακέλου που αναφέρεται στο άρθρο 6 παράγραφος 2 δεν ανατίθενται σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.

2.   Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ασκεί τα καθήκοντα που προσδιορίζονται στην εντολή την οποία λαμβάνει από τον κατασκευαστή. Η εντολή επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

να τηρεί τη δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ και τον τεχνικό φάκελο στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας επί 10 έτη από τη διάθεση του ηλεκτρολογικού υλικού στην αγορά·

β)

να παρέχει στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος αυτής, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού·

γ)

να συνεργάζεται με την αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτήματός της, για κάθε δράση που πρέπει να αναληφθεί ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι που ενέχει το ηλεκτρολογικό υλικό που καλύπτει η εντολή του εντολοδόχου.

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις των εισαγωγέων

1.   Οι εισαγωγείς διαθέτουν στην αγορά μόνο συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό.

2.   Πριν να διαθέσουν ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά, οι εισαγωγείς διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει διενεργήσει την κατάλληλη διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης. Διασφαλίζουν ότι ο κατασκευαστής έχει καταρτίσει τον τεχνικό φάκελο, ότι το ηλεκτρολογικό υλικό φέρει τη σήμανση CE και συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και ότι ο κατασκευαστής έχει τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6.

Εφόσον ένας εισαγωγέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι το ηλεκτρολογικό υλικό δεν συμμορφώνεται με τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, δεν διαθέτει το ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά έως ότου εξασφαλισθεί η συμμόρφωσή του. Επίσης, ο εισαγωγέας ενημερώνει σχετικά τον κατασκευαστή, καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το ηλεκτρολογικό υλικό ενέχει κίνδυνο.

3.   Οι εισαγωγείς σημειώνουν στο ηλεκτρολογικό υλικό το όνομα, την καταχωρισμένη εμπορική επωνυμία ή το καταχωρισμένο εμπορικό σήμα τους και την ταχυδρομική διεύθυνσή τους από την οποία επικοινωνούν ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναγράφουν τα στοιχεία αυτά στη συσκευασία του ηλεκτρολογικού υλικού ή σε έγγραφο που το συνοδεύει. Τα στοιχεία επικοινωνίας διατυπώνονται σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους τελικούς χρήστες και τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

4.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό συνοδεύεται από οδηγίες και άλλες πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα εύκολα κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες, όπως έχει αποφασίσει το οικείο κράτος μέλος.

5.   Οι εισαγωγείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω το ηλεκτρολογικό υλικό βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I.

6.   Όταν κρίνεται σκόπιμο λόγω των κινδύνων που ενέχει ηλεκτρολογικό υλικό, οι εισαγωγείς διενεργούν, για την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των καταναλωτών, δειγματοληπτικές δοκιμές στο ηλεκτρολογικό υλικό που καθίσταται διαθέσιμο στην αγορά, ερευνούν τις σχετικές καταγγελίες και διατηρούν, εφόσον απαιτείται, αρχείο με τις καταγγελίες, το μη συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό και τις ανακλήσεις ηλεκτρολογικού υλικού, και τηρούν ενήμερους τους διανομείς για τις έρευνές τους.

7.   Οι εισαγωγείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν διαθέσει στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία λαμβάνουν αμέσως τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το ηλεκτρολογικό υλικό ενέχει κίνδυνο, οι εισαγωγείς ενημερώνουν αμέσως σχετικά με το θέμα αυτό τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων καθιστούν διαθέσιμο το ηλεκτρολογικό υλικό και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, για τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

8.   Οι εισαγωγείς τηρούν, επί 10 έτη μετά τη διάθεση του ηλεκτρολογικού υλικού στην αγορά, αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ στη διάθεση των αρχών που είναι αρμόδιες για την εποπτεία της αγοράς και εξασφαλίζουν ότι ο τεχνικός φάκελος μπορεί να τεθεί στη διάθεση των εν λόγω αρχών, κατόπιν αιτήματός τους.

9.   Οι εισαγωγείς παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού, σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από την εν λόγω αρχή. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματός της, για κάθε δράση που πρέπει να αναληφθεί ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν διαθέσει στην αγορά.

Άρθρο 9

Υποχρεώσεις των διανομέων

1.   Όταν οι διανομείς καθιστούν διαθέσιμο ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά, ενεργούν με τη δέουσα προσοχή σε σχέση με τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

2.   Οι διανομείς, πριν καταστήσουν διαθέσιμο το ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά, επαληθεύουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό φέρει τη σήμανση CE, ότι συνοδεύεται από τα απαιτούμενα έγγραφα και από οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας σε γλώσσα ευχερώς κατανοητή από τους καταναλωτές και άλλους τελικούς χρήστες στο κράτος μέλος στην αγορά του οποίου πρόκειται να διατεθεί το ηλεκτρολογικό υλικό, και ότι ο κατασκευαστής και ο εισαγωγέας έχουν τηρήσει τις απαιτήσεις του άρθρου 6 παράγραφοι 5 και 6 και του άρθρου 8 παράγραφος 3, αντίστοιχα.

Εφόσον ένας διανομέας θεωρεί ή έχει λόγους να πιστεύει ότι ηλεκτρολογικό υλικό δεν συμμορφώνεται με τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, δεν καθιστά διαθέσιμο το ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά έως ότου εξασφαλισθεί η συμμόρφωσή του. Ο διανομέας ενημερώνει επίσης τον κατασκευαστή ή τον εισαγωγέα, καθώς και τις αρχές εποπτείας της αγοράς, όταν το ηλεκτρολογικό υλικό ενέχει κίνδυνο.

3.   Οι διανομείς εξασφαλίζουν ότι, ενόσω το ηλεκτρολογικό υλικό βρίσκεται υπό την ευθύνη τους, οι συνθήκες αποθήκευσης ή μεταφοράς του δεν θέτουν σε κίνδυνο τη συμμόρφωσή του με τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I.

4.   Οι διανομείς που θεωρούν ή έχουν λόγο να πιστεύουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά δεν συμμορφώνεται με την παρούσα οδηγία φροντίζουν αμέσως να ληφθούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού, το αποσύρουν ή το ανακαλούν, κατά περίπτωση. Πέραν τούτου, όταν το ηλεκτρολογικό υλικό ενέχει κίνδυνο, οι διανομείς ενημερώνουν αμέσως τις αρμόδιες εθνικές αρχές των κρατών μελών στις αγορές των οποίων έχουν καταστήσει διαθέσιμο το ηλεκτρολογικό υλικό και παραθέτουν λεπτομέρειες, συγκεκριμένα, όσον αφορά τη μη συμμόρφωση και τα τυχόν διορθωτικά μέτρα που έλαβαν.

5.   Οι διανομείς παρέχουν στην αρμόδια εθνική αρχή, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματός της, σε έντυπη ή σε ηλεκτρονική μορφή, όλες τις πληροφορίες και την τεκμηρίωση που απαιτούνται για να αποδειχθεί η συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού. Συνεργάζονται με την αρχή αυτή, κατόπιν αιτήματός της, για κάθε δράση που πρέπει να αναληφθεί ώστε να εξαλειφθούν οι κίνδυνοι από το ηλεκτρολογικό υλικό που έχουν καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά.

Άρθρο 10

Περιπτώσεις στις οποίες οι υποχρεώσεις των κατασκευαστών εφαρμόζονται στους εισαγωγείς και στους διανομείς

Ένας εισαγωγέας ή διανομέας θεωρείται κατασκευαστής για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας και υπόκειται στις υποχρεώσεις του κατασκευαστή σύμφωνα με το άρθρο 6 όταν διαθέτει ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά με το όνομα ή το εμπορικό σήμα του ή τροποποιεί ηλεκτρολογικό υλικό που έχει ήδη διατεθεί στην αγορά κατά τρόπο που μπορεί να επηρεάσει τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 11

Ταυτοποίηση των οικονομικών φορέων

Οι οικονομικοί φορείς προσδιορίζουν, κατόπιν αιτήματος, στις αρχές εποπτείας της αγοράς:

α)

κάθε οικονομικό φορέα ο οποίος τους έχει προμηθεύσει ηλεκτρολογικό υλικό·

β)

κάθε οικονομικό φορέα στον οποίο έχουν προμηθεύσει ηλεκτρολογικό υλικό.

Οι οικονομικοί φορείς πρέπει να είναι σε θέση να υποβάλλουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο για περίοδο 10 ετών από τη στιγμή που έχουν προμηθευθεί το ηλεκτρολογικό υλικό και για περίοδο 10 ετών από τη στιγμή που έχουν προμηθεύσει οι ίδιοι το ηλεκτρολογικό υλικό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

Άρθρο 12

Τεκμήριο συμμόρφωσης βάσει εναρμονισμένων προτύπων

Το ηλεκτρολογικό υλικό που συμμορφώνεται με τα εναρμονισμένα πρότυπα ή μέρη αυτών τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, τους οποίους αφορούν τα εν λόγω πρότυπα ή μέρη τους.

Άρθρο 13

Τεκμήριο συμμόρφωσης βάσει διεθνών προτύπων

1.   Εφόσον τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 δεν έχουν καταρτισθεί και δημοσιευθεί, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες διοικητικές αρχές τους θεωρούν, ενόψει της διαθεσιμότητας στην αγορά ή της ελεύθερης κυκλοφορίας όπως αναφέρονται στο άρθρο 3 και στο άρθρο 4, αντίστοιχα, ως επίσης ανταποκρινόμενο προς τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I το ηλεκτρολογικό υλικό που συνάδει με τις διατάξεις για την ασφάλεια των διεθνών προτύπων της Διεθνούς Ηλεκτροτεχνικής Επιτροπής (IEC) για τις οποίες τυγχάνει εφαρμογής η διαδικασία δημοσίευσης η οποία καθορίζεται στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

2.   Οι διατάξεις για την ασφάλεια της παραγράφου 1 κοινοποιούνται στα κράτη μέλη από την Επιτροπή. Η Επιτροπή, κατόπιν διαβούλευσης με τα κράτη μέλη, υποδεικνύει τις διατάξεις για την ασφάλεια, και ιδίως τις παραλλαγές των οποίων συνιστά τη δημοσίευση.

3.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή, εντός προθεσμίας τριών μηνών, τις τυχόν ενστάσεις τους ως προς τις διατάξεις για την ασφάλεια οι οποίες έχουν κοινοποιηθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 2, επισημαίνοντας τους λόγους ασφάλειας οι οποίοι αντιτίθενται στην αποδοχή της μίας ή της άλλης σχετικής διάταξης.

Οι διατάξεις για την ασφάλεια ως προς τις οποίες δεν έχει διατυπωθεί ένσταση δημοσιεύονται, προς ενημέρωση, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 14

Τεκμήριο συμμόρφωσης βάσει εθνικών προτύπων

Εφόσον δεν έχουν συνταχθεί και δημοσιευθεί τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12, και δεν έχουν δημοσιευθεί τα διεθνή πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 13, τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι αρμόδιες διοικητικές αρχές τους θεωρούν επίσης, για τους σκοπούς της διαθεσιμότητας στην αγορά του άρθρου 3 ή της ελεύθερης κυκλοφορίας του άρθρου 4, ως εξίσου ανταποκρινόμενο προς τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, το ηλεκτρολογικό υλικό που έχει κατασκευασθεί σύμφωνα με τις περί ασφάλειας διατάξεις των προτύπων, που εφαρμόζονται εντός του κράτους μέλους κατασκευής, εάν εξασφαλίζει επίπεδο ασφάλειας αντίστοιχο με το απαιτούμενο στο δικό τους έδαφος.

Άρθρο 15

Δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

1.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δηλώνει ότι αποδεδειγμένα πληρούνται οι στόχοι ασφάλειας που αναφέρονται στο άρθρο 3 και ορίζονται στο παράρτημα I.

2.   Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ έχει τη δομή που ορίζεται στο παράρτημα IV, περιέχει τα στοιχεία που προσδιορίζονται στην ενότητα Α του παραρτήματος III και προσαρμόζεται συνεχώς στα τελευταία δεδομένα. Μεταφράζεται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που απαιτεί το κράτος μέλος στην αγορά του οποίου διατίθεται ή έχει καταστεί διαθέσιμο το ηλεκτρολογικό υλικό.

3.   Όταν ηλεκτρολογικό υλικό διέπεται από περισσότερες πράξεις της Ένωσης βάσει των οποίων απαιτείται δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ, καταρτίζεται μία δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για όλες τις εν λόγω πράξεις της Ένωσης. Η δήλωση αυτή περιέχει την ταυτότητα των οικείων πράξεων της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων δημοσίευσής τους.

4.   Με την κατάρτιση της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ, ο κατασκευαστής αναλαμβάνει την ευθύνη για τη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται στην παρούσα οδηγία.

Άρθρο 16

Γενικές αρχές της σήμανσης CE

Η σήμανση CE υπόκειται στις γενικές αρχές του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 17

Κανόνες και όροι για την τοποθέτηση της σήμανσης CE

1.   Η σήμανση CE τίθεται κατά τρόπο εμφανή, ευανάγνωστο και ανεξίτηλο στο ηλεκτρολογικό υλικό ή στην πινακίδα με τα στοιχεία του. Όταν αυτό δεν είναι δυνατό ή όταν η φύση του ηλεκτρολογικού υλικού δεν το επιτρέπει, η σήμανση CE τίθεται στη συσκευασία και στα συνοδευτικά έγγραφα.

2.   Η σήμανση CE τίθεται πριν να διατεθεί το ηλεκτρολογικό υλικό στην αγορά.

3.   Τα κράτη μέλη βασίζονται στους υφιστάμενους μηχανισμούς για την εξασφάλιση της αποτελεσματικής εφαρμογής του καθεστώτος που διέπει τη σήμανση CE, και λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα σε περίπτωση αθέμιτης χρήσης της εν λόγω σήμανσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΑΓΟΡΑΣ, ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΠΟΥ ΕΙΣΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΑΓΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΩΣΙΑΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

Άρθρο 18

Επιτήρηση της ενωσιακής αγοράς και έλεγχος του ηλεκτρολογικού υλικού που εισέρχεται στην ενωσιακή αγορά

Το άρθρο 15 παράγραφος 3 και τα άρθρα 16 έως 29 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζονται στο ηλεκτρολογικό υλικό.

Άρθρο 19

Διαδικασία αντιμετώπισης του ηλεκτρολογικού υλικού που ενέχει κίνδυνο σε εθνικό επίπεδο

1.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενός κράτους μέλους έχουν επαρκείς λόγους να πιστεύουν ότι ηλεκτρολογικό υλικό που καλύπτεται από την παρούσα οδηγία ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή των κατοικίδιων ζώων ή για την ιδιοκτησία, διενεργούν αξιολόγηση για το ηλεκτρολογικό υλικό που καλύπτει όλες τις σχετικές απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας. Για τον σκοπό αυτό, οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς συνεργάζονται, όπως απαιτείται, με τις αρχές εποπτείας της αγοράς.

Εάν, κατά την αξιολόγηση που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, οι αρχές εποπτείας της αγοράς διαπιστώσουν ότι το ηλεκτρολογικό υλικό δεν συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, ζητούν αμελλητί από τον οικείο οικονομικό φορέα να προβεί σε όλες τις αναγκαίες διορθωτικές ενέργειες για να θέσει το προϊόν σε συμμόρφωση με τις εν λόγω απαιτήσεις ή να αποσύρει το προϊόν από την αγορά ή να το ανακαλέσει μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, ανάλογο προς τη φύση του κινδύνου, τον οποίο ορίζουν οι ίδιες.

Το άρθρο 21 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στα μέτρα που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Εάν οι αρχές εποπτείας της αγοράς θεωρούν ότι η μη συμμόρφωση δεν περιορίζεται στην εθνική επικράτεια, ενημερώνουν την Επιτροπή και άλλα κράτη μέλη για τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και τα μέτρα που ζήτησαν να λάβει ο οικονομικός φορέας.

3.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι λαμβάνονται όλα τα ενδεικνυόμενα διορθωτικά μέτρα για όλο το ηλεκτρολογικό υλικό που έχει καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά σε όλη την Ένωση.

4.   Εάν ο οικείος οικονομικός φορέας δεν λάβει, μέσα στο χρονικό διάστημα στο οποίο αναφέρεται το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα προσωρινά μέτρα για να απαγορεύσουν ή να περιορίσουν τη διάθεση του ηλεκτρολογικού υλικού στην εθνική αγορά ή να αποσύρουν το ηλεκτρολογικό υλικό από την αγορά ή να το ανακαλέσουν.

Οι αρχές εποπτείας της αγοράς ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα αυτά.

5.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο περιλαμβάνουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που απαιτούνται για την ταύτιση του μη συμμορφούμενου ηλεκτρολογικού υλικού, την καταγωγή του είδους πυροτεχνίας, τη φύση της τυχόν μη συμμόρφωσης και του σχετικού κινδύνου, τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν, καθώς και τα επιχειρήματα που προβάλλει ο σχετικός οικονομικός φορέας. Συγκεκριμένα, οι αρχές εποπτείας της αγοράς αναφέρουν σε ποιους από τους κατωτέρω λόγους οφείλεται η μη συμμόρφωση:

α)

το ηλεκτρολογικό υλικό δεν πληροί τους στόχους ασφάλειας του άρθρου 3 και του παραρτήματος I, οι οποίοι αφορούν την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, ή των κατοικίδιων ζώων ή την ιδιοκτησία· ή

β)

υπάρχουν ελλείψεις στα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 12 ή στα διεθνή ή εθνικά πρότυπα που αναφέρονται στα άρθρα 13 και 14, στα οποία βασίζεται το τεκμήριο της συμμόρφωσης.

6.   Τα κράτη μέλη, πλην του κράτους μέλους που κίνησε τη διαδικασία δυνάμει του παρόντος άρθρου, ενημερώνουν αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη για τα μέτρα που έλαβαν, και παρέχουν τυχόν άλλες πρόσθετες πληροφορίες που έχουν όσον αφορά τη μη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού, και, σε περίπτωση διαφωνίας με εθνικό μέτρο που έχει θεσπισθεί, για τις τυχόν αντιρρήσεις τους.

7.   Εάν, εντός τριών μηνών από τη λήψη των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεύτερο εδάφιο, δεν έχει διατυπωθεί ένσταση από κράτος μέλος ή την Επιτροπή σε σχέση με προσωρινό μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος, τότε το εν λόγω μέτρο θεωρείται δικαιολογημένο.

8.   Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι λαμβάνονται αμέσως τα κατάλληλα περιοριστικά μέτρα όσον αφορά το σχετικό ηλεκτρολογικό υλικό, όπως η απόσυρση του ηλεκτρολογικού υλικού από την αγορά.

Άρθρο 20

Ενωσιακή διαδικασία διασφάλισης

1.   Εάν, κατά την ολοκλήρωση της διαδικασίας του άρθρου 19 παράγραφοι 3 και 4, διατυπωθούν ενστάσεις για μέτρο που έχει λάβει κράτος μέλος ή εάν η Επιτροπή θεωρεί ότι το εθνικό μέτρο αντίκειται στη νομοθεσία της Ένωσης, η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς, και διενεργεί αξιολόγηση του εθνικού μέτρου. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστική πράξη που ορίζει αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο.

Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

2.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο, όλα τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι το μη συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό αποσύρεται από την εθνική τους αγορά, και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά. Εάν το εθνικό μέτρο δεν θεωρηθεί δικαιολογημένο, τότε το οικείο κράτος μέλος ανακαλεί το συγκεκριμένο μέτρο.

3.   Εάν το εθνικό μέτρο θεωρηθεί δικαιολογημένο και η μη συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού αποδοθεί σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων, κατά το άρθρο 19 παράγραφος 5 στοιχείο β) της παρούσας οδηγίας, η Επιτροπή εφαρμόζει τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 11 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012.

Άρθρο 21

Συμμορφούμενο ηλεκτρολογικό υλικό που ενέχει κίνδυνο

1.   Όταν κράτος μέλος διαπιστώσει, αφού έχει διενεργήσει αξιολόγηση δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 1, ότι ηλεκτρολογικό υλικό, καίτοι συμμορφώνεται προς την παρούσα οδηγία, ενέχει κίνδυνο για την υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων, ή για τα κατοικίδια ζώα ή για την περιουσία, απαιτεί από τον σχετικό οικονομικό φορέα να λάβει όλα τα δέοντα μέτρα για να εξασφαλίσει ότι το εν λόγω ηλεκτρολογικό υλικό, όταν διατεθεί στην αγορά, δεν ενέχει πλέον τον εν λόγω κίνδυνο, ή για να αποσύρει το ηλεκτρολογικό υλικό από την αγορά ή να το ανακαλέσει εντός εύλογης περιόδου που αυτό ορίζει, ανάλογης με τη φύση του κινδύνου.

2.   Ο οικονομικός φορέας εξασφαλίζει ότι αναλαμβάνεται διορθωτική δράση για όλο το ηλεκτρολογικό υλικό που έχει καταστήσει διαθέσιμο στην αγορά σε όλη την Ένωση.

3.   Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα άλλα κράτη μέλη. Οι πληροφορίες που παρέχει περιλαμβάνουν όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ιδίως τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την ταυτοποίηση του ηλεκτρολογικού υλικού, την καταγωγή του και την αλυσίδα εφοδιασμού του εν λόγω ηλεκτρολογικού υλικού, τη φύση του σχετικού κινδύνου και τη φύση και τη διάρκεια των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν.

4.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται αμελλητί με τα κράτη μέλη και τον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς και διενεργεί αξιολόγηση των εθνικών μέτρων που ελήφθησαν. Βάσει των αποτελεσμάτων αυτής της αξιολόγησης, η Επιτροπή αποφασίζει, με εκτελεστικές πράξεις, αν το εθνικό μέτρο είναι δικαιολογημένο και, εφόσον απαιτείται, προτείνει τα κατάλληλα μέτρα.

Οι εκτελεστικές πράξεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Για δεόντως αιτιολογημένους επιτακτικούς λόγους επείγοντος που αφορούν την προστασία της υγείας και της ασφάλειας των προσώπων, ή των κατοικίδιων ζώων ή της περιουσίας, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις άμεσης εφαρμογής σύμφωνα με τη διαδικασία στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 3.

5.   Η Επιτροπή απευθύνει την απόφασή της σε όλα τα κράτη μέλη και την ανακοινώνει αμέσως σε αυτά και στον σχετικό οικονομικό φορέα ή φορείς.

Άρθρο 22

Τυπική μη συμμόρφωση

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 19, οσάκις κράτος μέλος προβαίνει σε μία από τις κατωτέρω διαπιστώσεις, απαιτεί από τον οικείο οικονομικό φορέα να θέσει τέλος στη μη συμμόρφωση:

α)

η σήμανση CE έχει τεθεί κατά παράβαση του άρθρου 30 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή του άρθρου 17 της παρούσας οδηγίας·

β)

δεν έχει τεθεί η σήμανση CE·

γ)

δεν έχει καταρτισθεί δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ·

δ)

η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ δεν έχει καταρτισθεί σωστά·

ε)

ο τεχνικός φάκελος είτε δεν είναι διαθέσιμος είτε δεν είναι πλήρης·

στ)

οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 6 παράγραφος 6 ή στο άρθρο 8 παράγραφος 3 απουσιάζουν, είναι λανθασμένες ή είναι ελλιπείς·

ζ)

δεν πληρούται οποιαδήποτε άλλη από τις διοικητικές απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 6 ή στο άρθρο 8.

2.   Εάν η μη συμμόρφωση της παραγράφου 1 εξακολουθεί να υφίσταται, το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να περιορίσει ή να απαγορεύσει τη διαθεσιμότητα στην αγορά του ηλεκτρολογικού υλικού και να εξασφαλίσει ότι αυτό ανακαλείται ή αποσύρεται από την αγορά.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5

ΕΠΙΤΡΟΠΗ, ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 23

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή για το ηλεκτρολογικό υλικό. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

3.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται το άρθρο 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 σε συνδυασμό με το άρθρο 5.

4.   Η επιτροπή καλείται σε διαβούλευση από την Επιτροπή για κάθε ζήτημα για το οποίο απαιτείται η παροχή υπηρεσιών συμβούλου από εμπειρογνώμονες του τομέα, δυνάμει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 ή άλλου νομοθετήματος της Ένωσης.

Η επιτροπή δύναται επίσης να εξετάζει κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας το οποίο εγείρει ο πρόεδρός της ή εκπρόσωπος κράτους μέλους σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό της.

Άρθρο 24

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη θεσπίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε οικονομικούς φορείς οι οποίο παραβιάζουν διατάξεις του εθνικού δικαίου που θεσπίζονται σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλίζεται η επιβολή της εφαρμογής τους. Οι κανόνες αυτοί δύνανται να περιλαμβάνουν ποινικές κυρώσεις για σοβαρές παραβάσεις.

Οι προβλεπόμενες κυρώσεις είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 25

Μεταβατικές διατάξεις

Τα κράτη μέλη δεν εμποδίζουν τη διαθεσιμότητα στην αγορά του ηλεκτρολογικού υλικού που καλύπτεται από την οδηγία 2006/95/ΕΚ, το οποίο συμμορφώνεται με τις διατάξεις της οδηγίας αυτής και το οποίο έχει διατεθεί στην αγορά πριν από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 26

Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και δημοσιεύουν, το αργότερο έως τις 19 Απριλίου 2016, τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις προκειμένου να συμμορφωθούν με το άρθρο 2, το άρθρο 3 πρώτο εδάφιο, το άρθρο 4, τα άρθρα 6 έως 12, το άρθρο 13 παράγραφος 1, τα άρθρα 14 έως 25 και τα παραρτήματα II, III και IV. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των εν λόγω μέτρων.

Εφαρμόζουν τα εν λόγω μέτρα από τις 20 Απριλίου 2016.

Κατά τη θέσπισή τους από τα κράτη μέλη, τα εν λόγω μέτρα περιέχουν παραπομπή στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την παραπομπή αυτή κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Περιλαμβάνουν επίσης δήλωση που διευκρινίζει ότι οι παραπομπές στην οδηγία που καταργείται από την παρούσα οδηγία, οι οποίες περιέχονται στις ισχύουσες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, θεωρείται ότι γίνονται στην παρούσα οδηγία. Ο τρόπος πραγματοποίησης αυτής της παραπομπής και η διατύπωση αυτής της δήλωσης καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2.   Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 27

Κατάργηση

Η οδηγία 2006/95/ΕΚ καταργείται με ισχύ από τις 20 Απριλίου 2016, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών σχετικά με τις προθεσμίες μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο και των ημερομηνιών εφαρμογής των οδηγιών που αναφέρονται στο παράρτημα V.

Οι παραπομπές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος VI.

Άρθρο 28

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 1, το άρθρο 3 δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 5, το άρθρο 13 παράγραφοι 2 και 3 και τα παραρτήματα I, V και VI εφαρμόζονται από τις 20 Απριλίου 2016.

Άρθρο 29

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 26 Φεβρουαρίου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 181 της 21.6.2012, σ. 105.

(2)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 5ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2014.

(3)  ΕΕ L 374 της 27.12.2006, σ. 10. Η οδηγία 2006/95/ΕΚ αποτελεί κωδικοποίηση της οδηγίας 73/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Φεβρουαρίου 1973, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων στο ηλεκτρολογικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσεως (ΕΕ L 77 της 26.3.1973, σ. 29).

(4)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30.

(5)  ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 82.

(6)  ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12.

(7)  Εγκρίθηκε με την απόφαση 2010/48/ΕΚ του Συμβουλίου, της 26ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με τη σύναψη, από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΕΕ L 23 της 27.1.2010, σ. 35).

(8)  ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΥΡΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΩΝ ΣΤΟΧΩΝ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΛΟΓΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΠΟΥ ΠΡΟΟΡΙΖΕΤΑΙ ΝΑ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΕΙ ΕΝΤΟΣ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΟΡΙΩΝ ΤΑΣΕΩΣ

1.   Γενικοί όροι

α)

Τα βασικά χαρακτηριστικά, η γνώση και η τήρηση των οποίων διασφαλίζουν τη σύμφωνη με τον προορισμό χρήση και την ακίνδυνη λειτουργία, αναγράφονται επί του ηλεκτρολογικού υλικού ή, εάν αυτό δεν είναι δυνατό, σε έγγραφο το οποίο το συνοδεύει·

β)

το ηλεκτρολογικό υλικό, καθώς και τα συστατικά στοιχεία του, είναι κατασκευασμένα έτσι ώστε να δύνανται να συναρμολογηθούν και να συνδεθούν κατά τρόπο ασφαλή και αποτελεσματικό·

γ)

το ηλεκτρολογικό υλικό σχεδιάζεται και κατασκευάζεται κατά τρόπον ώστε η προστασία εναντίον των κινδύνων οι οποίοι αριθμούνται στα σημεία 2 και 3 να διασφαλίζεται υπό την επιφύλαξη της σύμφωνης προς τον προορισμό του χρήσης και της ορθής συντήρησης.

2.   Προστασία εναντίον των κινδύνων οι οποίοι δύνανται να προέλθουν από το ηλεκτρολογικό υλικό

Θεσπίζονται μέτρα τεχνικής φύσης σύμφωνα με το σημείο 1, ώστε να εξασφαλίζεται ότι:

α)

προστατεύονται επαρκώς οι άνθρωποι και τα κατοικίδια ζώα εναντίον των κινδύνων τραυματισμού ή άλλων βλαβών που μπορούν να προκληθούν από άμεση ή έμμεση επαφή·

β)

δεν δημιουργούνται θερμοκρασίες, τόξα ή ακτινοβολίες που θα προκαλούσαν οποιοδήποτε κίνδυνο·

γ)

προστατεύονται επαρκώς οι άνθρωποι, τα κατοικίδια ζώα και η ιδιοκτησία εναντίον των κινδύνων μη ηλεκτρικής φύσεως που προέρχονται από το ηλεκτρολογικό υλικό και προκύπτουν από την εμπειρία·

δ)

προσαρμόζεται η μόνωση προς τις προβλέψιμες συνθήκες.

3.   Προστασία εναντίον των κινδύνων που μπορούν να προκληθούν από εξωτερικές επιδράσεις επί του ηλεκτρολογικού υλικού

Προβλέπονται μέτρα τεχνικής φύσεως σύμφωνα με το σημείο 1, ώστε να εξασφαλισθεί ότι το ηλεκτρολογικό υλικό:

α)

ανταποκρίνεται προς τις προβλεπόμενες μηχανικές απαιτήσεις κατά τρόπον ώστε οι άνθρωποι, τα κατοικίδια ζώα και η ιδιοκτησία να μην εκτίθενται σε κίνδυνο·

β)

αντέχει στις μη μηχανικές επιδράσεις εντός των προβλεπόμενων συνθηκών περιβάλλοντος, κατά τρόπον ώστε οι άνθρωποι, τα κατοικίδια ζώα και η ιδιοκτησία να μην εκτίθενται σε κίνδυνο·

γ)

δεν εκθέτει σε κίνδυνο τους ανθρώπους, τα κατοικίδια ζώα και την ιδιοκτησία εντός των προβλέψιμων συνθηκών υπερφόρτισης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΜΗ ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΑ ΣΤΟ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΟΔΗΓΙΑΣ

Ηλεκτρολογικό υλικό προοριζόμενο να χρησιμοποιηθεί εντός εκρηκτικής ατμόσφαιρας

Υλικό ηλεκτροραδιολογίας και ηλεκτρισμού για ιατρική χρήση

Ηλεκτρολογικά μέρη ανελκυστήρων και ανυψωτικών μηχανημάτων

Μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος

Ρευματολήπτες (υποδοχές και βύσματα) για οικιακή χρήση

Συστήματα ελέγχου ηλεκτρικών περιφράξεων

Ραδιοηλεκτρικά παράσιτα

Ειδικό ηλεκτρολογικό υλικό, προοριζόμενο να χρησιμοποιηθεί εντός πλοίων, αεροπλάνων ή σιδηροδρόμων, ανταποκρινόμενο προς τις διατάξεις ασφάλειας που έχουν εκδοθεί από διεθνείς οργανισμούς στους οποίους συμμετέχουν τα κράτη μέλη

Κατά παραγγελία παρασκευασθέν έτοιμο σύστημα (kit) αξιολόγησης που προορίζεται για επαγγελματίες με σκοπό να χρησιμοποιηθεί μόνο σε χώρους έρευνας και ανάπτυξης για τέτοιους σκοπούς.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΝΟΤΗΤΑ Α

Εσωτερικός έλεγχος της παραγωγής

1.   Ο εσωτερικός έλεγχος της παραγωγής είναι η διαδικασία αξιολόγησης της συμμόρφωσης με την οποία ο κατασκευαστής εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στα σημεία 2, 3 και 4, και βεβαιώνει και δηλώνει με αποκλειστική του ευθύνη ότι το σχετικό ηλεκτρολογικό υλικό πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτό.

2.   Τεχνικός φάκελος

Ο κατασκευαστής καταρτίζει τον τεχνικό φάκελο. Ο τεχνικός φάκελος δίνει τη δυνατότητα να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του ηλεκτρολογικού υλικού προς τις σχετικές απαιτήσεις και περιλαμβάνει επαρκή ανάλυση και εκτίμηση του (των) κινδύνου(-ων). Ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τις ισχύουσες απαιτήσεις και καλύπτει —στο βαθμό που απαιτείται για την αξιολόγηση— τη σχεδίαση, την κατασκευή και τη λειτουργία του ηλεκτρολογικού υλικού. Ο τεχνικός φάκελος περιέχει, κατά περίπτωση, τουλάχιστον:

α)

γενική περιγραφή του ηλεκτρολογικού υλικού·

β)

σχέδια αρχικής σύλληψης και κατασκευής, καθώς και διαγράμματα συστατικών μερών, υποσυγκροτημάτων, κυκλωμάτων κ.λπ.·

γ)

τις περιγραφές και τις επεξηγήσεις που απαιτούνται για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και διαγραμμάτων και της λειτουργίας του ηλεκτρολογικού υλικού·

δ)

τον κατάλογο των εναρμονισμένων προτύπων που εφαρμόζονται πλήρως ή εν μέρει, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή των διεθνών ή εθνικών προτύπων που αναφέρονται στα άρθρα 13 και 14 και, όπου τα εν λόγω εναρμονισμένα ή διεθνή ή εθνικά πρότυπα δεν έχουν τύχει εφαρμογής, περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των στόχων ασφάλειας της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένου καταλόγου των άλλων σχετικών τεχνικών προδιαγραφών που έχουν εφαρμογή. Σε περίπτωση μερικώς εφαρμοζόμενων εναρμονισμένων προτύπων ή διεθνών ή εθνικών προτύπων που αναφέρονται στα άρθρα 13 και 14, ο τεχνικός φάκελος προσδιορίζει τα μέρη που έχουν εφαρμοσθεί·

ε)

τα αποτελέσματα των υπολογισμών σχεδιασμού, των ελέγχων που διενεργήθηκαν κ.λπ.· και

στ)

τις εκθέσεις δοκιμών.

3.   Κατασκευή

Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η διαδικασία κατασκευής και η παρακολούθησή της να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση του κατασκευαζόμενου ηλεκτρολογικού υλικού προς τον τεχνικό φάκελο στον οποίο αναφέρεται το σημείο 2 και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτό.

4.   Σήμανση CE και δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ

4.1.

Ο κατασκευαστής τοποθετεί τη σήμανση CE σε κάθε ηλεκτρολογικό υλικό που πληροί τις ισχύουσες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

4.2.

Ο κατασκευαστής συντάσσει γραπτή δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ για κάθε μοντέλο προϊόντος και τη θέτει, μαζί με τον τεχνικό φάκελο, στη διάθεση των εθνικών αρχών εποπτείας της αγοράς, για περίοδο δέκα ετών από τη διάθεση του ηλεκτρολογικού υλικού στην αγορά. Η δήλωση συμμόρφωσης ΕΕ προσδιορίζει το ηλεκτρολογικό υλικό για το οποίο έχει συνταχθεί.

Αντίγραφο της δήλωσης συμμόρφωσης ΕΕ διατίθεται, κατόπιν αιτήματος, στις αρμόδιες αρχές εποπτείας της αγοράς.

5.   Εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος

Οι υποχρεώσεις του κατασκευαστή που καθορίζονται στο σημείο 4 είναι δυνατόν να εκπληρώνονται από τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του, εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του, υπό την προϋπόθεση ότι ορίζονται λεπτομερώς στην εντολή.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΔΗΛΩΣΗ ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗΣ ΕΕ (αριθ. ΧΧΧΧ) (1)

1.

Μοντέλο προϊόντος / Προϊόν (αριθμός προϊόντος, τύπου, παρτίδας ή σειράς):

2.

Επωνυμία και διεύθυνση του κατασκευαστή ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του:

3.

Η παρούσα δήλωση συμμόρφωσης εκδίδεται με αποκλειστική ευθύνη του κατασκευαστή.

4.

Στόχος της δήλωσης (ταυτοποίηση ηλεκτρολογικού υλικού που επιτρέπει την ιχνηλασιμότητα· μπορεί να περιλαμβάνει έγχρωμη εικόνα επαρκούς διαύγειας όταν αυτό είναι απαραίτητο για την ταυτοποίηση του ηλεκτρολογικού υλικού):

5.

Ο στόχος της δήλωσης που περιγράφεται παραπάνω είναι σύμφωνος με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης:

6.

Μνεία των σχετικών εναρμονισμένων προτύπων που χρησιμοποιήθηκαν ή μνεία των λοιπών τεχνικών προδιαγραφών σε σχέση με τις οποίες δηλώνεται η συμμόρφωση:

7.

Συμπληρωματικές πληροφορίες:

Υπογραφή για λογαριασμό και εξ ονόματος:

(τόπος και ημερομηνία έκδοσης):

(όνομα, θέση) (υπογραφή):


(1)  Ο κατασκευαστής μπορεί, προαιρετικά, να δηλώνει αριθμό στη δήλωση συμμόρφωσης.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

Προθεσμίες για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο και ημερομηνίες εφαρμογής των οδηγιών που παρατίθενται στο μέρος Β του παραρτήματος V της οδηγίας 2006/95/ΕΚ

(αναφέρονται στο άρθρο 27)

Οδηγία

Προθεσμία μεταφοράς

Ημερομηνία εφαρμογής

73/23/ΕΟΚ

21η Αυγούστου 1974 (1)

93/68/ΕΟΚ

1η Ιουλίου 1994

1η Ιανουαρίου 1995 (2)


(1)  Στην περίπτωση της Δανίας, η προθεσμία είχε παραταθεί κατά πέντε έτη, δηλαδή έως την 21η Φεβρουαρίου 1978. Βλέπε άρθρο 13 παράγραφος 1 της οδηγίας 73/23/ΕΟΚ.

(2)  Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 1997, τα κράτη μέλη επέτρεπαν τη διάθεση στην αγορά και τη λειτουργία των προϊόντων που ήταν σύμφωνα με το καθεστώς σήμανσης το οποίο ίσχυε πριν από την 1η Ιανουαρίου 1995. Βλέπε άρθρο 14 παράγραφος 2 της οδηγίας 93/68/ΕΟΚ.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2006/95/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 5

Άρθρο 12

Άρθρο 6

Άρθρο 13

Άρθρο 7

Άρθρο 14

Άρθρο 8 παράγραφος 1

Άρθρα 16 και 17

Άρθρο 8 παράγραφος 2

Άρθρο 8 παράγραφος 3

Άρθρο 9

Άρθρα 18 έως 20

Άρθρο 10

Άρθρα 16 και 17

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 26 παράγραφος 2

Άρθρο 14

Άρθρο 27

Άρθρο 15

Άρθρο 28

Παράρτημα I

Παράρτημα I

Παράρτημα II

Παράρτημα II

Παράρτημα III

Άρθρα 15 και 16 και παράρτημα IV

Παράρτημα IV

Παράρτημα III

Παράρτημα V

Παράρτημα V


ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θεωρεί ότι οι επιτροπές μπορούν να θεωρηθούν «επιτροπές επιτροπολογίας» κατά την έννοια του Παραρτήματος Ι της συμφωνίας-πλαισίου για τις σχέσεις μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μόνον όταν και εφόσον στις συνεδριάσεις τους συζητούνται εκτελεστικές πράξεις κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Έτσι, οι συνεδριάσεις επιτροπών εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του σημείου 15 της συμφωνίας-πλαισίου όταν και στο μέτρο που σε αυτές συζητιούνται άλλα θέματα.


  翻译: